Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 317/2023

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Γ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Περίληψη

Αποδοχές υπερημερίας του ενάγοντος, ο οποίος αναγνωρίστηκε, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, ότι συνδέεται με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου (με την ειδικότητα του παιδιάτρου) με το εναγόμενο Ν.Π.Δ.Δ. – Ο.Τ.Α. Δεδικασμένο πηγάζον από προηγούμενες αποφάσεις, που αναγνώρισαν το δικαίωμά του καταβολής μισθών υπερημερίας για προγενέστερο διάστημα. Εξάλλου, η περίπτωση του ενάγοντος, ο οποίος συνδεόταν με το Ι.Κ.Α. με την ειδική σύμβαση του άρθρου 10 του Ν. 1204/1972, σε θέση μη πλήρους απασχόλησης, πριν το Ν. 3232/2004, δεν εμπίπτει στην πολυθεσία, που απαγορεύεται με τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982 και η οποία (πολυθεσία), σε κάθε περίπτωση, δεν επιφέρει την ακυρότητα της σύμβασης, αλλά μόνο τη μείωση των αποδοχών του, που εισπράττονται από τον δεύτερο φορέα.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ    317/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου – Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ν.Π.Δ.Δ. – Ο.Τ.Α.) με την επωνυμία «Δήμος Πειραιά» (Α.Φ.Μ. …….), που εδρεύει στον Πειραιά, οδός ……….., και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Δήμαρχο αυτού, ως καθολικού διαδόχου του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Δημοτικοί Παιδικοί Σταθμοί Δήμου Πειραιά», το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Εμμανουήλ (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Του ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………… ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Μαρίας Παναγιωταράκου.

Ο ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΣ – ΕΝΑΓΩΝ, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά του εναγόμενου – εκκαλούντος, την από 18-5-2016, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης αντίστοιχα (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………./2016, αγωγή. Επίσης το εναγόμενο-εκκαλούν, άσκησε ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, την από 13-9-2016 και με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……../2016 ανακοίνωση δίκης προς το Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυµία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ», καθολικός διάδοχος του οποίου έχει καταστεί το Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυµία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.).

Το παραπάνω Δικαστήριο, δικάζοντας κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, εξέδωσε την υπ’αρ. 5626/2017 εν μέρει οριστική απόφαση και ακολούθως την υπ΄αρ. 335/2020 μη οριστική απόφαση, ενώ εν συνεχεία εξέδωσε την υπ΄αρ. 3111/2022 οριστική απόφασή του, με την οποία, αφού συνεκδίκασε την ως άνω αγωγή και την ασκηθείσα από 8-9-2021 και με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………../2021, ανακοίνωση δίκης του εναγόμενου προς το Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυµία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.), ως καθολικού διαδόχου του Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυµία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ» (Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ.), έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή.

Την απόφαση αυτή, καθώς και τις ως άνω προηγηθείσες αυτής μη οριστικές αποφάσεις, προσβάλλει το εναγόμενο με την κρινόμενη από 16-11-2022 έφεσή του κατά του ενάγοντος – εφεσίβλητου, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………/17-11-2022, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………./17-11-2022, προσδιορίστηκε δε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αρ. 15.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της έφεσης από το πινάκιο, η πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσίβλητου, παριστάμενη ως ανωτέρω, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις της, ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος, ύστερα από δήλωσή της, που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσε προτάσεις.               

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ  ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ΄αρ. 3111/2022 οριστικής απόφασης και των συμπροσβαλλόμενων με αυτήν προγενέστερων ως άνω αποφάσεων (ήτοι της υπ΄αρ. 5626/2017 εν μέρει οριστικής απόφασης και υπ΄αρ.335/2020 μη οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), που εκδόθηκαν κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών (άρθρα 614 παρ.3 621 επ.), έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 591 παρ.1  ΚΠολΔ) και εντός της οριζόμενης από το άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ προθεσμίας των 30 ημερών, δεδομένου ότι έλαβε χώρα επίδοση της εκκαλουμένης στις 21-10-2022 (βλ. υπ΄αρ. ……/21-10-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………………..) και η έφεση κατατέθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 17-11-2022, όπως προκύπτει από την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας έκθεση κατάθεσης. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, στην ουσία της, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στο πλαίσιο που καθορίζεται από αυτούς (άρθρα 19, 522, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ). Δεν απαιτείται δε η κατάθεση του προβλεπόμενου από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ παραβόλου, διότι, σύμφωνα με το εδ. στ΄ της παρ. 3 του ίδιου άρθρου, από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται, μεταξύ άλλων, οι διαφορές του άρθρου 614 παρ.3 ΚΠολΔ (εργατικές), όπως η προκείμενη, πέραν του ότι το εκκαλούν, ως εκ της ιδιότητάς του ως Ν.Π.Δ.Δ., δεν υποχρεούται στην καταβολή του εν λόγω παραβόλου (άρθρο 7 παρ. 8Β εδ.δ Ν. 4205/2013).

Ο ενάγων – ήδη εφεσίβλητος, εξέθετε στην ως άνω από 18-5-2016 και με αρ. καταθ. …………./2016 αγωγή του, όπως παραδεκτά αυτή διορθώθηκε (κατ΄άρθρο 224 ΚΠολΔ), ότι προσλήφθηκε από το καταργηθέν αργότερα, Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Δημοτικοί Παιδικοί Σταθμοί Δήμου Πειραιά», του οποίου καθολικός διάδοχος κατέστη το εναγόμενο Ν.Π.Δ.Δ. (Δήμος Πειραιά), με την ειδικότητα του παιδιάτρου, δυνάμει συμβάσεων έργου, ενώ η σχέση που στην πραγματικότητα τον συνέδεε με το αντίδικό του, είχε το χαρακτήρα σύμβασης εξαρτημένης εργασίας. Ότι, με την υπ’αρ. 3884/2006 αμετάκλητη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αναγνωρίστηκε ότι συνδέεται με το εναγόμενο με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και υποχρεώθηκε το τελευταίο να αποδέχεται την εργασία του. Ότι, σε συμμόρφωση της προηγούμενης απόφασης, τοποθετήθηκε από το εναγόμενο σε προσωποπαγή θέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, πλην όµως, στις 30-4-2007, το τελευταίο έπαυσε να αποδέχεται τις υπηρεσίες του. Ότι, ακολούθως, κατόπιν αγωγής του ενάγοντος, εκδόθηκε η υπ’ αρ. 4497/2008 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που έχει καταστεί τελεσίδικη, με την οποία υποχρεώθηκε το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα ως αποδοχές υπερημερίας το ποσό των 1.232,58 ευρώ μηνιαίως, για το χρονικό διάστημα από 1-5-2007 έως 31-12-2007. Ότι, στη συνέχεια, άσκησε μαζί με άλλους ενάγοντες, την υπ’ αρ. καταθ. δικογράφου ……/2013 αγωγή του με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει αποδοχές υπερημερίας για το χρονικό διάστημα από 1-1-2008 έως 31-12-2012, συνολικού ποσού 73.954,80 ευρώ, η οποία, ωστόσο, δεν εισήχθη ως προς αυτόν προς εκδίκαση και η συζήτησή της ματαιώθηκε. Ζητούσε δε, ακολούθως ο ενάγων, επικαλούμενος τη σύμβαση εργασίας του με το εναγόμενο, άλλως με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού,  (όπως παραδεκτά, αφενός μεν περιόρισε τα αγωγικά κονδύλια κατά το ποσό των 29.948,80 ευρώ, που αφορά στις αποδοχές του χρονικού διαστήματος από 1-1-2015 έως 28-2-2016 και κατά το ποσό των 1.000 ευρώ, που αφορά στα επιδόματα Πάσχα, Χριστουγέννων και αδείας του έτους 2015, αφετέρου δε έτρεψε μέρος του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό), να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει το ποσό των 19.252,80 ευρώ, που αντιστοιχεί σε μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος από 1-4-2014 έως και 31-12-2014 και των 16 ημερών εργασίας του Αυγούστου του έτους 2011, καθώς επίσης να αναγνωριστεί ότι το εναγόμενο υποχρεούται να του καταβάλει 1) το ποσό των 56.698,68 ευρώ για μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος από 1-1-2008 έως 31-10-2011, 2) το ποσό των 6.927,88 ευρώ για μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος από 1-11-2011 έως 28-2-2012, 3) το ποσό των 72.732,80 ευρώ για μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος από 1-3-2012 έως 31-3-2014, 4) το ποσό των 3.500 ευρώ για επιδόματα Χριστουγέννων 2011 έως και 2014, Πάσχα 2012 έως και 2014 και αδείας 2012 έως και 2014. Όλα δε τα ως άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε μερικότερο κονδύλιο κατέστη απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής, έως την εξόφληση. Επίσης, το εναγόμενο άσκησε ενώπιον του ίδιου ως ανω Δικαστηρίου την από 13-9-2016 και με αρ. καταθ. …………./13-9-2016 ανακοίνωση δίκης προς το Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυµία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ – ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ.), καθολικός διάδοχος του οποίου έχει καταστεί το Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυµία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.), όπου εξέθετε ότι το προν όν η ανακοίνωση απασχολεί τον ενάγοντα από το έτος 1992 και καλούσε αυτό να παρέμβει υπέρ του στη δίκη προκειμένου να δηλώσει τους όρους εργασίας του ενάγοντος.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς), εξέδωσε αρχικά την  υπ΄αρ. 5626/2017 εν μέρει οριστική απόφαση με την οποία συνεκδικάζοντας την ως άνω αγωγή και την ανακοίνωση δίκης, αφού απέρριψε ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας την επικουρική βάση της αγωγής, στη συνέχεια ανέστειλε, λόγω εκκρεμοδικίας, τη συζήτηση της αγωγής για τους μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος από 1-1-2008 έως 31-12-2012 μέχρι την περάτωση της δίκης επί της προηγουμένως ασκηθείσας ως άνω αναφερθείσας υπ’ αρ. καταθ. …../2013 αγωγής. Κατά τα λοιπά δε, έκρινε νόμιμη την αγωγή ως προς την κύρια βάση της (πλην του αιτήματος επιδίκασης τόκων υπερημερίας για τον χρόνο πριν την επίδοση της αγωγής και του παρεπόμενου αιτήματος προσωρινής εκτελεστότητας), καθώς και την ανακοίνωση δίκης (με την οποία δεν ασχολήθηκε στη συνέχεια καθώς δεν ασκήθηκε πρόσθετη παρέμβαση).  Ακολούθως, αν και έκρινε ότι το εναγόμενο Ν.Π.Δ.Δ. κατέστη υπερήμερο ως προς την αποδοχή της εργασίας του ενάγoντoς και την καταβολή της μισθοδοσίας του, εντούτοις α) απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμα λόγω παραγραφής, δεχόμενο τη σχετική ένσταση του εναγόμενου, τα αγωγικά αιτήματα που αφορούσαν στους μισθούς υπερημερίας για το χρονικό διάστημα από 1-1-2013 έως 20-3-2014, καθώς και στα επιδόματα Χριστουγέννων 2011, 2012 και 2013, επιδόματα Πάσχα 2012, 2013 και 2014 και επιδόματα αδείας 2012, 2013 και 2014, β) απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο το αγωγικό κονδύλιο µισθών υπερηµερίας για το χρονικό διάστηµα από 21-3-2014 έως 31-12-2014, δεχόµενο ότι ο ενάγων µόνο µέχρι τις 20-3-2014 τελούσε σε σχέση εξαρτηµένης εργασίας µε το εναγόµενο, λόγω αποδοχής έκτοτε θέσης πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στα ΠΕ.Δ.Υ. Κατόπιν, ο ενάγων µε την υπ’ αρ. καταθ. …………../2018 κλήση του επανέφερε προς συζήτηση την ένδικη αγωγή του ως προς τους µισθούς υπερηµερίας του χρονικού διαστήµατος από 1-1-2008 έως 31-12-2012 (ως προς τα λοιπά αγωγικά κονδύλια είτε είχε παραιτηθεί, είτε είχαν απορριφθεί κατά τα ανωτέρω), επικαλούµενος ότι η δίκη επί της υπ’ αρ. καταθ. …/2013 αγωγής του περατώθηκε τελεσίδικα. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς µε την υπ’αρ. 335/2020 μη οριστική απόφασή του, έκρινε ότι ενόψει της δήλωσης του ενάγοντος ότι δεν εισάγεται η υπ’ αρ. ……/2013 αγωγή προς συζήτηση ως προς αυτόν, δεν έχει εισέτι εκδοθεί ως προς τον τελευταίο οριστική απόφαση, ούτε έχει λήξει µε οποιονδήποτε νόµιµο τρόπο η ιδρυθείσα µε την άσκηση της υπ’ αρ. καταθ. ……/2013 αγωγής εκκρεµοδικία. Για το λόγο δε τούτο διέταξε εκ νέου την αναστολή της δίκης επί της ένδικης αγωγής έως την έκδοση οριστικής απόφασης ή έως την µε οιονδήποτε τρόπο κατάργηση της δίκης. Ο ενάγων κατάθεσε στη Γραµµατεία του Δικαστηρίου πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την από 16-6-2021 και με αρ. καταθ. ……../2021 κλήση του με την οποία επαναφέρθηκε προς συζήτηση η υπ’αρ. καταθ. …………./2016 (ένδικη) αγωγή του, δηλώνοντας παράλληλα στο δικόγραφο της κλήσης ότι παραιτείται από το δικόγραφο της υπ’ αρ. καταθ. ……./2013 αγωγής του. Το ως άνω δικόγραφο κλήσης – παραίτησης κοινοποιήθηκε νοµότυπα στο εναγόµενο Ν.Π.Δ.Δ., όπως προκύπτει από την υπ’ αρ. ……./6-7-2021 έκθεση επίδοσης του ως άνω δικαστικού επιµελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………. Επίσης, ασκήθηκε ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείο Πειραιώς) από το εναγόμενο, η από 8-9-2021 και με αρ. καταθ. ……/2021 ανακοίνωση δίκης προς το Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυµία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.), ως καθολικού διαδόχου του Ν.Π.Δ.Δ. µε την επωνυµία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ» (Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.), με την οποία εξέθετε τα αναφερθέντα και στην προαναφερθείσα ανακοίνωση δίκης, ήτοι ότι το προν όν η ανακοίνωση απασχολεί τον ενάγοντα από το έτος 1992 και καλούσε αυτό να παρέμβει υπέρ του στη δίκη προκειμένου να δηλώσει τους όρους εργασίας του ενάγοντος. Εν συνεχεία, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε την υπ΄αρ. 3111/2022 οριστική απόφασή του με την οποία έκρινε ότι παραδεκτά και νόμιμα επαναφέρεται από τον ενάγοντα προς συζήτηση η ένδικη από 18-5-2016 και με αρ. καταθ. …………./2016 αγωγή του για αποδοχές υπερηµερίας του χρονικού διαστήµατος από 1-1-2008 έως 31-12-2012, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, με την κοινοποίηση του δικογράφου παραίτησης στον εναγόµενο καταργήθηκε η εκκρεµοδικία που είχε ιδρυθεί µε την ως άνω υπ’αρ. καταθ. ………/2013 αγωγή. Συνεκδίκασε δε την ένδικη αγωγή με την παραπάνω αναφερθείσα ανακοίνωση δίκης, την οποία έκρινε ως νομίμως ασκηθείσα, αλλά δεν ασχολήθηκε στη συνέχεια με αυτήν, καθώς δεν ασκήθηκε εκ μέρους του προς όν η ανακοίνωση πρόσθετη παρέμβαση. Ακολούθως, έκανε δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη την αγωγή ως προς το αγωγικό αίτημα, που αφορά στις αποδοχές υπερημερίας και τα επιδόματα για το χρονικό διάστημα από 1-4-2011 έως 31-12-2012, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ως άνω απόφαση (εκκαλουμένη), ενώ απέρριψε κατά τα λοιπά την αγωγή (ως προς τα αιτήματά της που αφορούν σε αποδοχές υπερημερίας και τα επιδόματα για το χρονικό διάστημα από 1-1-2008 έως 1-3-2011) ως ουσιαστικά αβάσιμη, λόγω παραγραφής, γενομένης δεκτής και ως ουσιαστικά βάσιμης της σχετικής ένστασης του εναγόμενου.

Ήδη κατά της οριστικής αυτής απόφασης, καθώς και των συμπροσβαλλόμενων με την τελευταία ως άνω μη οριστικών αποφάσεων (άρθρο 513 παρ.2 ΚΠολΔ), παραπονείται το εναγόμενο – εκκαλούν με την κρινόμενη έφεσή του, για τους λόγους που εκθέτει σ΄ αυτήν, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί, στο σύνολό της, η αγωγή του αντιδίκου του και να καταδικαστεί αυτός στη δικαστική του δαπάνη και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρα απόδειξης ……………, που εξετάστηκε ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την ως άνω υπ΄αρ. 5626/2017 εν μέρει οριστική απόφαση πρακτικά αυτού, καθώς και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Δυνάμει της υπ’ αρ. 3884/2006 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κρίθηκε αμετάκλητα ότι ο ενάγων συνδεόταν, από 6-2-2002, με το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Δημοτικοί Παιδικοί Σταθμοί Δήμου Πειραιά», που έχει ήδη καταργηθεί με την υπ΄αρ. 8805/5773 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (ΦΕΚ 1441/Β/16-6-2011) και καθολικός διάδοχός του οποίου έχει καταστεί το εναγόμενο, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου με την ειδικότητα του παιδιάτρου. Ακολούθως ο ενάγων, σε συμμόρφωση με την ως άνω απόφαση, το έτος 2006 κατετάγη σε προσωποπαγή θέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου αντίστοιχη με τα καθήκοντα, που ασκούσε μέχρι τότε, απασχολήθηκε δε στο εναγόμενο μέχρι και 30-4-2007. Έκτοτε το εναγόμενο έπαυσε να αποδέχεται τις υπηρεσίες του, ενώ δεν του κατέβαλε και τις μηνιαίες αποδοχές του. Επομένως, το εναγόμενο, όπως κρίθηκε στην υπ’ αρ. 5626/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατέστη υπερήμερο κατ’ αρ. 656 ΑΚ και όφειλε καταρχάς στον ενάγοντα μισθούς υπερημερίας από 1-1-2008 έως 31-12-2012. Σημειώνεται ότι, όπως επίσης κρίθηκε με την προαναφερθείσα απόφαση, ο ενάγων τελούσε σε σχέση εξαρτημένης εργασίας με το εναγόμενο μόνο έως τις 20-3-2014, καθόσον έπειτα αποδέχθηκε θέση πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο ΠΕ.Δ.Υ. Εξάλλου, όπως προεκτέθηκε, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι, οι αξιώσεις του ενάγοντος που αφορούν στο διάστημα από 1-1-2008 έως 1-3-2011 έχουν υποπέσει στη διετή παραγραφή του άρθρου 90 παρ. 3 Ν. 2362/1995, γενομένης δεκτής και ως ουσιαστικά βάσιμης της σχετικής ένστασης που πρόβαλε πρωτοδίκως ο εναγόμενος. Ως προς το κεφάλαιό της δε αυτό, η εκκαλουμένη δεν πλήττεται με την ένδικη έφεση. Περαιτέρω, η εκκαλουμένη ορθώς έκρινε ότι οι αξιώσεις του ενάγοντος (αποδοχές υπερημερίας και επιδόματα) που αφορούν στο χρονικό διάστημα Απριλίου 2011 έως 31-12-2012, δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή, γενομένης δεκτής και ως ουσιαστικά βάσιµης της αντένστασης διακοπής της παραγραφής που πρόβαλε ο ενάγων. Και τούτο διότι, η διακοπή της παραγραφής των αξιώσεων αυτών επήλθε µε την άσκηση της προαναφερθείσας υπ’ αρ. καταθ. ……/2013 αγωγής του, που κοινοποιήθηκε στο εναγόµενο την 31-3-2013, διατηρούμενου του διακοπτικού γεγονότος ακόµη και µετά την παραίτηση του ενάγοντος από το δικόγραφο της αγωγής αυτής, δεδοµένης της άσκησης της ένδικης αγωγής και της παραίτησης από το δικόγραφο της πρώτης πριν την έκδοση απόφασης. Ακολούθησαν δε η υπ΄αρ. καταθ. …../2014 κλήση προς συζήτηση της ως άνω (υπ΄αρ. καταθ. ……/2012) αγωγής, που κοινοποιήθηκε στο εναγόµενο στις 3-12-2014, η αναβολή της συζήτησής της στις 13-1-2015 και η µαταίωσή της στις 8-6-2015. Στη συνέχεια, στις 1-6-2016 επιδόθηκε στο εναγόµενο η ένδικη αγωγή, εκδόθηκε η υπ’ αρ. 56776/2017 εν μέρει οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατατέθηκε εν συνεχεία η από 29-6-2018 κλήση για επίσπευση της συζήτησής της, που κοινοποιήθηκε στο εναγόµενο στις 4-7-2018,  και εκδόθηκε η υπ’αρ. 335/2020 μη οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου. Τέλος με την από 16-6-2021 και με αρ.καταθ. (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ.) …………../2021 κλήση επαναφέρθηκε προς συζήτηση η ένδικη αγωγή και εκδόθηκε επ΄αυτής η υπ΄αρ. 3111/2022 οριστική απόφαση (εκκαλουμένη). Με την τελευταία επιδικάστηκε στον ενάγοντα, κατ΄ ακολουθίαν των προαναφερθέντων, το συνολικό ποσό των 38.455,94 ευρώ (το ύψος του οποίου, ως προς τα επιμέρους ποσά, δεν αμφισβητήθηκε από το εναγόμενο-εκκαλούν), που αφορά στους μισθούς υπερημερίας που δικαιούται ο ενάγων για τους μήνες Απρίλιο έως και Οκτώβριο του έτους 2011 (1.232,58 ευρώ μηνιαίως),  Νοέμβριο και Οκτώβριο του έτους 2011, Ιανουάριο και Φεβρουάριο του έτους 2012 (1.731,97 ευρώ μηνιαίως) και για τους δέκα μήνες του έτους 2012 (2.139,20 ευρώ μηνιαίως), καθώς επίσης και για τα επιδόματα Χριστουγέννων των ετών 2011 και 2012 (500 ευρώ έκαστο), Πάσχα και αδείας του έτους 2012 (250 ευρώ έκαστο). Το εναγόμενο υποστηρίζει με τον μοναδικό λόγο της κρινόμενης έφεσής του ότι, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε σιγή, τους προβληθέντες ισχυρισμούς του: α) περί σιωπηρής καταγγελίας της επίδικης σύμβασης εκ μέρους του ενάγοντος επειδή αυτός, αν και το εναγόμενο με το υπ΄αρ. πρωτ. ………/17-8-2015 έγγραφό του (το οποίο παρέλαβε ο ενάγων στις 28-8-2015) τον κάλεσε προς τούτο, παρέλειψε να προσκομίσει τα απαιτούµενα δικαιολογητικά προκειµένου να ολοκληρωθεί ο διορισµός του, και β) ότι, επικουρικά, αν η ανωτέρω παράλειψη του ενάγοντος δεν κριθεί ως σιωπηρή καταγγελία της συναφθείσας σύμβασης εργασίας, η πρόσληψη του τυγχάνει άκυρη ως αντιβαίνουσα στη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982 περί πολυθεσίας και ως εκ τούτου δεν είναι δικαιούχος των ως άνω μισθών και επιδομάτων. Ειδικότερα δε, όσον αφορά στο δεύτερο αυτό σκέλος του λόγου της έφεσης, το εναγόμενο – εκκαλούν αναφέρει ότι, σύµφωνα µε την ως άνω διάταξη του Ν. 1256/1982 «Απαγορεύεται στους λειτουργούς ή υπαλλήλους έµµισθους και άµισθους, πολιτικούς και στρατιωτικούς ή µισθωτούς που απασχολούνται στο Δηµόσιο και τα Κρατικά Νοµικά Πρόσωπα Δηµοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου του άρθρο 9 του Νόµ. 1232/1982 για την ‘’επαναφορά σε ισχύ, τροποποίηση και συµπλήρωση των διατάξεων του ΝΔ. 4352/1964 και άλλες διατάξεις’’, και, άσχετα από τη φύση της σχέσεως που τους συνδέει µε το Δηµόσιο ή το νοµικό πρόσωπο, να διορισθούν ή προσληφθούν και σε δεύτερη θέση ή απασχόληση στο δηµόσιο τοµέα αυτό, τόσο στην ηµεδαπή, όσο και στην αλλοδαπή». Ότι ο ενάγων, ήδη από την 1-4-1992 έως τις 31-12-2011, υπηρετούσε ως ιατρός – παιδίατρος και σε άλλον φορέα Ν.Π.Δ.Δ. και συγκεκριµένα στην Τοπική Μονάδα Δραπετσώνας του Ι.Κ.Α – Ε.Τ.Α.Μ., όπως προκύπτει από την υπ’αρ. πρωτ.. …./04.10.2012 βεβαίωση της Τοπικής Μονάδας Δραπετσώνας του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., ενώ, από την 1-1-2012, µεταφέρθηκε στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και υπηρετούσε στον φορέα αυτόν έως τις 18-2-2014, οπότε τέθηκε προσωρινά σε διαθεσιµότητα (με την υπ’αρ. ………./18.02.2014 διαπιστωτική πράξη του Προέδρου του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.). Ότι, επομένως η σύμβασή του με το εναγόμενο, βάσει της οποίας ζητεί τις επίδικες αποδοχές, είναι άκυρη ως αντιβαίνουσα στην προαναφερθείσα απαγορευτική της πολυθεσίας διάταξη του ως άνω νόμου. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί, όμως, του εναγόμενου  – εκκαλούντος είναι απορριπτέοι ως νομικά αβάσιμοι. Συγκεκριμένα, όσον αφορά στον πρώτο ως άνω ισχυρισμό, η μη προσκόμιση εκ μέρους του ενάγοντος των σχετικών δικαιολογητικών, που του ζητήθηκαν από το εναγόμενο με το προαναφερθέν από 17-8-2015 έγγραφό του, αληθής υποτιθέμενη, δεν συνιστά σιωπηρή, εκ μέρους του, καταγγελία της σύμβασής του με το εναγόμενο. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι αν κάτι τέτοιο ίσχυε, η καταγγελία αυτή δεν ανατρέχει στο παρελθόν, ήτοι το διάστημα από 1-4-2011 έως 31-12-2012, που του επιδικάστηκαν αποδοχές υπερημερίας με την εκκαλουμένη απόφαση, κατά το οποίο, σύμφωνα και με όσα κρίθηκαν αμετάκλητα με την υπ΄αρ. 3884/2006 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αλλά και την υπ’αρ. 5626/2017 εν μέρει οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, υπήρχε ενεργής σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του ενάγοντος  (με την ειδικότητα του παιδιάτρου) με το εναγόμενο. Περαιτέρω, όσον αφορά στον δεύτερο ως άνω ισχυρισμό του εναγόμενου περί απαγορευμένης πολυθεσίας του ενάγοντος, αυτός (ισχυρισμός) καταρχάς καλύπτεται, κατά τα προεκτεθέντα, από το δεδικασμένο της προαναφερθείσας απόφασης, που αναγνώρισε ότι ο ενάγων συνδέεται  με το εναγόμενο με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, αλλά και της υπ΄αρ. 159/2010 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου,  που επικύρωσε την υπ΄αρ. 4497/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία επιδικάστηκαν στον ενάγοντα μισθοί υπερημερίας προηγούμενου χρονικού διαστήματος (από 1-5-2007 έως 31-12-2007). Πέραν δε τούτου, οι ιατροί οι οποίοι συνδέονταν με το Ι.Κ.Α., με την ειδική σύμβαση του άρθρου 10 του ν.δ. 1204/1972 μέχρι τη δημοσίευση του Ν. 3232/2004, όπως ο ενάγων (βλ. το με αρ. …………./24-7-2015 πιστοποιητικό υπηρεσιακών μεταβολών του, καθώς και την από 1-4-1992 ειδική σύμβαση), δεν είχαν την ιδιότητα του υπαλλήλου ή του μισθωτού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου η μίσθωσης έργου ή έμμισθης εντολής, ιδιότητες που, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1,2 και 6 παρ.6 του Ν. 1256/1982, κωλύουν τον διορισμό σε θέση δημοσίου τομέα, διότι επρόκειτο για θέση μη πλήρους και μη αποκλειστικής απασχόλησης. Σε κάθε δε περίπτωση, ακόμη κι αν θεωρηθεί ότι η περίπτωση του ενάγοντος εμπίπτει στην απαγορευμένη πολυθεσία των ως άνω άρθρων του Ν. 1256/1982, αυτή δεν επιφέρει ως συνέπεια την ακυρότητα της σύμβασης εργασίας του με το εναγόμενο, αλλά, σύμφωνα στο άρθρο 4 του ως άνω νόμου, την περικοπή των αποδοχών του, οι οποίες εισπράττονται από το δεύτερο φορέα, αίτημα ωστόσο που δεν προβάλει το εναγόμενο.

Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφαση του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν, έστω με συνοπτικότερη αιτιολογία, την οποία το παρόν Δικαστήριο παραδεκτά συμπληρώνει (άρθρο 534 ΚΠολΔ), δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Επομένως, η κρινόμενη έφεση, πρέπει ν΄ απορριφθεί, κατά τα παραπάνω αναφερθέντα, ως ουσιαστικά αβάσιμη. Η δε δικαστική δαπάνη των διαδίκων και για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, να συμψηφιστεί μεταξύ τους, λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρα 179,183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει, αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την έφεση κατά της υπ΄αρ. 3111/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, (καθώς και των συμπροσβαλλόμενων με αυτήν υπ΄αρ. 5626/2017 εν μέρει οριστικής και υπ΄αρ. 335/2020 μη οριστικής, αποφάσεων του ίδιου Δικαστηρίου).

Απορρίπτει την έφεση στην ουσία.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, μεταξύ των διαδίκων.  

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση την 6η Ιουνίου 2023, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η  ΓPAMMATEAΣ