Αριθμός Απόφασης 319/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(TAKTIKH ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)
Β΄ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ιωάννα Ξυλιά, Εφέτη και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Επαμεινώνδα Ρέκκα (ΑΜ: ……. ΔΣΑ), ο οποίος είχε υποβάλει την από 16-11-22 δήλωσή του κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ και προκατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» (πρώην ……….», που εδρεύει στην …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Πανόπουλο (ΑΜ: ………. ΔΣΠ), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 21-05-2018 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ…../ΕΑΚ……../21-05-2018 αγωγή της κατά του εκκαλούντος, με την οποία ζητούσε όσα αναφέρονται σ’ αυτήν. Επ’ αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 758/2019 οριστική απόφαση του Δικαστηρίου εκείνου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού: Α) ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, με την από 22-04-2019 έφεσή του, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 24-04-2019 με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ ……../2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 06-11-2020, με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ ……/2020 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 13-01-2022 και μετά από αναβολή για την αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης αυτής, και γράφηκε στο οικείο πινάκιο, Β) η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, με την από 17-12-2019 έφεσή της, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 18-12-2019 με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …../2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 06-11-2020, με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …../2020 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 13-01-2022 και μετά από αναβολή για την αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης αυτής, και γράφηκε στο οικείο πινάκιο.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης – εκκαλούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που κατέθεσε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος – εφεσιβλήτου, έχοντας υποβάλει κατ’ άρθρο 242§2 την από 16-11-2022 δήλωσή του, προκατέθεσε προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτές.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 22-04-2019 έφεση του εκκαλούντος – εφεσιβλήτου, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 24-04-2019 με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …../2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 06-11-2020, με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ ……/2020, και η από 17-12-2019 έφεση της εφεσίβλητης – εκκαλούσας, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 18-12-2019 με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …../2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 06-11-2020, με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./2020, στρεφόμενες κατά της με αριθμό 758/01-03-2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 21-05-2018 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ……/ΕΑΚ………./21-05-2018 αγωγής της εφεσίβλητης – εκκαλούσας κατά του εκκαλούντος – εφεσιβλήτου, παραδεκτά φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 ΚΠολΔ). Έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495§§1 και 2, 498, 499, 511, 513§1 εδ. β, 516§1, 517, 518§2 και 520§1 ΚΠολΔ, αφού η πρώτη κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 24-04-2019, πριν την επίδοση της εκκαλουμένης και δεν είχε παρέλθει ως τότε διετία από τη δημοσίευσή της (01-03-2019), ενώ η δεύτερη κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου την 18-12-2019, ήτοι εντός της προβλεπόμενης στο άρθρο 518§2 ΚΠολΔ, αφού η εκκαλουμένη επιδόθηκε επιμελεία της εκκαλούσας στον εφεσίβλητο στις 02-12-2019 (βλ. προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. …………./02-12-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιά ……..). Εξάλλου έχουν κατατεθεί για το παραδεκτό τους τα με κωδικούς …….. και ………. e-παράβολα ποσού εκατό (100) ευρώ κατ’ άρθρο 495§3 Α περ. β΄ ΚΠολΔ αντίστοιχα. Πρέπει επομένως να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους, συνεκδικαζόμενες, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθώς υπάγονται στην ίδια διαδικασία και με την συνεκδίκασή τους διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31, 246 και 524§1 ΚΠολΔ).
Με την αγωγή της η εφεσίβλητη ζητούσε να υποχρεωθεί ο εκκαλών να της καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και με προσωπική του κράτηση, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση, το ποσό των 43.688,35 ευρώ ως υπόλοιπο τιμήματος από τις συναφθείσες μεταξύ τους διαδοχικές συμβάσεις πώλησης των αναλυτικά αναφερομένων σ’ αυτήν, κατ’ είδος, ποσότητα και τίμημα μονάδος αγαθών, εκδοθέντων των επισυναπτόμενων στην αγωγή τιμολογίων, επί πιστώσει και πληρωτέων εντός επταημέρου από την έκδοσή τους, επικουρικά και κατά τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού. Με την εκκαλουμένη 758/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αφού απορρίφθηκε το αίτημα απαγγελίας προσωπικής κράτησης σε βάρος του εκκαλούντος, έγινε δεκτή η αγωγή και υποχρεώθηκε ο εκκαλών να καταβάλει στην εφεσίβλητη το ανωτέρω ποσό, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και με προσωρινά εκτελεστή απόφαση μέχρι του ποσού των 10.000 ευρώ. Επέβαλε δε σε βάρος του εκκαλούντος τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, ύψους 850 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ο εκκαλών της πρώτης έφεσης και η εκκαλούσα της δεύτερης έφεσης, ζητώντας για τους διαλαμβανόμενους στα δικόγραφα των εφέσεών τους λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ο πρώτος την απόρριψη της αγωγής και η δεύτερη την πλήρη παραδοχή του αιτήματος κήρυξης της εκκαλουμένης προσωρινά εκτελεστής και την επιδίκαση μεγαλύτερης δικαστικής δαπάνης.
Ειδικότερα με τον μοναδικό λόγο της πρώτης έφεσης ο εκκαλών παραπονείται για την παρά τον νόμο απόρριψη ως νομικά αβάσιμης της ένστασης καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που προέβαλε, την οποία επαναφέρει, ισχυριζόμενος ειδικότερα ότι παρότι η εφεσίβλητη, που είναι μεγαλέμπορος καπνικών προϊόντων, γνώριζε ότι ο ίδιος ζει στα όρια της φτώχιας και παρότι εισέπραττε το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως που της κατέβαλε, επεδίωξε την άμεση ικανοποίηση της συνολικής της απαίτησης εναντίον του, χωρίς αυτή να είναι εφικτή, δεδομένης της οικονομικής του κατάστασης, με αποτέλεσμα να δημιουργείται, με την άσκηση του δικαιώματος εκ μέρους της εφεσίβλητης, εντύπωση αδικίας. Ωστόσο τα περιστατικά αυτά και αληθή υποτιθέμενα, δεν επαρκούν για τη θεμελίωση της ένστασης του άρθρου 281 ΑΚ, αφού η οικονομική του αδυναμία να καταβάλει το σύνολο της επιδικασθείσας απαίτησης, την οποία δεν αρνήθηκε, χωρίς επίκληση ιδιαίτερης βλάβης του, ανεξάρτητα από το αν θα επιτευχθεί η είσπραξή της, ή αν θα ήταν προτιμότερη γι’ αυτήν η είσπραξη του ποσού των 200 ευρώ μηνιαίως που της κατέβαλε, δεν είναι ικανή να δημιουργήσει έντονη εντύπωση αδικίας σε βάρος του. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απέρριψε την ανωτέρω ένστασή του ως νομικά αβάσιμη, ορθά εφάρμοσε τον νόμο και πρέπει, απορριπτομένου του μοναδικού λόγου έφεσης ως αβάσιμου, να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν.
Κατά το άρθρο 520§1 ΚΠολΔ οι λόγοι έφεσης δεν αρκεί να είναι μόνο σαφείς και ορισμένοι, αλλά πρέπει να είναι και λυσιτελείς, δηλαδή, σε περίπτωση βασιμότητάς τους, να επέρχεται ως αποτέλεσμα η εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, άλλως, ο λόγος έφεσης, ο οποίος και αληθής υποτιθέμενος δεν ασκεί έννομη επιρροή και, επομένως, δεν δύναται να οδηγήσει κατά νόμο στην εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, είναι αλυσιτελείς και κατά τούτα απορριπτέος ως απαράδεκτος [ΑΠ 28/2020, ΑΠ 122/2014, ΕφΘεσσαλ(Μον) 897/2021, ΕφΑιγαίου(Μον) 37/2021, ΕφΠειρ 311/2016, δημοσιευμένες σε Τ.-Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, ΕφΑθ 2760/2014 Αρμ 2015/66, ΕφΑθ 1396/2012 ΕλλΔικ 53/-1076, ΕφΘεσ 435/2010 Αρμ 2011/472, ΕφΙωαν 172/2006 Αρμ 2007/419, Β. Βαθρακοκοίλη, “Η έφεση”, έκδοση 2015, αριθ. 1077, σελ. 286, Σ. Σαμουήλ, “Η έφεση”, έκδοση 2003, § 542, σελ. 221]. Εξάλλου κατά τα άρθρα 907 και 908 ΚΠολΔ την προσωρινή εκτέλεση της απόφασης διατάζει το δικαστήριο αν το ζητήσει ο διάδικος που νίκησε και εφόσον συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι ή η καθυστέρηση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία. Ο λόγος όμως της έφεσης που αναφέρεται σε σφάλμα της εκκαλουμένης απόφασης σχετικά με την περί προσωρινής εκτέλεσης διάταξη της είναι αλυσιτελής, αφού με την έκδοση της απόφασης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου η εκκαλούμενη γίνεται τελεσίδικη και ως εκ τούτου εκτελεστή (ΕφΔωδ 263/2003 δημ. Νόμος, ΕφΑΘ 10813/1996 ΕλλΔνη 38. 1653, ΕφΠειρ 706/1994 ΕλλΔνη 36.1306, Σ. Σαμουήλ, Η Εφεση, έκδ. Ε`, σ. 222).
Με τον πρώτο λόγο έφεσής της η εκκαλούσα παραπονείται για παρά τον νόμο απόρριψη του αιτήματός της για κήρυξη της εκκαλουμένης προσωρινά εκτελεστής στο σύνολό της. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής και επομένως απαράδεκτος, κατά τα εκτιθέμενα στην αμέσως ανωτέρω μείζονα σκέψη, αφού η παραδοχή του δεν οδηγεί στην εξαφάνιση της εκκαλουμένης, αφού με την έκδοση της παρούσας η υπόθεση κρίνεται τελεσίδικα και καθίσταται για τον λόγο αυτό εκτελεστή κατ’ άρθρο 904§2 περ. α΄ ΚΠολΔ.
Με τον δεύτερο και τελευταίο λόγο έφεσής της η εκκαλούσα παραπονείται για παρά τον νόμο επιδίκαση υπέρ της του ποσού των 850 ευρώ, αντί του ποσού των 1.773,38 ευρώ, στο οποίο ανέρχεται, κατά τις διατάξεις του Δικηγορικού Κώδικα, λαμβανομένου υπόψη του ύψους του δικαστικού ενσήμου που κατέβαλε. Ωστόσο, μη προβαλλομένου εκ μέρους της εκκαλούσας παραδεκτού λόγου έφεσης για την ουσία της διαφοράς, πρέπει αυτός να απορριφθεί ως μη νόμιμος, κατ’ άρθρο 193 ΚΠολΔ. Συνεπώς μη προβαλλομένου άλλο λόγου έφεσης πρέπει να απορριφθεί και η δεύτερη έφεση ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ αυτών, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους (άρθρα 178§1 και 183 ΚΠολΔ). Τέλος, λόγω της απόρριψης αμφοτέρων των εφέσεων, πρέπει να εισαχθούν στο δημόσιο ταμείο τα κατατεθέντα με τις εφέσεις παράβολα (άρθρο 495§3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικώς και απορρίπτει κατ’ ουσίαν τις υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού ΓΑΚ ……/ΕΑΚ……../06-11-2020 και ΓΑΚ ……./ΕΑΚ………../06-11-2020 εφέσεις.
Συμψηφίζει την μεταξύ των διαδίκων δικαστική δαπάνη για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας.
Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο των κατατεθέντων με τις ανωτέρω εφέσεις παραβόλων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 07-06-2023, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ