ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 280/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
3° Τμήμα
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χριστίνα Λίμουρα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος: ……….. ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Γεωργίου Καραμιζάρη.
Της εφεσίβλητης: ………….. η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Ελένης Δασκαλάκη με δήλωση άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησε η εφεσίβλητη την με αριθμό εκθ. καταθ. ………../2019 αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 666/2022 απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου ο εκκαλών- εναγόμενος με την με αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2022 έφεση, δικάσιμος επί της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις τους ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση του εκκαλούντος-εναγομένου κατά της 666/2022 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ ), αντιμωλία των διαδίκων, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 513 παρ. 1,518 παρ. 2 ΚΠολΔ), εφόσον δεν προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας επίδοση της εκκαλουμένης. Επομένως, εφόσον φέρεται παραδεκτά προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου (άρθρα 19,511 ΚΠολΔ ), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτήν, κατά την ίδια ανωτέρω ειδική διαδικασία, για το παραδεκτό και βάσιμο των προβαλλομένων λόγων της (άρθρα 522, 533 σε συνδ. με 591 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι προσελήφθη από τον εναγόμενο στις 29.10.2013, ο οποίος διατηρεί ατομική επιχείρηση λιανικού εμπορίου ενδυμάτων, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου προκειμένου να παρέχει τις υπηρεσίες της με την ειδικότητα της πωλήτριας, λαμβάνοντας μηνιαίες μικτές αποδοχές ποσού 650 ευρώ. Ότι ενώ συμφωνήθηκε η πλήρης απασχόλησή της, ήτοι πενθήμερο με οκτάωρο ημερησίως, εργαζόταν έξι ημέρες την εβδομάδα, ενώ απασχολείτο και υπερωριακά, χωρίς ο εναγόμενος να της καταβάλει αφενός τις δεδουλευμένες αποδοχές της, επιδόματα αδείας και εορτών, αποζημίωση μη χορηγηθείσας άδειας αναψυχής, αμοιβή για υπερεργασία και για νόμιμη και παράνομη υπερωριακή απασχόληση κατά τα ειδικότερα στην αγωγή χρονικά διαστήματα. Ότι ενόψει των ανωτέρω αλλά και της υποτιμητικής σε βάρος της συμπεριφοράς του εναγομένου στις 19.9.2019 αποχώρησε από την εργασία της. Ζητεί περαιτέρω με την υπό κρίση αγωγή, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει για τις ανωτέρω αιτίες, αλλά και για χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη, το συνολικό ποσό των 21.271.32 ευρώ, με το νόμιμο τόκο κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή. Επικουρικά και σε περίπτωση που κριθεί άκυρη η σύμβαση εργασίας της, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει τα ανωτέρω ποσά κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού.
Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εκκαλών- εναγόμενος με την κρινόμενη έφεσή του, επικαλούμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή.
Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδριάσεως του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, την υπ’ αριθμ. ……/2020 ένορκη βεβαίωση μάρτυρα της ενάγουσας, η οποία ελήφθη κατόπιν νομίμου κλητεύσεως του εναγομένου, απορριπτομένων των με αριθμ. ………/2020 ενόρκων βεβαιώσεων μαρτύρων του εναγομένου, οι οποίες ενώ δόθηκαν εντός της προς αντίκρουση προθεσμίας των προταθέντων κατά τη συζήτηση της αγωγής ισχυρισμών, δεν αφορούν όμως την αντίκρουση ισχυρισμών που προτάθηκαν από την ενάγουσα για πρώτη φορά στο ακροατήριο, απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού λόγου εφέσεως και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι είτε για να ληφθούν υπόψη ως αποδεικτικά στοιχεία, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, τους εν γένει ισχυρισμούς των διαδίκων που περιέχονται στις προτάσεις τους, αποδεικνύονται πλήρως τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα προσελήφθη από τον εναγόμενο, ο οποίος διατηρεί ατομική επιχείρηση λιανικού εμπορίου ενδυμάτων, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, στις 29.10.2013 προκειμένου να παρέχει τις υπηρεσίες της με την ειδικότητα της πωλήτριας, λαμβάνοντας μηνιαίες μικτές αποδοχές ποσού 650 ευρώ. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι ενώ συμφωνήθηκε η πλήρης απασχόληση της ενάγουσας, ήτοι πενθήμερο με οκτάωρο ημερησίως, εργαζόταν έξι ημέρες την εβδομάδα έως και την αποχώρησή της από την εργασία της στις 19.9.2019, ενώ απασχολήθηκε και υπερωριακά αφενός κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, αφετέρου προσφέροντας την εργασία της και κατά την ημέρα της Κυριακής απασχολούμενη από ώρα 9.00 έως 21.00 το χρονικό διάστημα 2016 έως 2019, χωρίς ο εναγόμενος να της καταβάλει τη νόμιμη αμοιβή της, απορριπτομένου του σχετικού ισχυρισμού του εναγομένου περί του αντιθέτου ως αβάσιμου, δοθέντος ότι επικαλείται άρνηση γενικά των οφειλών του. Αποδείχθηκε ακολούθως ότι ο εναγόμενος κατά το έτος 2019 δεν κατέβαλε στην ενάγουσα τις δεδουλευμένες αποδοχές της, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται από τον εναγόμενο, ο οποίος δεν αντικρούει τον ανωτέρω ισχυρισμό της ενάγουσας αποδεικνύοντας την εξόφληση των αποδοχών της. Ομοίως της οφείλονται αποδοχές επιδόματος αδείας των ετών 2014 έως 2019, αποζημίωση μη ληφθείσας αδείας δοθέντος ότι τα έτη 2014 έως 2016 δεν της χορηγήθηκαν οι ημέρες αδείας που δικαιούται, αποδοχές επιδομάτων Πάσχα των ετών 2014 έως 2019, αποδοχές επιδόματος Χριστουγέννων των ετών 2014 έως 2019, οφειλές οι οποίες δεν αμφισβητούνται, αφού οι ανωτέρω ισχυρισμοί της ενάγουσας αφενός δεν αντικρούονται από τον εναγόμενο αφετέρου δεν αποδεικνύονται με την προσκόμιση ισχυρών αποδεικτικών στοιχείων. Η ενάγουσα παρείχε τις υπηρεσίες της στον εναγόμενο έως και την 19.9.2019, οπότε αποχώρησε από την εργασία της, διότι διαταράχθηκαν οι σχέσεις της με τον εναγόμενο, ο οποίος επεδείκνυε προσβλητική προς αυτήν συμπεριφορά εξαναγκάζοντάς την σε εργασίες εκτός των καθηκόντων της και μιλώντας της καθημερινά απότομα και υποτιμητικά με αφορμή απαίτηση του εναγομένου για τροποποίηση της αρχικής σύμβασης εργασίας της ενάγουσας, την οποία αρνήθηκε λόγω της μη καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών της. Ενόψει των ανωτέρω η αποχώρηση της ενάγουσας από την εργασία της εύλογα θεωρείται άτακτη καταγγελία και ως εκ τούτου δικαιούται την καταβολή αποζημίωσης απόλυσης, αλλά και χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την ανωτέρω προσβολή της προσωπικότητάς της, όπως τα αντίστοιχα ποσά επιδικάστηκαν από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, απορριπτομένων ως αβάσιμων των σχετικών λόγων εφέσεως.
Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της έφεσης του εκκαλούντος με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη και να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων κατ’ άρθρο 179 ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την υπό κρίση έφεση.
Δέχεται τυπικά και
Απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση.
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 25.5.2023 χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ