Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 275/2023

Αριθμός: 275/2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Σοφία Καλούδη και Νικόλαο Κουτρούμπα, Εισηγητή, Εφέτες και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

Εκκαλούσας: …………, η οποία παραστάθηκε μετάτης πληρεξούσιας δικηγόρου της, Αικατερίνης Δαμιανάκου,

Εφεσίβλητων: 1) ……….2) ………, 3) ………….., ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων (χήρας και θυγατέρων) του αρχικώς εναγόμενου …………, 4) …………, ατομικώς και ως καθολικού διαδόχου του θανόντος πατρός του, ………… ., 5) ………. ως καθολικού διαδόχου του θανόντος πατρός της ………., ……………., οι οποίοι άπαντες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, Μιχαήλ Φαρσάρη με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά των εφεσίβλητων την από 9.1.2017 (με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2017) αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε αρχικά η 2269/2018 μη οριστική απόφαση του αμέσως παραπάνω Δικαστηρίου, όπως αυτή νόμιμα διορθώθηκε με την 1224/2019 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου και με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης και η διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης. Ακολούθως εκδόθηκε από το ίδιο ως άνω Δικαστήριο η 2354/2021 οριστική απόφασή του, με την οποία αυτό δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, απέρριψε την αγωγή.  Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 4.1.2022, κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά την 5.1.2022, με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …../2022 έφεση. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως για προσδιορισμό δικασίμου κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 18.1.2022, με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. ……/2022, οπότε δικάσιμος ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η μεν πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε τον λόγο, αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος των εφεσίβλητων ανέπτυξε τους ισχυρισμούς τους με τις προτάσεις που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εισάγεται η από 4.1.2022 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2022 και Ε.Α.Κ. …./2022 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …./2022) έφεση της ……….. κατά των ………… ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων του αρχικώς εναγόμενου ………. και κατά του …….. και της ………. ως καθολικών διαδόχων του θανόντος πατρός τους ………., αλλά και ατομικά ως προς τον ……….. προς εξαφάνιση της 2354/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων με την τακτική διαδικασία την από 9.1.2017 (με Γ.Α.Κ. …./2017 και Ε.Α.Κ. …./2017) αγωγή της εκκαλούσας, απέρριψε αυτή. Η έφεση ασκήθηκε νομότυπα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.1ΚΠολΔ, καθώς η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στην ενάγουσα στις 7.12.2021 (βλ. την υπ’ αριθ. …./Β/7.12.2021 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αθηνών ………..) και η έφεση αυτής ασκήθηκε στις 5.1.2022, ήτοι εντός της προβλεπόμενης στον νόμο προθεσμίας των τριάντα ημερών. Επομένως, πρέπει η έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά την τακτική διαδικασία, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατ’ άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ. Σημειωτέον ότι για το παραδεκτό του ενδίκου μέσου έχει κατατεθεί κατ’ άρθρο κατ’ άρθρο 495 παρ.3Α στοιχ.γ’ ΚΠολΔ, το με κωδικό ………….. e- Παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 150 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. τα συνημμένα στο εφετήριο αντίγραφο του e-Παράβολου και από 4.1.2022 απόδειξη εξόφλησης e- Παράβολου της ALPHABANK, myAlphaWeb).

Η ενάγουσα άσκησε την ως άνω από 9.1.2017 αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και με αυτή, επικαλούμενη την ιδιότητά της ως εκ διαθήκης κληρονόμου του αποβιώσαντος στις 23.11.2011 θείου της (πρώτου εξαδέλφου του πατέρα της), ………., κατοίκου εν ζωή Πόρου Αττικής, εξέθετε ότι με το υπ’ αριθ. 4/2015 πρακτικό του Ειρηνοδικείου Καλαυρίας, δημοσιεύθηκε η φερόμενη ως συνταχθείσα από τον ως άνω . …………….. από 23.12.2004 ιδιόγραφη διαθήκη, με την οποία εγκαθιστούσε τους εναγόμενους και τον . …………….. κληρονόμους του σε όλο το μερίδιο της πατρικής του περιουσίας, ενώ στην ενάγουσα ανηψιά του κατέλειπε τις οικονομίες του και στον ανηψιό του . …………….. (δεύτερο εναγόμενο) το σπίτι του στον Πόρο. Ότι ο φερόμενος ως εκ των κληρονόμων της εν λόγω διαθήκης, ……… απεβίωσε στις 26.10.2015, αφήνοντας μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τα τέκνα του, . …………….. και . …………….. (δεύτερο και τρίτη των εναγόμενων). Ότι ωστόσο η από 23.12.2004 διαθήκη δεν είναι γραμμένη από το χέρι του φερόμενου ως διαθέτη . …………….., ούτε η επ’ αυτής υπογραφή είναι δική του, αλλά ότι, αντίθετα, είναι εξ ολοκλήρου πλαστή, προφανώς καταρτισθείσα από τους ωφελούμενους από αυτή κληρονόμους, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την συνταχθείσα για λογαριασμό της ενάγουσας από 21.11.2016 έκθεση ιδιωτικής γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης. Ότι μετά τη δημοσίευση της διαθήκης, οι εναγόμενοι κατέθεσαν δήλωση φόρου κληρονομίας στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και προέβησαν στη σύνταξη της υπ’ αριθ. ……./2016 πράξης αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου Καλαυρίας ……….., με την οποία αποδέχθηκαν την κληρονομία του . ……………… Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, η ενάγουσα, ισχυριζόμενη ότι το έννομο συμφέρον της στην άσκηση της ένδικης αγωγής συνίσταται στο ότι επωφελείται από την αναγνώριση της ακυρότητας της από 23.12.2004 ιδιόγραφης διαθήκης του .. …………….., ως εκ διαθήκης κληρονόμος του δυνάμει της γνήσιας από 20.7.2004 (τελευταίας) ιδιόγραφης διαθήκης του . …………….., ζητούσε να αναγνωρισθεί: α) η ακυρότητα της ως άνω από 23.12.2004 ιδιόγραφης διαθήκης, όπως αυτή δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθ. 4/2015 πρακτικό δημοσίευσης του Ειρηνοδικείου Καλαυρίας και κηρύχθηκε κυρία με το υπ’ αριθ. 1/2015 πρακτικό δημοσίευσης του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου και β) το ανίσχυρο της υπ’ αριθ. ……./2016 πράξης αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου Καλαυρίας ………., δυνάμει της οποίας αποδέχθηκαν την επαχθείσα σε αυτούς κληρονομία οι φερόμενοι ως κληρονόμοι της από 23.12.2004 άκυρης ιδιόγραφης διαθήκης. Επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε η 2269/2018 εν μέρει μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, όπως αυτή διορθώθηκε με την 1224/2019 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου και με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτο το αίτημα περί αναγνώρισης του ανίσχυρου της προαναφερόμενης πράξης αποδοχής κληρονομίας, ενώ κατά τα λοιπά, αφού κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη η αγωγή, το Δικαστήριο διέταξε την επανάληψη της συζήτησης αυτής για τη διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, διορίζοντας πραγματογνώμονα από τον τηρούμενο στη γραμματεία του ως άνω Δικαστηρίου κατάλογο, τη δικαστική γραφολόγο ………, προκειμένου να  γνωμοδοτήσει σχετικά με το ζήτημα του εάν η γραφή και η υπογραφή που έχει τεθεί επί της από 23.12.2004 φερόμενης ως ιδιόγραφης διαθήκης του . …………….. έχει τεθεί από τον ίδιο ή κατ’ απομίμησή της από τρίτο πρόσωπο και στην τελευταία περίπτωση, εάν η εν λόγω γραφή και υπογραφή έχει τεθεί από τον πρώτο ή (και) τον δεύτερο των εναγομένων. Μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, η αγωγή επαναφέρθηκε προς συζήτηση στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, αφού δέχθηκε ότι μετά τον επισυμβάντα στις 28.10.2020 θάνατο του πρώτου εναγόμενου, νομίμως συνεχίζουν τη δίκη ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του, η χήρα του, . …………….. και οι δύο κόρες του, … και …. …………….., απέρριψε στην ουσία της την αγωγή, καταδικάζοντας την ενάγουσα στα δικαστικά έξοδα των εναγόμενων. Ήδη με την υπό κρίση έφεσή της η ενάγουσα-ήδη εκκαλούσα παραπονείται για παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1718 και 1721 ΑΚ και δη ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο υιοθετώντας το πόρισμα της δικαστικής γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης πιθανολόγησε τη γνησιότητα της αμφισβητούμενης διαθήκης, χωρίς να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση, ως όφειλε, οπότε έπρεπε να επιρρίψει το βάρος της απόδειξης στους εναγόμενους που επικαλούνταν τη γνησιότητα της διαθήκης και να δεχθεί την κατ’ αυτών αγωγή (1ος λόγος της έφεσης), ότι η εκκαλούμενη απόφαση στήριξε αποκλειστικά την κρίση της στην από 28.5.2020 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της διορισθείσας γραφολόγου …………, παρότι η έκθεση αυτή τυγχάνει πλημμελής, εσφαλμένη και ατεκμηρίωτη (2ος λόγος της έφεσης) και ότι σε κάθε περίπτωση το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατέληξε στην παραπάνω κρίση του με εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών (3ος λόγος της έφεσης). Ενόψει των ανωτέρω, η εκκαλούσα ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη 2354/2021 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να γίνει δεκτή στο σύνολό της η από 9.1.2017 αγωγή της και να καταδικασθούν οι εφεσίβλητοι στα δικαστικά της έξοδα.

Περαιτέρω, από τα έγγραφα που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, από την ενώπιον της Ειρηνοδίκη Κορίνθου υπ’ αριθ. …./10.4.2017 ένορκη βεβαίωση του ……. και της ………. που νόμιμα προσκομίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόμενων, όπως αποδεικνύεται από τις υπ’ αριθ. …./30.3.2017 και …./30.3.2017 εκθέσεις επίδοσης της δικ. επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ……….. σε συνδυασμό και με την υπ’ αριθ. …./30.3.2017 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή στο Πρωτοδικείου Ναυπλίου ………., της από 28.3.2017 κλήσης προς γνωστοποίηση μαρτύρων της ενάγουσας, μη λαμβανομένων υπόψη των υπ’ αριθ. …/7.4.2017 και ……/7.4.2017 ένορκων βεβαιώσεων της ……… και ………… αντίστοιχα ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., που προσκομίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα, δεδομένου ότι στην προαναφερόμενη από 28.3.2017 κλήση των εναγόμενων προς εξέταση των εν λόγω μαρτύρων, η οποία επιδόθηκε στους εναγόμενους σύμφωνα με τις ανωτέρω μνημονευόμενες εκθέσεις επιδόσεως, δεν περιέχεται η ημερομηνία λήψης των αντίστοιχων ενόρκων βεβαιώσεων, από τις υπ’ αριθ. …/12.4.2017 και …./13.4.2017 ένορκες βεβαιώσεις της . …………….. και του ……, ενώπιον του συμβολαιογράφου Καλαυρίας ….., εκ των οποίων η πρώτη δεν είχε καταστεί κατά τον χρόνο που έδωσε την ένορκη βεβαίωση, διάδικος, καθώς ζούσε τότε ο εκ των αρχικώς εναγόμενων και μετέπειτα από αυτήν κληρονομηθείς . ………………, οπότε εκείνη είχε ακόμη την ιδιότητα του τρίτου σε σχέση με την επίδικη διαφορά και νομίμως έδωσε την ως άνω ένορκη βεβαίωση, καθώς και από την υπ’ αριθ. …/18-4-2017 ένορκη βεβαίωση του ……. ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών …….., όπως τις παραπάνω ένορκες βεβαιώσεις νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι εφεσίβλητοι, κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης της ενάγουσας, όπως αποδεικνύεται από τις υπ’ αριθ. …/7.4.2017 και …./11.4.2017 εκθέσεις επίδοσης του δικ. επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά, . ….., των από 7.4.2017 και 10.4.2017 αντίστοιχα κλήσεων προς γνωστοποίηση μαρτύρων των εναγόμενων και οι οποίες νομίμως λαμβάνονται υπόψη, παρά το γεγονός ότι ορίστηκαν την ίδια ημέρα διαφορετικές περισσότερες ώρες εξέτασης περισσότερων μαρτύρων, ενώπιον διαφορετικών αρχών (συμβολαιογράφου Καλαυρίας και συμβολαιογράφου Αθηνών), καθόσον ούτε από τις διατάξεις των άρθρων 110 παρ.2, 111 παρ.1, 112, 115 παρ.1, 118 αρ.4 ΚΠολΔ, ούτε από κάποια άλλη διάταξη και ιδίως εκείνη του άρθρου 116 ΚΠολΔ, που καθιερώνει την αρχή της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης, καθίσταται άκυρη η κλήση κατά το άρθρο 159 ΚΠολΔ, προς παράσταση για ένορκη βεβαίωση την ίδια ημέρα σε διαφορετικές ώρες, αφού ο αντίδικος εκείνου με επιμέλεια του οποίου δίδεται η ένορκη βεβαίωση, μπορεί να ορίσει πληρεξούσιους δικηγόρους για τις αντίστοιχες παραστάσεις (ΑΠ 2260/2014, ΧρΙΔ 2015, σελ. 440, ΑΠ 771/2010, ΧρΙΔ 2011, σελ. 111, ΑΠ 36/2006 στην ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 71/2016 στην ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 366/2016 στην ΤΝΠ Νόμος), απορριπτομένου για τον λόγο αυτό ως νομικά αβάσιμου του αντίθετου ισχυρισμού της ενάγουσας, μη λαμβανομένης υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων της υπ’ αριθ. …../12.4.2017 ένορκης βεβαίωσης του ……….. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών, που προσκομίζουν οι εφεσίβλητοι-εναγόμενοι, καθώς από την εν λόγω προσκομιζόμενη ένορκη βεβαίωση δεν προκύπτει η ώρα λήψης της, από τις υπ’ αριθ. …/2.5.2017 και …./2.5.2017 ένορκες βεβαιώσεις της ……… και ………. ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών   …………, που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζει η εκκαλούσα-ενάγουσα, οι οποίες λήφθηκαν κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόμενων μέσω του αντίκλητου δικηγόρου τους, όπως αποδεικνύεται από την υπ’ αριθ. …./25.4.2017 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …. …… σε συνδυασμό με την από 24.4.2017 κλήση προς γνωστοποίηση εξέτασης μαρτύρων της ενάγουσας, από την από 28.5.2020 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της δικαστικής γραφολόγου …………., η οποία διορίστηκε πραγματογνώμονας με την 2269/2018 μη οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, όπως αυτή διορθώθηκε με την 1224/2019 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, από τη νόμιμα επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τους εφεσίβλητους από 15.4.2017 έκθεση γνωμοδοτήσεως δικαστικής γραφολογίας των γραφολόγων . …. και ………., σε συνδυασμό με την από 26.4.2017 έκθεση γραφολογικών παρατηρήσεων και αξιολόγησης των  ιδίων, την οποία έχουν ενσωματώσει στις προτάσεις τους οι εφεσίβλητοι, αλλά και από τη νόμιμα επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τους εφεσίβλητους από 28.4.2017 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης της δικαστικής γραφολόγου ……….., εκτιμώμενες κατ’ άρθρο 390 ΚΠολΔ, με την επισήμανση ότι τόσο η τελευταία όσο και ο ………… διορίστηκαν τεχνικοί σύμβουλοι εκ μέρους των εναγόμενων, επίσης από τις νόμιμα επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από την εφεσίβλητη κι εκτιμώμενες κατ’ άρθρο 390 ΚΠολΔ από 21.11.2016 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης των γραφολόγων ……. και . ………., οι οποίοι διορίστηκαν τεχνικοί σύμβουλοι της ενάγουσας, σε συνδυασμό με την από 29.4.2017 συμπληρωματική έκθεση γραφολογικών κριτικών παρατηρήσεων της …………, τέλος δε από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την εκκαλούσα από 20.1.2021 έκθεση γραφολογικών παρατηρήσεων και κριτικής της γραφολόγου …………. επί της ως άνω από 28.5.2020 έκθεσης δικαστικής γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 23.11.2011 απεβίωσε κατά την συνταχθείσα ληξιαρχική πράξη θανάτου στον Πόρο Αττικής, στην πραγματικότητα όμως στο Περιστέρι Αττικής, στην ιδιωτική κατοικία της ενάγουσας, ο ……………, κάτοικος εν ζωή Πόρου, ο οποίος είχε γεννηθεί το έτος 1920 και ο οποίος, σε περίπτωση που δεν συνέτασσε διαθήκη θα είχε μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τα αδέλφια του, ………… (αρχικώς πρώτο εναγόμενο), ο οποίος απεβίωσε στον Πόρο στις 28.10.2020 και κατέλειπε μοναδικές εξ αδιαθέτου κληρονόμους του τη σύζυγό του . …………….. και τις δύο κόρες του, …… και . ……………..- ήδη τρεις πρώτες εφεσίβλητες-εναγόμενες και τον . …………….. …….., ο οποίος απεβίωσε στις 26.10.2015, καταλείποντας μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους του τα γνήσια τέκνα του, . …………….. και . ……………..- τέταρτο και πέμπτη εφεσίβλητους-εναγόμενους. Ο θανών . ……………… ήταν παντρεμένος με την . …………….., το γένος ……, η οποία ωστόσο απεβίωσε πριν τον θάνατο του συζύγου της στις 4.2.2011. Η ενάγουσα-ήδη εκκαλούσα τυγχάνει ανιψιά από πρώτο ξάδερφο του παραπάνω θανόντος …. …………….., την οποία αυτός και η σύζυγός του μεγάλωσαν στην οικία τους στον Πόρο από ηλικία δέκα ετών σαν ψυχοκόρη, την σπούδασαν και την ενίσχυσαν οικονομικά κατά τον γάμο της, ενώ διατηρούσαν με αυτή και την οικογένειά της πολύ στενές σχέσεις μέχρι τον χρόνο του θανάτου τους. Περαιτέρω, ο ….. . φέρεται να κατέλειπε κατά τον θάνατό του τρεις συνολικά διαθήκες και συγκεκριμένα: α) την από 10.7.2004 ιδιόγραφη διαθήκη, δημοσιευθείσα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά δυνάμει του υπ’ αριθ. …/2-3-2012 πρακτικού του, με την οποία εγκατέστησε κληρονόμους του αφενός τη σύζυγό του, ……………, στην οποία άφησε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του και μετά τον θάνατο της τελευταίας την ενάγουσα ανιψιά του, στην οποία θα περιερχόταν το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας του, αφετέρου δε τον ανιψιό του ………. (ήδη τέταρτο εφεσίβλητο-εναγόμενο), στον οποίο άφηνε το μερίδιό του από το κτήμα ………, β) την από 20.7.2004 ιδιόγραφη διαθήκη, δημοσιευθείσα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά δυνάμει του υπ’ αριθ. …../2-3-2012 πρακτικού του, με την οποία εγκατέστησε κληρονόμο τη σύζυγό του, …. …………….. το γένος …….., στην οποία άφησε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του και μετά τον θάνατο της τελευταίας την ενάγουσα ανιψιά του, χωρίς να καταλείπει έτερο κληρονόμο και γ) την επίδικη από 23.12.2004 ιδιόγραφη διαθήκη, δημοσιευθείσα από το Ειρηνοδικείο Καλαυρίας, δυνάμει του υπ’ αριθ. …../17.2.2015 πρακτικού του και κηρυχθείσα κυρία από το ίδιο ως άνω Δικαστήριο, με την οποία κατέλειπε κληρονόμους του τους αδελφούς του, …. και ….. …………….., σε όλο το μερίδιο της πατρικής του περιουσίας, την ενάγουσα ανιψιά του, ……….., στις οικονομίες του και τον εναγόμενο ανιψιό του, ………, στο σπίτι του στον Πόρο. Τη γνησιότητα της τελευταίας αυτής από 23.12.2004 ιδιόγραφης διαθήκης αμφισβητεί η ενάγουσα, ισχυριζόμενη ταυτόχρονα ότι είναι πλαστή και κατονομάζοντας ως πλαστογράφους τους τιμώμενους με αυτή ……. και ………….. Προς υποστήριξη των ισχυρισμών της, η ενάγουσα προσκομίζει την από 21.11.2016 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης των δικαστικών γραφολόγων ………. και ……., κατά το πόρισμα της οποίας, η διαθήκη δεν έχει γραφεί, δεν έχει χρονολογηθεί ούτε έχει υπογραφεί από τον φερόμενο ως διαθέτη . …………….., καθώς διαφοροποιείται γραφολογικώς από το σύνολο των γνήσιων- δειγματικών αυτού γραφών και υπογραφών και ότι αντίθετα αυτή έχει γραφεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί από τρίτο πρόσωπο με προσπάθεια ελεύθερης απομίμησης του γνησίου γραφικού και υπογραφικού χαρακτήρα του .. ……………… Αντίθετα, σύμφωνα με την αξιολόγηση ευρημάτων-συμπέρασμα της από 15.4.2017 έκθεσης γνωμοδοτήσεως δικαστικής γραφολογίας των δικαστικών γραφολόγων ……… και ………. που προσκομίζουν οι εναγόμενοι, η γραφή και υπογραφή διαθέτη επί της από 23-12-2004 διαθήκης φερόμενης του . …………….. έχουν πράγματι χαραχθεί από το χέρι του ιδίου και αποτελούν γνήσια γραφή και υπογραφή αυτού με πιθανότητα που αγγίζει τα όρια της βεβαιότητας. Λόγω της διάστασης των απόψεων των ως άνω γραφολόγων και δεδομένου ότι για τη διάγνωση του ζητήματος της γνησιότητας ή μη της τελευταίας ως άνω διαθήκης και ως προς το εάν η γραφή και η υπογραφή της μπορούν να αποδοθούν στον πρώτο ή (και) στον δεύτερο εναγόμενο, απαιτούνται ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης και τέχνης, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την 2269/2018 απόφασή του, όπως αυτή διορθώθηκε με την 1224/2019 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου διέταξε κατά τα ανωτέρω τη διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης. Η διορισθείσα πραγματογνώμων ………. συνέταξε και παρέδωσε την από 28.5.2020 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης. Σύμφωνα με την εν λόγω πραγματογνωμοσύνη η ως άνω από 23-12-2004 διαθήκη εξετάστηκε στο πρωτότυπό της στο Ειρηνοδικείο Καλαυρίας με τα κατάλληλα φωτοοπτικά μέσα, ελήφθησαν δε και φωτογραφίες για περαιτέρω εξέταση και επεξεργασία, (οι οποίες και παρουσιάζονται στην προκείμενη έκθεση με τη μορφή φωτοτεχνικών πινάκων), γεγονός που ικανοποιεί πλήρως τη βασική προϋπόθεση της δικαστικής γραφολογίας για την ασφάλεια της γραφολογικής έρευνας, αφού η φυσική εξέταση παρέχει τη δυνατότητα στον γραφολόγο να μελετήσει όλα τα γραφικά σημεία, συμπεριλαμβανομένων της ποιότητας της γραμμής χάραξης και της αυξομείωσης της γραφικής πίεσης (τα οποία αποτελούν ασυνείδητα γραφολογικά χαρακτηριστικά και είναι σχεδόν αδύνατο να αντιγραφούν), καθώς και να πιστοποιήσει την ύπαρξη τυχόν αντικειμενικών ενδείξεων αλλοιώσεων ή πλαστογραφήσεως κατά τη διαμόρφωσή της. Περαιτέρω, τα προς σύγκριση διατιθέμενα έγγραφα του ως άνω φερόμενου ως διαθέτη με δείγματα γραφής και υπογραφής του αξιολογήθηκαν από την πραγματογνώμονα ως ικανό και επαρκές συγκριτικό υλικό για τη διεξαγωγή της γραφολογικής διερεύνησης, καθώς κρίθηκαν ικανοποιητικής ποσότητας αναδεικνύοντας έτσι τις γραφικές και υπογραφικές συνήθειες του διαθέτη, καθώς επίσης και τις συνήθεις παραλλαγές και αποκλίσεις τους, προέρχονταν από μία μεγάλη χρονική περίοδο μεταξύ των ετών 1968-2010, περιλαμβάνοντας και πλησιόχρονα της επίμαχης διαθήκης δείγματα γραφής του, επίσης μεγάλο μέρος τους διατέθηκε στο πρωτότυπο, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα για φυσική εξέταση όλων των γραφικών σημείων και γραφολογικών στοιχείων των συγκριτικών δειγμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ποιότητας της πίεσης και της γραμμής χάραξής του, τέλος δε στην πλειονότητά τους προέρχονταν από αναμφισβήτητα δημόσια έγγραφα (ταυτότητα, συμβολαιογραφικά έγγραφα, προγενέστερες αναμφισβήτητες διαθήκες). Ακολούθως, κατά την έκθεση της ίδιας γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, από την αυτοτελή εξέταση της διαθήκης διαπιστώθηκε ότι το κείμενο της διαθήκης, καθώς και η ολόγραφη υπογραφή ως «……………..» στο τέλος αυτής, παρουσιάζουν ομοιογένεια, τόσο ως προς τη γενική φυσιογνωμία της γραφής, τα επί μέρους γραφολογικά γνωρίσματα των γραφικών στοιχείων σύνθεσής τους, τη γραφική ποιότητα και δεξιότητα του φορέα τους, όσο και ως προς το γραφικό μέσο χάραξης τους, επιβεβαιώνοντας, έτσι, ότι η εν θέματι επίμαχη χειρόγραφη διαθήκη έχει χαραχθεί και υπογραφεί, στο σύνολό της, από τον αυτό γραφέα. Επιπλέον διαπιστώνεται ότι το κείμενο παρουσιάζει χαρακτηριστικούς και επαναλαμβανόμενους γραφικούς ιδιωματισμούς, καθώς επίσης και πλήθος διορθωτικών επιχαράξεων ή πρόσθετων γραμμών, οι οποίες εντοπίζονται με ομοιογένεια και επαναληπτικότητα σε όλη την έκταση της διαθήκης, καταδεικνύοντας έτσι καταρχήν μια ιδιωματική γραφική συνήθεια του συντάκτη της. Ακόμη, η γραμματικού τύπου υπογραφή της διαθήκης διακρίνεται σε σχέση με τη γραφή, από καλύτερη οργάνωση και ελαφρώς μεγαλύτερο βαθμό γραφικής σταθερότητας και ευχέρειας, καταδεικνύοντας, έτσι, στοιχεία υπογραφικού αυτοματισμού κατά τη σύνθεσή της. Ακολούθως, στην ίδια έκθεση γίνεται συγκριτική αντιπαραβολή του γνήσιου δειγματικού υλικού του . …………….. στα 33 συνολικά διατιθέμενα προς σύγκριση έγγραφα αυτού με τη γραφή και την υπογραφή της από 23-12-2004 επίμαχης ιδιόγραφης διαθήκης και η πραγματογνώμων καταλήγει στις διαπιστώσεις ότι η υπό έλεγχο γραφή της επίμαχης διαθήκης και τα γνήσια δείγματα γραφής του . …………….. παρουσιάζουν πολλές σημαντικές και επαναλαμβανόμενες δομικές και ποιοτικές ομοιότητες, εντοπιζόμενες κυρίως στη γενική φυσιογνωμία και στο στυλ της γραφής (βασική δομή κατά τον σχολικό τύπο), στο γενικότερο βαθμό ατομικότητας και πολυπλοκότητας της γραφής (χαμηλός), στην οργάνωση της γραφής, στη διάταξη αυτής στο γραφικό πεδίο και στις γραφικές συνήθειες (καλή οργάνωση, προσεκτική και ευανάγνωστη γραφή, τήρηση του έντυπου γραφικού στίχου με κάποιες αποκλίσεις γραμμάτων με κατερχόμενη αυτού κατεύθυνση, σμικρυνόμενο αριστερό περιθώριο και ακανόνιστο δεξί, διάταξη του τίτλου στο μέσο της πρώτης έντυπης γραμμής και έναρξη του κειμένου με μία ενδιάμεση κενή γραμμή, αλλαγή παραγράφου χωρίς εσοχή), στην ταχύτητα και στον ρυθμό της γραφικής κίνησης σε σχέση με τις συγκριτικές διαθήκες, οι οποίες είναι αφενός όμοιου τύπου έγγραφα και, αφετέρου πλησιόχρονης προέλευσης σε σχέση με την επίμαχη διαθήκη (μέτρια και ελεγχόμενη ταχύτητα με σταθερή και συνεχόμενη ροή και ρυθμό), στην κλίση των αξόνων (κυριαρχεί η ελαφρά δεξιόστροφη κλίση, αλλά με μικρή ταλάντευση προς όλες τις κατευθύνσεις, ακόμη και μέσα στην ίδια λέξη), στην ασύνδετη γραφή, στις διαστάσεις των στοιχείων (μέτριο μέγεθος με αυξομειώσεις) και στις μεταξύ τους αναλογίες, στα μεσογραμματικά (κανονικά έως και ευάερα) και μεσολεκτικά (ακανόνιστα, από μικρά έως συνήθως κανονικά ή ευάερα) διαστήματα, στην ορθογραφία, στο σύστημα και την περιοδικότητα τονισμού σε σχέση με τις συγκριτικές διαθήκες (τηρείται γενικά το μονοτονικό σύστημα, αλλά εντοπίζονται και λέξεις χωρίς τονισμό, καθώς και λίγα διάσπαρτα στοιχεία πολυτονικού συστήματος με χρήση ψιλής ή τόνου σε μονοσύλλαβες λέξεις, όπως «από» και «και»), στην πίεση σε βάρος, ένταση και ποιότητα σχηματιστικής γραμμής (μέτρια πίεση με κυριαρχία του βάρους στις κάθετες και οριζόντιες κατευθύνσεις, αλλά και αυξομειώσεις σε βάρος και ποιότητα χάραξης, όπως εναλλαγές μεταξύ σταθερών και ασταθών χαράξεων με σπασμωδικότητα, τρόμο, απότομες γωνιώσεις, σπασίματα, τριχοειδείς ενάρξεις και απολήξεις, απότομες- ροπαλοειδείς απολήξεις, καθώς και συσσώρευση ή εναπόθεση μελάνης σε σημεία της σχηματιστικής γραμμής), στη δομή των επί μέρους στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της φυσικής ποικιλομορφίας αλλά και σημαντικών ιδιωματισμών τους. Εντούτοις, μεταξύ των αντιπαραβαλλόμενων υπό έλεγχο γραφής και διατιθέμενων γνησίων γραφικών δειγμάτων του . …………….., η πραγματογνώμων εντόπισε διαφορά ως προς τις γωνιώδεις με καθοδική πορεία αγκιστροειδείς απολήξεις των γραμμάτων «τ, κ, α, ι» στις εγγραφές «στον» και «και» στον 3ο στίχο, «αδέρφια» στον 6ο στίχο και «και» στον 7ο, οι οποίες συνιστούν ως προς τη μορφή αλλά και την επαναληπτικότητά τους εξατομικευμένο γραφικό ιδιωματισμό, ο οποίος ως μη εντοπιζόμενος στο συγκεκριμένο δειγματικό υλικό συνιστά αναιτιολόγητη διαφορά, η οποία θα πρέπει να εκτιμηθεί και αξιολογηθεί αναλόγως σε σχέση με τα λοιπά ευρήματα ομοιοτήτων. Εξάλλου, ως προς την υπογραφή του διαθέτη στην επίμαχη διαθήκη ως «………..», η πραγματογνώμων διαπιστώνει ότι αυτή παρουσιάζει σε σχέση με τις γνήσιες δειγματικές υπογραφές του…………….., πολλές, σημαντικές και επαναλαμβανόμενες δομικές και ποιοτικές ομοιότητες, εντοπιζόμενες κυρίως ως προς τη γενική τους φυσιογνωμία, τον υπογραφικό τύπο, τη δομή σχηματισμού τους (ως προς τον τρόπο διαμόρφωσης του συνόλου των γραμμάτων σύνθεσής τους με ομοιογένεια ως προς τα σημεία και τις γραμμές έναρξης και απόληξής τους), τους εξατομικευμένους ιδιωματισμούς και τις ασυνείδητες γραφικές κινήσεις (όπως την τμηματική σύνθεση των «Ν», τις μικρές αγκιστροειδείς ή τριχοειδείς ενάρξεις ή απολήξεις των γραμμάτων, την «επίμονη» χάραξη των διαζευτικών, καθώς και την εν γένει πιο σταθερή γραφική κίνηση και την συνδυασμένη χάραξη των γραμμάτων σε σχέση με την ασύνδετη και χαμηλότερου βαθμού ευχέρειας και σταθερότητας γραφή των κειμένων, καταδεικνύοντας ομοιογένεια ως προς τον υπογραφικό αυτοματισμό και την υπογραφική εμπειρία του φορέα τους), την φυσική ποικιλομορφία τους, τη σύνδεση των γραμμάτων, την πίεση και την ποιότητα της σχηματιστικής γραμμής, την γενική έκταση (σε πλάτος-ύψος) και τις διαστάσεις των γραμμάτων, την κλίση των αξόνων, τα διαστήματα μεταξύ γραμμάτων και λέξεων, την κατεύθυνση της βασικής γραμμής (σε σχέση με την οριζόντια έντυπη διαγράμμιση), τον ρυθμό και την ταχύτητα χάραξης. Ενόψει των ανωτέρω, η πραγματογνώμων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι α) η κρινόμενη γραφή της επίμαχης διαθήκης και τα διατιθέμενα δείγματα γραφής του…………….., μάλιστα δε οι δύο πλησιόχρονες αυτής διαθήκες με ημερομηνίες 10-7-2004 και 20-7-2004 μετά των φακέλων τους παρουσιάζουν πολλές και σημαντικές ομοιότητες στην ποιότητα και ευχέρεια χάραξης, στον τρόπο διαμόρφωσης των γραφικών στοιχείων, σε ασυνείδητους γραφικούς ιδιωματισμούς και συνήθειες του γραφέα, καθώς και στα επί μέρους γραφολογικά χαρακτηριστικά στις διάφορες κατηγορίες του γραφικού τομέα (όπως ταχύτητα, διάταξη, σύνδεση, διαστήματα, διαστάσεις, κλίση, πίεση, ένταση, οργάνωση, ορθογραφία, γραφικό επίπεδο κ.α.), έτσι ώστε να καταδεικνύεται η κοινή ταυτότητα του συντάκτη τους, με την προαναφερόμενη όμως επισήμανση που αφορά στην εντοπιζόμενη διαφορά στις αγκιστροειδείς απολήξεις των ως άνω γραμμάτων «τ, κ, α, ι» στις εγγραφές «στον», «και» στον 3ο στίχο, «αδέρφια» στον 6ο στίχο και «και» στον 7ο σε σχέση με άλλα γνήσια δείγματα γραφής του ίδιου προσώπου, β) η υπό έλεγχο υπογραφή της επίμαχης διαθήκης διακρίνεται από πολλές και σημαντικές ομοιότητες με τον γνήσιο και συνήθη τρόπο υπογραφής του…………….. (όπως γενική φυσιογνωμία, δομή και τρόπος σύνδεσης των στοιχείων, κλίση, διαστάσεις, διαστήματα, πίεση, ταχύτητα χάραξης και υπογραφικός αυτοματισμός) εκφράζοντας, έτσι, τις ιδιαίτερες γραφικές κινήσεις και τη γραφική ποιότητα και ευχέρεια αυτού. Συνεκτιμώντας τα παραπάνω στοιχεία, η διορισθείσα πραγματογνώμων δικαστική γραφολόγος κατέληξε στο πόρισμα ότι η επίμαχη από 23-12-2004 ιδιόγραφη διαθήκη του…………….. συνιστά, κατά υψηλή πιθανολόγηση, γνήσια διαθήκη αυτού, αφού κατά τη διεξαχθείσα συγκριτική διαδικασία διαπιστώθηκαν πολλές, σημαντικές και επαναλαμβανόμενες ομοιότητες σε επί μέρους γενικά και ειδικά γραφολογικά χαρακτηριστικά στις διάφορες κατηγορίες του γραφικού τομέα, με την επιφύλαξη που πιο πάνω αναφέρθηκε ως προς συγκεκριμένα γράμματα που περιορίζει το προκύπτον συμπέρασμα γνησιότητας σε βαθμό υψηλής πιθανολόγησης, ενώ μεταξύ της επίμαχης χειρόγραφης διαθήκης του. ……………..και των διατιθέμενων δειγμάτων γραφής και υπογραφής των δύο εναγομένων…………….. και…………….. δεν εντοπίστηκαν κοινά γραφολογικά ευρήματα και στοιχεία, αλλά, αντιθέτως, πολλές, σημαντικές και επαναλαμβανόμενες-κατά περίπτωση- διαφορές, έτσι ώστε να μην θεμελιώνεται οιαδήποτε γραφολογική σύνδεση μεταξύ τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε το παραπάνω γραφολογικό συμπέρασμα, ασφαλές και επιστημονικά τεκμηριωμένο και σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα στην προσβαλλόμενη απόφαση ως ληφθέντα υπόψη αποδεικτικά μέσα, απέρριψε την αγωγή στην ουσία της. Κατά την κρίση αυτού του Δικαστηρίου, παρά τα όσα υποστηρίζει με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση έφεσης, η εκκαλούσα, η παραπάνω έκθεση δικαστικής γραφολογικής πραγματογνωμοσύνη δεν εμφανίζει έλλειψη μεθοδολογικής τεκμηρίωσης των διαγνωστικών επισημάνσεών της, δεν περιέχει ασαφείς και αόριστες διατυπώσεις, ούτε προκύπτει παράλειψη ότι όφειλε να διαγνώσει το αφύσικο γραφολογικό φαινόμενο συνύπαρξης τρομωδών και υγιών χαράξεων στην επίμαχη διαθήκη, δοθέντος μάλιστα ότι υπήρχαν προς σύγκριση πλησιόχρονα δείγματα γραφής του……………… Ειδικότερα η εκκαλούσα στο δεύτερο λόγο έφεσης διαλαμβάνει ότι στη σελίδα 7 της έκθεσης η πραγματογνώμων αναφέρει ότι εξέτασε την υπό έλεγχο διαθήκη «με τα κατάλληλα φωτοοπτικά μέσα», χωρίς να διευκρινίζει, ως όφειλε μεθοδολογικώς, ποια είναι τα εν λόγω μέσα. Ότι μάλιστα από την έκθεσή της απουσιάζουν παντελώς απεικονίσεις με χρήση μικροσκοπίου, όπως αντιθέτως προβλέπεται από τις διεθνώς επικρατούσες μεθοδολογικές αρχές της δικαστικής γραφολογίας και ότι έτσι προκύπτει σοβαρή μεθοδολογική αντίφαση αλλά και έλλειψη πλήρους μεθοδολογικής τεκμηρίωσης των διαγνωστικών επισημάνσεών της. Ότι συγκεκριμένα δεν περιλαμβάνει καθόλου απεικονίσεις με χρήση μικροσκοπίου για την αυτοτελή αξιολόγηση της ποιότητας της χάραξης της κρινόμενης διαθήκης και κρίσιμων λεπτομερειών αυτής στο σχετικό κεφάλαιο της έκθεσης (σελ. 14επ.), αλλά ούτε κατά τη γραφολογική συγκριτική αντιπαραβολή της κρινόμενης διαθήκης με το δειγματικό υλικό (σελ. 19επ. της έκθεσης). Ότι η απουσία φωτοτεχνικών πινάκων με εφαρμογή μικροσκοπίου συνιστά σοβαρό μεθοδολογικό έλλειμμα, διότι έτσι οι σχετικές διαγνωστικές της επισημάνσεις δεν αποδεικνύονται πλήρως και επαρκώς και έτσι προκύπτουν μεθοδολογικώς ατεκμηρίωτες ή/και εσφαλμένες. Ωστόσο, όπως ορθά επισημαίνουν στις προτάσεις τους οι εφεσίβλητοι, από την επισκόπηση της έκθεσης γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της γραφολόγου …….. προκύπτει σαφώς η εκ μέρους της παράθεση πινάκων (αυτοτελούς και συγκριτικής εξέτασης) με φωτογραφικές απεικονίσεις χαρακτήρων της επίδικης διαθήκης και των δειγματικών εγγράφων που έχουν ληφθεί με μικροσκόπιο, όπως τούτο φαίνεται από το εύρος της μεγέθυνσης κάθε γράμματος που αντιπαραβάλλεται (βλ. σελίδες 16, 22 και 26 της ως άνω έκθεσης γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης). Περαιτέρω, με τον ίδιο λόγο της έφεσής της η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι συνιστά σοβαρό ελάττωμα της έκθεσης δικαστικής πραγματογνωμοσύνης το γεγονός στη σελίδα 15 αυτής χρησιμοποιούνται αδόκιμες επιστημονικά και ασαφείς εκφράσεις όπως ιδίως «(η γραφή) χαρακτηρίζεται από λογική φυσιολογική ποικιλομορφία», «οι μεσογραμματικές (αποστάσεις είναι) κανονικές έως και ευάερες», «η πίεση είναι μέτρια με κυριαρχία του βάρους στις κάθετες και οριζόντιες κατευθύνσεις». Εντούτοις, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, δεν προκαλείται κάποια ασάφεια στην παραπάνω έκθεση από τη χρήση των ανωτέρω εκφράσεων, καθώς με ευκολία γίνεται κατανοητό το νόημά τους. Έτσι, όπως ορθά επισημαίνουν οι εφεσίβλητοι στις προτάσεις τους το ότι η γραφή «χαρακτηρίζεται από λογική φυσιολογική ποικιλομορφία» σημαίνει ότι παρατηρείται ποικιλομορφία των χαρακτήρων της γραφής σε φυσιολογικά πλαίσια, χωρίς υπερβολές, το ότι «οι μεσογραμματικές αποστάσεις είναι κανονικές έως ευάερες» υποδεικνύει ότι οι αποστάσεις μεταξύ των γραμμάτων είναι φυσιολογικές έως και αραιές και όχι πυκνές και τέλος η έκφραση ότι «η πίεση είναι μέτρια με κυριαρχία του βάρους στις κάθετες και οριζόντιες κατευθύνσεις» σημαίνει ότι η ένταση της ασκούμενης γραφικής πίεσης που ασκεί το στυλό στο χαρτί κατά τη σύνταξη των χαρακτήρων του κειμένου της διαθήκης είναι μέτριας έντασης, με την ένταση να εμφανίζεται εντονότερη στις κάθετες και οριζόντιες κατευθύνσεις του στυλογράφου. Επίσης κατά τον ίδιο λόγο έφεσης (3ο σκέλος) η πραγματογνώμων δεν αξιολόγησε καθόλου, ως όφειλε μεθοδολογικώς, την υπό κρίση διαθήκη με βάση την προχωρημένη ηλικία του φερόμενου διαθέτη, τούτο δε σε αντίθεση με τις σχετικές διεθνείς μεθοδολογικές αρχές της δικαστικής γραφολογίας. Ακόμη, σύμφωνα με το 4ο σκέλος του ίδιου λόγου έφεσης ότι η πραγματογνώμων δεν διέγνωσε μια σειρά γραφολογικών χαρακτηριστικών, τα οποία έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την αναμενόμενη λόγω προχωρημένης ηλικίας του . …………….. γραφική συμπτωματολογία γήρανσης της γραφικής κίνησης, ενώ παράλληλα συνιστούν και σοβαρές γραφολογικές αντιφάσεις, ενδεικτικές μη φυσιολογικής και μη αυθόρμητης χάραξης. Ότι η πραγματογνώμων δεν διέγνωσε το αφύσικο γραφολογικό φαινόμενο συνύπαρξης τρομωδών και υγιών χαράξεων, ότι στην κρινόμενη διαθήκη δεν παρατηρείται το φυσιολογικό διάχυτο γεροντικό τρέμολο, που αναμένεται στη γραφή και υπογραφή ηλικιωμένου ατόμου, όπως ο φερόμενος διαθέτης, αλλά αντιθέτως οι τρομώδεις χαράξεις διακόπτονται από «υγιείς». Ότι στην υπό έλεγχο διαθήκη η γραφική πίεση δεν εμφανίζει την αναμενόμενη λόγω γήρατος του φερόμενου διαθέτη εξασθένηση («ξηρότητα»), ούτε το επίσης συνδεόμενο με το γήρας «ρυπαρό» γραφικό «νήμα», αλλά αντιθέτως σε αρκετά σημεία της κρινόμενης διαθήκης το γραφικό «νήμα» εμφανίζεται πλαστικό και εύρωστο, σε πλήρη αντίθεση με τη μειωμένη ελαστικότητα αυτού στις φυσιολογικά γηρασμένες χαράξεις. Ότι στην ίδια διαθήκη εντοπίζονται σημεία με αξιοσημείωτα σταθερή χάραξη επί των οριζόντιων έντυπων γραφικών στίχων, σε αντίθεση με την αναμενόμενη φυσιολογική συμπτωματολογία γήρανσης της γραφικής κίνησης λόγω της προχωρημένης ηλικίας του  . ……………… Σχετικά με τη μέθοδο που ακολούθησε η πραγματογνώμων …….. σημειώνεται ότι όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης (βλ. σελίδα 5 της σχετικής πραγματογνωμοσύνης), αυτή ήταν η συγκριτική μέθοδος, δηλαδή η συγκριτική εξέταση και αντιπαραβολή της υπό έλεγχο γραφής και υπογραφής της διαθήκης με τα γνωστά και σταθερά συγκριτικά δείγματα του . ……………… Δεδομένου ότι η πραγματογνώμων είχε στη διάθεσή της πλησιόχρονα έγγραφα με την επίμαχη από 23.12.2004 διαθήκη και μάλιστα τις από 8.7.2004, 10.7.2004 και 20.7.2004 ιδιόγραφες διαθήκες του . …………….., με αδιαμφισβήτητα γνήσια δειγματική γραφή και υπογραφές του φερόμενου ως συντάκτη, μπορούσε με ασφάλεια να αντιπαραβάλει τη γραφή και την υπογραφή στην υπό έλεγχο διαθήκη με τη γραφή και την υπογραφή του . …………….. στα μη αμφισβητούμενα ως γνήσια αυτού έγγραφα και να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα για τη γνησιότητα ή μη της υπό έλεγχο διαθήκης, χωρίς να χρειάζεται να προβεί σε ανάλυση σχετικά με το πόσο γηρασμένη ήταν η γραφή του συντάκτη της από 23.12.2004 ιδιόγραφης διαθήκης. Σε ό,τι δε αφορά την αναμενόμενη φυσιολογική συμπτωματολογία γήρανσης του συντάκτη της διαθήκης για την οποία κάνουν λόγο οι τεχνικοί σύμβουλοι-γραφολόγοι της εκκαλούσας  …….. και …….. στην από 21.11.2016 γνωμοδότησή τους, επισημαίνεται από τους τεχνικούς συμβούλους των εφεσίβλητων-εναγόμενων, γραφολόγους ……. και ……. στην από 26.4.2017 έκθεση γραφολογικών παρατηρήσεων και αξιολόγησης ότι η θεωρητική αυτή προσέγγιση στερείται νοήματος γιατί εκτός του ότι υπάρχει πλησιόχρονο συγκριτικό υλικό με γραφή και υπογραφές του . …………….., η «αναμενόμενη» εικόνα γήρανσης με τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται παραπάνω δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση να υπάρχουν στη γραφή κάθε γηραιού προσώπου. Επομένως το ότι η διορισθείσα από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο πραγματογνώμων δεν διέγνωσε το αφύσικο κατά τον σχετικό λόγο έφεσης γραφολογικό φαινόμενο συνύπαρξης τρομωδών και υγιών χαράξεων δεν συνιστά πλημμέλεια της εν λόγω πραγματογνωμοσύνης, λαμβανομένου δε υπόψη ότι η πραγματογνώμων, πριν συντάξει την σχετική έκθεση, συναντήθηκε με τους τεχνικούς συμβούλους των διαδίκων, οι οποίοι της ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς και τις διαπιστώσεις τους επί του προκείμενου γραφολογικού ζητήματος (βλ. σελίδα 4 της σχετικής έκθεσης πραγματογνωμοσύνης), συνεπώς και τον συγκεκριμένο ισχυρισμό περί μη αναμενόμενης εικόνας γήρανσης της γραφής του συντάκτη της ένδικης διαθήκης, το γεγονός ότι δεν συμπεριέλαβε στην έκθεσή της τέτοια παρατήρηση, σημαίνει ότι η ίδια δεν την υιοθετεί. Μάλιστα, ως προς τηνπαρατήρηση στον σχετικό λόγο έφεσης ότι στην υπό κρίση διαθήκη εντοπίζονται σημεία με αξιοσημείωτα σταθερή χάραξη επί των οριζόντιων έντυπων γραφικών στίχων σε αντίθεση με την αναμενόμενη φυσιολογική συμπτωματολογία γήρανσης, όπου λόγω της πτώσης του μυϊκού τόνου και της μυϊκής εξασθένησης εμφανίζεται καθοδικότητα της κατεύθυνσης της χάραξης και σημεία πτώσης από τους έντυπους γραφικούς τύπους, τούτη δεν ευσταθεί ως προς όλα τα δείγματα γραφής του φερόμενου ως διαθέτη, αφού και από τις προσκομισθείσες προς σύγκριση πλησιόχρονες ιδιόγραφες διαθήκες του   …………….., ενώ στις από 10.7.2004 και 20.7.2004 υπάρχει στους τελευταίους στίχους μία καθοδικότητα της κατεύθυνσης χάραξης δεν συναντάται το ίδιο και στην από 8.7.2004 ιδιόγραφη διαθήκη του ίδιου συντάκτη. Επιπρόσθετα με τον ίδιο λόγο έφεσης (5ο σκέλος αυτού), η εκκαλούσα προσάπτει στη γενόμενη δεκτή από την εκκαλουμένη απόφαση ως έγκυρη κατά τα συμπεράσματά της έκθεση δικαστικής γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της …………. ότι δεν μελετήθηκαν σε βάθος και σε συνδυασμό με τη συνολική χάραξη και την προχωρημένη ηλικία του φερόμενου διαθέτη, οι επισημαινόμενες στη σελίδα 16 της έκθεσής της επιχαράξεις στο κείμενο της υπό κρίση διαθήκης. Ότι αν είχαν μελετηθεί, θα διαπιστωνόταν ότι οι εν λόγω επιχαράξεις είναι αφύσικες ως προς την ποιότητα της χάραξης, καθώς κάτω από αυτές διακρίνεται ορθή και ευκρινής χάραξη και ως εκ τούτου οι εν λόγω διορθώσεις είναι αδικαιολόγητες («ψευδοδιορθώσεις»). Ότι μάλιστα οι σχετικές διαγνωστικές επισημάνσεις είναι και μεθοδολογικώς πλήρως ατεκμηρίωτες διότι: α) Η πραγματογνώμων σπεύδει όλως απαραδέκτως, μεθοδολογικώς, να αιτιολογήσει τις εν λόγω επιχαράξεις- «ψευδοδιορθώσεις» με χρήση μάλιστα επιστημονικώς και νομολογιακώς απαράδεκτα αόριστης/ενδοιαστικής διατύπωσης ότι «δεν φαίνεται να αποσκοπούν σε τροποποίηση ή αλλοίωση μορφής ή περιεχομένου» και β) Ο σχετικός φωτοτεχνικός πίνακας στη σελίδα 16 της έκθεσης …….., αλλά και στη σελίδα 26 αυτής κατά την συγκριτική αντιπαραβολή με τις δειγματικές χαράξεις αποτελείται από ένα σύνολο μικρής διάστασης φωτογραφιών. Ότι το ίδιο ισχύει και στους φωτοτεχνικούς πίνακες στις σελίδες 23 επ. της έκθεσης, ότι δηλαδή η πραγματογνώμων όχι μόνο δεν περιλαμβάνει, ως όφειλε μεθοδολογικώς, απεικονίσεις με χρήση του θεμελιώδους για την ανάδειξη κρίσιμων γραφολογικών λεπτομερειών, μικροσκοπίου, αλλά και οι χρησιμοποιηθείσες φωτογραφίες δεν είναι στην κατάλληλη μεθοδολογικά μεγέθυνση, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται ανεπίτρεπτα και όλως απαραδέκτως μεθοδολογικά η οπτική κατανόηση των προβαλλόμενων κρίσιμων γραφολογικών φαινομένων. Ότι σημαντικό μεθοδολογικά έλλειμμα των φωτοτεχνικών πινάκων της έκθεσης συνιστά επίσης η μη αναφορά στο κείμενό της των εγγράφων και των σημείων επ’ αυτών, απ’ όπου έχουν αντληθεί οι σχετικές απεικονίσεις και έτσι οι πίνακες αυτοί δεν είναι τεχνικώς ακριβείς. Ότι όσον αφορά την αντιπαραβολή των εν λόγω επιχαράξεων στην υπό έλεγχο διαθήκη και στις γνήσιες- δειγματικές γραφές, το γεγονός ότι και στις συγκριτικές διαθήκες του ως άνω φερόμενου διαθέτη παρατηρούνται επιδιορθωτικές χαράξεις δεν αρκεί από μόνο του να δικαιολογήσει γραφολογική ταύτιση αυτών, όπως εσφαλμένως επισημαίνεται στη σελίδα 26 της έκθεσης. Ότι οι μεν παρατηρούμενες διορθωτικές επιχαράξεις στις συγκριτικές γνήσιες διαθήκες συνοδεύονται και από τη λοιπή συμπτωματολογία γηρασμένης γραφικής κίνησης και ιδίως από την ασταθή λόγω γήρατος χάραξη, στη δε υπό κρίση διαθήκη εντοπίζονται χωρίς την εν λόγω συμπτωματολογία και με παρουσία του αφύσικου φαινομένου συνύπαρξης τρομωδών και «υγιών» χαράξεων (βλ. σελίδα 11 επ. και 25 επ. της επιμελεία της ενάγουσας ληφθείσας γραφολογικής γνωμοδότησης των ……….. και ………). Ότι τη συγκεκριμένη αυτή και σημαντική γραφολογικά διαγνωστική διαφοροποίηση δεν την κάνει η πραγματογνώμων, οδηγούμενη έτσι στο διαγνωστικά εσφαλμένο συμπέρασμα περί δήθεν ομοιότητας των συγκρινόμενων ως άνω διαθηκών ως προς τις παρατηρούμενες σε αυτές επιχαράξεις. Ότι σε κάθε περίπτωση το γεγονός ότι και στις συγκριτικές ως άνω διαθήκες παρατηρούνται διορθωτικές επιχαράξεις, πλην όμως με τρόπο και σε πλαίσιο γραφολογικό εντελώς διαφορετικό από την κρινόμενη, αναμένεται το χαρακτηριστικό αυτό να έχει ελκύσει την προσοχή του πλαστογράφου, σύμφωνα με τον θεμελιώδη γραφολογικό «νόμο» της Κατεύθυνσης της Προσοχής. Εντούτοις, επί των ισχυρισμών αυτών της εκκαλούσας πρέπει να σημειωθεί ότι η διορισθείσα πραγματογνώμων γραφολόγος δεν παρείδε το φαινόμενο των επιχαράξεων, αλλά έκρινε ότι πρόκειται για ιδιωματική γραφική συνήθεια του συντάκτη της, παρατηρώντας ότι η γραφή του κειμένου φέρει πλήθος διορθωτικών επιχαράξεων ή πρόσθετων γραμμών, οι οποίες δεν φαίνεται να αποσκοπούν σε τροποποίηση ή αλλοίωση μορφής ή περιεχομένου ούτε στην επιδιόρθωση ανορθογραφιών ή λάθος διατυπώσεων, αλλά είτε αποσκοπούν στη διόρθωση ατελών ή κακοδομημένων μορφών και στην εν γένει βελτίωση της εικόνας τους, είτε συνιστούν επίμονες επιχαράξεις ή προσθήκες γραμμών επί του ίδιου στοιχείου. Το τελευταίο σημαίνει ότι δεν διέλαθε της προσοχής της ότι οι επιχαράξεις γίνονται και επί ήδη καλοσχηματισμένων γραμμάτων και όχι μόνο προς διόρθωση κακοσχηματισμένων γραμματικών στοιχείων, γεγονός το οποίο αποδίδει η πραγματογνώμων σε ιδιωματική γραφική συνήθεια του συντάκτη. Παραθέτει μάλιστα και σχετικό πίνακα με συγκεκριμένα γράμματα, όπου στη διαθήκη παρατηρείται το παραπάνω φαινόμενο, με φωτογραφίες, στις οποίες είναι μεγενθυμένα τα εν λόγω γραμματικά στοιχεία. Το γεγονός ότι η τεχνική σύμβουλος της εκκαλούσας-ενάγουσας ………. στην από 20.1.2021 έκθεση γραφολογικών κριτικών παρατηρήσεων κρίνει ότι οι εν λόγω επιχαράξεις είναι αφύσικες ως προς την ποιότητα της χάραξης, καθώς κάτω από αυτές και όπως επισημαίνεται στην αρχική έκθεσή της μετά του ομοτ. Καθηγητή κ. ………, διακρίνεται ορθή και ευκρινής χάραξη και ως εκ τούτου οι εν λόγω διορθώσεις προκύπτουν αδικαιολόγητες («ψευδοδιορθώσεις») συνιστά διαφορετική εκτίμηση και επιστημονική θεώρηση του ίδιου γραφολογικού φαινομένου, χωρίς ωστόσο κάτι να συνηγορεί ότι πρόκειται για «ψευδοδιορθώσεις», δεδομένου ότι τέτοιες διορθώσεις γίνονται κατά κανόνα σε πλαστό κείμενο, προκειμένου να μοιάσει η γραφή του πλαστογράφου με εκείνη του φερόμενου ως συντάκτη του κειμένου, γεγονός που δεν προκύπτει ότι συμβαίνει στην υπό κρίση περίπτωση, κατά τρόπο δηλαδή που κάποιο γράμμα το οποίο δεν μοιάζει με το αντίστοιχο γράμμα που παρατηρείται σε αδιαμφισβήτητα γνήσιο δείγμα γραφής του .. …………….., να διορθωθεί ώστε να ομοιάζει με το αντίστοιχα γράμμα της αδιαμφισβήτητα γνήσιας γραφής του ανωτέρω φερόμενου ως διαθέτη. Επομένως αβάσιμη στην ουσία της τυγχάνει και η παραπάνω αιτίαση.

Περαιτέρω, με το 6ο σκέλος του ίδιου λόγου έφεσης, η εκκαλούσα προσάπτει στη γενόμενη δεκτή κατά τα συμπεράσματά της από την εκκαλουμένη έκθεση πραγματογνωμοσύνης της ……… ότι στο κεφάλαιο 7 αυτής επισημαίνεται μία μόνο γραφολογική διαφοροποίηση της κρινόμενης διαθήκης από τις γνήσιες-δειγματικές γραφές και υπογραφές του . …………….. (στη σελίδα 27), τούτο δε οδήγησε την πραγματογνώμονα ………. σε διατύπωση συμπεράσματος περί δήθεν γνησιότητας της κρινόμενης διαθήκης «σε βαθμό υψηλής πιθανολόγησης». Ότι αντιθέτως δεν διέγνωσε τις πολλές και σημαντικές γραφολογικά διαφοροποιήσεις μεταξύ των συγκρινόμενων χαράξεων (υπό κρίση και γνήσιων-δειγματικών), ιδίως ως προς τις εξατομικευτικές λεπτομέρειες και την ποιότητα αυτών σε συνδυασμό με την προχωρημένη ηλικία του φερόμενου διαθέτη, όπως αντιθέτως επισημάνθηκαν στη γραφολογική γνωμοδότηση των ………… και …………, που η ενάγουσα προσκόμισε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Ότι απ’ όλα τα ανωτέρω προκύπτει ότι το τελικό πόρισμα της έκθεσης ……….. ότι δήθεν «Η επίμαχη από 23-12-2004 ιδιόγραφη διαθήκη του ……… …………….. συνιστά, κατά υψηλή πιθανολόγηση, γνήσια διαθήκη αυτού» είναι μεθοδολογικώς ατεκμηρίωτο και διαγνωστικώς εσφαλμένο. Εντούτοις, από την ανάγνωση της από 28.5.2020 έκθεσης γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της ……………………. προκύπτει με σαφήνεια η ακολουθηθείσα ερευνητική διαδικασία για την εξαγωγή των συμπερασμάτων της, όπως αυτή περιγράφεται στην έκθεση, που περιλάμβανε α) σε πρώτο στάδιο την αυτοτελή εξέταση της επίμαχης διαθήκης με σκοπό να πιστοποιηθούν τόσο ο αυθορμητισμός και η ελευθερία στη γραφή, όσο και τα γενικά και ειδικά γραφολογικά χαρακτηριστικά, με συγκριτική αντιπαραβολή για να διαπιστωθεί εάν έχουν τεθεί με το ίδιο χέρι ή όχι, β) σε δεύτερο στάδιο την ανάλυση σε όλες τις λεπτομέρειες και τη σύγκριση μεταξύ τους των προς σύγκριση δειγμάτων του διαθέτη…………….., προκειμένου αφενός να διαπιστωθεί ο τρόπος σχηματισμού και η δομή των επί μέρους γραφικών τους στοιχείων, αφετέρου να εντοπισθούν όλα εκείνα τα γραφολογικά χαρακτηριστικά και οι ιδιορρυθμίες που προσδιορίζουν ατομικά τον χαράκτη τους. Μάλιστα αναφέρεται ότι πριν από την αποδοχή και χρήση τους ως βάση συγκρίσεως, τα συγκριτικά αυτά δείγματα εξετάσθηκαν μεταξύ τους σε σχέση αντιπαραβολής μεταξύ τους και τα στοιχεία ελήφθησαν υπόψη μόνο και εφόσον κρίθηκαν ως σταθερά, ομοιογενή και επαναλαμβανόμενα και δεν εντοπίσθηκαν διαφορές και μεταβολές επ’ αυτών, οι οποίες δεν δύνανται να τύχουν ερμηνείας ή αιτιολογήσεως, γ) σε τρίτο στάδιο τη διαδικασία συγκριτικής εξέτασης και αντιπαραβολής της υπό έλεγχο γραφής και υπογραφής της διαθήκης με τα γνωστά και σταθερά συγκριτικά δείγματα του …………….., προκειμένου να πιστοποιηθεί ποιες από τις συνήθειες και ιδιομορφίες της γνήσιας γραφής ή/και υπογραφής του συναντώνται και επαναλαμβάνονται στην κρινόμενη διαθήκη, δ) σε περίπτωση, τέλος, της διαπίστωσης της μη ταύτισης της γραφής ή/και της υπογραφής της διαθήκης με τα δείγματα του …………….., τη συγκριτική εξέταση με το διατιθέμενο συγκριτικό υλικό των δύο εναγόμενων (ήτοι του .. …………….. και του .  .. ……………..), προκειμένου να διαπιστωθεί τυχόν γραφολογική σύνδεση με την επίμαχη διαθήκη και δη στον βαθμό που να δικαιολογείταιτο συμπέρασμα της σύνταξης του κειμένου ή/και της υπογραφής επ’ αυτής με το χέρι κάποιου εξ αυτών. Επιπρόσθετα στην ίδια την έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της …… αναλύονται, αιτιολογούνται και αξιολογούνται τα ευρήματα της γραφολογικής εξέτασης σε κάθε στάδιο αυτής, με την παράθεση πινάκων και την φωτοοπτική μεγέθυνση επιμέρους γραμμάτων, τα δε τελικά συμπεράσματα συνάδουν με τα συμπεράσματα των τεχνικών συμβούλων των εναγόμενων ……. και ……., καθώς και με αυτά του γνωμοδοτήσαντος γραφολόγου ………., οι εκθέσεις των οποίων ως στηριζόμενες περισσότερο στη σύγκριση της γραφής και της υπογραφής της επίμαχης διαθήκης με πλησιόχρονα αδιαμφισβήτητα γνήσια έγγραφα του . …………….. κρίνονται περισσότερο πειστικές από τις αντίστοιχες των τεχνικών συμβούλων της ενάγουσας, ……. και ……., οι οποίες επικεντρώνονται περισσότερο στη γήρανση της γραφής και στις διορθωτικές επιχαράξεις επί του κειμένου της επίμαχης διαθήκης. Εν κατακλείδι πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό του ως ουσία αβάσιμος ο δεύτερος λόγος της υπό κρίση εφέσεως.

Έτι περαιτέρω, με τον πρώτο λόγο της έφεσης της η εκκαλούσα παραπονείται ότι ενώ το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν σχημάτισε πλήρη δικανική πεποίθηση, άλλως πλήρη βεβαιότητα για τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, ήτοι για τη γνησιότητα της επίμαχης ιδιόγραφης διαθήκης, καθώς υιοθέτησε το πόρισμα της έκθεσης γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της …………., το οποίο όμως πιθανολογεί και δεν βεβαιώνει ανεπιφύλακτα τη γνησιότητα της επίμαχης διαθήκης, ωστόσο δέχθηκε ότι η εν λόγω διαθήκη είναι γνήσια. Ότι δεδομένου ότι σε περίπτωση αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής για ακυρότητα διαθήκης, λόγω μη ιδιόχειρης γραφής, χρονολόγησης και υπογραφής αυτής, ο εναγόμενος είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την ιδιόχειρη από τον διαθέτη γραφή, χρονολόγηση και υπογραφή της διαθήκης, εάν το Δικαστήριο δεν πεισθεί πλήρως, με πλήρη βεβαιότητα, ότι η επίμαχη διαθήκη γράφηκε, χρονολογήθηκε και υπογράφηκε από τον φερόμενο ως διαθέτη, τότε αυτό οφείλει να επιρρίψει το βάρος της απόδειξης στον φέροντα αυτό εναγόμενο που επικαλείται τη γνησιότητα της διαθήκης, να δεχθεί την αγωγή και να κηρύξει άκυρη τη διαθήκη. Ότι κατά συνέπεια και στην υπό κρίση περίπτωση, εφόσον δεν υπήρξε κατά τη γενόμενη από την εκκαλουμένη δεκτή ως αξιόπιστη έκθεση πραγματογνωμοσύνης της …………, βεβαιότητα ως προς τη γνησιότητα της από 23.12.2004 ιδιόγραφης διαθήκης, όφειλε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο να επιρρίψει το βάρος απόδειξης στους εναγόμενους, να δεχθεί την αγωγή και να κηρύξει άκυρη τη διαθήκη, κάτι που δεν έπραξε. Σχετικά με τον λόγο αυτό λεκτέα τυγχάνουν τα εξής: Στη σελίδα 6 της έκθεσής της η ως άνω διορισθείσα πραγματογνώμων επισημαίνει ότι «όσον αφορά στα τελικά συμπεράσματα της γραφολογικής έρευνας, ο βαθμός βεβαιότητας με τον οποίο διατυπώνονται…διαμορφώνεται σύμφωνα με τις διεθνώς αποδεκτές οδηγίες (ASTME1658-08 Standard Terminology for Expressing Conclusions of Forensic Document Examiners, FBI Guidelines for Document Examination, GFS Guidelines κλπ.) ως ακολούθως: 1. Ταυτοποίηση (identification, definite conclusion of identity) 2. Ισχυρή πιθανότητα ότι έχει γραφεί (strong probability, highly probable, very probable) 3. Πιθανότητα ότι έχει γραφεί (probable) 4. Ενδείξεις ότι έχει γραφεί (indications that) 5. Δεν εξάγεται συμπέρασμα (no conclusion, totally inconclusive, indeterminable) 6.Ενδείξεις ότι δεν έχει γραφεί (indications did not write) 7. Πιθανότητα ότι δεν έχει γραφεί (probability did not write) 8. Ισχυρή πιθανότητα ότι δεν έχει γραφεί (strong probability did not write) 9. Αποκλείεται να έχει γραφεί (elimination of a writer)». Στην προκειμένη περίπτωση, λόγω της επιφύλαξης που διατύπωσε η πραγματογνώμων ως προς συγκεκριμένα γράμματα σε τέσσερις λέξεις και δη ως προς τα γράμματα «τ, κ, α, ι» τα οποία παρουσιάζουν γωνιώδεις με καθοδική πορεία αγκιστροειδείς απολήξεις στις εγγραφές «στον» και «και» στον 3ο στίχο, «αδέρφια» στον 6ο στίχο και «και» στον 7ο στίχο, οι οποίες δεν εμφανίζονται στο δειγματικό υλικό κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω διαθήκη συνιστά κατά υψηλή πιθανότητα διαθήκη του……………… Εντούτοις ο βαθμός πιθανολόγησης που δέχθηκε η παραπάνω πραγματογνώμων ως προς τη γνησιότητα της διαθήκης, ήτοι η ισχυρή πιθανότητα ότι αυτή έχει γραφεί από τον…………….., είναι μία μόλις βαθμίδα κάτω από τη βεβαιότητα. Περαιτέρω, ο…………….. στις αδιαμφισβήτητα γνήσιες δειγματικές του γραφές χρησιμοποιεί άγκιστρα σε γράμματα, όπως στα «Α», «μ», «ρ», «φ», όπως τούτο φαίνεται στην από 8.7.2004 ιδιόγραφη διαθήκη του, την οποία είχε εις χείρας της και προσκόμισε ως συγκριτικό υλικό η εκκαλούσα-ενάγουσα (βλ. την από 21.11.2016 έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης των γραφολόγων ………. και …….., όπου περιέχεται σε φωτοαντίγραφο ως συγκριτικό έγγραφο «Σ5» η ως άνω από 8.7.2004 διαθήκη). Το γεγονός αυτό, ήτοι ότι η χρήση αγκίστρων δεν λείπει σαν χαρακτηριστικό από τη γραφή του . …………….. σε συνδυασμό με τις γνωμοδοτήσεις α) της τεχνικής συμβούλου ……, η οποία στην από 28.4.2017 γνωμοδότησή της αναφέρει ότι προέκυψε ότι η γραφή του κειμένου της υπό έλεγχο διαθήκης ομοιάζει σε όλα τα γραφολογικά γνωρίσματα (γενικά και ειδικά) με τη γνήσια και ειδικά με την πλησιόχρονη της διαθήκης, δειγματική γραφή του ……. …………….. (βλ. τις από 20.7.2004 και 10.7.2004 ιδιόγραφες διαθήκες αυτού) και ότι οι ομοιότητες των γραφολογικών γνωρισμάτων είναι τόσο πολλές και τόσο χαρακτηριστικές, που είναι αδύνατον να τις πετύχει πλαστογράφος και β) του τεχνικού συμβούλου …….. και του γραφολόγου . ……., οι οποίοι στην από 15.4.2017 έκθεση γνωμοδοτήσεως δικαστικής γραφολογίας συμπεραίνουν ότι η γραφή και η υπογραφή διαθέτη επί της από 23-12-2004 διαθήκης φερόμενης του ……. …………….. έχουν πράγματι χαραχθεί από το χέρι του ιδίου και αποτελούν γνήσια γραφή και υπογραφή με πιθανότητα που αγγίζει τα όρια της βεβαιότητας, δηλαδή καταλήγουν σε συμπέρασμα με την υψηλότερη δυνατή βεβαιότητα στην οποία μπορεί να φτάσει ο δικαστικός γραφολόγος, όλα τα ανωτέρω σε συνδυασμό με όλα τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα οδηγούν το παρόν Δικαστήριο στο σχηματισμό πλήρους δικανικής πεποίθησης περί της γνησιότητας της ως άνω από 23.12.2004 ιδιόγραφης διαθήκης του . ……………… Αντίθετα, δεν κρίνονται πειστικές οι θέσεις των γραφολόγων …….. και ……., στις σχετικές γνωμοδοτήσεις τους, οι οποίες εστιάζουν κυρίως στον αναμενόμενο από ένα ηλικιωμένο συντάκτη γηρασμένο τρόπο γραφής και στη μη αναγκαιότητα επιχαράξεων σε συγκεκριμένα γράμματα, καθώς και στη μη επανάληψη στην επίμαχη διαθήκη του ίδιου τρόπου γραφής ορισμένων γραμμάτων, παραβλέποντας, όπως παρατηρεί ο γραφολόγος ……… στην από 26.4.2017 έκθεση γραφολογικών παρατηρήσεων και αξιολόγησης ότι κάθε άνθρωπος δεν χαράσσει πάντα το ίδιο γράμμα με τον ίδιο πάντα τρόπο, αλλά έχει περισσότερους από έναν αλλογράφους (σχήματα) για αρκετά γράμματα (βλ. σελίδα 12 της σχετικής εκθέσεως). Επομένως απορριπτέος τυγχάνει στην ουσία του ο πρώτος λόγος έφεσης.

Τέλος, με τον τρίτο λόγο έφεσης η εκκαλούσα υποστηρίζει επικουρικά ότι ακόμη κι αν δεν ήταν δυνατή η εξαγωγή μετά βεβαιότητας του συμπεράσματος ότι η επίμαχη διαθήκη δεν είναι γνήσια, πάντως από το σύνολο των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών μέσων που είχαν τεθεί υπόψιν του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου καταλείπονται ισχυρότατες αμφιβολίες για τη γνησιότητα της ως άνω διαθήκης. Ότι δεν εξηγείται γιατί ο ……… λίγους μήνες μετά την από 20.7.2004 διαθήκη του συντάσσει νέα διαθήκη, στην οποία δεν καταλείπει απολύτως τίποτα στη σύζυγό του, μετά από δεκαετίες αρμονικής συμβίωσης, για να την εξασφαλίσει. Ότι οι εναγόμενοι-εφεσίβλητοι, για να δικαιολογήσουν αυτό το ανεξήγητο γεγονός, ισχυρίζονται ότι ο ……. είχε εξοργισθεί με τη σύζυγό του, επειδή αυτή είχε μεταβιβάσει όλα της τα περιουσιακά στοιχεία σε μέλη της πατρικής της οικογένειας. Ότι η εξήγηση αυτή δεν στέκει: 1) διότι ο ………… φέρεται να συνέταξε την επίμαχη διαθήκη του τον Δεκέμβριο του 2004, όταν η σύζυγός του δεν είχε μεταβιβάσει ακόμα κανένα περιουσιακό της στοιχείο, κάτι που έπραξε πολλούς μήνες μετά, 2) διότι τα περιουσιακά στοιχεία που δώρισε σε συγγενείς της η σύζυγος του …………….. ήταν ιδανικά μερίδια ασήμαντης αξίας, οπότε δεν συνέτρεχε λόγος να εξοργισθεί ο ……….., ο οποίος άλλωστε ζούσε αρμονικά και αγαπημένα επί δεκαετίες με τη σύζυγό του και μέχρι τον θάνατό της στις 5.2.2011. Ότι και πέραν αυτού, η δήθεν οργή του .. …………….. για την σύζυγό του δεν εξηγεί γιατί στη φερόμενη από 23.12.2004 διαθήκη του δεν καταλείπει τίποτα στην εκκαλούσα-ενάγουσα ανιψιά του που την είχε και τη θεωρούσε κόρη του και ήταν εξ αίματος συγγενής του. Ότι επιπλέον ο ……… φρόντιζε τις διαθήκες που συνέτασσε να τις παραδίδει προς φύλαξη σε συγκεκριμένη συμβολαιογράφο του Πόρου, όπως τούτο είχε συμβεί με μια αρχική διαθήκη του έτους 1993 και με τις δύο διαθήκες του Ιουλίου του 2004, ώστε να διασφαλίσει ότι θα γίνει γνωστή και σεβαστή η πραγματική του βούληση. Ότι τούτο δεν συνέβη με την επίμαχη διαθήκη, η δε εξήγηση που δίνουν οι εφεσίβλητοι-εναγόμενοι ότι στο συγκεκριμένο συμβολαιογραφείο, στο οποίο είχαν κατατεθεί οι προηγούμενες διαθήκες εργαζόταν παλιά η ενάγουσα δεν επαρκεί, αφού θα μπορούσε ο ………………… να βρει άλλον συμβολαιογράφο στον Πόρο ή θα μπορούσε να γνωστοποιήσει την ύπαρξη της επίμαχης διαθήκης και να εμπιστευθεί τη φύλαξή της σε κάποιο άλλο πρόσωπο, ιδίως στον ανιψιό του και εναγόμενο . …………….., τον οποίο κατ’ εξοχήν τιμούσε με την τελευταία αυτή διαθήκη. Ότι δεν είναι πειστικός ο ισχυρισμός των εναγόμενων ότι ο …….. τοποθέτησε τη διαθήκη του μέσα σε ένα βιβλίο στη βιβλιοθήκη της οικίας της αδελφής του, ……… και ότι αδιαφόρησε να μιλήσει για τη διαθήκη αυτή σε κάποιον και ότι ακόμη και μετά τον θάνατο της αδελφής του στις 18.9.2009, δεν κινητοποιήθηκε να αναζητήσει το χειρόγραφό του ή να το εμπιστευθεί σε κάποιο πρόσωπο, ή έστω να μιλήσει σε κάποιον γι’ αυτό, ακόμη δε και μετά τον θάνατο της συζύγου του το έτος 2011. Ότι οι εναγόμενοι ουδέποτε έδωσαν λεπτομέρειες για τις συνθήκες υπό τις οποίες βρήκαν την επίμαχη διαθήκη. Ότι εφόσον από όλα τα παραπάνω στοιχεία δεν προκύπτει με πλήρη βεβαιότητα ότι η εν λόγω διαθήκη έχει γραφεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί από τον . …………….., εφόσον δηλαδή δεν μπορεί να σχηματισθεί πλήρης δικανική πεποίθηση ως προς το ζήτημα αυτό- αντιθέτως μάλιστα όλα τα περιστατικά, όλα τα ανεξήγητα γεγονότα, όλα τα αναπάντητα ερωτήματα οδηγούν στο αντίθετο συμπέρασμα- το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όφειλε να επιρρίψει το βάρος της απόδειξης στον διάδικο που το φέρει, δηλαδή στους εναγόμενους-εφεσίβλητους και να δεχθεί την ένδικη αγωγή. Ο παραπάνω λόγος έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως απαράδεκτος, ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος κατ’ άρθρο 68 ΚΠολΔ, αφενός γιατί έχει ασκηθεί επικουρικά για την περίπτωση που δεν είναι δυνατή η εξαγωγή μετά βεβαιότητας συμπεράσματος ότι η ένδικη από 23.12.2004 ιδιόγραφη διαθήκη δεν είναι γνήσια, πλην όμως το παρόν Δικαστήριο με βάση τα προεκτιθέμενα αποδεικτικά μέσα σχημάτισε πλήρη δικανική πεποίθηση ότι η ανωτέρω διαθήκη είναι γνήσια, αφετέρου γιατί αντικείμενο της παρούσας δίκης είναι το γνήσιο ή μη της εν λόγω διαθήκης και στην τελευταία περίπτωση αν αυτή έχει πλαστογραφηθεί από τους προαναφερόμενους εναγόμενους, χωρίς να ενδιαφέρει το Δικαστήριο ποιοι λόγοι επηρέασαν τη βούληση του φερόμενου διαθέτη για να προτιμήσει τον ένα ή τον άλλο συγγενή του και να αποκλείσει τη σύζυγό του με την τελευταία διαθήκη του, να εμπιστευθεί ή μη τη διαθήκη αυτή σε συγκεκριμένο πρόσωπο ή ποιες ήταν οι ακριβείς συνθήκες υπό τις οποίες βρέθηκε η διαθήκη στην οικία της αδελφής του που προαπεβίωσε του φερόμενου διαθέτη. Εν κατακλείδι και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, με ορθή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε ότι αποδεικνύεται ότι η επίδικη από 23-12-2004 διαθήκη γράφτηκε στο σύνολό της και υπογράφτηκε με το χέρι του ως άνω διαθέτη . …………….., ακολούθως δε απέρριψε την ένδικη αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και όπως οι σχετικές αιτιολογίες  της εκκαλούμενης συμπληρώνονται με τις παρούσες πιο αναλυτικές αιτιολογίες κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ. Συνακόλουθα, πρέπει να απορριφθεί στην ουσία της η υπό κρίση έφεση, τα δε δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας λόγω της ήττας της σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθείκατ’ άρθρο 495 παρ.4 ΚΠολΔ, η εισαγωγή του κατατεθέντος από την εκκαλούσα για την άσκηση της έφεσής της παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 4.1.2022 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …/2022 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …/2022) έφεση κατά της 2354/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος της εκκαλούσας και ορίζει αυτά στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος για την άσκηση της έφεσης με κωδικό ………. e- Παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά, την 1.4.2023.

Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 16.5.2023

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ