Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 325/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ 3ο

Αριθμός        325/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Αναστάσιο Αναστασίου, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα K.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ………, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Ανδρέας Ματσακάς και

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: Α] ………. και Β] ……………, οι οποίοι δεν εμφανίστηκαν στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η εκκαλούσα και ο ………. άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 14.11.2019 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ……../14.11.2019) αγωγή κατά των εφεσίβλητων και της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «……….», επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 86/2021 εν μέρει οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με οριστική διάταξη της οποίας έγινε κατά ένα μέρος δεκτή η αγωγή ως προς την ήδη εκκαλούσα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η  εκ των εναγόντων ήδη εκκαλούσα με την από 16.1.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………../16.1.2023 έφεσή της, δικάσιμος για την εκδίκαση της οποίας ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο. Κατά την εκφώνησή της ο παρασταθείς πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο, αναφέρθηκε στις προτάσεις της που κατέθεσε, ενώ εμφανίστηκε και η …………, δικηγόρος Πειραιώς με αριθμό μητρώου ΔΣΠ …………, η οποία, αφού ζήτησε και έλαβε το λόγο δήλωσε ότι υπήρξε πληρεξούσια δικηγόρος του πρώτου εφεσίβλητου στον πρώτο βαθμό και ότι ο ………… έχει πλέον αποβιώσει, προσκόμισε δε στο Δικαστήριο ληξιαρχική πράξη θανάτου του, που εκδόθηκε από το Ληξίαρχο του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας Πειραιώς, καθώς και δύο [2] δηλώσεις αποποίησης κληρονομίας, ενώπιον της Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πειραιώς.

Μετά από αυτά η υπόθεση συζητήθηκε και το Δικαστήριο επιφυλάχθηκε να αποφασίσει.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Με την ένδικη από 16.1.2023 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …./16.1.2023 και αριθμός εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …./7.3.2023) έφεση της εκ των εναγόντων εν μέρει πρωτοδίκως νικήτριας εκκαλούσας πλήττεται η με αριθμό 86/14.1.2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο, καθώς και από τη σύμβαση ασφαλίσεώς του (άρθρο 614 § 4 ΚΠολΔ) επί της από 14.11.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …./14.11.2019 αγωγής, την οποία η εκκαλούσα και ο πατέρας της ………. έστρεψαν κατά των εφεσίβλητων ………… και ……………., καθώς και κατά της μη εδώ διαδίκου ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «…………..», με αίτημα ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης που αμφότεροι υπέστησαν από οδικό τροχαίο ατύχημα επισυμβάν στις 13.11.2014 με το χρηματικό ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000 €) σε καθέναν τους και αποζημιώσεως του πρώτου από αυτούς με το χρηματικό ποσό των είκοσι πέντε χιλιάδων ευρώ (25.000 €) λόγω αναπηρίας του, που προκλήθηκε από το ίδιο βιοτικό συμβάν. Με την προσβαλλόμενη απόφασή του το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη κατά το μέρος της που στράφηκε κατά της ως άνω ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας, ανέβαλε την οριστική του απόφαση ως προς τις σωρευθείσες αξιώσεις του ……………., προκειμένου να προσκομισθούν σε κατ’ επανάληψη συζήτηση της αγωγής αποδεικτικά δημόσια έγγραφα περί της μονιμότητας της απώλειας όσφρησης και της μείωσης της ακουστικής του οξύτητας, που συνιστούσαν κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς αναπηρία του ως άνω παθόντος κατά την έννοια του άρθρου 931 ΑΚ και, τέλος, αναγνώρισε την εις ολόκληρον υποχρέωση των εφεσίβλητων στην καταβολή προς την εκκαλούσα του χρηματικού ποσού των οκτακοσίων ευρώ (800 €) προς ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης.

ΙΙ. Από το άρθρο 517 εδαφ. β΄ ΚΠολΔ σε συνδυασμό και προς το άρθρο 75 του ιδίου Κώδικα προκύπτει ότι, με εξαίρεση την περίπτωση της αναγκαστικής ομοδικίας, ο εκκαλών δεν είναι απαραίτητο να απευθύνει την έφεση εναντίον όλων των αντιδίκων του στην πρωτοβάθμια δίκη αλλά μπορεί να τη στρέψει μόνον εναντίον εκείνων, ως προς τους οποίους εκτιμά ότι έχει συμφέρον ή πιθανότητες να επιτύχει την εξαφάνιση της προσβαλλομένης αποφάσεως (ΑΠ 1140/2008, ΕφΑθ. 1710/2008, πρώτη δημοσίευση αμφοτέρων σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 1595/2007, ΑρχΝ 2007/294, ΕφΠειρ. 904/2001, Αρμ. 2002/912, ΕφΘεσ. 942/1995, Δνη 1996/367, ΕφΑθ. 1516/1986, Δνη 1986/535, ΕφΘεσ. 952/1982, Αρμ. 1983/593, Π. Γιαννόπουλος, σε Κ. Οικονόμου, Η Έφεση – Συστηματική κατ’ άρθρο ερμηνεία του ΚΠολΔ, 2017, άρθρο 517, αρ. 5, σελ. 98, Β. Βαθρακοκοίλης, Η έφεση, 2015, αρ. 673, σελ. 183). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 74, 75 και 218 § 1 του ΚΠολΔ προς εκείνες των άρθρων 297, 298, 299, 914, 931 και 932 του ΑΚ προκύπτει ότι επί αγωγής περισσοτέρων παθόντων από το ίδιο οδικό τροχαίο ατύχημα, που στρέφεται κατά περισσοτέρων προσώπων, που υπέχουν αδικοπρακτική ευθύνη, ο δεσμός που παράγεται μεταξύ των πλειόνων διαδίκων κάθε αντίδικης πλευράς είναι αυτός της απλής (ενεργητικής και παθητικής αντίστοιχα) ομοδικίας (ΑΠ 838/2020, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αφού οι επίδικες αξιώσεις εκάστου ενάγοντος και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις καθενός εναγομένου είναι αυτοτελείς και προσωποπαγείς (ΑΠ 800/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και στηρίζονται στην ίδια ιστορική και νομική βάση (άρθρο 74 αρ. 1 περ. β΄ ΚΠολΔ). Πρόκειται δηλαδή για περίπτωση υποκειμενικής και αντικειμενικής σώρευσης αγωγών και συνένωσης στην ίδια κοινή διαδικασία περισσότερων εννόμων σχέσεων δίκης, από την οποία δεν επηρεάζεται η ανεξάρτητη δικονομική θέση καθενός από τα υποκείμενά τους έναντι των λοιπών (ΑΠ 22/2009, Αρμ. 2009/1873). Τούτο συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, πρώτον, ότι η εκδιδόμενη οριστική απόφαση ως προς έναν των ομοδίκων περατώνει τη δίκη ως προς αυτόν, καθίσταται δε οριστική αυτοτελώς και, συνεπώς, κατά το μέρος της αυτό υπόκειται σε έφεση (άρθρα 513 § 1 στοιχ. β΄ και 517 εδαφ. β΄ ΚΠολΔ) και πριν εκδοθεί οριστική απόφαση για τους λοιπούς ομοδίκους (ΑΠ 800/2021, ο.π., ΑΠ 747/2014, ΑΠ 365/2010, ΑΠ 55/2008, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και, δεύτερον, ότι η συνδρομή στο πρόσωπο ενός ομοδίκου διακοπτικού της δίκης γεγονότος, όπως ο θάνατός του, που μπορεί να γνωστοποιηθεί στο δικαστήριο και από αυτόν που ήταν κατά τη στιγμή που επήλθε ο λόγος της διακοπής πληρεξούσιος του διαδίκου, τον οποίο αφορά ο λόγος αυτός (άρθρο 287 § 2 ΚΠολΔ), δεν επηρεάζει τις δίκες των λοιπών ομοδίκων, που συνεχίζονται χωρίς επανάληψη (ΑΠ 110/2020, ΑΠ 379/2015, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ν. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, 2016, § 26, αρ. 11, σελ. 178, Μ. Γεωργιάδου, σε Χ. Απαλαγάκη [επιμ.] Εφαρμογές Πολιτικής Δικονομίας, 2008, [7], αρ. 26ε, σελ. 116, Στ. Πατεράκης, Προβλήματα ομοδικίας στην κατ’ έφεση δίκη, σε ΝοΒ 1989/545 επομ. [550]). Εξάλλου, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 62 εδαφ. α΄,  286 περ. α΄, 287 § 1 και 290 ΚΠολΔ, που κατ’ άρθρο 524 § 1 του ιδίου Κώδικα εφαρμόζονται και στη διαδικασία της έκκλητης δίκης, συνάγεται ότι οι ορισμοί του νόμου για τη διακοπή και την επανάληψη της δίκης δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση που κάποιος ομόδικος απεβίωσε σε χρόνο μεταγενέστερο της έκδοσης της οριστικής απόφασης, αφού μετά από αυτήν δεν υφίσταται εκκρεμής δικαστικός αγώνας, με αποτέλεσμα την απεύθυνση της κατ’ αυτής εφέσεως (άρθρο 517 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ) υποχρεωτικά εναντίον των καθολικών του διαδόχων (ΑΠ 988/2018, ΧρΙΔ 2019/530), παραγομένης άλλως ακυρότητας του ενδίκου μέσου (619/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) ελεγχόμενης και αυτεπαγγέλτως κατ’ άρθρο 73 ΚΠολΔ (ΑΠ 319/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αφού η συζήτηση της έφεσης που ασκείται από ή στρέφεται κατ’ ανυπάρκτου φυσικού προσώπου θα οδηγούσε στην έκδοση ανυπόστατης δικαστικής απόφασης (άρθρο 313 § 1 περ. δ΄ ΚΠολΔ). Η ακυρότητα τελεί, όμως, υπό την προϋπόθεση ότι ο εκκαλών γνωρίζει την επέλευση του διακοπτικού της δίκης γεγονότος, επειδή έλαβε με οποιονδήποτε τρόπο γνώση του θανάτου και των κληρονόμων του αντιδίκου του πριν την άσκηση της εφέσεως, ώστε να δυνηθεί να την απευθύνει κατ’ αυτών (ΟλΑΠ 27/1987, Δ 1988/573, ΑΠ 895/2020, ΑΠ 1257/2019, ΑΠ 274/2018, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, στην περίπτωση αυτή, η κατ’ αποβιώσαντος έφεση είναι παραδεκτή και η συζήτησή της προχωρεί, εφόσον οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος εφεσίβλητου έχουν ήδη κληθεί νομίμως ή εμφανίζονται κατ’ αυτήν αυτοβούλως και προβαίνουν σε εκούσια επανάληψη της δίκης (ΑΠ 1472/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) άλλως κηρύσσεται απαράδεκτη, προκειμένου να κληθούν οι καθολικοί διάδοχοι του αποβιώσαντος και να προβάλουν υπεράσπιση επί της ουσίας της διαφοράς (ΑΠ 552/2021, ΑΠ 570/2001, ΤριμΕφΑθ. 426/2022, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, το εν λόγω απαράδεκτο αφορά μόνον τον αποβιώσαντα εφεσίβλητο και τους κληρονόμους του, ενώ ως προς τους ομοδίκους του (λοιπούς εφεσίβλητους) η συζήτηση προχωρεί κανονικά, ακόμα και αν αυτοί ερημοδικούν (άρθρο 524 § 4 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ), υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι έχουν κληθεί νόμιμα (ΑΠ 1656/2007, Δνη 2009/1059). Πάντως, η συζήτηση ερήμην των εφεσίβλητων αυτών προβαίνει εφόσον δεν υφίσταται άλλος λόγος απαραδέκτου της. Τέτοιος λόγος προβλέπεται στις διατάξεις των εδαφ. γ΄ και δ΄ της § 4 του άρθρου 524 ΚΠολΔ, που επιβάλλουν στον παριστάμενο εκκαλούντα να προσκομίσει, εντός πέντε [5] ημερών από τη συζήτηση και με ποινή το απαράδεκτό της, αντίγραφα του εισαγωγικού δικογράφου και των προτάσεων του αντιδίκου του, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά και τις εκθέσεις που λήφθηκαν κατ’ αυτήν (ΜονΕφΑθ. 82/2020, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΙΙΙ. Εν προκειμένω, από τη μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενη με αριθμό …………/9.3.2023 επιδοτήρια έκθεση του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …… προκύπτει ότι αντίγραφο της ένδικης έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 124 § 1, 126 § 1 περ. α΄, 127 § 1, 128 §§ 1, 2 και 130 § 1 ΚΠολΔ) στην δεύτερη εφεσίβλητη, η οποία, όμως, δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά τη δικάσιμο αυτή όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε νομότυπα από τη σειρά του οικείου πινακίου, στο οποίο είχε εγγραφεί με πρωτοβουλία της (επισπεύδουσας) εκκαλούσας (βλ. την υπ’ αριθμ. …………/7.3.2023 έκθεση προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς) και, συνεπώς, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Κλήτευση με τον ίδιο τρόπο (δια θυροκολλήσεως) επιχειρήθηκε και όσον αφορά τον πρώτο εφεσίβλητο, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. …………/9.3.2023 έκθεση επιδόσεως του ιδίου ως άνω δικαστικού επιμελητή, στην οποία αναγράφεται ότι ο ………… δεν βρέθηκε στην αναγραφόμενη στην αγωγή και στην έφεση οικία του, η δε σύνοικος μητέρα του . ……….. αρνήθηκε την παραλαβή του προς επίδοση δικογράφου, χωρίς να γνωστοποιήσει οποιοδήποτε άλλο γεγονός. Όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης εμφανίστηκε στο ακροατήριο η ……., δικηγόρος Πειραιώς με αριθμό μητρώου ΔΣΠ …………., η οποία, αφού ζήτησε και έλαβε το λόγο, δήλωσε με την ιδιότητα της πληρεξούσιας δικηγόρου του στην πρωτοβάθμια δίκη (την οποία από την εκκαλουμένη αποδεικνύεται ότι πράγματι είχε) ότι ο πρώτος εφεσίβλητος έχει αποβιώσει, προσκόμισε δε, αφενός, την υπ’ αριθμ. πρωτοκόλλου …../3.11.2022 ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ληξιάρχου του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας Πειραιώς, στην οποία αναγράφεται ως χρόνος θανάτου η 1η.11.2022, μεταγενέστερος δηλαδή της δημοσίευσης της εκκαλουμένης και προγενέστερος της καταθέσεως της ένδικης έφεσης και, αφετέρου, δύο [2] δηλώσεις αποποίησης κληρονομίας, τις οποίες υπέβαλαν στη Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πειραιώς οι φερόμενοι ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αποβιώσαντος …. και …………., που γεννήθηκαν στις 11.6.1991 και στις 14.10.1994 αντίστοιχα.

IV. Με βάση όσα προαναφέρθηκαν και με δεδομένο το δεσμό απλής ομοδικίας τόσο μεταξύ των εναγόντων (ενεργητικώς) όσο και μεταξύ των εναγομένων (παθητικώς) της από 14.11.2019 αγωγής, η ένδικη έφεση παραδεκτώς ασκήθηκε από μόνη την εκκαλούσα πριν η εκκαλούμενη να καταστεί οριστική και ως προς τον έτερο ενάγοντα ……….., συννόμως δεν απευθύνθηκε και κατά της εκ των εναγομένων ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «. ………….», ως προς την οποία η αγωγή απορρίφθηκε και εγκύρως στράφηκε κατά του πρώτου εφεσίβλητου, μολονότι αυτός είχε ήδη κατά την άσκησή της αποβιώσει, δεδομένου ότι από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν επιβεβαιώνεται ότι η εκκαλούσα τελούσε κατά την κατάθεση του εφετήριου σε γνώση του επισυμβάντος θανάτου του, όπως και η ίδια με την προσθήκη στις προτάσεις της υποστηρίζει. Όμως, με τη γνωστοποίηση του θανάτου του στο ακροατήριο επήλθε βίαιη διακοπή της δίκης (άρθρο 286 περ. α΄ ΚΠολΔ) και πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης κατά το μέρος της που στρέφεται κατά του αποβιώσαντος πρώτου εφεσίβλητου, προκειμένου να επαναληφθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η (μη περατούμενη) δίκη είτε εκουσίως με δήλωση των δικαιούμενων στην επανάληψή της (άρθρο 290 ΚΠολΔ) είτε αναγκαστικώς με πρόσκληση της εκκαλούσας προς τους κληρονόμους του πρώτου εφεσίβλητου (άρθρα 291 και 292 ΚΠολΔ), ώστε να προβάλουν αυτοί υπεράσπιση επί της ουσίας της διαφοράς. Παράλληλα, η συζήτηση της έφεσης δεν μπορεί να προχωρήσει ούτε και ως προς την απολιπόμενη δεύτερη εφεσίβλητη, μολονότι αυτή κλητεύθηκε νόμιμα και θα έπρεπε να θεωρηθεί παρούσα (άρθρο 524 § 4 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ) και τούτο διότι η παριστάμενη εκκαλούσα παραλείπει την προσκομιδή των πρωτόδικων προτάσεων της αντιδίκου της, αν και υπέχει προς τούτο νόμιμη υποχρέωση, προκειμένου να κριθεί η ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης με βάση τους νομίμως προβληθέντες στον πρώτο βαθμό ισχυρισμούς όλων των διαδίκων. Ενόψει, τέλος, του ότι δεν είναι οριστική η απόφαση που είτε διαπιστώνει τη διακοπή της δίκης λόγω θανάτου κάποιου διαδίκου (ΑΠ 382/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) είτε κηρύσσει για οποιονδήποτε λόγο το απαράδεκτο της συζήτησης της υπόθεσης (ΑΠ 300/2010, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Δ. Κονδύλης, Το δεδικασμένο κατά τον ΚΠολΔ, 2007, § 9, αρ. 5, σελ. 144), δεν μπορεί εν προκειμένω να γίνει λόγος για την επιβολή δικαστικών εξόδων.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζοντας ερήμην των εφεσιβλήτων.

Αποφαίνεται ότι έχει επέλθει βίαιη διακοπή της δίκης ως προς τον πρώτο εφεσίβλητο.

Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της έφεσης στο σύνολό της.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ