Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 353/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης   353 /2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: ……………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του, Ανθή Γιαννούλου,

Της εφεσίβλητης: Εταιρείας με την επωνυμία «………….» και διακριτικό τίτλο “……….”, που εδρεύει στο …… οδός …….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ………., αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με τον ν. 4354/2015, δυνάμει της με αριθ. 220/13.3.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων [υπ’ αριθ. 880/16.3.2017 ΦΕΚ (τ.Β’)], ως μη δικαιούχος διάδικος και ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία “…….” (……..), που εδρεύει στο ….. . (οδός ……………..) με αριθμό καταχώρισης στο μητρώο εταιρειών της Ιρλανδίας ……, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, δυνάμει της από 25.5.2021 Σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων και η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπυρίδωνα Κολιγλιάτη (ΔΕ  Α. ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ- Α. ΜΑΝΤΖΙΟΥ Δικηγορική Εταιρεία).

Ο εκκαλών άσκησε κατά της εφεσίβλητης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 16.5.2022 (με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …./2022) ανακοπή κατά αναγκαστικής κατάσχεσης και επί της οποίας (ανακοπής) εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων η 3237/2022 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου (ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών), που απέρριψε την ανακοπή.

Ο ανακόπτων προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση με την από 1-11-2022 έφεσή του στην οποία σώρευσε αίτηση αναστολής εκτέλεσης κατ’ άρθρο 938 παρ.2 ΚΠολΔ, με αίτημα έκδοσης προσωρινής διαταγής και την οποία κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, την 1.11.2022 με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …/2022. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε στις 3.11.2022 στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …/2022 (και αφού είχε ήδη οριστεί η 2.11.2022 ως ημερομηνία συζήτησης του αιτήματος έκδοσης προσωρινής διαταγής), οπότε δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η έφεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εισάγεται προς συζήτηση η από 1.11.2022 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …./2022 και για προσδιορισμό δικασίμου στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …./2022) έφεση με σωρευμένη αίτηση αναστολής εκτέλεσης (κατ’ άρθρο 938 παρ.2 ΚΠολΔ) του ……… κατά της εταιρείας “……….» ως μη δικαιούχου διάδικου και διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού “……….” προς εξαφάνιση της 3237/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), το οποίο δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την (με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …../2022) ανακοπή του νυν εκκαλούντος κατά της εφεσίβλητης και κατά της υπ’ αριθ. ………./8.4.2022 (άλλως ……../2022 ως αναφέρεται στα εσωτερικά της φύλλα) έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικ. επιμελητή του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …………. (και όχι και κατά του υπ’ αριθ. …./2022 αποσπάσματος της ως άνω έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης όπως ανακριβώς αναφέρεται στο εφετήριο) απέρριψε την ανακοπή. Ήδη με το υπό κρίση δικόγραφο ο εκκαλών-αιτών ζητεί: 1) να ανασταλεί μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της παρούσας έφεσης κατά της ως άνω 3237/2022 απόφασης η αναγκαστική εκτέλεση που διενεργείται σε βάρος του δυνάμει της υπ’ αριθ. ………./8.4.2022 (άλλως ……../2022 όπως αναφέρεται στα εσωτερικά της φύλλα) έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικ. επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……… που του επιδόθηκε στις 8.4.2022 με την οποία τίθεται σε πλειστηριασμό στις 10.11.2022 ημέρα Πέμπτη και από ώρα 10 π.μ. έως 12 μ. της ίδιας μέρας, με ηλεκτρονικά μέσα (ηλεκτρονικός πλειστηριασμός) στην πλατφόρμα ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ (https//www.eauction.gr) ενώπιον της Συμβ/φου Αθηνών ………., κατοίκου Αθηνών, οδός ………. ή ενώπιον του νόμιμου αναπληρωτή της ένα διαμέρισμα ισογείου ορόφου πλήρους κυριότητάς του/νομής/κατοχής του στη δυτική πλευρά οικοδομής κτισμένης επί οικοπέδου άρτιου και οικοδομήσιμου, εμβαδού 104 τ.μ., μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο της πόλης του Πειραιά, στη θέση «……..» (περιοχή «……..») και επί της οδού …… (πρώην ………), που έχει επιφάνεια 52 τ.μ. περίπου, εκτιμηθείσας αξίας 34.000 ευρώ περίπου, κατόπιν της από 21.12.2021 επιταγής προς εκτέλεση που του κοινοποιήθηκε κάτωθι του υπ’ αριθ. …/2014 α’ εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθ. …../2014 διαταγής πληρωμής με την υπ’ αριθ. …….. ΣΤ/18-1-2022 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ……….. και 2) να εξαφανισθεί για τους λόγους που αναπτύσσονται στο εφετήριο ως μη νόμιμη κι εσφαλμένη η 3237/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και να γίνει δεκτή από το παρόν Δικαστήριο ως νόμιμη και βάσιμη η υπ’ αριθ. Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. ………/2022 κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ ανακοπή του εκκαλούντος ώστε να ακυρωθεί: α) η υπ’ αριθ. ……../8.4.2022 (άλλως ………../2022 όπως αναφέρεται στα εσωτερικά φύλλα) έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικ. επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……….. που του επιδόθηκε στις 8.4.2022 και β) το υπ’ αριθ. ……./2022 απόσπασμα της ως άνω έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης και γ) κάθε μεταγενέστερη αυτών πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης. Τέλος, να καταδικασθεί η εφεσίβλητη-καθ’ης η ανακοπή στη συνολική δαπάνη του εκκαλούντος-ανακόπτοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, οι σωρευμένες στο ίδιο δικόγραφο αίτηση αναστολής και έφεση αρμοδίως εισάγονται για να συζητηθούν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αντίστοιχα κατά τα άρθρα 938 παρ.2 ΚΠολΔ (ως αυτό ισχύει, μετά τη γενόμενη τροποποίησή του με το Ν.4842/2021, που τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω, λόγω του χρόνου επιδόσεως της από 21-12-2021 επίδικης επιταγής προς πληρωμή, στις 18-1-2022) και 19 περ.α’ του ΚΠολΔ. Ειδικότερα ως προς την αίτηση αναστολής της εκτέλεσης σημειώνεται ότι και μετά την προσθήκη του άρθρου 938 ΚΠολΔ με το άρθρο 60 του ν. 4842/2021, στην κατάσχεση ακινήτων εξακολουθεί να μην παρέχεται η δυνατότητα αναστολής της εκτελεστικής διαδικασίας με την άσκηση της ανακοπής, αφού με βάση τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 938 ΚΠολΔ παρέχεται τέτοια δυνατότητα μόνο κατόπιν ασκήσεως ενδίκου μέσου κατά της απορριπτικής απόφασης που εκδόθηκε επί της ανακοπής, όχι αυτοδικαίως, αλλά μετά από αίτηση του ασκούντος το ένδικο μέσο που υποβάλλεται στο δικαστήριο του ένδικου μέσου όχι αυτοτελώς, αλλά είτε με το ένδικο μέσο, είτε με τις προτάσεις επ’ αυτού. Το δικαστήριο του ένδικου μέσου δικάζει την αίτηση αυτή με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και διατάσσει την αναστολή με ή χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ένδικου μέσου. Επίσης, μπορεί να διαταχθεί η πρόοδος της αναγκαστικής εκτέλεσης αφού δοθεί εγγύηση. Η αναστολή ή η εγγυοδοσία παρέχεται στην περίπτωση αυτή μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί του ένδικου μέσου κατ’ άρθρο 938 παρ.5 ΚΠολΔ, δεδομένου όμως ότι η αίτηση δεν υποβάλλεται κατά τα προαναφερθέντα αυτοτελώς, αλλά με το ένδικο μέσο ή με τις προτάσεις επ’ αυτού, είναι βέβαιο ότι θα συνεκδικασθεί με το ένδικο μέσο και συνεπώς θα εκδοθεί ενιαία απόφαση και επί της αιτήσεως αναστολής και επί του ένδικου μέσου (εκτός από την περίπτωση που ζητηθεί και προσδιορισθεί για τη σωρευμένη στο εφετήριο αίτηση αναστολής χωριστή δικάσιμος και μάλιστα νωρίτερα από τη δικάσιμο της έφεσης). Ως εκ τούτου, πρακτικά η σημασία της υποβολής αιτήσεως αναστολής κατόπιν ασκήσεως ενδίκου μέσου έγκειται στο ότι παρέχεται από τη διάταξη του άρθρου 938 παρ.3 ΚΠολΔ, η δυνατότητα να ζητηθεί σημείωμα (προσωρινή διαταγή) μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί του ενδίκου μέσου (βλ. Π. Ρεντούλη σε Απαλαγάκη- Σταματόπουλου, Ο Νέος ΚΠολΔ 2, Νομική Βιβλιοθήκη 2022, σελ. 3029, παρ.4 και 5). Στην προκειμένη, λοιπόν, περίπτωση παραδεκτά μεν υποβάλλεται με το εφετήριο και αίτηση αναστολής εκτέλεσης με βάση την επιβληθείσα αναγκαστική κατάσχεση ακινήτου, πλην όμως δεδομένου ότι υποβλήθηκε με το ίδιο δικόγραφο από τον εκκαλούντα-αιτούντα και αίτημα έκδοσης σημειώματος περί αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση απόφασης επί του ενδίκου μέσου, το οποίο εξετάσθηκε κι έγινε δεκτό από την Πρόεδρο Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιά στις 2.11.2022, η οποία ανέστειλε την εκτέλεση που επισπεύδεται σε βάρος του εκκαλούντος-αιτούντος με την με αρ. ………../2022 εκθ. αν. εκτέλεσης ακινήτου μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ασκηθείσας έφεσης (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2022), χωρίς μέχρι την ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτηση της έφεσης η εκδοθείσα προσωρινή διαταγή να έχει ανακληθεί, καθίσταται άνευ αντικειμένου, ελλείψει έννομου συμφέροντος η εξέταση της σωρευμένης στο ίδιο δικόγραφο αίτησης αναστολής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της παρούσας έφεσης. Περαιτέρω, η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ, καθώς η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 25.10.2022, η δε κατ’ αυτής έφεση ασκήθηκε την 1.11.2022, χωρίς να αποδεικνύεται ότι προηγήθηκε επίδοσή της από τον ένα διάδικο στον άλλο και πριν παρέλθει διετία από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Επομένως, η έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατ’ άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ, εφαρμοζομένης της ίδιας ειδικής διαδικασίας των περιουσιακών διαφορών κατ’ άρθρο 591 παρ.7 του ίδιου Κώδικα, όπως και στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας. Σημειωτέον ότι όπως βεβαιώνεται στην από 1.11.2022 έκθεση κατάθεσης ένδικου μέσου της γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά κατατέθηκε το e-Παράβολο με αριθμό ………../2022 ποσού 100 ευρώ σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ.3 στοιχ. Αβ του ΚΠολΔ.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 933 παρ. 1 εδ. γ` ΚΠολΔ νέοι λόγοι ανακοπής μπορούν να προταθούν μόνο με πρόσθετο δικόγραφο, που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή, κάτω από το οποίο συντάσσεται έκθεση και κοινοποιείται στον αντίδικο οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν τη συζήτηση και επομένως λόγοι, που δεν περιέχονται στο δικόγραφο της ανακοπής, δεν επιτρέπεται να προταθούν με τρόπο διαφορετικό, όπως με τις έγγραφες προτάσεις του ανακόπτοντος της πρωτοβάθμιας δίκης (ΑΠ 531/2022 στην ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, ενόψει του ότι ως λόγος έφεσης μπορεί να προταθεί παραδεκτά, όχι οποιοδήποτε σφάλμα της εκκαλουμένης απόφασης, αλλά μόνον εκείνο στο οποίο θεμελιώνεται το διατακτικό της, στο πλαίσιο της δίκης περί την εκτέλεση αποκλείεται η προβολή για πρώτη φορά στον δεύτερο βαθμό λόγου ακυρότητας της προσβαλλόμενης πράξης της εκτελεστικής διαδικασίας, που δεν είχε προταθεί και ως λόγος ανακοπής, κύριος ή πρόσθετος (ΑΠ 1297/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1390/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 660/2005 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 490/2004 ΕλλΔνη 2006. 476, ΑΠ 1489/2002 ΕλλΔνη 2004. 749, ΕφΑθ 3078/2021 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΚρητ 13/2021 ΝΟΜΟΣ, Κεραμέας/Κονδύλης/Νίκας [-Π. Μάζης], Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας – Αναγκαστική Εκτέλεση, 2021, άρθρο 933, αριθ. 24, σελ. 217, πρβλ. ΑΠ686/2018 ΧρΙΔ 2019. 371), καθώς στην περίπτωση αυτή ο λόγος της έφεσης θα είναι αλυσιτελής, δεδομένου ότι η πλημμέλεια, που με αυτόν αποδίδεται στην εκκαλουμένη απόφαση, αποκλείεται να επέδρασε στο διατακτικό της, αφού επ’ αυτού, ως μη προταθέντος, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν απεφάνθη. Αυτό ισχύει ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 527 ΚΠολΔ, ασχέτως δηλαδή του εάν ο λόγος είναι οψιγενής ή προαποδεικνύεται, καθόσον ο λόγος ανακοπής επέχει θέση ιστορικής βάσης αγωγής και η βραδεία προβολή του δεν αντιμετωπίζεται από την προαναφερόμενη διάταξη, αλλά από εκείνες των άρθρων 216 παρ. 1 εδ. α και 224 ΚΠολΔ. Επιπροσθέτως η δυνατότητα καθυστερημένης πρότασης νέου λόγου ανακοπής για πρώτη φορά στην έκκλητη δίκη θα παραβίαζε α) τις δικονομικές αρχές των δύο βαθμών δικαιοδοσίας και της τήρησης προδικασίας, που θεμελιώνονται αντίστοιχα στις διατάξεις των άρθρων 12 και 111 ΚΠολΔ (Βαθρακοκοίλης, Η έφεση, 2015, σελ. 463), β) τη διάταξη του άρθρου 525 ΚΠολΔ, που αποτελεί εκδήλωση της πρώτης από τις ανωτέρω αρχής (Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, 2018, σελ. 717) και κατά την οποία αντικείμενο της κατ’ έφεση δίκης δεν μπορεί να αποτελέσει αίτηση, που δεν υποβλήθηκε στον πρώτο βαθμό, γ) τη διάταξη του άρθρου 585 παρ. 2 εδαφ. β ΚΠολΔ, που προσδιορίζει τον τρόπο παραδεκτής προβολής νέων λόγων ανακοπής και δ) τη διάταξη του άρθρου 935 ΚΠολΔ, που καθιερώνει την αρχή της συγκέντρωσης των λόγων ανακοπής ως ειδική έκφανση της αρχής του άνευ επικουρίας δικάζεσθαι (Μιχαηλίδου, Η άμυνα κατά της εκτέλεσης, 2017, σελ. 217 επ.). Η τελευταία διάταξη, που οφείλει την ύπαρξή της, αφενός, στην πλειονότητα των ελαττωμάτων, που ενδέχεται να βαρύνουν την ίδια πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης και, αφετέρου, στον περιορισμό των αντικειμενικών ορίων του δεδικασμένου σε μόνους τους ισχυρισμούς (αντιρρήσεις) που προτάθηκαν με ανακοπή κατ’ αυτής και κρίθηκαν, καθιστά υποχρεωτική την αντικειμενική σώρευση στο ίδιο δικόγραφο των περισσότερων λόγων ανακοπής, που αποτελούν ταυτόχρονα και περισσότερα αντικείμενα δίκης, αφού καθένας τους συνιστά κατ’ ουσίαν ιδιαίτερη και αυτοτελή ανακοπή. Ως εκ τούτου η διάταξη της απόφασης, που αποφαίνεται για κάθε συγκεκριμένο λόγο ανακοπής, συνιστά ιδιαίτερο κεφάλαιο δίκης και αν ο λόγος δεν προταθεί με την ανακοπή ή με δικόγραφο προσθέτων αυτής λόγων δεν δημιουργείται κεφάλαιο, ώστε να μεταβιβαστεί στο δεύτερο βαθμό με την έφεση (βλ. για τα ανωτέρω ΜονΕφΑθ 8/2023 στην ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΠειρ 425/2021 στην ΤΝΠ Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση στην ένδικη ανακοπή που απορρίφθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση περιέχονταν δύο λόγοι ανακοπής κατά της υπ’ αριθ. ………… (ως στο πρώτο φύλλο αριθμείται) από 8.4.2022 άλλως ………./2022 (ως αριθμείται σε κάθε επόμενο φύλλο) έκθεσης αναγκαστικής κατασχέσεως ακινήτου περιουσίας του δικ. επιμελητή του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ……………. και της δυνάμει αυτής επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης. Ο πρώτος λόγος αφορούσε σε ασάφεια-αοριστία της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης επειδή στο μεν πρώτο φύλλο αυτής φέρει τον αριθμό ……… και ημερομηνία 8 Απριλίου 2022, στο δε επόμενο φύλλο αυτής (2ο φύλλο), αλλά και σε κάθε επόμενο (ήτοι 3ο, 4ο και 5ο) αναφέρεται ως αριθμός της έκθεσης κατάσχεσης ο …………/2022. Ο δεύτερος λόγος αφορούσε σε ακυρότητα της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης κατά τα άρθρα 147 παρ.2, 954 παρ.2 εδ.ε’, 993 παρ.2 και 940Α ΚΠολΔ επειδή με αυτή ορίστηκε να διενεργηθεί αναγκαστικός πλειστηριασμός ηλεκτρονικά στις 10.11.2022, ήτοι επτά μήνες και δύο ημέρες από την περάτωση της κατάσχεσης που έγινε στις 8.4.2022, συμπεριλαμβανομένου όμως εσφαλμένως- κατά τον ανακόπτοντα- για τον υπολογισμό του υποχρεωτικού επταμήνου που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 954 παρ.2 στοιχ.ε’ και 993 παρ.2 ΚΠολΔ και του χρονικού διαστήματος από 1 έως 31 Αυγούστου κατά παράβαση του άρθρου 940Α ΚΠολΔ, καίτοι η επτάμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά το χρονικό διάστημα από 1-31 Αυγούστου και δεν προσμετράται για τον υπολογισμό του υποχρεωτικού επταμήνου από την περάτωση της κατάσχεσης. Ήδη όμως με την έφεσή του ο εκκαλών εισάγει το πρώτον νέους λόγους ανακοπής που αφορούν α) σε έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης της εφεσίβλητης εταιρείας με βάση τον ν. 4354/2015 ως μη δικαιούχου διαδίκου και διαχειρίστριας των ένδικων απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού “………………” η οποία απέκτησε τις ένδικες απαιτήσεις στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων βάσει του ν. 3156/2003 και στην περίπτωση αυτή κατά τον εκκαλούντα δεν εφαρμόζεται ο ν. 4354/2015 ως προς τη νομιμοποίηση της εφεσίβλητης να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση, β) σε έλλειψη κοινοποίησης κατ’ άρθρο 925 ΚΠολΔ στον καθ’ου  η εκτέλεση εκκαλούντα όλων των απαιτούμενων εγγράφων και με τη νόμιμη επικύρωση που να νομιμοποιούν την εφεσίβλητη, αλλά και την εντολέα της “……………” ως δικαιούχους της απαίτησης για να συνεχίσουν τη σε βάρος του αναγκαστική εκτέλεση, γ) σε αοριστία της έκθεσης κατάσχεσης λόγω μη εξειδίκευσης σε τι ακριβώς αφορά το ποσό των 50.000 ευρώ για το οποίο επιβλήθηκε κατάσχεση στο ένδικο ακίνητο και σε αοριστία του δημοσιευθέντος αποσπάσματος αυτής, καθώς οι φωτογραφίες του ακινήτου που έχουν αναρτηθεί στο site e-auction.gr αφορούν στο γειτονικό ακίνητο και όχι στο κατασχεθέν και δ) σε κατάχρηση δικαιώματος κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, επειδή ο εκκαλών δεν προσκλήθηκε εξωδίκως πριν από την πώληση της κατ’ αυτού απαίτησης στην “………………….” για διαπραγμάτευση προς ρύθμιση της οφειλής του. Υποστηρίζει δε αυτός ότι οι παραπάνω ισχυρισμοί του περί ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης της εφεσίβλητης και κατάχρησης δικαιώματος κατ’ άρθρο 281 ΑΚ νομίμως και παραδεκτά προβάλλονται με την έφεσή του: α) κατ’ άρθρο 527 παρ.3 ΚΠολΔ διότι είτε εξετάζονται αυτεπαγγέλτως, είτε μπορούν να προβληθούν σε κάθε στάση δίκης και β) παράλληλα αποδεικνύονται εξ εγγράφων «παραχρήμα» (άρθρο 527 παρ.6 ΚΠολΔ). Ότι περαιτέρω ο προτεινόμενος λόγος ακύρωσης λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης βασίζεται και στο σκεπτικό της απόφασης ΑΠ 822/2022, η οποία έγινε γνωστή μετά τη συζήτηση της ένδικης ανακοπής και ότι συνεπώς συντρέχει εν προκειμένω και η περίπτωση της παρ.2 του άρθρου 527 ΚΠολΔ. Οι παραπάνω λόγοι ανακοπής τυγχάνουν απορριπτέοι ως απαράδεκτοι, καθώς το πρώτον προτάθηκαν με το δικόγραφο της υπό κρίση έφεσης ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, χωρίς να εισαχθούν ως λόγοι ανακοπής ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα όσα αναλυτικά εκτίθενται στη μείζονα σκέψη και χωρίς να μπορούν να εισαχθούν κατ’ εξαίρεση στο εφετείο με επίκληση των διατάξεων του άρθρου 527 ΚΠολΔ, κατά τα αναλυτικώς προαναφερόμενα, παρά τα όσα υποστηρίζει ο εκκαλών.

Παρακάτω, με το πρώτο σκέλος του τρίτου λόγου της έφεσής του ο εκκαλών παραπονείται επειδή ενώ με τον πρώτο λόγο της ένδικης ανακοπής του πρόβαλε ελάττωμα αοριστίας της προσβαλλόμενης έκθεσης κατάσχεσης και δη ότι άλλον αριθμό φέρει το πρώτο φύλλο της (…./2022) και άλλον στα επόμενα φύλλα μέχρι το τέλος της (…../2022) και ότι γι’ αυτό πρέπει να ακυρωθεί η ανωτέρω έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, η εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε τον σχετικό ισχυρισμό ως αβάσιμο. Σχετικά με τον λόγο αυτό ανακοπής το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 993 παρ.1 εδ.α’ ΚΠολΔ, για την επιβολή κατάσχεσης ακινήτου αρκεί η σύνταξη κατασχετήριας έκθεσης από τον δικαστικό επιμελητή μπροστά σε ενήλικο μάρτυρα και ότι χωρίς αυτήν η κατάσχεση δεν λαμβάνει χώρα και όλη η εκτελεστική διαδικασία καθίσταται ανίσχυρη. Ότι πλημμέλειες αυτής της πράξης μπορούν να οδηγήσουν σε ακύρωση της κατάσχεσης μόνο με τη συνδρομή βλάβης, στην δε προκειμένη περίπτωση ο ισχυρισμός του ανακόπτοντος ότι η προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης τυγχάνει ακυρωτέα επειδή φέρει στο πρώτο φύλλο αυτής τον αριθμό «………..», πλην όμως στα επόμενα φύλλα της αναφέρεται ως αριθμός αυτής ο «….» είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, αφού η προβαλλόμενη πλημμέλεια ουδόλως συνδέεται με την ύπαρξη βλάβης και δη ανεπανόρθωτης, την οποία άλλωστε ο ανακόπτων δε επικαλείται. Απορρίπτοντας με την παραπάνω αιτιολογία ως μη νόμιμο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο τον πρώτο λόγο της ένδικης ανακοπής, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε, τα όσα δε αντίθετα προβάλλει με τον σχετικό λόγο έφεσης ο εκκαλών πρέπει να απορριφθούν ως νόμω αβάσιμα. Σημειώνεται ότι τυχόν λάθη που παρεισφρύουν κατά τη σύνταξη της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, όπως το προβαλλόμενο με τον παραπάνω λόγο ανακοπής, που αφορά σε εσφαλμένη αναγραφή ενός ψηφίου του τετραψήφιου αριθμού που φέρει στην πρώτη της σελίδα η έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, με άλλο ψηφίο στις επόμενες σελίδες της ίδιας έκθεσης συνιστά επουσιώδες σφάλμα της σχετικής έκθεσης, το οποίο αντιμετωπίζεται όχι με την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, αλλά με τη διορθωτική ανακοπή του άρθρου 954 παρ.4 ΚΠολΔ που ορίζει ότι ύστερα από ανακοπή του επισπεύδοντος ή του καθ’ ου η εκτέλεση ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον, το αρμόδιο κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686επ., μπορεί να διατάξει τη διόρθωση της έκθεσης.

Ακολούθως, με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση έφεσης, ο εκκαλών υποστηρίζει ότι κατόπιν εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 147 παρ.2, 954 παρ.2 ε, 993 παρ.2 και 940Α του ΚΠολΔ, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό του ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις εκτέλεσης είναι ακυρωτέες επειδή για τον υπολογισμό της επτάμηνης προθεσμίας των εφαρμοστέων διατάξεων των άρθρων 954 παρ.2 ε’, 993 παρ.2 ΚΠολΔ που απαιτείται να μεσολαβήσει από την επιβολή της κατάσχεσης μέχρι την ημερομηνία του πλειστηριασμού εσφαλμένα συμπεριελήφθη το διάστημα από 1η έως 31η Αυγούστου 2022, που κατ’ άρθρο 940Α ΚΠολΔ δεν λαμβάνεται υπόψιν. Ότι συγκεκριμένα, ενώ η περάτωση της κατάσχεσης έγινε στις 8.4.2022, ο πλειστηριασμός ορίσθηκε στις 10.11.2022, δηλαδή σε χρονικό διάστημα λιγότερο των επτά μηνών που απαιτεί υποχρεωτικά το άρθρο 954 παρ.2 εδ.ε’ του ΚΠολΔ, διότι προσμετρήθηκαν οι 1-31 ημέρες του μηνός Αυγούστου- μήνας κατά τον οποίο κατ’ άρθρο 940Α ΚΠολΔ δεν μπορούν να λαμβάνουν χώρα πράξεις εκτέλεσης και η σχετική προθεσμία δεν πρέπει να συνυπολογίζεται στο επτάμηνο. Ότι ωστόσο η προσβαλλόμενη απόφαση έκρινε ότι το διάστημα 1-31 Αυγούστου ορθώς συμπεριλαμβάνεται στην προθεσμία του άρθρου 954 παρ.2 ΚΠολΔ, κάτι που συνιστά σφάλμα και ότι γι’ αυτό η εκκαλούμενη πρέπει να εξαφανιστεί και να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος της ανακοπής του. Ο λόγος αυτός ανακοπής ορθά απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως μη νόμιμος, καθώς ο ανακόπτων εσφαλμένα υπολαμβάνει ότι με το άρθρο 940Α ΚΠολΔ αναστέλλεται κατά τη διάρκεια του μηνός Αυγούστου η ως άνω προπαρασκευαστική προθεσμία των επτά μηνών. Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 954 παρ.2 στ.ε’ του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 63 του ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α`190/13-10-2021) και του άρθρου 993 παρ.2 εδ. α’ και β’ ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 76 του ν. 4842/2021, τα οποία εφαρμόζονται σε όσες κατασχέσεις επιβληθούν μετά την 1-1-2022, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 116 παρ.6 περ.ε’ του ν. 4842/2021, η κατασχετήρια έκθεση ακινήτου πρέπει να αναφέρει την ημέρα διενέργειας του πλειστηριασμού, ο οποίος ορίζεται υποχρεωτικά σε επτά (7) μήνες από την ημερομηνία της περάτωσης της κατάσχεσης και πάντως όχι μετά την παρέλευση οκτώ (8) μηνών από την ημερομηνία αυτή, και εάν η ως άνω προθεσμία συμπληρώνεται το μήνα Αύγουστο, τότε για τον υπολογισμό της λαμβάνεται υπόψη ο επόμενος μήνας. Κατά τη διάταξη του άρθρου 940Α εδ. α’ ΚΠολΔ εξάλλου, στο χρονικό διάστημα από 1 μέχρι 31 Αυγούστου δεν επιτρέπεται η διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης και της επιταγής προς εκτέλεση, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 147 παρ.2 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά τους ν. 4335/2015 και 4411/2016, το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται για τις προθεσμίες των άρθρων 503, 518 παρ.1, 545 παρ.1 και 2, 564 παρ.1 και 2, καθώς και των άρθρων 153, 215 παρ.2, 237 παρ.1 και 2, 238 παρ.1, 598, 632 παρ.2, 633 παρ.2, 642, 715 παρ.5, 729 παρ.5, 847 παρ.1, 926 παρ.2, 934 παρ.1 στ.α`και β`, 943 παρ.4, 955, 966 παρ.2 και 3, 971 παρ.1, 972 παρ.1 στοιχείο β`, 973, 974, 979 παρ.2, 985 παρ.1, 986, 988 παρ.1, 995 και 997 παρ.2..  Δικαιολογητικός λόγος της θέσπισης των διατάξεων των άρθρων 954 παρ.2 και 993 παρ.2 ΚΠολΔ, όπως έχουν ήδη διαμορφωθεί, ήταν αφενός μεν η επιτάχυνση και η απλοποίηση της εκτελεστικής διαδικασίας και αφετέρου η τοποθέτηση του πλειστηριασμού σε χρονικό σημείο κατά το οποίο θα έχουν ολοκληρωθεί σε πρώτο βαθμό οι δίκες περί την εκτέλεση και ο καθ’ου η εκτέλεση θα έχει ήδη προβάλει τις αντιρρήσεις του. Με τις νέες διατάξεις του άρθρου 993 παρ.2 εδ.α` και β` ΚΠολΔ, που αφορούν στην κατάσχεση και το χρόνο διενέργειας πλειστηριασμού ακινήτου, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 76 του ν. 4842/2021 (αντίστοιχη είναι μετά το ν 4842/2021 η διάταξη του άρθρου 954 παρ.2 περ. ε’ για τον προσδιορισμό της ημέρας διενέργειας του πλειστηριασμού κινητού πράγματος), εξάλλου, θεσπίζονται αντίστοιχα δύο δικονομικές προθεσμίες και ειδικότερα μία προπαρασκευαστική και μία προθεσμία ενέργειας, διότι αφενός μεν καθίσταται υποχρεωτική η επτάμηνη αναμονή για τη διενέργεια του πλειστηριασμού μετά την κατάσχεση, η οποία συνιστά κατ’ ουσίαν ex lege αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας και αφετέρου προσδιορίζεται το απώτατο χρονικό όριο για τη διενέργειά του, έως οκτώ μήνες από την κατάσχεση. Οι δικονομικές προθεσμίες διακρίνονται σε προπαρασκευαστικές και ενέργειας ανάλογα με το σκοπό που επιδιώκουν. Στη μεν πρώτη περίπτωση θα πρέπει να παρέλθει η τασσόμενη προθεσμία, που προβλέπεται, προκειμένου να διενεργηθεί η διαδικαστική πράξη, διαφορετικά επέρχεται είτε ακυρότητα της πράξης αυτής, είτε απαράδεκτο της συζήτησης, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η διαδικαστική πράξη θα πρέπει να λάβει χώρα εντός της τασσόμενης προθεσμίας, άλλως επέρχεται έκπτωση από το δικαίωμα της επιχείρησής της (άρθρο 151 ΚΠολΔ). Οι προπαρασκευαστικές προθεσμίες δεν αναστέλλονται κατά το μήνα Αύγουστο και σε αυτές δεν εφαρμόζεται το άρθρο 147 παρ.2 ΚΠολΔ. Η υποστηρισθείσα άποψη, σύμφωνα με την οποία η επτάμηνη προθεσμία του άρθρου 954 παρ.2 στ. ε’ ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν το ν. 4842/2021 και ήδη του άρθρου 993 παρ.2 εδ. α’ και β’ του ΚΠολΔ μετά το ν. 4842/2021, που πρέπει να μεσολαβήσει από την περάτωση της κατάσχεσης ακινήτου έως και τη διενέργεια του αναγκαστικού ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, αναστέλλεται κατά το χρονικό διάστημα από 1η έως 31η Αυγούστου και συνεπώς, για τον υπολογισμό του επταμήνου δεν συνυπολογίζεται ο μήνας Αύγουστος, με περαιτέρω αποτέλεσμα να προκαλείται ακυρότητα της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, αν τα ανωτέρω δεν τηρηθούν, συσχετίζει την αναστολή των προθεσμιών, του άρθρου 147 παρ.2 του ΚΠολΔ με την απαγόρευση διενέργειας πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης από 1 έως 31 Αυγούστου κατ’ άρθρο 940Α ΚΠολΔ, υπό την έννοια ότι ο συνυπολογισμός του χρονικού διαστήματος του Αυγούστου στην επτάμηνη προθεσμία παραβιάζει τη διάταξη του άρθρου 940Α ΚΠολΔ. Παραγνωρίζει, ωστόσο, ότι ο νομοθέτης κατά την τροποποίηση του ΚΠολΔ τόσο με το ν. 4335/2015, όσο και με το ν. 4842/2021, επέλεξε συνειδητά και όχι ακούσια να μην εντάξει την προθεσμία του άρθρου 954 παρ.2 στ.ε’ και του άρθρου 993 παρ.2 εδ.α’ και β` ΚΠολΔ στο άρθρο 147 παρ.2 του ΚΠολΔ, όπως αντιθέτως συνέβη με τη διάταξη του άρθρου 973 ΚΠολΔ για τη δήλωση συνέχισης πλειστηριασμού. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για ακούσιο νομοθετικό κενό, που θα επέτρεπε την αναλογική εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 147 παρ.2 ΚΠολΔ. Ούτε τίθεται άλλωστε ζήτημα καταστρατήγησης των δικαιωμάτων του καθ’ου η εκτέλεση, αφού αυτός έχει τη δυνατότητα να ασκήσει τα προβλεπόμενα ένδικα μέσα ή βοηθήματα σε χρονικό διάστημα προγενέστερο της διενέργειας του πλειστηριασμού, όπως συμβαίνει με την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, που ασκείται μέσα σε 45 ημέρες από την κατάσχεση και την ανακοπή του άρθρου 954 παρ.4 εδ.α`ΚΠολΔ, που, όπως και η αναστολή του άρθρου 1000 ΚΠολΔ, ασκούνται 15 τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν τη διενέργεια του πλειστηριασμού. Το ζήτημα του συνυπολογισμού του Αυγούστου στην εν λόγω επτάμηνη προπαρασκευαστική προθεσμία δεν πρέπει να συγχέεται με το μη συναφές θέμα της απαγόρευσης της διενέργειας πράξεων εκτέλεσης από την 1η έως την 31η Αυγούστου, κατά άρθρο 940Α ΚΠολΔ, δηλαδή, μόνο η έναρξη ή η λήξη και όχι η διαδρομή, οποιοσδήποτε προθεσμίας, που σχετίζεται με την αναγκαστική εκτέλεση και εμπίπτει εντός του μηνός Αυγούστου, παρατείνεται για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα μετά την 1η Σεπτεμβρίου. Επομένως, το χρονικό διάστημα από 1η έως 31η Αυγούστου συνυπολογίζεται για τον προσδιορισμό της προθεσμίας επτά (7) μηνών και οκτώ (8) μηνών της διενέργειας του πλειστηριασμού σε περίπτωση κατάσχεσης ακινήτου, που ήδη προβλέπεται στο άρθρο 993 παρ.2 εδ.α’ του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4842/2021 (ΜΕφΠειρ 109/2022 στην ΤΝΠ Νόμος, ΜΕφΑθ 3593/2021, ΜΕφΠειρ 425/2021 στην ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, μετά την τροποποίηση του άρθρου 993 παρ.2 ΚΠολΔ με το ν. 4842/2021, ρητά πλέον ορίζεται στο εδάφιο β’ ότι «…εάν η ανωτέρω προθεσμία συμπληρώνεται τον μήνα Αύγουστο, τότε για τον υπολογισμό της λαμβάνεται υπόψη ο επόμενος μήνας». Επιλύεται κατά τον τρόπο αυτό το προηγουμένως ανακύψαν ζήτημα ως προς το εάν ο Αύγουστος θα έπρεπε να προσμετρηθεί ή όχι στη συγκεκριμένη προθεσμία. Η σχετική πρόβλεψη σημαίνει ότι ο Αύγουστος προσμετράται καταρχάς στους 7-8 μήνες, όταν η προθεσμία δεν λήγει κατά το μήνα Αύγουστο και μόνο στην περίπτωση που η λήξη της εμπίπτει εντός του Αυγούστου, τότε η συμπλήρωση της προθεσμίας επέρχεται τον επόμενο μήνα και ειδικότερα κατά την αντίστοιχη ημερομηνία του επόμενου μήνα Σεπτεμβρίου, αφού πλειστηριασμοί δεν διεξάγονται τον Αύγουστο (έτσι η ΜονΕφΑθ 6316/2022 στην ΤΝΠ Νόμος, ομοίως ΜονΕφΛαρ 42/2023 στην ΤΝΠ Δ.Σ.Α. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΜονΕφΠειρ 199/2023, ΜονΕφΠατρ 488/2022, ΜονΕφΑιγ 16/2022 στην ΤΝΠ Νόμος). Επομένως, ορθά κρίνοντας η εκκαλούμενη απόφαση, απέρριψε ως μη νόμιμο τον σχετικό λόγο ανακοπής και ο ως άνω λόγος έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών υποστηρίζει τα αντίθετα τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος. Μη απομένοντος άλλου παραδεκτώς προβαλλόμενου ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου λόγου έφεσης προς εξέταση, η έφεση πρέπει να απορριφθεί στην ουσία της, όπως κατά τα ανωτέρω και η σωρευθείσα στο ίδιο δικόγραφο αίτηση αναστολής εκτέλεσης. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του κατά την έκβαση της δίκης κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, λόγω απόρριψης της εφέσεως, πρέπει να διαταχθεί κατ’ άρθρο 495 παρ.4 προτελ. εδ. ΚΠολΔ η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα για την άσκηση του ένδικου μέσου e-παραβόλου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει τις σωρευθείσες στο ίδιο δικόγραφο από 1.11.2022 αίτηση αναστολής εκτέλεσης και έφεση κατά της 3237/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών) αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την αίτηση αναστολής εκτέλεσης.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος του εκκαλούντος και ορίζει αυτά στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα για την άσκηση της έφεσης με αριθμό ……………./2022 e-Παράβολου ποσού εκατό (100) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 21.6.2023.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ