Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 324/2023

Αριθμός     324/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2o

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  T.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α.ΕΚΟΥΣΙΩΣ ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………» και το διακριτικό τίτλο  «………», η οποία εδρεύει στο ……. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, υπό την ιδιότητά της ως μη δικαιούχου διαδίκου και ως  διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία  «…….» «……….), η οποία εδρεύει στο ………. της Ιρλανδίας και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Αντωνία Αθανασοπούλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΥΠΕΡ ΗΣ Η ΕΚΟΥΣΙΑ ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας  με την επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο «………», η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, καθολικής  διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία  «……….», λόγω διασπάσεως της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της πρώτης τραπεζικής εταιρεία, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΚΑΘ΄ ΩΝ Η ΕΚΟΥΣΙΑ ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: 1) Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο  «……….», η οποία εδρεύει στον ……. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) ……….. και 3)  …………….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Θεμιστοκλή Κλουκίνα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Β. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ:  1) Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………», η οποία εδρεύει στον ……….. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) ……….. και 3)  …………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Θεμιστοκλή Κλουκίνα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ : Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας  με την επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο «………….», η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Οι καθ΄ων η εκουσια αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση-εκκαλούντες κατέθεσαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  11.12.2014 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2014) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 4/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την ανακοπή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι ανακόπτοντες και ήδη καθ΄ ων η εκουσια αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση-εκκαλούντες με την από  7.7.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……./2020-………/2020) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 25η.11.2021, μετά δε από αναβολή, αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  η εταιρεία με την επωνυμία «………..» κατέθεσε την από  23.11.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2021) εκουσια αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των παρασταθέντων διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η με αριθμό κατάθεσης στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά  ……..//2020 έφεση και η με αριθμό κατάθεσης στη αυτή γραμματεία   ……//2021 αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να  συνεκδικαστούν,  καθώς τελούν μεταξύ τους σε σχέση κύριου και παρεπόμενου (άρθρα  246 και 79 -93 ΚΠολΔ).

Η κρινόμενη  με αριθμό καταθ. στη γραμματεία του Εφετείου  Πειραιά   ………//2020 έφεση κατά της υπ΄αριθμόν  4/2020 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιά  που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων,  κατά την  διαδικασία των διαφορών από  πιστωτικούς  τίτλους   (άρθρα 635, 643, 649,650  ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν προ του 4335/2015) καθώς η διαταγή πληρωμή εξεδόθη βάσει ανώνυμων ομολογιών και τοκομεριδίων ομολογιακού δανείου, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις 2-1-2020, επιδόθηκε στις 21-2-2020 (βλ επισημείωση δικαστικού επιμελητή ……….. επί του σώματος της εκκαλουμένης)  και  η  έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά στις 9-7-2020 δοθέντος ότι οι προθεσμίες των ενδίκων μέσων σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 74 του ν 4690/2020 δεν συμπληρώνονται αν δεν παρέλθουν επιπλέον 30 ημέρες  από την προβλεπόμενη λήξη τους αφαιρουμένου του χρόνου αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων από 13-3-2020 μέχρι 31-5-2020 (άρθρα 495,511,513,516 παρ 1, 517 εδαφ α, 518 παρ 1  και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής κατά την  αυτή  διαδικασία  δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το απαιτούμενο παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. με αριθμό  …………./2020 e-παράβολο).

Οι ανακόπτοντες   και ήδη εφεσίβλητοι    με την με  αριθμό καταθ. ……../2014  ανακοπή που  άσκησαν ενώπιον  του Μονομελούς   Πρωτοδικείου Πειραιά  κατά της  τραπεζικής  εταιρίας «……….»  ζήτησαν   για τους αναφερόμενους σ΄αυτήν  λόγους την ακύρωση της υπ΄αριθμ. ………/2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά  με την οποια υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας  στην καθ΄ης η ανακοπή  τραπεζική  εταιρία το ποσό των  44.742,93 ευρώ    πλέον τόκων και εξόδων. Επί της ανακοπής αυτής εκδόθηκε  η εκκαλουμένη απόφαση με την οποία   απορρίφθηκε η ανακοπή ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν  και επικυρώθηκε  η διαταγή πληρωμής. Ήδη, κατά της αποφάσεως αυτής βάλλουν  οι ανακόπτοντες   παραπονούμενοι   για εσφαλμένη ερμηνεία  και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων  και ζητούν  την εξαφάνιση  της εκκαλουμένης και την παραδοχή  της ανακοπής  με σκοπό  την ακύρωση  της ανακοπτομένης  διαταγής πληρωμής στρεφόμενοι κατά της τραπεζικής εταιρείας «…………..» και  όχι   κατά  της « ………..»  (καθ΄ης η ανακοπή) καθόσον η τελευταία διασπάσθηκε  δι΄απόσχισης του κλάδου τραπεζικής  δραστηριότητας  με  τη σύσταση νέας  εταιρείας  με την επωνυμία «………..», η οποία κατέστη καθολική διάδοχος  αυτής,  σύμφωνα με τις  διατάξεις  του άρθρου 16 του ν 2515/1997 (όπως ισχύει κα ιτροποποιήθηκε με το άρθρο 5 του ν 4664/2020), του άρθρου 145 του ν. 4261/2014 (όπως ισχύει και τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 του ν 4664/2020) και των άρθρων 57 παρ 3, 59 – 74 και 140 -157 του ν 4601/2019 .

1.Από τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση και συνεπώς  για πρώτη φορά και ενώπιον του εφετείου,  περιοριζόμενος σε μόνη την υποστήριξη ή αντίκρουση των λόγων της έφεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1 και 215 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις, που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται με την κοινοποίηση αυτής στους διαδίκους, η οποία στην περίπτωση, που ασκείται για πρώτη φορά στο εφετείο, πρέπει, να γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 1 σε συνδυασμό με 591 παρ. 1 ΚΠολΔ, σε όλους τους μέχρι της άσκησής της διαδίκους, τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν από την συζήτηση. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με την πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που είτε απειλούνται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της αποφάσεως που θα εκδοθεί είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της ίδιας διάταξης του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υποθέσεως (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1329/2017, ΑΠ 611/2013, ΑΠ 1171/2012). Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου, ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΑΠ 1485/2006, ΑΠ 91/2005). Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1564/2017, ΑΠ 1731/2011). Εξάλλου, ως προς τους αναγκαίους ομοδίκους που απουσιάζουν, δεν επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας, αλλά αυτοί αντιπροσωπεύονται από τους παριστάμενους ομοδίκους τους (βλ. ΑΠ 368/2019, ΑΠ 727/2017).

2.Περαιτέρω, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1 περ. γ του ν. 4354/2015 “Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων….”, “Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις, δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις”. Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του άνω νόμου 4354/2015, “Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014. Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου, το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης”.

Στην προκειμένη περίπτωση η εταιρία με την επωνυμία «………..» η οποία είχε αρχικά την επωνυμία «………….» και τον διακριτικό τίτλο  «…………… » και η οποία  εδρεύει στο ………… Αττικής,  επί της οδού  ………..,  με  αυτοτελές δικόγραφο  που φέρει ειδικό  αριθμό καταθ. ………//2021  στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά  ισχυριζόμενη ότι είναι εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις,  της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία « ………….» που εδρεύει στο ……….. της Ιρλανδίας (οδός …………..),  η οποία κατέστη  ειδική  διάδοχος της ανώνυμης εταιρείας «……………..»   λόγω μεταβίβασης σ΄αυτήν απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του ν 3156/2003   μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η απορρέουσα από την ένδικη έννομη σχέση,  άσκησε ως μη δικαιούχος διάδικος, το πρώτον ενώπιον του  Εφετείου Πειραιά, αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση και ζήτησε να απορριφθεί η ανωτέρω  έφεση και να επικυρωθεί η ανακοπτομένη διαταγή πληρωμής.  Η  αυτοτελής αυτή παρέμβαση   ασκείται   παραδεκτά το πρώτον  ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 80 και 83  ΚΠολΔ) και  έχει  επιδοθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι  τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν την συζήτηση της έφεσης   (άρθρο 591 παρ 1β ΚΠολΔ)   τόσο στους εκκαλούντες  όσο και στην  τραπεζική εταιρεία «…………» (εφεσίβλητη) ως  καθολική διάδοχο  της καθ΄ης η ανακοπή  (βλ. υπ΄αριθμούς   …../2021 και ……../2021 εκθέσεις   επίδοσης, αντίστοιχα,  του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ………). Είναι νόμιμη  (άρθρο 1 περ γ΄και άρθρο 2 παρ 4 του ν 4354/2015)  και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ΄ουσίαν

Από την υπ΄αριθμόν ……./21-9-2020  έκθεση επίδοσης της  δικαστικής   επιμελήτριας  στο Εφετείο Αθηνών, …….. ., που προσκομίζουν και επικαλούνται  οι εκκαλούντες  προκύπτει ότι η συζήτηση της έφεσης για την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 25-11-2021 έγινε με επιμέλεια των εκκαλούντων. Κατά την  δικάσιμο αυτή η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας  κατά την οποία η  εφεσίβλητη τραπεζική εταιρία ούτε εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου. Επομένως, πρέπει να δικαστεί ερήμην δοθέντος ότι η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο μετά από αναβολή της υπόθεσης ισχύει ως κλήτευση  όλων των διαδίκων (άρθρο 226 παρ 4 και 498 παρ 2 ΚΠολΔ). Το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ 4 ΚΠολΔ) θεωρουμένης της απολειπομένης εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρίας  ως εκπροσωπουμένης από την ανωτέρω αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα με την οποία συνδέεται με τον δεσμό της αναγκαστικής  ομοδικίας κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της απόφασης αυτής εφόσον αποδειχθεί ότι η προσθέτως παρεμβαίνουσα έχει αναλάβει την διαχείριση της επίδικης απαίτησης από το ομολογιακό δάνειο.

Από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Αρχές Μαρτίου 2006 η πρώτη εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία εξέδωσε στον Πειραιά το από 4-3-2006 Πρόγραμμα Κοινού Ομολογιακού Δανείου ποσού 300.000 ευρώ  με το οποίο κοινοποίησε στην καθ΄ης η ανακοπή  τους όρους του δανείου και κάλεσε αυτήν να συμμετάσχει στην κάλυψή του και στις 10-3-2006 η πρώτη εκκαλούσα  εξέδωσε πολλαπλό τίτλο ομολογιών του δανείου και συγκεκριμένα έναν πολλαπλό τίτλο 16 ομολογιών  με αύξοντες αριθμούς από 1 έως 16. Το κεφάλαιο του ομολογιακού δανείου ανήλθε σε 300.000 ευρώ και διαιρείτο σε 16 ομολογίες  στον κομιστη (ανώνυμες) κάθε μία εκ των οποίων είχε ονομαστική αξία 18.750 ευρώ. Το κεφάλαιο του δανείου θα εξοφλείτο σε 16 ισόποσες  τριμηνιαίες  δόσεις εκ των οποίων η πρώτη θα καταβαλλόταν στις 15-10-2007 και η τελευταία στις 15-7-2011. Ακολούθως, δυνάμει της από 10-3-2006 συμβασης κάλυψης κοινού ομολογιακού δανείου η οποία συνήφθη ανάμεσα στους εκκαλούντες και την καθ΄ης η ανακοπή  η τελευταία συμφώνησε να καλυψει εξ ολοκλήρου το δάνειο κατά την έκδοσή του και για το λόγο αυτό η πρώτη εκκαλούσα εξέδωσε έναν τίτλο  16 ομολογιών τον οποίο και παρέδωσε στην καθ΄ης η  ανακοπή η οποία τον παρέλαβε  αφού κατέβαλε στην πρώτη εκκαλούσα το ποσό των 300.000 ευρώ  που αντιστοιχούσε στην συνολική ονομαστική αξία των ομολογιών. Ως εκ τούτου η καθ΄ης η ανακοπή κατέστη μοναδική ομολογιούχος  δανείστρια και νόμιμη κομίστρια του ανωτέρω  πολλαπλού τίτλου ομολογιών ποσού 300.000 ευρώ, την πληρωμή του οποίου εγγυήθηκαν ο δεύτερος και η τρίτη των εκκαλούντων.  Ωστόσο, η πρώτη των εκκαλούντων δεν ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις της καθόσον  δεν κατέβαλε : α) την  με αριθμό 14 ομολογία της 17-1-2011 ύψους 18700 ευρώ, β) μέρος των συμβατικών τόκων της 15-4-2011 ύψους 405,18 ευρώ, γ)  την με αριθμό 15 ομολογία της 15-4-2011 ύψους 18750 ευρώ, δ) τους συμβατικούς τόκους της 15-7-2011 ύψους 194,99 ευρώ και ε) τη με αριθμό 16 ομολογία της 15-7-2011 ύψους 18.750 ευρώ και επομένως κατά τον χρόνο πληρωμής της  τελευταίας ομολογίας  (15-7-2011) η απαίτηση της  δανείστριας τράπεζας ανερχόταν στο ποσό των 56.850,17 ευρώ, το οποίο στις 16-6-2014 μειώθηκε, λόγω μετέπειτα καταβολών, στο ποσό των 44.742,93 ευρώ, όπως συνομολογείται από αμφότερα τα διάδικα μέρη.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι μετά την έκδοση της εκκαλουμένης (2-1-2020) και πρό της ασκήσεως της έφεσης (9-7-2020) εγκρίθηκε με την υπ΄αριθμόν 31847/20-3-2020 απόφαση του Προϊσταμένου  της Διεύθυνσης Εταιρειών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων  η διάσπαση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας  με την επωνυμία «…………..» (καθ΄ης η ανακοπή)   δι΄αποσχίσεως του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας αυτής με τη σύσταση νέας εταιρείας  – πιστωτικού ιδρύματος  με την  επωνυμία «…………..» (ήδη εφεσίβλητη) και αυθημερόν (20-3-2020) καταχωρίσθηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕ.ΜΗ) η  σχετική απόφαση έγκρισης της διάσπασης αυτής (υπ΄αριθμόν 31907/20-3-2020 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εταιρειών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων). Ως εκ τούτου  η εταιρεία «…………….» (εφεσίβλητη)  κατέστη καθολική διάδοχος  της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας  με την επωνυμία «……………..» (καθ΄ης η ανακοπή).

Εξάλλου, μετά την άσκηση της  έφεσης (9-7-2020)  η εταιρεία «…………….» (εφεσίβλητη)  μεταβίβασε απαιτήσεις της από στεγαστικά και λοιπά δάνεια μετά των παρεπόμενων και διαπλαστικών δικαιωμάτων και των τυχόν εξασφαλίσεων αυτών  στην εταιρεία «………..»  με έδρα στο ……. Ιρλανδίας, οδός …………….., στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του ν 3156/2003 δυνάμει της από 13 Ιουλίου 2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε στις 14-7-2020 στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτ. …./14-7-2020 στον τόμο ….. και με αριθμό ….. και στη συνέχεια λόγω ορθής επανάληψης με αριθμό πρωτ. …../21-7-2020 στον τόμο …. και με αριθμό ……. Τα οφειλόμενα κεφάλαια ανα επιχειρηματική απαίτηση, τα ονοματεπώνυμα  των οφειλετών και εγγυητών και οι παρεπόμενες  εμπράγματες ή ενοχικές απαιτήσεις αναφέρονται στο παράρτημα που είχε επισυναφθεί στην περίληψη της σύμβασης, το οποίο, όμως, δεν προσκόμισε η προσθέτως παρεμβαίνουσα.  Στη συνέχεια,  δυνάμει της από 1-4-2021 σύμβασης επαναγοράς  η ανωτέρω  εταιρεία «…………»   μεταβίβασε στην εταιρεία «…………..» (εφεσίβλητη)   μέρος των απαιτήσεων που είχαν μεταβιβασθεί για τους σκοπούς της προαναφερόμενης από 13-7-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων. Περίληψη της σύμβασης αυτής καταχωρήθηκε την 13-4-2021 στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτ. ……/13-4-2021 στον τόμο …..  και με αριθμό ……., ενώ οι απαιτήσεις που επαναγοράστηκαν και μεταβιβάστηκαν στην εφεσίβλητη  αναφέρονται στο παράρτημα  που είχε επισυναφθεί στην περίληψη της σύμβασης, το οποίο, όμως, δεν προσκόμισε η προσθέτως παρεμβαίνουσα. Ακολούθως, η εταιρεία «……………» (εφεσίβλητη)  μεταβίβασε στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………» που εδρεύει στο ………… της Ιρλανδίας επί της  οδού  …………….., απαιτήσεις από επιχειρηματικά δάνεια, στεγαστικά και λοιπά δάνεια συμπεριλαμβανομένων μη εξυπηρετούμενων και ενήμερων απαιτήσεων, δυνάμει της από  25-5-2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, περίληψη της οποίας  καταχωρήθηκε αυθημερόν (25-5-2021) στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου  Αθηνών και  έλαβε αριθμό πρωτ…../25-5-2021  στον τόμο …. και με αριθμό ….., ενώ τα οφειλόμενα κεφάλαια ανα επιχειρηματική απαίτηση, τα ονοματεπώνυμα  των οφειλετών και εγγυητών και οι παρεπόμενες  εμπράγματες ή ενοχικές απαιτήσεις αναφέρονται στο παράρτημα  που είχε επισυναφθεί στην περίληψη της σύμβασης, απόσπασμα εκ του οποίου προσκόμισε η προσθέτως παρεμβαίνουσα σε σμίκρυνση τέτοιας  κλίμακας ώστε να καθίσταται αδύνατη η επισκόπηση αυτού. Αμέσως μετά η  αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………..» ανέθεσε την διαχείριση των τιτλοποιημένων απαιτήσεών της  από στεγαστικά και λοιπά δάνεια με τα παρεπόμενα και διαπλαστικά δικαιώματα στην εταιρεία διαχείρισης με την επωνυμία « ……………» με έδρα το ……….. Αττικής επι της οδού ………….. (ήδη προσθέτως παρεμβαίνουσα) δυνάμει της από 25-5-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών δανείων  περίληψη της οποίας  καταχωρήθηκε  αυθημερόν στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου  Αθηνών με αριθμό πρωτ. …../25-5-2021 στον τόμο …. και με αριθμό ….. Η προσθέτως  παρεμβαίνουσα ισχυρίζεται ότι μεταξύ των απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν στην «……………» και διαχειρίζεται η ίδια  περιλαμβάνεται και κείνη που προέρχεται από το ομολογιακό δάνειο που συνήψε η καθ΄ης η ανακοπή με την πρώτη ανακόπτουσα καθολικός διάδοχος της οποίας είναι η   πρώτη εκκαλούσα και  την εκτέλεση των όρων του οποίου εγγυήθηκαν ο δεύτερος και η τρίτη των ανακοπτόντων και ήδη δεύτερος και τρίτη των εκκαλούντων. Ωστόσο, ενόψει του ότι  δεν προσκομίζονται τα παραρτήματα που είχαν επισυναφθεί  στις  περιληψεις των συμβάσεων πώλησης και μεταβίβασης, όπως προαναφέρθηκε: α) από την  «…………..» (εφεσίβλητη)  προς την εταιρεία «…………..» και β) από την   εταιρεία «…………» προς την εταιρεία  «……….» (εφεσίβλητη), ενώ  το παράρτημα  που επισυνάφθηκε στην περίληση της σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης από την  εταιρεία «…………..» (εφεσίβλητη) στην  αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………..»  και προσκομίστηκε από την προσθέτως παρεμβαίνουσα, δεν δύναται ν΄αναγνωσθεί  και να μελετηθεί, παρουσιάζονται κενά και αμφίβολα σημεία  καθώς  δεν δύναται να διακριβωθεί αν η επίδικη απαίτηση έχει μεταβιβασθεί, κατόπιν διαδοχικών μεταβιβάσεων, στην «………….»  και περαιτέρω ότι η προσθέτως παρεμβαίνουσα ανέλαβε την διαχείριση της απαίτησης αυτής και συνακόλουθα ότι δικαιούται  ν΄ασκήσει  αυτοτελή  πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της εφεσίβλητης.  Συνεπώς, πρέπει να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης κατ΄αρθρο 254 ΚΠολΔ  προκειμένου να διευκρινιστεί το θέμα αυτό ώστε να κριθεί η βασιμότητα της πρόσθετης παρέμβασης και  περαιτέρω  η βασιμότητα  της ασκηθείσας έφεσης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την  με αριθμό κατάθεσης στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά   …………./2020 έφεση και την  με   αριθμό κατάθεσης στην αυτή  γραμματεία  …………//2021  αυτοτελή  πρόσθετη  παρέμβαση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης προκειμένου να διευκρινιστεί με την προσκόμιση εγγράφων, επιμελεία οιουδήποτε των διαδίκων, το αναφερόμενο στο σκεπτικό της απόφασης θέμα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 8 Ιουνίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων   δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ