Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 75/2017

Αριθμός    75/2017

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Δ.Π..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 1 ΚΠολΔ στην αρμοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων υπάγονται, ακόμη και αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει τα ογδόντα χιλιάδες (80.000) ευρώ, οι διαφορές από μίσθωση πράγματος ή άλλου προσοδοφόρου αντικειμένου ή από επίμορτη αγροληψία που δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα των Ειρηνοδικείων, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 647 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα  κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 648 έως 661 ΚΠολΔ δικάζονται όλες οι κύριες ή παρεπόμενες διαφορές από μίσθωση κάθε είδους πράγματος ή άλλου προσοδοφόρου αντικειμένου ή από επίμορτη αγροληψία. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι κατά τη μισθωτική διαδικασία δικάζονται οι διαφορές για την παράδοση του μισθίου ή την απόδοσή του λόγω καθυστέρησης του μισθώματος από δυστροπία ή επειδή έληξε με οποιοδήποτε τρόπο η διάρκεια της μίσθωσης, καθώς και όλες οι διαφορές από μισθώσεις του π.δ. 34/95, ήτοι οι εμπορικές μισθώσεις και οι συναφείς με  αυτές συμβάσεις, στις οποίες (εμπορικές μισθώσεις) υπάγεται και η μίσθωση προσοδοφόρου πράγματος όπως είναι η μίσθωση εστιατορίου, ξενοδοχείου ή κυλικείου με τον εξοπλισμό τους αλλά και των κυλικείων (μπαρ) και των καταστημάτων αφορολογήτων ειδών στα πλοία με σκοπό την κάρπωση κατά τους κανόνες της τακτικής εκμετάλλευσης (άρθρο 638 Α.Κ.). Ως μισθωτική διαφορά νοείται κάθε διαφορά που ως αναγκαία ιστορική αιτία έχει τη σύμβαση μίσθωσης, με την  έννοια αυτή μισθωτικές διαφορές είναι και οι διαφορές οι οποίες αναφέρονται στην αποζημίωση του μισθωτή για οποιαδήποτε νόμιμη αιτία και ιδίως λόγω μη εκτέλεσης της σύμβασης, στην περίπτωση που παρεμποδίστηκε και αφαιρέθηκε η χρήση του μισθίου, καθώς και οι διαφορές που προέρχονται από αδικοπραξία, η οποία έχει σχέση με τη λειτουργία της μισθωτικής σχέσης (ΕΠ 735/2014, ΕΑ 1325/2008 τνπ ΝΟΜΟΣ, ΕΑ 30/2003 ΝοΒ 51.1650, ΕΑ 1139/2000 Δνη 43.189), ενώ στις δίκες που δημιουργούνται από τη μίσθωση διάδικοι είναι ο εκμισθωτής και ο μισθωτής (ΕΑ 38/1993 Δνη 34.1153).

Στην κρινόμενη υπόθεση η εταιρία με την επωνυμία «……………» που εδρεύει στον Πειραιά με την με αριθμό κατάθεσης …./13-8-2010 αγωγή της ισχυρίστηκε ότι κατάρτισε με την  εναγόμενη εταιρία με την επωνυμία «………..» που εδρεύει επίσης στον Πειραιά, ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης με το οποίο της παραχωρήθηκε η εκμετάλλευση των δυο κυλικείων του με ελληνική σημαία πλοίου «MJ» που της ανήκει.  Ότι σύμφωνα με την εν λόγω γραπτή σύμβαση η ενάγουσα θα εκμεταλλευόταν τα κυλικεία από 7-2-2012 έως το πέρας των δρομολογίων του πλοίου το έτος 2013, με δικαίωμα της εναγόμενης να παρατείνει τη σύμβαση για ένα χρόνο  και ειδικότερα θα εφοδίαζε αυτά και θα διέθετε στους επιβαίνοντες του πλοίου τρόφιμα, πάσης φύσεως ποτά, ευφραντικά και τυποποιημένα προϊόντα, καταβάλλοντας ως μίσθωμα  ποσό ίσο με το 50% των συνολικών εισπράξεων μετά την αφαίρεση του φπα. Ότι παρά τη συμφωνία τους αυτή και την προβλεφθείσα κατά τα άνω διάρκεια της εκμετάλλευσης των κυλικείων από την ενάγουσα, η εναγόμενη, ενεργώντας αντισυμβατικά  εκμίσθωσε αυτά σε άλλη εταιρία από 10-4-2013 έως 31-12-2014  με αποτέλεσμα η ενάγουσα να απολέσει τα έσοδα που θα αποκόμιζε από την λειτουργία των κυλικείων έως το τέλος του έτους 2013, όπως είχε συμφωνηθεί. Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το ποσό των 80.479,76 ευρώ το οποίο είναι το κατά την διάρκεια του 2012 κέρδος της το οποίο θα αποκόμιζε κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και κατά το έτος 2013 και απώλεσε λόγω  της προπεριγραφείσας αντισυμβατικής συμπεριφοράς της εναγόμενης πλοιοκτήτριας εταιρίας.

Συνεπώς με την εν λόγω αγωγή εισάγεται προς εκδίκαση μισθωτική διαφορά προερχόμενη από ανώμαλη εξέλιξη της καταρτισμένης εμπορικής μισθωτικής σύμβασης μεταξύ των διαδίκων, η οποία σύμφωνα με τα προεκτεθέντα υπάγεται στην ειδική διαδικασία των άρθρων 647-662 ΚΠολΔ στην οποία σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 652 παρ.1 ΚΠολΔ το οποίο εφαρμόζεται όπως ίσχυε πριν την κατάργησή του με το άρθρο 1 του ν. 4335/2015 (άρθρο 533 ΚΠολΔ και άρθρο 9 παρ. 4του ν. 4335/2015) η προθεσμία της έφεσης, αν εκείνος που δικαιούται να την  ασκήσει    διαμένει στην Ελλάδα, είναι δεκαπέντε ημέρες και κατά τη  διάταξη του άρθρου 144 παρ. 1 ΚΠολΔ, κινείται με την επίδοση της απόφασης ενώ σύμφωνα με το άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στις ειδικές διαδικασίες (άρθρο 591 παρ. 1ΚΠολΔ), αρχίζει (η προθεσμία της έφεσης) με την επίδοση της απόφασης που περατώνει τη δίκη. Η παρέλευση δε αυτής, της νόμιμης προθεσμίας, συνεπάγεται έκπτωση του διαδίκου από το δικαίωμα προς άσκηση έφεσης (άρθρο 151 ΚΠολΔ), εάν δε, παρά ταύτα, ασκηθεί έφεση, το δικαστήριο, σύμφωνα με το  άρθρο 532 ΚΠολΔ, την απορρίπτει ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως (ΑΠ 241/2006, ΕΠ 182/2014 «ΝΟΜΟΣ»). Θα πρέπει δε να επισημανθεί ότι το επιτρεπτό των ενδίκων μέσων, διαφορετικό ανάλογα με την εφαρμοζόμενη διαδικασία, προσδιορίζεται τόσο από τη διαδικασία κατά την οποία πράγματι δικάστηκε η υπόθεση όσο και από εκείνη η οποία έπρεπε σύμφωνα με το νόμο να τηρηθεί και εσφαλμένα δεν εφαρμόστηκε (Ολ ΑΠ 5/1985, ΟλΑΠ 35/2005). Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε αρχικά από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η 395/2014 απόφαση με την  οποία παρέπεμψε την υπόθεση να δικαστεί από το τμήμα Μισθωτικών Διαφορών στο  Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Μονομελές Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο στη συνέχεια με την  3545/2014 μη οριστική απόφασή του  έκρινε ως αρμόζουσα για την εκδίκασή της την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, αφού το αντικείμενό της είναι αξίωση αποζημίωσης απορρέουσα από μίσθωση προσοδοφόρου πράγματος και διέταξε με βάση την αρχή της οικονομίας  της δίκης και ενόψει του ότι το περιεχόμενο της προδικασίας και της διαδικασίας στο ακροατήριο κάλυπτε τις προϋποθέσεις της εν λόγω προσήκουσας ειδικής διαδικασίας, την εκδίκασή της με αυτήν. Με την προαναφερόμενη μη οριστική απόφαση και αφού η αγωγή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο προκειμένου να πραγματοποιηθεί πραγματογνωμοσύνη  προς το σκοπό  προσδιορισμού των καθαρών κερδών της ενάγουσας από την εκμετάλλευση των κυλικείων του πλοίου της εναγομένης καθώς και να προσκομιστούν από την ενάγουσα τα αναφερόμενα στο διατακτικό της έγγραφα και να παρουσιαστούν οι νόμιμοι εκπρόσωποι των διαδίκων εταιριών στο ακροατήριο του Δικαστηρίου. Με την ……../14-1-2015 κλήση επαναφέρθηκε προς συζήτηση η αγωγή και εκδόθηκε η 3584/2015 οριστική απόφαση η οποία χωρίς να ανακαλέσει την προηγηθείσα μη οριστική απόφαση, εφαρμόζοντας επομένως την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, έκανε πλήρως δεκτή την αγωγή υποχρεώνοντας την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το αιτούμενο από αυτήν  ποσό.

Κατά της εν λόγω οριστικής απόφασης η οποία επιδόθηκε στην εναγόμενη εταιρία, την 7-10-2015, σύμφωνα με την νόμιμα προσκομισθείσα με επίκληση από την ενάγουσα με αριθμό ……/7-10-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς …………., ασκήθηκε κατά το άρθρο 495 ΚΠολΔ η κρινόμενη από 5-11-2015 έφεση, δικόγραφο της  οποίας κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου την 6-11-2015 με αριθμό κατάθεσης  …../6-11-2015. Επομένως η έφεση ασκήθηκε μετά την πάροδο της προθεσμίας των δεκαπέντε ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης  η οποία σύμφωνα με τα παραπάνω είναι η κατά το άρθρο 652 παρ. 1  ΚΠολΔ προθεσμία της έφεσης εν προκειμένω καθώς η εκκαλούσα-εναγόμενη εταιρία  έχει έδρα στον Πειραιά, έπρεπε συγκεκριμένα να έχει ασκήσει αυτήν εντός δεκαπέντε ημερών από την επίδοση ήτοι από 8-10-2015 έως  και την 22-10-2015, οπότε και συμπληρώθηκε η προθεσμία.  Κατά συνέπεια εφόσον η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε με την κατάθεση του δικογράφου της  στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου την 6-11-2015 είναι εκπρόθεσμη και επομένως, σύμφωνα με τις προηγηθείσες σκέψεις, απορριπτέα ως απαράδεκτη. Πρέπει δε να  καταδικαστεί η εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 184 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της απόφασης και τέλος, λόγω του ότι η έφεση απορρίφθηκε, θα πρέπει να εισαχθεί στο Δημόσιο Ταμείο το παράβολο με αριθμούς  …………., συνολικού ποσού 200 ευρώ (άρθρο 495 παρ. 4  ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

-ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

-ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την με αριθμό έκθεσης  κατάθεσης ……../6-11-2015 έφεση.

-ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τριακόσια  (300) ευρώ.

-ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου με αριθμούς …………………,  συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ.

-ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση χωρίς τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους στις  13  Φεβρουαρίου 2017.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ