Αριθμός 168/2017
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Χρήστο Τζανερρίκο, Πρόεδρο Εφετών, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη και Μαρία Κωττάκη, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Δ.Π..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 24-5-2016 (αριθ.κατ. …./2016) κλήση του εκκαλούντος-εναγομένου, νομότυπα επαναφέρεται προς συζήτηση η από 20-9-2010 (αριθ.κατ. …./2010) έφεσή του κατά της τρίτης, τέταρτου και έκτης των εφεσιβλήτων-εναγόντων και κατά της υπ’ αριθ. 3063/2010 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε την ένδικη διαφορά αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 56/2016 αποφάσεως του παρόντος Δικαστηρίου που διέταξε την επανάληψη της συζητήσεως κατ΄άρθρο 254 ΚΠολΔ προκειμένου να προσκομίσουν οι ανωτέρω εφεσίβλητοι-ενάγοντες τις προτάσεις τους των προηγουμένων συζητήσεων. Σημειώνεται ότι το Δικαστήριο νομίμως συγκροτείται (αρθ. 254 παρ. 3 ΚΠολΔ) υπό σύνθεση διάφορη εκείνης υπό την οποία εκδόθηκε η προαναφερθείσα μη οριστική απόφαση καθώς και οι προηγούμενες αυτής υπ’ αριθ. 81/2015 και 345/2011 που επίσης είχαν διατάξει την επανάληψη της συζητήσεως για να συμπληρωθούν οι ελλείψεις πληρεξουσιότητας του δικηγόρου των εναγόντων , καθόσον συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο φυσικοί και νομικοί λόγοι (ΑΠ 2006/2013, ΑΠ 871/2011, ΑΠ 834/2010 – “Νόμος”) και ειδικότερα η Πρόεδρος Εφετών Παρέσσα Τσαντεκίδου συνταξιοδοτήθηκε και στη συνέχεια απεβίωσε, οι εφέτες Λουκάς Μόρφης και Χαρίδημος Πρατικάκης προήχθησαν και μετατέθηκαν σε άλλα Δικαστήρια, ο Πρόεδρος Εφετών Αντώνιος Πλακίδας εξελέγη Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς και δεν υπηρετεί πλέον στο ναυτικό τμήμα του εν λόγω Δικαστηρίου, ο εφέτης Ιωάννης Αποστολόπουλος υπηρετεί στο ποινικό τμήμα του Εφετείου Πειραιώς και όχι πια στο ναυτικό η δε εφέτης-εισηγήτρια Αριστέα Τσαμαδιά μετατέθηκε στο Εφετείο Αθηνών. Σημειώνεται επισης ότι δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω οι διατάξεις του ν. 4335/2015 (ΦΕΚΑ’ 87/23-7-2015), που τροποποίησε τον ΚΠολΔ, γιατί η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε πριν την 1-1-2016 (αρθ. 9 παρ. 2 ν. 4335/2015).
Η προαναφερόμενη 56/2016 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου συνεκδίκασε την από 20-9-2010 (αριθ.κατ. …./2010) έφεση και τους από 5-11-2013 (αριθ.κατ. …./2013) και από 8-9-2014 (αριθ.κατ. …/2014) προσθέτους λόγους του εναγομένου-εκκαλούντος -εφεσιβλήτου και την από 9-12-2010 (αριθ.κατ. …../2010) έφεση των εναγόντων-εκκαλούντων-εφεσιβλήτων, κατά της ανωτέρω οριστικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου καθώς και των συνεκκαλουμένων μη οριστικών αποφάσεων του ίδιου Δικαστηρίου με αριθμούς 4408/2001 και 3138/2008, οι οποίες, κατά ρητή επιταγή του άρθρου 513 παρ. 2 ΚΠολΔ, θεωρείται ότι έχουν προσβληθεί με τις ανωτέρω εφέσεις παρόλο που αυτές δεν απευθύνονται ρητώς εναντίον τους. Η προαναφερόμενη 56/2016 απόφαση, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες σ’ αυτή νόμιμες και ορθές και κατά το παρόν Δικαστήριο παραδοχές, αφενός απέρριψε, για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους και κατά το διατακτικό της, την από 9-12-2010 (αριθ.κατ. ……./2010) έφεση των εκκαλούντων-εναγόντων καθώς και τους προσθέτους λόγους του εκκαλούντος-εναγομένου αφετέρου δέχθηκε τυπικά και κατ΄ουσίαν την από 20-9-2010 (αριθ.κατ. ……/2010) έφεση του τελευταίου. Ακολούθως, εξαφάνισε την εκκαλουμένη 3063/2010 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εξυπακούεται δε ότι εξαφάνισε και τις προαναφερόμενες και συνεκκαλούμενες μη οριστικές αποφάσεις του ίδιου Δικαστηρίου (513 παρ. 2 ΚΠολΔ) και αφού κράτησε την υπόθεση και δίκασε κατ΄ουσίαν την από 12-3-1999 (αριθ.κατ. ……./1999) αγωγή, κήρυξε αυτή άκυρη ως προς τους πρώτο, δεύτερο και πέμπτο των εναγόντων λόγω ελλείψεως πληρεξουσιότητας του ασκήσαντος αυτή φερομένου ως πληρεξουσίου δικηγόρου και συνακόλουθα κήρυξε άκυρες όλες τις διαδικαστικές πράξεις που ασκήθηκαν στη συνέχεια από τον εν λόγω δικηγόρο. Τέλος, λόγω του ότι οι εναπομείναντες ενάγοντες -εφεσίβλητοι (τρίτη, τέταρτος και έκτη) δεν είχαν προσκομίσει τις προτάσεις τους των προηγουμένων συζητήσεων διέταξε εκ νέου την κατ΄άρθρο 254 ΚΠολΔ επανάληψη της συζητήσεως προκειμένου αυτές να προσκομισθούν.
Με την ως άνω υπό κρίση από 12-3-1999 (αριθ.κατ……/1999) αγωγή, οι προαναφερόμενοι τρίτη, τέταρτος και έκτη των εναγόντων, Φιλιππινέζοι πολίτες και κάτοικοι Φιλιππίνων, εκθέτουν ότι είναι αδέλφια του θανόντος σε ηλικία 21 ετών ……., ο οποίος απεβίωσε κατά το λεπτομερώς περιγραφόμενο ναυτικό ατύχημα (σύγκρουση πλοίων), που έλαβε χώρα στις 13-3-1994, στα στενά του Βοσπόρου, μεταξύ των υπό Κυπριακή σημαία πλοίων αφενός N. (στο οποίο υπηρετούσε ο θανών, ναυτολογημένος ως ναυτόπαις) και αφετέρου S., ο Πλοίαρχος του οποίου ήταν αποκλειστικά υπαίτιος του ενδίκου ναυαγίου και τον εφοπλισμό του οποίου ασκούσε ο προστήσας τον ανωτέρω Πλοίαρχο εναγόμενος και ήδη εκκαλών …….. Επικαλούμενοι δε ότι εξαιτίας του ανωτέρω θανάτου υπέστησαν ψυχική οδύνη ζητούν (μετά παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος σε αναγνωριστικό) να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει ποσό 8.000.000 δραχμών στον καθένα (που ισοδυναμεί με 23.477,62 ευρώ) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης και να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα.
Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή αρμοδίως εισήχθη ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, στην περιφέρεια του οποίου είχε την κατοικία του ο εναγόμενος (22 ΚΠολΔ) κατά το χρόνο ασκήσεώς της (15-3-1999), ως εκ τούτου δε και ενόψει του ότι η διαφορά έχει στοιχεία αλλοδαπότητας, το ανωτέρω Δικαστήριο είχε διεθνή δικαιοδοσία (αρθ. 3 παρ. 1 ΚΠολΔ). Κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, η ένδικη σύγκρουση έλαβε χώρα μεταξύ πλοίων που έφεραν αμφότερα την Κυπριακή σημαία, στα στενά του Βοσπόρου. Στην εν λόγω θαλάσσια περιοχή ισχύει η συνθήκη του Μοντρέ του 1936 , σύμφωνα με την οποία τα στενά αποτελούν διεθνή διάδρομο για τη ναυτιλία, αλλά η Τουρκία διατηρεί το δικαίωμα να περιορίζει τη ναυτική κυκλοφορία σε κράτη που δεν έχουν ακτές στη Μαύρη Θάλασσα. Επομένως, η ένδικη σύγκρουση και ο εξ αυτής προκληθείς θάνατος του αδελφού των εναγόντων έλαβαν χώρα σε διεθνή ύδατα. Εφόσον δε η ένδικη αξίωση πηγάζει από αδικοπραξία (και όχι από ναυτεργατικό ατύχημα γιατί η αγωγή δεν στρέφεται κατά του εργοδότη του θανόντος αλλά κατά του φερομένου ως υπαιτίου τρίτου), εφαρμοστέο τυγχάνει το άρθρο 26 ΑΚ, σύμφωνα με το οποίο “Οι ενοχές από αδίκημα διέπονται από το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκημα”. Προκειμένου περί πλοίων που πλέουν σε διεθνή ύδατα εφαρμοστέο είναι το δίκαιο της σημαίας του πλοίου (Βρέλλης, στον ΑΚ Γεωργ-Σταθ. υπό το άρθρο 26 αριθ. 6) ενώ εάν τα πλοία βρίσκονται εντός λιμένος ή πλέουν σε χωρικά ύδατα, εφαρμοστέο είναι αντιστοίχως το δίκαιο της χώρας του λιμένος ή το δίκαιο του κράτους εντός των υδάτων του οποίου αυτά πλέουν (βλ. Κοροτζή, Ναυτικό Δίκαιο, τ. 3ος, αρθρ 236). Ενόψει των προηγουμένων, εφαρμοστέο εν προκειμένω τυγχάνει το δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας και όχι η Σύμβαση των Βρυξελλών της 23-09-1910 “περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συγκρούσεως πλοίων” που κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον Ν. ΓΠΣΤ/1911, διότι ανεξαρτήτως του εάν η Κύπρος έχει κυρώσει την ανωτέρω σύμβαση ή όχι, αυτή προβλέπει αποζημίωση μόνο για περιουσιακή θετική και αποθετική ζημία και όχι για μη περιουσιακή, όπως είναι η χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (βλ. Κοροτζή, ο.π. σελ 288 και 316), αξίωση η οποία και μόνο ασκείται με την υπό κρίση αγωγή από τους προαναφερθέντες ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητους.
Σύμφωνα με το άρθρο 58 του Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου (Κεφ 148) της Κυπριακής Δημοκρατίας που εισήχθη στην Κύπρο επί Αγγλοκρατίας, την 1η Ιανουαρίου 1933 και κωδικοποιεί το αγγλικό κοινοδίκαιο (Civil Wrongs Law ΚΕΦ 148), όπως το άρθρο 58 αντικαταστάθηκε με το Ν. 156/85, το οποίο το Δικαστήριο τούτο λαμβάνει υπόψη του αυτεπαγγέλτως, κατ’ άρθρο 337 ΚΠολΔ, “(1) Επί θανατώσεως προσώπου συνεπεία αστικού αδικήματος όπερ εάν δεν επηκολούθει ο θάνατος θα παρείχεν εις το τοιούτο πρόσωπον το δικαίωμα εγέρσεως αγωγής και εισπράξεως αποζημιώσεων ένεκεν του τοιούτου αστικού αδικήματος, το πρόσωπον το οποίον θα ευθύνετο διά το τοιούτον αστικόν αδίκημα εάν δεν επηκολούθει ο θάνατος, θα είναι, παρά τον θάνατον, υπόχρεον διά την καταβολήν αποζημιώσεων. (2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (8) η αγωγή εγείρεται επ’ ωφελεία των εξαρτωμένων του αποβιώσαντος. (3) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ‘εξαρτώμενος’ σημαίνει τους κάτωθι, ανεξαρτήτως ηλικίας (α) την σύζυγον ή τον σύζυγον του αποβιώσαντος· (β) οιονδήποτε γονέα ή άλλον ανιόντα του αποβιώσαντος· (γ) οιονδήποτε πρόσωπον το οποίον ο αποβιώσας μετεχειρίζετο ως γονέα του· (δ) οιονδήποτε τέκνον ή άλλον κατιόντα του αποβιώσαντος (ε) οιονδήποτε πρόσωπον (μη ον τέκνον του αποβιώσαντος) το οποίον, εν περιπτώσει οιουδήποτε γάμου εν σχέσει προς τον οποίον ο αποβιώσας ήτο καθ’ οιονδήποτε χρόνον μέρος, ο αποβιώσας μετεχειρίζετο ως τέκνον της οικογενείας αναφορικώς προς τον ρηθέντα γάμον (στ) οιονδήποτε πρόσωπον όπερ είναι αδελφός, αδελφή, θείος ή θεία του αποβιώσαντος ή είναι τέκνον οιουδήποτε τούτων. […] (7) Αγωγή δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να συνίσταται εξ αξιώσεως ή να περιλαμβάνη αξίωσιν δι’ αποζημιώσεις λόγω της απώλειας (bereavement). (8) Αξίωσις δια αποζημιώσεις λόγω απώλειας θα είναι μόνον επ’ ωφελεία (α) της συζύγου του αποβιώσαντος ή του συζύγου της αποβιωσάσης (β) εις ην περίπτωσιν ο αποβιώσας ήτο ανήλικος, ήτοι δεν συνεπλήρωσε το δέκατον όγδοον έτος της ηλικίας του, και όστις ουδέποτε συνήψε γάμον (i) των γονέων του, εάν ούτος ήτο γνήσιον τέκνον και (ii) της μητρός του, εάν ούτος ήτο εξώγαμον τέκνον. (9) Το ποσόν το οποίον ήθελεν επιδικασθή ως αποζημιώσεις λόγω απώλειας ορίζεται εις £3,000…” Ακολούθως, με το Ν. 73(1) του 1992 η παράγραφος (β) του ανωτέρω εδαφίου (8) αντικαστάθηκε με την ακόλουθη νέα παράγραφο: «(β) στην περίπτωση που ο αποβιώσας δε συμπλήρωσε το 25ο έτος της ηλικίας του και ουδέποτε συνήψε γάμο: (i) των γονέων του, αν αυτός ήταν γνήσιο τέκνο· (ii) της μητέρας του, αν πρόκειται για τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων του.», το δε ποσό των «£3.000» του ανωτέρω εδαφίου (9) αντικαταστάθηκε με το ποσό «£6.000.». Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, δικαίωμα να εγείρουν αγωγή αποζημιώσεως λόγω απωλείας (bereavement), και μέχρι του ποσού των 6.000 λιρών Κύπρου είχαν, κατά το χρόνο του ενδίκου θανάτου μόνο ο σύζυγος του αποβιώσαντος και εάν αυτός ήταν νεότερος των 25 ετών και ουδέποτε συνήψε γάμο οι γονείς του ή η μητέρα του εάν ήταν τέκνο γεννημένο χωρίς γάμο. Η ρύθμιση αυτή τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως προβλέποντας την άσκηση του ανωτέρω δικαιώματος και για τα τέκνα του θανόντος καθώς και επί εκτός γάμου τέκνου για τον πατέρα που το είχε αναγνωρίσει αλλά ουδέποτε επεκτάθηκε στα αδέλφια του θανόντος. Η προαναφερόμενη αγωγή αποζημιώσεως λόγω απωλείας (bereavement, δηλαδή πένθος), που θεσπίζει το Κυπριακό Δίκαιο είναι αντίστοιχη με την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης (αρθ. 932 ΑΚ) του Ελληνικού Αστικού Δικαίου (βλ. Ιστότοπο της Νομικής Υπηρεσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, Τομέας Ιδιωτικού Δικαίου-Αστικά Αδικήματα και Ιστότοπο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου).
Κατά συνέπεια, η υπό κρίση αγωγή είναι μη νόμιμη, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις του εφαρμοστέου Κυπριακού δικαίου αφού σύμφωνα με αυτό τα αδέλφια αποβιώσαντος προσώπου συνεπεία αστικού αδικήματος, όπως είναι, στην προκειμένη περίπτωση, οι ως άνω ήδη εφεσίβλητοι – ενάγοντες, δεν νομιμοποιούνται να εγείρουν αγωγή αποζημιώσεως λόγω απωλείας (bereavement).
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη ως προς τους τρίτη, τέταρτο και έκτη των εναγόντων, τα δε δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων γιατί η ερμηνεία των παραπάνω κανόνων δικαίου, που εφαρμόσθηκαν, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (179, 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
-Απορρίπτει την από 12-3-1999 (αριθ.κατ. ……./1999) αγωγή, που ασκήθηκε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ως προς τους τρίτη, τέταρτο και έκτη των εναγόντων.
-Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.
– Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 16η Μαρτίου 2017 και δημοσιεύθηκε στις 4 Απριλίου 2017 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους τους δικηγόρους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ