Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 114/2017

Αριθμός    114/2017

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 270, 524 παρ. 1 και 2 και 528 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με τα άρθρα, αντιστοίχως, 12, 16 παρ.3 και 16 παρ.4 του ν. 2915/2001 και 44 παρ. 2 ν. 3994/2011, προκύπτει ότι είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση ενώπιον όλων των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, ενώ ενώπιον των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων η προφορική συζήτηση είναι υποχρεωτική μόνον στην περίπτωση κατά την οποία η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε από το διάδικο που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό σαν να ήταν παρών, οπότε, με την τυπική παραδοχή της έφεσης, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης και αναδικάζεται η υπόθεση από το Εφετείo, η συζήτηση ενώπιον του οποίου γίνεται πλέον προφορικά. Παρέχεται δηλαδή η ευκαιρία στον ερημοδικασθέντα στον πρώτο βαθμό διάδικο, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, να ακουσθεί και να προβάλει το Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες που ενδεχομένως επέφερε η εκδίκαση της υπόθεσης ενώ αυτός ήταν ωσεί παρών. Χωρεί δε εξαφάνιση και νέα συζήτηση της υπόθεσης στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, όπου μπορεί να προτείνει όλους τους ισχυρισμούς χωρίς τους περιορισμούς του άρθρου 527 ΚΠολΔ. Στην περίπτωση αυτή, που είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση ενώπιον του Εφετείου, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και δεν είναι επιτρεπτή η παράσταση κατά τη συζήτηση με κοινή δήλωση των διαδίκων, που υπογράφεται από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους ή με δήλωση του ενός ή ορισμένων μόνον πληρεξουσίων, ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση. Η κατά το άρθρο 528 του ΚΠολΔ απαγόρευση της παράστασης με δήλωση πληρεξουσίου δικηγόρου ισχύει όχι μόνον για το διάδικο, ο οποίος δικάστηκε στον πρώτο βαθμό σαν να ήταν παρών, αλλά και για τον αντίδικό του, ο οποίος είχε παραστεί κανονικά, γιατί διαφορετικά προφορική συζήτηση δε νοείται, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα εκατέρωθεν ακροάσεως και κατ` αντιδικία συζητήσεως της υποθέσεως, για να εξασφαλίζεται η αρχή της δίκαιης δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ (Α.Π. 251/2009, 866/2008). Εάν ο μη προσηκόντως παριστάμενος και γι` αυτό ερήμην δικαζόμενος διάδικος είναι ο εκκαλών, τότε η έφεσή του απορρίπτεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ.3 Κ.Πολ.Δικ. και η απόρριψη συντελείται κατ` ουσίαν, ανεξάρτητα από την υποβολή ή μη σχετικού αιτήματος του εφεσιβλήτου, διότι ο εκκαλών με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του θεωρείται ότι παραιτείται από την έφεση και αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση, (ΑΠ 280/2012, ΝοΒ2013.132, ΑΠ 625/2000, 126/2000, ΕφΠειρ 57/2014, ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο εφεσίβλητος άσκησε κατά της εκκαλούσας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 11.2.2013, (υπ΄αριθ. κατάθ. …./2013 – Εξαίρεση : …..) αγωγή του, με την οποία ζητούσε να λυθεί ο μεταξύ τους γάμος λόγω ισχυρού κλονισμού που επήλθε από την υπερδιετή διάστασή τους. Το ανωτέρω Δικαστήριο εκδίκασε την υπόθεση κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών, ερήμην της εκκαλούσας – εναγομένης, γιατί αυτή κατά τη συζήτηση δεν παρέστη προσηκόντως ελλείψει ειδικής πληρεξουσιότητας στο πρόσωπο του εκπροσωπούντος αυτήν πληρεξουσίου Δικηγόρου, αλλά η συζήτηση προχώρησε σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, (603 παρ. 2 εδ. α ΚΠολΔ) και εξέδωσε την υπ΄αριθ. 1542/2015 απόφασή του της ειδικής διαδικασίας των γαμικών διαφορών, με την οποία δέχθηκε την αγωγή ως νόμω και ουσία βάσιμη και έλυσε το γάμο των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής η εκκαλούσα – εναγομένη, ως ηττηθείσα διάδικος, άσκησε την κρινόμενη, από 18.6.2015, (υπ΄αριθ.κατάθ. …./1.7.2015) έφεση, τη συζήτηση της οποίας επισπεύδει ο εφεσίβλητος. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την υπ΄αριθ. …/30.7.2015 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή Αθηνών …….., ο εφεσίβλητος κοινοποίησε στην εκκαλούσα πιστό αντίγραφο της υπό κρίση έφεσής της με κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 18.2.2016. Κατά τη συζήτηση εκείνη, η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη σημερινή δικάσιμο, (βλ. υπ΄αριθ. …./2016, από 15.4.2015 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού). Κατά την ως άνω τελευταία δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, η μεν εκκαλούσα δεν εμφανίστηκε και εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ο δε εφεσίβλητος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου, ο οποίος στο ακροατήριο ανακάλεσε την από 5.10.2016 δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ του δικηγόρου …………. Σύμφωνα όμως με τα εκτεθέντα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, στην περίπτωση που η έφεση ασκήθηκε από διάδικο που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, όπως συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση, είναι υποχρεωτική, ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου η προφορική συζήτηση της υπόθεσης και δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Επομένως, η εφεσίβλητη, η οποία παραστάθηκε με την προαναφερθείσα  δήλωση δεν μετέχει κανονικά στη συζήτηση και πρέπει να δικασθεί ερήμην, δεδομένου ότι είχε νομίμως και εμπροθέσμως κλητευθεί για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο κατά τα προαναφερθέντα, εν όψει και του ότι η αναβολή της υπόθεσης από το πινάκιο και η αναγραφή της στη συνέχεια σε αυτό, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, (226 παρ. 4 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στη κατ΄έφεση δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 498 παρ. 2 ΚΠολΔ, ΕφΑθ 7913/2007Δνη 2008.870). Σύμφωνα επομένως με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας πρέπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί, λόγω της ερημοδικίας της εκκαλούσας. Περαιτέρω πρέπει να οριστεί το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση που ασκηθεί ανακοπή ερημοδικίας εκ μέρους της, κατά το διατακτικό. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος της εκκαλούσας (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), εφόσον το ένδικο μέσο που άσκησε απορρίφθηκε, κατά το διατακτικό οριζόμενα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της εκκαλούσας.

Απορρίπτει την από 18.6.2015, (υπ΄αριθ. κατάθ. ……./2015), έφεση.

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων ενενήντα ευρώ (290 €).

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  2 Μαρτίου 2017, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ