Aριθμός 146/2017
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γ.Λ.
MΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 18-11-2015 (αρ. καταθ. …../2015) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 2790/2015 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 663 επ. του ΚΠολΔ), αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, καθόσον η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε κατά νόμο στην εναγομένη, ήδη εκκαλούσα, με επιμέλεια των εναγόντων, ήδη εφεσίβλητων, την 20-10-2015 (βλ. το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο από την εκκαλούσα ακριβές αντίγραφο της ένδικης εφέσεως που φέρει τη σημείωση του Δικαστικού Επιμελητή ……….. και παραγγελία του πληρεξούσιου Δικηγόρου των εναγόντων, ήδη εφεσίβλητων, για επίδοση προς αυτήν) και η έφεση ασκήθηκε εντός της προβλεπόμενης κατ΄ άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ προθεσμίας των 30 ημερών, ήτοι την 19-11-2015 [άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως το άρθρο 495 ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η ένδικη έφεση ασκήθηκε την 19-11-2015, ήτοι πριν την 1-1-2016]. Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 663 επ. του ΚΠοΔ). Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό της ένδικης εφέσεως δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου εφέσεως ποσού διακοσίων (200) ευρώ, λόγω της φύσεως της προκειμένης διαφοράς ως εργατικής (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012). Με την από 28-7-2014 (αρ. καταθ. ……/2014) ένδικη αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, οι ενάγοντες επικαλούμενοι ότι προσελήφθησαν από την εναγομένη εταιρεία ο πρώτος από αυτούς στις 18-6-2008, ο δεύτερος από αυτούς στις 3-7-1991, ο τρίτος από αυτούς στις 24-5-2006 και ο τέταρτος από αυτούς στις 10-6-1997 με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως υπάλληλοι-πωλητές, ζήτησαν, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να κηρυχθεί η από 1-2-2014 θέση τους σε καθεστώς εκ περιτροπής εργασίας παράνοµη και καταχρηστική και να θεωρηθούν οι συµβάσεις εργασίας τους ως πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου κατά το χρονικό διάστηµα από 1-2-2014 έως 31-7-2014, να αναγνωριστεί ότι η ανωτέρω από 1-2-2014 θέση τους σε καθεστώς εκ περιτροπής εργασίας, καθώς και η µη καταβολή των δεδουλευµένων αποδοχών και των αποδοχών υπερηµερίας τους, αποτελεί καταγγελία των συµβάσεων εργασίας τους από 31-7-2014 και να υποχρεωθεί η εναγοµένη να καταβάλει α) το ποσό των 5.843,23 ευρώ στον πρώτο από αυτούς, 27.766,67 ευρώ στον δεύτερο από αυτούς, 5.541,67 ευρώ στον τρίτο από αυτούς και 18.446,12 ευρώ στον τέταρτο από αυτούς, (ποσά) που αποτελούν τη νόµιµη αποζηµίωσή τους λόγω της καταγγελίας, με το νόμιμο τόκο από την εποµένη της επίδοσης της αγωγής και β) το ποσό των 7.331,66 ευρώ στον πρώτο από αυτούς, 7.562,50 ευρώ στον δεύτερο από αυτούς, 5.789,87 ευρώ στον τρίτο από αυτούς και 8.811,45 ευρώ στον τέταρτο από αυτούς για δεδουλευµένες αποδοχές και αποδοχές υπερηµερίας κατά το χρόνο της επίσχεσης, µε το νόµιµο τόκο από την εποµένη της επίδοσης της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 2790/2015 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε την 9-7-2015, αντιμωλία των διαδίκων, μεταξύ άλλων, αφού δέχθηκε ότι η ανωτέρω θέση των εναγόντων-εργαζοµένων σε εκ περιτροπής εργασία µίας ηµέρας έγινε χωρίς να προηγηθεί διαβούλευση µε τους εκπροσώπους των εργαζοµένων ή ελλείψει αυτών, µε το σύνολο των εργαζοµένων της επιχείρησης, ότι η εναγοµένη προσκοµίζει µία πρόσκληση για διαβουλεύσεις, η οποία όµως δεν φέρει βέβαιη ηµεροχρονολογία, ούτε αποδείχθηκε ότι οι διαβουλεύσεις όντως έγιναν και ότι η θέση των εναγόντων σε εκ περιτροπής εργασία, παρότι γνωστοποιήθηκε στις 3-2-2014 στην Επιθεώρηση Εργασίας, έγινε χωρίς να τηρηθούν οι απαιτούµενοι από το νόµο όροι και προϋποθέσεις και δεν υφίστατο σχετικό δικαίωµα της εναγοµένης, οπότε αποτελεί (παράνοµη) µονοµερή βλαπτική µεταβολή των όρων εργασίας των εναγόντων, στη συνέχεια δέχθηκε εν µέρει την αγωγή, αναγνώρισε την ακυρότητα της από 1-2-2014 µονοµερούς βλαπτικής εκ µέρους της εναγοµένης επιβολής καθεστώτος εκ περιτροπής εργασίας σε βάρος των εναγόντων, υποχρέωσε την εναγοµένη να καταβάλει: α) στον πρώτο των εναγόντων για δεδουλευµένες αποδοχές και µισθούς υπερηµερίας το συνολικό ποσό των 7.331,66 ευρώ, β) στον δεύτερο των εναγόντων για δεδουλευµένες αποδοχές και µισθούς υπερηµερίας το συνολικό ποσό των 7.562,50 ευρώ, γ) στον τρίτο των εναγόντων για δεδουλευµένες αποδοχές και µισθούς υπερηµερίας το συνολικό ποσό των 5.789,87 ευρώ και δ) στον τέταρτο των εναγόντων για δεδουλευµένες αποδοχές και µισθούς υπερηµερίας το συνολικό ποσό των 8.811,45 ευρώ, µε το νόµιµο τόκο από την εποµένη της επίδοσης της αγωγής έως την εξόφληση, επίσης υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει ως αποζηµίωση απόλυσης α) στον πρώτο των εναγόντων το ποσό των 5.366,66 ευρώ, β) στον δεύτερο των εναγόντων το ποσό των 27.766,67 ευρώ, γ) στον τρίτο των εναγόντων το ποσό των 5.541,67 ευρώ και δ) στον τέταρτο των εναγόντων το ποσό των 18.446,12 ευρώ, εντόκως νοµίµως κατά τα αναφερόµενα στο σκεπτικό (της προσβαλλομένης αποφάσεως). Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την προαναφερόμενη από 18-11-2015 (αρ. καταθ. ……./2015) έφεση η εν μέρει ηττηθείσα εναγομένη και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί και επικουρικά να μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αγωγή. Με τον πρώτο λόγο της ένδικης εφέσεως η εκκαλούσα ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι με την ένδικη αγωγή οι ενάγοντες, ήδη εφεσίβλητοι, παραπονέθηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου για ακυρότητα της θέσεώς τους σε καθεστώς εκ περιτροπής εργασίας, λόγω αντιθέσεως αυτής στο άρθρο 281 του ΑΚ, αφού η απασχόλησή τους περιοριζόταν με αυτή σε μία (1) ημέρα εβδομαδιαίως. Ότι οι ενάγοντες παραπονέθηκαν μόνο για καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού της δικαιώματος, χωρίς να θίξουν κατά τα λοιπά τη νομιμότητα της θέσεως σε εκ περιτροπής εργασία. Ότι για πρώτη φορά πρότειναν ισχυρισμό περί μη τηρήσεως των προϋποθέσεων του νόμου, και ειδικότερα περί μη τηρήσεως της υποχρεώσεως για διαβούλευση, με τις προτάσεις τους, προσθέτοντας έτσι απαραδέκτως μια ακόμα αγωγική βάση, ιστορική και νομική, κατ΄ απόλυτο αιφνιδιασμό τους. Ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένως δέχθηκε τη συμπλήρωση της ένδικης αγωγής κατά τα ανωτέρω και εσφαλμένως εξέτασε τον εν λόγω (απαραδέκτως προβληθέντα) ισχυρισμό των εναγόντων. Από τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προκύπτει ότι ο πληρεξούσιος Δικηγόρος των εναγόντων, ήδη εφεσίβλητων, αφού έλαβε το λόγο, ανέπτυξε την ένδικη αγωγή τους, τους ισχυρισμούς που περιέχονται στις προτάσεις τους και ζήτησε να γίνει δεκτή. Κατά τη διάταξη του άρθρου 254 παρ. 1 του ΚΠολΔ, το οποίο εφαρμόζεται και στη διαδικασία της κατ΄ έφεση δίκης [άρθρο 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η ένδικη έφεση ασκήθηκε, όπως προαναφέρθηκε, την 19-11-2015, ήτοι πριν την 1-1-2016] και επί εργατικών διαφορών [άρθρο 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως επίσης, ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η ένδικη έφεση ασκήθηκε την 19-11-2015, ήτοι πριν την 1-1-2016], μεταξύ άλλων, το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Στην προκειμένη περίπτωση, αν και περατώθηκε η συζήτηση στο ακροατήριο, οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες δεν προσκομίζουν, σε επικυρωμένο αντίγραφο, τις έγγραφες προτάσεις τους, που όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά, κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ούτε αυτές προσκομίζονται από την εκκαλούσα-εναγομένη. Επομένως, είναι απαραίτητο, κατ΄ εφαρμογή της άνω διάταξης του άρθρου 254 του ΚΠολΔ (πρβλ. ΕφΛαρ 407/2012), να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης, προκειμένου κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, με τη φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων, να προσκομισθούν, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, οι πρωτόδικες προτάσεις των εφεσίβλητων-εναγόντων.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά την έφεση.
Αναβάλλει κατά τα λοιπά την έκδοση οριστικής αποφάσεως.
Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης, προκειμένου κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, με τη φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων, να προσκομισθούν, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, οι πρωτόδικες προτάσεις των εφεσίβλητων-εναγόντων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 21 Μαρτίου 2017, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων Δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ