Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 13/2017

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός  13/2017

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από το Δικαστή Αναστάσιο Αναστασίου, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Γ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: εδρεύουσας στο νησί …………………. και νομίμως εκπροσωπούμενης στην έδρα της και στην Ελλάδα από την ……….., κάτοικο ……., επί της οδού ………….., εταιρείας με την επωνυμία «……….», την οποία (καλούσα – εφεσίβλητη) στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος της Βιολέττα Καλφοπούλου, κατά

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: Α]εδρεύουσας στον ……………….. και νομίμως εκπροσωπούμενης μονοπρόσωπης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «……………….» και το διακριτικό τίτλο «………..» και Β]……………, από τους οποίους στο ακροατήριο ο μεν δεύτερος δεν εμφανίστηκε, αμφότεροι δε δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η καλούσα – εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 25.11.2013 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………/26.11.2013 αγωγή, η οποία συζητήθηκε ερήμην των τότε εναγομένων και ήδη εκκαλούντων, κατά την τακτική διαδικασία και με τη με αριθμό 2213/2014 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου έγινε εν μέρει δεκτή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι  εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες με την από 14.6.2014  και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …../19.6.2014 έφεση, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αρχικά η 19η Μαρτίου 2015 και μετά από αναβολή η 17η Σεπτεμβρίου 2015, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε.  Ήδη η πιο πάνω έφεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την από 8.10.2015 κλήση της καλούσας – εφεσίβλητης, που έχει κατατεθεί με αριθμό σχετικής εκθέσεως …../8.10.2015, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε αρχικώς η 18η.2.2016 και ακολούθως, κατόπιν αναβολής, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 524 §§ 1, 3, 271 §§ 1 και 2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος κατά τη συζήτηση ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, το Δικαστήριο οφείλει να ερευνήσει ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση της έφεσης. Έτσι, αν τη συζήτηση επισπεύδει ο εκκαλών ή αν αυτός κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, απορρίπτεται η έφεσή του ως ανυποστήρικτη, χωρίς να ερευνηθεί η ουσία της υποθέσεως, γιατί με την απουσία του δημιουργείται τεκμήριο παραιτήσεώς του από αυτήν. Προϋπόθεση της ως άνω απορρίψεως είναι ότι ο κατά τη δικάσιμο απολιπόμενος διάδικος είτε είχε επισπεύσει εγκύρως ο ίδιος τη συζήτηση είτε είχε κλητευθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση αντίδικό του (εφεσίβλητο) για να παραστεί στη δικάσιμο κατά την οποία ορίσθηκε η συζήτηση της υπόθεσης. Αντίθετα, αν ο απολιπόμενος διάδικος δεν είχε επισπεύσει ο ίδιος τη συζήτηση ή δεν είχε κλητευθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα και δεν είχε εμφανισθεί κατά την ορισθείσα δικάσιμο ή είχε εμφανισθεί αλλά δεν είχε λάβει μέρος κανονικά στη συζήτηση, κηρύσσεται αυτή απαράδεκτη (ΑΠ 1578/2008, ΑΠ 1147/2008, ΑΠ 1439/2008, όλες σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ). Επί νομίμως κλητευθέντος εκκαλούντος που απολείπεται η απόρριψη της έφεσής του λόγω της ερημοδικίας του γίνεται κατ’ ουσίαν και όχι για τυπικό λόγο, διότι, παρόλο που στην πραγματικότητα οι λόγοι της έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται, κατά πλάσμα του νόμου, ότι είναι αβάσιμοι και, για την αιτία αυτή, είναι πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίνεται στο δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί αποδοχής τους (ΟλΑΠ 16/1990, Δνη 1990/804 = Δ 1990/992 = ΕΕΝ 1990/433 = ΝοΒ 1990/1337, ΑΠ 1040/2013, ΧρΙΔ 2014/128, ΑΠ 187/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1439/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΔυτΜακ 28/2013, Αρμ. 2014/106, ΜονΕφΑθ 3981/2012, ΝοΒ 2013/972, ΕφΛαρ. 348/2011, Δικογραφία 2012/72, ΕφΑθ 4249/2005/526, Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση, 2009, αριθμ. 1050 – 1052, Β. Βαθρακοκοίλης, Η Έφεση, 2015, § 1767, σελ. 442), ανεξάρτητα από την υποβολή ή μη σχετικού αιτήματος του εφεσίβλητου, διότι ο εκκαλών, με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του, θεωρείται ότι παραιτείται από την έφεση και αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση (ΑΠ 1858/2014, ΑΠ 2150/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 280/2012, ΝοΒ 2013/132). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 226 § 4 εδαφ. β και γ ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση δίκη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 498 § 2 του ίδιου Κώδικα, αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραμματέας είναι υποχρεωμένος αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη μετ’ αναβολή δικάσιμο που ορίσθηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η αναβολή της υπόθεσης και η εγγραφή αυτής στο πινάκιο του δικαστηρίου για την μετ’ αναβολή δικάσιμο, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιμο αυτή και, επομένως, δεν χρειάζεται νέα κλήτευση του διαδίκου, όταν ο απολιπόμενος κατά τη μετ’ αναβολή δικάσιμο διάδικος είχε νομίμως κλητευθεί να παραστεί κατά τη δικάσιμο κατά την οποία αναβλήθηκε η υπόθεση ή είχε παραστεί νομίμως κατά τη δικάσιμο αυτή (ΑΠ 365/2012, ΑΠ 12/2011, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση, η καλούσα – εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 25.11.2013 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………../26.11.2013 αγωγή της, την οποία έστρεψε εναντίον των ήδη καθ’ ων η κλήση  – εναγομένων και επί της οποίας εκδόθηκε ερήμην των τελευταίων η υπ’ αριθμ. 2213/2014 οριστική  απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που την δέχθηκε εν μέρει. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες με την από 14.6.2014 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …/19.6.2014 και αριθμό έκθεσης προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …./20.6.2014 έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αρχικώς η 19η.3.2015 και στη συνέχεια, κατόπιν αναβολής, η 17η.9.2015, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε λόγω διεξαγωγής των Γενικών Βουλευτικών Εκλογών. Ήδη η έφεση αυτή νομίμως επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 8.10.2015 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …./8.10.2015 κλήση της εφεσίβλητης, η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 18ης.2.2016, από την οποία αναβλήθηκε εκ του πινακίου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας αποφάσεως. Στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε προσηκόντως από την σειρά του οικείου πινακίου, οι εκκαλούντες δεν εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο, ενώ ο δεύτερος αυτών δεν εμφανίστηκε. Όπως προκύπτει από τις με αριθμούς ……../12.10.2015 και ……./12.10.2015 δύο [2] αντίστοιχες επιδοτήριες εκθέσεις του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ………, τις οποίες με επίκληση προσκομίζει η εκπροσωπηθείσα καλούσα – εφεσίβλητη, που επισπεύδει τη συζήτηση, αντίγραφο της ένδικης κλήσης με πράξη προσδιορισμού δικασίμου για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 18ης.2.2015 επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα σε καθέναν των καθ’ ων η κλήση – εκκαλούντων (άρθρα 124 §§ 1, 2, 126 § 1περ. α και δ, 127 § 1 και 128 § 1 ΚΠολΔ). Κατά τη δικάσιμο εκείνη, η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για την προκειμένη δικάσιμο, με σχετική σημείωση στο πινάκιο, η οποία, κατά τα προεκτεθέντα, επέχει θέση κλήτευσης ως προς όλους τους διαδίκους, χωρίς να απαιτείται νέα κλήτευσή τους για τη μετ’ αναβολή δικάσιμο, αφού είχαν κλητευθεί νόμιμα για την αρχική δικάσιμο, κατά την οποία χώρησε η αναβολή. Πρέπει, επομένως, οι εκκαλούντες, που νόμιμα κλητεύθηκαν αλλά δεν παραστάθηκαν, να δικαστούν ερήμην και να απορριφθεί η έφεσή τους, ως ανυποστήρικτη, χωρίς να ακολουθήσει περαιτέρω έρευνα. Επιπλέον, πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας αποφάσεως εκ μέρους των απολιπομένων εκκαλούντων (άρθρα 501, 502 § 1 και 505 § 2 ΚΠολΔ) και να καταδικαστούν οι τελευταίοι, λόγω της ήττας τους, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, κατ’ αποδοχή σχετικού αιτήματός της, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 184 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζοντας ερήμην των εκκαλούντων.

Ορίζει  το παράβολο, για την περίπτωση ασκήσεως εκ μέρους των εκκαλούντων αιτιολογημένης ανακοπής ερημοδικίας κατά της αποφάσεως αυτής, στο χρηματικό ποσό των διακοσίων ενενήντα ευρώ (290 €).

Απορρίπτει την έφεση .

Επιβάλλει στους  εκκαλούντες τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης  για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο χρηματικό ποσό των χιλίων ευρώ (1.000 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 12 Ιανουαρίου 2017, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και της πληρεξούσιας δικηγόρου της εφεσίβλητης.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ