Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 44/2017

Αριθμός  44/2017

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Χρήστο Τζανερρίκο, Πρόεδρο Εφετών, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη και Ζωή Καραχάλιου, Εφέτη-Εισηγήτρια,   και από τη Γραμματέα Δ.Π.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την …………,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:   …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Στυλιανό Λιαρομμάτη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:   Εταιρείας με την επωνυμία «………», που εδρεύει στον ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία παραστάθηκε ο νόμιμος εκπρόσωπός της …….. μετά της πληρεξουσίας του δικηγόρου Στυλιανής Ακριτίδου.

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  18.12.2014 και με αριθμ. εκθ. καταθ. ……../2014 αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2751/2015  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου    ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από  16.9.2015 και με αριθμ. εκθ. κατάθ. ………../2015 έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αρχικά η 18η.2.2016 και, μετά από αναβολή, αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού έλαβε τον λόγο από τον Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η κρινόμενη από 16-9-2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου …./16-9-2015 έφεση κατά της με αριθμό 2751/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 18-12-2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./…./23-12-2014 αγωγής της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης εταιρείας κατά του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 19,495, 511, 513 παρ. 1 περ.β, 516 παρ.1, 517Κ.Πολ.Δ.) και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ), ενόψει του ότι αντίγραφο της εκκαλούμενης απόφασης επιδόθηκε με επιμέλεια της ενάγουσας στον εναγόμενο την 20-7-2015 (βλ. την υπ΄αριθμ. …΄/20-7-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …………) και η έφεση κατατέθηκε την 16-9-2015. Επομένως, εφόσον παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ.), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, εφόσον για το παραδεκτό αυτής (έφεσης), έχουν κατατεθεί από τον εκκαλούντα τα υπ΄αριθμ. …./2015, …./2015, …./2015, …./2015, …/2015 και …../2015 παράβολα δημοσίου και ΤΑΧΔΙΚ, όπως προβλέπεται από την παράγραφο 4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.4055/2012.

ΙΙ. Με την προαναφερόμενη αγωγή της, η ενάγουσα εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ήδη εφεσίβλητη επικαλέσθηκε τα ακόλουθα: Ότι η ίδια δραστηριοποιείται στον τομέα των επισκευών, κατασκευών, σχεδιασμών και πώλησης ηλεκτρονικών, ηλεκτρικών και πνευματικών συστημάτων ναυτιλίας και βιομηχανίας. Ότι  στο πλαίσιο της παραπάνω δραστηριότητάς της, τον Ιούνιο του έτους 2009, συμφώνησε με τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, ως εταίρο και Πρόεδρο του ΔΣ των εταιρειών «…………» και «………….», η δεύτερη εκ των οποίων είναι αλλοδαπή (εδρεύουσα στη … της ….), χωρίς νόμιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, να αναλάβει, ως υπεργολάβος, την εκτέλεση του έργου που η  πρώτη των εταιρειών του είχε αναλάβει ως εργολάβος, ειδικότερα δε τον έλεγχο και την επισκευή των συστημάτων αυτοματισμού του πλοίου με την ονομασία «Μ/Τ N», με σημαία Νήσων …., πλοιοκτησίας της εταιρείας «………..» (μη διαδίκου), το οποίο ναυλοχούσε στο λιμένα  Bijela του Μαυροβουνίου. Ότι, ο εναγόμενος ζήτησε από την ενάγουσα, όπως η τελευταία πράγματι έπραξε, να εκδίδει τα τιμολόγια που αφορούσαν στο ως άνω έργο στο όνομα της προαναφερόμενης (εξωχώριας) εταιρείας «……..», δήλωσε δε ότι ενεργούσε για λογαριασμό αμφοτέρων των εταιρειών, ως πρόεδρος αυτών, και ότι μαζί με την ως άνω εξωχώρια εταιρεία θα εξακολουθούσε να ευθύνεται και η εταιρεία «…………..» για το σύνολο της συμφωνηθείσας αμοιβής από την ένδικη σύμβαση. Ότι, το έργο που ανέλαβε, εκτελέστηκε προσηκόντως και εμπροθέσμως μέχρι την 21.8.2009, οπότε η κυρία του έργου (πλοιοκτήτρια) κατήγγειλε τη, μεταξύ αυτής και της (αρχικής) εργολάβου εταιρείας, σύμβαση. Ότι, η συνολική αμοιβή της για τις εργασίες που πραγματοποίησε έως το χρονικό εκείνο σημείο και η δαπάνη για την αγορά των απαιτουμένων υλικών ανέρχεται στο ποσό των 80.927,45 ευρώ, έναντι του οποίου της έχει καταβληθεί το ποσό των 47.630,95 ευρώ και απομένει υπόλοιπο 33.296,40 ευρώ. Ότι, ο εναγόμενος, ο οποίος εμφανιζόταν ως ένας ιδιαίτερα αξιόπιστος και φερέγγυος επιχειρηματίας, ψευδώς της δήλωσε ότι η ως άνω εξωχώρια εταιρεία που εκπροσωπούσε ήταν φερέγγυα και είχε νομίμως ιδρυθεί στην Ελλάδα, ενώ εκ των υστέρων αποκαλύφθηκαν τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα του ίδιου και των εταιρειών του, αυτός δε έσπευσε να μεταβιβάσει την 17.2.2014 στον υιό του, λόγω γονικής παροχής, ένα διαμέρισμα, που αποτελούσε το μοναδικό εμφανές περιουσιακό του στοιχείο. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, ευθυνόμενος ατομικά ως ομόρρυθμος εταίρος της εξωχώριας εταιρείας «…………..», η οποία λειτουργεί ως ομόρρυθμη εν «τοις πράγμασι» εταιρεία, καθώς η πραγματική της έδρα είναι στην Ελλάδα, όπου και ασκεί την εμπορική της δραστηριότητα, χωρίς να έχει τηρήσει τις διατυπώσεις ίδρυσης που επιτάσσει το ελληνικό δίκαιο και ο εναγόμενος ενεργεί στο όνομά της, να της καταβάλει το οφειλόμενο ποσό εκ της εργολαβικής σύμβασης των 33.296,40 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους ποσό κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό (μετά την παρέλευση 30 ημερών από την έκδοση εκάστου τιμολογίου), άλλως από την επίδοση της εξώδικης όχλησής της, άλλως από την επίδοση της αγωγής, καθώς και το ποσό των 299.956 ευρώ, επιφυλασσόμενη ως προς το ποσό των 44 ευρώ για να παραστεί στο ποινικό δικαστήριο, ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγομένου η φήμη, το κύρος και η πίστη της και να διαταχθεί (λόγω της αδικοπραξίας) η προσωπική κράτηση του εναγομένου. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού έκρινε ότι παραδεκτώς εισήχθη προς εκδίκαση σε εκείνο η κρινόμενη αγωγή και ότι εφαρμοστέο τυγχάνει το ελληνικό δίκαιο, τόσο για τη βάση που στηρίζεται στη σύμβαση έργου, αφού η συμβαλλόμενη ενάγουσα, ως υπεργολάβος, που εκπλήρωσε τη χαρακτηριστική παροχή, έχει την έδρα της στην Ελλάδα (άρθρο 4 παρ. 1,2 Ν. 1792/1988 «Σύμβαση Ρώμης του 1980 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές», μη εφαρμογή του σχετικού κανονισμού της ΕΕ 593/2008, που εφαρμόζεται σε συμβάσεις που καταρτίσθηκαν μετά την 17.12.2009), όσο και για τη στηριζόμενη στην αδικοπραξία βάση (άρθρο 4 παρ. 1, 2 του κανονισμού ΕΕ 864/2007 «Ρώμη ΙΙ», που εφαρμόζεται για τις αδικοπραξίες που τελέσθηκαν μετά την 11.1.2009), διότι στην Ελλάδα, κοινό τόπο διαμονής των διαδίκων, επήλθαν οι ζημιογόνες συνέπειες της αδικοπραξίας (απάτης), καθώς και ότι είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 10, 681, 361, 343 παρ.1, 345, 346, 71, 299, 914, 932 ΑΚ, 22 ΕμπΝ, 218 παρ. 1, 219 παρ. 1, 1047 παρ. 1, 3 ΚΠολΔ, εν συνεχεία, κατ΄αποδοχή ως ουσιαστικά βάσιμης της εκ του άρθρου 937 ΑΚ ένστασης παραγραφής του εναγομένου, απέρριψε την αγωγή ως προς τη νομική βάση της αδικοπραξίας και το αίτημα περί προσωπικής κράτησης του εναγομένου, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 33.296,40 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από 5 Φεβρουαρίου 2010 και μέχρι την εξόφληση. Ήδη κατά της παραπάνω απόφασης παραπονείται ο εκκαλών- εναγόμενος για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τους ειδικότερα εκτιθέμενους στην έφεση παραδεκτούς λόγους και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, ώστε να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αγωγή και να καταδικασθεί η εφεσίβλητη στα δικαστικά του έξοδα. Σημειώνεται, ότι κατά την ως άνω απορριπτική διάταξή της η εκκαλουμένη δεν πλήττεται με λόγο έφεσης ή αντέφεσης, με συνέπεια τη μη μεταβίβαση της υπόθεσης, ως προς το μέρος αυτό, στο παρόν Δικαστήριο, δεδομένου ότι με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτήν (άρθρο 552 ΚΠολΔ).

ΙΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 111 παρ. 2, 118 αρ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει, σαφή έκθεση των γεγονότων, τα οποία θεμελιώνουν κατά νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκηση αυτής από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Η έκθεση δε στο δικόγραφο της αγωγής των πραγματικών περιστατικών, τα οποία πρέπει να είναι όσα είναι νομικώς ικανά και αναγκαία για τη θεμελίωση του δικαιώματος, του οποίου ζητείται η προστασία, πρέπει να γίνεται με σαφήνεια, ώστε να εξατομικεύεται η επίδικη έννομη σχέση και να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της αξίωσης, η οποία απορρέει από αυτά, είναι δε απαραίτητη για να υπάρχει η δυνατότητα, το μεν δικαστήριο να κρίνει τη νομική βασιμότητα της αγωγής, ο δε εναγόμενος να μπορεί να αμυνθεί κατά της αγωγικής αξίωσης που θεμελιώνεται επ` αυτών (πραγματικών περιστατικών) με ανταπόδειξη ή ένσταση. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 681 ΑΚ, με τη σύμβαση έργου ο ένας συμβαλλόμενος, αποκαλούμενος εργολάβος, αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο, ο δε έτερος, αποκαλούμενος εργοδότης, να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή. Κατά την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης από δικονομική άποψη, με την έννοια του ορισμένου, κατά το άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, της αγωγής, ο ενάγων για την καταβολή της αμοιβής εργολάβος οφείλει να επικαλεστεί στο δικόγραφο αυτής τη σύμβαση, το έργο που συμφωνήθηκε, το είδος και το ύψος της αμοιβής και ότι εκτέλεσε προσηκόντως την υποχρέωση που τον βαρύνει με την παράδοση του έργου. Ως έργο νοείται κάθε τελικό αποτέλεσμα της εργασίας και δραστηριότητας του εργολάβου στο οποίο απέβλεψαν τα μέρη της σύμβασης, ενώ ως παράδοση του έργου νοείται η εκπλήρωση της κύριας υποχρέωσης του εργολάβου, που συνίσταται στην εκτέλεση του έργου και στην προσπόρισή του στον εργοδότη, δηλαδή η περιέλευση του έργου στη σφαίρα εξουσίασης του εργοδότη, με την προϋπόθεση ότι το έργο είναι αυτό που συμφωνήθηκε και όχι εντελώς διαφορετικό, διότι τότε δεν θεωρείται ότι ο εργολάβος προεκπλήρωσε την παροχή του, ώστε να δικαιούται κατά το άρθρ. 694 ΑΚ της συμφωνημένης αμοιβής του (ΑΠ 597/2015, ΑΠ 882/2013Τρ. Νομ. Πληρ. ΝΟΜΟΣ). Η αμοιβή, μπορεί κατά την κατάρτιση της σύμβασης να ορισθεί κατ΄ αποκοπή, κατά μονάδα, επί τη βάσει προϋπολογισμού, απολογιστικώς, χρονικώς, σε ποσοστά ή και να καταλειφθεί ακαθόριστη ως προς το ποσό και τον τρόπο υπολογισμού της (βλ. Γεωργιάδη- Σταθόπουλου ΑΚ κατ΄ άρθρο ερμηνεία τόμ. ΙΙΙ σελ. 598). Εάν συμφωνήθηκε το σύστημα καθορισμού της αμοιβής κατά χρονικές μονάδες που αναφέρονται στη χρονική έκταση του αποτελέσματος και ειδικότερα στον προσδιορισμό αντί ορισμένου ποσού ανά ώρα μέχρι την ολοκλήρωση του έργου, προκειμένου να εξαχθεί η συνολική αμοιβή του εργολάβου, μετά την εκτέλεση του έργου ή τμήματος αυτού, πολλαπλασιάζεται ο αριθμός των ωρών που απαιτήθηκαν για την εκτέλεσή του με το συμφωνηθέν ανά ώρα ποσόν (ΑΠ 882/2013 Τρ. Ν.Πλ. ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση στο δικόγραφο της ως άνω αγωγής, όπως παραδεκτά εκτιμάται από το Δικαστήριο, αναφέρεται σχετικά με την αμοιβή της ενάγουσας ότι, σταδιακά και ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών επισκευής, εξέδωσε στο όνομα της εξωχώριας εταιρείας «…………» τα υπ΄ αριθμ…./15-6-2009, …../17-7-2009, …/3-8-2009 και …/24-8-2009 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, ποσού 666,00 ευρώ, 11.600 ευρώ, 27.324 ευρώ και 22.516,50 ευρώ αντίστοιχα, με πίστωση 30 ημερών έκαστο, για την επίσκεψη τεχνικού στο υπό επισκευή πλοίο και για τον έλεγχο και την επισκευή των συστημάτων αυτοματισμού, καθώς και τιμολόγια συνολικού ποσού 26.803,16 ευρώ για την αγορά των υλικών που απαιτούνταν, αναφέρει δε ότι, το ποσό του υπ΄αριθμ. 4…..5/2009 τιμολογίου αντιστοιχεί σε συνολικά 663 ώρες εργασίας και σε 37,5 ώρες για οδοιπορικά, χρεώσεις οι οποίες προκύπτουν από τον από 10-10-2008 τιμοκατάλογο, που κατ΄ εντολή του εναγομένου στάλθηκαν στην εταιρεία ………….. και ο οποίος τιμοκατάλογος έγινε αποδεκτός, οπότε και συνεργάστηκαν. Συνεπώς, αναφέρεται στην αγωγή, αφενός ότι η αμοιβή της ενάγουσας είχε καθοριστεί εν μέρει με βάση τιμοκατάλογο που είχε παραδοθεί στον εναγόμενο, αφετέρου ότι αυτή καθοριζόταν σταδιακά και ανάλογα με την πρόοδο και το στάδιο εργασιών. Κατά συνέπεια, η ως άνω αγωγή με το προαναφερόμενο περιεχόμενο είναι επαρκώς ορισμένη, αφού περιέχονται σ΄ αυτήν όλα τα απαιτούμενα για την πληρότητά της, κατά τα άρθρα 118,119 και 216 ΚΠολΔ, στοιχεία, απορριπτομένων ως αβασίμων όσων υποστηρίζει ο εκκαλών- εναγόμενος και δη ότι η αγωγή είναι αόριστη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση, δέχθηκε ότι η ως άνω αγωγή είναι ορισμένη, ορθώς εφάρμοσε το νόμο, απορριπτομένων ως αβάσιμων των σχετικών δεύτερου και τρίτου (κατά το πρώτο σκέλος του) λόγων της έφεσης, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα.

ΙV. Α. Από τη διάταξη του άρθρου 10 του ΑΚ συνάγεται ότι τα νομικά πρόσωπα διέπονται ως προς την ίδρυση, τη νομική προσωπικότητα και την ικανότητα δικαίου από το δίκαιο της χώρας, όπου ασκείται η κεντρική διοίκηση αυτών και εκπορεύονται οι αποφάσεις και διαμορφώνεται η επιχειρηματική πολιτική της επιχειρήσεως (πραγματική έδρα). ΄Ετσι, αλλοδαπές εταιρείες, οι οποίες έχουν ως πραγματική έδρα την Ελλάδα, δεν έχουν, όμως, συσταθεί συμφώνως προς τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου, πάσχουν ακυρότητα ως εταιρείες του αντιστοίχου εταιρικού τύπου και λειτουργούν ως ομόρρυθμες εταιρίες «εν τοις πράγμασι» και οι εταίροι αυτών ευθύνονται απεριορίστως και εις ολόκληρον μετά της εταιρίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 22 του ΕμπΝ, 249 παρ. 1 και 258 παρ. 3 του ν. 4072/2012. Σημειωτέον ότι τα προεκτεθέντα δεν ισχύουν προκειμένου περί α) εταιρειών των Η.Π.Α. συνεστημένων δυνάμει των νόμων και κανονισμών των Η.Π.Α. (άρθρο 24 παρ. 3 εδ. 2 της από 3ης Αυγούστου 1951 Συνθήκης Φιλίας, Εμπορίου και Ναυτιλίας μεταξύ Ελλάδος και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν. 2893/1954), β) εταιρειών συσταθέντων σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εντός του εδάφους του οποίου έχουν την καταστατική έδρα αυτών (άρθρα 43, 48 και 293 της Συνθήκης Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ως έχει τροποποιηθεί μεταγενεστέρως, η οποία έχει κυρωθεί με το άρθρο πρώτο του ν. 945/1979), γ) ναυτιλιακών εταιρειών, πλοιοκτητριών ή διαχειριστριών πλοίων υπό ελληνική σημαία, κατά τον ενεστώτα χρόνο ή κατά το παρελθόν ως και των εταιριών χαρτοφυλακίου αυτών, εξαιρουμένων των εταιρειών πλοιοκτητριών ή διαχειριστριών μόνον σκαφών αναψυχής, δ) ναυτιλιακών εταιρειών, μη πλοιοκτητριών ή διαχειριστριών πλοίων υπό ελληνική σημαία κατά τον ενεστώτα χρόνο ή κατά το παρελθόν, εγκατεστημένων εντός της ημεδαπής δυνάμει αδείας χορηγούμενης δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, ως και των εταιρειών χαρτοφυλακίου αυτών, υπό την αυτήν ως άνω (υπό στοιχείο γ’) εξαίρεση, και ε)ναυτιλιακών εταιρειών πλοιοκτητριών ή διαχειριστριών πλοίων υπό ξένη σημαία ως και των εταιρειών χαρτοφυλακίου αυτών, εφόσον τα πλοία αυτών διαχειρίζονται ή διεχειρίζοντο γραφεία ή υποκαταστήματα εταιρειών εγκατεστημένων εντός της ημεδαπής δυνάμει ομοίας ως άνω (υπό στοιχείο δ’) αδείας, υπό την ιδία εξαίρεση (άρθρα 1 του ν. 791/1978 και 25 του ν. 27/1975, ως έχει αντικατασταθεί δια του άρθρου 4 του ν. 2234/1994 και 11Δ του ν. 3816/2010), οι οποίες διέπονται ως προς τη σύσταση, τη νομική προσωπικότητα και την ικανότητα δικαίου από το δίκαιο της χώρας, όπου ευρίσκεται η καταστατική έδρα αυτών, ανεξαρτήτως του τόπου διευθύνσεως των εταιρικών υποθέσεων (βλ. ΟλΑΠ 2/2003 ΕλλΔνη 2003 388, ΑΠ 803/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 812/2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 701/2013ΕΝαυτΔ 2013 100, ΕφΠειρ 586/2012 ΔΕΕ 2013 145, ΕφΠειρ 40/2010 ΔΕΕ 2011 314). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 18, 19, 22 του ΕμπΝ και 748 παρ. 1, 749 παρ. 1, 754 παρ. 1, 756, 760 και 724 του ΑΚ, όπως εκείνες περί ομόρρυθμης εταιρίας ίσχυαν πριν από την αντικατάστασή τους με τα άρθρα 249-270 του ν. 4072/2012, προκύπτει ότι στις προσωπικές εταιρίες, όπως η ομόρρυθμη, η εξουσία (και το καθήκον) διαχειρίσεως είναι συνδεδεμένη με την εταιρική ιδιότητα και για τον λόγο αυτό δεν μπορεί η διαχείριση να ανατεθεί με το καταστατικό ή μεταγενέστερη απόφαση των εταίρων σε τρίτο, ως επιτρεπτώς συμβαίνει με τις κεφαλαιουχικές εταιρείες. Μόνοι οι απεριορίστως ευθυνόμενοι ομόρρυθμοι εταίροι μπορούν να είναι διαχειριστές και εκπρόσωποι της ομόρρυθμης εταιρείας, κατ’ αποκλεισμό τρίτου προσώπου. Σημειωτέον ότι με σύμβαση εντολής μπορεί να ανατεθεί από εταίρους σε τρίτο μη εταίρο η διεξαγωγή και ενέργεια κάποιων διαχειριστικών πράξεων, χωρίς όμως αυτός να γίνεται διαχειριστής της ομόρρυθμης εταιρίας κατά την έννοια του νόμου, ούτε όργανο του νομικού προσώπου αυτής, ώστε να έχει επ’ αυτού εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 68 εδ. 4 του ΑΚ, σύμφωνα με την οποία στα όργανα εκπροσωπήσεως του νομικού προσώπου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για την αντιπροσώπευση και την εντολή. Αντίθετα, την ιδιότητα αυτή διατηρούν οι ομόρρυθμοι εταίροι της εταιρείας, με δικαίωμα παράλληλα διαχειρίσεως και εκπροσωπήσεως αυτής (βλ. ΟλΑΠ 13/1997 ΕλλΔνη 1997 771, ΑΠ 1896/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1374/2013 ΕΕμπΔ 2013 836).

Β. Η παράδοση τραπεζικής επιταγής, η οποία αποτελεί όργανο και όχι μέσο πληρωμής, δεν συνιστά καταβολή κατά την έννοια του άρθρου 416 ΑΚ, ούτε σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται δόση ή υπόσχεση αντί καταβολής κατά τα άρθρα 419 και 421 ΑΚ, αλλά γίνεται χάριν καταβολής. Ο οφειλέτης, με την έκδοση της επιταγής ή την ανάληψη υποχρεώσεως απ` αυτήν, υπόσχεται στο δανειστή του (λήπτη), ότι θα εκπληρώσει την αρχική (βασική) του υποχρέωση με την εκπλήρωση νέας, με τη γένεση δηλαδή της ενοχής από επιταγή δημιουργείται μόνον εναλλακτικός τρόπος πληρωμής. Έτσι, δεν επέρχεται απόσβεση της αρχικής υποχρέωσης, παρά μόνο με την πραγματική πληρωμή (είσπραξη) της επιταγής, είτε αυτή γίνεται με μετρητά, είτε με πίστωση του λογαριασμού του κομιστή της. Δεν αποκλείεται όμως η παράδοση της επιταγής να συνιστά υπόσχεση αντί καταβολής κατά τον ερμηνευτικό κανόνα του ανωτέρω άρθρου 421 ΑΚ, όταν εκδηλώνεται σαφής (ρητή ή σιωπηρή) περί τούτου βούληση των μερών, οπότε η απόσβεση της απαίτησης του δανειστή επέρχεται άμεσα ή από το μεταγενέστερο χρόνο που τα μέρη συμφώνησαν (λ.χ. επί μεταχρονολογημένης επιταγής). Τη συμφωνία αυτή πρέπει να την επικαλείται και να την αποδεικνύει αυτός που προβάλλει απόσβεση (εξόφληση) της απαίτησης του δανειστή με την έκδοση ή οπισθογράφηση και παράδοση της επιταγής (ΑΠ 279/2015, ΑΠ 1701/1999, ΑΠ 883/2000,ΑΠ 1606/2000, 322/2000. 1825/2012 Τρ.Ν.Πλ. ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση, από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου του μάρτυρα απόδειξης ………… (ο εναγόμενος δεν εξέτασε μάρτυρα ανταπόδειξης), την υπ΄αριθμ. ……../20-3-2015 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………….., την οποία προσκομίζει και επικαλείται ο εναγόμενος, η οποία λήφθηκε κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της αντιδίκου ενάγουσας, προς αντίκρουση ισχυρισμών (άρθρα 270 παρ. 2 εδ.γ και 237 παρ. 3 εδ. γ ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν την κατάργηση του πρώτου και την τροποποίηση του δεύτερου με το άρθρο δεύτερο του άρθρ. 1 του Ν. 4335/2015) και όλων των εγγράφων, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, συμπεριλαμβανομένων και των επιστολών ηλεκτρονικής αλληλογραφίας -e-mails (άρθρο 3 παρ. 1 του π.δ. 150/2001 «Προσαρμογή στην Οδηγία 99/93 ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές υπογραφές», ΠΔ 150/2001), των ενόρκων βεβαιώσεων με αριθμούς …/2011 και …,…../2014 στη συμβολαιογράφο Αθηνών …….. και στο Ειρηνοδικείο Καλλιθέας αντίστοιχα, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, οι οποίες δόθηκαν για να χρησιμοποιηθούν σε άλλες δίκες, λαμβανομένων υπόψη μόνο για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (Ολ ΑΠ 8/2016,ΑΠ 1472/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, εδρεύει στον Πειραιά και δραστηριοποιείται στον τομέα των επισκευών, κατασκευών, σχεδιασμών και πώλησης ηλεκτρονικών και ηλεκτρικών συστημάτων ναυτιλίας και βιομηχανίας. Στο πλαίσιο της εμπορικής της δραστηριότητας, στις 2-6-2009, δια του νομίμου εκπροσώπου της, συμφώνησε με τον εναγόμενο, ήδη εκκαλούντα, νόμιμο εκπρόσωπο της εδρεύουσας στη ……… Αττικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..», με την οποία είχε συνεργαστεί παλαιότερα σε έργο της εταιρείας «…………» στον ……….. Αττικής, να αναλάβει, ως υπεργολάβος, το έργο ελέγχου και επισκευής των συστημάτων αυτοματισμού του πλοίου Μ/Τ με την ονομασία Ν, σημαίας Νήσων ….., πλοιοκτησίας της εδρεύουσας στη …. Αττικής εταιρείας «……….» (μη διαδίκου). Σε εκτέλεση της ως άνω σύμβασης, στις 6-6-2009, ο Γενικός Διευθυντής της ενάγουσας μετέβη στο Μαυροβούνιο, στο λιμάνι Bijela, όπου ναυλοχούσε το ως άνω πλοίο, εκτίμησε το έργο και συνέταξε σχετική έκθεση, υποδεικνύοντας τις απαιτούμενες ενέργειες αποκατάστασης του προβλήματος, την οποία (έκθεση) απέστειλε στην εταιρεία του εναγομένου «…………». Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, οι εργασίες στο ως άνω πλοίο θα εκτελούνταν σε δύο στάδια: α) κατά το πρώτο στάδιο, i)θα ελέγχονταν οι αισθητήρες, οι καλωδιώσεις και η μονάδα του πίνακα ελέγχου CCR του καταστρώματος, προκειμένου να διαπιστωθεί ποιά ανταλλακτικά θα απαιτούνταν και να παραγγελθούν στον κατασκευαστή τους, το συντομότερο δυνατό, και επίσης, με την καθοδήγηση εξειδικευμένων τεχνιτών, να γίνει εγκατάσταση των σωλήνων προστασίας καλωδίων και κάθε εργασία που θα απαιτούνταν στο κατάστρωμα, ii) θα διενεργείτο έλεγχος όλων των συστημάτων αυτοματισμού, όπως αισθητήρων, καλωδίωσης, μονάδας ελέγχου πάνελ του κινητήρα, προκειμένου να διαπιστωθεί ποια ανταλλακτικά πρέπει να παραγγελθούν στον κατασκευαστή τους, το συντομότερο δυνατό και β) μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου, κατά το δεύτερο στάδιο, θα διενεργείτο η εγκατάσταση των ανταλλακτικών και ο έλεγχος της σωστής λειτουργίας τους. Κατόπιν  των ανωτέρω, εκδόθηκε από την ενάγουσα το υπ΄ αριθμό …./2009 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, ποσού 666 ευρώ πλέον ΦΠΑ 19% 126,54 ευρώ και συνολικού ποσού 792,54 ευρώ, με πίστωση 30 ημερών στο όνομα της εταιρείας «…………». Τότε ο εναγόμενος υπέδειξε στην ενάγουσα να εκδίδει τα σχετικά με το αναληφθέν έργο τιμολόγια, στο όνομα της αλλοδαπής (εξωχώριας) εταιρείας «………….», με καταστατική έδρα στη ………. Λιβερίας, συμφερόντων του, ως αρχικής εργολάβου, για λόγους κυρίως φορολογικούς, αφού έτσι δεν θα καταβαλλόταν Φ.Π.Α. Η ενάγουσα παρά τις αρχικές επιφυλάξεις της, πείσθηκε, μετά τις ψευδείς διαβεβαιώσεις του εναγομένου περί της φερεγγυότητας  της ανωτέρω εταιρείας και της δυνατότητάς της να της καταβάλει την αμοιβή για την εκτέλεση του ως άνω έργου. Ακολούθως, σύμφωνα με τις υποδείξεις του εναγομένου, ακύρωσε το ως άνω τιμολόγιο προς την ελληνική εταιρεία «……….» και σε αντικατάστασή του εξέδωσε το με αριθμό ………./15.6.2009 τιμολόγιο, ποσού 666 ευρώ, χωρίς ΦΠΑ, με πίστωση 30 ημερών, στο όνομα της εταιρείας «……….», στην οποία και εκδόθηκαν στη συνέχεια όλα τα τιμολόγια που αφορούσαν στο επίδικο έργο. Στις 3-7-2009 τεχνικοί της ενάγουσας μετέβησαν στον ως άνω λιμένα και στο πλοίο και στις 4-7-2009 άρχισαν λεπτομερή έλεγχο των συστημάτων αυτοματισμού του πλοίου και καταγραφή των αναγκαίων υλικών για την επισκευή τους. Στις 28-7-2009 η ενάγουσα απέστειλε με ηλεκτρονική επιστολή της στην αντισυμβαλλόμενη εξωχώρια εταιρεία τον κατάλογο καταγραφής του 80% των υλικών που απαιτούνταν για την επισκευή, κατ΄ είδος, ποσότητα και τιμή, συνολικού ποσού 26.803,16 ευρώ και ζήτησε να της αποσταλεί, μέσω της προμηθεύτριας εταιρείας ……, το υπόλοιπο 20% του απαιτούμενου για την επισκευή υλικού (πρόγραμμα Cargo Level Gauges). Στις 29-7-2009 η αντισυμβαλλόμενη εξωχώρια εταιρεία, εκπροσωπούμενη από τον εναγόμενο, απάντησε θετικά και στις 3-8-2009 κατέθεσε στο λογαριασμό της ενάγουσας το 30% του ως άνω κόστους αγοράς των υλικών, ποσού 8.040,95 ευρώ, ο δε εναγόμενος με προσωπικό ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε στην ενάγουσα τη διαβεβαίωσε για την πληρωμή του υπολοίπου τιμήματος μετά την παρέλευση 30 ημερών από την παράδοση των εξαρτημάτων στο πλοίο, καθώς και ότι θα παραλάβει το πρόγραμμα Cargo Level Gauges από την εταιρεία ….. μετά την 10.8.2009. Η ενάγουσα συνέχισε να εκτελεί κανονικά το έργο που της ανατέθηκε, ως υπεργολάβο, όταν αιφνίδια την 21-8-2009 οι τεχνικοί της ενημερώθηκαν από τον αρχιμηχανικό ……. ., ότι η πλοιοκτήτρια του ως άνω πλοίου και εργοδότρια, κατήγγειλε την αρχική σύμβαση έργου, για λόγους που δεν αφορούσαν στην ενάγουσα (υπεργολάβο), αλλά στην εργολήπτρια εταιρεία, συμφερόντων του εναγομένου. Κατόπιν τούτου, οι τεχνικοί της ενάγουσας αναγκάσθηκαν να επιστρέψουν άμεσα στην Ελλάδα. Η ενάγουσα, για τις εργασίες που πραγματοποίησε έως το χρονικό αυτό σημείο (σημειώνεται ότι οι ώρες εργασίας και ο αριθμός των τεχνιτών της ενάγουσας που απασχολήθηκαν στο έργο  από 2-7-2009 έως 21-8-2009 προκύπτουν από πίνακα, υπογεγραμμένο από τον Αρχιμηχανικό του πλοίου, στο οποίο αυτή (ενάγουσα) εκτέλεσε το ένδικο έργο, μετά το πέρας των εργασιών και την παράδοση του έργου την 21.8.2009) και για την αγορά των απαιτούμενων υλικών, εξέδωσε τα σχετικά τιμολόγια αγοράς και παροχής υπηρεσιών, όλα με πίστωση 30 ημερών, στο όνομα της εξωχώριας εταιρείας και συγκεκριμένα εξέδωσε τα κάτωθι τιμολόγια: α) το υπ΄ αριθμό …./17.7.2009 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών ποσού 11.600 ευρώ, β) το υπ΄ αριθμό …./3.8.2009 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών ποσού 27.324 ευρώ, γ) το υπ΄ αριθμό …/13.8.2009 τιμολόγιο για αγορά υλικών-δελτίο αποστολής ποσού 5.634,03 ευρώ, δ) το υπ΄ αριθμό …/13.8.2009 τιμολόγιο αγοράς υλικών-δελτίο αποστολής ποσού 305,31 ευρώ, ε) το υπ΄ αριθμό …/13.8.2009 τιμολόγιο αγοράς υλικών –δελτίο αποστολής ποσού 2.056,41, στ) το υπ΄ αριθμό …/13.8.2009 τιμολόγιο αγοράς υλικών- δελτίο αποστολής ποσού 3.722,43 ευρώ, ζ) το υπ΄ αριθμό …./13.8.2009 τιμολόγιο αγοράς υλικών-δελτίο αποστολής ποσού 1.720,47 ευρώ, η) το υπ΄ αριθμό …/13.8.2009 τιμολόγιο αγοράς υλικών- δελτίο αποστολής ποσού 5.382,20 ευρώ, θ) το υπ΄ αριθμό …../24.8.2009 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών ποσού 22.516,50 ευρώ (για 663 ώρες εργασίας Χ 33 ευρώ ανά ώρα  συν 37,5 ώρες για οδοιπορικά Χ 17 ευρώ ανά ώρα). Σημειώνεται ότι η αμοιβή για κάθε ώρα εργασίας των τεχνικών της ενάγουσας για εργασία σε ξένο έδαφος (33 ευρώ ανά ώρα), καθώς και η χρέωση για οδοιπορικά αυτών (17 ευρώ ανά ώρα), προκύπτουν από τον από 10.10.2008 τιμοκατάλογο της ενάγουσας ,ο οποίος είχε γίνει αποδεκτός από τον εναγόμενο, απορριπτομένου ως αβάσιμου του τρίτου λόγου (κατά το τελευταίο σκέλος του) της έφεσης, με τον οποίο ο τελευταίος υποστηρίζει ότι δεν υπήρξε συμφωνία για τον υπολογισμό της αμοιβής της ενάγουσας και ότι σε κάθε περίπτωση είναι υπερβολικές οι χρεώσεις που αυτή καταλόγισε. Συνολικά, εξέδωσε τιμολόγια (συνυπολογιζομένου του προαναφερόμενου με αριθμό …../2009) συνολικού ύψους 80.927 ευρώ, χωρίς να υπολογισθεί Φ.Π.Α., σύμφωνα με τα ανωτέρω συμφωνηθέντα. Έναντι του ποσού αυτού, η ως άνω εξωχώρια εταιρεία της κατέβαλε τμηματικά το συνολικό ποσό των 47.630,95 ευρώ, ήτοι την 3.8.2009, 8.040,95 ευρώ κατά τα ανωτέρω, την 19.8,2009,  666 ευρώ, την 2.9.2009,  11.600 ευρώ και την 14.10.2009, 27.324 ευρώ και απομένει υπόλοιπο 33.296,40 ευρώ, το οποίο αδικαιολόγητα αρνείται να της καταβάλει, παρά την έγγραφη προς τούτο από 1.2.2010 όχληση της ενάγουσας, την οποία της επέδωσε νόμιμα την 2.2.2010 (βλ. την υπ΄αριθμ. …../2.2.2010 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …. …..). Το ποσό αυτό οφείλει η ως άνω (εξωχώρια) εταιρεία να καταβάλει στη ενάγουσα από τη συμβατική τους σχέση, κατά τα ανωτέρω, με το νόμιμο τόκο από 5.2.2010, ήτοι από την επομένη ημέρα από την παρέλευση άπρακτης της νέας προθεσμίας των δύο ημερών για την εξόφληση του από την επίδοση της εξώδικης όχλησης, που έταξε με αυτήν, και μέχρι την εξόφληση. Ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι δεν έπρεπε να καταλογισθούν τόκοι από 26.2.2010 και εφεξής αναφορικά με το ποσό των 12.682,58 ευρώ, διότι, όταν η ενάγουσα απηύθυνε στην ως άνω υπόχρεη εταιρεία την από 13-11-2009 εξώδικη πρόσκλησή της προς καταβολή του οφειλόμενου ποσού, η τελευταία της προσέφερε προς μερική εξόφληση της οφειλής της δύο (μεταχρονολογημένες) επιταγές, πελατείας της, πληρωτέες την 26-2-2010, σε διαταγή της, συνολικού ποσού 12.682,58 ευρώ, τις οποίες (επιταγές) αρνήθηκε να παραλάβει. Ωστόσο, δεν προέκυψε ότι η ενάγουσα ήταν υποχρεωμένη να παραλάβει τις ως άνω επιταγές, ούτε, εξάλλου, ο εναγόμενος επικαλείται συμφωνία για παράδοση επιταγών αντί καταβολής, από την οφειλέτρια εταιρεία στην ενάγουσα δανείστρια, ώστε να αποσβεσθεί (μερικώς) η απαίτηση της τελευταίας από την επίδικη σύμβαση έργου. Ούτε άλλωστε, τέτοια βούληση των συμβαλλομένων (ρητή ή σιωπηρή) προκύπτει από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού. Επομένως, εφόσον δεν εχώρησε πραγματική και προσήκουσα προσφορά του ως άνω οφειλόμενου ποσού, δεν κατέστη υπερήμερη δανείστρια (άρθρ. 349 επ. ΑΚ) η ενάγουσα και όσα αντίθετα υποστηρίζει ο εναγόμενος με τον τέταρτο λόγο της έφεσής του είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

Η προαναφερόμενη εταιρεία «………..» με καταστατική έδρα στη ….. Λιβερίας έχει πραγματική έδρα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη …. Αττικής ,…….., όπου βρίσκεται και η έδρα της άλλης εταιρείας συμφερόντων του εναγομένου «………..», από όπου διενεργείται η πραγματική διοίκηση αυτής από τον εναγόμενο, δηλαδή η επιχειρηματική της διεύθυνση. Η εταιρεία αυτή δεν αποδείχθηκε ότι ανέπτυξε κάποια εμπορική δραστηριότητα στη Λιβερία, αλλά από την Ελλάδα και τη …… Αττικής (όπως προαναφέρθηκε) αναπτυσσόταν η οποιαδήποτε δραστηριότητά της, χωρίς να λειτουργεί ως αλλοδαπή εταιρεία με νόμιμη, βάσει του ΑΝ 89/1967, εγκατάσταση στην Ελλάδα. Έτσι, ενόψει του ότι αυτή ουδέποτε απέκτησε νόμιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, απ΄ όπου διενεργείτο η εν γένει διεύθυνση των εταιρικών υποθέσεων και δραστηριότητά της, δηλαδή όπου ήταν η πραγματική έδρα της, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις (υπό στοιχείο ΙVΑ), θεωρείται ως άκυρη του αντίστοιχου εταιρικού τύπου της (κεφαλαιουχικού) και λειτουργεί ως ομόρρυθμη εταιρεία «εν τοις πράγμασι», δοθέντος ότι δεν εμπίπτει σε κάποια από τις προεκτεθείσες  (υπό στοιχείο ΙV α΄, β΄, γ΄, δ΄ και ε΄) περιπτώσεις, στις οποίες η σχετική εταιρεία διέπεται ως προς τη σύσταση, τη νομική προσωπικότητα και την ικανότητα δικαίου από το δίκαιο της χώρας, όπου ευρίσκεται η καταστατική έδρα αυτής, ανεξαρτήτως του τόπου διευθύνσεως των εταιρικών υποθέσεων. Επομένως, ο εναγόμενος, ο οποίος κατά το χρόνο κατάρτισης της ως άνω σύμβασης έργου (υπεργολαβίας), ήταν ο αποκλειστικός διαχειριστής και εκπρόσωπος της ως άνω αλλοδαπής εταιρείας, η οποία είναι άκυρη κατά το ελληνικό δίκαιο, θεωρούμενη, κατά τα ως άνω, ως «εν τοις πράγμασι» ομόρρυθμη εταιρεία, ευθύνεται ατομικώς και αυτός, εις ολόκληρον με την εξωχώρια εταιρεία, για την καταβολή του προαναφερθέντος ποσού, ενόψει του ότι, όπως προεκτέθηκε (στοιχείο ΙV Α), μόνον οι απεριορίστως ευθυνόμενοι ομόρρυθμοι εταίροι μπορούν να είναι διαχειριστές και εκπρόσωποι της ομόρρυθμης εταιρείας, έτσι, ο εναγόμενος, λόγω της ιδιότητάς του (διαχειριστού και εκπροσώπου της αλλοδαπής εταιρείας), εκλαμβάνεται ως εταίρος της τελευταίας, έχοντας την αντίστοιχη νόμιμη ευθύνη, κατά τα ως άνω εκτιθέμενα. Πρέπει να σημειωθεί ότι, ο εναγόμενος μετά την από 18-3-2014 μήνυση- έγκληση που κατέθεσε η ενάγουσα σε βάρος του, ατομικώς και ως διευθύνοντος συμβούλου και εκπροσώπου των προαναφερόμενων εταιρειών συμφερόντων του, καταδικάσθηκε με την υπ΄ αριθμό 31705/2014 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, η οποία έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη από 30-10-2014 (βλ. σχετική αναφορά στην υπ΄ αριθμό …………2015 Διάταξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών) για την πράξη της απάτης ιδιαίτερα μεγάλης αξίας σε ποινή φυλάκισης δύο ετών, με το αιτιολογία ότι ενώ η ως άνω εξωχώρια (offshore) εταιρεία ήταν αφερέγγυα, αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και αδυνατούσε εξ αρχής να εξοφλήσει τις οικονομικές της υποχρεώσεις, με τις απατηλές παραστάσεις ο κατηγορούμενος- εδώ εναγόμενος- πέτυχε να προσπορίσει οικονομικό όφελος, όσο και το ύψος των εκδοθέντων τιμολογίων σε βάρος της περιουσίας της ενάγουσας. Ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι ουδέποτε είχε οποιαδήποτε εταιρική συμμετοχή ή προσωπική σχέση με την ως άνω εταιρεία και ότι η μοναδική σχέση που τον συνέδεε ήταν αυτή της παροχής υπηρεσιών πρακτόρευσης εκ μέρους της εταιρείας συμφερόντων του «……..», η οποία διαμεσολαβούσε ως πράκτορας, μέσω της υπαλλήλου του …………., μεταξύ της ενάγουσας, της εργολάβου εξωχώριας εταιρείας και της κυρίας του έργου-ιδιοκτήτριας του πλοίου. Ωστόσο, από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκε, όπως προαναφέρθηκε, ότι ο εναγόμενος ήταν ο αποκλειστικός διαχειριστής και εκπρόσωπος της ως άνω αλλοδαπής εταιρείας. Η παραδοχή αυτή του Δικαστηρίου τούτου ενισχύεται και: α) από το γεγονός ότι  στη μεταξύ των διαδίκων ηλεκτρονική αλληλογραφία, ουδέποτε αναφέρθηκε ότι ο εναγόμενος ή η υπογράφουσα υπάλληλός του …………, ενεργούν ως διαμεσολαβητές ή πράκτορες, για λογαριασμό της εταιρείας «………..», β) από το γεγονός ότι στην από 1.8.2014 και με αριθμό ΑΒΜ ………../1997 έγκληση που κατέθεσε κατά του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας, φέρεται να ενεργεί ατομικώς και ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος και εκπρόσωπος της ως άνω αλλοδαπής εταιρείας και της εταιρείας «…………..», την οποία (έγκληση) προσκόμισε και επικαλέσθηκε επιπλέον, ως σχετικό, και σε δίκη ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών – ουδόλως δε μπορεί να θεωρηθεί ότι η αναφορά έγινε εκ παραδρομής, όπως ισχυρίζεται ο εναγόμενος,  αφού δεν υπήρξε προσπάθεια διόρθωσης αυτής -και, τέλος, γ) ο εναγόμενος είναι από το έτος 2007 ο δικαιούχος του με αριθμό 189415 ημεδαπού σήματος  της ως άνω εξωχώριας εταιρείας, η προστασία του οποίου λήγει στις 17-1-2017. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε ότι ο εναγόμενος ευθύνεται ατομικώς, για την καταβολή του ως άνω ποσού, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων. Συνακόλουθα, ο περί του αντιθέτου λόγος (1ος) της έφεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.V. Κατ΄ακολουθίαν των προεκτεθέντων (μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς έρευνα), το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε εν μέρει την ένδικη αγωγή, όπως προαναφέρθηκε, δεν έσφαλε και πρέπει η ένδικη έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη. Επίσης, πρέπει να καταδικασθεί ο εκκαλών στην καταβολή των δικαστικών εξόδων, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, της εφεσίβλητης, ως διαδίκου που ηττήθηκε, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 16-9-2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου …./16-9-2015 έφεση κατά της με αριθμό 2751/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών).-

Δέχεται τυπικώς και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την έφεση.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων  (600) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου (υπ΄αριθμ. …/2015, …/2015, …./2015, …/2015, …/2015 και …/2015), που κατατέθηκε για την άσκηση της

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 12η Ιανουαρίου 2017   και δημοσιεύθηκε στις 26 Ιανουαρίου  2017 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ