Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 336/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ   (3ο ΤΜΗΜΑ)

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ (από οριζόντια ιδιοκτησία) ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης   336/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, και τη Γραμματέα, Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των εκκαλούντων : 1) ………., 2) ……… κατοίκων ……… (οδός ……….), οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, Παύλου Σαράκη, με δήλωση, κατ’άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Των εφεσιβλήτων : 1) ……….., 2) …………., 3) Νικολάου Σταυρουλάκη του Εμμανουήλ, 4) …………, 5) ……, 6) ………., 7) ……………., 8) …………. και 9) ……….., κατοίκων ……. Αττικής (οδός ……….), οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, Ιωάννη Σπυριδαντωνάκη, με δήλωση, κατ’άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Οι ενάγοντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 14-11-2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……./15-11-2019) αγωγή τους, η οποία ζήτησε να γίνει δεκτή.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η υπ’αριθμ. 3577/2020 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία αυτή απορρίφθηκε στο σύνολό της.

Οι ενάγοντες προσέβαλαν την ανωτέρω οριστική απόφαση με την από 11-11-2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………./11-11-2022) έφεσή τους, η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου. πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν εμφανίσθηκαν, αλλά παραστάθηκαν με δήλωσή τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 § 2 του ΚΠολΔ, και προκατέθεσαν τις προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ   ΜΕΛΕΤΗΣΕ   ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 11-11-2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/11-11-2022) έφεση των εναγόντων, που ηττήθηκαν ολικώς στην πρωτοβάθμια δίκη, κατά της υπ’ αριθ. 3577/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 614 παρ. 2 του ΚΠολΔ) και απέρριψε στο σύνολό της την από 14-11-2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……./15-11-2019) αγωγή τους κατά των εναγομένων περί άρσης της προσβολής από τη σχέση οροφοκτησίας, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ), και έχει ασκηθεί νομότυπα [άρθρο 495 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015), που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), και μετά την αντικατάσταση της παραγράφου 3 εδ.α΄αυτού από  το άρθρο 35 παρ.2 περ.Α στοιχ.β του ν.4446/22-1-2016, που εφαρμόζεται από 22-1-2017 κατ’άρθρο 45 αυτού), 500, 511, 513 § 1 εδαφ.β΄, 516 § 1, 517 και 520 § 1 του ΚΠολΔ] και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2 του ΚΠολΔ), ήτοι εντός διετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης (23-11-2020), εφόσον δεν προκύπτει ούτε γίνεται επίκληση τυχόν επίδοσής της ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ, για το παραδεκτό της, καταβλήθηκε κατά την άσκησή της το προβλεπόμενο παράβολο (υπ’αριθμ. …………. e-παράβολο της ΓΓΠΣ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, εντός των ορίων που καθορίζονται με αυτούς (άρθρα 522, 533 § 1 του ΚΠολΔ), κατά την αυτή διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη (άρθρο 591 παρ.7 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο τέταρτο του ν.4335/2015).

Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν με την αγωγή τους, κατ’εκτίμηση του περιεχομένου της, ότι τυγχάνουν, η μεν πρώτη επικαρπώτρια και ο δεύτερος ψιλός κύριος των ειδικότερα περιγραφόμενων αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών (διαμερίσματος και αποθήκης) και επιπλέον ο δεύτερος έχει το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης, χώρου στάθμευσης στην πυλωτή, πολυκατοικίας, που έχει υπαχθεί στο σύστημα της κατ’ορόφους ιδιοκτησίας, δυνάμει της νομίμως μεταγεγραμμένης υπ’αριθμ. ………./2001 πράξης συστάσεως οριζοντίων ιδιοκτησιών του συμβολαιογράφου Πειραιώς, ………….., όπως αυτή τροποποιήθηκε στη συνέχεια, δυνάμει των ειδικότερα μνημονευόμενων και νομίμως μεταγεγραμμένων, συμβολαιογραφικών πράξεων του ιδίου ως άνω συμβολαιογράφου, μεταξύ των οποίων και η υπ’αριθμ. ………/2002 πράξη του, η οποία περιέχει τον Κανονισμό της πολυκατοικίας, ρυθμίζοντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συνιδιοκτητών. Ότι οι εναγόμενοι τυγχάνουν και αυτοί συνιδιοκτήτες των ειδικότερα περιγραφόμενων ιδιοκτησιών της ίδιας πολυκατοικίας έχοντας το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης έκαστος της αντίστοιχης προς την ιδιοκτησία του θέσης στάθμευσης στην πυλωτή και το υπόγειο, για την κατασκευή των οποίων, όμως, έχουν υπερβεί την οικεία οικοδομική άδεια, αφού έχουν διαμορφώσει παρανόμως, προβλεπόμενους από αυτήν χώρους πρασίνου σε χώρους στάθμευσης, προβαίνοντας σε τσιμεντόστρωσή του και τοποθετώντας μεταλλικές καγκελόπορτες.  Ακολούθως, επικαλούμενοι παράβαση των όρων του κανονισμού και ματαίωση του προορισμού των καταληφθέντων τμημάτων ως χώρων πρασίνου, ζητούσαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της : 1) Να άρουν τις διαπιστωθείσες πολεοδομικές παραβάσεις, αφαιρώντας το τσιμέντο, τις πλάκες και τις μεταλλικές καγκελόπορτες και, σε περίπτωση άρνησής τους, να επιτραπεί στους ίδιους να το πράξουν με έξοδα των εναγομένων, και 2) Να παύσουν να χρησιμοποιούν τους χώρους πρασίνου ως θέσεις στάθμευσης, να απειληθεί κατ’αυτών προσωπική κράτηση έξι μηνών και χρηματική ποινή 2.000 ευρώ για κάθε παράβαση του διατακτικού της εκδοθησομένης απόφασης και να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά τους έξοδα.

Επί της αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη, με την οποία αυτή απορρίφθηκε προεχόντως ως αόριστη αλλά και ως νομικά αβάσιμη με επάλληλη αιτιολογία, και επιβλήθηκαν σε βάρος των εναγόντων τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, τα οποία καθορίστηκαν στο ποσό των 340 ευρώ.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες με την υπό κρίση έφεσή τους και για τους ειδικότερα μνημονευόμενους σε αυτήν λόγους, αναγομένους, σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της, με σκοπό να γίνει δεκτή η αγωγή, και να επιβληθούν σε βάρος των εφεσιβλήτων τα δικαστικά τους έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας. Εξ αυτών, ο τρίτος λόγος, που πλήττει κατ’ουσίαν την εκκαλουμένη για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ελέγχεται ως αλυσιτελής, στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, εφόσον το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απορρίπτοντας την αγωγή, ως αόριστη και νομικά αβάσιμη δεν προχώρησε στην έρευνα της ουσίας της διαφοράς [ΕφΘεσ 110/2017 Αρμ. 2018.604, ΕφΘεσ (Μον) 2654/2019,  (ΕφΔωδ (Μον) 81/2013 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»].

Σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αγωγή, οι εναγόμενοι- πλην του 4ου, της 5ης και του 6ου, οι οποίοι κάνουν αποκλειστική χρήση των θέσεων στάθμευσης του υπογείου-φέρονται ότι παρανόμως διαμόρφωσαν τους χώρους στάθμευσης στην πυλωτή της πολυκατοικίας, που αντιστοιχούν στις ιδιοκτησίες τους, σύμφωνα με την πράξη σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών καθώς και τις τροποιητικές αυτής πράξεις, με τις οποίες η εν λόγω πολυκατοικία έχει υπαχθεί στο σύστημα της κατ’ορόφους ιδιοκτησίας, προβαίνοντας σε τσιμεντόστρωσή τους και τοποθέτηση καγκελοπορτών, διαφορετικών μάλιστα διαστάσεων η καθεμία, ενώ τα αντίστοιχα εδαφικά τμήματα έχουν προβλεφθεί στην οικεία οικοδομική άδεια ως χώροι πρασίνου και επομένως ως κοινόχρηστοι χώροι. Στο δικόγραφο της αγωγής, ωστόσο, δεν γίνεται αντιστοίχιση των καθ’υπέρβαση παρανόμως  καταληφθέντων κοινόχρηστων τμημάτων της πυλωτής της πολυκατοικίας, τα οποία είχαν προβλεφθεί για τη δημιουργία χώρου πρασίνου, με τις εκεί ευρισκόμενες θέσεις στάθμευσης που αντιστοιχούν στην ιδιοκτησία εκάστου εναγομένου, ούτε διευκρινίζεται σε ποια θέση εξ αυτών έχει τοποθετηθεί κάθε καγκελόπορτα. Έτσι, όμως, η αγωγή ελέγχεται ως αόριστη, λόγω της ελλιπούς αναγραφής των στοιχείων που τη θεμελιώνουν κατά νόμον και της μη συμπλήρωσής τους ούτε και δια των προτάσεων, καθώς δεν μπορεί να διαπιστωθεί ποιά από τις ειδικότερα αναφερόμενες οκτώ παραβάσεις που διαπιστώθηκαν από τους υπαλλήλους της Πολεοδομίας Πειραιώς, μετά από αυτοψία, αποδίδεται σε κάθε εναγόμενο, και συγκεκριμένα ποιό ή ποιά από τα παρανόμως διαμορφωθέντα τμήματα, εμπίπτουν στον χώρο στάθμευσης εκάστου, ώστε να μπορεί να προσδιοριστεί για ποιό ή ποιά επιμέρους τμήματα και για ποιά καγκελόπορτα υπέχει υποχρέωση κάθε εναγόμενος. Ειδικώς, για τον 4ο, την 5η και τον 6ο εναγόμενο, που φέρονται να κάνουν αποκλειστική χρήση, οι δύο πρώτοι της υπ’αριθμ. 7 και ο τελευταίος της υπ’αριθμ. 8 θέσης στάθμευσης του υπογείου, πέραν του ότι δεν τους αποδίδεται ότι προέβησαν σε διαμόρφωση των προαναφερθέντων τμημάτων με οποιονδήποτε τρόπο αφού, κατά τα εκτιθέμενα, η πλακόστρωση και κατασκευή καγκελοπορτών αφορούν τον ακάλυπτο χώρο της πυλωτής στο ισόγειο της οικοδομής, δεν μνημονεύεται στο δικόγραφο της αγωγής σε ποιά συγκεκριμένη πράξη προέβησαν παρανόμως αναφορικά με τις θέσεις στάθμευσής τους στον χώρο του υπογείου, με δεδομένο ότι, κατά τα εκτιθέμενα, και στην οικοδομική άδεια υπάρχει πρόβλεψη για τρεις θέσεις στάθμευσης στον συγκεκριμένο χώρο. Δεν διευκρινίζεται δηλαδή αν οι άνω εναγόμενοι έχουν καταλάβει άλλα, πλην των άνω προβλεπόμενων θέσεων, τμήματα του υπογείου, τα οποία χρησιμοποιούν ως χώρους στάθμευσης, ή όχι, μνημονεύοντας, σε καταφατική περίπτωση, τη θέση, τις διαστάσεις και τα όριά τους, ώστε να είναι δυνατός ο προσδιορισμός τους. Συνεπώς, ορθώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη, και δη αόριστη, της αοριστίας μη δυνάμενης να αρθεί από την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 404/2020, ΑΠ 367/2020, ΑΠ 104/2020 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», διότι αυτό αντίκειται στις διατάξεις για την προδικασία του άρθρου 111 του ΚΠολΔ, των οποίων η τήρηση ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (ΑΠ 404/2020 ό.π), αν και με ελλιπή αιτιολογία που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας και πρέπει ο δεύτερος λόγος της υπό κρίση έφεσης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη για την κρίση της αυτή, να απορριφθεί ως αβάσιμος. Εξάλλου, το κύρος της συστατικής της οροφοκτησίας πράξης, με την οποία προβλέφθηκαν συγκεκριμένα τμήματα της πυλωτής ως χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων των ιδιοκτητών των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας, δεν εξαρτάται από τη συμφωνία της προς τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις, οι οποίες εξυπηρετούν ειδικούς σκοπούς (στατική ασφάλεια, υγιεινή κλπ.), γι` αυτό και η παράβασή τους επισύρει μόνον τις προβλεπόμενες από τις διατάξεις αυτές κυρώσεις και όχι την ακυρότητα της αντίθετης μ’ αυτές συστατικής της οροφοκτησίας πράξης (ΟλΑΠ 583/1983, ΑΠ 1288/2011, ΑΠ 102/1994, ΕφΠειρ 76/2010 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») εκτός αν ρητά προβλέπεται η ακυρότητά της (ΑΠ 1288/2011,  ΑΠ 102/1994 ό.π, ΕφΠειρ 98/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), πράγμα που, κατά τα εκτιθέμενα, δεν συμβαίνει στην κρινόμενη περίπτωση. Επομένως, ορθώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή και ως μη νόμιμη, με την ίδια επάλληλη αιτιολογία, και ως εκ τούτου πρέπει ο περί του αντιθέτου πρώτος λόγος της έφεσης να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Κατά το άρθρο 522 του ΚΠολΔ, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους. Επίσης κατά  το άρθρο 536 του αυτού Κώδικα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν μπορεί να εκδώσει απόφαση επιβλαβέστερη για τον εκκαλούντα, χωρίς ο εφεσίβλητος να ασκήσει δική του έφεση ή αντέφεση, εκτός αν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, δικάζει την υπόθεση κατ΄ ουσίαν. Τέλος, κατ΄ άρθρο 534 του ίδιου Κώδικα, αν το αιτιολογικό της πρωτόδικης απόφασης κρίνεται εσφαλμένο, αλλά το διατακτικό της ορθό, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αντικαθιστά τις αιτιολογίες και απορρίπτει την έφεση. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, ότι το εφετείο μπορεί να απορρίψει την έφεση του ενάγοντος, ως απαράδεκτη, όταν η αγωγή αυτού είχε απορριφθεί πρωτοδίκως για τυπικό λόγο και το ίδιο κρίνει αυτή απορριπτέα για άλλο, τυπικό, επίσης, λόγο, με αντικατάσταση της σχετικής αιτιολογίας, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι η νέα αιτιολογία δεν θα επάγεται δυσμενέστερες για τον εκκαλούντα συνέπειες, καθώς και ότι το εφετείο θα έχει εξαφανίσει προηγουμένως την πρωτόδικη απόφαση [ΑΠ 224/2016, ΑΠ 1279/2004, ΕφΠειρ (Μον) 81/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»]. Συνεπώς, στην περίπτωση κατά την οποία με την εφετειακή απόφαση αντικαθίσταται το αιτιολογικό της πρωτόδικης απόφασης και προκύπτει εντεύθεν δεδικασμένο, όπως όταν απορρίπτεται η αγωγή λόγω δεδικασμένου, ενώ πρωτοδίκως η αγωγή είχε κριθεί ως αόριστη και από την κρίση αυτή δεν δημιουργούνταν ουσιαστικό δεδικασμένο, αφού ο ενάγων μπορούσε αζημίως να επανέλθει με νέα αγωγή που δεν έχει την ίδια ατέλεια, δικαίωμα που δεν έχει εάν απορριφθεί η αγωγή, λόγω δεδικασμένου, το εφετείο δεν μπορεί να αντικαταστήσει απλώς την αιτιολογία και να απορρίψει την έφεση, ως απαράδεκτη, χωρίς προηγουμένως να εξαφανίσει την πρωτόδικη απόφαση, μετά από παραδοχή αντίθετης έφεσης ή αντέφεσης  [ΑΠ 224/2016, ΑΠ 1279/2004, ΕφΠειρ (Μον) 81/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»].

Στην υπό κρίση περίπτωση, οι νυν ενάγοντες είχαν απευθύνει στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς και την από 21-5-2008 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ……/22-5-2008) αγωγή τους, στρεφόμενη κατά του έβδομου εναγομένου, …………….., υπό την ιδιότητά του –ως διαχειριστή αλλά-και ως συνιδιοκτήτη της επίδικης πολυκατοικίας. Επ’αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 76/2010 οριστική απόφαση του Εφετείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε αυτή, ως ουσιαστικά αβάσιμη, ως προς το αίτημα παύσης της χρήσης εκ μέρους του εναγομένου του χώρου στάθμευσης που αντιστοιχεί στο διαμέρισμά του και ελλείψει δικαιοδοσίας ως προς το αίτημα άρσης των παράνομων κατασκευών που μνημονεύονται και στην ένδικη αγωγή. Συνεπώς, εξ αυτής παρήχθη, ως προς τον άνω εναγόμενο, δεδικασμένο, το οποίο αποτελεί αρνητική διαδικαστική προϋπόθεση, κατά τον βάσιμο ισχυρισμό του ιδίου, που εξετάζεται άλλωστε αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 332 του ΚΠολΔ), και καθιστά απαράδεκτη την ένδικη αγωγή, κατά το μέρος που στρέφεται κατ’αυτού, αφού υπάρχει ταυτότητα διαδίκων και μάλιστα με την ίδια ιδιότητα και ταυτότητα αντικειμένου, ιστορικής και νομικής αιτίας. Συνεπώς, ορθά μεν κατ` αποτέλεσμα έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, η αιτιολογία όμως της απόρριψης είναι εσφαλμένη. Επειδή όμως η απόρριψη της αγωγής, η οποία πρωτοδίκως είχε απορριφθεί ως αόριστη, ως απαράδεκτης λόγω δεδικασμένου, καθιστά επιβλαβέστερη τη θέση των εκκαλούντων χωρίς να ασκήσει ο άνω εφεσίβλητος δική του έφεση ή αντέφεση, το δευτεροβάθμιο, όπως εν προκειμένω, δικαστήριο δεν μπορεί να εκδώσει επιβλαβέστερη απόφαση για τους εκκαλούντες, αφού μόνον στην περίπτωση της αοριστίας οι ενάγοντες θα μπορούσαν  αζημίως να επανέλθουν με νέα αγωγή που δεν θα έχει την ίδια ατέλεια (άρθρο 536 ΚΠολΔ, Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, Έκδοση 2003, παρ. 854,855). Κατά συνέπεια, δεν θα εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση για τον ανωτέρω λόγο, ως προς τον άνω εναγόμενο.

Κατ’ακολουθία των ανωτέρω, και ελλείψει άλλου λόγου εφέσεως προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί καθ’ολοκληρίαν η έφεση, παρελκούσης της εξέτασης του ισχυρισμού των εφεσιβλήτων περί καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος ως αλυσιτελούς ενώ ο ισχυρισμός τους περί ελλείψεως δικαιοδοσίας, αναφορικά με το αίτημα άρσης των παραβάσεων στις οποίες φέρονται ότι προέβησαν, τυγχάνει αβάσιμος. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί, κατ’άρθρο 495 § 3 εδ ε΄ του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015, η κατάπτωση στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου που οι εκκαλούντες κατέθεσαν κατά την άσκησή της, λόγω της ήττας τους, και να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (106, 176, 178 § 2, 183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ, 63 § 2 σε συνδυασμό με παράρτημα ΙΒ στο άρθρο 166 του ν.4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 11-11-2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ…………../11-11-2022) έφεση των εναγόντων, κατά της υπ’αριθμ. 3577/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ  αυτήν κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου που οι εκκαλούντες κατέθεσαν κατά την άσκησή της.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 15-6-2023.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ