Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 344/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός απόφασης      344/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ………, για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : ……………τον οποίο στο ακροατήριο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος, Στέφανος Λύρας, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στην ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Παρασκευά Ζουρντό.

Ο εκκαλών-εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 28.11.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………../17.12.2019 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 626/2021 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που την δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αμφότερα τα διάδικα μέρη και συγκεκριμένα ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος, με την από 9.7.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ………/16.7.2021 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……./16.7.2021 έφεση και η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη ναυτιλιακή εταιρεία με την από 28.7.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ……./28.7.2021 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ………./29.7.2021 έφεση, που προσδιορίστηκαν να συζητηθούν κατά την στην αρχή της παρούσας αναφερομένη δικάσιμο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τις απόψεις τους αναφερόμενοι στις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν και κατέθεσαν αντίστοιχα.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι κρινόμενες : α) από 9.7.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ………../16.7.2021 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……/16.7.2021 έφεση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος –εφεσιβλήτου, ……… και β) από 28.7.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……../28.7.2021 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……../29.7.2021 έφεση της εναγομένης ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «………..» και ήδη «………..», που εδρεύει στην ………. Αττικής, ήδη εκκαλούσας – εφεσιβλήτου, που στρέφονται κατά της υπ’αριθμ.626/2021 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621, 622 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη, την από 28.11.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………/17.12.2019 αγωγή του πρώτου κατά της δεύτερης, ασκήθηκαν  νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ.α, 518 § 2 (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του ν.4335/2015, που εφαρμόζεται στην προκείμενη περίπτωση, κατ’ άρθρον ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4335/2015) και 520 § 1  ΚΠολΔ,   δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε διετία από την δημοσίευση της, αρμοδίως δε φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011). Πρέπει, επομένως, οι ένδικες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 ΚΠολΔ, να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ. Σημειωτέον ότι, αν και οι εφέσεις ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν.4055/2012, δεν απαιτείται για το παραδεκτό τους η κατάθεση του παραβόλου της § 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, όπως αντικαταστάθηκε εκ νέου το άρθρο από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015), λόγω της φύσεως της διαφοράς, ως εργατικής.

ΙΙ. Ο ενάγων, ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, στην από 28.11.2019 αγωγή του, ισχυρίστηκε ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη είτε του ναύκληρου και απασχολήθηκε κατά τα αναφερόμενα διαστήματα της χρονικής περιόδου από 14.2.2018 μέχρι 16.7.2019, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει, στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό – οχηματαγωγό ακτοπλοϊκό πλοίο «HH», νηολογίου Πειραιά με αριθμό ……, κ.ο.χ. 2355,99, πλοιοκτησίας της εναγομένης, παρεκτός του διαστήματος από 15.5.2019 έως 16.7.2019, που είχε αναθέσει τον εφοπλισμό σε άλλη εταιρεία και είχε διατηρήσει την κυριότητα του, το οποίο διενεργούσε τους αναφερόμενους πλόες, με εξαίρεση τα διαστήματα από 8.5.2018 μέχρι 19.5.2018 και από 16.11.2018 έως 30.5.2019, που διενεργούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης, αντί του προβλεπομένου από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (ΣΣΝΕ) για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων μηνιαίου μισθού και ότι καθ’ όλη την διάρκεια της ναυτολόγησης του πραγματοποιούσε υπερωρίες, εφόσον εργαζόταν καθημερινά, ακόμη και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, κατά μεν τα χρονικά διαστήματα, που αυτό εκτελούσε δρομολόγια, επί 14, 12 και 18 ώρες, κατά μέσον όρο αντίστοιχα, κατά τις εκτιθέμενες διακρίσεις, ενώ κατά την διάρκεια των επισκευών επί 12 ώρες καθημερινά, χωρίς να λαμβάνει ολόκληρη τη νόμιμη υπερωριακή αμοιβή του, ούτε εκείνη, που κανονικά του αναλογούσε, λόγω της εκτέλεσης των αναφερομένων δρομολογίων «εξπρές», ενώ δεν έλαβε ούτε ολόκληρα τα ποσά, που εδικαιούτο για αναλογία δώρου εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων των ετών 2018 και 2019. Με βάση τα περιστατικά αυτά ζητούσε ο ενάγων, όπως παραδεκτά με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του, που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και επαναλήφθηκε στις πρωτόδικες προτάσεις του [άρθρα 223 ΚΠολΔ (όπως αντικ. από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν.4335/2015), 295§1 και 297 ΚΠολΔ (όπως αντικ. από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015)], περιόρισε το αρχικώς εξ ολοκλήρου καταψηφιστικό αγωγικό του αίτημα σε εν μέρει αναγνωριστικό, να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει για διαφορά υπερωριακής αμοιβής, δώρων εορτών και αμοιβής για εξπρές δρομολόγια, έτους 2018, το συνολικό ποσό των 19.678,36 € και να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλει επιπλέον για διαφορά υπερωριακής αμοιβής και δώρων εορτών, έτους 2019, το συνολικό ποσό των 11.597,62 €, νομιμοτόκως από την απόλυση του, όπως αναλυτικά εκτίθενται τα επιμέρους ποσά, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, ακολούθως την έκανε εν μέρει δεκτή, κατ’ουσίαν και υποχρέωσε, αφενός την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα για τις προαναφερθείσες αιτίες, το ποσό των έξι χιλιάδων τριακοσίων εξήντα εννέα ευρώ και τριάντα εννέα λεπτών (6.369,39 €) και αφετέρου αναγνώρισε την υποχρέωση της να του καταβάλει, το ποσό των οκτακοσίων ογδόντα δύο ευρώ και είκοσι επτά λεπτών (882,27 €), νομιμοτόκως από την επομένη της απόλυσης του, πλην του επιδόματος Χριστουγέννων 2019, με τον νόμιμο τόκο από 1.1.2020.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ήδη με τις ένδικες εφέσεις αμφότεροι οι διάδικοι για τους αναφερομένους λόγους αντίστοιχα, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητούν την τυπική και ουσιαστική παραδοχή των εφέσεων τους, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια, την εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την αναδίκαση της αγωγής από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω παραδοχή και απόρριψη της αντιστοίχως. Επιπλέον, η εκκαλούσα-εναγομένη ζητεί την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση, που βρίσκονταν πριν την εκτέλεση της εκκαλουμένης, με την επιστροφή του ποσού των 3.000 ευρώ, κατά το οποίο κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή, νομιμοτόκως από της καταβολής του.

Διευκρινίζεται ότι το αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση είναι νόμιμο (άρθρο 914 ΚΠολΔ), πλην του παρεπομένου αιτήματος επιδίκασης τόκων από την ημερομηνία καταβολής του προσωρινά εκτελεστού ποσού, το οποίο είναι νόμιμο από την επίδοση της εκδοθησομένης απόφασης, εφόσον στο μείζον αίτημα περιλαμβάνεται και το έλασσον, καθόσον πριν από την έκδοση της περί επαναφοράς των πραγμάτων απόφασης, δεν υπάρχει απαίτηση για επιστροφή των καταβληθέντων, δυνάμει προσωρινώς εκτελεστής απόφασης και, κατά τα άρθρα 340, 345 και 346 ΑΚ, απαιτείται επίδοση της απόφασης, για να επέλθει όχληση (ΕφΑθ 490/2010 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ

III. Με τα άρθρα 11, 12 παρ. 1 ,13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ.1 της υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/2017 υπουργικής απόφασης του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β 4005/17.11.2017) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2017» και της ΥΑ 2242.5-1.5/80350/2018 (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2018» του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση,  ορίζονται τα ακόλουθα : « …Οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορά η ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση ορίζονται σε 40 εβδομαδιαίως, δηλαδή 8 ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. …Ειδικά για το προσωπικό γενικών υπηρεσιών εν γένει, πλην των Ραδιοτηλεγραφητών, η οκτάωρη εργασία κατανέμεται από της 06.00 ώρας μέχρι της 22.00 ώρας με μία  ώρα διακοπή. … Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανόμενων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής : Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (αφορά το βασικό μισθό) διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173)… Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακή αμοιβή του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%… Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών…. Οι κατωτέρω κατονομαζόμενες θρησκευτικές εορτές θεωρούνται ως ημέρες αργίας. Εργασίες εκτελούμενες κατά τις αργίες αυτές εν πλω και στο λιμάνι αμείβονται υπερωριακώς , σύμφωνα με την παραγρ. 5 του άρθρου 13 της Συλλογικής Σύμβασης… α. Η 1η του Έτους, β. Η εορτή των Θεοφανείων. γ. Η Καθαρή Δευτέρα, δ. Η 25η Μαρτίου, ε. Η Μεγάλη Παρασκευή, στ. Η Δευτέρα του Πάσχα. ζ. Η ημέρα του Αγίου Γεωργίου, η. Η 1η Μαΐου. θ. Η ημέρα της Αναλήψεως. ι. Η 15η Αυγούστου. ια. Η 14η Σεπτεμβρίου, ιβ. Η 28η Οκτωβρίου, ιγ. Η ημέρα του Αγίου Νικολάου. ιδ. Η ημέρα των Χριστουγέννων, ιε. Η δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων…. ».

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στις  ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις πίνακα αμοιβών και τις σχετικές διατάξεις, περί των αποδοχών ναύτη, ορίζονται τα ακόλουθα : Ο βασικός μηνιαίος μισθός στο ποσό των 1.157,99 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 254,76 ευρώ και συνολικά  στο ποσό των 1.412,75 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,21 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 35,22  ευρώ (άρθρο 8 παρ.13), το επίδομα ιματισμού σε 56,50 ευρώ (άρθρο 5) και οι αποδοχές άδειας μετά τροφοδοσίας σε 417,13 ευρώ, ήτοι [(1.157,99 + 254,76) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,21 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)], ενώ με την ΣΣΝΕ του έτους 2018, αναπροσαρμόστηκαν, ως ακολούθως: Ο βασικός μηνιαίος μισθός στο ποσό των 1.181,15 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 259,86 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,59 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 35,92 ευρώ (άρθρο 8 παρ.13) και οι αποδοχές άδειας μετά τροφοδοσίας σε 425,45 ευρώ [1.181,15 € μισθός ενεργείας + 259,86 € επίδομα Κυριακών = 1.441,01 € Χ 1/22 = 65,50 € Χ 5 ημέρες = 327,5 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,59 Χ 5) = 97,95 €].

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στην  ανωτέρω υπουργική απόφαση, που κύρωσε την ΣΣΝΕ έτους 2017, πίνακα αμοιβών και τις σχετικές διατάξεις, περί των αποδοχών ναύκληρου, ορίστηκαν τα εξής: Ο βασικός μηνιαίος μισθός στο ποσό των 1.262,14 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 277,67 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,21 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το ειδικό επίδομα ναύκληρου σε 23,96 ευρώ (άρθρο 8), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 35,22  ευρώ (άρθρο 8 παρ.13), το επίδομα ιματισμού σε 56,50 ευρώ (άρθρο 5) και οι αποδοχές άδειας μετά τροφοδοσίας σε 446 ευρώ, ήτοι [(1.262,14 + 277,67) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,21 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)].

Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στις ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις πίνακα υπερωριακής αμοιβής κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6, προκειμένου περί ναύτη, η υπερωριακή αμοιβή ορίστηκε αντίστοιχα σε 8,38 € (με προσαύξηση 25%) για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και 10,05 € (με προσαύξηση 50%) για κάθε ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες και για το έτος 2018, σε 8,54 € (με προσαύξηση 25%) και 10,25 € (με προσαύξηση 50%) αντίστοιχα, ενώ προκειμένου περί ναύκληρου, η υπερωρία ορίστηκε με την ΣΣΝΕ έτους 2017, αντίστοιχα σε 9,12 € (με προσαύξηση 25%) και σε 10,95 € (με προσαύξηση 50%). Επισημαίνεται, περαιτέρω, καθ’ όσον αφορά ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, ότι οι ως άνω Συλλογικές Συμβάσεις Ναυτικής Εργασίας προβλέπουν στο άρθρο 6 ότι «Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του μισθού ενεργείας, που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας», δηλαδή το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής, αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 328/2014, ΕφΠειρ 626/2014, ΕφΠειρ 630/2014, ΕφΠειρ 27/2011, ΕφΠειρ 803/2009, ΕφΠειρ 529/2009, ΕφΠειρ 1128/2006, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝΔ 34 351, ΕφΠειρ 236/2006, ΕφΠειρ 741/2005 ΕΝΔ 33.444, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝΔ 33.345, ΕφΠειρ 608/2001 ΕΝΔ 29.446).

IV. Από την υπ’ αριθμ…../26.2.2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος του ενάγοντος, …….., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, που λήφθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος-εκκαλούντος-εφεσιβλήτου μετά από νομότυπη κλήτευση της εναγομένης – εκκαλούσας – εφεσιβλήτου, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015 (υπ’αριθμ. …./21.2.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά ………), τις υπ’ αριθ. .., …. και …./29.5.2020 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της εναγομένης – εκκαλούσας – εφεσιβλήτου, ……….. αντιστοίχως, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς …………., που λήφθηκαν με την επιμέλεια της εναγομένης – εκκαλούσας, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του ενάγοντος – εκκαλούντος, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015 (υπ’αριθ………./26.5.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …….), οι οποίες εκτιμώνται από το Δικαστήριο κατά το μέτρο της αξιοπιστίας και το βαθμό της γνώσεως εκάστου μάρτυρα, όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, ανεξάρτητα αν τα προσκομιζόμενα έγγραφα πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 340 παρ.1 και 591 παρ.1 ΚΠολΔ), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723), σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφα τους και εκτιμώνται, κατ’ άρθρα 264 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ, αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ) και της λογικής, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, στις 14.2.2018, 25.5.2018 και 16.11.2018, μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης ναυτιλιακής εταιρείας εδρεύουσας αρχικά στον Πειραιά και μεταγενέστερα στην Καλλιθέα, με την τότε επωνυμία «……..» και ήδη «……….», πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού (Ε/Γ – Ο/Γ) ακτοπλοϊκού πλοίου «ΗΗ», νηολογίου Πειραιά με αριθμό …., κ.ο.χ.2355,99 και του ενάγοντος, ………., απογεγραμμένου ναυτικού, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε στο, ως άνω, πλοίο, αντί των προβλεπομένων αποδοχών και σύμφωνα με τους όρους και συμφωνίες της εκάστοτε ισχύουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων και παρείχε τις υπηρεσίες του με την ειδικότητα του ναύτη από 14.2.2018 έως 19.5.2018, που απολύθηκε λόγω ασθενείας, με την ειδικότητα του ναύκληρου από 25.5.2018 έως 30.9.2018, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει και με την ειδικότητα του ναύτη από 16.11.2018 έως 16.7.2019, οπότε απολύθηκε ομοίως αμοιβαία συναινέσει. Σημειωτέον ότι από 15.5.2019 η εναγομένη είχε αναθέσει τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου σε άλλη εταιρεία και είχε διατηρήσει την κυριότητα τούτου.

Ειδικότερα, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος, τις πάσης φύσεως αποδοχές του ρύθμιζε αρχικά η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2017, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/2017 υπουργική απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β 4005/17.11.2017) και ακολούθως, η από 4.9.2018 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018, που κυρώθηκε με την υπ’αριθμ.2242.5-1.5/80350/2018 υπουργική απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018). Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των, ως άνω, εφαρμοζομένων ΣΣΝΕ, ο βασικός μισθός και τα προβλεπόμενα επιδόματα του ενάγοντος, ως ναύτη, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της πρώτης ναυτολόγησης του προσδιορίζονταν ως εξής: Ο μισθός ενεργείας στο ποσό των 1.157,99 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 254,76 ευρώ και συνολικά  στο ποσό των 1.412,75 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,21 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 35,22  ευρώ (άρθρο 8 παρ.13), το επίδομα ιματισμού σε 56,50 ευρώ (άρθρο 5) και οι αποδοχές άδειας μετά τροφοδοσίας σε 417,13 ευρώ, ήτοι [(1.157,99 + 254,76) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,21 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)], ενώ κατά την διάρκεια της τρίτης ναυτολόγησης του με την ίδια ειδικότητα, αναπροσαρμόστηκαν ως ακολούθως: 1.181,15 € μισθός ενεργείας, 259,86 € επίδομα Κυριακών, 35,92 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, 587,70 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,59 € Χ 30), 425,45 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.181,15 € μισθός ενεργείας + 259,86 € επίδομα Κυριακών = 1.441,01 € Χ 1/22 = 65,50 € Χ 5 ημέρες = 327,5 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,59 Χ 5) = 97,95 €]. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στις ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις πίνακα υπερωριακής αμοιβής κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6 αρ.3, προκειμένου περί ναύτη, η υπερωρία με την ΣΣΝΕ του έτους 2017, ορίστηκε αντίστοιχα σε 8,38 € (με προσαύξηση 25%) για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και 10,05 € (με προσαύξηση 50%) για κάθε ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες και με την ΣΣΝΕ του έτους 2018, σε 8,54 € (με προσαύξηση 25%) και 10,25 € (με προσαύξηση 50%) αντίστοιχα. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στην  ανωτέρω υπουργική απόφαση, που κύρωσε την ΣΣΝΕ του έτους 2017, πίνακα αμοιβών και τις σχετικές διατάξεις, περί των αποδοχών ναύκληρου, ορίστηκαν τα εξής: Ο βασικός μηνιαίος μισθός στο ποσό των 1.262,14 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 277,67 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,21 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το ειδικό επίδομα ναύκληρου σε 23,96 ευρώ (άρθρο 8), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 35,22  ευρώ (άρθρο 8 παρ.13), το επίδομα ιματισμού σε 56,50 ευρώ (άρθρο 5) και οι αποδοχές άδειας μετά τροφοδοσίας σε 446 ευρώ, ήτοι [(1.262,14 + 277,67) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,21 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)]. Σύμφωνα δε με τον περιλαμβανόμενο στην ίδια υπουργική απόφαση πίνακα υπερωριακής αμοιβής κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6 Ε αρ.1, προκειμένου περί ναύκληρου, η υπερωρία ορίστηκε αντίστοιχα σε 9,12 € (με προσαύξηση 25%) και σε 10,95 € (με προσαύξηση 50%).

Περαιτέρω, από τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε, ότι, κατά τη διάρκεια των, ως άνω, ναυτολογήσεων του ενάγοντος, στο επίδικο πλοίο, παρεκτός των χρονικών περιόδων από 8.5.2018 μέχρι 19.5.2018 και από 16.11.2018 έως 30.5.2019, που αυτό είχε διακόψει τους πλόες, διότι εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης του, το εν λόγω πλοίο εκτελούσε ακτοπλοϊκά, κυρίως κυκλικά, δρομολόγια, από το λιμάνι του Πειραιά ή της Ραφήνας προς ορισμένα νησιά των Κυκλάδων. Ειδικότερα, κατά τα χρονικά διαστήματα: α) από 25.5.2018 έως 17.6.2018, το πλοίο  εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο: Πειραιάς (αναχώρηση 07:05) – Σίφνος – Ίος – Σαντορίνη και επιστροφή στον Πειραιά (19:00), εκτός από την Τρίτη και την Τετάρτη, που δεν εκτελούσε κανένα δρομολόγιο, β) από 14.2.2018 έως 7.5.2018, 18.6.2018 έως 24.6.2018, 3.9.2018 έως 24.9.2018 και στις 28.9.2018, το ένδικο πλοίο εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο: Πειραιάς (αναχώρηση 07:05) – Σίφνος (αφ.09:45 – αν. 10.00) – Ίος (αφ. 11:30 – αν. 11:40) – Θήρα (αφ. 12:35 – αν. 13:15) – Ίος (αφ. 14:05 – αν. 14:15) – Σίφνος (αφ. 15:45 – αν. 15:55) – Πειραιάς (άφιξη 18.45), ενώ από 25.9.2018 έως 27.9.2018, στις 29.9.2018 και στις 30.9.2018 δεν εκτέλεσε δρομολόγια, γ) από 25.6.2018 έως 2.9.2018, αυτό εκτελούσε καθημερινά το ίδιο ως άνω δρομολόγιο, αναχωρώντας από Πειραιά στις 07.05π.μ. και επιστρέφοντας στον Πειραιά στις 19.00μ.μ.. Επιπρόσθετα, κάθε Παρασκευή και Κυριακή εκτελούσε και δεύτερο δρομολόγιο, αναχωρώντας από τον Πειραιά στις 19:30, με ενδιάμεσες προσεγγίσεις σε Σύρο (αφ.22:25 – αν.22:40), Μύκονο (αφ.23:20 – αν.23:30) και επιστροφή μέσω των ίδιων λιμένων αντίστροφα στον Πειραιά στις 02:40 και δ) από 31.5.2019 έως 16.7.2019, το πλοίο εκτελούσε καθημερινώς το εξής δρομολόγιο: Ραφήνα (αναχώρηση 08.05) – Τήνος (αφ.10:15 – αν. 10:25) –  Μύκονος (αφ.10:50 – αν.11:10) – Νάξος (αφ.12:00 – αν. 16:20), Μύκονος (αφ.17:10 – αν.17:20), Τήνος (αφ.17:45 – αν. 18:00), Ραφήνα (άφιξη 20.15).

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, κατά τα, ως άνω, χρονικά διαστήματα της πρώτης και τρίτης ναυτολόγησης του, όταν τo εν λόγω πλοίο εκτελούσε τα ανωτέρω δρομολόγια, απασχολούνταν σε καθήκοντα σχετικά με την ειδικότητα του ναύτη, σύμφωνα με το άρθρο 62 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων (Β.Δ. 683/1960), είτε σε εναλλασσόμενες βάρδιες, είτε ως ημερεργάτης (dayman/ντεϊμάνης), απασχολούμενος ακόμα και ως ναύτης βάρδιας, εκτός από τις φυλακές γέφυρας και καταπέλτη και τις περιπολίες στο πλοίο, ακόμα και πριν την έναρξη της βάρδιας του είτε μετά τη λήξη της, με τις εργασίες που αφορούν την ως άνω ειδικότητα του, ήτοι την πρόσδεση και την απόδεση του πλοίου κατά τον κατάπλου και απόπλου, την φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση των οχημάτων στους χώρους στάθμευσης (γκαράζ) αυτού, καθώς και με εργασίες καθαριότητας των χώρων τούτων, των καταστρωμάτων, των κλιμακοστασίων και εν γένει των εξωτερικών μερών του πλοίου, τόσο εν πλω, στην έκταση που κάτι τέτοιο ήταν εφικτό, όπως με την αποκομιδή σκουπιδιών, όσο και σε λιμένα και ιδίως στο λιμάνι τελικού προορισμού του εκάστοτε δρομολογίου και κατά την επιστροφή στο λιμάνι αφετηρίας, όπου λάμβαναν χώρα πιο εκτεταμένες και εξειδικευμένες εργασίες καθαρισμού, καθώς επίσης ασχολούνταν με εργασίες συντήρησης, επισκευής και το βάψιμο διαφόρων χώρων του πλοίου, ακόμη και τις ορισμένες, κατά τα προεκτιθέμενα, ημέρες, που δεν εκτελούσε δρομολόγιο.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, κατά την διάρκεια της δεύτερης ναυτολόγησης του, απασχολείτο με τα καθήκοντα του ναύκληρου (άρθρα 52 επ. του ΒΔ 683/1960). Ειδικότερα, ο ενάγων ήταν υπαξιωματικός υπόλογος επί της υπηρεσίας καταστρώματος και του κατώτερου προσωπικού, τελών υπό τις διαταγές και τον έλεγχο του ύπαρχου, του υποπλοίαρχου και του πλοίαρχου και επιφορτισμένος, ως επικεφαλής υπεύθυνος του κατώτερου προσωπικού καταστρώματος, με την κατανομή και την προσήκουσα εκτέλεση των ανατεθειμένων στα μέλη τούτου καθηκόντων, καθώς και την διατήρηση της τάξης και της πειθαρχίας εντός αυτού. Στα πλαίσια αυτά επέβλεπε, καθοδηγούσε και συμμετείχε και ο ίδιος στις εργασίες συντήρησης και καθαριότητας, τάξης και ευπρέπειας των  καταστρωμάτων, του χώρου στάθμευσης (γκαράζ) και εν γένει των χώρων εργασίας και εξωτερικών κοινόχρηστων χώρων του ανωτέρω πλοίου, τόσο εν πλω όσο και σε λιμένα και ιδίως στο εκάστοτε λιμάνι αφετηρίας, όπου λάμβαναν χώρα πιο εκτεταμένες και εξειδικευμένες εργασίες καθαρισμού και συντήρησης, καθώς επίσης ασχολούνταν και με εργασίες επισκευής και το βάψιμο διαφόρων χώρων του πλοίου. Επιπλέον, φρόντιζε για την καλή λειτουργία των μηχανημάτων αγκυροβόλησης, τη συντήρηση του εξαρτισμού, των λέμβων, των εφολκίων και των ρυμουλκίων, τη φύλαξη και διάθεση των αναλώσιμων υλικών καταστρώματος και των σχετικών εργαλείων, απασχολούμενος συνάμα στο γκαράζ του πλοίου κατά την φορτοεκφόρτωση και έχμαση των οχημάτων στα διάφορα λιμάνια που αυτό προσέγγιζε αντίστοιχα, καθώς επίσης στο πρόστεγο για την πρόσδεση και την απόδεση του πλοίου κατά τον κατάπλου και απόπλου σε κάθε λιμάνι. Ωστόσο, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών, που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του και ιδίως λόγω των συχνών κατάπλων του στα διάφορα, ως άνω, ενδιάμεσα λιμάνια, ο ενάγων απασχολούνταν με τις προεκτιθέμενες εργασίες της ειδικότητας του καθημερινώς συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων και Κυριακών και μάλιστα πέραν της προβλεπομένης οκτάωρης διάρκειας της εργασίας του, αφού αυτή δεν επαρκούσε, λόγω της προαναφερθείσας φύσης και της διάρκειας των αλλεπάλληλων δρομολογίων, που διενεργούσε το εν λόγω πλοίο και των πολλαπλών λιμένων προσέγγισης. Έτσι, ο ενάγων πραγματοποιούσε υπερωριακή εργασία πέραν του κανονικού οκταώρου της ημερήσιας απασχόλησης του, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του, που αφορούν τις ως άνω εργασίες, για την εκτέλεση των οποίων δεν επαρκούσε απασχόληση μόνον οκτώ ωρών, ενόψει της συνάρτησης τους με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με την διαρκή εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών και δεν απασχολούνταν μόνο δέκα λεπτά πριν τον κατάπλου στο εκάστοτε λιμάνι και άλλα δέκα με δεκαπέντε λεπτά κατά την διαδικασία φόρτωσης και απόπλου και σε κάθε περίπτωση εντός των χρονικών  ορίων της βάρδιας του, όπως αβασίμως υποστηρίζει η εναγομένη, προς επίρρωση του ισχυρισμού της ότι δεν παρείχε υπερωρίες. Εξάλλου, η ανάγκη παροχής εργασίας πέραν των καθορισμένων χρονικών ορίων δεν αποκλείεται από το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος, καθόσον αυτή η πληρότητα αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν καταδεικνύει την ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία, όπως αβασίμως υπολαμβάνει η εναγομένη, γεγονός άλλωστε που επιβεβαιώνεται και από το ότι κάθε μήνα καταβαλλόταν σε αυτόν ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, ακόμα και όταν το πλοίο ήταν ακινητοποιημένο για εργασίες επισκευής και συντήρησης,  όπως προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας, που νόμιμα προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι και όπως συνομολογείται  από την εναγομένη (αρθ. 352 ΚΠολΔικ) αναγνωριζομένης  εκ προοιμίου της ανάγκης  υπερωριακής εργασίας του.

Για την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο με διαφοροποίηση, ως προς την χρονική διάρκεια της, κατέθεσαν ενόρκως οι μάρτυρες των διαδίκων, συντασσομένων των, ως άνω, ένορκων βεβαιώσεων, οι καταθέσεις των οποίων λαμβάνονται υπόψη κατά το μέτρο αξιοπιστίας και κατά το λόγο γνώσεως καθενός και συνεκτιμώνται ελευθέρως μετά των λοιπών αποδεικτικών μέσων, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, το δε γεγονός ότι ο μάρτυρας του ενάγοντος, … ……., βρίσκεται σε αντιδικία με την εναγομένη σε άλλη εκκρεμή δίκη επί ασκηθείσης αγωγής για την προάσπιση των εργασιακών του δικαιωμάτων, δεν αναιρεί την μαρτυρία του, ούτε την καθιστά αναξιόπιστη, μήτε εξαιρετέα, εφόσον δεν θεωρείται ότι έχει άμεσο και βέβαιο συμφέρον, ως αναγκαία συνέπεια της  έκβασης της προκειμένης δίκης, ως αβασίμως υποστηρίζει αντίθετα η εναγομένη με την συναφή αιτίαση, που διαλαμβάνεται στον πρώτο λόγο της έφεσης της, ο οποίος κρίνεται απορριπτέος, κατά το μέρος αυτό, ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Ενόψει των προαναφερθέντων, που αφορούν τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του, σε συνδυασμό με το γεγονός της σταθερής καταβολής κάθε μήνα σ’αυτόν χρηματικών ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, συνάγεται ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος, κατά τα ως άνω χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του, όταν το εν λόγω πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, ήταν δώδεκα (12) ώρες και όχι δεκατέσσερις (14) και ενίοτε δεκαοκτώ (18), όπως αυτός αβασίμως ισχυρίζεται. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, κατά τις επίδικες χρονικές περιόδους από 8.5.2018 μέχρι 19.5.2018 και από 16.11.2018 έως 30.5.2019, που το πλοίο είχε διακόψει τους πλόες και εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης του, ο ενάγων απασχολούνταν με τα συναφή με την ειδικότητα του καθήκοντα επί δέκα (10) ώρες ημερησίως και όχι δώδεκα (12), ως αβασίμως ισχυρίζεται.

Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την οικεία Σ.Σ.Ν.Ε., ο ενάγων παρείχε, αφενός, όταν το επίδικο πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, κατά τις καθημερινές και Κυριακές τέσσερις (4) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα και τις αργίες δώδεκα (12) ώρες τέτοιας εργασίας και αφετέρου, όταν τούτο ήταν ακινητοποιημένο για εργασίες επισκευής και συντήρησης, κατά μεν τις καθημερινές και Κυριακές δύο (2) ώρες υπερωρίας, τα δε Σάββατα και τις αργίες δέκα (10) ώρες υπερωρίας, απορριπτομένων των μεν αγωγικών ισχυρισμών, ως προς το υπερβάλλον, που επαναφέρονται με τον πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, των δε ισχυρισμών της εναγομένης, που προβλήθηκαν πρωτοδίκως και διαλαμβάνονται στον σχετικό πρώτο λόγο της έφεσης της, ότι η υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο της δεν υπερέβαινε εκείνη, που αντιστοιχούσε στην κατ’ αποκοπή αμοιβή, που είχε συμφωνηθεί και ελάμβανε μηνιαίως, ως ουσιαστικά αβασίμων, εφόσον δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα μη δυνάμενοι να δικαιολογηθούν υπό τις εκτιθέμενες περιστάσεις. Το γεγονός ότι η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η πλοιοκτήτρια εναγομένη, δια του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 της ισχύουσας Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων και το γεγονός ότι ο ενάγων υπέγραφε το εν λόγω βιβλίο χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορεί να αποτελέσει δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών τούτου (ΕφΠειρ 452/2010, ΕφΠειρ 768/2003, ΕφΠειρ 1/2003, ΕφΠειρ 778/2001 αδημ.).

Εξάλλου, ο ισχυρισμός που προβάλλεται πρωτοδίκως από την εναγομένη και επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσης της, ότι καθ’ όλη την διάρκεια των ετών, που ο ενάγων επαναυτολογούνταν στο εν λόγω πλοίο της, ουδέποτε εξέφρασε παράπονο  σχετικά με την εργασία του λαμβάνοντας τις μηνιαίες αποδοχές του, χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, δεν αναιρεί το αποδεικνυόμενο γεγονός ότι ο ενάγων απασχολούνταν υπερωριακώς πέραν των υπερωριών, που πληρωνόταν με την κατ’ αποκοπή συμφωνημένη αμοιβή, η δε ανεπιφύλακτη προσυπογραφή των μισθοδοτικών λογαριασμών λάμβανε χωρά αναγκαστικά υπό τον φόβο της απόλυσης του, αν διαμαρτυρόταν, άλλωστε τούτο δεν συνεπάγεται σιωπηρή παραίτηση  του ενάγοντος από τις επίδικες αξιώσεις του και σε κάθε περίπτωση είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νομιμά δικαιώματα του που πηγάζουν  είτε από τον νομό είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατωτέρα όρια προστασίας είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003, ΕφΠειρ 361/2013, ΕφΠειρ 501/2012, ΕφΠειρ 185/2012, ΕφΠειρ 506/2011, ΕφΠειρ 377/2011, ΕφΠειρ 795/2010, ΕφΠειρ 34/2008, ΕφΠειρ 1/2003 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργάζονταν στο εν λόγω πλοίο καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, κατά τα χρονικά διαστήματα εκτέλεσης πλόων, επί δέκα (10) ώρες και κατά την διάρκεια διακοπής τους, προς εκτέλεση επισκευών, επί οκτώ (8) ώρες ημερησίως, έσφαλε κατά την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και συνεπώς, ο σχετικός πρώτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, κατά το μέρος, που πλήττει την εκκαλουμένη για τις επιδικασθείσες ώρες υπερωρίας, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός, ως βάσιμος κατ’ουσίαν και να απορριφθεί ο συναφής λόγος της έφεσης της εναγομένης, ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Υπό τις ανωτέρω παραδοχές και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των, ως άνω, εφαρμοζομένων Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, ο ενάγων, που εργάστηκε υπερωριακώς, όπως προεκτέθηκε, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του στο επίδικο πλοίο με τις εν λόγω ειδικότητες, δικαιούται για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 25%, για δε τα Σάββατα και τις αργίες υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 50%, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ήτοι για την πρώτη ναυτολόγηση του, ως ναύτης, το ποσό των 8,38 € για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των 10,05 € για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης τις αργίες και τα Σάββατα και για την τρίτη ναυτολόγηση του, ως ναύτης, τα ποσά των 8,54 € και 10,25 € αντιστοίχως, ενώ για την δεύτερη ναυτολόγηση του, ως ναύκληρος, τα ποσά των 9,12 € και 10,95 € αντίστοιχα. Επομένως, δικαιούται τα ακόλουθα ποσά: i) κατά τα χρονικά διαστήματα, που εκτελούσε πλόες, ήτοι από 14.2.2018 έως 7.5.2018, 25.5.2018 έως 24.9.2018, 28.9.2018 και από 31.5.2019 έως 16.7.2019, αφαιρουμένων των ημερών από 25.9.2018 έως 27.9.2018, 29.9.2018 και 30.9.2018, που δεν εκτέλεσε δρομολόγια και απασχολήθηκε το νόμιμο ωράριο : α) για υπερωριακή αμοιβή 54 καθημερινών και 11 Κυριακών, ήτοι 65 ημερών  Χ 4 ώρες υπερωρίας = 260 Χ 8,38 ευρώ το ωρομίσθιο = 2.178,80 ευρώ, β) για υπερωριακή αμοιβή  86 καθημερινών και 18 Κυριακών, ήτοι 104 ημερών Χ 4 ώρες υπερωρίας = 416 Χ 9,12 ευρώ το ωρομίσθιο = 3.793,92 ευρώ και γ) για υπερωριακή αμοιβή 32 καθημερινών και 7 Κυριακών, ήτοι 39 ημερών Χ 4 ώρες υπερωρίας = 156 Χ 8,54 ευρώ το ωρομίσθιο = 1.332,24 ευρώ και συνολικά 7.304,96 ευρώ και για υπερωριακή αμοιβή: α) 12 Σαββάτων και 6 αργιών, ήτοι για 18 ημέρες Χ 12 ώρες = 216 υπερωρίες Χ 10,05 € το ωρομίσθιο = 2.170,80 ευρώ, β) 18 Σαββάτων και 2 αργιών, ήτοι για 20 ημέρες Χ 12 ώρες = 240 υπερωρίες Χ 10,95 € το ωρομίσθιο = 2.628 ευρώ και 1 Σαββάτου (29.9.2018) Χ 8 ώρες Χ 10,95 € = 87,60 ευρώ και γ) 7 Σαββάτων και 1 αργίας Χ 12 ώρες = 96 υπερωρίες Χ 10,25 € = 984 ευρώ και συνολικά 5.870,40 ευρώ και ii)  κατά τα χρονικά διαστήματα από 8.5.2018 έως 19.5.2018 και 16.11.2018 έως 30.5.2019, που είχε διακόψει τα ταξίδια και διενεργούνταν επισκευές : α) για υπερωριακή αμοιβή 8 καθημερινών και 1 Κυριακής, δηλαδή 9 ημερών Χ 2 ώρες υπερωρίας = 18 Χ 8,38 ευρώ το ωρομίσθιο = 150,84 ευρώ και β) για υπερωριακή αμοιβή 131 καθημερινών και 27 Κυριακών, ήτοι 158 ημερών Χ 2 ώρες υπερωρίας = 316 Χ 8,54 ευρώ το ωρομίσθιο = 2.698,64 ευρώ και συνολικά 2.849,48 ευρώ και για υπερωριακή αμοιβή: α) 2 Σαββάτων και 1 αργίας Χ 10 ώρες Χ 10,05€  = 301,5 ευρώ και β) 28 Σαββάτων και 10 αργιών, ήτοι 38 ημερών Χ 10 ώρες = 380 υπερωρίες Χ 10,25€ = 3.895 ευρώ και συνολικά 4.196,5 ευρώ και εν συνόλω το ποσό των 20.221,34 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε από την εναγομένη το συνολικό ποσό των 8.795,18 ευρώ, όπως ο ίδιος εν μέρει συνομολογεί και προκύπτει από τους πρoσκoμιζόμενoυς λογαριασμούς μισθοδοσίας του, κατά παραδοχή μερικώς της ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, που επαναφέρεται με την έφεση της, ως ουσιαστικά βάσιμης και συγκεκριμένα 6.124,28 € για Σάββατα και αργίες, ήτοι το ποσό των 3.024,04 € για την πρώτη και δεύτερη ναυτολόγηση του και το ποσό των 3.100,24 € για την τρίτη ναυτολόγηση, απομένοντων υπολοίπων 2.163,86 ευρώ [(2.170,80 + 2.628 + 87,60 + 301,5 = 5.187,9 ευρώ) – 3.024,04 ευρώ] και 1.778,76 ευρώ [(984 + 3.895 + 4.879) – 3.100,24 ευρώ] αντίστοιχα και 2.670,9 ευρώ για καθημερινές και Κυριακές, ήτοι το ποσό των 1.495,5 ευρώ (622,69 + 872,81 ευρώ) αναφορικά με την πρώτη και δεύτερη ναυτολόγηση του, καθώς και το ποσό των 1.175,4 ευρώ, όσον αφορά την τρίτη, οπότε εξακολουθούν να του οφείλονται, ως υπερωριακή αμοιβή καθημερινών και Κυριακών τα ποσά των 4.628,06 ευρώ [(2.178,80 + 3.793,92 + 150,84 = 6.123,56 ευρώ) –  1.495,5 ευρώ] και 2.855,48 ευρώ [(1.332,24 + 2.698,64 = 4.030,88)  – 1.175,4 ευρώ] αντίστοιχα.

V. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 των Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων των ετών 2009, 2010, 2011, 2013 και 2014 που τιτλοφορείται “Δρομολόγια εξπρές”, συνάγεται ότι: α) σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση δρομολογίων πρέπει να προνοείται από την αρμόδια υπηρεσία (του ΥΕΝΑΝΠ ή ΥΘΥΝΑΛ) και από τους πλοιοκτήτες η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον 6 ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο, εάν δε αυτό κατ’ εξαίρεση δεν καθίσταται δυνατό, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως αυτή καθορίζεται στο ως άνω άρθρο (παρ. 1 και 2 αυτού), β) ως δρομολόγια, για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα η πρόσθετη αυτή αμοιβή, θεωρούνται εκείνα, για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον 6 ώρες από τον κατάπλου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού (παρ. 3 «δρομολόγια εξπρές»), γ) η πρόσθετη αυτή αμοιβή προβλέπεται για όλα τα «εξπρές» δρομολόγια, με την ως άνω έννοια, που αναφέρονται σε ακτοπλοϊκά – επιβατηγά πλοία, που δεν έχουν τακτικές καθημερινές, τουλάχιστον έξι αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας και υπολογίζεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις παραγράφους 4 και 7 του ως άνω άρθρου, βάσει των ωρών πρόωρης αναχωρήσεως του πλοίου εβδομαδιαίως, τακτικά δε θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη κάθε ημέρα ώρα, έστω και αν η ώρα απόπλου δεν είναι η ίδια κάθε ημέρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, δ) ειδικώς, προκειμένου περί πλοίων, τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, η πρόσθετη αυτή αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των πέντε δρομολόγια την εβδομάδα (παρ. 5, που αποτελεί διάταξη ειδικότερη εκείνης της παρ. 3), οι ναυτικοί δηλ. που εργάζονται σε ακτοπλοϊκά επιβατηγά πλοία που έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις και εκτελούν περισσότερα από 5 κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα, είτε παραμένουν στο λιμάνι αφετηρίας 6 ώρες είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην προαναφερθείσα §7 του άρθρου αυτού, με τη διαφορά ότι ο αριθμός των δρομολογίων εξπρές δεν υπολογίζεται κατά την §4 αλλά κατά τα οριζόμενα στην §5 του ίδιου άρθρου, ε) τέλος, κατ’ εξαίρεση που εισάγεται με την παράγραφο 6 του αυτού άρθρου, οι διατάξεις του δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται, έτσι, οι ναυτικοί δεν δικαιούνται την πρόσθετη αυτή αμοιβή για δρομολόγια «εξπρές» σε ημερόπλοια, δηλαδή σε πλοία που εκτελούν πλόες κατά τις ώρες από 07.00 έως 23.00 και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν, κατ’ εξαίρεση, δηλαδή της εξαίρεσης αυτής (επάνοδο στον κανόνα), τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγια τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή κατά τις ώρες από 23.00 μέχρι 07.00 της επομένης ημέρας (ΑΠ 259/2014 ΕΝαυτΔ 2014 27, ΕφΠειρ 517/2011, ΕφΠειρ 55/2011, ΕφΠειρ 764/2010, ΕφΠειρ 663/2008 αδημ.). Ειδικότερα, οι ναυτικοί, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις των ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., δικαιούνται αμοιβής ίσης προς το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων μέχρι της συμπληρώσεως εξαώρου από τον κατάπλου κατά εβδομάδα δια του αριθμού 8, ή το γινόμενο του αριθμού των πέραν των πέντε δρομολογίων του πλοίου κατά εβδομάδα, αντιστοίχως, επί το 1/30ο ή 1/60ο ή 1/120ο  του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, εάν το κυκλικό ταξίδι διαρκεί τουλάχιστον 12 ώρες ή τουλάχιστον 6 ώρες ή μέχρι 6 ωρών, αντιστοίχως (ΑΠ 259/2014 ΕΝαυτΔ 2014 27, ΕφΠειρ 716/2011 ΕΝαυτΔ 2012 107, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97).

Εν προκειμένω, αποδεικνύεται ότι, κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα, που υπηρετούσε ο ενάγων στο ως άνω πλοίο, πραγματοποιήθηκαν δρομολόγια, που είχαν το χαρακτήρα «εξπρές», κατά την προεκτεθείσα έννοια, δεδομένου ότι, σύμφωνα με  τους αναλυτικώς παρατιθέμενους ανωτέρω πλόες, κατά το χρονικό διάστημα από 25.6.2018 μέχρι και 2.9.2018, το εν λόγω πλοίο εκτελούσε περισσότερα από 5 κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα και συγκεκριμένα πραγματοποιούσε 9 κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, εκ των οποίων τα επτά ήταν ημερινά, ενώ το δεύτερο εκείνο της Παρασκευής και της Κυριακής επεκτείνονταν και μετά την 23.00 ώρα, κατά την διάρκεια της νύχτας και επομένως, τα δύο αυτά κάθε εβδομάδα αποτελούσαν «εξπρές» δρομολόγια κατά την έννοια του νόμου, διάρκειας άνω των 6 ωρών έκαστο και συνολικά εκτέλεσε κατά το ανωτέρω διάστημα 20 δρομολόγια «εξπρές» (2 Χ 10 εβδομάδες) και συνεπώς, ο ενάγων δικαιούται να λάβει πρόσθετης αμοιβής για την εν λόγω αιτία, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο 7 σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του άρθρου 33 της ως άνω ΣΣΝΕ, ούτως ώστε η δικαιούμενη αμοιβή για κάθε δρομολόγιο «εξπρές», που πραγματοποιήθηκε, ισούται προς το 1/60ο των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του. Εξάλλου, στις αποδοχές αυτές, βάσει των οποίων υπολογίζονται, εκτός της πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων «εξπρές» και τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, συμπεριλαμβάνεται κάθε παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικώς κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004 214, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012 19, ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝαυτΔ 2011 387, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97, ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝαυτΔ 2009 102). Έτσι, στις εν λόγω αποδοχές περιλαμβάνεται και η αμοιβή για την ως άνω υπερωριακή εργασία, το αντίτιμο τροφής, που αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτουσίως (ΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013, 220, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262). Επίσης, οι αποδοχές αδείας (με το αντίτιμο τροφής), το επίδομα άγονης γραμμής, εφόσον τακτικώς το πλοίο εκτελούσε σχετικά δρομολόγια και η πρόσθετη αμοιβή της εργασίας έχμασης, ενώ το επίδομα ιματισμού δεν πρέπει να συνυπολογισθεί σ’ αυτές, γιατί αυτό δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθώς και λόγω της παροχής σε είδος αυτού (ΑΠ 774/2003 ΔΕΝ 59 1300, ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012 381, βλ. Ι. Κοροτζή «Ναυτικό Δίκαιο» τ. 1ος αρθρ. 60 σελ. 332 και αρθρ. 76 σελ. 387). Ειδικότερα, όσον αφορά τις αποδοχές αδείας, από τις διατάξεις του άρθρου 15 της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε. προκύπτει ότι η άδεια, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στη χερσαία εργασία, παρέχεται μόνο αν, κατά την κρίση του πλοιάρχου, οι ανάγκες του πλοίου επιτρέπουν τη χορήγηση της και σε περίπτωση μη χορήγησης της ο ναυτικός δικαιούται της αποζημίωσης που ορίζεται στην παρ. 2 του άνω άρθρου. Ακριβώς δε για το λόγο ότι κατά κανόνα οι συνθήκες της ναυτικής εργασίας δεν επιτρέπουν την παροχή της άδειας in natura, οι επί πλέον  αποδοχές που δικαιούται για την περίπτωση αυτή ο ναυτικός προσλαμβάνουν τον χαρακτήρα τακτικού ανταλλάγματος (μισθού) για την παροχή της εργασίας.

Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, οι συνολικές μικτές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως ναύκληρου, ανέρχονταν κατά τον κρίσιμο χρόνο της δεύτερης ναυτολόγησης του, στο ποσό των  4.135,13 ευρώ (1.262,14 € μισθός ενεργείας + 277,67 € επίδομα Κυριακών + 23,96 € ειδικό επίδομα ναύκληρου + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών [19,21 € Χ 30] + 446 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [(1.262,14 € μισθός ενεργείας + 277,67 € επίδομα Κυριακών) Χ 1/22 Χ 5 ημέρες =349,95 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών 19,21 Χ 5 = 96,05 €] + 1.513,84 € μέσος όρος υπερωριών [6.509,52 € ευρώ σύνολο αμοιβής υπερωριών : 4,3 μήνες]. Κατά συνέπεια, η πρόσθετη αμοιβή, που δικαιούνταν για τα ως άνω δρομολόγια «εξπρές», ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των 1.378,2 ευρώ [(4.135,13 € Χ 1/60 = 68,91 € Χ 20 δρομολόγια εξπρές). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε ότι, για την ως άνω αιτία οφείλεται στον ενάγοντα το ποσό των 1.197,37 ευρώ, συνυπολογίζοντας στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος τον μέσο όρο της υπερωριακής αμοιβής, που αντιστοιχούσε σε 10 ώρες εργασίας, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τις συναφείς αιτιάσεις, που διαλαμβάνονται αντίστοιχα στον τρίτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δεκτού γενομένου εν μέρει, ως ουσιαστικά βασίμου, απορριπτομένου όμως καθόσον αφορά τις αποδιδόμενες στην εκκαλουμένη πλημμέλειες περί μη συνυπολογισμού στις τακτικές αποδοχές της αναλογούσης σε μείζονες ώρες επικαλούμενης υπερωριακής αμοιβής, καθώς επίσης απορριπτέοι, κρίνονται οι διαλαμβανόμενοι στον τρίτο λόγο της έφεσης της εναγομένης-εκκαλούσας ισχυρισμοί, αφενός περί υπολογισμού της κρινόμενης αμοιβής, βάσει των ωρών πρόωρης αναχώρησης εβδομαδιαίως και αφετέρου, περί εσφαλμένου υπολογισμού στις τακτικές αποδοχές της αναλογίας της υπερωριακής αμοιβής, που υπερέβαινε την κατ’αποκοπή καταβαλλομένη και των αποδοχών αδείας μετά του αντιτίμου τροφής, ως ουσιαστικά αβάσιμοι.

VI. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 14 της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε., σε συνδυασμό προς εκείνες των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 της υπ’ αριθμ. 70109/8008/14-12-1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄ 1/7-1-1982), προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα, αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκησε καθ’ όλο το ως άνω διάστημα, αντιστοίχως. Επίσης, για τον υπολογισμό των προαναφερθέντων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό η νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που του παρέχει ο ναυτικός, τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004 214, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012 19, ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝαυτΔ 2011 387, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97, ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝαυτΔ 2009 102). Μάλιστα, ως τέτοιες παροχές, προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην ως άνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσον όρο αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας (με το αντίτιμο τροφής) και οι λοιπές τακτικές παροχές. Επιπλέον, στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, βάσει των οποίων υπολογίζονται τα επιδόματα εορτών, συμπεριλαμβάνεται και η αμοιβή για δρομολόγια «εξπρές», όπως και το επίδομα άγονης γραμμής, εφόσον το πλοίο εκτελεί τακτικώς τέτοια δρομολόγια και η πρόσθετη αμοιβή της εργασίας έχμασης, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, υπολογιζομένων κατά μέσο όρο, ενώ το επίδομα ιματισμού δεν πρέπει να συνυπολογισθεί σ’αυτές, γιατί αυτό δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθώς και λόγω της παροχής σε είδος αυτού (ΑΠ 774/2003 ΔΕΝ 59 1300, ΕφΠειρ 740/2015, ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012 381, Ι. Κοροτζή «Ναυτικό Δίκαιο» τ. 1ος αρθρ. 60 σελ. 332 και αρθρ. 76 σελ. 387). Ειδικότερα, όσον αφορά τις αποδοχές αδείας, από τις διατάξεις του άρθρου 15 της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε. προκύπτει ότι η άδεια, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στη χερσαία εργασία, παρέχεται μόνο αν, κατά την κρίση του πλοιάρχου, οι ανάγκες του πλοίου επιτρέπουν τη χορήγηση της και σε περίπτωση μη χορήγησης της ο ναυτικός δικαιούται της αποζημίωσης που ορίζεται στην παρ. 2 του άνω άρθρου. Ακριβώς δε για το λόγο ότι κατά κανόνα οι συνθήκες της ναυτικής εργασίας δεν επιτρέπουν την παροχή της άδειας in natura, οι επί πλέον αποδοχές που δικαιούται για την περίπτωση αυτή ο ναυτικός προσλαμβάνουν τον χαρακτήρα τακτικού ανταλλάγματος (μισθού) για την παροχή της εργασίας.

Στην προκειμένη περίπτωση, οι συνολικές μικτές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως ναύτη, ανέρχονταν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της πρώτης ναυτολόγησης του, στο ποσό των 3.961 ευρώ [1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € Χ 30) + 417,13 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών = 1.412,75 € Χ 1/22 = 64,21 € Χ 5 ημέρες = 321,08 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,21 Χ 5) = 96,05 €] + 1.519,60 € μέσος όρος υπερωριών (4.801,94 € σύνολο υπερωριακής αμοιβής : 3,16 μήνες)]. Επομένως, ο ενάγων δικαιούνταν, ως επιδόματα εορτών, τα ακόλουθα ποσά: α) την αναλογία επιδόματος Πάσχα 2018, που ισούται προς το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8ήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσης του, δηλαδή 1.254,28 ευρώ (3.961 € μηνιαίες αποδοχές : 2 = 1.980,5 € Χ 1/15 = 132,03 € ανά οκταήμερο Χ 9,5 οκταήμερα) έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του, το ποσό των 536,12 και συνεπώς δικαιούται διαφορά ποσού 718,16 ευρώ, β) για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018 για το χρονικό διάστημα από 1.5.2018 έως 19.5.2018, δικαιούται ποσό που ισούται προς 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα, δηλαδή το ποσό των 316,88 ευρώ (3.961 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 316,88 € Χ 1 19ήμερο). Περαιτέρω, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως ναύκληρου, ανέρχονταν κατά τον κρίσιμο χρόνο της δεύτερης ναυτολόγησης του, στο ποσό των  4.135,13 ευρώ (1.262,14 € μισθός ενεργείας + 277,67 € επίδομα Κυριακών + 23,96 € ειδικό επίδομα ναύκληρου + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών [19,21 € Χ 30] + 446 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [(1.262,14 € μισθός ενεργείας + 277,67 € επίδομα Κυριακών) Χ 1/22 Χ 5 ημέρες =349,95 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών 19,21 Χ 5 = 96,05 €] + 1.513,84 € μέσος όρος υπερωριών [6.509,52 € ευρώ σύνολο αμοιβής υπερωριών : 4,3 μήνες]. Επομένως, για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018 για το χρονικό διάστημα υπηρεσίας του από 25.5.2018 έως 30.9.2018, δικαιούται ποσό που ισούται προς 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα, δηλαδή το ποσό των 2.242,89 ευρώ (4.135,13 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 330,81 € Χ 6,78 19ήμερα). Έναντι των ανωτέρω επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων 2018, έλαβε, όπως προκύπτει από τις αντίστοιχες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 1.775,17 € και συνεπώς, δικαιούται τη σχετική διαφορά ποσού 784,6 € (2.559,77€ – 1.775,17€), δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον δεύτερο λόγο της έφεσης της, ως ουσιαστικά βάσιμης.

Εξάλλου, οι συνολικές μικτές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως ναύτη, κατά το χρονικό διάστημα της τρίτης ναυτολόγησης του, ανέρχονταν στο ποσό των 3.603,81 ευρώ [1.181,15 € μισθός ενεργείας + 259,86 € επίδομα Κυριακών + 35,92 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 587,70 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,59 € Χ 30) + 425,45 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας {1.181,15 € μισθός ενεργείας + 259,86 € επίδομα Κυριακών = 1.441,01 € Χ 1/22 = 65,50 € Χ 5 ημέρες = 327,5 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,59 Χ 5) = 97,95 €} + 1.113,73 € μέσος όρος υπερωριών (8.909,88 € σύνολο υπερωριακής αμοιβής : 8 μήνες).  Επομένως, ο ενάγων δικαιούνταν για επιδόματα εορτών, τα ακόλουθα ποσά: α) για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018 και 2019, για τα διαστήματα από 16.11.2018 έως 31.12.2018 και από 1.5.2019 έως 16.7.2019 αντίστοιχα, δικαιούται ποσό που ισούται προς 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα, δηλαδή το ποσό των 1.865,30 ευρώ (3.603,81 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 288,30 € Χ 6,47 19ήμερα), έναντι του οποίου έλαβε, όπως  προκύπτει από τις αντίστοιχες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 707,61 € και συνεπώς, δικαιούται τη σχετική διαφορά ποσού 1.157,69 €, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο της έφεσης της, ως ουσιαστικά βάσιμης και β) το επίδομα Πάσχα 2019, που ισούται με  μισθό 15 ημερών, εφόσον η εργασιακή σχέση διήρκεσε από 1.1.2019 έως 30.4.2019, δηλαδή 1.801,90 ευρώ (3.603,81 € μηνιαίες αποδοχές : 2) έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του, το ποσό των 972,28 ευρώ και συνεπώς, δικαιούται διαφορά ποσού 829,62 ευρώ.

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε ότι οφείλονται στον ενάγοντα για επιδόματα εορτών, Πάσχα 2018, όσον αφορά την πρώτη ναυτολόγηση του, το ποσό των 502,68 ευρώ, Χριστουγέννων 2018, όσον αφορά την πρώτη και δεύτερη ναυτολόγηση του, το ποσό των 1.070,72 ευρώ, Χριστουγέννων 2019, το ποσό των 285,78 ευρώ και Πάσχα 2019 το ποσό των 580,73 ευρώ, αναφορικά με την τρίτη ναυτολόγηση του, συνυπολογίζοντας στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος τον μέσο όρο της υπερωριακής αμοιβής εκ 839,06 € ευρώ, 970,82 € και 575,95€ αντί των ανωτέρω ποσών αντιστοίχως, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τις συναφείς αιτιάσεις, που διαλαμβάνονται αντίστοιχα στον δεύτερο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δεκτού γενομένου εν μέρει, ως ουσιαστικά βασίμου, απορριπτομένου όμως, καθόσον αφορά την αποδιδόμενη στην εκκαλουμένη πλημμέλεια περί μη συνυπολογισμού στις τακτικές αποδοχές του, της αναλογούσης σε μείζονες ώρες επικαλούμενης υπερωριακής αμοιβής, ως ουσιαστικά αβασίμου. Επίσης, απορριπτέος κρίνεται και ο δεύτερος λόγος της έφεσης της εναγομένης-εκκαλούσας, καθόσον παραπονείται για κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς τον εσφαλμένο συνυπολογισμό στις τακτικές αποδοχές, προς ανεύρεση των επιδομάτων εορτών, της αναλογίας της υπερωριακής αμοιβής, που υπερέβαινε την κατ’αποκοπή καταβαλλομένη, καθώς και του επιδόματος αδείας μετά τροφοδοσίας και εντεύθεν την μερική παραδοχή των σχετικών αγωγικών αξιώσεων αντί της ολικής απόρριψης τους, ως ουσιαστικά αβασίμου.

Τέλος, όσον αφορά την ένσταση της εναγομένης, που προβλήθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον τέταρτο λόγο της έφεσης της, περί καταχρηστικής άσκησης των ένδικων απαιτήσεων του ενάγοντος, κατά την επιχειρούμενη θεμελίωση της στην ανεπιφύλακτη και αδιαμαρτύρητη εκ μέρους του ενάγοντος λήψη των πάσης φύσεως αποδοχών του και υπογραφή των σχετικών αποδείξεων και των τηρούμενων καταστάσεων υπερωριών, χωρίς όχληση της για απλήρωτες υπερωρίες και άλλες απαιτήσεις, κρίνεται απορριπτέα, ως αβάσιμη, διότι τα περιστατικά αυτά δεν αρκούν για να καταστήσουν καταχρηστική την άσκηση των επίδικων αξιώσεων του, μήτε στοιχειοθετείται σ’αυτά και μέχρι την έγερση της κρινόμενης αγωγής μακρά αδράνεια του δικαιούχου, ούτε η δυσμενής οικονομική συγκυρία θεμελιώνει καταχρηστικότητα, ενώ ουδόλως προσδιορίζεται σε τι συνίστανται οι δυσβάσταχτες οικονομικές συνέπειες της εναγομένης, απορριπτομένου του κρινόμενου τέταρτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, που πλήττει την εκκαλουμένη για την σιωπηρή απόρριψη της ένστασης αυτής, ως αβασίμου.

VII. Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, εφόσον δεν υπάρχουν προς έρευνα άλλοι λόγοι έφεσης, πρέπει να απορριφθεί η έφεση της εναγομένης, ως ουσιαστικά αβάσιμη και να γίνει εν μέρει δεκτή κατ’ ουσίαν, η έφεση του ενάγοντος, κατά τους σχετικούς μερικά βάσιμους αντίστοιχα λόγους, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολο της, χάριν της ενότητας της εκτέλεσης, ώστε να εκδοθεί ενιαία απόφαση, στην οποία περιλαμβάνονται όσα κεφάλαια της προσβαλλόμενης απόφασης παρέμειναν αλώβητα και όσα έχουν μεταρρυθμισθεί στην προκειμένη κατ’ έφεση δίκη (ΑΠ 1279/2004 ΕλλΔνη 2005.141, ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26, 642, ΕφΠειρ 602/2011, ΕφΛαμ 18 και 15/2011, ΕφΠειρ 587/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔνη 48, 1507, Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδοση 2009, σελ. 447 επ.). Εν συνεχεία, αφού κρατηθεί η υπόθεση για εκδίκαση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), πρέπει η προαναφερθείσα αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή, ως και ουσιαστικά βάσιμη και αφενός, να υποχρεωθεί η εναγομένη-εφεσίβλητη, να καταβάλει στον ενάγοντα-εκκαλούντα, ως διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης και αναλογίας επιδομάτων εορτών έτους 2018, καθώς και αμοιβής δρομολογίων εξπρές,  το συνολικό ποσό των 9.672,88 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του στις 16.7.2019 και αφετέρου, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της να του καταβάλλει επιπλέον το ποσό των 6.621,55 ευρώ, για διαφορά υπερωριακής αμοιβής και επιδομάτων εορτών έτους 2019, νομιμοτόκως από την επομένη της απόλυσης του, παρεκτός του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2019, ποσού 1.157,69 € ευρώ, εντόκως από 1.1.2020. Το αίτημα περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση πρέπει να απορριφθεί, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο, εφόσον το τελεσίδικα επιδικασθέν καταψηφιστικό ποσό είναι μείζον του καταβληθέντος σε εκτέλεση της προσωρινώς εκτελεστής διάταξης της εκκαλουμένης απόφασης, ποσού των 3.000 ευρώ, τα δε δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, αναφορικά με την απορριφθείσα έφεση, πρέπει να επιβληθούν στην  εκκαλούσα, κατόπιν σχετικού αιτήματος του, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ) και όσον αφορά την έφεση που έγινε δεκτή, τα δικαστικά έξοδα για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρο 178 § 1 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος, κατόπιν σχετικού αιτήματος του (άρθρα 183, 189παρ.1 και 191 § 2 ΚΠολΔ), σε βάρος της εναγομένης – εφεσιβλήτου, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων τις ένδικες εφέσεις.

Δέχεται αυτές τυπικά.

Απορρίπτει κατ’ουσίαν την από 28.7.2021 έφεση της εναγομένης.

Επιβάλλει στην εκκαλούσα τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ.

Δέχεται εν μέρει κατ’ουσίαν την από 9.7.2021 έφεση του ενάγοντος.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ.626/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί και δικάζει την από 28.11.2019 αγωγή.

Δέχεται αυτήν εν μέρει.

Υποχρεώνει την εναγομένη – εφεσίβλητη να καταβάλει στον ενάγοντα – εκκαλούντα το ποσό των εννέα χιλιάδων εξακοσίων εβδομήντα δύο και ογδόντα οκτώ λεπτών (9.672,88) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του.

Αναγνωρίζει την υποχρέωση της εναγομένης-εφεσίβλητης να καταβάλλει στον ενάγοντα – εκκαλούντα, το ποσό των έξι χιλιάδων εξακοσίων είκοσι ενός και πενήντα πέντε λεπτών (6.621,55) ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της απόλυσης του, παρεκτός του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2019, ποσού 1.157,69 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από 1.1.2020.

Απορρίπτει κατ’ουσίαν το αίτημα περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.

Επιβάλλει στην εναγομένη – εφεσίβλητη μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων εξακοσίων ευρώ (1.600 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 19 Ιουνίου  2023.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ