Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 359/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩN

Αριθμός     359/2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ ΤΗΝ ΑΝΑΨΗΛΑΦΗΣΗ:     Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…………..», που εδρεύει στην πόλη του ……. (…………) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Κυπριωτάκη.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΨΗΛΑΦΗΣΗΣ:  1) Ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας με την επωνυμία «……….», με διακριτικό τίτλο «……..» (πρώην «……….», πρώην «………»), που εδρεύει στην ……….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Ιατρίδη – Ραμαντάνη, 2) ………. και 3) …………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Πεταλά.

Η αιτούσα την αναψηλάφηση άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 20-2-2003 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …………/2003 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, η με αριθ. 2045/2009 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή πρόσβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η ενάγουσα και ήδη αιτούσα την αναψηλάφηση με την από 13-7-2009 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ………../2009 έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, η με αριθ. 205/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου που απέρριψε την έφεση.

Στη συνέχεια η ενάγουσα – εκκαλούσα και ήδη αιτούσα την αναψηλάφηση άσκησε ενώπιον του Αρείου Πάγου την από 25-6-2015 και με ΑΚ …./25-6-2015 αίτηση αναίρεσης και τους από 4-12-2015 πρόσθετους λόγους της κατά της με αριθ. 205/ 2015 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, επί των οποίων εκδόθηκε η με αριθ. 35/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου, που απέρριψε την αίτηση αναίρεσης κατά τον πρώτο κύριο λόγο της και θεώρησε ότι δεν ασκήθηκαν οι λοιποί λόγοι της και οι πρόσθετοι λόγοι.

Ακολούθως, η ενάγουσα – εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου την από 21-7-2021 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …../22-7-2021 αίτηση αναψηλάφησης κατά της με αριθ. 205/ 2015 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου. Δικάσιμος της άνω αίτησης αναψηλάφησης ορίστηκε αρχικά η 5-5-2022 και κατόπιν νόμιμης αναβολής, αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 21-7-2021 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./22-7-2021 αίτηση αναψηλάφησης της ηττηθείσας εκκαλούσας ανώνυμης Παναμαϊκής εταιρίας «……….» κατά της με αριθ. 205/ 2015 αμετάκλητης απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και απέρριψε κατ’ ουσία την από 13-7-2009 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …/2009 έφεση της ανωτέρω αιτούσας την αναψηλάφηση κατά της με αριθ. 205/2015 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και απέρριψε κατ’ ουσία την από 20-2-2003 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …./2003 αγωγή της ανωτέρω αιτούσας την αναψηλάφηση κατά των καθ’ ων 1) Ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας «………», 2) ……… και 3) ………, έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495-499 Κ.Πολ.Δ.), αρμόδια δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 21 Κ.Πολ.Δ.). Όπως, δε, προκύπτει από την σχετική έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου του Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, έχει κατατεθεί από την αιτούσα το νόμιμο παράβολο κατ’ άρθρο 495 παρ. 3Γβ Κ.Πολ.Δ. (όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015, με έναρξη ισχύος την 1-1-2016). Πρέπει, επομένως, η άνω αίτηση αναψηλάφησης να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, καταρχήν ως προς το εμπρόθεσμο αυτής (άρθρο 549 Κ.Πολ.Δ, Μιχαήλ Μαργαρίτη / Άντας Μαργαρίτη, Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, 2018, υπ’ άρθρο 549, αριθ. 2, σ. 900).

Κατά το άρθρο 169 του Κ.Πολ.Δ, το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του εναγόμενου ή του διαδίκου εναντίον του οποίου ασκήθηκε κύρια παρέμβαση ή ένδικο μέσο, μπορεί να υποχρεώσει σε εγγυοδοσία τον ενάγοντα ή τον διάδικο που άσκησε κύρια παρέμβαση ή ένδικο μέσο για τα έξοδα της διαδικασίας που γίνεται στο ίδιο δικαστήριο, αν αυτό κρίνει ότι υπάρχει προφανής κίνδυνος αδυναμίας να εκτελεστεί η ενδεχόμενη καταδίκη του διαδίκου αυτού στα έξοδα του αντιδίκου του. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 171 εδ. β’ του ίδιου κώδικα, το δικαστήριο δεν προχωρεί στη συζήτηση του ένδικου μέσου, ώσπου να κατατεθεί η εγγύηση, που διέταξε σχετικά με το ένδικο αυτό μέσο. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι, για την επιβολή της προβλεπόμενης εγγύησης, απαιτείται κατ’ αρχάς αίτηση του εναγόμενου, καθ’ ου η κύρια παρέμβαση ή το ένδικο μέσο, η οποία προκειμένου για την συζήτηση ενδίκου μέσου υποβάλλεται με τις προτάσεις κατά την πρώτη συζήτηση επί ποινή απαραδέκτου (άρθρο 263 περ. γ’ του Κ.Πολ.Δ.) και περαιτέρω η συνδρομή προφανούς κινδύνου ότι ενδεχόμενη καταδίκη του αιτούντος την παροχή έννομης προστασίας στα έξοδα δεν θα καταστεί δυνατό να εκτελεσθεί. Κριτήριο, επομένως, της υποχρέωσης εγγυοδοσίας είναι η προφανής οικονομική αδυναμία του επιτιθέμενου διαδίκου, ανεξάρτητα από τις πιθανότητες ουσιαστικής κρίσης της διαφοράς υπέρ του ενός ή του άλλου μέρους. Προφανής είναι ο κίνδυνος όταν καθίσταται έκδηλος από τα υπάρχοντα στοιχεία, χωρίς να απαιτείται η διεξαγωγή προς τούτο απόδειξης, δεν αρκεί όμως απλή πιθανολόγηση, αλλ’ απαιτείται πλήρης δικανική πεποίθηση του δικαστή, το δε βάρος της επίκλησης και απόδειξης των προϋποθέσεων για παροχή εγγυοδοσίας φέρει ο ενιστάμενος (Α.Π. 304/2016, Α.Π. 35/2015, Α.Π. 167/2015, Α.Π. 1875/2014, Α.Π. 1876/2009, Α.Π. 308/2009, Α.Π. 990/2008, Εφ.Πειρ. 21/2020, Εφ.Πειρ. 650/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μιχαήλ Μαργαρίτη/Άντα Μαργαρίτη, ό.α, υπ’ άρθρο 169, αριθ. 4, 5, σ. 301).

Στην προκειμένη περίπτωση, οι καθ’ ων η αίτηση αναψηλάφησης ζήτησαν με τις προτάσεις τους κατά την παρούσα συζήτηση να υποχρεωθεί η αιτούσα σε εγγυοδοσία για τα δικαστικά τους έξοδα στην παρούσα δίκη, τα οποία υπολογίζουν, σε περίπτωση που η αίτηση αναψηλάφησης απορριφθεί, τουλάχιστον στο ποσό των 117.446,00 ευρώ [ως το 2% του αιτούμενου με την άνω αγωγή της αιτούσας την αναψηλάφηση εναντίον τους ποσού των 5.872.340,00 ευρώ, το οποίο (ποσό 117.446,00 ευρώ) ισχυρίζονται ότι προβλέπεται να τους επιδικαστεί ως δικαστική δαπάνη σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων, παρόλο που η προσβαλλόμενη απόφαση του Δικαστηρίου τούτου τους επιδίκασε για την ίδια αιτία το χαμηλό ποσό των 600,00 ευρώ, αν και είχε κατατεθεί από την αιτούσα – εκκαλούσα για την αιτία αυτή εγγυοδοσία 120.000,00 ευρώ όπως διατάχθηκε με τη με αριθ. 416/2013 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου], ισχυριζόμενοι ότι υπάρχει έκδηλη αδυναμία και προφανής αφερεγγυότητα αυτής (αιτούσας την αναψηλάφηση – εκκαλούσας), ώστε να καθίσταται αδύνατη η εκτέλεση της εκδοθησομένης απόφασης, κατά τη διάταξη της ενδεχόμενης καταδίκης της αιτούσας στα δικαστικά τους έξοδα.

Η αίτηση αυτή για χορήγηση εγγυοδοσίας για τα δικαστικά έξοδα, η οποία τυγχάνει παραδεκτή, ως ασκηθείσα κατά την προκείμενη πρώτη συζήτηση της υπό κρίση αίτησης αναψηλάφησης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, είναι και νόμιμη, στηριζόμενη στην προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 169 Κ.Πολ.Δ, πλην όμως είναι απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη, καθόσον από το σύνολο των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι δεν αποδείχθηκε ότι η αιτούσα την αναψηλάφηση στερείται της οικονομικής δυνατότητας να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα που τυχόν θα της επιβληθούν για την παρούσα δίκη.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 544 αριθ. 7 Κ.Πολ.Δ, επιτρέπεται αναψηλάφηση και αν ο διάδικος που τη ζητεί βρήκε ή πήρε στην κατοχή του μετά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως νέα κρίσιμα έγγραφα τα οποία δεν μπορούσε να προσκομίσει εγκαίρως από ανωτέρα βία ή τα οποία κατακράτησε ο αντίδικός του ή τρίτος που είχε συνεννοηθεί με τον αντίδικο και των οποίων την ύπαρξη αγνοούσε, όπως αγνοούσε και την κατοχή τους από τον αντίδικο ή τον τρίτο κατά τη διάρκεια της δίκης. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι, για τη θεμελίωση του ως άνω λόγου αναψηλαφήσεως, πρέπει, μεταξύ άλλων προϋποθέσεων που απαιτούνται σωρευτικώς, το έγγραφο να είναι κρίσιμο, με την έννοια, ότι από αυτό προκύπτει αμέσως και πλήρως απόδειξη ή ανταπόδειξη ουσιώδους πραγματικού ισχυρισμού που είχε προβληθεί στη διεξαχθείσα δίκη κατά τρόπον, ώστε να καθίσταται προφανές, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εσφαλμένη και έτσι θα μπορούσε να εκδοθεί διαφορετική απόφαση υπέρ του ζητούντος την αναψηλάφηση, εάν το έγγραφο είχε τεθεί υπόψη του δικαστηρίου (Α.Π. 1174/2011). Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 545 παρ. 5 εδ. α’ Κ.Πολ.Δ, αν η απόφαση δεν επιδόθηκε, η προθεσμία αναψηλαφήσεως είναι τρία χρόνια από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως, εφόσον είναι τελεσίδικη ή ανέκκλητη, αλλιώς από την ημέρα, που έγινε τελεσίδικη. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι αυτή εφαρμόζεται και στην περίπτωση του προβλεπομένου από το άρθρο 544 αριθ. 7 Κ.Πολ.Δ. λόγου αναψηλαφήσεως, δηλ. της ανεύρεσης από το διάδικο, μετά την έκδοση της προσβαλλομένης απόφασης, νέων κρίσιμων εγγράφων (Α.Π. 101/2005). Με την προαναφερόμενη, δηλαδή, διάταξη του άρθρου 545 παρ. 5 εδ. α’ Κ.Πολ.Δ. καθιερώνεται καταχρηστική προθεσμία, αντίστοιχη προς εκείνες των διατάξεων των άρθρων 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. (για την έφεση) και 564 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ. (για την αναίρεση), τριών (3) ετών για την άσκηση της αναψηλαφήσεως, προς το σκοπό ασφαλείας των συναλλαγών, με τη θέση ακραίου χρονικού σημείου, ώστε το ένδικο αυτό μέσο να μη μπορεί να ασκηθεί μετά από πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Η προθεσμία αυτή αρχίζει, σε κάθε περίπτωση, από τη δημοσίευση της τελεσίδικης ή ανέκκλητης αποφάσεως. Η αναφορά στην ανωτέρω διάταξη (545 παρ. 5 Κ.Πολ.Δ.) «αν δεν επιδόθηκε η απόφαση» δεν σημαίνει ότι στην περίπτωση, που αυτή έχει επιδοθεί, θα ισχύσει χρόνος μεγαλύτερος της τριετίας από τη δημοσίευσή της (προσβαλλομένης), διότι, αφού ο νομοθέτης, για την ασφάλεια των συναλλαγών, όπως προαναφέρεται, καθιερώνει ως ανώτατο χρονικό σημείο την τριετία για τον διάδικο στον οποίο δεν επιδόθηκε η απόφαση και ο οποίος, κατά τεκμήριο, αγνοεί το σε βάρος του περιεχόμενο της αποφάσεως, την οποία έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει με αναψηλάφηση, πολύ περισσότερο ισχύει το ακρότατο αυτό σημείο της τριετίας από τη δημοσίευσή της και για τον διάδικο, στον οποίο έχει αυτή (προσβαλλομένη απόφαση) επιδοθεί (Α.Π. 112/2022, Α.Π. 236/2022, A.Π. 746/2008, A.Π. 78/2007, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 2023/2017, areiospagos.gr, Εφ.Πειρ. 170/2019, efeteio-peir.gr, Παναγιώτη Κολοτούρου, Ένδικα μέσα και βοηθήματα κατά τον Κ.Πολ.Δ, 2013, σ. 293).

Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση από 21-7-2021 αίτηση αναψηλάφησης της ηττηθείσας εκκαλούσας ανώνυμης Παναμαϊκής εταιρίας «……..» κατά της με αριθ. 205/2015 αμετάκλητης απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και απέρριψε κατ’ ουσία την από 13-7-2009 και με αριθ. έκθ. κατάθ. …………./2009 έφεση της αιτούσας της αναψηλάφηση κατά της με αριθ. 205/2015 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και απέρριψε κατ’ ουσία την από 20-2-2003 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ……/2003 αγωγή της άνω αιτούσας την αναψηλάφηση κατά των ήδη καθ’ ων η αίτηση αναψηλάφησης (με την οποία η ενάγουσα και ήδη αιτούσα ζητούσε να υποχρεωθούν οι τελευταίοι να της καταβάλουν εις  ολόκληρον το ποσό των 5.872.340,00 ευρώ, πλέον νόμιμων τόκων, λόγω αδικοπραξίας που τέλεσαν σε βάρος της, η οποία συνίστατο στη μη παράδοση σ’ αυτήν 667.000 νέων μετοχών της πρώτης εξ αυτών μετά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της), η ανωτέρω αιτούσα ισχυρίζεται ότι, από το περιεχόμενο της με αριθ. …………./29-9-1999 πράξης της συμβολαιογράφου της 10ης Περιφέρειας του Παναμά …….., που βρίσκεται στη Διεύθυνση του Εθνικού Αρχείου του Παναμά και είναι καταχωρημένη στο αντίστοιχο βιβλίο καταχωρήσεων πράξεων (INDEX) έτους 1999 της ίδιας συμβολαιογράφου που βρίσκεται στην ίδια διεύθυνση, για την ύπαρξη της οποίας (πράξης) – η οποία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 438 και 439 Κ.Πολ.Δ. αποτελεί πλήρη απόδειξη για όσα βεβαιώνονται σ’ αυτή, συμπεριλαμβανομένης και της ημερομηνίας σύνταξής της, εφόσον αυτή συνετάγη από αλλοδαπό δημόσιο λειτουργό, καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο να τη συντάξει – η ίδια πληροφορήθηκε μόλις την 26η Μαΐου 2021, αποδεικνύεται πλήρως και αμέσως το βάσιμο κατ’ ουσία της πιο πάνω αγωγής της. Ζητεί δε, ενόψει του ότι η άνω πράξη είχε μεν καταρτιστεί πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά η εκ μέρους της έγκαιρη προσκόμισή της κατά τη συζήτηση που προηγήθηκε της έκδοσής της ήταν νομικά και πραγματικά αδύνατη από γεγονός που συνιστά γι’ αυτήν ανώτερα βία, αφού μετά το θάνατο της άνω συμβολαιογράφου Παναμά η ίδια δικαιολογημένα αγνοούσε την ύπαρξη της ανωτέρω διεύθυνσης και την υποχρέωση να αποστέλλονται σ’ αυτήν όλες οι πρωτότυπες συμβολαιογραφικές πράξεις και τα βιβλία καταχωρήσεων αυτών κάθε έτους κάθε συμβολαιογράφου που έχει αποβιώσει ή έχει παύσει να λειτουργεί ως συμβολαιογράφος, καθότι αφορούν στην οργάνωση λειτουργίας αλλοδαπού κράτους, της οποίας ευλόγως δεν είχε γνώση ο νόμιμος εκπρόσωπός της ……….. και έτσι η ίδια δεν ήταν σε θέση να κάνει χρήση της άνω πράξης ως αποδεικτικού μέσου, την εξαφάνιση της προσβαλλομένης και την εκ νέου έρευνα της άνω έφεσής της, ώστε η άνω αγωγή της να γίνει δεκτή. Η υπό κρίση αίτηση αναψηλάφησης, όμως, έχει ασκηθεί εκπρόθεσμα, σύμφωνα με την προηγούμενη νομική σκέψη, αφού από τη δημοσίευση της άνω προσβαλλόμενης απόφασης του Δικαστηρίου τούτου (η οποία, σημειωτέον, έχει καταστεί αμετάκλητη μετά την έκδοση της με αριθ. 35/2017 απόφασης του Αρείου Πάγου που απέρριψε την ασκηθείσα κατ’ αυτής από την εκκαλούσα – αιτούσα από  25-6-2015 και με ΑΚ …../25-6-2015 αίτηση αναίρεσης και τους από 4-12-2015 πρόσθετους λόγους της), που έγινε, όπως από το σώμα της προκύπτει, την 28-4-2015, έως την κατάθεση του δικογράφου της αναψηλάφησης στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, που έγινε την 22-7-2021, είχε συμπληρωθεί η προβλεπόμενη από το άρθρο 545 παρ. 5 Κ.Πολ.Δ, για την άσκησή της, τριετής καταχρηστική προθεσμία, το εκπρόθεσμο δε της ασκήσεώς της δεν αναιρείται από το γεγονός ότι το νέο κρίσιμο έγγραφο που τη στηρίζει περιήλθε στην κατοχή και στη γνώση της αιτούσας αφού η προθεσμία αυτή είχε συμπληρωθεί. Είναι επομένως απαράδεκτη και για το λόγο αυτό πρέπει να απορριφθεί. Τέλος, λόγω της ήττας της αιτούσας, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του υπ’ αριθ. . . … ηλεκτρονικού παράβολου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ποσού πεντακοσίων (500,00) ευρώ, που κατατέθηκε για την άσκηση της αίτησης αναψηλάφησης, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 Γβ’ Κ.Πολ.Δ. (βλ. σχετ. την από 22-7-2021 απόδειξη πληρωμής e-παραβόλου μέσω της Εθνικής Τράπεζας που επισυνάπτεται στην αίτηση αυτή) και να καταδικασθεί η αιτούσα στα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η αίτηση, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει το αίτημα των καθ’ ων η αίτηση αναψηλάφησης περί επιβολής εγγυοδοσίας σε βάρος της αιτούσας.

Απορρίπτει την από 21-7-2021 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …/22-7-2021 αίτηση αναψηλάφησης της ανώνυμης εταιρίας «…………..» κατά της με αριθ. 205/2015 απόφασης του Εφετείου Πειραιά.

Καταδικάζει την αιτούσα στα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η αίτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700,00) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από την αιτούσα παράβολου που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 8-6-2023 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, στις 28 Ιουνίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

         Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ