Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 258/2023

Αριθμός Απόφασης   258 /2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(TAKTIKH ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

Β΄ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και Ιωάννα Ξυλιά, Εφέτη –Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «………..» με διακριτικό τίτλο «………», που εδρεύει στη ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ……., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Μίνωα – Αλέξανδρο Φιλιππάτο (ΑΜ: …….. ΔΣΑ) και κατέθεσε προτάσεις.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «……….» και διακριτικό τίτλο «………», που εδρεύει στην ……..και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ………, η οποία έχει υποκαταστήσει από 01-01-18 κατ’ άρθρο 57§§1,2 Ν 4508/2017 στα ένδικα δικαιώματα και υποχρεώσεις της την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………», που εδρεύει στην ……… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Κελεμένη (ΑΜ: ………… ΔΣΑ) δυνάμει της από 19-10-2022 δήλωσης, κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ και προκατέθεσε προτάσεις.

Η δικαιοπάροχος της εφεσίβλητης, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….», ζητούσε να γίνει δεκτή η από 14-09-2017 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ……./ΕΑΚ……./15-09-2017 αγωγή της κατά της εκκαλούσας, που απηύθυνε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Επ’ αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 5109/2018 οριστική απόφαση του Δικαστηρίου εκείνου, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα, με την από 23-11-2020 έφεσή της, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 23-11-2020 με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …../2020, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 19-05-2021, με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …../2021 και προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που κατέθεσε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, έχοντας υποβάλει την από 19-10-2022 δήλωσή του, σύμφωνα με το άρθρο 242§2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκε αλλά προκατέθεσε προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτές.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 23-11-2020 έφεση, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 23-11-2020 με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./2020, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 19-05-2021, με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./2021, κατά της με αριθμό 5109/11-07-2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία δικάζοντας κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ……./ΕΑΚ……/15-09-2017 αγωγή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………», με διακριτικό τίτλο «………..» – στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της οποίας υπεισήλθε κατ’ άρθρο 57§§1,2 Ν 4508/2017, από 01-01-2018 η εφεσίβλητη – κατά της εκκαλούσας και δέχθηκε αυτήν ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 ΚΠολΔ). Έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495§§1 και 2, 511, 513§1 εδ. β, 516§1, 517, 518§2 και 520§1 ΚΠολΔ, αφού από τον φάκελο της υπόθεσης δεν προκύπτει, ούτε επικαλούνται οι διάδικοι, επίδοση της εκκαλουμένης και δεν παρήλθε ως την κατάθεση της έφεσης στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (23-11-2020, ημέρα Δευτέρα), η καταχρηστική προθεσμία των δύο [2] ετών από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης απόφασης (22-11-2018). Εξάλλου έχει κατατεθεί για το παραδεκτό της στο δημόσιο ταμείο το με κωδικό ……….. e-παράβολο ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ κατ’ άρθρο 495§3 Α περ. γ΄ ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ).

Με την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ΓΑΚ….ΕΑΚ……./15-09-2017 αγωγή της, η αρχικώς ενάγουσα ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο «………..», διάδοχος της οποίας είναι η εκκαλούσα, ισχυρίστηκε ότι ασκεί τη διαχείριση του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας βάσει των διατάξεων των άρθρων 94 επ. Ν 4001/2011 με τον οποίο μέρος των αρμοδιοτήτων της «………..» μεταφέρθηκαν σε αυτήν, σκοπός της δε, μεταξύ άλλων, ορίστηκε η είσπραξη των χρεώσεων των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), που εισέρχονται στους ειδικούς λογαριασμούς βάσει των διατάξεων των άρθρων 28§3 Ν. 2773/1999, 28 Ν 3426/2005 και 36 Ν. 4067/2012 και οι οποίες χρεώσεις ΥΚΩ βαρύνουν αφενός τους αυτοπαραγωγούς και αφετέρου τους προμηθευτές, οι οποίοι όμως δικαιούνται να ανακτούν το κόστος των χρεώσεων αυτών από τους πελάτες τους. Ότι η εναγομένη έχει, κατόπιν σύμβασης με τον …………, ενταχθεί στο μητρώο μονάδων ΣΥΘ/ΣΥΘΗΑ που τηρεί ο Λειτουργός, καθόσον δραστηριοποιείται στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ως αυτοπαραγωγός, παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια από τις εγκαταστάσεις παραγωγής της στο εργοστάσιό της στην ………….., στο οποίο η ενέργεια προέρχεται από συμπαραγωγή με τη χρησιμοποίηση υπέρθερμου ατμού υπό πίεση με εκμετάλλευση της απορριπτόμενης θερμότητας από την παραγωγική της διαδικασία, κυρίως για δική της χρήση, και διοχετεύει τυχόν πλεόνασμα της ενέργειας αυτής στο Σύστημα Μεταφοράς ή στο Δίκτυο Διανομής κατά προτεραιότητα, για το οποίο πληρώνεται σε εγγυημένες μη ανταγωνιστικές τιμές που χρηματοδοτούνται από το Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων, έχοντας υποχρέωση, σύμφωνα με την άδεια που τής χορηγήθηκε, να τηρεί τους κανονισμούς που διέπουν τη δραστηριότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, τους όρους των συμβάσεων που συνάπτει με τον Διαχειριστή του Συστήματος τις αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και να καταβάλει τα τέλη που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία. Ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που η εκκαλούσα της κοινοποιεί για την παραγόμενη και ιδιοκαταναλισκόμενη ενέργεια από τη μονάδα παραγωγής της, τα τέλη ΥΚΩ που της οφείλονται από αυτήν, ως καταναλώτρια ηλεκτρικής ενέργειας και αυτοπαραγωγό, με μοναδιαία χρέωση 4,14 ευρώ / MWh, για τα έτη 2015 και 2016, ανήλθαν στα ποσά των 158.829,62 ευρώ για τους 4 πρώτους μήνες 2015, 362.684,20 ευρώ για τους λοιπούς μήνες του ίδιου έτους και 316.781,25 ευρώ για το έτος 2016, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, εκδοθέντων και αποσταλέντων σ’ αυτήν σχετικών ενημερωτικών σημειωμάτων και τιμολογίων, πληρωτέων ως 10-06-2015, 15-01-2017 και 28-02-2017, τα οποία αρνείται να καταβάλει. Ζητεί δε να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 838.295,07 ευρώ, νομιμοτόκως το κάθε ανωτέρω επιμέρους ποσό από το χρόνο που κατέστη απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής. Επί της ως άνω αγωγής, εκδόθηκε η εκκαλουμένη, αντιμωλία των διαδίκων, η οποία έκανε δεκτή την αγωγή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και υποχρέωσε την εκκαλούσα να καταβάλει τα ανωτέρω ποσά, νομιμοτόκως από το χρόνο που κατέστησαν αυτά κατά τα προαναφερθέντα απαιτητά και συμψήφισε τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα παραπονείται με την κρινόμενη έφεσή της για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στη δικαστική της δαπάνη και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας. Η αγωγή αυτή με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα παραδεκτώς ήχθη προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που είχε δικαιοδοσία να την δικάσει, διότι αποτελεί ιδιωτική διαφορά, αφού δεν προέρχεται από διοικητική σύμβαση, ούτε από πράξη διοικητικών οργάνων, αλλά αποτελεί διαφορά μεταξύ των διαδίκων ΝΠΙΔΔ (ανώνυμων εταιρειών) για αξιώσεις Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας της ενάγουσας, που ενεργεί ως διαχειριστής και τηρεί ειδικό διαχειριστικό λογαριασμό για το αντάλλαγμα ΥΚΩ, που καταβάλλεται από τους εκάστοτε χρήστες παροχής ηλεκτροδότησης, κατά της εναγομένης, ως υποχρέου καταβολής του ανταλλάγματος αυτού, λόγω της ιδιότητάς της ως αυτοπαραγωγού. Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απέρριψε τον σχετικό ισχυρισμό περί έλλειψης δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων, κρίνοντας ότι έχει δικαιοδοσία να την δικάσει, δεν έσφαλε, πρέπει επομένως ο πρώτος λόγος έφεσης με τον οποίο η εκκαλούσα παραπονείται για κατ’ εσφαλμένη ερμηνεια και εφαρμογή των άρθρων 94 του Συντάγματος και 1, 2, 4 ΚΠολΔ, καθώς και αυτών των άρθρων 28 και 29 Ν 2773/1999, 28 Ν 3426/2005, 55 Ν 4001/2011 και 36 Ν 4067/2012, από τις οποίες προκύπτει η σχετική υποχρέωση ΥΚΩ, απόρριψη του σχετικού ισχυρισμού της να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Η σταδιακή απελευθέρωση και δημιουργία μίας ενιαίας και ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας αποτέλεσε έναν από τους βασικούς πυλώνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο των ευρύτερων αλλαγών στον τομέα της ενέργειας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και προς τούτο υιοθετήθηκε νέο κανονιστικό πλαίσιο που έθεσε τις βάσεις για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων. Με την Οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίστηκαν κοινοί κανόνες για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να δημιουργηθεί σταδιακά μία εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε οι δραστηριότητες αυτές (παραγωγή, μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας) να καταστούν πιο αποδοτικές με παράλληλη ενίσχυση της ασφάλειας του εφοδιασμού και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας και με σεβασμό της προστασίας του περιβάλλοντος. Στην Ελλάδα, η εναρμόνιση με το κοινοτικό δίκαιο πραγματοποιήθηκε με το Ν. 2773/1999, με τον οποίο διακρίνονται οι εξής κατηγορίες – δραστηριότητες στο χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας: α) προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο χονδρικής, β) μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας, γ) διανομή ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο λιανικής, η οποία μπορεί περαιτέρω να διακριθεί μεταξύ μεγάλων (πελάτες υψηλής και μεσαίας τάσης) και μικρών (πελάτες χαμηλής τάσης) πελατών. Ο Ημερήσιος Ενεργειακός Προγραμματισμός (ΗΕΠ) συνιστά τη χονδρεμπορική αγορά μέσω της οποίας γίνονται οι συναλλαγές για το σύνολο της ηλεκτρικής ενέργειας και των συμπληρωματικών προϊόντων αυτής που θα παραχθεί, θα καταναλωθεί και θα διακινηθεί την επόμενη ημέρα στην Ελλάδα, ενώ οι συναλλαγές μεταξύ προμηθευτών και τελικών καταναλωτών σχηματίζουν τη λεγάμενη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Οι παρεμβαλλόμενες δραστηριότητες μεταξύ της χονδρεμπορικής και λιανικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι η μεταφορά και διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας αφορούν τα δίκτυα μέσω των οποίων εκτελείται η διοχέτευσή της και συνιστούν τις «μη ανταγωνιστικές δραστηριότητες». Με το ΠΔ 328/2000 συνεστήθη, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρ. 14 Ν. 2773/1999 (άρ. 7 της Οδηγίας 96/92/ΕΚ) ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «………….» (………….), με σκοπό την, κατόπιν άδειας διαχείρισης και εκμετάλλευσης του συστήματος χορηγούμενης από τον Υπουργό Ανάπτυξης ύστερα από γνώμη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και έναντι ανταλλάγματος προς την αποκλειστική κυρία αυτού, τη …. (άρθρα 12 και 18 Ν 2773/1999), λειτουργία, εκμετάλλευση, διασφάλιση της συντήρησης και μέριμνα για την ανάπτυξη του Συστήματος σε ολόκληρη τη χώρα, καθώς και των διασυνδέσεών του με άλλα δίκτυα για να διασφαλίζεται ο εφοδιασμός της χώρας με ηλεκτρική ενέργεια με τρόπο επαρκή, ασφαλή, οικονομικά αποδοτικό και αξιόπιστο (άρ. 15 Ν 2773/1999). Συγκεκριμένα, η ……. ανέλαβε τις δραστηριότητες λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τις δραστηριότητες μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, στις τελευταίες δε συμπεριλαμβάνεται και η αρμοδιότητα είσπραξης των ρυθμιστικών χρεώσεων, σημειούμενου ότι η λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι την 31-12-2012 ρυθμιζόταν από τον Κώδικα Διαχείρισης Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (“ΚΔΣ&ΣΗΕ”, που εγκρίθηκε με την υπ’ αριθ. Δ-5ΗΑ/Β/οικ./8311/2005 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης – ΦΕΚ Β’ 655/17-5-2005, όπως εκάστοτε τροποποιήθηκε). Στη συνέχεια, με την Οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της Οδηγίας 96/92/ΕΚ», επιχειρήθηκε η δεύτερη φάση ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Για τη μεταφορά της Οδηγίας 2003/54/ΕΚ στην ελληνική έννομη τάξη εκδόθηκε ο Ν. 3426/2005 «Επιτάχυνση της διαδικασίας για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας», με τον οποίο επήλθαν ευρείες τροποποιήσεις στο Ν. 2773/1999. Με το άρ. 12 Ν. 3426/2005 προβλέφθηκε η έως την 1-7-2007 ανάληψη από τη …., υπό την επωνυμία «………..» (……….) των αρμοδιοτήτων και του διαχειριστή του Δικτύου, ήτοι του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της ………… που είναι εγκατεστημένο στην ελληνική επικράτεια, αποτελείται από γραμμές μέσης και χαμηλής τάσης και εγκαταστάσεις διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και από γραμμές και εγκαταστάσεις υψηλής τάσης που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο αυτό (άρ. 2 Ν. 2773/1999, όπως τροποποιήθηκε με το άρ. 1 Ν. 3426/2005 και ήδη άρ. 2 § 3 περ ιδ Ν. 4001/2011 για το Ελληνικό Δίκτυο Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας – ΕΔΔΗΕ), ασκούμενων μέχρι τότε από τη ΔΕΗ (άρ. 21, 22 Ν. 2773/1999), η οποία εξακολούθησε να ασκεί τη διαχείριση του δικτύου μη διασυνδεδεμένων νησιών-ΜΣΝ (άρ. 14 Ν. 3426/2005), δηλαδή των νησιών της ελληνικής επικράτειας, των οποίων το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας δεν συνδέεται με το Σύστημα μεταφοράς και το Δίκτυο διανομής της ηπειρωτικής χώρας (άρ. 2 Ν. 2773/1999 και ήδη 2 § 3 περ. κβ Ν. 2001/2011). Ακολούθησε, η εντασσόμενη στην τρίτη ενεργειακή δέσμη Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την κατάργηση της Οδηγίας 2003/54/ΕΚ». Για τη μεταφορά της εν λόγω Οδηγίας στην εθνική έννομη τάξη δημοσιεύτηκε ο Ν 4001/2011 «Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις» (ΦΕΚ Α’ 179). Σύμφωνα με το άρ. 97 επ. αυτού, η διαχείριση του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ – άρ. 2 § 3 περ. ιε Ν. 4001/2011) ανατίθεται, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το νομικό και λειτουργικό διαχωρισμό των μονοπωλιακών δραστηριοτήτων Μεταφοράς και Διανομής των καθετοποιημένων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της ενέργειας, σε εταιρία με την επωνυμία «………», στην οποία αφενός εισφέρεται, κατόπιν αποσχίσεως από τη …., ο κλάδος της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφοράς αυτής (άρθρο 98), αφετέρου μεταφέρεται από τη ………. ο κλάδος Μεταφοράς αυτής (άρθρο 99), ήτοι οι οργανωτικές μονάδες και δραστηριότητες που αφορούν τη διαχείριση, λειτουργία, ανάπτυξη και συντήρηση του Συστήματος Μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων παγίων καθώς και του προσωπικού που απασχολούνταν στις εν λόγω δραστηριότητες που συνιστούσαν τον εν λόγω κλάδο (ΟλΣτΕ 3367/2015 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, στο άρ. 117 Ν. 4001/2011 ορίζεται ότι «Με την ολοκλήρωση της μεταφοράς των δραστηριοτήτων της …… στην ………., η ……….. μετονομάζεται σε «……….» με το διακριτικό τίτλο «…………» (εφεξής Λειτουργός Αγοράς), η οποία θα λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και θα διέπεται από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και τις διατάξεις του παρόντος νόμου, προσαρμόζοντας αντίστοιχα το καταστατικό της… Σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στα άρ. 118 και 119, η …….. ασκεί τις δραστηριότητες που ασκούνταν από τη ………., πλην εκείνων που κατά το άρ. 99 μεταφέρονται στην …………….». Έτσι, η ……… ανέλαβε, μεταξύ άλλων, ως ο αρμόδιος φορέας για τη διαχείριση του …………….., λειτουργούσα ως ενδιάμεσος διαχειριστής στις συναλλαγές των παραγωγών με τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, να τηρεί τους αναγκαίους διαχειριστικούς λογαριασμούς για την είσπραξη των εσόδων από τη διαχείριση των διασυνδέσεων και των λοιπών χρεώσεων για τη χρήση του Συστήματος, καθώς και να εισπράττει τις ρυθμιστικές χρεώσεις των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) και του Ειδικού Τέλους Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), ήδη ΕΤΜΕΑΡ, και να το αποδίδει στους δικαιούχους. Ως εκ τούτου, η …… συστάθηκε κατόπιν ενσωμάτωσης των αντίστοιχων Κλάδων Μεταφοράς της ……. και του …. σε μία διακριτή εταιρία στην οποία μεταφέρθηκαν όλες οι σχετικές οργανωτικές λειτουργίες, το προσωπικό και τα πάγια στοιχεία του …… και καθίσταται, βάσει του Ν. 4001/2011 (άρ. 99 § 2, 3 εδ. στ) καθολικός διάδοχος όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που σχετίζονται με τους παραπάνω Κλάδους Μεταφοράς (ΣτΕ 2694/2014 ΝΟΜΟΣ). Τέλος με τη διάταξη του άρθρου 57§§1,2 Ν 4508/2017 ορίστηκε ότι η …….. υποκαθίσταται από 1.1.2018 αυτοδικαίως και ανεξαρτήτως του χρόνου γενέσεώς τους σε όλα τα δικαιώματα, υποχρεώσεις και έννομες σχέσεις της …………. που απορρέουν από τη διαχείριση του ειδικού λογαριασμού ΥΚΩ της §8 του άρθρου 55 Ν 4001/2011 και καθίσταται από την ημερομηνία αυτή μοναδικός διαχειριστής του ειδικού λογαριασμού ΥΚΩ στην ελληνική επικράτεια και οι εκκρεμείς δίκες της …………., οι οποίες αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις στα οποία, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, υποκαθίσταται η ……….., συνεχίζονται αυτοδικαίως από τη ………, χωρίς να διακόπτονται βιαίως και να απαιτείται, για τη συνέχιση ή την επανάληψή τους, οποιαδήποτε διατύπωση ή δήλωση εκ μέρους της. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 98§7 N 4001/2011 και 9§8 Ν 2941/2001, οι διατάξεις της §2 του άρθρου 4 του Ν 1468/1950 (ΦΕΚ 169 Α΄), περί απόλαυσης από την ……… των ειδικών φορολογικών ατελειών και δικαστικών προνομίων του Δημοσίου, όπως ισχύουν, καθώς και τα υφιστάμενα κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού προνόμια, … με σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών κατασκευής, συντήρησης, επισκευής, εκμετάλλευση, ανάπτυξη και διατήρηση της λειτουργικής και τεχνικής αρτιότητας του Συστήματος Μεταφοράς και του Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας, κυριότητας της …….. και εν γένει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και παροχή υπηρεσιών ή άσκηση δραστηριοτήτων κοινής ωφέλειας παραμένουν σε ισχύ και εφαρμόζονται αναλόγως και υπέρ του Διαχειριστή Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας. Τα ίδια δε προνόμια προβλέπονται και υπέρ της …………, δυνάμει της διάταξης του άρθρου 123Α§8 Ν 4001/2011, που προστέθηκε με το άρθρο 129§2 Ν 4819/2021. Οι διατάξεις αυτές προσήκουν στην ενάγουσα – εταιρεία διαχείρισης του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία σύμφωνα με τα άρθρα 97 επ. Ν 4001/2011 ανέλαβε τον τομέα διαχείρισης, λειτουργίας, ανάπτυξης και συντήρησης του Συστήματος Μεταφοράς, που αποτελεί μη ανταγωνιστική δραστηριότητα, σε αντίθεση με αυτήν την …… Α.Ε., η οποία λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής αυτονομίας και αναπτύσσει επιχειρηματική δραστηριότητα. Απαλλάσσεται επομένως μεταξύ άλλων και της υποχρέωσης καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου, κατ’ άρθρο 28§4 Ν 2579/1998. Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη έκρινε ομοίως, δεν έσφαλε και ο δεύτερος λόγος έφεσης, με τον οποίο η εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που δεν απαίτησε την καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, είναι απορριπτέος ως νομικά αβάσιμος.

Σύμφωνα με το άρθρο 2 N 2773/1999, με τον οποίο ενσωματώθηκε η οδηγία 96/92ΕΚ, αλλά και το άρθρο 2§3 στ. ε΄ N 4001/2011 με τον οποίο εσωματώθηκε η Οδηγία 2009/72/ΕΚ, “αυτοπαραγωγός” ηλεκτρικής ενέργειας είναι ο παραγωγός που παράγει ηλεκτρική ενέργεια κυρίως για δική του χρήση και διοχετεύει τυχόν πλεόνασμα της ενέργειας αυτής στο σύστημα μεταφοράς ή στο δίκτυο διανομής. Υπό αυτή την έννοια, ο αυτοπαραγωγός είναι, αναφορικά με την αναλισκόμενη από τον ίδιο ενέργεια, ταυτόχρονα και παραγωγός και καταναλωτής. Σε σχέση με το καθεστώς ευνοϊκής μεταχείρισης που προβλέπει η ενεργειακή νομοθεσία της χώρας για τους ευάλωτους πελάτες, το οποίο είναι γνωστό με τον όρο παροχή Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), σύμφωνα με το οποίο, προκειμένου να παρέχεται ρεύμα λ.χ. σε κατοίκους μη συνδεομένων με το δίκτυο νησιών με τιμολόγια εφαρμοζόμενα στην ηπειρωτική χώρα παρά το υψηλό κόστος της παραγωγής ενέργειας σε αυτά, επιβάλλεται στους κατόχους άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ένα τέλος (ΥΚΩ), το οποίο, όπως ρητά προβλεπόταν από τις διατάξεις του άρθρου 29§4 του ανωτέρω νόμου 2773/1999 και του εκδοθέντος για την ενσωμάτωση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ Ν 3246/2005, άρθρου 28 (που καταργήθηκαν μεταγενέστερα με το άρθρο 195 Ν 4001/2011) είχαν τη δυνατότητα να το μετακυλίουν σε κάθε κατηγορία πελατών τους, συμπεριλαμβανομένων και των αυτοπαραγωγών. Κατ’ εξουσιοδότηση των προαναφερθεισών διατάξεων (29 Ν 2773/1999 και 28 Ν 3426/2005) εκδόθηκαν οι αποφάσεις Δ5/ΗΛ/Β/Φ1.15/1415/οικ. 13796/23.6.2009 και Δ5/ΗΛ/Β/Φ1.15/1416/οικ. 13797/23.6.2009 του Υπουργού Ανάπτυξης και Δ5/ΗΛ/Β/Φ.1.16/11/οικ.2829/ 11.2.2010 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με τις οποίες καθορίστηκε το ετήσιο αντάλλαγμα για την παροχή ΥΚΩ και ο επιμερισμός αυτού ανά κατηγορία πελατών σε βάρος των κατόχων άδειας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας. Οι αποφάσεις όμως αυτές ακυρώθηκαν με την 469/2012 απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας, διότι κρίθηκε, ότι επειδή δεν είχε χορηγηθεί η προβλεπόμενη από το άρθρο 26 της Οδηγίας 2003/54/ΕΚ και αιτηθείσα από την Ελληνική Κυβέρνηση από την Επιτροπή παρέκκλιση από κάποιες διατάξεις της, στην περίπτωση απομονωμένων δικτύων τους, για το άνοιγμα της αγοράς προμήθειας στα μη διασυνδεδεμένα νησιά (ΜΔΝ), στα οποία διατηρεί το μονοπώλιο προμήθειας η ……. (εναγομένη), η παροχή σε αυτήν οικονομικού ανταλλάγματος σε αντιστάθμιση του κόστους, που αντιπροσωπεύει για την ίδια η εκπλήρωση της επίμαχης υποχρέωσης και περαιτέρω, η επιβάρυνση με το αντάλλαγμα αυτό όλων των επιχειρήσεων, που προμηθεύουν με ηλεκτρική ενέργεια τους καταναλωτές στην υπόλοιπη Χώρα, αντιβαίνει στις διατάξεις της ανωτέρω Οδηγίας. Στη συνέχεια, με την από 14-8-2014 με αριθμό C (2014) 5902 απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής χορηγήθηκε η επίμαχη παρέκκλιση με αναδρομική ισχύ από την 5-12-2003 μέχρι 17-2-2019 και με την από 16-9-2016 με ap.C (2014) απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αποφασίσθηκε να μην προβληθούν αντιρρήσεις για την επιβολή χρεώσεων για την παροχή ΥΚΩ για όσο χρόνο διαρκεί η παρέκκλιση, λόγω του ότι είναι συμβατή με το άρθρο 106§2 της ΣΛΕΕ. Ακολούθως, δεδομένου ότι δεν εθίγη η δυνατότητα θέσπισης με νόμο χρεώσεων ΥΚΩ, εφόσον υπάρχει συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 2003/54/ΕΚ, με το άρθρο 36 Ν 4067/2012, που δεν κατάργησε τις διατάξεις του Ν 4001/2011, ορίστηκε ότι: Μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών ανάθεσης της παροχής Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) κατά τις διατάξεις των άρθρων 55 επόμενα του Ν 4001/2011 και τη θέσπιση του Κώδικα Διαχείρισης Ηλεκτρικών Συστημάτων Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών κατά το άρθρο 130 του ίδιου νόμου, για την απρόσκοπτη και αδιάλειπτη παροχή Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας που έχει επιβληθεί στις επιχειρήσεις του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας, οφείλεται από την 1.1.2012 αντάλλαγμα Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (αντάλλαγμα ΥΚΩ) το οποίο με την επιφύλαξη της §7 του άρθρου 55 Ν 4001/2011, υπολογίζεται ως εξής… 2. Υπόχρεοι καταβολής του ανταλλάγματος ΥΚΩ είναι οι εκάστοτε χρήστες κάθε παροχής ηλεκτροδότησης, οι οποίοι το συγκαταβάλλουν προς τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας με διακριτή χρέωση στους λογαριασμούς κατανάλωσης που λαμβάνουν, όπως η κατανάλωση αυτή προσδιορίζεται από τον αρμόδιο Διαχειριστή Δικτύου. Το αντάλλαγμα ΥΚΩ αποδίδεται από τους προμηθευτές εντός του επόμενου της έκδοσης των λογαριασμών μήνα, σε ειδικό λογαριασμό που τηρείται από την εταιρεία με την επωνυμία “……………. …” του άρθρου 97 Ν 4001/2011. Από τα έσοδα του ειδικού λογαριασμού καταβάλλεται εξολοκλήρου αντιστάθμιση στους κατόχους άδειας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχουν Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας. … Με την § 3 ορίστηκε το ύψος της παροχής ΥΚΩ για την περίοδο 2008-2011, ενώ με την §4 ορίστηκε ότι τα ποσά που βαρύνουν τους εκάστοτε χρήστες παροχής ηλεκτροδότησης δυνάμει της προηγούμενης παραγράφου συμψηφίζονται οίκοθεν με τα ποσά που αντιστοίχως έχουν καταβληθεί από τους χρήστες αυτούς προς τους κατόχους αδείας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να ανακτηθεί το κόστος χρεώσεων ΥΚΩ, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της §3 του άρθρου 28 του Ν 3426/2005, κατά τη χρονική περίοδο από το έτος 2008 έως και το έτος 2011. Αν από το συμψηφισμό προκύπτει χρεωστικό υπόλοιπο σε βάρος των εκάστοτε χρηστών, το χρεωστικό υπόλοιπο δεν αναζητείται από τους χρήστες και διαγράφεται…”. Με την τελευταία αυτή διάταξη, του άρθρου 36 Ν 4067/2012, καθορίστηκαν ως άμεσοι, υπόχρεοι για την καταβολή ανταλλάγματος των ΥΚΩ οι χρήστες παροχής ηλεκτροδότησης. Ως χρήστες υπόχρεοι στην σχετική καταβολή, λόγω της γενικότητας της διατύπωσης της ανωτέρω διάταξης θεωρούνται όλα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν δικαίωμα πρόσβασης και χρήσης των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και οι παραγωγοί και επομένως και οι αυτοπαραγωγοί (βλ. και άρθρο 2§3 περ. λ΄ Ν 4001/2011), συμπεριλαμβανομένων των αυτοπαραγωγών ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ, οι οποίοι δεν υπόκεινται μόνον στο Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων, αφού κίνητρο παραγωγής καθαρής ενέργειας, με απαλλαγή από το τέλος ΥΚΩ, δεν προβλέπεται στον νόμο για τις αυτοπαραγωγούς ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ. Άλλωστε, από το έτος 1999 και εντεύθεν, οι τελευταίοι ήταν υπόχρεοι καταβολής του σχετικού ανταλλάγματος, αρχικά μεν εμμέσως, κατά τα προεκτεθέντα, με τη διάταξη δε του άρθρου 55 Ν 4001/2011, με την οποία ορίζεται, ότι “με προεδρικό διάταγμα …δύναται να ορίζεται ότι οι δαπάνες για την παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας επιμερίζονται για όλη την Ελληνική Επικράτεια, σε κάθε κατηγορία πελατών, περιλαμβανομένων των αυτοπαραγωγών στην περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας …”, αμέσως. Τούτο δε επιρρωνύεται: α) από τη διάταξη του άρθρου 55§2 Ν 4508/2017, με την οποία αντικαταστάθηκε η ανωτέρω §2 του άρθρου 36 Ν 4067/2012 και ορίστηκε ότι “υπόχρεοι καταβολής του ανταλλάγματος ΥΚΩ είναι οι εκάστοτε χρήστες κάθε παροχής ηλεκτροδότησης, οι οποίοι το συγκαταβάλλουν στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας με διακριτή χρέωση στους λογαριασμούς κατανάλωσης που λαμβάνουν, όπως η κατανάλωση αυτή προσδιορίζεται από τον αρμόδιο Διαχειριστή Δικτύου, καθώς και οι αυτοπρομηθευόμενοι πελάτες. Ο προσδιορισμός της κατανάλωσης κάθε καταναλωτή γίνεται στη βάση της συνολικής κατανάλωσης, ανεξάρτητα από την προέλευση της ενέργειας αυτής, ήτοι από το δίκτυο ή από μονάδες του καταναλωτή-αυτοπαραγωγού…” και β) από τη διάταξη του άρθρου 22§1 Ν 4123/2013, με την οποία προστέθηκε §7 στο άρθρο 36 του Ν 4067/2012, σύμφωνα με την οποία απαλλάσσεται από τη χρέωση ΥΚΩ το σύνολο των καταναλώσεων των δικαιούχων του τιμολογίου Πολυτέκνων και του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (Κ.Ο.Τ.). Είναι έτσι σαφής η βούληση του νομοθέτη να συμπεριλάβει στους χρήστες, και άρα υπόχρεους προς καταβολή του ανταλλάγματος ΥΚΩ και τους παραγωγούς – αυτοπαραγωγούς, συμπεριλαμβανομένων των ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ, κατά το μέρος που καταναλώνουν την παραγόμενη από τους ίδιους ενέργεια, ενώ, όπου θέλησε να εξαιρέσει κάποια ομάδα καταναλωτών, το όρισε ρητά (ΑΠ 647/2019, EA 292/2022, 5548/2020, ΕφΘρακ 91/2017 Ενέργεια και Δίκαιο 2018.71). Με τον τρίτο λόγο έφεσης, η εκκαλούσα παραπονείται για κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 36 Ν 4067/2012 παραδοχή της αγωγής, αφού με αυτήν δεν επιβάλλεται στους αυτοπαραγωγούς το τέλος ΥΚΩ, για την ιδιοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια, αλλά μόνο στους πελάτες – καταναλωτές, κατηγορία στην οποία δεν εμπίπτει η ίδια, που ιδιοκαταναλώνει την ενέργεια που παράγει και συμπληρώνει τις ανάγκες λειτουργίας του εργοστασίου της από το Σύστημα και δεν προμηθεύεται μέσω προμηθευτών. Περαιτέρω ούτε με τη διάταξη του άρθρου 55 Ν 4001/2011 ευθύνεται, αφού δεν έχει εκδοθεί, κατόπιν εξουσιοδότησής της, το ΠΔ που θα μπορούσε να προβλέψει την υποχρέωση των αυτοπαραγωγών, σε κάθε περίπτωση ο Ν 4001 καταργήθηκε από τη διάταξη του άρθρου 36 Ν 4067/2012. Ότι δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των προκειμένω ούτε των διατάξεων των Ν 2773/1999 και 3426/2005, ούτε των ΥΑ που εκδόθηκαν σε εκτέλεσή τους και ακυρώθηκαν με την 469/2012 απόφαση του ΣτΕ, που εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εφάρμοσε. Περαιτέρω παραπονείται με το δεύτερο σκέλος του ίδιου λόγου της, ότι με το συγκεκριμένο τέλος δεν μπορούν να επιβαρυνθούν οι αυτοπαραγωγοί ΣΗΘΥΑ, διότι παρέχουν καθαρή ενέργεια, απαλλασσόμενοι και από το Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων και με το τρίτο σκέλος του διότι η επιβολή του ανταλλάγματος αυτού είναι παράνομη, επειδή επιβλήθηκε αυθαίρετα, αφού κατά τη διάταξη του άρθρου 3§§ 1,2,3 και 6 της Οδηγίας 2009/72 ΕΚ, που επαναλήφθηκε με τη διάταξη του άρθρου 55 Ν 4001/2011, οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας πρέπει να καθορίζονται με σαφήνεια, να είναι διαφανείς και αμερόληπτες και επαληθεύσιμες και να διασφαλιζουν την ισότιμη πρόσβαση των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας της Κοινότητας στους εθνικούς καταναλωτές, οι οικιακοί πελάτες, όπου κρίνεται σκόπιμο και οι μικρές επιχειρήσεις πρέπει να απολαύουν της καθολικής υπηρεσίας, δηλαδή του δικαιώματος προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας συγκεκριμένης ποιότητας ενυός του εδάφους τους, σε λογικές, εύκολα και άμεσα συγκρίσιμες και διαφανείς τιμές που δεν εισάγουν διακρίσεις, η δε αντιστάθμιση για παροχή ΥΚΩ να παρέχεται χωρίς διακρίσεις και με διαφάνεια. Ότι τα στοιχεία αυτά διασφαλίζονται με τον υπολογισμό του ανταλλάγματος, ανά κατηγορία υποχρέων, βάσει ειδικών και εμπεριστατωμένων μελετών, οι οποίες δεν έχουν προηγηθεί εν προκειμένω, με αποτέλεσμα να μην αποδεικνύεται, στον ορισμό του συγκεκριμένου τρόπου υπολογισμού, η εξισορρόπηση παροχής – αντιπαροχής, η αμεροληψία και η διαφάνεια στον τρόπο επιβολής του ανταλλάγματος, ενώ δεν έχει εκπονηθεί και η προβλεπόμενη στο άρθρο 55 έκθεση, με ανάλυση της αναγκαιότητας του μέτρου των ΥΚΩ, των επιπτώσεών τους στον ανταγωνισμό, της αναλογικότητας του μέτρου προς τον επιδιωκόμενο σκοπό σε σχέση με λιόγοτερο επαχθή για τον ανταγωνισμό μέτρα, τον προτεινόμενο χρονικό περιορισμό επιβολής του μέτρου και την περιοδική επανεξέταση των κριτηρίων επιβολής του, καθώς και τα μέτρα εξασφάλισης της διαφάνειας στον τρόπο υπολογισμού του ανταλλάγματος. Ωστόσο ο ανωτέρω λόγος, περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου, κατά τα προαναφερθέντα σκέλη του, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς στην έννοια του χρήστη, κατά τα αναφερόμενα και στη μείζονα σκέψη της παρούσας, εντάσσονται όλοι όσοι έχουν δικαίωμα πρόσβασης και χρήσης στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, πλην αυτών που ρητώς εξαιρέθηκαν. Επομένως στην έννοια αυτή εντάσσονται και οι αυτοπαραγωγοί, εφόσον η εκφρασθείσα με την ως άνω διάταξη νομοθετική βούληση είναι ότι οι ΥΚΩ αποτελούν ένα είδος κοινωνικής πολιτικής, για το κόστος της οποίας συμμετέχουν όλοι οι μη εξαιρούμενοι ρητά χρήστες, μη απαιτουμένης στον νόμο ειδικής αναφοράς της υποχρέωσης για τους αυτοπαραγωγούς, καθώς είναι αυτονόητο ότι βαρύνονται και αυτοί, όπως και οι λοιποί χρήστες αναλόγως με το είδος του ρεύματος που κάνουν χρήση, ανεξάρτητα από το αν καταβάλουν τέλος ΥΚΩ και ως απλοί καταναλωτές, για την ενέργεια που αναγκάζονται να προμηθεύονται από το Σύστημα. Εξάλλου, παρότι δικαιολογείται η απαλλαγή των αυτοπαραγωγών ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ από το τέλος ΕΤΜΕΑΡ, που αποτελεί την συνεισφορά των καταναλωτών στην εκπλήρωση του εθνικού στόχου διείσδυσης καθαρής ενέργειας, το οποίο εκπληρώνεται από τις ανωτέρω εταιρείες αυτοπαραγωγής με την παραγωγή καθαρής ενέργειας, δεν δικαιολογείται για τον ίδιο λόγο η απαλλαγή τους από το τέλος ΥΚΩ, που εξυπηρετεί διαφορετικό σκοπό, αφού αποτελεί συνεισφορά στην επιβαλλόμενη από το ενωσιακό και εθνικό δίκαιο υποχρέωση παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, που αποβλέπει στην διασφάλιση ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης αυτής του εφοδιασμού τακτικής παροχής, ποιότητας και τιμών παροχής και επιβάλλεται για κοινωνικούς λόγους, για την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, λόγω της ανάγκης παροχής προϊόντος και υπηρεσιών ομοίμορφα από άποψη ποιότητας και τιμής στους καταναλωτές, καθώς και ενίσχυσης ορισμένων κατηγοριών ευάλλωτων καταναλωτών (βλ. και ΕΑ 6492/20202 αδημ.). Εξάλλου, η διάταξη του άρ. 36 Ν. 4067/2012 δεν κατήργησε τις διατάξεις του Ν 4001/2011, με αυτήν δε, καθορίστηκε (νομοθετικά) εκ νέου το αντάλλαγμα για την παροχή ΥΚΩ, ανά κατηγορία υποχρέων, δεδομένου ότι ο νομοθέτης δεν κωλύεται να νομοθετήσει εκ νέου και να ρυθμίσει, κατά τον ίδιο τρόπο το ζήτημα που ανέκυψε, μετά την ακύρωση μιας υπουργικής απόφασης, εφόσον η Διοίκηση έχει συμμορφωθεί προς αυτή (ΣΤΕ 748/2009) όπως εν προκειμένω, καθώς, όπως έχει ήδη εκτεθεί, ο μόνος λόγος της ακύρωσης των εν λόγω αποφάσεων ήταν η μη ύπαρξη “παρέκκλισης”, ο οποίος μετά την παραχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εξέλιπε. Σε ό,τι αφορά δε την αναφορά της εκκαλουμένης απόφασης στις διατάξεις των άρ. 29 Ν. 2773/1999 και 28 Ν. 3426/2005, καθώς και στις εκδοθείσες ΥΑ που ακυρώθηκαν, αυτή γίνεται, ρητά κατά τα διαλαμβανόμενα σ’ αυτήν, στο πλαίσιο ερμηνείας της διάταξης του άρθρου 36 Ν. 4067/2012 και προκειμένου να καταδειχθεί η διαχρονική επιβάρυνση των αυτοπαραγωγών με το επίδικο τέλος. Τέλος, με το άρθρο 36 του Ν 4067/2012 ο υπολογισμός του ανταλλάγματος ΥΚΩ για το μετά την 01-01-2012 χρονικό διάστημα, μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών ανάθεσης της παροχής Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) κατά τις διατάξεις των άρθρων 55 επόμενα του Ν 4001/2011 (Α΄ 179) και τη θέσπιση του Κώδικα Διαχείρισης Ηλεκτρικών Συστημάτων Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών ορίστηκε κατά κατηγορία καταναλωτών και κατά μοναδιαία χρέωση, στα κάτωθι ποσά (€/MWh): 1) Υψηλής Τάσης (ΥΤ) 4,14, 2) Βιομηχανικής χρήσης ΜΤ 6,91, 3) Αγροτικής χρήσης ΜΤ 5,46, 4) Γενικής χρήσης ΜΤ 17,9, 5) Καταναλώσεις Νύχτας XT 8,89, 6) Αγροτικής χρήσης XT 7,07, 7) Φωτισμός Οδών και Πλατειών XT 13,71, 8) Γενικής Χρήσης XT 18,24, 9) Βιομηχανικής χρήσης XT 18,24, 10) Οικιακής χρήσης XT (Καταναλώσεις Ημέρας) α) 0 – 1600 kWh / τετραμηνία 6,99, β) 1601 – 2000 kWh / τετραμηνία 15,7, γ) 2001 – 3000 kWh /τετραμηνία 39,87, δ) 3001 – ΑΝΩ kWh / τετραμηνία 44,88. Με τη νομοθετική αυτή διάταξη, που θεσπίστηκε μετά την ακύρωση από το ΣτΕ των προαναφερθεισών Υπουργικών Αποφάσεων, καθορίστηκε το οφειλόμενο ανά κατηγορία χρηστών αντάλλαγμα ΥΚΩ (με την αντίστοιχη μοναδιαία χρέωση σε ευρώ/Mwh) και οι υπόχρεοι καταβολής του (οι εκάστοτε χρήστες κάθε παροχής ηλεκτροδότησης), δεδομένου ότι ο νομοθέτης δεν κωλύεται, όπως προαναφέρθηκε, να νομοθετήσει εκ νέου και να ρυθμίσει, κατά τον ίδιο τρόπο το ζήτημα που ανέκυψε, μετά την ακύρωση μιας υπουργικής απόφασης, εφόσον η Διοίκηση έχει συμμορφωθεί προς αυτή (ΣΤΕ 748/2009) όπως εν προκειμένω, καθώς, όπως έχει ήδη εκτεθεί, ο μόνος λόγος της ακύρωσης των εν λόγω αποφάσεων ήταν η μη ύπαρξη “παρέκκλισης”, ο οποίος μετά την παραχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εξέλιπε. Για τον λόγο αυτό, ήτοι επειδή ορίστηκε με την ανωτέρω διάταξη ο τρόπος υπολογισμού του ανταλλάγματος, δεν είναι εφαρμοστέα η διάταξη του άρθρου 55 του Ν 4001/2011, ούτε απαιτείτο η σύνταξη της έκθεσης που αυτή προβλέπει, ούτε άλλη ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 36 Ν 4067/2012, ή από άλλη διάταξη του εσωτερικού δικαίου, για το επίδικο χρονικό διάστημα, ούτε και από τις διατάξεις της Οδηγίας 2009/72 ΕΚ. Η έλλειψη αυτή εξάλλου (της ειδικής και εμπεριστατωμένης έκθεσης) δεν καθιστά άνευ άλλου τινός τη σχετική ρύθμιση ασαφή, αδιαφανή, μεροληπτική ή μη επαληθεύσιμη, ούτε μη σύμφωνη με την αρχή της εξισορρόπηση παροχής – αντιπαροχής και επομένως αυθαίρετη και παράνομη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια, συμπληρουμένης της αιτιολογίας του με την παρούσα, κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον ανωτέρω λόγο έφεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

Από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν με επίκληση, συμπεριλαμβανομένων σ’ αυτά των υπ’ αριθ. …./26-06-2017, …./08-05-2017 ενόρκων βεβαιώσεων του ……… ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, που προσκομίζει με επίκληση η εκκαλούσα και …./25-05-2017, …/25-05-2017, …/26-06-2017 και …./26-06-2017 ενόρκων βεβαιώσεων της ………, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, που προσκομίζει η εφεσίβλητη, οι οποίες ελήφθησαν στα πλαίσια άλλης δίκης και λαμβάνονται υπόψη προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 97 και 99 Ν 4001/2011 και προκειμένου να επιτευχθεί ο νομικός και λειτουργικός διαχωρισμός του κλάδου της διαχείρισης του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ) και η άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας από τη θυγατρική της …………, ήτοι την εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «………..», καταρτίστηκε η υπ’ αριθ. ………./16-1-2012 πράξη του Συμβολαιογράφου Αθηνών ………, με την οποία μετά από την υπ’ αριθ. 193/17-11-2011 απόφαση του ΔΣ της εταιρείας με την επωνυμία «………….» (……….), την από 13-1-2012 Έκτακτη Γενική Συνέλευση των Μετόχων αυτής και τις υπ’ αριθ. 85α/23-8-2011 και 88/23-11-2011 αποφάσεις του ΔΣ της ενάγουσας και της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων αυτής, συμφωνήθηκε η απόσχιση του κλάδου Μεταφοράς της εταιρίας «……….» και η απορρόφηση αυτού από την ενάγουσα. Ορίστηκε δε ότι ο εισφερόμενος κλάδος περιλαμβάνει τις οργανωτικές μονάδες και δραστηριότητες που αφορούν τη διαχείριση, λειετουργία, ανάπτυξη και συντήρηση του Συστήματος Μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων παγίων και του προσωπικού της εισφέρουσας εταιρείας (………), που απασχολούνταν στις εν λόγω δραστηριότητες, οι οποίες ήταν οι εξής: α) λειτουργίας και ελέγχου του Συστήματος, β) ανάπτυξης και συντήρησης του Συστήματος, γ) εμπορικών και ρυθιζόμενων θεμάτων, εξαιρουμένων των δραστηριοτήτων της περίπτωσης θ΄ της § 2 του άρθρου 118 Ν 4001/2011, ήτοι της σύναψης συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα προβλεπόεμνα στο άρθρο 12 του Ν 3468/2006 (που ασκείται από την εταιρεία με την επωνυμία «………….») και ε) των μετρήσεων. Η ως άνω συγχώνευση με απορρόφηση του αποσχισθέντος κλάδου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας εγκρίθηκε με την υπ’ αριθ. πρωτ. 763/01-02-2012 απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη Αττικής, που καταχωρήθηκε στο M.A.E. την 1-2-2012, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 99§2 Ν 4001/2011 και το άρθρο 3 της ως άνω σύμβασης, από την ολοκλήρωση της απορρόφησης του κλάδου αυτού, η εφεσίβλητη αποτελεί καθολική διάδοχο της εταιρίας «………….», υποκαθιστάμενη αυτοδίκαια σε όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της τελευταίας αναφορικά με τον εισφερόμενο κλάδο, μεταξύ των οποίων και η τήρηση του ειδικού λογαριασμού Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας – ΥΚΩ (άρ. 28§3 Ν. 3426/2005, 55§8 και 94§2 Ν. 4001/2011, 36 Ν. 4067/2012). Τέλος με τη διάταξη του άρθρου 57§§1,2 Ν 4508/2017 η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» (. ……..), από 01-01-2018 έχει υποκαταστήσει αυτοδικαίως και ανεξαρτήτως του χρόνου γενέσεώς τους όλα τα δικαίωματα, υποχρεώσεις και έννομες σχέσεις που απορρέουν από τη διαχείριση του ειδικού λογαριασμού ΥΚΩ της §8 του άρθρου 55 Ν 4001/2011 την αρχικώς ενάγουσα εταιρεία «………..» και καθίσταται από την ημερομηνία αυτή μοναδικός διαχειριστής του ειδικού λογαριασμού ΥΚΩ στην ελληνική επικράτεια, συνεχίζει δε αυτοδικάιως τις εκρεμείς δίκες του …….., οι οποίες αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις στα οποία σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, υποκαθίσταται ο …………. Η εκκαλούσα δραστηριοποιείται στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειεας από το έτος 1997, ως αυτοπαραγωγός, παράγει δηλαδή ηλεκτρική ενέργεια, με την μετατροποή της απορριπτόμενης από τις χημικές διεργασίες της επεξεργασίας πρώτων υλών θερμικής ενέργειας σε ηλεκτρική, η οποία καλύπτει μεγάλο μέρος των αναγκών του εργοστασίου της στη . . ………., με τη δυνατότητα να διοχετεύει στο Σύστημα τυχόν πλεόνασμα αυτής, αμοιβόμενη γι’ αυτό με εγγυημένες μη ανταγωνιστικές τιμές, που χρηματοδοτούνται μεταξύ άλλων από το ΕΤΜΕΑΡ. Υπό την αρχική επωνυμία της («……….»), της είχαν χορηγηθεί για τις εγκαταστάσεις της του εργοστασίου της στη ………: α) η υπ’ αριθ. ………../01-06-2001 άδεια λειτουργίας του Υπουργού Ανάπτυξης για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από μονάδα ΣΗΘΥΑ, για σταθμό εγκατεστημένης ισχύος 18.868 MW, και β) η υπ’ αριθ. ……../19-10-2001 άδεια λειτουργίας του Υπουργού Ανάπτυξης για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από μονάδα ΣΗΘΥΑ, για σταθμό εγκατεστημένης ισχύος 2,35 MW,. Αυτές τροποποιήθηκαν με την υπ’ αριθ. 13/2013 απόφαση της ΡΑΕ, με την οποία υπό την νέα επωνυμία της, εγγράφηκε στο μητρώο Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ./Σ.Η.Θ.Υ.Α. (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και Σταθμοί Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Αποδοτικότητας), κατ’ άρθρο 11 της υπ’ αριθ. Δ5/ΗΛ/Γ/Φ1/749/2012 απόφασης του Υφυπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΦΕΚ Β΄/889/2012), για ισχύ 21.218 MWe και με τις υπ’ αριθ. 380 και 381/2013 αντίστοιχα αποφάσεις της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Σύμφωνα με τους όρους των ανωτέρω αδειών η εκκαλούσα ήταν υποχρεωμένη να ενημερώνει την εφεσίβλητη (και την προκάτοχό της …………..) για την μηνιαία παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που ιδιοκαταναλώθηκε, ώστε να υπολογίζονται οι ρυθμιστικές χρεώσεις που προβλέπονται από τον νόμο και συγκεκριμένα η καταβολή ανταλλάγματος για την παροχή Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) που προβλεπόταν από τις διατάξεις των άρθρων 28§3 Ν 2773/1999 και 28 Ν 3426/2005. Η ίδια με βάση τα μετρητικά της στοιχεία που είχε υποχρέωση να γνωστοποιεί στην ενάγουσα, από τον Ιανουάριο 2015 έως τον Δεκέμβριο 2016, συνδεόμενη με το δίκτυο υψηλής τάσης. παρήγαγε ηλεκτρική ενέργεια και την ιδιοκατανάλωνε. Επειδή με το άρθρο 36 Ν 4067/2012 η μοναδιαία χρέωση για τους πελάτες Υψηλής Τάσης (ΥΤ) ορίστηκε στο ποσό των 4,14 ευρώ/MWh, για κάθε μήνα των ετών 2015 – 2016 και το όριο της μέγιστης ετήσιας επιβάρυνσης για το έτος 2015 ορίστηκε με την υπ’ αριθ. 106/2015 απόφαση της ΡΑΕ στο ποσό των 793.525 ευρώ και για το έτος 2016 με την υπ’ αριθ. 41/2016 απόφαση της ΡΑΕ στο ποσό των 780.035 ευρώ, στην οποία (επιβάρυνση) πρέπει να συμπεριληφθεί και η χρέωση του ΥΚΩ λόγω κατανάλωσης από προμηθευτές, με βάση την ενέργεια που ιδιοκατανάλωσε η εκκαλούσα ανά μήνα, προκύπτουν χρεώσεις, ανερχόμενες στα εξής ποσά, για τους ακόλουθους μήνες αντίστοιχα: 1) Ιανουάριος 2015 28.924,44 ευρώ, 2) Φεβρουάριος 2015 34.123,20 ευρώ, 3) Μάρτιος 2015 38.735,50 ευρώ, 4) Απρίλιος 2015 38.774,05 ευρώ και συνολικά 140.557,19 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 13%, ύψους 18.272,43 ευρώ ήτοι σύνολο 158.829,62 ευρώ, 5) Μάιος 2015 29.766,11 ευρώ, 6) Ιούνιος 2015 32.592,81 ευρώ, 7) Ιούλιος 2015 39.280,86 ευρώ, 8) Αύγουστος 2015 43.837,22 ευρώ, 9) Σεπτέμβριος 2015 40.103,39 ευρώ, 10) Οκτώβριος 2015 46.538,15 ευρώ, 11) Νοέμβριος 2015 46.489,96 ευρώ, 12) Δεκέμβριος 2015 42.350,96 ευρώ και συνολικά 320.959,47 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 13% ύψους 41.724,73 ευρώ, σύνολο 362.684,20 ευρώ, 13) Ιανουάριος 2016 34.495,78 ευρώ, 14) Φεβρουάριος 2016 29.746,04 ευρώ, 15) Μάρτιος 2016 37.357,17 ευρώ, 16) Απρίλιος 2016 36.789,69 ευρώ, 17) Μάιος 2016 40.751,51 ευρώ, 18) Ιούνιος 2016 1.393,44 ευρώ, 19) Σεπτέμβριος 2016 11.721,96 ευρώ, 20) Οκτώβριος 2016 25.438,09 ευρώ, 21) Νοέμβριος 2016 23.810,68 ευρώ, 22) Δεκέμβριος 2016 38.833,03 ευρώ και συνολικά 280.337,39 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 13% ύψους 36.443,86 ευρώ, σύνολο 316.781,25 ευρώ. Κατά συνέπεια η εναγομένη για χρεώσεις ΥΚΩ που υπολογίστηκαν στην ποσότητα που ιδιοκατανάλωσε, για το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, οφείλει το ποσό των 838.295,07 ευρώ. Η εφεσίβλητη με την εκ του νόμου ιδιότητά της ως διαχειριστής του Συστήματος και επιφορτισμένη με την είσπραξη των ρυθμιστικών χρεώσεων, με τα υπ’ αριθ. πρωτ. ……./26-05-2015, ………/20-12-2016 και …………./09-02-2017 έγγραφά της γνωστοποίησε στην εκκαλούσα την οφειλή της που αφορά τις χρεώσεις ΥΚΩ, αποστέλλοντας σ’ αυτήν αντιστοίχως συνημμένους τρεις συγκεντρωτικούς πίνακες της ανωτέρω οφειλής της για τα χρονικά διαστήματα από Ιανουάριο έως και Απρίλιο 2015, Μάιο έως και Δεκέμβριο 2015 και για το έτος 2016, στους οποίους αναγράφονται αναλυτικά για κάθε μήνα η περίοδος χρέωσης, η εκτιμηθείσα ιδιοκατανάλωση σε MWh, η κατανάλωση από προμηθευτές σε MWh, η μοναδιαία χρέωση ΥΚΩ, η εκτιμηθείσα χρέωση ΥΚΩ λόγω ιδιοκατανάλωσης χωρίς το όριο της μέγιστης ετήσιας επιβάρυνσης, η χρέωση ΥΚΩ λόγω κατανάλωσης από προμηθευτές χωρίς το όριο της μέγιστης ετήσιας επιβάρυνσης, η μέγιστη ετήσια επιβάρυνση ΥΚΩ, η χρέωση ΥΚΩ λόγω κατανάλωσης από προμηθευτές με το όριο της μέγιστης ετήσιας επιβάρυνσης και η εκτιμηθείσα χρέωση ΥΚΩ λόγω ιδιοκατανάλωσης με το όριο της μέγιστης ετήσιας επιβάρυνσης, καλώντας την να εξοφλήσει την ανωτέρω οφειλή της εντός προθεσμίας 10 ημερών, μέσω κατάθεσης στον αναφερόμενο στα ως άνω έγγραφα τραπεζικό λογαριασμό της. Συγχρόνως δε εξέδωσε τα υπ’ αριθ. …………/01-06-2015, ……../22-12-2016 και ………./13-02-2017 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών ποσού 158.829,62, 362.684,20 και 316.781,25 ευρώ αντίστοιχα, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 13%, που δεν εξοφλήθηκαν. Ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη έκρινε ομοίως και δέχθηκε την αγωγή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και υποχρέωσε την εκκαλούσα να καταβάλει στην εφεσίβλητη τα ανωτέρω ποσά, ήτοι 158.829,62, 362.684,20 και 316.781,25 ευρώ, νομιμοτόκως από 11-06-2015, 16-01-2017 και 01-03-2017 αντίστοιχα, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, που συμπληρώνεται – αντικαθίσταται με την παρούσα, απορριπτομένου ως κατ’ ουσίαν αβάσιμου του σχετικού λόγου έφεσης.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, μη προβαλλομένου άλλου λόγου έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστεί μεταξύ των διαδίκων, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας ως προς την ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρα 183, 179 ΚΠολΔ). Τέλος πρέπει, επειδή απορρίφθηκε η έφεση στο σύνολό της, να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που κατατέθηκε για την παραδεκτή άσκησή της, κατ’ άρθρο 495§3 ΚΠολΔ, στο Δημόσιο Ταμείο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού  με ΓΑΚ …./ΕΑΚ ……/19-05-2021 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 5109/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Διατάσσει την εισαγωγή του με κωδικό ……. e-παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

Συμψηφίζει τη μεταξύ των διαδίκων δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 16-03-2023 και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις 10-05-2023, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ