Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 346/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός  απόφασης  346   /2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(2Ο Τμήμα)

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Τσιάλτα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα, Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του στις ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: ………., με ΑΦΜ … που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου, Κωνσταντίνου Δ. Λαμπράκη (Δ.Σ. Πειραιώς με Α.Μ. ….. που προσκόμισε το με αριθμ. Α480842 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων) παριστάμενος κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, με την από 15-11-2022 δήλωση.

Των εφεσιβλήτων: 1 …………, 2) ……….. 3) ………….4) ………………..   και 5) ………..  που παραστάθηκαν στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου τους δικηγόρου, Στέφανου Ε. Μυλωνά  (Δ.Σ Πειραιώς με Α.Μ. ….. που προσκόμισε το με αριθμ. Α ….. γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων) παριστάμενος, κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ με την από 16-11-2022 δήλωση.

Ο εκκαλών  άσκησε την από 27-12-2021 (αριθ. καταθ. Πρωτοδικείου Πειραιώς   ΓΑΚ/ΕΑΚ/………/2021, αριθ. καταθ. Εφετείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2022) έφεσή κατά της με αριθμ. 2553/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτικής διαδικασίας), η οποία εγγράφηκε στο πινάκιο για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε δικάσιμος, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν όπως ανωτέρω αναφέρεται κατέθεσαν παραδεκτώς προτάσεις, αιτούμενοι να γίνουν δεκτοί οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η κρινόμενη έφεση κατά της με αριθμ. 2553/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε αντιμωλίαν κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα ενόψει του ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στις 6-12-2021 (βλ. τη με αριθμ. Β-…/6-12-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή με έδρα την Περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς, ………..) και η έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 28-12-2021 (άρθρα 495, 511,513 παρ.1, περ β, 516 παρ.1 και 518 παρ.2 του ΚΠολΔ) Επομένως η κρινόμενη έφεση, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, σύμφωνα με το άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ κατά την προαναφερόμενη διαδικασία, ενόψει του ότι για το παραδεκτό του ένδικου μέσου κατατέθηκε το προβλεπόμενο εκ του άρθρου 495 παρ.3 του ΚΠολΔ παράβολο ποσού εκατό ευρώ (100,00) ευρώ (βλ. σχετικά την έκθεση κατάθεσης δικογράφου του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, το με αριθμ. …………/2021 ηλεκτρονικό παράβολο και την από 22-12-2021 απόδειξη συναλλαγής για την  εξόφληση αυτού).

ΙΙ. Ο ενάγων, ήδη εκκαλών με τη με αριθμ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2019 αγωγή τακτικής διαδικασίας την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, επικαλέστηκε την εκ μέρους των εναγομένων, ήδη εφεσιβλήτων, σε βάρος του αδικοπρακτική συμπεριφορά συνιστάμενη στο ότι αυτοί κατέθεσαν σε βάρος του τους ειδικώς εκτιθέμενους συκοφαντικούς ισχυρισμούς, κατά την ανωμοτί εξέτασή τους, τόσον ενώπιον του Β Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς στις 4-4-2017, όπου αυτός ήταν κατηγορούμενος για τις αναφερόμενες αξιόποινες πράξεις, όσο και ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων στις 25-1-2018, το οποίο δίκασε ως δευτεροβάθμιο Δικαστήριο την ανωτέρω υπόθεση και τον κήρυξε αθώο. Ότι εξαιτίας των συκοφαντικών ισχυρισμών αυτών προσβλήθηκε η προσωπικότητά του, η τιμή και η αξιοπρέπειά του και εξ αυτού του λόγου ζήτησε όπως το αίτημα της αγωγής τράπηκε παραδεκτώς σε έντοκο αναγνωριστικό να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλει καθένας από αυτούς το ποσό των 50.000 ευρώ (περιορισμένο κατά το ποσό των 44 ευρώ για κάθε εναγόμενο κατά το οποίο επιφυλάχθηκε να αιτηθεί από τα ποινικά δικαστήρια) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη και εξόφληση. Επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού, λόγω της τροπής του αιτήματος σε αναγνωριστικό απέρριψε ως μη νόμιμα τα αιτήματα για την κήρυξη του προσωρινά εκτελεστού και της απαγγελίας προσωπικής κράτησης των εφεσίβλητων, απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη. Ήδη με την κρινόμενη έφεση, ο εκκαλών παραπονείται κατά της εκκαλούμενης απόφασης για λόγους, συνιστάμενους κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου τους, σε εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και ζητεί να γίνει δεκτή η έφεσή του, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να γίνει δεκτή η με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………../2019 αγωγή και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι στη δικαστική του δαπάνη και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

ΙΙΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 520 παρ.1 του ΚΠολΔ, το έγγραφο της έφεσης πρέπει να περιέχει τα στοιχεία που απαιτούνται κατά τα άρθρα 118 έως 120 και τους λόγους της έφεσης. Οι λόγοι έφεσης αποτελούν αιτιάσεις που αποδίδει ο εκκαλών στην προσβαλλόμενη απόφαση και δυνατόν να αφορούν, είτε σε παραδρομές του εκκαλούντος, είτε σε πραγματικά ή νομικά σφάλματα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ενώ αυτοί πρέπει να είναι λυσιτελείς, δηλαδή στην περίπτωση που κριθούν βάσιμοι να επέρχεται ως αποτέλεσμα της βασιμότητάς τους, η εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης. Δε συνιστά παραδεκτό λόγο έφεσης, μεταξύ άλλων, η έλλειψη αιτιολογίας ή, η εσφαλμένη αιτιολογία της εκκαλούμενης απόφασης, διότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κατ’ άρθρο 534 έχει την εξουσία να αντικαταστήσει τις εσφαλμένες αιτιολογίες και απορρίπτει την έφεση (υπό Ε. Ευθυμίου «Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ερμηνεία κατ’ άρθρο 2ος τόμος, εκδ. 2022, σελ. 1702,1704).

IV. Στην προκείμενη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση έφεσης, ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα εφάρμοσε και ερμήνευσε το νόμο και δη, τις διατάξεις των άρθρων 321 και 322 του ΚΠολΔ, αναφέροντας στο σκεπτικό της εκκαλούμενης απόφασης (σελ. 4 αυτής) ως αυτολεξεί παρατίθεται: «Ωστόσο, η έγγαμη συμβίωση τους δεν εξελίχθηκε ομαλά και διακόπηκε οριστικά στις 26-3-2009 με την οριστική αποχώρηση του ενάγοντος από την τότε οικογενειακή τους στέγη. Ειδικότερα, όπως έχει γίνει δεκτό με την υπ’ αριθμόν 2691/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία συνεκδίκασε αντίθετες αγωγές του νυν ενάγοντος και της νυν 1ης εναγομένης  και απήγγειλε τη λύση του γάμου τους (και η οποία κατέστη τελεσίδικη κατόπιν απόρριψης της ασκηθείσας εναντίον της από τον ενάγοντα εφέσεως δυνάμει της υπ’ αριθμόν 691/2015 απόφασης του Εφετείου Πειραιά, εναντίον της οποίας δεν ασκήθηκαν ένδικα μέσα, οπότε και επήλθε η αμετάκλητη λύση του γάμου τους), οι λόγοι διαζυγίου, ένεκα των οποίων επήλθε τόσο ισχυρισμός κλονισμός της νυν 1ης εναγομένης ώστε η συνέχιση του γάμου της με τον νυν ενάγοντα να είναι αφόρητη για εκείνη, αφορούσαν αποκλειστικά το πρόσωπο του νυν ενάγοντος…», ενώ αντίθετα   η διαπλαστική απόφαση λύσης του γάμου δεν αποτελεί δεδικασμένο σε ζητήματα υπαιτιότητας. Ωστόσο με το ανωτέρω περιεχόμενο, ο λόγος αυτός της υπό κρίση έφεσης, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην ανωτέρω νομική σκέψη, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, καθότι αφενός μεν το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν παρέθεσε την ανωτέρω σκέψη δεχόμενο δεδικασμένο που απέρρεε από την απόφαση λύσης του γάμου των διαδίκων, αφετέρου δε, με αυτόν (τον λόγο) πλήττεται τμήμα του σκεπτικού της εκκαλούμενης απόφασης, αναφορικά με πραγματικά περιστατικά που απλώς διηγηματικώς παρατίθενται στην εκκαλούμενη, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο απόδειξης σύμφωνα με την ιστορική και νομική βάση της αγωγής και δεν αποτελούν κρίσιμα πραγματικά περιστατικά και για την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας της αγωγής, σε κάθε δε περίπτωση το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δύναται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 534 του ΚΠολΔ σε περίπτωση εσφαλμένης αιτιολογίας να προβεί σε αντικατάσταση αυτών.

V. (α) Με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59 του ΑΚ προστατεύεται η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος (ΑΠ 1735/2009 Τ.Ν.Π. «Νόμος»), αποτελεί δε η προσωπικότητα πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις – εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, όμως η προσβολή της προσωπικότητας σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας, Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική του αξία, συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματος του. Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας, της οποίας η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920, 932 ΑΚ, είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων, α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο όμως είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική, κατά την έννοια των άρθρων 281 ΑΚ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, γ) υπαιτιότητα (πταίσμα) του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας, εκδηλούμενη είτε με τη μορφή του δόλου, είτε με τη μορφή της αμέλειας, η οποία υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια, που απαιτείται στις συναλλαγές (άρθρο 330 παρ. 2 ΑΚ) όπως προαναφέρθηκε και δ) επέλευση ηθικής βλάβης στον προσβληθέντα, τελούσα σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή. Η προσωπικότητα του ανθρώπου μπορεί να προσβληθεί σε οποιαδήποτε έκφανση ή εκδήλωσή της (σωματική, πνευματική, ηθική, τιμή κ.λ.π.). Έτσι, η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει, διότι ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα όρια της προσβολής της προσωπικότητας. Τέτοιες δε πράξεις, διαταρακτικές της κοινωνικής προσωπικότητας του ανθρώπου, είναι και εκείνες που εμπεριέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής ή επαγγελματικής εντιμότητάς του προσώπου, ακόμη και όταν αυτές απλώς τον καθιστούν ύποπτο, ότι μετέρχεται ανέντιμες μεθόδους, κατά την ενάσκηση των επαγγελματικών του καθηκόντων ή άλλων εκφάνσεων της δραστηριότητος του, ενώ αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης, που ενδέχεται, με την προσβολή, να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου. Συνεπώς, παράνομη προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως συμβαίνει, όταν το άτομο προσβάλλεται στην τιμή και στην υπόληψή του με εξυβριστικές εκδηλώσεις ή με ισχυρισμούς δυσφημιστικούς ή πολύ περισσότερο συκοφαντικούς κατά την έννοια των άρθρ. 361-363 ΠΚ (ΑΠ 121/2012, ΑΠ 882/2013, ΑΠ 726/2015 Τ.Ν.Π. «Νόμος»), Ειδικότερα, κατά τις διατάξεις αυτές εξύβριση διαπράττει, όποιος προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, ενώ όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης και αν το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε το ψεύδος, τότε διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης. Ως «γεγονός», κατά τις παραπάνω διατάξεις, νοείται κάθε περιστατικό του εξωτερικού κόσμου ή αντίθετη προς την ηθική ή την ευπρέπεια σχέση ή συμπεριφορά, εφόσον ανάγεται στο παρελθόν ή στο παρόν και υποπίπτει στις αισθήσεις, ώστε να είναι δεκτικό απόδειξης, συνιστά δε, ισχυρισμό του γεγονότος κάθε σχετική μ’ αυτό ανακοίνωση, που βασίζεται είτε σε προσωπική αντίληψη ή γνώμη, είτε σε υιοθέτηση της γνώμης άλλου. Αντίθετα, «διάδοση» γεγονότος συνιστά η περαιτέρω απλή μετάδοση της σχετικής ανακοίνωσης που έγινε από άλλον. Για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της δυσφήμησης απαιτείται γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο απ’ αυτόν ενώπιον τρίτου γεγονός είναι πρόσφορο κατάλληλο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου και θέληση ή αποδοχή του ίδιου να ισχυρισθεί ή να διαδώσει ενώπιον τρίτου το βλαπτικό για άλλον γεγονός, ενώ για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται, επιπλέον, και γνώση του δράστη ότι το γεγονός είναι ψευδές. Έτσι, σε περίπτωση που ο δράστης δεν γνώριζε το ψεύδος του γεγονότος που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ή είχε αμφιβολίες γι’ αυτό, δεν στοιχειοθετείται μεν το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος άλλου, παραμένει όμως ως έγκλημα η απλή δυσφήμιση κατ` άρθρο 362 ΠΚ, που προσβάλλει επίσης την προσωπικότητα του άλλου σε βαθμό μη ανεκτό από την έννομη τάξη. Ωστόσο ως αστικό αδίκημα, η δυσφήμηση θεμελιώνεται υποκειμενικά και σε απλή αμέλεια του δράστη και συνεπώς όποιος από πρόθεση ή από αμέλεια ισχυρίζεται ή διαδίδει προς τρίτους, με οποιονδήποτε τρόπο γεγονότα που θίγουν την τιμή και την υπόληψη άλλου υπό την προαναφερόμενη έννοια, προσβάλλοντας παράνομα την προσωπικότητά του, έχει υποχρέωση, να τον αποζημιώσει και να ικανοποιήσει και την ηθική βλάβη του, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 367 παρ. 1 ΠΚ περιπτώσεις, που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του, τόσο ως ποινικό, όσο και ως αστικό αδίκημα, αφού οι διατάξεις των άρθρων 361 – 367 ΠΚ εφαρμόζονται αναλογικά για την ενότητα της έννομης τάξης και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου (ΑΠ 333/2010, ΑΠ 271/2012 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Έτσι, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 362 και 366 παρ. 1, 3 του ΠΚ, προκύπτει ότι, αν το  γεγονός είναι αληθές στοιχειοθετείται η απλή δυσφήμηση πλην όμως αν αποδειχθεί η αλήθεια του γεγονότος η πράξη μένει ατιμώρητη, κατά τους ορισμούς τους άρθρου 366 παρ.1 του Π.Κ. εκτός εάν αυτό αφορά αποκλειστικά σχέσεις του οικογενειακού ή του ιδιωτικού βίου που δεν θίγουν το δημόσιο συμφέρον. Επίσης, είναι δυνατό να στοιχειοθετείται το από το άρθρο 361 ΠΚ προβλεπόμενο έγκλημα της εξύβρισης, αν ο ισχυρισμός ή η διάδοση έγιναν κακόβουλα, ήτοι από τον τρόπο που εκδηλώθηκε ή από τις περιστάσεις, υπό τις οποίες τελέστηκε η δυσφήμηση, προκύπτει σκοπός εξύβρισης από μέρους του δράστη, που υπάρχει, όταν ο συγκεκριμένος τρόπος εκδήλωσης της προσβλητικής συμπεριφοράς εν γνώσει του επιλέχθηκε, για να προσβληθεί η τιμή και η υπόληψη του άλλου (ΑΠ [Ποιν] 395/2013, ΑΠ 1394/2017 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Επιπλέον, το άρθρο 367 ΠΚ ορίζει στην παρ. 1 αυτού ότι «….δεν αποτελούν άδικη πράξη α) οι δυσμενείς κρίσεις …καθώς και γ) οι εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νομίμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον …» και στη δευτέρα παράγραφο ότι «η προηγούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται α) όταν οι παραπάνω κρίσεις και εκδηλώσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία της πράξης του άρθρου 363 (δηλαδή της συκοφαντικής δυσφήμησης) καθώς και β) όταν από τον τρόπο εκδήλωσης και από τις περιστάσεις, υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξύβρισης». Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι ο άδικος χαρακτήρας των πράξεων της εξυβρίσεως και της απλής δυσφημήσεως αίρεται και στην περίπτωση που οι σχετικές εκδηλώσεις γίνονται για διαφύλαξη δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον. Τέτοιο δε ενδιαφέρον έχει και κάθε πρόσωπο κατά την υπεράσπιση των έννομων συμφερόντων του επί δικαστηρίου. Και στην περίπτωση, όμως, αυτή ο άδικος χαρακτήρας της εξυβριστικής ή δυσφημιστικής εκδηλώσεως δεν αίρεται και, συνεπώς, παραμένει η παρανομία ως συστατικό στοιχείο της αδικοπραξίας, όταν η άνω εκδήλωση αποτελεί συκοφαντική δυσφήμιση ή όταν προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή σκοπός που κατευθύνεται ειδικώς σε προσβολή της τιμής άλλου, με αμφισβήτηση της ηθικής ή κοινωνικής αξίας του προσώπου του ή με περιφρόνηση αυτού. Ειδικός σκοπός εξύβρισης, που, ως νομική έννοια, ελέγχεται από αναιρετικά, υπάρχει στον τρόπο εκδήλωσης της προσβλητικής συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν αντικειμενικά αναγκαίος για τη δέουσα απόδοση του περιεχομένου της σκέψης εκείνου που φέρεται ότι ενεργεί από δικαιολογημένο ενδιαφέρον και ο οποίος μολονότι γνώριζε τούτο, χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτό για να προσβάλει τη τιμή άλλου (ΑΠ 1231/2004, ΑΠ 967/2011, ΑΠ 179/2011 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Επομένως, όταν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας των ως άνω αξιόποινων πράξεων (με την επιφύλαξη της ΠΚ 367 παρ. 2), αποκλείεται και το στοιχείο του παρανόμου της επιζήμιου συμπεριφοράς, ως όρου της αντιστοίχου αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. Έτσι, η προβολή περιπτώσεως του άρθρου 367 παρ. 1 ΠΚ αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό καταλυτικό της αγωγής του προσβληθέντος προσώπου (ένσταση), λόγω άρσης του παρανόμου της προσβολής, ενώ η προβολή, από τον προσβληθέντα, ισχυρισμού από την διάταξη του άρθρου 367 παρ. 2 Π.Κ. αποτελεί αντένσταση κατά της, από την διάταξη της πρώτης παραγράφου του αυτού άρθρου ενστάσεως (, ΑΠ 1750/2014 , δημ. σε Τ.Ν.Π. «Νόμος»). (β) Περαιτέρω, από την όλη δομή του Συντάγματος και ιδίως από τα άρθρα 2 παρ. 1 και 25 αυτού, συνάγεται ως γενική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος, ότι η έννομη συνέπεια, η οποία, είτε προβλέπεται από τον κοινό νομοθέτη in abstracto, είτε απαγγέλλεται σε συγκεκριμένη περίπτωση από δικαστικό ή διοικητικό όργανο, πρέπει να τελεί σε σχέση ανεκτής αναλογίας προς το πραγματικό του οικείου κανόνα δικαίου, ήτοι να μην υπερβαίνει τα ακραία ανεκτά όρια, κατά την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο. Άλλωστε την αρχή αυτή, υπό την προεκτεθείσα έννοια, εκφράζει και η υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, υπό την έννοια ότι, πρέπει να υπάρχει μια ανεκτή σχέση αναλογικότητας μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του σκοπού που επιδιώκει κάθε μέτρο, το οποίο αποστερεί ένα άτομο από θεμελιακό δικαίωμά του, όπως από την ιδιοκτησία του. Εξάλλου, η προβλεπόμενη από το άρθρο 932 του ΑΚ χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, αποφασίζεται, αναιρετικώς κατ’ αρχήν ανέλεγκτα, από το ουσιαστικό δικαστήριο, κατά δε, τον προσδιορισμό του ποσού της αυτό λαμβάνει υπόψη τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία θέτουν στην διάθεσή του οι διάδικοι και πιο συγκεκριμένα τον βαθμό πταίσματος του υπόχρεου, το είδος και τη βαρύτητα της προσβολής, την ηλικία του δικαιούχου, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών, ενώ συνεκτιμάται και το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου (βλ. σχετ. ad hoc ΑΠ [Ολ] 2/2008, ΑΠ 913/2014, ΑΠ 1216/2014, ΑΠ 285/2012 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Πλην όμως, επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση, κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού, να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας υπό την εκτεθείσα πιο πάνω έννοια, δηλαδή η σχετική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ως προς το ύψος του ποσού της επιδικασθείσας χρηματικής ικανοποίησης, πρέπει να μην υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, πράγμα το οποίο, εάν συμβαίνει, ελέγχεται αναιρετικά ως παραβίαση της ανωτέρω γενικής νομικής αρχής (βλ. σχετ. ΑΠ [Ολ] 9/2015, ΑΠ 76/2016 και ΑΠ 302/2016 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Στο σημείο αυτό σημειώνεται ότι, η έννοια της αναλογικότητας είναι έννοια αυστηρότερη του «εύλογου» και συνακόλουθα το «εύλογο» εμπεριέχεται αναγκαίως στο «ανάλογο» (βλ. σχετ. ΑΠ 76/2016 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Οι ως άνω συνθήκες (βαθμός πταίσματος, μέγεθος προσβολής, κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών κλπ) λαμβάνονται υπόψη, για να καθοριστεί το εύλογο χρηματικό ποσό για την ικανοποίηση του παθόντος και επομένως δεν αποτελούν ίδια και αυτοτελή στοιχεία, ώστε η παράθεση κάποιας από αυτές ή των ειδικότερων προσδιοριστικών στοιχείων τους στην απόφαση, να είναι αναγκαία, για την πληρότητα της σχετικής αιτιολογίας της, αλλά το δικαστήριο αποφαίνεται γι` αυτά κατά κρίση ελεύθερη και μη υποκείμενη, κατ` αρχάς, σε αναιρετικό έλεγχο (AΠ 163/2022, ο.π. σε Α.Π. 1106/2019, ΑΠ 1572/2018, ΑΠ 600/2018 δημ. σε Τρ. Νομ. Πληρ «Νόμος»). VI. Από την εκτίμηση των νομίμως προσκομιζόμενων με επίκληση στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με αριθμ. …/10-6-2019, …/10-6-2019 και …./10-6-2019 ένορκων βεβαιώσεων που συντάχθηκαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, …….. και λήφθηκαν με επιμέλεια των εναγομένων, ύστερα από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος (βλ. σχετ. τη με αριθμ. ………/5-6-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή  της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, …………)  και από όλα τα νομίμως προσκομιζόμενα με επίκληση από τους διαδίκους στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έγγραφα, είτε αυτά συνιστούν αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε χρησιμεύουν προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και τα οποία παραδεκτώς επαναπροσκομίζονται από τους διαδίκους με επίκληση στο παρόν Δικαστήριο και όσα παραδεκτώς προσκομίζονται από αυτούς για πρώτη φορά στο παρόν Δικαστήριο, κατ’ άρθρο 529 παρ.1 του ΚΠολΔ, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εκκαλών και η πρώτη εφεσίβλητη, υπήρξαν σύζυγοί ο γάμος των οποίων λύθηκε με τη με αριθμ. 2691/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία κατέστη αμετάκλητη. Κατά τη διάρκεια του γάμου τους οι ανωτέρω διάδικοι απέκτησαν δύο θήλεα τέκνα ήδη ενήλικα, τη ….. που γεννήθηκε στις 27-2-2001 και την Παναγιώτα που γεννήθηκε στις 17-7-1999. Ωστόσο, οι σχέσεις μεταξύ του ζευγαριού ακόμα και κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης είχαν διαταραχθεί σοβαρά, τούτο δε, είχε ως αποτέλεσμα έκτοτε να ακολουθήσει μία σειρά δικαστικών διενέξεων μεταξύ τους, που αφορούσαν τη διεξαγωγή τόσο αστικών, όσο και ποινικών δικών ακόμα και μετά τη λύση του γάμου τους. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, στις 4-4-2017 εκδικάστηκε από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιώς υπόθεση κατά την οποία ο εκκαλών ήταν κατηγορούμενος για τις αξιόποινες πράξεις της ψευδούς καταμήνυσης κατά συρροή, της ψευδορκίας μάρτυρος και της συκοφαντικής δυσφήμησης κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση σε βάρος των εφεσίβλητων. Ως αποτέλεσμα της εκδίκασης της ως άνω ποινικής υπόθεσης ο εκκαλών κρίθηκε ένοχος για τις ανωτέρω αποδιδόμενες σε αυτόν αξιόποινες πράξεις και καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους και σαράντα πέντε (45) μηνών. Συγκεκριμένα, ο εκκαλών με τη με αριθμ. 1612/2017 απόφαση του ανωτέρω ποινικού Δικαστηρίου, κρίθηκε ένοχος για το ότι αυτός: α) Στον Πειραιά, στις 16-4-2010, εν γνώσει του καταμήνυσε ψευδώς τους εφεσίβλητους ενώπιον της αρχής ότι τέλεσαν αξιόποινες πράξεις με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξή τους και ειδικότερα, ότι κατήγγειλε ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς τους δεύτερη, τρίτη, τέταρτη και πέμπτο των εφεσιβλήτων, ότι τέλεσαν τα αδικήματα της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφήμησης με όσα κατέθεσαν η δεύτερη, τρίτη και πέμπτος εξ αυτών στις 2-2-2010 σε ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου ………, καθώς  και η τέταρτη εφεσίβλητη στις 3-2-2010 ενώπιον του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά τη συζήτηση της από 3-8-2009 αγωγής διατροφής της πέμπτης εφεσίβλητης σε βάρος του εκκαλούντος. Συγκεκριμένα ότι (εν. ψευδώς) κατέθεσαν ότι ο εκκαλών κυκλοφορεί γυμνός μπροστά στα ανήλικα τέκνα του, τα φιλάει στο στόμα και τα σκουπίζει στην ευαίσθητη περιοχή, όταν επισκέπτονται την τουαλέτα, τη δε, πέμπτη εφεσίβλητη καταμήνυσε για την πράξη της ηθικής αυτουργίας στις πράξεις αυτές. Ωστόσο, σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση του Δικαστηρίου, κρίθηκε ότι η έγκληση του εκκαλούντος ήταν ψευδής διότι οι εφεσίβλητοι ουδέποτε τέλεσαν τις πράξεις αυτές, καθώς όσα κατέθεσαν οι εφεσίβλητοι ήταν αληθή, γεγονός που γνώριζε ο εκκαλών ενόψει του ότι με τη με αριθμ. 971/1005/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιά, η πέμπτη και η δεύτερη των εφεσίβλητων αθωώθηκαν για το αδίκημα της ψευδορκίας μάρτυρα, ενώ κατά τα λοιπά λόγω παραγραφής έπαυσε η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε με τη με αριθμ ΒΤ/1377/2015 πρωτόδικη απόφαση. β) Στον ανωτέρω τόπο στις 16-9-2010 κατέθεσε εν γνώσει του ψέματα και δη, εξεταζόμενος ως μάρτυρας ενώπιον του 5ου Πταισματοδίκη Πειραιά επιβεβαίωσε ενόρκως το περιεχόμενο της ανωτέρω μήνυσής του, ήτοι γεγονότα ψευδή εν γνώσει του ψεύδους τους και γ) ότι στον ανωτέρω τόπο στις 16-4-2010 και 16-9-2010 με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος ισχυρίστηκε για τρίτους γεγονότα ψευδή εν γνώσει του ψεύδους τους και ειδικότερα δια της ανωτέρω μήνυσης και της ανωτέρω ένορκης κατάθεσής του, ισχυρίστηκε ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς και ενώπιον του 5ου Πταισματοδίκη Πειραιά για του εφεσίβλητους τα αναφερόμενα στην κατηγορία υπ’ αριθ. 1, ψευδή γεγονότα που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη αυτών. Κατά την εκδίκαση της υπόθεση από το ανωτέρω Δικαστήριο, οι εφεσίβλητοι οι οποίοι κλήθηκαν να καταθέσουν ως μάρτυρες από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς, εκ των οποίων η δεύτερη εφεσίβλητη δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο, οι δε, λοιποί παραστάθηκαν προς υποστήριξη της κατηγορίας,  ως πολιτικώς ενάγοντες, στις 4-4-2017 κατέθεσαν ανωμοτί μεταξύ άλλων: α) Η πρώτη εφεσίβλητη, «Είμαι η σύζυγος του κατηγορούμενου…είχε άσχημη συμπεριφορά και για χάρη των παιδιών του έδινα ευκαιρίες. Σκεφτόταν αρρωστημένα. Όταν χώρισα η μεγάλη κόρη ήταν 9-10 ετών και ακόμα δεν ήξερε να σκουπιστεί… Με φόβιζε η σκέψη ότι μπορεί να έχει άλλες βλέψεις στα παιδιά, δεν ήθελα να το πιστέψω και προσπαθούσα να μην το σκέφτομαι…Ο κατηγορούμενος έχει την επιμέλεια των παιδιών, τα παιδιά με βρίζουν, δεν έχω επικοινωνία μαζί τους. Έχασα την επιμέλεια γιατί τα παιδιά είπαν ότι ο μπαμπάς δεν τους χαλάει χατίρι, ενώ η μαμά τους βάζει όρια….». β) Η τρίτη εφεσίβλητη, «Είμαι πρώτη εξαδέλφη της συζύγου. Έδωσα ένορκη ότι ο κατηγορούμενος δεν άφηνε τη σύζυγο να αγγίξει τα παιδιά. Μου έκανε άσεμνη πρόταση να συνάψουμε ερωτική σχέση, το είπα στη μητέρα μου, όχι στην ξαδέλφη μου…Ο πατέρας φρόντιζε τα παιδιά από μικρή ηλικία και πιο μεγάλα, παρόλο που ήταν σε θέση να αυτοεξυπηρετηθούν. Κυκλοφορούσε ημίγυμνος μπροστά στα παιδιά. Τα φιλούσε στο στόμα, ήταν λίγο περίεργο αυτό…..». γ) Η τέταρτη εφεσίβλητη, «Η ……………. , η σύζυγος του κατηγορουμένου είναι ανηψιά μου….Είδα τον κατηγορούμενο να κυκλοφορεί με εσώρουχα και να φιλάει τα παιδιά στο στόμα. Δεν άφηνε τη σύζυγο να πλύνει τα παιδιά είναι τσιγκούνης. Τα έπλενε ο ίδιος στην ευαίσθητη περιοχή και του έκανα παρατήρηση…Τα παιδιά είναι προσκολλημένα στον πατέρα τους, γιατί τους ασκούσε ψυχολογική βία να μην θέλουν τη μάνα τους, τα παιδιά τον φοβούνται…Εγώ βρήκα ερωτικές κασέτες στο σπίτι…». δ) Ο πέμπτος εφεσίβλητος, «Είμαι κουμπάρος. Έχω βαφτίσει τη μία κόρη. Μου έκανε αρνητική εντύπωση ότι δεν άφηνε τη μάνα να σκουπίσει τα παιδιά. Του έκανα παρατήρηση, υποτιμούσε τη σύζυγο. Πήγαινα συχνά στο σπίτι τους και τον έβλεπα να κυκλοφορεί ημίγυμνος. Τα παιδιά ήταν σε θέση να αυτοεξυπηρετούνται. Μου έκανε πρόταση να δούμε ερωτική ταινία, παρόντων των παιδιών». Σημειωτέον ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο καταδίκασε τον εκκαλούντα σε πρώτο βαθμό, σύμφωνα με την αιτιολογία της με αριθμ. 1612/2017 απόφασης δέχθηκε ως αληθή τα κατατεθέντα με τις από 2-2010 και 3-2010 ένορκες βεβαιώσεις (χωρίς όμως το σύνολο των περιστατικών αυτών να αποτελεί περιεχόμενο  των τριών αποδοθέντων στον εκκαλούντα αξιόποινων πράξεων, σύμφωνα με την κατηγορία). Ακολούθως, ο εκκαλών άσκησε έφεση κατά της ανωτέρω καταδικαστικής απόφασης, η οποία εκδικάστηκε από το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Πειραιώς και το οποίο με τη με αριθμ. 1901/75/189/ 2017-2018 απόφαση, κατά πλειοψηφία, αθώωσε τον εκκαλούντα για τις ανωτέρω πράξεις. Κατά την εκδίκασης της υπόθεσης κατ’ έφεση, άπαντες οι εφεσίβλητοι παραστάθηκαν ως πολιτική αγωγή και κατέθεσαν, μεταξύ άλλων, τα παρακάτω: α) Η πρώτη εφεσίβλητη στις 25-1-2018 «Τον έβλεπα με το εσώρουχο, δεν μ’ άφηνε να τα σκουπίσω μέχρι που έφυγε. Όταν ήμασταν μόνοι μας τα σκούπιζα εγώ και τα μάθαινα. Έλεγαν: «ο μπαμπάς ξέρει, θα μάθουμε». Ήμουν ανάξια, άχρηστη και έλεγε:» «Θα φωνάζετε πάντα τον μπαμπά» «…Τα φιλούσε, τα ρουφούσε στο στόμα. Έλεγε «Αυτή είναι η αγάπη». Πάνω στα σκέλια του να χοροπηδάει το παιδί. Του έλεγα «Βάζε τα στην κοιλιά». «Ντε ντε» στην πλάτη του μπαμπά μου έκανα κι εγώ. Παρά πολλές ταινίες και άλμπουμ με προκλητικές φωτογραφίες αφιερωμένες στην πρώην σύζυγο. Μόνος του έβλεπε έργα. Με πίεζε να τα δω για να πράξω της κασέτας…Κοίταγα και κρυφά, ήταν απλά το σκούπισμα όχι πιο πονηρά. Ήταν αρκετά όμως. Πήγαινε και τα φιλούσε στο διάλειμμα. Ο Δάσκαλος μου έλεγε: «Τα χάνουμε τα παιδιά στο διάλειμμα, τι φιλιά είναι αυτά; Μάτσα μούτσα» Η πολυκατοικία τον έβλεπε, μου το έχουν πει…Τώρα δε θέλουν επαφή. Τα έχει δηλητηριάσει ο πατέρας τους. Παινευόταν. Φοβόντουσαν. Όταν ηρεμούσαν, μιλούσαν…Τα παιδιά είπαν ψέμματα σε ό,τι κατέθεσαν. Την πρώτη φορά δεν είπαν ψέμματα αλλά είπαν ότι αγαπούν τον μπαμπά περισσότερο από τη μαμά γιατί «Δεν μας χαλάει χατίρι»..Το ότι τα χτύπαγα τα έβγαλαν από το μυαλό τους». β) η δεύτερη εφεσίβλητη στις 25-1-2018, «Είμαι η μητέρα της …….. Πήγαινε καθημερινά στο σπίτι με τα παιδιά…. Έλεγε ότι δεν μπορώ να τα καθαρίσω ή να τα πλύνω εγώ και η μητέρα τους… Του έλεγα: «Άσε τα παιδιά, η μητέρα τους, τους έχει δείξει να πλένονται». Σώνει και καλά να τα πλένει αυτός. Κυκλοφορούσε με σλιπάκια του έλεγα «Βάλε πυτζάμα». Είχε τα κομπιούτερ, έβαζε το παιδί επάνω του και τους έπαιζε παιχνίδια. Του έλεγα «δεν είναι σωστό». Έλεγε «αν δε σου αρέσω, μην έρχεσαι». Μας έβλεπαν απέναντι από το σούπερ μάρκετ. Μας έλεγαν οι γείτονες «Τι θέλει να μας δείξει; Δεν έχει πυτζάμες;» Τα έβαζε επάνω του και τα έκανε «ντε» «ντε», ήταν επάνω στα αχαμνά του… Τα έπλενε απλά, αλλά δεν ήταν σωστό. Τα είχε μάθει η μαμά τους. Τα φιλούσε στο στόμα, μέχρι και ο Δάσκαλος μας το είπε. Πήγαινε σε κάθε διάλειμμα και τα φύλαγε μέσα από τα κάγκελα, τα ρούφαγε, το είδα. «Βρε σταμάτα» έλεγα. Στον υπολογιστή τα είχε με τα μαγιό. Όλα φαινόντουσαν, και ο ποπός. Από πίσω τα έβλεπε, ο ποπός φαινόταν και το πρόσωπό τους. Ήταν σκυμμένα τα παιδιά, δεν το θυμάμαι ακριβώς, στο παράθυρο ήταν. Στο σπίτι του είχε άσεμνες βιντεοκασέτες, προφυλακτικά, τέσσερις σακούλες βιντεοκασέτες. Είχε προτείνει στους κουμπάρους, να δουν ταινία. Μου δημιουργούσε θέμα ύποπτης συμπεριφοράς… Στις 2 Φεβρουαρίου του 2010 στην κατάθεση μιλούσα για ύποπτη συμπεριφορά… Για του 2010 ήταν ύποπτη». γ) Η τρίτη εφεσίβλητη, στις 25-1-2018 «Κάποια έχω δει, κάποια έχω ακούσει. Τριγυρνούσε γυμνός, τον είχα δει, του κάναμε παρέα. Δεν είναι κομψό, τον βλέπαμε…Και εμένα με φίλαγε στο στόμα. Μου είχε κάνει πρόταση να συνευρεθούμε ερωτικά και με χρήματα…Τα φιλούσε στο στόμα, το είχα δει…Η πρόταση προς εμένα ήταν σοβαρή, δεν ήταν άλλος μπροστά…Τύχαινε και στο σπίτι μας, φεύγανε οι μικρές στο μπάνιο, δεν μας άφηνε να τις καθαρίσουμε…Πάντα θεωρούσε ότι ήταν ο μοναδικός…Το υλικό ήταν πολύ, είδα και φωτογραφίες από άλλες κοπέλες. Τις είχε σκίσει. Από πρώην κοπέλες και περιοδικά. Πρόσωπα και πόζες…Στους κουμπάρους είπε να ζουν μαζί ταινία πορνό. Ήταν εκεί τα παιδιά. Υπήρχε πολύ υλικό, τις έβλεπε τις ταινίες…Με το εσώρουχο ήταν. Δεν είναι ωραίο. Το θεωρούσα ύποπτο… όταν έκανε πρόταση στην ξαδέλφη θεωρώ ότι μπορεί να είναι ύποπτο. Μπορεί να είχε σεξουαλικά ύποπτη συμπεριφορά απέναντι στα παιδιά του». δ) Η τέταρτη εφεσίβλητη στις 25-1-2018 «Είμαι θεία…Πήρε να πλύνει το παιδί στο σπίτι, η σύζυγος ήταν μπροστά. Πήγε να το κάνει μπιντέ. Του είπα «γιατί πας εσύ;» Είπε: «δεν ξέρει η μάνα και η πεθερά». Μου φάνηκε περίεργο, δεν μου άρεσε… Ήμουν μπροστά. Δεν μου άρεσε, δεν το είδα φυσιολογικό…. Τα παιδιά με τον πατέρα τους μένουν…Φύγανε τα παιδιά και δεν ξαναγύρισαν…Υπέστησαν ψυχολογική βία και πλύση εγκεφάλου…. Κυκλοφορούσε στο σπίτι με εσώρουχο, αυτό το άκουσα. Εγώ τον είδα στη βεράντα με το σλιπάκι. Το έχω ακούσει αυτό. Εγώ τον είδα όπως βγήκα από το σούπερ μάρκετ βγαίνοντας….» και ε) ο πέμπτος εφεσίβλητος στις 25-1-2018 «Με τον κατηγορούμενο είμαστε κουμπάροι…Επισκέψεις που πήγαινα ήταν με το εσώρουχο….Στο θέμα των παιδιών, του είπα να αφήσει τη γυναίκα του….Στο σπίτι ήταν στο κομπιούτερ με το εσώρουχο, το ένα παιδία αριστερά και το άλλο στο δεξί, στα μπούτια, στα πόδια έχω δει. Στην οθόνη του υπολογιστή φαίνονται λοξά τα πρόσωπα, όλο το σώμα, όπως βγάζουν οι κοπέλες. Τα ρουφούσε στο στόμα τα παιδιά. Μας είχε προτείνει να βάλει ερωτική ταινία όλοι μαζί και οι σύζυγοί μας και οι τέσσερις. Στη σύζυγό μου είχε πει να πάνε μαζί την εβδομάδα που προσπάθησα να συμφιλιώσω…Η συμπεριφορά του ήταν περίεργη. Κούτα, κούτες με ταινίες είχε. Στην πρόταση της ταινίας τα παιδιά ήταν δίπλα, και στην …….…Η συμπεριφορά του ήταν περίεργη, συνέχιζα να κάνω παρέα. Δε θυμάμαι πότε έκανε την πρόταση στη γυναίκα μου. Μπορεί να μην το ήξερα στην κατάθεσή μου…». Όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων με την εκδοθείσα απόφασή του κήρυξε αθώο τον εκκαλούντα λόγω αμφιβολιών (αναφορικά με τις πράξεις σε βάρος της δεύτερης, τρίτης και τέταρτης των εφεσιβλήτων) δεχόμενο στην αιτιολογία ( κατά την πλειψοφούσα γνώμη), μεταξύ άλλων ότι με τη με αριθμ. 737/2013 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς που εκδόθηκε επί ασκηθείσας έφεσης του νυν εκκαλούντος κατά της με αριθμ. 3465/2010 απόφασης ειδικής διαδικασίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ανατέθηκε οριστικά η επιμέλεια των ανήλικων, τότε τέκνων, στον ίδιο. Υιοθέτησε δε, την κρίση της ως άνω τελεσίδικης απόφασης του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου αναφέροντας αυτολεξεί «Επί πλέον δεν εσχηματίσθη υπό το Δικαστηρίου πλήρης δικανική πεποίθησις περί της ουσιαστικής βασιμότητος του ισχυρισμού της συζύγου και μητρός των ανήλικων τέκνων περί του ότι ο εν διαστάσει σύζυγος είχε προτείνει επανειλημμένως είς στην εξαδέλφην αυτής, …………. να συνευρεθούν ερωτικώς…..Εν τέλει δεν εκρίθησαν πειστικές οι προαναφερθείς ένορκες βεβαιώσεις περί ύποπτης συμπεριφοράς του πατρός προς τα ανήλικα τέκνα (φιλημάτων στο στόμα και καθαρισμού της ευαίσθητης περιοχής υπό του ιδίου)». Κατά τα λοιπά η ποινική δίωξη σε βάρος του εκκαλούντος ομόφωνα κηρύχθηκε απαράδεκτη λόγω εκκρεμοδικίας αναφορικά με την πράξη σε βάρος της πρώτης και του πέμπτου των εφεσιβλήτων, ενόψει του ότι ο εκκαλών είχε ήδη κηρυχθεί αθώος με τη με αριθμ. ΑΤ192/16-1-2018 απόφαση του Α Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς (ψευδής καταμήνυση σε βάρος της πρώτης εφεσίβλητης) και τη με αριθμ. ΑΤ 4558/31-10-2017 απόφαση του Α Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς (ψευδής καταμήνυση σε βάρος του πέμπτου εφεσίβλητου). Επίσης, δέον να αναφερθεί ότι σύμφωνα με την αιτιολογία της μειοψηφούσας γνώμης του ποινικού Δικαστηρίου, αφενός μεν, αποδείχθηκε το ψεύδος της υποβληθείσας με στοιχεία Α10/758/16-4-2010 έγκλησης του εκκαλούντος το οποίο αυτός γνώριζε, αφετέρου δε, το ψευδές της από 16-9-2010 ένορκης εξέτασης αυτού ως μάρτυρας. Βάσει των όσων αποδείχθηκαν, το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι τα όσα κατατέθηκαν από τους εφεσίβλητους στις 4-4-2017 και 25-1-2018, αναφορικά: α)  Με την εκ μέρους του εκκαλούντος πραγματοποίηση αυτοσχέδιου παιχνιδιού με τα ανήλικα τέκνα («ντεντένι»), με το ότι αυτός κυκλοφορούσε με τα εσώρουχα εντός της οικίας του (ακόμα και ενώπιον των ανήλικων θυγατέρων του), ότι προέβαινε αποκλειστικά ο ίδιος στον καθαρισμό της «ευαίσθητης περιοχής» των ανήλικων θυγατέρων του χωρίς να επιτρέπει να εισέλθει οποιασδήποτε στην τουαλέτα (ακόμα και την πέμπτη εφεσίβλητη), του ότι φιλούσε στο στόμα τις ανήλικες, το ότι ήταν τσιγκούνης (όπως σχετικά κατέθεσε η πέμπτη εφεσίβλητη) δεν αποδείχθηκαν ψευδή. Ειδικότερα, ως προς τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, κατά καιρούς διατυπώθηκαν διαφορετικές κρίσεις από τα Δικαστήρια που επιλήφθηκαν, όπως μεταξύ των μελών του Δικαστηρίου κατά την έκδοση της με αριθμ. 1901/75/189/2017-2018 απόφασης Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτιθέμενα, τη με αριθμ. 737/2013 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς που δεν έκρινε ως πειστικές τις καταθέσεις των εφεσίβλητων για φερόμενη ως «ύποπτη» συμπεριφορά του εκκαλούντος, τη με αριθμ. ΒΤ-1377/2015 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, σύμφωνα με την αιτιολογία της οποίας το παιχνίδι «ντεντένι» και δη, στην περιοχή των γεννητικών οργάνων του εκκαλούντος καθώς και το ότι αυτός επιμελείτο της υγιεινής των θυγατέρων του κλεισμένος στην τουαλέτα αποδείχθηκαν ως ψευδή, αιτιολογία η οποία όμως έρχεται σε αντίθεση με την αιτιολογία της κατ’ έφεσης εκδοθείσας με αριθμ. 971/1006/2016 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς, που δέχθηκε ως μη ψευδή τα δύο αμέσως προαναφερόμενα περιστατικά. Αντίθετα, ως αληθή αποδείχθηκαν τα γεγονότα που αφορούσαν το ότι: α) Ο εκκαλών έβλεπε και φύλασσε στην οικία του ταινίες ερωτικού περιεχομένου, β) πρότεινε στην τρίτη εφεσίβλητη, εξαδέλφη της συζύγου του, να συνευρεθούνε ερωτικά, γ) έκανε πρόταση στους κουμπάρους του ώστε τόσον αυτοί, όσο και ο ίδιος και η πρώτη  εφεσίβλητη να παρακολουθήσουν μαζί ερωτική ταινία, γεγονότα που αναφέρονται ως αληθή στη με αριθμ. ../2011 διάταξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς αλλά και στη με αριθμ. …./2011 διάταξη του Εισαγγελέα Εφετών Πειραιώς και δ) ο εκκαλών, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης επιδείκνυε υποτιμητική συμπεριφορά έναντι της πρώτης εφεσίβλητης πρώην συζύγου του (βλ. σχετ. την με αριθμ. 737/2013 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς). Ωστόσο, ενόψει του ότι σύμφωνα με τη αριθμ. 737/2013 απόφαση με την οποία ανατέθηκε η επιμέλεια των τέκνων στον εκκαλούντα, κρίθηκε ότι τα ανήλικα τότε τέκνα, επιδείκνυαν ιδιαίτερο συναισθηματικό δεσμό με αυτόν, ενώ αντίθετα διαπιστώθηκε η διαταραγμένη σχέση των τέκνων με την πρώτη εφεσίβλητη, ψευδές αποδεικνύεται το γεγονός ότι ο εκκαλών ασκούσε ψυχολογική βία στα παιδιά να μη θέλουν τη μητέρα τους, ισχυρισμό τον οποίο διατύπωσε η τέταρτη εφεσίβλητη, χωρίς όμως, να αποδεικνύεται η εκ μέρους της γνώση του ψεύδους, ότι τα παιδιά τα έχει «δηλητηριάσει ο πατέρας τους» και ότι ένιωθαν φόβο απέναντι σε αυτόν, ισχυρισμό που διατύπωσε η πρώτη εφεσίβλητη έχοντας όμως την πεποίθηση για το αληθές αυτού. Αντίθετα, οι κατατεθείσες φράσεις «με φόβιζε λίγο», «μου φάνηκε λίγο περίεργο», «μου δημιουργούσε θέμα ύποπτης συμπεριφοράς»  και «μπορεί να είχε σεξουαλικά ύποπτη συμπεριφορά» εξέφραζαν σκέψεις και επιφυλάξεις των εφεσίβλητων, αποτελούν αξιολογικές κρίσεις και δεν αποτελούν γεγονότα. Τα ανωτέρω περιστατικά (ψευδή και αληθή, όπως ανωτέρω ειδικώς αναφέρονται) που έγιναν γνωστά σε τρίτους, ήτοι στους εισαγγελικούς και δικαστικούς λειτουργούς και τους γραμματείας των δικαστηρίων  (Ολ.Ποιν.ΑΠ 2/2021,δημ. σε ΝοΒ.2021, σελ. 302), αφορούσαν γεγονότα πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος, θίγοντας την προσωπικότητα του ενάγοντος, κατά την ηθική και κοινωνική του υπόσταση ως πατέρα και συζύγου, την προσφορότητα δε αυτή τη γνώριζαν οι εφεσίβλητοι. Επομένως, ο εκκαλών-ενάγων υπέστη ηθική βλάβη και ως εκ τούτου δικαιούται χρηματική ικανοποίηση, η οποία αφού ληφθούν υπόψη και σταθμιστούν από το παρόν Δικαστήριο, το μέγεθος, το είδος και η βαρύτητα της προσβολής, ο βαθμός του πταίσματος κάθε εφεσίβλητου-εναγομένου, η κοινωνική, η επαγγελματική και η οικονομική κατάσταση των διάδικων μερών (σύμφωνα με τη με αριθμ. 2672/2019 απόφαση ειδικής διαδικασίας του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, ο εκκαλών-ενάγων, συγκριτικά βρίσκεται σε καλύτερη οικονομική και επαγγελματική κατάσταση από την πρώτη εφεσίβλητη- εναγομένη, καθότι μόνιμος μηχανοδηγός στην εταιρεία «………..», κύριος οικοπέδου 140 τ.μ. με οικία 60 τ.μ. στο …….. Αττικής και εξοχικής κατοικίας στη …… εμβαδού 100 τ.μ., ενός αυτοκινήτου και μιας δίκυκλης μοτοσικλέτας, ενώ η πρώτη εφεσίβλητη είναι άνεργη χωρίς ιδιαίτερες γραμματικές και επαγγελματικές γνώσεις, κυρία διαμερίσματος στο Δήμο Κερατσινίου 72,56 τ.μ. και τυπικά επικαρπώτρια ενός καταστήματος εμβαδού 51,60 τ.μ. στο Κερατσίνι, και αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, ενώ δεν προκύπτει ότι οι λοιποί εφεσίβλητοι- εναγόμενοι επίσης βρίσκονται σε καλύτερη οικονομική κατάσταση από τον εκκαλούντα- ενάγοντα). Επομένως, η χρηματική αυτή ικανοποίηση πρέπει να οριστεί στο ποσό των 600 ευρώ σε βάρος της πρώτης εφεσίβλητης- εναγομένης, στο ποσό των 800 ευρώ σε βάρος καθενός από τους τρίτη, τέταρτη και πέμπτο των εφεσίβλητων- εναγομένων και στο ποσό των 400 ευρώ σε βάρος της δεύτερης εφεσίβλητης- εναγόμενης  (η οποία, όπως προεκτίθεται, κατέθεσε μόνον μία φορά και δη, ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς), ποσά που κρίνονται δίκαια και εύλογα στην υπό κρίση περίπτωση. Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι η προβαλλόμενη στο παρόν Δικαστήριο από τους εφεσίβλητους-εναγομένους, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου των προτάσεων που κατατέθηκαν, ένσταση του άρθρου 367 του Π.Κ, συνιστάμενη στο ότι αυτοί κατέθεσαν αληθή πραγματικά περιστατικά, χωρίς πρόθεση να βλάψουν τον εκκαλούντα-ενάγοντα με σκοπό να προστατεύσουν τα τέκνα του (βλ. σελ. 40,45, 47 και 52 των προτάσεων) πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, καθότι τα προβαλλόμενα περιστατικά-δικαιολογημένο ενδιαφέρον σχετιζόμενο με την προάσπιση του συμφέροντος των τέκνων- δεν είναι πρόσφορα να αποκλείσουν το στοιχείο του παρανόμου του επιζήμιας συμπεριφοράς τους ως όρο της αντίστοιχης αδικοπραξίας (ΕφΠατρ. 272/2021 δημ. σε Τρ. Νομ. Πληρ «Νόμος»), αφού εν προκειμένω από το περιεχόμενο της αγωγής, όπως η ιστορική βάση αυτής, όπως εκτιμήθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατά την εκκαλούμενη απόφαση, στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις προαναφερόμενες καταθέσεις των εφεσίβλητων-εναγομένων που δόθηκαν ενώπιον των ποινικών Δικαστηρίων, κατά την εκδίκαση των ως άνω αποδοθέντων πράξεων στον εκκαλούντα-ενάγοντα αξιόποινων και όχι στις καταθέσεις της αστικής δίκης για την ανάθεση της επιμέλειας των ανήλικων, τότε, τέκνων. Επίσης, η προτεινόμενη εκ νέου στο παρόν Δικαστήριο από τους εφεσίβλητους-εναγόμενους, ένσταση παραγραφής αναφορικά με τις πράξεις που σχετίζονται με τις περιεχόμενες στις ένορκες βεβαιώσεις, μαρτυρικές καταθέσεις του έτους 2010 πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη διότι σύμφωνα με την εκκαλούμενη απόφαση, η ασκηθείσα αγωγή εκτιμήθηκε, ως έχουσα ως ιστορική βάση μόνον τις καταθέσεις των εφεσίβλητων-εναγομένων ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων. Περαιτέρω, οι εφεσίβλητοι-εναγόμενοι επαναφέρουν στο παρόν Δικαστήριο τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος εκ μέρους του εκκαλούντος-ενάγοντος, ισχυριζόμενοι ότι ο τελευταίος παρά το γεγονός ότι έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για ψευδορκία, χωρίς αντίθετα να υπάρχουν καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος τους και χωρίς αυτός να έχει υποστεί οποιαδήποτε ηθική βλάβη, άσκησε την  αγωγή λόγω εκδικητικότητας με σκοπό να αποκομίσει παράνομο οικονομικό όφελος. Με το ανωτέρω περιεχόμενο ο ισχυρισμό αυτός πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, καθότι αρνητικοί της αγωγής ισχυρισμοί, όπως εν προκειμένω, δεν δύνανται να θεμελιώσουν την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος, κατ’ άρθρο 281 Α.Κ. (Α.Π, 1593/2022, δημ. σε Τρ. Νομ. Πληρ . «Νόμος»). Κατά συνέπεια, βάσει των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα εκτίμησε τις προσκομισθείσες ενώπιων του αποδείξεις, δεχόμενο ως παραδεκτή, νόμιμη και ουσιαστικά βάσιμη την ένσταση του άρθρου 367 παρ.1 του Π.Κ. και απορρίπτοντας ως ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή και τα όσα υποστηρίζονται με τον δεύτερο λόγο έφεσης πρέπει να γίνουν δεκτά ως ουσιαστικά βάσιμα, γενομένης δεκτής της έφεσης και ως κατ’ ουσίαν βάσιμης. Επομένως, το παρόν Δικαστήριο αφού εξαφανίσει την εκκαλούμενη απόφαση, θα κρατήσει και θα δικάσει τη με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2019 αγωγή, η οποία είναι επαρκώς ορισμένη απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού των εναγομένων, η οποία πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη και να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν στον ενάγοντα, η μεν πρώτη εξ αυτών, το ποσό των 600 ευρώ, η δεύτερη εξ αυτών, το ποσό των 400 ευρώ και καθένας από τους τρίτη, τέταρτη και πέμπτο εξ αυτών το ποσό των 800 ευρώ, τα δε, ποσά με το νόμιμο τόκο από της επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στον εκκαλούντα του, εκ μέρους του, καταβληθέντος, κατά την άσκηση της έφεσής, παράβολου, ποσού εκατόν (100,00) ευρώ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ, λόγω του ότι η έφεση έγινε δεκτή.  Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος-ενάγοντος για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (ενόψει της εξαφάνισης της εκκαλούμενης απόφασης, παρελκομένης της έρευνας του τρίτου λόγου της κρινόμενης έφεσης) πρέπει να επιβληθούν στους εφεσίβλητους-εναγομένους, λόγω της εν μέρει νίκης του εκκαλούντος-ενάγοντος (άρθρα 106, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων τη με αριθ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……/2022 έφεση.

Δέχεται τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.Εξαφανίζει τη με αριθμ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ΓΑΚ/ΕΑΚ/………/2019 αγωγή.

Κρατεί και δικάζει την ανωτέρω αγωγή.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Αναγνωρίζει ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν στον ενάγοντα, η μεν πρώτη εξ αυτών, το ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ, η δεύτερη εξ αυτών, το ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ και καθένας από τους τρίτη, τέταρτη και πέμπτο εξ αυτών το ποσό των οκτακοσίων (800,00) ευρώ, όλα δε, ποσά αυτά, με το νόμιμο τόκο από της επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση.

Διατάσσει την απόδοση στον εκκαλούντα του εκ μέρους του καταβληθέντος με αριθμ. …………/2021 ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού εκατό (100,00) ευρώ και

Καταδικάζει τους εφεσίβλητους-εναγομένους σε μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος- ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει συνολικά στο ποσό των  (600,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά στις 20 Ιουνίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ