Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 468/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμος απόφασης   468 /2023

TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ………., για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Των  εκκαλούντων: 1) Ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..» και διακριτικό τίτλο «………», που εδρεύει στο …… Αττικής, οδός …., με ΑΦΜ …… και εκπροσωπείται νόμιμα από τους ………, κάτοικο …………., και  …………. και 2) …………, κατοίκου ………. Αττικής …………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αθανάσιο Λειβαδίτη,με δήλωση κατ άρθρο 242 παρ.2Κ.Πολ.Δ και

Της  εφεσίβλητης: Της  ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία  «……….» και το διακριτικό τίτλο «………», η οποία, από 30.8.2019 αποτελεί την νέα επωνυμία της ανώνυμης εταιρείας «…….» και το διακριτικό τίτλο «………», η οποία αλλαγή επωνυμίας εγκρίθηκε με τη με αριθμό ……/2019 απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη ΠΕ Βορείου Τομέα Αθηνων και καταχωρήθηκε στο ΓΕΜΗ την 30.8.2019 με αριθμό πρωτοκόλλου ……. με ΑΦΜ ………. ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, νομίμως εκπροσωπούμενη, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αντώνιο Αντωνόπουλο, με δήλωση κατ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Οι ανακόπτοντες  και ήδη εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 20.1.2017  και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως  ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2018 ανακοπή κατά της καθής η ανακοπή –εφεσίβλητης. Το  Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, επιληφθέν επί της ως άνω  ανακοπής  την οποία δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, εξέδωσε την υπ’ αριθμόν 3860/2018 οριστική απόφασή του, με την οποία απέρριψε την ανακοπή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι ηττηθέντες ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες με την από 10.8.2020  έφεσή τους  που έλαβε  ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2020. Για την συζήτηση της έφεσης ορίστηκε αρχικά δικάσιμος η 11-11-2021 και μετά απο αναβολή η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οπότε η υπόθεση που έλαβε αριθμό πινακιου ……  εκφωνήθηκε κατά τη σειρά του οικείου πινακίου και ακολούθως συζητήθηκε

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτές οι έγγραφες προτάσεις, που προκατέθεσαν με δήλωση.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ενώπιον του δικαστηρίου τούτου εκκρεμεί η από 10.8.2020 με  αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2020 έφεση, η οποία στρέφεται κατά της με αριθμό  3860/2018  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με την παρουσία των διαδίκων. Η ως άνω έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στην γραμματεία του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση, στις 11-8-2020 με ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2020, δηλαδή εντός της από το άρθρο 518 παρ.2 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, η οποία άρχεται την επομένη ημέρα της δημοσίευσης της εκκαλουμένης απόφαση, στην κρινόμενη περίπτωση 18.8.2018 (η εκκαλουμενη απόφαση δημοσιεύθηκε την 17.8.2018) δεδομένου ότι ούτε οι διάδικοι επικαλούνται ούτε από τα προσκομιζόμενα από τους ιδίους έγγραφα προκύπτει η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ενώ κατατέθηκε  και το νόμιμο παράβολο, συνολικού ποσού 100 ευρώ, κατ΄άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ (βλ. το με αριθμό  …………  e- παράβολο σε συνδυασμό με την από 11.8.20209 απόδειξη πληρωμής της Τράπεζας Πειραιώς). Συνεπώς, οι κρινόμενη έφεση είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτη και  να εξεταστεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ώστε να κριθεί το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 532, 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Οι ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες με την από 20.1.2017 με αριθμό  έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2018 ανακοπή τους, ζητούσαν να ακυρωθεί, για τους αναφερόμενους στην ανακοπή λόγους, η με αριθμό ……../2017 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν, στην καθ’ ης η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητη, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 109.920,21 ευρώ, για απαίτηση που προέρχεται από συναλλαγματική ποσού 200.000 ευρώ, που εξέδωσε η καθής η ανακοπή, αποδέχθηκε η πρώτη ανακόπτουσα και τριτεγγυήθηκε η δεύτερη ανακόπτουσα. Επί της ανακοπής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία απέρριψε την ανακοπή επικύρωσε την με αριθμό ………/2017 Διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και επέβαλε σε βάρος των ανακοπτόντων τα δικαστικά έξοδα της καθής η ανακοπή, ποσού 1.100 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι ανακόπτοντες-εκκαλούντες με την ένδικη έφεσή τους για λόγους που ανάγονται στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης,  την αποδοχή της ανακοπής τους, και την ακύρωση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής. Τέλος, ζητούν να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Ι.Κατά το άρθρο 262 παρ. 1 του KΠολΔ η ένσταση πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένη αίτηση και σαφή έκθεση των γεγονότων που την θεμελιώνουν, διαφορετικά είναι αόριστη, η αοριστία δε αυτή εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο και επιφέρει την απόρριψή της ως απαράδεκτης. Μάλιστα, η έλλειψη των ως άνω στοιχείων δεν μπορεί να συμπληρωθεί με παραπομπή σε έγγραφα, ούτε από την εκτίμηση των αποδείξεων. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 416 του ΑΚ, που ορίζει ότι η ενοχή αποσβένυται με καταβολή, συνάγεται ότι αναγκαία στοιχεία της ένστασης εξόφλησης είναι το ποσό που καταβλήθηκε, η αιτία και ο χρόνος καταβολής. Ειδικότερα, σε περίπτωση προβολής από τον οφειλέτη της ένστασης περί αποσβέσεως της σχετικής απαίτησης, λόγω καταβολής (εξόφλησης), πρέπει αυτός να επικαλεστεί και να αποδείξει την παροχή που καταβλήθηκε, αν δε πρόκειται για χρηματική παροχή, τόσο το συνολικό ποσό αυτής, όσο και τα επί μέρους κονδύλια, τα οποία το απαρτίζουν, διαφορετικά, η ένσταση αυτή είναι αόριστη, έστω και αν αναφέρεται το συνολικώς καταβληθέν ποσό (βλ. ΑΠ 529/2016 ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1781/2014 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 1537/2013 ΝοΒ 2014 356, ΑΠ 178/2010 ΕλλΔνη 2010 743, ΑΠ 1098/2009 ΝοΒ 2009 2395, ΕφΙωαν 158/2006 ΝοΒ 2007 103). Επίσης, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 419, 421, 436 και 438 του ΑΚ συνάγεται ότι στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες ο οφειλέτης σε εκπλήρωση οφειλόμενης παροχής αναλαμβάνει μια νέα υποχρέωση για άλλη διαφορετική παροχή είναι ζήτημα ερμηνείας και βούλησης των μερών αν αυτοί ήθελαν τη σύσταση της νέας αυτής υποχρέωσης «αντί καταβολής», δηλαδή σε αντικατάσταση και απόσβεση της οφειλόμενης, ή αν η ανάληψη αυτή έγινε «χάριν καταβολής», δηλαδή προς το σκοπό της μελλοντικής εκπλήρωσης της οφειλόμενης ήδη παροχής. Στην πρώτη περίπτωση με την ανάληψη της νέας υποχρέωσης επέρχεται απόσβεση αυτοδικαίως της αρχικής, η δε σύμβαση αυτή συμπίπτει κατ’ αποτέλεσμα με την ανανέωση (άρθρο 436 ΑΚ), ενώ στη δεύτερη, αντίθετα, αφενός μεν διατηρείται η αρχική υποχρέωση και αφετέρου γεννιέται και νέα, ώστε ο δανειστής να έχει παράλληλα δύο απαιτήσεις, αλλά σύμφωνα με τη συναλλακτική καλή πίστη (άρθρο 288 ΑΚ) πρέπει να επιδιώξει, επιμελώς φερόμενος, κατ’ αρχήν την ικανοποίηση του από τη νέα υποχρέωση του οφειλέτη και μόνον αν δεν το κατορθώσει μπορεί να ασκήσει την αρχική του απαίτηση, παρεχομένης διαφορετικά στον οφειλέτη της αντίστοιχης αναβλητικής ένστασης. Επίσης, με τη διάταξη του άρθρου 421 του ΑΚ καθιερώνεται ερμηνευτικός κανόνας ότι, εφόσον δεν προκύπτει σαφώς το αντίθετο, η ανάληψη της νέας υποχρέωσης θεωρείται ότι γίνεται «χάριν» και όχι «αντί» καταβολής, πράγμα που ανταποκρίνεται και στο συνήθως σκοπούμενο, γιατί ο συνετός δανειστής δύσκολα μπορεί να συμφωνήσει στην απόσβεση της απαίτησής του, εμπιστευόμενος απλώς τη νέα υπόσχεση του οφειλέτη, έστω και αν αφορά άλλη παροχή. Ειδικότερα, η παράδοση από τον οφειλέτη συναλλαγματικών ή επιταγών δεν αποτελεί καταβολή ούτε δόση αντί καταβολής και αυτό γιατί ο δανειστής που έχει στην κατοχή του τη σχετική συναλλαγματική ή την επιταγή δεν έχει ακόμη ικανοποιηθεί, αφού δεν έγινε ούτε κύριος του αντίστοιχου ποσού, ούτε δε στην περίπτωση της επιταγής απέκτησε αξίωση κατά της πληρώτριας τράπεζας για καταβολή. Έτσι, με το να παραδοθούν οι συναλλαγματικές ή οι επιταγές στο δανειστή δεν επέρχεται απόσβεση της απαίτησής του, η δε συγκατάθεση του στην παράδοση τους σημαίνει, κατά κανόνα, μόνον ότι είναι σύμφωνος και με αυτόν τον τρόπο πληρωμής. Ο οφειλέτης θα ελευθερωθεί, εφόσον δεν ορίστηκε σαφώς το αντίθετο, πράγμα που οφείλει αυτός να αποδείξει, μόνον όταν γίνει η πραγματική καταβολή του σχετικού χρηματικού ποσού στο δανειστή (βλ. ΑΠ 79/2011, ΕλλΔνη 2011 1387, ΑΠ 426/2004 ΕλλΔνη 2006 166, Εφ. Πειρ. 3/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΙΙ.Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 3, 9, 11, 15, 17, 21 και 28 του ν. 5325/1932 “περί συναλλαγματικής και γραμματίου εις διαταγήν” προκύπτει ότι η ενοχή από συναλλαγματική είναι μεν αναιτιώδης, αφού η αιτία της έκδοσής της δεν αποτελεί στοιχείο του κύρους της και συνεπώς ούτε της αγωγής προς πληρωμή της, όμως ο οφειλέτης από συναλλαγματική, όπως προπάντων είναι ο αποδέκτης της, μπορεί να επικαλεσθεί και να αποκαλύψει την εσωτερική (υποκείμενη ή βασική) σχέση που τον συνδέει με τον εκδότη, προβάλλοντας την ένσταση ότι δεν υπάρχει αιτία για την έκδοση ή την οπισθογράφηση της συναλλαγματικής, είτε διότι αυτή ήταν εξ αρχής ανύπαρκτη, παράνομη, ανήθικη ή ελαττωματική (λχ. εικονική), είτε διότι έληξε ή δεν επακολούθησε, οπότε αν η ένστασή του αποδειχθεί, καθίσταται ανενεργός η αξίωση από τη συναλλαγματική και ο οφειλέτης ελευθερώνεται αφού διαφορετικά η πληρωμή της συναλλαγματικής θα οδηγούσε σε αδικαιολόγητο σε βάρος του πλουτισμό του εκδότη της συναλλαγματικής κατά τα άρθρ. 904 επ. ΑΚ (βλ. ΑΠ 1/2017 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1266/2011 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 2200/2014 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ Εφ. Θεσ 2154/2017 Δημοσίευση Qualex).

ΙΙΙ.Κατά το άρθρο 632 του KΠολΔ η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αποτελεί ειδική μορφή της ανακοπής των άρθρων 583 επ. του  KΠολΔ και ασκείται όπως η αγωγή. Το δικόγραφό της πρέπει να περιέχει με τρόπο σαφή και ορισμένο όλες τις ενστάσεις κατά του κύρους της διαταγής πληρωμής, ενώ στην ανοιγόμενη με την ανακοπή δίκη δεν εκδικάζεται καθολικά η υπόθεση, αλλά στο μέτρο των λόγων της ανακοπής. Οι λόγοι αυτοί, συνδυαζόμενοι με το αίτημα της ανακοπής, προσδιορίζουν την έκταση της εκκρεμοδικίας και οριοθετούν δεσμευτικώς το αντικείμενο της δίκης επί της ανακοπής (ΟλΑΠ 10/1997). Ειδικότερα το δικόγραφο της ανακοπής πρέπει να περιέχει τους λόγους αυτής, δηλαδή να προσδιορίζει την έλλειψη εκείνων των ουσιαστικών ή διαδικαστικών προϋποθέσεων που δικαιολογούν την ακύρωση της διαταγής πληρωμής. Νέοι λόγοι ανακοπής δεν επιτρέπεται να προταθούν από τον ανακόπτοντα, για πρώτη φορά στο Εφετείο, ακόμα και αν αυτοί αφορούν ισχυρισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 269 και 527 του KΠολΔ, γιατί έναντι των εν λόγω διατάξεων, κατισχύει ως ειδικότερη η διάταξη του άρθρου 585 παρ. 2 εδ. β` του KΠολΔ, κατά την οποία νέοι λόγοι ανακοπής μπορούν να προταθούν μόνο με πρόσθετο δικόγραφο, που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή και κοινοποιείται οκτώ ημέρες πριν από τη συζήτηση (ΑΠ 1779/2001, 892/1990). Έτσι, μόνο το περιεχόμενο της ως άνω ανακοπής και εκείνο των, τυχόν κατά τον προεκτεθέντα τρόπο, ασκηθέντων πρόσθετων λόγων της οριοθετεί το αντικείμενο της δίκης επί της ανακοπής, ακόμη και αν πρόκειται για αιτιάσεις που ανάγονται στο κατά νόμο παραδεκτό της εκδόσεως της διαταγής πληρωμής. Ούτε επιτρέπεται συμπλήρωση του περιεχομένου των λόγων της ανακοπής με τις προτάσεις, ή την έφεση, τους πρόσθετους λόγους αυτής και την αναίρεση (ΑΠ 925/2020, 1298/2018, 1943/2009, 1098/2008, 1313/2007, 339/2006, 50/2004 α’ δημ. ΝΟΜΟΣ, Εφ Αθ. 653/2022 ΝΟΜΟΣ).

Στην κρινόμενη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, ……….. και ……. που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου εκείνου, την με αριθμό ………./16.3.2018 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ………, που λήφθηκε επιμελεία των ανακοπτόντων και ήδη εφεσίβλητων ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών ………, μετά από νόμμιμη κλήτευση της καθής η ανακοπή, εκκαλούσας, όπως προκύπτει από την με αριθμό …./13.3.2018 έκθεση επίδοσης που συνέταξε η Δικαστική Επιμελήτρια στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς ………,  και από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη ως πρόσφορα είτε για πλήρη απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του από 24.11.2011 ιδιωτικού συμφωνητικού εμπορικής συνεργασίας και υπομίσθωσης η καθής η ανακοπή εκμίσθωσε στην πρώτη ανακόπτουσα το πρατήριο πώλησης υγρών καυσίμων, που βρίσκεται στο ……. Αττικής, επί της οδού …………., και παράλληλα την προμήθευε κατά αποκλειστικότητα με υγρά καύσιμα, ορυκτέλεια, λιπαντικά και λοιπά πετρελαιοειδή προιόντα, τα οποία η τελευταία μεταπωλούσε στο καταναλωτικό κοινό. Ακόμα, δυνάμει του από 23.11.2011 ιδιωτικού συμφωνητικού, η πρώτη ανακόπτουσα αναγνώρισε και αποδέχθηκε, σωρευτικά με την κοινωνία «Κληρονόμων ………», και η δεύτερη ανακόπτουσα εγγυήθηκε υπερ της καθής, μέρος της οφειλής της κοινωνίας, ποσού 200.000 ευρώ, από το συνολικό ποσό οφειλής των 318.230,05 ευρώ. Ανέλαβε δε την υποχρέωση να καταβάλει στην καθής σε τέσσερις άτοκες ετήσιες δόσεις, ποσού τριάντα χιλιάδων ευρώ η καθεμία από τις τρεις πρώτες και ποσού εκατόν δέκα χιλιάδων ευρώ η τέταρτη, αρχίζοντας από την υπογραφή του συμφωνητικού. Για την πιο εύκολη είσπραξη της παραπάνω οφειλής των διακοσίων χιλιάδων ευρώ και των δόσεών της, συμφωνήθηκε, οτι η πρώτη ανακόπτουσα θα αποδεχθεί πέντε συναλλαγματικές, λήξεως στις αντίστοιχες ημερομηνίες των πιο πάνω δόσεων, εκδόσεως και πληρωτέες σε διαταγή της καθής, ήτοι, τέσσερις συναλλαγματικές ποσού τριάντα χιλιάδων ευρώ η καθεμία και μια συναλλαγματική ποσού ογδόντα χιλιάδων ευρώ,. Ρητά δε συφωνήθηκε οτι η μη πληρωμή έστω και μιας δόσης και της αντίστοιχης συναλλαγματικής καθιστά ληξιπρόθεσμες και άμεσα απαιτητές όλες τις υπόλοιπες. Επιπλέον συμφωνήθηκε οτι χάριν καταβολής και προς ασφάλεια της οφειλής της πρώτης ανακόπτουσας που προέρχεται από την αναγνώριση και την σωρευτική αποδοχή του χρέους της κοινωνίας «κληρονόμων ……….» προς την καθής η ανακοπή και για πάσης φύσεως απαιτήσεις της, υπάρχουσες ή μέλλουσες που απορρέουν από την παραπάνω σύμβαση ή από οποιαδήποτε άλλη οικονομική ή εμπορική μεταξύ τους συναλλαγή, η πρώτη ανακόπτουσα θα αναλάβει την υποχρέωση να αποδεχθεί και η δεύτερη να τριτεγγυηθεί μια συναλλαγματική όψεως, με προθεσμία εμφάνισης πέντε (5) ετών από την έκδοσή της, πληρωτέα σε διαταγή της καθής, ποσού 200.000 ευρώ. Σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων, η καθης η ανακοπή εξέδωσε μια συναλλαγματική όψεως, ποσού 200.000 ευρώ, με ημερομηνία έκδοσης 23.11.2011, πληρωτέα σε διαταγή της, εντός πέντε ετών από την έκδοσή της, την οποία αποδέχθηκε αυθημερόν η πρώτη ανακόπτουσα και τριτεγγυήθηκε η δεύτερη ανακόπτουσα. Εν συνεχεία εκδόθηκε η με αριθμό …../2017, ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, μετά την από 12.10.2017 σχετική αίτηση της καθής η ανακοπή, με την οποία υποχρεώθηκαν οι ανακόπτοντες να καταβάλλουν στην καθής, μετά απο περιορισμό της απαίτησής της, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 109.920,12 ευρώ, με βάση την ως άνω συναλλαγματική.

Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής τους, τον οποίο επαναφέρουν με τον πρώτο λόγο έφεσης, οι ανακόπτοντες ισχυρίστηκαν ότι αποδέχθηκαν και εξόφλησαν πέντε συναλλαγματικές που εξέδωσε  η καθής, ήτοι 4 συναλλαγματικές ποσού 30.000 ευρω έκαστη με ημερομηνία λήξης 23.11.2012, 23.11.2013, 23.11.2014 και 23.11.2015 και μια συναλλαγματική ποσού 80.000 ευρώ με ημερομηνία λήξης 31.10.2015 Ωστόσο, η  ως άνω προβληθείσα από τους ανακόπτοντες ένσταση (εξοφλήσεως) είναι αόριστη, σύμφωνα με όσα εκτίθενται και στη μείζονα σκέψη της παρούσας υπό στοιχείο Ι, γιατί δεν περιλαμβάνει σαφή έκθεση των γεγονότων που την θεμελιώνουν, ενόψει του ότι ουδόλως αναφέρονται, συγκεκριμένα, τα καταβληθέντα ποσά, ούτε ο χρόνος καταβολής καθενός από αυτά. Επιπλέον, ούτε η αποδοχή των συναλλαγματικών συνιστά καταβολή, καθόσον σύμφωνα με την έννοια του άρθρου 416 του ΑΚ, η απόσβεση της ενοχής επέρχεται με την καταβολή, δηλαδή με την εντελή εκπλήρωση του αρχικού σκοπού της ενοχής, που είναι η ικανοποίηση της απαιτήσεως του δανειστή. Η καταβολή πρέπει να είναι η προσήκουσα, δηλαδή να ανταποκρίνεται ποσοτικά και ποιοτικά προς το περιεχόμενο της υποχρεώσεως του οφειλέτη, γεγονός που δεν διασαφηνίζεται στην προκείμενη περίπτωση, ενώ σε περίπτωση αμφιβολίας δεν θεωρείται δόση ή υπόσχεση αντί καταβολής κατά τα άρθρα 419 και 421 του ΑΚ, αλλά γίνεται χάριν καταβολής, όπως προεκτέθηκε, στη ίδια ως άνω μείζονα σκέψη της παρούσας.  Επομένως, ενόψει του ότι, κατά τα προεκτεθέντα, δεν περιέχονται στην ως άνω ανακοπή όλα τα αναγκαία στοιχεία για τη θεμελίωση του ανωτέρω λόγου της (1ου), το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι η εν λόγω ανακοπή κατά το αντίστοιχο μέρος της είναι αόριστη, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, κατά συνέπεια ο σχετικός λόγος (1ος) της εφέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής τους, τον οποίο επαναφέρουν ως δεύτερο λόγο έφεσης, οι ανακόπτοντες ισχυρίστηκαν ότι κατά τον χρόνο αποδοχής της επίδικης συναλλαγής την 23.11.2011 δεν υπήρχε καμμία οφειλή της πρώτης ανακόπτουσας, ομόρρυθμης εταιρείας προς την καθής από οικονομική ή εμπορική συναλλαγή τους και επομένως η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής πρέπει να ακυρωθεί επειδή δεν υπάρχει αιτία για την έκδοσή της. Ο ως άνω λόγος ανακοπής είναι νόμιμος, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη της παρουσας υπό στοιχείο ΙΙ,  πρέπει όμως να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος, καθώς σύμφωνα με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν, η πρώτη ανακόπτουσα ήδη είχε αναδεχθεί σωρευτικά μέρος της οφειλής της κοινωνίας «Κληρονόμων…………..»  ποσού 200.000 ευρώ, προς εξασφάλιση και της οποίας εκδόθηκε η επίδικη συναλλαγματική. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε σιγή και χωρίς αιτιολογία τον ως ανω λόγο ανακοπής, ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει, αφού συμπληρωθούν οι αιτιολογίες της εκκαλουμένης με αυτές της παρούσας (άρθρο 534 του Κ.Πολ.Δ..), να απορριφθεί ο λόγος αυτός της έφεσης.

Περαιτέρω, από τα αποδεικτικά μέσα που ανωτέρω αναφέρθηκαν,αποδείχθηκε ότι περί τα τέλη Οκτωβρίου του έτους 2015, η πρώτη ανακόπτουσα έπαυσε να λειτουργεί το πρατήριο υγρών καυσίμων,  επί της οδού ………, στο ………. Αττικής. Με τον τρίτο λόγο της ανακοπής ο οποίος επαναφέρεται ως τρίτος λόγο έφεσης, οι ανακόπτοντες ισχυρίστηκαν ότι κατά τον χρόνο αυτό (Οκτώβριο 2015) η πρώτη ανακόπτουσα διατηρούσε απαιτήσεις κατά της καθής συνολικού ποσού 75.213 ευρώ, τις οποίες αναλυτικά παραθέτει στην ανακοπή της, ενώ οι απαιτήσεις της καθής σε βάρος της, οι οποίες ομοίως αναλυτικά παρατίθενται στην ανακοπή της, ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των 67.185 ευρώ, τις οποίες απαιτήσεις συμφώνησαν να συμψηφίσουν, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται πλέον οφειλή της πρώτης ανακόπτουσας προς την καθής, κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής. Ο ως άνω λόγος ο οποίος εκτιμήθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως ενσταση μερικής εξόφλησης, τυγχάνει απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, ως κατωτέρω αναπτύσσεται. Προς απόδειξη του ισχυρισμού τους οι ανακόπτοντες προσκομίζουν εκκαθαριστικό λογαριασμό της ΔΕΗ, για το χρονικό διάστημα 22.5.2015 έως 21.9.2015 ποσού 3.366 ευρώ, και λογαριασμό της ΕΥΔΑΠ για το χρονικό διάστημα 25.8.2015 έως 19.11.2015, ποσού 3.176 ευρώ. Επιπλέον προσκομίζουν και το από 31.10.2015 δελτίο αποστολής-τιμολόγιο προς την καθής η ανακοπή συνολικού ποσού, χωρίς Φ.Π.Α. 75.213  ευρώ. Στο τιμολόγιο αυτό αναγράφονται τα ακόλουθα «Εξοπλισμός 1, 50.798 ευρώ, ψευδοροφή Shop 1, 1550 ευρώ, πάγκος πωλήσεων 1, 500 ευρώ, ράφια 40 35 ευρώ έκαστο και σύνολο 1400 ευρώ, τέντα 15 μέτρα, 1, 2700 ευρώ, πιεστικό κρύου νερού (μεγ) 1, 2.400 ευρώ. σκούπα 2, 1350 ευρώ έκαστη, συνολο 2.700 ευρώ, πιεστικό κρυου νερού (μικ.) 1, 1400 ευρώ, αλουμίνια τζάμια πόρτα 1, 1000 ευρώ, air condition 1, 2500 ευρω και σύστημα εισροών-εκροών1, 8.265 ευρώ, το οποιο φέρεται να ενσωματώνει τις απαιτήσεις τους έναντι της καθής η ανακοπή, έγγραφο το οποίο δεν αρκεί για να αποδείξει οτι υπήρξε συμφωνία των διαδίκων και αποδοχή απόσβεσης των οφειλών αυτών από την καθής, αφού ουδεποτε παρέλαβε το ως άνω τιμολόγιο που εξέδωσε η πρώτη ανακόπτουσα. Ομοίως δε οι προσκομιζόμενοι λογαριασμοί, που ενσωματώνουν πάγια έξοδα καθε επιχείρησης δεν συνδέονται αποδεικτικά με οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων. Περαιτέρω, οι μάρτυρες των ανακοπτόντων, ………., (με ένορκη βεβαίωση) και ……… που εξετάστηκε στο ακροατήριο, μεταφέρουν όσα τους ιστόρησαν οι ανακόπτοντες για την διισχυριζόμενη συμφωνία τους με την καθής, χωρίς να έχουν ίδια γνώση, επιπλέον δε η ένορκη βεβαίωση αποτελεί πιστή αντιγραφή του κειμένου της κρινόμενης ανακοπής, ως προς τις εκατέρωθεν απαιτήσεις των διαδίκων, και επομένως οι σχετικές μαρτυρίες δεν είναι ικανές προς απόδειξη του ισχυρσιμού των ανακοπτόντων. Ο ισχυρισμός των ανακοπτόντων περί συμφωνίας επιστροφής «αέρα», που πλήρωναν υπό τη μορφή επιβάρρυνσης ενός λεπτού του ευρώ για καθε λίτρο καυσίμου που τους πωλούσε η καθής, ο οποίος είχε ενσωματωθεί στην τιμή χονδρικής, σύμφωνα με την κατάθεση του μάρτυρα των ανακοπτόντων στο ακροατήριο δεν κρίνεται βάσιμος καθώς δεν επιρρωνύεται από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη σαφή κατάθεση του μάρτυρα της καθής που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ……….., κατά την παράδοση του πρατηρίου, υπεγράφη πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής, χωρίς να συμφωνηθεί εξαγορά πάγιων στοιχείων της πρώτης ανακόπτουσας, τα οποία αναγράφονται στο προναφερθεν τιμολόγιο αυτής, από την καθής, αφού κανένα σχετικό έγγραφο συντάχθηκε. Ενισχυτικό δε του ισχυρισμού της καθής η ανακοπή οτι λόγω και της θέσης της ως εταιρείας εισηγμένης στο Χρηματιστήριο, αποτυπώνει εγγράφως τις όποιες συμφωνίες της, είναι το γεγονός οτι σε άλλο πρατήριο της κοινωνίας «Κληρονόμων ………..  », όπου υπήρξε εξαγορά των πάγιων στοιχείων της, υπήρξε έγγραφη συμφωνία των συμβαλλομένων. Κατά τα προεκτεθέντα οι ανακόπτοντες δεν ανταποκρίθηκαν στο βάρος απόδειξης του προβληθέντος ισχυρισμού τους, ορθώς επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εκτίμησε τις αποδείξεις και απέρριψε τον τρίτο λόγο ανακοπής ως ουσία αβάσιμο, συνακόλουθα τομοίως τυγχάνει απορριπτέος και ο τρίτος λόγος έφεσης.

Με τον τέταρτο λόγο της ανακοπής τους, τον οποίο επαναφέρουν ως τέταρτο λόγο έφεσης οι ανακόπτοντες ζητούν την ακύρωση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, επειδή η συμφωνία με την καθής, κατά την οποία η επίδικη συναλλαγματική δόθηκε προς ασφάλεια και για μελλοντικές πάσης φύσεως απαιτήσεις  της καθής, είναι άκυρη ως καταπλεονεκτική, καταχρηστική και άκυρη με τις ισχύουσες διατάξεις του ΑΚ και συνεπώς είναι άκυρη  και η επίδικη συναλλαγματική. Ο ως ανω λόγος ανακοπή ορθώς απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως αόριστος, δοθέντος οτι οι ανακόπτονες δεν αναφέρουν κανένα πραγματικό περιστατικό που θα μπορούσε να εδραιώσει το πραγματικό του κανόνα δικαίου που επικαλούνται.. Σημειώνεται δε οτι με το δικόγραφο της έφεσής τους επιχειρούν να συμπληρώσουν τον προβληθέντα λόγο ανακοπής, ισχυριζόμενοι οτι υπέγραψαν τόσο το συμφωνητικό της 23.11.2011, όσο και τις 5 συναλλαγματικές (εκτός της επίδικης) λόγω της ανάγκης τους και της απειρίας τους, προκειμένου να εξοφλήσουν μέρος της συνολικής οφειλής της κοινωνίας «Κληρονόμων ………», την οποία κληρονόμησαν, επιπλέον δε υπέγραψαν και την επίδικη συναλλαγματική, γεγονός που καθιστά την συμφωνία τους καταπλεονεκτική, συμπλήρωση η οποία είναι απαράδεκτη, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στη μείζονα σκέψη της παρούσας υπό στοιχείο ΙΙΙ.και επομένως ο τέταρτος λόγος έφεσης τυγχάνει απορριπτέος.

Με τις προηγηθείσες σκέψεις, αφού κρίθηκαν απορριπτέοι όλοι οι προβληθέντες λόγοι έφεσης, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση στο σύνολό της, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο και να καταδικαστούν οι ανακόπτοντες στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της καθής η ανακοπή, λόγω της απόρριψης της έφεσής τους (άρθρα 189 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 10.8.2020 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2020 έφεση κατά της με αριθμό  3860/2018  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, αντιμωλία των διαδίκων

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και την απορρίπτει κατ ουσίαν

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του με κωδικό ……….  παραβόλου Δημοσίου στο Δημόσιο Ταμείο

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους ανακόπτοντες στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της καθής η ανακοπή, την οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400)  ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  31 Αυγούστου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ