ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 445 /2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 2ο
Αποτελούμενο από την Δικαστή Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και από την Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας – εναγόμενης: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» και πρώην επωνυμία «………..» που εδρεύει στον Πειραιά Αττικής, οδός ……….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπυρίδων Αρώνη (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Της εφεσίβλητης – ενάγουσας: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» που εδρεύει στον … Αττικής, ……… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Δούναβη (ΑΜ ………. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).
Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 04.01.2021 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2021 και ειδικό …./2021 αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με την υπ’ αριθ. 541/2022 οριστική απόφασή του, δέχθηκε την αγωγή. Η εκκαλούσα– εναγόμενη προσέβαλε την απόφαση αυτή με την από 30.03.2022 έφεσή της που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./31.03.2022 και ειδικό …../31.03.2022, προσδιορίστηκε ενώπιον του Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./07.04.2022 και ειδικό ……/07.04.2022, για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας – εναγόμενης αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης – ενάγουσας δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 541/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία έγινε δεκτή η από 04.01.2021 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2021 και ειδικό …../2021 αγωγή της εφεσίβλητης – ενάγουσας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η έφεση ασκήθηκε μετά την 01.01.2016), δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα – εναγόμενη την 01.03.2022 (βλ. Την υπ’ αριθ. …./01.03.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …….), η δε κρινόμενη από 30.03.2022 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ήτοι την 31.03.2022, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …./31.03.2022 και ειδικό …../31.03.2022 της γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στη συνέχεια, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα – εναγόμενη το παράβολο των 100,00 ευρώ που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ.
Η ενάγουσα στην από 04.01.2021 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2021 και ειδικό …./2021 αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και η οποία παραδεκτώς κατ’ άρθρο 223 του ΚΠολΔ διορθώθηκε με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εξέθετε ότι είναι κάτοχος ακινήτου έκτασης 10.409 τ.μ. μη ηλεκτροδοτούμενης επιφάνειας που βρίσκεται στον ….. Αττικής, ότι για την έκταση αυτή χρεώνεται με δημοτικά τέλη καθαριότητας και φωτισμού, τα οποία προσδιορίζονται από την εναγόμενη, εναλλακτική αντί της Δ.Ε.Η. προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας του ακινήτου της, με την εφαρμογή συντελεστών που ορίζονται κατά τ.μ. με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου ….., και ακολούθως χρεώνονται από την εναγόμενη, συνεισπράττονται με τους λογαριασμούς κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος και αποδίδονται στον Δήμο ….., μετά την παρακράτηση της αμοιβής της εναγόμενης ύψους 2% επί των εισπραττόμενων ποσών, ότι αν και είχαν εκδοθεί οι σχετικές αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου ….. των ετών 2016 έως 2020, με τις οποίες καθορίζονταν διαφορετικός συντελεστής για τα 6.000 τ.μ. του ακινήτου της και διαφορετικός συντελεστής για τα υπόλοιπα 4.409 τ.μ. του ακινήτου της, η εναγόμενη από υπαιτιότητα των προστηθέντων οργάνων της υπολόγιζε και χρέωνε το σύνολο των 10.409 τ.μ. του ακινήτου της με τον υψηλότερο συντελεστή που είχε καθορισθεί για τα ακίνητα 6.000 τ.μ., με αποτέλεσμα να αυξάνει τα ποσά των οφειλόμενων τελών καθαριότητας και φωτισμού και συνακόλουθα την αμοιβή της ύψους 2% επί των εισπραττόμενων ποσών, ότι εξαιτίας αυτής της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς της εναγόμενης έχει υποστεί ζημία, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 5.743,78 ευρώ για το έτος 2016, στο ποσό των 6.481,23 ευρώ για το έτος 2017, στο ποσό των 6.348,96 ευρώ για το έτος 2018, στο ποσό των 6.358,60 ευρώ για το έτος 2019 και στο ποσό των 6.358,60 ευρώ για το έτος 2020, ήτοι στο συνολικό ποσό των 31.291,89 ευρώ, καθώς και ηθική βλάβη, αφού προσβλήθηκε η τιμή και η επαγγελματική της υπόληψη, προς αποκατάσταση της οποίας δικαιούται χρηματική ικανοποίηση. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησε, μετά από παραδεκτό κατ’ άρθρα 223, 295 και 297 του ΚΠολΔ περιορισμό του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγόμενης να της καταβάλει το ανωτέρω ποσό των 31.291,89 ευρώ ως αποζημίωση και το ποσό των 10.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτή υπέστη από την προαναφερόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά της, τα ποσά δε αυτά νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση, και να καταδικασθεί αυτή στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 541/2022 οριστική απόφασή του, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, αφού έκρινε ότι νομιμοποιείται παθητικώς η εναγόμενη για την άσκηση της αγωγής και ότι αυτή είναι ορισμένη και νόμιμη, εκτός από το αίτημα επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που κρίθηκε αόριστο, στη συνέχεια έκανε δεκτή την αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη και αναγνώρισε την υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει στην ενάγουσα ως αποζημίωση το ποσό των 31.291,89 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εκκαλούσα – εναγόμενη με την κρινόμενη από 30.03.2022 έφεσή της για τους περιεχόμενους σε αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, με σκοπό να απορριφθεί η εναντίον της αγωγή.
Με το Ν. 25/1975 «Περί υπολογισμού και τρόπου εισπράξεως δημοτικών και κοινοτικών τελών καθαριότητας και φωτισμού κ.λ.π.», όπως τροποποιήθηκαν ορισμένες διατάξεις του με το Ν. 429/1976, θεσπίστηκε από 01.01.1976 για όλους τους δήμους και τις κοινότητες νέο σύστημα βεβαίωσης και είσπραξης των δημοτικών και κοινοτικών τελών καθαριότητας και φωτισμού προκειμένου για τους ηλεκτροδοτούμενους από τη ΔΕΗ χώρους, με τη χρέωση αυτών από τη ΔΕΗ και τη συνείσπραξή τους με τους λογαριασμούς κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος. Το σύστημα αυτό συνίσταται κατά βάση, πλην των αναφερομένων στο νόμο εξαιρέσεων, στην από τη ΔΕΗ χρέωση και συνείπραξη μαζί με τους λογαριασμούς κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος και των αναλογούντων πιο πάνω τελών, τα οποία προσδιορίζει η ίδια με την εφαρμογή συντελεστών που ορίζονται κατά τ.μ. με κανονιστική απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία εγκρίνεται από το Νομάρχη, επί την επιφάνεια κάθε ανά μετρητή ηλεκτροδοτούμενου χώρου, όπως η επιφάνεια αυτή προκύπτει από τα υπάρχοντα στη ΔΕΗ για την ηλεκτροδότηση του χώρου στοιχεία ή από υποβαλλόμενες υπεύθυνες δηλώσεις. Με την εγγραφή αυτή στους καταλόγους της ΔΕΗ συντελείται κατά τη σχετική διάταξη του άρθρου 1 παρ. 9 του πιο πάνω νόμου η οριστική βεβαίωση των τελών χωρίς να απαιτείται η σύνταξη χρηματικού καταλόγου από το δήμο ή από την κοινότητα. Περαιτέρω με το άρθρο 10 του Ν. 1080/1980, όπως αυτός αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 παρ. 3 του Ν. 2130/1994, επετράπη στους Δήμους και στις Κοινότητες, να επιβάλουν υπέρ αυτών με σχετική απόφαση του συμβουλίου τους, φόρο επί των ηλεκτροδοτούμενων χώρων, σε κάθε στεγασμένο ή μη, χώρο οικιακού καταναλωτή ή καταναλωτή εμπορικής ή βιομηχανικής χρήσης, ο οποίος βρίσκεται στην περιφέρεια τους, ανά μετρητή παροχής ηλεκτρικού ρεύματος της ΔΕΗ. Ο φόρος βαρύνει τον υπόχρεο σε πληρωμή του λογαριασμού καταναλισκόμενου ηλεκτρικού ρεύματος που εκδίδεται στο όνομα του και συνεισπράττεται με αυτό ενιαίως από τη ΔΕΗ σε δόσεις ίσες προς τον αριθμό λογαριασμών που εκδίδονται κάθε χρόνο. Επίσης, με το άρθρο 24 του Ν. 2130/1993, επετράπη στους Δήμους και στις Κοινότητες να επιβάλλουν από την 1η Ιανουαρίου 1993 υπέρ αυτών, με σχετική απόφαση του συμβουλίου τους, τέλος, το οποίο υπολογίζεται επί της αξίας της ακίνητης περιουσίας που βρίσκεται εντός της διοικητικής τους περιφέρειας. Το τέλος αυτό βαρύνει τον κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους κύριο του ακινήτου και σε περίπτωση επικαρπίας ή νομής, τον επικαρπωτή ή τον νομέα, συνεισπράττεται δε, από τη ΔΕΗ σε δόσεις ίσες προς τον αριθμό των λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος που εκδίδονται κάθε χρόνο. Περαιτέρω, το άρθρο 25 παρ. 12 του Ν. 1828/1989 ορίζει ότι τα τέλη καθαριότητας και φωτισμού, που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 21 και 22 του β.δ.24-9/20.10.1958 και του άρθρου 4 του Ν.1080/1980 ενοποιούνται σε ενιαίο ανταποδοτικό τέλος. Το τέλος αυτό επιβάλλεται με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου για την αντιμετώπιση των δαπανών παροχή υπηρεσιών καθαριότητας και φωτισμού, καθώς και κάθε άλλης δαπάνης από παγίως παρεχόμενες στους πολίτες δημοτικές ή κοινοτικές υπηρεσίες ανταποδοτικού χαρακτήρα. Σύμφωνα δε με το άρθρο 1 του Ν. 25/1975, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάσταση της παραγράφου 1 με την παράγραφο 1 του άρθρου 185 του Ν. 4555/2018 και της παραγράφου 4 με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου και νόμου, «1. Το ενιαίο ανταποδοτικό τέλος καθαριότητας και φωτισμού επιβάλλεται σε κάθε ακίνητο που βρίσκεται εντός της διοικητικής περιφέρειας των δήμων και προορίζεται αποκλειστικά για την κάλυψη των πάσης φύσεως δαπανών που αφορούν την παροχή των υπηρεσιών της αποκομιδής και διαχείρισης των απορριμμάτων, του ηλεκτροφωτισμού των οδών, των πλατειών και του συνόλου των κοινοχρήστων χώρων, καθώς και κάθε άλλης, παγίως παρεχόμενης από τους δήμους, υπηρεσίας, που σχετίζεται ή είναι συναφής με αυτές. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο χρήση ή δέσμευση των πόρων που προέρχονται από την είσπραξη του ενιαίου ανταποδοτικού τέλους καθαριότητας και φωτισμού, για την κάλυψη οποιονδήποτε άλλων δαπανών και υποχρεώσεων. Το ενιαίο ανταποδοτικό τέλος καθαριότητας και φωτισμού υπολογίζεται επί της επιφάνειας του εκάστοτε ακινήτου και προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό των τετραγωνικών μέτρων αυτής επί του συντελεστή του ενιαίου ανταποδοτικού τέλους, ο οποίος ορίζεται, ανά κατηγορία χρήσεως των ακινήτων, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία παρέχει ακριβή, επίκαιρη και πλήρη αιτιολογία του καθορισμού των συντελεστών του τέλους στο προσήκον ύψος. … 2. … 4. Οι συντελεστές του ενιαίου ανταποδοτικού τέλους, που καθορίζονται με την απόφαση της παραγράφου 1 διακρίνονται σε γενικούς και ειδικούς συντελεστές. Οι γενικοί συντελεστές είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους, τρεις (3) κατ’ ελάχιστον και διαφοροποιούνται ανάλογα με τη χρήση κάθε ακινήτου ως εξής: Πρώτος συντελεστής: ακίνητα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για κατοικία. Δεύτερος συντελεστής: ακίνητα που χρησιμοποιούνται για κοινωφελείς, μη κερδοσκοπικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς. Τρίτος συντελεστής: ακίνητα που χρησιμοποιούνται για την άσκηση πάσης φύσης οικονομικής δραστηριότητας. Πέρα των ανωτέρω γενικών συντελεστών, το δημοτικό συμβούλιο δύναται να ορίσει ειδικούς συντελεστές, ως διαβαθμίσεις των γενικών συντελεστών, για συγκεκριμένες κατηγορίες ακινήτων, υπό την προϋπόθεση, ότι αυτό αιτιολογείται ειδικώς λόγω της επιφάνειας, της χρήσης τους ή της γεωγραφικής ζώνης στην οποία βρίσκονται ή άλλων ιδιαίτερων αντικειμενικών χαρακτηριστικών τους. Σε κάθε περίπτωση, κατά τον καθορισμό των γενικών και ειδικών συντελεστών λαμβάνονται υπόψη οι ιδιότητες των ακινήτων, όπως εμβαδό, στεγασμένο ή μη, χρόνος χρήσης, ο βαθμός κατά τον οποίο τα ακίνητα επιβαρύνουν τις παρεχόμενες από τον οικείο δήμο ανταποδοτικές υπηρεσίες, καθώς και την ευρύτερη λειτουργία αυτού. Ο εκάστοτε ανώτατος σε ύψος γενικός ή ειδικός συντελεστής δεν μπορεί να οριστεί πέραν του δεκαπλασίου του γενικού συντελεστή της κατοικίας. 5. …». Κατά το άρθρο 25 παρ. 12 του Ν. 1828/1989 το ενιαίο τέλος έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα, επιβαλλόμενο για την αντιμετώπιση των δαπανών των παρεχομένων από τους δήμους υπηρεσιών καθαριότητας των οδών, πλατειών και κοινοχρήστων εν γένει χώρων, περισυλλογής, αποκομιδής και διάθεσης απορριμμάτων, κατασκευής και λειτουργίας κοινοχρήστων αποχωρητηρίων, καθώς και φωτισμού των κοινοχρήστων χώρων, η δε απόφαση του δημοτικού συμβουλίου για τον καθορισμό, κατά κατηγορίες υπόχρεων, συντελεστών του τέλους αυτού ελέγχεται από την άποψη της ύπαρξης μιας, κατά προσέγγιση, αναλογικής σχέσης μεταξύ προβλεπομένων εσόδων και εξόδων των σχετικών δημοτικών υπηρεσιών. Για τη διενέργεια του ως άνω ελέγχου απαιτείται η κανονιστική απόφαση του δημοτικού συμβουλίου που ορίζει τους συντελεστές να αιτιολογείται επαρκώς, είτε στο κείμενό της, είτε με αναφορά στα στοιχεία που τη συνοδεύουν, με την παράθεση, ενόψει επικαίρων διαπιστώσεων και συγκεκριμένων στοιχείων, των προβλεπομένων εσόδων και εξόδων για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, κατά το χρόνο στον οποίο αφορά η απόφαση αυτή. Σύμφωνα με το καθιερωθέν με τον Ν. 25/1975 σύστημα υπολογισμού, το συνολικό ποσό της δαπάνης των δημοτικών υπηρεσιών καθαριότητας και φωτισμού, για την κάλυψη των οποίων επιβάλλεται το επίμαχο τέλος, επιμερίζεται μεταξύ των υπόχρεων όχι μετά από βεβαίωση ως προς κάθε έναν του βαθμού της χρήσης από αυτόν των παρεχομένων υπηρεσιών, αλλά με έμμεσο τρόπο επί τη βάσει, προκειμένου περί στεγασμένων χώρων, της επιφάνειας του εξυπηρετουμένου ακινήτου σε συνδυασμό με συντελεστή, ο οποίος καθορίζεται, κατ’ εξουσιοδότηση του ιδίου νόμου, με απόφαση του οικείου δημοτικού συμβουλίου αναλόγως, καταρχήν, με τη χρήση των εξυπηρετουμένων ακινήτων. Η ρύθμιση αυτή δεν παραβιάζει την αρχή της ανταποδοτικότητας και της ίσης μεταχείρισης, δεδομένου ότι το επίμαχο τέλος καταβάλλεται κατά νόμο για την κάλυψη όχι μόνον της δαπάνης αποκομιδής των απορριμμάτων που παράγουν οι κατοικίες και οι επιχειρήσεις, αλλά και των δαπανών για την εν γένει καθαριότητα, καθώς και τον φωτισμό των κοινοχρήστων χώρων των δήμων, υπηρεσίες οι οποίες, πέραν των κατοικιών που κείνται στην περιφέρεια του οικείου δήμου, εξυπηρετούν και τη λειτουργία των εγκατεστημένων στην ίδια περιοχή επιχειρήσεων και των προσώπων (προσωπικό, συνεργάτες, πελάτες) που αυτές συγκεντρώνουν, περαιτέρω δε, τα θεσπισθέντα ως άνω από το Ν. 25/1975 κριτήρια κατανομής της ανωτέρω συνολικής δαπάνης μεταξύ των υπόχρεων, δηλαδή, καταρχήν, το εμβαδόν και το είδος της χρήσης των ακινήτων, είναι αντικειμενικά και συναρτώνται, κατά κοινή πείρα, προς την έκταση της χρήσης, μικρής ή μεγάλης, των σχετικών δημοτικών υπηρεσιών (ΣτΕ 283/2022 ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1069/2019 ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1384/2018 ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 35/2017 ΝΟΜΟΣ). Η υποχρέωση καταβολής του τέλους ούτε την πραγματική χρησιμοποίηση της υπηρεσίας στην συγκεκριμένη περίπτωση προϋποθέτει κατ’ ανάγκην, ούτε την ακριβή αντιστοιχία μεταξύ ύψους τέλους και κόστους παρεχομένης υπηρεσίας, αφού αρκεί απλώς η δυνατότητα (ετοιμότητα) παροχής της υπηρεσίας και η κατ’ αρχήν κάλυψη των δαπανών της από το τέλος που καταβάλλουν οι χρήστες της (ΟλΣτΕ 2340/2017 ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1620/2012 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από τις ανωτέρω συνάγεται ότι η εγγραφή στους καταλόγους της ΔΕΗ συνιστά πράξη προσδιορισμού φόρου, και συνεπώς η πράξη αυτή υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, για πλημμέλειες που αφορούν στην ύπαρξη και στην έκταση των επιβαλλόμενων με αυτήν υποχρεώσεων προς τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΣτΕ 544/2004 ΝΟΜΟΣ, ΔΕφΠειρ 1975/2009 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, κύριο αντικείμενο της παρούσας δίκης είναι το ύψος της οφειλής της ενάγουσας για τέλη καθαριότητας και φωτισμού των ετών 2016 έως 2020, καθόσον, υπό τα εκτιθέμενα στην αγωγή, η ενάγουσα αμφισβητεί τόσο τον τρόπο υπολογισμού, όσο και το ύψος των οφειλόμενων από αυτήν τελών καθαριότητας και φωτισμού, τα οποία συνιστούν δημόσιο έσοδο, εισπραττόμενο κατ’ εξουσιοδότηση από την εναγόμενη, εναλλακτικό πάροχο ηλεκτρικής ενέργειας και προμηθευτή ηλεκτρικού ρεύματος του ακινήτου της ενάγουσας, το οποίο άπτεται διοικητικής διαφοράς ουσίας μεταξύ της ενάγουσας και του Δήμου Ασπρόπυργου, υπέρ του οποίου έχουν επιβληθεί τα εν λόγω τέλη και ο οποίος τυγχάνει φορέας της ένδικης αξίωσης. Αντιθέτως, δεν τυγχάνει φορέας της ένδικης αξίωσης η εναγόμενη, η οποία απλώς προσδιορίζει τα τέλη, με την εφαρμογή συντελεστών που ορίζονται κατά τ.μ. με κανονιστικές αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Ασπρόπυργου, επί την επιφάνεια κάθε ανά μετρητή ηλεκτροδοτούμενου χώρου, όπως η επιφάνεια αυτή προκύπτει από τα υπάρχοντα στη ΔΕΗ ή στον εναλλακτικό πάροχο για την ηλεκτροδότηση του χώρου στοιχεία, που γνωστοποιούνται από τον οικείο Δήμο, δοθέντος ότι η εγγραφή της ενάγουσας στους καταλόγους της ΔΕΗ ή των εναλλακτικών παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας για οφειλή δημοτικών τελών, δημοτικού φόρου και ΤΑΠ, συνιστά πράξη προσδιορισμού φόρου, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη. Πρέπει δε να επισημανθεί ότι δεν είναι αντικείμενο της υπό κρίση διαφοράς η ύπαρξη και το περιεχόμενο της καταρτισθείσας μεταξύ των διαδίκων σύμβασης παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, ούτε αυτή αφορά σε έριδα μεταξύ των διαδίκων σχετικά με τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συμβαλλομένων μερών στη σύμβαση παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, ώστε να υφίσταται διαφορά ιδιωτικού δικαίου (βλ. ΕφΠατρ 16/2021 ΝΟΜΟΣ). Κατόπιν τούτων, η υπό κρίση αγωγή τυγχάνει απαράδεκτη και εντεύθεν απορριπτέα λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης της εναγόμενης, καθόσον φορέας της ένδικης αξίωσης τυγχάνει ο Δήμος Ασπρόπυργου, υπέρ του οποίου επιβλήθηκαν τα αμφισβητούμενα ποσά των οφειλόμενων τελών καθαριότητας και φωτισμού των ετών 2016 έως 2020, και όχι η εναγομένη, η οποία είναι αρμόδια μόνο για την είσπραξή τους, κατά τα προαναφερθέντα. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι νομιμοποιείται παθητικώς η εναγόμενη για την άσκηση της κρινόμενης αγωγής και στη συνέχεια έκανε αυτή δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη, εσφαλμένως ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο, όπως υποστηρίζεται και από την εκκαλούσα – εναγόμενη με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση έφεσης που κρίνεται ουσιαστικά βάσιμος. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή κατ’ ουσίαν η κρινόμενη από 30.03.2022 έφεση και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 541/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, να διακρατηθεί και να δικαστεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και να απορριφθεί η από 04.01.2021 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2021 και ειδικό …../2021 αγωγή ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης της εναγόμενης. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του παραβόλου για το παραδεκτό της έφεσης που προκατέβαλε η εκκαλούσα – εναγόμενη, λόγω της νίκης της, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε’ του ΚΠολΔ, ενώ τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας – εναγόμενης, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, πρέπει να επιβληθούν, σε βάρος της εφεσίβλητης – ενάγουσας, λόγω της ήττας της, κατ’ άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 30.03.2022 έφεση, κατά της υπ’ αριθ. 541/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.
Κρατεί και δικάζει την από 04.01.2021 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2021 και ειδικό …/2021 αγωγή.
Απορρίπτει την αγωγή.
Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα – εναγόμενη του παραβόλου υπέρ Δημοσίου με αριθμό ……../2022 ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού εκατό (100,00) ευρώ.
Καταδικάζει την εφεσίβλητη – ενάγουσα στα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας – εναγόμενης, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων πενήντα (850,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 16.8.2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ