Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 456/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης    456/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της εκκαλούσας: ……………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Χριστίνα Κολιάτου (από τη δικηγορική εταιρεία «ΨΑΡΑΚΗΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ»),

Των εφεσίβλητων: 1) Της εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία “………….”, με έδρα το ……… Ιρλανδίας, …………. η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 2) Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………» και τον διακριτικό τίτλο “……….”, πρώην «………..» με διακριτικό τίτλο “…………..”, που εδρεύει στο … Αττικής, επί της οδού …………., με ΑΦΜ ……….., ως νομίμως εκπροσωπείται, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας, αντικλήτου και νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας με την επωνυμία “…………..”, με έδρα το Δουβλίνο Ιρλανδίας, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Γαρυφαλλιά Γιαννακούρου.

Η εκκαλούσα άσκησε κατά των εφεσίβλητων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 31.1.2022 (με Γ.Α.Κ. …../2022 και Ε.Α.Κ. ……/2022) ανακοπή κατά της εκτέλεσης, επί της οποίας (ανακοπής) εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων η 1840/2022 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου (ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών), που απέρριψε αυτή.

Η ανακόπτουσα προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση με την από 4.7.2022 (με Γ.Α.Κ. …../2022 και Ε.Α.Κ. …./2022) έφεσή της που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 6.7.2022. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε αυθημερόν στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …../2022, οπότε δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η έφεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παρόντων διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου νομίμως φέρεται προς συζήτηση η από 4.7.2022 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …./2022 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2022 και Ε.Α.Κ. …./2022) έφεση της ………. κατά της εδρεύουσας στο …….. Ιρλανδίας εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία “…………….” και της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “…………….» (πρώην με την επωνυμία «…………….») ως διαχειρίστριας, αντικλήτου και νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εφεσίβλητης προς εξαφάνιση της 1840/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών). Το παραπάνω Δικαστήριο δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, αφού έκρινε ότι έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα (κατ’ άρθρο 934 παρ.1 στοιχ.α’ εδ.α’ ΚΠολΔ), απέρριψε την από 31.1.2022 (με Γ.Α.Κ. ……/2022 και Ε.Α.Κ. ……./2022) ανακοπή της εκκαλούσας προς ακύρωση α) της από 12.11.2021 επιταγής προς πληρωμή της δεύτερης των καθ’ων η ανακοπή- ήδη β’ εφεσίβλητης κάτωθι αντιγράφου του υπ’ αριθ. ………/2013 πρώτου απογράφου εκτελεστού της υπ’ αριθ. ……./2013 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και β) της υπ’ αριθ. ……./17.12.2021 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών …………….., δυνάμει της οποίας εκτίθεντο σε αναγκαστικό πλειστηριασμό, στις 27.7.2022, τα επαρκώς περιγραφόμενα στην ανακοπή ακίνητα ιδιοκτησίας της εκκαλούσας, προκειμένου να ικανοποιηθεί σε βάρος της απαίτηση απορρέουσα από την υπ’ αριθ. ………/2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε κατόπιν αίτησης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……………..». Από την προσκομιζόμενη από την εκκαλούσα υπ’ αριθ. ……../7-7-2022 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ……………. αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της ένδικης εφέσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο επιδόθηκε στην πρώτη εφεσίβλητη, μέσω της δεύτερης εφεσίβλητης ως διαχειρίστριας, αντικλήτου και νομίμου εκπροσώπου της νόμιμα κατ’ άρθρο 129 παρ1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 του ίδιου Κώδικα. Ωστόσο, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο κατά την παραπάνω δικάσιμο, η πρώτη εφεσίβλητη δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Ως εκ τούτου, η πρώτη εφεσίβλητη δικάζεται ερήμην, πλην όμως θεωρείται εκπροσωπούμενη από τη δεύτερη εφεσίβλητη αδειοδοτημένη εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, καθώς το άρθρο 2 παρ. 4 του Ν. 4354/2015, εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις που η διαχείριση των απαιτήσεων έχει αναληφθεί με βάση τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 14 του Ν. 3156/2003  (βλ. ΟλΑΠ 1/2023, ΕφΛαρ 22/2023 στην ΤΝΠ Νόμος). Η έφεση έχει ασκηθεί νόμιμα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 του αυτού Κώδικα, καθώς δεν αποδεικνύεται επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης από τον ένα διάδικο στον άλλο, ενώ από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης στις 6.6.2022 μέχρι την άσκηση του ένδικου μέσου στις 6.7.2022 δεν παρήλθε διετία. Επομένως η ένδικη έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 περ.α’ ΚΠολΔ εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για να δικασθεί με την και πρωτοδίκως εφαρμοσθείσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό του ένδικου μέσου έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα κατ’ άρθρο 495 παρ.3Α στοιχ.β’ ΚΠολΔ το με κωδικό …….. e-Παράβολο του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. το συνημμένο στο εφετήριο αντίγραφο του e-παράβολου και την από 4.7.2022 βεβαίωση εξόφλησης αυτού από την Τράπεζα Πειραιώς winbank).

Περαιτέρω, με την υπό κρίση έφεση η εκκαλούσα-ανακόπτουσα υποστηρίζει ότι κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και με μη ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε όλους τους λόγους της ανακοπής της και ζητεί κατά παραδοχή αυτών, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να γίνει δεκτή καθ’ ολοκληρίαν η με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/31-1-2022 ανακοπή της και να ακυρωθούν οι ως άνω προσβαλλόμενες από 12.11.2011 επιταγή προς πληρωμή και υπ’ αριθ. ……/17.12.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …………, καταδικαζομένης της εκκαλούσας στα δικαστικά της έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας. Ειδικότερα, με τον πέμπτο λόγο της υπό κρίση έφεσης, η εκκαλούσα διαλαμβάνει ότι στο πλαίσιο του τέταρτου λόγου της ανακοπής της ζήτησε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την ακύρωση των ανακοπτόμενων πράξεων λόγω μη συγκοινοποίησης σε αυτή, με την ως άνω επιταγή προς πληρωμή, της επίμαχης σύμβασης διαχείρισης από τη δεύτερη των καθ’ ων στο πλαίσιο του άρθρου 925 ΚΠολΔ, προκειμένου να προχωρήσει σε βάρος της ανακόπτουσας η εκτέλεση προς ικανοποίηση της απαίτησης για την οποία είχε εκδοθεί η υπ’ αριθ. ……/2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αίτηση της «…………..», της οποίας ειδική διάδοχος με πώληση κατ’ άρθρο 10 παρ.8 του ν.3156/2003 φερόταν η πρώτη καθ’ης η ανακοπή, την οποία φερόταν να εκπροσωπεί ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος η δεύτερη καθ’ης η ανακοπή κατ’ άρθρο 10 παρ.14 και 16 του ίδιου νόμου. Ότι κατ’ αντιστοιχία και με βάση τα όσα είχε αναπτύξει στον δεύτερο λόγο της ανακοπής της, ανέφερε ότι η δεύτερη καθ’ ης η ανακοπή της συγκοινοποίησε τα υπό στοιχεία δ’ και ε’ έγγραφα, ήτοι (δ) απόσπασμα της από 18.6.2019 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων (άρθρο 10 παρ.14 και 16 του Ν. 3156/2003) που καταρτίστηκε μεταξύ της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………….», ήδη με την επωνυμία «……………..», με δ.τ. “………….”, αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με τον ν. 4354/2015 (δεύτερη καθ’ης η ανακοπή) και της ως άνω αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία “…………..” (πρώτη καθ’ης η ανακοπή), δυνάμει της οποίας η “……………” ανέλαβε την τήρηση των πάσης φύσεως στοιχείων καθώς και τη διαχείριση και είσπραξη των απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν, για λογαριασμό της πιο πάνω αλλοδαπής εταιρείας και η οποία καταχωρίσθηκε με αριθ. πρωτ. ……/18.6.2019 στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τόμος …… με α.α. ……) σε συνδυασμό με το (ε) από 17/6/2019 πληρεξούσιο του συμβολαιογράφου Ιρλανδίας …………….., μετά τη συνημμένης επίσημης μετάφρασης στην ελληνική γλώσσα. Ότι από τα ως άνω έγγραφα προκύπτει ότι η εταιρεία ειδικού σκοπού- πρώτη καθ’ης ανέθεσε στη δεύτερη καθ’ης τη διαχείριση κάποιων απαιτήσεών της και οι ειδικότερες εξουσίες τις οποίες της ανέθεσε, ωστόσο δεν προκύπτει ποιες είναι οι εν λόγω απαιτήσεις των οποίων η διαχείριση ανατίθεται και ειδικότερα, δεν προκύπτει ότι της ανατέθηκε η διαχείριση της απαίτησης από την ένδικη σύμβαση πίστωσης κατά της ανακόπτουσας πρωτοφειλέτριας. Ότι όπως προκύπτει από τα παραπάνω, πουθενά δεν γίνεται μνεία στην περίληψη της σύμβασης διαχείρισης ποιων απαιτήσεων η διαχείριση ανατίθεται στη δεύτερη καθ’ης, κάτι που θα ήταν πιο σαφές εφόσον γινόταν παραπομπή σε σχετικό παράρτημα, ούτε υπάρχει αναφορά στο ως άνω έγγραφο ότι η πρώτη καθ’ης ανέθεσε στη δεύτερη, τη διαχείριση όλων των απαιτήσεων που απέκτησε από την επίμαχη σύμβαση πώλησης σε αυτή απαιτήσεων από την “………………”. Ότι καμία αναφορά σε απαιτήσεις (των οποίων ανατίθεται η διαχείριση) δεν γίνεται στο κοινοποιηθέν έγγραφο, καμία παραπομπή σε έτερο έγγραφο, καμία αναφορά έστω σε ομάδα απαιτήσεων, ούτε και αναφορά ότι η πρώτη καθ’ης ανέθεσε στη δεύτερη το σύνολο των απαιτήσεών της. Ότι από τα συγκοινοποιούμενα, λοιπόν, έγγραφα δεν προκύπτει αν η δεύτερη καθ’ης είναι πράγματι διαχειρίστρια της επίμαχης απαίτησης, ούτε, όμως και στην ανακοπτόμενη επιταγή προς πληρωμή γίνεται οποιαδήποτε μνεία σχετικά με τις απαιτήσεις των οποίων η διαχείριση ανατίθεται στη δεύτερη καθ’ης-ήδη δεύτερη εφεσίβλητη. Ότι η εκκαλούμενη απόφαση που απέρριψε τον ανωτέρω προβαλλόμενο λόγο ανακοπής εσφαλμένως ερμήνευσε και εφάρμοσε το άρθρο 925 ΚΠολΔ, ενώ έπρεπε να τον δεχθεί. Σχετικά με τον λόγο αυτό ανακοπής λεκτέα τυγχάνουν τα εξής: Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 924 παρ. 1 ΚΠολΔ, η επιταγή για εκτέλεση ως πρώτη πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης και συνάμα της προδικασίας της, πρέπει απαραίτητα να επιδίδεται στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, ενώ από τη διάταξη του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, σαφώς προκύπτει ότι ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου (δανειστή), ο οποίος δεν αναφέρεται στον εκτελεστό τίτλο και δικαιούται κατ’ άρθρο 919 παρ. 2 ΚΠολΔ ή άλλη ειδική διάταξη να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση, υποχρεούται για το έγκυρο της αναγκαστικής εκτέλεσης που ενεργείται απ’ αυτόν, να κοινοποιήσει στον καθ’ ου η εκτέλεση νέα επιταγή, ακόμη και αν έχει κοινοποιηθεί προηγουμένως επιταγή από τον αναφερόμενο στον εκτελεστό τίτλο αρχικό δικαιούχο, καθώς και τα νομιμοποιητικά της διαδοχής του έγγραφα, είτε αυτά είναι δημόσια, είτε ιδιωτικά, τόσο για την έναρξη όσο και για τη συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η υποχρέωση αυτή είναι ανεξάρτητη και πρέπει να γίνεται ακόμα και όταν ο καθ’ ου η εκτέλεση γνωρίζει για την επελθούσα διαδοχή. Απαιτείται δε η επίδοση ολόκληρων των εγγράφων και όχι αποσπασμάτων. Αυτά πρέπει να κοινοποιούνται ως πρωτότυπα επίσημα έγγραφα, μη αρκούσης, της απλής μνείας τούτων στην επιταγή. Η παράβαση του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ συνεπάγεται ακυρότητα της εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου ότι η φράση του νόμου «δεν δύναται να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση» είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας. Τυχόν ακυρότητα της επιταγής που επέδωσε ο αρχικός δικαιούχος δεν επιδρά στο κύρος της νέας επιταγής, η οποία έχει αυτοτέλεια έναντι της προηγούμενης. Παρά τα ανωτέρω, στην περίπτωση της διαδοχής του δικαιούχου λόγω σύμβασης μεταβίβασης των τιτλοποιούμενων τραπεζικών απαιτήσεων κατά τους ορισμούς των ν. 4354/2015 και 3156/2003, με δεδομένη τη συνθετότητα και την έκταση των επιμέρους πράξεων, από τις οποίες απαρτίζεται η μεταβίβαση των απαιτήσεων και εν συνεχεία η ανάθεση της διαχείρισης αυτών, άρα και των αντιστοίχων εγγράφων που την πιστοποιούν, η απαίτηση συγκοινοποίησης στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 925 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, ολόκληρων των σχετικών συμβάσεων μεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, εκτός του ότι δεν συμπορεύεται με το πνεύμα της ρύθμισης του ανωτέρω άρθρου 925 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, είναι ιδιαιτέρως πολυτελής, εξόχως δαπανηρή, στείρα τυπολατρική και παρεμβάλει σοβαρά εμπόδια στην εκτελεστική διαδικασία, παρεμποδίζοντας αδικαιολογήτως την πρόσβαση σε αυτήν των δανειστών. Η αναγκαστική εκτέλεση θέτει μεν συνήθως τον τύπο πριν από την ουσία, όχι, όμως, σε βαθμό που να εγγίζει τα όρια της κατάχρησης. Κατ’ ανάγκη λοιπόν, θα πρέπει να επιλεγούν εκείνα μόνο τα έγγραφα, που αποδεικνύουν την συντέλεση της μεταβίβασης και στοιχειοθετούν τη νομιμοποίηση του επισπεύδοντος (π.ρ.β.λ.. Α.Π. 345/2006 στην Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Καθώς δε τα αποτελέσματα της μεταβίβασης επέρχονται αυτοδικαίως εκ του νόμου και χωρίς άλλη διατύπωση και έναντι τρίτων από την καταχώριση της κάθε σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000, είναι προφανές ότι και η νομιμοποίηση της εταιρίας που αναλαμβάνει τη διαχείριση των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων αρχίζει ακριβώς από τότε. Άρα, τα έγγραφα, που πιστοποιούν τις ανωτέρω πράξεις και ολοκληρώνουν τη μεταβίβαση και την ανάθεση της διαχείρισης, είναι τα μόνα κρίσιμα και θα πρέπει να συγκοινοποιούνται στον οφειλέτη με την επιταγή. Όλα τα υπόλοιπα, οσηδήποτε σπουδαιότητα και σοβαρότητα αν παρουσιάζουν για τη διαδικασία της μεταβίβασης καθ’ εαυτή, δεν παύουν να αποτελούν στοιχεία που αφορούν στις εσωτερικές σχέσεις των εταιρειών. Τα έγγραφα που νομιμοποιούν, συνεπώς, την εταιρία που ανέλαβε τη διαχείριση των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων, είναι η καταχώριση σε περίληψη που περιέχει τα ουσιώδη στοιχεία των συμβάσεων μεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 2844/2000, ήτοι η δημοσίευση του εντύπου που καθορίστηκε με την υπ’ αριθ. 161/337/2003 (ήδη Υ.Α. 207/2020) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης στο ενεχυροφυλακείο του τόπου της κατοικίας ή της έδρας του μεταβιβάζοντος, με το σχετικό απόσπασμα των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων, απ’ όπου θα φαίνεται η καταχώριση της μεταβίβασης της απαίτησης του καθ’ ου η εκτέλεση. Η κοινοποίηση των εγγράφων αυτών είναι αρκετή και ανταποκρίνεται πλήρως στη νομοτυπική μορφή των εγγράφων που αξιώνει το άρθρο 925 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. (ΜονΕφΠειρ 352/2022 στην efeteio-peir.gr, ΕφΘεσ. 177/2022, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ. 160/2022 αδημ, Εφ.Πειρ. 574/2020, Εφ.Πειρ. 557/2020, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Θεσ. 1643/2019, αδημ, Π. Γιαννόπουλο, Η Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις ως μη δικαιούχος διάδικος στη διαγνωστική δίκη και στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης – Κριτική επισκόπηση των ρυθμίσεων του Ν. 4354/2015 και de lege ferenda προτάσεις, Αρμ 2019/233 επ, Ν. Κατηφόρης σχόλιο κάτωθι Μ.Π.Ναξ. 57/2020, Ε.Πολ.Δ. 2020, σ. 432 επ, αντίθετα Κ. Παπαχρήστου – Δημητράς, Η νομιμοποίηση των διαδίκων στην πολιτική δίκη, έκδ. 2021, σ. 137-140 με παραπομπές σε σύγχρονη νομολογία πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων, Γ. Αποστολάκης, Ζητήματα από την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση των εταιρειών διαχειρίσεως απαιτήσεων από τραπεζικά δάνεια, Επ.Α.Κ. 2021, σ. 703-704). Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.2 του ν. 4354/2015, η σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης των απαιτήσεων υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο και περιλαμβάνει κατ` ελάχιστο περιεχόμενο μεταξύ άλλων, «α. Τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε απαίτησης.». Οι προς διαχείριση απαιτήσεις θα πρέπει έστω με συνοπτική, συμπεριληπτική διατύπωση να προσδιορίζονται και στην περίληψη ανάθεσης της διαχείρισης σύμφωνα με το αρ. 3 του ν. 2844/2000. Επομένως, εν προκειμένω, ο επαναφερόμενος με την έφεση της εκκαλούσας πιο πάνω λόγος ανακοπής με την οποία αυτή ζητεί την ακύρωση των ανακοπτόμενων πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης ισχυριζόμενη ότι η επισπεύδουσα την εκτέλεση δεύτερη καθ’ ης η ανακοπή, η οποία εμφανίζεται να ενεργεί με την ιδιότητα της μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου και ειδικότερα ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της πρώτης καθ’ης αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας «……………», δεν απέδειξε εγγράφως την ενεργητική της νομιμοποίηση με τα έγγραφα που της συγκοινοποίησε με την άνω από 12-11-2021 επιταγή προς πληρωμή, ενόψει του ότι από τα έγγραφα αυτά και κυρίως από την με αριθ. πρωτ. ………../18-6-2019 δημοσίευση στο Ενεχυροφυλάκειο Αθηνών της περίληψης της από 18.6.2019 σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, δεν προκύπτει η επίδικη προς διαχείριση απαίτηση όπως απαιτεί η παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4354/2015 είναι νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 925 παρ. 1 και 933 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, 1 εδάφ. γ’ και δ’, 3 του ν. 4354/2015 και 10 του ν. 3156/2003 και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία.

Από το σύνολο των εγγράφων τα οποία νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Μεταξύ της ανακόπτουσας και της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..» (με δ.τ. “…………….”) καταρτίσθηκε η με αρ. …………./16.05.2011 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε από την τελευταία στην πρώτη τοκοχρεωλυτικό δάνειο ποσού 53.000 ευρώ για κεφάλαιο κίνησης. Με την από 21.11.2012 εξώδικη καταγγελία της ανωτέρω ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, η οποία επιδόθηκε στην ανακόπτουσα στις 9.1.2013, καταγγέλθηκε η εν λόγω σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου και κλήθηκε η ανακόπτουσα ως πρωτοφειλέτρια και ο πρώην σύζυγός της ……………. ως εγγυητής, να καταβάλλουν ως εις ολόκληρον υπόχρεοι, έκαστος το συνολικό ποσό των 61.894,24 ευρώ. Στη συνέχεια η ως άνω ανώνυμη τραπεζική εταιρεία “………..” υπέβαλε την από 15.1.2013 αίτησή της κι εκδόθηκε η με αρ. …../2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και το υπ’ αριθ. ……/2013 πρώτο απόγραφο εκτελεστό αυτής, διατασσομένων της ανακόπτουσας πρωτοφειλέτριας και του εγγυητή πρώην συζύγου της να καταβάλουν σε ολόκληρο ο καθένας στην τράπεζα το ποσό των 61.894,24 ευρώ, έντοκα με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας που υπερβαίνει το ενήμερο επιτόκιο (10,25%) κατά 2,5 εκατοστιαίες μονάδες από 22.11.2012 (επομένη του κλεισίματος του λογαριασμού) και εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης. Η εν λόγω διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στην ανακόπτουσα από την ανωτέρω τραπεζική εταιρεία με την από 26.6.2013 επιταγή προς πληρωμή και στη συνέχεια με επίσπευση της δεύτερης των καθ’ ων η ανακοπή με την από 12.11.2021 επιταγή προς πληρωμή στις 19.11.2021. Μεταξύ της παραπάνω αρχικής δανείστριας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας και της πρώτης των καθ’ ων η ανακοπή αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού καταρτίστηκε η από 18.6.2019 σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία καταχωρίστηκε με αριθμό πρωτοκόλλου 150/18.6.2019, με την ονομασία «ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 10 $ 8 ΤΟΥ Ν. 3156/03», στον τόμο …. με αριθμό …. του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών σε περίληψη σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2844/2000 και αφορούσε μεταξύ άλλων και την εκχώρηση της προερχόμενης από την ανωτέρω δανειακή σύμβαση απαίτησης προς την πρώτη των καθ’ ων η ανακοπή, όπως τούτο προκύπτει σαφώς από το δημοσιευμένο στα ίδια βιβλία Παράρτημα της σύμβασης στον τόμο …., με αριθμό …… Κατά το άρθρο 10 παρ.9 και 10 του ν. 3156/2003, η μεταβίβαση αυτή έχει αποτελέσματα εκχωρήσεως, η δε καταχώριση περίληψης της σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο έχει αποτελέσματα αναγγελίας της εκχώρησης στον δανειολήπτη. Την ίδια ημερομηνία καταρτίστηκε η από 18.6.2019 σύμβαση διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων (άρθρο 10 παρ.14 και 16 του ν. 3156/2003) μεταξύ της πρώτης και της νομίμως συσταθείσας και αδειοδοτηθείσας από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με το νόμο 4354/2015, δυνάμει της με αριθμό 220/1/13.03.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων [υπ’ αριθ. 880/16.3.2017 ΦΕΚ (τ.Β’)] δεύτερης των καθ’ων, δυνάμει της οποίας η τελευταία ορίστηκε διαχειρίστρια απαιτήσεων της πρώτης από συμβάσεις καταναλωτικών και άλλων δανείων. Περαιτέρω, η δεύτερη των καθ’ ων επέδωσε στην ανακόπτουσα στις 19.11.2021, ακριβές φωτοτυπικό αντίγραφο του α’ πρώτου απογράφου εκτελεστού της με αρ. …./2013 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αριθμό απογράφου εκτελεστού …../2013 και με παρά πόδας αυτού της από 12.11.2021 παραγγελίας για επίδοση μετ’ επιταγής προς πληρωμή, συγκοινοποιώντας προς νομιμοποίησή της επικυρωμένα αντίγραφα διαφόρων εγγράφων μεταξύ των οποίων α) της με αριθ. πρωτοκόλλου …../18.6.2019 περίληψης της από 18.6.2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων του άρθρου 10 παρ.8 του ν. 3156/2003, από την οποία αποδεικνύεται η πώληση και μεταβίβαση επιχειρηματικών απαιτήσεων από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «………..» στην πρώτη των καθ’ ων η ανακοπή, που έχει εγγραφεί στις 18.6.2019 στα βιβλία του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο …. με αριθμό …., β) του υπ’ αριθ. πρωτ. … (σελίδα ….) κεκυρωμένου αποσπάσματος εκ του παραρτήματος που έχει επισυναφθεί στην παραπάνω περίληψη της σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων και έχει εξαχθεί από τα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (ν. 2844/2000) και από το οποίο αποδεικνύεται η μεταβίβαση της ένδικης απαίτησης (τόμος …. και αριθμός ….), γ) της με αριθ. πρωτοκόλλου …./18.6.2019 περίληψης της από 18.6.2019 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων του άρθρου 10 παρ.14 και 16 του ν. 3156/2003 που εγγράφηκε στις 18.6.2019 στο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο 10, με αριθμό 185, από την οποία προκύπτει ότι η πρώτη καθ’ης ανέθεσε στην δεύτερη «Όλες τις υπηρεσίες είσπραξης και εν γένει διαχείρισης τιτλοποιούμενων απαιτήσεων από συμβάσεις καταναλωτικών και άλλων δανείων, όπως ενδεικτικά: καθορισμός επιτοκίου, ενημέρωση και εξυπηρέτηση πελατών, δικαστική επιδίωξη απαιτήσεων, κ.ά.». Εντούτοις από το τελευταίο αυτό έγγραφο δεν προκύπτει αν στις απαιτήσεις, των οποίων η πρώτη καθ’ης ανέθεσε τη διαχείριση στη δεύτερη καθ’ης περιλαμβάνεται και η απαίτηση από την ένδικη σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου. Συγκεκριμένα, στην υπ’ αριθ. πρωτ. ……/18.6.2019 Δημοσίευση της από 18.6.2019 Σύμβασης Διαχείρισης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων (Άρθρο 10 παρ.14 και 16 του Ν. 3156/03) που έχει καταρτισθεί μεταξύ της πρώτης καθ’ης εταιρείας ειδικού σκοπού και της δεύτερης καθ’ης ανώνυμης εταιρείας που έφερε τότε την επωνυμία «………………..», δεν γίνεται καμία αναφορά ως προς τις απαιτήσεις ποιων συγκεκριμένων συμβάσεων η διαχείριση ανατίθεται στην δεύτερη καθ’ης, ούτε γίνεται παραπομπή σε τυχόν παράρτημα, από το οποίο να προκύπτει ότι η διαχείριση  της ένδικης απαίτησης ανατέθηκε από την πρώτη στην δεύτερη καθ’ης, όπως συμβαίνει αντίστοιχα ως προς την με ίδια ημερομηνία Σύμβαση Πώλησης και Μεταβίβασης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων από την Τράπεζα ……… στην πρώτη καθ’ης, όπου γίνεται ρητή παραπομπή σε σχετικό παράρτημα. Ούτε γίνεται παραπομπή στην περίληψη της σύμβασης διαχείρισης ως προς την ταυτότητα των απαιτήσεων σε άλλο έγγραφο π.χ. στην προαναφερόμενη από 18.6.2019 σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, ούτε έστω αναφέρεται ότι η πρώτη καθ’ης ανέθεσε στην δεύτερη καθ’ης το σύνολο των απαιτήσεων από δάνεια που της είχαν μέχρι τότε μεταβιβασθεί από την «………………….». Έτσι όμως η δεύτερη καθ’ης η ανακοπή- ήδη δεύτερη εφεσίβλητη παρέλειψε να συγκοινοποιήσει κατ’ άρθρο 925 παρ.1 ΚΠολΔ στην ανακόπτουσα-ήδη εκκαλούσα μαζί με την ανακοπτόμενη επιταγή προς πληρωμή το έγγραφο που τη νομιμοποιεί ως προς τη διαχείριση της απαίτησης από την ένδικη σύμβαση που είχε προηγουμένως  μεταβιβασθεί στην πρώτη καθ’ης-ήδη πρώτη εφεσίβλητη από την «……………….», ώστε να μπορεί να αρχίσει αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της ανακόπτουσας-εκκαλούσας για την ικανοποίηση της απαίτησης αυτής. Η παράλειψη αυτή συνεπάγεται ακυρότητα τόσο της από 12.11.2021 ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, όσο και της στηριχθείσας σε αυτή υπ’ αριθ. …………./17.12.2021 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας-2 οριζόντιες ιδιοκτησίες της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……………. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε ότι από την συγκοινοποιηθείσα στην ανακόπτουσα με την από 12.11.2021 επιταγή προς πληρωμή με αριθ. πρωτ. …../18.6.2019 περίληψη της από 18.6.2019 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων του άρθρου 10 παρ.14 και 16 του ν. 3156/2003 που ενεγράφη στις 18.6.2019 στο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στον τόμο …., με αριθμό ….. προκύπτει ότι ανατέθηκε από την πρώτη καθ’ης στην δεύτερη η διαχείριση μεταξύ άλλων και της επιδικασθείσας απαίτησης έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων. Κατόπιν τούτου, γενομένου δεκτού του πέμπτου λόγου έφεσης στην ουσία του, παρελκούσης της εξέτασης των υπόλοιπων λόγων έφεσης, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και αφού κρατηθεί από το παρόν Δικαστήριο για να δικασθεί η από 31.1.2022 (με Γ.Α.Κ. …../2002 και Ε.Α.Κ. …/2022) ανακοπή, πρέπει να προταχθεί (βλ. ΑΠ 696/2021 στην areiospagos.gr) και να γίνει δεκτός, κατά τα ανωτέρω, ο τέταρτος λόγος αυτής και να ακυρωθούν οι ανακοπτόμενες επιταγή προς πληρωμή και έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, ακολούθως δε να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, καθώς η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν κρίνεται ιδιαίτερα δυσχερής κατά τα άρθρα 183 και 179 εδ.β’ ΚΠολΔ. Παράβολο ερημοδικίας δεν ορίζεται για την πρώτη εφεσίβλητη, καθώς δεν επιτρέπεται ανακοπή ερημοδικίας στις δίκες περί την εκτέλεση (άρθρο 937 παρ.1 στοιχ.β’ ΚΠολΔ). Τέλος, επειδή η έφεση έγινε δεκτή,  το κατατεθέν από την εκκαλούσα για την άσκηση του ένδικου μέσου e-παράβολο, πρέπει να της επιστραφεί κατ’ άρθρο 495 παρ.4 προτελ. εδ. ΚΠολΔ, σύμφωνα με το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της πρώτης εφεσίβλητης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων την από 4.7.2022 έφεση κατά της 1840/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών).

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση.

Κρατεί και δικάζει την από 31.1.2022 (με Γ.Α.Κ. …/2022 και Ε.Α.Κ. …../2022) ανακοπή.

Δέχεται αυτή.

Ακυρώνει α) την από 12.11.2021 επιταγή προς πληρωμή που έχει τεθεί κάτω από ακριβές αντίγραφο του υπ’ αριθ. …./2013 πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθ. ………./2013 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και β) την υπ’ αριθ. ………/17.12.2021 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας-2 οριζόντιες ιδιοκτησίες της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας μεταξύ τους.

Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα του κατατεθέντος από αυτή για την άσκηση της εφέσεως με κωδικό ………. e-Παράβολου του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ποσού εκατό (100) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 24.8.2023.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ