Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 521/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ 3ο

Αριθμός        521/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Αναστάσιο Αναστασίου, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………….», που εδρεύει στη ……….. Αττικής, επί της οδού . … και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Δημήτριος Σκαρλάτος, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ και

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………. ο οποίος στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Ασημακόπουλο, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 10.10.2019 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ………/11.10.2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 223/2022 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η  εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την από 14.4.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………./19.4.2022 έφεσή της, δικάσιμος για την εκδίκαση της οποίας ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η ένδικη από 14.4.2022 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς ……/19.4.2022 και αριθμός εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …./13.5.2022) έφεση πλήττει την με αριθμό 223/20.1.2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρο 614 § 3 εδαφ. α΄ και 621 επομ. ΚΠολΔ) και δέχθηκε κατά ένα μέρος της την από 10.10.2019 αγωγή (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ………./11.10.2019) του ήδη εφεσίβλητου, με την οποία ασκήθηκαν αξιώσεις από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Η έφεση αυτή αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 περ. α΄ ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομοτύπως (άρθρα 495 § 1, 511, 513 § 1 εδαφ. α΄, 516 § 1 και 517 ΚΠολΔ) με κατάθεση του δικογράφου της στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και χωρίς ανάγκη προσκομιδής παραβόλου του άρθρου 495 § 3 του ιδίου Κώδικα, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής και εμπροθέσμως, δεδομένου ότι το εφετήριο κατατέθηκε στις 19.4.2022, δηλαδή εντός της νόμιμης γνήσιας προθεσμίας του άρθρου 518 § 1 ΚΠολΔ, που αφετηριάστηκε με την επίδοση της εκκαλουμένης στην εκκαλούσα στις 23.3.2022 (βλ. τη με αριθμό …/23.3.2022 επιδοτήρια έκθεση του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………….). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια όπως και πρωτοδίκως διαδικασία

ΙΙ. Με την αγωγή του ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος αναφέρθηκε στην, αντί συμφωνημένου μηνιαίου μισθού ύψους χιλίων τετρακοσίων ευρώ (1.400 €), παροχή εξαρτημένης της εργασίας του επί πενθήμερο και για συνολική διάρκεια σαράντα [40] ωρών εβδομαδιαίως, με την ειδικότητα του οδηγού φορτηγού αυτοκινήτου, στην εναγόμενη εταιρία, που δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στον τομέα των εθνικών οδικών μεταφορών, κατά το χρονικό διάστημα από 2.1.2018 έως 9.1.2019, οπότε αποχώρησε οικειοθελώς και ισχυρίστηκε ότι διατηρεί αξιώσεις από υπερεργασία, παράνομη (κατ’ εξαίρεση) υπερωριακή εργασία, επιδόματα εορτών, αποδοχές και επιδόματα άδειας, προσαύξηση και στέρηση αναπληρωματικής ανάπαυσης για τη εργασία του κατά τις Κυριακές, συνολικού ύψους δεκαοκτώ χιλιάδων εννιακοσίων τεσσάρων ευρώ και δύο λεπτών (18.904,02 €). Με βάση τα περιστατικά αυτά και επικαλούμενος κυρίως μεν την εργασιακή του σύμβαση και επικουρικώς τις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού διατάξεις του ΑΚ, ζήτησε να του επιδικαστεί καταψηφιστικώς το ως άνω συνολικό χρηματικό ποσό με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους αγωγικό κονδύλιο κατέστη απαιτητό, καθώς και το χρηματικό ποσόν των δύο χιλιάδων ευρώ (2.000 €), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη από τη μη καταβολή της διαφοράς των δεδουλευμένων αποδοχών του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού απέρριψε το δεύτερο κύριο αίτημα της αγωγής ως νομικά αβάσιμο, αξιολόγησε τα αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και τους ταχογράφους των οχημάτων που οδηγούσε ο ενάγων και, μολονότι διαπίστωσε ότι αυτοί δεν είχαν συμπληρωθεί ορθά, δέχθηκε εντούτοις ως αποδεικτικά επαρκείς τις καταγραφές τους και με βάση αυτές του επιδίκασε για κατ’ εξαίρεση υπερωριακή απασχόληση, για εργασία κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές, για τη μη χορήγηση αναπληρωματικής εβδομαδιαίας ανάπαυσης, για αποδοχές και επίδομα άδειας και για  εορταστικά επιδόματα το συνολικό χρηματικό ποσόν των δώδεκα χιλιάδων τριάντα δύο ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών (12.032,99 €), κατά μερική παραδοχή της αγωγής, με το νόμιμο τόκο κατά τις ειδικότερα στο σκεπτικό της εκκαλούμενης απόφασής του αναφερόμενες διακρίσεις. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ήδη η εκκαλούσα και με την ένδικη έφεσή της ζητεί την εξαφάνιση της προσβαλλόμενης απόφασης, την αναδίκαση της υποθέσεως και την συνολική απόρριψη της αγωγής, αιτιώμενη ειδικότερα εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, εσφαλμένη κατανομή του βάρους αποδείξεως και εσφαλμένη απόρριψη του πρωτοδίκως προβληθέντος ισχυρισμού της περί καταχρηστικής ασκήσεως της αγωγής.

ΙΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 254 § 1 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στη διαδικασία της κατ’ έφεση δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 524 § 1 εδαφ. α΄ του ιδίου Κώδικα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Ειδικότερα, το εφετείο δεν κωλύεται, προκειμένου να προβεί στην ολοκλήρωση της έρευνας περί της βασιμότητας του λόγου έφεσης και την ορθότερη διάγνωση της διαφοράς, πριν μάλιστα εξαφανίσει την προσβαλλόμενη απόφαση,  να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου να προσκομιστούν νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις, με τα αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 339 ΚΠολΔ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η πραγματογνωμοσύνη (ΟλΑΠ 1285/1982, ΝοΒ 1983/219, 1182, ΑΠ 820/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2/2006, Δνη 2006/1048 = ΧρΙΔ 2006/444, ΤριμΕφΠειρ. 34/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ν. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, 2018, § 114, αρ. 33, σελ. 716), ώστε μετά τη συνεκτίμηση και αυτών μαζί με όσες αξιολογήθηκαν πρωτοδίκως να αποφανθεί ως προς την ουσία της διαφοράς, διερευνώντας πληρέστερα τους εκατέρωθεν προβαλλόμενους αυτοτελείς ισχυρισμούς είτε τους θεμελιωτικούς των αξιώσεων του ενάγοντος είτε τους αμυντικούς του εναγομένου, που καταλύουν το αγωγικό δικαίωμα.  Έτσι, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, που καλείται να κρίνει επί αγωγής για την ικανοποίηση περιουσιακών αξιώσεων, για τη διακρίβωση των συνθηκών γενέσεως των οποίων απαιτούνται ειδικές τεχνικές γνώσεις, δύναται να διατάξει κατ’ εφαρμογή του άρθρου 254 ΚΠολΔ τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και, μάλιστα, με μη οριστική απόφασή του και όχι κατ’ ανάγκην με διάταξη του άρθρου 237 § 8 ΚΠολΔ, όπως ισχύει (ΜονΕφΠατρ. 382/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

IV. Mε τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής της η εκκαλούσα διαμαρτύρεται για την εσφαλμένη εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αποδεικτική αξιολόγηση των καταγραφών στους αναλογικούς ταχογράφους των οχημάτων της, τα οποία οδηγούσε ο ενάγων και υποστηρίζει ότι οι καταγραφές τους δεν ήσαν πλήρεις, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη, καθόσον δεν αποτύπωναν τον τόπο λήξης εκάστου δρομολογίου ούτε τα διανυθέντα χιλιόμετρα, καθώς και ότι από την απλή επισκόπησή τους προέκυπτε ότι οι ώρες καθημερινής εργασίας του ενάγοντος ήταν λιγότερες από αυτές που αναφέρθηκαν στην αγωγή του, επισημαίνοντας ειδικά στο εφετήριο τις ημεροχρονολογίες κατά τις οποίες τα λεγόμενά της επιβεβαιώνονται από τις χειρόγραφες ενδείξεις του ενάγοντος επ’ αυτών. Επειδή, πράγματι, η ουσιαστική βασιμότητα των αγωγικών κονδυλίων, που μεταβιβάστηκαν με την έφεση στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, ιδίως δε εκείνου των κατ’ εξαίρεση υπερωριών, απαιτεί κατανόηση και ορθή αξιολόγηση των καταγραφών στους επίμαχους ταχογράφους, στην οποία όμως το Δικαστήριο τούτο δεν μπορεί να προβεί, επειδή στερείται των ειδικών τεχνικών γνώσεων που είναι απαραίτητες, κρίνεται ότι πρέπει να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της έφεσης στο ακροατήριο, προκειμένου να διενεργηθεί τεχνική πραγματογνωμοσύνη κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας. Στην παρούσα δεν θα περιληφθεί διάταξη σχετική με τα δικαστικά έξοδα εξαιτίας του μη οριστικού της χαρακτήρα (ΑΠ 608/2012, ΕΠολΔ 2012/342).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζοντας κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων

Δέχεται τυπικά την έφεση.

Αναβάλλει την έκδοση της οριστικής του απόφασης.

Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου να διενεργηθεί τεχνική πραγματογνωμοσύνη, που θα διεξαχθεί με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων.

Διορίζει πραγματογνώμονα τον  ………….κάτοικο ………… τηλέφωνο ….. και ………., ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο πραγματογνωμόνων, που τηρείται στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, ο οποίος, αφού δώσει το νόμιμο όρκο εντός προθεσμίας είκοσι [20] ημερών από τη νόμιμη προς αυτόν επίδοση αντιγράφου της παρούσας, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί αρμοδίως, και αφού λάβει γνώση όλων των εγγράφων της δικογραφίας και συγκεντρώσει από τους διαδίκους όσες πληροφορίες κρίνει απαραίτητες, καθώς και όσα άλλα στοιχεία θεωρήσει αναγκαία και ενεργήσει κάθε αναγκαία πράξη, να γνωμοδοτήσει με πλήρως αιτιολογημένη έκθεσή του επί των ακόλουθων ερωτημάτων: α] αν τα υπό στοιχεία κυκλοφορίας ……… και ……….. τα οδηγούσε κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή ημέρες ο ενάγων ή άλλος εργαζόμενος της εναγόμενης, β] αν το περιεχόμενο των ταχογράφων που προσκομίζονται έχει υποστεί επέμβαση εκ των υστέρων (μετά την ολοκλήρωση της καταγραφής των γεγονότων που καθένας τους ήταν προορισμένος να αποδείξει, γ] αν για κάθε αναφερόμενη στην αγωγή ημέρα συμπίπτουν οι ώρες, που επικαλείται ο ενάγων ότι απασχολήθηκε, με τις καταγραφές του αντίστοιχου ταχογράφου και σε περίπτωση ασυμφωνίας να γίνει μνεία των σχετικών αποκλίσεων και δ] αν τα συμπεράσματα της εξέτασης των ταχογράφων, συγκρινόμενα με τις εγγραφές στα προσκομιζόμενα βιβλία δρομολογίων των ως άνω δύο [2] οχημάτων της εναγομένης εμφανίζουν διαφοροποιήσεις και, σε καταφατική περίπτωση, να παρασχεθεί κάθε πιθανή εξήγηση κατά την κρίση του πραγματογνώμονα.

Την έκθεσή του ο πραγματογνώμονας πρέπει να καταθέσει στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, μέσα σε προθεσμία εξήντα [60] ημερών από την όρκισή του, συντασσομένης αντίστοιχης έκθεσης κατάθεσης.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 12 Σεπτεμβρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ