Αριθμός 414/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………. με ΑΦΜΗ … Δ.Ο.Υ. ..΄ Πειραιά, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Στέλλα Δερμιτζάκη.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……. με ΑΦΜ … .΄ Δ.Ο.Υ Πειραιά, ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας του δικηγόρου Παρασκευής Μπεγνή.
Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 1.3.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 3123/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 13.7.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2021- ……../2021) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιες δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση από 13.7.2021 (αρ. εκ. κατ. ……./21 και αρ. εκ κατ. εφ ………./2021) έφεση κατά της υπ΄ αριθ. 3123/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία απορρίφθηκε η από 1.3.2019 (αρ. εκ. κατ. ………/2019) αγωγή του ενάγοντος – εκκαλούντος, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στη συνέχεια, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα – ενάγοντα το παράβολο των 100,00 ευρώ (με αριθμό …………./2021 e παράβολο) που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, κατά το μέρος που μεταβιβάζεται η υπόθεση με την άσκηση έφεσης στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο άρθρο 522 ΚΠολΔ.
Ο ενάγων με την από 1.3.2019 (αρ. εκ. κατ. ………/2019) αγωγή του ισχυρίζεται ότι με σύμβαση έργου που καταρτίσθηκε μεταξύ του οικοπεδούχου-εναγομένου και του ίδιου, ως εργολάβου, η οποία περιβλήθηκε τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου, ο πρώτος του ανέθεσε την ανέγερση τριώροφης οικοδομής επί πιλοτής με καταστήματα, κατά το σύστημα της αντιπαροχής. Ότι, ειδικότερα ο ενάγων (εργολάβος) ανέλαβε την ανοικοδόμηση της παραπάνω οικοδομής με δικά του έξοδα, με την υποχρέωση να παραδώσει στον οικοπεδούχο -αποπερατωμένες – τρεις αποθήκες, ένα ισόγειο κατάστημα, ένα διαμέρισμα και το δικαίωμα μελλοντικής δόμησης της οικοδομής αντιστοιχούν σε ποσοστό 50/000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου. Ότι στο πλαίσιο της εργολαβικής αμοιβής ο οικοπεδούχος ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει σ'αυτόν ή σε τρίτα πρόσωπα, που θα υποδείκνυε αυτός, αυτοτελείς ιδιοκτησίες αντιστοιχούσες σε ποσοστό 606,07/000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο δικόγραφο της αγωγής, Η αποπεράτωση και παράδοση του έργου συμφωνήθηκε να γίνει εντός 18 μηνών για τις οριζόντιες ιδιοκτησίες και εντός 22 μηνών για τους κοινόχρηστους χώρους (συμπεριλαμβανομένης της λειτουργίας της κεντρικής θέρμανσης και του ανελκυστήρα) από την έκδοση της οικοδομικής άδειας με αριθμό …./23-12-2005, η οποία θεωρήθηκε από το αρμόδιο αστυνομικό τμήμα στις 15-2-2006). Ότι, ενώ οι εργασίες προχωρούσαν κανονικά, περί τα μέσα του 2007 έγινε καταγγελία στην αρμόδια Πολεοδομία από ιδιοκτήτη γειτονικού οικοπέδου για αυθαίρετη κατασκευή στην υπό ανέγερση οικοδομή, με αποτέλεσμα αφενός τη διακοπή των εργασιών κατ’ εντολή της Πολεοδομίας, αφετέρου την απομάκρυνση όλων των αυθαίρετων -καθ΄ υπέρβαση της υπ’αριθμ. …../2005 οικοδομικής άδειας- κατασκευών που διαπιστώθηκαν μετά από διενεργηθέντα έλεγχο. Ότι όλες οι επίμαχες πολεοδομικές παραβάσεις ήταν σε γνώση του εναγόμενου οικοπεδούχου, κατά τα συμφωνηθέντα στο αρθ. 2 της Ειδικής Συγγραφής Υποχρεώσεων που υπεγράφη μεταξύ τους. Ότι συνεπεία των ανωτέρω, οι εργασίες καθυστέρησαν, χωρίς υπαιτιότητα του ενάγοντος, ο οποίος -σε κάθε περίπτωση- ενεργούσε σύμφωνα με τις εκφρασμένες απαιτήσεις του εναγομενου, για περίπου ένα έτος, οπότε και δυνάμει της από 28-7-2008 απόφασης της Πολεοδομίας Σαλαμίνας ανακλήθηκε η προηγούμενη απόφαση για διακοπή των εργασιών. Ότι, κατόπιν των ανωτέρω, παρέδωσε εν τέλει στον εναγόμενο (οικοπεδούχο) περαιωμένες όλες τις συμφωνηθείσες οριζόντιες ιδιοκτησίες του, μαζί με τους κοινόχρηστους χώρους, τη θέρμανση και τον ανελκυστήρα περί τα τέλη του έτους 2008, οπότε και αυτός εγκαταστάθηκε σε αυτά κάνοντας ακώλυτη χρήση τους. Ότι, μολονότι ο ίδιος εκπλήρωσε προσηκόντως τις απορρέουσες από το μεταξύ τους καταρτισθέν προσύμφωνο υποχρεώσεις του, ο εναγόμενος, επικαλούμενος τη δυσαρέσκειά του από την καθυστερημένη παράδοση του έργου, ενήργησε κακόπιστα αρνούμενος να του μεταβιβάσει το υπό στοιχεία Α-1 διαμέρισμα, που ανήκε στο συμφωνηθέν εργολαβικό αντάλλαγμα, προκαλώντας του περιουσιακή ζημία ύψους 95.800 ευρώ, που συνίσταται στο διαφυγόν του κέρδος ως αποτέλεσμα της μείωσης της εμπορικής αξίας του εν λόγω ακινήτου κατά το 2015 (50.000 ευρώ), οπότε και εν τέλει μεταβιβάστηκε με τη σύμπραξη του εναγομένου, στο 1/3 της εμπορικής αξίας που το διαμέρισμα είχε κατά το 2009 (145.800 ευρώ), οπότε και προοριζόταν να πωληθεί ως νεόδμητο, άλλως επικουρικώς προκαλώντας του αποθετική ζημία ύψους 31.200 ευρώ, αντιστοιχούσα στα κέρδη που θα του επέφερε η επί 6,5 χρόνια (από 1/1/2009 έως 9/7/2015) εκμίσθωση του διαμερίσματος έναντι του ποσού των 400 ευρώ μηνιαίως, την οποία και στερήθηκε εξαιτίας της αδικαιολόγητης άρνησης του εναγομένου να συμπράξει στην έγκαιρη μεταβίβαση αυτού. Ότι προκειμένου ο εναγόμενος να συναινέσει στην ανωτέρω μεταβίβαση του ως άνω διαμερίσματος σε τρίτο πρόσωπο που του υπέδειξε ο ίδιος το έτος 2015, ο τελευταίος (εναγών) αναγκάστηκε να συμφωνήσει -μεταξύ άλλων και- να του καταβάλει κατά την 9η-7-2015 το ποσό των 6.070 ευρώ, ως ποινική ρήτρα λόγω καθυστέρησης παράδοσης του έργου, η οποία (καθυστέρηση), ωστόσο, δοθέντος ότι οφειλόταν σε διακοπή εργασιών που επεβλήθη από την αρμόδια Πολεοδομία εξαιτίας αυθαιρέτων κατασκευών που έλαβαν χώρα κατόπιν απαίτησης του εναγομένου, δε βαρύνει τον ίδιο (ενάγοντα) με οποιαδήποτε υπαιτιότητα, με αποτέλεσμα το ως άνω αντιστοιχούν στην ποινική ρήτρα ποσό να έχει αχρεωστήτως καταβληθεί και να οφείλει -ως εκ τούτου- να του αποδοθεί. Ότι, τέλος, το καλοκαίρι του 2015 ο ίδιος, κατόπιν συμφωνίας του με τον εναγόμενο, προχώρησε σε εργασίες συντήρησης (εξωτερικό βάψιμο) όλης της οικοδομής και για το λόγο αυτό χρησιμοποίησε δική του σιδερένια κατασκευή (σκαλωσιά), διαστάσεων 700 τ.μ., αξίας 12.500 ευρώ. Ότι όταν περί τα τέλη Αυγούστου 2015 μετέβη στο επίδικο ακίνητο με το συνεργείο του προκειμένου να την αναλάβει, διαπίστωσε ότι αυτή δεν υπήρχε στον χώρο όπου την είχε εναποθέσει κι ότι ο εναγόμενος την είχε υπεξαιρέσει, γεγονός που ο τελευταίος ομολόγησε ενώπιον του. Ότι κατόπιν της αδικοπρακτικής του αυτής συμπεριφοράς, ο ενάγων υπέστη ισόποση της αξίας της σκαλωσιάς θετική ζημία, καθώς επίσης και αποθετική, συνιστάμενη στα διαφυγόντα εισοδήματα από την αδυναμία εκμίσθωσής της κατά το χρονικό διάστημα από 1/9/2015 έως και 31/12/2018, ύψους (1.750 ευρώ/μηνιαίως X 40 μήνες=) 70.000 ευρώ. Με βάση το προεκτεθέν ιστορικό ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει : α) το ποσό των 95.800 ευρώ και επικουρικά το ποσό των 31.200 ευρώ προς αποκατάσταση της αποθετικής του ζημίας, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι και την πλήρη εξόφληση, β) το ποσό των 12.500,00 ευρώ, προς αποκατάσταση της θετικής ζημίας, καθώς και το ποσό των 70.000,00 ευρώ προς αποκατάσταση της αποθετικής ζημίας που προκλήθηκε εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς (υπεξαίρεση σκαλωσιάς) του εναγομένου, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι και την πλήρη εξόφληση, γ) το ποσό των 6.070 ευρώ, ως αχρεωστήτως καταβληθείσα ποινική ρήτρα, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί αυτός στη δικαστική του δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, απέρριψε ως απαράδεκτα λόγω αοριστίας το υπό στοιχείο α΄ αίτημα, τόσο ως προς το κύριο όσο και ως προς το επικουρικό του σκέλος και το υπό στοιχεία β αίτημα κατά το δεύτερο σκέλος αυτού περί αποκατάστασης της αποθετικής ζημίας του ενάγοντος. Κατά τα λοιπά έκρινε την αγωγή παραδεκτή και νόμιμη και την απέρριψε ως αβάσιμη στην ουσία της. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο ενάγων – εκκαλών με την υπό κρίση έφεση του με τους περιεχόμενους σε αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, προκειμένου να γίνει δεκτή η υπ΄ αυτού ασκηθείσα αγωγή στο σύνολό της. Σημειωτόν ότι ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την υπό κρίση έφεση απαραδέκτως κατ΄ άρθρο 224 ΚΠΟΛΔ προβαίνει σε διόρθωση του αγωγικού αιτήματος, ως προς τον αριθμό των εξαρτημάτων της σιδηροκατασκευής (σκαλωσίας), όπως περιγράφονται στα προσκομισθείσες από αυτόν αποδείξεις είσπραξης, διότι είναι απαράδεκτή η διόρθωση ή και η συμπλήρωση του αγωγικού αιτήματος ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου στα πλαίσια της κατ΄ έφεση δίκης, κατ΄ άρθρο 216 και 224 ΚΠολΔ.
Ο ενάγων και ήδη εκκαλών με τον δεύτερο και τέταρτο λόγο της υπό κρίση έφεσης παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε κατ΄ ουσίαν άνευ αιτιολογίας το κονδύλιο των 95.800 ευρώ και επικουρικά το ποσό των 31.200 ευρώ προς αποκατάσταση της αποθετικής του ζημίας, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι και την πλήρη εξόφληση, καθώς και το κονδύλιο των 70.000,00 ευρώ προς αποκατάσταση της αποθετικής ζημίας που προκλήθηκε εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς (υπεξαίρεση σκαλωσιάς) του εναγομένου, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι και την πλήρη εξόφληση. Ο λόγος αυτός τυγχάνει απορριπτέος ως απαράδεκτός, διότι τα εν λόγω κονδύλια απορρίφθηκαν ως απαράδεκτα λόγω αοριστίας και δεν εξετάστηκαν κατ΄ουσίαν. Ωστόσο, ως προς τα ως άνω υπό κονδύλια (τόσο κατά το κύριο όσο και κατά το επικουρικό του σκέλος) και β (κατά το δεύτερο σκέλος αυτού) αποκατάστασης της αποθετικής ζημίας του ενάγοντος, η υπό κρίση αγωγή τυγχάνει απορριπτέα -προεχόντως- ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, καθόσον ο ζημιωθείς, προκειμένου να θεμελιώσει την αξίωσή του για καταβολή του διαφυγόντος κέρδους του, θα πρέπει να κάνει στο δικόγραφό του μνεία των συγκεκριμένων περιστατικών, περιστάσεων και προπαρασκευαστικών μέτρων, που καθιστούν πιθανό το κέρδος του, εκείνο δηλαδή που θα επερχόταν κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και είναι βάσιμα προσδοκώμενο (ΑΠ 576/2008 ΝοΒ 2008, σελ. 56). Εν τούτοις ο ενάγων στην κρινόμενη αγωγή του δεν εκθέτει την απαραίτητη κατά τη διάταξη του άρθρου 298 εδ. β του ΑΚ για τη θεμελίωση της αξίωσης αποζημίωσης, αιτιώδη συνάφεια, μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς του εναγομένου και της εξ΄ αυτής προκληθείσας στον ίδιο ζημία (ΟλΑΠ 2/2008 ΕΕμπΔ 2009.898, ΑΠ 137/2005 ΕλλΔνη 2006.426, ΑΠ 604/2005 ΕλλΔνη 2006.997), ήτοι δεν εκτίθεται σαφώς πώς η φερόμενη ως ζημιογόνος πράξη του εναγομένου, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης (άρθρο 298 ΑΚ) ήταν επαρκής, ικανή (πρόσφορη) -χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού- να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα και επέφερε αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 481/2012, ΑΠ 468/2003, Εφ Πειρ 121/2016, ΤΝΠ Νόμος). Ειδικότερα, δεν προσδιορίζει συγκεκριμένα προπαρασκευαστικά μέτρα που ελήφθησαν από τον ίδιο ή έστω για λογαριασμό του (όπως πχ. συγκεκριμένες προτάσεις ενδιαφερομένων για αγορά ή μίσθωση του επίδικου διαμερίσματος, καθώς επίσης για μίσθωση της επίδικης σίδηροκατασκευής (σκαλωσιάς) κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, διαπραγματεύσεις και συγκεκριμένη συμφωνία με πιθανό αγοραστή/μισθωτή για την επίδικη χρονική περίοδο), προκειμένου να καταστεί δυνατός ο υπολογισμός και η αποκατάσταση της ζημίας του, η οποία -κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων- βάσιμα θα επερχόταν από την αδυναμία πώλησης/εκμϊσθωσης του ακινήτου και εκμίσθωσης της επίδικης κατασκευής, λόγω της προπεριγραφείσας υπαίτιας συμπεριφοράς του εναγομένου. Tο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ούτε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένων των σχετικών λόγων της υπό κρίση έφεσης .
Από την εκτίμηση των υπ΄ αριθ. ../1-7-2019, ../1-7-2019, ../1-7-2019, …/1-7-2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων του ενάγοντος, που δόθηκαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, ……, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του εναγομένου (βλ. την υπ΄ αριθμ. …/26-6-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά … …), αλλά και την υπ΄ αριθμ. …/23-7-2019 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος του ενάγοντα, που δόθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, ………, προς αντίκρουση των περιλαμβανόμενων στις κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις του εναγομένου ισχυρισμών, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του εναγομένου (βλ. την υπ΄ αριθμ. …./18-7-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ……), καθώς και των υπ’αριθμ. …/2-7-2019 και …./2-7-2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων του εναγομένου, που δόθηκαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, ……., κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του ενάγοντος (βλ. την υπ΄ αριθμ. ……./27-6-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, ……..) και είναι νόμιμες, από το σύνολο των εγγράφων που προσκομίζουν μετ΄ επικλήσεως οι διάδικοι, από τα οποία άλλα έχουν πλήρη αποδεικτική δύναμη και άλλα εκτιμώνται ως δικαστικό τεκμήρια κατά το άρθρο 395 του ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 1492/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1428/2000 ΕλλΔνη 2001.678, ΑΠ 653/1999, ΕλλΔνη 2000, σελ.359 και ΑΠ 151/1996, ΕλλΔνη 1996,σελ. 1327, καθώς και Ν. Νικάς σε «Πολιτική Δικονομία II», εκδ. 2005, περί δικαστικών τεκμηρίων παρ.86, σελ. 554-555), μερικά από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς (βλ. ΑΠ 354/2006, ΑΠ 1084/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο και χωρίς απόδειξη (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά για την κρινόμενη διαφορά: Με την υπ’ αριθμ. …/13-12-2004 σύμβαση έργου που καταρτίστηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας, ………….., ανάμεσα στον εναγόμενο-οικοπεδούχο και τον ενάγοντα- εργολάβο, ο πρώτος ανέθεσε στο δεύτερο την ανέγερση -κατά το σύστημα της αντιπαροχής- τριώροφης οικοδομής επί πιλοτής με καταστήματα, στο άρτιο και οικοδομήσιμο οικόπεδο εκτάσεως 553,70 τ.μ. κυριότητας, νομής και κατοχής του εναγομένου, ευρισκόμενο στην θέση «…» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Σαλαμίνας, εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του ομώνυμου Δήμου, στο υπ. αρ. … οικοδομικό τετράγωνο και επί της …….., υπό τους όρους και τις συμφωνίες που διαλαμβάνονται ειδικότερα στο εν λόγω συμβόλαιο, Ειδικότερα ο εργολάβος ανέλαβε την ανοικοδόμηση της παραπάνω οικοδομής με δικά του έξοδα, με την υποχρέωση να παραδώσει στον οικοπεδούχο τις εξής αυτοτελείς ιδιοκτησίες: την (ΑΠ-5) αποθήκη, επιφάνειας 9,48 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 5,63/000, την (ΑΠ-6) αποθήκη, επιφάνειας 8,71 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 5,17/000, την (ΑΠ-7) αποθήκη, επιφάνειας 27,34 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 16,23/000, το (Κ-2) κατάστημα του ισογείου-πιλοτής, επιφάνειας 36 τ,μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 64,09/000, το διαμέρισμα του δευτέρου (Β) πάνω από το ισόγειο-πιλοτή ορόφου, επιφάνειας 142 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 252,81/000 και τέλος το δικαίωμα μελλοντικής ανοικοδόμησης σε περίπτωση που στο μέλλον θα αυξηθεί ο συντελεστής δόμησης, για το οποίο παρακρατούνται 50/000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου. Για αμοιβή του εργολάβου ο οικοπεδούχος ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει σ΄ αυτόν ή σε τρίτα πρόσωπα, που θα υποδείκνυε αυτός, οριζόντιες ιδιοκτησίες αντιστοιχούσες σε ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 606,07/000 και συγκεκριμένα τις εξής αυτοτελείς ιδιοκτησίες: την (ΑΠ-1) αποθήκη του υπογείου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 5,59/000, την (ΑΠ-2) αποθήκη του υπογείου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 5,57/000, την (ΑΠ-3) αποθήκη του υπογείου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 6,57/000, την (ΑΠ-4) αποθήκη του υπογείου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 5,24/000, το (Κ-1) κατάστημα του ισογείου – πιλοτής, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 64,09/000, το (Α-1) διαμέρισμα του πρώτου πάνω από το ισόγειο – πιλοτή ορόφου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 144,69/000, το (Α-2) διαμέρισμα του πρώτου πάνω από το ισόγειο – πιλοτή ορόφου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 99,70/000, το (Γ-1) διαμέρισμα του τρίτου από το ισόγειο-πιλοτή ορόφου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 140,83/000 και το (Γ-2) διαμέρισμα του τρίτου από το ισόγειο-πιλοτή ορόφου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 133,79/000. Στο πλαίσιο του ως άνω συμβολαιογραφικού προσυμφώνου μεταβίβασης ποσοστών οικοπέδου συμφωνήθηκαν τα εξής: Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ανωτέρω συμβολαίου ο εργολήπτης (ενάγων) ανέλαβε την υποχρέωση (ι) εντός προθεσμίας δεκαοχτώ (18) μηνών από την έκδοση της οικοδομικής άδειας να κατασκευάσει και να παραδώσει όπως πρέπει τις οριζόντιες ιδιοκτησίες που περιέρχονται στον οικοπεδούχο, τελείως αποπερατωμένες και έτοιμες για χρήση «με το κλειδί», και (Π) εντός προθεσμίας είκοσι δύο (22) μηνών από την έκδοση της οικοδομικής άδειας να αποπερατώσει όπως πρέπει τους κοινόχρηστους χώρους μαζί με την λειτουργία της κεντρικής θέρμανσης και του προβλεπόμενου ανελκυστήρα, καθώς και τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου της πολυκατοικίας. Περαιτέρω, με βάση το άρθρο 14 του ίδιου συμβολαίου συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση υπαίτιας καθυστέρησης εκ μέρους του εργολήπτη της παράδοσης των αντιπαρεχομένων στον οικοπεδούχο οριζοντίων ιδιοκτησιών συνομολογείται υπέρ του οικοπεδούχου και εις βάρος του εργολήπτη ποινική ρήτρα για κάθε ημέρα καθυστέρησης α) ενός (1) ευρώ το κάθε τετραγωνικό μέτρο για κάθε οριζόντια ιδιοκτησία του οικοπεδούχου καθώς και β) πενήντα (50) λεπτών για τους κοινόχρηστους χώρους. Αν δε η υπαίτια καθυστέρηση αυτή υπερβεί το τρίμηνο, οι ποινικές ρήτρες διπλασιάζονται, ενώ αν υπερβεί τους έξι (6) μήνες από την προθεσμία που ορίσθηκε για την παράδοση των οριζοντίων ιδιοκτησιών του οικοπεδούχου ή των κοινοχρήστων της πολυκατοικίας, οπότε εξακολουθεί η υποχρέωση για την καταβολή ποινικών ρητρών, ο οικοπεδούχος δικαιούται να κηρύξει τον εργολήπτη έκπτωτο με εξώδικη καταγγελία του, νομίμως κοινοποιηθείσα στον τελευταίο με δικαστικό επιμελητή, οπότε και καλείται να συνεχίσει πλέον ο ίδιος (οικοπεδούχος) με δική του επιμέλεια και μέριμνα την αποπεράτωση της οικοδομής. Η έκπτωση δε, επέρχεται μετά την πάροδο δέκα πέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση αυτή. Σύμφωνα δε με το άρθρο 6 του ίδιου συμβολαίου, η ανωτέρω οικοδομή συμφωνήθηκε να ανεγερθεί εξ΄ ολοκλήρου με δαπάνες, ευθύνη, φροντίδα και ενέργειες του εργολήπτη, χωρίς καμία ευθύνη ή ανάμειξη ή υποχρέωση του οικοπεδούχου με οποιαδήποτε μορφή, φύση και αιτιολογία συμμετοχής στις δαπάνες ανοικοδόμησης, πλην της από πλευράς του προβλεπομένης μεταβίβασης προς τον εργολήπτη ή προς τρίτους -καθ΄ υπόδειξή τού των κατά τα οριζόμενα στο συμβόλαιο αντιπαρασχετέων ποσοστών εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου. Με βάση το ίδιο άρθρο, ο εργολήπτης ανέλαβε την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο τηρώντας τους οικείους νόμους και τις αστυνομικές διατάξεις. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω την 23η-12-2005 εξεδόθη από το πολεοδομικό γραφείο Σαλαμίνας η υπ΄ αριθμ. ….. άδεια οικοδομής, η οποία θεωρήθηκε από το οικείο αστυνομικό τμήμα την 15η-2-2006, οπότε και έγινε η έναρξη των εργασιών. Με βάση τα ως άνω συμφωνηθέντα, ο εργολήπτης-ενάγων όφειλε να παραδώσει αποπερατωμένες στον οικοπεδούχο-εναγόμενο τις προαναφερόμενες οριζόντιες ιδιοκτησίες τον Ιούλιο του 2007, τους δε κοινόχρηστους χώρους (συμπεριλαμβανομένης της κεντρικής θέρμανσης και του ανελκυστήρα) το Νοέμβριο του ίδιου έτους. Ενώ όμως οι εργασίες βρίσκονταν σε εξέλιξη, τον Ιούνιο του 2007, ήτοι ένα μόλις μήνα πριν λήξει η προβλεφθείσα προθεσμία αποπεράτωσης και παράδοσης των οριζοντίων ιδιοκτησιών στον εναγόμενο, υπεβλήθη από διαμένοντα σε γειτονικό ακίνητο προς το πολεοδομικό γραφείο Σαλαμίνας η υπ΄ αριθμ. …../2007 καταγγελία για οικοδομικές αυθαιρεσίες στην υπό ανέγερση πολυκατοικία του εναγομένου, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα, μετά τη διενέργεια αυτοψίας από το αρμόδιο τμήμα της οικείας πολεοδομίας, τη διακοπή των εργασιών στην ανωτέρω οικοδομή λόγω κατασκευών που έλαβαν χώρα καθ’ υπέρβαση της υπ’ αριθμ. ……/2005 οικοδομικής άδειας. Κατόπιν τούτου, ο ενάγων υπέβαλε προς την Πολεοδομία αίτησή του ώστε να αποκαταστήσει τις αυθαιρεσίες, την οποία η αρμόδια υπηρεσία, με την υπ΄ αριθμ. 2966/22-6-2007 απόφασή της, έκανε δεκτή, χορηγώντας του προθεσμία 10 ημερών, ούτως ώστε να αποκατασταθεί η νομιμότητα στην κατασκευή. Παρόλα αυτά ο εργολάβος – ενάγων δεν προέβη εμπροθέσμως στην αναγκαία αποκατάσταση, με αποτέλεσμα οι εργασίες στην οικοδομή να σταματήσουν για ένα περίπου έτος, οπότε η ίδια πολεοδομική αρχή, αφού -κατόπιν αίτησης των ενδιαφερομένων- προχώρησε σε αυτοψία, διαπίστωσε πλήρη συμμόρφωση στις υποδείξεις της και, κατόπιν τούτου, επέτρεψε δυνάμει της υπ’ αριθμ. 3199/28-7-2008 απόφασής της τη συνέχιση των οικοδομικών εργασιών. Παρά ταύτα, μετά την επανέναρξη των εργασιών, οι οποίες, κατά τα προβλεπόμενα στη μεταξύ των διαδίκων καταρτισθείσα σύμβαση, έπρεπε να βρίσκονται ήδη στο τελικό τους στάδιο, η οικοδομή παρέμεινε ημιτελής και ως εκ τούτου μη παραδοτέα στον οικοπεδούχο τουλάχιστον μέχρι τον Ιούλιο του 2009, ήτοι 12 μήνες μετά την απόφαση της πολεοδομίας περί συνέχισης των εργασιών Για το σκοπό αυτό ο εναγόμενος απέστειλε προς τον ενάγοντα την από 3-7-2009 εξώδικη διαμαρτυρία, δήλωση και πρόσκληση, νομίμως κοινοποιηθείσα σε αυτόν δυνάμει της υπ’αριθμ. …./7-7-2009 έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ……….., με την οποία ο οικοπεδούχος, κάνοντας χρήση της συμβατικά προβλεπόμενης (βλ. ανωτέρω αρθ. 14 της σύμβασης) δυνατότητάς του, κατήγγειλε τη σύμβαση, λόγω υπαίτιας (εκ μέρους του εργολάβου) καθυστέρησης παράδοσης των αντιπαρεχόμενων οριζοντίων ιδιοκτησιών, κηρύσσοντάς τον παράλληλα έκπτωτο. Εκ των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων και ήδη εκκαλών βαρύνεται με υπαιτιότητα για την καθυστέρηση παράδοσης του έργου (υπερήμερος), εξαιτίας της οποίας κατέπεσε (κατ’ αρθ. 14 της σύμβασης έργου) ποινική ρήτρα ύψους 6.070 ευρώ, την οποία και κατέβαλε ο ίδιος στον οικοπεδούχο. Τούτο και τούτο διότι η διακοπή των εργασιών που επεβλήθη από την αρμόδια Πολεοδομία, έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 2007, ήτοι λίγο πριν τη συμπλήρωση της συμβατικά συμφωνηθείσας προθεσμίας παράδοσης στον οικοπεδούχο-εναγόμενο των οριζοντίων ιδιοκτησιών πλήρως αποπερατωμένων, με αποτέλεσμα να αναμένεται, κατά τα μεταξύ τους συμφωνηθέντα, η προσήκουσα αποπεράτωση αυτών εάν όχι τον πρώτο μήνα μετά την επανέναρξη των εργασιών (την 28η-7-2008) τουλάχιστον εντός των πρώτων μηνών που ακολούθησαν αυτή και σε καμία περίπτωση ένα ολόκληρο έτος μετά το χρονικό σημείο επανεκκίνησής τους. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από το γεγονός ότι οι αυθαιρεσίες που διαπιστώθηκαν ήταν σε γνώση του οικοπεδούχου – εναγομένου, σύμφωνα με το άρθρο 2 της ειδικής συγγραφής υποχρεώσεων που υπεγράφη μεταξύ των μερών και στο οποίο ορίζεται μεταξύ άλλων <<ότι στους ημιυπαίθριους χώρους του οικοπεδούχου στο πίσω μέρος θα κατασκευαστεί κρεβατοκάμαρα και λουτρό, σύμφωνα με το σχέδιο>>, όπως ισχυρίζεται ο εναγών και ήδη εκκαλών, διότι την ευθύνη για την νομότυπη και εμπρόθεσμη, κατά την συμφωνία, παράδοση του έργου είχε ο ενάγων και ήδη εκκαλών, ως εργολάβος, η δε συμφωνία του εναγόμενου και ήδη εφεσιβλήτου ως εργοδότη στην προσθήκη παράνομων κατασκευών στην οικοδομή δεν τον καθιστά υπαίτιο της καθύστερησης παράδοσης του έργου. Τα ανωτέρω αποδειχθέντα ενισχύονται από την υπ’αριθμ, 2231/20-6-2007 απόφαση της Πολεοδομίας Σαλαμίνας, που εκδόθηκε μετά τη διενέργεια αυτοψίας κατά την 19η-6- 2007 στην επίδικη οικοδομή και με την οποία αποφασίστηκε η διακοπή εργασιών λόγω των οικοδομικών παραβάσεων, όπου διαπιστώθηκε ότι οι εργασίες βρίσκονταν, κατά το χρονικό εκείνο σημείο, στο στάδιο της αποπεράτωσης των επιχρισμάτων, απείχαν δηλαδή σημαντικά από την ολοκλήρωσή τους, παρά την παρέλευση ήδη 17 μηνών από την έναρξή τους. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος περί παραλαβής και εγκατάστασης του εναγομένου στο ακίνητο περί τα τέλη του έτους 2008 και όχι εντός του έτους 2009, όπως προκύπτει από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος του εναγομένου και την από 3-7-2009 εξώδικη διαμαρτυρία, στην οποία ο ενάγων και ήδη εκκαλών δεν απάντησε. Εκ των ανωτέρω αποδείχθηκε με σαφήνεια η ύπαρξη, αποκλειστικής υπαιτιότητας στο πρόσωπο του εργολάβου (ενάγοντα) αναφορικά με την υπέρμετρη καθυστέρηση παράδοσης στον οικοπεδούχο/(εναγόμενο) των συμφωνημένων οριζοντίων ιδιοκτησιών, η οποία συνδέεται αιτιωδώς τόσο με την προβλεπόμενη στην καταρτισθεσα σύμβαση έργου κατάπτωση της επίδικης ποινικής ρήτρας όσο και με την κήρυξή του έκπτωτου από το έργο. Ως εκ τούτου το αίτημα περί απόδοσης σε αυτόν της καταβληθείσας ποινικής ρήτρας λόγω αχρεωστήτου κρίνεται απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο. Tο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ούτε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένων των σχετικών λόγων της υπό κρίση έφεσης.
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων είχε εναποθέσει σε διάφορους χώρους της οικοδομής Α,) κοινόχρηστους, αλλά και αποθήκες), καθ’όλο το χρονικό διάστημα από το 2008 έως το 2015, ήτοι ακόμα και σε χρόνο που οι εργασίες παρέμειναν αδρανείς, διάφορα υλικά, ξυλεία, σίδερα, αλλά και μία σκαλωσιά, όπως, άλλωστε, συνομολογεί ο εναγόμενος στις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις του. Εν τούτοις, όταν περί τα τέλη Αυγούστου 2015, ήτοι μετά τη σύμπραξη του οικοπεδούχου στη μεταβίβαση και των τελευταίων ποσοστών επί του οικοπέδου σε πρόσωπο που του υπέδειξε ο εργολάβος, ο τελευταίος μετέβη στην οικοδομή, μετά των εργατών του συνεργείου του, όπως -άλλωστε- καταθέτουν άπαντες οι εκεί παρευρεθέντες στις νομίμως προσκομισθείσες στο Δικαστήριο ένορκες βεβαιώσεις τους, διαπίστωσε ότι η αποθηκευθείσα στην οικοδομή προς εξυπηρέτηση των εργασιών σιδηροκατασκευή (σκαλωσιά) ιδιοκτησίας του, είχε εξαφανιστεί, υπεύθυνος δε προς τούτο αποδείχθηκε ενώπιον όλων ο εναγόμενος, ο οποίος την είχε αφαιρέσει από τον χώρο της οικοδομής που φυλασσόταν, ιδιοποιούμενος αυτή. Ωστόσο, προκειμένου ο ενάγων να μην προβεί στην υποβολή έγκλησης ενώπιον των δικαστικών αρχών σε βάρος του εναγόμενου, ο τελευταίος δεσμεύθηκε, προφορικά, έναντι όλων των παρευρισκομένων (εργατών) στο περιστατικό να καταβάλει στον πρώτο το αντίτιμο της αξίας της εν λόγω κατασκευής, κάτι που ουδέποτε έπραξε. Το εν λόγω περιστατικό, όπως αποδείχθηκε, έλαβε χώρα το μήνα Αύγουστο του έτους 2015, η δε περιουσιακή ζημία του ενάγοντος – εκκαλούντος, συνίσταται στην αξία της σιδηροκατασκευής, ενόψει των διαστάσεων της 700 τ.μ και των εξαρτημάτων της από 100 μαδέρια, 120 πλαίσια, 50 χιαστί, 50 πλάτες, 50 σφιγκτήρες και 50 βίδες της παλαιότητας των υλικών (αγορά έτος 2007) της εναπόθεσης στην οικοδομή του εναγομένου για διάστημα επτά ετών, κατά την κρίση του Δικαστηρίου ανέρχεται στο ποσό των 7.000,00 ευρώ. Σημειωτέον ότι η αξία της σιδηροκατασκευής προκύπτει και από στις προσκομισθείσες υπ΄αριθμ. …/22-1-2007 και …./25-1-2007 αποδείξεις είσπραξης, εκδοθείσες στο όνομά του από την εταιρεία με την επωνυμία «…..» (μάντρα οικοδομών), διότι αν και η περιγραφή του πωληθέντος εμπορεύματος δεν ταυτίζεται απόλυτα με την περιγραφή της επίδικης σιδηροκατασκευής, καθόσον στην κρινόμενη αγωγή γίνεται λόγος για σκαλωσιά αποτελούμενη από 100 μαδέρια, 120 πλαίσια, 50 χιαστί, 50 πλάτες, 50 σφιγκτήρες και 50 βίδες, ενώ στις προσκομιζόμενες αποδείξεις αποτυπώνεται η αγορά από τον ενάγοντα κατά τον Ιανουάριο του 2007 από την ανωτέρω μάνδρα οικοδομικών υλικών 100 πλαισίων, 100 χιαστί, 100 βιδών, 100 μαδεριών, 100 πλατών, 70 σφιχτήρων και 100 σωλήνων, έναντι του συνολικού ποσού των 12.500 ευρώ., εντούτοις τα περισσότερα εξαρτήματα περιλαμβάνονται στις ανωτέρω αποδείξεις, έστω σε μεγαλύτερο αριθμό σε σχέση με τα αναφερόμενη στην αγωγή. Κατόπιν τούτων το αγωγικό αίτημα περί καταβολής στον ενάγοντα ως αποζημίωσης ης αξίας της επίδικης σιδηροκατασκευής, θα πρέπει να γίνει δεν μέρει δεκτό και να επιδικαστεί ποσό 7.000,00 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε το σχετικό κονδύλιο ως ουσιαστικά αβάσιμο εκτίμησε λανθασμένα τις αποδείξεις ως προς το κονδύλιο αυτό και θα πρέπει αφού γίνει δεκτός ως βάσιμος και κατ΄ουσίαν ο σχετικός λόγος της υπό κρίση έφεσης, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το ανωτέρω κεφάλαιο αναγκαίως δε και κατά τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων, τα οποία και θα επανακαθοριστούν. Για το ενιαίο, όμως, του τίτλου της εκτέλεσης, πρέπει η εκκαλουμένη απόφαση να εξαφανισθεί στο σύνολό της, ήτοι ως προς τo άνω κεφάλαιo κατά τα οποία έσφαλε, αλλά και ως προς εκείνα που δεν έσφαλε (μη προσβληθέντα και προσβληθέντα αλλά μη ανατραπέντα) και, ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), πρέπει η άνω αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος και ήδη εφεσίβλητος να καταβάλει στον η ενάγοντα το ποσό των 7.000 ,00 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως. Ο εκκαλών με τον τελευταίο λόγο της κρινόμενης έφεσής του, προσβάλλει την εκκαλουμένη απόφαση ως προς τη διάταξη περί επιβολής σε βάρος του των δικαστικών εξόδων του εναγόμενων, ποσού 3.000,00 ευρώ, επικαλούμενος ότι είναι «δυσανάλογα υψηλά ποσό με τη διαδικασία που καταχρηστικά επεβλήθη». Ο λόγος αυτός παραδεκτά προβάλλεται κατ’ άρθρο 193 Κ.Πολ.Δ, αφού με την άνω έφεση προσβάλλεται ταυτόχρονα και η ουσία της υπόθεσης, είναι αόριστος και πρέπει να απορριφθεί. Τούτο δε, διότι ο εκκαλών δεν προσδιορίζει το νομικό σφάλμα ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων περί δικαστικής δαπάνης, δηλαδή αν ο καθορισμός του ως άνω ποσού οφείλεται σε μη νόμιμο υπολογισμό ή σε κάποια άλλη αιτία, ώστε να είναι δυνατό να ελεγχθεί η παραβίαση ή μη των σχετικών διατάξεων και να αποκλεισθεί η περίπτωση του λογιστικού σφάλματος, ενώ δεν προσδιορίζουν και που συνίσταται η δυσκολία στην ερμηνεία συγκεκριμένων κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση από 13.7.2021 (αρ. εκ. κατ. …../399021 και αρ. εκ κατ. εφ …/343/2021) έφεση ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, και στη συνέχεια αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ) και δικασθεί στην ουσία η από 1.3.2019 (αρ. εκ. κατ. ………./2019) αγωγή του ενάγοντος – εκκαλούντος κατά του εναγομένου – εφεσιβλήτου, να γίνει εν μέρει δεκτή η ως άνω αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 7.000,00 ευρώ για την αποκατάσταση της ζημίας του, εντόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν κατά ένα μέρος σε βάρος του εναγομένου και ήδη εφεσιβλήτου, λόγω της μερικής νίκης και ήττας του, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό (άρθρα 178, 183, 191 § 2 ΚΠολΔ), και να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στον ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 13.7.2021 (αρ. εκ. κατ. ………./21 και αρ. εκ κατ. εφ ……../2021) έφεση κατά της υπ΄ αριθ. 3123/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία .
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ΄ ουσίαν την έφεση.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την με αριθμό 3123/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει την υπόθεση κατ΄ ουσίαν .
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 1.3.2019 (αρ. εκ. κατ. ………/2019) αγωγή .
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των επτά χιλιάδων (7.000,00) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, σε βάρος των εναγομένου – εφεσιβλήτου, τα οποία καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στον καταθέσαντα ενάγοντα – εκκαλούντα.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 31 Ιουλίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ