Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 433/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός      433/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα T.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “……….”, η οποία εδρεύει στην …… Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “……..”, η οποία ομοίως εδρεύει στην …… Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, τις οποίες εκπροσώπησε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Δημήτριος Χαρίσης [ΔΕ ΠΙΣΤΙΟΛΗΣ – ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ].

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……… κατοίκου ….., τον οποίο εκπροσώπησε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Γεώργιος Κοντοσέας [Γ.Κοντοσέας & Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία].

Ο εφεσίβλητος – εκκαλών ….., άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 20.05.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………./20.05.2021 αγωγή, σε βάρος των ήδη εκκαλουσών – εφεσιβλήτων εταιρειών, επί της οποίας εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, η με αριθμό 1158/2022 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή  έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη.

Οι εν μέρει ηττηθείσες στον πρώτο βαθμό εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες εταιρείες με την επωνυμία “………..” και “……….”, με την από 15.7.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……../15-7-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………../15-7-2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή τους, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, προσβάλλουν  την ανωτέρω απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου

Ο εν μέρει ηττηθείς στον πρώτο βαθμό ενάγων ………….., με την από 19.12.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ………/20-12-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………./10-2-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή του, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, προσβάλλει  την ανωτέρω απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, τα οποία συνεκφωνήθηκαν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν το λόγο από τη Δικαστή, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΙΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι κρινόμενες αντίθετες α) από 15.7.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου …../15-7-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……../15-7-2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση των εκκαλουσών – εναγομένων [Α έφεση] και β) από 19.12.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……./20-12-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……./10-2-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος [Β έφεση], που στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 1158/11.04.2022 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε επί της από 20.05.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ……./20.05.2021 αγωγής, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3, 621 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ), με την οποία  έγινε εν μέρει δεκτή η ανωτέρω αγωγή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 2 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία των δύο ετών από τη δημοσίευση αυτής στις 11.04.2022, ενώ για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής. Εφόσον δε, οι ένδικες εφέσεις, αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που είναι καθ’ ύλην, κατά τόπο και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή τους (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄ του N.2172/1993), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό τη διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω, κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθεί το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.

ΙΙ. Mε την ένδικη αγωγή του, και κατά τη δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου αυτής, ο ενάγων ……, ισχυρίστηκε ότι, κατόπιν έξι (6) διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας που κατήρτισε με την πρώτη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία “………”, πλοιοκτήτρια του κάτωθι αναφερομένου πλοίου, ναυτολογήθηκε την 1.10.2018, 20.7.2019, 7.11.2019, 4.7.2020, 27.10.2020 και 12.3.2021, με την ειδικότητα του ναύτη και απασχολήθηκε, στο υπό ελληνική σημαία, με αριθμό νηολογίου Πειραιά 10.883, επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο «ΝΧ» (το οποίο την 29.1.2020 μετονομάσθηκε σε “BSC”), 8.125,72 κ.ο.χ., υπό Διεθνές Διακριτικό Σήμα ……., το οποίο αρχικώς εκτελούσε Μεσογειακούς πλόες έως την 1.4.2019, οπότε εντάχθηκε σε ακτοπλοϊκές γραμμές εξυπηρέτησης των ελληνικών νήσων, κατόπιν δε επισκευών του που ολοκληρώθηκαν την 8-4-2019, εκτελούσε καθημερινά, τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο δρομολόγια, ορισμένα εκ των οποίων ήταν «εξπρές» σε ακτοπλοϊκές γραμμές μεταξύ ελληνικών λιμένων, αντί συμφωνηθείσας αμοιβής, της προβλεπομένης από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) για τα μέλη των πληρωμάτων των Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων μηνιαίου μισθού και επιδομάτων. Οι εν λόγω συμβάσεις ναυτολόγησης, λειτούργησαν έως την 8.6.2019, 4.10.2019, 14.5.2020, 8.9.2020, 8.2.2021 και 20.4.2021, αντίστοιχα, οπότε ο ενάγων αποναυτολογήθηκε την 8.6.2019 λόγω αδείας, την 4.10.2019,  8.9.2020 και 8.2.2021 λόγω διακοπής των πλόων του πλοίου για ετήσια επιθεώρηση, την 8.2.2021 «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου του εν λόγω πλοίου και την 14.5.2020 τυπικά λόγω αδείας, αλλά στην πραγματικότητα λόγω μονομερούς καταγγελίας της ανωτέρω συμβάσεως εργασίας υπό του πλοιάρχου του πλοίου. Κατά τα επιμέρους χρονικά διαστήματα από 25.5.2019 έως 04.10.2019 και από 04.02.2020 έως και 07.09.2020, η πρώτη εναγομένη, είχε παραχωρήσει τον εφοπλισμό του ανωτέρω πλοίου στη δεύτερη εναγομένη εταιρεία, η οποία διέθετε την οικονομική και εμπορική εκμετάλλευση αυτού. Περαιτέρω, ισχυρίσθηκε ότι, καθόλα τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, εργάσθηκε ως μέλος του πληρώματος του ανωτέρω πλοίου, με την ανωτέρω ειδικότητα του ναύτη, παρείχε δε τις υπηρεσίες του σε αυτό, εργαζόμενος ημερησίως, από την 8.4.2019 και εντεύθεν (α) καθόν χρόνο το εν λόγω πλοίο εκτελούσε δρομολόγιο επί δεκαέξι [16] ώρες ημερησίως και (β) καθόν χρόνο σε αυτό εκτελούντο εργασίες επισκευής και δη κατά το χρονικό διάστημα από 28.1.2020 έως 3.2.2020 κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές επί εννέα [9] ώρες ημερησίως και κατά τις καθημερινές επί ένδεκα [11] ώρες ημερησίως. Με βάση τα περιστατικά αυτά και υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των αποδοχών του που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, στην αμοιβή του για δρομολόγια εξπρές, στα αναλογούντα δώρα εορτών, καθώς επίσης χωρίς να του χορηγηθούν οι προβλεπόμενες διανυκτερεύσεις από 1.4.2019 και εντεύθεν και τέλος χωρίς να του καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση απολύσεως, συνεπεία της ανωτέρω μονομερούς καταγγελίας εκ μέρους του πλοιάρχου του πλοίου της ανωτέρω τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, ζητούσε ο ενάγων, και όπως το αρχικώς συνολικά καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής του, παραδεκτώς περιόρισε σε εν μέρει αναγνωριστικό, δια αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής (α) να υποχρεωθεί να του καταβάλει η πρώτη εναγομένη, πλοιοκτήτρια του ανωτέρω πλοίου, κατά τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στην αγωγή το συνολικό ποσό των ευρώ 14.693,37 για αναλογούσες αποδοχές του στην υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες που πραγματοποίησε και να αναγνωρισθεί ότι η ίδια (πρώτη εναγομένη) οφείλει να του καταβάλει, ομοίως ως πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου, επιπλέον των ανωτέρω το ποσό των ευρώ 3.806,37 για αναλογία δώρων εορτών, το ποσό των ευρώ 2.060,78 για πρόσθετη αμοιβή του για δρομολόγια εξπρές και το ποσό των ευρώ 1.131,89 για αποζημίωση ένεκα της μη χορηγήσεως σε αυτών άδεια διανυκτερεύσεως, όλα δε τα ανωτέρω ποσά νομιμοτόκως από της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του την 20.4.2021, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής και (β) να υποχρεωθούν αμφότερες οι εναγόμενες, ενεχόμενες εις ολόκληρον, εκ των οποίων η πρώτη ως κυρία του πλοίου κατά τα χρονικά διαστήματα των ενδίκων ναυτολογήσεων που τον εφοπλισμό αυτού είχε η δεύτερη εναγομένη, δια και έως της αξίας του πλοίου, το συνολικό ποσό των ευρώ 13.226,54 για αναλογούσες αποδοχές του στην υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες και να αναγνωρισθεί ότι, αμφότερες οι εναγόμενες, ενεχόμενες εις ολόκληρον, εκ των οποίων η πρώτη ως κυρία του πλοίου κατά τα χρονικά διαστήματα των ενδίκων ναυτολογήσεων που τον εφοπλισμό αυτού είχε η δεύτερη εναγομένη, δια και έως της αξίας του πλοίου, οφείλουν να του καταβάλουν, επιπλέον το ποσό των ευρώ 3.400,01 για αναλογία δώρων εορτών, το ποσό των ευρώ 11.667,73 για αμοιβή του για δρομολόγια εξπρές, το ποσό των ευρώ 861,37 για αποζημίωση ένεκα της μη χορηγήσεως σε αυτών άδειας διανυκτερεύσεως και το ποσό των ευρώ 3.121,76 για αποζημίωση απολύσεως, όλα δε τα ανωτέρω ποσά νομιμοτόκως από της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του την 20.4.2021, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής. Τέλος, ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενες στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η υπ’ αριθμ. 1158/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία αφού έγινε δεκτή, ως νόμιμη και ορισμένη η ένδικη αγωγή, απορριφθείσας ως αβασίμου στην ουσία της της, περί αοριστίας της αγωγής, ένστασης των εναγομένων, ακολούθως η ένδικη αγωγή έγινε δεκτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της και επιδικάσθηκαν στον ενάγοντα, κατά περίπτωση καταψηφιστικώς και αναγνωριστικώς, σε βάρος των εναγομένων τα ακόλουθα ποσά (i) καταψηφιστικώς το ποσό των ευρώ 4.567,10 σε βάρος της πρώτης εναγομένης ως πλοιοκτήτριας του πλοίου και επιπλέον το ποσό των ευρώ 4.321,08, σε βάρος αμφοτέρων των εναγομένων, της πρώτης εκ των οποίων ως κυρίας του πλοίου δια και έως της αξίας αυτού, καθόν χρόνο τον εφοπλισμό αυτού είχε η δεύτερη εναγομένη, ως υπόλοιπο οφειλομένης αμοιβής του για υπερωριακή του απασχόληση καθόν χρόνο υπηρέτηση στο ανωτέρω πλοίο, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ενάγων εργαζόταν επί δώδεκα [12] ώρες ημερησίως, καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο εκτελούσε πλόες, επί εννέα [9] ώρες μία ημέρα Σαββάτου και μία ημέρα Κυριακής και ένδεκα [11] ώρες τις καθημερινές καθόν χρόνο στο πλοίο διενεργούντο εργασίες επισκευής, αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμο στην ουσία του ισχυρισμό των εναγομένων, περί μερικής καταβολής και δη κατά το ποσό των ευρώ 8.417,61 για την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και κατά το ποσό των ευρώ 10.523,77 για την ίδια εργασία αυτού κατά της καθημερινές και Κυριακές και αφού απέρριψε ως αβάσιμο στην ουσία του τον ισχυρισμό των εναγομένων περί συμβατικού συμψηφισμού (καταλογισμού) μέρους της εν λόγω απαίτησης του ενάγοντος με, υπέρμετρες των νομίμων αποδοχών του, καταβολές αυτών, ποσού ευρώ 2.051,23 με αιτιολογία «έκτακτες παροχές» και ποσού ευρώ 2.097,04 με αιτιολογία «ρολόγια ναυτών» και (ii) αναγνωριστικώς (α) σε βάρος της πρώτης εναγομένης καθόν χρόνο αυτή ήταν πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου για αναλογία δώρων εορτών το ποσό των ευρώ 290,60 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2019, το ποσό των ευρώ 695,96 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2019, το ποσό των ευρώ 314,45 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2020, το ποσό των ευρώ 599,20 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2020 και το ποσό των ευρώ 655,14 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2021, και  σε βάρος αμφοτέρων των εναγομένων, καθόν χρόνο τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, ενεχομένων εις ολόκληρον της πρώτης εκ των οποίων εκ της ιδιότητος ως κυρίας του πλοίου δια του ανωτέρω πλοίου της και έως της αξίας του το ποσό των ευρώ 861,35 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2019, αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμο στην ουσία του ισχυρισμό των εναγομένων περί μερικής καταβολής της εν λόγω απαίτησης για το ποσό των ευρώ 886,92, το ποσό των ευρώ 663,83 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2020 και το ποσό των ευρώ 654,03 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2020, συνυπολογίζοντας στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος για τον υπολογισμό των εν λόγω δώρων εορτών και το επίδομα αδείας, (β) σε βάρος της πρώτης εναγομένης, το ποσό των ευρώ 979,57, ως υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής του ενάγοντος για 9,17 δρομολόγια εξπρές άνω των δώδεκα [12] ωρών, καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε έως πέντε κυκλικά δρομολόγια και επιπλέον για 8,5 δρομολόγια εξπρές, καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε πέρα των πέντε και δη επτά δρομολόγια εξπρές εβδομαδιαίως σε χρόνο κατά τον οποίο την πλοιοκτησία αυτού είχε η πρώτη εναγομένη και σε βάρος αμφοτέρων των εναγομένων, καθόν χρόνο τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, ενεχομένων εις ολόκληρον της πρώτης εκ των οποίων εκ της ιδιότητος ως κυρίας του πλοίου δια του ανωτέρω πλοίου της και έως της αξίας του, το ποσό των ευρώ 3.918,15, ως υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής του ενάγοντος για 27,71 δρομολόγια εξπρές διάρκειας άνω των δώδεκα [12] ωρών καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε έως πέντε κυκλικά δρομολόγια και επιπλέον για 3,6 δρομολόγια εξπρές καθόν χρόνο το πλοίο εκτελούσε πέρα των πέντε και δη έξι δρομολόγια εξπρές εβδομαδιαίως, και αφού απέρριψε ως αβάσιμο  το αγωγικό αίτημα περί επιδίκασης πρόσθετης αμοιβής για 57,14 εξπρές δρομολόγια με λιμάνι αφετηρίας της Ρόδο, (γ) σε βάρος της πρώτης εναγομένης το ποσό των ευρώ 1.059,11, ως αποζημίωση για μη χορηγηθείσα διανυκτέρευση, καθόν χρόνο την πλοιοκτησία αυτού είχε η πρώτη εναγομένη, καθώς επίσης και το ποσό των ευρώ 576,86 για την ίδια αιτία, σε βάρος αμφοτέρων των εναγομένων της πρώτης εκ των οποίων ενεχομένης δια και έως της αξίας του ανωτέρω πλοίου, καθόν χρόνο τον εφοπλισμό του πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, αφού δέχθηκε ως βάσιμο στην ουσία του ισχυρισμό των εναγομένων περί μερικής καταβολής, έναντι της εν λόγω απαίτησης για το ποσό των ευρώ 189,86, και (δ) το ποσό των ευρώ 2.709,15 σε βάρος αμφοτέρων των εναγομένων, της πρώτης εκ των οποίων δια και έως της αξίας του ανωτέρω πλοίου, καθόν χρόνο τον εφοπλισμό του πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη ως αποζημίωση απολύσεως του ενάγοντος συνεπεία μονομερούς εκ μέρους του πλοιάρχου του πλοίου καταγγελίας της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, αφού δε απέρριψε ως μη νόμιμη ένσταση των εναγομένων περί καταχρηστικής άσκησης των ενδίκων δικαιωμάτων του εκ μέρους του ενάγοντος, (α) υποχρέωσε την πρώτη εναγομένη ως πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου, να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 4.567,10, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του και επιπλέον αναγνώρισε ότι η ίδια (πρώτη εναγομένη) οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα για τις ανωτέρω αιτίες το ποσό των ευρώ 4.594,02, νομιμοτόκως ομοίως από την επομένη ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του και (β) υποχρέωσε αμφότερες τις εναγόμενες, της πρώτης εκ των οποίων ως κυρίας του ανωτέρω πλοίου, δι’ αυτού και έως της αξίας του, να καταβάλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα, το ποσό των ευρώ 4.321,08, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του και επιπλέον αναγνώρισε ότι αμφότερες οι εναγόμενες, ενεχόμενες εις ολόκληρον, εκ των οποίων η πρώτη δια του ανωτέρω πλοίου και έως της αξίας του υποχρεούνται να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 9.383,37, ομοίως με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του. Περαιτέρω, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς το σύνολο των καταψηφιστικών της διατάξεων και επέβαλε σε βάρος των  εναγομένων μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία καθόρισε στο ποσό των οκτακοσίων πενήντα (850) ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τόσο ο ενάγων όσο και οι εναγόμενες, ως εν μέρει ηττηθέντες στον πρώτο βαθμό, έχοντας έννομο συμφέρον, που απορρέει από τη βλάβη τους, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της εκκαλουμένης αποφάσεως, με τις συνεκδικαζόμενες με την παρούσα απόφαση εφέσεις τους. Ειδικότερα: 1) Οι εναγόμενες άσκησαν την υπό στοιχείο Α έφεσή τους, με την οποία πλήττουν την εκκαλουμένη απόφαση, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες εκτιμώμενες, ανάγονται [Α] σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά με την κρίση του α) περί απορρίψεως ως αβασίμου στην ουσία της της, υπ’ αυτών υποβληθείσας, ενστάσεως περί αποσβέσεως της απαίτησης του ενάγοντος για υπερωριακή αμοιβή του, κατά το ποσό των ευρώ 4.138,27 το οποίο του κατέβαλαν ως «επιμίσθιο» και με τη ρητή συμφωνία των διαδίκων, που  περιείχετο στις ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας, ότι οι εν λόγω υπέρτερες των νομίμων αποδοχές θα συμψηφίζονται με τυχόν απαίτηση του ενάγοντος για αμοιβή του από υπερωριακή του απασχόληση, με τον πρώτο λόγο έφεσης, απορριπτική διάταξη που πλήττουν και από άποψη εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου, β) επί του κονδυλίου της αιτούμενης από τον ενάγοντα αμοιβής του για υπερωριακή του απασχόληση, όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως επί των ωρών της ημερήσιας απασχόλησής του, κατά το χρονικό διάστημα των ενδίκων ναυτολογήσεών του, σύμφωνα με τα οποία, καθόν χρόνο το εν λόγω πλοίο εκτελούσε πλόες, εργαζόταν καθημερινά επί δώδεκα [12] ώρες, καθόν χρόνο στο ανωτέρω διενεργούντο επισκευές επί εννέα [9] ώρες κατά μία ημέρα Σαββάτου και μία ημέρα Κυριακής και επί ένδεκα [11] ώρες κατά τις καθημερινές, ενώ κατά τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης, εάν εκτιμούσε ορθά τις αποδείξεις θα έπρεπε να δεχθεί ότι αυτός (ενάγων) ουδέποτε εργάσθηκε υπερωριακά, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή του, αλλά το ωράριό του δεν επεκτεινόταν συνολικά πέραν των εννέα [9] και σπάνια πέραν των δέκα [10] ωρών, εργασία για την οποία έχει εξοφληθεί, γ) επί των γενομένων δεκτών, ως εν μέρει κατ’ ουσίαν βασίμων, κονδυλίων δώρων εορτών, ως προς τα οποία (κονδύλια) με τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσης ειδικότερα ισχυρίζονται ότι, υπολογίσθηκαν εσφαλμένα επί τη βάσει, συμπεριληφθέντος σ’ αυτά μη ανταποκρινόμενο στην πραγματικότητα, ποσού ως μέσου όρου αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή αυτού απασχόληση, κονδύλια, οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, επί των οποίων πλήττονται και από πλευράς εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των σχετικών διατάξεων της εν προκειμένω κριθείσας ως εφαρμοστέας Σ.Σ.Ν.Ε., διότι ισχυρίζονται ότι, εσφαλμένως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ότι στις τακτικές αποδοχές, με βάση τις οποίες υπολογίσθηκαν τα δώρα εορτών, ελήφθησαν υπόψη και οι αποδοχές αδείας αυτού, δ) επί του γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αμοιβής δρομολογίων εξπρές, ως προς το οποίο (κονδύλιο) με τον τέταρτο λόγο της ένδικης έφεσης ειδικότερα, ισχυρίζονται ότι, (ι) υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει, συμπεριληφθέντος στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, μη ανταποκρινόμενο στην πραγματικότητα, ποσού ως μέσου όρου αμοιβής αυτού για υπερωριακή του απασχόληση, κονδύλιο, οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης επί του οποίου πλήττονται και από πλευράς εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των σχετικών διατάξεων της εν προκειμένω κριθείσας ως εφαρμοστέας Σ.Σ.Ν.Ε., ως προς το οποίο ισχυρίζονται ότι, εσφαλμένως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ότι στις τακτικές αποδοχές υπολογίζεται και το επίδομα αδείας, και (ιι) απερρίφθη σιωπηρά εσφαλμένως η παραδεκτώς και ορισμένως υποβληθείσα υπ’ αυτών ένσταση μερικής καταβολής της λόγω απαίτησης για ποσό ευρώ 5.011,90, ε) επί του γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αποζημιώσεως λόγω μη χορήγησης αδειών διανυκτέρευσης, τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως επί του οποίου πλήττονται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ιδίως των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ανταποδείξεως, αλλά και για εσφαλμένη κατανομή του βάρους απόδειξης μεταξύ των διαδίκων, στ) επί του γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αποζημιώσεως λόγω απολύσεως του ενάγοντος, τα αποδεικτικά πορίσματα της οποίας πλήττονται και διότι το ύψος αυτής υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει, συμπεριληφθέντος στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, μη ανταποκρινόμενο στην πραγματικότητα, ποσού ως μέσου όρου αμοιβής αυτού για υπερωριακή του απασχόληση, κονδύλιο, οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης επί του οποίου πλήττονται και από πλευράς εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των σχετικών διατάξεων της εν προκειμένω κριθείσας ως εφαρμοστέας Σ.Σ.Ν.Ε., ισχυριζόμενες ότι εσφαλμένως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ότι στις τακτικές αποδοχές υπολογίζεται και το επίδομα αδείας και [Β] σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου καθό μέρος απερρίφθη ως μη νόμιμη η, υπ’ αυτών υποβληθείσα, ένστασης περί καταχρηστικής άσκησης υπό του ενάγοντος των ενδίκων αξιώσεών του. Ζητούν δε με την έφεσή τους την εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της εκκαλουμένης αποφάσεως και την εξαρχής αναδίκαση της υπόθεσης, ούτως ώστε ν’ απορριφθεί στο σύνολό της η, σε βάρος τους ασκηθείσα, ανωτέρω αγωγή. Επιπλέον, οι εκκαλούσες της Α έφεσης, υποβάλλουν αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη της εκτέλεσης κατάσταση, κατ’ άρθρο 914 Κ.Πολ.Δ, επειδή κατέβαλαν στον αντίδικό τους το χρηματικό ποσό των (9.718,13) ευρώ, που η εκκαλουμένη απόφαση του επιδίκασε προσωρινά, τα οποία ζητούν νομιμοτόκως από της καταβολής, ήτοι από την 17-5-2022. Το τελευταίο αυτό αίτημα, ήτοι το αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, είναι νόμιμο (άρθρο 914 ΚΠολΔ), πλην του παρεπομένου αιτήματος επιδίκασης τόκων από την ημερομηνία καταβολής, το οποίο είναι νόμιμο από την επίδοση της προκειμένης απόφασης, εφόσον στο μείζον αίτημα περιλαμβάνεται και το έλασσον, καθόσον πριν από την έκδοση της, περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη της εκτέλεσης κατάσταση, απόφασης δεν υπάρχει απαίτηση για επιστροφή των καταβληθέντων, δυνάμει προσωρινώς εκτελεστής απόφασης και, κατά τα άρθρα 340, 345 και 346 ΑΚ, απαιτείται επίδοση της απόφασης, για να επέλθει όχληση (Εφ.Πειρ. 31/2022, Εφ.Πειρ. 593/2021, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Αθ. 490/2010, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). 2) Ο ενάγων άσκησε κατά της ως άνω απόφασης την ανωτέρω υπό στοιχείο Β  έφεσή του, με την οποία πλήττει αυτήν για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες εκτιμώμενες, ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αναφορικά με την κρίση του α) επί του αγωγικού κονδυλίου της πρόσθετης αμοιβής του για την παρασχεθείσα υπ’ αυτού υπερωριακή εργασία όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως επί των ωρών της ημερήσιας απασχόλησής του, κατά το χρονικό διάστημα των ναυτολογήσεών του στο ένδικο πλοίο, σύμφωνα με τα οποία, καθόν χρόνο το εν λόγω πλοίο εκτελούσε πλόες, εργαζόταν καθημερινά επί δώδεκα [12] ώρες, ενώ κατά τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης, εάν εκτιμούσε ορθά τις αποδείξεις θα έπρεπε να δεχθεί τον αγωγικό του ισχυρισμό ότι, κατά το εν λόγω διάστημα, εργαζόταν επί δεκαέξι [16] ώρες, β) επί των επίσης γενομένων εν μέρει δεκτών ως κατ’ ουσίαν βασίμων κονδυλίων δώρων εορτών, με τον δεύτερο λόγο έφεσης, όσον αφορά στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, το οποίο έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως τέτοια αμοιβή, διότι τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, γ) επί του επίσης γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αμοιβής αυτού για δρομολόγια εξπρές, με τον τρίτο λόγο έφεσης (i) όσον αφορά στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, που έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως τέτοια αμοιβή, διότι τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικά τακτικών μηνιαίων αποδοχών, συμπεριληφθέντος χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, τα αποδεικτικά πορίσματα της οποίας πλήττονται και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των οικείων διατάξεων της εφαρμοζομένης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, διότι δεν συμπεριελήφθησαν στις τακτικές αποδοχές του και η αναλογία των δώρων εορτών και (ii) ως προς την απόρριψη ως αβασίμου στην ουσία του του αγωγικού αιτήματος περί επιδίκασης πρόσθετης αμοιβής και για επιπλέον 57,14 δρομολόγια εξπρές με λιμάνι αφετηρίας το λιμάνι της Ρόδου, διάταξη ως προς την οποία πλήττει την εκκαλουμένη και για εσφαλμένη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 33 της εφαρμοσθείσας εν προκειμένω ΣΣΝΕ, και (δ) επί του επίσης γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ ουσίαν βασίμου κονδυλίου αποζημίωσης λόγω απολύσεως, με τον τέταρτο λόγο έφεσης, όσον αφορά στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, που έγινε δεκτό ότι του οφείλεται, διότι τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικά τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, τα αποδεικτικά πορίσματα της οποίας πλήττονται και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των οικείων διατάξεων της εφαρμοζομένης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, διότι δεν συμπεριελήφθησαν στις τακτικές αποδοχές του και η αναλογία των δώρων εορτών. Ζητείται δε, με την εν λόγω έφεση, η εξαφάνιση άλλως μεταρρύθμιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια αυτής που βλάπτουν τον εκκαλούντα, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και αναδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του ως κατ’ ουσίαν βάσιμη.

ΙΙΙ. Από την εκτίμηση της, περιεχομένης στη με αριθμό ……../17-9-2021 ένορκη βεβαίωση, ένορκης κατάθεσης του μάρτυρος ………………, η οποία ελήφθη ενώπιον του συμβολαιογράφου Ξάνθης, ………….., με επιμέλεια του ενάγοντος και κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατά τα άρθρα 421 και 422 του ΚΠολΔ, κλήτευσης των εναγομένων, όπως αποδεικνύεται από τις υπ’ αριθμ. …. και ……….. από 14-9-2021 εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, ……….., τις, περιεχόμενες στις με αριθμό …./20-9-2021 και …../20-9-2021 ένορκες βεβαιώσεις, ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων …… και ………………., οι οποία ελήφθησαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………. και του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, αντίστοιχα και όπως αποδεικνύεται από την υπ’ αριθμ. Β…./15-9-2021 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ………., ελήφθησαν με την επιμέλεια των εναγομένων, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ κλήτευσης του αντιδίκου τους, με επίδοση της σχετικής κλήσεως στη Δικηγόρο Πειραιώς Ελένη Καλογιάννη – Κοντοσέα, υπογράφουσας την ένδικη αγωγή (σχετικά άρθρο 96, 100 και 143 παρ.1  του ΚΠολΔ), έστω κι αν η επίδοση έλαβε χώρα πριν τη συζήτηση αυτής, εφόσον η ανωτέρω υπογράφουσα την αγωγή δικηγόρος, κατά νόμιμο αμάχητο τεκμήριο, θεωρείται μέχρι την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο πληρεξουσία και αυτοδικαίως αντίκλητος του ενάγοντος για όλες τις επιδόσεις που αναφέρονται στην ανοιγείσα με την αγωγή δίκη, στις οποίες περιλαμβάνεται και η κλήση των εναγομένων, για να παραστεί κατά τη λήψη ένορκης βεβαίωσης (ΑΠ 1330/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), οι καταθέσεις των οποίων (μαρτύρων) σταθμίζονται, κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μάρτυρος, χωρίς το γεγονός ότι ο μάρτυρας του ενάγοντος τυγχάνει αντίδικος των εναγομένων, εκ του λόγου ότι έχει ασκήσει εναντίον τους αγωγή, με το ίδιο αντικείμενο, να αποκλείει την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (ΕφΑθ 3879/2012 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 698/2003 ΑχΝομ 2004.266), όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι εναγόμενες, μη εξαρτώντας, εκ του λόγου τούτου, συμφέρον από την παρούσα δίκη, όπως οι ίδιες διατείνονται, ενόψει μάλιστα του ότι, ήδη η διάταξη του άρθρου 400 αρ. 3 ΚΠολΔ κατά το οποίο «Δεν εξετάζονται, όταν κληθούν ως μάρτυρες,1) …,2) …, 3) πρόσωπα που μπορεί να έχουν συμφέρον από τη δίκη», καταργήθηκε με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, καθώς και το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν και αυτών που προσκομίζονται ενώπιόν μας για πρώτη φορά, σύμφωνα με την ίδια ως άνω διάταξη του άρθρου 529 ΚΠολΔ, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατά τα άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ αλλά και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ), απεδείχθησαν τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 30.10.2018 έγγραφης σύμβασης ναυτικής εργασίας, η οποία καταρτίσθηκε μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία “………”, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου με την ονομασία «ΝΧ» (το οποίο ακολούθως και δη την 29.1.2020 μετονομάσθηκε σε  “BSC”), νηολογημένου στο λιμένα του Πειραιά, με αριθμό ……, 8.125,72 κ.ο.χ., υπό το Διεθνές Διακριτικό Σήμα ….. και του ενάγοντος, Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του με αριθμό ………. ναυτικού φυλλαδίου της ΙΘ ναυτικής περιφέρειας, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε αυθημερόν, με την ειδικότητα του ναύτη, στο ως άνω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του σ’ αυτό, ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του έως την 8η-6-2019, οπότε και απολύθηκε “λόγω αδείας”, αφού μεσολάβησε η από 5-4-2019 αποναυτολόγησή του, συνεπεία «κλεισίματος ναυτολογίου και μεταφοράς σε νέον». Αρχικώς, το εν λόγω πλοίο εκτελούσε Μεσογειακούς πλόες και δη άλλοτε από την Πάλμα (Μαγιόρκα) προς την Ίμπιζα Ισπανίας με επιστροφή και άλλοτε από την Αλτζεσίρα Ισπανίας προς την Ταγγέρη Μαρόκου, έως την 1.4.2019, οπότε εντάχθηκε σε ακτοπλοϊκές γραμμές εξυπηρέτησης των ελληνικών νήσων, κατόπιν δε επισκευών του που ολοκληρώθηκαν την 8-4-2019, εκτελούσε καθημερινά, τα ειδικότερα ακολούθως αναφερόμενα δρομολόγια. Ο ενάγων, κατόπιν της ανωτέρω ναυτολογήσεώς του, ναυτολογήθηκε εκ νέου στο ανωτέρω πλοίο την 20.7.2019, την 7.11.2019, την 4.7.2020, την 27.10.2020 και την 12.3.2021, υπηρέτησε δε σε αυτό κατά τα χρονικά διαστήματα από 20.7.2019 έως 4.10.2019, από 7.11.2019 έως 14.5.2019, από 4.7.2020 έως 8.9.2020 και από 12.3.2021 έως 20.4.2021. Επιπλέον, απεδείχθη ότι, κατά τα χρονικά διαστήματα από 25-5-2019 έως 4-10-2019 και από 4-2-2020 έως 7-9-2020, τον εφοπλισμό αυτού, ήτοι την εκμετάλλευση της ναυτιλιακής επιχείρησης που συγκροτούσε το ανωτέρω πλοίο, είχε παραχωρήσει η πρώτη εναγομένη εταιρεία “……………….” στη δεύτερη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία “……….” δια σχετικών δηλώσεων παραχώρησης του εφοπλισμού αυτού, οι οποίες καταχωρήθηκαν στο οικείο νηολόγιο που τηρείται στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά. Περαιτέρω, ο συνομολογηθείς μηνιαίος μισθός του ενάγοντος κατά την πρώτη ναυτολόγησή του ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 2.302,27, με πρόβλεψη ότι, επί της εν λόγω συμβάσεως εργασίας, τυγχάνει εφαρμοστέα η Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας Τουριστικών Μεσογειακών, κατά τα επίδικα δε χρονικά διαστήματα, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται υπό τινός των διαδίκων, οι ένδικες ναυτολογήσεις του ενάγοντος διήποντο από τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, που υπογράφηκε την 8.7.2019, κυρώθηκε την 24.7.2019 με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β 3170/ 2019) την 12.8.2019. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 § 1 της ως άνω εφαρμοζομένης ΣΣΝΕ, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά την Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού (μισθού ενέργειας). Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ 328/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508 όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ.), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝαυτΔ 34.351, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 33.345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες (άρθρα 11 και 13 § 5), δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου (άρθρο 18). Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με βάση το ωρομίσθιο που, κατ’ άρθρο 13 § 1 εδαφ. β και γ της ιδίας ΣΣΝΕ, υπολογίζεται ως πηλίκο της διαιρέσεως του μισθού ενέργειας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης= 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2), ενώ, κατά το άρθρο 18 § 2, για τον υπολογισμό των ωρών εργασίας κατά τις ημέρες αργίας ανά μήνα πολλαπλασιάζεται ο μέσος μηνιαίος όρος αργιών (16 αργίες ετησίως δια 12 μήνες = 1,33) με τον αριθμό των ωρών της ημερήσιας απασχόλησης για κάθε αργία (1,33 Χ 8 ώρες = 10,67 ώρες μηνιαίως). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, κατά την ανωτέρω ΣΣΝΕ του έτους 2019 (άρθρα 1, 3, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 §§ 1, 2) ο ενάγων έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως: Ως μισθό ενεργείας του ναύτη το ποσό των 1.204,77 ευρώ, ως επίδομα Κυριακών ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας και δη το ποσό των 265,05 ευρώ, ως επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 36,64 ευρώ, ως επίδομα ιματισμού το ποσό των ευρώ 58,78,  ως αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας  το ποσό των 19,98 ευρώ την ημέρα και μηνιαίως το ποσό των 599,40 ευρώ (19,98 ευρώ Χ 30) και ως αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας, το ποσό των 433,95 ευρώ [(μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών  265,05 ευρώ: 22) =  66,81 + 19,98 ευρώ =) 86,79 Χ 5 ημέρες (ενόψει του ότι ο ενάγων είχε τουλάχιστον διετή θαλάσσια προϋπηρεσία)= 433,95 ευρώ].  Με την ίδια ΣΣΝΕ, το ωρομίσθιο του ναύτη καθορίσθηκε στο χρηματικό ποσό των 6,96 ευρώ και με τις προσαυξήσεις 25% και 50%, σε 8,70 ευρώ και σε 10,44 ευρώ, αντίστοιχα. Τα γενικά και ειδικά καθήκοντα και οι λοιπές εργασιακές υποχρεώσεις των ναυτών που εργάζονταν στο ανωτέρω πλοίο, ορίζονται στον Κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας που ισχύει για τα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά πλοία χωρητικότητας μείζονος των πεντακοσίων (500) κόρων (ΒΔ 683/1960, ΦΕΚ Α΄ 158/4.8.1960), στις διατάξεις των άρθρων 62 και 63 του οποίου, ορίζεται ότι, οι ναύτες τελούν υπό τις διαταγές και τον έλεγχο του ναύκληρου και βοηθούν αυτόν και τον υποναύκληρο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους και, ειδικότερα, εκτελούν, αφενός μεν κατά φυλακές (βάρδιες), τις εργασίες πηδαλιούχου, οπτήρα και αγγελιοφόρου γέφυρας, αφετέρου δε εκτός φυλακής (βάρδιας), μεταξύ άλλων, τις εργασίες καθαριότητας και συντηρήσεως του σκάφους και των σωσιβίων μέσων του, όπως και κάθε εργασία σχετική προς την ειδικότητά τους. Επιπλέον, στις διατάξεις των άρθρων 136 § 1 και 137 του ιδίου Κανονισμού ορίζεται ότι: «Οι διηρημένοι εις τας γενικάς εργασίας καταστρώματος άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του Ναυκλήρου και του Υπαναυκλήρου ένδον εις καθαρισμούς, αποσκωρίασιν ελασμάτων, χρωματισμούς, καθαρισμόν των υδροσυλλεκτών και δεξαμενών πρωραίας και πρυμναίας ζυγοσταθμίσεως, προετοιμασίαν των κυτών διά φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, εις πρωρατικά έργα, ευθέτισιν των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόληψιν μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου πυρκαϊάς, τοποθέτησιν παραφραγμάτων φορτίου και εις πάσαν άλλην εργασίαν της ειδικότητός των, διατασσομένην υπό του Υπάρχου (άρθρο 136 § 1) και ότι: “1. Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται κατά τον κατάπλουν, την αγκυροβολίαν, την άπαρσιν και τον απόπλουν επί τη βάσει του οικείου πίνακος διαιρέσεως προσωπικού ως εξής: α) Ο Πλοίαρχος επί της γεφύρας, β) ο Ύπαρχος όπου θεωρείται αναγκαίον, γ) ο Υποπλοίαρχος εις το πρόστεγον μετά του Ναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος, δ) ο Ανθυποπλοίαρχος εις το επίστεγον μετά του Υποναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος…, ε) ο Δόκιμος αξιωματικός επί της γεφύρας διά την διαβίβασιν των παραγγελμάτων, στ) ο Πηδαλιούχος εις το πηδάλιον. 2. Κατά τον κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν, δεν τηρούνται αι συνήθεις ώραι εργασίας, αλλά πάντες εργάζονται διά την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή διά την κανονικήν άπαρσιν αυτού και πέραν έτι των ωρών εργασίας, χωρίς τούτο να θεωρήται υπερωρία. Εάν το πλοίον είναι ηγκυροβολημένον εις ανοικτόν όρμον ή εις άλλο αγκυροβόλιον ουχί ασφαλές δύναται κατά την κρίσιν του Πλοιάρχου να εξακολουθήση η εργασία κατά φυλακάς ως εν πλώ” (άρθρο 137). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 146 § 2 του ιδίου ΒΔ «εν όρμω το προσωπικόν καταστρώματος υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του Υπάρχου και υπό την διεύθυνσιν του Ναυκλήρου, ασχολείται εις καθαρισμούς, υποσκωρίασιν ελασμάτων χρωματισμούς, καθαρισμόν υδροσυλλεκτών και δεξαμενών, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, πρωρατικά έργα και εις πάσαν άλλην εργασίαν σκάφους, διατασσομένην υπό του Υπάρχου, συμφώνως προς το ωρολόγιον πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν όρμω, χειμερινόν ή θερινόν, αναλόγως της εποχής του έτους». Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει, μεταξύ άλλων, πρώτον, ότι στα λιμάνια προσέγγισης του πλοίου το προσωπικό καταστρώματος μετέχει σύσσωμο στις εργασίες κατάπλου (πρόσδεση και αγκυροβολία) και απόπλου (απόδεση και άπαρση) και δεύτερον, ότι η εργασία αυτή, ακόμα και αν εκτείνεται πέραν του οκταώρου της καθημερινής απασχόλησης των ναυτών, δεν θεωρείται υπερωριακή. Όμως, η τελευταία αυτή ρύθμιση υποχωρεί, καθόσον στη (μεταγενέστερη και ειδικότερη) διάταξη του άρθρου 13 § 1 της ως άνω ΣΣΝΕ, που έχει ισχύ νόμου, ορίζεται αντιθέτως ότι, για όλες τις εργασίες που εκτελούνται στο λιμάνι πέραν των κανονικών εργασίμων ωρών, ο ναυτικός δικαιούται πρόσθετη αμοιβή, επειδή οι εργασίες αυτές, στις οποίες ρητά συμπεριλαμβάνονται και αυτές κατά τον κατάπλου και τον απόπλου, θεωρούνται υπερωριακές (ΜονΕφΠειρ 602/2015, 85/2015, 618/2014, 539/2014, 23/2014, όλες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, απεδείχθη ότι, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, το ανωτέρω πλοίο Ε/Γ-Ο/Γ ΜΣΧ, ήταν τακτικώς δρομολογημένο από 1-11-2018 έως 31-10-2019 στις τακτικές δρομολογιακές γραμμές: α) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος  – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Ιός –Θήρα, (β) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Πάρος – Πειραιάς, (γ) Πειραιά – Θήρα – Ίος – Νάξος – Πάρος – Μύκονος – Τήνος – Άνδρος – Ραφήνα» (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2251.1-1/80847/31-10-2019 ανακοίνωση δήλωσης τακτικής δρομολόγησης περιόδου 2018-2019 του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής), από 1-11-2019 έως 31-10-2020 στις τακτικές δρομολογιακές γραμμές: α) Πειραιάς – Πάρος  – Νάξος – (Ίος) – Θήρα, (β) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος  – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Ίος –Θήρα και (γ) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος – Μύκονος – Πάρος -Νάξος – Πειραιά (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2251.1-1/78830/31-10-2019 ανακοίνωση δήλωσης τακτικής δρομολόγησης περιόδου 2019-2020 του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής) και από 1-11-2020 έως 31-10-2021 στις τακτικές δρομολογιακές γραμμές: α) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος  – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Ιός –Θήρα και επιστροφή, β) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος  – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Πειραιάς, γ) Πειραιάς – Θήρα – Ίος – Νάξος – Πάρος – Μύκονος – Τήνος – Άνδρος – Ραφήνα, δ) Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Εύδηλος – Καρλόβασι – Βαθύ και επιστροφή, ε) Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Αγ, Κύρηκος – Φούρνοι – Καρλόβασι – Βαθύ και επιστροφή, στ) Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Εύδηλος – Φούρνοι – Καρλόβασι – Βαθύ και επιστροφή, ζ) Πειραιάς – Πάρος – Νάξος – Θήρα και επιστροφή (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2251.1-1/72494/20/31-10-2020 ανακοίνωση δήλωσης δρομολόγησης περιόδου 2020-2021 του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής). Επιπλέον, σε αντικατάσταση άλλων πλοίων, εξυπηρετούσε και άλλες δρομολογιακές γραμμές και δη σε αντικατάσταση του Ε/Γ-Ο/Γ ΜΣΠ εξυπηρετούσε τις δρομολογιακές γραμμές: (α) «Πειραιάς ή Λαύριο – Πάτμος – Λειψοί – Λέρος – Κάλυμνος – Κως – Σύμη – Ρόδος», (β) «Πειραιάς ή Λαύριο – Αστυπάλαια – Κάλυμνος – Κως – Νίσυρος – Τήλος – Ρόδος», (γ) «Πειραιάς ή Λαύριο –Κάλυμνος – Κως – Νίσυρος – Τήλος – Σύμη – Ρόδος», (δ) «Ρόδος – Καστελόριζο», (ε) «Ρόδος – Κάσος – Κάρπαθος – Ρόδος και Ρόδος Κάρπαθος – Ρόδος» (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2252.1.3.71/7742/20/4-2-2020 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού του Γενικού Γραμματέα Λ.Λ.Π.Ν.Ε. για χρονικό διάστημα από 4-2-2020 έως 29-2-2020, με αριθμό πρωτ. 2252.1.3.71/14724/20/28-2-2020 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού του Γενικού Γραμματέα Λ.Λ.Π.Ν.Ε. για χρονικό διάστημα από 1-3-2020 έως 28-4-2020, με αριθμό πρωτ. 2252.1.3.71/20537/20/27-3-2020 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού του Γενικού Γραμματέα Λ.Λ.Π.Ν.Ε. για χρονικό διάστημα από 29-3-2020 έως 23-5-2020 και ακολούθως έως 31-5-2020 σχετικά με αριθμό πρωτ. 2252.1.3.71/29986/20/21-5-2020 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού του Γενικού Γραμματέα Λ.Λ.Π.Ν.Ε. και από 2-6-2020 έως 7-9-2020  σχετικά με αριθμό πρωτ. 2252.1.3.71/32055/20/29-5-2020 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού του Γενικού Γραμματέα Λ.Λ.Π.Ν.Ε.) και (στ) «Πειραιάς ή Λαύριο – Θήρα – Ανάφη και επιστροφή» (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2252.1.3.71/34246/20/5-6-2020 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού του Γενικού Γραμματέα Λ.Λ.Π.Ν.Ε. για χρονικό διάστημα από 9-6-2020 έως 1-7-2020) και σε αντικατάσταση του Ε/Γ-Ο/Γ ΝΜ εξυπηρετούσε τις δρομολογιακές γραμμές: (α) «Καβάλα – Λήμνος – Μυτιλήνη – Χίος – Βαθύ Σάμου – Αγ. Κήρυκος και επιστροφή», η οποία είχε ανατεθεί στο αντικατασταθέν πλοίο με τη αριθμό 2252.1.5.66/44045/2018/12-6-2018 σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, και (β) «Καβάλα – Λήμνος – Μυτιλήνη – Χίος – Βαθύ Σάμου και επιστροφή», η οποία είχε ανατεθεί στο αντικατασταθέν πλοίο με τη αριθμό 2252.1.3.67/44046/2018/4-6-2018 σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2252.1.3.66/71342/20/23-10-2020 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού του Γενικού Γραμματέα Λ.Λ.Π.Ν.Ε. για χρονικό διάστημα από 27-10-2020 έως 31-10-2020 και με αριθμό πρωτ. 2252.1.3.66/72308/20/29-10-2020 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού του Γενικού Γραμματέα Λ.Λ.Π.Ν.Ε. χρονικό διάστημα από 19-2-2021 έως 28-2-2021). Σε εκτέλεση των ανωτέρω δρομολογιακών γραμμών, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και δεν αμφισβητήθηκε ειδικώς υπό των εναγομένων, το ανωτέρω πλοίο, παρεκτός του χρονικού διαστήματος από 28.1.2020 έως και 3.2.2020, που αυτό είχε διακόψει τους πλόες του, διότι εκτελούνταν εργασίες επισκευής εν όψει των ετήσιων επιθεωρήσεών του, εκτελούσε τα ακόλουθα δρομολόγια: [Ι] Κατά τη διάρκεια της πρώτης ένδικης σύμβασης ναυτολόγησής του (από 8.4.2019 έως 8.6.2019): [Α] κατά τα χρονικά διαστήματα από 8.4.2019 έως 21.4.2019 και από 1.5.2019 έως 20.5.2019 το πλοίο: κάθε Δευτέρα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 20.00-αναχ. 20.15), Μύκονο (αφ. 21.10-αναχ. 21.20) Εύδηλο, όπου κατέπλεε ώρα 23.40, κάθε Τρίτη απέπλεε από το λιμάνι του Ευδήλου ώρα 00.05 για Καρλόβασι (αφ. 01.20 – αναχ. 01.50), Βαθύ (αφ. 02.35 – αναχ.03.00), Καρλόβασι (αφ. 03.45 – αναχ. 04.15), Εύδηλο (αφ. 05.30 – αναχ. 05.50), Μύκονο (αφ. 07.50-αναχ. 08.00), Σύρο (αφ. 08.50-αναχ. 09.00), Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 12.30 και απέπλεε εκ νέου ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 20.00-αναχ. 20.15), Μύκονο (αφ. 21.10-αναχ. 21.20), Αγ. Κήρυκο, όπου κατέπλεε ώρα 23.55. Κάθε Τετάρτη αναχωρούσε από το λιμάνι του Αγίου Κηρύκου ώρα 00.15 για Φούρνους (αφ. 00.45-αναχ. 00.55), Καρλόβασι (αφ. 01.55-αναχ. 02.25), Βαθύ (αφ. 03.10-αναχ. 04.00), Χίο (αφ. 06.40-αναχ. 07.00), Μυτιλήνη (αφ. 09.40-αναχ. 10.45), Μύρινα (αφ. 15.15-αναχ. 15.30), Καβάλα (αφ. 19.00 – αναχ. 21.30) και κατέπλεε στη Μύρινα ώρα 01.00 της Πέμπτης, απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Μυτιλήνη (αφ. 05.50-αναχ. 06.45), Χίο (αφ. 09.15-αναχ. 09.30), Βαθύ (αφ. 12.00-αναχ. 12.45), Καρλόβασι (αφ. 13.35-αναχ. 14.00), Φούρνοι (αφ. 14.50-αναχ. 15.00), Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.30-αναχ. 15.50), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.20), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.25) με τελικό κατάπλου στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.25. Κάθε Παρασκευή απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 για Μύκονο (αφ. 21.35-αναχ. 21.45), Εύδηλο (αφ. 23.40-αναχ. 23.55) κατέπλεε δε ώρα 00.45 της ημέρας του Σαββάτου στο λιμάνι των Φούρνων απ’ όπου απέπλεε για Καρλόβασι ώρα 00.55, Βαθύ (αφ. 03.00-αναχ. 04.00), Χίο (αφ. 06.20-αναχ. 06.40), Μυτιλήνη (αφ. 09.10-αναχ. 10.15), Μύρινα (αφ. 14.40-αναχ. 15.10) Καβάλα (αφ. 18.45-αναχ. 21.30), κατέπλεε δε ώρα 01.00 της ημέρας Κυριακής στο λιμάνι της Μύρινας, απ’ όπου απέπλεε ώρα  01.20 για Μυτιλήνη (αφ. 05.50-αναχ. 06.45). Χίο (αφ. 09.15-αναχ. 09.30), Βαθύ (αφ. 12.00-αναχ. 12.45), Καρλόβασι (αφ. 13.35-αναχ. 14.00), Φούρνοι (αφ. 14.50-αναχ. 15.00), Εύδημο (αφ. 15.55-αναχ. 16.15), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.20), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.25) με τελικό κατάπλου το λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.35. Ειδικά την Παρασκευή 19-4-2019, το πλοίο εκτέλεσε επιπλέον δρομολόγιο και δη αναχώρησε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 02.30 για Νάξο (αφ. 07.15-αναχ. 07.45) και επέστρεψε στον Πειραιά ώρα 12.30, απέπλευσε δε προς εκτέλεσε του ανωτέρω δρομολογίου της Παρασκευής ώρα 17.00 για Σύρο – Μύκονο – Εύδηλο. [Β] κατά το χρονικό διάστημα από 22.4.2019 έως 30.4.2019: την Μεγάλη Δευτέρα της 22ας.4.2019 απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 20.00-αναχ. 20.15), Μύκονο (αφ. 21.10-αναχ. 21.20), Εύδηλο (αφ. 23.15-αναχ. 23.35), κατέπλεε δε ώρα 00.25 της Μεγάλης Τρίτης της 23ης.4.2019 στον Αγ. Κήρυκο ώρα 00.25 απ’ όπου απέπλευσε ώρα 00.45 για Φούρνους (αφ. 01.15-αναχ. 01.25), Καρλόβασι (αφ. 02.25-αναχ. 02.45), Βαθύ (αφ. 03.30-αναχ. 04.00), Χίο (αφ. 06.40-αναχ. 07.00), Μυτιλήνη (αφ. 09.40-αναχ. 10.45), Μύρινα (αφ. 15.15-αναχ. 15.30), Καβάλα (αφ. 19.00 – αναχ. 21.30), ώρα δε 01.00 της Μεγάλης Τετάρτης της 24ης.4.2019 κατέπλευσε στο λιμάνι της Μύρινας απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Μυτιλήνη (αφ. 05.50-αναχ. 06.45), Χίο (αφ. 09.15-αναχ. 09.30), Βαθύ (αφ. 12.00-αναχ. 12.45), Καρλόβασι (αφ. 13.30-αναχ. 13.50), Φούρνοι (αφ. 14.50-αναχ. 15.00), Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.30-αναχ. 15.50), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.20), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.25) με τελικό κατάπλου στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.25 της ίδιας ημέρας. Την Μεγάλη Πέμπτης της 25ης.4.2019 απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 07.15 για Μύκονο (αφ. 11.10-αναχ. 11.25), Εύδηλο (αφ. 13.15-αναχ. 13.40), Καρλόβασι (αφ. 14.50-αναχ. 16.00), Εύδηλο (αφ. 17.05-αναχ. 17.25), Μύκονο (αφ. 19.20-αναχ. 19.35), Σύρο (αφ. 20.20-αναχ. 20.35) με τελικό κατάπλου στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.55 της ίδιας ημέρας, απ’ όπου απέπλευσε ώρα 02.00 της Μεγάλης Παρασκευής της 26ης.4.2019 για Νάξο (αφ. 06.30 – αναχ. 07.00), Πειραιά (αφ. 11.30 – αναχ. 17.00) για Σύρο (αφ. 20.30-αναχ. 20.45), Μύκονο (αφ. 21.35-αναχ. 21.45),  Εύδηλο (αφ. 23.40-αναχ. 23.5, κατάπλευσε δε ώρα 00.45 της επομένης ημέρας Μεγάλου Σαββάτου της 27ης.4.2019 στο λιμάνι των Φούρνων, απ’ όπου απέπλευσε ώρα 00.55 για Καρλόβασι (αφ. 01.50 – αναχ. 02.15), Βαθύ (αφ. 03.00 – αναχ.04.00), Χίο (αφ. 06.20-αναχ. 06.40), Μυτιλήνη (αφ. 09.10-αναχ. 10.15), Μύρινα (αφ. 14.40-αναχ. 15.10), Καβάλα (αφ. 18.45), απ’ όπου αναχώρησε την επομένη ημέρα Κυριακή του Πάσχα (28.4.2019) ώρα 21.30 για Μύρινα, όπου κατέπλευσε ώρα 01.00 της Δευτέρας του Πάσχα (29.4.2019) και απέπλευσε ώρα 01.20 της ίδιας ημέρας για Μυτιλήνη (αφ. 05.50-αναχ. 06.45), Χίο (αφ. 09.15-αναχ. 09.30), Βαθύ (αφ. 12.00-αναχ. 12.45), Καρλόβασι (αφ. 13.35-αναχ. 14.00), Φούρνοι (αφ. 14.50-αναχ. 15.00), Εύδηλο (αφ. 15.55-αναχ. 16.15), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.20), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.25) με τελικό κατάπλου στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.25. Το πλοίο απέπλευσε ώρα 02.00 της 30-4-2019 για Νάξο (αφ. 07.00-αναχ. 07.20), Πάρο (αφ. 08.15-αναχ. 08.35), Σύρο (αφ. 09.35-αναχ. 09.55), Πειραιάς (αφ. 13.30-αναχ. 16.00), Σύρο (αφ. 20.00-αναχ. 20.15), Μύκονο (αφ. 21.10-αναχ. 21.20), Αγ. Κήρυκο όπου κατέπλευσε ώρα 23.55 της ίδιας ημέρας και ακολούθως δε έως την 20.5.2019 εκτέλεσε το δρομολόγιο που αναφέρεται ανωτέρω υπό στοιχείο [Α]. [Γ] Την Τρίτη 21η.5.2019 απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 20.00-αναχ. 20.15), Μύκονο (αφ. 21.10-αναχ. 21.20), Αγ. Κήρυκο όπου κατέπλευσε ώρα 23.55, απέπλευσε δε ώρα 00.15 της Τετάρτης (22.5.2019) για Φούρνους – Καρλόβασι (αφ. 01.55-αναχ. 02.25), Βαθύ (αφ. 03.10-αναχ.04.00), Χίο (αφ. 06.40-αναχ. 07.00), Μυτιλήνη (αφ. 09.40-αναχ. 10.45), Λήμνο (αφ. 15.15-αναχ. 15.30), Καβάλα (αφ. 19.00-αναχ. 21.30) και κατέπλευσε στο λιμάνι της  Λήμνου ώρα 01.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης 23.5.2019 απ’ όπου αναχώρησε ώρα 01.20 για Μυτιλήνη (αφ. 05.50-αναχ. 06.45), Χίο (αφ. 09.15-αναχ. 09.30), Βαθύ (αφ. 12.00-αναχ. 12.45), Καρλόβασι (αφ. 13.35-αναχ. 14.00), Φούρνοι (αφ. 14.50-αναχ. 15.00), Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.30-αναχ. 15.50), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.20), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.25) με τελικό κατάπλου στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.25. Την ημέρα Παρασκευή 24.5.2019 δεν απεδείχθη να εκτέλεσε δρομολόγιο. Την ημέρα Σαββάτου 25.5.2019 το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.30 για Αστυπάλαια όπου κατέπλευσε ώρα 02.00 της Κυριακής 26.5.2019 απ’ όπου απέπλευσε ώρα 02.20 της ίδιας ημέρας για Κάλυμνο (αφ. 04.40 αν. 05.10) – Κω (αφ. 06.10 – αν. 06.30) – Νίσυρο (αφ. 07.50 – αν. 08.10) – Τήλο (αφ. 09.20 – αν. 09.40) – Ρόδο (αφ. 11.50 – 12.30) Καστελόριζο (αφ. 16.10 αν. 19.00) Ρόδο (αφ. 22.40 αναχ. 05.00 της Δευτέρας 27.5.2019) – Κάρπαθο (αφ. 08.40 – αν. 08.55) – Κάσο (αφ. 10.05 – αν. 10.20) – Ρόδο (αφ. 14.40- αναχ. 16.00), Τήλο (αφ. 18.10-αναχ. 18.30), Νίσυρο (αφ. 19.40-αναχ. 20.00), Κω (αφ. 21.20-αναχ. 21.50), Κάλυμνο (αφ. 22.50), απ’ όπου απέπλευσε ώρα 23.10 και κατέπλευσε ώρα 01.30 πρωινή της ημέρας Τρίτης (28-5-2019) στη νήσο Αστυπάλαια, απ’ όπου αναχώρησε για Πειραιά ώρα 01.50, όπου κατέπλεε ώρα 10.20. [Δ] κατά το χρονικό διάστημα από 28-5-2019 έως την 8.6.2019: Κάθε Δευτέρα κατέπλεε στο λιμάνι της Κω ώρα 00.45, απέπλεε δε ώρα 01.15 για Νίσυρο (αφ. 02.20-αναχ. 02.40), Τήλο (αφ. 03.30-αναχ. 03.50), Ρόδο (αφ. 05.35-αναχ. 07.00), Καστελόριζο (αφ. 10.40-αναχ. 11.00), Ρόδο (αφ. 14.40-αναχ. 16.00), Τήλο (αφ. 18.10-αναχ. 18.30), Νίσυρο (αφ. 19.40-αναχ. 20.00), Κω (αφ. 21.20-αναχ. 21.50), Κάλυμνο (αφ. 22.50), απ’ όπου απέπλεε ώρα 23.10 και κατέπλεε ώρα 01.30 πρωινή της ημέρας Τρίτης στη νήσο Αστυπάλαια, απ’ όπου αναχωρούσε για Πειραιά ώρα 01.50, όπου κατέπλεε ώρα 10.20. Ακολούθως, την ίδια ημέρα, ώρα 15.00 απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά για Πάτμο (αφ. 22.10-αναχ. 22.30), Λειψούς (αφ. 22.55- αναχ. 23.15), Λέρο, όπου κατέπλεε ώρα 23.55, απ’ όπου απέπλεε ώρα 00.15 της ημέρας Τετάρτης για Κάλυμνο (αφ. 01.10-αναχ. 01.30), Κω (αφ. 02.15-αναχ. 02.45), Σύμη (αφ. 04.45-αναχ. 05.15), Ρόδο (αφ. 06.20-αναχ. 07.45), Κάρπαθο (αφ. 11.25-αναχ. 11.45), Κάσο (αφ. 12.55-αναχ. 13.10), Ρόδο (αφ. 17.30-αναχ. 18.30), Σύμη (αφ. 19.35-αναχ. 19.55), Κω (αφ. 22.05-αναχ. 22.35), Κάλυμνο (αφ. 23.20-αναχ. 23.50), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Λέρου την επομένη ημέρα Πέμπτη και ώρα 00.50 πρωινή, απ’ όπου αναχωρούσε για Λειψούς (αφ. 01.55-αναχ. 02.10), Πάτμο (αφ. 02.40-αναχ. 02.55), Πειραιά (αφ. 10.10-αναχ. 14.00), Αγ Κήρυκο (αφ. 20.05-αναχ. 20.20), Φούρνους (αφ. 20.45-αναχ. 21.00),  Πάτμο (αφ. 22.20-αναχ. 22.35), Λειψούς (αφ. 23.05-αναχ. 23.20) και κατέπλεε ώρα 00.50 πρωινή της επομένης ημέρας Παρασκευής στην Κάλυμνο, απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Κω (αφ. 02.05-αναχ. 02.25), Νίσυρο (αφ. 03.30-αναχ. 03.45), Τήλο (αφ. 04.35-αναχ. 04.50), Σύμη (αφ. 06.15-αναχ. 06.35), Ρόδο (αφ. 07.35-αναχ. 08.30), Καστελόριζο (αφ. 11.25-αναχ. 11.45), Ρόδο (αφ. 14.40-αναχ. 16.00), Σύμη (αφ. 17.05-αναχ. 17.25), Τήλο (αφ. 18.50-αναχ. 19.05), Νίσυρο (αφ. 19.55-αναχ. 20.10), Κω (αφ. 21.15-αναχ. 21.35), Κάλυμνο (αφ. 22.20- αναχ. 22.50), κατέπλεε δε ώρα 00.20 της επομένης ημέρας Σάββατο στους Λειψούς απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 00.35 για Πάτμο (αφ. 01.05-αναχ. 01.20), Φούρνους (αφ. 02.40-αναχ. 02.55), Αγ. Κήρυκο (αφ. 03.20-αναχ. 03.35) με τελικό κατάπλου τον Πειραιά (αφ. 09.40) απ’ όπου απέπλεε εκ νέου την επομένη ημέρα Κυριακή ώρα 13.00 για Αστυπάλαια (αφ. 21.20-αναχ. 21.40), Κάλυμνο (αφ. 23.35-αναχ. 23.55), κατέπλεε δε ώρα πρωινή 00.45 της Δευτέρα στη νήσο Κω και συνέχιζε το ταξίδι ως άνω. Ειδικά το Σάββατο 1.6.2019 εκτελέσθηκε δρομολόγιο ως εξής: Πειραιάς (αν. 16.00) – Αστυπάλαια (αφ. 00.30 της Κυριακής 2.6.2019 – αν. 00.50) – Κάλυμνος (αφ. 03.10 – αν. 03.40) – Κως (αφ. 04.40 – αν. 05.00) – Νίσυρος (αφ. 06.20 – αν. 06.40) – Τήλος (αφ. 07.50 – αν. 08.10) – Ρόδος (αφ. 10.20 αν. 12.00) Καστελόριζο (αφ. 15.40 – αν. 19.00) – Ρόδος (αφ. 22.40). [ΙΙ] Κατά τη διάρκεια της δεύτερης ένδικης σύμβασης ναυτολόγησης (από 20.7.2019 έως 4.10.2019): [Α] κατά το χρονικό διάστημα από 20-7-2019 έως την 9.9.2019: Κάθε Δευτέρα κατέπλεε στο λιμάνι της Κω ώρα 00.45, απέπλεε δε ώρα 01.15 για Νίσυρο (αφ. 02.20-αναχ. 02.40), Τήλο (αφ. 03.30-αναχ. 03.50), Ρόδο (αφ. 05.35-αναχ. 07.00), Καστελόριζο (αφ. 10.40-αναχ. 11.00), Ρόδο (αφ. 14.40-αναχ. 16.00), Τήλο (αφ. 18.10-αναχ. 18.30), Νίσυρο (αφ. 19.40-αναχ. 20.00), Κω (αφ. 21.20-αναχ. 21.50), Κάλυμνο (αφ. 22.50), απ’ όπου απέπλεε ώρα 23.10 και κατέπλεε ώρα 01.30 πρωινή της ημέρας Τρίτης στη νήσο Αστυπάλαια, απ’ όπου αναχωρούσε για Πειραιά ώρα 01.50, όπου κατέπλεε ώρα 10.20. Ακολούθως, την ίδια ημέρα, ώρα 15.00 απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά για Πάτμο (αφ. 22.10-αναχ. 22.30), Λειψούς (αφ. 22.55- αναχ. 23.15), Λέρο, όπου κατέπλεε ώρα 23.55, απ’ όπου απέπλεε ώρα 00.15 της ημέρας Τετάρτης για Κάλυμνο (αφ. 01.10-αναχ. 01.30), Κω (αφ. 02.15-αναχ. 02.45), Σύμη (αφ. 04.45-αναχ. 05.15), Ρόδο (αφ. 06.20-αναχ. 07.45), Κάρπαθο (αφ. 11.25-αναχ. 11.45), Κάσο (αφ. 12.55-αναχ. 13.10), Ρόδο (αφ. 17.30-αναχ. 18.30), Σύμη (αφ. 19.35-αναχ. 19.55), Κω (αφ. 22.05-αναχ. 22.35), Κάλυμνο (αφ. 23.20-αναχ. 23.50), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Λέρου την επομένη ημέρα Πέμπτη και ώρα 00.50 πρωινή, απ’ όπου αναχωρούσε για Λειψούς (αφ. 01.55-αναχ. 02.10), Πάτμο (αφ. 02.40-αναχ. 02.55), Πειραιά (αφ. 10.10-αναχ. 14.00), Αγ Κήρυκο (αφ. 20.05-αναχ. 20.20), Φούρνους (αφ. 20.45-αναχ. 21.00),  Πάτμο (αφ. 22.20-αναχ. 22.35), Λειψούς (αφ. 23.05-αναχ. 23.20) και κατέπλεε ώρα 00.50 πρωινή της επομένης ημέρας Παρασκευής στην Κάλυμνο, απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Κω (αφ. 02.05-αναχ. 02.25), Νίσυρο (αφ. 03.30-αναχ. 03.45), Τήλο (αφ. 04.35-αναχ. 04.50), Σύμη (αφ. 06.15-αναχ. 06.35), Ρόδο (αφ. 07.35-αναχ. 08.30), Καστελόριζο (αφ. 11.25-αναχ. 11.45), Ρόδο (αφ. 14.40-αναχ. 16.00), Σύμη (αφ. 17.05-αναχ. 17.25), Τήλο (αφ. 18.50-αναχ. 19.05), Νίσυρο (αφ. 19.55-αναχ. 20.10), Κω (αφ. 21.15-αναχ. 21.35), Κάλυμνο (αφ. 22.20- αναχ. 22.50), κατέπλεε δε ώρα 00.20 της επομένης ημέρας Σάββατο στους Λειψούς απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 00.35 για Πάτμο (αφ. 01.05-αναχ. 01.20), Φούρνους (αφ. 02.40-αναχ. 02.55), Αγ. Κήρυκο (αφ. 03.20-αναχ. 03.35) με τελικό κατάπλου τον Πειραιά (αφ. 09.40) απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 13.00 για Μεστά (αφ. 18.40-αναχ. 19.10), Σιγρί (αφ. 21.40-αναχ. 23.00), Μεστά όπου κατέπλεε ώρα 01.30 την επομένη ημέρα Κυριακή α[‘ όποθ αναχωρούσε για Πειραιά ώρα 02.00 όπου κατέπλεε ώρα 07.40, απέπλεε δε ώρα 13.00 εκ νέου για Αστυπάλαια (αφ. 21.20-αναχ. 21.40), Κάλυμνο (αφ. 23.35-αναχ. 23.55), κατέπλεε δε ώρα πρωινή 00.45 της Δευτέρα στη νήσο Κω και συνέχιζε το ταξίδι ως άνω. Ειδικά την Τετάρτη 14.8.2019 το δρομολόγιο επιστροφής από τη Ρόδο διιαμορφώθηκε ως εξής: Ρόδος (αναχ. 18.30), Σύμη (αφ. 19.35-αναχ. 19.55), Νίσυρος (αφ. 21.30-αναχ. 21.45), Κως (αφ. 22.45-αναχ. 23.15), Κάλυμνος (αφ. 23.58- αναχ. 00.20 ημέρας Πέμπτης 15.8.2019), Λέρος (αφ. 01.20-αναχ. 01.40), Λειψ0ί (αφ. 02.20-αναχ. 02.30), Πάτμος (αφ. 03.00-αναχ. 03.20), Πειραιάς και ακολούθως το δρομολόγιο συνεχίσθηκε ως άνω. [Β] Κατά το χρονικό διάστημα από 10.9.2019 έως 4-10-2019, με έναρξη των δρομολογίων του εν λόγω χρονικού διαστήματος ως κατωτέρω από Πειραιά την 10-9-2019 ώρα 17.30: Κάθε Δευτέρα και Τετάρτη το πλοίο κατέπλεε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.50 απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.05 για Σχοινούσα (αφ. 01.10 αν. 01.25), Κουφονήσι (αφ. 01.55 αν. 02.10), Κατάπολα (αφ. 02.50 αν. 06.00), Κουφονήσι (αφ. 06.40 αν. 06.55), Σχοινούσα (αφ. 07.25 αν. 07.40), Ηρακλειά (αφ. 07.45 αν. 08.00), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00, απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 17.30 για Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05) κατέπλεε δε το πρωί της επομένης ημέρας (αντίστοιχα Τρίτη και Πέμπτη) στο λιμάνι της Δονούσας ώρα 00.15, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 00.30 για Αιγιάλη (αφ. 01.10 αν. 01.25), Αστυπάλαια (αφ. 02.50 αν. 05.15), Αιγιάλη (αφ. 06.40 αν. 06.55), Δονούσα (αφ. 07.35 αν. 07.50), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Σύρο (αφ. 21.10 αν. 21.25), Πάρο (αφ. 22.30 αν. 22.50), Νάξο (αφ. 23.35 αν. 23.55), ακολούθως εάν η επομένη ημέρα ήταν Τετάρτη κατέπλεε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.50 απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ως ανωτέρω, εάν δε η επομένη ημέρα ήταν Παρασκευή κατέπλεε στο λιμάνι της Δονούσας ώρα 01.05, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.20 της ίδιας ημέρας για Αιγιάλη (αφ. 02.00 αν. 02.15), Αστυπάλαια (αφ. 03.40 αν. 05.15), Αιγιάλη (αφ. 06.40 αν. 06.55), Δονούσα (αφ. 07.35 αν. 07.50), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30), Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45), Πειραιά (αφ. 15.00 αν. 17.30), Πάρο (αφ. 21.45 αν. 22.00), Νάξο (αφ. 22.45 αν. 23.05), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Ηρακλειάς ώρα 00.00 της ημέρας Σαββάτου απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 00.15 για Σχοινούσα (αφ. 00.20 αν. 00.35), Κουφονήσι (αφ. 01.05 αν. 01.20), Κατάπολα (αφ. 02.00 αν. 06.00), Κουφονήσι (αφ. 06.40 αν. 06.55), Σχοινούσα (αφ. 07.25 αν. 07.40), Ηρακλειά (αφ. 07.45 αν. 08.00), Νάξο (αφ. 09.00 αν. 09.30),  Πάρο (αφ. 10.15 αν. 10.45) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00, απ’ όπου αναχωρούσε εκ νέου την επομένη ημέρα Κυριακή ώρα 17.30 για Σύρο (αφ. 21.10 αν. 21.25), Πάρο (αφ. 22.30 αν. 22.50), Νάξο (αφ. 22.35 αν. 23.55). Την Παρασκευή 13.9.2019, μετά τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, δεν εκτελέσθηκε έτερο δρομολόγιο. Το Σάββατο 14.9.2019 το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά (αν. 22.00) για Πάρο (αφ. 01.55 της Κυριακής 15.9.2019 – αν. 02.10) – Νάξο (αφ. 02.55 – αν. 03.15) – Ηρακλειά (αφ. 04.05 – αν. 04.15) – Σχοινούσα (αφ. 04.20 – αν. 04.30) – Κουφονήσι (αφ. 04.55 – αν. 05.10) – Καταπόλα (αφ. 05.45 – αν. 06.00) – Δονούσα (αφ. 06.45 – αν. 06.55) – Κουφονήσι (αφ. 07.35 – αν. 07.45) – Σχοινούσα (αφ. 08.10 – αν. 08.20) – Ηρακλειά (αφ. 08.25 – αν. 08.35) – Νάξο (αφ. 09.30 – αν. 09.50) – Πάρο (αφ. 10.35-αν. 10.55) – Πειραιά (αφ. 15.00). Την Τετάρτη 2.10.2019 απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά (αν. 23.00) για Πάρο (αφ. 02.55 της Πέμπτης 3.10.2019 – αν. 03.10) – Νάξο (αφ. 03.55 – αν. 04.10) – Δονούσα (αφ. 05.10 – αν. 05.20) – Αιγιάλη (αφ. 06.00 – αν. 06.10) – Αστυπάλαια (αφ. 07.40 – αν. 08.00) – Αιγιάλη (αφ. 09.25 – αν. 09.35) – Δονούσα (αφ. 10.15-αν. 10.25) – Νάξο (αφ. 11.25- αν. 11.45) – Πάρο (αφ. 12.35-αν. 12.55) — Πειραιά (αφ. 16.45). Την Πέμπτη 3.10.2019 απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά (αν. 18.30) για Σύρο (αφ. 22.00 – αν. 22.15) – Πάρο (αφ. 23.15 – αν. 23.35) – Νάξο (αφ. 00.20 της Παρασκευής 4.10.2019 – αν. 00.40) -Δονούσα (αφ. 01.40 – αν. 01.50) – Αιγιάλη (αφ. 02.30 – αν. 02.40) – Αστυπάλαια (αφ. 04.10), και ακολούθως συνεχίσθηκε το ανωτέρω δρομολόγιο αφού απέπλευσε από το λιμάνι της Αστυπάλαιας 05.15′ πμ. [ΙΙΙ] Κατά τη διάρκεια της τρίτης ένδικης σύμβασης ναυτολόγησης (από 7.11.2019 έως 14.5.2020): [Α] Κατά το χρονικό διάστημα από 7.11.2019 έως 8.12.2019 κάθε Δευτέρα αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά στις 16.00 για Σύρο (αφ. 20.00-αναχ. 20.15), Μύκονο (αφ. 21.10-αναχ. 21.20), Εύδηλο, όπου κατέπλεε ώρα 23.40, απ’ όπου απέπλεε κάθε Τρίτη ώρα 00.05 για Καρλόβασι (αφ. 01.20-αναχ. 01.50), Βαθύ (αφ. 02.35-αναχ. 03.00), Καρλόβασι (αφ. 03.45-αναχ. 04.15), Εύδηλο (αφ. 05.30-αναχ. 05.50), Μύκονο (αφ. 07.50-αναχ. 08.00), Σύρο (αφ. 08.50-αναχ. 09.00), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 12.30 και απέπλεε εκ νέου ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 20.00-αναχ. 20.15), Μύκονο (αφ. 21.10-αναχ. 21.20), Αγ. Κήρυκο όπου κατέπλεε ώρα 23.55 και απέπλεε ώρα 00.15 κάθε Τετάρτη για Φούρνους (αφ. 00.45-αναχ. 00.55), Καρλόβασι (αφ. 01.55-αναχ. 02.25), Βαθύ (αφ. 03.10-αναχ. 04.00), Χίο (αφ. 06.40-αναχ. 07.00), Μυτιλήνη (αφ. 09.40-αναχ. 10.45), Μύρινα (αφ. 15.15-αναχ. 15.30), Καβάλα (αφ. 19.00-αναχ. 21.30) και κατέπλεε στο λιμάνι της Μύρινας ώρα 01.00 της Πέμπτης, απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Μυτιλήνη (αφ. 05.50-αναχ. 06.45), Χίο (αφ. 09.15-αναχ. 09.30), Βαθύ (αφ. 12.00-αναχ. 12.45), Καρλόβασι (αφ. 13.35-αναχ. 14.00), Φούρνους (αφ. 14.50-αναχ. 15.00), Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.30-αναχ. 15.50), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.20), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.25) με τελικό κατάπλου το λιμάνι του Πειραιά, ώρα 23.25. Κάθε Παρασκευή απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 για Μύκονο (αφ. 21.35-αναχ. 21.45), Εύδηλο (αφ. 23.40-αναχ. 23.55) κατέπλεε δε ώρα 00.45 της ημέρας του Σαββάτου στο λιμάνι των Φούρνων απ’ όπου απέπλεε για Καρλόβασι ώρα 00.55, Βαθύ (αφ. 03.00-αναχ. 04.00), Χίο (αφ. 06.20- αναχ. 06.40), Μυτιλήνη (αφ. 09.10-αναχ. 10.15), Μύρινα (αφ. 14.40-αναχ. 15.10) Καβάλα (αφ. 18.45-αναχ. 21.30), κατέπλεε δε ώρα 01.00 της ημέρας Κυριακής στο λιμάνι της Μύρινας, απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Μυτιλήνη (αφ. 05.50-αναχ. 06.45). Χίο (αφ. 09.15-αναχ. 09.30), Βαθύ (αφ. 12.00-αναχ. 12.45), Καρλόβασι (αφ. 13.35-αναχ. 14.00), Φούρνους (αφ. 14.50-αναχ. 15.00), Εύδηλο (αφ. 15.55-αναχ. 16.15), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.20), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.25) με τελικό κατάπλου το λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.35. [Β] Κατά το χρονικό διάστημα από 9.12.2019 έως 12.1.2020, κάθε Δευτέρα το πλοίο αναχωρούσε από Πειραιά ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45-αναχ. 20.00), Μύκονο (αφ. 20.50-αναχ. 21.05), Εύδηλο (αφ. 23.20-αναχ. 23.45), κατέπλεε δε ώρα 01.00 της επομένης ημέρας Τρίτης στο Καρλόβασι απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Βαθύ (αφ. 02.00-αναχ. 02.30), Καρλόβασι (αφ. 03.10-αναχ. 04.15), Εύδηλο (αφ. 04.45-αναχ. 05.05), Μύκονο (αφ. 07.15-αναχ. 07.25), Σύρο (αφ. 08.15-αναχ. 08.45) Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 12.30 και αναχωρούσε εκ νέου ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45-αναχ. 20.00), Μύκονο (αφ. 20.50-αναχ. 21.05) Αγ. Κήρυκο (αφ. 23.20-αναχ. 23.45), κατέπλεε δε ώρα 00.15 της επομένης ημέρας Τετάρτης στο λιμάνι των Φούρνων 00.15, απ’ όπου απέπλεε 00.25 για Καρλόβασι (αφ. 01.15-αναχ. 01.35), Βαθύ (αφ. 02.15-αναχ. 03.00), Χίο (αφ. 05.45-αναχ. 06.05), Μυτιλήνη (αφ. 08.30-αναχ. 09.30), Μύρινα (αφ. 14.35-αναχ. 15.00), Καβάλα (αφ. 18.15-αναχ. 21.30), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Μύρινας ώρα 00.45 της Πέμπτης, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.05 για Μυτιλήνη (αφ. 06.10-αναχ. 07.00), Χίο (αφ. 09.25-αναχ. 09.40), Βαθύ (αφ. 12.25-αναχ. 13.10), Καρλόβασι (αφ. 13.50-αναχ. 14.15), Φούρνους (αφ. 15.05-αναχ. 15.15), Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.05-αναχ. 15.15), Μύκονο (αφ. 18.20-αναχ. 18.30), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.45) με τελικό κατάπλου το λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.30. Κάθε Παρασκευή αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 για Σύρο (αφ. 20.45-αναχ. 21.00), Μύκονο (αφ. 21.50-αναχ. 22.05), κατέπλεε δε ώρα 00.20 της επομένης ημέρας Σάββατο στον Εύδηλο, απ’ όπου απέπλεε ώρα 00.45 για Φούρνους (αφ. 01.40-αναχ. 01.50), Καρλόβασι (αφ. 02.40-αναχ. 03.05), Βαθύ (αφ. 03.45-αναχ. 04.15), Χίο (αφ. 07.00-αναχ. 07.20), Μυτιλήνη (αφ. 09.40-αναχ. 10.20), Μύρινα (αφ. 14.40-αναχ. 15.00), Καβάλα (αφ. 18.10-αναχ. 21.30), κατέπλεε δε ώρα 00.45 της επομένης ημέρας Κυριακής στο λιμάνι της Μύρινας, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα  01.05 για Μυτιλήνη (αφ. 05.25-αναχ. 06.15), Χίο (αφ. 08.40-αναχ. 09.00), Βαθύ (αφ. 11.45-αναχ. 12.25), Καρλόβασι (αφ. 13.05-αναχ. 13.35), Φούρνους (αφ. 14.25-αναχ. 14.35), Εύδηλο (αφ. 15.30-αναχ. 15.55), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.30), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.45) με τελικό κατάπλου το λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.35. Την Τετάρτη 8.1.2020 δεν εκτελέσθηκε δρομολόγιο. Την Κυριακή 22.12.2019, το πλοίο παρέμεινε στη Λέσβο λόγω απαγορευτικού. Τη Δευτέρα 23.12.2019, εκτελέσθηκε το δρομολόγιο της επιστροφής ως έξης: Μυτιλήνη (αν. 06.00) – Χίος (αφ. 08.20 – αν. 08.35) – Βαθύ (αφ. 11.00 – αν. 11.35) – Καρλόβασι (αφ. 12.25 – αν. 13.00) – Φούρνοι (αφ. 13.50 – αν. 14.00) – Εύδηλος (αφ. 14.50 – αν. 15.35) – Μύκονος (αφ. 17.40 – αν. 17.50) – Σύρος (αφ. 18.40 – αν. 18.50) -Πειραιάς (αφ. 22.20 – αναχ. 01.00 της 25.12.2019). Τις Τετάρτες 25.12.2019 και 1.1.2020, μετά την άφιξη στο λιμάνι της Καβάλας, δεν εκτελέσθηκε άλλο δρομολόγιο. Τις Πέμπτες 26.12.2019 και 2.1.2020 το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι της  Καβάλας. 07.00 για Μύρινα (αφ. 10.30 – αν. 10.50) – Αγ. Ευστράτιο (αφ. 11.45 – αν. 11.55) – Μυτιλήνη (αφ. 15.55 – αν. 16.30) – Χίο (αφ. 19.00 – αν. 19.20) – Βαθύ (αφ. 22.00 – αν. 22.30) – Καρλόβασι (αφ. 23.15 – αν. 23.45) – Φούρνους (αφ. 00.35 της Παρασκευής 27.12.2019 και 3.1.2020 – αν. 00.45) – Αγ. Κήρυκο (αφ. 01.15 – αν. 01.35) – Μύκονο (αφ. 03.55 – αν. 04.15) – Σύρο (αφ. 05.05 – αν. 05.25) – Πειραιά (αφ. 09.25). Την Πέμπτη 9.1.2020 απέπλευσε από Πειραιά (αν. 09.00) για Σύρο (αφ. 12.35 – αν. 12.50) – Μύκονο (αφ. 13.35 – αν. 13.50) – Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.55 αν. 16.20) – Φούρνους (αφ. 16.50 – αν. 17.00) – Καρλόβασι (αφ. 17.45 – αν. 18.10) – Βαθύ (αφ. 18.50 – αν. 19.30) – Χίο (αφ. 22.05 – αν. 22.25) – Μυτιλήνη (αφ. 00.40 της Παρασκευής 10.1.2020 – αν. 01.25) – Αγ. Ευστράτιο (αφ. 05.15 – αν. 05.25),  Μύρινα (αφ. 06.20 – αν. 06.40),  Καβάλα (αφ. 09.45 – 12.30) – Μύρινα (αφ. 15.35 – αν. 15.55) – Αγ. Ευστράτιο (αφ. 16.50 – αν. 17.00) – Μυτιλήνη (αφ. 20.50 – αν. 21.35) – Χίο (αφ. 23.50 – αν. 00.10 του Σαββάτου 11.1.2020) – Βαθύ (αφ. 02.45 – αν. 03.30) – Καρλόβασι (αφ. 04.10 – αν. 04.35) – Φούρνους (αφ. 05.20 – αν. 05.30) – Αγ. Κήρυκο (αφ. 05.55 – αν. 06.15) – Μύκονο (αφ. 08.20 – αν. 08.30) – Σύρο (αφ. 09.15 – αν. 09.25) – Πειραιά (αφ. 13.00). Το Σάββατο 11.1.2020 απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά (αν. 17.00) για Σύρο (αφ. 20.35 – αν. 20.50) – Μύκονο (αφ. 21.35 – αν. 21.50) – Εύδηλο (αφ. 23.55 – αν. 00.20 της Κυριακής 12.1.2020) – Φούρνους (αφ. 01.15 – αν. 01.25) – Καρλόβασι (αφ. 02.10 – αν. 02.35) – Βαθύ (αφ. 03.15 – αν. 03.45) – Χίο (αφ. 06.20 αν. 06.40) – Μυτιλήνη (αφ. 08.55 – αν. 09.35) – Μύρινα (αφ. 13.40 – αν. 14.00) – Καβάλα (αφ. 17.05 – αν. 22.45) – Μύρινα (αφ. 01.50 της Δευτέρας 13.1.2020). [Γ] Κατά το χρονικό διάστημα από 13.1.2020 έως 19.1.2020: Την Δευτέρα 13-1-2010, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της Μύρινας ώρα 01.50 και αναχώρησε ώρα 02.10 για Μυτιλήνη (αν. 06.15 – αφ. 07.00) – Χίο (αφ. 09.15 – αν. 09.35) – Βαθύ (αφ. 12.10 – αν. 12.50) – Καρλόβασι (αφ. 13.30 – αν. 13.50) – Φούρνους (αφ. 14.35 – αν. 14.45) – Εύδηλο (αφ. 15.40 – αν. 16.05) – Μύκονο (αφ. 18.10 – αν. 18.20) – Σύρο (αφ. 19.05 – αν. 19.15) κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 22.50. Την Τρίτη (14-1-2020) αναχώρησε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 07.30 για Σύρο (αφ. 11.15 – αν. 11.30), Τήνο (αφ. 12.00 – αν. 12.15), Μύκονο (αφ. 12.45 – αν. 14.15), Τήνο (αφ. 14.45 – αν. 15.00), Σύρο (αφ. 15.30 – αν. 16.00) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 19.45, απ’ όπου αναχώρησε την ίδια ημέρα ώρα 23.00 για Σύρο, όπου κατέπλευσε την επομένη ημέρα Τετάρτη 15-1-2020 ώρα 02.45 και αναχώρησε ώρα  03.00 για Μύκονο (αφ. 03.50 – αν. 04.05) – Αγ. Κήρυκο (αφ. 06.20 αν. 06.45) – Φούρνους (αφ. 07.15 – αν. 07.25) – Καρλόβασι (αφ. 08.15 – αν. 08.35) Βαθύ (αφ. 09.15 – αν. 10.00) – Χίο (αφ. 12.45 – αν. 13.05) – Μυτιλήνη (αφ. 15.30 – αν. 16.30) – Αγ. Ευστράτιο (αφ. 20.30 – αν. 20.40) – Μύρινα (αφ. 21.30 – αν. 21.50) κατέπλευσε δε ώρα 01.05 της επομένης ημέρας Πέμπτης 16-1-2020 στο λιμάνι της Καβάλας, απ’ όπου αναχώρησε ώρα 04.30 για Μύρινα (αφ. 07.45 – αν. 08.05), Αγ. Ευστράτιο (αφ. 09.00 – αν. 09.10), Μυτιλήνη (αφ. 13.10 – αν. 14.00), Χίο (αφ. 16.25 – αν. 16.40), Βαθύ (αφ. 19.25 – αν. 20.10), Καρλόβασι (αφ. 20.50 – αν. 22.15), Φούρνους (αφ. 22.05 – αν. 22.15), Αγ. Κήρυκο (αφ. 22.45 αν. 23.05), κατέπλευσε δε ώρα 01.20 της επομένης ημέρας Παρασκευή 17-1-2020 στο λιμάνι της Μυκόνου, απ’ όπου απεχώρησε ώρα 01.30 για Σύρο (αφ. 02.15 – αν. 02.35), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 06.20, απ’ όπου αναχώρησε ώρα 17.00 για Σύρο (αφ. 20.45 – αν. 21.00), Μύκονο (αφ. 21.50 – αν. 22.05), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Ευδήλου την επομένη ημέρα Σάββατο 18-1-2020 ώρα 00.20 απ’ όπου αναχώρησε για Φούρνους (αφ. 01.40 – αν. 01.50), Καρλόβασι (αφ. 02.40 – αν. 03.05), Βαθύ (αφ. 03.45 – αν. 04.15), Χίο (αφ. 07.00 – αν. 07.20), Μυτιλήνη (αφ. 09.40 – αν. 10.20), Μύρινα (αφ. 14.40 – αν. 15.00), Καβάλα (αφ. 18.10 – αν. 21.30), κατέπλευσε δε ώρα 00.45 της επομένης ημέρας Κυριακής 19-1-2020 στο λιμάνι της Μύρινας, απ’ όπου αναχώρησε για Μυτιλήνη (αφ. 05.25 – αν. 06.15), Χίο (αφ. 08.40 – αν. 09.00), Βαθύ (αφ. 11.45 – αν. 12.25), Καρλόβασι (αφ. 13.05 – αν. 13.35), Φούρνους (αφ. 14.25 – αν. 14.35), Εύδηλο (αφ. 15.30 αν. 15.55), Μύκονο (αφ. 18.10 – αν. 18.30), Σύρο (αφ. 19.15 – αν. 19.45) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.30, απ όπου απέπλευσε την επομένη ημέρα ώρα 16.00. [Δ] Κατά το χρονικό διάστημα από 20.1.2020 έως 27.1.2020: Την Δευτέρα 20-1-2020, το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45-αναχ. 20.00), Μύκονο (αφ. 20.50-αναχ. 21.05), Εύδηλο (αφ. 23.20-αναχ. 23.45), κατέπλευσε δε ώρα 01.00 πρωινή της επομένης ημέρας Τρίτης (21-1-2020) στο Καρλόβασι απ’ όπου απέπλευσε ώρα 01.20 για Βαθύ (αφ. 02.00-αναχ. 02.30), Καρλόβασι (αφ. 03.10-αναχ. 04.15), Εύδηλο (αφ. 04.45-αναχ. 05.05), Μύκονο (αφ. 07.15-αναχ. 07.25), Σύρο (αφ. 08.15-αναχ. 08.45) Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 12.30 και απέπλευσε εκ νέου ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45-αναχ. 20.00), Μύκονο (αφ. 20.50-αναχ. 21.05) Αγ. Κήρυκο (αφ. 23.20-αναχ. 23.45), κατέπλευσε δε ώρα 00.15 της επομένης ημέρας Τετάρτης (22-1-2020) στο λιμάνι των Φούρνων, απ’ όπου αναχώρησε ώρα 00.25 για Καρλόβασι (αφ. 01.15-αναχ. 01.35), Βαθύ (αφ. 02.15-αναχ. 03.00), Χίο (αφ. 05.45-αναχ. 06.05), Μυτιλήνη (αφ. 08.30-αναχ. 09.30), Μύρινα (αφ. 14.35-αναχ. 15.00), Καβάλα (αφ. 18.15-αναχ. 21.30) και κατέπλευσε στο λιμάνι της Μύρινας ώρα 00.45 της Πέμπτης (23-1-2020), απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.05 για Μυτιλήνη (αφ. 06.10-αναχ. 07.00), Χίο (αφ. 09.25-αναχ. 09.40), Βαθύ (αφ. 12.25-αναχ. 13.10), Καρλόβασι (αφ. 13.50-αναχ. 14.15), Φούρνους (αφ. 15.05-αναχ. 15.15), Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.05-αναχ. 15.15), Μύκονο (αφ. 18.20-αναχ. 18.30), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.45) με τελικό κατάπλου το λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.30. Την Παρασκευή (24-1-2020), αναχώρησε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.00 για Σύρο (αφ. 20.45-αναχ. 21.00), Μύκονο (αφ. 21.50-αναχ. 22.05), κατέπλευσε δε ώρα 00.20 της επομένης ημέρας Σάββατο (25-1-2020), στο λιμάνι του Ευδήλου, απ’ όπου αναχώρησε ώρα 00.45 για Φούρνους (αφ. 01.40-αναχ. 01.50), Καρλόβασι (αφ. 02.40-αναχ. 03.05), Βαθύ (αφ. 03.45-αναχ. 04.15), Χίο (αφ. 07.00-αναχ. 07.20), Μυτιλήνη (αφ. 09.40-αναχ. 10.20), Μύρινα (αφ. 14.40-αναχ. 15.00), Καβάλα (αφ. 18.10-αναχ. 21.30) κατέπλευσε δε ώρα 00.45 της επομένης ημέρας Κυριακής (26-1-2020), στο λιμάνι Μύρινα απ’ όπου αναχώρησε ώρα 01.05 για Μυτιλήνη (αφ. 05.25-αναχ. 06.15), Χίο (αφ. 08.40-αναχ. 09.00), Βαθύ (αφ. 11.45-αναχ. 12.25), Καρλόβασι (αφ. 13.05-αναχ. 13.35), Φούρνους (αφ. 14.25-αναχ. 14.35), Εύδηλο (αφ. 15.30-αναχ. 15.55), Μύκονο (αφ. 18.10-αναχ. 18.30), Σύρο (αφ. 19.15-αναχ. 19.45) με τελικό κατάπλου το λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.35. [Ε] Κατά το χρονικό διάστημα από 4.2.2020 έως 19.4.2020: Κάθε Δευτέρα αναχωρούσε ώρα 00.30 από το λιμάνι της νήσου Κω για Νίσυρο (αφ. 01.45-αναχ. 02.00), Τήλο (αφ. 03.00-αναχ. 03.15), Σύμη (αφ. 04.45-αναχ. 05.05), Ρόδο (αφ. 06.10-αναχ. 07.00), Καστελόριζο (αφ. 10.40-αναχ. 11.00), Ρόδο (αφ. 14.40-αναχ. 16.00), Σύμη (αφ. 17.10-αναχ. 17.30), Τήλο (αφ. 19.05-αναχ. 19.20), Νίσυρο (αφ. 20.20-αναχ. 20.35), Κω (αφ. 21.55-αναχ. 22.25), Κάλυμνο (αφ. 23.20 – αν. 23.50), κατέπλεε δε ώρα 02.10 της ημέρας Τρίτης στη νήσο Αστυπάλαια, απ’ όπου αναχωρούσε για Πειραιά ώρα 02.25, όπου κατέπλεε ώρα 10.50. Ακολούθως, την ίδια ημέρα, ώρα 15.00 αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά για Πάτμο (αφ. 22.15-αναχ. 22.35), Λειψούς (αφ. 23.00-αναχ. 23.20), Λέρο όπου κατέπλεε ώρα 23.59, απ’  όπου αναχωρούσε ώρα 00.20 της Τετάρτης για Κάλυμνο (αφ. 01.15-αναχ. 01.35), Κω (αφ. 02.20-αναχ. 02.50), Σύμη (αφ. 05.00-αναχ. 05.20), Ρόδο (αφ. 06.20-αναχ. 07.45), Κάρπαθο  (αφ. 11.20-αναχ. 11.40), Κάσο (αφ. 12.55-αναχ. 13.10), Ρόδο (αφ. 17.40-αναχ. 18.40), Σύμη (αφ. 19.45-αναχ. 20.05), Κω (αφ. 22.25-αναχ. 22.55), Κάλυμνο (αφ. 23.45) απ όπου αναχωρούσε ώρα 00.15 της επομένης ημέρας (Πέμπτη)  για το λιμάνι της Λέρου (αφ. 01.20-αναχ. 01.40), Λειψούς (αφ. 02.20-αναχ. 02.35), Πάτμο (αφ. 03.05-αναχ. 03.25) κατέπλεε δε στον Πειραιά ώρα 11.10, απέπλεε δε την ίδια ημέρα ώρα 15.00 για Λειψούς (αφ. 23.40-αναχ. 23.55), κατέπλεε ώρα 01.30 της επομένης ημέρας Παρασκευής στην Κάλυμνο απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.50 για Κω (αφ. 02.45-αναχ. 03.15), Νίσυρο (αφ. 04.35-αναχ. 04.55), Τήλο (αφ. 06.00-αναχ. 06.20), Σύμη (αφ. 07.55-αναχ. 08.10), Ρόδο (αφ. 09.20-αναχ. 10.00), Καστελόριζο (αφ. 13.40-αναχ. 14.00), Ρόδο (αφ. 17.40-αναχ. 19.00), Σύμη (αφ. 20.10-αναχ. 20.25), Τήλο (αφ. 22.00-αναχ. 22.15), Νίσυρο (αφ. 23.20-αναχ. 23.40), κατέπλεε δε ώρα 01.00 της επομένης ημέρας Σαββάτου στο λιμάνι της νήσου Κω απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.30 για Κάλυμνο (αφ. 02.20- αναχ. 02.40), Λειψούς (αφ. 04.20-αναχ. 04.30) και κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.10. Κάθε Κυριακή αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 12.00 για Αστυπάλαια (αφ. 20.20-αναχ. 20.40), Κάλυμνο (αφ. 22.50-αναχ. 23.10) και κατέπλεε στο λιμάνι της Κω ώρα 23.59. Την Τρίτη 7.4.2020 το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο. Την Τετάρτη 8.4.2020 το πλοίο απέπλευσε από Πειραιά 15.00′ και κατέπλευσε στη Ρόδο 6.20′ της Πέμπτης (9.4.2020) απ’ όπου αναχώρησε στις 7.45′ για Κάρπαθο – Κάσο, επέστρεψε στη Ρόδο στις 17.40′ και απέπλευσε 18.40 για Πειραιά. Την Παρασκευή 10.4.2020, κατέπλευσε στον Πειραιά 11.10′ και αναχώρησε 15.00′ για Ρόδο. Το Σάββατο 11.4.2020, κατέπλευσε στη Ρόδο 9.20′ και αναχώρησε την 10.00′ για Καστελόριζο – Ρόδο, από όπου αναχώρησε και πάλι την 19.00′ για Πειραιά. Την Κυριακή 12.4.2020, κατέπλευσε στον Πειραιά την 13.10′ και αναχώρησε την 16.00′ για Ρόδο. Τη Δευτέρα 13.4.2020, κατέπλευσε στη Ρόδο την 10.55′ και αναχώρησε την 12.00′ για Καστελόριζο – Ρόδο, από όπου αναχώρησε και πάλι την 21.00′ για Πειραιά. Την Τρίτη, 14.4.2020, κατέπλευσε στον Πειραιά την 13.00′ και αναχώρησε την 15.00′ για Ρόδο. [ΣΤ] Κατά το χρονικό διάστημα από 20.4.2020 έως 14.5.2020: Κάθε Δευτέρα αναχωρούσε από το λιμάνι της Ρόδου ώρα 07.00 για Καστελόριζο (αφ. 10.40-αναχ. 11.00), Ρόδο (αφ. 14.40-αναχ. 16.00), Τήλο (αφ. 18.15-αναχ. 18.30), Νίσυρο (αφ. 19.30-αναχ. 19.45), Κω (αφ. 21.05-αναχ. 21.35), Κάλυμνο (αφ. 22.30 – αν. 22.50), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Αστυπάλαιας ώρα 01.15 της Τρίτης, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.30 της ίδιας ημέρας για Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 10.40, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 15.00 της ιδίας ημέρας για Πάτμο (αφ. 22.15-αναχ. 22.35),  Λειψούς (αφ. 23.00-αναχ. 23.20), Λέρο όπου κατέπλεε ώρα 23.59 της ίδιας ημέρας και αναχωρούσε ώρα 00.20 της επομένης ημέρας Τετάρτης για Κάλυμνο (αφ. 01.15-αναχ. 01.35), Κω (αφ. 02.20-αναχ. 02.50), Σύμη (αφ. 05.00-αναχ. 05.20), Ρόδο (αφ. 06.20-αναχ. 07.45), Κάρπαθο (αφ. 11.20-αναχ. 11.40), Κάσο (αφ. 12.55-αναχ. 13.10), Ρόδο (αφ. 17.40-αναχ. 18.40), Σύμη (αφ. 19.45-αναχ. 20.05), Κω (αφ. 22.25-αναχ. 22.55), Κάλυμνο (αφ. 23.45) απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 00.15 της επομένης ημέρας (Πέμπτη) για Λέρο (αφ. 01.20-αναχ. 01.40), Λειψούς (αφ. 02.20-αναχ. 02.35), Πάτμο (αφ. 03.05-αναχ. 03.25) και κατέπλεε στον Πειραιά ώρα 11.10, απ’ όπου αναχωρούσε την ίδια ημέρα ώρα 15.00 για Λειψούς (αφ. 23.40-αναχ. 23.55), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Καλύμνου ώρα 01.30 της επομένης ημέρας (Παρασκευή), απ’ όπου αναχωρούσε 01.50 για Κω (αφ. 02.45-αναχ. 03.15), Τήλο (αφ. 06.00-αναχ. 06.20), Σύμη (αφ. 07.55-αναχ. 08.10), Ρόδο (αφ. 09.20-αναχ. 10.00), Καστελόριζο (αφ. 13.40-αναχ. 14.00), Ρόδο (αφ. 17.40-αναχ. 19.00), Σύμη (αφ. 20.10-αναχ. 20.25), Τήλο (αφ. 22.00-αναχ. 22.15), Νίσυρο (αφ. 23.20- αν. 23.40), κατέπλεε δε ώρα 01.00 της επομένης ημέρας Σάββατο στη νήσο Κω, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.30 της ίδιας ημέρας για Κάλυμνο (αφ. 02.20-αναχ. 02.40), Λειψούς (αφ. 04.20-αναχ. 04.30), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 13.10 και αναχωρούσε εκ νέου ώρα 17.00 της ίδιας ημέρας για Αστυπάλαια (αφ. 01.30-αναχ. 01.50), Κάλυμνο (αφ. 04.10-αναχ. 04.40), Κω (αφ. 05.20-αναχ. 05.50), Νίσυρο (αφ. 07.10-  αν. 07.30), Τήλο (αφ. 08.35-αναχ. 08.55), κατέπλεε δε στη νήσο Ρόδο ώρα 11.10 της ημέρας Κυριακής, απ’ όπου αναχωρούσε την επομένη ημέρα Δευτέρα ώρα 07.00 και συνέχιζε το δρομολόγιο ως ανωτέρω. V] Κατά τη διάρκεια της τέταρτης ένδικης σύμβασης ναυτολόγησης (από 4.7.2020 έως 7.9.2020, που είναι και επίδικο: Κάθε Δευτέρα αφού κατέπλεε στη Νήσο Κω ώρα 00.30 απέπλεε ώρα 01.00 για Νίσυρο (αφ. 02.15-αναχ. 02.35), Τήλο (αφ. 03.25-αναχ. 03.45), Σύμη (αφ. 05.05-αναχ. 05.20), Ρόδο (αφ. 06.20-αναχ. 07.00), Καστελόριζο (αφ. 10.40-αναχ. 11.00), Ρόδο (αφ. 14.40-αναχ. 16.00), Σύμη (αφ. 17.00-αναχ. 17.15), Τήλο (αφ. 18.35-αναχ. 18.50), Νίσυρο (αφ. 19.40-αναχ. 19.55), Κω (αφ. 21.05-αναχ. 21.35), Κάλυμνο (αφ. 22.30 – αν. 22.50), κατέπλεε δε ώρα 01.15 της ημέρας Τρίτης στη νήσο Αστυπάλαια, απ’ όπου αναχωρούσε για Πειραιά ώρα 01.30, όπου κατέπλεε ώρα 10.40. Ακολούθως, την ίδια ημέρα, ώρα 15.00 αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά για Πάτμο (αφ. 22.10-αναχ. 22.30), Λειψούς (αφ. 22.55-αναχ. 23.15), Λέρο όπου κατέπλεε ώρα 23.55, απ’  όπου αναχωρούσε ώρα 00.15 της Τετάρτης για Κάλυμνο (αφ. 01.10-αναχ. 01.30), Κω (αφ. 02.15-αναχ. 02.45), Σύμη (αφ. 04.55-αναχ. 05.15), Ρόδο (αφ. 06.20-αναχ. 07.45), Κάρπαθο (αφ. 11.25-αναχ. 11.45), Κάσο (αφ. 12.55-αναχ. 13.10), Ρόδο (αφ. 17.30-αναχ. 18.30), Σύμη (αφ. 19.35-αναχ. 19.55), Κω (αφ. 22.05-αναχ. 22.35), Κάλυμνο (αφ. 23.20 – αναχ. 23.50) και κατάπλεε στο λιμάνι της Λέρου ώρα 00.50 της επομένης ημέρας Πέμπτης, απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.10 της ίδιας ημέρας για Λειψούς (αφ. 01.55-αναχ. 02.10), Πάτμο (αφ. 02.40-αναχ. 02.55) κατέπλεε δε στον Πειραιά ώρα 10.10, απέπλεε δε την ίδια ημέρα ώρα 14.00 για Λειψούς (αφ. 23.05-αναχ. 23.20), κατέπλεε ώρα 00.50 της επομένης ημέρας Παρασκευής στην Κάλυμνο απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.35 για Κω (αφ. 02.05-αναχ. 02.25), Νίσυρο (αφ. 03.30-αναχ. 03.45), Τήλο (αφ. 04.35-αναχ. 04.50), Σύμη (αφ. 06.15-αναχ. 06.35), Ρόδο (αφ. 07.35-αναχ. 08.30), Καστελόριζο (αφ. 11.25-αναχ. 11.45), Ρόδο (αφ. 14.40-αναχ. 16.00), Σύμη (αφ. 17.05-αναχ. 17.25), Τήλο (αφ. 18.50-αναχ. 19.05), Νίσυρο (αφ. 19.55-αναχ. 20.15), Κω (αφ. 21.15-αναχ. 21.35), Κάλυμνο (αφ. 22.20-αναχ. 22.50), κατέπλεε δε στο λιμάνι των Λειψών ώρα 00.20 της επομένης ημέρας Σαββάτου, απ’ όπου απέπλεε για Πάτμο (αφ. 01.05-αναχ. 01.20), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 09.40, απέπλεε δε εκ νέου ώρα 13.00 για Μύκονο (αφ. 17.15 – αναχ. 17.35), Μεστά (αφ. 20.20 – αναχ. 20.50), Σιγρί όπου κατέπλεε ώρα 23.25 και αναχωρούσε την επομένη ημέρα Κυριακής ώρα 00.30 για Μεστά (αφ. 03.05 – αναχ. 03.25), Μύκονο (αφ. 06.10 – αναχ. 06.30), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 10.45 και απέπλεε εκ νέου ώρα 13.00 για Αστυπάλαια (αφ. 20.50-αναχ. 21.10), Κάλυμνο (αφ. 23.20-αναχ. 23.40) και κατέπλεε στο λιμάνι της Κω ώρα 00.30 της Δευτέρας και συνέχιζε το ταξίδι ως άνω. [V] Κατά τη διάρκεια της πέμπτης ένδικης σύμβασης ναυτολόγησης (από 27.10.2020 έως 8.2.2021): [Α] Κατά το χρονικό διάστημα από 27.10.2020 έως 3.11.2020: Κάθε Δευτέρα αφού απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45-αναχ. 20.20), Τήνο (αφ. 20.30-αναχ. 20.45), Μύκονο (αφ. 21.15-αναχ. 21.30), Εύδηλο (αφ. 23.30-αναχ. 23.45), Καρλόβασι όπου κατέπλεε ώρα 01.00 της Τρίτης απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Βαθύ (αφ. 02.10 – αν. 02.45), Καρλόβασι (αφ. 03.25 – αν. 03.45), Εύδηλο (αφ. 05.00 – αν. 05.20), Μύκονο (αφ. 07.30 – αν. 07.50), Τήνο (αφ. 08.15 – αν. 08.25), Σύρο (αφ. 08.55 – αν. 09.10), Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 12.55 και απέπλεε εκ νέου ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45 – αν. 20.00), Μύκονο (αφ. 20.50 – αν. 21.05), Αγ. Κήρυκο (αφ. 23.20 αν. 23.45), κατέπλεε δε ώρα 00.15 στο λιμάνι του Φούρνων την επομένη ημέρα Τετάρτη, απ’ όπου απέπλεε αυθημερόν ώρα 00.25 για Καρλόβασι (αφ. 01.15 – αν. 01.35), Βαθύ (αφ. 02.15 – αν. 03.00), Χίο (αφ. 05.45 – αν. 06.05), Οινούσσες (αφ. 06.35 – αν. 06.45), Μυτιλήνη (αφ. 08.45 – αν. 09.45),  Μύρινα (αφ. 14.05 – αν. 14.35),  Καβάλα (αφ. 17.45 – αν. 21.30), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Μύρινας ώρα 00.45 της επομένης ημέρας Πέμπτης απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.05 της ίδιας ημέρας για Μυτιλήνη (αφ. 05.25 – αν. 06.15), Οινούσσες (αφ. 08.15 – αν. 08.25), Χίο (αφ. 08.55 – αν. 09.10), Βαθύ (αφ. 11.55 – αν. 12.40), Καρλόβασι (αφ. 13.20 – αν. 13.45), Φούρνοι (αφ. 14.35 – αν. 14.45), Αγ. Κήρυκο (αφ. 15.15 αν. 15.35), Μύκονο (αφ. 17.50 – αν. 18.00), Σύρο (αφ. 18.45 – αν. 19.00), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 22.45 της ίδιας ημέρας, αναχωρούσε δε από το εν λόγω λιμάνι την επομένη ημέρα Παρασκευής ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45-αναχ. 20.20), , Μύκονο (αφ. 20.50-αναχ. 21.05), Εύδηλο (αφ. 23.20-αναχ. 23.45), κατέπλεε δε στο λιμάνι των Φούρνων ώρα 00.40 της επομένης ημέρας Σαββάτου, απ’ όπου απέπλεε ώρα 00.50 της ίδιας ημέρας για Καρλόβασι (αφ. 01.40 – αν. 02.10), Βαθύ (αφ. 02.50 – αν. 03.35), Χίο (αφ. 06.20 – αν. 06.40), Μυτιλήνη (αφ. 09.00 – αν. 10.40),  Μύρινα (αφ. 14.00 – αν. 14.20),  Καβάλα (αφ. 17.35 – αν. 21.30), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Μύρινας ώρα 00.45 της επομένης ημέρας Κυριακής απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.05 της ίδιας ημέρας για Μυτιλήνη (αφ. 05.25 – αν. 06.15), Χίο (αφ. 08.40 – αν. 09.00), Βαθύ (αφ. 11.45 – αν. 12.25), Καρλόβασι (αφ. 13.05 – αν. 13.35), Φούρνοι (αφ. 14.25 – αν. 14.35), Εύδηλο (αφ. 15.30 αν. 15.55), Μύκονο (αφ. 18.10 – αν. 18.30), Σύρο (αφ. 19.15 – αν. 19.30), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 23.15 της ίδιας ημέρας, αναχωρούσε δε από το εν λόγω λιμάνι την επομένη ημέρα Δευτέρα ώρα 16.00 για Σύρο και συνέχιζε ως ανωτέρω. [Β] Κατά το χρονικό διάστημα από 4.11.2020 έως 5.1.2021: Κάθε Δευτέρα και Σάββατο αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 07.25 για Πάρο (αφ. 11.40 – αν. 11.55), Νάξο (αφ. 12.40 – αν. 12.55), Θήρα (αφ. 14.55 – αν. 15.30), Νάξο (αφ. 18.45 – αν. 19.15), Πάρο (αφ. 18.45 – αν. 19.15), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 23.25, κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Κυριακή αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 07.25 για Πάρο (αφ. 11.40 – αν. 11.55), Νάξο (αφ. 12.40 – αν. 12.55), Ίο (αφ. 14.05 – αν. 14.15), Θήρα (αφ. 15.10 – αν. 15.30), Νάξο (αφ. 17.30 – αν. 18.00), Πάρο (αφ. 18.45 – αν. 19.15), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 23.25, κάθε δε Τετάρτη και Παρασκευή αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 07.25 για Πάρο (αφ. 11.40 – αν. 11.55), Νάξο (αφ. 12.40 – αν. 12.55), Θήρα (αφ. 14.55 – αν. 15.30), Ίο (αφ. 16.25 – αν. 16.40), Νάξο (αφ. 17.50 – αν. 18.00), Πάρο (αφ. 18.45 – αν. 19.15), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 23.25. [Γ] Κατά το χρονικό διάστημα από 6.1.2021 έως 8.2.2021: Κάθε Δευτέρα αφού κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 00.05 απέπλεε την ίδια ημέρα και ώρα 07.25 για Σύρο (αφ. 12.05 – αν. 12.25), Τήνο (αφ. 13.05 – αν. 13.15), Μύκονο (αφ. 13.55 – αν. 14.20), Θήρα (αφ. 18.10 – αν. 19.00), Μύκονο (αφ. 22.50 – αν. 23.10), Τήνο (αφ. 23.50 – αν. 23.59) και κατέπλεε στο λιμάνι της Σύρου ώρα 00.40 της επομένης ημέρας Τρίτης, απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 05.40, απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 07.25 για Σύρο (αφ. 12.05 – αν. 12.25), Τήνο (αφ. 13.05 – αν. 13.15), Μύκονο (αφ. 13.55 – αν. 14.20), Θήρα (αφ. 18.10 – αν. 19.00), Μύκονο (αφ. 22.50 – αν. 23.10), Τήνο (αφ. 23.50 – αν. 23.59) και κατέπλεε στο λιμάνι της Σύρου ώρα 00.40 της επομένης ημέρας Τετάρτη απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 05.40, απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 07.25 για Σύρο (αφ. 12.05 – αν. 12.25), Τήνο (αφ. 13.05 – αν. 13.15), Μύκονο (αφ. 13.55 – αν. 14.20), Νάξο (αφ. 15.40 – αν. 16.00), Θήρα (αφ. 18.10 – αν. 19.00), Μύκονο (αφ. 22.50 – αν. 23.10), Τήνο (αφ. 23.50 – αν. 23.59) και κατέπλεε στο λιμάνι Σύρου ώρα 00.40 της επομένης ημέρας Πέμπτη απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 05.40, απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 07.25 για Σύρο (αφ. 12.05 – αν. 12.25), Τήνο (αφ. 13.05 – αν. 13.15), Μύκονο (αφ. 13.55 – αν. 14.20), Θήρα (αφ. 18.10 – αν. 19.00), Νάξο (αφ. 21.40 – αν. 22.00), Πάρο (αφ. 23.05 – αν. 23.25), Πειραιά, όπου κατέπλεε ώρα 04.35 της επομένης ημέρας Παρασκευή, απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 07.25 για Σύρο (αφ. 12.05 – αν. 12.25), Τήνο (αφ. 13.05 – αν. 13.15), Μύκονο (αφ. 13.55 – αν. 14.20), Νάξο (αφ. 15.40 – αν. 16.00), Θήρα (αφ. 18.10 – αν. 19.00), Μύκονο (αφ. 22.50 – αν. 23.10), Τήνο (αφ. 23.50 – αν. 23.59) και κατέπλεε στο λιμάνι Σύρου ώρα 00.40 της επομένης ημέρας Σαββάτου απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 05.40, απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 07.25 για Σύρο (αφ. 12.05 – αν. 12.25), Τήνο (αφ. 13.05 – αν. 13.15), Μύκονο (αφ. 13.55 – αν. 14.20), Θήρα (αφ. 18.10 – αν. 19.00), Τήνο (αφ. 23.50 – αν. 23.59, και κατέπλεε στο λιμάνι Σύρου ώρα 00.40 της επομένης ημέρας Κυριακής απ’ όπου αναχωρούσε ώρα 01.00 της ίδιας ημέρας για Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 05.40, απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 07.25 για Πάρο (αφ. 11.40 – αν. 23.25), Νάξο (αφ. 12.40 – αν. 12.55), Ίο (αφ. 14.05 – αν. 14.15), Θήρα (αφ. 15.10 – αν. 15.30), Νάξο (αφ. 17.30 – αν. 18.00), Πάρο (αφ. 18.45 – αν. 19.15), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 00.05 της επομένη ημέρα Δευτέρα, απ’ όπου αναχωρούσε εκ νέου ως ανωτέρω αναφέρεται. [VI] Κατά τη διάρκεια της έκτης ένδικης σύμβασης ναυτολόγησης (από 12.3.2021 έως 20.4.2021): Κάθε Δευτέρα κατέπλεε στο λιμάνι της Μυκόνου ώρα 00.55 και απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 01.10 για Σύρο (αφ. 01.10 – αν. 02.25), Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 07.05 και απέπλεε εκ νέου ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45-αναχ. 20.20), Τήνο (αφ. 20.30-αναχ. 20.45), Μύκονο (αφ. 21.15-αναχ. 21.30), Εύδηλο (αφ. 23.30-αναχ. 23.45), Καρλόβασι όπου κατέπλεε ώρα 01.00 της Τρίτης απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.20 για Βαθύ (αφ. 02.00 – αν. 02.45), Καρλόβασι (αφ. 03.25 – αν. 03.45), Εύδηλο (αφ. 05.00 – αν. 05.20), Μύκονο (αφ. 07.30 – αν. 07.50), Τήνο (αφ. 08.15 – αν. 08.25), Σύρο (αφ. 08.55 – αν. 09.10), Πειραιά όπου κατέπλευσε ώρα 12.55 και απέπλεε εκ νέου ώρα 16.00 για Σύρο (αφ. 19.45 – αν. 20.00), Μύκονο (αφ. 20.50 – αν. 21.05), Αγ. Κήρυκο (αφ. 23.20 αν. 23.45), κατέπλεε δε ώρα 00.15 στο λιμάνι του Φούρνων την επομένη ημέρα Τετάρτη, απ’ όπου απέπλεε αυθημερόν ώρα 00.25 για Καρλόβασι (αφ. 01.15 – αν. 01.35), Βαθύ (αφ. 02.15 – αν. 03.00), Χίο (αφ. 05.45 – αν. 06.05), Οινούσσες (αφ. 06.35 – αν. 06.45), Μυτιλήνη (αφ. 08.45 – αν. 09.45),  Λήμνο (αφ. 14.05 – αν. 14.35),  Καβάλα (αφ. 17.45 – αν. 21.30), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Λήμνου ώρα 01.25 της επομένης ημέρας Πέμπτης απ’ όπου απέπλεε ώρα 01.45 της ίδιας ημέρας για Μυτιλήνη (αφ. 07.05 – αν. 08.05), Οινούσσες (αφ. 10.40 – αν. 10.50), Χίο (αφ. 11.25 – αν. 11.45), Βαθύ (αφ. 14.55 – αν. 15.40), Καρλόβασι (αφ. 16.35 – αν. 17.00), Φούρνοι (αφ. 18.00 – αν. 18.10), Αγ. Κήρυκο (αφ. 19.05 – αν. 19.25), Μύκονο (αφ. 22.20 – αν. 22.35), Σύρο (αφ. 23.40 – αν. 23.55), Πειραιά όπου κατέπλεε ώρα 04.30 της επομένης ημέρας Παρασκευής απ’ όπου απέπλεε ώρα 15.00 για Σύρο (αφ. 18.45-αναχ. 18.50), Μύκονο (αφ. 19.35-αναχ. 19.50), Εύδηλο (αφ. 21.55-αναχ. 22.20), Φούρν0ι (αφ. 23.15-αναχ. 23.25), Καρλόβασι όπου κατέπλεε ώρα 00.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου και απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα και ώρα 00.30 για  Βαθύ (αφ. 01.10 – αν. 01.55), Χίο (αφ. 04.30 – αν. 04.50), Μυτιλήνη (αφ. 07.05 – αν. 07.50),  Λήμνο (αφ. 11.55 – αν. 12.15), Θεσσαλονίκη (αφ. 18.10 – αν. 21.00), κατέπλεε δε στο λιμάνι της Λήμνου ώρα 04.15 της επομένης ημέρας Κυριακής απ’ όπου απέπλεε ώρα 04.35 της ίδιας ημέρας για Μυτιλήνη (αφ. 09.55 – αν. 10.40), Χίο (αφ. 13.35 – αν. 13.55), Βαθύ (αφ. 17.20 – αν. 18.05), Καρλόβασι (αφ. 18.55 – αν. 19.25), Φούρνοι (αφ. 20.25 – αν. 20.35), Εύδηλο (αφ. 21.45 –  αν. 22.10), Μύκονο όπου κατέπλεε την επομένη ημέρα Δευτέρα ώρα 00.55 και συνέχιζε το ταξίδι ως άνω. Περαιτέρω, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, μεταξύ των οποίων και των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων και δη του μάρτυρα ………. ο οποίος εξετάσθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος (σχετικά υπ’ αριθμ. ……./17-9-2021 ένορκη βεβαίωση) και συνυπηρέτησε με αυτόν στο εν λόγω πλοίο, ως Υποναύκληρος [πλην του χρονικού διαστήματος από 9.9.2020 έως 15.10.2020, οπότε υπηρέτησε ως Ναύκληρος], από την 1.4.2019 έως την 1.8.2019 και από την 8.11.2019 έως 3.11.2020, των μαρτύρων οι οποίοι εξετάσθηκαν με επιμέλεια των εναγομένων, …….. και …….. (σχετικά υπ’ αριθμ. ………../20-9-2021 και ………./20-9-2021 προαναφερόμενες ένορκες βεβαιώσεις), οι οποίοι συνυπηρέτησαν στο ίδιο πλοίο με τον ενάγοντα, ο πρώτος εκ των οποίων άλλοτε ως Ύπαρχος και άλλοτε ως Πλοίαρχος, κατά το χρονικό διάστημα από 8.3.2020 έως 1.9.2020 και ο δεύτερος ως Ύπαρχος κατά το χρονικό διάστημα από  μηνός Οκτωβρίου 2020 έως μηνός Μαΐου 2021, οι καταθέσεις των οποίων (μαρτύρων των διαδίκων) λαμβάνονται υπόψη κατά το μέτρο αξιοπιστίας και κατά το λόγο γνώσεως εκάστου εξ αυτών και συνεκτιμώνται ελευθέρως μετά των λοιπών αποδεικτικών μέσων, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, απεδείχθη ότι, το εν λόγω πλοίο, μήκους 141 μέτρων, το οποίο διαθέτει εννέα επίπεδα, εκ των οποίων τα πέντε αποτελούν χώρους στάθμευσης των επιβιβαζόμενων αυτοκινήτων (γκαράζ), με δυνατότητα μεταφοράς 1.800 επιβατών και 950 οχημάτων, κατά τον επίδικο χρόνο, ευρίσκετο σε πλήρη οργανική σύνθεση όσον αφορά στο κατώτερο πλήρωμα καταστρώματος, διότι υπηρετούσαν σε αυτό ένας [1] ναύκληρος, δύο [2] υποναύκληροι, δώδεκα [12] ναύτες και δύο [2] ναυτόπαιδες. Ο ενάγων, με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίζεται ότι, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα των ενδίκων ναυτολογήσεών του στο ανωτέρω πλοίο εργαζόταν ως ναύτης βάρδιας εκτελώντας, εντούτοις, αντί για δύο [2] τετράωρες βάρδιες ημερησίως, δύο [2] οκτάωρες βάρδιες, κατά τη διάρκεια των οποίων, εάν το πλοίο ήταν εν πλω εκτελούσε φυλακή γέφυρας, εάν βρισκόταν στο λιμάνι απασχολείτο με τις εργασίες κατάπλου και απόπλου, προσδέσεως και αποδέσεως του πλοίου, στις φορτοεκφορτώσεις αλλά και στις εργασίες ασφαλούς έχμασης των οχημάτων, καθώς επίσης και στις εργασίες καθαρισμού αυτού, ήτοι εργάζονταν επί 16 ώρες ημερησίως, με αποτέλεσμα να εργάζεται υπερωριακά επί 8 ώρες κάθε ημέρα κατά τις καθημερινές εργάσιμες ημέρες και τις Κυριακές των εβδομάδων των χρονικών διαστημάτων των ναυτολογήσεών του και επί 16 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες, πλην του χρονικού διαστήματος από 28-1-2020 έως 3-2-2020, οπότε το πλοίο είχε διακόψει τους πλόες και διενεργούντο σε αυτό εργασίες επισκευής, οπότε εργάσθηκε στις εν λόγω επισκευές επί ένδεκα [11] ώρες τις καθημερινές και επί εννέα [9] ώρες τις ημέρες Κυριακής και Σαββάτου. Οι εναγόμενες, ήδη με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αρνήθηκαν ότι οι ναύτες γέφυρας εργαζόταν πέραν των οκτώ ωρών, πέραν δηλαδή της διάρκειας των δύο τετράωρων βαρδιών, οπότε, οι εκτελούντες φυλακή βάρδιας μετείχαν και στις εργασίες κατάπλου και απόπλου του πλοίου όταν αυτό προσέγγιζε σε λιμάνι, δεχόμενες ότι μόνον σε περιόδους αυξημένης κίνησης και δη κατά τους θερινούς μήνες ή κατά τη διάρκεια των εορτών, καθώς επίσης και σε περιόδους ασυνήθιστης κακοκαιρίας, οι ναύτες που υπηρετούσαν σε φυλακή γέφυρας εκκαλούντο νωρίτερα από την έναρξη της βάρδιάς τους ή αργότερα από τη λήξη της, προκειμένου να συνδράμουν στις εργασίες κατάπλου και απόπλου του πλοίου, ποτέ όμως δεν καλούνταν και πριν και μετά το χρόνο εκάστης βάρδιας, με αποτέλεσμα τις περιόδους αυτές, η ημερήσια απασχόληση αυτών να ανέρχεται σε εννέα ώρες και σπάνια σε δέκα ώρες, εργασία για την οποία ο ενάγων έχει εξοφληθεί πλήρως. Όσον αφορά στις εργασίες καθαριότητας, οι εναγόμενες ανέφεραν ότι εν πλω, εγίνοντο μόνον περιορισμένες εργασίες η διάρκεια των οποίων δεν ξεπερνούσαν τη μία ώρα, ενώ πιο εκτεταμένες εργασίες καθαριότητας και ελαφράς συντήρησης ελάμβαναν χώρα μετά τον κατάπλου του πλοίου στον Πειραιά και στο λιμάνι προορισμού, εάν σε αυτό παρέμενε αρκετές ώρες. Απεδείχθη, εξάλλου, ότι κατά το επίδικο διάστημα, εκ των δώδεκα [12] υπηρετούντων σε αυτό ναυτών, οι έξι εκτελούσαν βάρδιες φυλακής και οι υπόλοιποι έξι εκτελούσαν υπηρεσία ημερεργάτη. Όπως και ο ίδιος ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του αυτός, καθόλη τη διάρκεια των ανωτέρω ναυτολογήσεών του εκτελούσε βάρδια φυλακής. Οι ναύτες βάρδιας ήταν κατανεμημένοι σε τρεις [3] ομάδες των δύο [2] ναυτών και αναλάμβαναν εκ περιτροπής τις έξι [6] κυλιόμενες τετράωρες βάρδιες του εικοσιτετραώρου, κατά τρόπον ώστε ανά δύο [2] να εργάζονται κάθε ημέρα καταρχήν και οπωσδήποτε δύο [2] τετράωρα, με χρονική απόσταση οκτώ [8] ωρών μεταξύ τους. Δύο [2] ναύτες αναλάμβαναν τις βάρδιες 00:00 έως 04:00 και 12:00 έως 16:00, άλλοι δύο [2] τις βάρδιες 04:00 έως 08:00 και 16:00 έως 20:00 και οι υπόλοιποι, ανά δύο [2], τις βάρδιες 08:00 έως 12:00 και 20:00 έως 24:00. Κατά τη διάρκεια των εν λόγω βαρδιών, πλην των εργασιών γέφυρας, οπότε οι εν λόγω ναύτες εκτελούσαν χρέη είτε πηδαλιούχου είτε οπτήρα, μετείχαν και στις εργασίες φόρτωσης, εκφόρτωσης, κατάπλου και απόπλου του πλοίου. Οι υπόλοιποι έξι ναύτες εργάζονταν ως ημερεργάτες – ντεϊμάνηδες οι οποίοι, ομού μετά του ναυκλήρου, των υποναυκλήρων και των ναυτόπαιδων, απασχολούντο στις εργασίες κατάπλου και απόπλου του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας, στα λιμάνια προσέγγισης και στο λιμάνι προορισμού, στις εργασίες καθαριότητας εν πλω και στο λιμάνι και στις εργασίες συντήρησης του πλοίου. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, οι εργασίες φόρτωσης στο λιμάνι του Πειραιά, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας του ενάγοντος ………….. (σχετικά με αριθμό ………./17-9-2021 ανωτέρω ένορκη βεβαίωση), δεδομένου ότι οι μάρτυρες των εναγομένων ουδέν κατέθεσαν περί τούτου, άρχιζαν δύο ώρες προ της προγραμματισμένης ώρας απόπλου, οι δε εργασίες φόρτωσης και εκφόρτωσης στα επιμέρους λιμάνια, διαρκούσαν όταν το πλοίο απέπλεε άμεσα, από του χρόνου κατάπλου έως του χρόνου απόπλου αυτού από το λιμάνι, πλην όμως κρίνεται αληθής η κατάθεση του ανωτέρω μάρτυρος του ενάγοντος ότι η ετοιμότητα για τον κατάπλου σε κάθε ενδιάμεσο λιμάνι ξεκινούσε μισή ώρα προ του κατάπλου σε αυτό, οι δε ναύτες παρέμεναν στη θέση τους έως της ασφαλούς απομάκρυνσης του πλοίου από το λιμάνι. Επιπλέον, απεδείχθη και από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της εναγομένης ……….. (σχετικά με αριθμό ………./2021 ανωτέρω ένορκη βεβαίωση) ότι ο ενάγων, πέραν της βάρδιας φυλακής, μετείχε και στις εκτεταμένες εργασίας καθαριότητας του πλοίου που πραγματοποιούντο μετά τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά ή στο εκάστοτε λιμάνι προορισμού, όταν αυτό παρέμενε ελλιμενισμένο για περισσότερες ώρες και δεν αποχωρούσε άμεσα με τον κατάπλου σε αυτό. Ο εν λόγω μάρτυρας, αν και κατέθεσε ότι οι εργασίες καθαριότητας εν πλω ήταν περιορισμένες και δεν ξεπερνούσαν τη μία ώρα ημερησίως, δεν κατέθεσε περί του χρόνου διάρκειας των εκτεταμένων εργασιών καθαριότητας του πλοίου στους ανωτέρω λιμένες. Ενόψει του ότι ο τελευταίος αυτός μάρτυρας κατέθεσε ότι οι εν πλω εργασίες καθαριότητας διαρκούσαν μόλις μία ώρα και ήταν περιορισμένες, κρίνεται πειστική η ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του ενάγοντος …………, κατά την οποία, οι εν λόγω εργασίες διαρκούσαν τουλάχιστον επί δύο ώρες. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και ιδίως τη διάρκειας των πλόων του εν λόγω πλοίου προς εξυπηρέτηση των ανωτέρω δρομολογιακών γραμμών, της σύνθεσης του κατώτερου πληρώματος καταστρώματος του εν λόγω πλοίου και του γεγονότος ότι ο ενάγων απασχολείτο διαρκώς σε φυλακή γέφυρας, οι, περί παροχής υπ’ αυτού υπερωριακής εργασίας, ισχυρισμοί του που περιέχονται στην ένδικη αγωγή του, κρίνονται αβάσιμοι στην ουσία τους, για τις  ακόλουθες ημέρες εργασίας του στο ανωτέρω πλοίο, κατά τις οποίες κρίνεται ότι ο ενάγων δεν εργάσθηκε πέραν του νομίμου ωραρίου και συγκεκριμένα: (ι) Κατά τη διάρκεια της πρώτης των ενδίκων ναυτολογήσεων: (α) Κατά τις ημέρες Δευτέρας του χρονικού διαστήματος από 8.4.2019 έως 22.4.2019 και από 1.5.2019 έως 20.5.2019, διότι το ανωτέρω πλοίο απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 16.00 ήτοι ο ημερήσιος χρόνος πλεύσης του πλοίου διαρκούσε οκτώ (8) ώρες, (β) κατά την ημέρα Παρασκευή της 12.4.2019 και τις ημέρες Παρασκευής του χρονικού διαστήματος από 1-5-2019 έως 24-5-2019, διότι τις εν λόγω ημέρες  το πλοίο απέπλεε από το ίδιο λιμάνι ώρα 17.00, ήτοι ο ημερήσιος χρόνος πλεύσης του διαρκούσε μόλις επτά (7) ώρες, και (γ) την Κυριακή του Πάσχα 28.4.2019. (ιι) Κατά τη διάρκεια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεων: κατά τις ημέρες Κυριακής της 22.9.2019 και 29.9.2019, διότι το ανωτέρω πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 17.30, ήτοι ο ημερήσιος χρόνος πλεύσης του διήρκησε επί 6,5 ώρες και (ιιι) κατά τη διάρκεια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων: (α) Κατά τις ημέρες Δευτέρας και Παρασκευής του χρονικού διαστήματος από 7.11.2019 έως 12.1.2020 (πλην της αργίας της 6ης.1.2020) και από 20.1.2020 έως 27.1.2020, διότι το ανωτέρω πλοίο την ημέρα Δευτέρα απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 16.00, ήτοι ο ημερήσιος χρόνος πλεύσης του πλοίου διαρκούσε οκτώ (8) ώρες, τη δε ημέρα Παρασκευή απέπλεε από το ίδιο λιμάνι ώρα 17.00, ήτοι ο ημερήσιος χρόνος πλεύσης του διαρκούσε μόλις επτά (7) ώρες και β) την 22-12-2019 ημέρα Κυριακή, μετά την άφιξή του στο λιμάνι της Μυτιλήνης ώρα 05.25, διέκοψε το δρομολόγιό του λόγω απαγορευτικού, την 8-1-2020 και 7-4-2020, διότι το ανωτέρω πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο, την 14.1.2020 διότι το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 07.30 και κατέπλευσε σε αυτό μετά από περίπου δέκα ώρες, αναχώρησε δε εκ νέου ώρα 23.00, την 4.2.2020 οπότε, αφού ολοκληρώθηκαν οι εργασίες επισκευής του την 3-2-2020, απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά (την 4-2-2020) ώρα 15.00, τις ημέρες Κυριακής 9.2.2020, 16.2.2020, 5.4.2020, 19.4.2020 διότι το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά, στο οποίο είχε καταπλεύσει την προηγουμένη ημέρα ώρα 12.00, την 8-4-2020 διότι το ανωτέρω πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00 και τις ημέρες Κυριακής, του χρονικού διαστήματος από 20-4-2020 έως 14-5-2020, διότι το πλοίο με την άφιξή του στο λιμάνι της Ρόδου, ώρα 11.10, δεν πραγματοποιούσε έτερο ταξίδι την ίδια ημέρα, αλλά απέπλεε την επομένη ημέρα και ώρα 07.00 πρωινή. Ως προς τις υπόλοιπες ημέρες των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος στο εν λόγω πλοίο, κατά τις οποίες αυτό εκτελούσε πλόες, υπάρχει διαφωνία μεταξύ των διαδίκων ως προς το εάν ο ενάγων ως ναύτης φυλακής γέφυρας μετείχε πέραν του νομίμου ωραρίου πέραν των τετράωρων βαρδιών φυλακής στις εργασίες απόπλου και κατάπλου του πλοίου, με τον ενάγοντα να υποστηρίζει ότι μετείχε καθημερινά στις εν λόγω εργασίες επί δίωρο προ της ενάρξεως και μετά τη λήξη της βάρδιάς του, τις δε εναγόμενες να υποστηρίζουν ότι τούτο συνέβαινε μόνον στους ενδιάμεσους λιμένες που προσέγγιζε το εν λόγω πλοίο σε περιόδους μεγάλης επιβατικής κίνησης και δη κατά τους θερινούς μήνες και τις περιόδους εορτών, καθώς επίσης και σε περίπτωση ασυνήθιστης κακοκαιρίας επί μισή ώρα και σε εξαιρετικές περιστάσεις επί μία ώρα ημερησίως. Διαφορετικές τυγχάνουν περί τούτου και οι ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, με τον μάρτυρα του ενάγοντος να προσεπιβεβαιώνει τους αγωγικούς ισχυρισμούς, τους δε μάρτυρες των εναγομένων να προσεπιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς αυτών. Όπως αποδεικνύεται από τις μηνιαίες αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, για το χρονικό διάστημα από 8.4.2019 και εφεξής έως της τελευταίας ανωτέρω αποναυτολογήσεώς του (χρόνος που τυγχάνει επίδικος για το εν λόγω κονδύλιο), η πρώτη εναγόμενη του κατέβαλε παγίως κάθε μήνα αμοιβή σε αυτόν για υπερωριακή εργασία κατά τις καθημερινές, ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών. Ειδικότερα, αποδεικνύεται ότι για υπερωριακή αμοιβή, κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών, του κατέβαλε τον μήνα Απρίλιο 2019 το ποσό των ευρώ 461,65, τον μήνα Μάιο 2019 το ποσό των ευρώ 467,61, τον μήνα Ιούνιο 2019 το ποσό των ευρώ 124,70, τον μήνα Αύγουστο 2019 το ποσό των ευρώ 467,61, τον μήνα Σεπτέμβριο 2019 το ποσό των ευρώ 476,97, τον μήνα Οκτώβριο 2019 ποσό ευρώ 63,60, καθώς επίσης και αναδρομικά για τους μήνες Ιανουάριο έως Αύγουστο 2019 το ποσό των ευρώ 59,54, τον μήνα Νοέμβριο 2019 το ποσό των ευρώ 381,57, έκαστο των μηνών Δεκεμβρίου 2019, Ιανουάριο 2020, Μάρτιο 2020, Απρίλιο 2020, Αύγουστο 2020, Δεκέμβριο 2020 και Ιανουάριο 2020 το ποσό των ευρώ 476,96, τον μήνα Φεβρουάριο 2020 το ποσό των ευρώ 476,97, τον μήνα Μάιο 2020 το ποσό των ευρώ 222,58, τον μήνα Ιούλιο 2020 το ποσό των ευρώ 445,17, τον μήνα Σεπτέμβριο 2020 το ποσό των ευρώ 127,19, τον μήνα Οκτώβριο 2020 ποσό ευρώ 79,49, τον μήνα Νοέμβριο 2020 το ποσό των ευρώ 461,07, τον μήνα Φεβρουάριο 2021 το ποσό των ευρώ 127,19 και έκαστο των μηνών Μαρτίου  2021 και Απριλίου 2021 το ποσό των ευρώ 317,98. Επιπλέον, αποδεικνύεται ότι του κατέβαλε για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής τον μήνα Απρίλιο 2019 το ποσό των ευρώ 611,88, τον μήνα Μάιο 2019 το ποσό των ευρώ 605,94,  τον μήνα Ιούνιο 2019 το ποσό των ευρώ 161,58, τον μήνα Αύγουστο 2019 ποσό ευρώ 605,95, τον μήνα Σεπτέμβριο 2019 το ποσό των ευρώ 551,02, τον μήνα Οκτώβριο 2019 ποσό ευρώ 69.64, καθώς επίσης και αναδρομικά για τους μήνες Ιανουάριο έως Αύγουστο 2019 το ποσό των ευρώ 95,45, τον μήνα Νοέμβριο 2019 το ποσό των ευρώ 485,44, έκαστο των μηνών Δεκεμβρίου 2019, Ιανουάριο 2020, Μάρτιο 2020, Απρίλιο 2020 και Αύγουστο 2020 το ποσό των ευρώ 618,06, τον μήνα Φεβρουάριο 2020 το ποσό των ευρώ 591,07,  τον μήνα Μάιο 2020 το ποσό των ευρώ 288,42, τον μήνα Ιούλιο 2020 ποσό ευρώ 576,85, τον μήνα Σεπτέμβριο 2020 το ποσό των ευρώ 164,81, τον μήνα Οκτώβριο 2020 ποσό ευρώ 103,01, τον μήνα Νοέμβριο 2020 το ποσό των ευρώ 514,47, τον μήνα Δεκέμβριο 2020 και Ιανουάριο 2021 το ποσό των ευρώ 522,30, τον μήνα Φεβρουάριο 2021 το ποσό των ευρώ 139,28 και έκαστο των μηνών Μαρτίου 2021 και Απριλίου 2021 το ποσό των ευρώ 412,03. Η αναγωγή των αμέσως ανωτέρω χρηματικών ποσών, τα οποία η εναγομένη κατέβαλε μηνιαίως ως αμοιβή στον ενάγοντα για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και Κυριακές, σε ώρες υπερωριακής εργασίας, με βάση την απλή προσαύξηση του ωρομισθίου του ενάγοντος (25%) για παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, όπως προβλέπεται στην εν προκειμένω εφαρμοστέα οικεία Σ.Σ.Ν.Ε. κατά τα προεκτεθέντα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο ενάγων έλαβε αμοιβή για απασχόλησή του πέραν του οκταώρου, καθημερινές και Κυριακές, που αντιστοιχεί για το μήνα τον μήνα Απρίλιο 2019 σε (611,88 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 18 καθημερινές και Κυριακές =) 3,90 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Μάιο 2019 σε (605,94 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο: 26 καθημερινές και Κυριακές =) 2,67 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Ιούνιο 2019 σε (161,58 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο: 5 καθημερινές και Κυριακές =) 3,71 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Αύγουστο 2019 σε (605,95 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 25 καθημερινές και Κυριακές =) 2,78 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Σεπτέμβριο 2019 σε (551,02 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 26 καθημερινές και Κυριακές =) 2,43 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Οκτώβριο 2019 σε (69,64 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 4 καθημερινές =) 2,00 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Νοέμβριο 2019 σε (485,44 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 20 καθημερινές και Κυριακές =) 2,78 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Δεκέμβριο 2019 σε (618,06 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 24 καθημερινές και Κυριακές =) 2,96 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Ιανουάριο 2020 σε (618,06 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 24 καθημερινές και Κυριακές =) 2,96 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Φεβρουάριο 2020 σε (591,07 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 24 καθημερινές και Κυριακές =) 2,83 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Μάρτιο 2020 σε (618,06 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 25 καθημερινές και Κυριακές =) 2,84 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Απρίλιο 2020 σε (618,06 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 23 καθημερινές και Κυριακές =) 3,08 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Μάιο 2020 σε (288,42 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 11 καθημερινές και Κυριακές =) 3,01 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Ιούλιο 2020 σε (576,85 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 24 καθημερινές και Κυριακές =) 2,76 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Αύγουστο 2020 σε (618,06 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 26 καθημερινές και Κυριακές =) 2,73 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Σεπτέμβριο 2020 σε (164,81 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 6 καθημερινές και Κυριακές =) 3,15 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Οκτώβριο 2020 σε (103,01 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 3 καθημερινές =) 3,94 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Νοέμβριο 2020 σε (514,47 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 26 καθημερινές και Κυριακές =) 2,27 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Δεκέμβριο 2020 σε (522,30 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 25 καθημερινές και Κυριακές =) 2,40 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Ιανουάριο 2021 σε (522,30 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 24 καθημερινές και Κυριακές =) 2,50 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Φεβρουάριο 2021 σε (139,28 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 7 καθημερινές και Κυριακές =) 2,28 ώρες ανά ημέρα, τον μήνα Μάρτιο  2021 σε (412,03 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 15 καθημερινές και Κυριακές =) 3,15 ώρες ανά ημέρα και τον μήνα Απρίλιο 2021 σε (412,03 ευρώ : 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο : 17 καθημερινές και Κυριακές =) 2,78 ώρες ανά ημέρα. Ενόψει των αμοιβών που, κατά τα ανωτέρω, ελάμβανε ο ενάγων για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και Κυριακές, πρέπει να θεωρηθεί αποδεδειγμένη η όχι εξαιρετική, όπως αναφέρουν οι εναγόμενες και κατέθεσαν περί τούτου και οι μάρτυρες αυτών, αλλά η καθημερινή υπερωριακή απασχόληση αυτού και μάλιστα πλέον των δύο (2) ωρών ημερησίως, με αποτέλεσμα ερευνητέα να τυγχάνει η, υπερβάλλουσα των δύο αυτών ωρών εργασίας πέραν του νομίμου ωραρίου, χρονική διάρκεια της καθημερινής εργασίας του και μέχρι τις δεκαέξι (16) ώρες, που αυτός επικαλείται στην αγωγή του και πλέον, κατόπιν της απόρριψης του αγωγικού αυτού ισχυρισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο για τις πλέον των δώδεκα (12) ωρών με την εκκαλουμένη απόφαση, και στην έφεσή του. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, λαμβανομένων δε υπόψη και (α) της σταθερής καταβολής στον ενάγοντα αμοιβής υπερωριακής εργασίας, ως αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας που προσκομίζονται, τα επιμέρους ποσά των οποίων αναλύονται ανωτέρω, η οποία κατά κανόνα (πλην τον μήνα Οκτώβριο 2019) αναλογούσε σε εργασία που ξεπερνούσε τις δύο ώρες ημερησίως, (β) των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω με λεπτομέρεια αναφερόμενες ακτοπλοϊκές γραμμές και εκτελούσε τα συγκεκριμένα πολύωρα δρομολόγια που προαναφέρθηκαν αναλυτικά, του αριθμού των λιμένων που προσέγγιζε το πλοίο καθ’ εκάστη, του χρόνου παραμονής του σε κάθε ενδιάμεσο λιμένα προσέγγισης, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους (μειωμένη τη χειμερινή, μεγαλύτερη κατά τη θερινή και τις εορτές), της συνολικής διάρκειας εκάστου δρομολογίου από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμάνι του Πειραιά μέχρι τον κατάπλου του στον ίδιο λιμένα, των χαρακτηριστικών του εν λόγω πλοίου (πρόκειται για μεγάλου μεγέθους επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο το οποίο διαθέτει πέντε επίπεδα χώρων σταθμεύσεως με ικανότητα μεταφοράς 1.800 επιβατών και 950 οχημάτων) και των εργασιών που απαιτούντο κατά τη διάρκεια απόπλου και κατάπλου του πλοίου, όπως γι’ αυτές κατέθεσε μόνον ο μάρτυρας του ενάγοντος και κατά την κατάθεση του οποίου «…Σε κάθε λιμάνι του δρομολογίου, η ετοιμότητα για τον κατάπλου ξεκινούσε μισή ώρα πριν την άφιξη και ο καθένας δούλευε σε συγκεκριμένο πόστο. Άλλοι ναύτες κατέβαιναν στο γκαράζ για να λύσουν τα οχήματα που θα ξεφορτώναμε, άλλοι πήγαιναν στην πλώρη και την πρύμνη για τις άγκυρες και τους κάβους και παρέμεναν εκεί μέχρι την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου. Μετά, κατέβαιναν και αυτοί στο γκαράζ για να βοηθήσουν στη φορτοεκφόρτωση. Κατά τη φόρτωση, οι ναύτες μαζί με το ναύκληρο και τους υποναυκλήρους, καθοδηγούσαν τους οδηγούς να παρκάρουν μέσα στα πέντε γκαράζ του πλοίου, σε συγκεκριμένες θέσεις, και τα οχήματα, ειδικά τα φορτηγά, τα στερέωναν με τάκους και τα έδεναν με αλυσίδες σε σταθερά σημεία του γκαράζ, για να μην γίνει μετατόπιση. Κατά την αναχώρηση από το κάθε λιμάνι, οι ναύτες που ήταν στους κάβους και τις άγκυρες, επέστρεφαν στα πόστα τους για τις εργασίες απόπλου, μέχρι να απομακρυνθεί το πλοίο με ασφάλεια από το λιμάνι, και αμέσως μετά, αν τα οχήματα που φορτώνονταν ήταν πολλά, όπως συνέβαινε πάντοτε στα μεγαλύτερα λιμάνια του δρομολογίου, οι ναύτες που ήταν στους κάβους και τις άγκυρες, αφού μάζευαν τα μέσα πρόσδεσης, ξανακατέβαιναν στο γκαράζ για να βοηθήσουν στα δεσίματα των οχημάτων…», (γ) της φύσεως και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω, κρίνεται ότι ο ενάγων συμμετείχε επί δύο ώρες, στις εκτεταμένες εργασίας καθαριότητας του πλοίου που πραγματοποιούντο μετά τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά ή στο εκάστοτε λιμάνι προορισμού, όταν αυτό παρέμενε ελλιμενισμένο για περισσότερες ώρες, εκτελούσε δύο τετράωρες βάρδιες φυλακής και επιπλέον, απασχολείτο και πριν την έναρξη της βάρδιας του και μετά τη λήξη αυτής, επί δίωρο με τις εργασίες που αφορούν την ως άνω ειδικότητα του, ήτοι την πρόσδεση και την απόδεση του πλοίου κατά τον κατάπλου και απόπλου, την φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση των οχημάτων στο χώρο στάθμευσης (γκαράζ) αυτού, στους λιμένες τους οποίους προσέγγιζε το εν λόγω πλοίο, εντός του χρόνου αυτού. Ως εκ τούτου, η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος δεν ήταν εκ των προτέρων επακριβώς καθορισμένη, ενόψει της συνάρτησης αυτής με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών, αλλά και τον αυξομειούμενο ανά περιόδους του έτους όγκο της επιβατικής κίνησης αυτών. Περαιτέρω, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών, που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του και ιδίως λόγω των συχνών κατάπλων του στα διάφορα, ως άνω, ενδιάμεσα λιμάνια, ο ενάγων απασχολούνταν με τις προεκτιθέμενες εργασίες της ειδικότητας του καθημερινώς, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, αργιών και Κυριακών (πλην των ανωτέρω ειδικώς αναφερομένων ημερών που δεν απεδείχθη ότι εκτέλεσε υπερωριακή εργασία) πέραν της προβλεπομένης οκτάωρης διάρκειας της εργασίας του, αφού αυτή δεν επαρκούσε, λόγω της προαναφερθείσας φύσης και της διάρκειας των αλλεπάλληλων δρομολογίων, που εκτελούσε το εν λόγω πλοίο και μάλιστα σε περισσότερες της μίας ακτοπλοϊκές γραμμές και των πολλαπλών λιμένων προσέγγισης, λαμβανομένων υπόψη των  χρόνων άφιξης και αναχώρησης του πλοίου στο εκάστοτε λιμάνι προσέγγισης, όπως αναλύεται ανωτέρω και της σύμπτωσης των εν λόγω χρονικών σημείων με την αλλαγή της βάρδιας των ναυτών γέφυρας και, ως εκ τούτου, της ανάγκης επεκτάσεώς τους πριν την έναρξη και μετά τη λήξη εκάστης. Έτσι, ο ενάγων, πλην των ημερών που ειδικά αναφέρονται ανωτέρω, κατά τις οποίες απεδείχθη ότι δεν πραγματοποίησε υπερωριακή εργασία, ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, αλλά επιπλέον και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, δεδομένου ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητάς του στο πλοίο δεν θα μπορούσαν εξ ορισμού να χαρακτηρισθούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας του, εφόσον ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του, κατ’ άρθρον 57 παρ. 1 του ΚΙΝΔ (βλ. ΕφΠειρ 45/2010 ΕΝαυτΔ 2010 405, ΜονΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013 220, ΕφΠειρ 548/2001 ΕΕργΔ 61.340), με αποτέλεσμα ο χρόνος παραμονής αυτού στο πλοίο κατά τον ημερήσιο πλου, να μην ταυτίζεται αναγκαίως με χρόνο πραγματικής απασχόλησής του σ’ αυτό, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι, καθόν χρόνο το εν λόγω πλοίο εκτελούσε πλόες και δεν παρέμενε ακινητοποιημένο στο λιμάνι προς επισκευή, πλην των ανωτέρω ειδικώς μνημονευομένων ημερών κατά τις οποίες απεδείχθη ότι λόγω της μη εκτέλεσης δρομολογίων ή της μικρής διάρκειας πλεύσης αυτού, κατά περίπτωση, ο ενάγων δεν εκτέλεσε υπερωριακή εργασία, η ημερήσια εργασία του ενάγοντος, κατά μέσο όρο ανήλθε: (α) Κατά το χρονικό διάστημα από 25-5-2019 έως 8-6-2019 τις ημέρες Σαββάτου σε οκτώ (8) ώρες και τις ημέρες Κυριακής σε εννέα (9) ώρες, (β) την 13.9.2019 ημέρα Παρασκευή σε εννέα (9) ώρες, την 14.9.2019 ημέρα Σάββατο σε δέκα (10) ώρες, την 21.9.2019 και την 28.9.2019, ημέρες Σαββάτου και την 15.9.2019 ημέρα Κυριακής σε εννέα (9) ώρες, και (γ) την 6.12.2019 ημέρα Παρασκευής (ημέρα αργίας) σε οκτώ (8) ώρες, την 8-2-2020, 15-2-2020, 4-4-2020, 18-4-2020 ημέρες Σαββάτου και την 6-1-2020 ημέρα αργίας σε οκτώ (8) ώρες. Τις υπόλοιπες δε ημέρες [πλην αυτών κατά τις οποίες απεδείχθη ότι δεν εργάσθηκε υπερωριακά ως ανωτέρω αναλύεται και των ανωτέρω περιπτώσεων υπό στοιχεία από (α) έως και (γ)], καθημερινές, Κυριακές, ημέρες Σαββάτου και αργίας σε δώδεκα (12) ώρες και όχι δεκαέξι (16) ώρες, όπως αβασίμως ισχυρίζεται ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του. Περαιτέρω, καθόν χρόνο το πλοίο παρέμενε στο λιμάνι και σε αυτό εκτελούντο εργασίες επισκευής, στις οποίες μετείχε και ο ενάγων, εργάσθηκε δε στις εν λόγω επισκευές επί πέντε (5) ημέρες καθημερινές, μία ημέρα Σαββάτου και μία ημέρα Κυριακής, επί ένδεκα (11) ώρες κατά τις καθημερινές και επί εννέα (9) ώρες κατά τις ημέρες Σαββάτου και Κυριακής, όπως κατέθεσε ο έχων ιδία αντίληψη εξετασθείς υπ’ αυτού μάρτυρας. Η ανάγκη παροχής εργασίας, πέραν των νομίμων, κατά τα άνω, χρονικών ορίων, δεν αποκλείεται εκ του γεγονότος ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση όσον αφορά στο κατώτερο πλήρωμα, όπως αβασίμως υπολαμβάνουν οι εναγόμενες με τον δεύτερο εφέσεώς τους, καθόσον αυτή η πληρότητα αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν καταδεικνύει την ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία. Επομένως, η ημερήσια εργασία του ενάγοντος, απεδείχθη ότι ανήρχετο (α) κατά το χρονικό διάστημα από 25-5-2019 έως 8-6-2019 τις ημέρες Σαββάτου σε οκτώ (8) ώρες και τις ημέρες Κυριακής σε εννέα (9) ώρες, (β) την 13.9.2019 ημέρα Παρασκευή σε εννέα (9) ώρες, την 14.9.2019 ημέρα Σάββατο σε δέκα (10) ώρες, την 21.9.2019 και την 28.9.2019 ημέρες Σαββάτου και την 15.9.2019 ημέρα Κυριακής σε εννέα (9) ώρες, και (γ) την 6.12.2019 ημέρα Παρασκευής (ημέρα αργίας) σε οκτώ (8) ώρες, την 8-2-2020, 15-2-2020, 4-4-2020, 18-4-2020 ημέρες Σαββάτου και την 6-1-2020 ημέρα αργίας σε οκτώ (8) ώρες, και όχι σε δώδεκα (12) ώρες, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, γενομένου δεκτού κατά τούτο, ως εν μέρει βασίμου στην ουσία του του τρίτου λόγου της ένδικης έφεσης των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση καθό μέρος και για τις ανωτέρω ημερομηνίες, έγινε δεκτό ότι, ο ενάγων εργάσθηκε επί δώδεκα (12) ώρες ημερησίως, απορριπτομένων ως προς τις ανωτέρω ημέρες του πρώτου λόγου της ένδικης έφεσης του ενάγοντος καθό μέρος πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση διότι, κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων, απέρριψε την αγωγή του με την οποία υποστήριζε ότι η ημερήσια διάρκεια της απασχόλησής του ανήρχετο σε δεκαέξι (16) ώρες. Επιπλέον, απεδείχθη ότι, πλην των αμέσως ανωτέρω αναφερομένων ημερομηνιών, καθώς επίσης και των ημερών κατά τις οποίες, ως αναλύεται ανωτέρω, ο ενάγων δεν εργάσθηκε υπερωριακώς, τις υπόλοιπες ημέρες καθημερινές, Κυριακές, Σάββατα και αργίες των ανωτέρω χρονικών διαστημάτων, ο ενάγων εργαζόταν ημερησίως, κατά μέσο όρο, επί δώδεκα (12) ώρες, όπως κατ’ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως και όχι επί δεκαέξι (16) ώρες, όπως ο ενάγων αβασίμως ισχυρίζεται με την ένδικη αγωγή του, απορριπτομένου του πρώτου λόγου έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθώς επίσης και του δευτέρου λόγου της έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθό μέρος έγινε δεκτό υπ’ αυτής ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί δώδεκα (12) ώρες ημερησίως, αν και κατά το λόγο αυτό έφεσης η ημερήσια διάρκεια της απασχόληση του δεν ξεπερνούσε το νόμιμο ωράριο, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που ξεπερνούσε αυτό, κατ’ ελάχιστο. Επιπροσθέτως, απεδείχθη ότι, καθόν χρόνο το πλοίο παρέμενε στο λιμάνι και σε αυτό εκτελούντο εργασίες επισκευής, στις οποίες μετείχε και ο ενάγων, ο τελευταίος εργαζόταν καθημερινά επί ένδεκα (11) ώρες ημερησίως τις καθημερινές και επί εννέα (9) ώρες κατά τις ημέρες Σαββάτου και Κυριακής, απορριπτομένου όσον αφορά το εν λόγω χρονικό διάστημα του ανωτέρω δευτέρου λόγου έφεσης των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, ο ενάγων εδικαιούτο την ακόλουθη αμοιβή για την υπερωριακή του απασχόληση: (Α) Στα πλαίσια της πρώτης ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 8-4-2019 έως 8-6-2019 που τυγχάνει επίδικο, το συνολικό ποσό των 2.738,76 και συγκεκριμένα: (Ι) Για το χρονικό διάστημα από 8-4-2019 έως 24-5-2019, το συνολικό ποσό των 2.032,32 και δη: (ι) Για το χρονικό διάστημα από 8-4-2019 έως 30-4-2019, το συνολικό ποσό των ευρώ 1.078,80:α) Για 11 ημέρες καθημερινές και 2 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 452,40 (13 καθημερινές και Κυριακές  Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 52 Χ 8,70 που προβλέπεται από την προαναφερθείσα ΣΣΝΕ για κάθε ώρα εργασίας του ναυτικού της ειδικότητας αυτής κατά καθημερινές και Κυριακές =) και (β) για 3 ημέρες Σαββάτου και 2 ημέρες αργίας (26.5.2019 Μεγάλη Παρασκευή και 29.5.2019 Δευτέρα μετά το Πάσχα), το ποσό των 626,40 ευρώ (5 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα= 60 ώρες Χ 10,44 ευρώ, που προβλέπεται από την προαναφερθείσα ΣΣΝΕ για κάθε ώρα εργασίας του ναυτικού της ειδικότητας αυτής κατά τα Σάββατα και τις αργίες =), (ιι) Για το χρονικό διάστημα από 1-5-2019 έως 24-5-2019, το συνολικό ποσό των ευρώ  953,52 : α) Για 10 ημέρες καθημερινές και 3 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 452,40 (13 καθημερινές και Κυριακές  Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 52 Χ 8,70 =) και (β) για 3 ημέρες Σαββάτου και μιας ημέρας αργίας (1.5.2019), το ποσό των 501,12 ευρώ (4 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα= 48 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), (ΙΙ)  Για το χρονικό διάστημα από 25-5-2019 έως 8-6-2019, το ποσό των ευρώ 706,44 και δη: (ι) Για το χρονικό διάστημα από 25-5-2019 έως 31-5-2019, το συνολικό ποσό των ευρώ 266,22, ήτοι: α) Για 5 ημέρες καθημερινές, το ποσό των ευρώ 174,00 (5 καθημερινές Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 20 Χ 8,70 ευρώ =), β) Για 1 ημέρα Κυριακής, το ποσό των ευρώ 8,70 (1 Κυριακή Χ 1 ώρα εργασίας του ημερησίως = 1 Χ 8,70 ευρώ =) και (γ) για 1 Σάββατο, το ποσό των  83,52 ευρώ (1 Σάββατο  Χ 8 ώρες εργασίας του την ημέρα = 8 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), (ιι) Για το χρονικό διάστημα από 1-6-2019 έως 8-6-2019 το ποσό των ευρώ 440,22 και δη: α) Για 4 ημέρες καθημερινές, το ποσό των ευρώ 139,20 (4 καθημερινές Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 16 Χ 8,70 ευρώ =), β) Για 1 ημέρα Κυριακής, το ποσό των ευρώ 8,70 (1 Κυριακή Χ 1 ώρα εργασίας του ημερησίως = 1 Χ 8,70 ευρώ =), (γ) για 2 Σάββατα, το ποσό των 167,04 ευρώ (2 Σάββατα  Χ 8 ώρες εργασίας του την ημέρα = 16 ώρες Χ 10,44 ευρώ =) και (δ) για 1 ημέρα αργίας της 6-6-2019, το ποσό των 125,28  ευρώ (1 αργία Χ 12 ώρες εργασίας του = 12 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), Εκ του ανωτέρω ποσού των ευρώ 2.738,76 το ποσό των 2.032,32 όφειλε να του καταβάλει η πρώτη εναγομένη ως πλοιοκτήτρια αυτού και το υπόλοιπο ποσό των ευρώ 706,44 όφειλε να του καταβάλει η δεύτερη εναγομένη ως έχουσα τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου, για το οποίο υπόχρεη προς καταβολή του ήταν και η πρώτη εναγομένη κυρία του εν λόγω πλοίου δια του ανωτέρω πλοίου και έως της αξίας αυτού. (Β) Στα πλαίσια της δεύτερης ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 20-7-2019 έως 4-10-2019, το συνολικό ποσό των  ευρώ 3.586,14 και συγκεκριμένα: α) Για 53 ημέρες καθημερινές και 9 Κυριακές, το ποσό των ευρώ 2.157,60 (62 καθημερινές και Κυριακές  Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 248 Χ 8,70 ευρώ =), (β) για 8 Σάββατα και 1 αργία (15.8.2019), το ποσό των 1.127,52 ευρώ (9 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 108 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), (γ) Για την 13-9-2019, ημέρα καθημερινή, το ποσό των ευρώ 8,70 (1 καθημερινή Χ 1 ώρα εργασίας του = 1 Χ 8,70 ευρώ=), (δ) για 2 Σάββατα (21.9 και 28.9), το ποσό των 187,92 ευρώ (2 Σάββατα Χ 9 ώρες εργασίας του την ημέρα= 18 ώρες Χ 10,44 ευρώ =) και (ε) Για μία ημέρα αργίας την 14-9-2019 ημέρα Σάββατο, το ποσό των 104,40 ευρώ (1 αργία Χ 10 ώρες εργασίας του την ημέρα = 10 ώρες Χ 10,44 ευρώ =). Το ανωτέρω ποσό των ευρώ 3.586,14 όφειλε να του καταβάλει η δεύτερη εναγομένη ως έχουσα τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου, για το οποίο υπόχρεη προς καταβολή του ήταν και η πρώτη εναγομένη κυρία του εν λόγω πλοίου δια του ανωτέρω πλοίου και έως της αξίας αυτού. (Γ) Στα πλαίσια της τρίτης  ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 7-11-2019 έως 14-5-2020, το συνολικό ποσό των ευρώ 8.550,36 και δη: Ι. Για το χρονικό διάστημα από 7-11-2019 έως 31-12-2019, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 2.310,72, ειδικότερα α) Για 21 ημέρες καθημερινές και 7 Κυριακές, το ποσό των ευρώ 974,40 (28 καθημερινές και Κυριακές  Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 112 Χ 8,70 ευρώ =), (β) για 8 Σάββατα και 2 αργίες (25.12.2019 και 26.12.2019), το ποσό των 1.252,80 ευρώ (10 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 120 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), (γ) Για μία ημέρα αργίας 6-12-2019, το ποσό των 83,52 ευρώ (μία αργία Χ 8 ώρες εργασίας = 8 ώρες Χ 10,44 ευρώ =). ΙΙ. Για το χρονικό διάστημα από 1-1-2020 έως 3-2-2020, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 1.430,28, ειδικότερα: (ι) Για το χρονικό διάστημα από 1-1-2020 έως 27-1-2020, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 1.197,12 και συγκεκριμένα α) Για 10 ημέρες καθημερινές και 4 Κυριακές, το ποσό των ευρώ 487,20 (14 καθημερινές και Κυριακές Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 56 Χ 8,70 ευρώ =), (β) για 4 Σάββατα και 1 αργία (1.1.2020), το ποσό των 626,40 ευρώ (5 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 60 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), (γ) Για μία ημέρα αργίας 6-1-2020, το ποσό των 83,52 ευρώ (μία αργία Χ 8 ώρες εργασίας = 8 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), (ιι) Για το χρονικό διάστημα από 28-1-2020 έως 3-2-2020, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 233,16 και συγκεκριμένα α) Για 5 ημέρες καθημερινές, το ποσό των ευρώ 130,50 (5 καθημερινές  Χ 3 ώρες εργασίας του ημερησίως = 15 Χ 8,70 ευρώ =), (β) για 1 ημέρα Κυριακής (2.2.2020), το ποσό των 8,70 ευρώ (1 Κυριακή  Χ 1 ώρες εργασίας του ημερησίως = 1 Χ 8,70 ευρώ =), (γ) Για μία ημέρα Σαββάτου (1.2.2020), το ποσό των 93,96 ευρώ (1 Σάββατο Χ 9 ώρες εργασίας = 9 ώρες Χ 10,44 ευρώ =),  ΙΙΙ. Για το χρονικό διάστημα από 4-2-2020 έως 30-4-2020, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 4.120,32 και συγκεκριμένα α) Για 55 ημέρες καθημερινές και 7 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 2.157,60 (62 καθημερινές και Κυριακές Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 248 Χ 8,70 ευρώ =), (β) για 8 Σάββατα και 5 αργίες (2.3, 25.3, 17.4, 20.4, 23.4), το ποσό των 1.628,64 ευρώ (13 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 156 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), (β) για 4 ημέρες Σαββάτου (8.2.2020, 15.2.2020, 4.4.2020 και 18.4.2020), το ποσό των 334,08 ευρώ (4 Σάββατα Χ 8 ώρες εργασίας = 32 ώρες Χ 10,44 ευρώ =), IV. Για το χρονικό διάστημα από 1-5-2020 έως 14-5-2020, εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 689,04 και συγκεκριμένα α) Για 9 ημέρες καθημερινές, το ποσό των ευρώ 313,20 (9 καθημερινές Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 36 Χ 8,70 ευρώ =) και (β) για 2 Σάββατα και 1 αργία (1.5.2020), το ποσό των 375,84 ευρώ (3 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 36 ώρες Χ 10,44 ευρώ =). Εκ του ανωτέρω ποσού των ευρώ 8.550,36 το ποσό των 3.741,00 όφειλε να του καταβάλει η πρώτη εναγομένη ως πλοιοκτήτρια αυτού και το υπόλοιπο ποσό των ευρώ 4.809,36 όφειλε να του καταβάλει η δεύτερη εναγομένη ως έχουσα τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου, για το οποίο υπόχρεη προς καταβολή του ήταν και η πρώτη εναγομένη κυρία του εν λόγω πλοίου δια του ανωτέρω πλοίου και έως της αξίας αυτού. (Δ) Στα πλαίσια της τέταρτης  ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 4.7.2020 έως 7.9.2020, το συνολικό ποσό των ευρώ 3.201,60  και δη: α) Για 46 ημέρες καθημερινές και 10 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 1.948,80 (56 καθημερινές και Κυριακές  Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 224 Χ 8,70 =) και (β) για 9 ημέρες Σαββάτου και 1 ημέρα αργίας (15.8.2020 ημέρα Σάββατο), το ποσό των 1.252,80 ευρώ (10 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα= 120 ώρες Χ 10,44 ευρώ =). Το ανωτέρω ποσό των ευρώ 3.201,60 όφειλε να του καταβάλει η δεύτερη εναγομένη ως έχουσα τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου, για το οποίο υπόχρεη προς καταβολή του ήταν και η πρώτη εναγομένη κυρία του εν λόγω πλοίου δια του ανωτέρω πλοίου και έως της αξίας αυτού. (Ε) Στα πλαίσια της πέμπτης  ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 27-10-2020 έως 8-2-2021, το συνολικό ποσό των 5.463,60 και συγκεκριμένα: Ι. Για το χρονικό διάστημα από 17-10-2020 έως 31.12.2020, το συνολικό ποσό των 3.382,56 ευρώ και δη: α) Για 46 ημέρες καθημερινές και 8 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 1.879,20 (54 καθημερινές και Κυριακές  Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 216 Χ 8,70 =) και (β) για 8 ημέρες Σαββάτου και 4 ημέρες αργίας (28.10.2020 ημέρα Τετάρτης, 6.12.2020 ημέρα Κυριακής, 25.12.2020 ημέρα Παρασκευής και 25.12.2020 ημέρα Σαββάτου), το ποσό των 1.503,36 ευρώ (12 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα= 144 ώρες Χ 10,44 ευρώ 70 =). ΙΙ. Για το χρονικό διάστημα από 1-1-2021 έως 8.2.2021, το συνολικό ποσό των 2.081,04 ευρώ και δη: α) Για 25 ημέρες καθημερινές και 6 ημέρες Κυριακής, το ποσό των ευρώ 1.078,80 (31 καθημερινές και Κυριακές  Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 124 Χ 8,70 =) και (β) για 6 ημέρες Σαββάτου και 2 ημέρες αργίας (1.1.2021 ημέρα Παρασκευή και 6.1.2021 ημέρα Τετάρτη), το ποσό των 1.002,24 ευρώ (8 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα= 96 ώρες Χ 10,44 ευρώ =). Το ανωτέρω ποσό των ευρώ 5.463,60 όφειλε να του καταβάλει η πρώτη εναγομένη ως πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου. (ΣΤ) Στα πλαίσια της έκτης  ναυτολόγησής του στο ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 12-3-2021 έως 20-4-2021, το συνολικό ποσό των 2.115,84  και συγκεκριμένα: α) Για 26 ημέρες καθημερινές και 6 Κυριακές, το ποσό των ευρώ 1.113,60 (32 καθημερινές και Κυριακές  Χ 4 ώρες εργασίας του ημερησίως = 128 Χ 8,70 ευρώ =), (β) για 6 Σάββατα και 2 αργίες (15.3.2021 και 25.3.2021), το ποσό των 1.002,24 ευρώ (8  Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες εργασίας του την ημέρα = 96 ώρες Χ 10,44 ευρώ =). Το ανωτέρω ποσό των ευρώ 2.115,84 όφειλε να του καταβάλει η πρώτη εναγομένη ως πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου. Συνολικά, για την εν λόγω αιτία, η πρώτη εναγομένη, ως πλοιοκτήτρια του ανωτέρω πλοίου, όφειλε να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (2.032,32 + 3.741,00 + 5.463,60 + 2.115,84=) 13.352,76, έναντι του οποίου, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη ως προς την οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 4.522,38 για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 5.564,80 για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και ημέρες Κυριακής και συνολικά του κατέβαλε το ποσό των ευρώ (4.522,38  + 5.564,80 =) 10.087,18  και επομένως, για την εν λόγω αιτία συνεχίζει να του οφείλει το ποσό των ευρώ (13.352,76 μείον 10.087,18 =) 3.265,58, στο οποίο ανέρχεται η διαφορά της οφειλόμενης από την καταβληθείσα αμοιβή της υπερωριακής του εργασίας και την οποία βασίμως αξιώνει ο ενάγων. Περαιτέρω, για την ανωτέρω αιτία, η δεύτερη εναγομένη, ως έχουσα τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, όφειλε να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (706,44 + 3.586,14 + 4.809,36 + 3.201,60=) 12.303,54, έναντι του οποίου, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη ως προς την οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 3.895,23 για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών και το ποσό των ευρώ 4.958,97 για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και ημέρες Κυριακής και συνολικά έλαβε το ποσό των ευρώ (3.895,23 + 4.958,97 =) 8.854,20 και επομένως, για την εν λόγω αιτία η δεύτερη εναγομένη συνεχίζει να του οφείλει το ποσό των ευρώ (12.303,54 μείον 8.854,20 =) 3.449,34, στο οποίο ανέρχεται η διαφορά της οφειλόμενης από την καταβληθείσα αμοιβή της υπερωριακής του εργασίας και την οποία βασίμως αξιώνει ο ενάγων. Το γεγονός ότι ο ενάγων, κατά τη διάρκεια λειτουργίας της εργασιακής του σχέσης με τις εναγόμενες δεν διαμαρτυρήθηκε για τη μη καταβολή του συνόλου της αμοιβής του για την υπερωριακή του εργασία, καθώς επίσης και το γεγονός ότι υπέγραφε χωρίς επιφύλαξη και χωρίς κάποια παρατήρηση στις καταστάσεις μηνιαίων υπερωριών πληρώματος και στα εκκαθαριστικά σημειώματα αποδοχών του, όπως οι εναγόμενες αναφέρουν στην ένδικη έφεσή τους, δεν μπορεί αυτό να αποτελέσει δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών  του – περί υπερωριακής εργασίας – (ΕΠ 716/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕΠ 526/2012, ΕΝαυτΔ 2012/381, ΕΠ 452/2010, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ), καθώς συμβαίνει συχνά οι εργαζόμενοι να υπογράφουν προκειμένου να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα με τους εργοδότες τους και να μην τίθεται σε κίνδυνο η εργασιακή τους  σχέση. Εξάλλου, η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μισθοδοτικών του καταστάσεων ή του βιβλίου υπερωριών δεν σημαίνει,  χωρίς άλλο, παραίτησή του  από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι, η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ως άνω δελτίων μισθοδοσίας και του βιβλίου υπερωριών, η μη αμφισβήτηση των εγγραφών επ’ αυτών, η μη αμφισβήτηση των εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών και η μη έκφραση παραπόνων για τις αμοιβές που του κατέβαλε η πρώτη εναγομένη, ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (νοουμένηνη ως άφεση χρέους) δεν έχει έννομη επιρροή, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματά του, που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (παραίτηση) λαμβάνει χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 166/2016, ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΝΟΜΟΣ, EΠ 698/2014, Δνη 2015/504, ΕΠ 361/2013, ΕΝαυτΔ 2013/208). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 3 § 1 του Ν. 3239/1955 η ατομική σύμβαση εργασίας, που καταρτίζεται από πρόσωπο δεσμευόμενο από συλλογική σύμβαση εργασίας, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους θεσπισθέντες με αυτήν την τελευταία όρους, οι δε αντίθετες ατομικές συμφωνίες είναι άκυρες. Όμως, όροι ατομικής εργασιακής συμβάσεως ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από αυτούς της συλλογικής σύμβασης είναι επικρατέστεροι. Εκ τούτων, συνάγεται ότι, εάν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπόμενων από τη συλλογική σύμβαση και περιελήφθη όρος ότι, κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις πέραν των νομίμων καταβαλλόμενες, ο όρος είναι ισχυρός. Τούτο ισχύει όχι μόνο για τις αποδοχές που υφίστανται κατά το χρόνο συνάψεως της ατομικής εργασιακής σύμβασης ,αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες που θα θεσπιστούν μετά την κατάρτιση της ατομικής σύμβασης. Τα ανωτέρω ισχύουν ομοίως και για αξιώσεις από ναυτική εργασία, που θεμελιώνονται σε ειδικές διατάξεις (ΑΠ 516/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 465/2009, ΕΝαυτΔ 2009/276). Μάλιστα, στη ναυτική πρακτική, η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές που προβλέπονται από την οικεία ΣΣΝΕ, ονομάζεται «κλειστός μισθός» και είναι έγκυρη κατ’ άρθρο 361 ΑΚ, με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον συμβατικό «κλειστό» μισθό, διαφορετικά, αν δηλαδή ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η σχετική συμφωνία δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, Δνη 44/160, ΜονΕφΠειρ. 361/2013, ΕΝαυτΔ 2013/208, ΕφΠειρ 391/2009, ΕΝαυτΔ 2009/283, ΕφΠειρ 429/2008, ΕΝαυτΔ 2008/284, ΕφΠειρ 30/2008, ΕΝαυτΔ 2008/106, Ι. Πιτσιρίκος, Η σύμβαση ναυτικής εργασίας, 2006, § 9, σελ. 69). Η έννοια του «κλειστού» μισθού, που προϋποθέτει υφιστάμενο ένα νόμιμα καθοριζόμενο όριο ελάχιστων αποδοχών του εργαζομένου, περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα, χωρίς ανάγκη άλλου ειδικού καθορισμού αυτών των τελευταίων (ΜονΕφΠειρ. 369/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται τακτικώς και παγίως στο ναυτικό, κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπομένου από την οικεία ΣΣΝΕ μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του, της δραστηριότητας και του ζήλου του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, χωρίς πρόβλεψη περί καταλογισμού αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο τούτο ποσό αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του εργοδότη, ελευθέρως ανακλητή ή δυνάμενη να καταλογιστεί μονομερώς προς άλλες συμβατικές αξιώσεις του ναυτικού. Αντιθέτως, το ως άνω πρόσθετο χρηματικό ποσό («επιμίσθιο») μπορεί να συμψηφιστεί προς τις προβλεπόμενες από τις οικείες ΣΣΝΕ αποδοχές στην περίπτωση, αλλά μόνον σ’ αυτήν, κατά την οποία υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση ναυτικής εργασίας περί καταλογισμού του στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή δεν έχει κάτι τέτοιο ειδικώς και ορισμένως συμφωνηθεί, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον εν λόγω συμψηφισμό, γιατί με τον τρόπο αυτό θα περιόριζε μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 213/2016, ΜονΕφΠειρ. 50/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 322/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 221/2015, Δνη 2016/1405, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ο.π., ΤριμΕφΠειρ 185/2012, ΕΝαυτΔ 2012/397, ΤριμΕφΠειρ 471/2011, ΕΝαυτΔ 2011/257, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 60, σελ. 326, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 205). Πρέπει να σημειωθεί ότι, σε περίπτωση που δεν εξειδικεύονται οι αποδοχές που καλύπτει ο «κλειστός» μισθός και υπάρχει κενό στη σύμβαση εργασίας ή γεννιέται αμφιβολία περί της έννοιας των βουλήσεων που δηλώθηκαν, αν δηλαδή περιλαμβάνονται ή όχι σε αυτόν ορισμένες από τις νόμιμες απαιτήσεις του ναυτικού, ανακύπτει θέμα ερμηνείας της σύμβασης, κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, δηλαδή, όπως απαιτεί η καλή πίστη λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών (ΑΠ 1214/2010, ΕφΑΔ 2010/1322, ΑΠ 1746/2009, ΝοΒ 58/729, ΑΠ 142/2003, Δνη 44/1305, ΑΠ 737/2001, Δνη 43/723, ΑΠ 1700/1998, ΕΝαυτΔ 1999/465, ΕφΠειρ. 670/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 457/2000, ΔΕΕ 2000/895). Οι εναγόμενες, κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, επικαλούμενες όρο που περιελήφθη στις από 20.07.2019, 08.11.2019 και 04.11.2020 συμβάσεις ναυτικής εργασίας, που καταρτίσθηκαν ενόψει της δεύτερης, τέταρτης και πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, κατά τον οποίο (όρο) υπό τον τίτλο «Συμπληρωματικοί όροι» προβλέφθηκε ότι «Κάθε ποσό που καταβάλλει η Εταιρεία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες vόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρείας σχετικά με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες νόμιμες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας», ισχυρίσθηκαν περαιτέρω ότι, πέραν των ελαχίστων νομίμων αποδοχών που προβλέπονταν από την οικεία ΣΣΝΕ, κατέβαλαν στον ενάγοντα, μηνιαίως, ως «επιμίσθιο», δηλαδή ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, της δραστηριότητας και του ζήλου του στην εκτέλεση των καθηκόντων του, το ποσό των ευρώ 2.051,23, για την καταβολή του οποίου αναγράφονταν ως αιτιολογία στις αποδείξεις μισθοδοσίας αυτού «έκτακτες αμοιβές» και επιπλέον, το ποσό των ευρώ 2.097,04, για την καταβολή του οποίου αναγράφονταν ως αιτιολογία στις αποδείξεις μισθοδοσίας του «ρολόγια ναυτών». Επικαλούμενες περαιτέρω τις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, ισχυρίσθηκαν ότι, με τον προαναφερόμενο όρο, συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων πλευρών όπως τα ανωτέρω χορηγηθέντα ποσά θα συμψηφίζονται με την τυχόν πρόσθετη αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος. Κατόπιν αυτών, ζήτησαν στην περίπτωση που γίνεται δεκτό ότι οφείλουν στον ενάγοντα οιοδήποτε ποσό για υπερωριακή του απασχόληση, η αξίωση αυτή του ενάγοντος θα πρέπει να συμψηφισθεί με τα ανωτέρω καταβληθέντα, υπέρτερα των νομίμων αποδοχών, ποσά, τα οποία κατέβαλαν ως επιμίσθιο. Με την εκκαλουμένη απόφαση, κατόπιν ερμηνείας του ανωτέρω όρου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, έγινε δεκτό ότι, αυτός δεν επιτρέπει οποιονδήποτε συμψηφισμό, διότι στον όρο αυτό δεν προσδιορίζονται ειδικά και ορισμένα οι υπέρτερες αποδοχές του ενάγοντος που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με πραγματοποιούμενες υπερωρίες από τον ενάγοντα ή άλλες συμβατικές υποχρεώσεις της πρώτης εναγομένης. Οι εναγόμενες, με τον πρώτο λόγο της υπό στοιχείο Α ένδικης έφεσής τους, πλήττουν την εκκαλουμένη απόφαση, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νό­μου και πλημμελή εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών μέσων αναφορικά με το ανωτέρω αποδεικτικό της πόρισμα και την απόρριψη της ένστασης συμ­ψηφισμού (καταλογισμού) των «έκτακτων αμοιβών» και «ρολογιών ναυτών» με την αξίωση του ενάγοντος για καταβολή αμοιβής για υπερωριακή απασχόληση. Στα πλαίσια του υπό κρίση λόγου έφεσης, πέραν των όσων είχαν ισχυρισθεί ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, οι εναγόμενες ισχυρίζονται επιπλέον ότι, ρητή συμφωνία περί συμβατικού συμψηφισμού των ανωτέρω καταβολών προκύπτει και από την περιεχομένη, στις ανωτέρω από 20.07.2019, 08.11.2019 και 04.11.2020 συμβάσεις ναυτικής εργασίας, όσο και στην από 30.10.2018 τοιαύτη, συμφωνία ότι ο συμβατικός μισθός θα είναι «κλειστός», επιπλέον δε υπό τον τίτλο «ΜΙΣΘΟΙ», προβλέφθηκε ότι: «(…) στον εν λόγω κλειστό μηνιαίο μισθό συμπεριλαμβάνονται: βασικός μισθός, επίδομα Κυριακών, επίδομα Σαββάτων και αρνιών, επίδομα αδείας και τροφοδοσίας, επίδομα υπερωριών τυχόν επίδομα εταιρείας καθώς και όλα τα διάφορα επιδόματα που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας». Εν προκειμένω, από τα αντίγραφα των αποδείξεων μισθοδοσίας του ενάγοντος, αποδεικνύεται ότι, η πρώτη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα, ως «έκτακτες αμοιβές», το ποσό των ευρώ 402,10 έκαστο των μηνών Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2019, το ποσό των ευρώ 262,93 τον μήνα Μάρτιο 2019, το ποσό των ευρώ 18,13 τον μήνα Απρίλιο 2019, το ποσό των ευρώ 29,58 τον μήνα Μάιο 2019, το ποσό των ευρώ 369,59 τον μήνα Ιούνιο 2019, το ποσό των ευρώ 42,47 τον μήνα Αύγουστο 2019, το ποσό των ευρώ 35,04 τον μήνα Σεπτέμβριο 2019, το ποσό των ευρώ 3,02 τον μήνα Οκτώβριο 2019, τα ποσά των ευρώ 19,98  και 17,34 τον μήνα Νοέμβριο 2019, το ποσό των ευρώ 23,88 τον μήνα Δεκέμβριο 2019, το ποσό των ευρώ 15,27 τον μήνα Ιανουάριο 2020, το ποσό των ευρώ 37,00  τον μήνα Φεβρουάριο 2020, το ποσό των ευρώ 36,64  τον μήνα Μάρτιο 2020, το ποσό των ευρώ 49,40 τον μήνα Απρίλιο 2020, το ποσό των ευρώ 23,04 τον μήνα Μάιο 2020, το ποσό των ευρώ 58,02 τον μήνα Ιούλιο 2020, το ποσό των ευρώ 43,04 τον μήνα Αύγουστο 2020, το ποσό των ευρώ 10,38 τον μήνα Σεπτέμβριο του 2020, το ποσό των ευρώ 4,36 τον μήνα Οκτώβριο 2020, το ποσό των ευρώ 28,80 τον μήνα Νοέμβριο 2020, το ποσό των ευρώ 39,43  τον μήνα Δεκέμβριο 2020, το ποσό των ευρώ 32,26 τον μήνα Ιανουάριο 2021, το ποσό των ευρώ 8,48 τον μήνα Φεβρουάριο 2021, το ποσό των ευρώ 18,73 τον μήνα Μάρτιο 2021 και το ποσό των ευρώ 20,22 τον μήνα Απρίλιο 2021 και συνολικά το ποσό των ευρώ 2.051,23. Επιπλέον δε, με αιτιολογία «ωρολόγια ναυτών» κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 115,64 τον μήνα Μάιο 2019, το ποσό των ευρώ 34,14 τον μήνα Ιούνιο 2019, το ποσό των ευρώ 128,02 τον μήνα Αύγουστο 2019 και επιπλέον, αναδρομικά για το διάστημα 01.01.2019 έως 31.08.2019, το ποσό των ευρώ 4,18, το ποσό των ευρώ 130,58 τον μήνα Σεπτέμβριο 2019, το ποσό των ευρώ 13,06 τον μήνα Οκτώβριο 2019, το ποσό των ευρώ 100,11 τον μήνα Νοέμβριο 2019, το ποσό των ευρώ 130,58 έκαστο των μηνών Δεκέμβριο 2019, Νοέμβριο και Δεκέμβριο 2020 και Ιανουάριο 2021, το ποσό των ευρώ 117, 52 τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Ιούλιο 2020, το ποσό των ευρώ 130,58 τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο 2020, το ποσό των ευρώ 60,94 τον μήνα Μάιο 2020, το ποσό των ευρώ 30,47 τον μήνα Σεπτέμβριο 2020 και Φεβρουάριο 2021, το ποσό των ευρώ 17,41 τον μήνα Οκτώβριο 2020 και το ποσό των ευρώ 82,70 τον μήνα  Μάρτιο και Απρίλιο 2021 και συνολικά το ποσό των ευρώ 2.097,04. Περαιτέρω, από τα προσκομιζόμενα αντίγραφα των ανωτέρω εγγράφων συμβάσεων ναυτικής εργασίας που καταρτίσθηκαν μεταξύ των διαδίκων, αποδεικνύεται ότι, στην πρώτη εκ των εν λόγω συμβάσεων και δη την καταρτισθείσα την 30/10/2018, συμφωνήθηκε ότι ο μηνιαίος μισθός του ενάγοντος θα ανέρχεται σε ευρώ 2.302,27, χωρίς να γίνεται αναφορά ότι αυτός θα είναι «κλειστός», χωρίς να περιέχεται όρος ότι: «(…) στον εν λόγω κλειστό μηνιαίο μισθό συμπεριλαμβάνονται: βασικός μισθός, επίδομα Κυριακών, επίδομα Σαββάτων και αργιών, επίδομα αδείας και τροφοδοσίας, επίδομα υπερωριών τυχόν επίδομα εταιρείας καθώς και όλα τα διάφορα επιδόματα που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας», καθώς επίσης χωρίς να περιέχεται όρος ότι «Κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρίας σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας». Επομένως, από το περιεχόμενο της εν λόγω συμβάσεως και χωρίς ανάγκη προσφυγής στις περί ερμηνείας διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, αποδεικνύεται ότι, δεν καταρτίσθηκε στα πλαίσια της πρώτης ένδικης ναυτολόγησης μεταξύ των διαδίκων, συμφωνία περί καταλογισμού των καταβληθέντων, με αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές» και «ρολόγια ναυτών» με τυχόν απαιτήσεις του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση κατά την διάρκεια της πρώτης ένδικης ναυτολόγησής του. Περαιτέρω, στις από 20.7.2019, 8.11.2019 και 4.11.2020 έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργα­σίας, οι οποίες αφορούν στη δεύτερη, τρίτη και πέμπτη των ενδίκων ναυτολογήσεων, προβλέφθηκε πράγματι υπό τον τίτλο «Μισθοί» ότι «ο μηνιαίος μισθός του Ναυτικού συμφωνείται ότι θα είναι κλειστός και ότι θα ανέρχεται» σε ευρώ 3.294,74, 3.360,63 και 3.252,90, μηνιαίως αντίστοιχα, καθώς επίσης, στον ίδιο όρο (υπό τον τίτλο «Μισθοί») προβλέφθηκε ότι «(..) στον εν λόγω κλειστό μηνιαίο μισθό συμπεριλαμβάνονται: βασικός μισθός, επίδομα Κυριακών, επίδομα Σαββάτων και αρνιών, επίδομα αδείας και τροφοδοσίας, επίδομα υπερωριών τυχόν επίδομα εταιρείας καθώς και όλα τα διάφορα επιδόματα που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας». Επιπλέον, με τον όρο (1) υπό τον τίτλο «Συμπληρωματικοί όροι που περιλαμβάνονται όπως τυχόν αμοιβαίως συμφωνήθηκαν από τα μέρη» προβλέφθηκε πράγματι ότι «Κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρίας σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας». Εν τούτοις και υπό την εκδοχή ότι οι καταβολές στον ενάγοντα των ανωτέρω ποσών με την ανωτέρω αιτιολογία είχαν το χαρακτήρα επιμισθίου, ήτοι ανταλλάγματος της παρεχομένης εργασίας, της δραστηριότητος και του ζήλου αυτού στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ενόψει του ότι ο ενάγων με τις προτάσεις του ισχυρίζεται ότι αυτά τα ποσά καταβάλλονταν ως πρόσθετη συμφωνημένη αμοιβή για παρασχεθείσα υπ’ αυτού πρόσθετη εργασία, ως αναλύεται και κατωτέρω, σύμφωνα προς όσα αναφέρθηκαν στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, ο ανωτέρω συμβατικός όρος (1) κατά τον οποίο υπό τον τίτλο «Συμπληρωματικοί όροι που περιλαμβάνονται όπως τυχόν αμοιβαίως συμφωνήθηκαν από τα μέρη» με τον οποίο προβλέφθηκε πράγματι ότι «Κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρίας σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας», ερμηνευόμενος κατά τις υποδείξεις των διατάξεων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, όπως απαιτεί η καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη την συναλλακτικών ηθών, δεν επιτρέπει οποιονδήποτε συμψηφισμό, εφόσον δι’ αυτού δεν προσδιορίζονται ειδικά και ορισμένα οι υπέρτερες αποδοχές του ενάγοντος, που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με πραγματοποιούμενες υπερωρίες του ή με άλλες συμβατικές υποχρεώσεις των εναγομένων. Δεν συνέτρεξαν, επομένως, εν προκειμένω οι νόμιμες προϋποθέσεις του επιτρεπτού συμβατικού συμψηφισμού, αφού δεν προσδιορίσθηκαν ειδικά κατά ποιόν και ποσόν οι υπέρτερες αποδοχές (ως επιμίσθιο, τακτικά και παγίως καταβαλλόμενο) του ενάγοντος, που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με μελλοντικές υποχρεώσεις των εναγομένων προς αυτόν, προερχόμενες από οποιαδήποτε νόμιμη αιτία. Πράγματι, η αόριστη διατύπωση της εν λόγω συμφωνίας («κάθε ποσό … πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές …»), δεν δύναται να θεμελιώσει δυνατότητα συμβατικού συμψηφισμού των ποσών που κατεβλήθησαν υπό της πρώτης εναγομένης με αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές» αλλά και «ρολόγια ναυτών», όπως, αντιθέτως, θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση κατά την οποία στον επίμαχο όρο προβλεπόταν ρητώς ότι οι συγκεκριμένες παροχές, υπό την ένδειξη «έκτακτες αμοιβές» και «ρολόγια ναυτών», θα καλύπτουν την οφειλόμενη υπερωριακή αμοιβή του ενάγοντος (ΕφΠειρ 464/2021 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς). Τα ανωτέρω δε δεν ανατρέπονται από τη συνδυαστική ερμηνεία του ανωτέρω όρου, με τη συμβατική πρόβλεψη υπό τον τίτλο «Μισθοί» των εν λόγω συμβάσεων ότι «ο μηνιαίος μισθός του Ναυτικού συμφωνείται ότι θα είναι κλειστός και ότι θα ανέρχεται» σε ευρώ 3.294,74 , 3.360,63 και 3.252,90, μηνιαίως αντίστοιχα, καθώς επίσης, από την συμβατική πρόβλεψη στον ίδιο όρο (υπό τον τίτλο «Μισθοί») ότι «(…) στον εν λόγω κλειστό μηνιαίο μισθό συμπεριλαμβάνονται: βασικός μισθός, επίδομα Κυριακών, επίδομα Σαββάτων και αρνιών, επίδομα αδείας και τροφοδοσίας, επίδομα υπερωριών τυχόν επίδομα εταιρείας καθώς και όλα τα διάφορα επιδόματα που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας», διότι στους όρους αυτούς δεν περιέχεται σαφώς συμφωνία περί συμβατικού συμψηφισμού των υπέρτερων των νομίμων αποδοχών καταβολών στον ενάγοντα με τις απαιτήσεις του για υπερωριακή απασχόληση, από δε τη χρήση και μόνο του όρου «κλειστός μισθός», εφόσον παράλληλα στις εν λόγω συμβάσεις αλλά και ειδικώς στο απόσπασμα αυτό των εν λόγω συμβάσεων δεν περιέχεται συμφωνία, με τρόπο ορισμένο και ειδικό, μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, ότι οι ανωτέρω καταβολές με αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές» και «ρολόγια ναυτών» θα καταλογίζονται σε τυχόν απαίτηση του ενάγοντος για υπερωριακή απασχόληση, οι εναγόμενες δεν έχουν τη δυνατότητα να προβούν στον ως άνω συμψηφισμό, περιορίζοντας έτσι μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του ενάγοντος – εργαζομένου (ΕφΠειρ (Μον) 11/2015, ΕφΠειρ 23/2013, ΕφΠειρ361/2013, ΕφΠειρ 141/2012, ΕφΠειρ 562/2012,Εφ Πειρ 471/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον των ανωτέρω, όπως προελέχθη, ο ενάγων ήδη, δια της προσθήκης επί των εγγράφων προτάσεών του που κατέθεσε ενώπιον πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αρνήθηκε ότι οι ανωτέρω καταβολές αποτελούν «επιμίσθιο», όπως οι εναγόμενες ισχυρίζονται, υποστηρίζοντας ότι οι καταβολές με αιτιολογία στις μηνιαίες αποδείξεις μισθοδοσίας, «έκτακτες αμοιβές» αποτελούσαν πρόσθετη συμφωνημένη αμοιβή του για πρόσθετη εργασία του, συνισταμένη σε εργασίες παράδοσης και παραλαβής ασυνόδευτων δεμάτων, η οποία υπολογίζονταν  σε ποσοστό επί της αξίας των εκάστοτε εκδοθέντων για την αιτία αυτή φορτωτικών, οι δε καταβολές με αιτιολογία καταβολής στις μηνιαίες αποδείξεις μισθοδοσίας του «ρολόγια ναυτών» αποτελούσαν συμφωνημένη πρόσθετη αμοιβή του για πρόσθετη εργασία του, συνισταμένη στο καθημερινό κούρδισμα των ρολογιών πυρασφάλειας του πλοίου. Προς απόδειξη του πρώτου σκέλους του ανωτέρω ισχυρισμού του, ότι δηλαδή οι ανωτέρω καταβολές με αιτιολογία (στις αποδείξεις μισθοδοσίας) «έκτακτες αμοιβές», αφορούν πρόσθετη συμφωνημένη αμοιβή του για την ανωτέρω πρόσθετη εργασία του, ο ενάγων επικαλείται, τις προσκομισθείσες και συνταχθείσες υπό των εναγομένων αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας αυτού των ετών 2020 και 2021, στις οποίες αφενός μεν καμία αναφορά δεν γίνεται για καταβολή «εκτάκτων αμοιβών», αφ’ ετέρου δε το συνολικό ποσό των ευρώ 345,38 κατά το έτος 2020 και το συνολικό ποσό των ευρώ 79,69 κατά το έτος 2021, τα οποία οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι κατέβαλαν στον ενάγοντα ως «επιμίσθιο» και αναφέρονται στις αποδείξεις μισθοδοσίας με αιτιολογία «έκτακτη αμοιβή», στις εν λόγω ετήσιες καταστάσεις μισθοδοσίας αναφέρονται με αιτιολογία «ασυνόδευτα δέματα». Τους ανωτέρω ισχυρισμούς του ο ενάγων επανέφερε και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου δια των εγγράφων προτάσεών του. Πράγματι, στις εν λόγω ετήσιες αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, δεν υπάρχουν καταχωρήσεις για καταβολές ποσών με αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές». Επιπλέον, στις εν λόγω καταστάσεις, φέρεται καταχωρημένο ποσό ευρώ 345,38 κατά το έτος 2020 και ποσό ευρώ 79,69 κατά το έτος 2021, ήτοι αντιστοίχου ύψους ποσά με αυτά τα οποία οι εναγόμενες ισχυρίζονται, με τον υπό κρίση ισχυρισμό τους, ότι κατέβαλαν στον ενάγοντα ως «επιμίσθιο» κατά τα εν λόγω έτη. Παράλληλα, επί των ανωτέρω ισχυρισμών και επισημάνσεων του ενάγοντος, οι εναγόμενες ουδέν αναφέρουν. Από τη συνεκτίμηση επομένως όλων των αποδείξεων, κρίνεται αληθής ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι οι εναγόμενες κατέβαλαν σε αυτόν τα ανωτέρω ποσά τα οποία στις μηνιαίες αποδείξεις μισθοδοσίας του έφεραν αιτιολογία καταβολής «έκτακτες αμοιβές», όχι ως «επιμίσθιο», αλλά ως πρόσθετη συμφωνημένη αμοιβή για την πρόσθετη απασχόληση αυτού στην παράδοση και παραλαβή των ασυνόδευτων δεμάτων. Επιπλέον, τα ανωτέρω αναλυτικώς αναφερόμενα ποσά, τα οποία κατεβλήθησαν στον ενάγοντα με αιτιολογία στις μηνιαίες αποδείξεις μισθοδοσίας του «ρολόγια ναυτών», κρίνεται ότι, δεν κατεβλήθησαν στον ενάγοντα ως «επιμίσθιο», αλλά όπως ο ενάγων ανέφερε αυτά καταβάλλονταν σε αυτό ως συμφωνημένη αμοιβή για το «κούρδισμα» των ρολογιών πυρασφάλειας, εργασία την οποία ο ενάγων εκτελούσε ως πρόσθετη εργασία εντός του νομίμου ωραρίου του. Τα ανωτέρω αποδεικνύονται από την σαφή περί τούτου κατάθεση του μάρτυρος του ενάγοντος, κατά την οποία «…Όλοι οι ναύτες είχαν συμφωνήσει με την εταιρεία και έπαιρναν κάθε μήνα ένα σταθερό ποσό, σαν αμοιβή για το κούρδισμα των ρολογιών πυρασφαλείας. Αυτή ήταν μια δουλειά που έκαναν μέσα στο κανονικό οκτάωρο της βάρδιας τους…», σε συνδυασμό με την αιτιολογία καταβολής των εν λόγω ποσών που αναγράφονταν στις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, στην οποία γίνεται αναφορά ότι η καταβολή αναφορά «ρολόγια ναυτών» ήτοι την εν λόγω πρόσθετη εργασία, με αποτέλεσμα ήδη από τον χρόνο καταβολής των ποσών αυτών, να αποδεικνύεται ότι η πρώτη εναγομένη κατελόγιζε αυτά στην εν λόγω πρόσθετη εργασία του ενάγοντος. Εξάλλου, οι ισχυρισμοί των εναγομένων ότι οι ανωτέρω καταβολές γινόταν όχι για την αιτία που αναγράφονταν στις εξοφλητικές αποδείξεις, ήτοι ως έκτακτες αμοιβές και ως αμοιβή για το κούρδισμα των ρολογιών πυρασφάλειας, αλλά ως «επιμίσθιο», δεν προσεπιβεβαιώνονται ούτε από τους μάρτυρές τους, αφού περί τούτου ουδέν κατέθεσαν. Επομένως, για τους ανωτέρω λόγους, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του ο, ισχυρισμός των εναγομένων, περί συμβατικού συμψηφισμού κατ’ ακριβολογίαν καταλογισμού στις ένδικες απαιτήσεις του ενάγοντος, των ανωτέρω ειδικώς μνημονευομένων καταβολών, τις οποίες οι εναγόμενες πραγματοποίησαν κατά τη διάρκεια των ενδίκων συμβάσεων ναυτολόγησης, με αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές» και «ρολόγια ναυτών». Όμοια κρίνοντας και η εκκαλουμένη απόφαση, με αιτιολογία που συμπληρώνεται με την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ και περαιτέρω, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και απέρριψε ως αβάσιμο στην ουσία του τον ανωτέρω ισχυρισμό των εναγομένων. Περαιτέρω, στο υπό τον τίτλο «Διανυκτέρευση εις λιμένα» άρθρο 16 της ως άνω εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, ορίζεται ότι «Κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει τα της υπηρεσίας των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά τον μήνα κατά τους μήνας Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους λοιπούς μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν (§ 1). Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο, ήτοι το 1/22 του υπό της Συλλογικής Συμβάσεως προβλεπομένου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (§ 2). Για την παρεχομένη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή (§ 3).». Γίνεται δε δεκτό ότι, η μνεία στο ημερολόγιο γέφυρας των χορηγούμενων στα μέλη του πληρώματος αδειών διανυκτέρευσης συνιστά νόμιμη υποχρέωση του πλοιάρχου κάθε ακτοπλοϊκού πλοίου, που θεσπίστηκε όχι μόνο για λόγους ασφάλειας των πλόων του, δια της συμμετοχής σ’ αυτούς επαρκούς για την αξιοπλοΐα του αριθμού ναυτικών αλλά και για αποδεικτικούς λόγους (ΕΠ 464/2021 ο.π.). Εν προκειμένω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει ως βάσιμους στην ουσία τους τους αγωγικούς ισχυρισμούς του ενάγοντος ότι δεν του καταβλήθηκε πλήρες το νόμιμο αντάλλαγμα για είκοσι μία [21] διανυκτερεύσεις, τις οποίες στερήθηκε, εντός των χρονικών διαστημάτων από 1.4.2019 έως και 24.5.2019, από 7.11.2019 έως και 3.2.2020, από 27.10.2020 έως και 8.2.2021 και από 12.3.2021 έως και 20.4.2021, οπότε πλοιοκτήτρια του ενδίκου πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη και αφαιρώντας τη μία [1] διανυκτέρευση που έκρινε ότι πράγματι του χορηγήθηκε την 7.12.2020, καθώς και το ποσό των εβδομήντα δύο ευρώ και ογδόντα τρία λεπτά (72,83 €), το οποίο ο ενάγων συνομολόγησε ότι του κατεβλήθη για την εν λόγω αιτία, επεδίκασε στον ενάγοντα αναγνωριστικώς ως αποζημίωσή του για την εν λόγω αιτία, σε βάρος της πρώτης εναγομένης, το χρηματικό ποσό των χιλίων πενήντα εννέα ευρώ και ένδεκα λεπτών (1.059,11 €). Επιπλέον, το ίδιο Δικαστήριο, δέχθηκε εν μέρει τους αγωγικούς  ισχυρισμούς του ενάγοντος ότι δεν του κατεβλήθη πλήρες το νόμιμο αντάλλαγμα για δεκαέξι [16] διανυκτερεύσεις τις οποίες στερήθηκε, εντός των χρονικών διαστημάτων από 25.5.2019 έως και 8.6.2019, από 20.7.2019 έως και 4.10.2019, από 4.2.2020 έως και 14.5.2020 και από 4.7.2020 έως και 7.9.2020, οπότε τον εφοπλισμό  του ενδίκου πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη και αφαιρώντας τις δύο [2] διανυκτερεύσεις που έκρινε ότι πράγματι του χορηγήθηκαν στις 26.9.2019 και 27.9.2019, καθώς και το ποσό των εκατόν ογδόντα εννέα ευρώ και ογδόντα ένα λεπτά (189,81 €), κατ’ αποδοχή ως βάσιμης στην ουσία της της σχετικής περί μερικής καταβολής ενστάσεως των εναγομένων κατά το εν λόγω ποσό έναντι της ένδικης απαίτησης, του επιδίκασε ως αποζημίωση το χρηματικό ποσό των πεντακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ και ογδόντα έξι λεπτών (576,86 €). Το αποδεικτικό αυτό συμπέρασμα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πλήττουν οι εναγόμενες με τον πέμπτο λόγο της ένδικης, υπό στοιχεία Α, έφεσής τους για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ισχυριζόμενες αφενός μεν ότι στον ενάγοντα χορηγήθηκαν όλες οι νόμιμες διανυκτερεύσεις, όπως περί τούτου κατέθεσαν οι μάρτυρές της, αφ’ ετέρου δε παραθέτοντας το σκεπτικό της εκκαλουμένης απόφασης, διατείνονται ότι εσφαλμένως υπό της εκκαλουμένης απόφασης μετετέθη σε αυτές η απόδειξη της χορήγησης των εν λόγω αδειών, ενώ η μη χορήγηση αυτών ως στοιχείο της βάσης της αγωγής βαρύνει τον ενάγοντα, το δε γεγονός ότι οι σχετικώς χορηγηθείσες άδειες διανυκτέρευσης δεν καταχωρήθηκαν στο ημερολόγιο γέφυρας δεν οδηγεί έως του σημείου να παράγεται αμάχητο τεκμήριο ότι δεν χορηγήθηκαν στον ενάγοντα διανυκτερεύσεις. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, αποδεικνύεται ότι, ο ενάγων κατά τα χρονικά διαστήματα των ενδίκων ναυτολογήσεων από 1.4.2019 έως και 24.5.2019, από 7.11.2019 έως και 3.2.2020, από 27.10.2020 έως και 8.2.2021 και από 12.3.2021 έως και 20.4.2021, οπότε το πλοίο ανήκε κατά πλοιοκτησία στην πρώτη εναγόμενη, εδικαιούτο να λάβει άδειες διανυκτέρευσης και δη δύο (2) φορές μηνιαίως κατά τους μήνες Απρίλιο, Μάιο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο του έτους 2019, Ιανουάριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο του έτους 2020 και Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Μάρτιο και Απρίλιο του έτους 2021 και συνολικά εδικαιούτο να λάβει [22] άδειες διανυκτέρευσης. Εν τούτοις, όπως αποδεικνύεται από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρός του ……………, η οποία περιέχεται στην προμνημονευθείσα ένορκη βεβαίωση και κατά την οποία «… Άδειες διανυκτέρευσης σε αυτό το πλοίο δεν μας έδιναν…», ο ενάγων δεν έλαβε τις εν λόγω δικαιούμενες άδειες διανυκτέρευσης, πλην μίας την 7.12.2020, όπως αποδεικνύεται από το απόσπασμα του ημερολογίου γέφυρας του ανωτέρω πλοίου που προσκομίζεται, όπου αναγράφεται «Εδόθει άδεια διανυκτέρευσης στον ναυτικό …………… – Ναύτης», σε συνδυασμό με την επισυναπτόμενη σε αυτό το απόσπασμα άνευ ημερομηνίας έγγραφη αίτηση του ενάγοντος περί χορήγησης άδειας διανυκτέρευση, φέρουσα πλην της υπογραφής του ενάγοντος και αυτής του Υπάρχου και του Πλοιάρχου του εν λόγω πλοίου. Ως εκ τούτου, ο ενάγων δικαιούται, κατά τα άνω, αποζημιώσεως για είκοσι μία [21] άδειες διανυκτέρευσης που δεν του χορηγήθηκαν, με αποτέλεσμα να του οφείλεται για την αιτία αυτή, το ποσό των [(1.204,77 € ο μισθός ενεργείας X 1/22  X 21 διανυκτερεύσεις=] 1.150,01 € (κατόπιν στρογγυλοποίησης), όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση,  έναντι του οποίου έλαβε, όπως ομοίως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται υπό τον διαδίκων, το ποσό των 72,83 € και επομένως δικαιούται το ποσό των (1.150,01 – 72,83 =) 1.077,18 €, πλην όμως η εκκαλουμένη απόφαση επεδίκασε το ποσό των 1.059,11 €, διάταξη ως προς την οποία δεν πλήττεται υπό του εκκαλούντος – ενάγοντος, ως μόνου έχοντος έννομο συμφέρον. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, κατά το χρονικό διάστημα από 25.5.2019 έως και 8.6.2019, από 20.7.2019 έως και 4.10.2019, από 4.2.2020 έως και 14.5.2020 και από 4.7.2020 έως και 7.9.2020 των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, οπότε τον εφοπλισμό του ενδίκου πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, ο ενάγων εδικαιούτο να λαμβάνει άδειες διανυκτέρευσης δύο [2] φορές μηνιαίως κατά τους μήνες Ιούνιο του έτους 2019 και Φεβρουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο του έτους 2020 και μία [1] φορά μηνιαίως κατά του μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο του έτους 2019 και τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο του έτους 2020 και συνολικά εδικαιούτο να λάβει δεκαέξι [16] άδειες διανυκτέρευσης. Εν τούτοις, όπως αποδεικνύεται από την ένορκη κατάθεση του ανωτέρω μάρτυρός του …………….., ο ενάγων δεν έλαβε τις εν λόγω δικαιούμενες άδειες διανυκτέρευσης, πλην δύο και δη την 26.9.2019 και 27.9.2019, όπως αποδεικνύεται από το απόσπασμα του ημερολογίου γέφυρας του ανωτέρω πλοίου που προσκομίζεται σε απόσπασμα όπου αναγράφεται «Δόθηκε άδεια διανυκτέρευσης στους ναυτικούς 1) ………… – Ναύτη…», σε συνδυασμό με την επισυναπτόμενη σε αυτό, άνευ ημερομηνίας, έγγραφης αίτησης του ενάγοντος περί χορήγησης άδειας για διανυκτέρευση, φέρουσες πλην της υπογραφής του ενάγοντος και αυτής του Υπάρχου και του Πλοιάρχου του ανωτέρω πλοίου. Ως εκ τούτου, ο ενάγων δικαιούται, κατά τα άνω, αποζημιώσεως για δεκατέσσερις [14] άδειες διανυκτέρευσης που δεν του χορηγήθηκαν, με αποτέλεσμα να του οφείλεται, ως αποζημίωση για την αιτία αυτή, το ποσό των [(1.204,77 € ο μισθός ενεργείας X 1/22  X 14 διανυκτερεύσεις=] 766,67 €, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση,  έναντι του οποίου έλαβε, όπως ομοίως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται υπό τον διαδίκων το ποσό των 189,81 € και επομένως δικαιούται για την εν λόγω αιτία το ποσό των (766,67  – 189,81 =) 576,86, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση. Σε αντίθετη κρίση, το παρόν Δικαστήριο δεν δύναται να αχθεί, από την ένορκη κατάθεση των μαρτύρων της εναγομένης, …………. και ……………. οι οποίες περιέχονται στις προμνημονευθείσες ένορκες βεβαιώσεις, κατά τις οποίες «… η εταιρεία … χορηγούσε τις νόμιμες διανυκτερεύσεις του…», διότι αφενός μεν δεν αναφέρουν τις ημερομηνίες κατά τις οποίες ο ενάγων έλαβε τις δικαιούμενες διανυκτερεύσεις κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα, αφ’ ετέρου δε και κυρίως, διότι οι καταθέσεις αυτών δεν συνοδεύονται από αντίστοιχη έγγραφη απόδειξη, δεδομένου ότι κατά τις ανωτέρω ημέρες κατά τις οποίες πράγματι χορηγήθηκε στον ενάγοντα διανυκτέρευση, στις δύο εξ αυτών έγινε σχετική μνεία στο ημερολόγιο γέφυρας, στην έτερη δε, για την οποία δεν προσκομίζεται απόσπασμα από το ημερολόγιο γέφυρας, προσκομίζεται έγγραφη αίτηση του ενάγοντος περί χορήγησης τοιαύτης, με έγκριση μάλιστα του Υπάρχου και του Πλοιάρχου, γεγονός που αποδεικνύει ότι η χορήγηση της άδειας διανυκτέρευσης στο ανωτέρω πλοίο εγίνετο, είτε με σημείωση από τον Πλοίαρχο στο ημερολόγιο γέφυρας, είτε κατόπιν εγγράφου αιτήσεως του ναυτικού και εγκρίσεως αυτής υπό του Πλοιάρχου και του Υπάρχου και πάντως κατόπιν εγκρίσεως κάποιου προϊσταμένου του ενάγοντος. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα και αναγνώρισε ότι η πρώτη εναγομένη, ως πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου, για την ανωτέρω αιτία οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 1.059,11 και η δεύτερη εναγομένη, ως έχουσα τον εφοπλισμού του ανωτέρω πλοίου, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, για την ίδια αιτία, οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 576,86, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, η οποία αντικαθίσταται με την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ). Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του ο ερευνώμενος πέμπτος λόγος της ένδικης υπό στοιχεία Α έφεσης. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 14 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων, λαμβάνεται υπόψη, ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον, η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212, ΜονΕφΠειρ. 430/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Συνυπολογιστέα δεν είναι καταρχήν η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, όταν δεν καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, δεν έχει το χαρακτήρα τακτικής παροχής (ΜονΕφΠειρ. 164/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 328/2014, ο.π., ΕφΠειρ. 177/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 517/2011, αδημ.) και συνυπολογίζεται μόνον αν πραγματοποιούνται τακτικά δρομολόγια εξπρές και η αντίστοιχη προς αυτά πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται αδιαλείπτως (ΤριμΕφΠειρ. 66/2013, ΜονΕφΠειρ. 590/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 364/2012, αδημ.). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο κατά τον, επί σκοπώ καθορισμού των επιδομάτων δώρων εορτών που εδικαιούτο ο ενάγων, προσδιορισμό των τακτικών σε μηνιαία κλίμακα καταβαλλόμενων αποδοχών του, συνυπολόγισε το επίδομα αδείας, με την σαφώς υπονοούμενη παραδοχή της σταθερής καταβολής του από την πρώτη εναγομένη, ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο τρίτος λόγος της ένδικης έφεσης των εναγομένων, κατά το σκέλος που πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένο συνυπολογισμό των αποδοχών αδείας στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος κατά τον προσδιορισμό των επιδίκων δώρων εορτών. Αντιθέτως, πλημμέλεια της εκκαλουμένης αποφάσεως αποτελεί, κατά τα προαναφερθέντα, ο συνυπολογισμός, ενόψει των ανά μήνα διαφοροποιήσεων της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, μέσου όρου υπερωριακής αμοιβής του ενάγοντος, υπέρτερου ή κατώτερου κατά περίπτωση μέσου όρου αμοιβής, της ανωτέρω αποδειχθείσας υπερωριακής αμοιβής, ενόψει του ότι αυτός (μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής) υπολογίζεται, λόγω των διαφορετικών ναυτολογήσεων, ανά ναυτολόγηση και επιπλέον, για τον υπολογισμό των Δώρων Χριστουγέννων το διάστημα απασχόλησης του ενάγοντος από 1.5 έως 31.12 κάθε έτους και του Δώρου Πάσχα το χρονικό διάστημα από 1.1 έως 30.4  κάθε έτους και όχι ο μέσος όρος ανά έτος, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 3 σε συνδυασμό με την παρ. 2 του άρθρου 1 της ΥΑ 19040/1981 (ΑΠ 741/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτός ως εν μέρει βάσιμος στην ουσία του, κατά τούτο, ο τρίτος λόγος της ένδικης έφεσης των εναγομένων ως προς τον υπολογισμό του Δώρου Πάσχα 2019, ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.078,80 (δεδομένου ότι το Δώρο Πάσχα 2019 ο ενάγων αξιώνει για την εργασία του στο ανωτέρω πλοίο καθόλο το μήνα Απρίλιο 2019, δίχως να επικαλείται και να αποδεικνύει υπερωριακή απασχόληση για το προγενέστερο της 8.4.2019 χρόνο), ως προς τον υπολογισμό της αναλογίας του Δώρου Χριστουγέννων 2019 που αναλογούσε στην πρώτη των ενδίκων ναυτολογήσεών,  ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.276,89, ως προς τον υπολογισμό της αναλογίας του Δώρου Χριστουγέννων 2019 στα πλαίσια της δεύτερης των ενδίκων ναυτολογήσεών, ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.397,20, ως προς τον υπολογισμό της αναλογίας του Δώρου Χριστουγέννων 2019 στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεών,  ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.260,39, ως προς τον υπολογισμό του Δώρου Πάσχα 2020, ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.376,18, ως προς τον υπολογισμό της αναλογίας του Δώρου Χριστουγέννων 2020 στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεών,  ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.476,51, ως προς τον υπολογισμό της αναλογίας του Δώρου Χριστουγέννων 2020 στα πλαίσια της τέταρτης των ενδίκων ναυτολογήσεών, ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.433,55, ως προς τον υπολογισμό της αναλογίας του Δώρου Χριστουγέννων 2020 στα πλαίσια της πέμπτης των ενδίκων ναυτολογήσεών,  ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.537,53 και όχι σε 1.546,20, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και του αντίστοιχου δευτέρου λόγου της ένδικης έφεσης του ενάγοντος ως προς τον υπολογισμό της αναλογίας του Δώρου Πάσχα 2021 στα πλαίσια της πέμπτης  των ενδίκων ναυτολογήσεών, ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.600,80 και ως προς τον υπολογισμό της αναλογίας του Δώρου Πάσχα 2021 στα πλαίσια της έκτης των ενδίκων ναυτολογήσεών, ενόψει του ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος για τον υπολογισμό αυτού ανέρχεται σε ευρώ 1.586,88 και όχι σε 1.546,20, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, απορριπτομένων των αντιστοίχων λόγων εφέσεως κατά τα λοιπά. Κατά δε τον υπολογισμό των εν λόγω Δώρων Εορτών, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κάθε πρόσθετη αμοιβή που καταβάλλονταν παγίως και τακτικώς κάθε μήνα στον ενάγοντα, συμπεριλαμβανομένου και του επιδόματος αδείας μετά τροφοδοσίας, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τις εναγόμενες, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, καθώς και επίσης και ο μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής αυτού για την έχμαση οχημάτων εκ ποσού ευρώ 293,03, ο μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής εκ ποσού ευρώ 20,09, καθώς επίσης και ο μέσος όρος αμοιβής του για «κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας» εκ ποσού ευρώ 116,03, ενόψει του ότι τα εν λόγω ποσά συνυπολογίζονται υπό του ενάγοντος με την ένδικη αγωγή και έγιναν δεκτά υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως κατά τον υπολογισμό των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος, διάταξη η οποία δεν προσβάλλεται υπό των εναγομένων. Κατόπιν των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι, ο ενάγων εδικαιούτο: (Ι) Για αναλογία δώρου Πάσχα 2019, κατά το χρονικό διάστημα από 1-4-2019 έως 30-4-2019, της πρώτης ναυτολόγησης του ενάγοντος, οπότε πλοιοκτήτρια του ανωτέρω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 1.078,80 για υπερωριακή απασχόληση από 8-4-2019 έως 30-4-2019/30 ημέρες εργασίας επί 30=) 1.078,80 =] 4.047,76 δια 2 επί 1/15  επί (30 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 8=) 3,75 οκταήμερα=} 505,97 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των ευρώ 273,80, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται και επομένως, δικαιούται ως υπόλοιπο αμοιβής του για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (505,97 μείον 273,80=) 232,17. (ΙΙ) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2019: (i) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2019, κατά την πρώτη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, και δη για το χρονικό διάστημα από 1-5-2019 έως 8-6-2019, το ποσό των ευρώ 692,92 και συγκεκριμένα: (α) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων από 1-5-2019 έως 24-5-2019, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 1.659,96 για υπερωριακή απασχόληση καθόλη τη διάρκεια της πρώτης ναυτολόγησης του ενάγοντος από 1-5-2019 έως 8-6-2019 /39 ημέρες εργασίας, κατά την εν λόγω περίοδο, επί 30=) 1.276,89 =] 4.245,85 επί 2/25  επί (24 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα από 1-5-2019 έως 24-5-2019 δια 19=) 1,26 δεκαεννιαήμερα=} 427,98 ευρώ. (β) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων από 25-5-2019 έως 8-6-2019, οπότε τον εφοπλισμό του πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 1.659,96 για υπερωριακή απασχόληση καθόλη τη διάρκεια της πρώτης ναυτολόγησης του ενάγοντος από 1-5-2019 έως 8-6-2019 /39 ημέρες εργασίας, κατά την εν λόγω περίοδο, επί 30=) 1.276,89 =] 4.245,85 επί 2/25  επί (15 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα από 25-5-2019 έως 8-6-2019 δια 19=) 0,78 δεκαεννιαήμερα=} 264,94 ευρώ. (ii) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2019, κατά τη δεύτερη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, και δη για το χρονικό διάστημα από 20-7-2019 έως 4-10-2019, οπότε τον εφοπλισμού του πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, το ποσό των ευρώ 1.414,63, και συγκεκριμένα: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 3.586,14 για υπερωριακή απασχόληση καθόλη τη διάρκεια της δεύτερης ναυτολόγησης του ενάγοντος /77 ημέρες εργασίας, κατά την εν λόγω περίοδο, επί 30=) 1.397,20 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) =] 4.366,16 επί 2/25  επί (77 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα από 1-5-2019 έως 24-5-2019 δια 19=) 4,05 δεκαεννιαήμερα =}1.414,63 ευρώ. (iii) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2019, κατά την τρίτη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, και δη για το χρονικό διάστημα από 7-11-2019 έως 31-12-2019, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη  εναγομένη, το ποσό των ευρώ 977,82, και συγκεκριμένα: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 2.310,72 για υπερωριακή απασχόληση καθόλη τη διάρκεια της χρονικής περιόδου από 7-1-2019 έως 31-12-2019 της τρίτης ναυτολόγησης του ενάγοντος /55 ημέρες εργασίας, κατά την εν λόγω περίοδο, επί 30=) 1.260,39 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) =] 4.229,35 επί 2/25  επί (55 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα από 7-1-2019 έως 31-12-2019 δια 19=) 2,89 δεκαεννιαήμερα=} 977,82 ευρώ. Επομένως, εδικαιούτο συνολικά για Δώρο Χριστουγέννων 2019 το ποσό των ευρώ (692,92 + 1.414,63 + 977,82=) 3.085,37, εκ των οποίων ποσό ευρώ (427,98 + 977,82=) 1.405,80 αφορά την αναλογία του εν λόγω Δώρου καθόν χρόνο την πλοιοκτησία του εν λόγω πλοίου είχε η πρώτη εναγομένη εκ του οποίου ποσού, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη ως προς την οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 803,04 και ως εκ τούτου δικαιούται για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (1.405,80 μείον 803,04=) 602,76. Το υπόλοιπο ποσό των ευρώ (264,94 + 1.414,63=) 1.679,57 του εν λόγω Δώρου Χριστουγέννων 2019, αφορά την αναλογία του εν λόγω Δώρου καθόν χρόνο τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, έναντι του οποίου, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 886,92, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, και ως εκ τούτου δικαιούται για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (1.679,57 μείον 886,92=) 792,65. (ΙΙΙ) Για αναλογία Δώρου Πάσχα 2020: (i) Για Δώρο Πάσχα 2020, κατά την τρίτη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, και δη για το χρονικό διάστημα από 1-1-2020 έως 30-4-2020: (α) Για αναλογία Δώρο Πάσχα 2020 από 1-1-2020 έως 3-2-2020, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 5.550,60 για υπερωριακή απασχόληση από 1-1-2020 έως 30-4-2020/121 ημέρες εργασίας επί 30=) 1.376,18  =] 4.345,14 δια 2 επί 1/15  επί (34 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα από 1-1-2020 έως 3-2-2020 δια 8=) 4,25 οκταήμερα=} 615,56 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των ευρώ 325,20, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται και επομένως, δικαιούται ως υπόλοιπο αμοιβής του για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (615,56 μείον 325,20 =) 290,36. (β) Για αναλογία Δώρο Πάσχα 2020 από 4-2-2020 έως 30-4-2020, οπότε τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 5.550,60 για υπερωριακή απασχόληση από 1-1-2020 έως 30-4-2020/121 ημέρες εργασίας επί 30=) 1.376,18 =] 4.345,14 δια 2 επί 1/15  επί (87 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα από 4-2-2020 έως 30-4-2020 δια 8=) 10,87 οκταήμερα=} 1.574,39 ευρώ (κατόπιν στρογγυλοποίησης), έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των ευρώ 972,17, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται και επομένως, δικαιούται ως υπόλοιπο αμοιβής του για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (1.574,39 μείον 972,17=) 602,22. (ΙV) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020 συνολικά το ποσό των ευρώ 2.750, 36 και συγκεκριμένα: (i) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020, κατά την τρίτη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, και δη για το χρονικό διάστημα από 1-5-2020 έως 14-5-2020, οπότε τον εφοπλισμό αυτού είχε η δεύτερη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 689,04 για υπερωριακή απασχόληση κατά το χρονικό διάστημα από 1-5-2020 έως 14-5-2020 της τρίτης ναυτολόγησης του ενάγοντος /14 ημέρες εργασίας, κατά την εν λόγω περίοδο, επί 30=) 1.476,51 =] 4.445,47 επί 2/25  επί (14 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα από 1-5-2019 έως 24-5-2019 δια 19=) 0,73 δεκαεννιαήμερα=} 259,61 ευρώ. (ii) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020, κατά την τέταρτη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, και δη για το χρονικό διάστημα από 4-7-2020 έως 7-9-2020, οπότε τον εφοπλισμό αυτού είχε η δεύτερη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 € + επίδομα Κυριακών 265,05 € + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 € +  επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 € + μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 3.201,60 για υπερωριακή απασχόληση κατά το χρονικό διάστημα από 4-7-2020 έως 8-9-2020 της τέταρτης ναυτολόγησης του ενάγοντος /67 ημέρες εργασίας, κατά την εν λόγω περίοδο, επί 30=) 1.433,55 =] 4.402,51 επί 2/25  επί (66 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα από 4-7-2020 έως 7-9-2020  δια 19=) 3,47 δεκαεννιαήμερα=} 1.222,14 ευρώ (κατόπιν στρογγυλοποίησης). (iii) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020, κατά την τέταρτη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, για την 8-9-2020, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 € + αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 3.201,60 για υπερωριακή απασχόληση κατά το χρονικό διάστημα από 4-7-2020 έως 8-9-2020 της τέταρτης ναυτολόγησης του ενάγοντος /67 ημέρες εργασίας, κατά την εν λόγω περίοδο, επί 30=) 1.433,55 =] 4.402,51 επί 2/25  επί (1 ημέρα εργασίας την 8-9-2020  δια 19=) 0,05 δεκαεννιαήμερα=} 17,61 ευρώ (κατόπιν στρογγυλοποίησης). (iv) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2020, κατά την πέμπτη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από 27.10.2020 έως 31.12.2020, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 3.382,56  για υπερωριακή απασχόληση κατά το χρονικό διάστημα από 27.10.2020 έως 31.12.2020 της πέμπτης ναυτολόγησης του ενάγοντος /66 ημέρες εργασίας, κατά την εν λόγω περίοδο, επί 30=) 1.537,53 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) =] 4.506,49 επί 2/25  επί (66 ημέρες εργασίας δια 19=) 3,47 δεκαεννιαήμερα=} 1.251,00 ευρώ. Επομένως, εδικαιούτο συνολικά για Δώρο Χριστουγέννων 2020 το ποσό των ευρώ (259,61 + 1.222,14 + 17,61 + 1.251,00 =) 2.750,36, εκ του οποίου ποσό ευρώ (17,61 + 1.251,00 =) 1.268,61 αφορά την αναλογία του εν λόγω Δώρου, καθόν χρόνο την πλοιοκτησία του εν λόγω πλοίου είχε η πρώτη εναγομένη εκ του οποίου ποσού, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη ως προς την οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 672,27 και ως εκ τούτου δικαιούται για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (1.268,61 μείον 672,27=) 596,34. Το υπόλοιπο ποσό των ευρώ (259,61 + 1.222,14 =) 1.481,75 του εν λόγω Δώρου Χριστουγέννων 2020, αφορά την αναλογία αυτού, καθόν χρόνο τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, έναντι του οποίου, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 866,68, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, και ως εκ τούτου δικαιούται για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (1.481,75 μείον 866,68=) 615,07. (V) Για αναλογία Δώρο Πάσχα 2021: (i) Για αναλογία δώρου Πάσχα 2021, κατά την πέμπτη ναυτολόγηση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως 8.2.2021, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 € + επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 € + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 € + αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 2.081,04 για υπερωριακή απασχόληση από 1.1.2021 έως 8.2.2021/39 ημέρες εργασίας επί 30=) 1.600,80  =] 4.569,76 δια 2 επί 1/15  επί (40 ημέρες εργασίας δια 8=) 4,87 οκταήμερα=} 741,82 ευρώ, και (ii) Για αναλογία δώρου Πάσχα 2021, κατά την έκτη ναυτολόγηση του ενάγοντος, κατά το χρονικό διάστημα από 12.3.2021 έως 20.4.2021, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη: {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης [(ευρώ 2.115,84 για υπερωριακή απασχόληση από 12-3-2021 έως 20-4-2021/40 ημέρες εργασίας επί 30=) 1.586,88  =] 4.555,84 δια 2 επί 1/15  επί (40 ημέρες εργασίας δια 8=) 5,00 οκταήμερα=} 759,31 ευρώ (κατόπιν στρογγυλοποίησης). Επομένως, εδικαιούτο συνολικά για αναλογία Δώρου Πάσχα 2021 το ποσό των ευρώ (741,82 + 759,31 =) 1.501,13, εκ του οποίου ποσού, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη ως προς την οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 830,35 και ως εκ τούτου δικαιούται για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ (1.501,13 μείον 830,35  =) 670,78. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 της ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2019, υπό τον τίτλο «Δρομολόγια Εξπρές», προβλέπεται ότι, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά την παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. Όμως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή η μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και η επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των δώδεκα (12) ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι, καθόσον αφορά την προβλεπόμενη απ` αυτές πρόσθετη αμοιβή, αυτή καταβάλλεται εφόσον σε κάθε δρομολόγιο το πλοίο δεν παραμείνει τουλάχιστον έξι (6) ώρες στο λιμάνι αφετηρίας πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο. Κατά τη σαφή δε έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 170 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέρα και ώρα ιδιαίτερο ταξίδι προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής” (ΕΠ 71/2014 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η υποχρέωση δε εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 των πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει έξι (6) ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν έξι (6) τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί έξι (6) ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του, προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του (Εφ.Πειρ.546/2016 ΕΝΔ 44.323). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο εκτελεί έως πέντε κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, για τον προσδιορισμό της οφειλόμενης πρόσθετης αμοιβής αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως έξι (6) ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή, εννοείται για τα δρομολόγια της εν λόγω εβδομάδας. Εν τούτοις, δεν καθίσταται απαράδεκτη ή νόμω αβάσιμη η αγωγή του εργαζομένου, με την οποία αυτός, έχοντας αξίωση λήψης πρόσθετης αμοιβής για πρόωρη αναχώρηση του πλοίου που εκτελεί έως πέντε κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως για περισσότερες της μίας εβδομάδας στα πλαίσια του χρόνου ναυτολόγησής του, υπολογίζει όλες τις ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου, καθόλη τη διάρκεια της ναυτολογήσεώς του, διότι εν τέλει και ο τρόπος αυτός υπολογισμού στο ίδιο αποτέλεσμα καταλήγει, εφόσον βάση προσδιορισμού της πρόσθετης αμοιβής, αποτελεί το πηλίκον της διαιρέσεως των ωρών πρόωρης αναχώρησης του πλοίου με τον αριθμό 8. Είτε οι ώρες πρόωρης αναχώρησης ληφθούν σε εβδομαδιαία βάση και ακολούθως, αφού διαιρεθούν με τον αριθμό 8, γίνει άθροιση του πηλίκου των διαιρέσεων όλων των επιμέρους εβδομάδων απασχόλησης του εργαζομένου, είτε απευθείας όλες οι ώρες πρόωρης αναχώρησης διαιρεθούν με τον αριθμό 8, οδηγούν κατ’ αποτέλεσμα στον ίδιο αριθμό δρομολογίων. Εξάλλου, ούτε οι εναγόμενες οι οποίες με τις προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (σελ. 23), υποστηρίζουν ότι, τυγχάνει νόμω αβάσιμη η ένδικη αγωγή, εκ του λόγου ότι, ο ενάγων δεν υπολογίζει τα εν λόγω δρομολόγια σε εβδομαδιαία βάση, ήτοι με άθροιση των ωρών πρόωρης αναχώρησης του πλοίου ανά εβδομάδα και ακολούθως διαίρεση με τον αριθμό 8, αναφέρουν ότι προκύπτει κάποια διαφορά και μάλιστα σε βάρος τους, από τον ανωτέρω μαθηματικό υπολογισμό. Περαιτέρω, κατά την παράγραφο 6 του ίδιου ως άνω άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται σε ημερόπλοια, καθώς και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από 23.00 μέχρι 07.00 ώρας. Η παραπάνω έννοια της τοπικής γραμμής, ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται με το άρθρο 2 του προαναφερομένου Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, κατά το οποίο «Αι κατά την διάταξιν του άρθρου 170 παρ. 1 περίπτ. α`του Κώδικος κατηγορίαι δρομολογιακών γραμμών καθορίζονται ως κάτωθι: 1. Κύριαι δρομολογιακαί γραμμαί: Αι συνδέουσαι δύο (2) τουλάχιστον λιμένας, έχουσαι ως αφετήριον λιμένα τον Πειραιά και εκτεινόμεναι εις πλείονας του ενός Νομούς. 2. Δευτερεύουσαι δρομολογιακαί γραμμαί:  Αι  συνδέουσαι δύο (2) τουλάχιστον λιμένας, έχουσαι ως αφετήριον λιμένα έτερον του Πειραιώς και εκτεινόμεναι εις πλείονας του ενός Νομούς. 3. Τοπικαί δρομολογιακαί γραμμαί: Αι συνδέουσαι δύο (2) τουλάχιστον λιμένας, υπό τας κατωτέρω διακρίσεις: α) Αι εκτεινόμεναι εντός  των  ορίων  του  αυτού Νομού και επί αποστάσεως μέχρι τριών (3) ναυτικών μιλλίων. β) Αι εκτεινόμεναι  εντός των ορίων  του  αυτού  Νομού  και επί αποστάσεως άνω των τριών (3) ναυτικών μιλλίων. γ) Αι εκτεινόμεναι  εντός  των  ορίων  του  αυτού  Νομού και επί αποστάσεως άνω των  τριών (3)  ναυτικών  μιλλίων,  υφισταμένης όμως παραλλήλως και κυρίας ή δευτερευούσης δρομολογιακής γραμμής, συνδεούσης εν όλω ή εν μέρει τους αυτούς λιμένας και δ) Η γραμμή Αργοσαρωνικού … 4. Ομοίως ως τοπικαί δρομολογιακαί  γραμμαί θεωρούνται αι συνδέουσαι δύο (2) χερσαίας οδικάς αρτηρίας διακοπτομενας δια λωρίδος θαλάσσης εύρους μέχρι τριών (3) ναυτικών μιλλίων ή σημεία των ακτών της Ηπειρωτικής Ελλάδος μετά των έναντι νήσων, της αυτής ως ανωτέρω κατά μέγιστον αποστάσεως ανεξαρτήτως της υπαγωγής των συνδεομένων σημείων εις τα όρια του αυτού Νομού, εξυπηρετούσαι δε, κυρίως, την διακίνησιν οχήματων.». Με βάση, επομένως, την εν λόγω διάταξη, τοπική γραμμή είναι αυτή που δεν είναι κύρια ή δευτερεύουσα δρομολογιακή γραμμή και η οποία συνδέει δύο (2) τουλάχιστον λιμένες εντός  των  ορίων  του  αυτού  Νομού. Εξάλλου, για την εφαρμογή της παραπάνω § 7, στο σύνολο των μηνιαίων αποδοχών του δικαιούχου συμπεριλαμβάνεται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από το ναυτικό εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά (ΜονΕφΠειρ. 317/2018, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 265/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνυπολογίζονται, επομένως, ο μισθός ενέργειας, τα επιδόματα Κυριακών και βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, ο μέσος όρος της αμοιβής που καταβάλλεται τακτικά για επαναλαμβανόμενη υπερωριακή εργασία (ΤριμΕφΠειρ. 53/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 1/2003, ΕΝαυτΔ 2003/124), το επίδομα αδείας (ΜονΕφΠειρ. 317/2018, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 265/2016, ΜονΕφΠειρ. 51/2016, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς και ο μέσος όρος των πρόσθετων αμοιβών που εισπράττει ο ναυτικός από τον εργοδότη του, αν αυτές του καταβάλλονται σταθερά και αδιαλείπτως κάθε μήνα (ΜονΕφΠειρ. 57/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ο.π.). Κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, στις μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή, περιλαμβάνονται και τα εορταστικά επιδόματα (δώρα), έστω κι αν κατά το άρθρο 14 της ως άνω ΣΣΝΕ καταβάλλονται «επ’ ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων, Νέου έτους και Πάσχα», εφόσον αυτά καταβάλλονται τακτικώς κάθε μήνα (όμοια ΕΠ 328/2023 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς, Δ. Καμβύση, Ναυτεργατικό Δίκαιο 1977, σελ. 148). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο κατά τον, επί σκοπώ καθορισμού της πρόσθετης αμοιβής που εδικαιούτο ο ενάγων για δρομολόγια «εξπρές», προσδιορισμό των τακτικών σε μηνιαία κλίμακα καταβαλλόμενων αποδοχών του, συνυπολόγισε το επίδομα αδείας, με την σαφώς υπονοούμενη παραδοχή της σταθερής καταβολής του από τις εναγόμενες, ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο τέταρτος λόγος της ένδικης έφεσης των εναγομένων, κατά το δεύτερο σκέλος του με τον οποίο πλήττεται κατά τούτο η εκκαλουμένη απόφαση. Αντιθέτως, πλημμέλεια της εκκαλουμένης αποφάσεως αποτελεί, κατά τα προαναφερθέντα, κατά παραδοχή ως βασίμου στην ουσία του του πρώτου σκέλους του τέταρτου λόγου της έφεσης των ιδίων (εναγομένων) ο, για τον ίδιο σκοπό, ενόψει των ανά μήνα διαφοροποιήσεων της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, συνυπολογισμός του μέσου όρου υπερωριακής αμοιβής του ενάγοντος, ο οποίος (μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής) υπολογίζεται, λόγω των διαφορετικών ναυτολογήσεων, ανά ναυτολόγηση, ως προς τα εκτελεσθέντα τοιούτου είδους δρομολόγια στα πλαίσια της πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, δεδομένου ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος κατά την πρώτη των ενδίκων ναυτολογήσεων ανέρχεται σε ευρώ [2.738,76 συνολική αμοιβή που εδικαιούτο ο ενάγων για υπερωριακή απασχόληση από 8.4.2019 έως 8.6.2019 δια 62 ημέρες εργασίας κατά το αντίστοιχο διάστημα επί 30 ημέρες=] 1.325,21 (κατόπιν στρογγυλοποίησης), κατά τη δεύτερη ναυτολόγηση σε ευρώ [3.586,14 συνολική αμοιβή που εδικαιούτο ο ενάγων για υπερωριακή απασχόληση από 20-7-2019 έως 4-10-2019 δια 77 ημέρες εργασίας κατά το αντίστοιχο διάστημα επί 30 ημέρες=] 1.397,20 (κατόπιν στρογγυλοποίησης), κατά την τρίτη ναυτολόγηση σε ευρώ [8.550,36 συνολική αμοιβή που εδικαιούτο ο ενάγων για υπερωριακή απασχόληση από 7-11-2019 έως 14-5-2020 δια 190 ημέρες εργασίας κατά το αντίστοιχο διάστημα επί 30 ημέρες=] 1.350,06 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και κατά την τέταρτη ναυτολόγηση σε ευρώ [3.201,60 συνολική αμοιβή που εδικαιούτο ο ενάγων για υπερωριακή απασχόληση από 4.7.2020 έως 8.9.2020 δια 67 ημέρες εργασίας κατά το αντίστοιχο διάστημα επί 30 ημέρες=] 1.433,55, και όχι στο ποσό των ευρώ 1.546,20, όπως έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση. Εν τούτοις, ο ίδιος λόγος έφεσης των εναγομένων, όσον αφορά στα δρομολόγια εξπρές που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια της έκτης εκ των ενδίκων ναυτολογήσεων, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του, δεδομένου ότι, όπως απεδείχθη, ο μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή απασχόληση κατά την έκτη ναυτολόγηση, ανέρχεται σε ευρώ 1.586,88, ήτοι τυγχάνει υπέρτερος του ποσού των ευρώ 1.546,20, το οποίο δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Ο αντίστοιχος τρίτος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, κατά το πρώτο σκέλος του, ήτοι καθό μέρος πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση ότι, κατά τον υπ’ αυτής καθορισμό των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, για τον προσδιορισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, δεν περιέλαβε τον πραγματικό μέσο όρο αμοιβής του για την υπερωριακή απασχόληση αυτού που ανέρχονταν σε ευρώ 2.580,85, αλλά υπολόγισε αυτό κατά μέσο όρο σε 1.546,20 ευρώ, όσον αφορά στα, αναλογούντα στις ανωτέρω τέσσερις πρώτες ναυτολογήσεις του, δρομολόγια εξπρές, πέραν του αβασίμου στην ουσία του εφόσον, όπως αναλύεται ανωτέρω ο εν λόγω μέσος όρος υπολείπεται του ποσού των ευρώ 1.546,20 το οποίο δέχθηκε η εκκαλουμένη, τυγχάνει απορριπτέος επιπροσθέτως και, εκ του λόγου ότι, ο ίδιος με την ένδικη αγωγή του, αξίωσε όπως, κατά τον υπολογισμό των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συνυπολογισθεί ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση στο ποσό των ευρώ 693,72, όπως βασίμως υποστηρίζουν με τις προτάσεις τους οι εναγόμενες ως εφεσίβλητες. Εξάλλου, όμοια ως αβάσιμος στην ουσία του πρέπει να απορριφθεί ο ίδιος τρίτος λόγος, καθό μέρος πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένο συνυπολογισμό, κατά τον καθορισμό των μηνιαίων τακτικών αποδοχών του ενάγοντος προς ανεύρεση της πρόσθετης αμοιβής του για την εν λόγω αιτία, του μέσου όρου μηνιαίας αμοιβής για υπερωριακή απασχόληση αυτού αντί του ορθού 2.580,16 ευρώ στο εσφαλμένο ποσό των ευρώ 1.546,20 όσον αφορά στην αιτούμενη πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 16.3.2021 έως 20.4.2021, ήτοι στα πλαίσια της έκτης ναυτολόγησης του ενάγοντος, οπότε κατά τα άνω αποδείχθηκε ότι ο μέσος όρος αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή απασχόληση ανέρχεται σε ευρώ 1.586,88 και όχι 1.546,20 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ενόψει του ότι, όπως παραδεκτώς υποστηρίζουν οι εναγόμενες ως εφεσίβλητες με τις προτάσεις τους, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του ζητούσε όπως, στις τακτικές αποδοχές του συνυπολογισθεί μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης εκ ποσού ευρώ 693,72 και όχι ποσό ευρώ 2.580,16, όπως για πρώτη φορά υποστηρίζει με την ένδικη έφεσή του. Ειδικότερα, στην σελίδα 26 της ένδικης αγωγής, ο ενάγων αναφέρει ως προς τις συνολικές αποδοχές μηνιαίως επί των οποίων υπολογίζει το ποσοστό 1/30 για την εξεύρεση της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής ως εξής: «… Οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές μου ανέρχονταν σε € 6.243,53 (ήτοι: μισθός ενεργείας € 1.204,77 + επίδομα Κυριακών € 265,05 + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας € 36,64 + μηνιαίο αντίτιμο τροφής € 599,40 + επίδομα αδείας € 433,95 + κατά μέσο όρο μηνιαία αμοιβή για την έχμαση οχημάτων € 293,03 + κατά μέσο όρο επίδομα “άγονης γραμμής” € 20,09 + συμφωνημένη αμοιβή για το κούρδισμα ρολογιών πυρασφαλείας € 116,03 + κατά μέσο όρο μηνιαία αμοιβή υπερωριακής € 693,72 € 6.243,53)…». Οι αιτιάσεις του ενάγοντος που περιέχονται στην προσθήκη επί των προτάσεων που αυτός κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ότι, από παραδρομή κατά τη δακτυλογράφηση της ένδικης αγωγής, τόσο το κονδύλιο που αφορά στην αμοιβή για τα εξπρές δρομολόγια του εν λόγω πλοίου, όσο και στο κονδύλιο της αποζημίωσης απολύσεως, για το οποίο θα γίνει λόγος και κατωτέρω, κατά την ανάλυση του μισθού του στα επιμέρους κονδύλια έχει παραληφθεί το ποσό της κατά μέσον όρο μηνιαίας αμοιβής του υπερωριακής εργασίας και δη το ποσό των ευρώ 2.580,85, το οποίο αναφέρεται ρητά σε άλλο σημείο της αγωγής του και δη στην ανάλυση του μηνιαίου μισθού για τον υπολογισμό των δώρων εορτών, ουδόλως ασκούν επιρροή, ενόψει του ότι στην ένδικη αγωγή για τον υπολογισμό της εν λόγω απαίτησης ο ίδιος ο ενάγων, αναλύοντας τα επιμέρους κονδύλια των τακτικών αποδοχών του επί τη βάσει των οποίων και αξιώνει τον υπολογισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, σαφώς αναφέρει ως μέση μηνιαία αμοιβή υπερωριακής απασχόλησής του το ποσό των ευρώ 693,72. Τέλος, ο ίδιος τρίτος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, καθό μέρος πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση εκ του λόγου ότι, δεν συμπεριέλαβε κατά τον υπολογισμό των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του προς υπολογισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής για όλα τα δρομολόγια εξπρές για τα οποία έγινε δεκτό, με την εκκαλουμένη απόφαση, ότι ο ενάγων δικαιούται πρόσθετης αμοιβής, ο μέσος όρος σε μηνιαία βάση των δώρων εορτών, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του, διότι, όπως παραδεκτώς αναφέρουν με τις προτάσεις του οι εναγόμενες ως εφεσίβλητες, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του δεν αξίωσε όπως συνυπολογισθεί και η αναλογία δώρων εορτών στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του, επί τη βάσει των οποίων υπολογίζεται η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, οι εκκαλούσες – εναγόμενες, δεν πλήττουν την εκκαλουμένη απόφαση και για το λόγο ότι, με την εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον καθορισμό των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος προς ανεύρεση της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, όσον αφορά στην εν λόγω έκτη των ενδίκων ναυτολογήσεων, συνυπολογίσθηκε μέσος όρος υπερωριών μηνιαίως, πλέον του αιτηθέντος (ΑΠ 700/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), με αποτέλεσμα εφόσον, κατά τη διάταξη του άρθρου 522 του ΚΠολΔ, κατά την οποία, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, με την άσκηση της έφεσης δεν μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ολόκληρη η υπόθεση, αλλά μόνον στην έκταση που καθορίζεται από το αιτητικό της έφεσης και από τους λόγους, που περιέχονται στο δικόγραφό της, καθώς και στο δικόγραφο των προσθέτων λόγων, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο να μην έχει την εξουσία να εξαφανίσει την προσβαλλόμενη απόφαση παρά μόνο ως προς εκείνες τις διατάξεις, των οποίων την εξαφάνιση ζήτησε ο εκκαλών και, κατ’ αρχήν, μόνο για τους λόγους στους οποίους στηρίχθηκε το αίτημα του εκκαλούντος (ΑΠ 344/2020 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τον υπολογισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κάθε πρόσθετη αμοιβή που καταβάλλονταν παγίως και τακτικώς κάθε μήνα στον ενάγοντα, μεταξύ των οποίων ο μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων εκ ποσού ευρώ 293,03, ο μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής εκ ποσού ευρώ 20,09, καθώς επίσης και ο μέσος όρος αμοιβής για «κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας» εκ ποσού ευρώ 116,03, ενόψει του ότι τα εν λόγω ποσά συνυπολογίζονται υπό του ενάγοντος με την ένδικη αγωγή και έγιναν δεκτά υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, διάταξη η οποία δεν προσβάλλεται υπό των εναγομένων, επιπλέον δε δεν αμφισβητείται υπό των τελευταίων ότι τα ανωτέρω ποσά αποτελούν μέρος των μηνιαίων τακτικών αποδοχών του ενάγοντος, αλλά ούτε ο μέσος όρος αυτών. Επιπλέον, θα συνυπολογισθεί και το επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τις εναγόμενες, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου αντιστοίχου λόγου εφέσεως αυτών. Εν τούτοις, ενόψει του ότι, όπως προελέχθη, στην ένδικη αγωγή σαφώς αναλύονται οι επιμέρους τακτικές αποδοχές με βάση τις οποίες ζητεί ο ενάγων τον υπολογισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, στις οποίες δεν περιλαμβάνεται αναλογία δώρων εορτών, η εν λόγω αναλογία δεν θα ληφθεί υπόψη, διότι δεν υπεβλήθη αντίστοιχο νόμιμο αίτημα υπ’ αυτού (άρθρο 106 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, απεδείχθη ότι, το ανωτέρω πλοίο, καθόν χρόνο πλοιοκτήτρια αυτού ήταν η πρώτη εναγομένη [Α] κατά τα χρονικά διαστήματα από 8.4.2019 έως 24.5.2019, από 8.11.2019 έως 27.1.2019 και από 12.3.2021 έως και 20.4.2021, εκτελούσε ακτοπλοϊκά (κυκλικά) δρομολόγια, με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, λιγότερα από πέντε (5) εβδομαδιαίως (περίπτωση που ρυθμίζεται από τη διάταξη της § 3 του ως άνω άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ), όπως αυτά περιγράφονται με λεπτομέρεια ανωτέρω και αναχωρούσε πρόωρα, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι (6) ωρών από την άφιξή του στο λιμάνι αφετηρίας τον Πειραιά και συγκεκριμένα: (α) την 9.4.2019, 16.4.2019, 18.4.2019, 19.4.2019, 25.4.2019, 26.4.2019, 29.4.2019, 30.4.2019, 7.5.2019, 14.5.2019 και 21.5.2019,  το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 12.30, 12.30, 23.25, 12.30, 23.25, 11.30, 23.25, 13.30, 12.30, 12.30 και 12.30, αντίστοιχα και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 16.00 της ίδιας ημέρας, 16.00 της ίδιας ημέρας, ώρα 02.30 της επομένης ημέρας, 17.00 της ίδιας ημέρας, ώρα 02.00 της επομένης ημέρας, 17.00 της ίδιας ημέρας, ώρα 02.00 της επομένης ημέρας, ώρα 16.00 της ίδιας ημέρας, ώρα 16.00 της ίδιας ημέρας, ώρα 16.00 της ίδιας ημέρας και ώρα 16.00 της ίδιας ημέρας, αντίστοιχα, πραγματοποιώντας συνολικά (2,5 + 2,5 +2,91 + 1,5 + 3,91 + 0,5 + 3,83 +3,5 + 2,5 +2,5 +2,5 =) 28,65 ώρες πρόωρης αναχώρησης, που αναλογούν σε (28,65 /8=) 3,58 δρομολόγια εξπρές, διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών, και (β) την 12.11.2019, 19.11.2019, 26.11.2019, 3.12.2019, 10.12.2019, 17.12.2019, 31.12.2019, 7.1.2020, 11.1.2020, 14.1.2020 και 21.1.2020, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 12.30, 12.30, 12.30, 12.30, 12.30, 12.30, 12.30, 13.00, 19.45 και 12.30, αντίστοιχα και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 16.00 της ίδιας ημέρας, πλην της 11.1.2020 οπότε απέπλευσε ώρα 17.00 της ίδιας ημέρας και την 14.1.2020 οπότε απέπλευσε ώρα 19.45 της ίδιας ημέρας, πραγματοποιώντας συνολικά [(2,5 επί 9=) 22,5 + 2,00 + 2,75=) 27.25 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (27,25/8=) 3,40 δρομολόγια εξπρές, διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών. [Β] Περαιτέρω, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, τα αποδεικτικά πορίσματα της οποίας δεν πλήττονται από κανέναν των διαδίκων κατά τούτο, το εν λόγω πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από 6-1-2021 έως και 8-2-2021 πραγματοποιούσε, με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, επτά (7) κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα (περίπτωση που ρυθμίζεται από τη διάταξη της § 5 του ως άνω άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ), διάρκειας άνω των 12 ωρών και συνολικά, κατά το εν λόγω διάστημα εκτέλεσε 9,6 δρομολόγια εξπρές. Αποδείχθηκε, επομένως, ότι κατά τις ανωτέρω ημερομηνίες που εμπίπτουν στο χρόνο ναυτολογήσεως του ενάγοντος και πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη, ο ενάγων εδικαιούτο πρόσθετης αμοιβής για τις ανωτέρω πρόωρες αναχωρήσεις του ανωτέρω πλοίου (δρομολόγια εξπρές) και συνολικά για (3,58 + 3,40 + 9,6=) 16,58 δρομολόγια εξπρές ανερχόμενη σε {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αναλογία αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 693,72 €, όπως ο ενάγων αναφέρει με την αγωγή του (άρθρο 106 ΚΠολΔ)=] 3.662,68 επί 1/30 επί 16,58 δρομολόγια=} 2.024,24. Επιπλέον, των ανωτέρω, όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, την 16.3.2021, 23.3.2021, 30.3.2021, 6.4.2021, 13.4.2021 και 20.4.2021, ήτοι κατά τη διάρκεια της έκτης ένδικης ναυτολόγησης του ενάγοντος, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 12.55 και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 16.00 της ίδιας ημέρας, πραγματοποιώντας συνολικά (2,91 επί 6=) 17.46 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (17,46/8=) 2,18 δρομολόγια εξπρές, διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών, για τα οποία ο ενάγων εδικαιούτο, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, αμφότερες δε οι ένδικες εφέσεις απερρίφθησαν όσον αφορά στα εν λόγω εξπρές δρομολόγια, πρόσθετης αμοιβής εκ ποσού ευρώ (4.515,16 συνολικές μηνιαίες αποδοχές κατά τη μη εκκληθείσα, κατά τούτο, εκκαλουμένη απόφαση επί 1/30 επί 2,18=) 328,10. Συνολικά, για την εν λόγω αιτία, ο ενάγων εδικαιούτο, καθόν χρόνο πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη, το ποσό των ευρώ (2.024,24 + 328,10=) 2.352,24. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, απεδείχθη ότι, το ανωτέρω πλοίο, καθόν χρόνο τον εφοπλισμό αυτού είχε η δεύτερη εναγομένη: [Α] κατά τα χρονικά διαστήματα από 25.5.2019 έως και 8.6.2019, 20.7.2019 έως και 9.9.2019, 4.2.2020 έως 16.2.2020, 4.7.2020 έως 7.9.2020, εκτελούσε ακτοπλοϊκά (κυκλικά) δρομολόγια, με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, λιγότερα από πέντε (5) εβδομαδιαίως (περίπτωση που ρυθμίζεται από τη διάταξη της § 3 του ως άνω άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ), όπως αυτά περιγράφονται με λεπτομέρεια ανωτέρω και αναχωρούσε πρόωρα, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι (6) ωρών από την άφιξή του στο λιμάνι αφετηρίας τον Πειραιά και συγκεκριμένα: (α) την 28.5.2019, 30.5.2019, 4.6.2019 και 6.6.2019, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 10.20, 10.10, 10.20 και 10.00, αντίστοιχα και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 15.00, 14.00, 15.00 και 14.00, αντίστοιχα της ίδιας ημέρας, πραγματοποιώντας συνολικά (1,33 + 2,16 + 1,33 + 2,16=) 6.98 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (6.98/8=) 0,87 δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών, (β) την 20.7.2019, 21.7.2019, 23.7.2019, 25.7.2019, 27.7.2019, 28.7.2019, 30.7.2019, 1.8.2019,  3.8.2019, 4.8.2019, 6.8.2019, 8.8.2019, 10.8.2019, 11.8.2019, 13.8.2019, 15.8.2019, 17.8.2019, 18.8.2019, 20.8.2019, 22.8.2019, 24.8.2019, 25.8.2019, 27.8.2019, 29.8.2019, 31.8.2019, 1.9.2019, 3.9.2019, 5.9.2019, 7.9.2019 και 8.9.2019, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 09.40, 07.40, 10.20, 10.10, 09.40, 07.40, 10.20, 10.10, 09.40, 07.40, 10.20, 10.10, 09.40, 07.40, 10.20, 10.45, 09.40, 07.40, 10.20, 10.10, 09.40, 07.40, 10.20, 10.10, 09.40, 07.40, 10.20, 10.10, 09.40 και 07.40, αντίστοιχα και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00 και 13.00, αντίστοιχα της ίδιας ημέρας, πραγματοποιώντας συνολικά [(1,33 χ 7=) 9,31 + (2,16 χ 6=) 12,96 + (2,66 χ 8=) 21,28 + (ο,66 χ 8=) 5,28 + 2,75=) 51,58 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (51,58/8=) 6,44 δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών, (γ) την 6.2.2020, 11.2.2020, 13.2.2020, 18.2.2020, 20.2.2020, 25.2.2020, 27.2.2020, 3.3.2020, 5.3.2020, 10.3.2020, 12.3.2020, 17.3.2020, 19.3.2020, 24.3.2020, 26.3.2020, 31.3.2020, 2.4.2020, 10.4.2020, 12.4.2020, 14.4.2020, 16.4.2020, 21.4.2020, 23.4.2020, 25.4.2020, 28.4.2020, 30.4.2020, 2.5.2020, 5.5.2020, 7.5.2020, 9.5.2020, 12.5.2020 και 14.5.2020, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 11.10, 10.50, 11.10, 10.50, 11.10, 10.50, 11.10, 10.50, 11.10, 10.50, 11.10, 10.50, 11.10, 10.50, 11.10, 10.50, 11.10, 11.10, 13.10, 13.00, 11.10, 10.40, 11.10, 13.10, 10.40, 11.10, 13.10, 10.40, 11.10, 13.10, 10.40 και 11.10, αντίστοιχα και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 15.00, πλην την 12.4.2020 οπότε απέπλευσε 16.00 και την 25.4.2020, 2.5.2020 και 9.5.2020 οπότε απέπλευσε ώρα 17.00 της ίδιας ημέρας, πραγματοποιώντας συνολικά [(2,16 χ 18=) 38,88 + (1,83 χ 8=) 14,64 +  3,16 + (1,66 χ 4=) 6,64 + 4,00=) 67,32 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (67,32/8=) 8,41 δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών και (δ) την 5.7.2020, 7.7.2020, 9.7.2020, 11.7.2020, 12.7.2020, 14.7.2020, 16.7.2020, 18.7.2020, 19.7.2020, 21.7.2020, 23.7.2020, 25.7.2020, 26.7.2020, 28.7.2020, 30.7.2020, 1.8.2020, 2.8.2020, 4.8.2020, 6.8.2020, 8.8.2020, 9.8.2020, 11.8.2020, 13.8.2020, 15.8.2020, 16.8.2020, 18.8.2020, 20.8.2020, 22.8.2020, 23.8.2020, 25.8.2020, 27.8.2020, 29.8.2020, 30.8.2020, 1.9.2020, 3.9.2020, 5.9.2020 και 6.9.2020, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 10.45, 10.40, 10.10, 09.40, 10.45, 10.40, 10.10, 09.40, 10.45, 10.40, 10.10, 09.40, 10.45, 10.40, 10.10, 09.40, 10.45, 10.40, 10.10, 09.40, 10.45, 10.40, 10.10, 09.40, 10.45, 10.40, 10.10, 09.40, 10.45, 10.40, 10.10, 09.40, 10.45, 10.40, 10.10, 09.40 και 10.45, αντίστοιχα και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00, 13.00, 15.00, 14.00, 13.00 και 13.00, πραγματοποιώντας συνολικά [(3,75 χ 10=) 37,50 + (1,66 χ 9=) 14,94 +  (2,16 χ 9=) 19,44 + (2,66 χ 9=) 23,94 =) 95,82 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (95,82/8=) 11,97 δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών. [Β] Περαιτέρω, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, τα αποδεικτικά πορίσματα της οποίας δεν πλήττονται από κανέναν των διαδίκων, το εν λόγω πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από 10-9-2019 έως και 4-10-2019 πραγματοποιούσε, με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, έξι (6) κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα (περίπτωση που ρυθμίζεται από τη διάταξη της § 5 του ως άνω άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ), διάρκειας άνω των 12 ωρών και συνολικά, κατά το εν λόγω διάστημα εκτέλεσε 3,6 δρομολόγια εξπρές. Αποδείχθηκε, επομένως, ότι κατά τις ανωτέρω ημερομηνίες που εμπίπτουν στο χρόνο ναυτολογήσεως του ενάγοντος, καθόν χρόνο τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, ο ενάγων εδικαιούτο πρόσθετης αμοιβής για τις ανωτέρω πρόωρες αναχωρήσεις αυτού (δρομολόγια εξπρές) και συνολικά για (0,87 + 6,44 + 8,41 + 11,97 + 3,6 =) 31,29 δρομολόγια εξπρές, ανερχόμενη σε {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 € + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 € + αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αναλογία αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 693,72 €, όπως ο ενάγων αναφέρει με την αγωγή του (άρθρο 106 ΚΠολΔ)=] 3.662,68 επί 1/30 επί 31,29 δρομολόγια=} 3.820,17. Συνολικά για τα ανωτέρω δρομολόγια εξπρές ο ενάγων εδικαιούτο αμοιβής εκ ποσού ευρώ (2.352,24 + 3.820,17 =) 6.172,41. Οι εναγόμενες με το τρίτο σκέλος του τετάρτου λόγου της ένδικης έφεσής τους, επαναφέρουν παραδεκτώς, ως εναγόμενοι – εφεσίβλητοι – εκκαλούντες, δεδομένου ότι μετά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, οι λοιποί λόγοι έφεσης λογίζονται ως ισχυρισμοί ή ενστάσεις και εξετάζονται υπό την ιδιότητα αυτή (ΑΠ 1634/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), εφόσον για το ορισμένο του ισχυρισμού τους γίνεται σαφώς αναφορά με την ένδικη έφεση στη σελίδα 24 των εγγράφων προτάσεων που αυτές κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, τον ισχυρισμό τους ότι έναντι της ένδικης απαίτησης του ενάγοντος, κατέβαλαν σε αυτόν συνολικά το ποσό των ευρώ 5.011,90 και συγκεκριμένα το ποσό των ευρώ 254,33 τον μήνα Απρίλιο 2019, το ποσό των ευρώ 114,78 τον μήνα Μάιο 2019, το ποσό των ευρώ 33,16 τον μήνα Ιούνιο 2019, το ποσό των ευρώ 354,24 τον μήνα Αύγουστο 2019, το ποσό των ευρώ 729,67 τον μήνα Σεπτέμβριο 2019,το ποσό των ευρώ 207,77 τον μήνα Οκτώβριο 2019 και επιπλέον τον ίδιο μήνα για την ίδια αιτία το ποσό των ευρώ 17,74 αναδρομικά, το ποσό των ευρώ 80,11 τον μήνα Νοέμβριο 2019, το ποσό των ευρώ 132,58 τον μήνα Δεκέμβριο 2019, το ποσό των ευρώ 77,72 τον μήνα Ιανουάριο 2020, το ποσό των ευρώ 145,26 τον μήνα Φεβρουάριο 2020, το ποσό των ευρώ 195,78 τον μήνα Μάρτιο 2020, το ποσό των ευρώ 214,00 τον μήνα Απρίλιο 2020, το ποσό των ευρώ 111,44 τον μήνα Μάιο 2020, το ποσό των ευρώ 423,86 τον μήνα Ιούλιο 2020, το ποσό των ευρώ 491,07 τον μήνα Αύγουστο 2020, το ποσό των ευρώ 127,69 τον μήνα Σεπτέμβριο 2020, το ποσό των ευρώ 970,07 τον μήνα Ιανουάριο 2021, το ποσό των ευρώ 261,03 τον μήνα Φεβρουάριο 2021 και το ποσό των ευρώ 69,60 τον μήνα Απρίλιο 2021. Ο ενάγων με τις προτάσεις που κατέθεσε επί της εν λόγω εφέσεως των εναγομένων συνομολογεί τις εν λόγω καταβολές και ότι αυτές έγιναν έναντι της ένδικης απαίτησης, πλην της καταβολής του ποσού των ευρώ 970,07 τον μήνα Ιανουάριο 2021 και του ποσού των ευρώ 261,03 τον μήνα Φεβρουάριο 2021, ισχυριζόμενος ειδικότερα ως προς αυτές ότι, με την ένδικη αγωγή του δεν αξιώνει αμοιβή για δρομολόγια εξπρές για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο του έτους 2021, και ως εκ τούτου, τα ανωτέρω ποσά που οι εναγόμενες διατείνονται ότι κατέβαλαν στον ενάγοντα για την εν λόγω αιτία και δη € 970,07 τον μήνα Ιανουάριο 2021 και € 261,03 τον μήνα το Φεβρουάριο 2021, δεν θα πρέπει να αφαιρεθούν από τις λοιπές αξιώσεις του που περιλαμβάνονται στο εν λόγω κονδύλιο. Εν τούτοις, ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του (σχετικά σελ. 26) αξιώνει αμοιβή για 9,6 δρομολόγια που το πλοίο πραγματοποίησε κατά το χρονικό διάστημα από 6.1.2021 έως 8.2.2021, με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, εκ του γεγονότος ότι το πλοίο πραγματοποιούσε κατά το ανωτέρω διάστημα, επτά κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα. Επιπλέον, αν και οι εναγόμενες σαφώς αναφέρουν ότι τις ανωτέρω καταβολές πραγματοποίησαν προς εξόφληση της απαίτησης του ενάγοντος για πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, γεγονός που αποδεικνύεται και από τις έγγραφες αποδείξεις μισθοδοσίας, εφόσον σε αυτές αναγράφεται ως αιτιολογία καταβολής «διπλά δρομολόγια», ο ενάγων δεν επικαλείται ότι οι καταβολές αυτές αφορούν άλλο χρέος, με αποτέλεσμα να κρίνεται βάσιμη στην ουσία της η εν λόγω ένσταση των εναγομένων περί μερικής καταβολής στον ενάγοντα, έναντι της ένδικης απαίτησής του, του ανωτέρω ποσού των ευρώ 5.011,90. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση η οποία απέρριψε ως αβάσιμη στην ουσία της την εν λόγω περί μερικής καταβολής ένσταση των εναγομένων και πρέπει, κατά τούτο, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και το παρόν Δικαστήριο πρέπει να κρατήσει και να δικάσει την εν λόγω ένσταση περί μερικής καταβολής στην ουσία της (άρθρο 535 ΚΠολΔ). Κατόπιν των ανωτέρω, κρίνεται ότι οι εναγόμενες, έναντι της εν λόγω ένδικης απαίτησης του ενάγοντος, κατέβαλαν σε αυτόν το ποσό των ευρώ 5.011,90 και επομένως, συνεχίζουν να οφείλουν στο ενάγοντα για την ανωτέρω αιτία το ποσό των ευρώ (6.172,41 μείον 5.011,90=) 1.160,51 το οποίο (οφειλόμενο υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής για δρομολόγια εξπρές), κατ’ εφαρμογή του άρθρου 422 ΑΚ ενόψει του ότι οι λόγω καταβολές καταλογίζονται στα αρχαιότερα χρέη, αφορά (α) τα πραγματοποιηθέντα την 16.3.2021, 23.3.2021, 30.3.2021, 6.4.2021, 13.4.2021 και 20.4.2021, ήτοι κατά τη διάρκεια της έκτης ένδικης ναυτολόγησης του ενάγοντος, οπότε πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη, (2,18) δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών για τα οποία, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία κατά τα άνω δεν εξαφανίσθηκε με την παρούσα απόφαση, ο ενάγων εδικαιούτο πρόσθετης αμοιβής ποσού ευρώ (4.515,16 συνολικές μηνιαίες αποδοχές κατά την μη εκκληθείσα κατά τούτο εκκαλουμένη απόφαση επί 1/30 επί 2,18=) 328,10 και (β) το υπόλοιπο ποσό των ευρώ (1.160,51 μείον 328,10=) 832,41 αφορά υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής για την πρόωρη αναχώρηση του εν λόγω πλοίου την 2.8.2020, καθώς και την αναλογούσα πρόσθετη αμοιβή για την πρόωρη αναχώρηση του εν λόγω πλοίου την 4.8.2020, 6.8.2020, 8.8.2020, 9.8.2020, 11.8.2020, 13.8.2020, 15.8.2020, 16.8.2020, 18.8.2020, 20.8.2020, 22.8.2020, 23.8.2020, 25.8.2020, 27.8.2020, 29.8.2020, 30.8.2020, 1.9.2020, 3.9.2020, 5.9.2020 και 6.9.2020, οπότε τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη. Ο ενάγων περαιτέρω με την ένδικη αγωγή του αξιώνει πρόσθετη αμοιβή, εκ ποσού ευρώ 5.945,98, για 57,14 δρομολόγια εξπρές, διάρκειας άνω των έξι (6)  και κάτω των δώδεκα (12) ωρών διότι, κατά τα χρονικά διαστήματα από 25-5-2019 έως 8-6-2019, από 20-7-2019 έως 9-9-2019, από 4-2-2020 έως 14-5-2020 και από 4-7-2020 έως 7-9-2020, οπότε τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου είχε η δεύτερη εναγομένη, το ανωτέρω πλοίο, κατά τις ημέρες Δευτέρα και Παρασκευή, με την άφιξή του στο λιμάνι της Ρόδου (έχοντας προηγούμενα αποπλεύσει προς εκτέλεση δρομολογίου από το λιμάνι του Πειραιά), δεν παρέμενε στο λιμάνι επί εξάωρο, αλλά πρόωρα αναχωρούσε προς εκτέλεση προσθέτου κυκλικού δρομολογίου και δη απέπλεε τις ώρες και ημέρες που αναλυτικά αναφέρει στην αγωγή, από το λιμάνι της Ρόδου, την ίδια ημέρα με την άφιξή του από τον Πειραιά με προορισμό το Καστελόριζο και επέστρεφε στη Ρόδο αυθημερόν, οπότε και αναχωρούσε αυθημερόν για το λιμάνι του Πειραιά, η δε διάρκεια του εν λόγω «παρένθετου», κατά την αγωγή, κυκλικού δρομολογίου ανήρχετο σε 7,40 ώρες. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι κάθε Τετάρτη,  το πλοίο, με την άφιξή του στο λιμάνι της Ρόδου (έχοντας προηγούμενα αποπλεύσει προς εκτέλεση δρομολογίου από το λιμάνι του Πειραιά), δεν παρέμενε στο λιμάνι επί εξάωρο, αλλά πρόωρα αναχωρούσε προς εκτέλεση προσθέτου κυκλικού δρομολογίου και δη απέπλεε τις ώρες και ημέρες που αναλυτικά αναφέρει στην αγωγή, από το λιμάνι της Ρόδου, την ίδια ημέρα με την άφιξή του, με προορισμό την Κάρπαθο και Κάσο, απ’ όπου επέστρεφε στη Ρόδο αυθημερόν, οπότε και αναχωρούσε αυθημερόν για το λιμάνι του Πειραιά, η δε διάρκεια του εν λόγω «παρένθετου», κατά την αγωγή, κυκλικού δρομολογίου ανήρχετο σε 9,45 ώρες. Η ένδικη αγωγή, ως προς το εν λόγω κονδύλιο, απερρίφθη ως αβάσιμη στην ουσία της με την εκκαλουμένη απόφαση, διότι κρίθηκε ότι κατά τα εν λόγω χρονικά διαστήματα μοναδικό λιμάνι αφετηρίας των δρομολογίων που εκτελούσε το εν λόγω πλοίο, αποτελούσε το λιμάνι του Πειραιά. Ο ενάγων με το τρίτο σκέλος του τρίτου λόγου της ένδικης έφεσής του πλήττει κατά τούτο την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, αλλά και για εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, όπως αναλύεται και ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, το ανωτέρω πλοίο Ε/Γ-Ο/Γ ΜΣΧ, ήταν τακτικώς δρομολογημένο από 1-11-2018 έως 31-10-2019 στις τακτικές δρομολογιακές γραμμές: α) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος  – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Ιός –Θήρα, (β) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Πάρος – Πειραιάς, (γ) Πειραιά – Θήρα – Ίος – Νάξος – Πάρος – Μύκονος – Τήνος – Άνδρος – Ραφήνα» (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2251.1-1/80847/31-10-2019 ανακοίνωση δήλωσης τακτικής δρομολόγησης περιόδου 2018-2019 του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής) από 1-11-2019 έως 31-10-2020 στις τακτικές δρομολογιακές γραμμές: α) Πειραιάς – Πάρος  – Νάξος – (Ίος) – Θήρα, (β) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος  – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Ίος –Θήρα και (γ) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος – Μύκονος – Πάρος -Νάξος – Πειραιά (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2251.1-1/78830/31-10-2019 ανακοίνωση δήλωσης τακτικής δρομολόγησης περιόδου 2019-2020 του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής) και από 1-11-2020 έως 31-10-2021 στις τακτικές δρομολογιακές γραμμές: α) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος  – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Ιός –Θήρα και επιστροφή, β) Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος  – Μύκονος – Πάρος – Νάξος – Πειραιάς, γ) Πειραιάς – Θήρα – Ίος – Νάξος – Πάρος – Μύκονος – Τήνος – Άνδρος – Ραφήνα, δ) Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Εύδηλος – Καρλόβασι – Βαθύ και επιστροφή, ε) Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Αγ, Κύρηκος – Φούρνοι – Καρλόβασι – Βαθύ και επιστροφή, στ) Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Εύδηλος – Φούρνοι – Καρλόβασι – Βαθύ και επιστροφή, ζ) Πειραιάς – Πάρος – Νάξος – Θήρα και επιστροφή (σχετικά με αριθμό πρωτ. 2251.1-1/72494/20/31-10-2020 ανακοίνωση δήλωσης δρομολόγησης περιόδου 2020-2021 του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής). Επιπλέον, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του ενάγοντος, το ανωτέρω πλοίο, σε αντικατάσταση του Ε/Γ-Ο/Γ ΜΣΠ εξυπηρετούσε και τις δρομολογιακές γραμμές: (α) «Πειραιάς ή Λαύριο – Πάτμος – Λειψοί – Λέρος – Κάλυμνος – Κως – Σύμη – Ρόδος», (β) «Πειραιάς ή Λαύριο – Αστυπάλαια – Κάλυμνος – Κως – Νίσυρος – Τήλος – Ρόδος», (γ) «Πειραιάς ή Λαύριο –Κάλυμνος – Κως – Νίσυρος – Τήλος – Σύμη – Ρόδος», (δ) «Ρόδος – Καστελόριζο», (ε) «Ρόδος – Κάσος – Κάρπαθος – Ρόδος και Ρόδος – Κάρπαθος – Ρόδος». Προς εξυπηρέτηση δε των ανωτέρω δρομολογιακών γραμμών το εν λόγω πλοίο, όπως αναφέρει ο ενάγων με την αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων (α) κατά τα χρονικά διαστήματα από 25-5-2019 έως 8-6-2019, από 20-7-2019 έως 9-9-2019, από 4-2-2020  έως 19-4-2020 και από 4-7-2020 έως 7-9-2020,  κάθε Τρίτη και ώρα 15.00, απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά για Πάτμο – Λειψούς – Λέρο – Κάλυμνο – Κω – Σύμη – Ρόδο, όπου κατέπλεε την Τετάρτη, απ’ όπου αναχωρούσε πρόωρα ήτοι προ της παρελεύσεως έξι ωρών προς πραγματοποίηση του τοπικού δρομολογίου Ρόδος – Κάρπαθος – Κάσος, κατέπλεε δε με την ολοκλήρωση αυτού την ίδια ημέρα Τετάρτη στο λιμάνι της Ρόδου, απ’ όπου απέπλεε αυθημερόν, προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την αύξησή του με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε, αφού προσέγγιζε τους ίδιους ως άνω λιμένες με αντίστροφη φορά, ώρα 10.10, πλην του χρονικού διαστήματος από 4-2-2020  έως 19-4-2020, οπότε κατέπλεε ώρα 11.10 της Πέμπτης. Την ίδια ημέρα (Πέμπτη) και προ της συμπληρώσεως έξι ωρών στο εν λόγω λιμάνι, το πλοίο απέπλεε εκ νέου ώρα 14.00, πλην του χρονικού διαστήματος από 4-2-2020 έως 19-4-2020 οπότε απέπλεε ώρα 15.00,  προς εκτέλεση δρομολογίου της δρομολογιακής γραμμής Πειραιάς – Λειψοί – Κάλυμνος – Κως – Νίσυρο – Τήλος – Σύμη – Ρόδο, όπου κατέπλεε ημέρα Παρασκευή, απ’ όπου αναχωρούσε πρόωρα, ήτοι προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του, προς πραγματοποίηση του τοπικού δρομολογίου Ρόδος – Καστελόριζο, κατέπλεε δε με την ολοκλήρωση αυτού την ίδια ημέρα Παρασκευή στο λιμάνι της Ρόδου, απ’ όπου απέπλεε αυθημερόν, προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε, αφού προσέγγιζε τους ίδιους ως άνω λιμένες με αντίστροφη φορά, ώρα 09.40 του Σαββάτου, πλην του χρονικού διαστήματος από 4-2-2020  έως 19-4-2020 οπότε κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 13.10 της ημέρας του Σαββάτου. Την εν λόγω πλοίο  απέπλεε ημέρα Κυριακή και ώρα 13.00, πλην του χρονικού διαστήματος από 4-2-2020  έως 19-4-2020 οπότε απέπλεε ώρα 12.00, από το λιμάνι του Πειραιά, προς εκτέλεση δρομολογίου της δρομολογιακής γραμμής Πειραιάς – Αστυπάλαια – Κάλυμνος – Κως – Νίσυρος – Τήλος –  Ρόδος, όπου κατέπλεε την Δευτέρα, απ’ όπου αναχωρούσε πρόωρα ήτοι προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του, προς πραγματοποίηση του τοπικού δρομολογίου Ρόδος – Καστελόριζο, επέστρεφε δε με την ολοκλήρωση αυτού την ίδια ημέρα Δευτέρα, στο λιμάνι της Ρόδου, απ’ όπου απέπλεε αυθημερόν, προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε, αφού προσέγγιζε τους ίδιους ως άνω λιμένες με αντίστροφη φορά, ώρα 10.20 της Τρίτης, πλην του χρονικού διαστήματος από 4-2-2020 έως 19-4-2020 οπότε κατέπλεε την ημέρα Τρίτης ώρα 10.50. Επιπλέον, (β) κατά το χρονικό διάστημα από 20-4-2020 έως 14-5-2020, κάθε Τρίτη απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 15.00, για εκτέλεση δρομολογίου της δρομολογιακής γραμμής Πειραιάς – Πάτμο – Λειψοί – Λέρος – Κως – Σύμη – Ρόδος, όπου κατέπλεε την Τετάρτη, απ’ όπου αναχωρούσε πρόωρα ήτοι προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του, προς πραγματοποίηση του τοπικού δρομολογίου Ρόδος – Κάρπαθος – Κάσος, κατέπλεε δε με την ολοκλήρωση αυτού την ίδια ημέρα Τετάρτη στο λιμάνι της Ρόδου, απ’ όπου απέπλεε αυθημερόν, προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε, αφού προσέγγιζε τους ίδιους ως άνω λιμένες με αντίστροφη φορά, ώρα 11.10 την Πέμπτη. Την ίδια ημέρα (Πέμπτη), ώρα 15.00 απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά προς εκτέλεση δρομολογίου της δρομολογιακής γραμμής Πειραιάς –Λειψοί – Κάλυμνος – Κως  – Νίσυρος – Τήλος – Σύμη –Ρόδος, όπου κατέπλεε την Παρασκευή,  απ’ όπου αναχωρούσε πρόωρα ήτοι προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του, προς πραγματοποίηση του τοπικού δρομολογίου Ρόδος – Καστελόριζο, επέστρεφε δε με την ολοκλήρωση αυτού την ίδια ημέρα Παρασκευή στο λιμάνι της Ρόδου, απ’ όπου απέπλεε αυθημερόν, προ της παρελεύσεως έξι ωρών από την άφιξή του με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά, όπου κατέπλεε, αφού προσέγγιζε τους ίδιους ως άνω λιμένες με αντίστροφη φορά, ώρα 13.10 του Σαββάτου. Οι εναγόμενες, δεν αμφισβητούν την εκτέλεση των προαναφερομένων τοπικών δρομολογίων από Ρόδο προς Καστελόριζο με επιστροφή και από Ρόδο προς Κάρπαθο – Κάσο με επιστροφή, καθώς και τους χρόνους απόπλου και κατάπλου του πλοίου που αναφέρει ο ενάγων στην ένδικη αγωγή του, αμφισβητούν εν τούτοις την ένδικη απαίτηση του ενάγοντος, για λήψη πρόσθετης αμοιβής για δρομολόγια «εξπρές», από τον πρόωρο, ήτοι προ της παρέλευσης έξι ωρών από τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι της Ρόδου, απόπλου προς εκτέλεση των ανωτέρω τοπικών δρομολογίων, ισχυριζόμενες ειδικότερα ότι, κατά εν λόγω χρονικά διαστήματα, δεν υπήρχαν δύο λιμάνια αφετηρίας για τα δρομολόγια του εν λόγω πλοίου, αλλά μοναδικό λιμάνι αφετηρίας ήταν το λιμάνι του Πειραιά και το δρομολόγιο ένα ενιαίο. Εν τούτοις, εν προκειμένω απεδείχθη ότι, κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα, στο ανωτέρω πλοίο είχαν ανατεθεί, με τις προαναφερόμενες διοικητικές πράξεις και αυτό εξυπηρετούσε, τρεις κύριες δρομολογιακές γραμμές, ήτοι γραμμές συνδέουσες δύο (2) τουλάχιστον λιμένες, έχουσες ως αφετήριο λιμένα τον Πειραιά και εκτεινόμενες σε πλείονες του ενός Νομούς (άρθρο 2 περ. 1 του άρθρου 2 του ΠΔ 814/1974) και δη τις δρομολογιακές γραμμές (α) «Πειραιάς ή Λαύριο – Πάτμος – Λειψοί – Λέρος – Κάλυμνος – Κως – Σύμη – Ρόδος», (β) «Πειραιάς ή Λαύριο – Αστυπάλαια – Κάλυμνος – Κως – Νίσυρος – Τήλος – Ρόδος», και (γ) «Πειραιάς ή Λαύριο –Κάλυμνος – Κως – Νίσυρος – Τήλος – Σύμη – Ρόδος», με λιμάνι αφετηρίας, κατά τον ένδικο χρόνο, το λιμάνι του Πειραιά και, επιπλέον, του είχαν ανατεθεί και εκτελούσε δύο τοπικές δρομολογιακές γραμμές, ήτοι γραμμές συνδέουσες δύο (2) τουλάχιστον λιμένες  εκτεινόμενες  εντός  των  ορίων  του  αυτού  Νομού (άρθρο 2 περ.3 ανωτέρω ΠΔ) και δη οι τοπικές δρομολογιακές γραμμές (α) «Ρόδος – Καστελόριζο» και (β) «Ρόδος – Κάσος – Κάρπαθος – Ρόδος και Ρόδος – Κάρπαθος – Ρόδος». Μάλιστα, στις τρεις πρώτες κύριες δρομολογιακές γραμμές με λιμάνι αφετηρίας τον Πειραιά και λιμάνι προορισμού τη Ρόδο, δεν περιλαμβάνονταν ως λιμάνια προσεγγίσεως τα λιμάνια των νήσων Καστελόριζου, Καρπάθου και Κάσου. Ως εκ τούτου, εφόσον ως δρομολόγιο, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία σκέψη της παρούσας, ορίζεται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας, το εν θέματι πλοίο εκτελούσε προς εξυπηρέτηση των ανωτέρω δρομολογιακών γραμμών, πλείονα του ενός δρομολόγια, η αφετηρία των οποίων διέφερε ανάλογα με το ποία δρομολογιακή γραμμή εξυπηρετείτο κάθε φορά. Κατά συνέπεια, το δρομολόγιο Ρόδος – Καστελλόριζο ή Ρόδος – Κάρπαθος – Ρόδος ή Ρόδος – Κάσος – Κάρπαθος – Ρόδος, είχε ως λιμάνι αφετηρίας το λιμάνι της Ρόδου. Το γεγονός ότι τα ανωτέρω τοπικά δρομολόγια εκτελούντο, μετά την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι προορισμού στα πλαίσια δρομολογίου προς εκτέλεση κάποιας από τις τρεις πρώτες, ανωτέρω αναφερόμενες, κύριες δρομολογιακές γραμμές που εκτελούσε το εν λόγω πλοίο και πριν την επιστροφή του στο λιμάνι αφετηρίας αυτού του δρομολογίου, δεν καθιστούν τα λιμάνια των νήσων Καστελόριζου, Κάσου και Καρπάθου ενδιάμεσα λιμάνια, του δρομολογίου της κύριας δρομολογιακής γραμμής σε εκτέλεση της οποίας το πλοίο κατέπλεε στο λιμάνι της Ρόδου ως λιμάνι προορισμού με λιμένα αφετηρίας τον Πειραιά, διότι, όπως απεδείχθη και αναφέρεται ανωτέρω, οι εν λόγω λιμένες (Καστελόριζου, Κάσου και Καρπάθου) δεν περιλαμβάνονταν στις κύριες δρομολογιακές γραμμές. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εναγόμενες, δια παραπομπής σε νομολογία πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ισχυρίζονται ότι, τα ανωτέρω ισχύουν έστω κι αν με τις σχετικές αποφάσεις της Διεύθυνσης Θαλασσίων Συγκοινωνιών και Νησιωτικής Πολιτικής, τα δρομολόγια άγονης γραμμής χαρακτηρίζονται ως αυτοτελείς επιδοτούμενες γραμμές, πλην όμως η αυτοτέλειά τους εξαντλείται στη δικαιολόγηση της επιδότησης και της παροχής του σχετικού ειδικού επιδόματος στους ναυτικούς και δεν επεκτείνεται στον τρόπο υπολογισμού των δρομολογίων εξπρές. Εν τούτοις, όπως αναφέρεται και στην οικεία σκέψη της παρούσας, η έννοια του δρομολογίου της παρ. 1 του άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 170 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», στο οποίο, το δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέρα και ώρα ιδιαίτερο ταξίδι προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής”. Κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, ο σκοπός της θέσπισης του άρθρου 33 της ανωτέρω ΣΣΝΕ, όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενο της παραγράφου 1 αυτού, κατά το οποίο «σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1).», είναι η χορήγηση ικανού χρόνου ανάπαυσης στον Πλοίαρχο του πλοίου και στο πλήρωμά του, για λόγους ασφαλείας. Η παροχή πρόσθετης αμοιβής στον ναυτικό, κατά την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου της εν λόγω ΣΣΝΕ προβλέπεται μόνον «Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και στο πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου.». Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, το ανωτέρω πλοίο, μετά την άφιξή του στο λιμάνι της Ρόδου ως λιμάνι προορισμού του εκάστοτε δρομολογίου που εκτελείτο στα πλαίσια των τριών πρώτων δρομολογιακών γραμμών, δεν παρέμενε στο λιμάνι της Ρόδου, λιμάνι αφετηρίας των ανωτέρω τοπικών δρομολογιακών γραμμών, προ της εξυπηρέτησης αυτών, τουλάχιστον έξι ώρες προ τον απόπλου για την εκτέλεση του εκάστοτε καθορισμένου τοπικού δρομολογίου, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα αυτού ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο. Για την πληρότητα της αιτιολογίας της παρούσας, αν και οι εναγόμενες δεν επικαλούνται ότι, εν προκειμένω, συντρέχει κάποια από τις εξαιρέσεις της παρ. 6 του άρθρου 33 της ανωτέρω ΣΣΝΕ, το εν λόγω πλοίο δεν ήταν ημερόπλοιο, εφόσον, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, έπλεε προς εκτέλεση διαφόρων δρομολογίων και νυχτερινές ώρες, ήτοι από ώρας 23.00 έως ώρας 07.00, αλλά ούτε πλοίο τοπικών γραμμών, εφόσον εκτελούσε και μη τοπικά δρομολόγια, όπως αναλύεται ανωτέρω. Το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα δρομολόγια που το πλοίο εκτελούσε προς εξυπηρέτηση των ανωτέρω τοπικών δρομολογιακών γραμμών το ανωτέρω πλοίο, εκτελούσε την ημέρα, ήτοι μετά την 7.00 πμ και τα οποία ολοκληρώνονταν πριν την 23.00 μ.μ., δεν δύνανται να οδηγήσουν σε διαφορετική κρίση, διότι κατά τη σαφή διατύπωση της παρ. 6 του άρθρου 33 της ανωτέρω ΣΣΝΕ, η εξαίρεση από την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης, αφορά στο εάν το πλοίο τυγχάνει ημερόπλοιο και όχι αν το δρομολόγιο εκτελείται κατά τη διάρκεια της ημέρας. Όμοια, το γεγονός ότι τα εν λόγω δρομολόγια ήταν τοπικά, δεν δύνανται να οδηγήσουν σε κρίση ότι πρόκειται για περίπτωση εξαίρεσης κατά την παρ. 6 του ανωτέρω άρθρου, διότι κατά τη σαφή διατύπωση της παρ. 6 του άρθρου 33 της ανωτέρω ΣΣΝΕ, η εξαίρεση από την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης αφορά το εάν το πλοίο εκτελεί τοπικά δρομολόγια και όχι εάν τα εκτελούμενα δρομολόγια είναι τοπικά, εν προκειμένω δε απεδείχθη ότι το πλοίο εκτελούσε και άλλα μη τοπικά δρομολόγια. Ως εκ τούτου, κρίνεται ότι ο ενάγων δικαιούται πρόσθετης αμοιβής (όμοια ΕΠ 34/2018 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιά) η οποία θα πρέπει να υπολογισθεί, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 33 της ανωτέρω ΣΣΝΕ, όπως αξιώνει και ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του, δεδομένου ότι εν προκειμένω δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 5 του ιδίου άρθρου, ήτοι το πλοίο δεν εκτελούσε τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας των εν λόγω δρομολογίων, ήτοι το λιμάνι της Ρόδου. Κατόπιν των ανωτέρω, έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση στην εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ, καθώς επίσης και στην εκτίμηση των αποδείξεων, απορρίπτοντας αυτήν ως αβάσιμη στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξιώνει καταβολή πρόσθετης αμοιβής για τα αμέσως ανωτέρω αναφερόμενα δρομολόγια και πρέπει, γενομένου δεκτού του τρίτου σκέλους του τρίτου λόγου της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, να εξαφανισθεί κατά τούτο η εκκαλουμένη απόφαση, και αφού το παρόν Δικαστήριο κρατήσει την ένδικη υπόθεση, πρέπει να δικάσει αυτή περαιτέρω στην ουσία της (άρθρο 535 ΚΠολΔ). Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, απεδείχθη ότι, το εν λόγω πλοίο, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, εκτελούσε ακτοπλοϊκά (κυκλικά) δρομολόγια, διάρκειας μεγαλύτερης των έξι [6] και μικρότερης των δώδεκα [12] ωρών, με αφετηρία το λιμάνι της Ρόδου, λιγότερα από πέντε (5) εβδομαδιαίως (περίπτωση που ρυθμίζεται από τη διάταξη της § 3 του ως άνω άρθρου 33 της εφαρμοζόμενης εν προκειμένω ΣΣΝΕ), όπως αυτά περιγράφονται με λεπτομέρεια ανωτέρω και αναχωρούσε, προς εκτέλεση δρομολογίου για την εξυπηρέτηση των ανωτέρω τοπικών δρομολογιακών γραμμών πρόωρα, ήτοι προ της συμπληρώσεως έξι (6) ωρών από την άφιξή του στο ανωτέρω λιμάνι της Ρόδου, και συγκεκριμένα: [α] την 27.5.2019, 29.5.2019, 31.5.2019, 3.6.2019, 5.6.2019 και 7.6.2019, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της Ρόδου ώρα 05.35, 06.20, 07.35, 05.35, 06.20 και 07.35, αντίστοιχα, και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45 και 08.30, αντίστοιχα, πραγματοποιώντας συνολικά (3,58 +  4,58 + 5,08 + 3,58 + 4,58 + 5,08=) 26,48 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (26,48/8=) 3,31 δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των έξι [6] και μικρότερης των δώδεκα [12] ωρών, [β] την 22.7.2019, 24.7.2019, 26.7.2019, 29.7.2019, 31.7.2019, 2.8.2019, 5.8.2019, 7.8.2019, 9.8.2019, 12.8.2019, 14.8.2019, 16.8.2019, 19.8.2019, 21.8.2019, 23.8.2019, 26.8.2019, 28.8.2019, 30.8.2019, 2.9.2019, 4.9.2019, 6.9.2019 και 9.9.2019, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της Ρόδου ώρα 05.35, 06.20, 07.35, 05.35, 06.20, 07.35, 05.35, 06.20, 07.35, 05.35, 06.20, 07.35, 05.35, 06.20, 07.35, 05.35, 06.20, 07.35, 05.35, 06.20, 07.35 και 05.35, αντίστοιχα, και απέπλευσε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30 και 07.00, αντίστοιχα, πραγματοποιώντας συνολικά 96,26 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (96,26/8=) 12,03 δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των έξι [6] και μικρότερης των δώδεκα [12] ωρών, [γ] την 5.2.2020, 7.2.2020, 10.2.2020, 12.2.2020, 14.2.2020, 17.2.2020, 19.2.2020, 21.2.2020, 24.2.2020, 26.2.2020, 28.2.2020, 2.3.2020, 4.3.2020, 6.3.2020, 9.3.2020, 11.3.2020, 13.3.2020, 16.3.2020, 18.3.2020, 20.3.2020, 23.3.2020, 25.3.2020, 27.3.2020, 30.3.2020, 1.4.2020, 3.4.2020, 6.4.2020, 9.4.2020, 11.4.2020, 13.4.2020, 15.4.2020, 17.4.2020, 22.4.2020, 24.4.2020, 29.4.2020, 1.5.2020, 6.5.2020, 8.5.2020 και 13.5.2020, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της Ρόδου ώρα 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.10, 06.20, 09.20, 06.20, 09.20, 06.20, 09.20, 06.20, 09.20 και 06.20,  αντίστοιχα, απέπλευσε δε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 07.00, 07.45, 10.00, 12.00, 07.45, 10.00, 07.45, 10.00, 07.45, 10.00, 07.45, 10.00 και 07.45, αντίστοιχα, πραγματοποιώντας συνολικά 194,37 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (194,37 /8=) 24,29 δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των έξι [6] και μικρότερης των δώδεκα [12] ωρών, [δ] την 6.7.2020, 8.7.2020, 10.7.2020, 13.7.2020, 15.7.2020, 17.7.2020, 20.7.2020, 22.7.2020, 24.7.2020, 27.7.2020, 31.7.2020, 3.8.2020, 5.8.2020, 7.8.2020, 10.8.2020, 12.8.2020, 14.8.2020, 17.8.2020, 19.8.2020, 21.8.2020, 24.8.2020, 26.8.2020, 28.8.2020, 31.8.2020, 2.9.2020, 4.9.2020 και 7.9.2020, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της Ρόδου ώρα 06.20, 06.20, 07.35, 06.20, 06.20, 07.35, 06.20, 06.20, 07.35, 06.20, 06.20, 07.35, 06.20, 06.20, 07.35, 06.20, 06.20, 07.35, 06.20, 06.20, 07.35, 06.20, 06.20, 07.35, 06.20, 06.20, 07.35  και 06.20, αντίστοιχα, απέπλευσε δε προς εκτέλεση νέου δρομολογίου ώρα 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30, 07.00, 07.45, 08.30 και 07.00, αντίστοιχα, πραγματοποιώντας συνολικά 140,06 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αναλογούν σε (140,06/8=) 17,50 δρομολόγια εξπρές διάρκειας μεγαλύτερης των έξι [6] και μικρότερης των δώδεκα [12] ωρών. Συνολικά, το ανωτέρω πλοίο, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, οπότε τον εφοπλισμό του αυτού είχε η δεύτερη εναγομένη, πραγματοποίησε συνολικά (3,31 + 12,03 + 24,29 + 17,50=) 57,13 δρομολόγια εξπρές, προς εκτέλεση των ανωτέρω τοπικών δρομολογιακών γραμμών, με λιμάνι αφετηρίας το λιμάνι της Ρόδου και ως εκ τούτου δικαιούται πρόσθετης αμοιβής, ανερχομένης στο ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αναλογία αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 693,72 €, όπως ο ενάγων αναφέρει με την αγωγή του (άρθρο 106 ΚΠολΔ)=] 3.662,68 επί 1/60 επί 57,13  δρομολόγια=} 3.487,48. Κατόπιν των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι, έναντι της απαίτησης του ενάγοντος περί καταβολής πρόσθετης αμοιβής για δρομολόγια εξπρές, η πρώτη των εναγομένων οφείλει σε αυτόν, ως πλοιοκτήτρια του εν λόγου πλοίου, το ποσό των ευρώ 328,10 και η δεύτερη εναγομένη, οφείλει σε αυτόν, ως έχουσα τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, το ποσό των ευρώ (832,41 + 3.487,48 =) 4.319,89. Εξάλλου, στις διατάξεις των άρθρων 68 – 81 του Ν. 3816/1958 «Περί Κυρώσεως Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου ΚΙΝΔ» (ΦΕΚ Α 32/28.2.1958) καταστρώνονται οι προβλεπόμενοι από αυτόν λόγοι λύσεως της σύμβασης ναυτικής εργασίας, εφαρμοζομένων παραλλήλως των ρυθμίσεων του κοινού δικαίου επί των μη ρυθμιζόμενων περιπτώσεων. Οι λόγοι αυτοί διαρθρώνονται σε δύο [2] κατηγορίες και, συγκεκριμένα, αφενός μεν σ’ εκείνους που επιφέρουν αυτόματα τη λύση της σύμβασης με τη συνδρομή ορισμένων γεγονότων (άρθρα 68, 70, 71) και, αφετέρου, σ’ εκείνους που ανάγονται στη βούληση των συμβαλλομένων (άρθρα 69 και 72 – 74), οι οποίοι λειτουργούν ύστερα από ενέργεια ενός μόνον από αυτούς (Ι. Ρόκας – Γ. Θεοχαρίδης, Ναυτικό Δίκαιο, 2015, αρ. 148, σελ. 80, Α. Κιάντου – Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, 1989, σελ. 155 επομ.). Πέραν, όμως, αυτών είναι δυνατή η λύση της σύμβασης ναυτολογήσεως με τη θέληση αμφοτέρων των συμβαλλομένων (Α. Κιάντου – Παμπούκη, οπ., Γ. Μικρούδης, Η σύμβαση ναυτικής εργασίας, σε ΕΕΔ 66/449 επομ. [454, υποσ. 49]), στα πλαίσια της συμβατικής ελευθερίας και της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης που σε νομοθετικό επίπεδο θεμελιώνονται στην διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ. Η λύση αυτή της σύμβασης ναυτικής εργασίας, με κοινή συναίνεση, δεν προβλέπεται στον ΚΙΝΔ, ο οποίος προνοεί μόνον για τη λύση της με τη θέληση του ενός συμβαλλομένου, προς την οποία και συνάπτει έννομες συνέπειες. Τέτοια συνέπεια προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 76, κατά την οποία ο απολυόμενος ναυτικός δικαιούται αποζημιώσεως, εκτός άλλων, στην περίπτωση κατά την οποία, χωρίς τούτο να δικαιολογείται εξαιτίας παραπτώματός του, ο πλοίαρχος καταγγέλλει τη σύμβαση της ναυτολογήσεώς του. Περίπτωση λύσεως της συμβάσεως με κοινή συναίνεση ανακύπτει και όταν, κατ’ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ, ο ναυτικός λαμβάνει την προβλεπόμενη από αυτήν άδεια αναπαύσεως, οπότε η σύμβασή του λύεται με την αποδοχή εκ μέρους του πλοιάρχου σχετικής αιτήσεώς του, δηλαδή με τη σύμπτωση των δηλώσεων βουλήσεώς τους κατ’ άρθρα 185, 189 και 192 ΑΚ (πρβλ ΟλΑΠ 25/1998, Δνη 1998/798 = ΔΕΝ 2000/382 = ΕΕμπΔ 1998/610 = ΕΕΝ 1998/634 = ΕΕΔ 1999/86 = ΕΝαυτΔ 1998/263 = ΝοΒ 1999/231, ΟλΑΠ 32/1997, Δνη 1997/1528 = ΕΕΝ 1997/431 = ΕΝαυτΔ 1998/369 = ΝοΒ 1998/198). Πράγματι, όπως [και] από τις διατάξεις του άρθρου 15 της ως άνω ΣΣΝΕ προκύπτει, η άδεια του ναυτικού, σε αντίθεση προς ό,τι συμβαίνει στη χερσαία εργασία, παρέχεται κατ’ αίτησή του μόνο αν, κατά την κρίση του πλοιάρχου, οι ανάγκες του πλοίου επιτρέπουν την χορήγησή της και σε περίπτωση μη χορήγησής της ο ναυτικός δικαιούται της αποζημίωσης που ορίζεται νόμιμα (ΜονΕφΠειρ. 83/2014, ο.π., Δ. Καμβύσης, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, 1982, άρθρο 60, σελ. 192). Στην ίδια αυτή περίπτωση της, με κοινή συναίνεση, λύσεως της σύμβασης ναυτολόγησης, δεν οφείλεται στον απολυόμενο λόγω λήψεως αδείας ναυτικό η αποζημίωση του άρθρου 76 ΚΙΝΔ (ΕφΠειρ. 111/2007, ΕΝαυτΔ 2007/406, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος Ι, 2004, άρθρο 75, σελ. 385), αφού για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής προϋποτίθεται μονομερής λύση της σύμβασης επερχόμενη με καταγγελία της εκ μέρους του πλοιάρχου (ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ο.π, ΕφΠειρ. 288/2011, ΠειρΝομ. 2012/173). Άλλως έχει το πράγμα και η αποζημίωση του άρθρου 76 ΚΙΝΔ εξακολουθεί οφειλομένη, όταν η λήψη της άδειας αναπαύσεως του ναυτικού εμφανίζεται ως προσχηματικός (τυπικός) λόγος της απολύσεώς του, ο οποίος υποκρύπτει σιωπηρή μονομερή καταγγελία της συμβάσεώς του. Στην περίπτωση αυτή, τον προσχηματικό χαρακτήρα του εμφανιζόμενου λόγου απολύσεως, οφείλει να επικαλεστεί και να αποδείξει ο ναυτικός που ενάγει για τη λήψη της αποζημίωσής του, το δε γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από τη μη επαναυτολόγησή του μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος διάρκειας της άδειάς του, παρά τις οχλήσεις του ναυτικού για την επαναπρόσληψή του (ΜονΕφΠειρ. 443/2015, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 741/2005, ΕΝαυτΔ 2005/444). Τέλος, σε περίπτωση απολύσεως ναυτικού που λαμβάνει χώρα σε λιμένα του εσωτερικού, συνεπεία καταγγελίας της συμβάσεώς του από τον πλοίαρχο, η αποζημίωσή του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 75 εδαφ. τελευταίο και 76 εδαφ. α ΚΙΝΔ, ισούται με τις πάσης φύσεως πάγιες και σταθερές αποδοχές του δεκαπέντε (15) ημερών κατά το χρόνο της απόλυσής του και για τον υπολογισμό της λαμβάνονται υπόψη ο καταβαλλόμενος μισθός κατά τον τελευταίο μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης (μισθός ενέργειας), το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή του, η αποζημίωση αδείας, τα επιδόματα εορτών και κάθε άλλη παροχή καταβαλλομένη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του τακτικώς καθ’ έκαστο μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς καθ’ ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΜονΕφΠειρ. 351/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΕφΠειρ. 172/2008, ΕΝαυτΔ 36/100, ΕφΠειρ. 719/2006, ΕΝαυτΔ 34/355, βλ. και Δ. Καμβύση, ο.π., άρθρο 76, σελ. 265), το άθροισμα των οποίων διαιρείται δια δύο [2] (ΜονΕφΠειρ. 71/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 231/2013, ο.π.). Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, προέκυψε ότι, ο ενάγων μετά την αποναυτολόγησή του την 4.10.2019, επαναυτολογήθηκε στο ίδιο πλοίο την 7.11.2019 και εργάσθηκε σε αυτό ως μέλος του οργανωμένου πληρώματός του, έως την 14.5.2020, οπότε έλαβε άδεια αναπαύσεως έως την 14.6.2014, όπως αναγράφηκε στο ναυτικό του φυλλάδιο. Ωστόσο, κατά τη λήξη της άδειας αυτής, όταν ζήτησε να επαναπροσληφθεί, όπως περί τούτου σαφώς κατέθεσε ο εξετασθείς υπ’ αυτού μάρτυρας, η εναγόμενη αρνήθηκε τη ναυτολόγησή του, η οποία, τελικώς πραγματοποιήθηκε αργότερα, στις 4.7.2020. Αποδεικνύεται, επομένως, σε συνάφεια και προς τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας ότι η λήψη της άδειας αναπαύσεώς την 14.5.2020 και η εκ του λόγου τούτου λύση της ανωτέρω (τέταρτης) ναυτολογήσεώς του εμφανίζεται ως προσχηματικός (τυπικός) λόγος της απολύσεώς του, ενώ σε αυτή υποκρύπτεται σιωπηρή μονομερή καταγγελία της ανωτέρω συμβάσεώς του εκ μέρους του πλοιάρχου του πλοίου, χωρίς ο ενάγων ναυτικός να βαρύνεται με οποιοδήποτε παράπτωμα, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται και από τη μη επαναυτολόγησή του, μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος διάρκειας της άδειάς του, ήτοι την 14.6.2020, παρά τις οχλήσεις των εναγομένων υπό του ενάγοντος για την επαναπρόσληψή του. Επομένως, ο τελευταίος έχει δικαίωμα λήψεως της προβλεπόμενης στο άρθρο 76 ΚΙΝΔ αποζημίωσης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που κατέληξε στο ίδιο αποδεικτικό πόρισμα, ορθώς τις αποδείξεις εκτίμησε, απορριπτομένου ως αβάσιμου του έκτου λόγου της Α έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του με τον οποίο οι εναγόμενες υποστηρίζουν ότι, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ότι, ο ενάγων ζήτησε την επαναυτολόγηση με τη λήξη της ανωτέρω χορηγηθείσας αδείας. Το γεγονός ότι ακολούθως και δη την 4.7.2020, ο ενάγων επαναυτολογήθηκε στο ανωτέρω πλοίο, όπως οι εναγόμενες υποστηρίζουν στα πλαίσια του υπό κρίση λόγου έφεσης, δεν αναιρεί τις ανωτέρω κρίσεις του παρόντος Δικαστηρίου, ενόψει του ότι μεσολάβησε ικανός χρόνος μεταξύ του πέρατος της αδείας του ενάγοντος (14.6.2020) οπότε και αιτήθηκε την επαναυτολόγησή του και της ναυτολογήσεως του ενάγοντος. Η εκκαλουμένη απόφαση, περαιτέρω, υπολόγισε το ποσό της αποζημιώσεως που δικαιούται ο ενάγων, με βάση το σύνολο των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, κατά το τελευταίο, πριν από την απόλυσή του μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, για τον προσδιορισμό του οποίου άθροισε στις πάγιες μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος (δηλαδή τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του) επιπλέον το μέσο όρο της υπερωριακής αμοιβής του εκ ποσού ευρώ 1.546,16, το επίδομα άγονης γραμμής και έχμασης οχημάτων και την πρόσθετη αμοιβή για κούρδισμα ρολογιών, υπολογίζοντας αυτές στο συνολικό ύψος των τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων δεκαπέντε ευρώ και δεκαέξι λεπτών [4515,16 €]) και αφού προσδιόρισε το αναλογούν ποσό ημερησίως και πολλαπλασίασε αυτό επί δεκαπέντε [15] ημέρες επιδικάστηκε, για την αιτία αυτή στον ενάγοντα, το ποσό των (2.709,15 €). Το πόρισμα αυτό πλήττουν αμφότερες οι διάδικες πλευρές, επικαλούμενες αμφότερες εσφαλμένο υπολογισμό της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, και, επιπλέον, οι μεν εναγόμενες, με το τρίτο σκέλος του ίδιου (έκτου) λόγου της Α έφεσης, ότι για την εξαγωγή του συνόλου των πάγιων αποδοχών του αντιδίκου της δεν έπρεπε να συνυπολογιστεί το επίδομα αδείας του, ο δε ενάγων, με το δεύτερο σκέλος του τετάρτου λόγου της Β έφεσης ότι έπρεπε για τον ίδιο σκοπό, να συνυπολογιστεί η αναλογία του δώρου εορτών. Εν τούτοις, ο ισχυρισμός των εναγομένων περί εσφαλμένου συνυπολογισμού στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος της επιδόματος αδείας, τυγχάνει αβάσιμος ως και ανωτέρω αναλύεται. Ο ισχυρισμός δε του ενάγοντος ότι εσφαλμένως δεν συνυπολογίσθηκε η αναλογία δώρου εορτών, τυγχάνει αβάσιμος, διότι ο ίδιος με την ένδικη αγωγή του δεν συνυπολόγισε στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές, επί τη βάσει των οποίων αξίωσε τον υπολογισμό της εν λόγω αποζημιώσεώς του, την αναλογία των δώρων εορτών. Αντιθέτως, πλημμέλεια της εκκαλουμένης αποφάσεως αποτελεί, κατά τα προαναφερθέντα, κατά παραδοχή ως βασίμου στην ουσία του του πρώτου σκέλους του έκτου λόγου της έφεσης των εναγομένων ο, για τον ίδιο σκοπό, ενόψει των ανά μήνα διαφοροποιήσεων της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, συνυπολογισμός του μέσου όρου υπερωριακής αμοιβής αυτού, ο οποίος (μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής) υπολογίζεται, λόγω των διαφορετικών ναυτολογήσεων, ανά ναυτολόγηση, στα πλαίσια της τρίτης των ενδίκων ναυτολογήσεων, οπότε ελύθη η ανωτέρω σύμβαση ναυτολόγησης, ενόψει της οποίας κρίνεται ότι ο ενάγων δικαιούται αποζημίωση απολύσεως, δεδομένου ότι ο μέσος όρος αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος κατά την τρίτη ναυτολόγηση ανέρχεται σε ευρώ [8.550,36 συνολική αμοιβή που εδικαιούτο ο ενάγων για υπερωριακή απασχόληση από 7-11-2019 έως 14-5-2020 δια 190 ημέρες εργασίας κατά το αντίστοιχο διάστημα επί 30 ημέρες=] 1.350,06 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι στο ποσό των ευρώ 1.546,20, όπως έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση. Ο αντίστοιχος τέταρτος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, κατά το πρώτο σκέλος του, ήτοι καθό μέρος πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση ότι, κατά τον υπ’ αυτής καθορισμό των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, για τον προσδιορισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής, δεν περιέλαβε τον πραγματικό μέσο όρο αμοιβής του για υπερωριακή απασχόληση αυτού που ανέρχονταν σε ευρώ 2.580,85, αλλά υπολόγισε αυτό κατά μέσο όρο σε 1.546,20 ευρώ, τυγχάνει αβάσιμος στην ουσία του και ως εκ τούτου απορριπτέος. Με βάση τις διαπιστώσεις αυτές ο ενάγων, δικαιούται ως αποζημίωση για την απόλυσή του, σύμφωνα με το άρθρο 76 ΚΙΝΔ, το χρηματικό ποσό των ({[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής για την έχμαση οχημάτων 293,03 €+ μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 20,09 €+ αμοιβής για κούρδισμα ρολογιών πυρασφάλειας 116,03 € + μηνιαία αναλογία αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 693,72 €, όπως ο ενάγων αναφέρει με την αγωγή του (άρθρο 106 ΚΠολΔ)=] 3.662,68 δια 2=} 1.831,34. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία δέχθηκε ότι, για την εν λόγω αιτία η δεύτερη εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 2.709,15, αντί του ανωτέρω αποδειχθέντος ποσού των ευρώ 1.831,34. Οι αιτιάσεις των εναγομένων που περιέχονται στον ίδιο λόγο έφεσης ότι, η επιδίκαση του ανωτέρω ποσού ως αποζημίωση απόλυσης, είναι ιδιαίτερα επαχθής για τη συγκεκριμένη καθυστέρηση αυτών στην επαναπρόσληψη του ενάγοντος, εάν ήθελε θεωρηθεί ότι δι’ αυτών προβάλλεται ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, αυτή τυγχάνει αόριστη και εκ του λόγου τούτου απορριπτέα, δεδομένου ότι, μόνο το οικονομικό κόστος που θα προκαλέσει στις εναγόμενες η καταβολή της οφειλόμενης, κατά τα άνω αποδειχθέντα, αποζημίωσης του ενάγοντος για την χωρίς ιδικό του παράπτωμα καταγγελία της ανωτέρω σύμβασης ναυτολόγησής του, δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος (Εφ.Πειρ. 549/2022, www.efeteio-peir.gr). Με τον έβδομο και τελευταίο λόγο της έφεσής τους οι εναγόμενες, επαναφέρουν τον και πρωτοδίκως προβληθέντα υπ’ αυτών αμυντικό ισχυρισμό τους ότι, η άσκηση της ένδικης αγωγής υπό του ενάγοντος, με την οποία επιδιώκεται η ικανοποίηση των ενδίκων υπέρογκων αξιώσεών του που της δημιουργούν τεράστιο οικονομικό βάρος, τυγχάνει καταχρηστική. Ειδικότερα, οι εναγόμενες, υποστηρίζουν με τον κρινόμενο λόγο έφεσης ότι η, υπό του ενάγοντος, έγερση της ένδικης αγωγής, τυγχάνει καταχρηστική διότι, ο ενάγων (α) ουδέποτε τους όχλησε για την εξόφληση οιωνδήποτε απαιτήσεών του, ούτε διαμαρτυρήθηκε για δήθεν μη καταβολή της προσήκουσας αμοιβής του, (β) αποδεχόταν τις οικειοθελείς παροχές που του κατέβαλε η πρώτη εναγομένη, αλλά και την αμοιβή για την υπερωριακή απασχόληση που πραγματοποιούσε, χωρίς να εγείρει θέμα περί έτερων αξιώσεών του, (γ) παρελάμβανε και υπέγραφε ανεπιφύλακτα όλα τα εκκαθαριστικά σημειώματα μισθοδοσίας που εξέδιδαν υπέρ αυτού, ενώ ουδέποτε προέβαλε την παραμικρή αντίρρηση ως προς το ύψος των βασικών ή των πρόσθετων αμοιβών, οι οποίες μάλιστα κατατίθεντο σε τραπεζικό λογαριασμό που είχε υ­ποδείξει ο ίδιος, (δ) υπέγραφε άνευ επιφυλάξεως τις μηνιαίες καταστάσεις της υπερωριακής του απασχόλησης, ενώ με την υπογραφή των μηνιαίων δελτίων ωρών εργασίας του, αναγνώριζε και διαβεβαίωνε την πρώτη εναγομένη ότι δεν υφίστανται ώρες εργασίας που δεν περιλαμβάνονται στα ως άνω έγγραφα, με αποτέλεσμα, εκ της ανωτέρω συμπεριφοράς του ενάγοντος, να δημιουργηθεί σε αυτές και δη ευλόγως, η πε­ποίθηση ότι ουδεμία περαιτέρω υποχρέωσή τους προς αυτόν υφίσταται, η επιδίωξη δε των ενδίκων απαιτήσεων, οι οποίες προβάλλονται οψίμως και είναι κατασκευασμένες, παρά την ανά μισθολογική περίοδο άμεση και ρητή διαβεβαίωση του ενάγοντος ότι δεν υφίστανται απαιτήσεις σε βάρος τους, συνιστά προφανή πα­λινωδία και παράβαση της αρχής της καλής πίστης. Επιπλέον, το ύψος των ενδίκων απαιτήσεων είναι υπέρογκο, γεγονός που συνηγορεί υπέρ της καταχρηστικής ασκήσεως της ένδικης αγωγής, τους δημιουρ­γεί δε τεράστιο βάρος, ιδίως στη σημερινή πασίδηλη δυσχερή οικονομική συγκυρία και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι, δεν πρόκειται για μεμονωμένη περίπτωση αλλά η ένδικη αγωγή αποτελεί συνέχεια της πρακτικής που έχει επικρατήσει να ασκούνται πανομοιότυπες αγωγές από ναυτικούς με τους οποίους διατηρούσαν μακρά και αρμονική συνεργασία και προς υποστήριξη των οποίων ο ένας καταθέτει υπέρ του άλλου, ήτοι επί της ουσίας ο κάθε ναυτικός καταθέτει υπέρ των ισχυ­ρισμών και αξιώσεων του, σε συνάρτηση με τον άψογο τρόπο με τον οποίο συμπεριφερθήκαν στον ενάγοντα, καθ’ όλο το διάστημα απασχόλησής του, ως και την καταβολή σ’ αυτόν αποδοχών ανώτερων των νομίμων. Κατά τις εναγόμενες, τα ως άνω περιστατικά, οδηγούν αβίαστα στην κρίση ότι όλως καταχρηστικώς, κατά προφανή παράβαση του άρθρου 281 ΑΚ, ασκεί ο ενάγων την ένδικη αγωγή του, με την οποία ανακάλυψε οψίμως τις ένδικες απαιτήσεις. Ο ισχυρισμός αυτός απερρίφθη υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ως μη νόμιμος, διότι, κατά την κρίση του, τα ανωτέρω αναφερόμενα από τις εναγόμενες περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν είναι ικανά να στοιχειοθετήσουν την ένσταση του άρθρου 281 ΑΚ. Ο ανωτέρω ισχυρισμός, ο οποίος ασκήθηκε επικουρικώς και δη υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση ότι θα γίνει δεκτή ως βάσιμη η ένδικη αγωγή, τυγχάνει μη νόμιμος. Συγκεκριμένα, τα επικαλούμενα υπό των εναγομένων περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα, δεν δύνανται κατά νόμο να συγκροτήσουν το πραγματικό της διάταξης του άρθρου 281 Α.Κ, διότι και υπό την εκδοχή ότι ο ενάγων ρητά διαβεβαίωνε τις εναγόμενες ανά μισθολογική περίοδο ότι δεν διατηρεί αξιώσεις σε βάρος τους, αυτός (ενάγων), δεν μπορεί να στερηθεί του δικαιώματός του στη δικαστική επιδίωξη των νόμιμων απαιτήσεών του από την παροχή της εργασίας του, έστω και αν υπέγραφε ανεπιφύλακτα τις αποδείξεις μισθοδοσίας, ενόψει του ότι, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, είναι άκυρη η παραίτηση του εργαζομένου έστω και υπό τη μορφή της άφεσης χρέους, καθώς οι απαιτήσεις του, οι οποίες απορρέουν από τη σχέση εργασίας, όπως είναι το δικαίωμά του για την καταβολή της νόμιμης αμοιβής του από την υπερωριακή του απασχόληση και άλλες πρόσθετες αμοιβές που αποδεικνύονται, αναγνωρίζονται από κανόνες δημόσιας τάξης, (Α.Π. 1569/2017, Α.Π. 1554/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1089/2006, Δ.Ε.Ε. 2006, 1178, Α.Π. 75/2003, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Εφ.Πειρ. 48/2021, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, μόνη η ανοχή του εργαζομένου ως προς την καταβολή μειωμένων αποδοχών, δεν καθιστά καταχρηστική την άσκηση της αξίωσής του για την καταβολή σ’ αυτόν των νόμιμων ελάχιστων  αποδοχών του (Α.Π. 1158/2009, Α.Π. 1203/2000, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 464/2021, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 173/2022, Εφ.Πειρ. 549/2022, Εφ.Πειρ. 397/2020, Εφ.Πειρ. 670/2019, www.efeteio-peir.gr). Στην προκειμένη περίπτωση, η περιγραφόμενη στάση του ενάγοντος και δη η μη όχληση των εναγομένων ως προς την εξόφληση των ενδίκων απαιτήσεών του, η μη διαμαρτυρία του για τη μη καταβολή της προσήκουσας αμοιβής του, η υπ’ αυτού (ενάγοντος) λήψη των οικειοθελών παροχών που του κατέβαλαν, καθώς και της αμοιβής για υπερωριακή απασχόληση, χωρίς ουδέποτε να εγείρει θέμα άλλων αξιώσεων, η υπό του ιδίου (ενάγοντος) παραλαβή και ανεπιφύλακτη υπογραφή των αναλυτικών αποδείξεων προφανώς μισθοδοσίας, η μη διατύπωση υπ’ αυτού αντιρρήσεων ως προς το ύψος των αμοιβών τις οποίες η πρώτη εναγομένη κατέθετε στον τραπεζικό του λογαριασμό, η ανεπιφύλακτη υπ’ αυτού υπογραφή των μηνιαίων καταστάσεων της υπερωριακής του απασχόλησης, η άσκηση των ενδίκων αξιώσεών του με τη λήξη της συνεργασίας του με τις εναγόμενες, συνιστά αδράνεια και όχι θετική συμπεριφορά του, ώστε να αρκεί για τη δημιουργία στις εναγόμενες της εύλογης πεποίθησης υπό του ενάγοντος ότι δεν πρόκειται να ασκηθούν τις αξιώσεις του για την υπερωριακή του αμοιβή. Θετική συμπεριφορά, που θα μπορούσε να στηρίξει ισχυρισμό των εναγομένων, περί κατάχρησης δικαιώματος, θα συνιστούσε η υπογραφή του ενάγοντος σε μηνιαίες καταστάσεις υπερωριακής του απασχόλησης, αν τις σχετικές καταστάσεις συνέτασσε ο ίδιος και τις υπέβαλε προς έγκριση στην εργοδότριά του, η οποία θα τις ενέκρινε και ακολούθως εκείνος αμφισβητούσε τον αριθμό των υπερωριών που ο ίδιος υποστήριξε εξαρχής ότι πραγματοποίησε. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η μη αμφισβήτηση της ορθότητας των εγγραφών στις μηνιαίες καταστάσεις υπερωριών ή στις αποδείξεις πληρωμής του εργαζόμενου ναυτικού, συνιστά απλή ανοχή προς αποφυγή του κινδύνου λύσης της εργασιακής σχέσης με πρωτοβουλία του εργοδότη (Εφ.Πειρ. 435/2022, Εφ.Πειρ. 593/2021, Εφ.Πειρ. 464/2021, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 464/2021, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Ειδικώς οι αιτιάσεις των εναγομένων ότι κατεβλήθησαν στον ενάγοντα, αμοιβές υπέρτερες των νομίμων, άνευ άλλου τινός δεν οδηγεί σε καταχρηστική εκ μέρους του αξίωση της αμοιβής του για την παρασχθείσα υπ’ αυτού υπερωριακή εργασία. Τέλος, μόνο το οικονομικό κόστος που θα προκαλέσει στις εναγόμενες η ευδοκίμηση της ένδικης αγωγής, δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος (Εφ.Πειρ. 549/2022, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 464/2021, ό.α.). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά απέρριψε τον επίμαχο ισχυρισμό των εναγομένων και, αφού συμπληρωθούν οι αιτιολογίες της απορριπτικής κρίσεως αυτής (εκκαλουμένης αποφάσεως), κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ, ο ερευνώμενος λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του.

Κατ’ ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων, και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς διερεύνηση, πρέπει να γίνουν δεκτές αμφότερες οι ένδικες εφέσεις ως εν μέρει βάσιμες στην ουσία τους, κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους τους και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη ανατραπέν μέρος της (επιδικασθείσα αποζημίωση για μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις και πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές που εκτελέσθηκαν την 16.3.2021, 23.3.2021, 30.3.2021, 6.4.2021, 13.4.2021 και 20.4.2021, ήτοι κατά τη διάρκεια της έκτης ένδικης ναυτολόγησης του ενάγοντος), για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτελέσεώς της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), εφόσον αρμοδίως (άρθρα 19 Κ.Πολ.Δ., 51 Ν. 2172/1993) και παραδεκτώς εισήχθη στο Δικαστήριο, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η ένδικη αγωγή, η οποία είναι νόμω βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρθηκαν στις προεκτεθείσες σχετικές μείζονες σκέψεις, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 53, 54, 60 εδ. α, 84 παρ. 1, 105, 106 ΚΙΝΔ, 648, 655, 340, 341, 345 Α.Κ. και 1 της 95 Διεθνούς Συμβάσεως Εργασίας, που κυρώθηκε με το Ν. 3248/1955, πλην του αιτήματος επιδίκασης τόκων επί της αποζημίωσης απολύσεως για τον προ της επιδόσεως της ένδικης αγωγής χρόνο, διότι η αποζημίωση απολύσεως δεν θεωρείται μισθός και δεν υφίσταται ως προς αυτή δήλη ημέρα καταβολής, αλλά ο τόκος άρχεται από της οχλήσεως και κατά πάσα περίπτωση από της επιδόσεως της αγωγής (ΕφΠειρ 8/2023, Εφ.Πειρ. 743/2022 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς, ΕφΠειρ 19/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 231/2013, ΕΝαυτΔ 2013, 220, ΕφΠειρ 66/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 346/2011, ΕΝαυτΔ 2011, 271, ΕφΠειρ 676/2010, ΕΝαυτΔ 2011, 105, ΕφΠειρ 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009, 102), ενόψει του ότι οι διατάξεις του άρθρου 74 του Ν. 3863/2010, με την οποία ορίζεται προθεσμία καταβολής της αποζημιώσεως απολύσεως στις χερσαίες συμβάσεις εργασίας, δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω, αντίστοιχη δε διάταξη δεν προβλέπεται στον ΚΙΝΔ, πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη, να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 3.265,58 για διαφορές αμοιβής υπερωριακής εργασίας που πραγματοποίησε κατά το επίδικο διάστημα κατά το οποίο αυτή (πρώτη εναγομένη) ήταν πλοιοκτήτρια του εν λόγω πλοίου, με το νόμιμο τόκο από της επομένης της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος και δη από την 21.4.2021. Επιπλέον των ανωτέρω, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι η ίδια (πρώτη) εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 232,17 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2019, το ποσό των ευρώ 602,76 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2019, το ποσό των ευρώ 290,36 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2020, το ποσό των ευρώ 596,34 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2020, το ποσό των ευρώ 670,78 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2021, το ποσό των ευρώ 1.059,11 ως αποζημίωση για μη χορηγηθείσα διανυκτέρευση και το ποσό των ευρώ 328,10 για διαφορά πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων express και συνολικά το ποσό των ευρώ (232,17 + 602,76 + 290,36 + 596,34 + 670,78 + 1.059,11 + 328,10=) 3.779,62, με το νόμιμο τόκο από της επομένης της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος και δη από την 21.4.2021. Περαιτέρω, πρέπει να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγομένη, ως έχουσα τον εφοπλισμό του ανωτέρω πλοίου, κατά τα στο σκεπτικό της παρούσας, χρονικά διαστήματα κατά τα οποία γεννήθηκε η εν λόγω απαίτηση, να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 3.449,34,  για διαφορές αμοιβής υπερωριακής εργασίας, με το νόμιμο τόκο από της επομένης της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος και δη από την 21.4.2021. Παράλληλα, για την καταβολή του εν λόγω ποσού των ευρώ 3.449,34, για διαφορές αμοιβής υπερωριακής εργασίας, με το νόμιμο τόκο από της επομένης της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος και δη από την 21.4.2021, πρέπει να υποχρεωθεί και η πρώτη εναγομένη, ως κυρία του ανωτέρω πλοίου, κατά το ίδιο διάστημα  κατά το οποίο η δεύτερη εναγομένη είχε τον εφοπλισμό αυτού, δια του ανωτέρω πλοίου και έως της αξίας του. Επιπλέον των ανωτέρω, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι η δεύτερη εναγομένη, ως έχουσα τον εφοπλισμό του ανωτέρω πλοίου, κατά τα στο σκεπτικό της παρούσας, χρονικά διαστήματα κατά τα οποία γεννήθηκαν οι ακολούθως αναφερόμενες απαιτήσεις του ενάγοντος, αλλά και η πρώτη εναγομένη ως κυρία αυτού, κατά τα ίδια χρονικά διαστήματα, δια του πλοίου και έως της αξίας αυτού, οφείλουν να καταβάλουν στον ενάγοντα, ενεχόμενες εις ολόκληρον, το ποσό των ευρώ 792,65 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2019, το ποσό των ευρώ 602,22 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2020, το ποσό των ευρώ 615,07 για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2020, το ποσό των ευρώ 4.319,89 για διαφορά πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων express, το ποσό των ευρώ 576,86 για υπόλοιπο αποζημίωσης μη χορήγησης διανυκτερεύσεων και το ποσό των ευρώ 1.831,34 για αποζημίωση απόλυσης και συνολικά το ποσό των ευρώ (792,65 + 602,22 + 615,07 + 4.319,89 + 576,86 + 1.831,34=) 8.738,03, με το νόμιμο τόκο, το ποσό των ευρώ [6.906,69] από της επομένης της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος και δη από την 21.4.2021 και το υπόλοιπο ποσό των ευρώ [1.831,34], από της επομένης της επιδόσεως της ένδικης αγωγής. Περαιτέρω, όπως προαποδεικνύεται, κατά τις απαιτήσεις του άρθρου 914 ΚΠολΔ, από την προσκομιζόμενη από 17.5.2022 απόδειξη είσπραξης του ποσού των ευρώ 9.718,13, το οποίο υπεγράφη μεταξύ των πληρεξουσίων δικηγόρων του ενάγοντος και της πρώτης εναγομένης, ο ενάγων, δια της πληρεξουσίας του δικηγόρου, εισέπραξε από την πρώτη εναγομένη το επιδικασθέν και κηρυχθέν προσωρινά εκτελεστό, με την εκκαλουμένη απόφαση, κεφάλαιο, ήτοι ποσό ευρώ 8.888,18 και επιπλέον για αναλογούντες σε αυτό τόκους το ποσό ευρώ 829,95, το οποίο (προσωρινά επιδικασθέν) αφορούσε την αμοιβή αυτού (ενάγοντος) για την υπερωριακή του απασχόληση στο εν λόγω πλοίο. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αμφισβητείται υπό του ενάγοντος ότι, η πρώτη εναγομένη απέδωσε νομίμως τον παρακρατηθέντα επί των ποσών αυτών φόρο (10% επί των εν λόγω ποσών). Μετά ταύτα, το παραδεκτά και νόμιμα, κατ’ άρθρο 914 ΚΠολΔ, υποβληθέν στο Δικαστήριο αυτό με το δικόγραφο της κρινόμενης έφεσης της πρώτης εκκαλούσας  – εναγομένης εταιρείας με την επωνυμία “………………”, αίτημα αυτής, για επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, πρέπει να γίνει δεκτό, ως εν μέρει βάσιμο στην ουσία του, κατά το ποσό των ευρώ [(4.594,02 + 4.321,08 =) 8.888,18 προσωρινά επιδικασθέν με την εκκαλουμένη απόφαση για υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος μείον (3.265,58 + 3.449,34=) 6.714,92 για επιδικασθέν με την παρούσα για την ίδια αιτία ποσόν=] 2.173,26, πλέον των καταβληθέντων και αναλογούντων στο κεφάλαιο αυτό τόκων εκ ποσού ευρώ 202,93, αφού εξαφανίζεται μερικά η εκκαλουμένη απόφαση, που αποτελεί και τον τίτλο της εκτελέσεως, ενόψει του ότι το επιδικασθέν καταψηφιστικά στον ενάγοντα ανωτέρω ποσό των 6.714,92 ευρώ, που αφορά πρόσθετη αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο κατά τα ένδικα χρονικά διαστήματα, υπολείπεται του ανωτέρω προαποδεικνυομένου καταβληθέντος σ’ αυτόν ποσού των 8.888,18 ευρώ και να διαταχθεί η απόδοση του ποσού της διαφοράς (μεταξύ του καταβληθέντος και του καταψηφιστικά επιδικασθέντος) των 2.173,26  €, πλέον ποσού 202,93 € για αναλογούντες σε αυτό και καταβληθέντες τόκους και συνολικά του ποσού των ευρώ 2.376,19, από τον ενάγοντα στην πρώτη εναγομένη, με τους νόμιμους τόκους από την επίδοση της παρούσας (ΟλΑΠ 5/2001, ΕλΔ 42, 379 ΑΠ 188/2003 ΕλΔ 44,746). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, τα χρηματικά ποσά που καταβλήθηκαν με βάση απόφαση που είχε κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, δεν συμψηφίζονται με την αποδεικνυόμενη κατά την κύρια δίκη συνολική απαίτηση, δυνάμενα μόνον να καταλογισθούν κατά την εκτέλεση (ΑΠ 1295/2021 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου), πλην όμως, εν προκειμένω, το υπόλοιπο των απαιτήσεων του ενάγοντος επιδικάζεται αναγνωριστικώς (ΕΠ 366/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Περαιτέρω, το ίδιο αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση της δεύτερης εναγομένης  – δεύτερης εκκαλούσας, το οποίο κατ’ αρχήν παραδεκτώς ηγέρθη και από αυτήν από άποψη ενεργητικής νομιμοποίησης, για το ποσό των ευρώ 4.321,08, το οποίο εκτιμάται ότι αφορά η αίτησή της και για το οποίο υποχρεώθηκε, με την εκκαλουμένη απόφαση, να καταβάλει εις ολόκληρον με την πρώτη εναγομένη, διότι, κατ’ εκτίμηση της ένδικης αίτησης επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, οι εναγόμενες διατείνονται ότι κατέβαλαν αυτό από κοινού στον ενάγοντα, επιπλέον δε, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 914 ΚΠολΔ και 481 και 489 ΑΚ, συνάγεται ότι, εάν δια της εκκληθείσης αποφάσεως έχει δημιουργηθεί παθητική ενοχή εις ολόκληρον, δια της από κοινού καταβολής της οφειλής, δημιουργείται ενεργητική ενοχή εις ολόκληρον προς είσπραξη της καταβληθείσας παροχής (εις Χ. Απαλαγάκη, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας (τόμος Β) υπό το άρθρο 914, σελ. 2366-2367), πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο στην ουσία του, ενόψει του ότι αυτή (δεύτερη εναγομένη – εκκαλούσα) δεν προαπέδειξε ότι, από κοινού με την πρώτη εναγομένη, κατέβαλε το ανωτέρω ποσό στον ενάγοντα, εφόσον από την προαναφερομένη έγγραφη απόδειξη καταβολής, προαποδεικνύεται (άρθρο 914 εδ. τελ. ΚΠολΔ) ότι το επιδικασθέν καταψηφιστικώς, με την εκκαλουμένη απόφαση και κηρυχθέν προσωρινώς εκτελεστό ανωτέρω ποσό, κατέβαλε στον ενάγοντα μόνον η πρώτη εναγομένη. Τέλος,  ενόψει του ότι με την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης εξαφανίζεται και η διάταξη αυτής με την οποία καθορίσθηκαν τα δικαστικά έξοδα πρέπει αυτά, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα, να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρα 106, 176, 178 αρ. 1, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των εξόδων αυτών του ενάγοντος σε βάρος των εναγομένων, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, την από 15.7.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……./15-7-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……../15-7-2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση και την από 19.12.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……./20-12-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………./10-2-2023 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση.

Δέχεται αυτές τυπικά και εν μέρει στην ουσία τους, κατά το σκεπτικό της παρούσας.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη, υπ’ αριθμ. 1158/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.

Απορρίπτει ό,τι έκρινε απορριπτέο.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή κατά τα λοιπά.

Υποχρεώνει την πρώτη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων διακοσίων εξήντα πέντε ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτών (3.265,58), με το νόμιμο τόκο από την 21.4.2021.

Επιπλέον των ανωτέρω, αναγνωρίζει ότι η πρώτη εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα εννέα ευρώ και εξήντα δύο λεπτών (3.779,62), με το νόμιμο τόκο από την 21.4.2021.

Υποχρεώνει αμφότερες τις εναγόμενες, ενεχόμενες εις ολόκληρον, την πρώτη δε των εναγομένων (επιπλέον των αμέσως ανωτέρω ποσών) δια του ανωτέρω πλοίου της και έως της αξίας του, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων τετρακοσίων σαράντα εννέα ευρώ και τριάντα τεσσάρων λεπτών (3.449,34), με το νόμιμο τόκο από την 21.4.2021

Επιπλέον των αμέσως ανωτέρω, αναγνωρίζει ότι οι εναγόμενες, ενεχόμενες εις ολόκληρον, εκ των οποίων η πρώτη εναγομένη δια του ανωτέρω πλοίου και έως της αξίας του, οφείλουν να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων επτακοσίων τριάντα οκτώ ευρώ και τριών λεπτών (8.738,03), με το νόμιμο τόκο το ποσό των ευρώ έξι χιλιάδων εννιακοσίων έξι ευρώ και εξήντα εννέα λεπτών [6.906,69] από την 21.4.2021 και το υπόλοιπο ποσό των χιλίων οκτακοσίων τριάντα ενός ευρώ και τριάντα τεσσάρων λεπτών [1.831,34], από της επομένης της επιδόσεως της ένδικης αγωγής.

Καταδικάζει τις εναγόμενες – εκκαλούσες – εφεσίβλητες στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος – εκκαλούντος – εφεσίβλητου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος του οποίου ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.

Δέχεται εν μέρει την, με την υπό στοιχείο Β ένδικη έφεση, ασκηθείσα αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση ως προς την πρώτη εναγομένη – εκκαλούσα και απορρίπτει αυτή ως προς τη δεύτερη εναγομένη – εκκαλούσα.

Διατάσσει την εν μέρει επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.

Υποχρεώνει τον ενάγοντα – εφεσίβλητο – εκκαλούντα να αποδώσει  στην πρώτη εναγομένη – εκκαλούσα – εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “………….” το ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ και δεκαεννέα λεπτών (2.376,19), με τον νόμιμο τόκο από την ημέρα επιδόσεως της παρούσας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 07.08.2023.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ