ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 3ο
Αριθμός 451/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Αναστάσιο Αναστασίου, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα T.Λ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1] …………… και 2] ………… ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «……………», τους οποίους στο ακροατήριο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Σταύρος Κρίτσας, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ και
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……………., ο οποίος στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μάρκο Δάρα.
Ο εκκαλών – εφεσίβλητος ………….. άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 9.6.2017 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ………../12.6.2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν οι με αριθμούς 4995/2018 (εν μέρει οριστική), 3494/2022 (οριστική) και 607/2023 (διορθωτική της προηγούμενης) αποφάσεις του παραπάνω Δικαστηρίου, με τις οποίες η αγωγή έγινε κατά ένα μέρος δεκτή.
Τις αποφάσεις αυτές προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου τόσον ο ως άνω ενάγων με την από 21.4.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …./24.4.2023 έφεσή του, όσον και εναγόμενοι με την από 13.4.2023 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …./13.4.2023 έφεσή τους, δικάσιμος για την εκδίκαση αμφοτέρων των οποίων ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσίβλητου – εκκαλούντος αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων – εφεσίβλητων παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και ανέπτυξε τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΙΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Με τις κρινόμενες αντίθετες εφέσεις και, συγκεκριμένα, α] την από 13.4.2023 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …./13.4.2023 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …/13.4.2023 Α΄ έφεση και β] την από 21.4.2023 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …/24.4.2023 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …/24.4.2023 Β΄ έφεση, πλήττονται οι με αριθμούς 4995/2018 εν μέρει οριστική, 3494/2022 οριστική και 607/2023 διορθωτική της προηγούμενης οριστικής αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με τις δύο [2] πρώτες από τις οποίες, που εκδόθηκαν κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο, καθώς και από τη σύμβαση ασφαλίσεώς του (άρθρο 614 § 4 ΚΠολΔ), έγινε κατά ένα μέρος δεκτή η από 9.6.2017 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως .…/12.6.2017 αγωγή του εκκαλούντος της Β΄ έφεσης, περί αποκαταστάσεως της υλικής ζημίας και ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης που υπέστη από οδικό τροχαίο ατύχημα. Οι ένδικες εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 §§ 1, 2, 511, 513 § 1 στοιχ. β΄, 516 § 1, 517 και 518 § 1 ΚΠολΔ, εντός της νόμιμης προθεσμίας από την επίδοση της ανωτέρω υπ’ αριθμ. 3494/2022 οριστικής (και τελειωτικής για τη δίκη στον πρώτο βαθμό) απόφασης (ΑΠ 7/2003, Δνη 2003/482, ΤριμΕφΑθ. 566/2019, ΜονΕφΠειρ. 353/2021, πρώτη δημοσίευση αμφοτέρων σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ, Κ. Μακρίδου, Έφεση κατά οριστικών και τελειωτικών αποφάσεων επί σωρεύσεως και συνεκδικάσεως αγωγών, σε Δνη 2006/979 επομ.), που πραγματοποιήθηκε στις 24.3.2023 (βλ. την υπ’ αριθμ. …….΄/2023 επιδοτήρια έκθεση του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς με έδρα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ……). Επομένως, εφόσον παραδεκτώς φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011) και κατατέθηκε το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 ΚΠολΔ παράβολο (βλ. όσον αφορά την Α΄ έφεση το με αριθμό ………. ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών και την από 13.4.2023 έγγραφη εξοφλητική απόδειξη της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ» και όσον αφορά τη Β΄ έφεση το με αριθμό ………….. ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών και την από 24.4.2023 έγγραφη εξοφλητική απόδειξη της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ΑΕ»), πρέπει, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 31, 246 και 524 § 1 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ, οι ένδικες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια όπως και πρωτοδίκως διαδικασία.
ΙΙ. Ο ήδη εκκαλών της Β΄ έφεσης ………… με την από 7.6.2017 αγωγή του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ισχυρίστηκε ότι στις 13.2.2015 ο πρώτος εναγόμενος και ήδη πρώτος εκκαλών της Α΄ έφεσης οδηγώντας το υπό στοιχεία κυκλοφορίας ……. ιδιωτικής χρήσης επιβατηγό (Ι.Χ.Ε.) αυτοκίνητο της ιδιοκτησίας του, που ήταν ασφαλισμένο για την προς τρίτους αστική ευθύνη από την λειτουργία του στην δεύτερη εναγόμενη και δεύτερη εκκαλούσα της Α΄ έφεσης ασφαλιστική εταιρία, προκάλεσε από υπαιτιότητά του και υπό τις συνθήκες που αναφέρονται στην αγωγή οδικό τροχαίο ατύχημα, συνεπεία του οποίου αφενός μεν ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι, αφετέρου δε καταστράφηκε η δίκυκλη μοτοσικλέτα, στην οποία επέβαινε και η οποία ανήκε στην κυριότητά του. Με βάση το ιστορικό αυτό και κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αρχικώς καταψηφιστικού αγωγικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό, ο ενάγων ζήτησε να του καταβληθεί από τους ενεχόμενους εις ολόκληρον εναγομένους, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, το συνολικό χρηματικό ποσό των τριακοσίων είκοσι πέντε χιλιάδων πεντακοσίων δεκαπέντε ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (325.515,75 €), στο οποίο περιέλαβε κονδύλια α] προς αποκατάσταση της υλικής ζημίας του (αναγκαίες υπηρεσίες αποκλειστικής νοσοκόμας, νοσήλια, έξοδα ιατρικών εξετάσεων και αγοράς φαρμάκων, αμοιβές ιατρών και αποζημίωση για την τεκμαρτή ολική καταστροφή της μοτοσυκλέτας του), συνολικού ύψους δεκαπέντε χιλιάδων οκτακοσίων δώδεκα ευρώ και τριών λεπτών (15.812,03 €), β] προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη, την οποία αποτίμησε στο χρηματικό ποσόν των εκατό χιλιάδων ευρώ (100.000 €) και γ] ως αποζημίωση, αφενός, λόγω αναπηρίας του, ύψους πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000 €) και, αφετέρου, λόγω διαφυγόντων κερδών από την εργασία του, τα οποία θα αποκέρδαινε μέχρι την ηλικία των εξήντα επτά [67] ετών αλλά τα στερήθηκε συνεπεία του τραυματισμού και της αναπηρίας του, συνολικού ύψους εκατόν πενήντα εννέα χιλιάδων επτακοσίων τριών ευρώ και εβδομήντα δύο λεπτών (159.703,72 €). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμ. 4995/2018 εν μέρει οριστική απόφασή του θεώρησε ότι το ένδικο ατύχημα οφειλόταν σε αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου των εναγομένων, απορρίπτοντας κατ’ ουσίαν τον αντίθετο περί αποκλειστικής υπαιτιότητας άλλως συνυπαιτιότητας του παθόντος ισχυρισμό τους και, ακολούθως, με οριστικές διατάξεις της, επιδίκασε στον ενάγοντα, αναγνωριστικώς και εντόκως με το επιτόκιο επιδικίας, α] έξι χιλιάδες τριακόσια ευρώ (6.300 €) προς αποκατάσταση της ζημίας του από την ολική καταστροφή της μοτοσυκλέτας του και β] έξι χιλιάδες επτακόσια πενήντα ευρώ (6.750 €) ως δαπάνη αποκλειστικής νοσοκόμας, ενώ, όσον αφορά τα λοιπά κονδύλια, ανέβαλε, κατά παραδοχή σχετικής ένστασης των εναγομένων, την οριστική του απόφαση και διέταξε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 254 ΚΠολΔ την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου, αφενός μεν, να διενεργηθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη, για να διαπιστωθούν όσα αναφέρονται στο διατακτικό της και, αφετέρου, να προσκομιστεί, με επιμέλεια του ενάγοντος, βεβαίωση του ασφαλιστικού του φορέα, περί του είδους και της έκτασης των παροχών που ο ενάγων είχε λάβει ή δικαιούτο να λάβει ως επιδότηση από αυτόν λόγω του τραυματισμού του συνεπεία του ενδίκου ατυχήματος, έναντι δηλαδή των κονδυλίων για νοσήλια, για αμοιβές ιατρών και ιατρικών εξετάσεων και για αγορά φαρμάκων, συνολικού ύψους δύο χιλιάδων επτακοσίων εξήντα δύο ευρώ και τριών λεπτών (2.762,03 €), από τα οποία ο ενάγων εν τέλει παραιτήθηκε κατά την επαναληπτική συζήτηση. Μετά από τη συζήτηση αυτήν εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 3494/2022 οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που διορθώθηκε με τη με αριθμό 607/2023 όμοια, με την οποία επιδικάστηκαν στον ενάγοντα αναγνωριστικώς το σύνολο της απαιτήσεώς του για διαφυγόντα κέρδη και για αποζημίωση λόγω αναπηρίας (159.672,58 € + 50.000 €) και το ήμισυ εκείνης για χρηματική ικανοποίηση ηθικής βλάβης, την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αποτίμησε σε πενήντα χιλιάδες ευρώ (50.000 €). Κατά των αποφάσεων αυτών παραπονούνται ήδη οι αντίδικοι, από τους οποίους ο μεν ενάγων μέμφεται την υπ’ αριθμ. 3494/2022 οριστική απόφαση για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων ως προς το ύψος του ποσού που του επιδικάστηκε προς ικανοποίηση της ηθικής του βλάβης, οι δε εναγόμενοι διαμαρτύρονται πρωτίστως για την κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων απόρριψη του ισχυρισμού τους περί αποκλειστικής υπαιτιότητας άλλως συνυπαιτιότητας σε ποσοστό 95% του ενάγοντος στην πρόκληση αλλά και στην έκταση του τραυματισμού του, ζητώντας αμφότεροι την εξαφάνιση των συμπροσβαλλόμενων αποφάσεων και την παραδοχή ή την απόρριψη, αντιστοίχως, της αγωγής στο σύνολό της.
ΙΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 254 § 1 εδαφ. α΄ ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στη διαδικασία της κατ’ έφεση δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 524 § 1 εδαφ. α΄ του ιδίου Κώδικα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Ειδικότερα, το εφετείο δεν κωλύεται, προκειμένου να προβεί στην ολοκλήρωση της έρευνας περί της βασιμότητας του λόγου έφεσης και την ορθότερη διάγνωση της διαφοράς, πριν μάλιστα εξαφανίσει την προσβαλλόμενη απόφαση, να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου να προσκομιστούν νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις, με τα αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 339 ΚΠολΔ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η πραγματογνωμοσύνη (ΟλΑΠ 1285/1982, ΝοΒ 1983/219, 1182, ΑΠ 820/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2/2006, Δνη 2006/1048 = ΧρΙΔ 2006/444, ΤριμΕφΠειρ. 34/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ν. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, 2018, § 114, αρ. 33, σελ. 716), ώστε μετά τη συνεκτίμηση και αυτών μαζί με όσες αξιολογήθηκαν πρωτοδίκως να αποφανθεί ως προς την ουσία της διαφοράς, διερευνώντας πληρέστερα τους εκατέρωθεν προβαλλόμενους αυτοτελείς ισχυρισμούς είτε τους θεμελιωτικούς των αξιώσεων του ενάγοντος είτε τους αμυντικούς του εναγομένου, που καταλύουν το αγωγικό δικαίωμα. Έτσι, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, που καλείται να κρίνει επί αγωγής αποζημίωσης για αδικοπραξία των άρθρων 330 εδαφ. β΄ και 914 ΑΚ, που συνιστά ταυτόχρονα και ποινικό αδίκημα των άρθρων 302 ή 314 ΠΚ, δύναται να διατάξει κατ’ εφαρμογή του άρθρου 254 ΚΠολΔ είτε τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης ως προς τα αίτια και τις συνέπειες της αδικοπραξίας (ΤριμΕφΑθ. 3634/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) είτε την προσκομιδή της απόφασης που εκδόθηκε επί του ποινικού σκέλους της αυτής διαφοράς (ΜονΕφΠατρ. 358/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και, μάλιστα, με μη οριστική απόφασή του και όχι κατ’ ανάγκην με διάταξη του άρθρου 237 § 8 ΚΠολΔ, όπως ισχύει (ΜονΕφΠατρ. 382/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
IV. Από την επανεκτίμηση όλων των εγγράφων που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση επαναπροκομίζουν, για να χρησιμεύσουν είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και των με αριθμούς …./15.3.2018 και …../15.3.2018 δύο [2] ένορκων ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς βεβαιώσεων των, αντιστοίχως, …….., υιού του παθόντος και …………, συνεργάτη του ιδίου, που ελήφθησαν με την επιμέλεια του ενάγοντος και κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των αντιδίκων του, σε συνδυασμό προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ) και τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ, αφορούν δε ειδικότερα στον τόπο και χρόνο του ενδίκου τροχαίου οδικού ατυχήματος, στην ταυτότητα των εμπλακέντων σ’ αυτό φυσικών προσώπων, στην κυριότητα και στην ασφαλιστική κάλυψη του ζημιογόνου οχήματος, προκύπτουν τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Στις 13.2.2015 και ώρα 18:20 περίπου συνέβη οδικό τροχαίο ατύχημα στην οδό Γρηγορίου Λαμπράκη στον Κορυδαλλό και, συγκεκριμένα, στο ύψος του οικοδομικού αριθμού 99, όταν συγκρούστηκαν εκεί η υπό στοιχεία κυκλοφορίας ………. δίκυκλη μοτοσυκλέτα, εργοστασίου κατασκευής HONDA, κυβισμού εξακοσίων εβδομήντα κυβικών εκατοστών (670 κ.ε.), μαύρου χρώματος, με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2012, που ανήκε στην ιδιοκτησία του ενάγοντος, ο οποίος και την οδηγούσε και το υπό στοιχεία κυκλοφορίας ………… ΙΧΕ αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής TOYOTA, τύπου COROLLA, μαύρου χρώματος και κυβισμού χιλίων εξακοσίων κυβικών εκατοστών (1.600 κ.ε.) περίπου, με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 1999, το οποίο οδηγούσε ο ιδιοκτήτης του πρώτος εναγόμενος και το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την προς τρίτους αστική ευθύνη από τη λειτουργία του στην δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία. Η σύγκρουση έλαβε χώρα στην προς την Αθήνα κατεύθυνση της ως άνω οδού, όπου κινούνταν ομόρροπα τα δύο [2] οχήματα. Η ίδια οδός στο συγκεκριμένο σημείο είναι διπλής κατεύθυνσης και τα ρεύματα κυκλοφορίας διαχωρίζονται από υπερυψωμένη και δενδροφυτευμένη νησίδα ασφαλείας, το δε ρεύμα προς Αθήνα, πλάτους δέκα μέτρων και πενήντα εκατοστών (10,50 μ.) συνολικά, έχει δύο [2] λωρίδες κίνησης. Ο καιρός ήταν αίθριος, το ασφάλτινο οδόστρωμα ξηρό και η κυκλοφορία οχημάτων και πεζών κανονική, ο δε (δημοτικός) φωτισμός επαρκής, ενώ το επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας ταυτιζόταν με το ανώτατο όριό της για κατοικημένες περιοχές και δεν υπερέβαινε τα πενήντα χιλιόμετρα ανά ώρα (50 klm/h). Όλα τα ανωτέρω προκύπτουν από την από 13.2.2015 έκθεση αυτοψίας των αστυνομικών υπαλλήλων του Τμήματος Τροχαίας Κορυδαλλού, που κατέφθασαν στο σημείο του ατυχήματος στις 18:40 της ημέρας εκείνης, όπως και από το σχετικώς συνταχθέν από αυτούς πρόχειρο σχεδιάγραμμα, ενώ δεν αμφισβητούνται από τους διαδίκους. Αμφισβητούμενα σημεία παραμένουν, αντιθέτως, το ακριβές σημείο σύγκρουσης, η ταχύτητα της μοτοσυκλέτας του παθόντος και το αν αυτός φορούσε ή όχι κράνος. Λαβή στην αμφισβήτηση δίνουν, αφενός, το γεγονός ότι κατά την άφιξη των αστυνομικών υπαλλήλων στον τόπο του ατυχήματος, όπως επισημαίνεται στην έκθεσή τους, τα εμπλακέντα οχήματα είχαν ήδη απομακρυνθεί, με αποτέλεσμα στο σχεδιάγραμμα να απεικονίζονται μόνον οι πορείες τους κατά δήλωση των φερόμενων ως αυτοπτών μαρτύρων και όχι οι ακριβείς θέσεις τους επί του οδοστρώματος και, αφετέρου, οι εν πολλοίς ασαφείς και εν μέρει αλληλοσυγκρουόμενες μαρτυρίες των προσώπων που είδαν το συμβάν. Ως τέτοια στην προαναφερόμενη έκθεση αυτοψίας μνημονεύονται η ………….., κάτοικος Νίκαιας και οδηγός του υπό στοιχεία κυκλοφορίας …….. ΙΧΕ αυτοκινήτου, τύπου τζιπ, ο ………., κάτοικος Κορυδαλλού, οδηγός του υπό στοιχεία κυκλοφορίας ……. ΔΧΕ αυτοκινήτου (ταξί), οι οποίοι αμφότεροι βρέθηκαν στον τόπο του ατυχήματος κατά την άφιξη των αστυνομικών υπαλλήλων που επιλήφθηκαν και ο ……….., κάτοικος Νίκαιας και οδηγός ΙΧΕ αυτοκινήτου, του οποίου τα στοιχεία κυκλοφορίας δεν διευκρινίστηκαν, ο οποίος προσήλθε στην επιληφθείσα αστυνομική υπηρεσία στις 21:00 της ημέρας εκείνης και δήλωσε αυτόπτης μάρτυρας, ο δε ισχυρισμός του έγινε δεκτός (και το όνομά του περιελήφθη στην έκθεση αυτοψίας), επειδή είχε ήδη νωρίτερα (αμέσως μετά το ατύχημα και πριν αποχωρήσει από εκεί) γνωστοποιήσει τον αριθμό του τηλεφώνου του στον πρώτο εναγόμενο. Οι μάρτυρες αυτοί δεν αμφισβητείται ότι, με το όχημά του ο καθένας, είχαν κατεύθυνση προς την Αθήνα, δηλαδή ότι είχαν πορεία ομόρροπη με τα οχήματα των φυσικών προσώπων που αντιδικούν. Ως προς τις συνθήκες του ατυχήματος οι διάδικοι επικαλούνται, ο μεν ενάγων ότι κινούμενος με ταχύτητα 30 – 40 klm/h και με τη χρήση κράνους στην αριστερή λωρίδα του προς την Αθήνα ρεύματος πορείας της οδού Γρηγορίου Λαμπράκη και έχοντας μπροστά του και σε απόσταση δέκα μέτρων (10 μ.) περίπου το ως άνω ταξί και πίσω του και σε απόσταση πέντε μέτρων (5 μ.) περίπου το προαναφερόμενο τζιπ, διαπίστωσε ότι το προπορευόμενό του ταξί, πλησιάζοντας τη συμβολή της ως άνω οδού με την κάθετό της από δεξιά οδό Σωκράτους, άλλαξε λωρίδα κυκλοφορίας, αφού πιο πριν ο οδηγός του ενεργοποίησε τον αντίστοιχο φωτεινό ενδείκτη του οχήματός του (αλάρμ), που προειδοποιούσε τους όπισθεν αυτού κινούμενος για την πρόθεσή του να διακόψει την πορεία του και μετακινήθηκε προς το δεξιό άκρο του οδοστρώματος, όπου ακινητοποιήθηκε προσωρινά, προκειμένου να επιβιβάσει επιβάτη και ότι μετά την ακινητοποίηση του ταξί ο πρώτος εναγόμενος, που κινούταν με το όχημά του πίσω από αυτό και στη δεξιά λωρίδα του ιδίου ρεύματος κυκλοφορίας, εκτέλεσε αιφνίδιο ελιγμό προς τα αριστερά, προκειμένου να προσπεράσει το ταξί, χωρίς όμως να καταστήσει εγκαίρως γνωστή την πρόθεσή του αλλάξει πορεία με τη χρήση του αντίστοιχου (αριστερού) δείκτη κατεύθυνσης (φλας), με αποτέλεσμα να αποκλείσει την προς τα εμπρός πορεία της μοτοσυκλέτας του ενάγοντος και να μην προλάβει αυτός να αποφύγει τη σύγκρουση, λόγω της μικρής απόστασης μεταξύ των δύο [2] οχημάτων, τα οποία στη συνέχεια συγκρούσθηκαν, με συνέπεια ο ενάγων να εκτιναχθεί προς τα αριστερά και να προσγειωθεί στο οδόστρωμα με το κεφάλι, ενώ η μοτοσυκλέτα του έπεσε πάνω του, οι δε εναγόμενοι ότι η σύγκρουση έγινε όταν ο ενάγων, κινούμενος με μεγάλη ταχύτητα και χωρίς προστατευτικό κράνος, επιχείρησε να αλλάξει λωρίδα κυκλοφορίας και να κινηθεί από την αριστερή στη δεξιά του ρεύματος προς Αθήνα, προκειμένου να υπερκεράσει προπορευόμενό του όχημα, χωρίς όμως επιτυχία, επειδή «…του έκλεινε την αριστερή λωρίδα ένα τζιπ που κινείτο παράλληλα και ομόρροπα με αυτόν και κάνοντας (ανεπιτυχή τελικά) αποφευκτικό ελιγμό της τελευταίας στιγμής, κτύπησε με το εμπρόσθιο μέρος της μοτοσυκλέτας του στο πίσω αριστερό γωνιακό μέρος του αυτοκινήτου του [πρώτου εναγομένου] και λόγω της ταχύτητάς του απογειώθηκε, πέφτοντας με το γυμνό κεφάλι του στο οδόστρωμα αρκετά μέτρα μακρύτερα και μετά ήρθε και έπεσε πάνω του η μοτοσυκλέτα του». Από τους ισχυρισμούς αυτούς καθίσταται σαφές ότι η σύγκρουση συνέβη κατά μεν τον ενάγοντα στην αριστερή, κατά δε τους εναγομένους στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, δηλαδή στη λωρίδα που καθένας τους έβαινε μέχρι τότε κανονικά, κατά τρόπον ώστε να αναιρείται οποιαδήποτε υπαιτιότητα εκάστου, αφού δεν μετέβαλε την κατεύθυνσή του ούτε παρεμβλήθηκε στην πορεία του οχήματος του έτερου ούτε την ανέκοψε. Εκκινώντας από τα αντικειμενικά ευρήματα του Τμήματος Τροχαίας Κορυδαλλού, διαπιστώνεται ότι η μοτοσυκλέτα του ενάγοντος φέρει ίχνη πρόσκρουσης στο εμπρόσθιο τμήμα της και στη δεξιά επιφάνειά της, ενώ το αυτοκίνητο του πρώτου των εναγομένων φέρει υλικές ζημίες στο οπίσθιο τμήμα του και στην οπίσθια αριστερή του γωνία. Τα σημεία επαφής των δύο [2] οχημάτων καταδεικνύουν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι το αυτοκίνητο προπορευόταν και η μοτοσυκλέτα επέπεσε στο πίσω μέρος του. Διαπιστώνεται ακόμα, πρώτον, η ανυπαρξία ιχνών τροχοπεδήσεως και πλαγιολισθήσεως και δεύτερον, ότι στο αριστερό άκρο του οδοστρώματος και σε απόσταση εξήντα εκατοστών (0,60 μ.) από τη διαχωριστική νησίδα της οδού βρέθηκαν κηλίδες αίματος, προερχόμενες από τον ενάγοντα, ενώ επίσης στην αριστερή λωρίδα εντοπίστηκαν χαραγές στο οδόστρωμα μήκους έξι μέτρων και πενήντα εκατοστών (6,50 μ.), που εκκινούν από σημείο που απέχει ένα μέτρο και πενήντα εκατοστά (1,50 μ.) δεξιότερα από τη διαχωριστική νησίδα και καταλήγουν σε σημείο που απέχει ένα μέτρο και δέκα εκατοστά (1,10 μ.) δεξιότερα από αυτήν, προερχόμενες από τη μοτοσυκλέτα του ενάγοντος. Τούτο καταδεικνύει ότι το όχημα αυτό σύρθηκε στο οδόστρωμα με κατεύθυνση από δεξιότερα προς το αριστερό άκρο του, γεγονός το οποίο με τη σειρά του υποδηλώνει ότι μετά τη σύγκρουσή της με την οπίσθια αριστερή γωνία του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου η μοτοσυκλέτα έλαβε κατεύθυνση προς τα αριστερά, όπως άλλωστε είναι σύμφωνο και με τους νόμους της φυσικής επιστήμης, οι οποίοι ομοίως υπαγορεύουν το συμπέρασμα ότι η μέχρι τη σύγκρουση πορεία της μοτοσυκλέτας ήταν από τα δεξιά προς τα αριστερά, όπως και η κατεύθυνσή της μετά την πρόσκρουση. Επιπλέον, στην έκθεση αυτοψίας και στο πρόχειρο σχεδιάγραμμα που τη συνοδεύει επισημαίνεται ότι θραύσματα υάλινων μερών και πλαστικών εξαρτημάτων, προερχόμενα από τα δύο [2] οχήματα που συγκρούστηκαν, εντοπίστηκαν στο αριστερό άκρο της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας της οδού Γρηγορίου Λαμπράκη και όχι στην αριστερή λωρίδα. Από τα ευρήματα αυτά συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι η ζημιογόνος επαφή των οχημάτων που ενεπλάκησαν στο ένδικο ατύχημα έγινε στο άκρο αριστερό μέρος της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας, όπου, όμως, δεν θα έπρεπε, κατά τους ισχυρισμούς των διαδίκων να βρίσκεται κανένα από αυτά, αφού ο μεν ενάγων υποστηρίζει ότι ακολουθούσε την προς τα εμπρός πορεία του κινούμενος στην αριστερή λωρίδα, οι δε εναγόμενοι ότι ο πρώτος από αυτούς είχε ακινητοποιηθεί προσωρινά πίσω από το ως άνω ταξί στη δεξιά λωρίδα, αναμένοντας την επανεκκίνησή του. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι για κάποιο λόγο ο μεν ενάγων εισήλθε στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, ο δε πρώτος εναγόμενος επιχείρησε να μετακινηθεί στο αριστερό άκρο της δεξιάς λωρίδας. Και η μεν κίνηση του τελευταίου εξηγείται ευχερώς αν γίνει δεκτό ότι επιχείρησε να προσπεράσει από τα αριστερά το ταξί που είχε σταματήσει μπροστά του, όπως εξηγείται και η σύγκρουση του αυτοκινήτου του με τη μοτοσυκλέτα αν υποτεθεί ότι η μετακίνηση του πρώτου προς τα αριστερά ήταν αιφνίδια και δε συνοδεύτηκε από φωτεινό προειδοποιητικό σήμα (αριστερό φλας), όπως ο ενάγων ισχυρίζεται. Όμως, η κίνηση του τελευταίου να εισέλθει στη δεξιά λωρίδα δεν εξηγείται επαρκώς με βάση τους ισχυρισμούς του ότι μπροστά του, στην αριστερή λωρίδα και σε απόσταση δέκα περίπου μέτρων (10 μ.) από αυτόν εκινείτο μόνον το ταξί, που κατευθύνθηκε, κινούμενο σύμφωνα με το Ν. 2696/1999 [ΚΟΚ], προς τη δεξιά λωρίδα, αφού υπό τις συνθήκες αυτές ο ενάγων θα μπορούσε να συνεχίσει την ευθεία πορεία του, αφού την κίνησή του δεν περιόριζε ούτε εμπόδιζε άλλο προπορευόμενο όχημα, τουλάχιστον σε απόσταση δέκα μέτρων (10 μ.) μπροστά του, που να τον αναγκάζει σε προσπέραση από τα δεξιά. Σημειωτέον ότι την ύπαρξη ετέρου οχήματος στη δεξιά λωρίδα, το οποίο επιχείρησε ανεπιτυχώς να υπερκεράσει η μοτοσυκλέτα, υποστηρίζουν οι εναγόμενοι, χωρίς να διευκρινίζουν επαρκώς την ταυτότητά του και υπονοώντας ότι πρόκειται για το προαναφερόμενο τζιπ, το οποίο, όμως, ο ενάγων με την αγωγή του τοποθετεί πίσω του κατά το χρόνο του ατυχήματος. Περιγράφοντας τις συνθήκες του συμβάντος η οδηγός του τζιπ ………….. στην από 9.4.2015 ένορκη προανακριτική της κατάθεση, τοποθετεί μπροστά της και σε απόσταση δεκαπέντε περίπου μέτρων (15 μ.), στην αριστερή λωρίδα, μόνον το ως άνω ταξί και δίπλα της, στη δεξιά λωρίδα, το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου, για τον οποίο ακολούθως υποστηρίζει ότι μετά την πρόσκαιρη ακινητοποίηση του ταξί επιχείρησε να το προσπεράσει με «απότομο ελιγμό αριστερά χωρίς προειδοποίηση (φλας)» και συνεχίζει αναφέροντας ότι «…αμέσως μετά αντιλαμβάνομαι μια μοτοσυκλέτα να χτυπάει το μαύρο αυτοκίνητο [ενν. του πρώτου εναγομένου] και ο οδηγός της να φεύγει στον αέρα και προς τα αριστερά να χτυπάει με το κεφάλι του στο οδόστρωμα ακριβώς μπροστά μου και εν συνεχεία να πέφτει πάνω του η μοτοσυκλέτα. Αμέσως φρενάρισα το αυτοκίνητό μου, το οποίο και σταμάτησε σε απόσταση μισού μέτρου από τον τραυματία…». Από την κατάθεσή της συνάγεται, πρώτον, ότι η μοτοσυκλέτα του ενάγοντος κινούταν πίσω τόσο από το τζιπ που η μάρτυρας εκείνη οδηγούσε όσο και από το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου, που έβαινε δίπλα της και, δεύτερον, ότι ο ενάγων μετά την πρόσκρουση κινήθηκε στον αέρα με κατεύθυνση από δεξιά προς τα αριστερά, αφού επέπεσε στο όχημα του ενάγοντος δεξιά της και συνεπεία της σύγκρουσης βρέθηκε μπροστά της στην αριστερή λωρίδα. Κίνηση άλλωστε και της μοτοσυκλέτας του με την ίδια κατεύθυνση υποδηλώνουν και οι χαραγές στο οδόστρωμα, περί των οποίων έγινε ήδη λόγος. Μάλιστα, ο ………, οδηγός του ως άνω ταξί, στην από 19.5.2015 ένορκη προανακριτική του κατάθεση υποστηρίζει ότι «…μετά τη σύγκρουση οδηγός και μοτοσυκλέτα εκσφενδονίστηκαν στον αέρα…», αναφορά που υποδηλώνει σφοδρότατη σύγκρουση μεταξύ κινούμενων οχημάτων, το μεν αυτοκινήτου που επιχειρεί αιφνίδιο ελιγμό προς τα αριστερά και δεν βαίνει ανεμπόδιστα σε ευθεία, επομένως κατά λογική αναγκαιότητα δεν έχει υπερβολική ταχύτητα, το δε μοτοσυκλέτας που δεν επιχειρεί καν τροχοπέδηση αν και, επειδή κινείται σε κατοικημένη περιοχή, πρέπει να βαίνει με σχετικά μικρή ταχύτητα, που επιτρέπει αποφευκτικές κινήσεις μικρής επικινδυνότητας, όπως η χρήση του φρένου. Ως προς τα αίτια της σύγκρουσης ο μάρτυρας αυτός δεν είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικός, καθώς περιορίζεται να αναφέρει μόνον ότι μετά την ακινητοποίηση του δικού του οχήματος στο δεξιό άκρο του οδοστρώματος αντιλήφθηκε το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου να βρίσκεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του στα αριστερά του και ότι πίσω ακριβώς από το σημείο που έπεσε ο ενάγων και η μοτοσυκλέτα του εκινείτο το τζιπ της ……………, η οποία και τροχοπέδησε αποτελεσματικά. Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι η από 16.6.2015 ένορκη προανακριτική κατάθεση του παθόντος, που αναφέρει ότι βαίνοντας με χαμηλή ταχύτητα στην οδό Γρηγορίου Λαμπράκη συγκρούσθηκε με το αυτοκίνητο του πρώτου εναγομένου που «…έκανε απότομο ελιγμό αριστερά χωρίς προειδοποίηση…» και η από 26.6.2015 προανακριτική απολογία του τελευταίου, ο οποίος ανέφερε ότι όντας ακινητοποιημένος πίσω από το ως άνω ταξί, στο δεξιό άκρο του οδοστρώματος, αντιλήφθηκε ένα δυνατό θόρυβο προερχόμενο από την οπίσθια αριστερή πλευρά του οχήματός του και είδε «…μια μοτοσυκλέτα να [τον] προσπερνάει από αριστερά και ο οδηγός της έχοντας προφανώς χάσει τον έλεγχό της μετά από 3 ή 4 μέτρα ανατρέπεται και … καταπλακώθηκε από τη μοτοσυκλέτα…». Σημειώνεται ότι ουδείς από τους παραπάνω στο πλαίσιο της ποινικής προδικασίας έκανε λόγο για προστατευτικό κράνος του ενάγοντος, του οποίου δε γίνεται μνεία ούτε στην έκθεση αυτοψίας της επιληφθείσας αστυνομικής Αρχής. Αναφορά σ’ αυτό κάνει μόνον ο (φερόμενος ως αυτόπτης) μάρτυρας ……………, για τον οποίο, όπως και τους υπολοίπους αυτόπτες, δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε προηγούμενη σχέση με τους διαδίκους, που να δικαιολογεί αμφιβολίες ως προς τα κίνητρα των καταθέσεών τους, ο οποίος στην από 11.3.2015 ένορκη προανακριτική του κατάθεση υποστηρίζει ότι «… ο οδηγός της μοτοσυκλέτας έπεσε στο οδόστρωμα και μη φορώντας κράνος χτύπησε στο κεφάλι…». Ως προς τις συνθήκες του ατυχήματος και τα αίτια της πτώσης αυτής ο ίδιος μάρτυρας, που στη σκηνή του συμβάντος τοποθετεί τον εαυτό του πίσω από το όχημα του πρώτου εναγόμενου και σε απόσταση είκοσι περίπου μέτρων (20 μ.) από αυτό, στη δεξιά λωρίδα της οδού, αναφέρει ότι μετά την ακινητοποίηση του ταξί και του ζημιογόνου αυτοκινήτου «…μια δίκυκλη μοτοσυκλέτα, η οποία εκινείτο στην Λαμπράκη προς Αθήνα στην αριστερή λωρίδα, ενήργησε δεξιό ελιγμό και εισήλθε στη δεξιά λωρίδα ανάμεσα σε μένα και στο προαναφερθέν ΤΟΥΟΤΑ [δηλαδή το όχημα του πρώτου εναγομένου]…» και στη συνέχεια ότι «…σε δευτερόλεπτα [η μοτοσυκλέτα] ενήργησε αριστερό ελιγμό για να εισέλθει πάλι στην αριστερή. Ο οδηγός της ήθελε να προσπεράσει ένα τζιπ που ήταν μπροστά του, γι’ αυτό μπήκε στη δεξιά λωρίδα και έπειτα έκανε ελιγμό αριστερά για να μπει μπροστά στο τζιπ. Την ώρα όμως που ενεργούσε τον αριστερό ελιγμό, νομίζοντας μάλλον ότι η οδηγός του τζιπ τον είδε και ότι θα ελάττωνε ταχύτητα, ίσως ενήργησε βιαστικά. Αποτέλεσμα ήταν κατά τον αριστερό ελιγμό του να προσκρούσει στο ΤΟΥΟΤΑ, το οποίο ήταν ακόμα ακινητοποιημένο πίσω από το ταξί…». Η ακρίβεια της ανωτέρω περιγραφής ελέγχεται, δεδομένου ότι ο ίδιος μάρτυρας στην από 23.5.2015 (δεύτερη) προανακριτική του κατάθεση εμφανίζεται να μην “θυμάται” πλέον ούτε αν το όχημα του πρώτου εναγομένου βρισκόταν ακριβώς πίσω από το έμπροσθέν του ακινητοποιημένο ταξί ή αν ήταν «σε θέση αριστερά του προκειμένου να το προσπεράσει» ούτε αν «είχε βγάλει αλάρμ προκειμένου να κάνει προσπέραση στο ταξί». Πάντως, μετά τη σύγκρουση ο ενάγων διεκομίσθη με νοσοκομειακό όχημα του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας [ΕΚΑΒ] στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο ΑΤΤΙΚΟΝ, όπου διασωληνώθηκε στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, επειδή διαπιστώθηκε πτώση του επιπέδου της συνειδήσεώς του και για λόγους προστασίας του αεραγωγού. Αξονικές τομογραφίες στις οποίες υποβλήθηκε (εγκεφάλου, αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, θώρακος και άνω/κάτω κοιλίας) κατέδειξαν εκτεταμένα στοιχεία υπαραχνοειδούς αιμορραγίας δεξιά βρεγματοκροταφικά, μικρό υποσκληρίδιο αιμάτωμα πάχους επτά χιλιοστών (0,007 μ.) βρεγματοϊνιακά δεξιά και έτερο σύστοιχα ινιακά πάχους τεσσάρων χιλιοστών (0,004 μ.) με συνυπάρχουσες δύο [2] γραμμές κατάγματος δεξιά κροταφικά, μία από τις οποίες βρεγματικά, αιμορραγική θλάση στο δεξιό κροταφικό πόλο, θλάσεις στον αριστερό κροταφικό πόλο με συνοδό υπαραχνοειδή αιμορραγία και φυσαλίδες αέρα, κεφαλαιμάτωμα στη δεξιά μετωπιαία χώρα, χωρίς αιμορραγικά στοιχεία ή οστικές βλάβες στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης και πυκνοατελεκτατικού τύπου αλλοιώσεις σε αμφότερους τους κάτω λοβούς του θώρακα και στον αριστερό άνω λοβό, όπως και κύστες ήπατος, χωρίς αιμορραγικά στοιχεία στα συμπαγή όργανα της κοιλίας ή στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Προκειμένου να εισαχθεί σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) διεκομίσθη αυθημερόν στο «ΙΑΤΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΑΘΗΝΩΝ», όπου διασωληνώθηκε σε κωματώδη κατάσταση και λόγω επιδεινώσεως της αναπνευστικής του εικόνας υποβλήθηκε σε τραχειοστομία. Μετά δε την αντιμετώπιση ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων και τη βελτίωση της αναπνευστικής του λειτουργίας εξήλθε από το ως άνω νοσηλευτήριο στις 14.4.2015 διεγερτικός, ήπια αποπροσανατολισμένος, χωρίς νευρολογική σημειολογία και με συστάσεις για εξακολούθηση της φαρμακευτικής (πνευμονολογικής, νευρολογικής και ψυχιατρικής) αγωγής που ήδη λάμβανε και φυσιατρικής αποκατάστασης λόγω διαταραχών ισορροπίας και συμπεριφοράς. Όμως, στις 6.12.2015 παρουσίασε κρίση επιληψίας, που κατέστησε αναγκαία την εκ νέου νοσηλεία του για μία [1] ημέρα στο ως άνω νοσοκομείο, από το οποίο εξήλθε με διάγνωση «επιληπτικές κρίσεις μετατραυματικής αιτιολογίας», ενώ αργότερα, πρώτον, στις 15.2.2016, μετά από ορθοπεδικό έλεγχο με αξονική τομογραφία της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης του, διαπιστώθηκε τραυματικής αιτιολογίας συμπιεστικό κάταγμα του 01 σπονδύλου, με αποτέλεσμα την μείωση της προσθοπίσθιας διαμέτρου του σπονδυλικού σωλήνα και την εμφάνιση συμπιεστικών φαινομένων στις ρίζες 04 και 05 λόγω ήπιων κηλών των δίσκων 04 – 05 και 05 – 0Ι1, δεύτερον, στις 18.2.2016 και στις 19.2.2016, μετά από μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου και ηλεκτροεγκεφαλογράφημα αντίστοιχα, ανιχνεύθηκαν παθολογικά ευρήματα επιβεβαιωτικά της μετατραυματικής επιληψίας και, τρίτον, στις 22.3.2016, μετά από αξιολόγηση της συνολικής εικόνας του ενάγοντος, κρίθηκε ότι είχε καταστεί ανάπηρος σε ποσοστό 67% λόγω μετατραυματικής επιληψίας συνεπεία βαρύτατης κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης με πολλαπλές εγκεφαλικές βλάβες και οσφυοϊσχιαλγίας επί εδάφους κατάγματος του 01 σπονδύλου με συχνές κρίσεις, χωρίς να συνυπολογιστεί ο βαθμός αναπηρίας που θα μπορούσε να προκύψει από την εκτίμηση της ψυχιατρικής του κατάστασης. Μετά από συνεκτίμηση και αυτής από την ……, Ιατρό – Νευροχειρουργό, που διορίστηκε ως πραγματογνώμονας με την υπ’ αριθμ. 4995/2018 εν μέρει οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, διαπιστώθηκε, αφενός, ότι το ποσοστό αναπηρίας του ενάγοντος, που εξετάστηκε την 1η.2.2021, ανερχόταν πλέον σε 90%, οφειλόμενο σε μετατραυματικό οργανικό ψυχοσύνδρομο (κατά ποσοστό 50%), σε μετατραυματική επιληψία (κατά ποσοστό 30%) και σε αστάθεια σπονδυλικής στήλης συνεπεία κατάγματος του 01 σπονδύλου (κατά ποσοστό 10%) και, αφετέρου, ότι όλα τα παραπάνω θεωρούνται μόνιμες και μη αναστρέψιμες βλάβες, συνοδεύονται δε με ιδιαίτερα κακή πρόγνωση λόγω της ηλικίας του (πενήντα επτά [57] ετών κατά το χρόνο του ατυχήματος και εξήντα δύο [62] κατά το χρόνο της ως άνω εξετάσεώς του). Από όλα όσα προαναφέρθηκαν δεν καταλείπεται στο Δικαστήριο τούτο αμφιβολία περί του ότι το ένδικο ατύχημα με τις ως άνω βαρύτατες συνέπειες οφείλεται σε συνυπαιτιότητα των οδηγών των εμπλακέντων οχημάτων και, συγκεκριμένα, του πρώτου εναγομένου, ο οποίος εκτέλεσε ελιγμό προς τα αριστερά, προκειμένου να υπερκεράσει το ως άνω έμπροσθέν του ακινητοποιημένο ταξί, χωρίς α] να καταστήσει έγκαιρα γνωστή την πρόθεσή του αυτή χρησιμοποιώντας τον κατάλληλο δείκτη κατεύθυνσης (άρθρο 21 § 2 ΚΟΚ), β] να συνυπολογίσει ότι με τη συμπεριφορά του αυτή θα μπορούσε να εκθέσει ενδεχομένως σε κίνδυνο άλλους κινούμενος στον ίδιο τόπο (άρθρο 12 § 1 ΚΟΚ), γ] να λάβει υπόψη τη θέση, την κατεύθυνση και την ταχύτητα του ενάγοντος (άρθρο 21 § 1 ΚΟΚ) και δ] να αναμείνει τη διέλευσή του ή να του παραχωρήσει προτεραιότητα (άρθρο 23 § 2 ΚΟΚ) αλλά και του ενάγοντος, ο οποίος, αν και κινούμενος σε οδόστρωμα με δύο [2] λωρίδες κυκλοφορίας στην κατεύθυνσή του και υποχρεούμενος να οδηγεί μέσα στα όρια της δικής του λωρίδας και κατά το δυνατόν στο μέσο αυτής (άρθρο 16 § 3 ΚΟΚ) εντούτοις άλλαξε λωρίδα κυκλοφορίας, χωρίς να βεβαιωθεί ότι μπορούσε το πράξει με ασφάλεια τόσο για τον ίδιο όσο και για τους άλλους χρήστες της συγκεκριμένης οδού (άρθρο 21 § 1 ΚΟΚ) και επιχείρησε να προσπεράσει άλλο όχημα από τα δεξιά του, αν και τούτο καταρχήν απαγορεύεται (άρθρο 17 § 2 ΚΟΚ), ενώ αμφότεροι οδηγούσαν χωρίς σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή τους (άρθρο 12 § 1 ΚΟΚ). Αμφίβολος, όμως, παραμένει ο βαθμός της συνδρομής των ενεργειών του ενάγοντος στην επέλευση και στην έκταση του ζημιογόνου αποτελέσματος, καθώς από τα υφιστάμενα αποδεικτικά μέσα δεν διευκρινίζεται ούτε η ταχύτητα κινήσεώς του κατά τη στιγμή της αλλαγής λωρίδας κυκλοφορίας και της προσκρούσεώς του στο όχημα του πρώτου εναγομένου ούτε η εκ μέρους του χρήση ή μη προστατευτικού κράνους. Ως προς το πρώτο ζήτημα ο ενάγων υποστήριξε (και οι συνεκκαλούμενες δέχθηκαν) ότι η ταχύτητά του δεν υπερέβαινε τα σαράντα χιλιόμετρα ανά ώρα (40 klm/h). Όμως, η σφοδρότητα της επίμαχης σύγκρουσης, εκτιμώμενη κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, της φυσικής επιστήμης αλλά και της λογικής, υπαγορεύει αντίθετο συμπέρασμα. Πράγματι, 1] το γεγονός ότι ο ενάγων εκτινάχθηκε στον αέρα μολονότι η μοτοσυκλέτα του προσέκρουσε σε όχημα, επιχειρούν αντικανονικώς μεν και αιφνιδίως ελιγμό επί του οδοστρώματος, πλην όμως με οπωσδήποτε μικρή, ακριβώς λόγω του ελιγμού, ταχύτητα κινούμενο, 2] το ενδεχόμενο η μοτοσυκλέτα του να εκτινάχθηκε και αυτή, παρά το σημαντικό βάρος της στον αέρα, όπως καταθέτει ο αυτόπτης μάρτυρας …………. και 3] το αναμφισβήτητο γεγονός ότι η ίδια μοτοσυκλέτα σύρθηκε στο οδόστρωμα με τη δεξιά πλευρά της (όπου η έκθεση αυτοψίας επισημαίνει την ύπαρξη υλικών ζημιών) σε απόσταση έξι μέτρων και πενήντα εκατοστών (6,50 μ.) είτε από το σημείο της σύγκρουσης είτε από το σημείο της, μετά από αυτήν και την εκτίναξή της στον αέρα, πτώσης της στο έδαφος, φανερώνουν μεγάλη ταχύτητα κινήσεώς της, υπερβαίνουσα το νόμιμο όριο. Το ίδιο υποδηλώνουν 4] η απουσία ιχνών τροχοπεδήσεώς της, μολονότι αυτή θα ήταν η ενδεδειγμένη αποφευκτική ενέργεια στην οποία θα κατέφευγε ο οδηγός δίκυκλου που κινείται με μικρή ταχύτητα, ακόμα και αν επιχειρεί υπό τις συνθήκες αυτές ελιγμό, οπότε θα αποτυπώνονταν στο οδόστρωμα σημάδια ολίσθησης του οπίσθιου τροχού με κατεύθυνση από δεξιά προς τα αριστερά της πορείας του, όπως όμως δεν συνέβη και 5] το γεγονός ότι η μοτοσυκλέτα του ενάγοντος δεν κατέπεσε στο σημείο της σύγκρουσής της με το όχημα του πρώτου εναγομένου ή λίγο πιο μπροστά αλλά σύρθηκε στο οδόστρωμα μέχρι το βάρος της και οι δυνάμεις τριβής της με το ασφάλτινο οδόστρωμα να διακόψουν την εν πτώσει πορεία της, δυστυχώς πάνω στο πεσμένο σώμα του ενάγοντος, που λόγω του μικρότερου βάρους του είχε εκτιναχθεί σε μεγαλύτερη απόσταση και ήδη προσγειωθεί με το κεφάλι σε ανένδοτη επιφάνεια. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν 6] και οι υλικές ζημίες των δύο [2] οχημάτων, από τα οποία η μεν μοτοσυκλέτα υπέστη βλάβες τόσον εκτεταμένες, ώστε η δαπάνη επισκευής τους να υπερβαίνει την αγοραία αξία της κατά το χρόνο της σύγκρουσης, ενώ το αυτοκίνητο του δεύτερου εναγομένου εβλάβη μόνον στην οπίσθια αριστερή πλευρά του και, συγκεκριμένα, στον προφυλακτήρα, στη μετώπη του (ποδιά) και στα οπίσθια αριστερά μέρη του (φανό, ελαστικό, ψαλίδι και ρουλεμάν), με αποτέλεσμα να αρκεί για την επισκευή του (κόστος ανταλλακτικών και δαπάνες επισκευής και φανοποιΐας) κονδύλιο ύψους δύο χιλιάδων διακοσίων ευρώ (2.200 €) περίπου, όπως και ο ίδιος ο πρώτος εναγόμενος υποστήριξε με την από 12.10.2017 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ……../12.10.2017), από το δικόγραφο της οποίας, βέβαια, παραιτήθηκε πριν τη συζήτησή της, όπως δεν αμφισβητείται. Ως προς το δεύτερο ζήτημα, του κράνους που ο ενάγων υποστήριξε (και οι συνεκκαλούμενες δέχθηκαν) ότι έφερε, ενώ οι εναγόμενοι διαρρήδην και ο ως άνω μάρτυρας ………. ανενδοίαστα και χωρίς υπαναχωρήσεις αρνήθηκαν την ύπαρξή του, πρέπει να σημειωθεί ότι ο ενόρκως υπέρ του ενάγοντος βεβαιών υιός του ………… καταθέτει μεν ότι ο αδελφός του ………… περισυνέλεξε αυτό, που ήταν εργοστασίου κατασκευής NOLAN, την επομένη του ατυχήματος ημέρα (14.2.2015) από την «άκρη του δρόμου» όπου βρισκόταν ακόμα μαζί με τη μοτοσυκλέτα του πατέρα του, όμως, στην ως άνω έκθεση αυτοψίας του Τμήματος Τροχαίας Κορυδαλλού ουδέν τέτοιο εύρημα αναφέρεται, μολονότι η αναφορά του θα ήταν ουσιώδης για τη διευκρίνιση των περιστάσεων του τραυματισμού του παθόντος. Σχετικώς, θα σημειωθεί ακόμα και ότι φωτογραφίες του επίμαχου κράνους με σημάδια βλαβών περιμετρικά αυτού (και όχι στην κορυφή του) έχει προσκομίσει ο ενάγων τόσον πρωτοβαθμίως όσον και στην έκκλητη δίκη, χωρίς όμως από αυτές να συνάγεται με ασφάλεια ότι το απεικονιζόμενο αντικείμενο υπήρξε πράγματι το κράνος που όντως έφερε ο παθών κατά τη στιγμή του ατυχήματος, ενώ παράλληλα θα επισημανθεί ότι κανένα αποζημιωτικό της καταστροφής του κονδύλιο δεν περιελήφθη στην ένδικη αγωγή. Με βάση τα μέχρι τώρα αποδειχθέντα δεν μπορεί να συναχθεί ασφαλές συμπέρασμα ως προς τα παραπάνω δύο [2] ζητήματα, που σχετίζονται άμεσα με το κρίσιμο θέμα του ποσοστού συνυπαιτιότητας του ενάγοντος στην πρόκληση και στο εύρος των ζημιών του, αν και το συμπέρασμα αυτό θα επηρεάσει καθοριστικά την κρίση του Δικαστηρίου ως προς την έκταση παραδοχής του συναφούς αμυντικού ισχυρισμού των εναγομένων, που επαναπροβάλλεται με τους δύο [2] πρώτους λόγους της Α΄ έφεσής τους, των οποίων, επομένως, η ολοκλήρωση της έρευνας της ουσιαστικής βασιμότητας δεν καθίσταται προς το παρόν δυνατή. Η επί των ζητημάτων αυτών αμφιβολία επιτείνεται από το γεγονός ότι ως προς το ποινικό σκέλος της υπόθεσης εκδόθηκε ήδη η με αριθμό 299/24.1.2018 καταδικαστική απόφαση του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, που κρίνοντας επί κατηγορίας εναντίον του πρώτου εναγομένου για την αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια σε βάρος του ενάγοντος θεώρησε τον κατηγορούμενο ένοχο και του επέβαλε φυλάκιση έξι [6] μόλις μηνών, ποινή που, ενόψει της αποκλειστικής υπαιτιότητάς του, όπως του αποδόθηκε με το συναφές υπ’ ΑΒΜ ….. και ΑΒΩ ……. κατηγορητήριο, δεν αντιστοιχεί, κατά νομική αναγκαιότητα, στη βαρύτητα του εγκληματικού αποτελέσματος, όπως αυτό περιγράφηκε παραπάνω. Από το σχετικώς εκδοθέν κλητήριο θέσπισμα του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς προκύπτει ότι στο ακροατήριο του ως άνω ποινικού Δικαστηρίου κλήθηκαν ως μάρτυρες ο παθών και οι …………. Όμως, το περιεχόμενο των επ’ ακροατηρίου καταθέσεών τους, ιδίως της πρώτης, για την οποία ο υιός του παθόντος βεβαιώνει ενόρκως ότι εμφανίστηκε στο ποινικό ακροατήριο, όπου και τη συνάντησε, μολονότι κρίσιμο για την αποσαφήνιση των παραπάνω ζητημάτων, δεν προκύπτει από τη δικογραφία, καθώς προσκομίζεται μόνον απόσπασμα της ως άνω καταδικαστικής απόφασης και όχι το πλήρες κείμενο των πρακτικών και της απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς. Για το λόγο αυτό πρέπει, πριν την εξαφάνιση των συνεκκαλούμενων αποφάσεων, να αναβληθεί η έκδοση της οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου και, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 254 ΚΠολΔ, να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου να διευκρινιστούν τα ως άνω σημεία, ως προς τα οποία προέκυψαν εύλογες (εν σχέσει προς τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς αλλά και τις αντίστοιχες πρωτόδικες κρίσεις) αμφιβολίες κατά τη μελέτη της υπόθεσης και, συγκεκριμένα, καταρχάς, προκειμένου να προσκομιστεί από τον επιμελέστερο των διαδίκων η υπ’ αριθμ. 299/24.1.2018 καταδικαστική απόφαση του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, περιέχουσα και τα πρακτικά της δίκης μετά την οποία αυτή εκδόθηκε αλλά και, περαιτέρω, να διενεργηθεί πρώτα τεχνική και ακολούθως, μετά την ολοκλήρωσή της, ιατρική πραγματογνωμοσύνη, από ειδικούς πραγματογνώμονες, που θα διοριστούν από τον επίσημο κατάλογο των πραγματογνωμόνων που τηρείται στο Δικαστήριο αυτό, ώστε να εξακριβωθούν ζητήματα για τα οποία απαιτούνται ειδικές γνώσης επιστήμης και τέχνης. Ειδικότερα δε, προκειμένου να διενεργηθεί 1] τεχνική πραγματογνωμοσύνη, ώστε να διαπιστωθεί με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια Α] το επί του οδοστρώματος σημείο της ζημιογόνου επαφής των οχημάτων των διαδίκων και η θέση των λοιπών εμπλακέντων οχημάτων κατά τη στιγμή της σύγκρουσης, Β] η αρχική πορεία και η τελική θέση όλων των εν λόγω οχημάτων, Γ] η ταχύτητα κινήσεως της μοτοσυκλέτας του ενάγοντος και του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου κατά τη στιγμή της σύγκρουσης, Δ] αν η μοτοσυκλέτα εκτινάχθηκε στον αέρα ή όχι, πριν συρθεί στο οδόστρωμα και, σε καταφατική απάντηση σε πόσα μέτρα από το σημείο της απογειώσεώς της προσέκρουσε στην άσφαλτο και με ποιά πλευρά της, καθώς και να καταγραφεί κάθε άλλο χρήσιμο κατά την κρίση του πραγματογνώμονα στοιχείο, όπως, ενδεικτικά, το βάρος εκάστου οχήματος και ο συντελεστής τριβής της συρόμενης στο οδόστρωμα μοτοσυκλέτας και, ακολούθως, 2] ιατρική πραγματογνωμοσύνη, προκειμένου να διαπιστωθεί αν, λαμβανομένων υπόψη των πορισμάτων της τεχνικής πραγματογνωμοσύνης, το είδος, η έκταση και η βαρύτητα των τραυμάτων του ενάγοντος στην κεφαλή του δικαιολογούνται είτε ο παθών έφερε κράνος είτε όχι. Οι ως άνω συμπληρωματικές αποδείξεις κρίνεται σκόπιμο αλλά και αναγκαίο να διενεργηθούν, αφού άλλως δεν θα καταστεί πλήρης η δικανική πεποίθηση ως προς τη βασιμότητα του αμυντικού ισχυρισμού των εναγομένων περί του βαθμού της συνυπαιτιότητας του ενάγοντος στην πρόκληση και στην έκταση των ζημιών του. Σημειωτέον, τέλος, ότι στην παρούσα δεν θα περιληφθεί διάταξη σχετική με τα δικαστικά έξοδα εξαιτίας του μη οριστικού της χαρακτήρα (ΑΠ 608/2012, ΕΠολΔ 2012/342).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζοντας κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων τις εφέσεις
Δέχεται αυτές τυπικά.
Αναβάλλει την έκδοση της οριστικής του απόφασης.
Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου:
Α] να προσκομιστεί από τον επιμελέστερο των διαδίκων η υπ’ αριθμ. 299/24.1.2018 καταδικαστική απόφαση του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, περιέχουσα και τα πρακτικά της δίκης μετά την οποία αυτή εκδόθηκε,
Β) να διενεργηθεί τεχνική πραγματογνωμοσύνη, που θα διεξαχθεί με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων.
Διορίζει πραγματογνώμονα τον …………., ερευνητή -αναλυτή τροχαίων ατυχημάτων, διπλωματούχο της Σχολής Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών του ΕΜΠ, κάτοικο …………………., επί της ……………, τηλ. ………………., ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο πραγματογνωμόνων, που τηρείται στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, ο οποίος, αφού δώσει το νόμιμο όρκο εντός προθεσμίας είκοσι [20] ημερών από τη νόμιμη προς αυτόν επίδοση αντιγράφου της παρούσας, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί αρμοδίως, και αφού λάβει γνώση όλων των εγγράφων της δικογραφίας και συγκεντρώσει από τους διαδίκους όσες πληροφορίες κρίνει απαραίτητες, καθώς και όσα άλλα στοιχεία θεωρήσει αναγκαία και ενεργήσει κάθε αναγκαία πράξη, να γνωμοδοτήσει με πλήρως αιτιολογημένη έκθεσή του, συντάσσοντας και σχετικό σχεδιάγραμμα, ως προς 1] το επί του οδοστρώματος σημείο της ζημιογόνου επαφής των οχημάτων των διαδίκων και την θέση των λοιπών εμπλακέντων οχημάτων κατά τη στιγμή της σύγκρουσης, Β] την αρχική πορεία και την τελική θέση όλων των εν λόγω οχημάτων, Γ] την ταχύτητα κινήσεως της μοτοσυκλέτας του ενάγοντος και του αυτοκινήτου του πρώτου εναγομένου κατά τη στιγμή της σύγκρουσης, Δ] το ενδεχόμενο εκτινάξεως της μοτοσυκλέτας στον αέρα ή όχι, πριν συρθεί στο οδόστρωμα και, σε καταφατική περίπτωση, περί του σημείου της απογειώσεώς της, της αποστάσεως του σημείου αυτού από το σημείο της πτώσης της στο οδόστρωμα και της επιφάνειάς της που σύρθηκε στο οδόστρωμα, ως και Ε] κάθε άλλο χρήσιμο στοιχείο κατά την κρίση του στοιχείο και
Γ] να διενεργηθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη, που θα διεξαχθεί με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων.
Διορίζει πραγματογνώμονα τον ………, νευροχειρουργό, πτυχιούχο Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοικο …………….., επί της οδού …………….., τηλ. ………….., ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο πραγματογνωμόνων, που τηρείται στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, ο οποίος, αφού δώσει το νόμιμο όρκο εντός προθεσμίας είκοσι [20] ημερών από τη νόμιμη προς αυτόν επίδοση αντιγράφου της παρούσας, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί αρμοδίως, αφού λάβει γνώση όλων των εγγράφων της δικογραφίας, συμπεριλαμβανομένου του πορίσματος της ως άνω τεχνικής πραγματογνωμοσύνης, η ολοκλήρωση της οποίας θα πρέπει να έχει προηγηθεί και αφού συγκεντρώσει από τους διαδίκους όσες πληροφορίες κρίνει απαραίτητες, καθώς και όσα άλλα στοιχεία θεωρήσει αναγκαία και ενεργήσει κάθε αναγκαία πράξη, να γνωμοδοτήσει περί του εάν το είδος, η έκταση και η βαρύτητα των τραυμάτων του ενάγοντος στην κεφαλή του δικαιολογούνται είτε αυτός έφερε κράνος είτε όχι.
Την έκθεσή του κάθε πραγματογνώμονας πρέπει να καταθέσει στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, μέσα σε προθεσμία εξήντα [60] ημερών από την όρκισή του, συντασσομένης αντίστοιχης έκθεσης κατάθεσης.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 21 Αυγούστου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ