Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 453/2023

Αριθμός  453/2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών,   Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη-Εισηγήτρια και Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη   και από τη Γραμματέα  Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την  ………,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:  …………., ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως (με δήλωση κατ΄άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Σωτήριο Λίβα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  11.10.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 456/2021  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο  εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από  20.5.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2021- ……../2021) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο εκκαλών, παραστάς αυτοπροσώπως, ως δικηγόρος, και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Η από 20.5.2021 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης πρωτ. ……./2021 και αρ. κατ. Εφετείου ………./2021) έφεση του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά της με αριθμό 456/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η από 11.10.2019  με αριθμό κατάθεσης ………./2009 αγωγή, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα   (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 και 2 του Κ.Πολ.Δ  ). Αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ.), ενώ, όπως προκύπτει από την  ως άνω έκθεση  κατάθεσης ενδίκου μέσου  του Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα,  το νόμιμο παράβολο των 150,00  ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ ήτοι το με αριθμό παραβόλου …………../2021 e παράβολο (όπως η διάταξη αυτή προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012 και ισχύει μετά την τροποποίησή της -ως προς το ύψος των παραβόλων- με το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν. 4446/2016 – ΦΕΚ Α΄ 240/22-12-2016). Πρέπει, επομένως, αφού γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ίδιου Κώδικα), να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, κατά το μέρος που μεταβιβάζεται η υπόθεση με την άσκηση έφεσης στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο άρθρο 522 ΚΠολΔ.

Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος της υπό κρίση εφέσεως εξέθετε στην από  11.10.2019  με αριθμό κατάθεσης ………/2019 αγωγή του  επί   της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ότι ο εναγόμενος εν ενεργεία Δικηγόρος και ήδη εκκαλών της ως άνω  εφέσεως, με τις από 8-10-2014 έγγραφες εξηγήσεις του ενώπιον της Πταισματοδίκη του 18ου Τμήματος Αθηνών ισχυρίστηκε ως προς το πρόσωπο του ενάγοντα, εν γνώσει του ψευδή και δυσφημιστικά γεγονότα και προέβη επιπλέον σε εξυβριστικούς χαρακτηρισμούς σε βάρος του, όπως ειδικότερα εξειδικεύονται στο δικόγραφο της (αγωγής),  των οποίων έλαβαν γνώση ο Πταισματοδίκης, ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Πειραιώς, οι αρμόδιοι γραμματείς και οι Δικαστές  που χειρίζονται την υπόθεση, όπως ειδικότερα εξειδικεύονται στο αγωγικό δικόγραφο. Ότι με τους αναφερόμενους στην αγωγή ψευδείς, μειωτικούς και απαξιωτικούς ισχυρισμούς ο εναγόμενος προσέβαλε την προσωπικότητα του ενάγοντος στις εκφάνσεις της τιμής και της υπόληψής του, και έτσι του προκάλεσε θλίψη και στενοχώρια επιδιώκοντας την προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική του καταστροφή.  Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων όπως παραδεκτά με τις προκατατεθείσες έγγραφες προτάσεις του έτρεψε το αποτιμητό σε χρήμα αίτημα της αγωγής του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, ζητεί  :  Α) να  αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος  οφείλει να του καταβάλει με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 20.000 ευρώ (επιφυλασσόμενου όπως αξιώσει επιπροσθέτως ποσό 500 ευρώ παριστάμενος ως πολιτικώς ενάγων στο αρμόδιο ποινικό δικαστήριο), Β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, ενόψει του πλήθους των προσβλητικών χαρακτηρισμών που έχουν επαναληφθεί σε δικόγραφα των   ……. και εναγόμενου σε βάρος του ενάγοντος, να παραλείπει στο μέλλον κάθε ανάλογη με τις επίδικες επίκληση, ήτοι που να αναφέρεται στο πρόσωπο του ενάγοντος σαν «ατόμου που έχει απωλέσει προφανώς τον έλεγχο όσων πράττει και λέγει και έμπλεος μίσους και πάθους κάνει και τον σταυρό του για να τον ευλογεί ο ύψιστος και όσα πράττει ως «καλός χριστιανός». Δεν αντιλαμβάνεται όμως ότι από τέτοιους χριστιανούς έχει γεμίσει ο τόπος…, τους δε δικούς του δικηγόρους τους απολύει και τους αντικαθιστά σαν τα πουκάμισα…τους οποίους στην συνέχεια φροντίζει να καταγγέλλει και στον δικηγορικό σύλλογο στον οποίο ανήκουν…καθώς επίσης και ένα δικηγόρο Θεσσαλονίκης τον κ. …. τον οποίο προσπάθησε να χρησιμοποιήσει ως μάρτυρα εναντίον μου και ο οποίος προς τιμήν του αρνήθηκε να γίνει ψευδομάρτυρας του ………προσφάτως απέλευσε δε και τον δικηγόρο ………. τον οποίο είχε σε μεγάλη εκτίμηση ως καθηγητή πανεπιστημίου μάλιστα, τον οποίο επίσης ήθελε να χρησιμοποιήσει ως μάρτυρα εναντίον μου και ο οποίος επειδή αρνήθηκε να καταθέσει σε βάρος μου, τον απέλυσε από δικηγόρο. Όλοι δε αυτοί οι δικηγόροι κάνουν τον σταυρό τους επειδή γλύτωσαν από αυτόν…ο εν λόγω «συνάνθρωπος μας» και καλός «χριστιανός»… ο δικομανής όμως αυτός άνθρωπος ο οποίος ξυπνάει κάθε πρωί και το νόμο που σκέπτεται είναι τι κακό θα κάνει σε συνάνθρωπό του …είναι ψεύτης και υποκριτής…με όλες αυτές τις απάνθρωπες και κτηνώδεις πράξεις του … ο ………. νομίζει ότι είναι ραβδάτορας των πάντων…έχει διαταχθεί σε σε βάρος του προκαταρκτική εξέταση για υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης και ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως …» υπό την απειλή χρηματικής ποινής δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και προσωπικής κράτησης τριών (3) μηνών για κάθε παράβαση του διατακτικού της εκδοθησόμενης απόφασης και Γ) να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων κατά τον αναφερόμενο στο δικόγραφο των προτάσεων κατάλογο των εξόδων του, συνολικού ποσού 1.123,40 ευρώ.  Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών  με την  έφεση του,  για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί  να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε να απορριφθεί η ανωτέρω αγωγή, όπως ειδικότερα εκτίθεται στην έφεσή του .

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 57, 59, 914, 932 του ΑΚ προκύπτει ότι σε περίπτωση παράνομης προσβολής της προσωπικότητας γεννάται αξίωση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης. Προσβολή μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως η εξύβριση, απλή ή συκοφαντική δυσφήμηση που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και 363 του Π.Κ., που εφαρμόζονται και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Ειδικότερα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 362 και 363 του Π.Κ. όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης και αν το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε το ψεύδος, τότε διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται: α) ισχυρισμός ή διάδοση από τον υπαίτιο, με οποιονδήποτε τρόπο, ενώπιον τρίτου, για κάποιον άλλον γεγονότος, που θα μπορούσε να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, β) το γεγονός αυτό να είναι ψευδές και ο δράστης να τελεί εν γνώσει της αναληθείας του και γ) δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου και τη θέλησή του να ισχυριστεί ή διαδώσει αυτό το βλαπτικό γεγονός. Ως ισχυρισμός θεωρείται η ανακοίνωση η προερχόμενη ή από ίδια πεποίθηση ή γνώμη ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο. Αντίθετα, διάδοση υφίσταται, όταν λαμβάνει χώρα μετάδοση της ανακοίνωσης που γίνεται από άλλον. Ο ισχυρισμός ή η διάδοση επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου. Στην έννοια του τρίτου,  κατά την ερμηνεία του γράμματος των άνω νομικών διατάξεων, εντάσσεται κάθε φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς κ.λπ, που έλαβαν γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού ή της διάδοσης, ο  ρόλος των οποίων, ως θεσμικών οργάνων της δικαιοσύνης που υποχρεούνται να λαμβάνουν και εξετάζουν δικόγραφα με τυχόν συκοφαντικούς ισχυρισμούς δεν αναιρεί την ιδιότητα τους ως τρίτων (ΑΠ 352/2020, ΑΠ 1926/2019, ΑΠ 841/2019, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 789/2019,  ΑΠ 688/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1013/2018, ΑΠ 1777/2017 ΤΝΠ ΔΣΑ, αντιθ. ΑΠ 1353/2019, ΑΠ 1272/2019 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 640/2019, ΑΠ 690/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως γεγονός, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, νοείται κάθε περιστατικό του εξωτερικού κόσμου ή αντίθετη προς την ηθική ή την ευπρέπεια σχέση ή συμπεριφορά, εφόσον ανάγονται στο παρελθόν ή στο παρόν και υποπίπτουν στις αισθήσεις, ώστε να είναι δεκτικά απόδειξης, συνιστά δε ισχυρισμό του γεγονότος κάθε σχετική με αυτό ανακοίνωση, που βασίζεται είτε σε προσωπική αντίληψη ή γνώμη, είτε σε υιοθέτηση της γνώμης άλλου. Επίσης, διάδοση γεγονότος συνιστά η περαιτέρω απλή μετάδοση της σχετικής ανακοίνωσης που έγινε από άλλον. Αντιθέτως, δεν συνιστά γεγονός η έκφραση γνώμης ή συγκεκριμένης αξιολογικής κρίσης ή άλλοι χαρακτηρισμοί, εκτός αν αυτά σχετίζονται και συνδέονται άμεσα με γεγονός που συνιστά το κρίσιμο του αδικήματος στοιχείο, έτσι, ώστε ουσιαστικά να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική βαρύτητά του, πράγμα που δεν συμβαίνει, όταν εκφράζονται ή εκδηλώνονται ανεξάρτητα και άσχετα με τον τρόπο αυτό (ΑΠ 841/2019, ΑΠ 1264/2016, ΑΠ 611/2015 ΠοινΔνη 2016 583. ΑΠ 871/2007, ΑΠ 1505/2005, ΑΠ 1462/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).  Εξάλλου, κατά το άρθρο 367 § 1 περ. α – δ του ΠΚ το άδικο των προβλεπόμενων στο άρθρο 362 του ίδιου Κώδικα πράξεων αίρεται, μεταξύ των άλλων περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, και όταν πρόκειται για εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νομίμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις (περ. γ` και δ`). Η τελευταία αυτή διάταξη (367 ΠΚ) για την ενότητα της έννομης τάξης εφαρμόζεται αναλογικώς και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. του ΑΚ. Επομένως, αποκλείεται και το στοιχείο του παρανόμου της επιζήμιας συμπεριφοράς ως όρου της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. Έτσι, η προβολή της περίπτωσης του άρθρου 367 § 1 του ΠΚ αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό καταλυτικό της αγωγής του προσβληθέντος (ένσταση), λόγω άρσης του παρανόμου της προσβολής. Ωστόσο, κατά την § 2 του άρθρου 367 ΠΚ, η προαναφερόμενη άρση του άδικου χαρακτήρα της προσβολής με δυσφήμηση ανατρέπεται, αν από τον τρόπο που έλαβαν χώρα οι δυσφημιστικές δηλώσεις προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή σκοπός έκφρασης καταφρόνησης από τον προσβολέα προς εκείνον που προσβάλλεται, περιστατικά που προτείνονται κατ΄ αντένσταση από τον ενάγοντα κατά της ένστασης του εναγόμενου από τη διάταξη του άρθρου 367 § 1 του ΠΚ. Ειδικός σκοπός εξύβρισης, υπάρχει στον τρόπο εκδήλωσης τής προσβλητικής της τιμής του άλλου συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν αντικειμενικά αναγκαίος για τη δέουσα απόδοση του περιεχομένου της σκέψης εκείνου που φέρεται ότι ενεργεί από δικαιολογημένο ενδιαφέρον και ο οποίος, καίτοι γνώριζε τούτο, χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτόν για να προσβάλει την τιμή του άλλου. Απλές κρίσεις και γνώμες ή χαρακτηρισμοί που ενέχουν αμφισβήτηση κατά την κοινή αντίληψη της κοινωνικής ή ηθικής αξίας του παθόντος ή εκδήλωση καταφρόνησης ή ονειδισμού αυτού είναι δυνατόν να θεμελιώσουν το αδίκημα της εξύβρισης όχι όμως εκείνο της (απλής ή συκοφαντικής) δυσφήμησης (ΑΠ 15/2018, ΑΠ 1355/2015, ΑΠ 1078/2015, ΑΠ 849/2015, ΑΠ 109/2012, ΑΠ 532/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επίσης, κατά την έννοια του άρθρου 932, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι’ αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, βάσει των κανόνων της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών, χωρίς να απαιτείται η ειδικότερη αιτιολόγηση καθενός στοιχείου. Επίσης, κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό του εύλογου αυτού χρηματικού ποσού είναι ο χρόνος της συζήτησης της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Ακόμη, ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου. Ωστόσο, στη σχετική κρίση του τελευταίου, επιβάλλεται να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρα 2 παρ. 1 και 25 του Συντάγματος), υπό την έννοια ότι η κρίση αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, όπως αυτά διαπιστώνονται από τα δεδομένα τη κοινής πείρας και την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο, που αποτυπώνονται στη συνήθη πρακτική των δικαστηρίων. Και τούτο, διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά στο δικαιούχο – παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά στον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (βλ. ΑΠ 1146/2019, ΑΠ 1008/2019, ΑΠ 574/2019, ΑΠ 142/2019, ΑΠ 65/2019 άπασες εις ΝΟΜΟΣ).

Εξάλλου, κατ’ άρθρο 281 του ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη, ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως ως «καλή πίστη» θεωρείται η συμπεριφορά του χρηστού και συνετού ανθρώπου, που επιβάλλεται κατά τους συνηθισμένους τρόπους ενεργείας, ενώ ως κριτήριο των «χρηστών ηθών» χρησιμεύουν οι ιδέες του κατά γενική αντίληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου. Επίσης, για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής απαιτείται, κατά περίπτωση, συνδυασμός των σχετικών στοιχείων ή συνδρομή ιδιαίτερων περιστάσεων, αναγόμενων στη συμπεριφορά τόσο του δικαιούχου όσο και του υποχρέου (εφόσον όμως του τελευταίου τελεί σε αιτιώδη σχέση με εκείνη του δικαιούχου και δεν είναι άσχετη με αυτήν), ώστε η άσκηση του δικαιώματος να αποβαίνει αντίθετη στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (βλ. ΑΠ 94/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1460/2005 ΕλλΔνη 2006. 185, ΑΠ 1518/2004 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 563/2003 ΝοΒ 2004. 24).

Από την επανεκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που προσκόμισαν με νόμιμη επίκληση οι διάδικοι, δίχως να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 250/2000, ΕλλΔ/νη 41, 980, ΑΠ 587/1992, ΕλλνΔ/νη 35, 1278), τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, και από όσα ρητώς ή εμμέσως συνομολογούνται από τους διαδίκους, από τους ισχυρισμούς των οποίων συνάγεται ομολογία ή άρνηση (άρθρο 261 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας,  αποδείχθηκαν τα ακόλουθα  πραγματικά περιστατικά : Ο εναγόμενος, εν ενεργεία Δικηγόρος, , από το έτος 2010 εκπροσωπούσε σε πληθώρα υποθέσεων τους αντιδίκους του ενάγοντος, επ΄ αφορμή δε της ανωτέρω εκπροσώπησης βρίσκεται σε δικαστική αντιδικία με τον ενάγοντα, καθόσον έχουν κατατεθεί εκατέρωθεν αγωγές και μηνύσεις. Στο πλαίσιο της δικαστικής αυτής διαμάχης μεταξύ τους, ο ενάγων κατέθεσε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Πειραιώς την από 8-8-2014 αναφορά του, η οποία έλαβε τα στοιχεία εγκλήσεως με αριθμό ΑΒΜ -…….., με την οποία καταγγέλλει τους ανωτέρω για την υπ΄ αυτών διάπραξη των αναφερομένων σ΄ αυτήν (αναφορά) αδικημάτων. Επί των καταγγελλόμενων διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση στο πλαίσιο της οποίας ο εναγόμενος κατέθεσε ενώπιον της Πταισματοδίκη του 18 ου Τμήματος Αθηνών τις από 18.10.2014 έγγραφες εξηγήσεις του, στις οποίες μεταξύ άλλων διαλαμβάνει τα ακόλουθα, αναφερόμενος στο πρόσωπο του ενάγοντος : α) «Μάλλον το «άτομο» αυτό έχει απωλέσει προφανώς τον έλεγχο όσων πράττει και λέγει και έμπλεος μίσους και πάθους σε βάρος όλων μας ζητά την κεφαλή μας επί πινάκι αφού προηγούμενα «κάνει και τον σταυρό του» για να τον ευλογεί ο Ύφιστος και όσα πράττει ως «καλός χριστιανός». Δεν αντιλαμβάνεται όμως ότι από τέτοιους χριστιανούς έχει γεμίσει ο τόπος. Το μόνο που προκύπτει λοιπόν από το υπόμνημα αυτό του κατ΄  επάγγελμα και κατά διαστροφή μηνυτή, είναι η «άνετη» κινητικότητα εμού στα δικαστήρια του Πειραιά… πως σε δίκες που δεν επιιτρεπόταν (κατά την δικονομία του αναφέροντα)…, β) Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανένας ότι το κύριο μέλημα αυτού του επικίνδυνου δικομανή δεν είναι τίποτε άλλο από το να καταθέτει μηνύσεις και αγωγές κατά πάντων … Έχει μηνύσει, όπως θα αποδείξω με έγγραφα, όλους τους συγγενείς του, τους συνεργάτες του, τους λογιστές των εταιρειών του, και κυρίως δικηγόρους. Εγώ είμαι ένας από αυτούς. Είχε προηγηθεί ο δικηγόρος ………., ο οποίος είχε αναλάβει την υπεράσπιση του συναδέλφου …………. πριν από εμένα, ο δικηγόρος φίλος του …………., …….., τους δε δικούς του δικηγόρους τους απολύει και τους αντικαθιστά «σαν τα πουκάμισα» κατά το κοινώς λεγόμενο. Έχει αλλάξει μέχρι τώρα στις αντιδικίες του με τον συνάδελφο που υπερασπίζομαι πάνω από 200 δικηγόρους τους οποίους στην συνέχεια φροντίζει να καταγγέλλει και στον δικηγορικό σύλλογο στον οποίο ανήκουν. Αναφέρω ονόματα ενδεικτικά, τον …….., τον ……., τον ……., τον ………, άπαντες δικηγόρους Αθήνας τους οποίους κατήγγειλε στα πειθαρχικά του ΔΣΑ, όπως οι ίδιοι μου ανέφεραν, καθώς επίσης και ένα δικηγόρο Θεσσαλονίκης τον κ. …. τον οποίο προσπάθησε να χρησιμοποιήσει ως μάρτυρα εναντίον μου και ο οποίος προς τιμήν του αρνήθηκε να γίνει ψευδομάρτυρας του ……….. Προσφάτως απέλυσε δε τον δικηγόρο ……… τον οποίο είχε σε μεγάλη εκτίμηση ως καθηγητή πανεπιστημίου μάλιστα τον οποίο επίσης ήθελε να χρησιμοποιήσει ως μάρτυρα εναντίον μου και ο οποίος επειδή αρνήθηκε να καταθέσει σε βάρος μου τον απέλυσε από δικηγόρο. Όλοι δε αυτοί οι δικηγόροι κάνουν τον «σταυρό» τους επειδή γλύτωσαν από αυτόν όπως οι ίδιοι μου ανέφεραν… γ) Αυτός όμως θεώρησε σκόπιμο, και στα πλαίσια της μανιώδους και αθεράπευτης δικομανίας του  αρνούμενος ότι όφειλε χρήματα στον δικηγόρο του για την παροχή υπηρεσιών προς αυτόν….να δημιουργήσει ένα ποινικό διωγμό καταθέτοντας μηνύσεις εναντίον της συζύγου του συναδέλφου δικηγόρου.. Δεν αρκέστηκε όμως ο εν λόγω δικομανής σε αυτή την καταδίκη τους. Επεδίωκε και την εξόντωσή τους και με αγωγές…, δ) Από όλες δε αυτές τις αγωγές αναπαρήγαγε καινούριες από τις προτάσεις των αντιδίκων του όταν αυτοί αναφερόντουσαν στις μαγνητοφωνήσεις ….Πως τον χαρακτηρίζει κανείς λοιπόν αυτό τον άνθρωπο; Είναι νορμάλ αυτός ο άνθρωπος ή ψυχικά διαταραγμένος; Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ισχύει το δεύτερο και θα πρέπει με την συνδρομή όλων μας να αποπεμφθεί όσον το δυνατόν συντομότερα από τον χώρο της δικαιοσύνης, ε) Στην συνέχεια και επειδή δεν κατάφερε με κανένα τρόπο να εξαναγκάσει και εμένα να εγκαταλείψω τον συνάδελφό μου από την υπεράσπισή του, άρχισε να μηχανεύεται τρόπους πως θα με καταδίωκε. Αρχικά, λοιπόν κατέθεσε σε βάρος μου μια μήνυση με την οποία με κατηγορούσε ότι μέσα σε ακροατήριο δίκης με τον εντολέα και συνάδελφό μου …….. τον αποκάλεσα : «χαφιέ της ασφάλειας», η αλήθεια δε ήταν ότι εγώ απουσίαζα σε άλλη δίκη εκείνη την ημέρα, ούτε δε είχε γραφτεί κάτι ανάλογο στα πρακτικά του δικαστηρίου στ) Άλλωστε μόνος του αυτοπροσδιορίζεται αφού με όλα αυτά που κάνει σε βάρος των πάντων (δικαστών/ δικηγόρων/ δικαστικών γραμματέων) νοιώθει φαίνεται σαν «χαφιές». Στην συνέχεια σκαρφίστηκε τα γραμμάτια προείσπραξης… ζ) Σε αυτήν λοιπόν την περίπτωση και μετά από την καταγγελία στην οποία προέβη ο εν λόγω «συνάνθρωπός μας» και καλός «χριστιανός» αναπάντεχα παραπέμφθηκα στο πειθαρχικό του συλλόγου μου και εντελώς άδολα υποχρεώθηκα» να εκπληρώσω έστω και ετεροχρονισμένα την υποχρέωση μου αυτή … η) Ο δικομανής όμως αυτός «άνθρωπος» ο οποίος ξυπνάει κάθε πρωί και το νόμο που σκέπτεται είναι τι κακό θα κάνει σε συνάνθρωπό του, θεώρησε σκόπιμο να προβεί σε νέα αναφορά ενώπιον σας καταγγέλλοντας ψευδώς ότι δήθεν εγώ προσκομίζοντας τα γραμμάτια ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου προέβην σε τετελεσμένη απάτη!!!!!!! του οργάνου αυτού για τα 2 γραμμάτια που επικαλείται στην αναφορά του. Είναι ψεύτης και υποκριτής, καθότι ο δικηγόρος και σε περίπτωση αναβολής μιας δίκης μπορεί να επαναχρησιμοποιήσει το ίδιο γραμμάτιο στην μετ΄ αναβολής δίκη και να μην κόψει καινούριο, ούτε υποχρεώνεται να το επιστρέφει… θ) Ο λόγος όμως που τα κάνει όλα αυτά είναι γνωστός σε όλους. Οι δικαστές του Εφετείου Πειραιά, πλην πολύ ελάχιστων εξαιρέσεων, έχουν αγανακτήσει με όλες αυτές τις απάνθρωπες και κτηνώδεις πράξεις του. Αναπαράγει δίκες χρονικής διάρκειας 12 ετών και έχει αναγκάσει τα δικαστήρια του Πειραιά τόσον το Πρωτοδικείο όσον και το Εφετείο να ασχολούνται μόνο με τις δικές του μηνύσεις κατά πάντων, ι) Μηνύει δικαστικούς υπαλλήλους, κάνει αναφορές σε εισαγγελείς, κατηγορεί δήθεν εμένα ότι κάνω έντονα παράπονα σε δικαστές (έννομο δικαίωμα όταν επιβάλλεται) κάνει αναφορές κατά πάντων στον Άρειο Πάγο (θα σας προσκομίσω αποδείξεις για όλα αυτά) και τέλος διαταράσσει συνεδριάσεις δικαστηρίων, σπάζει τζαμαρίες εισόδου των δικαστηρίων, αρπάζει την τσάντα μου μέσα από την αίθουσα δικαστηρίων, αντιστέκεται κατά αστυνομικών όταν αποπειρώνται να τον συλλάβουν προκαλώντας σωματικές βλάβες σε έναν από αυτούς, και γενικά ο …… νομίζει ότι είναι «ραβδάτορας» των πάντων…. ια) ΕΠΕΙΔΗ λοιπόν τα ψεύδη και οι συκοφαντίες έχουν τα όρια τους, μαζί και η τρομοκρατία σε βάρος όλων ημών οι οποίοι υπηρετούμε την δικαιοσύνη επί 31 συναπτά έτη… ιβ) ΕΠΕΙΔΗ το φαινόμενο … δεν έχει προηγούμενο στα χρονικά, ο άνθρωπος δε αυτός είναι και στέλεχος (όπως προκύπτει από προσαγόμενο σχετικό) της …….. η οποία αποτελεί και εγκληματική οργάνωση, και εξ αστού και μόνο του λόγου καλλιεργεί το μίσος και την απανθρωπιά. …ιγ) ΕΠΕΙΔΗ έχω καταθέσει σε βάρος του : 1) έγκληση και του έχει ασκηθεί ποινική δίωξη μεταξύ των άλλων και για ψευδή αναφορά στις αρχές 2) έγκληση για έργω εξύβριση αφού μου άρπαξε την υπηρεσιακή μου τσάντα μέσα από τα ακροατήρια του Πειραιά, έχει διαταχθεί δε σε βάρος του προκαταρκτική εξέταση για υφαρπαγή ψευδούς ανωμοτί καταθέσεως… ιδ) ΕΠΕΙΔΗ από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι ο άνθρωπος αυτός είναι δικομανής και «βουτηγμένος» στο ψέμα και τη συκοφαντία…». Εκ των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι τα  ανωτέρω υπό α) έως και δ), που ισχυρίστηκε ο εναγόμενος  ενώπιον τρίτων και συγκεκριμένα ενώπιον της Πταισματοδίκη Πειραιώς, του Εισαγγελέως Πειραιώς, των αρμοδίων γραμματέων αφορούσαν στην δικαστική διαμάχη που χρονολογείται από το έτος 2003  μεταξύ του ενάγοντος και του …….. ομοίως Δικηγόρου,  του οποίου ο εναγόμενος διετέλεσε πληρεξούσιος Δικηγόρος,  επ΄  αφορμή της οποίας προέκυψε και η αντιδικία μεταξύ των διαδίκων. Πράγματι ο ενάγων έχει ασκήσει από το έτος 2003 μέχρι και σήμερα κατά του ……… και σε κάποιες περιπτώσεις και κατά του εναγομένου συνολικά 47 μηνύσεις, καθώς και πλήθος αγωγών, εκ των οποίων κάποιες και κατά του εναγομένου. Αντίστοιχα, προκύπτει ότι ο …………., και σε κάποιες περιπτώσεις και ο εναγόμενος, από το έτος 2003 μέχρι και σήμερα, έχουν ασκήσει κατά του ενάγοντος, 65 δικόγραφα ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά, και 16 δικόγραφα ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά, καθώς και πλήθος μηνύσεως. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο εναγόμενος έχει εγείρει σε βάρος του ενάγοντος τις ακόλουθες αγωγές υπό στοιχεία ΕΑΚ : …/2014 ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …/2015 ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …/2015 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …./2016 ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …/2017 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …../2017 ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …/2018 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …./2018 ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, …../2018 ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Σημειωτέον ότι τα ανωτέρω ουδόλως αμφισβητούνται από τους διαδίκους (άρθρο 261 ΚΠολΔ).   Η υφιστάμενη μεταξύ των διαδίκων  σφοδρή αντιδικία, στο πλαίσιο της οποίας η εκ μέρους των εμπλεκόμενων άσκηση πληθώρας ενδίκων βοηθημάτων  υπερβαίνει το συνήθως λογικά αναμενόμενο και εν γένει εύλογο μέτρο προσφυγής του ατόμου στη δικαιοσύνη.  Ωστόσο τα ως άνω διαλαμβανόμενα στις από 8-10-2014 έγγραφες εξηγήσεις του εναγόμενου και ειδικότερα ότι : α) «Μάλλον το «άτομο» αυτό έχει απωλέσει προφανώς τον έλεγχο όσων πράττει και λέγει και έμπλεος μίσους και πάθους σε βάρος όλων μας ζητά την κεφαλή μας επί πινάκι αφού προηγούμενα «κάνει και τον σταυρό του» για να τον ευλογεί ο Ύψιστος και όσα πράττει ως «καλός χριστιανός». Δεν αντιλαμβάνεται όμως ότι από τέτοιους χριστιανούς έχει γεμίσει ο τόπος. Το μόνο που προκύπτει λοιπόν από το υπόμνημα αυτό του κατ΄ επάγγελμα και κατά διαστροφή μηνυτή, β) … Όλοι δε αυτοί οι δικηγόροι κάνουν τον «σταυρό» τους επειδή γλύτωσαν από αυτόν, όπως οι ίδιοι μου ανέφεραν… γ) Αυτός όμως θεώρησε σκόπιμο, και στα πλαίσια της μανιώδους και αθεράπευτης δικομανίας του… Δεν αρκέστηκε όμως ο εν λόγω δικομανής σε αυτή την καταδίκη τους. Επεδίωκε και την εξόντωσή τους και με αγωγές…, δ) … Πως τον χαρακτηρίζει κανείς λοιπόν αυτό τον άνθρωπο; Είναι νορμάλ αυτός ο άνθρωπος ή ψυχικά διαταραγμένος; Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ισχύει το δεύτερο και θα πρέπει με την συνδρομή όλων μας να αποπεμφθεί όσον το δυνατόν συντομότερα από τον χώρο της δικαιοσύνης», τυγχάνουν ισχυρισμοί όχι απλά δηλωτικοί του αληθούς γεγονότος ότι η περιγραφόμενη διαφορά έχει απασχολήσει καθ΄ υπέρβαση του λογικά αναμενόμενου την ελληνική δικαιοσύνη, λόγω του πλήθους των ενδίκων βοηθημάτων που έχουν ασκήσει οι εμπλεκόμενοι σε αυτήν, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, αλλά μειωτικοί της τιμής και της υπόληψης του ενάγοντος, αφού με τρόπο ονειδιστικό και υπερβαίνοντα το αναγκαίο μέτρο για την απόδοση των σκέψεων του γράφοντος εναγομένου του προσάπτουν τις ιδιότητες του εμπαθή, δικομανή, ψεύτη, υποκριτή, απάνθρωπου, θρησκόληπτου και ψυχικά ασθενούς ανθρώπου, που προσπαθεί να εξαπατήσει τις δικαστικές αρχές, αποκρύπτοντας την αλήθεια, για να επιτύχει, επ΄  ωφελεία του, τους δικούς του σκοπούς , με την  επανειλημμένη  διατύπωση αυτών επιδεικνύεται εκ μέρους του τελευταίου έντονη καταφρόνηση στο πρόσωπο του ενάγοντος. Συνεπώς οι  άνω χαρακτηρισμοί  – αξιολογικές κρίσεις του παρέχοντος τις έγγραφες εξηγήσεις (δεν πρόκειται για γεγονότα, βλ. ΑΠ 192/2018),  είναι προσβλητικοί για την τιμή και υπόληψη αυτού και συνιστούν το αδίκημα της εξύβρισης.  Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος στη συνέχεια των εγγράφων εξηγήσεων του χαρακτηρίζει τον ενάγοντα ως «χαφιέ», αναφέροντας ότι : «Άλλωστε μόνος του αυτοπροσδιορίζεται αφού με όλα αυτά που κάνει σε βάρος των πάντων (δικαστών, δικηγόρων, δικαστικών γραμματέων) νοιώθει φαίνεται σαν «χαφιές», προσβάλλοντας έτσι με πρόσθεση την τιμή και  την υπόληψή του, επιδεικνύοντας καταφρόνηση στο πρόσωπό του, τελώντας το αδίκημα της εξύβρισης. Εξάλλου, αναφορικά με τους υπό στοιχείο i) ισχυρισμούς του εναγομένου, αυτοί αναφέρονται σε μηνύσεις κατά δικαστικών υπαλλήλων τις οποίες υποβάλλει ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, σε αναφορές κατά εισαγγελικών λειτουργών, σε κατηγορίες που διατυπώνει κατά του προσώπου του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, σε αναφορές που υποβάλλει ενώπιον του Αρείου Πάγου κατά πάντων καθώς και σε περιστατικό που έλαβε χώρα στον Πειραιά στις 12-5-2014, επ΄ αφορμή του οποίου ο ενάγων κατηγορήθηκε για αντίσταση, διακεκριμένη περίπτωση φθοράς ξένης ιδιοκτησίας πράγματος που χρησιμεύει για κοινό όφελος, διατάραξη συνεδρίασης Δικαστηρίου, απλή σωματική βλάβη και εξύβριση με έργο σε βάρος του εναγόμενου. Με την υπ΄ αριθ. …./2015 απόφαση του  κηρύχθηκε αθώος ως προς την δεύτερη πράξη και  ένοχος ως προς την 1η 3η και 5η πράξη ενώ  ως προς την 4η η οποία μετατράπηκε η κατηγορία σε όλως ελαφρά σωματική βλάβη σε πρώτο βαθμό και ακολούθως με την ………./2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς  έπαυσε οριστικά η  ποινική δίωξη λόγω παραγραφής, ενώ  έπαυσε υφ΄ όρων την ποινική δίωξη κατ΄  άρθρο 8 του ν. 4411/2016 ως προς την 5η πράξη (εξύβριση με έργο), κηρύχθηκε δε  αθώος για την αξιόποινη πράξη της αντίστασης και τέλος κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης ως προς την αξιόποινη πράξη της διατάραξης συνεδρίασης του Δικαστηρίου, διαβιβαζομένης της υπόθεσης ως προς αυτήν στον αρμόδιο Εισαγγελέα κατ΄  άρθρο 9 του ν. 4411/2016. Εκ των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο υποβολής των εξηγήσεων την 8.10.2014 ο εναγόμενος δεν γνώριζε το ψευδές των αναφερομένων σε αυτήν αναφορικά με τις πράξεις για τις οποίες, αν και ασκήθηκε ποινική δίωξη  εναντίον του ενάγοντος, αυτός  κηρύχθηκε αθώος σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό και ακόμη  περισσότερο ότι η ασκηθείσα ποινική δίωξη  εναντίον του ενάγοντος θα έπαυε λόγω παραγραφής, κατόπιν μεταβολής κατηγορίας ή και ε εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των νόμων που ίσχυαν  κατά το συγκεκριμένο χρόνο περί παύσης υφ όρων της ποινικής  δίωξης. Συνεπώς τα ως άνω αναφερόμενα από τον εναγόμενο για τις ανωτέρω διαπραχθείσες από τον νυν ενάγοντα αξιόποινες πράξεις απηχούσαν την εύλογη πεποίθηση του για όσα διαδραματίστηκαν στο ως άνω περιστατικό, προέβη στην σχετική καταγγελία και απέδωσε το νόημα του, με τους επίδικους ισχυρισμούς του στις έγγραφες εξηγήσεις του, σύμφωνα με την αντίληψη που διαμόρφωσε γι΄ αυτά. Κατόπιν τούτων ουδόλως αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος εν γνώσει του διέδωσε εις βάρος του ενάγοντος τα ως άνω δυσφημιστικά για την τιμή και την υπόληψή τού γεγονότα, αντίθετα, πίστευε ότι αυτά ήταν αληθή.  Επομένως, δεν στοιχειοθετείται υποκειμενικά για τον εναγόμενο η άδικη πράξη της συκοφαντικής δυσφήμισης, αλλά το αδίκημα της απλής δυσφήμισης, διότι πληρούται εκτός από την αντικειμενική του υπόσταση, καθόσον ο εναγόμενος ισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων γεγονότα τα οποία δεν αποδείχθηκαν αληθή, κατά τα αναφερόμενα ανωτέρω τα οποία  άπτονται της προσωπικότητας του ενάγοντος, εν γνώσει του ότι αυτά έχουν αρνητική επίπτωση στην προσωπική και κοινωνική του ζωή και θίγουν την τιμή και την υπόληψή του. Στην προκειμένη περίπτωση, ο εκκαλών – εναγόμενος αναφορικά με την προαναφερόμενη άδικη πράξη της απλής δυσφήμισης δεν προέκβαλε με το εφετήριο, ούτε με τις προτάσεις του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ένσταση κατ’ άρθρο 367 παρ. 1 του ΠΚ, επικαλούμενος ότι αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξης της δυσφήμισης, λόγω συνδρομής νόμιμου λόγου άρσης του αδίκου συνιστάμενου στην διαφύλαξη νομίμων δικαιωμάτων του. Ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών σε συνέχεια των ανωτέρω ανέφερε ότι ο ενάγων νομίζει  ότι  είναι «ραβδάτορας» των πάντων. Με την αναφορά αυτή η οποία δεν είναι ούτε εύλογη, ούτε αναγκαία ο εναγομένος εκφράζει την αρνητική αξιολογική κρίση του για το πρόσωπο του ενάγοντα η οποία έχει απαξιωτικό χαρακτήρα και την οποία συνδέει με τα προαναφερόμενα δυσφημιστικά γεγονότα και με τον τρόπο αυτό προσβάλλει την τιμή και την υπόληψη του θιγόμενου  ενάγοντα,  τελώντας  έτσι με πρόσθεση την άδικη πράξη της εξύβρισης. Περαιτέρω, ο εναγόμενος ανέφερε στις έγγραφες εξηγήσεις του για τον ενάγοντα  και τα εξής υπό στοιχείο ιβ) : «ΕΠΕΙΔΗ το φαινόμενο ………… δεν έχει προηγούμενο στα χρονικά, ο άνθρωπος δε αυτός είναι και στέλεχος (όπως προκύπτει από προσαγόμενο σχετικό) της …….. η οποία αποτελεί και εγκληματική οργάνωση, και εξ αυτού και μόνο του λόγου καλλιεργεί το μίσος και την απανθρωπιά…». Εκ των ανωτέρω η ανάρτηση της εξώδικης διαμαρτυρίας του ενάγοντος προς τον Πρόεδρο της Κυβερνήσεως, Υπουργό Εσωτερικών, Υπουργό Παιδείας, προστασίας του πολίτη, πολιτισμού και τουρισμού, με κοινοποίηση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Πρόεδρο της Βουλής, του Συμβουλίου της Επικράτειας, του Αρείου Πάγου και τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου σε έναν διαδικτυακό τόπο ακόμη και εάν αυτός ήταν η ιστοσελίδα της ίδιας της «…….», ακόμη και με εγκωμιαστικά σχόλια από τον διαχειριστή της ιστοσελίδας, δεν αποδεικνύει δίχως άλλο, ότι ο συντάκτης της ως άνω εξώδικης διαμαρτυρίας γνώριζε ή επεδίωξε την εν λόγω ανάρτηση, ή ότι ο ενάγων εμφορείται από τα πολιτικά φρονήματα και την ιδεολογία της «……», πολύ δε περισσότερο δεν αποδεικνύει ότι ο ενάγων τυγχάνει στέλεχος της «……..». Ο ισχυρισμός του εναγομένου περί του ότι ο ενάγων  είναι και στέλεχος  της ………. (που συνιστά  πραγματικό γεγονός) την οποία μάλιστα χαρακτηρίζει εγκληματική οργάνωση  είναι αναληθής και δυσφημιστικός για τον ενάγοντα. Συνεπώς, αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος τελούσε εν γνώσει της αναλήθειας των ισχυρισμών του και ότι είχε πρόθεση να συκοφαντήσει τον ενάγοντα αποδίδοντάς του αξιόποινές και αξιοκατάκριτες, συμπεριφορές και φρονήματα.  Τέλος, οι υπό στοιχεία θ), ια) και ιδ) αναφορές τυγχάνουν προφανώς προσβλητικές για την προσωπικότητα του ενάγοντος, προσβάλλουν την τιμή και την  υπόληψη του, στοιχειοθετώντας το αδίκημα της εξυβρίσεως.  Μάλιστα, των παραπάνω  μειωτικών της τιμής του ενάγοντος χαρακτηρισμών και του ανωτέρω αναληθούς ισχυρισμού, που περιλαμβανόταν στις από 18.10.2014  έγγραφες εξηγήσεις του εναγόμενου, έλαβε γνώση ο Πταισματοδίκης, ο  Εισαγγελέας που  χειρίστηκε την δικογραφία επί της αναφοράς του ενάγοντος και οι  αρμόδιοι Γραμματείς.  Οι ανωτέρω, με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, παρά το θεσμικό τους χαρακτήρα, εμπίπτουν στην έννοια του τρίτου,  ενώπιον του οποίου διαδίδονται τα δυσφημιστικά γεγονότα, και ο σχετικός αντίθετος ισχυρισμός του  εναγόμενου – εκκαλούντος της υπό κρίση έφεσης, περ. α του πρώτου λόγου της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Α.Π 3/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ένσταση παραγραφής που πρότεινε ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών τυγχάνει  είναι απορριπτέα ως αβάσιμη στην ουσία της, καθώς ο ενάγων την 25-6-2015 κατέθεσε αίτηση στην γραμματεία της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιώς, προκειμένου να λάβει γνώση και να του χορηγηθεί αντίγραφο από την υπ΄ αριθμ. ………/2015 δικογραφία. Από την ανωτέρω ημερομηνία, κατά την οποία ο ενάγων έλαβε γνώση της πράξης του εναγόμενου και της ζημίας του, μέχρι και  την άσκηση της ένδικης αγωγής, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου την 5-11-2019 και επιδόθηκε στον εναγόμενο την 18-11-2019, δεν παρήλθε το χρονικό διάστημα των πέντε ετών, ώστε η αξίωση να έχει υποπέσει στην παραγραφή του άρθρου 937 ΑΚ. Δεν αποδείχθηκε από κανένα αποδεικτικό μέσο και τυγχάνει απορριπτέος ο ισχυρισμός του εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος περί του ότι η γνώση του ενάγοντα είναι προγενέστερη της ανωτέρω αναφερόμενης ημερομηνίας και τοποθετείται στο χρόνο κατάθεσης των εξηγήσεων του την 8.10.2014 κατά τεκμήριο, διότι ο ενάγων προτρέχει των γεγονότων κι των προθεσμιών και δεν θα άφηνε να παρέλθει τόσος χρόνος για να λάβει γνώση των γεγονότων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την ένσταση αυτή δεν έσφαλε και θα πρέπει να απορριφθεί ο σχετικός λόγος της  έφεσης ως αβάσιμος.  Ο  εναγόμενος  – εκκαλών με το υπό στοιχείο β του δεύτερου λόγου της έφεσής του παραπονείται ότι εσφαλμένα  το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση κατάχρησης δικαιώματος που είχε παραδεκτά προβάλλει  με τις προτάσεις του,  επικαλούμενος ότι η  κρίση αγωγή ασκήθηκε καταχρηστικά μετά από την πάροδο 5 και πλέον ετών από την φερόμενη ως αδικοπρακτική του συμπεριφορά και ότι αυτή είναι όλως αβάσιμη.  Τα περιστατικά όμως που εκθέτει  ο εναγόμενος, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις, δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος, καθώς μόνη η καθυστέρηση  για την άσκηση της επίδικης αγωγής, χωρίς πρόσθετες περιστάσεις, που ανάγονται στην συμπεριφορά του ενάγοντος (ως προς την επίδικη αγωγή), δεν καθιστούν αυτή καταχρηστική. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την ένσταση αυτή δεν έσφαλε και θα πρέπει να απορριφθεί ο σχετικός λόγος της  έφεσης ως αβάσιμος. Από την ως άνω αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου, προσβλητική της προσωπικότητάς του, ο ενάγων υπέστη ψυχική ταλαιπωρία και στεναχώρια και δικαιούται εύλογης χρηματικής ικανοποίησης. Κατά τον καθορισμό του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης, πρέπει να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρα 2 παρ.1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος) στην οποία εμπεριέχεται η έννοια της εύλογης αποζημίωσης, κριτήρια για τον καθορισμό της οποίας είναι το είδος και η βαρύτητα της ηθικής προσβολής, η περιουσιακή, κοινωνική και προσωπική κατάσταση των μερών, η βαρύτητα του πταίσματος και όλες οι συνθήκες πρόκλησης της ηθικής βλάβης. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται μία υπό ευρεία έννοια αποκατάσταση του παθόντος για την ηθική του βλάβη, προκειμένου να απολαύει μία δίκαιη και επαρκή ανακούφιση και παρηγοριά, χωρίς να εμπορευματοποιείται η προσβληθείσα ηθική αξία και να επεκτείνεται υπέρμετρα το ύψος της αποζημίωσης για ηθική βλάβη (ΟλΑ.Π 9/2015 Δημ.Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας και ως εκ τούτου εύλογη χρηματική ικανοποίηση, την οποία δικαιούται ο ενάγων για την αποκατάσταση της ηθικής τους βλάβης, λαμβανομένων υπόψη της έντασης της ένδικης προσβολής, τις συνθήκες αυτής, όπως προεκτέθηκαν, την περιουσιακή, κοινωνική και προσωπική κατάσταση των μερών και την βαρύτητα του πταίσματος του εναγομένου, ανέρχεται στο ποσό των τριών (3.000,00) ευρώ.  Το ανωτέρω ποσό, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, είναι εύλογο (άρθρο 932 Α.Κ.), δηλαδή ανάλογο με τις ως άνω συγκεκριμένες περιστάσεις της ένδικης περίπτωσης, αλλά και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος και 2, 9 παρ.2 της Ε.Σ.Δ.Α.), όπως η αρχή αυτή, εξειδικεύεται με την διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης. Επίσης, το ως άνω ποσό δεν υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής  ευχέρειας του Δικαστηρίου, αφού, κατά την κοινή πείρα, τη δικαστηριακή πρακτική και την περί δικαίου συνείδηση, δεν υπολείπεται (και μάλιστα καταφανώς) του συνήθως επιδικαζόμενου σε περιπτώσεις διαφορών με όμοια πολιτισμικά στοιχεία. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που επιδίκασε μεγαλύτερο ποσό χρηματικής ικανοποίησης και δη το ποσό των πέντε (5.000,00) ευρώ για τη ηθική  βλάβη του ενάγοντος, εσφαλμένα εφάρμοσε την αρχή της αναλογικότητας και τα κριτήρια της διάταξης του άρθρου 932 Α.Κ και εκτίμησε λανθασμένα τις αποδείξεις ως προς αυτά. Συνεπώς θα πρέπει αφού γίνουν δεκτοί  ως βάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της  έφεσης, ως προς  τις υπό στοιχεία α-δ αναφορές στις ανωτέρω έγγραφες εξηγήσεις και ως προς το κεφάλαιο της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς τα ανωτέρω  κεφάλαια αναγκαίως δε και κατά τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων, τα οποία και θα επανακαθοριστούν. Για το ενιαίο, όμως, του τίτλου της εκτέλεσης, πρέπει η εκκαλουμένη απόφαση να εξαφανισθεί στο σύνολό της, ήτοι ως προς τα άνω κεφάλαια κατά τα οποία έσφαλε, αλλά και ως προς εκείνα που δεν έσφαλε (μη προσβληθέντα και προσβληθέντα αλλά μη ανατραπέντα) και, ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), πρέπει η ως άνω αγωγή να γίνει εν μέρει  δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει  στον ενάγοντα το ποσό των τριών (3.00,00)  ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και έως την πλήρη εξόφληση. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να  γίνει δεκτή η από 20.5.2021 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης πρωτ. …./2021 και αρ. κατ. Εφετείου ……./2021) έφεση  ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση,  και στη συνέχεια αφού  κρατηθεί η υπόθεση από  το παρόν  Δικαστήριο (άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ) και δικασθεί στην ουσία η από 11.10.2019  με αριθμό κατάθεσης ………../2009 αγωγή του ενάγοντος  κατά του εναγομένου  να  γίνει εν μέρει δεκτή η ως άνω αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει στον  ενάγοντα   το ποσό των τριών  χιλιάδων (3.000  ευρώ), εντόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και ήδη εφεσιβλήτου, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν κατά ένα μέρος σε βάρος της εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, λόγω της μερικής νίκης και ήττας του, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό (άρθρα 178, 183, 191 § 2 ΚΠολΔ), και να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 20.5.2021 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης πρωτ. ……/2021 και αρ. κατ. Εφετείου ………/2021) έφεση του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά της με αριθμό 456/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 20.5.2021 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης πρωτ. ……../2021 και αρ. κατ. Εφετείου ………./2021) έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την με αριθμό 456/2021 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει την υπόθεση κατ΄ ουσίαν .

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 11.10.2019 με αριθμό κατάθεσης …………/2009 αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλλει στον  ενάγοντα   το ποσό των τριών χιλιάδων ευρώ (3.000,00) ευρώ, εντόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εφεσιβλήτου, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, σε βάρος της  εναγομένου – εκκαλούντος,  τα οποία καθορίζει στο ποσό των πεντακοσίων  (500) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στον καταθέσαντα  εναγόμενο – εκκαλούντα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 17η Ιουλίου 2023  και δημοσιεύθηκε στις 22 Αυγούστου 2023 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Ο   ΠΡΟΕΔΡΟΣ      ΕΦΕΤΩΝ                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ