Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 505/2023

Αριθμός   505/2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη και Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη-Εισηγήτρια και από την Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την  ………….,  για να δικάσει την υπόθεση  μεταξύ :

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθηνα (ΑΦΜ …) και ήδη από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, όπως αυτή εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή της, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα (ΑΦΜ …..), το οποίο εκπροσωπήθηκε από το Δικαστική πληρεξούσιο ΝΣΚ Δημήτριο Βολτή (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Ευανθία Βαρούνη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  3.4.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ.  2282/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  ανέβαλλε την πρόοδο της δίκης για τους λόγους που σε αυτήν αναφέρονται και η υπ΄αριθμ.  323/2021 απόφαση αυτού, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  το πρώτο εκ των εναγομένων και ήδη εκκαλούν με την από   11.10.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………/2021-…………/2021) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο δικαστικός πληρεξούσιος ΝΣΚ του εκκαλούντος και η πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσιβλήτου, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 323/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου και της συνεκαλούμενης υπ’ αριθμ. 2282/2019 μη οριστικής απόφασης του ιδίου δικαστηρίου, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία ερήμην του δεύτερου, τρίτου και τέταρτης των εναγομένων (………, …….. και ……………) και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων (ενάγοντος – εφεσιβλήτου / εναγομένου – εκκαλούντος), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1, 526 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στο εκκαλούν στις 28-09-2021 (βλ. τη σφραγίδα του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, ……………, στο αντίγραφο της εκκαλούμενης απόφασης που προσκομίζει με επίκληση το εκκαλούν), ενώ το δικόγραφο της έφεσης κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 11.10.2021.  Περαιτέρω, η υπό κρίση έφεση παραδεκτά φέρεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρο 19 ΚΠολΔ).   Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια, όπως και πρωτοδίκως, διαδικασία (άρθρ. 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού για την παραδεκτή άσκηση δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, λόγω των δικονομικών προνομίων του Δημοσίου (άρθρ. 28 παρ. 4 Ν. 2579/1998).

Στην από 3-4-2018 (αριθμ. κατάθ. ………../2018) αγωγή, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος ιστορεί ότι μετά τον θάνατο την 3-9-2012 του ετεροθαλούς αδελφού του ………….., με τον οποίο δεν διατηρούσε ουδεμία σχέση, άπαντες οι πλησιέστεροι συγγενείς του τελευταίου (σύζυγος/τέκνα/εγγονοί), προέβησαν στην αποποίηση της κληρονομίας του, δεδομένου ότι αυτή δεν εμφάνιζε καθόλου ενεργητικό αλλά μόνο παθητικό.  Ότι μετά την αποποίηση και των έγγονων του ως άνω αποβιώσαντος ετεροθαλούς αδελφού του, με τον οποίο δεν διατηρούσε ουδεμία σχέση, η κληρονομία του περιήλθε εν αγνοία του σε αυτόν (ενάγοντα), ο οποίος πληροφορήθηκε τον θάνατο και τον λόγο επαγωγής την 4-9-2017 με την κοινοποίηση της υπ’ αριθμ. ……/15-9-2017 ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας της Δ.Ο.Υ Ε΄ Πειραιά, δυνάμει της οποίας εκκρεμούσαν σε βάρος του άνω αποβιώσαντος ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 4.938,45 ευρώ.  Με βάση τα ανωτέρω, ισχυριζόμενος περαιτέρω ότι καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από το θάνατο του κληρονομούμενου ετεροθαλούς αδελφού του έως και την 4-9-2017 τελούσε εν αγνοία της επαγωγής κληρονομίας σε αυτόν και του λόγου της επαγωγής, ο ενάγων  ζήτησε, με την αγωγή του, στρεφόμενη κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ως δανειστή της κληρονομίας, και κατά των αμέσως έλκοντων έννομο κληρονομικό συμφέρον από την έκπτωση αυτού, δευτέρου, τρίτου και τέταρτου των εναγομένων, μοναδικών – γνωστών σε αυτόν – κληρονόμων εν ζωή της τρίτης τάξεως του αποβιώσαντος, επικαλούμενος έννομο συμφέρον ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος του παραπάνω αποβιώσαντος, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα και ως εκ τούτου υπόχρεο της πληρωμής των χρεών αυτού :  α) την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας του αποβιώσαντος ετεροθαλούς αδελφού του, …….., λόγω ουσιώδους πλάνης οφειλόμενης σε ακούσια άγνοια του γεγονότος της επαγωγής της κληρονομίας του ως άνω κληρονομούμενου σε αυτόν (ενάγοντα),  β) να αναγνωριστεί η εγκυρότητα της υπ’ αριθμ. ………./2017 δήλωσης αποποίησης της κληρονομίας τούτου, άλλως να του χορηγηθεί η τετράμηνη προθεσμία του άρθρου 1487 ΑΚ, προς αποποίηση της ως άνω κληρονομίας, από της τελεσιδικίας της απόφασης που θα εκδοθεί.

Επί της ως άνω αγωγής το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 2282/2019 μη οριστική απόφασή του, που ανέβαλε την πρόοδο της δίκης, προκειμένου να αναπληρωθεί η ελλείπουσα πληρεξουσιότητα του παρισταμένου πληρεξουσίου δικηγόρου του δεύτερου εναγομένου εντός της ορισθείσας προθεσμίας των εξήντα  (60) ημερών από την επίδοση της απόφασης.  Με την πάροδο της ως άνω ταχθείσας προθεσμίας, επανήλθε η ανωτέρω αγωγή προς συζήτηση με την από 23-12-2019 (αριθμ. κατάθ. ……/2019) κλήση και εκδόθηκε, ερήμην του δευτέρου, τρίτου και τέταρτης των εναγομένων, η  υπ’ αριθμ. 323/2021 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, αφού, κρίθηκε η αγωγή παραδεκτά, ορισμένη και νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 70 ΚΠολΔ, 140, 141, 1847 επ., 1857 ΑΚ, πλην  α) του αιτήματος να αναγνωριστεί η υπ’ αριθμ. …… δήλωση αποποίησης κληρονομίας ότι είναι έγκυρη και έγινε εμπρόθεσμα, το οποίο κρίθηκε απορριπτέο ως απαράδεκτο, ελλείψει εννόμου συμφέροντος για το λόγο ότι ζητείται η διαπίστωση απλών πραγματικών περιστατικών και  β) του επικουρικού αιτήματος να χορηγηθεί στον ενάγοντα τετράμηνη προθεσμία για την αποποίηση της ως άνω κληρονομίας από την τελεσιδικία της απόφασης, καθώς ο κληρονόμος, μετά την τελεσίδικία της απόφασης που ακυρώνει την αποδοχή, προβαίνει εμπρόθεσμα και νομότυπα σε αποποίηση της κληρονομίας, δίχως να χορηγείται σχετική προθεσμία από το Δικαστήριο, που κρίθηκε ως μη νόμιμο (ως προς τα κεφάλαια αυτά, δεν πλήττεται η εκκαλουμένη), εν συνεχεία δικάζοντας ερήμην του δευτέρου, τρίτου και τέταρτης των εναγομένων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, ως προς το κύριο αίτημά της.

Ήδη κατά της ως άνω οριστικής και της συνεκκαλούμενης υπ’ αριθμ. 2282/2019 μη οριστικής απόφασης παραπονείται το εναγόμενο-εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο με την κρινόμενη έφεσή του για τους λόγους  εκθέτει σ’ αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η ως άνω αγωγή του αντιδίκου του και να καταδικαστεί ο τελευταίος στη δικαστική του δαπάνη.

Α) α) Η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας (περί της οποίας γίνεται λόγος κατωτέρω, υπό (β) καθώς και η αντίστοιχη ένσταση, είναι δυνατό να στραφεί και κατά του δανειστή της κληρονομίας (ΑΠ 572/2016, ΑΠ 951/2013, ΑΠ 1087/2011, ΑΠ 1211/2010, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, άρθρο 1857, αρ. 8), χωρίς να προκύπτει ότι στην περίπτωση αυτή υφίσταται υποχρεωτική κοινή νομιμοποίηση του πλασματικά αποδεχόμενου την κληρονομία και ήδη αποποιουμένου, με τον άμεσα ωφελούμενο από την αποποίηση της κληρονομίας, ήτοι εκείνον που θα υπεισέλθει στη θέση του αποποιουμένου (ο οποίος άλλωστε πιθανόν να μην υπάρχει, ή να μην είναι γνωστός στον ενάγοντα της σχετικής αγωγής), όπως αβάσιμα υποστηρίζει το εκκαλούν (βλ. περί της παθητικής νομιμοποίησης της αγωγής του άρθρου 1857 παρ. 2 και Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, Γενικές Αρχές (2016), άρθρο 155, αρ. 37, Απ. Γεωργιάδη, Σ.Ε.Α.Κ., άρθρο 1857, αρ. 10, του ιδίου, Κληρονομικό Δίκαιο, σελ. 659, αρ. 35, όπου και παράθεση των δύο (2) υφισταμένων απόψεων, Βαθρακοκοίλη ΕρΝομΑΚ, άρθρο 155, αρ. 5).  β) Από τις διατάξεις των άρθρων 1847 παρ. 1 εδ. Α΄, 1850, 1857, 140 και 141 του ΑΚ προκύπτει ότι η αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποιήσεώς της, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγων πλάνης, όταν η αποδοχή που συνάγεται με τον τρόπο αυτόν κατά πλάσμα του νόμου δεν συμφωνεί με τη βούληση του κληρονόμου από ουσιώδη πλάνη, από άγνοια δηλαδή ή εσφαλμένη γνώση της καταστάσεως που διαμόρφωσε τη βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας ώστε αν ο κληρονομούμενος γνώριζε την αληθή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της αποποίησης.  Η εσφαλμένη αυτή γνώση ή άγνοια που δημιουργεί τη διάσταση μεταξύ βουλήσεως και δηλώσεως, η οποία όταν είναι ουσιώδης θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δηλώσεως λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας. Υπάρχει δε πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομίας και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια που ανάγεται  α) στο σύστημα της κτήσεως της κληρονομίας κατά τον ΑΚ που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847 ΑΚ δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει την γνώση της επαγωγής της κληρονομίας και  β) σε άγνοια μόνο της υπάρξεως της προθεσμίας του άρθρου 1847 ΑΚ προς αποποίηση ή της κατά το άρθρο 1850 ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης (Ολ. ΑΠ 3/1989, ΝοΒ 1990/607, ΑΠ 827/2017 ΑΠ 189/2017, ΑΠ 572/2016, ΕφΠατρ 396/2020, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).  Η ύπαρξη πλάνης και τα επιμέρους γεγονότα που τη συγκροτούν κρίνονται, όταν πρόκειται για κληρονομία που επάγεται σε ανήλικο, από το πρόσωπο των νομίμων αντιπροσώπων του (γονέων, επιτρόπων), οι οποίοι έπρεπε να προβούν σε εμπρόθεσμη αποποίηση της κληρονομίας για λογαριασμό του ανηλίκου, τηρώντας τις διατυπώσεις της διάταξης του άρθρου 1625 του ΑΚ, ενόψει του ότι, αφού ο νόμος δεν διακρίνει (άρθρα 1847, 1850 του ΑΚ), η προθεσμία της αποποίησης τρέχει και κατά προσώπων που είναι ανίκανα προς δικαιοπραξία (ΑΠ 173/2014, ΝοΒ 62.1434, ΑΠ 333/2004, ΕφΑθ 287/2019, ΕφΑθ 442/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).  Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 157 και 1857 παρ. 2 του ΑΚ προκύπτει ότι η αγωγή για την ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας που οφείλεται σε εξακολουθητική πλάνη, παραγράφεται μετά εξάμηνο, το οποίο αρχίζει αφότου παρήλθε η κατάσταση αυτή, από την άρση δηλαδή της πλάνης (ΑΠ 173/2014, ΕφΘεσ 1793/2019, ΕφΑθ 2226/2013, ΕφΘεσ 1922/2013, ΕφΛαρ 418/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, με την επισήμανση ότι επειδή το δικαίωμα ακύρωσης της αποδοχής είναι διαπλαστικό, η ΑΚ 1857 παρ. 2, εδ. β, παρά το γράμμα της, καθιερώνει κατά νομική ακριβολογία αποσβεστική προθεσμία και όχι παραγραφή – Απ. Γεωργιάδης, Κληρονομικό Δίκαιο (2013), σελ. 660 υποσημ. 69).   Όταν η πλάνη αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης του κληρονόμου, δεν είναι ουσιώδης, επομένως δεν οδηγεί σε ακύρωση της αποδοχής ή της αποποίησης, ενώ κατά τη ρητή πρόβλεψη της παρ. 3 του άρθρου 1857,  η πλάνη σχετικά με το ενεργητικό ή το παθητικό της κληρονομίας, δεν θεωρείται ουσιώδης (ΑΠ 827/2017, ΑΠ 712/2014, ΧρΙΔ 2014/743, ΑΠ 725/2014, ΧρΙΔ 2014, 671, ΑΠ 173/2014, ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 951/2013, ΧρΙΔ 2014/602, ΑΠ 1570/2010, ΕλλΔνη 2011/475, ΕφΑθ 2226/2013, ΕλλΔνη 2014/490, Απ. Γεωργιάδης, Κληρονομικό Δίκαιο (β΄ έκδ. 2013), σελ. 658 – 660, Απ. Γεωργιάδης, Σ.Ε.Α.Κ. (2013), άρθρο 1857 , αρ. 3, 5, 6, 7, Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, άρθρο 1857, αρ. 3, 4, 5, ΕφΠειρ 117/2021, ΕφΔωδ 124/2021, ΕφΑθ 5384/2021, ΕφΛαρ 115/2020, ΕφΛαρ 118/2019, ΕφΑθ 287/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Β)  α) Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1824, 1868, 1870 ΑΚ και 61 του ν. 4182/2013 προκύπτει ότι, όταν αποβιώσει κάποιος χωρίς διαθήκη και κατά το χρόνο της επαγωγής δεν υπάρχουν συγγενείς ή σύζυγος για να κληθούν στην κληρονομία ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, σύμφωνα με τα άρθρα 1813 επ. ΑΚ, τότε καλείται ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος του το Δημόσιο.  Αν δεν βρεθεί κληρονόμος μέσα σε προθεσμία ανάλογη προς τις περιστάσεις, το δικαστήριο της κληρονομίας, μετά την τήρηση της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 61 παρ. 5 του ν. 4182/2013 και μετά από αίτημα, μεταξύ άλλων και εκείνου που έχει έννομο συμφέρον, βεβαιώνει με σχετική απόφασή του, ότι δεν υπάρχει άλλος κληρονόμος εκτός από το Δημόσιο.  Η βεβαίωση δημιουργεί τεκμήριο ότι ο δημόσιο είναι εξ αδιαθέτου κληρονόμος και είναι προϋπόθεση της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποιήσεως του Δημοσίου ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου και εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο.  Έτσι ενάγον το Δημόσιο ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος πρέπει να αναφέρει στην αγωγή του ότι βεβαιώθηκε δικαστικώς ότι δεν υπάρχει άλλος κληρονόμος εκτός από το Δημόσιο και να αποδεικνύει αυτό με την προσκόμιση της σχετικής δικαστικής αποφάσεως, άλλως η αγωγή του είναι απαράδεκτη.  Πριν δε από τη δικαστική αυτή βεβαίωση δεν μπορεί να ασκηθεί δικαίωμα από το δημόσιο ή κατά του δημοσίου, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου και επομένως δεν μπορεί να ασκηθεί ούτε αγωγή περί κλήρου (ΑΠ 890/2013, ΑΠ 1590/2002).  Όμως αναγνωριστικές αγωγές κατ’ άρθρο 70 ΚΠολΔ, για κληρονομικό δικαίωμα, από το ίδιο ή εναντίον του δεν αποκλείονται.  β) Από τις διατάξεις των άρθρων 1847 παρ. 1 εδ. Α΄, 1850, 1857, 140 και 141 του ΑΚ προκύπτει ότι η αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποιήσεώς της μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν η αποδοχή που συνάγεται με τον τρόπο αυτόν κατά πλάσμα του νόμου δεν συμφωνεί με τη βούληση του κληρονόμου από ουσιώδη πλάνη, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της καταστάσεως που διαμόρφωσε τη βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε αν, ο κληρονόμος γνώριζε την αληθή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της αποποίησης.  Η δε εσφαλμένη αυτή γνώση ή άγνοια που δημιουργεί τη διάσταση μεταξύ βουλήσεως και δηλώσεως, η οποία όταν είναι ουσιώδης θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δηλώσεως λόγω πλάνης, μπορεί να  οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας.  Η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας και η αντίστοιχη ένσταση στρέφεται, σύμφωνα με τη διασταλτική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 155 ΑΚ και κατά του αμέσως έλκοντος έννομο κληρονομικό συμφέρον από την έκπτωση αυτού που ακυρωσίμως – δηλαδή συνεπεία πλάνης – αποδέχθηκε και που στην συνέχεια θα αποποιηθεί, δηλαδή κατ’ εκείνου, στον οποίο θα επαχθεί η κληρονομία μετά την αποδοχή της αγωγής και την αποποίηση του ενάγοντος στην περί ακυρώσεως δίκη, καθώς επίσης και κατά του δανειστή της κληρονομίας (ΑΠ 189/2017, ΑΠ 572/2016, ΑΠ 22/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην ερευνώμενη περίπτωση, από την επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής, τη οποία ο ενάγων στρέφει και κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ως δανειστή της κληρονομίας του ………., προκύπτει ότι αυτός (ενάγων) αναφέρει ρητά ότι μετά το θάνατο του κληρονομούμενου συγγενούς του (………), όλοι οι πλησιέστεροι συγγενείς του τελευταίου προέβησαν σε αποποίηση της κληρονομίας, πλην των αναφερομένων συγγενών – κληρονόμων της τρίτης τάξεως κατά των οποίων και στρέφεται αυτή (κρινόμενη αγωγή), και κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο ένδικο δικόγραφο.  Επίσης, η ένδικη αγωγή, περιέχει όλα τα κατά νόμο αναγκαία και ουσιώδη στοιχεία (1847 παρ. 1 εδ. Α΄, 1850, 1857, 140, 141 ΑΚ, 216 παρ. 1 ΚπολΔ).  Επομένως, ο πρώτος λόγος της έφεσης, με την οποία το εκκαλούν υποστηρίζει ότι η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί λόγω αοριστίας, και διότι ο ενάγων δεν αναφέρει εάν υπάρχουν συγγενείς τρίτης και τέταρτης τάξεως, οι οποίοι θα κληθούν κατά την επαγωγή της κληρονομίας εάν γίνει δεκτή η αγωγή είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.

Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται νόμιμα οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς, πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 385/2015 ΤΝΠ ), καθώς και από την υπ’ αριθμ. …./26-9-2018 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος ……….., η οποία λήφθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………. με επιμέλεια του ενάγοντος κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγομένων (βλ. τις υπ’ αριθμ. …., …, … και …./21-9-2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, ………………), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα περιστατικά :

Στις 3-9-2012 απεβίωσε στην Αθήνα ο …………, χωρίς να αφήσει διαθήκη.  Κατά το χρόνο του θανάτου του, ο ανωτέρω κατέλιπε πιο κοντινούς συγγενείς του και εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τη σύζυγό του ……….., καθώς και τα τέκνα που απέκτησε με την ανωτέρω σύζυγό του από το νόμιμο γάμο του  α) ………. και  β) ……… (βλ. υπ’ αριθμ. πρωτ. ……/6-9-2012 Πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δήμου Πειραιά).  Οι παραπάνω κληρονόμοι αποποιήθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα την επαχθείσα σε αυτούς κληρονομία στις 26-10-2012 με σχετικές δηλώσεις τους προς τον Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιά και συντάχθηκαν προς τούτο οι υπ’ αριθμ. …, …., …/2012 δηλώσεις αποποίησης κληρονομίας αυτού.  Μετά τις γενόμενες αποποιήσεις αυτών η κληρονομία του αποβιώσαντος επήχθη στους έγγονους του αποβιώσαντα – κληρονομούμενου (ΑΚ 1826, 1856) και συγκεκριμένα στα ανήλικα τέκνα του ……..,  α) ………… και  β) …………, τα οποία ομοίως αποποιήθηκαν στις 30-8-2013 δυνάμει της υπ’ αριθμ. …../2013 δήλωσης αποποίησης κληρονομίας ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατόπιν χορήγησης σχετικής αδείας προς τούτο, ήτοι να προβούν σε αποποίηση της επίμαχης κληρονομίας, για λογαριασμό των ως άνω ανηλίκων τέκνων, στους γονείς τους ……… και ……. και με την υπ’ αριθμ. 2428/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (εκουσία δικαιοδοσία), που εκδόθηκε επί προηγηθείσας αίτησης των τελευταίων.  Μετά την αποποίηση της ως άνω συζύγου που επιζεί και όλων των ανωτέρω εξ αδιαθέτου κληρονόμων πρώτης τάξεως του ως άνω κληρονομούμενου, κλήθηκε στην κληρονομία αυτού, ως μοναδικός συγγενής της δεύτερης τάξης της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής, ο ετεροθαλής αδελφός του – ο οποίος κατά τον χρόνο του θανάτου του είναι εν ζωή – ………. (ενάγων),  καθόσον,  α) ο πατέρας τους ………… είχε αποβιώσει την 9-4-2004,  β) η μητέρα του αποβιώσαντα ………., είχε ήδη αποβιώσει από 20-10-2009 και  γ) ο αδελφός τους ……… ., είχε αποβιώσει άγαμος και άτεκνος την 19-6-2002.  Ωστόσο ο ενάγων δεν αποποιήθηκε την κληρονομία του ………… – κληρονομούμενου, εντός της τετράμηνης προθεσμίας από την έκπτωση των κληρονόμων της πρώτης  τάξης και της συζύγου που επιζεί, μετά τις εκ μέρους των τελευταίων αποποιήσεις, οπότε θεωρείται, κατά πλάσμα δικαίου ότι την αποδέχθηκε.  Εντούτοις, ο ενάγων, ως κληρονόμος του άνω αποβιώσαντα δεν προέβη στην αποποίηση της εν λόγω κληρονομίας, λόγω ουσιώδους πλάνης.  Η πλάνη του αυτή συνίσταται στην άγνοιά του τόσο για το θάνατο του ετεροθαλούς αδελφού του όσο και για τις αποποιήσεις, λόγω του παθητικού της κληρονομίας των ως άνω εξ αδιαθέτου κληρονόμων της πρώτης τάξης και της συζύγου του κληρονομούμενου και της συνεπείας αυτών, επαγωγής της κληρονομίας του σε αυτόν, ως  εξ αδιαθέτου κληρονόμο της δεύτερης τάξης.  Εξάλλου, η μάρτυρας …………, σύντροφος του ενάγοντα από το έτος 2008, στην προαναφερθείσα ένορκη βεβαίωση αναφέρει ρητά και πειστικά, ότι ο ενάγων δεν διατηρούσε ουδεμία κοινωνική σχέση ή επικοινωνία με τον ως άνω κληρονομούμενο  – ετεροθαλή αδελφό του, καθώς και με τους οικείους αυτού (σύζυγο και τέκνα του)  ούτε  οι τελευταίοι τον ειδοποίησαν για το θάνατό του και για το ότι προέβησαν σε αποποίηση της κληρονομίας του, λόγω των χρεών που είχε αυτή, έτσι ώστε, βάσιμα και εύλογα, αγνοούσε την, εξαιτίας των εκ μέρους τους αποποιήσεων επαγωγή της κληρονομίας σε αυτόν.  Άλλωστε, αν ο ενάγων, διατηρούσε σχέσεις με τον αποβιώσαντα ετεροθαλή αδελφό του και τους οικείους του και λάμβανε γνώση των αποποιήσεων από τους τελευταίους της κληρονομίας αυτού, δεν υπακούει στους  κανόνες της λογικής να παραλείψει να προβεί σε αποποίηση της κληρονομίας, η οποία ήταν κατάχρεη.  Ούτε προέκυψε ότι αυτός (ενάγων), οποίος, διατηρούσε “κάκιστες σχέσεις” με τον αποβιώσαντα, με τον οποίον δεν ήθελε να συνδέεται με οιανδήποτε κοινωνική σχέση και να έχει οιαδήποτε επικοινωνία και τελευταία φορά είχε συναντήσει αυτόν (αποβιώσαντα ετεροθαλή αδελφό του) τον Απρίλιο του έτους 2004 στην κηδεία του πατέρα τους, γνώριζε την επαγωγή της κληρονομίας σε αυτόν και, παραταύτα δεν προέβη στην αποποίησή της, πιστεύοντας ότι έχει ενεργητικό στοιχείο.  Αντίθετα, αποδείχθηκε ότι η πλάνη του ενάγοντος, ως ανωτέρω αναφέρθηκε, και η συνακόλουθη παράλειψη αποποίησης της επίμαχης κληρονομίας εκ μέρους του, σχετίζεται με την άγνοια του περί του θανάτου και της επαγωγής της κληρονομίας του ως άνω αποβιώσαντος – οφειλέτη του σε αυτόν ως συγγενή της δεύτερης τάξης της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής και είναι πράγματι ουσιώδης. Και αυτό, διότι αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, λόγω των έννομων συνεπειών που συνεπάγετο αυτή, ήτοι να επιβαρυνθεί με τα χρέη της (κληρονομίας), ώστε εάν γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δηλαδή την έκπτωση των προηγούμενων στην τάξη εξ αδιαθέτου κληρονόμων, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, αλλά θα αποποιούνταν εμπρόθεσμα την κληρονομία και συνεπώς θεμελιώνει την ακύρωση της πλασματικής κατά το νόμο αποδοχής της εν λόγω κληρονομίας, κρίση στην οποία κατέληξε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο.  Η πλάνη δε αυτή του κληρονόμου του άνω αποβιώσαντα διήρκεσε μέχρι τον Οκτώβριο του έτους 2017, οπότε και  έλαβε γνώση της επαγωγής της κληρονομίας, με την κοινοποίηση σε αυτόν της υπ’ αριθμ. ………./2017 ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας της ΔΟΥ Ε΄ Πειραιά, με την οποία κλήθηκε για την τακτοποίηση των χρεών του οφειλέτη του εναγομένου ……………  Τέλος, ενόψει ότι, σύμφωνα με τα ως άνω αποδειχθέντα, ο ενάγων αγνοούσε την επαγωγή της επίμαχης κληρονομίας μέχρι την κοινοποίηση του ως άνω ειδοποιητηρίου, δεν είχε αρχίσει, σύμφωνα με τα αναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, η τετράμηνη προθεσμία αποποίησης της κληρονομίας, που προβλέπεται από το άρθρο 1847ΑΚ.  Αποδείχθηκε, λοιπόν, ότι συντρέχει νόμιμη περίπτωση ακύρωσης, ένεκα ουσιώδους πλάνης περί τα πράγματα, κατά τα αναλυτικά εκτεθέντα, της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας του αποβιώσαντος την 3-9-2012 ………………. κατοίκου εν ζωή Πειραιώς, εκ μέρους του ενάγοντος, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου.

Κατόπιν των ανωτέρω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλλουμένη απόφασή του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν και έκανε δεκτή την αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε  νόμιμη, και ως ουσιαστικά βάσιμη κατά το κύριο αίτημά της, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις.  Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.  Τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, θα επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου, λόγω της ήττας του, μειωμένη όμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 1 Ν. 3657/1957, όπως ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την από 11-10-2021 (αριθμ. κατάθ. ………../2021) έφεση, κατά της υπ’ αριθμ. 323/2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της συνεκκαλούμενης μη οριστικής υπ’ αριθμ. 2282/2019 απόφασης του ιδίου δικαστηρίου.

Απορρίπτει αυτή (έφεση) στην ουσία.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, σε βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις   3 Απριλίου 2023.  

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής λόγω

συνταξιοδοτήσεως και

αναχωρήσεώς της, η

αρχαιότερη της σύνθεσης

Εφέτης, Σοφία Καλούδη.

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, την 11 Σεπτεμβρίου 2023, με άλλη σύνθεση, λόγω συνταξιοδοτήσεως και αναχωρήσεως της Προέδρου Εφετών Αικατερίνης Νομικού και λόγω  αποσπάσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου Παρασκευής Μπερσή, αποτελούμενη από τους Δικαστές   Σοφία Καλούδη, Προεδρεύουσα Εφέτη,  Νικόλαο Κουτρούμπα και Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτες και τη Γραμματέα Κ.Σ, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, του πληρεξουσίου ΝΣΚ του εκκαλούντος και της πληρεξουσίας δικηγόρου του εφεσιβλήτου.

Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ