Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 541/2023

Αριθμός    541/2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Βασίλειο Παπανικόλα, Πρόεδρο Εφετών,  Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη και Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη-Εισηγήτρια   και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την  ………..,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ………… η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Αναστάσιο Γιαλούρη (με δήλωση κατ΄άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Ανάργυρο Δήμιζα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 13.6.2019  (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………/2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  578/2021  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απόρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηριου η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 21.4.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………../2021- ………./2021) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η  με  αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του  Εφετείου Πειραιώς   ………../2021 έφεση κατά της υπ΄αριθμόν 578/2021 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε  κατά την νέα  τακτική   διαδικασία,  αντιμωλία των διαδίκων,  έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις  16-3-2021,  επιδόθηκε στις 30-3-2021 (βλ υπ΄αριθμόν ……../2021 έκθεση επίδοσης της   δικαστικής  επιμελήτριας  …………)  και  η  έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Πρωτοδικείου Πειραιά  στις  21-4-2021 (άρθρα  495,  511,  513,  516  παρ 1, 517 εδαφ  α,  518  παρ 1  και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής  κατά την  αυτή  διαδικασία  δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. με κωδικό ……………./2021  παράβολο).

Με την αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση η  ενάγουσα η οποία είναι δικαστική επιμελήτρια   ιστορούσε  ότι  κατά την  επίδοση εξωδίκου δηλώσεως στην εναγομένη, κατόπιν παραγγελίας  του πληρεξουσίου δικηγόρου της μητέρας της  με την οποία η εναγομένη βρίσκεται σε αντιδικία,  η  τελευταία εξύβρισε έργω και λόγω  την ενάγουσα, απείλησε,  προπηλάκισε, συκοφάντησε   και  απώθησε  αυτήν  με απώτερο σκοπό να ματαιώσει την διενέργεια της επιδόσεως, την οποία εν τέλει ολοκληρωσε  με  θυροκόλληση, ενώ κλήθηκε και η  αστυνομία. Με την συμπεριφορά αυτή η εναγόμενη προσέβαλε  την  προσωπικότητα της ενάγουσας  και προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη ζήτησε να υποχρεωθεί  να της καταβάλει χρηματική ικανοποιηση ύψους 40.000 ευρώ νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής   καθώς επίσης και να υποχρεωθεί    σε άρση της προσβολής και  σε παροχή εγγράφου συγγνώμης. Ζήτησε, επίσης,  να δημοσιευθεί  η απόφαση που θα εκδοθεί  ή περίληψη αυτής  στον  αθηναϊκο και πειραϊκο τύπο με απειλή επιβολής   σε βάρος της εναγομένης  προσωπικής  κράτησης εξ (6) μηνών και χρηματικής ποινής  1500 ευρώ για κάθε παράβαση της απόφασης που θα εκδοθεί  και τέλος να καταδικασθεί η εναγομένη στα δικαστικά της έξοδα. Η αγωγή αυτή είναι νόμιμη και στηρίζεται  στις διατάξεις των άρθρων   57,59, 299, 914,932 ΑΚ, 361, 363 -362 ΠΚ και  και 191 παρ 2 και 176 ΚΠολΔ. Το αίτημα ωστόσο  περί άρσης της προσβολής  προβάλλεται αλυσιτελώς καθώς προσιδιάζει σε ενεργό προσβολή, προϋπόθεση η οποία  δεν συντρέχει, κατά τα εκτεθέντα, στην προκειμένη περίπτωση. Επί της αγωγής αυτής  εξεδόθη η εκκαλουμένη με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν.

Ήδη κατά  της απόφασης αυτής   βάλλει η ενάγουσα   παραπονούμενη    για  εσφαλμένη  ερμηνεία και  εφαρμογή του νόμου και  πλημμελή  εκτίμηση των αποδείξεων και  ζητεί   την εξαφάνιση της εκκαλουμένης  και την παραδοχή  της αγωγής της.

Από  το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 57 και 59 ΑΚ συνάγεται ότι, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του δικαιούται να αξιώσει: α) την άρση της προσβολής β) την παράλειψή της στο μέλλον, γ) αποζημίωση κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις (άρθρα 914 επ. ΑΚ) και δ) χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Για τη θεμελίωση αξίωσης προς καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από πράξη που προσβάλλει την προσωπικότητα του ανθρώπου, απαιτείται να συντρέχουν: α) προσβολή της προσωπικότητας, β) η προσβολή να είναι παράνομη, δηλαδή να έγινε χωρίς δικαίωμα ή κατ’ ενάσκηση δικαιώματος, το οποίο είναι μικρότερης σπουδαιότητας ή ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική, γ) να είναι υπαίτια, να οφείλεται δηλαδή σε δόλο ή αμέλεια, η οποία υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές (άρθρο 330 παρ. 2 ΑΚ), δ) να επήλθε ηθική βλάβη του προσβληθέντος και ε) να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης και υπαίτιας προσβολής και της επελθούσας ηθικής βλάβης (ΟλΑΠ 2/2008). Η προσωπικότητα αποτελεί πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις-εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, όμως, η προσβολή της προσωπικότητας σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική του αξία συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του. (ΑΠ 1211/2018). Η προσωπικότητα του ανθρώπου μπορεί να προσβληθεί σε οποιαδήποτε εκδήλωσή της (πνευματική, σωματική, υγεία, ελευθερία, τιμή κ.λ.π.) . Έτσι η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει, γιατί ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα πλαίσια της προστασίας της προσωπικότητας, τέτοιες δε πράξεις, διαταρακτικές της κοινωνικής προσωπικότητας του ανθρώπου, είναι και εκείνες που εμπεριέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής ή επαγγελματικής εντιμότητας του προσώπου, ακόμη και όταν αυτές απλώς τον καθιστούν ύποπτο ότι μετέρχεται ανέντιμες μεθόδους, κατά την ενάσκηση των επαγγελματικών καθηκόντων ή άλλων εκφάνσεων της δραστηριότητάς του στη ζωή (ΑΠ 1279/2011), δοθέντος ότι, κατά τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος, στο κατοχυρωμένο από τη διάταξη αυτή και προστατευόμενο ατομικό δικαίωμα της προσωπικότητας, περιλαμβάνεται τόσο ο σεβασμός της αξίας του ανθρώπου, που είναι και ο πυρήνας του δικαιώματος, όσο και η ελεύθερη ανάπτυξη αυτής (ΑΠ 855/2022, ΑΠ 1735/2009). Για να γεννηθεί αξίωση προστασίας από προσβολή της προσωπικότητας κατά τις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 920 και 932 του ΑΚ, θα πρέπει η προσβολή να είναι παράνομη, να αντίκειται δηλαδή σε διάταξη που απαγόρευε συγκεκριμένη πράξη, με την οποία προσβάλλεται ορισμένη έκφανση αυτής, είναι δε αδιάφορο σε ποιο τμήμα του δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την προσβολή. Έτσι, η προσβολή της προσωπικότητας μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως εξύβριση, απλή ή συκοφαντική δυσφήμηση, που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και 363 του ΠΚ. Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρθρου 361 ΠΚ, εξύβριση διαπράττει όποιος με λόγο ή έργο ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο προσβάλει την τιμή άλλου, σύμφωνα, δε, με τις διατάξεις των άρθρων 362 και 363 του ΠΚ, όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλο γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμισης, και αν το γεγονός αυτό είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι τούτο είναι ψευδές τότε διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμισης. Έτσι, για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης αμφοτέρων των εγκλημάτων της συκοφαντικής ή απλής δυσφήμισης, απαιτείται ισχυρισμός ή διάδοση από τον υπαίτιο, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο, ενώπιον τρίτου, για κάποιον άλλο, γεγονότος που θα μπορούσε να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του. Ως ισχυρισμός θεωρείται ανακοίνωση που προέρχεται εξ ιδίας πεποιθήσεως ή γνώμης ή από μετάδοση εκ τρίτου προσώπου, ενώ διάδοση υφίσταται, όταν λαμβάνει χώρα μετάδοση της από άλλον γενομένης ανακοίνωσης (ΑΠ 72/2016). Αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, αναγόμενο στο παρόν ή παρελθόν, υποπίπτον στις αισθήσεις και δυνάμενο να αποδειχθεί, αντίκειται δε προς την ηθική και ευπρέπεια. Όμως, δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσης, ακόμη δε και χαρακτηρισμός, οσάκις αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται, συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία, στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή μόνον όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικώς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, άλλως μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά το άρθρο 361 του ΠΚ (ΑΠ 1069/2019, ΑΠ 1025/2016). Αντικείμενο της προσβολής είναι η τιμή και η υπόληψη του προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας και κινείται στα πλαίσια της συναλλακτικής ευθύτητας (ΑΠ 855/2022 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 367 παρ. 1 περ. α` – δ` του ΠΚ, το άδικο των προβλεπομένων στα άρθρα 361 επ. του ίδιου Κώδικα πράξεων αίρεται, μεταξύ των άλλων περιπτώσεων, που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, και όταν πρόκειται για εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νομίμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις (περ. γ` και δ`). Η τελευταία αυτή διάταξη (άρθρου 367 ΠΚ) για την ενότητα της έννομης τάξης εφαρμόζεσαι αναλογικά και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. του ΑΚ. Επομένως, με την κατά τα άνω άρση του άδικου χαρακτήρα των προαναφερθεισών αξιόποινων πράξεων, αποκλείεται και το στοιχείο του παράνομου της επιζήμιας συμπεριφοράς ως όρου της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. Έτσι, η προβολή περιπτώσεως του άρθρου 367 παρ.1 ΠΚ αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό, καταλυτικό της αγωγής του προσβληθέντος προσώπου (ένσταση), λόγω άρσης του παρανόμου της προσβολής. Όμως, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης, ως προς τις εξυβριστικές ή δυσφημιστικές εκφράσεις που περιέχει, δεν αίρεται στις προαναφερθείσες περιπτώσεις (λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος κλπ), και συνεπώς, παραμένει η ποινική ευθύνη του δράστη, άρα και η υποχρέωσή του προς αποζημίωση κατά το αστικό δίκαιο, όταν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 367 του ΠΚ, δηλαδή, όταν οι επίμαχες κρίσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμισης του άρθρου 363 ΠΚ ή όταν από τον τρόπο εκδήλωσης, ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή πρόθεση που κατευθύνεται ειδικά στην προσβολή της τιμής του άλλου (ΑΠ 855/2022, ΑΠ 1455/2014 ΝΟΜΟΣ).Από  όλα  τα  έγγραφα  που προσκομίζουν  και επικαλούνται  οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, τις υπ΄αριθμούς  ………./ 6-12-2019   ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, οι οποίες δόθηκαν  επιμελεία της  ενάγουσας κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της εναγομένης  (βλ υπ΄αριθμόν  …../2019 έκθεση επίδοσης  του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά  …………), την  υπ΄αριθμόν   …../6-12-2019 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του αυτού Ειρηνοδίκη, η  οποία  δόθηκε επιμελεία της  εναγόμενης  κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της ενάγουσας  (βλ υπ΄αριθμόν  …../2-12-2019 έκθεση επίδοσης της  δικαστικής επιμελητριας  στο Εφετείο Πειραιά, …………) και όλα τα έγγραφα  που οι διάδικοι  προσκομίζουν και επικαλούνται  είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η  ενάγουσα τυγχάνει δικαστική επιμελήτρια  και με την ιδιότητα αυτή μετέβη  στις 1-4-2019  στο Κερατσίνι επί της οδού ……….., στον πρώτο όροφο οικοδομής  όπου βρίσκεται  η  υπό στοιχεία Α-3    οικία της μητέρας της εναγομένης, ……….,  προκειμένου να παραλάβει εξώδικη δήλωση για να την επιδώσει στην εναγόμενη, η οποία διαμένει στην ευρύτερη περιοχή επί της οδού ……., καθώς η τελευταία  βρίσκεται από  δωδεκαετίας  σε δικαστική διαμάχη  λόγω κληρονομικών διαφορών με την μητέρα της και τα δύο αδέλφια της, ….. και …….. . Μεσημβρινές  ώρες  της αυτής ημέρας είχε ειδοποιηθεί από τον ……….. ότι η εναγόμενη είχε μεταβεί  στο υπό στοιχείο Α-2   διαμέρισμά της  που βρίσκεται στην αυτή  οικοδομή με την οικία της μητέρας της   και είχε προσλάβει κλειδαρά   προκειμένου να αλλάξει την κλειδαριά έτερου, υπό στοιχεία Α-1, διαμερίσματος επί της αυτής οικοδομής  συγκυριότητας   της ιδίας  και   της μητέρας της στο οποίο (διαμέρισμα) αφορούσε η εξώδικη δήλωση. Προκειμένου να διενεργηθεί η επίδοση προτού πραγματοποιηθεί η  αλλαγή της κλειδαριάς   η ενάγουσα  καθοδηγήθηκε από τον  πληρεξούσιο δικηγόρο  της ενάγουσας   να  μεταβεί στο υπό στοιχεία  Α-2 διαμέρισμα επί της οδού Λεωφόρος Λαμπράκη αριθμός 363  όπου βρισκόταν εκείνη την στιγμή  η εναγόμενη  και να  επιδώσει σ΄αυτήν  την εξώδικη δήλωση. Προς τούτο η ενάγουσα προσέγγισε στο υπό στοιχείο Α-2  διαμέρισμα και κάλεσε την εναγόμενη να παραλάβει την εξώδικη δήλωση για την οποία είχε ειδοποιηθεί από τα λοιπά μέλη της πατρικής οικογένειας  και την ανέμενε.  Η  εναγομένη εμφορούμενη από αισθήματα οργής εξύβρισε, απείλησε και προπηλάκισε την ενάγουσα απευθύνοντας σ΄αυτήν την φράση «Καριόλα, τελειωμένη θα σου κάνω μήνυση, θα δείς τι θα πάθεις», ενώ έπτυσε και  δύο φορές την ενάγουσα  μία στο πρόσωπο και μία στο στήθος. Ταυτόχρονα κινήθηκε απειλητικά προς την ενάγουσα με σκοπό να την απωθήσει ώστε να μην πραγματοποιηθεί η ενέργεια της επίδοσης αρνούμενη να θέσει την υπογραφή της στην οικεία θέση της εκθέσεως επιδόσεως προς απόδειξη της παραλαβής της  δήλωσης αυτής  μολονότι είχε παραλάβει το σώμα της δήλωσης. Λόγω της απειλητικής διάθεσης της εναγομένης η ενάγουσα αποχώρησε από το σημείο  ενώ ο …………… κάλεσε την Άμεσο Δράση, η οποία ανταποκρίθηκε άμεσα καθώς  δύο αστυνομικοί μετέβησαν  στο σημείο που βρισκόταν η ενάγουσα και υπέδειξαν  σ΄αυτήν την δυνατότητα  μετάβασης στο οικείο Αστυνομικό Τμήμα προς υποβολή εγκλήσεως σε βάρος της εναγόμενης, ενέργεια την οποία δεν επέλεξε  η ενάγουσα  καθώς είχε αναλάβει την  διενέργεια  επειγουσών επιδόσεων εντός της ημέρας. Το ανωτέρω γεγονός ανέφερε η ενάγουσα και στην  με αριθμό ……./1-4-2019 έκθεση επίδοσης που συνέταξε για την επίδοση της προαναφερόμενης εξώδικης δήλωσης καταχωρώντας τα εξής : « … αφού βρήκα την ίδια, όπως αυτή μου δήλωσε, στο διαμέρισμά της (Α-2) που βρίσκεται στη …………. η οποία όμως ύστερα από ατυχές  περιστατικό που κατωτέρω θα περιγράψω, παρέλαβε την ως άνω εξώδικο αλλά ηρνήθη την υπογραφή της παρούσας εκθέσεως επίδοσης. Ως προς  το ατυχές περιστατικό : κατόπιν τηλεφωνικής  επικοινωνία την 1η-4-2019 και περί ώρα 13.45 με τον ……… με ενημέρωσε για λογαριασμό της  μητέρας του . …… ότι η ……. βρίσκεται στο υπό στοιχεία Α-2 διαμέρισμά της επι της λεωφόρου …….. και  ότι κατόπιν συνεννοήσεως  τους θα με αναμένει να της επιδώσω την άνω εξώδικο εκεί. Κατά την διάρκεια της επίδοσης  υπέστην λόγω και έργω εξύβριση με αποτέλεσμα να κληθεί η άμεσος δράση. Συνεπεία του ανωτέρω περιστατικού κατά την συναινέσει  της αρνήθηκε την υπογραφή και όλα τ΄ανωτέρω  παρουσία του μάρτυρα ………….., πήρε στα χέρια της την εξώδικο». Τα ανωτέρω προκύπτουν από τις  καταθέσεις των μαρτύρων της ενάγουσας, οι οποίοι με λεπτομέρεια  κατέθεσαν τα συμβάντα τα οποία  επιβεβαιώνονται και από το λοιπό αποδεικτικό υλικό και  δεν αντικρούονται από τα αποδεικτικό υλικό που προσκόμισε η εναγόμενη, ούτε από την κατάθεση της μάρτυρος αυτής,  η οποία κατέθεσε ότι η εναγόμενη  ανέφερε στην ενάγουσα  ότι δεν ήταν  ηθικά σωστό να λάβει  το μέρος των αδελφών της   και της μητέρας της   και να υποδείξει στην  οικογένειά της  δικηγόρους με τους οποίους συνεργαζόταν η ίδια επειδή διέκοψε την συνεργασία μαζί της  καθόσον αν πράγματι η εναγόμενη απλώς  ανέφερε στην ενάγουσα  όσα προαναφέρθηκαν έστω και με  επιθετικό τρόπο, δεν δικαιολογείται η  άρνησή της να υπογράψει την έκθεση επίδοσης της  εξώδικης δήλωσης με επακόλουθο να συνταχθεί   παρουσία μάρτυρα, χωρίς την υπογραφή της,  ούτε  η από μέρους του αδελφού της εναγομένης, …., πρόσκληση  της  Άμεσης  Δράσης προς αποκατάσταση της ειρήνης και η από κοινού με την ενάγουσα αναμονή της έλευσης των αστυνομικών οργάνων. Πρέπει δε, να σημειωθεί ότι κρίνεται απορριπτέα η ένσταση περί ακυρότητας της ένορκης  βεβαίωσης που περιέχει την κατάθεση της ανωτέρω (  …….)  λόγω του ότι δεν αναφέρεται σ΄αυτήν  εάν παρέστη η ενάγουσα, ούτε τα στοιχεία της εκθέσεως κλητεύσεως της ενάγουσας ενώ  η τεθείσα χειρόγραφη παραπομπή φέρει μία μόνο υπογραφή και όχι  τις απαιτούμενες τρείς υπογραφές του Ειρηνοδίκη, της γραμματέως και της μάρτυρος  καθόσον  οι ελλείψεις ως προς την παράσταση του αντιδίκου κατά την λήψη της ένορκης βεβαίωσης και ως προς τα στοιχεία της εκθέσεως κλητεύσεως δεν επιδρούν στο κύρος της  ένορκης βεβαίωσης. Ως προς την τεθείσα χειρόγραφη παραπομπή δε, εκ της επισκοπήσεως του σώματος της ένορκης βεβαίωσης προκύπτει ότι φέρει υπογραφές της Ειρηνοδίκη και της γραμματέως και επομένως δεν επηρεάζεται η εγκυρότητα της ένορκης βεβαίωσης. Εξάλλου, η παραπομπή αυτή δεν αφορά σε κατατεθέν από τον μάρτυρα περιστατικό αλλά αναφέρεται στο δικαστήριο στο οποίο θα  χρησιμοποιηθεί η ένορκη αυτή βεβαίωση (ανταπόδειξη της κρινόμενης αγωγής), στοιχείο αναγκαίο για την κλήση που επιδίδεται  στον αντίδικο για την λήψη της ένορκης βεβαίωσης (άρθρο 422 ΚΠολΔ)Απορριπτέα, επίσης,  κρίνεται και η ένσταση άρσεως του παρανόμου της προσβολής  κατ΄αρθρο 367 παρ 1 ΠΚ που προέβαλε η εναγόμενη  καθόσον το γεγονός ότι η εναγόμενη  θεωρούσε ότι δεν ήταν ηθικά σωστό να λάβει η ενάγουσα το μέρος της μητέρας και των αδελφών της με τους οποίους βρίσκεται σε αντιδικία στους οποίους σύστησε και δικηγόρους με τους οποίους συνεργαζόταν, ενώ μέχρι πρότινος διατηρούσε μαζί της φιλικές σχέσεις, δεν στοιχειοθετεί ούτε δικαιολογημένη από μέρους της αγανάκτηση κατ΄αρθρα 361 παρ 1 και 2 και 308 παρ 4 ΠΚ ώστε να θεωρηθεί δικαιολογημένη η  από μέρους της εναγόμενης  λόγω και έργω εξύβριση της ενάγουσας, ούτε εκδήλωση από δικαιολογημένο ενδιαφέρον  κατά την διάταξη του άρθρου  367 παρ 1 ΠΚ,  η οποία  για την ενότητα της έννομης  τάξης εφαρμόζεται  αναλογικά και στο χώρο του ιδιωτικιού δικαίου όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914  ΑΚ. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι με την ανωτέρω συμπεριφορά της η εναγόμενη   προσέβαλε  την προσωπική  και  επαγγελματική  τιμή   και  υπόληψη  της ενάγουσας   και γενικότερα την προσωπικότητα αυτής   αφού τόσο οι φράσεις που απηύθυνε σ΄αυτήν όσο και οι ενέργειές της ήταν κατάφωρα  απαξιωτικές, καταφρονητικές και περιφρονητικές και στόχευαν στην μείωση της τιμής και της υπόληψης αυτής τόσο ως ανθρώπου όσο και ως επαγγελματία  καθώς εμφάνισαν αυτήν ως μειωμένης ηθικής και αξίας  άνθρωπο και μειωμένου κύρους  επαγγελματία  που  διαβιοί  χωρίς ν΄απολαμβάνει εκτίμηση από την κοινωνία και τον επαγγελματικό  της κύκλο. Έλαβαν δε χώρα σε κοινόχρηστο χώρο της οικοδομής και υπέπεσαν στην αντίληψη όσων βρίσκονταν τη συγκεκριμένη στιγμή στο χώρο εκείνο, μεταξύ των οποίων ο κλειδαράς που είχε προσλάβει η εναγόμενη, τα δύο αδέλφια της  και η φίλη της εναγομένης …………, η οποία βρισκόταν στο διαμέρισμα της εναγομένης. Συνεπεία δε, της αδικοπρακτικής αυτής συμπεριφοράς  η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη  προς  αποκατάσταση της οποίας  πρέπει να επιδικασθεί  σε βάρος της  εναγόμενης   χρηματική ικανοποίηση  η οποία λαμβανομένου  υπόψη του είδους της προσβολής που δέχτηκε  η  ενάγουσα, της έκτασης και των  συνέπειων  αυτής, των  περιστάσεων υπό τις οποίες  έλαβε χώρα, του  βαθμού υπαιτιότητας του εναγόμενης και της περιουσιακής και κοινωνικής κατάστασης των διαδίκων, πρέπει να οριστεί βάσει της αρχής της αναλογικότητας, η οποια,  επιβάλλεται  να τηρείται  κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού  ως γενική νομική αρχή και δη  αυξημένης  τυπικής  ισχύος  (ΟλΑπ 9/2015), στο ποσο των 2.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε ότι η εναγόμενη δεν προσέβαλε την  προσωπικότητα της ενάγουσας υπέπεσε σε σφάλμα κατά τον βάσιμο περί αυτού λόγο της έφεσης η οποία, πρέπει, κατ΄ακολουθίαν να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν. Περαιτέρω, πρέπει,  να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη  απόφαση να κρατηθεί η  αγωγή από το παρόν Δικαστήριο,  να δικασθεί κατ΄ουσίαν, να γίνει εν μέρει δεκτή και να υποχρεωθει η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το  ανωτέρω ποσό με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Το αίτημα  περί  δημοσίευση της απόφασης  ή περίληψης αυτής  στον  (αθηναϊκο και πειραϊκο)  τύπο  πρέπει ν΄απορριφθεί ως αβάσιμο κατ΄ουσίαν   καθόσον στην προκειμένη περίπτωση δεν κρίνεται αναγκαίο για την  αποκατάσταση της  προσωπικής  και επαγγελματικής τιμής και  υπόληψης της ενάγουσας  αφού οι πράξεις της εναγόμενης  τελέστηκαν σε ιδιωτικό χώρο  και  όχι δημόσια ή μέσω του διαδικτύου ώστε ν΄απαιτείται δημόσια αποκατάσταση αυτών.  Επίσης, το αίτημα περί παροχής συγγνώμης  στην ενάγουσα  από μέρους της εναγόμενης  κρίνεται στην προκειμένη περίπτωση ατελέσφορο  καθόσον μεταξύ τους  υφίσταται  και  έτερη  δικαστική διαμάχη  για άλλες αιτίες, η οποία  καθιστά την ενέργεια αυτή κενού περιεχομένου.  Μέρος των δικαστικών εξόδων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της  εναγόμενης  λόγω της  μερικής  ήττας αυτής  (άρθρο 176 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα  στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει   να  διαταχθεί και  η επιστροφή του κατατεθέντος   παραβόλου   στην    εκκαλούσα  λόγω της παραδοχής της εφέσεως (άρθρο 495 παρ 4 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία

ΔΕΧΕΤΑΙ  έφεση

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ  την με αριθμό 578/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία)

ΚΡΑΤΕΙ   και  ΔΙΚΑΖΕΙ   την αγωγήΔΕΧΕΤΑΙ  εν μέρει την αγωγή

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ    την  εναγόμενη να καταβάλει στην  ενάγουσα  το ποσό των δύο   χιλίων (2000) ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ  την  εναγόμενη  σε μέρος των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας της  ενάγουσας   το οποίο καθορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ .

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την  επιστροφή  του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης   στον    εκκαλούντα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 17η Ιουλίου 2023  και δημοσιεύθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2023 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Ο   ΠΡΟΕΔΡΟΣ  ΕΦΕΤΩΝ                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ