Νομικά θέματα που αντιμετωπίστηκαν στην ως άνω απόφαση .
Αποζημίωση χρήσης μισθίου, μετά τη λήξη μισθωτικής σύμβασης, ουσιαστικό δεδικασμένο.
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 689/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Γ.Λ.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’αρ. 5096/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 παρ.1, 615 επ. ΚΠολΔ), όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν.4335/23-7-2015 που καταλαμβάνει τις αγωγές και τις εφέσεις που ασκήθηκαν μετά την 1-1-2016 (άρθρο 9 παρ.2 ως άνω νόμου), όπως στην προκειμένη περίπτωση, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.2, 591 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι δεν προκύπτει, ούτε επικαλούνται οι διάδικοι, ότι έλαβε χώρα επίδοση της εκκαλουμένης πριν την άσκηση της ένδικης έφεσης και η τελευταία ασκήθηκε εντός της διετίας από τη δημοσίευσή της.
Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄υλην και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 19, 522,533 παρ.1,2 ΚΠολΔ), ενώ ο εκκαλών Δήμος, ως εκ της ιδιότητάς του ως Ν.Π.Δ.Δ, δεν υποχρεούται στην καταβολή των προβλεπόμενων, από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ.α ΚΠολΔ, παραβόλων (βλ. και άρθρο 7 παρ. 8Β εδ.δ Ν. 4205/2013).
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 601 ΑΚ: «μισθωτής για όσο χρόνο μετά τη λήξη της μίσθωσης παρακρατεί το μίσθιο οφείλει ως αποζημίωση το συμφωνημένο μίσθωμα, χωρίς αυτό να αποκλείει το δικαίωμα του εκμισθωτή να απαιτήσει και άλλη περαιτέρω ζημία». Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι προϋποθέσεις για την απαίτηση του συμφωνημένου μισθώματος (ως αποζημίωση χρήσης) είναι η λήξη της μίσθωσης και η μετά ταύτα παράνομη παρακράτηση του μισθίου από το μισθωτή, χωρίς να ερευνάται αν ο εκμισθωτής υπέστη ζημία από την καθυστέρηση της απόδοσης, εφόσον τέτοια προϋπόθεση δεν τίθεται στο νόμο (AΠ 199/2017, ΑΠ 1222/2015, ΑΠ 229/2012, ΑΠ 781/2011, ΑΠ 511/2010, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, σε περίπτωση λήξης της σύμβασης μίσθωσης για οποιονδήποτε λόγο, δεν οφείλεται για το μετά τη λήξη της σύμβασης μίσθωσης χρονικό διάστημα, που ο μισθωτής παρακρατεί το μίσθιο, μίσθωμα, αλλά αποζημίωση χρήσης, κατ` άρθρο 601ΑΚ, η οποία συνίσταται στο συμφωνημένο και καταβαλλόμενο, κατά τη λήξη της σύμβασης μίσθωμα και στην αξίωση να απαιτήσει ο εκμισθωτής κάθε περαιτέρω ζημία, καθώς και την τυχόν ποινική ρήτρα, που έχει συμφωνηθεί, κατά τα άρθ. 404, 405, 406 και 407 ΑΚ (ΑΠ 229/2012, ο.π, ΑΠ 22/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.ΑΘ. 4116/2001 ΕλλΔνη 44. 554). Για τον υπολογισμό του ύψους της αποζημίωσης αυτής δεν συνυπολογίζεται το τυχόν τέλος χαρτοσήμου, με το οποίο βαρύνεται ο μισθωτής, δεδομένου ότι δεν αποτελεί μίσθωμα (ΑΠ 565/1996 ΕλλΔνη 38. 106, Εφ.Θεσ.2922/2005 Αρμ 2006. 246, Εφ.Λαρ. 37/2004, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Αθ.(Μον)1346/2017, ο.π, Εφ.Πατρ.(Μον) 133/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, η σχετική αξίωση, λόγω ακριβώς της φύσης της αυτής, ως γνήσιας αξίωσης αποζημίωσης, αφενός μεν δεν υπόκειται στη νόμιμη αναπροσαρμογή (ΑΠ 329/2011, Εφ.Θεσ.680/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αφετέρου δε, καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή και συνεπώς τοκοφόρα, εφόσον έχει προηγηθεί όχληση του υπόχρεου σε αποζημίωση, οπότε οφείλονται τόκοι υπερημερίας κατ` άρθ. 340 και 345 ΑΚ, ή επίδοση αγωγής κατ` άρθ. 346 ΑΚ (ΑΠ 565/1996, Εφ.Αθ. 769/2010, ΕφΑθ. 6847/2007, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Αθ.(Μον) 1346/2017, ο.π).
Περαιτέρω, με το Ν. 43352015, καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 651 εδ.β ΚΠολΔ, η οποία όριζε ότι ‘’ οι αποφάσεις για την παράδοση ή απόδοση της χρήσης του μισθίου, αποτελούν δεδικασμένο μόνο ως προς το ζήτημα της παράδοσης ή απόδοσης της χρήσης του μισθίου που έχει κριθεί και όχι ως προς τα ζητήματα που κρίθηκαν παρεμπιπτόντως ‘’.
Τέλος, στο άρθρο 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου (κ.δ. της 26.6/10.7.1944, Α΄ 139), το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 109 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Α΄ 164), ορίζεται ότι: «Ο νόμιμος και ο της υπερημερίας τόκος πάσης του Δημοσίου οφειλής, ορίζεται εις 6% ετησίως, πλην εάν άλλως ωρίσθη δια συμβάσεως ή ειδικού νόμου. Ο ειρημένος τόκος άρχεται από της επιδόσεως της αγωγής». Η εν λόγω ρύθμιση δεν αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος. Τούτο δε διότι συνιστά επιτρεπτή υπέρ νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, φορέα της Γενικής Κυβέρνησης, ειδικότερα δε Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προνομιακή μεταχείριση, αποβλέπουσα στην ορθή άσκηση της δημόσιας εξουσίας μέσω της διαφυλάξεως της δημοσιονομικής ισορροπίας και της περιουσίας του Κράτους υπό ευρεία έννοια. Για τον ίδιο λόγο, η ρύθμιση αυτή δεν αντίκειται στο άρθρο 26 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2462/1997, Α΄ 25), με το οποίο καθιερώνεται η ισότητα ενώπιον του νόμου. Ακόμη, η ένδικη ρύθμιση δεν αντίκειται ούτε στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5 και 25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος. Εφόσον δε η επίδικη ρύθμιση του άρθρου 21 του ως άνω Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου δεν αποτελεί δικονομική αλλά ουσιαστική διάταξη, από τη διαφοροποίηση του οριζόμενου με αυτήν επιτοκίου σε σχέση με το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο για τις οφειλές των ιδιωτών δεν τίθεται ζήτημα παραβιάσεως των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. και 2 παρ. 3 περ. α΄, β΄ και 14 παρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, τα οποία κατοχυρώνουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας και δίκαιης δίκης, καθόσον με την ανωτέρω ρύθμιση το Δημόσιο. δεν εξοπλίζεται, έναντι των ιδιωτών, με προνόμια δικονομικού περιεχομένου. Εξάλλου, η επίδικη ρύθμιση δεν αντίκειται στα άρθρα 17 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Πρoσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., διότι αποβλέπει στην εξυπηρέτηση σκοπού επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος, συνισταμένου στην προστασία της δημοσιονομικής ισορροπίας και της περιουσίας του Κράτους υπό ευρεία έννοια, η ζημία δε που υφίστανται οι ιδιώτες από την καταβολή των υποχρεώσεων του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ, με επιτόκιο 6%, αντί του καταρχήν γενικώς ισχύοντος ανώτερου επιτοκίου, δεν είναι τέτοιας εκτάσεως, ώστε να θίγει τον πυρήνα της αξιώσεως. Τέλος, με τη νομοθετική αυτή ρύθμιση δεν παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας (ΑΕΔ 25/2012, Ολ.ΣτΕ 482/2018, ΣτΕ 1317-20/2016, ΣτΕ 952/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ).
Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες – ήδη εφεσίβλητοι, εξέθεταν στην από 11-7-2016 (με Ε.Α.Κ ……..), αγωγή τους, οι πρώτοι δύο ως καθολικοί διάδοχοι λόγω εκ διαθήκης κληρονομίας του …….., ότι, δυνάμει του από 14-9-2007 συμφωνητικού μίσθωσης, που καταρτίστηκε με το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Δημοτικός Πολιτιστικός Οργανισμός Περάματος», του οποίου καθολικός διάδοχος είναι ο εναγόμενος ΟΤΑ (ΝΠΔΔ) με την επωνυμία «Δήμος Περάματος», συμφωνήθηκε να παραταθεί εκ νέου η ήδη υφιστάμενη αρχική μίσθωση, η οποία καταρτίστηκε το έτος 1982, και δυνάμει της οποίας οι ενάγοντες εκμίσθωσαν στο ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Δημοτικός Πολιτιστικός Οργανισμός Περάματος» ένα τριώροφο ακίνητο εμβαδού 573,28τ.μ., που βρίσκεται στο Πέραμα Αττικής επί της ………, αποτελούμενο από ισόγειο, πρώτο και δεύτερο όροφο, όπως περιγράφεται λεπτομερέστερα στην αγωγή, προκειμένου να στεγάσει τα γραφεία του μισθωτή και να χρησιμοποιηθεί ως χώρος εκδηλώσεων πολιτιστικού περιεχομένου. Ότι, η παράταση της μίσθωσης ορίστηκε για χρονικό διάστηµα 11 µηνών, ήτοι από 1-2-2007 έως 31-12-2007, αντί µηνιαίου μισθώματος ποσού 1.404,68 ευρώ, καταβλητέου εντός του πρώτου τριηµέρου κάθε μήνα. Ότι, περαιτέρω, η εν λόγω µίσθωση, μετά την πάροδο του ως άνω διαστήματος, παρατάθηκε σιωπηρά, ενώ το µηνιαίο µίσθωµα, το Δεκέµβριο του 2011, είχε διαµορφωθεί στο ποσό των 1.850 ευρώ. ΄Ότι, (οι ενάγοντες) άσκησαν κατά του εναγόμενου, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την υπ΄αρ. κατάθεσης ……….. αγωγή απόδοσης µισθίου και καταβολής οφειλοµένων µισθωµάτων µε την οποία κατήγγειλαν συγχρόνως την ένδικη σύµβαση µίσθωσης, ενόψει δε ότι η ως άνω αγωγή επιδόθηκε στον εναγόµενο στις 23-11-2011, τα αποτελέσµατα της καταγγελίας, και κυρίως η λήξη της μίσθωσης, άρχισαν ένα µήνα αργότερα, δηλαδή στις 24-12-2011. Ότι, ο εναγόμενος – μισθωτής, παρά τη λήξη της µίσθωσης που έλαβε χώρα, όπως προαναφέρθηκε, στις 24-12-2011, εξακολούθησε να παραµένει στο µίσθιο κάνοντας ακώλυτη και ελεύθερη χρήση αυτού, έως τις 31-12-2014 οπότε και παράδωσε το µίσθιο, χωρίς, όµως, να έχει καταβάλει την οφειλόμενη αποζηµίωση χρήσης, συνισταμένη στο συµφωνηµένο κατά τη λήξη της µίσθωσης µηνιαίο µίσθωµα ποσού 1.850 ευρώ για το χρονικό διάστηµα από 1-1-2012 έως 31-12-2014. Ζητούσαν δε ακολούθως οι ενάγοντες, να υποχρεωθεί ο εναγόµενος Δήμος να καταβάλει σ’ αυτούς το συνολικό ποσό των 66.600 ευρώ, κατά τα ποσοστά συνιδιοκτησίας του καθενός από αυτούς στο μίσθιο ακίνητο και συγκεκριµένα: α) στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των (66.600 Χ 356/662=) 35.815,11 ευρώ, β) στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των (66.600 Χ 291/662=) 29.275,83 ευρώ και στην τρίτη ενάγουσα, το ποσό των (66.600 Χ 15/662)= 1.509,06 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την εποµένη που καθένα από τα προαναφερόµενα ποσά κατέστη ληξιπρόθεσµο, δηλαδή την εποµένη της λήξης κάθε µήνα για το ποσό αποζηµίωσης χρήσης που αφορά το µήνα αυτό, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση καθώς επίσης να καταδικασθεί ο εναγόµενος στην δικαστική τους δαπάνη.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, ορθά θεώρησε ότι υφίσταται δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, δεδομένου ότι η ένδικη αξίωση δεν συνδέεται αιτιωδώς με έννομη σχέση του δημοσίου δικαίου μεταξύ κράτους και πολίτη ούτε καλύπτεται καθεαυτή από εξαιρετική νομοθετική ρύθμιση, που δημιουργεί σχέση υπεροχής, έναντι των πολιτών, αλλά συνδέεται με τη διαχείριση της ιδιωτικής περιουσίας του εναγομένου Δήμου και θεμελιώνονται, ως εκ τούτου, στις διατάξεις ιδιωτικού δικαίου, οπότε η ανακύπτουσα διαφορά είναι ιδιωτική και υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων (ΑΠ 1932/2014, ΑΠ 599/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ακολούθως, έκρινε την αγωγή παραδεκτή, ορισμένη, παρά τον αντίθετο ισχυρισμό του εναγόμενου, και νόμιμη, πλην του παρεπόμενου αιτήματός της για την καταβολή τόκων από την επομένη ημέρα κάθε μήνα κατά την οποία ήταν καταβλητέο κάθε επιμέρους ποσό, το οποίο απέρριψε ως μη νόμιμο, κι ως προς το σημείο της αυτό δεν προσβάλλεται με την ένδικη έφεση, διότι, σύμφωνα και με τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, η αιτούμενη αποζημίωση χρήσης, δεν έχει χαρακτήρα μισθώματος, οπότε για την καταβολή της δεν υφίσταται εκ του νόμου δήλη μέρα, ώστε με την παρέλευση της να καθίσταται ο οφειλέτης υπερήμερος. Σε κάθε δε περίπτωση, επειδή ο εναγόμενος είναι Ο.Τ.Α, οφείλονται τόκοι από την επίδοση της αγωγής. Στη συνέχεια, την έκανε δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη.
Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονείται ο εναγόμενος – ήδη εκκαλών, με την κρινόμενη έφεσή του, για τους λόγους που εκθέτει σ΄ αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνισή της, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ώστε να απορριφθεί η ως άνω αγωγή των αντιδίκων της.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου της μάρτυρα των εναγόντων (ο εναγόμενος δεν εξέτασε μάρτυρα), που εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού, καθώς και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά .
Δυνάμει του από 14-9-2007 (με αρ. πρωτ. ….) συμφωνητικού μίσθωσης, συμφωνήθηκε με το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Δημοτικός Πολιτιστικός Οργανισμός Περάματος» -μισθωτή, ο οποίος καταργήθηκε (ΦΕΚ 1902/30-8-2011) και στη θέση του υπεισήλθε ως καθολικός διάδοχος ο εναγόμενος ΟΤΑ με την επωνυμία «Δήμος Περάματος», η παράταση της σύμβασης μίσθωσης, η οποία καταρτίστηκε αρχικά το έτος 1982, από τον κληρονομηθέντα από τους ενάγοντες, ………, και δυνάμει της οποίας, ο τελευταίος, εκμίσθωσε στο ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Δημοτικός Πολιτιστικός Οργανισμός Περάματος» ένα τριώροφο ακίνητο εμβαδού 573,28 τ.μ., που βρίσκεται στο Πέραμα Αττικής επί της …….., αποτελούμενο από ισόγειο, πρώτο και δεύτερο όροφο, όπως λεπτομερέστερα περιγράφεται στην αγωγή, προκειμένου να στεγάσει τις διάφορες υπηρεσίες του μισθωτή και να χρησιμοποιηθεί από αυτόν ως χώρος εκδηλώσεων πολιτιστικού περιεχομένου.
Το ως άνω συμφωνητικό παράτασης της σύμβασης μίσθωσης, συνήφθη μεταξύ του εναγόμενου και της τρίτης ενάγουσας, ενεργούσας για λογαριασμό και των λοιπών, όπως κρίθηκε, με δύναμη δεδικασμένου, με την υπ΄αρ. αρ. 4813/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (μισθωτικές διαφορές), που εκδόθηκε, κατόπιν αγωγής (από 8-11-2011 και με αρ. κατάθεσης …….) των νυν εναγόντων και του ………, μη διαδίκου στην ένδικη δίκη, και με την οποία υποχρεώθηκε ο εναγόµενος Δήµος Περάµατος να τους αποδώσει, τη χρήση του µισθίου και να καταβάλει τα οφειλόµενα και ληξιπρόθεσµα µισθώµατα συνολικού ποσού 75.063,80 ευρώ για το διάστημα από Νοέμβριο 2007 έως και Νοέμβριο 2011 που ασκήθηκε η ως άνω αγωγή. Με την εν λόγω δε σύμβαση παράτασης της μίσθωσης, συμφωνήθηκε, από τα μέρη, να παραταθεί η τελευταία, για χρονικό διάστημα 11 μηνών και συγκεκριμένα από 1-2-2007 έως 31-12-2007, αντί μηνιαίου μισθώματος ύψους 1.404,68 ευρώ, προκαταβαλλόμενο εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα. Μετά την πάροδο δε του προαναφερθέντος χρονικού διαστήματος, η μίσθωση παρατάθηκε σιωπηρά και το μηναίο μίσθωμα είχε διαμορφωθεί, κατά το τέλος του 2011, στο ποσό των 1.850 ευρώ. Μάλιστα, με τις υπ΄αρ. πρωτ……. αποφάσεις του ως άνω Οργανισμού, καθολικός διάδοχος του οποίου, όπως προεκτέθηκε, είναι ο εναγόμενος, εγκρίθηκε η παράταση της μίσθωσης από 1-1 έως 31-12-2008 με την πρώτη ως άνω απόφαση, ενώ με την δεύτερη ως άνω απόφαση εγκρίθηκε η προσωρινή παραμονή από 1-1 έως 30-6-2010 στο εν λόγω μίσθιο, μέχρι την ολοκλήρωση της έρευνας για την ανεύρεση άλλου κτιρίου. Περαιτέρω, οι ενάγοντες άσκησαν κατά του εναγόμενου την ανωτέρω αναφερθείσα αγωγή απόδοσης μισθίου και καταβολής οφειλομένων μισθωμάτων, με την οποία κατήγγειλαν, επίσης, και την ένδικη σύμβαση μίσθωσης. Ενόψει δε, ότι η αγωγή επιδόθηκε στον εναγόμενο στις 23-11-2011, τα αποτελέσματα της καταγγελίας, ήτοι η λήξη της σύμβασης, επήλθαν ένα μήνα αργότερα, δηλαδή στις 24-12-2011. Παρά την λήξη, όμως, της μίσθωσης, ο εναγόμενος- μισθωτής εξακολούθησε να παραμένει στο μίσθιο, κάνοντας ακώλυτη και ελεύθερη χρήση αυτού, έως τις 31-12-2014, οπότε και παράδωσε το μίσθιο, χωρίς ωστόσο, να έχει καταβάλει αποζημίωση χρήσης, ισόποση με το συμφωνημένο κατά την λήξη της μίσθωσης μηνιαίο μίσθωμα ποσού 1.850 ευρώ, για το χρονικό διάστημα των 36 μηνών, από τη λήξη της μίσθωσης έως την απόδοσή του (δηλ. από 1-1-2012 έως 31-12-2014). Τα παραπάνω αποδεικνύονται, τόσο από την κατάθεση της μάρτυρα των εναγόντων, που δεν αντικρούστηκε από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο, όσο και από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από τους ενάγοντες με αρ. … και αρ. πρωτ……. απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Περάματος, καθώς και από το με αρ. πρωτ. … συμφωνητικό μεταξύ των εναγόντων και του εναγόμενου, όπου ο εναγόμενος Δήμος Περάματος ουσιαστικά αναγνωρίζει ότι παρέμεινε στο μίσθιο και μετά την λύση της μίσθωσης, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη. Άλλωστε, δεν προσκομίζεται κάποια σχετική απόδειξη, ούτε προκύπτει από κανένα άλλο στοιχείο, πράγμα άλλωστε που δεν επικαλείται και ο εναγόμενος Δήμος, από το οποίο να προκύπτει ότι ο τελευταίος κατέβαλε οποιοδήποτε ποσό, ως αποζημίωση χρήσης, για το διάστημα που παρέμεινε σε αυτό, μετά τη λήξη της μίσθωσης κατά τα προεκτεθέντα.
Ο εναγόμενος ισχυρίζεται, με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, ότι η αγωγή πάσχει από αοριστία, όπως είχε προβάλει και πρωτοδίκως, διότι ενόψει ότι οι συμβάσεις μίσθωσης υπογράφηκαν από το ήδη καταργημένο ΝΠΔΔ «Δημοτικό Πολιτιστικό Οργανισμό Περάματος», θα έπρεπε να αναφέρονται στην αγωγή οι συμβάσεις μίσθωσης που υπογράφηκαν, τα συμβαλλόμενα μέρη και ιδιαιτέρως η νόμιμη υπεισέλευση στη μισθωτική σύμβαση αυτού (Δήμου Περάματος), για να προκύπτει η παθητική νομιμοποίησή του. Ο λόγος, όμως, αυτός της έφεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι στην αγωγή αναφέρεται η επίμαχη σύμβαση παράτασης της μίσθωσης και τα συμβαλλόμενα μέρη, καθώς και ότι αυτή αποτελεί παράταση προγενέστερης σύμβασης συναφθείσας από το 1982. Δεν απαιτείται δε για το ορισμένο αυτής και η αναλυτική παράθεση των προηγούμενων συμβάσεων. Όσον αφορά δε στα στοιχεία παθητικής νομιμοποίησης του εναγόμενου Δήμου Περάματος, αναφέρεται ότι αυτός υπεισήλθε ως καθολικός διάδοχος στη θέση του αρχικού συμβαλλομένου ως άνω Οργανισμού – μισθωτή και δεν είναι απαραίτητη η αναφορά στην αγωγή του ΦΕΚ όπου δημοσιεύθηκε ο νόμος με τον οποίο επήλθε η καθολική διαδοχή (ΑΠ 464/1998 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ακόμη, ως αβάσιμος πρέπει να απορριφθεί και ο τρίτος και τελευταίος λόγος της έφεσης, με τον οποίο ο εναγόμενος επίσης ισχυρίζεται ότι η αγωγής είναι αόριστη επειδή δεν αναφέρει αν προηγήθηκε της σύναψης της ένδικης σύμβασης μίσθωσης, μειοδοτικός διαγωνισμός, όπως εκθέτει αναλυτικότερα σε αυτόν, καθώς κάτι τέτοιο δεν αποτελεί στοιχείο της αγωγής για την καταβολή αποζημίωσης χρήσης.
Εξάλλου, η προαναφερθείσα υπ΄αρ. 4813/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη, καθώς δεν έχει ασκηθεί κατ΄αυτής ένδικο μέσο και έχουν παρέλθει πλέον των τριών ετών από την έκδοσή της, δυνάμει της οποίας διατάχθηκε η απόδοση του ένδικου μισθίου, παράγει δεδικασμένο, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ως προς τα παρεμπίπτοντα ζητήματα τα οποία έκρινε αυτή, όπως η έγκυρη κατάρτιση της μίσθωσης και της παράτασής της κ.λπ. και επομένως πρέπει να απορριφθεί η ένσταση ακυρότητας που προέβαλε πρωτοδίκως ο εναγόμενος, λόγω μη τήρησης του απαιτούμενου (έγγραφου) τύπου και προηγούμενου διαγωνισμού, την οποία επαναφέρει με το δεύτερο λόγο της έφεσής του, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα σε αυτόν, εφόσον, (πέραν του ότι η ένδικη σύμβαση παράτασης της μίσθωσης καταρτίστηκε εγγράφως, πράγμα που αναφέρεται και στην αγωγή, οπότε δεν τίθεται, κι ως προς αυτό, θέμα αοριστίας της όπως επίσης ισχυρίζεται ο εκκαλών Δήμος), σε κάθε περίπτωση, όπως ορθά κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, η ένσταση αυτή καταλαμβάνεται από το δεδικασμένο της προαναφερόμενης απόφασης, που δεσμεύει το παρόν δικαστήριο.
Επομένως, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στους ενάγοντες, κατά τα ποσοστά συγκυριότητάς τους στο μίσθιο ακίνητο, τα οποία δεν αμφισβητούνται (ήτοι 356/662, 292/662 και 15/662, αντίστοιχα), αποζημίωση χρήσης, ισόποση με το συμφωνημένο κατά την λήξη της μίσθωσης μηνιαίο μίσθωμα, ποσού 1.850 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από τη λήξη αυτής έως την απόδοσή του, ήτοι 36 μηνών (από 1-1-2012 έως 31-12-2014). Ειδικότερα, ο εναγόμενος οφείλει αποζημίωση χρήσης συνολικού ποσού 66.600 ευρώ (36 μήνες Χ 1.850 ευρώ) και συγκεκριμένα στον πρώτο ενάγοντα ,το ποσό των 35.815,11 ευρώ (66.600 Χ 356/662), στη δεύτερη ενάγουσα, το ποσό των 29.275,83 ευρώ (66.600 Χ 291/662) και στην τρίτη ενάγουσα, το ποσό των 1.509,06 ευρώ (66,600,00 Χ 15/662) , όλα δε τα προαναφερόμενα ποσά με τον προβλεπόμενο για το δημόσιο, κατά τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, νόμιμο τόκο, από την εποµένη ηµέρα της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής, έως την εξόφληση.
Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν και έκανε την αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, δεκτή κι ως ουσιαστικά βάσιμη, σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση, πρέπει ν΄ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τα δε δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, να επιβληθούν, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, εις βάρος του ηττηθέντος και στην εκκλητή δίκη εκκαλούντος Δήμου (άρθρα 176,183 ΚΠολΔ), τα οποία, όμως, θα επιβληθούν μειωμένα, σύμφωνα με το άρθρο 22 Ν. 3693/1957, που εφαρμόζεται και επί Ο.Τ.Α, όπως προσδιορίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει, κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων, την έφεση κατά της υπ’αρ. 5096/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών.
Δέχεται τυπικά την έφεση .
Απορρίπτει την έφεση στην ουσία.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 6 Νοεμβρίου 2018, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ H ΓPAMMATEAΣ