Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 562/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (TMHMA 3ο)

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ (ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ) ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης  562/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και τη Γραμματέα, Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά την ………… για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Του εκκαλούντος-εφεσίβλητου, …………… ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Βασιλείου Σαξώνη, με δήλωση κατ’άρθρο  242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Της εφεσίβλητης-εκκαλούσας, εδρεύουσας στον …. (…. ……….) ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας, με την επωνυμία «…….», νομίμως εκπροσωπούμενης (Α.Φ.Μ ………..), η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Παναγιώτη Μιτζήθρα, με δήλωση κατ’άρθρο  242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Ο ενάγων άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 11-4-2022 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……../11-4-2022) αγωγή, η οποία ζήτησε να γίνει δεκτή.

Επ’αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 2948/2022 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε αυτή δεκτή ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν.

Ο ενάγων με την  από 28-3-2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……/28-3-2023), έφεσή του και η εναγομένη με την από 14-10-2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………../14-10-2022) έφεσή της, οι οποίες προσδιορίστηκαν για να συζητηθούν κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκαν στο πινάκιο, προσέβαλαν την παραπάνω απόφαση.

Κατά τη δικάσιμο αυτή οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκαν. Κατά τη συζήτησή τους στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν εμφανίσθηκαν, αλλά παραστάθηκαν με δήλωσή τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 § 2 του ΚΠολΔ και προκατέθεσαν τις προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ   ΜΕΛΕΤΗΣΕ   ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, αρμοδίως εισάγονται προς εκδίκαση (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 72 § 13 του ίδιου νόμου) : 1) Η από 28-3-2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………../28-3-2023) έφεση του ενάγοντος και 2) Η από 14-10-2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……./14-10-2022) έφεση της εναγομένης, ως μερικώς ηττηθέντων πρωτοδίκως διαδίκων, κατά της υπ’αριθμ. 2948/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε δεκτή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν η από 11-4-2022 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……../11-4-2022) αγωγή, περί καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών και επιδομάτων, μισθών υπερημερίας και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από καταχρηστική καταγγελία σύμβασης εργασίας, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν, αφού πλήττουν την ίδια απόφαση και με σκοπό τη διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 του ΚΠολΔ. Οι εφέσεις αυτές έχουν ασκηθεί  νομότυπα [άρθρο 495 § 3 του ΚΠολΔ, όπως η τελευταία αυτή διάταξη ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015) που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), 499, 500, 511, 513 § 1 εδαφ.β΄, 516 § 1 και 517 του ΚΠολΔ] και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει ομοίως μετά την αντικατάστασή του από το παραπάνω άρθρο), δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευσή της (20-9-2022), εφόσον δεν γίνεται επίκληση ούτε προκύπτει επίδοσή της προς ή από τους εκκαλούντες ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, μη απαιτούμενης της κατάθεσης παραβόλου, λόγω της φύσης της προκείμενης διαφοράς (άρθρο 495 παρ.3 εδ. τελευταίο, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015). Συνεπώς, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων τους και εντός των ορίων που καθορίζονται με αυτούς,  σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ.

Ο ενάγων ισχυρίστηκε με την αγωγή του ότι προσελήφθη από την εναγομένη, που δραστηριοποιείται επαγγελματικά στον χώρο της εστίασης, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, για να εργαστεί ως διανομέας παραγγελιών στο κατάστημα που αυτή διατηρεί στο Περιστέρι, υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης 35 ωρών την εβδομάδα, έναντι ημερομισθίου ύψους, αρχικά 29,04 ευρώ, το οποίο από 1-1-2022 αυξήθηκε σε 29,62 ευρώ, αναγγέλλοντας κατά την πρόσληψή του ότι είναι έγγαμος και πατέρας ενός ανηλίκου τέκνου, ότι το χρονικό αυτό διάστημα εργάστηκε Σάββατα, Κυριακές και αργίες αλλά και κατά τη διάρκεια της νύκτας, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα, ότι η εναγομένη κατήγγειλε καταχρηστικά τη σύμβαση εργασίας του στις 31-1-2022, οφείλοντας έκτοτε μισθούς υπερημερίας και ότι εξακολουθεί να του οφείλει 4.281,64 ευρώ, όπως ειδικότερα αναλύεται, για όλες τις παραπάνω αιτίες, καθώς και ότι η εναγομένη προσχηματικά και εν αγνοία του προέβη σε αναγγελία επαναπρόσληψής του και αμέσως μετά οικειοθελούς αποχώρησής του. Ακολούθως, ζητούσε να αναγνωριστεί η ακυρότητα της από 31-1-2022 καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του, και να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το παραπάνω ποσό και επιπλέον 5.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική του βλάβη, με τον νόμιμο τόκο από τη λήξη της εργασιακής του σχέσης και επικουρικά από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και να επιβληθούν σε βάρος της τα δικαστικά του έξοδα.

Επί της αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη υπ’αριθμ. 2948/2022 οριστική απόφαση, με την οποία αφού κρίθηκε αυτή ως νόμιμη, πλην του κονδυλίου που αφορούσε προσαύξηση λόγω εργασίας κατά τις ημέρες του Σαββάτου, έγινε δεκτή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν, αναγνωρίστηκε ακολούθως η ακυρότητα της από 31-1-2022 καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος, υποχρεώθηκε η εναγομένη να καταβάλει σε αυτόν εντόκως το ποσό των 2.512,07 ευρώ, και επιβλήθηκε σε βάρος της μέρος των δικαστικών εξόδων του, που καθορίστηκε στο ποσό των 300 ευρώ.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ο ενάγων και η εναγομένη με τις ένδικες εφέσεις τους και για τους αναφερόμενους σε αυτές λόγους, που συνιστούν αιτιάσεις, αναγόμενες, σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν, μετά την τυπική παραδοχή τους, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, και ο μεν ενάγων, να γίνει δεκτή η αγωγή, η δε εναγομένη, να απορριφθεί αυτή στο σύνολό της.

Για τη νομική πληρότητα του δικογράφου της αγωγής με την οποία ζητείται αμοιβή για εργασία κατά τη νύκτα αρκεί να αναφέρεται στο αγωγικό δικόγραφο, εκτός από την εργασιακή σχέση και τους όρους αυτής, ο αριθμός των ημερών που ο ενάγων εργάσθηκε κατά τη νύκτα και ο αριθμός των ωρών που εργάσθηκε κάθε φορά, καθώς και το χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρονται οι ημέρες και οι ώρες εργασίας, χωρίς να είναι απαραίτητος ο προσδιορισμός των ημερών που εργάσθηκε κατά τη νύκτα με ακριβείς χρονολογίες (ΑΠ 284/2022, ΑΠ 505/2018 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Επομένως, ο ενάγων, ισχυριζόμενος με την αγωγή του ότι το σύνηθες ωράριό του όλες τις ημέρες που εργαζόταν, κατά το επικαλούμενο διάστημα, συμπεριλαμβανομένων και των Κυριακών, ήταν από τις 12.00 ή 13.00 μέχρι τις 16.00 ή 17.00 και στη συνέχεια από τις 19.00 ή τις 20.000 ή τις 21.00 έως τις 00.30, εκθέτει με σαφήνεια τα γεγονότα που θεμελιώνουν κατά νόμον το αίτημά της περί καταβολής της οφειλόμενης αμοιβής του για εργασία του κατά τις Κυριακές και νυκτερινές ώρες, απορριπτομένου του προταθέντος και πρωτοδίκως ισχυρισμού της εναγομένης, ως εφεσίβλητης, περί αοριστίας της αγωγής ως προς το συγκεκριμένο κονδύλιο.

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, ………. και …………, ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, που τηρήθηκαν με τη μέθοδο της φωνοληψίας και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, λαμβάνοντας υπόψη και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § § 3 και 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει προφορικής σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου που συνήψε στις 3-11-2021 με τον νόμιμο εκπρόσωπο της εναγομένης, η οποία δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στον τομέα της εστίασης, ο ενάγων, ο οποίος διέθετε και σχετικό πιστοποιητικό υγείας πενταετούς διάρκειας (άρθρο 14 παρ. 1 της υπ’ αριθμ. ΑΙΒ/8577/1983 απόφασης του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του α.ν. 2520/1940 και αντικαταστάθηκε με την υπ’ αριθ. 84035/29-10-1992 απόφαση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων), που βρισκόταν σε ισχύ (ημ.έκδοσης 26-7-2019), προσελήφθη για να απασχοληθεί ως διανομέας παραγγελιών στο κατάστημα …… που αυτή εκμεταλλεύεται επί της οδού …………. στο ….., υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης 35 ωρών εβδομαδιαίως, αντί των μηνιαίων μικτών αποδοχών των 726,60 ευρώ, με ημερομίσθιο ύψους 29,04 ευρώ και από την 1-1-2022, 29,62 ευρώ και με ωρομίσθιο 4,79 ευρώ. Κατά τη διάρκεια της εργασιακής σχέσης του, ωστόσο, εργαζόταν επί έξι (6) ημέρες την εβδομάδα και οκτώ (8) ώρες ημερησίως, με διακεκομμένο ωράριο, και συγκεκριμένα κατά κανόνα από τις 12.00 ή 13.00 έως τις 16.00 ή 17.00 και από τις 19.00 ή τις 20.00 έως τις 00.00-00.30 ενώ σπανιότερα το ωράριο εργασίας του ήταν συνεχόμενο. Με βάση τον προσκομιζόμενο από την εναγομένη πίνακα προσωπικού, για τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο 2021, στον οποίο ο υπεύθυνος βάρδιας κατέγραφε τις ημέρες και ώρες απασχόλησης του ενάγοντος, θέτοντας αμφότεροι την υπογραφή τους, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων εργάστηκε κατά μέσο όρο επί τουλάχιστον δύο (2) ώρες κατά τη διάρκεια της νύκτας (22.00 -06.00) και ειδικότερα από τις 22.00 έως τις 24.00 και από τέσσερα (4) Σάββατα και Κυριακές, τον μήνα Νοέμβριο και Δεκέμβριο του έτους 2021. Επιπλέον, παρ’ότι η εναγομένη δεν προσκομίζει τον αντίστοιχο πίνακα για τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2022, αποδείχθηκε ότι ο ίδιος εξακολούθησε να εργάζεται με το ίδιο ωράριο εργασίας και τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2022, όπως συνάγεται από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως, καθώς αυτό ήταν συμβατό και με το είδος της επιχείρησης της εναγομένης αλλά και την ειδικότητά του, ενώ ειδικά ως προς την απασχόλησή του και Κυριακές, αυτή συνομολογήθηκε από την εναγομένη με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (σελ. 3 και 4 αυτών), τις οποίες ενσωματώνει και στο δικόγραφο των προτάσεών της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, ο ενάγων απασχολήθηκε τις τέσσερις (4) από τις πέντε (5) συνολικά Κυριακές του συγκεκριμένου μήνα, και επί δίωρον τουλάχιστον κατά τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από τις 22.00 έως τις 24.00, πλην μίας Κυριακής που κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς εργάστηκε μία (1) ώρα κατά τη νύκτα. Για την αιτία αυτή δικαιούται : α) Ως προσαύξηση για την εργασία του κατά τις τέσσερις (4) αυτές Κυριακές, που ήταν κατ’αρχήν επιτρεπτή, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 1 εδ. στ΄του ΒΔ 748/1966, το ποσό των 111,36 [4,79 συμφωνηθέν ωρομίσθιο Χ 31 ώρες  Χ 75 %] ευρώ, ενώ δεν δικαιούται άλλη αποζημίωση αφού εργαζόταν συστηματικά τέσσερις (4) από τις πέντε (5) εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας και, επομένως, του χορηγείτο άλλη αναπληρωματική ημέρα εβδομαδιαίας ανάπαυσης, β) Για την εργασία του κατά τις νυκτερινές ώρες της Κυριακής του ίδιου χρονικού διαστήματος, επί δίωρο κάθε φορά-πλην μίας Κυριακής που δούλεψε μία ώρα τη νύκτα- ήτοι από τις 22.00 έως τις 24.00, δηλαδή επί 7 ώρες συνολικά, δικαιούται επιπλέον προσαύξηση 8,38 [(4,79 Χ 25 %) Χ 7 ώρες] ευρώ, δηλαδή συνολικά για τις ανωτέρω αιτίες το ποσό των 119,74 (111,36 + 8,38) ευρώ, εκ των οποίων έχει ήδη λάβει, κατά τους ισχυρισμούς του, όπως αυτοί διατυπώνονται στο δικόγραφο της έφεσής του, το ποσό των 4,72 ευρώ, απομένοντας υπόλοιπο 115,02 ευρώ. Επομένως, η εκκαλουμένη, απορρίπτοντας σιωπηρώς τα παραπάνω υπό στοιχ. α) και β) κονδύλια, πλημμελώς εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, κατά το οικείο σκέλος του, ως εν μέρει βάσιμος και κατ’ουσίαν για το συγκεκριμένο ποσό. Εξάλλου, ο ενάγων έχει αξίωση για καταβολή επιδόματος εορτών (Χριστουγέννων) για το έτος 2021, κατά το οποίο εργάστηκε 61 ημέρες δηλαδή 3,21 δεκαννεαήμερα, συνεπώς δικαιούται 6,42 (2 Χ 3,21) ημερομίσθια, και επιδόματος εορτών Πάσχα για το έτος 2022, κατά το οποίο εργάστηκε 31 ημέρες, ήτοι 3,87 οκταήμερα, ίσου με ένα ημερομίσθιο για κάθε οκταήμερο, υπολογιζόμενων όλων των ανωτέρω με βάση τις τακτικές αποδοχές του, ως τέτοιων θεωρούμενων του μισθού ή του ημερομισθίου του, ως και κάθε άλλης παροχής χρηματικής ή εις είδος, καταβαλλομένης από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας τακτικά κατά μήνα ή κατ` επανάληψη καθ` ορισμένα χρονικά διαστήματα, όπως το επίδομα αδείας, και η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές και τις νυκτερινές ώρες [άρθρα 1 παρ. 1, 2 και 3, και 3 παρ. 1 και 2 της Αποφάσεως Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας υπ` αριθμόν 19040/1981 (ΦΕΚ 742, τ. Β`/1981), εκδοθείσης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 3 ν. 1082/1980 και του α.ν. 1777/1951, κυρωθέντος διά του Ν. 1901/1951, αντιστοίχως] (ΟλΑΠ 16/2011, ΑΠ 593/2021, 1072/2019, ΑΠ 602/2019 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Δεδομένου δε ότι οι πρόσθετες αυτές αποδοχές δεν ήταν σταθερές αλλά διέφεραν κατά τους δύο μήνες που ο ενάγων εργάστηκε εντός του 2021, θα συνυπολογιστεί, ο μέσος όρος αυτών, για να εξευρεθεί το ποσό που οφείλεται ως δώρο εορτών Χριστουγέννων 2021, ενώ όσον αφορά το δώρο εορτών Πάσχα 2022, θα συνυπολογιστούν οι πρόσθετες αποδοχές του μόνον για τον μήνα Ιανουάριο του έτους αυτού. Οι πρόσθετες αυτές παροχές, ως προς το επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2021, με βάση τις παραδοχές της εκκαλουμένης, αφορούν την εργασία του κατά τις Κυριακές και τις νύκτες, καθημερινών και Κυριακών, που δεν αμφισβητήθηκαν ειδικώς, δηλαδή συνολικά οκτώ Κυριακές και δύο ώρες, τις καθημερινές-για τις οποίες δεν υπάρχει αυτοτελές αγωγικό αίτημα- και Κυριακές, κατά τη νύκτα, ήτοι, 41 συνολικά ώρες τον Νοέμβριο (2,3,4,5,6,7,12,14,15, 16,17, 18, 19, 20, 21, 23, 23, 25, 26, 27 και 28/11) με τη διευκρίνιση ότι στις 3 και τις 25/11 εργάστηκε έως τις 22.30, και 51,5  ώρες τον Δεκέμβριο (1, 2, 3, 4, 5, 7, 8, 9, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 28, 29 και 30/12), με τη διευκρίνιση ότι στις 29/12 εργάστηκε έως τις 23.30. Επομένως, οι παροχές αυτές ανέρχονται στο ποσό των 164,05{114,96  [4 Κυριακές Χ 28,74 (4,79 ωρομίσθιο  Χ 0,75 Χ 8 ώρες)] + 49,09 (4,79 Χ 25 % Χ 41 ώρες νυκτερινής εργασίας τις Κυριακές και καθημερινές)} για τον μήνα Νοέμβριο και των 176,63 [114,96 + 61,67 (4,79 Χ 25 % Χ 51,5 ώρες νυκτερινής εργασίας τις Κυριακές και καθημερινές)] ευρώ για τον μήνα Δεκέμβριο και, κατά μέσο όρο, στο ποσό των 170 [(164,05 + 176,63) : 2] ευρώ που αντιστοιχούν σε 6,8 (170 : 25) ευρώ ημερησίως. Έτσι, το δώρο εορτών Χριστουγέννων του έτους 2021 διαμορφώνεται στο ποσό των 237,79 {6,42  Χ 37,04 [30,24 (29,04 Χ 0,04166) + 6,8]} ευρώ εκ των οποίων έλαβε, κατά τους ισχυρισμούς του,  200,67 ευρώ, συνεπώς απομένει υπόλοιπο, ύψους 37,12 (237,79 – 200,67) ευρώ. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη έκρινε ότι μετά και τη γενόμενη καταβολή εκ μέρους της εναγομένης, ουδέν ποσό του οφείλεται για την αιτία αυτή, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να γίνει δεκτός ο δεύτερος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, κατά το οικείο σκέλος του, ως βάσιμος και κατ’ουσίαν για το ποσό αυτό. Επίσης, με βάση τις πρόσθετες παροχές που δικαιούται για τον μήνα Ιανουάριο, κατά τον οποίο εργάστηκε επί οκτάωρο όλες τις Κυριακές, πλην της 30ης-1-2022, και 7 συνολικά ώρες, κατά τη διάρκεια της νύκτας (2, 9, 16, 23/1), ανερχόμενες στο ποσό των 128,23 {119,52 [4 Κυριακές Χ 29,88 (4,98 ωρομίσθιο Χ 0,75 % Χ 8 ώρες)] + 8,71 (4,98 Χ 25 % Χ 7 ώρες νυκτερινής εργασίας Κυριακές)} και των 5,12 (128,23 : 25) ευρώ ημερησίως, το επίδομα Πάσχα του έτους 2022 διαμορφώνεται στο ποσό των 139,20 {3,87 Χ 35,97 [30,85 (29,62 Χ 0,04166) + 5,12]} ευρώ, εκ των οποίων έλαβε, κατά τους ισχυρισμούς του το ποσό των 94,46 ευρώ, συνεπώς, δικαιούται το υπόλοιπο, ύψους 49,38 (143,84 – 94,46) ευρώ. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη έκρινε ότι του οφείλεται, μετά τη γενόμενη εκ μέρους της εναγομένης καταβολή, για την αιτία αυτή, το ποσό των 14,54 ευρώ, πλημμελώς εκτίμησε τις αποδείξεις, και πρέπει να γίνει δεκτός ο δεύτερος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεση και ως προς το σχετικό σκέλος του, ως βάσιμος και κατ’ουσίαν για το ποσό αυτό. Επιπλέον, ο ενάγων,  δικαιούται : α) Ως αναλογία αποδοχών  αδείας του έτους 2021, το ποσό των 149,09 [4,16 ημερομίσθια Χ 35,84 (29,04 + 6,8)] ευρώ και το ίδιο ποσό ως αναλογία επιδόματος αδείας του ίδιου έτους (άρθρο 3 παρ. 16 του ν. 4504/1966), εκ των οποίων, η εναγομένη του κατέβαλε, κατά τους ισχυρισμούς του, το ποσό των 117,89 και των 123,30 ευρώ, επομένως, του οφείλεται ως υπόλοιπο το ποσό των 31,2 (149,09 – 117,89) και των  25,79 (149,09 – 123,30) ευρώ, αντίστοιχα, β) Ως αναλογία αποδοχών αδείας του έτους 2022, το ποσό των 72,25 [2,08 ημερομίσθια Χ 34,74 (29,62 + 5,12)] ευρώ και το ίδιο ποσό ως αναλογία επιδόματος αδείας του ίδιου έτους, εκ των οποίων η εναγομένη του κατέβαλε, κατά τους ισχυρισμούς του, το ποσό των 58,95 ευρώ για κάθε μία από τις αιτίες αυτές, επομένως του οφείλεται ως υπόλοιπο το ποσό των 26,60 [13,3 (72,25 – 58,95) Χ 2] ευρώ. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεχόμενο ότι, μετά και τις γενόμενες καταβολές εκ μέρους της εναγομένης, δεν οφείλεται ουδέν ποσό στον ενάγοντα για τις παραπάνω αιτίες, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να γίνει δεκτός ο δεύτερος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, ως προς τα σχετικά σκέλη του, ως βάσιμος και κατ’ουσίαν για τα παραπάνω ποσά. Πλέον αυτών αποδείχθηκε ότι στις 31-12-2022, όταν ο ενάγων επανήλθε στην εργασία του, μετά τη λήξη της αναστολής της λειτουργίας των επιχειρήσεων διανομής τροφίμων στις 27 και 28-1-2022 (αλλά και προηγουμένως από τις 24-1-2022), λόγω των έντονων καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στην Αττική, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, η εναγομένη αρνήθηκε να αποδεχθεί τις υπηρεσίες του, προβαίνοντας σε καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, επικαλούμενη περικοπές προσωπικού. Ο πραγματικός όμως λόγος της απόλυσης τόσο του ιδίου, όσο και του μάρτυρα ……., που, σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους εργαζομένους, δεν είχε προσέλθει επίσης για εργασία στις 27-1-2022, για τον ίδιο λόγο, ήταν ακριβώς η απουσία του, καθώς η επιχείρηση είχε διαρκώς ανάγκη από διανομείς. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της εργασιακής σχέσης του ενάγοντος ήταν αναγκαία η απασχόληση ένδεκα (11) διανομένων, αντί των επτά (7) που διέθετε η επιχείρηση. Άλλωστε, μετά την αποχώρηση αυτού και του άνω μάρτυρα, προσέλαβε τρεις (3) διανομείς. Η χρονική σύμπτωση της απουσίας του ενάγοντος, η οποία δεν ήταν αρεστή στην εργοδότριά του, παρ’ότι δεν οφειλόταν σε δικούς του λόγους αλλά σε αντικειμενικά δεδομένα, και της απόλυσής του, οδηγούν με βεβαιότητα στο συμπέρασμα περί του πραγματικού λόγου αυτής. Έτσι, η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας του τυγχάνει άκυρη, ως καταχρηστική, διότι υπαγορεύθηκε από εκδικητικά κίνητρα, λόγω της προηγούμενης νόμιμης αλλά μη αρεστής στην εναγομένη συμπεριφοράς του, που δεν εξυπηρετούσαν τον σκοπό του σχετικού δικαιώματος της εργοδότριάς του, και ο επικαλούμενος λόγος ήταν προσχηματικός. Η επίκληση εκ μέρους της εναγομένης, προηγούμενης ανάρμοστης συμπεριφοράς του, προς πελάτες και υπαλλήλους, την οποία έρχεται να επιβεβαιώσει στην κατάθεσή του στο ακροατήριο ο μέτοχός της, ………, που κατά δήλωσή του μάλιστα παρευρισκόταν καθημερινά στην επιχείρηση, δεν κρίνεται πειστική. Πέραν του ότι αντικρούεται από τον μάρτυρα απόδειξης, δεν κρίνεται λογικό, νεοπροσληφθείς υπάλληλος, παρουσία μετόχου της εργοδότριας στον χώρο της εργασίας του, να επιδεικνύει ειρωνική συμπεριφορά προς το λοιπό προσωπικό ή να επιλέγει τις παραγγελίες που θα διένειμε, όπως δεν κρίνεται πειστικό, δεδομένης και της έλλειψης προσωπικού, να μην έχει προηγηθεί καμία σχετική σύσταση ή και προειδοποίηση πριν την απόλυσή του, ώστε να δοθεί η ευκαιρία στον ενάγοντα να συμμορφωθεί. Στοιχείο που συνεκτιμά το Δικαστήριο αποτελεί, δεδομένης της προηγούμενης συμπεριφοράς της εναγομένης (δια του νομίμου εκπροσώπου της), και η άμεση ανταπόκρισή της να τον επαναπροσλάβει, μετά από το σχετικό πόρισμα της Επιθεώρησης Εργασίας, που κρίνεται ως προσχηματική. Ειδικότερα, ο ίδιος προσέφυγε άμεσα, στις 2-2-2022, στην Επιθεώρηση Εργασίας, υποβάλλοντας αίτημα για διενέργεια εργατικής διαφοράς, επικαλούμενος ακυρότητα της καταγγελίας, ως παράνομης και καταχρηστικής, υποκινούμενης από εκδικητικά κίνητρα, για τον λόγο ότι είχε προηγηθεί απουσία του κατά την προαναφερθείσα περίοδο της αναστολής. Η εργατική διαφορά συζητήθηκε την 1-3-2022 και συνεστήθη από τις ορισθείσες επιθεωρήτριες, οι οποίες στο σχετικό πόρισμά τους επισήμαναν ότι κατά την περίοδο της καταγγελίας του ενάγοντος, έγιναν τρεις (3) προσλήψεις διανομέων από την εναγομένη, την επαναπρόσληψή του. Ακολούθως, η εναγομένη, με την από 21-3-2022 εξώδικη δήλωση και πρόσκλησή της προς τον ενάγοντα, σε ένδειξη καλής θέλησης, μετά και τις συστάσεις της Επιθεώρησης Εργασίας, τον κάλεσε να προσέλθει και υπογράψει όμοια με την αρχική σύμβαση εργασίας, αναλαμβάνοντας καθήκοντα τη Δευτέρα, 28 Μαρτίου, πλην όμως εκείνος με σχετικό μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, που απέστειλε ήδη από τις 23-3-2022, έθεσε ως όρο για την επάνοδό του, με τους ίδιους όρους και συμφωνίες, χωρίς δηλαδή, όπως ισχυρίστηκε, να απαιτείται επαναπρόσληψή του, την καταβολή των οφειλόμενων μισθών υπερημερίας. Ελλείψει δε ικανοποίησης του αιτήματός του, δεν προσήλθε να εργαστεί την προκαθορισμένη ημέρα. Κατ’αυτήν, όμως, η εναγομένη εν αγνοία του προέβη στην αναγγελία της πρόσληψής του, ενώ δεν είχε ικανοποιήσει το αίτημά του, και στις 30/3/2022 στην αναγγελία της οικειοθελούς αποχώρησής του, η οποία και του επιδόθηκε την επομένη (σχετ. η υπ’αριθμ. ………. Β/31-3-2022 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……….).  Κατόπιν αυτών, και παρ’ότι από τις διατάξεις των άρθρων 669 παρ 2 του ΑΚ, 1 του Ν. 2112/1920 και 1 και 5 του Ν. 3198/1955 προκύπτει ότι, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου είναι μονομερής αναιτιώδης δικαιοπραξία και συνεπώς το κύρος αυτής δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ή την ελαττωματικότητα της αιτίας για την οποία έγινε, αλλά αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη -και του εργαζόμενου- η άσκηση, του δικαιώματος αυτού, όπως και κάθε δικαιώματος, υπόκειται στον περιορισμό του άρθρου 281 του ΑΚ, δηλαδή της μη υπερβάσεως των ορίων που επιβάλλει η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, η υπέρβαση δε των ορίων αυτών καθιστά άκυρη την καταγγελία, σύμφωνα με τα άρθρα 174 και 180 του ΑΚ (ΑΠ 642/2021, ΑΠ 744/2020, ΑΠ 725/2020 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Έτσι, και στην προκειμένη περίπτωση, η εναγομένη ήταν υποχρεωμένη να δέχεται όπως και πριν τις υπηρεσίες του ενάγοντος, και αρνούμενη να το πράξει κατέστη υπερήμερη περί την αποδοχή τους, και οφείλει να του καταβάλει τους μισθούς του, σύμφωνα με τα άρθρα 648 επ και 656 του ΑΚ (ΑΠ 642/2021, ΑΠ 1325/2020, ΑΠ 725/2020 ό.π) μέχρι και τις 31-3-2022, αφού στον όρο που ο ίδιος έθεσε για να επανέλθει στην εργασία του ήτοι την καταβολή των μισθών υπερημερίας, η εναγομένη δεν ανταποκρίθηκε. Τα αυτά, επομένως, δεχόμενη η εκκαλουμένη, με ελλιπή  αιτιολογία που συμπληρώνεται από την παρούσα, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, και πρέπει ο περί του αντιθέτου πρώτος λόγος της υπό στοιχ. Β΄εφεσης, με τον οποίο η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα διατείνεται ότι η απόλυσή του οφείλεται στην ανάρμοστη συμπεριφορά του, να απορριφθεί ως αβάσιμος. Επισημαίνεται ότι, δεδομένης της προηγηθείσας καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του, για την επάνοδό του στην εργασία του, θα έπρεπε τυπικά να γίνει επαναπρόσληψή του με σχετική ανάρτιση στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, ακόμη και αν οι όροι της εργασίας του παρέμεναν ίδιοι. Στο προαναφερθέν, επομένως, ηλεκτρονικό του μήνυμα, η δήλωσή του ότι θα επανέλθει στην εργασία του με τους ίδιους όρους, εφόσον του καταβληθούν οι μισθοί υπερημερίας, και ότι δεν απαιτείται επαναπρόσληψή του και κατάρτιση νέας σύμβασης, στηρίζεται, ως προς το τελευταίο αυτό σκέλος της, επί εσφαλμένης προϋπόθεσης. Έτσι, και η παραδοχή της εκκαλουμένης ότι ο ενάγων αρνήθηκε να υπογράψει νέα σύμβαση εργασίας, αποσκοπώντας στη συνέχιση της εργασιακής του σχέσης ως είχε πριν την καταγγελία, είναι εσφαλμένη. Το σφάλμα, ωστόσο, αυτό δεν συνδέεται με κάποια έννομη συνέπεια, εφόσον η προσβολή της προσωπικότητάς του θεμελιώνεται, μεταξύ άλλων, στη μονομερή επαναπρόσληψη και στη συνέχεια αποστολή στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ δήλωσης οικειοθελούς δήθεν αποχώρησής του, χωρίς δηλαδή τη συναίνεσή του. Ως εκ τούτου, πρέπει ο δεύτερος λόγος της υπό στοιχ. Β΄έφεσης, κατά το οικείο σκέλος του, με το οποίο η εκκαλούσα διατείνεται ότι δεν ετέθη εκ μέρους της ζήτημα επανόδου του στην εργασία με άλλους όρους και ότι  η επαναπρόσληψή του ήταν τυπικά αναγκαία, να απορριφθεί ως αβάσιμος, αφού το προαναφερθέν σφάλμα μπορεί να θεραπευθεί με την αντικατάσταση της αιτιολογίας της εκκαλουμένης. Συνακόλουθα, η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα μισθούς υπερημερίας για τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο του έτους 2022, οι οποίοι περιλαμβάνουν ό,τι θα λάμβανε αυτός κατά τον αντίστοιχο χρόνο, αν η λειτουργία της σύμβασης εργασίας του, συνεχιζόταν κανονικά. Ως εκ τούτου, ο ενάγων δικαιούται τις τακτικές αποδοχές, που λάμβανε κατά τον χρόνο πραγματικής εργασίας του, στις οποίες, με βάση όσα προεκτέθηκαν, περιλαμβάνονται τα επιδόματα (εορτών Χριστουγέννων,  Πάσχα και αδείας), καθώς και οι μισθολογικές προσαυξήσεις που ελάμβανε κατά τρόπο σταθερό και μόνιμο (απασχόληση κατά τη νύχτα και Κυριακές). Δικαιούται, επομένως-με βάση και τις παραδοχές της εκκαλουμένης, ανεξαρτήτως της ορθότητάς τους, κατά το μέρος που δεν προσβάλλονται-το ποσό των 1.251 {3.753,01 [957,49 (698 μισθός + 188,79 αμοιβή για εργασία τις Κυριακές + 70,7 προσαύξηση νυκτερινής εργασίας τις Κυριακές) + 957,49 (698 μισθός + 188,79, αμοιβή για εργασία τις Κυριακές + 70,7 προσαύξηση νυκτερινής εργασίας τις Κυριακές) + 237,79 αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2021, 149,09 + 149, 09 αναλογία αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας έτους 2021] + 1.302,06 [726,60 μισθός  + 119,74 προσαύξηση για εργασία τις Κυριακές και νύκτες Κυριακών + 35,35 ευρώ ως προσαύξηση για την εργασία του τη νύκτα καθημερινών + 19,95 ευρώ για την εργασία του μία νύκτα Σαββάτου κατά τον ίδιο μήνα + 139,20 αναλογία επιδόματος Πάσχα 2022 + 72,25 αναλογία αποδοχών 2022 + 72,25 επιδόματος αδείας 2022  + 117,26 (1,63 Χ 2 Χ 35,97)] :3 } μηνιαίως και συνολικά για τους μήνες αυτούς, το ποσό των 2.502 (1.251 Χ 2) ευρώ. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που επιδίκασε στον ενάγοντα για την αιτία αυτή το ποσό των 1.481 ευρώ έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να γίνει δεκτός ο τρίτος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, ως βάσιμος και κατ’ουσίαν, ως προς το άνω ποσό.  Αποδείχθηκε, επίσης, ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 2.547,42 ευρώ για κεφάλαιο και 119,11 ευρώ για τόκους, στις 19-10-2022, ήτοι μετά την άσκηση της έφεσής της (14-10-2022), που αφορά τα πρωτοδίκως επιδικασθέντα ποσά πλέον τόκων, εκ των οποίων επανακρίθηκαν, με εν μέρει διαφοροποίηση του επιδικασθέντος ποσού υπέρ του ενάγοντος, κατά τα άνω, στο πλαίσιο του μεταβιβαστικού αποτελέσματος των εφέσεων, μόνον εκείνα της χρηματικής ικανοποίησης, του επιδόματος Πάσχα 2022 και των μισθών υπερημερίας και το παρόν Δικαστήριο διαφοροποιήθηκε μόνον ως προς το ποσό του επιδόματος Πάσχα και των μισθών υπερημερίας. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτή η εκ του άρθρου 416 του ΑΚ ένσταση εξόφλησης, που παραδεκτώς πρότεινε η εναγομένη, ως εφεσίβλητη, με τις προτάσεις της, ως βάσιμη κατ’ουσίαν, αναφορικά με την απαίτηση του ενάγοντος για χρηματική ικανοποίηση και για μέρος της απαίτησής του για μισθούς υπερημερίας, ύψους 1.481 ευρώ, και για επίδομα Πάσχα 2022, ύψους 14,54 ευρώ, απομένοντας υπόλοιπο, ύψους 1.021 (2.502-1.481) ευρώ, που αφορά τον μισθό (υπερημερίας) Μαρτίου 2022 (άρθρο 422 του ΑΚ), και 34,84 (49,38-14,54) ευρώ, αντίστοιχα. Πλέον αυτών, δεν αποδείχθηκε ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες η εναγομένη κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας του ενάγοντος, επέφεραν αυτές καθεαυτές μείωση της τιμής και της υπόληψης αυτού, ως ατόμου και ως εργαζόμενου, στον κοινωνικό και επαγγελματικό του κύκλο, και η ακυρότητα αυτής λόγω της καταχρηστικότητάς της, δεν επιφέρει άνευ άλλου τινός και προσβολή της προσωπικότητάς του  [ΑΠ 105/2020, ΑΠ 671/2018, ΕφΑθ (Μον (2077/2022, δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»]. Η μετέπειτα, όμως, επαναπρόσληψη και αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησής του, οι οποίες έγιναν εν αγνοία του και χωρίς τη συναίνεσή του, μη ανταποκρινόμενες στη βούλησή του, ήταν ενέργειες προσβλητικές της προσωπικότητάς του, διότι προσέβαλαν το δικαίωμά του να εναντιώνεται σε δικαιοπραξίες που τον δεσμεύουν εργασιακά, προκαλώντας του ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες υπό τις οποίες αυτή συντελέστηκε, το είδος της προσβολή του, την κοινωνική κατάσταση του ενάγοντος και την οικονομική κατάσταση αμφοτέρων των διαδίκων, πρέπει να του επιδικασθεί, σύμφωνα και με την αρχή της αναλογικότητας (ΟλΑΠ 9/2015 ΧΡΙΔ 2015.575, ΑΠ 88/2018 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») το ποσό των 700 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καταλήγοντας στην ίδια κρίση αν και με ελλιπή αιτιολογία που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας, ορθά τον νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει ο περί του αντιθέτου δεύτερος λόγος της υπό στοιχ. Β΄έφεσης, κατά το οικείο σκέλος του και ο τέταρτος λόγος της υπό στοιχ. Α΄έφεσης, να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Επιπλέον, ορθώς η εκκαλουμένη απέρριψε τον ισχυρισμό της εναγομένης περί έκπτωσης από τους επιδικασθέντες μισθούς υπερημερίας των αλλαχού κερδηθέντων, ως αόριστο, αφού δεν εκτίθεντο σε ποιόν συγκεκριμένο εργοδότη απασχολήθηκε ο ενάγων, το είδος της παρασχεθείσας εργασίας του, το ύψος των αποδοχών του και τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει η συνδρομή του στοιχείου της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της υπερημερίας της ιδίας ως εργοδότιδάς του και της ωφέλειας που αποκόμισε  ο ενάγων [ΕφΠειρ (Μον) 253/2023, ΕφΑθ (Μον) 246/2018 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»]. Επομένως, ο τρίτος λόγος της υπό στοιχ. Β΄έφεσης, με τον οποίο η εκκαλούσα πλήττει την εκκαλουμένη για την κρίση της αυτή, τυγχάνει  απορριπτέος ως αβάσιμος. Συνακόλουθα, με δεδομένο ότι για να είναι παραδεκτή και σύννομη η αίτηση επίδειξης εγγράφων πρέπει να γίνεται επίκληση της κατοχής του από τον αντίδικο, να προσδιορίζεται σαφώς το έγγραφο και το περιεχόμενό του και τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία προκύπτει το έννομο συμφέρον του (ΑΠ 1107/2017, ΑΠ 404/2016 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), ότι δηλαδή είναι πρόσφορο προς άμεση ή έμμεση απόδειξη λυσιτελούς ισχυρισμού (ΑΠ 1180/2017, δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 404/2016 ό.π), εν προκειμένω, το υποβληθέν πρωτοδίκως αίτημα της εναγομένης περί προσκόμισης από τον ενάγοντα της καρτέλας ενσήμων του του ΕΦΚΑ και βεβαίωσης περί της τελευταίας εγγραφής του στα μητρώα ανέργων, ήταν αόριστο, δεδομένου ότι δεν εκτίθεντο τα περιστατικά από τα οποία προέκυπτε το έννομο συμφέρον της για την απαιτούμενη επίδειξη, δηλαδή δεν προβαλλόταν κατά τρόπο ορισμένο η ένσταση από το άρθρο 656 εδ.β΄του ΑΚ (ΑΠ 66/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Eξάλλου, το υποβληθέν με το δικόγραφο της έφεσής της και στηριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 914 του ΚΠολΔ, αίτημα της εναγομένης περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, δηλαδή καταβολής από τον ενάγοντα του ποσού των 2.687,55 ευρώ, που του κατέβαλε, συμμορφούμενη προς το διατακτικό της προσβαλλόμενης, προσωρινά εκτελεστής απόφασης, είναι απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο, αφού η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή για συνολικό ποσό μεγαλύτερο από το ήδη καταβληθέν [ΕφΠατρ (Μον) 29/2023 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»], επικυρούμενης της πρωτόδικης απόφασης (ΟΛ ΑΠ 5/2001, ΑΠ 1116/2021 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»].

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και μη υπάρχοντος άλλου λόγου εφέσεως, πρέπει, η μεν υπό στοιχ. Β΄έφεση να απορριφθεί και η υπό στοιχ. Α΄έφεση να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ουσίαν, κατά παραδοχή των λόγων της περί εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου και πλημμελούς εκτίμησης των αποδείξεων, γενομένης δεκτής και της ένστασης (μερικής) εξόφλησης της εφεσίβλητης-εναγομένης, ως βάσιμης και κατ’ουσίαν, ακολούθως, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολο της, κατά το άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ, δηλαδή και ως προς τη μη θιγόμενη διάταξή της, που αφορά την αναγνώριση της ακυρότητας της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος, ώστε η παρούσα απόφαση να έχει ενιαίο διατακτικό [ΕφΠειρ(Μον) 596/2015 δημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»], αναγκαίως δε και κατά την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της που θα καθορισθεί από την αρχή (ΕφΑνΚρ 79/2014, ΕφΑθ 1404/2014 δημ ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Στη συνέχεια, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και ερευνηθεί η υπό κρίση αγωγή, πρέπει να γίνει αυτή δεκτή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν και : 1] να αναγνωριστεί ότι είναι άκυρη η από 31-1-2022 καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος και 2] να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 115,02 ευρώ για προσαύξηση εργασίας τις Κυριακές και νύκτες αυτών του μηνός Ιανουαρίου 2022, των 37,12 ευρώ, ως διαφορά επιδόματος (δώρου) Χριστουγέννων του έτους 2021, των 34,84 ευρώ, για διαφορά επιδόματος (δώρου) Πάσχα του έτους 2022, των 31, 20 ευρώ και των 25,79 ευρώ, ως διαφορά αποδοχών και επιδόματος αδείας του έτους 2021, των 53,2 (26,60 Χ 2) ευρώ, ως διαφορά αποδοχών και επιδόματος αδείας του έτους 2022, καθώς και το ποσό των 1.021 ευρώ, ως διαφορά μισθού μηνός Μαρτίου 2022, δηλαδή συνολικά το ποσό των 1.318 ευρώ, κατόπιν στρογγυλοποίησης, με τον νόμιμο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επίσης, λόγω της μερικής νίκης αμφοτέρων των διαδίκων πρέπει τα δικαστικά έξοδά τους αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, να κατανεμηθούν μεταξύ αυτών, ανάλογα προς την έκταση της νίκης και ήττας τους, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 106, 176, 183, 189, 191 § 2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με 63 § 1iα), 68 § 1 και 69 § 1 εδ.α΄, και παράρτημα Β΄ υπ’άρθρο 166 του ν.4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την  από 28-3-2023 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ…………./28-3-2023), υπό στοιχ. Α΄έφεση του ενάγοντος και την από 14-10-2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ…………./14-10-2022) υπό στοιχ. Β΄έφεση της εναγομένης, κατά της υπ’αριθμ. 2948/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ  αυτές τυπικά.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ουσίαν την υπό στοιχ. Β΄έφεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατ’ουσίαν την υπό στοιχ. Α έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη.

ΚΡΑΤΕΙ την από 11-4-2022 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………../11-4-2022) αγωγή και τη δικάζει κατ’ουσίαν.

ΔΕΧΕΤΑΙ  εν μέρει αυτήν.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι είναι άκυρη η από 31-1-2022 καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος και

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να  καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων τριακοσίων δεκαεπτά (1.317) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης-εφεσίβλητης-εκκαλούσας, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος-εκκαλούντος-εφεσίβλητου, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των επτακοσίων πενήντα (750) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 29-9-2023.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ