Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 442/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης  442/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……… για να δικάσει τις κάτωθι αναφερόμενες υποθέσεις μεταξύ:

Α. Της εκκαλούσας εναγομένης: Της εδρεύουσας στην ….. Αττικής (οδός ……) και νόμιμα εκπροσωπουμένης εταιρείας με την επωνυμία «……..», πρώην «………», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Μαρία Αρβανίτη με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Του εφεσιβλήτου ενάγοντος: ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Β. Του εκκαλούντος ενάγοντος: …………… ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Της εφεσίβλητης εναγομένης: Της εδρεύουσας στην … Αττικής (οδός ……..) και νόμιμα εκπροσωπουμένης εταιρείας με την επωνυμία «………», πρώην «……………», η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Μαρία Αρβανίτη με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 22.10.2019 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………../22.10.2019) αγωγή του, την οποία άσκησε ενώπιον  του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Επί της προαναφερθείσας αγωγής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, η υπ’αριθμ. 2633/2020 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη.

Η εν μέρει ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό εναγόμενη μονοπρόσωπη ναυτιλιακή ανώνυμη εταιρεία με την από 9.9.2020 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ………../9.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ………../22.7.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου έφεσή της, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου.

Ο εν μέρει ηττηθείς στον πρώτο βαθμό ενάγων με την από 6.7.2021 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……./22.7.2021 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. δικογρ. ………/22.7.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου έφεσή του, η οποία επίσης προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, προσβάλλει την αυτή ως άνω πρωτόδικη απόφαση.

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, τα οποία συνεκφωνήθηκαν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι προαναφερθέντες πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν εμφανίσθηκαν, αλλά παραστάθηκαν με δηλώσεις τους του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ και προκατέθεσαν τις προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  τα κάτωθι αναφερόμενα δικόγραφα: α) Η από 9.9.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ.καταθ.δικογρ……/9.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ…../22.7.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της εν μέρει ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό εναγομένης της από 22.10.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……../22.10.2019) αγωγής του εφεσιβλήτου και β) η από 6.7.2021 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……./22.7.2021 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……./22.7.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) αντίθετη έφεση του επίσης εν μέρει ηττηθέντος ενάγοντος της ανωτέρω αγωγής, αμφότερες στρεφόμενες κατά της εκδοθείσας επί της αγωγής υπ’αριθμ. 2633/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,  με την οποία έγινε αυτή εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν προς διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης και μείωση των εξόδων (άρθρο 246, 524 παρ.1 εδαφ.α΄και 591 παρ.1 εδαφ.α΄του ΚΠολΔ).

Η κρινόμενη από 9.9.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. …../9.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……./22.7.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της εν μέρει ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό εναγομένης μονοπρόσωπης ναυτιλιακής ανώνυμης εταιρείας κατά της υπ’αριθμ. 2633/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων της πρωτοβάθμιας δίκης, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αριθμ.3, 621 του ΚΠολΔ και 82 του ΚΙΝΔ), επί της ασκηθείσας σε βάρος της εκκαλούσας από 22.10.2019 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………/22.10.2019) αγωγής του εφεσιβλήτου, Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού, διώκουσας την επιδίκαση στον τελευταίο διαφόρων χρηματικών απαιτήσεών του, συνολικού ποσού 23.718,17 ευρώ, πλέον τόκων, απορρεουσών από πλείονες συμβάσεις ναυτολόγησής του σε πλοίο, πλοιοκτησίας της εναγομένης, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, σε εκτέλεση των οποίων παρείχε εξαρτημένη ναυτική εργασία στο συγκεκριμένο πλοίο κατά τα αναφερόμενα στο δικόγραφο χρονικά διαστήματα και με την οποία (πρωτόδικη απόφαση) έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή του ως κατ’ουσίαν βάσιμη και υποχρεώθηκε η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 12.746,37 ευρώ, νομιμοτόκως από την 23η.3.2019, επομένη της τελευταίας αποναυτολόγησής του, ενώ, επιπροσθέτως, καταδικάσθηκε και σε μέρος της δικαστικής του δαπάνης, ποσού 450 ευρώ, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517 εδαφ.α΄, 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 9.9.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ.δικογρ……./9.9.2020), δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας  δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία των δύο (2) ετών από τη δημοσίευσή της και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ για το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της παρ.4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την αυτή (ειδική) διαδικασία των περιουσιακών/εργατικών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).

Η έτερη εκ των συνεκδικαζομένων εφέσεων από  6.7.2021 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……../22.7.2021 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ………/22.7.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) αντίθετη έφεση του επίσης εν μέρει ηττηθέντος ενάγοντος της ανωτέρω αγωγής, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517 εδαφ.α΄, 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 22.7.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ………/22.7.2021), δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας  δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε παρήλθε η νόμιμη καταχρηστική προθεσμία των δύο (2) ετών από τη δημοσίευσή της κατά τα προεκτεθέντα και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ για το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της παρ.4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την αυτή (ειδική) διαδικασία των περιουσιακών/εργατικών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).

Ο ενάγων με την αγωγή του ισχυρίσθηκε ότι ναυτολογήθηκε διαδοχικά τρεις (3) φορές με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου και απασχολήθηκε κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα εντός της χρονικής περιόδου από 15.12.2017 έως και 22.3.2019 στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό – οχηματαγωγό (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίο με την ονομασία «ΝΜ», ολικής χωρητικότητας 8.128,98 κόρων, της πλοιοκτησίας της εναγομένης, αντί των προβλεπομένων από  την εν προκειμένω εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας για τα μέλη των πληρωμάτων των Επιβατηγών Ακτοπλοϊκων Πλοίων του έτους 2018 μηνιαίου μισθού και επιδομάτων και υπό τους σ’αυτήν καθοριζόμενους εργασιακούς όρους, παρείχε δε προσηκόντως τις υπηρεσίες του στο εν λόγω πλοίο, που εκτελούσε καθημερινά τα παρατιθέμενα στο δικόγραφο με τη μορφή πινάκων τακτικά ακτοπλοϊκά δρομολόγια μεταξύ του λιμένος του Πειραιώς και διαφόρων λιμένων του Αιγαίου Πελάγους, στα οποία περιλαμβάνονται και τα επίσης διαλαμβανόμενα δρομολόγια εξπρές καθώς και οι αναφερόμενες γραμμές, για τις οποίες είχε συναφθεί σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας (άγονες γραμμές), εργαζόμενος υπερωριακά και δη κατά τα Σάββατα και τις αργίες των εκτιθέμενων επιμέρους χρονικών περιόδων των ναυτολογήσεών του εντός του έτους 2018 επί 10, 14, 15 και 16 ώρες ημερησίως και κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές των επίσης αναφερομένων χρονικών περιόδων εντός του ιδίου έτους επί 14, 15 και 16 ώρες ημερησίως, ενώ κατά τα Σάββατα και τις αργίες της ναυτολόγησής του εντός του έτους 2019 επί 10 και 14 ώρες ημερησίως και κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές του ανωτέρω χρονικού διαστήματος επί 14 ώρες ημερησίως, σύμφωνα με τα ειδικότερα στην αγωγή επικαλούμενα. Με βάση τα περιστατικά αυτά και υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των αμοιβών, που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες των επιμέρους χρονικών διαστημάτων των ναυτολογήσεών του εντός των ετών 2018 και 2019 με τις διακρίσεις ανά περιόδους εργασίας, που αναφέρονται αναλυτικά στην αγωγή και χωρίς να συνυπολογισθούν αυτές στο σύνολό τους για τον προσδιορισμό και την καταβολή της αναλογίας των επιδομάτων εορτών (Χριστουγέννων και Πάσχα) του έτους 2018 και του δώρου Πάσχα του έτους 2019, τα οποία δικαιούται, ούτε το σύνολο του ειδικού επιδόματος για τις γραμμές δημόσιας υπηρεσίας, στις οποίες δραστηριοποιείτο το πλοίο, καθώς και πλήρη την πρόσθετη αμοιβή του για τα δρομολόγια εξπρές, που εκτέλεσε το πλοίο κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, που επίσης αμφότερα αυτά ανάγονται στα έτη 2018 και 2019, ζητούσε να του επιδικασθεί το συνολικό χρηματικό ποσό των 23.718,17 ευρώ, ως διαφορές αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης, ως διαφορές επιδομάτων εορτών του έτους 2018 και επιδόματος Πάσχα του έτους 2019, καθώς και για διαφορές της πρόσθετης αμοιβής των δρομολογίων εξπρές και του ειδικού επιδόματος των πλόων «άγονης γραμμής» των ετών 2018 και 2019, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα της τελευταίας αποναυτολόγησής του, άλλως από την επίδοση της αγωγής. Με την εκκαλούμενη απόφαση η αγωγή αυτή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη και αφού απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα τα κονδύλια των επιδομάτων εορτών όσον αφορά στον συνυπολογισμό του επιδόματος ιματισμού στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του ποσού, που δικαιούται για την αιτία αυτή και διερευνήθηκε η αγωγή από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας, ακολούθως, κατόπιν της αποδεικτικής παραδοχής, μεταξύ άλλων, ότι η ημερήσια απασχόλησή του στο πλοίο της εναγομένης με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου ανερχόταν κατά μέσο όρο σε δώδεκα (12) ώρες, πλην των Σαββάτων των χρονικών διαστημάτων από 1.1.2018 έως 5.2.2018 και από 21.12.2018 έως και 31.12.2018, κατά τα οποία εργάσθηκε καθημερινά επί δέκα (10) ώρες, όπως ο ίδιος ισχυρίσθηκε στο αγωγικό δικόγραφο, έγινε κατά ένα μέρος δεκτή η αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη και υποχρεώθηκε η εναγόμενη, με διάταξη που κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή για μέρος του επιδικασθέντος ποσού, στην καταβολή στον ενάγοντα του συνολικού ποσού των 12.746,47 ευρώ, ως υπόλοιπο αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση, ως διαφορές εορταστικών επιδομάτων, πρόσθετης αμοιβής του με βάση το άρθρο 33 της κριθείσας ως εν προκειμένω εφαρμοστέας ΣΣΝΕ για τα μέλη των πληρωμάτων των Επιβατηγών Ακτοπλοϊκων Πλοίων του έτους 2018 λόγω της εκτέλεσης από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, καθώς και ως διαφορές του ειδικού επιδόματος του άρθρου 7 της ιδίας ΣΣΝΕ λόγω της δρομολόγησης του πλοίου σε γραμμές δημόσιας υπηρεσίας, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της τελευταίας αποναυτολόγησής του, που έλαβε χώρα στις 22.3.2019, μέχρι την πλήρη και ολοσχερή του εξόφληση, καθώς και του ποσού των 450 ευρώ ως μέρους της δικαστικής του δαπάνης. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη με τις ένδικες εφέσεις τους αμφότεροι οι διάδικοι και, αποδίδοντάς της εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητούν την ουσιαστική παραδοχή των εφέσεών τους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, την εξαρχής αναδίκαση της υπόθεσης από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω απόρριψη ή παραδοχή της αγωγής αντίστοιχα.

Από την επανεκτίμηση της υπ’αριθμ. …./10.3.2020 ένορκης ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πατρών ……..,  βεβαίωσης του . ……, που απασχολήθηκε στο ίδιο πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου για χρονικές περιόδους εντός των διαστημάτων των ναυτολογήσεων του ενάγοντος σ’αυτό κατά τα έτη 2017 και 2018 και 2019,  την οποία προσκόμισε πρωτοδίκως ο ενάγων και λήφθηκε κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγομένης κατά τα άρθρα 421 και 422 του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ…./5.3.2020 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς …….., της υπ’αριθμ…./9.3.2020 ένορκης ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, βεβαίωσης του ………, που απασχολήθηκε στο ίδιο πλοίο με την ειδικότητα του αρχιθαλαμηπόλου κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του ενάγοντος από 11.2.2019 έως 22.3.2019,  την οποία προσκόμισε στον πρώτο βαθμό η εναγόμενη μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου της, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από την επίσης προσκομιζόμενη υπ’αριθμ. …΄/7.3.2020 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς ………, αμφότερες οι οποίες εκτιμώνται κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μαρτυρούντος, χωρίς το γεγονός ότι ο εξετασθείς μάρτυρας του ενάγοντος τυγχάνει αντίδικος της εναγομένης επειδή έχει ασκήσει εναντίον της άλλη, δική του, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (ΕφΑθ 3879/2012 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 698/2003 ΑχΝομ 2004.266), καθώς και του συνόλου των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 261 εδαφ.β΄, 352 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ), αποδεικνύονται πλήρως τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Ο ενάγων είναι Έλληνας ναυτικός, απογεγραμμένος από τις 10.6.1980, κάτοχος ναυτικού φυλλαδίου της ΑΑ΄ναυτικής περιφέρειας, με αριθμό μητρώου 9294. Με διαδοχικές συμβάσεις, τρεις (3) συνολικά, παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκαν όλες στον Πειραιά, μεταξύ αυτού και της εναγομένης, μονοπρόσωπης ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού (Ε/Γ – Ο/Γ) ακτοπλοϊκού πλοίου με την ονομασία «ΝΜ», νηολογημένου στο λιμένα του Πειραιώς, με αύξοντα αριθμό εγγραφής ……, ολικής χωρητικότητας 8.128,98 κόρων, ναυτολογήθηκε και απασχολήθηκε στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, υπό τους όρους και αντί των αμοιβών, που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας για τα μέλη των πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων. Συγκεκριμένα, η πρώτη των ενδίκων σύμβαση καταρτίσθηκε στις 15.12.2017 και δυνάμει αυτής ο ενάγων παρείχε τις υπηρεσίες του στο εν λόγω πλοίο μέχρι την 6η.2.2018, οπότε και απολύθηκε στον λιμένα του Πειραιώς, με κοινή συναίνεση αυτού και του Πλοιάρχου του πλοίου. Επακολούθησε μία (1) ακόμη ναυτολόγησή του στο ίδιο πλοίο και με την αυτή ειδικότητα, που διήρκεσε από τις 19.3.2018 έως και τις 14.9.2018, όταν και η σύμβασή του λύθηκε στο λιμένα του Πειραιώς για τον ίδιο λόγο. Τέλος, επαναυτολογήθηκε στο ίδιο πλοίο και με την ίδια ειδικότητα στις 21.12.2018 και απασχολήθηκε μέχρι και τις 22.3.2019, όταν και απολύθηκε στον Πειραιά επίσης “αμοιβαία συναινέσει”. Η διάρκεια των ναυτολογήσεων του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο και ο λόγος της κάθε φορά λύσης της εργασιακής του σύμβασης, που άλλωστε σαφώς προκύπτουν από τις αντίστοιχες εγγραφές στο ναυτικό του φυλλάδιο, δεν αμφισβητήθηκαν από την εναγόμενη, συνιστούν δε παραδοχές και της εκκαλουμένης απόφασης, που δεν πλήττονται από τους διαδίκους με τις ένδικες εφέσεις τους. Για μία (1) από τις ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας και συγκεκριμένα για την από 21.12.2018 σύμβαση τηρήθηκε έγγραφος τύπος. Επί των συμβάσεων ναυτολόγησης του ενάγοντος εντός των ετών 2018 και 2019 στο ανωτέρω πλοίο, εφόσον οι καταγόμενες προς κρίση με την αγωγή αξιώσεις του δεν ανάγονται στο έτος 2017, τυγχάνει εφαρμογής η Σ.Σ.Ν.Ε. των μελών των πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018, η οποία υπογράφηκε στις 4.9.2018 και κυρώθηκε στις 31.10.2018 με την υπ’αριθμ. 2242.5-1.5/80350/2018 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β΄ 5084) στις 14.11.2018, όπως έγινε δεκτό και με την εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς η σχετική κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου να πλήττεται από τους διαδίκους με τις  ένδικες εφέσεις τους. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 § 1 της ως άνω εφαρμοζομένης ΣΣΝΕ, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού (μισθού ενέργειας). Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ 328/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,  ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝαυτΔ 34.351, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 33.345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες (άρθρα 11 και 13 § 5), δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου (άρθρο 18). Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με βάση το ωρομίσθιο, που κατ’ άρθρο 13 § 1 εδαφ. β΄ και γ΄της ιδίας ΣΣΝΕ υπολογίζεται ως πηλίκο της διαίρεσης του μισθού ενέργειας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους ÷ 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης = 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2), ενώ, κατά το άρθρο 18 § 2, για τον υπολογισμό των ωρών εργασίας κατά τις ημέρες αργίας ανά μήνα πολλαπλασιάζεται ο μέσος μηνιαίος όρος αργιών (16 αργίες ετησίως δια 12 μήνες = 1,33) με τον αριθμό των ωρών της ημερήσιας απασχόλησης για κάθε αργία (1,33 Χ 8 ώρες = 10,67 ώρες μηνιαίως). Εξάλλου, με βάση την ανωτέρω ΣΣΝΕ, η οποία, όπως προεκτέθηκε, τυγχάνει εφαρμοστέα επί των ναυτολογήσεων του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης, ο ανωτέρω έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως: Ως μισθό ενεργείας του θαλαμηπόλου το ποσό των 1.181,15 ευρώ, ως επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας το ποσό των 259,85 ευρώ, ως επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 35,92 ευρώ, ως αντίτιμο της σε είδος παρεχομένης τροφοδοσίας  το ποσό των 19,59 ευρώ την ημέρα και μηνιαίως το ποσό των 587,7 ευρώ (19,59 ευρώ Χ 30) και ως αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας το ποσό των 425,45 ευρώ [(μισθός ενεργείας 1.181,15 ευρώ + επίδομα Κυριακών  259,85 ευρώ : 22 = 64,22 ευρώ Χ 5 ημέρες = 327,50 ευρώ + ημερήσιο αντίτιμο τροφής 5 ημερών 97,95 ευρώ (19,59 ευρώ Χ 5 = 97,95 ευρώ) = 425,45 ευρώ].  Με την ίδια ΣΣΝΕ το ωρομίσθιο του θαλαμηπόλου καθορίσθηκε στο χρηματικό ποσό των 6,83 ευρώ και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε 8,54 ευρώ και σε 10,25 ευρώ αντίστοιχα. Περαιτέρω, κατά την ένδικη χρονική περίοδο στην υπηρεσία ενδιαιτημάτων του πλοίου απασχολείτο προσωπικό, που αριθμούσε, με βάση την οργανική σύνθεση του πληρώματος, όσον αφορά το προσωπικό γενικών υπηρεσιών, όπως άλλωστε δεν αμφισβητείται, αποδεικνύεται άλλωστε και εγγράφως, καθώς και από την κατάθεση του μάρτυρα της εναγομένης, πέντε (5) θαλαμηπόλους, δύο (2) επίκουρους θαλαμηπόλους, δύο (2) τραπεζοκόμους και έναν (1) αρχιθαλαμηπόλο. Κατά τη θερινή περίοδο (1.4 έως και 30.9), λόγω της αυξημένης επιβατικής κίνησης, προστίθεντο δύο (2) ακόμη θαλαμηπόλοι, ενώ κατά τη χειμερινή περίοδο (1.10 έως και 31.3) η ανωτέρω οργανική σύνθεση μειωνόταν κατά το 1/3, όπως προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 6 § 6 του ΠΔ 177/1974 «Περί οργανικής συνθέσεως των πληρωμάτων των επιβατηγών (ακτοπλοϊκών – μεσογειακών – τουριστικών) πλοίων (ΦΕΚ Α΄ 64/13.3.1974). Τα γενικά καθήκοντα των θαλαμηπόλων στα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά πλοία προβλέπονται από το ΒΔ 683/1960 «Περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω» (ΦΕΚ Α 158/4.10.1960), κατά τις διατάξεις των άρθρων 116 και 118 του οποίου οι θαλαμηπόλοι διακρίνονται ανάλογα με την εκτελούμενη από αυτούς ειδική υπηρεσία σε θαλαμηπόλους ενδιαιτημάτων, εστιατορίων και κυλικείων, τελούν υπό τις άμεσες διαταγές και τον έλεγχο του αρχιθαλαμηπόλου της θέσης στην οποία ανήκουν και τον βοηθούν στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 117, στα ειδικότερα καθήκοντά τους περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων η επιμέλεια της απόλυτης καθαριότητας, της καλής συντήρησης και της ευπρέπειας των ανατιθεμένων σε αυτούς ενδιαιτημάτων των θέσεων, η καταβολή ιδιαίτερης μέριμνας προς εξυπηρέτηση των επιβατών και η εκτέλεση φυλακών αναλόγως των προσεγγίσεων του εκτελούμενου δρομολογίου. Ειδικότερα, στη διάταξη του άρθρου 118 του ιδίου ως άνω β.δ./τος, που επίσης αναφέρεται στα ειδικότερα καθήκοντα των θαλαμηπόλων ενδιαιτημάτων, εστιατορίων, και κυλικείων, προβλέπεται ότι: «1…2. Οι θαλαμηπόλοι εστιατορίων βοηθούμενοι υπό επικούρων και υπό την άμεσον εποπτείαν και διεύθυνσιν του Αρχιθαλαμηπόλου επιμελούνται του  ευπρεπισμού των αιθουσών των επιβατών (φαγητού, υποδοχής, χορού, μουσικής, αναγνωστηρίου, καπνιστηρίου κ.λ.π.) και της κοινωνικής προετοιμασίας των τραπεζών διά το πρωϊνόν ρόφημα, πρόγευμα, γεύμα, πρόδειπνον και δείπνον και εξυπηρετούσι τους εν αυταίς επιβάτας μετά προθυμίας και συμφώνως προς τους κανόνας της καλής συμπεριφοράς και της ξενοδοχειακής εθιμοτυπίας. 3. Οι θαλαμηπόλοι κυλικείων βοηθούμενοι υπό επικούρων επιμελούνται του ευπρεπισμού του κυλικείου και εξυπηρετούσι τους επιβάτας, παρέχοντες αυτοίς κατά την παραγγελίαν των αφεψήματα, ποτά και είδη κυλικείου, εις την κεκανονισμένην ποσότητα και τιμήν, βάσει τιμολογίου μονίμως ανηρτημένου εις πινακίδα. 4. Οι θαλαμηπόλοι ενδιαιτημάτων βοηθούμενοι υπό επικούρων επιμελούνται του ευπρεπισμού των κοιτωνίσκων των επιβατών και τίθενται προθύμως, και ανελλιπώς εις την διάθεσίν των διά την αρτιωτέραν εξυπηρέτησίν των κατά την διάρκειαν του ταξειδίου εξασφαλίζουσι την ησυχίαν κατά την νυκτερινήν φυλακήν των, και επιμελούνται της παραλαβής και μεταφοράς των αποσκευών των επιβατών από του καταστρώματος εις τας θέσεις και τανάπαλιν κατά την επιβίβασιν και αποβίβασίν των». Αποδείχθηκε επίσης ότι το ανωτέρω πλοίο, το οποίο διαθέτει εκατό (100) κλίνες συνολικά, κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεων του ενάγοντος σ’αυτό, διενεργούσε καθημερινά πολύωρους τακτικούς ακτοπλοϊκούς πλόες, οι οποίοι είχαν αφετηρία τον λιμένα του Πειραιώς και προορισμούς λιμένες διαφόρων νήσων του Αιγαίου Πελάγους, με προσέγγιση στο ενδιάμεσο κάθε δρομολογίου πολλών λιμένων άλλων νήσων και με επιστροφή, μέσω των ιδίων λιμένων, στο λιμένα του Πειραιώς, εκτελώντας δρομολόγια, που διαφοροποιούντο ανά περιόδους του έτους, τινά εκ των οποίων φέρουν το χαρακτήρα του δρομολογίου εξπρές, λόγω του απόπλου του από το λιμένα της αφετηρίας του (του Πειραιώς) προ της παρέλευσης τουλάχιστον έξι (6) ωρών από τον κατάπλου του σ’αυτόν, ενώ επιπροσθέτως δραστηριοποιείτο ενίοτε εντός του έτους και σε γραμμές, για τις οποίες είχε συναφθεί από την εναγόμενη Σύμβαση Δημόσιας Υπηρεσίας (άγονες). Ειδικότερα ήταν δρομολογημένο στη γραμμή Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Εύδηλος Ικαρίας – Βαθύ Σάμου με επιστροφή μέσω των ανωτέρω νήσων στον Πειραιά, στη γραμμή Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Εύδηλος Ικαρίας – Άγιος Κήρυκος Ικαρίας – Φούρνοι – Καρλόβασι Σάμου – Βαθύ Σάμου –  Χίος – Λέσβος – Λήμνος – Καβάλα με επιστροφή μέσω των ιδίων λιμένων στο λιμένα αφετηρίας του, καθώς και στη γραμμή Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος- Εύδηλος Ικαρίας – Καρλόβασι Σάμου με επιστροφή μέσω των ανωτέρω λιμένων στο λιμένα του Πειραιώς.  Συγκεκριμένα τα δρομολόγιά του είχαν ως εξής, σύμφωνα με τους επισυναφθέντες στην παρούσα απόφαση σχετικούς πίνακες, όπως, άλλωστε κρίθηκε και με την εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς οι παραδοχές της αυτές να πλήττονται από τους διαδίκους με τις ένδικες εφέσεις τους, με την επισήμανση ότι η εναγόμενη δεν αμφισβήτησε στον πρώτο βαθμό τα επικαλούμενα από τον ενάγοντα με την αγωγή του δρομολόγια, που παρατίθενται στο δικόγραφο αυτής επίσης με τη μορφή πινάκων, όπως αυτά παραδεκτά διορθώθηκαν εν μέρει όσον αφορά τα δρομολόγια της Τρίτης και της Τετάρτης του χρονικού διαστήματος από 11.6.2018 έως 9.9.2018 με συνοπτική προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντος στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και αναλύθηκε στις κατατεθείσες στον πρώτο βαθμό προτάσεις του: (ακολουθούν πίνακες)

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το ανωτέρω πλοίο, στο οποίο ναυτολογήθηκε ο ενάγων, δεν εκτέλεσε δρομολόγια στις 6.2.2018 και κατά το χρονικό διάστημα από 19.3.2018 έως και 29.3.2018 λόγω της διενέργειας σ’αυτό των απαιτουμένων εργασιών ενόψει της διενέργειας της ετήσιας επιθεώρησής του, κατά το οποίο μάλιστα, όπως ο ίδιος συνομολογεί στο αγωγικό δικόγραφο, δεν εργάσθηκε πέραν του νομίμου ωραρίου των 8 ωρών ημερησίως. Αποδείχθηκε επίσης ότι ο ενάγων κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του στο ανωτέρω πλοίο ασκούσε τα καθήκοντα της ειδικότητάς του ως θαλαμηπόλος ενδιαιτημάτων και κυλικείων, έχοντας συγκεκριμένα επιφορτισθεί με την υποδοχή των επιβατών, που επιβιβάζονταν στο λιμένα αφετηρίας του (τον Πειραιά), συνδράμοντάς τους με τις αποσκευές τους, συνοδεύοντάς τους στις καμπίνες τους, υποδεικνύοντάς τους τις θέσεις τους στα σαλόνια και εν γένει φροντίζοντας για την έγκαιρη, άμεση και αποτελεσματική εξυπηρέτηση των αναγκών τους, καθώς και στους λιμένες προσέγγισης του πλοίου στο ενδιάμεσο του δρομολογίου του, ενίοτε δε και με την εποπτεία και την επιτήρηση των επιβατών και κατά την αποβίβασή τους στο λιμένα του Πειραιώς, όντας επίσης υπεύθυνος για την αφύπνιση και έγερσή τους κατά την άφιξη του πλοίου στο λιμένα προορισμού τους, αλλά και με εργασίες σχολαστικού καθαρισμού και ευπρεπισμού των κοιτωνίσκων των επιβατών, που αποβιβάζονταν στους ενδιάμεσους λιμένες του εκάστοτε δρομολογίου του και στο λιμένα της αφετηρίας του, οι οποίες του ανατίθεντο κάθε φορά από τον Αρχιθαλαμηπόλο και τις οποίες εκτελούσε με τη συνδρομή επίκουρου θαλαμηπόλου, ενώ επιπροσθέτως απασχολείτο, αναλόγως του δρομολογίου, ως ταμίας στο εστιατόριο αυτοεξυπηρέτησης, που λειτουργούσε στο πλοίο κατά τη διάρκεια των δρομολογίων του, εξυπηρετώντας τους επιβάτες στις παραγγελίες τους και εισπράττοντας το αντίτιμο, αλλά και στην προετοιμασία για την υποδοχή των πελατών και στον καθαρισμό του συγκεκριμένου χώρου πριν και μετά το πέρας της λειτουργίας του αντίστοιχα, καθώς και με εργασίες καθαρισμού στους εσωτερικούς κοινόχρηστους χώρους του πλοίου, που πραγματοποιούντο, τόσο εν πλω, όσο και κατά βάση, και μάλιστα περισσότερο ενδελεχώς και εκτεταμένως, αναλόγως πάντοτε του εκάστοτε δρομολογίου, στο λιμένα του Πειραιώς, συνήθως προ του απόπλου για την εκτέλεση του προγραμματισμένου δρομολογίου της ημέρας. Η καθημερινή διάρκεια της εργασίας του στο εν λόγω πλοίο, ως προς την οποία ερίζουν οι διάδικοι, δεν ήταν εκ των προτέρων επακριβώς καθορισμένη, ενόψει της εκ των πραγμάτων συνάρτησης αυτής με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου. Επισημαίνεται ότι οι αντικρουόμενοι ισχυρισμοί εκάστου διαδίκου επί του θέματος αυτού επιβεβαιώνονται πλήρως από τα εμμάρτυρα αποδεικτικά μέσα που καθένας τους προσκομίζει, με αποτέλεσμα, αλληλοαναιρούμενοι, να μην παρέχουν βάση εξαγωγής ασφαλούς συμπεράσματος. Και τούτο ανεξαρτήτως του ότι η αξιοπιστία των μαρτύρων σταθμίζεται και δεν είναι δεδομένη, αφού εξ αυτών ο υπέρ του ενάγοντος μαρτυρών διεκδικεί την ικανοποίηση παρομοίων αξιώσεων από την εναγόμενη διά της άσκησης σε βάρος της αγωγής, έχοντας ήδη αποχωρήσει από την υπηρεσία της, ενώ ο υπέρ της καταθέτων εξακολουθεί να απασχολείται στο πλοίο και να μισθοδοτείται απ’αυτήν. Με βάση τις ως άνω παραδοχές συνάγεται και κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου το συμπέρασμα ότι ο ενάγων, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του, και εντός των πλαισίων της καλύτερης λειτουργίας των υπηρεσιών του πλοίου, απαιτήθηκε να εργασθεί και πράγματι εργαζόταν καθημερινά, για την εξυπηρέτηση των αναγκών αυτού, που σχετίζονταν με την ειδικότητά του, πέραν του νομίμου ωραρίου του, που προβλέπεται από την ισχύσασα και εν προκειμένω εφαρμοστέα κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολόγησεών του στο συγκεκριμένο πλοίο ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., ήτοι αυτού των 8 ωρών ημερησίως. Ειδικότερα, ο ενάγων εκτελούσε τις ως άνω εργασίες, καθημερινώς (συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, αργιών και Κυριακών) πέραν της ως άνω οκτάωρης διάρκειας της εργασίας του, αφού αυτή δεν επαρκούσε, λόγω της προαναφερθείσας φύσης των δρομολογίων, που διενεργούσε το εν λόγω πλοίο. Έτσι, ο ενάγων πραγματοποιούσε υπερωριακή εργασία πέραν του κανονικού οκταώρου της ημερήσιας απασχόλησής του, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντα, που αφορούν τις ως άνω εργασίες, για την εκτέλεση των οποίων δεν επαρκεί απασχόληση μόνον οκτώ ωρών. Λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόλησή του επί του πλοίου αυτού, το οποίο εκτελούσε τα συγκεκριμένα πολύωρα ακτοπλοϊκά δρομολόγια που αναφέρθηκαν ανά συγκεκριμένες περιόδους εντός των διαστημάτων των ναυτολογήσεών του, του αριθμού των λιμένων, που προσέγγιζε το πλοίο σε κάθε δρομολόγιο, του χρόνου παραμονής σε κάθε ενδιάμεσο λιμένα, της συνολικής διάρκειας εκάστου δρομολογίου από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμένα της αφετηρίας του μέχρι τον κατάπλου του στο λιμένα προορισμού του, όπως αναλυτικά εκτέθηκε, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους, κατά τις οποίες ο ενάγων ήταν ναυτολογημένος (σχετικά μειωμένη τη χειμερινή, περισσότερο αυξημένη κατά τη θερινή), της σταθερής και ανελλιπούς καταβολής σ’αυτόν κάθε μήνα από την εναγόμενη χρηματικών ποσών κυμαινόμενου ύψους ως αμοιβή για την εκτέλεση υπερωριών και κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές και όχι μόνον για την παροχή εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπερ εκ των πραγμάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αντίδικός του αναγνώριζε στην πράξη την ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης των μελών του πληρώματος της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων του πλοίου της για την εύρυθμη λειτουργία του, της συνομολόγησης ουσιαστικά από την εναγόμενη διά του εξετασθέντος μάρτυρός της ότι η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος στο πλοίο της διαρκούσε δώδεκα (12) ώρες, κατανεμόμενη σε δύο (2) βάρδιες των έξι (6) ωρών έκαστη, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω, του αριθμού των μελών της ανωτέρω υπηρεσίας, που είχαν ναυτολογηθεί και απασχολούντο στο πλοίο κατά τις ίδιες χρονικές περιόδους, του αριθμού των κλινών και της χωητικότητας του εν λόγω πλοίου, των εγγραφών στους προσκομιζόμενους από την εναγόμενη μηνιαίους πίνακες ωρών ανάπαυσης των ετών 2018 και 2018, σύμφωνα με τους οποίους ο ενάγων απασχολείτο κατά βάση επί 8 ώρες την ημέρα και ενίοτε επί 9 ώρες και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το παρόν Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας εργασίας του στο πλοίο της εναγομένης ανερχόταν σε δώδεκα (12) ώρες, πλην των έξι (6) Σαββάτων των χρονικών διαστημάτων από 1.1.2018 έως 5.2.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018, καθώς και των ένδεκα (11) Σαββάτων του χρονικού διαστήματος από 1.1.2019 έως 22.3.2019, κατά τα οποία εργάσθηκε επί δέκα (10) ώρες ημερησίως, όπως ο ίδιος αναφέρει στο δικόγραφο της αγωγής του, χωρίς να αποδεικνύεται ημερήσια απασχόλησή του μικρότερης διάρκειας, καθώς και των Σαββάτων, αργιών, καθημερινών ημερών της εβδομάδας και Κυριακών του χρονικού διαστήματος από 30.3.2018 έως 9.9.2018, κατά το οποίο το πλοίο ήταν δρομολογημένο στη γραμμή Πειραιάς – Σύρος – Μύκονος – Εύδηλος Ικαρίας – Άγιος Κήρυκος Ικαρίας – Φούρνοι – Καρλόβασι Σάμου – Βαθύ Σάμου –  Χίος – Λέσβος – Λήμνος – Καβάλα, με επιστροφή μέσω των ιδίων λιμένων στο λιμένα της αφετηρίας του, ήτοι σε δρομολόγιο μεγαλύτερης διάρκειας, με περισσότερους λιμένες προσέγγισης στο ενδιάμεσο, σε σχέση με τα δρομολόγια, που εκτελούσε τις άλλες χρονικές περιόδους, οπότε και παρέστη ανάγκη να απασχοληθεί επιπλέον μία (1) ώρα την ημέρα για την κάλυψη των εκ των πραγμάτων αυξημένων αναγκών του πλοίου, που σχετίζονταν με τα καθήκοντα της ειδικότητάς του και πράγματι εργάσθηκε κατά μέσο όρο επί δεκατρείς (13) ώρες ημερησίως. Επομένως, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, ο ενάγων εργάσθηκε στο πλοίο της εναγομένης κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές των ναυτολογήσεών του σ’αυτό υπερωριακά, ήτοι καθ’υπέρβαση του προβλεπομένου στην εν προκειμένω εφαρμοστέα ΣΣΝΕ ημερησίου ωραρίου εργασίας των οκτώ (8) ωρών, κατά κανόνα επί τέσσερις (4) ώρες την ημέρα, πλην του χρονικού διαστήματος από  30.3.2018 έως 9.9.2018, κατά το οποίο η υπερωριακή του εργασία ανήλθε σε πέντε (5) ώρες την ημέρα, ενώ η δωδεκάωρη και η δεκατριάωρη κατά τα προεκτεθέντα εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες των ιδίων χρονικών διαστημάτων των ναυτολογήσεών του, καθώς και η δεκάωρη εργασία του κατά τα Σάββατα των προαναφερομένων χρονικών διαστημάτων, θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, σύμφωνα με τα επίσης οριζόμενα στην ανωτέρω ΣΣΝΕ.  Εξάλλου, το γεγονός ότι, κατά τα ως άνω χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του ενάγοντος το πλοίο ταξίδευε με πλήρη σύνθεση πληρώματος όσον αφορά τα μέλη της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιηθείσα καθημερινά υπερωριακή εργασία του, δεδομένου μάλιστα ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΚΔΝΔ, ΦΕΚ Α 261/3.10.1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια αυτού κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν υποδηλώνει ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (ΜονΕφΠειρ. 23/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 180/2008, ΕΝαυτΔ 2008/308 = ΠειρΝομ. 2009/197, ΕφΠειρ. 1/2003, ΕΝαυτΔ 2003/124), ενώ και το γεγονός ότι η υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν στο σύνολό της στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η εναγόμενη, διά του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 των ως άνω ΣΣΝΕ, καθώς και το ότι ο ενάγων υπέγραφε στο εν λόγω βιβλίο χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού (ΜονΕφΠειρ. 716/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 526/2012, ΕΝαυτΔ 2012/381, ΕφΠειρ. 452/2010, ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Αλλά και η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μισθοδοτικών του καταστάσεων, η οποία δικαιολογείται απολύτως από την επιθυμία του να μη θέσει σε κίνδυνο την εργασιακή του θέση, σε περίοδο  υψηλού, κατά τα διδάγματα της κοινής, πείρας δείκτη ανεργίας των ναυτικών, δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση και εάν ακόμη ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ως άνω δελτίων μισθοδοσίας ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του για καταβολή αμοιβής υπερωριακής εργασίας, η παραίτηση αυτή (νοούμενη ως άφεση χρέους) είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (παραίτηση) λαμβάνει χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 166/2016, ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 495/2006, ΔΕΕ 2006/948, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ο.π., ΜονEφΠειρ. 698/2014 ΕλλΔνη 2015/504, ΜονΕφΠειρ. 626/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 361/2013 ΕΝαυτΔ 2013/208), απορριπτομένων, συνεπώς, ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ειδικότερων ισχυρισμών της εναγομένης, που επαναφέρονται στα πλαίσια του πρώτου λόγου της έφεσής της. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του επίσης δέχθηκε  ότι ο ενάγων απασχολείτο κατά κανόνα στο πλοίο της εναγομένης επί 12 ώρες ημερησίως κατά μέσο όρο, εκτός από τα έξι (6) Σάββατα των χρονικών διαστημάτων από 1.1.2018 έως 5.2.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018 και τα ένδεκα (11) Σάββατα του χρονικού διαστήματος από 1.1.2019 έως 22.3.2019, κατά τα οποία έγινε δεκτό ότι εργάσθηκε επί δέκα (10) ώρες ημερησίως, ορθώς τις αποδείξεις εκτίμησε, πλημμελώς και εσφαλμένως όμως εκτίμησε αυτές όσον αφορά την κρίση του περί δωδεκάωρης ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο και κατά το χρονικό διάστημα από 30.3.2018 έως 9.9.2018, κατά το οποίο επεκτάθηκε το δρομολόγιό του, ούτε ώστε πέραν των λιμένων της Σύρου και της Μυκόνου, καθώς και λιμένων στη Σάμο και την Ικαρία, να περιλαμβάνει και τους λιμένες των Φούρνων, της Χίου, της Λέσβου, της Λήμνου και της Καβάλας, όπως βάσιμα ισχυρίσθηκε ο ενάγων με το οικείο σκέλος του πρώτου λόγου της έφεσής του, των υποστηριζομένων από τον ίδιο κατά τα λοιπά στο πλαίσιο του αυτού λόγου της έφεσής του, με τον οποίο ουσιαστικά επαναφέρει τους απορριφθέντες αγωγικούς ισχυρισμούς του περί εργασίας του στο ως άνω πλοίο επί 14, 15 και 16 ώρες ημερησίως, σύμφωνα με τις ειδικότερα αναφερόμενες στο δικόγραφο της αγωγής του διακρίσεις και από την εναγόμενη, που  κυρίως μεν αρνείται ότι ότι ο ως άνω ναυτικός απαιτήθηκε να απασχοληθεί πέραν του νομίμου ωραρίου του λόγω του επαρκούς αριθμού των ναυτολογηθέντων θαλαμηπόλων κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του και της ανεπιφύλακτης υπογραφής απ’αυτόν των μηνιαίων φύλλων μισθοδοσίας του, όπερ διατείνεται ότι συνιστά έμπρακτη από πλευράς του αποδοχή πως η καταβληθείσα σ’αυτόν αμοιβή υπερωριών πράγματι ανταποκρινόταν στην εκ μέρους του παρασχεθείσα υπερωριακή εργασία, άλλως επικουρικώς ισχυρίζεται ότι η απαίτησή του για τις όποιες υπερωρίες πραγματοποίησε έχει πλήρως και ολοσχερώς εξοφληθεί διά των μηνιαίων αυτών καταβολών της, κατά το αντίστοιχο σκέλος του πρώτου λόγου της δικής της έφεσης, απορριπτομένων ως αβασίμων. Συνεπώς, με βάση όσα προαναφέρθηκαν ο ενάγων δικαιούται: Α) Για τις ναυτολογήσεις του εντός του έτους 2018  και συγκεκριμένα για τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2018 έως 5.2.2018, από 30.3.2018 έως 9.9.2018, από 10.9.2018 έως 14.9.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018 (επισημαίνεται ότι δε ζητείται αμοιβή υπερωριών για την 6η.2.2018 και για το χρονικό διάστημα από 19.3.2018 έως και 29.3.2018, ούτε για το διάστημα της ναυτολόγησης του ενάγοντος εντός του έτους 2017): 1) Για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές των χρονικών διαστημάτων από 1.1.2018 έως 5.2.2018, από 10.9.2018 έως 14.9.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018, όταν εργαζόταν επί 12 ώρες καθημερινά και συγκεκριμένα για 34 καθημερινές και 7 Κυριακές το ποσό των 1.400,56 ευρώ (41 καθημερινές και Κυριακές του χρονικού αυτού διαστήματος Χ 4 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 164 ώρες Χ 8,54 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του θαλαμηπόλου, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 για τις καθημερινές και τις Κυριακές =  1.400,56 ευρώ), 2)  για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές του χρονικού διαστήματος από 30.3.2018 έως 9.9.2018, όταν εργαζόταν επί 13 ώρες καθημερινά και συγκεκριμένα για 110 καθημερινές και 24 Κυριακές το ποσό των 5.721,80 ευρώ (134 καθημερινές και Κυριακές του χρονικού αυτού διαστήματος Χ 5 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 670 ώρες Χ 8,54 ευρώ =  5.721,80 ευρώ), ήτοι συνολικά το ποσό των 7.122,36 ευρώ, έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 947,69 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού  4.774,11 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης, 3) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας για τα 6 Σάββατα των χρονικών διαστημάτων από 1.1.2018 έως 5.2.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018, όταν εργάσθηκε επί 10 ώρες ημερησίως, το ποσό των 615 ευρώ (6 Σάββατα Χ 10 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 60 ώρες Χ 10,25 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του θαλαμηπόλου, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 για τα Σάββατα = 615 ευρώ), 4) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τα 24 Σάββατα του χρονικού διαστήματος από 30.3.2018 έως 9.9.2018 όταν εργάσθηκε επί 13 ώρες ημερησίως, το ποσό των 3.198 ευρώ (24 Σάββατα Χ 13 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως =  312 ώρες Χ 10,25 ευρώ = 3.198 ευρώ), 5) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις αργίες της Πρωτοχρονιάς, των Θεοφανείων (6/1), των Χριστουγέννων, της δεύτερης ημέρας των Χριστουγέννων και του Σταυρού (14/9), όταν εργάσθηκε επί 12  ώρες ημερησίως, το ποσό των 615 ευρώ (5 αργίες Χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 60 ώρες Χ 10,25 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του θαλαμηπόλου, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 για τις αργίες = 615 ευρώ) και 6) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις αργίες της Μεγάλης Παρασκευής (6/4), της Δευτέρας του Πάσχα (9/4), της εορτής του Αγίου Γεωργίου (23/4), της Πρωτομαγιάς, της Αναλήψεως (17/5) και της 15ης Αυγούστου, όταν εργάσθηκε επί 13 ώρες ημερησίως, το ποσό των 799,50 ευρώ (6 αργίες Χ 13 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 78 ώρες Χ 10,25 ευρώ, =  799,50 ευρώ), ήτοι συνολικά το ποσό των 5.227,50 ευρώ, έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 3.511,09 ευρώ, με αποτέλεσμα να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 1.716,41 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης.  Επομένως για την παροχή υπερωριακής εργασίας του κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του εντός του έτους 2018 κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, του οφείλεται το συνολικό χρηματικό ποσό των 6.490,52 ευρώ. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, κατόπιν της παραδοχής ότι ο ενάγων και κατά το χρονικό διάστημα 30.3.2018 έως 9.9.2018 εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως, του επιδίκασε ως αμοιβή της παρασχεθείσας υπερωριακής εργασίας του μικρότερο ποσό, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίσθηκε ο ενάγων με το σχετικό σκέλος του πρώτου λόγου της έφεσής του. Β) Κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του εντός του έτους 2019 από 1.1.2019 έως 22.3.2019 δικαιούται: 1) Για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές, όταν εργάσθηκε επί 12 ώρες καθημερινά και συγκεκριμένα για 57 καθημερινές και 10 Κυριακές το ποσό των 2.288,72 ευρώ (67 καθημερινές και Κυριακές του χρονικού αυτού διαστήματος Χ 4 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 268 ώρες Χ 8,54 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του θαλαμηπόλου, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 για τις καθημερινές και τις Κυριακές = 2.288,72 ευρώ), έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 663,22 ευρώ, με αποτέλεσμα να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 2.049,76 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης, 2) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας για τα 11 Σάββατα του ιδίου χρονικού διαστήματος, όταν εργάσθηκε επί 10 ώρες ημερησίως, το ποσό των 1.127,50 ευρώ (11 Σάββατα Χ 10 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 110 ώρες Χ 10,25 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του θαλαμηπόλου, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 για τα Σάββατα = 1.127,50 ευρώ) και 3) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις αργίες της Πρωτοχρονιάς, των Θεοφανείων (6/1) και της Καθαράς Δευτέρας, όταν εργάσθηκε επί 12  ώρες ημερησίως, το ποσό των 369 ευρώ (3 αργίες Χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας του ημερησίως = 36 ώρες Χ 10,25 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του θαλαμηπόλου, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 για τις αργίες = 369 ευρώ), ήτοι συνολικά το ποσό των 1.496,50 ευρώ, έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 1.303,69 ευρώ, με αποτέλεσμα να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 192,18 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης. Επομένως για την παροχή υπερωριακής εργασίας του κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του εντός του έτους 2019 κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, του οφείλεται το συνολικό χρηματικό ποσό των 2.241,94 ευρώ. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι εκτός από τις παραδοχές της εκκαλουμένης επί της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης, οι διάδικοι δεν πλήττουν με ειδικό λόγο έφεσης το μαθηματικό υπολογισμό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο της αμοιβής του ανωτέρω για την παροχή τέτοιας εργασίας και δη τον αριθμό των καθημερινών ημερών της εβδομάδας, των Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, κατά τις οποίες έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη ότι εργάσθηκε αυτός στο πλοίο κατά τις επιμέρους χρονικές περιόδους των ναυτολογήσεών του με τις διακρίσεις που προαναφέρθηκαν, το ποσό του ωρομισθίου της υπερωρίας για τους ναυτικούς της ειδικότητας του θαλαμηπόλου της συγκεκριμένης κατηγορίας πλοίων κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές και το αντίστοιχο ποσό του ωρομισθίου για την εργασία των θαλαμηπόλων κατά τα Σάββατα και τις αργίες, που θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, όπως διαμορφώνονται σε αμφότερες τις περιπτώσεις με τις προβλεπόμενες στην εφαρμοστέα Σ.Σ.Ν.Ε. προσαυξήσεις, καθώς και τα ποσά, που έγινε δεκτό ότι εισέπραξε από την εναγόμενη για την αιτία αυτή σε μερική εξόφληση της απαίτησής του κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του.

Από τη διάταξη του άρθρου 14 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004.212 = ΕΝαυτΔ 2003.345, ΜονΕφΠειρ 430/2014, ΜονΕφΠειρ 361/2014, ΜονΕφΠειρ 56/2014, ΜονΕφΠειρ 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012.19, ΕφΠειρ 521/2009 ΕΝαυτΔ 2009.273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011.387), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011.97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, αβάσιμος και απορριπτέος τυγχάνει ο τρίτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος και ο  τρίτος λόγος της έφεσης της εναγομένης κατά το σκέλος αυτών, με το οποίο οι διάδικοι παραπονούνται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό, που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλομένων σ’αυτόν επιδομάτων εορτών, ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας σε σχέση με τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του από 1.1.2018 έως 5.2.2018, από 10.9.2018 έως 14.9.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018 και από 1.1.2019 έως 22.3.2019 (ειδικότερα ο ενάγων ισχυρίθηκε ότι το ανωτέρω ποσό υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει της παραδοχής ότι απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του λιγότερες ώρες απ’όσες εργάσθηκε στην πραγματικότητα καθ’υπέρβαση του νομίμου ωραρίου του, ενώ η εναγόμενη ότι τέτοιο ποσό δεν θα έπρεπε να συνυπολογισθεί στις μηνιαίες αποδοχές του διότι δεν το δικαιούται, αφού ουδέποτε παρείχε υπερωριακή εργασία στο πλοίο της, άλλως ότι αυτός για τις όποιες υπερωρίες του έχει εισπράξει την προβλεπόμενη αμοιβή, με αποτέλεσμα την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση της απαίτησής του). Αντιθέτως πλημμέλεια της εκκαλουμένης περί την εκτίμηση των αποδείξεων, συνιστά, κατά παραδοχήν του τρίτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος κατά το συναφές σκέλος του, ο για τον ίδιο σκοπό συνυπολογισμός στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του μικρότερου ποσού ως αμοιβή της υπερωριακής του εργασίας αναφορικά με το χρονικό διάστημα από 30.3.2018 έως 9.9.2018, κατόπιν της παραδοχής ότι και κατά το διάστημα αυτό, όπως και κατά τα υπόλοιπα, εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως αντί των 13 ωρών, όπως έγινε δεκτό από το παρόν Δικαστήριο. Επισημαίνεται ότι η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου περί του μη νομίμου του συνυπολογισμού στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος για το σκοπό καθορισμού των ποσών, που δικαιούται να λάβει ως δώρα εορτών και ως αμοιβή για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, του επιδόματος ιματισμού, δεν πλήττεται από τους διαδίκους με τις εφέσεις τους, ενώ οι αιτιάσεις, που προβάλλονται από την εναγόμενη στο πλαίσιο του τρίτου λόγου της έφεσής της, σύμφωνα με τις οποίες εσφαλμένα υπολογίσθηκαν με την εκκαλουμένη τα ποσά, που έγινε δεκτό ότι οφείλονται στον ενάγοντα ως δώρα εορτών, διότι συμπεριλήφθηκε στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του, που λήφθηκαν ως βάση για τον καθορισμό τους και ποσό αμοιβής του για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, απορριπτέες τυγχάνουν, καθώς ερείδονται σε λανθασμένη προϋπόθεση, αφού το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δε συνυπολόγισε τέτοιο ποσό στις μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ούτε το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ, με την αιτιολογία ότι δεν συνυπολογίσθηκαν ούτε στην αγωγή του για τον καθορισμό των αιτουμένων ποσών των δώρων εορτών, χωρίς ο τελευταίος να πλήττει σχετικώς με την έφεσή του την πρωτόδικη απόφαση κατά τούτο. Επομένως, ο ενάγων, με βάση τις  παραδοχές αυτές και ενόψει του ότι οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν καθόλο το επίδικο χρονικό διάστημα, που αφορά στις ναυτολογήσεις του εντός των ετών 2018 και 2019 στο συνολικό ποσό των 3.921,97 ευρώ [2.490,07 ευρώ το άθροισμα των τακτικών και πάγιων (νόμιμων) αποδοχών του, στο οποίο περιλαμβάνονται ο μηνιαίος μισθός ενέργειας του θαλαμηπόλου, το επίδομα Κυριακών, το μηνιαίο αντίτιμο της σε είδος παρεχoμένης τροφοδοσίας, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και οι αποδοχές της αδείας του μετά τροφοδοσίας, όπως αυτά αναφέρθηκαν ανωτέρω + 1.431,90 ευρώ ο μέσος όρος της υπερωριακής αμοιβής του (14.749,08 ευρώ η αμοιβή του συνολικά για την αιτία αυτή καθόλη τη χρονική περίοδο των ναυτολογήσεών του στο εν λόγω πλοίο εντός των ετών 2018 και 2019 ÷ 309 ημέρες συνολικής διάρκειάς τους Χ 30 ημέρες/μήνα = 1.431,90 ευρώ) = 3.921,97 ευρώ] δικαιούται: 1) Για αναλογία επιδόματος δώρου Πάσχα του έτους 2018, κατά το οποίο η εργασιακή του σχέση στο πλοίο της εναγομένης δε διήρκεσε καθ’όλο το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και την 30η Απριλίου του ανωτέρω έτους, αλλά από την 1η.1.2018 έως τις 6.2.2018 και από τις 19.3.2018 έως και τις 30.4.2018, δηλαδή επί 80 ημέρες, άλλως επί 10 οκταήμερα  (80 ημέρες:8), δικαιούται να λάβει  το ισόποσο του 1/15 του ημίσεος των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συνολικού ποσού 3.921,97 ευρώ, ανά 8 ημέρες εργασίας του, και δη το ποσό των 1.307,3 ευρώ (3.921,97 ευρώ : 2 =  1.960,98 ευρώ ÷ 15 =   130,73 ευρώ Χ 10 οκταήμερα =  1.307,3 ευρώ), έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το ποσό των 725,32 ευρώ, όπως άλλωστε συνομολογεί στο αγωγικό δικόγραφο, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 581,98 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης. 2) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων του έτους 2018, εφόσον η σύμβαση εργασίας του στο αυτό ως άνω πλοίο εντός του έτους 2018 δε διήρκεσε καθ’όλο το χρονικό διάστημα από την 1η Μαΐου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, αλλά από 1.5.2018 έως 14.9.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018, δηλαδή επί 148 ημέρες, άλλως επί 7,78 δεκαεννεαήμερα, δικαιούται να λάβει το ισόποσο των 2/25 των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, ποσού 3.921,97 ευρώ, ανά δεκαεννεαήμερο απασχόλησής  του και δη το ποσό των 2.440,97 ευρώ (3.921,97 ευρώ το σύνολο των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, όπως αυτές υπολογίσθηκαν ανωτέρω Χ 2/25 = 313,75ευρώ Χ  7,78 δεκαεννεαήμερα = 2.440,97 ευρώ), έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το ποσό των 1.024,81 ευρώ, όπως συνομολογεί στο αγωγικό δικόγραφο, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 1.416,16 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης. 3) Για αναλογία επιδόματος δώρου Πάσχα του έτους 2019, κατά το οποίο η εργασιακή του σχέση στο πλοίο της εναγομένης δε διήρκεσε καθ’όλο το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου μέχρι και την 30η Απριλίου του ανωτέρω έτους, αλλά από την 1η.1.2019 έως και τις 22.3.2019, δηλαδή επί 81 ημέρες, άλλως επί 10,12 οκταήμερα (81 ημέρες:8), δικαιούται να λάβει  το ισόποσο του 1/15 του ημίσεος των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συνολικού ποσού 3.921,97 ευρώ, ανά 8 ημέρες εργασίας του, και δη το ποσό των 1.322,98 ευρώ (3.921,97 ευρώ : 2 = 1.960,98 ÷ 15 = 130,73 ευρώ Χ 10,12 οκταήμερα = 1.322,98  ευρώ), έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το ποσό των 502,2 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 820,78 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης. Επισημαίνεται ότι η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επί των καταβληθέντων στον ενάγοντα από την εναγόμενη ποσών για την αιτία αυτή δεν πλήττεται ειδικά από τους διαδίκους με τις εφέσεις τους. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται για τις ανωτέρω αιτίες τα ποσά των 696,88 ευρώ, των 1.620,49 ευρώ και των 817,05 ευρώ αντίστοιχα, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις, κατά παραδοχήν ως βάσιμου εν μέρει του τρίτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, η οποία ισχυρίσθηκε ότι ουδέν οφείλει στον ενάγοντα ως δώρα εορτών διότι έχει εξοφλήσει διά καταβολών της πλήρως και ολοσχερώς την ένδικη απαίτησή του και όσον αφορά την αναλογία δώρου Πάσχα του έτους 2019 εν μέρει και του τρίτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, που διεκδικεί μεγαλύτερα ποσά από τα πρωτοδίκως επιδικασθέντα.

Από τις διατάξεις του άρθρου 33 της αυτής ως άνω ΣΣΝΕ του έτους 2018, που τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής, συνάγεται ότι, προκειμένου περί πλοίου, το οποίο εκτελεί κυκλικά ταξίδια και προς εξυπηρέτηση καθορισμένου δρομολογίου αποπλέει από του αφετηρίου λιμένος ή του λιμένος προορισμού προ της παρελεύσεως εξαώρου από του κατάπλου ή έχει τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από του αφετηρίου λιμένος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν εκτελεί κατά κύριο λόγο ημερινούς πλόες (από 7ης πρωινής μέχρι 23ης νυκτερινής – ημερόπλοιο) ή δεν είναι πλοίο τοπικών γραμμών, το οποίο δεν εκτελεί δρομολόγια κατά τις νυκτερινές ώρες (23.00-07.00) ή δεν επεκτείνει τα δρομολόγια κατά τις ώρες αυτές, οι ναυτικοί, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις των ως άνω ΣΣΝΕ, δικαιούνται αμοιβής ίσης προς το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων μέχρι της συμπληρώσεως εξαώρου από του κατάπλου καθ’εβδομάδα δια του αριθμού 8 ή τον αριθμό των πέραν των πέντε δρομολογίων του πλοίου καθ’εβδομάδα, αντιστοίχως, επί το ένα τριακοστό (1/30) ή το ένα εξηκοστό (1/60) ή το εν εκατοστό εικοστό (1/120) του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, εάν το κυκλικό ταξίδι διαρκεί τουλάχιστον δώδεκα (12) ώρες ή τουλάχιστον έξι (6) ώρες ή μέχρι έξι (6) ωρών αντιστοίχως (ΕφΠειρ. 53/2013, ΕφΠειρ. 66/2013, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του ναυτικού που λαμβάνονται ως βάση καθορισμού της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής συνυπολογίζεται ο μέσος όρος της υπερωριακής αμοιβής του (ΤριμΕφΠειρ. 53/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 1/2003, ΕΝαυτΔ 2003/124). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, αβάσιμος και απορριπτέος τυγχάνει ο δεύτερος λόγος της έφεσης του ενάγοντος και ο δεύτερος λόγος της έφεσης της εναγομένης κατά το σκέλος αυτών, με το οποίο οι διάδικοι παραπονούνται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όσον αφορά το ποσό, που συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, με σκοπό τον καθορισμό της οφειλομένης σ’αυτόν πρόσθετης ειδικής αμοιβής για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, ως μέσος όρος της αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας σε σχέση με τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του από 1.1.2018 έως 5.2.2018, από 10.9.2018 έως 14.9.2018, από 21.12.2018 έως 31.12.2018 και από 1.1.2019 έως 22.3.2019 (ειδικότερα ο ενάγων ισχυρίθηκε ότι το ανωτέρω ποσό υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει της παραδοχής ότι απασχολήθηκε υπερωριακά κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του λιγότερες ώρες απ’όσες εργάσθηκε στην πραγματικότητα καθ’υπέρβαση του νομίμου ωραρίου του, ενώ η εναγόμενη ότι τέτοιο ποσό δεν θα έπρεπε να συνυπολογισθεί στις μηνιαίες αποδοχές του διότι δεν το δικαιούται, αφού ουδέποτε παρείχε υπερωριακή εργασία στο πλοίο της, άλλως ότι αυτός για τις όποιες υπερωρίες του έχει εισπράξει την προβλεπόμενη αμοιβή, με αποτέλεσμα την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση της απαίτησής του). Αντιθέτως πλημμέλεια της εκκαλουμένης περί την εκτίμηση των αποδείξεων, συνιστά, κατά παραδοχήν του δεύτερου λόγου της έφεσης του ενάγοντος κατά το συναφές σκέλος του, ο για τον ίδιο σκοπό συνυπολογισμός στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του μικρότερου ποσού ως αμοιβή της υπερωριακής του εργασίας αναφορικά με το χρονικό διάστημα από 30.3.2018 έως 9.9.2018, κατόπιν της παραδοχής ότι και κατά το διάστημα αυτό, όπως και κατά τα υπόλοιπα, εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως αντί των 13 ωρών, όπως έγινε δεκτό από το παρόν Δικαστήριο. Ο ενάγων, με δεδομένο ότι οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν για τις ναυτολογήσεις του κατά τα έτη 2018 και 2019 στο πλοίο της εναγομένης στο συνολικό ποσό των 3.921,97 ευρώ κατά τα προεκτεθέντα, δικαιούται ως πρόσθετη αμοιβή για την εκτέλεση από το πλοίο αυτό α) κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2018 έως 6.2.2018, από 16.4.2018 έως 29.4.2018, από 7.5.2018 έως 10.6.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018 (13,85 εβδομάδων), 4,293 δρομολογίων εξπρές συνολικά, διαρκείας εκάστου άνω των δώδεκα (12) ωρών,  λόγω πρόωρης αναχώρησής του κάθε Τρίτη από το λιμένα του Πειραιώς για την εκτέλεση του ημερησίου δρομολογίου του κατά 2 ώρες και 30 λεπτά προ της συμπλήρωσης 6 ωρών από τον κατάπλου του στον ίδιο λιμένα, το συνολικό ποσό των 561,22 ευρώ, εφόσον για το καθένα εξ αυτών δικαιούται το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του, όπως αναφέρθηκε στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη [4,293 δρομολόγια Χ 130,73 ευρώ η αμοιβή του για κάθε δρομολόγιο εξπρές (3.921,97 ευρώ:30 = 130,73 ευρώ) = 561,22 ευρώ], β) κατά το χρονικό  διάστημα από 30.4.2018 έως 6.5.2018 (μία εβδομάδας) 0,59 δρομολογίων εξπρές, διαρκείας εκάστου άνω των δώδεκα (12) ωρών, λόγω πρόωρης αναχώρησής του κάθε Τρίτη από το λιμένα του Πειραιώς για την εκτέλεση του ημερησίου δρομολογίου του κατά 4 ώρες και 45 λεπτά προ της συμπλήρωσης 6 ωρών από τον κατάπλου του στον ίδιο λιμένα, το ποσό των 77,13 ευρώ (0,59 δρομολόγια εξπρές Χ 130,73 ευρώ η αμοιβή του για κάθε δρομολόγιο = 77,13 ευρώ), γ) κατά το χρονικό διάστημα από 11.6.2018 έως 9.9.2018 (13 εβδομάδων), 6,63 συνολικά δρομολογίων εξπρές, διαρκείας εκάστου άνω των δώδεκα (12) ωρών, λόγω πρόωρης αναχώρησής του κάθε Πέμπτη από το λιμένα του Πειραιώς για την εκτέλεση του ημερησίου δρομολογίου του κατά 4 ώρες και 5 λεπτά προ της συμπλήρωσης 6 ωρών από τον κατάπλου του στον ίδιο λιμένα, το ποσό των 866,73 ευρώ (6,63 δρομολόγια εξπρές Χ 130,73 ευρώ η αμοιβή του για κάθε δρομολόγιο = 866,73 ευρώ). Επομένως, η συνολική αμοιβή του για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του εντός του έτους 2018 ανέρχεται στο ποσό των 1.505,08 ευρώ, έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των  1.136,95 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 368,13 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης. Περαιτέρω, κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του από 1.1.2019 έως 22.3.2019 (11,57 εβδομάδων) το πλοίο εκτέλεσε συνολικά 3,58 δρομολόγια εξπρές, λόγω πρόωρης αναχώρησής του κάθε Τρίτη από το λιμένα του Πειραιώς για την εκτέλεση του ημερησίου δρομολογίου του κατά 2 ώρες και 30 λεπτά προ της συμπλήρωσης 6 ωρών από τον κατάπλου του στον ίδιο λιμένα, για τα οποία δικαιούται της προβλεπόμενης αμοιβής, που ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 468,013 ευρώ (3,58 δρομολόγια εξπρές Χ 130,73 ευρώ η αμοιβή του για κάθε τέτοιο δρομολόγιο κατά τα προεκτεθέντα = 468,013 ευρώ), έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 258,94 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 209,07 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης. Επισημαίνεται ότι οι κατόπιν της εκτίμησης των αποδεικτικών μέσων παραδοχές της εκκαλουμένης επί του αριθμού των δρομολογίων εξπρές, που εκτέλεσε το πλοίο κατά το χρονικό διάστημα των ναυτολογήσεων του ενάγοντος σ’αυτό και επί των καταβληθέντων στον ανωτέρω ως προβλεπόμενη αμοιβή του ποσών, δεν πλήττονται από τους διαδίκους με τις εφέσεις τους. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται για την ίδια αιτία τα ποσά των 336,71 ευρώ και των 210,56 ευρώ αντίστοιχα, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις, κατά παραδοχήν ως βασίμου εν μέρει του δεύτερου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, που διεκδικεί την καταβολή υψηλότερων ποσών από τα πρωτοδίκως επιδικασθέντα και επίσης ως βασίμου εν μέρει του δεύτερου λόγου της έφεσης της εναγομένης, που ισχυρίζεται ότι έχει πλήρως και ολοσχερώς εξοφλήσει την ως άνω απαίτηση του αντιδίκου της.

Στο άρθρο 7 της εν προκειμένω εφαρμοστέας Σ.Σ.Ν.Ε. ορίζονται τα εξής: «Σε ολόκληρο το πλήρωμα περιλαμβανομένου του Πλοιάρχου και του Α΄Μηχανικού, που εργάζεται σε πλοία, που δραστηριοποιούνται σε γραμμές, για τις οποίες έχει συναφθεί Σύμβαση Δημόσιας Υπηρεσίας (αγόνων), χορηγείται ειδικό επίδομα εκ ποσοστού 7 % (επτά τοις εκατό) επί τού μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 για απασχόληση σε γραμμές Δημόσιας Υπηρεσίας (άγονες) επί 30 ημέρες. Για απασχόληση επί ολιγότερων των 30 ημερών καταβάλλεται αναλογία».  Στην προκειμένη περίπτωση κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του ενάγοντος από 1.1.2018 έως 5.2.2018, από 30.3.2018 έως 14.9.2018 και από 21.12.2018 έως 31.12.2018 (216 ημερών,  συνολικά), το ανωτέρω πλοίο, στο οποίο εργαζόταν ως θαλαμηπόλος, δραστηριοποιείτο επί 7 ημέρες εβδομαδιαίως σε γραμμές, για τις οποίες είχε συναφθεί σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας (άγονες), όπερ ουδόλως αμφισβητήθηκε από την εναγόμενη, με αποτέλεσμα ο ενάγων να δικαιούται του προβλεπομένου στο άρθρο 7 της εν προκειμένω εφαρμοστέας ΣΣΝΕ του έτους 2018 ειδικού επιδόματος, ανερχομένου σε ποσοστό 7% επί του μισθού ενεργείας της ειδικότητάς του, ποσού 1.181,15 ευρώ, για κάθε 30 ημέρες απασχόλησής του σε αυτές τις γραμμές και συνολικά το ποσό των 595,29 ευρώ [(1.181,15 ευρώ ο μισθός ενεργείας του Χ 7% = 82,68 ευρώ για 30 ημέρες απασχόλησής του, συνεπώς για τις 216 ημέρες απασχόλησής του, ήτοι επί 7,2 30/νθήμερα (216 ημέρες : 30 =7,2), το ποσό των 595,29 ευρώ (82,68 ευρώ Χ 7,2 = 595,29 ευρώ)], έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των  297,32 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 297,97 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης κατά το ανωτέρω ποσό. Κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του ενάγοντος από 1.1.2019 έως 22.3.2019 (81 ημερών συνολικά) στο πλοίο της εναγομένης, αυτό επίσης δραστηριοποιείτο επί 7 ημέρες εβδομαδιαίως σε γραμμές, για τις οποίες είχε συναφθεί σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας (άγονες), όπερ ουδόλως αμφισβητήθηκε από την εναγόμενη, με αποτέλεσμα ο ενάγων να δικαιούται του προβλεπομένου στο άρθρο 7 της εν προκειμένω εφαρμοστέας Σ.Σ.Ν.Ε. του έτους 2018 ειδικού επιδόματος, ανερχομένου σε ποσοστό 7% επί του μισθού ενεργείας της ειδικότητάς του, ποσού 1.181,15 ευρώ, για κάθε 30 ημέρες απασχόλησής του σε αυτές τις γραμμές και συνολικά το ποσό των 223,23 ευρώ [(1.181,15 ευρώ ο μισθός ενεργείας του Χ 7% = 82,68 ευρώ για 30 ημέρες απασχόλησής του, συνεπώς για τις 81 ημέρες απασχόλησής του, ήτοι επί 2,7 30/νθήμερα (81 ημέρες : 30 = 2,7), το ποσό των 223,23 ευρώ (82,68 ευρώ Χ 2,7 = 223,23 ευρώ)], έναντι του οποίου εισέπραξε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 129,31 ευρώ, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά, ποσού 93,92 ευρώ, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης από την εναγόμενη ένστασης εξόφλησης κατά το ανωτέρω ποσό. Επισημαίνεται ότι οι παραδοχές της εκκαλουμένης επί των συγκεκριμένων δρομολογίων άγονης γραμμής, στις οποίες δραστηριοποιείτο το πλοίο της εναγομένης, όπου είχε ναυτολογηθεί και απασχολείτο ο ενάγων, των χρονικών διαστημάτων, κατά τα οποία είχε αυτό δρομολογηθεί σε τέτοιες γραμμές και των καταβληθέντων σ’αυτόν από την εναγόμενη για την εν λόγω αιτία ποσών συνολικά για κάθε έτος, δεν πλήττονται από τους διαδίκους με τις ένδικες εφέσεις τους. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο επίσης δέχθηκε ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα τα ανωτέρω χρηματικά ποσά ως ειδικό επίδομα εξαιτίας της απασχόλησής του σε πλοίο, που δραστηριοποιείτο σε δρομολόγια άγονης γραμμής, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από την εναγόμενη με τον τέταρτο λόγο της κρινόμενης έφεσής της απορριπτομένων ως αβασίμων.

Κατ’ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων. Επομένως, πρέπει να γίνουν δεκτές εν μέρει οι ένδικες εφέσεις ως και ουσιαστικά βάσιμες κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους τους και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της, ήτοι και κατά τα μη εκκληθέντα κεφάλαια αυτής για λόγους ενότητας της εκτέλεσης και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό χρηματικό ποσό των 12.520,47 ευρώ (6.490,52 ευρώ +  2.241,94 ευρώ + 581,98 ευρώ + 1.416,16 ευρώ + 820,78 ευρώ + 368,13 ευρώ + 209,07 ευρώ + 297,97 ευρώ + 93,92 ευρώ = 12.520,47 ευρώ), ως διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης, διαφορές αναλογίας επιδομάτων εορτών, διαφορές αμοιβής λόγω της εκτέλεσης από το πλοίο δρομολογίων εξπρές και διαφορές ειδικού επιδόματος άγονης γραμμής αντίστοιχα, κατά τα προεκτεθέντα, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λύσης της τελευταίας σύμβασης ναυτολόγησης του ενάγοντος στις 22.3.2019, που αποτελεί κατά νόμο δήλη ημέρα, ήτοι από τις 23.3.2019, και μέχρι την πλήρη εξόφληση, όπως και πρωτοδίκως κρίθηκε, χωρίς εναντίον της σχετικής διάταξης της εκκαλουμένης να εγείρεται από τους διαδίκους οιαδήποτε αντίρρηση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρα 106, 176, 178 αριθμ. 1, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των εξόδων του ενάγοντος σε βάρος της εναγομένης, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων τις α)  από 9.9.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ…../9.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……./22.7.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση και β)  από 6.7.2021 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ………/22.7.2021 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……../22.7.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) αντίθετη έφεση κατά της υπ’αριθμ. 2633/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτές τυπικώς και εν μέρει κατ’ ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη απόφαση.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει εξαρχής την υπόθεση επί της από 22.10.2019 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………../22.10.2019) αγωγής κατ’ ουσίαν.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή κατά ένα μέρος.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των δώδεκα χιλιάδων πεντακοσίων είκοσι ευρώ και σαράντα επτά λεπτών (12.520,47), με το νόμιμο τόκο από τις 23.3.2019 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο καθορίζει στο ποσό των οκτακοσίων ευρώ (800).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, στις 16.8.2023

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ