Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 578/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης   578/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των εκκαλούντων εναγόντων: 1) ………., 2) ……… οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξουσία δικηγόρο τους Ειρήνη Κοντοσέα.

Των εφεσιβλήτων εναγομένων: Της εδρεύουσας στον … Αττικής (οδός ……) και νόμιμα εκπροσωπουμένης εταιρείας με την επωνυμία “……….”, 2) Της εδρεύουσας στον … Αττικής (οδός ……….) και νόμιμα εκπροσωπουμένης εταιρείας με την επωνυμία “……… .”, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Στέφανο Λύρα.

Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 20.12.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.κατ…………/23.12.2019) αγωγή τους, την οποία άσκησαν ενώπιον  του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Επί της προαναφερθείσας αγωγής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών/εργατικών διαφορών, η υπ’αριθμ. 226/2011 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη.

Οι εν μέρει ηττηθέντες στον πρώτο βαθμό ενάγοντες με την από 29.3.2021 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……../29.3.2021 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ. καταθ. δικογρ………./5.5.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου έφεσή τους, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 13ης.1.2022, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, προσβάλλουν την ως άνω πρωτόδικη απόφαση κατά το μέρος, που τους βλάπτει.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο και την εκφώνησή της με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου οι ανωτέρω πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων εμφανίσθηκαν και, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από τη Δικαστή, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 29.3.2021 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. δικογρ………./29.3.2021 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. δικογρ………/5.5.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση των εν μέρει ηττηθέντων στον πρώτο βαθμό  εναγόντων κατά της υπ’αριθμ. 226/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων της πρωτοβάθμιας δίκης, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αριθμ.3, 621 του ΚΠολΔ και 82 του ΚΙΝΔ), επί της ασκηθείσας σε βάρος των εφεσιβλήτων ναυτικών εταιρειών από 20.12.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ. κατ…………/23.12.2019) αγωγής των εκκαλούντων/Ελλήνων ναυτικών, διώκοντες με αυτήν την επιδίκαση χρηματικών απαιτήσεών τους, απορρεουσών από πλείονες συμβάσεις παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας με την ειδικότητα του ναύτη και του θαλαμηπόλου αντίστοιχα σε πλοίο, κυριότητας της πρώτης των εναγομένων και εφοπλισμού της δεύτερης εξ αυτών και ειδικότερα συνισταμένων σε οφειλόμενες, αφενός μεν διαφορές του μηνιαίου μισθού τους με βάση τη διάταξη του άρθρου 60  του Κ.Ι.Ν.Δ., αφετέρου δε διαφορές αναλογίας δώρου Χριστουγέννων των ετών 2018 και 2019, συνολικού ποσού 25.581,40 ευρώ και 22.691,89 ευρώ αντίστοιχα, πλέον τόκων και με την οποία (πρωτόδικη απόφαση) έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενες να καταβάλουν, έκαστη εξ αυτών ευθυνόμενη εις ολόκληρον, η πρώτη ως κυρία του πλοίου, διά του πλοίου και μέχρι την αξία του, στον πρώτο των εναγόντων το συνολικό ποσό των 1.231,06 ευρώ και στο δεύτερο εξ αυτών το συνολικό ποσό των 1.695,14 ευρώ, αμφότερα με το νόμιμο τόκο από τις 29.9.2019, ενώ, επιπροσθέτως, καταδικάσθηκαν αυτές και σε μέρος της δικαστικής δαπάνης των αντιδίκων τους, ποσού 200 ευρώ, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517 εδαφ.α΄, 518 παρ.1 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 29.3.2021 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ…………/29.3.2021), ήτοι εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.1 του ΚΠολΔ προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση στις 19.3.2021, με την επιμέλεια των εναγομένων, της εκκαλουμένης απόφασης στους ενάγοντες και δη στην παρασταθείσα στον πρωτόδικη δίκη ως πληρεξουσία δικηγόρο τους και εκ του νόμου αντίκλητό τους (άρθρο 104 παρ.1 και 2 του ΚΠολΔ) Δικηγόρο Πειραιώς … …, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από τις εναγόμενες και ήδη εφεσίβλητες υπ’αριθμ….΄/19.3.2021 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, …………. και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ για το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της παρ.4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την αυτή (ειδική) διαδικασία των περιουσιακών/εργατικών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).

Οι ενάγοντες με την από 20.12.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. κατ…………/23.12.2019) αγωγή τους, την οποία άσκησαν ενώπιον  του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ισχυρίσθηκαν ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου ναυτολογήθηκαν στο υπό ελληνική σημαία και με αριθμό νηολογίου Πειραιώς 12002, ταχύπλοο επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο, με την ονομασία «ΝJ», ολικής χωρητικότητας 1.902,67 κόρων, κυριότητας της πρώτης των εναγομένων, του οποίου τον εφοπλισμό ασκούσε η δεύτερη εξ αυτών, αμφότερες οι οποίες τυγχάνουν μέλη του ομίλου εταιρειών με το διακριτικό τίτλο “SJ””, με την ειδικότητα του ναύτη ο πρώτος και του θαλαμηπόλου ο δεύτερος αντίστοιχα, αντί των προβλεπομένων από την εκάστοτε ισχύουσα κατ’έτος για την ειδικότητα του καθενός τους Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (Σ.Σ.Ν.Ε.) για τα μέλη των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών – επιβατηγών πλοίων μηνιαίου μισθού και επιδομάτων, πλέον κατ’αποκοπήν αμοιβής για εργασία 8 ωρών κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως συμφωνείτο κάθε φορά κατά την πρόσληψή τους και απασχολήθηκαν πραγματικά έκαστος κατά τις ειδικότερα αναφερόμενες στο δικόγραφο ημέρες και (σύντομα) χρονικά διαστήματα εντός των ετών 2018 και 2019 στο ανωτέρω πλοίο, που εκτελούσε τα επίσης αναλυτικά εκτιθέμενα στην αγωγή τακτικά ακτοπλοϊκά δρομολόγια, με αφετηρία τους λιμένες του Πειραιώς ή της Ραφήνας και προορισμό τους λιμένες διαφόρων νήσων των Κυκλάδων, ασκώντας τα καθήκοντα της ειδικότητάς τους, που παραθέτουν στο δικόγραφο, ως μέλη του «δεύτερου» πληρώματος του πλοίου, το οποίο προσλαμβανόταν, προκειμένου να παρέχει τις υπηρεσίες του μόνον σε τμήματα των δρομολογίων του, ώστε οι ώρες της ημερήσιας απασχόλησης του «πρώτου» βασικού πληρώματός του να μην υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες στη διάταξη του άρθρου 1 του Π.Δ/τος 381/2001, με αποτέλεσμα οι συμβάσεις εργασίας τους να λύνονται κάθε φορά εντός ελαχίστων ημερών ή ακόμα και αυθημερόν και να απολύονται. ‘Οτι, παρότι ο μισθός τους είχε συνομολογηθεί κατά μήνα και οι ανωτέρω ναυτολογήσεις τους διήρκησαν χρονικό διάστημα μικρότερο του μηνός,  δεν τους καταβάλλονταν πλήρεις οι μηνιαίες  αποδοχές τους, όπως ορίζεται στη διάταξη του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, ει μη μόνον οι αποδοχές, που αναλογούσαν στις ημέρες και χρονικές περιόδους της πραγματικής απασχόλησής τους κάθε μήνα, ούτε συνυπολογίζονταν αυτές στο σύνολό τους για τον προσδιορισμό και την καταβολή της αναλογίας των επιδομάτων Χριστουγέννων των ετών 2018 και 2019, τα οποία δικαιούνται. Με βάση αυτό το ιστορικό ζητούσαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, η καθεμία εις ολόκληρον, να τους καταβάλουν, η πρώτη ευθυνόμενη μόνον με το πλοίο και μέχρι την αξία αυτού, στο μεν πρώτο το συνολικό χρηματικό ποσό των 25.581,40 ευρώ, στο δε δεύτερο το συνολικό χρηματικό ποσό των 22.691,89 ευρώ, ως διαφορές των μηνιαίων αποδοχών τους και ως διαφορές της αναλογίας επιδομάτων Χριστουγέννων των ετών 2018 και 2019, με το νόμιμο τόκο από την τελευταία αποναυτολόγησή τους στις 28.9.2019, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση και να καταδικασθούν στη δικαστική τους δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αριθμ.3 και 621 του ΚΠολΔ και 82 του ΚΙΝΔ), η εκκαλουμένη υπ’αριθμ. 226/2021 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή κρίθηκε νόμιμη, στηριζόμενη στις ειδικότερα αναφερόμενες σ’αυτήν (εκκαλουμένη) διατάξεις του ΑΚ, του τότε ισχύσαντος Κ.Ι.Ν.Δ. και του ΚΠολΔ, καθώς και σε αυτές της από 4.9.2018 Συλλογικής Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας για τα πληρώματα των Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων του έτους 2018, η οποία κυρώθηκε με την υπ’αριθμ. 2242.5-1.5/80350/31.10.2018 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 14.11.2018 (Φ.Ε.Κ. Β΄5084/14.11.2018) και της από 24.7.2019 Σ.Σ.Ν.Ε. του επόμενου έτους (2019) για τους ναυτικούς της συγκεκριμένης κατηγορίας πλοίων, η οποία κυρώθηκε με την υπ’αριθμ.2242.5-1.5/56040/2019 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που επίσης δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 12.8.2019 (Φ.Ε.Κ. Β΄3170/12.8.2019) και διερευνήθηκε περαιτέρω από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας. Με την ίδια απόφαση έγινε ειδικότερα δεκτό ότι οι ενάγοντες προσλήφθηκαν στο συγκεκριμένο πλοίο, κυριότητας της πρώτης των εναγομένων και εφοπλισμού της δεύτερης εξ αυτών αντίστοιχα,  κατά τις ειδικότερα αναφερόμενες σ’αυτήν ημερομηνίες με την ειδικότητα του ναύτη και του θαλαμηπόλου αντίστοιχα και απολύθηκαν κατά τις επίσης διαλαμβανόμενες ημερομηνίες, είτε “αμοιβαία συναινέσει”, είτε λόγω μετάθεσής τους σε άλλο ταχύπλοο πλοίο του ιδίου ομίλου εταιρειών, σε εκτέλεση σχετικού όρου των συμβάσεων εργασίας τους, ότι απασχολήθηκαν στο πλοίο αυτό 17 ημέρες συνολικά ως καθένας εντός των ετών 2018 και 2019, ως “δεύτερο” πλήρωμα σε τμήματα του εκάστοτε τακτικού δρομολογίου του, προκειμένου ο χρόνος της ημερήσιας εργασίας των μελών του πληρώματός του να μην υπερβαίνει τις προβλεπόμενες στο νόμο ώρες, όπως και στα άλλα πλοία, στα οποία ναυτολογήθηκαν και παρείχαν τις υπηρεσίες τους στο μεσοδιάστημα μεταξύ των απολύσεων και των επαναπροσλήψεών τους στο εν λόγω πλοίο, καθώς και ότι, πέραν των μηνιαίων αποδοχών τους, που αναλογούν στις ημέρες πραγματικής απασχόλησής τους, δε δικαιούνται ένα πλήρη μηνιαίο μισθό, με βάση τη διάταξη του άρθρου 60 του Κ.Ι.Ν.Δ., όπως ζήτησαν με την αγωγή τους, επικαλούμενοι ότι οι ναυτολογήσεις τους στο πλοίο διήρκησαν χρονικό διάστημα μικρότερο του μηνός, διότι κρίθηκε ότι μεταξύ των διαδίκων είχε ρητώς συμφωνηθεί ότι η δεύτερη εναγόμενη είχε το δικαίωμα να τους μεταθέτει σε άλλα πλοία, ιδίων συμφερόντων, ώστε στην προκειμένη περίπτωση δεν δύναται να θεωρηθεί ότι η ναυτολόγησή τους διαρκούσε έλασσον του μηνός, υπό την έννοια της διάταξης του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, αφού η ναυτολόγηση εκάστου εξ αυτών, κατόπιν της σχετικής  δήλωσης της ανωτέρω εναγομένης περί της μετάθεσής τους, τυπικά μόνο λυόταν, καθόσον συνέχιζαν να απασχολούνται σε πλοία, εκμετάλλευσης της ιδίας, με την αυτή ειδικότητα και τους αυτούς εργασιακούς όρους, λαμβάνοντας για την εργασία τους στα πλοία αυτά τις αναλογούσες στο διάστημα της εργασίας τους νόμιμες αποδοχές, καθώς και ότι δε συντρέχει ούτε ο δικαιολογητικός λόγος θέσπισης της συγκεκριμένης διάταξης, διότι οι ενάγοντες ναυτολογούνταν ανελλιπώς σε άλλα πλοία του ιδίου ομίλου και δεν αναζητούσαν εργασία σε άλλον εργοδότη, με αποτέλεσμα να παρέλκει η εξέταση της βασιμότητας της ένστασης των εναγομένων περί καταχρηστικής άσκησης των αγωγικών αυτών αξιώσεων. Κατόπιν των ανωτέρω παραδοχών κρίθηκε ότι οι ενάγοντες δικαιούνται ως διαφορές αποδοχών τους, ο μεν πρώτος για τις 12 ημέρες εργασίας του στο πλοίο αυτό κατά το έτος 2018 και για τις 5 ημέρες εργασίας του στο ίδιο πλοίο κατά το έτος 2019 το συνολικό ποσό των 1.032,12 ευρώ, ο δε δεύτερος για τις 13 ημέρες εργασίας του στο πλοίο αυτό κατά το έτος 2018 και για τις 4 ημέρες εργασίας του στο ίδιο πλοίο κατά το έτος 2019 το συνολικό ποσό των 1.520,88 ευρώ, συνυπολογιζομένων στις μηνιαίες αποδοχές τους υπερωριακής αμοιβής για Σάββατα και αργίες και του επιδόματος ιματισμού, κατόπιν αφαίρεσης των ποσών, που έγινε δεκτό ότι έχουν ήδη εισπράξει για την αιτία αυτή, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της προβληθείσης ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, καθώς και ως διαφορές της αναλογίας δώρων Χριστουγέννων των ετών 2018 και 2019, ο μεν πρώτος το ποσό των 148,88 ευρώ και το ποσό των 50,06 ευρώ αντίστοιχα, ο δε δεύτερος το ποσό των 123,65 ευρώ και το ποσό των 50,61 ευρώ αντίστοιχα, μη συνυπολογιζομένου για τον προσδιορισμό των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών τους, με σκοπό τον καθορισμό των οφειλομένων σ’αυτούς  ποσών, του επιδόματος ιματισμού, αφαιρεθέντων όμως των ποσών, που έγινε δεκτό ότι τους έχουν καταβληθεί για την αιτία αυτή, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της σχετικής ένστασης εξόφλησης των εναγομένων. Κατόπιν τούτου έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενες να καταβάλουν, έκαστη εξ αυτών ευθυνόμενη εις ολόκληρον, η πρώτη ως κυρία του πλοίου, διά του πλοίου και μέχρι την αξία του, στον πρώτο των εναγόντων το συνολικό ποσό των 1.231,06 ευρώ και στο δεύτερο εξ αυτών το συνολικό ποσό των 1.695,14 ευρώ, αμφότερα με το νόμιμο τόκο από τις 29.9.2019, επομένη της τελευταίας αποναυτολόγησής τους από το πλοίο και το ποσό των 200 ευρώ ως μέρος της δικαστικής τους δαπάνης. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι ενάγοντες με την κρινόμενη έφεσή τους, ως εν μέρει ηττηθέντες στον πρώτο βαθμό διάδικοι, έχοντας έννομο συμφέρον, που απορρέει από τη βλάβη τους, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της ως άνω απόφασης, για τους ειδικότερα αναφερόμενους στο εφετήριο λόγους, που συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες, στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται, αφενός μεν σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως προς την απορριπτική κρίση του επί του κονδυλίου της διαφοράς του μηνιαίου μισθού τους, το οποίο αφορά στις υπόλοιπες ημέρες του μήνα εκτός αυτών, κατά τις οποίες πράγματι απασχολήθηκαν στο συγκεκριμένο πλοίο και για τη βασιμότητα του οποίου επικαλούνται την εφαρμογή του άρθρου 60 του προϊσχύσαντος ΚΙΝΔ και κατ’επέκταση και ως προς την κρίση του επί του έτερου αγωγικού κονδυλίου (του δώρου Χριστουγέννων των ετών 2018 και 2019), το οποίο υπολογίζουν όχι με βάση τις ημέρες πραγματικής απασχόλησής τους στο ως άνω πλοίο, αλλά με βάση αυτές που προκύπτουν κατόπιν εφαρμογής της προαναφερθείσας διάταξης, αφετέρου δε σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων σε σχέση με την πρωτόδικη κρίση επί του συνολικού χρηματικού ποσού, που έγινε δεκτό ότι καταβλήθηκε στον πρώτο εναγόμενο έναντι των οφειλομένων αποδοχών του για τις ημέρες πραγματικής απασχόλησής του στο πλοίο αυτό και αφαιρέθηκε από το επιδικασθέν ποσό, κατά παραδοχήν ως εν μέρει βάσιμης κατ’ουσίαν της σχετικής ένστασης των εναγομένων, ζητώντας την παραδοχή της έφεσής τους και την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά το ανωτέρω μέρος, κατά το οποίο πλήττεται, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση ως προς αυτό, να γίνει καθ’ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή τους ως κατ’ουσίαν βάσιμη.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 53 και 54 του προϊσχύσαντος ΚΙΝΔ, που εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, προκύπτει ότι η σύμβαση ναυτολόγησης, που συνομολογείται μεταξύ του πλοιάρχου και του ναυτολογουμένου και συντελείται με την εγγραφή της στο ναυτολόγιο του πλοίου, καταρτίζεται για την ανάληψη υπηρεσιών σε ορισμένο πλοίο. Ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής, κατά τη διάρκεια της σύμβασης ναυτολόγησης, δεν έχουν το δικαίωμα να μεταθέσουν τον ναυτικό σε άλλο πλοίο έστω και του ίδιου πλοιοκτήτη. Όμως κατ’ εφαρμογήν της από το άρθρο 361 του ΑΚ αναγνωριζόμενης αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης, μπορεί να περιληφθεί έγκυρα στην συναπτόμενη μεταξύ του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή και του ναυτικού προκαταρκτική σύμβαση ναυτικής εργασίας, η οποία περιέχει τους όρους της ναυτολόγησης, που επακολουθεί, ή και στην ίδια τη σύμβαση ναυτολόγησης σε ορισμένο πλοίο, πρόσθετη συμφωνία, με την οποία παρέχεται στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή ή και στον πλοίαρχο το δικαίωμα να μεταθέτει το ναυτικό, κατά τη διάρκεια της σύμβασης ναυτολόγησης, σε άλλο, κατονομαζόμενο ή μη, πλοίο του ίδιου πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή. Η τυχόν επακολουθούσα δήλωση του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή ή του πλοιάρχου για τη μετάθεση του ναυτικού στο άλλο πλοίο, πρέπει να είναι ορισμένη, να αφορά δηλαδή συγκεκριμένο πλοίο, να μνημονεύει τον τόπο και το χρόνο της νέας ναυτολόγησης και να γίνεται όπως απαιτεί η καλή πίστη, ενώ δεν είναι νόμιμη αν επιφέρει ουσιώδη μεταβολή των όρων της αρχικής ναυτεργασιακής σχέσης. Με την περιέλευση στο ναυτικό της περί μετάθεσής του ορισμένης και έγκυρης δήλωσης, με την οποία ενασκείται το ως άνω διαπλαστικό δικαίωμα του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή ή του πλοιάρχου, επέρχεται λύση της αρχικής σύμβασης ναυτολόγησης με αμοιβαία συναίνεση, διότι η συναίνεση του ναυτικού εμπεριέχεται στην πρόσθετη ως άνω συμφωνία. Συγχρόνως, με την ίδια δήλωση του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή και με την περιέλευση της στο ναυτικό επέρχεται κατάρτιση νέας σύμβασης ναυτολόγησης, εφόσον βεβαίως τηρηθεί και ο από το άρθρο 53 του ΚΙΝΔ προβλεπόμενος πρόσθετος όρος (ΜονΕφΠειρ 724/2014 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΠειρ161/2014 ΕΝΔ 42.284, ΕφΠειρ 66/2013 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΜοΕφΘεσ 1115/2009 Αρμ. 2009.1217, ΕφΠειρ 482/2007 ΕΝΔ 2007.398). Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 60 του προϊσχύσαντος ΚΙΝΔ, «εάν ο μισθός συνωμολογήθη κατά μήνα, ο ναυτικός δικαιούται εις τον μισθόν των μηνών και των ημερών, καθάς διήρκεσεν η ναυτολόγησις. Εάν όμως αύτη διήρκεσε έλασσον του μηνός ο ναυτικός δικαιούται εις πλήρη μηνιαίον μισθόν. Ως πλήρης ημέρα θεωρείται η απλώς αρξαμένη».

Aπό την επανεκτίμηση της υπ’αριθμ. …./17.9.2020 ένορκης ενώπιον της Συμβολαιογράφου Μεγάρων ……….. βεβαίωσης του μάρτυρος ………, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι ενάγοντες, με πρωτοβουλία των οποίων λήφθηκε, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης εκάστης των εναγομένων, κατά τα άρθρα 421 και 422 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ.1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. τις υπ’αριθμ.9047Δ και …/4.9.2020  αντίστοιχα εκθέσεις επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς . …), των υπ’αριθμ. …. και …/23.9.2020 ένορκων ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς βεβαιώσεων των μαρτύρων …… και ……….. αντίστοιχα, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι εναγόμενες και λήφθηκαν κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόντων (βλ. σχετ. την υπ’αριθμ……./18.9.2020 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς …………), καθώς και του συνόλου των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, στα οποία περιλαμβάνονται και οι προσκομιζόμενες από τους ενάγοντες από 16.9.2021 ένορκη ενώπιον του Δικηγόρου Πειραιώς .. … βεβαίωση του μάρτυρος ……… και υπ’αριθμ………../24.6.2020 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς …….. του μάρτυρος …….., που προσκομίσθηκαν στο πλαίσιο άλλων δικών, κατόπιν κλητευσης των αντιδίκων των διαδίκων, με την επιμέλεια των οποίων λήφθηκαν,  όπως βεβαιώνεται στις ίδιες και λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (βλ.σχετ. ΑΠ 276/2021 Α΄ δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος), χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατά τα άρθρα 261 εδαφ.β΄, 352 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει πλειόνων διαδοχικών συμβάσεων παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκαν στον Πειραιά, μεταξύ ενός εκάστου των εναγόντων και της δεύτερης εναγομένης εταιρείας, που ασκούσε τον εφοπλισμό και την εμπορική εκμετάλλευση του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ ταχύπλοου πλοίου με την ονομασία «NJ», με αριθμό νηολογίου Πειραιώς ….., κ.ο.χ. 1.902,67, κυριότητας της πρώτης εναγομένης, οι ενάγοντες, Έλληνες απογεγραμμένοι ναυτικοί, προσλήφθηκαν και ναυτολογήθηκαν στο ως άνω πλοίο, αντί των προβλεπομένων από την εκάστοτε ισχύουσα Σ.Σ.Ν.Ε.  για τα μέλη των πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων μηνιαίων αποδοχών (μισθού και επιδομάτων) και όρων, με την ειδικότητα του ναύτη ο πρώτος και του θαλαμηπόλου ο δεύτερος, απασχολήθηκαν δε στο πλοίο αυτό, ασκώντας τα καθήκοντα της ειδικότητάς τους, κατά τη διάρκεια των τακτικών ακτοπλοϊκών δρομολογίων, που εκτελούσε, κατά τα κατωτέρω αναφερόμενα διαστήματα εντός των χρονικών περιόδων από 20.5.2018 έως 13.9.2018 και από 10.5.2019 έως 28.9.2019 ο πρώτος και από 20.5.2018 έως 13.9.2018 και από 5.8.2019 έως 28.9.2019 ο δεύτερος αντίστοιχα. Περαιτέρω από το προσκομιζόμενο από τον πρώτο ενάγοντα ναυτικό φυλλάδιο αποδεικνύεται ότι αυτός προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη στο πλοίο στις 20.5.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 23.5.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 14.6.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 19.6.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 28.6.2018 και απολύθηκε την επομένη λόγω μετάθεσης, στις 19.7.2108 και απολύθηκε αυθημερόν «αμοιβαία συναινέσει», στις 26.7.2018 και απολύθηκε αυθημερόν «αμοιβαία συναινέσει», στις 31.8.2018 και απολύθηκε την επομένη «αμοιβαία συναινέσει», στις 12.9.2018 και απολύθηκε την επομένη «αμοιβαία συναινέσει», στις 10.5.2019 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 4.8.2019 και απολύθηκε την επομένη λόγω μετάθεσης και στις 27.9.2019 και απολύθηκε την επομένη λόγω μετάθεσης, ήτοι απασχολήθηκε στο πλοίο με την ειδικότητα του ναύτη για 17 ημέρες συνολικά. Από δε το ναυτικό φυλλάδιο του δεύτερου των εναγόντων αποδεικνύεται ότι αυτός ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου στο ίδιο πλοίο στις 20.5.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 23.5.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 14.6.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 19.6.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 5.7.2018 και απολύθηκε αυθημερόν λόγω μετάθεσης, στις 19.7.2018 και απολύθηκε αυθημερόν «αμοιβαία συναινέσει», στις 26.7.2018 και απολύθηκε αυθημερόν «αμοιβαία συναινέσει», στις 21.8.2018 και απολύθηκε την επομένη «αμοιβαία συναινέσει», στις 31.8.2018 και απολύθηκε την επομένη «αμοιβαία συναινέσει», στις 12.9.2018 και απολύθηκε την επομένη «αμοιβαία συναινέσει», στις 4.8.2019 και απολύθηκε την επομένη λόγω μετάθεσης και στις 27.9.2019 και απολύθηκε την επομένη λόγω μετάθεσης, ήτοι απασχολήθηκε στο πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου συνολικά  για 17 ημέρες. Κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών τους τις πάσης φύσης αποδοχές τους ρύθμιζε αρχικά η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018, που κυρώθηκε με την υπ’αριθμ. 2242.5-1.5/80350/2018 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β΄ 5084/14.11.2018) και ακολούθως η Σ.Σ.Ν.Ε για τα μέλη των πληρωμάτων της ιδίας κατηγορίας πλοίων του έτους 2019, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β΄ 3170/12.8.2019). Εξάλλου, ο χρόνος εργασίας των εναγόντων στο ως άνω ταχύπλοο πλοίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ./τος 381/2001, που αφορά στην «Κύρωση του Κανονισμού περί του μεγίστου χρόνου απασχόλησης πληρωμάτων Ε/Γ και Ε/Γ – Ο/Γ ταχυπλόων πλοίων», ορίζεται σε οκτώ ώρες ημερησίως, μη δυνάμενος να παραταθεί πέραν των δύο ωρών ανά εικοσιτετράωρο και σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά μία επιπλέον ώρα ημερησίως, δηλαδή σε ένδεκα ώρες συνολικά, υπό την προϋπόθεση ότι ο συνολικός χρόνος εργασίας τους σε διάστημα επτά ημερών δεν θα υπερβαίνει τις εβδομήντα ώρες. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι αμφότερες οι εναγόμενες συμμετέχουν στον επιχειρηματικό όμιλο εταιρειών με το διακριτικό τίτλο «SJ», που περιλαμβάνει διάφορες εταιρείες των ιδίων οικονομικών συμφερόντων, κυπριακές (οι οποίες διατηρούν νομίμως εγκατεστημένα στην Ελλάδα υποκαταστήματα) και ελληνικές, κυρίως ή πλοικτήτριες πλοίων υπό ελληνική ή κυπριακή σημαία, κατά κανόνα μονοβάπορες, που δραστηριοποιούνται με τα πλοία τους στην ακτοπλοΐα, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι ταχύπλοα και  δρομολογούνται μόνον κατά τη θερινή περίοδο του έτους, ήτοι κατά τους μήνες Μάιο έως Οκτώβριο, φέρουν δε το ίδιο διακριτικό σήμα «SJ» στις πλευρές τους. Αποδείχθηκε επίσης ότι όλες οι κυπριακές εταιρείες του ομίλου εδρεύουν στην Κύπρο στην  ίδια διεύθυνση (ήτοι στη …. επί της οδού …………), εκπροσωπούνται από το ίδιο πρόσωπο (το ………..), ενώ και τα υποκαταστήματα αυτών στη Ελλάδα επίσης εδρεύουν στην ίδια διεύθυνση (στον Πειραιά επί της οδού ……….), όπου εδρεύουν και οι ελληνικές εταιρείες του ομίλου, νόμιμος εκπρόσωπος των οποίων τυγχάνει το ίδιο πρόσωπο (ο ……….), αλλά και η δεύτερη εναγόμενη, άπασες δε οι εταιρείες, ελληνικές και κυπριακές, κυρίες των πλοίων, διαθέτουν τον αυτό τηλεφωνικό αριθμό και την αυτή διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, πρόκειται δηλαδή στην πραγματικότητα περί της αυτής επιχείρησης, παρότι οι εταιρείες μέλη του ομίλου συνιστούν αδιαμφισβήτητα αυτοτελή νομικά πρόσωπα. Ειδικότερα στο συγκεκριμένο όμιλο συμμετείχαν κατά το επίδικο χρονικό διάστημα η εταιρεία «………..» με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «TJ», η εταιρεία «……»  με υπό ελληνική σημαία πλοίο «AB», η εταιρεία «H…….» με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «CJ1», η εταιρεία «………» με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «PJ», η εταιρεία «……….» με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «CJ2», η εταιρεία «………..» με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «CV», η εταιρεία «…….» με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «AJ», η εταιρεία …….. με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «WJ», η εταιρία «……..» με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «SJ» και η εταιρεία «……….» με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο «PJ». Μάλιστα η πλειοψηφία των ανωτέρω εταιρειών συμμετείχαν και ως μέλη κοινοπραξιών, όπως στην «…….» και τον διακριτικό τίτλο «……….» κατά το έτος 2018 και στην «……» και τον διακριτικό τίτλο «……….» κατά τα έτη 2018 και 2019. Αποδείχθηκε επίσης ότι στις προσκομιζόμενες ατομικές συμβάσεις εργασίας των εναγόντων στο ανωτέρω πλοίο, που συνήψαν με τη δεύτερη εναγόμενη, περιλήφθηκε συμπληρωματικός όρος, σύμφωνα με τον οποίο η «εταιρεία έχει το αποκλειστικό δικαίωμα και ο ναυτικός συναινεί από τούδε στη μετάθεσή του σε οποιοδήποτε άλλο πλοίο ιδίων μετά της εταιρείας συμφερόντων, ανεξαρτήτως των εκτελούμενων δρομολογίων και εν γένει πλόων ή μη, την οποία μετάθεση και υποχρεούται να αποδεχθεί αμελλητί ο ναυτικός, διαφορετικά η σύμβαση του λύεται αναποζημίωτα. Η αλλαγή των δρομολογίων του πλοίου δεν συνιστά λόγο και δεν παρέχει δικαίωμα στον ναυτικό να καταγγείλει τη σύμβασή του». Ο συμβατικός αυτός όρος, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, τυγχάνει έγκυρος, δοθέντος ότι η ανωτέρω εναγομένη δεν είχε υποχρέωση να κατονομάσει συγκεκριμένο πλοίο στο οποίο μπορούσε να μετατεθεί ο αντισυμβαλλόμενός της ναυτικός, τέτοια δε υποχρέωση υπείχε μόνον κατά την υποβολή δήλωσης μετάθεσης προς τον ναυτικό, η οποία κατά τα ανωτέρω έπρεπε να είναι ορισμένη, να αφορά δηλαδή συγκεκριμένο πλοίο και να μνημονεύει τον τόπο και τον χρόνο της νέας ναυτολόγησης. Αποδείχθηκε επίσης ότι, στο πλαίσιο της ως άνω συμφωνίας, οι ενάγοντες κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα εντός των ετών 2018 και 2019, πέραν του συγκεκριμένου πλοίου, που εκτελούσε καθημερινά τακτικά ακτοπλοϊκά δρομολόγια, με αφετηρία τους λιμένες της Ραφήνας ή του Πειραιώς και προορισμό τους λιμένες διαφόρων νήσων των Κυκλάδων, με προσέγγιση στο ενδιάμεσο του ημερησίου δρομολογίου του των λιμένων άλλων νήσων των Κυκλάδων και επιστροφή στον εκάστοτε λιμένα αφετηρίας, ναυτολογήθηκαν πλειστάκις και σε άλλα ταχύπλοα πλοία του ιδίου ομίλου οικονομικών συμφερόντων, όπως αποδεικνύεται από τις σχετικές εγγραφές στα προσκομιζόμενα ναυτικά τους φυλλάδια, προκειμένου να απασχοληθούν ως «δεύτερο πλήρωμα» αυτών σε τμήματα του δρομολογίου τους, ώστε να μη γίνεται υπέρβαση του κατά νόμο προβλεπομένου ημερησίου χρόνου εργασίας των μελών του «πρώτου» πληρώματός τους, προηγηθείσης κάθε φορά της απόλυσής τους από το εν λόγω πλοίο, που ελάμβανε χώρα, είτε λόγω μετάθεσης, είτε «αμοιβαία συναινέσει», κατά κανόνα την ίδια ημέρα της ναυτολόγησής τους ή την επόμενη, με αποτέλεσμα οι ναυτολογήσεις τους στο πλοίο να διαρκούν μία ημέρα ή δύο το μέγιστο πριν από την αποναυτολόγησή τους, για να επακολουθήσει σχεδόν αμέσως η ναυτολόγησή τους σε έτερο πλοίο, όπου και παρείχαν τις υπηρεσίες τους, εισπράττοντας πάντοτε τις αναλογούσες στις ημέρες εργασίας τους αποδοχές. Οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι για τις ημέρες ναυτολόγησής τους κάθε μήνα σε κάθε πλοίο, στο οποίο ναυτολογήθηκαν, υφίσταται αντίστοιχη υποχρέωση της πλοιοκτήτριας αυτού να τους καταβάλει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, έναν πλήρη μηνιαίο μισθό. Συγκεκριμένα ότι, εφόσον στην κρινόμενη περίπτωση καθεμία από τις προαναφερθείσες ναυτολογήσεις τους στο ανωτέρω πλοίο διήρκεσε για χρονικό διάστημα μικρότερο του μηνός, υποχρεούνται οι εναγόμενες να καταβάλουν στον καθέναν τους, εις ολόκληρον έκαστη, η πρώτη ως κυρία του πλοίου με αυτό και μέχρι την αξία του, κατ’εφαρμογήν της εν λόγω διάταξης, όχι μόνον τις αποδοχές για την πραγματικά παρασχεθείσα εργασία τους κατά τις διαλαμβανόμενες ημέρες κάθε μήνα, αλλά έναν πλήρη μηνιαίο μισθό, ήτοι τις νόμιμες αποδοχές τους και των υπολοίπων ημερών του αντίστοιχου μήνα των επίδικων ναυτολογήσεών τους. Πλην όμως δε δικαιούνται να λάβουν το αιτούμενο ποσό διότι στην προκειμένη περίπτωση δεν δύναται να θεωρηθεί ότι οι ναυτολογήσεις τους διαρκούσαν έλασσον του μηνός, υπό την έννοια της διάταξης του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, ώστε καθένας τους να δικαιούται πλήρη το μηνιαίο μισθό του, δηλαδή και για τις υπόλοιπες ημέρες του μήνα, κατά τις οποίες δεν απασχολήθηκαν πραγματικά στο συγκεκριμένο πλοίο. Και τούτο καθόσον, η ναυτολόγηση εκάστου εξ αυτών λυόταν μεν, είτε κατόπιν της σχετικής δήλωσης της δεύτερης εναγομένης περί της μετάθεσής τους σε άλλο πλοίο του ιδίου ομίλου, σε εκτέλεση ρητού όρου των εργασιακών τους συμβάσεων κατά τα προεκτεθέντα, είτε με κοινή συναίνεση των ιδίων και του Πλοιάρχου, πλην όμως τυπικά, διότι ουσιαστικά συνεχιζόταν χωρίς διακοπή και κατά το υπόλοιπο χρονικό διάστημα του μήνα, με τους ίδιους ακριβώς εργασιακούς όρους και συνθήκες, σε άλλα πλοία του ίδιου επιχειρηματικού ομίλου οικονομικών συμφερόντων, ήτοι στην πραγματικότητα στον ίδιο εργοδότη, χωρίς ουσιαστική αλλαγή ή δυσμενή μεταβολή στην εργασιακή τους κατάσταση, σύμφωνα με τη βούληση των συμβαλλομένων μερών, όπως αποτυπώθηκε στις ατομικές συμβάσεις εργασίας των εναγόντων, οι οποίοι κατά την πρόσληψή τους τελούσαν σε γνώση ότι θα κληθούν να απασχοληθούν όχι μόνον σε ένα συγκεκριμένο πλοίο, αλλά σε περισσότερα του ενός πλοία της ίδιας επιχείρησης ως δεύτερο πλήρωμα και δη πλειστάκις εντός του ιδίου μηνός και συμφώνησαν να παρέχουν τοιουτοτρόπως τις υπηρεσίες τους, λάμβαναν μάλιστα για την εργασία τους σε κάθε πλοίο στο σύνολό τους τις αναλογούσες στο διάστημα της εργασίας τους σ’αυτό νόμιμες αποδοχές, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες από τις εναγόμενες αποδείξεις πληρωμής και τα αντίστοιχα αποδεικτικά εμβασμάτων. Ενόψει τούτου εξάλλου δε συντρέχει και ο δικαιολογητικός λόγος θέσπισης της διάταξης του άρθρου 60 του ΚΙΝΔ, ο οποίος κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, δεν είναι μόνον η αποθάρρυνση της πρόωρης απόλυσης του ναυτικού (βλ.σχετ. ΑΠ 871/1989 ΕλλΔνη 1991.527), αλλά και η κατά το δυνατόν εξασφάλιση των μέσων διαβίωσής του σε περίπτωση αιφνίδιας απώλειας της εργασίας του παρά τη θέλησή του και χωρίς υπαιτιότητά του, ενόσω βρίσκεται σε αναζήτηση εργασίας, καθόσον στην προκειμένη περίπτωση οι ενάγοντες, οι οποίοι κατά την  πρόσληψή τους είχαν συμφωνήσει σε επικείμενη ναυτολόγησή τους σε άλλο πλοίο, συνέχιζαν να ναυτολογούνται χωρίς διακοπή από τη δεύτερη εναγόμενη στα πλοία του ομίλου “…….”, των οποίων ασκούσε τον εφοπλισμό, εισπράττοντας τις αναλογούσες στις ημέρες εργασίας τους αποδοχές και δεν υποχρεώθηκαν σε ανεύρεση εργασίας σε άλλον εργοδότη χωρίς έσοδα για τα προς το ζην και σε καμία περίπτωση δεν αποβλέπει η καθιέρωση της διάταξης στον πλουτισμό του ναυτικού διά της είσπραξης αποδοχών πλειστάκις για παρασχεθείσα εργασία κατά το αυτό χρονικό διάστημα. Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ουσίαν αβάσιμες οι ένδικες αξιώσεις των εναγόντων για οφειλόμενες δεδουλευμένες αποδοχές τους και των υπολοίπων ημερών του μήνα, πέραν των αποδοχών των ημερών κατά τις οποίες απασχολήθηκαν πραγματικά εντός του ιδίου μηνός, κατά τα έτη 2018 και 2019 στο συγκεκριμένο πλοίο,  καθώς και για την αναλογία των δώρων Χριστουγέννων των ιδίων ετών ολοκληρου του ανωτέρω χρονικού διαστήματος των πραγματικών και “πλασματικών” ημερών απασχόλησής τους. Κατ’ακολουθίαν των προεκτεθέντων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του επίσης απέρριψε για τον ίδιο λόγο το αγωγικό κονδύλιο των συμπληρωματικών αποδοχών του αντίστοιχου μηνός κατά τα έτη 2018 και 2019 και επιδίκασε στους ενάγοντες μόνον τη διαφορά των αποδοχών τους, που αντιστοιχούσαν στις πραγματικές ημέρες απασχόλησής τους στο πλοίο αυτό εντός του ιδίου μηνός, με βάση τις οποίες υπολόγισε και την κριθείσα ως οφειλόμενη διαφορά των δώρων Χριστουγέννων των ανωτέρω ετών, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφήρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τους ενάγοντες με τους τρεις πρώτους λόγους της έφεσής τους απορριπτομένων ως αβασίμων. Επισημαίνεται ότι η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επί του αγωγικού κονδυλίου, το οποίο αφορά σε διαφορές αναλογίας δώρου Χριστουγέννων των εναγόντων για τα έτη 2018 και 2019 και το οποίο έγινε εν μέρει δεκτό ως κατ’ουσίαν βάσιμο, δεν πλήττεται από τους ανωτέρω κατά τα λοιπά ειδικά με την ένδικη έφεσή τους.

Τέλος, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο από το κριθέν ως οφειλόμενο στον πρώτο ενάγοντα ως δεδουλευμένες αποδοχές του για τις 17 συνολικά ημέρες πραγματικής απασχόλησής του στο συγκεκριμένο πλοίο εντός των ετών 2018 και 2019 ποσό των 1.716,61 ευρώ, παραδοχή που δεν πλήττεται ειδικά με την κρινόμενη έφεση, αφαίρεσε το συνολικό ποσό των 684,42 ευρώ, το οποίο δέχθηκε ότι καταβλήθηκε στον ανωτέρω έναντι της απαίτησής του αυτής και κατά το οποίο δέχθηκε ως κατ’ουσίαν βάσιμη την ένσταση εξόφλησης των εναγομένων, λαμβάνοντας υπόψη τα προσκομιζόμενα από αμφότερα τα διάδικα μέρη αποδείξεις μισθοδοσίας και τραπεζικά εντάλματα πληρωμής, μη συνυπολογίζοντας στο αφαιρεθέν ποσό το αναγραφόμενο στα εν λόγω έγγραφα ως καταβληθέν για επιδόματα εορτών ποσό και του επιδίκασε ακολούθως τη διαφορά, ποσού 1.032,12 ευρώ, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, των υποστηριζομένων απ’αυτόν με τον τέταρτο λόγο της έφεσης περί είσπραξης έναντι του μισθού του συνολικά του (μικρότερου) ποσού των 571,04 ευρώ απορριπτομένων ως αβασίμων.

Κατ’ακολουθίαν όσων προεκτέθηκαν, μη υπάρχοντος έτερου λόγου προς έρευνα, θα πρέπει ν’απορριφθεί κατ’ουσίαν η κρινόμενη έφεση στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν υποβολής με τις προτάσεις τους σχετικού αιτήματος, θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την από 29.3.2021 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ………/29.3.2021 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. δικογρ………../5.5.2021 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση κατά της υπ’αριθμ. 226/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τη δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 5.10.2023

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ