Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 477/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης   477/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ 2ο

Αποτελούμενο από την Δικαστή Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και από την Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της εκκαλούσας – εναγόμενης: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» που εδρεύει στο … Αττικής, οδός ……….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αθανάσιο Ψάλτη (ΑΜ ….. Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς).

Της εφεσίβλητης – ενάγουσας: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……..» που εδρεύει στο … Αττικής, οδός ………….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Καλλιόπη Κουγιούρη (ΑΜ …. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών) .

Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 10.06.2019 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …/2019 και ειδικό …./2019 αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 660/2021 οριστική απόφασή του που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Η εκκαλούσα – εναγόμενη προσέβαλε την απόφαση αυτή με την από 05.04.2021 έφεσή της που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/06.05.2021 και ειδικό …../06.05.2021 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …../25.06.2021 και ειδικό …../25.06.2021, για τη δικάσιμο της 22.09.2022 και μετά από αναβολή για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν δηλώσεις κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 660/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή της εφεσίβλητης – ενάγουσας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η έφεση ασκήθηκε μετά την 01.01.2016), δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα – εναγόμενη την 06.04.2021 (βλ. Την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. …../06.04.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ……….), η δε κρινόμενη από 05.04.2021 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …../06.05.2021 και ειδικό ……/06.05.2021 της γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στη συνέχεια το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 του ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα – εναγόμενη το παράβολο των 100,00 ευρώ που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ.

Η ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία στην από 10.06.2019 και με αριθμό κατάθεσης γενικό ……/2019 και ειδικό …./2019 αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς εξέθετε ότι δυνάμει της ενσωματωθείσας στο αγωγικό δικόγραφο από 10.03.2017 έγγραφης σύμβασης έργου που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων, η εναγόμενη ανώνυμη εταιρία ως εργολάβος ανέθεσε σε αυτήν ως υπεργολάβο την εκτέλεση του έργου «…………….» με εργοδότρια την εταιρεία «…………..», και ειδικότερα την εκτέλεση των ηλεκτρολογικών εργασιών για την αναβάθμιση των καταστημάτων ………, σύμφωνα με τα σχέδια και τις προδιαγραφές της εργοδότριας και με τις τιμές μονάδας της προσφοράς της υπεργολάβου, ότι συμφωνήθηκε αμοιβή της υπεργολάβου κατά μονάδες εργασιών που θα παρέμεναν σταθερές μέχρι την πλήρη αποπεράτωση του έργου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3.1 της σύμβασης, ότι η αμοιβή της υπεργολάβου υπολογίσθηκε ενδεικτικώς στο συνολικό ποσό των 250.000,00 ευρώ και ορίσθηκε ότι το τελικό ύψος αυτής θα υπολογιζόταν με βάση τις προαναφερόμενες τιμές μονάδας και τις αντίστοιχες ποσότητες που θα προέκυπταν κατά την τελική επιμέτρηση του έργου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1.3 της σύμβασης, ότι στις συμφωνηθείσες τιμές μονάδας περιλαμβάνονταν όλες εν γένει οι δαπάνες και τα έξοδα της υπεργολάβου για την εκτέλεση του έργου, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στο άρθρο 3.2 της σύμβασης, ότι συμφωνήθηκε τμηματική καταβολή της αμοιβής της υπεργολάβου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5.1 και 5.2 της σύμβασης, και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι κάθε μήνα αυτή θα συντάσσει και θα υποβάλει προς έλεγχο στην εργολάβο ανακεφαλαιωτικές επιμετρήσεις των εκτελεσθεισών εργασιών, τις οποίες η τελευταία θα ελέγχει και εφόσον τις θεωρεί ακριβείς θα αφαιρεί από την αμοιβή: α) τυχόν δαπάνες που έγιναν από την εργολάβο για λογαριασμό της υπεργολάβου, β) το συνολικό ποσό που πληρώθηκε στην υπεργολάβο με τις προηγούμενες πιστοποιήσεις και την αναλογία της τυχόν καταβληθείσας προκαταβολής, γ) το συνολικό ποσό που πληρώθηκε έναντι εργασιών βάσει των ημερομισθίων των εργαζόμενων, δ) τον Φ.Ε.Ε. όπως ισχύει κατά τον χρόνο τιμολόγησης, και στη συνέχεια θα καταβάλει στην υπεργολάβο το εναπομένων μετά τις ανωτέρω κρατήσεις μηνιαίο ποσό τοις μετρητοίς, ενώ ορίσθηκε στο άρθρο 5.3 της σύμβασης, ως προυπόθεση για την εξόφληση κάθε μηνιαίας πιστοποίησης, η προσκόμιση τιμολογίων από την υπεργολάβο στην εργολάβο, ότι επιπλέον δυνάμει της ενσωματωθείσας στο αγωγικό δικόγραφο από 01.12.2017 έγγραφης σύμβασης έργου που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων, η εναγόμενη ως εργολάβος ανέθεσε σε αυτήν ως υπεργολάβο την εκτέλεση του έργου «………….» με εργοδότρια την εταιρεία «……….», και ειδικότερα την εκτέλεση της αποπεράτωσης των ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων δίκλινων και τρίκλινων δωματίων του ξενοδοχείου πέντε αστέρων στο …… Χανίων, σύμφωνα με τα σχέδια και τις προδιαγραφές της εργοδότριας και με τις τιμές μονάδας της προσφοράς της υπεργολάβου, ότι η αμοιβή της υπεργολάβου ορίσθηκε στο συνολικό ποσό των 46.530,00 ευρώ και συμφωνήθηκε ότι θα παρέμενε σταθερή μέχρι την πλήρη αποπεράτωση του έργου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3.1 και 3.2 της σύμβασης, ότι στη συμφωνηθείσα αμοιβή περιλαμβάνονταν όλες εν γένει οι δαπάνες και τα έξοδα της υπεργολάβου για την εκτέλεση του έργου, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στο άρθρο 3.3 της σύμβασης, ότι συμφωνήθηκε τμηματική καταβολή της αμοιβής της υπεργολάβου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5.1 και 5.2 της σύμβασης, και συγκεκριμένα ορίσθηκε ότι κάθε μήνα αυτή θα συντάσσει και θα υποβάλει προς έλεγχο στην εργολάβο ανακεφαλαιωτικές επιμετρήσεις των εκτελεσθεισών εργασιών, τις οποίες η τελευταία θα ελέγχει και θα αφαιρεί από την αμοιβή: α) το συνολικό ποσό που πληρώθηκε στην υπεργολάβο με τις προηγούμενες πιστοποιήσεις, β) τον Φ.Ε.Ε. όπως ισχύει κατά τον χρόνο τιμολόγησης, και στη συνέχεια θα καταβάλει στην υπεργολάβο το εναπομένων μετά τις ανωτέρω κρατήσεις μηνιαίο ποσό τοις μετρητοίς, ενώ ορίσθηκε στο άρθρο 5.3 της σύμβασης, ως προϋπόθεση για την εξόφληση κάθε μηνιαίας πιστοποίησης, η προσκόμιση τιμολογίων από την υπεργολάβο στην εργολάβο, ότι η αμοιβή της για το έργο «……….» ανήλθε στο συνολικό ποσό των 305.601,53 ευρώ, για το οποίο εξέδωσε τα ενσωματωθέντα στην αγωγή υπ’ αριθ. …/30.05.2017, …/30.11.2017, …./08.12.2017, …./27.12.2017, …./29.12.2017 και …/31.12.2018 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, ποσού 6.200,00 ευρώ, 145.252,48 ευρώ, 18.022,37 ευρώ, 71.426,96 ευρώ, 31.122,49 ευρώ και 33.577,23 ευρώ, αντίστοιχα, ενώ συνέταξε και υπέβαλε προς έλεγχο στην εναγόμενη τις ενσωματωθείσες στην αγωγή ανακεφαλαιωτικές επιμετρήσεις των εκτελεσθεισών εργασιών, συνολικής πληρωτέας αξίας προ ΦΠΑ 597.500,56 ευρώ, τις οποίες αυτή αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα θέτοντας την υπογραφή του νόμιμου εκπροσώπου της υπό την εταιρική της επωνυμία, και συγκεκριμένα η πρώτη χρονικού διαστήματος από την 13.03.2017 έως την 31.08.2017, πληρωτέας αξίας προ ΦΠΑ 131.673,27 ευρώ, η δεύτερη χρονικού διαστήματος από την 31.08.2017 έως την 31.12.2017, πληρωτέας αξίας προ ΦΠΑ 219.374,44 ευρώ και η τρίτη χρονικού διαστήματος από την 01.01.2018 έως την 30.04.2018, πληρωτέας αξίας προ ΦΠΑ 246.452,85 ευρώ, ότι επιπλέον η αμοιβή της για το έργο «………………» ανήλθε στο ποσό των 28.520,00 ευρώ, για το οποίο εξέδωσε το ισόποσο ενσωματωθέν στην αγωγή υπ’ αριθ. …../31.12.2018 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, ενώ συνέταξε και υπέβαλε προς έλεγχο στην εναγόμενη την ενσωματωθείσα στην αγωγή ανακεφαλαιωτική επιμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, χρονικού διαστήματος από την 01.11.2017 έως την 30.04.2018, πληρωτέας αξίας με ΦΠΑ 46.530,50 ευρώ, την οποία αυτή αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα θέτοντας την υπογραφή του νόμιμου εκπροσώπου της υπό την εταιρική της επωνυμία, ότι αν και η ίδια εκπλήρωσε τις συμβατικές της υποχρεώσεις και παρέδωσε τα συμφωνηθέντα ως άνω έργα, η εναγόμενη δεν της κατέβαλε ολόκληρες τις ανωτέρω αμοιβές της ύψους 305.601,53 ευρώ και 28.520,00 ευρώ, αντίστοιχα, συνολικού ύψους 334.121,53 ευρώ, πλην του ποσού των 200.633,59 ευρώ, με αποτέλεσμα να της οφείλει το υπόλοιπο ποσό των 133.487,94 ευρώ. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησε, κατόπιν παραδεκτού κατ’ άρθρα 223, 295 και 297 του ΚΠολΔ περιορισμού του αγωγικού αιτήματος κατά το ποσό των 5.500,00 ευρώ, λόγω καταβολής εκ μέρους της εναγόμενης, να υποχρεωθεί αυτή να της καταβάλει το ποσό των 127.987,94 ευρώ (133.487,94 ευρώ – 5.500,00 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της έκδοσης εκάστου τιμολογίου παροχής υπηρεσιών, άλλως από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγόμενη στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 660/2021 απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, έκανε αυτή εν μέρει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 127.987,94 ευρώ. Ήδη με την υπό κρίση έφεση η εκκαλούσα – εναγόμενη παραπονείται κατά της εκκαλουμένης απόφασης για τους λόγους αυτής που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή και εφαρμογή του νόμου, ζητεί δε την εξαφάνισή της, προκειμένου να απορριφθεί στο σύνολό της η εναντίον της αγωγή.

Κατά το άρθρο 681 του AK, με τη σύμβαση έργου ο ένας συμβαλλόμενος, αποκαλούμενος εργολάβος, αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο, ο δε έτερος, αποκαλούμενος εργοδότης, να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή, ενώ κατά το άρθρο 694 του ίδιου Κώδικα, η αμοιβή του εργολάβου καταβάλλεται κατά την παράδοση του έργου, αν δε η παράδοση του έργου και η καταβολή της αμοιβής συμφωνήθηκε να γίνουν τμηματικά, η αμοιβή καταβάλλεται μόλις γίνει η παράδοση κάθε τμήματος. Κατά την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων από δικονομική άποψη, για την έννοια του ορισμένου κατά το άρθρο 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ, της αγωγής με την οποία ο ενάγων επιδιώκει την καταβολή της εργολαβικής του αμοιβής, οφείλει να επικαλεστεί στο δικόγραφο αυτής τη σύμβαση, το έργο που συμφωνήθηκε, το είδος και το ύψος της αμοιβής και ότι εκτέλεσε προσηκόντως την υποχρέωση που τον βαρύνει με την παράδοση του έργου (ΑΠ 703/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 597/2015 ΝΟΜΟΣ). Η αμοιβή του εργολάβου μπορεί να ορίζεται κατά την κατάρτιση της συμβάσεως με πολλούς τρόπους, ήτοι κατ’ αποκοπή, κατά μονάδα έργου, επί τη βάσει προϋπολογισμού, απολογιστικά, χρονικά, με ποσοστά ή και να καταλείπεται ακαθόριστη ως προς το ποσό και τον τρόπο υπολογισμού (ΑΠ 897/2019 ΝΟΜΟΣ). Εάν η αμοιβή έχει συμφωνηθεί κατά μονάδα των εργασιών που θα εκτελεσθούν, ο εργολάβος οφείλει να επικαλεσθεί στην αγωγή του ποια είναι αυτή κατά μονάδα κάθε εργασίας και ποιες ποσότητες στις συμφωνηθείσες μονάδες από κάθε εργασία εκτελέσθηκαν (ΑΠ 1462/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 314/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1539/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 508/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1336/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 412/1993 ΕλλΔνη 1995. 376, ΕφΛαρ 102/2012 Δικογραφία 2012. 500, ΕφΠατρ 517/2002 ΑχαΝομ 2003. 53). Εξάλλου, η παράδοση του έργου στον εργοδότη μπορεί να ολοκληρώνεται με μόνη την αποπεράτωση των εργασιών εκτέλεσης του αναληφθέντος έργου, χωρίς να χρειάζεται άλλη ενέργεια του εργολά­βου, όπως συμβαίνει όταν λόγω της φύ­σης του παραχθέντος αποτελέσματος ή όταν ο εργοδότης ουδέποτε αποξενώθηκε της κατοχής του πράγματος, οπότε στις περιπτώσεις αυτές ως παράδοση κατά το άρθρο 694 παρ. 1 του ΑΚ νοείται η αποπεράτωση του έργου (Καρδάρας σε ΕρμΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, άρθρο 694 αρ. 6 και εκεί παραπομπές). Ο ακριβής χρόνος κα­τάρτισης της εργολαβικής σύμβασης δεν είναι αναγκαίο, καταρχήν, να αναφέρεται στο δικόγραφο της αγωγής, εκτός αν ανακύπτει ζήτημα παραγραφής (ΑΠ 329/2007 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 381/2006 ΝΟΜΟΣ), ούτε αποτελεί στοιχείο της αγωγής η έγγραφη ή προφο­ρική κατάρτιση της σύμβασης μίσθωσης έργου, εφόσον για την εν λόγω σύμβαση δεν απαιτείται η τήρηση του εγγράφου τύπου, και ο τόπος συνομολόγησης αυτής, αν από το στοιχείο αυτό δεν επηρεάζεται η τοπική αρμοδιότητα του δικαστηρίου (ΑΠ 508/2008 ό.π.). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 522 του ΚΠολΔ, με την άσκηση της εφέσεως η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους. Από το μεταβιβαστικό αυτό αποτέλεσμα της εφέσεως το εφετείο αποκτά την εξουσία να εξετάσει όλους τους ισχυρισμούς που υποβάλλονται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 525 μέχρι 527 του ίδιου κώδικα, τόσο από τη μια πλευρά όσο και από την άλλη και, παρόλο ότι ο εκκαλών με την έφεση παραπονιέται διότι η αγωγή του απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, μπορεί να κρίνει, μετά και από αυτεπάγγελτη μάλιστα έρευνα, ότι η αγωγή είναι μη νόμιμη, απαράδεκτη ή αόριστη. Στην περίπτωση αυτή, μη επιτρεπόμενης, κατά τη διάταξη του άρθρου 534 του ΚΠολΔ, της αντικαταστάσεως των αιτιολογιών της εκκαλούμενης αποφάσεως, διότι η αντικατάσταση αυτή οδηγεί σε διαφορετικό, κατά το αποτέλεσμα, διατακτικό, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση και απορρίπτεται η αγωγή ως μη νόμιμη, απαράδεκτη ή αόριστη, και μάλιστα χωρίς ειδικό γι’ αυτό παράπονο, κατά τη διάταξη του άρθρου 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι η απόφαση αυτή είναι επωφελέστερη για τον εκκαλούντα από την εκκληθείσα (ΑΠ 356/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1951/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 162/2013 ΕλλΔνη 2013. 168, ΕφΑθ 1531/2011 ΔΕΕ 2011. 936, ΕφΑθ 3289/2009 ΝΟΜΟΣ). Αντίστοιχα λόγω του μεταβιβαστικού αποτελέσματος επί εφέσεως του εναγόμενου, αν η αγωγή είναι αβάσιμη κατά το νόμο, αόριστη ή απαράδεκτη και έγινε πρωτοδίκως δεκτή κατ’ ουσία, ολικά ή κατά ένα μέρος, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου, να εξετάσει αυτεπάγγελτα τις άνω ελλείψεις και να την απορρίψει ως αόριστη ή ως αβάσιμη κατά νόμο κ.λ.π. αρκεί ο εκκαλών να ζητεί την απόρριψή της έστω και για άλλους λόγους και να μην εκδοθεί επιβλαβέστερη απόφαση γι’ αυτόν, χωρίς αντέφεση του ενάγοντα (ΑΠ 1436/2002 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 7/2001 ΕλλΔνη 42. 925, ΕφΠειρ 77/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 4924/2012 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΑθ 20/2018 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή ελέγχεται απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, καθόσον δεν περιέχονται σ’ αυτή όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 681 και 694 του ΑΚ, που είναι αναγκαία για την άμυνα της εναγόμενης και για τη δυνατότητα εκ μέρους του Δικαστηρίου υπαγωγής των ιστορουμένων πραγματικών περιστατικών στις ανάλογες διατάξεις του νόμου, καθώς και για τον έλεγχο της βασιμότητας των αγωγικών ισχυρισμών, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Ειδικότερα, αναφορικά με το έργο «………………», αν και εκτίθεται στην αγωγή ότι συμφωνήθηκε αμοιβή κατά μονάδες εργασίας σύμφωνα με την προσφορά της ενάγουσας υπεργολάβου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1.1 της καταρτισθείσας μεταξύ των διαδίκων από 10.03.2017 σύμβασης έργου, καθώς και ότι η αμοιβή της ενάγουσας υπεργολάβου υπολογίσθηκε ενδεικτικώς στο συνολικό ποσό των 250.000,00 ευρώ και ορίσθηκε ότι το τελικό ύψος αυτής θα υπολογιζόταν με βάση τις προαναφερόμενες τιμές μονάδας και τις αντίστοιχες ποσότητες που θα προέκυπταν κατά την τελική επιμέτρηση του έργου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1.3 της ένδικης σύμβασης, εντούτοις δεν γίνεται αναφορά στο αγωγικό δικόγραφο των επιμέρους εργασιών του έργου που εκτελέσθηκαν, ούτε των αναλυτικών επιμετρήσεων των εκτελεσθει­σών εργασιών, για τις οποίες είχε συμφωνηθεί αμοιβή κατά μονάδα εργασίας, ώστε να προκύπτει ποιες ποσότητες στις συμφωνηθείσες μονάδες από κάθε εργασία εκτελέστηκαν. Αντιθέτως, εκτίθεται αορίστως στην αγωγή ότι η αμοιβή της ενάγουσας υπεργολάβου ανήλθε στο συνολικό ποσό των 305.601,53 ευρώ, για το οποίο αυτή εξέδωσε τα ενσωματωθέντα στην αγωγή υπ’ αριθ. …/30.05.2017, …/30.11.2017, …/08.12.2017, …/27.12.2017, …/29.12.2017 και …/31.12.2018 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, ποσού 6.200,00 ευρώ, 145.252,48 ευρώ, 18.022,37 ευρώ, 71.426,96 ευρώ, 31.122,49 ευρώ και 33.577,23 ευρώ, αντίστοιχα, χωρίς, όμως, να γίνε­ται λεπτομερής αναφορά των εργασιών που εκτελέσθηκαν βάσει της από 10.03.2017 σύμβασης έργου μεταξύ των διαδίκων, και χωρίς να προσδιορίζεται ειδικότερα το κόστος των επιμέρους εκτελεσθεισών εργασιών βάσει της τελικής επιμέτρησης του έργου, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1.3 της ένδικης σύμβασης έργου, ήτοι βάσει των ποσοτήτων των μονάδων κάθε εργασίας που εκτελέσθηκε, ώστε να προκύπτει το αξιούμενο ποσό των 305.601,53 ευρώ. Η αοριστία αυτή του αγωγικού δικογράφου δεν δύναται να θεραπευθεί ούτε από τις ενσωματωθείσες στην αγωγή ανακεφαλαιωτικές επιμετρήσεις των εκτελεσθεισών εργασιών, η πρώτη χρονικού διαστήματος από την 13.03.2017 έως την 31.08.2017, πληρωτέας αξίας προ ΦΠΑ 131.673,27 ευρώ, η δεύτερη χρονικού διαστήματος από την 31.08.2017 έως την 31.12.2017, πληρωτέας αξίας προ ΦΠΑ 219.374,44 ευρώ και η τρίτη χρονικού διαστήματος από την 01.01.2018 έως την 30.04.2018, πληρωτέας αξίας προ ΦΠΑ 246.452,85 ευρώ, τις οποίες συνέταξε η ενάγουσα και υπέβαλε προς έλεγχο στην εναγόμενη, λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι σ’ αυτές αναγράφεται ως συνολική πληρωτέα αξία προ ΦΠΑ το ποσό των 597.500,56 ευρώ, το οποίο ουδόλως ταυτίζεται με το αιτούμενο ποσό της αμοιβής της ενάγουσας ύψους 305.601,53 ευρώ. Όσον αφορά στο έργο «………………», αν και εκτίθεται στην αγωγή ότι συμφωνήθηκε κατ’ αποκοπή αμοιβή της ενάγουσας υπεργολάβου ύψους 46.530,00 ευρώ, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3.1 της καταρτισθείσας μεταξύ των διαδίκων από 01.12.2017 σύμβασης έργου, εντούτοις δεν γίνεται αναφορά στο αγωγικό δικόγραφο ποιες επιμέρους εργασίες του έργου εκτελέσθηκαν και ποια η αξία αυτών, ώστε να προκύπτει το αιτούμενο μέρος της συμφωνηθείσας αμοιβής της ενάγουσας ύψους 28.520,00 ευρώ, για το οποίο αυτή εξέδωσε το ενσωματωθέν στην αγωγή υπ’ αριθ. …../31.12.2018 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών. Η αοριστία δε αυτή του αγωγικού δικογράφου δεν δύναται να θεραπευθεί από την ενσωματωθείσα στην αγωγή ανακεφαλαιωτική επιμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, χρονικού διαστήματος από την 01.11.2017 έως την 30.04.2018, την οποία συνέταξε η ενάγουσα και υπέβαλε προς έλεγχο στην εναγόμενη, δεδομένου ότι σ’ αυτή αναγράφεται ως πληρωτέα αξία με ΦΠΑ το ποσό των 46.530,50 ευρώ, το οποίο, όμως, δεν ταυτίζεται με το αιτούμενο ποσό της αμοιβής της ενάγουσας ύψους 28.520,00 ευρώ. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ορισμένη την αγωγή και έκανε αυτή εν μέρει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να εξαφανιστεί ως προς όλες τις διατάξεις της, κατά παραδοχή ως και ουσιαστικά βάσιμων του πρώτου και του δεύτερου λόγου της υπό κρίση έφεσης. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση και κατ’ ουσίαν, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικασθεί η αγωγή κατ’ άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ, να απορριφθεί αυτή στο σύνολό της ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Περαιτέρω, λόγω της νίκης της εκκαλούσας πρέπει να επιστραφεί σε αυτήν το κατατεθειμένο παράβολο (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων που εφαρμόστηκαν, αλλά και διότι εκτιμωμένων των περιστάσεων υπήρχε εύλογη αμφιβολία ως προς την έκβαση της δίκης (άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ, όπως το πρώτο άρθρο τροποποιήθηκε με το άρθρο 116 παρ. 1β’ του Ν. 4842/2021 και διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του Ν. 4871/2021 ΦΕΚ Α’ 246/10.12.2021 και εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ως ειδικότερο του άρθρου 533 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 05.04.2021 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 660/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 660/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 10.06.2019 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2019 και ειδικό ../2019 αγωγή.

Απορρίπτει την αγωγή.

Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου υπέρ Δημοσίου υπ’ αριθ. …………./2021, ποσού εκατό (100,00) ευρώ.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 1.9.2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ