Αριθμός Απόφασης 601 /2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)
Β΄ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ιωάννα Ξυλιά, Εφέτη και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανδρέα Χριστοφή (ΑΜ: …… ΔΣΑ), που υπέβαλε, κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ, την από 15-03-2023 δήλωση και προκατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Σκλαβουνάκο (ΑΜ: ……. ΔΣΑ), που υπέβαλε, κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ, την από 15-03-2023 δήλωση και προκατέθεσε προτάσεις.
Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 29-07-2019 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ …/ΕΑΚ……/01-08-2019 αγωγή της κατά του εκκαλούντος, εκδοθείσας της υπ’ αριθ. 3397/2020 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγιναν αυτή δεκτή εν μέρει. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, με την από 23-06-2021 έφεσή του, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 24-06-2021 με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./2021, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 30-09-2021, με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …../2021 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 22-09-2022 και μετά από αναβολή για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσα δικάσιμο.
Η έφεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν, αλλά έχοντας υποβάλει τις κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ δηλώσεις τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 23-06-2021 έφεση, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 24-06-2021 με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …/2021, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 30-09-2021, με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./2021, κατά της υπ’ αριθ. 3397/11-11-20 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά του ενάγοντος και ήδη εφεσιβλήτου, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495§§1 και 2, 511, 513§1 εδ. β, 516§1, 517, 518§1 και 520§1 ΚΠολΔ, αφού η εκκαλουμένη επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις 27-05-2021 (υπ’ αριθ. …/27-05-2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιώς ………..), δεν παρήλθε δε ως το χρόνο κατάθεσής της στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου (24-06-2021) Δικαστηρίου χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 30 ημερών. Επιπλέον έχει κατατεθεί για το παραδεκτό της στο δημόσιο ταμείο το με κωδικό ……….. e-παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ, κατ’ άρθρο 495§3 Α περ. β΄ ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533§1 ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με το άρθρο 686 ΑΚ, αν ο εργολάβος δεν αρχίσει έγκαιρα την εκτέλεση του έργου ή αν επιβραδύνει, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη, την εκτέλεση του έργου, στο σύνολο της ή εν μέρει, κατά τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση του, μπορεί ο εργοδότης, ανεξάρτητα από την ύπαρξη πταίσματος του εργολάβου, να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, χωρίς να περιμένει το χρόνο παράδοσης του έργου, σε περίπτωση δε υπερημερίας του εργολάβου, διατηρούνται ακέραια τα σχετικά δικαιώματα του εργοδότη. Όπως προκύπτει από την ως άνω διάταξη, με την οποία προβλέπεται η δυνατότητα αναμείξεως και εποπτείας του εργοδότη κατά τη διάρκεια της εκτελέσεως και μέχρις αποπερατώσεως του συμφωνηθέντος έργου, χάριν ελέγχου της πορείας της εκτελέσεως αυτού και προλήψεως της μη έγκαιρης ή προσήκουσας εκτελέσεως αυτού και εξειδικεύονται και επεκτείνονται οι αρχές των άρθρων 683 και 685 ΑΚ, για την άσκηση υπαναχωρήσεως από τον εργοδότη, κατ’ εφαρμογή της πρώτης τούτων (άρθρο 686 εδ. α΄ ΑΚ), δεν απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων της υπερημερίας του εργολάβου, ούτε η τήρηση των διατάξεων των άρθρων 383 επ. ΑΚ, διότι πρόκειται για νόμιμη υπαναχώρηση, που παρέχεται ευθέως από το νόμο, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 389 έως 396 ΑΚ (ΑΠ 652/2008). Το παρεχόμενο με το άρθρο 686 εδ. α΄ ΑΚ δικαίωμα υπαναχώρησης μπορεί να ασκηθεί και μετά τον συμφωνημένο χρόνο παράδοσης του έργου, αν δεν εκπληρώθηκαν, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας παράδοσης αυτού, οι από το άρθρο 686 εδ. α΄ ΑΚ υποχρεώσεις του εργολάβου για την έγκαιρη έναρξη και για τη μη επιβράδυνση των εργασιών εκτέλεσης του έργου, κατά τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση αυτού, αφού κατ’ εξοχήν στη περίπτωση αυτή προκύπτει ότι είναι ανέφικτη η έγκαιρη ολοκλήρωση και παράδοση του έργου (ΑΠ 1113/2017, 652/2008, 1619/1996). Με την υπαναχώρηση, η σύμβαση έργου καταργείται αναδρομικά και επέρχονται οι συνέπειες που ορίζονται στο άρθρο 389§2 ΑΚ, δηλαδή αποσβήνονται οι συμβατικές υποχρεώσεις προς παροχή και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό τις παροχές που έλαβαν (βλ. ΑΠ 1113/2017, ΑΠ 997/2010, ΑΠ 1035/2010, ΑΠ 1031/2004). Στην περίπτωση που εκτελέστηκε ένα μόνο μέρος του έργου, ο εργοδότης έχει το δικαίωμα, εφόσον έχει έννομο συμφέρον να υπαναχωρήσει μόνο σε σχέση με το τμήμα του έργου, που δεν έχει εκτελεστεί κατά το χρόνο της υπαναχώρησης, οφείλοντας στην περίπτωση αυτή μόνο αντίστοιχη αμοιβή για τις εργασίες, που μέχρι το χρόνο εκείνο εκτελέστηκαν (ΑΠ 1035/2010 ΕλλΔικ 2011.793-794). Η υπαναχώρηση αυτή ενεργεί στην πραγματικότητα ως καταγγελία της σύμβασης, αφού ισχύει για το μέλλον και δεν θίγει τη σύμβαση σε σχέση με το μέρος του έργου, που εκτελέστηκε μέχρι την άσκησή της (ΑΠ 1113/2017, 1376/2012, 1495/2011, 1035/2010). Δεν αποτελεί όμως καταγγελία η δήλωση του εργοδότη, που τείνει στη λύση της σύμβασης, όταν επικαλείται αντισυμβατική συμπεριφορά του εργολάβου. Στη σχετική δήλωση υπαναχώρησης, πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι της, όχι μόνο για να μπορέσει ο εργολάβος να αμυνθεί, αλλά και για να μην προκύψει σύγχυση σχετικά με το αν πρόκειται για την υπαναχώρηση του άρθρου 686 εδ. α΄ ΑΚ ή για την καταγγελία του άρθρου 700 ΑΚ (ΑΠ 697/2019). Ωστόσο, οι συνέπειες του άρθρου 686 εδ. α΄ ΑΚ δεν επέρχονται και ο εργοδότης δεν δικαιούται να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, στην περίπτωση κατά την οποία η επιβράδυνση της εκτέλεσης του έργου οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του εργοδότη και συγκεκριμένα σε δόλο ή βαριά αμέλειά του, ο δε συναφής ισχυρισμός του εργολάβου, ενόψει της ενδοσυμβατικής ευθύνης του και της τεκμαιρόμενης υπαιτιότητάς του, συνιστά ένσταση καταλύουσα το δικαίωμα του εργοδότη να υπαναχωρήσει κατά τα ανωτέρω από τη σύμβαση έργου (ΑΠ 533/09 ΕλλΔικ 51/1037, Σημ. Ι. Κατρά, σε ΑΠ 77/2011 ΕλλΔικ 2011.1426-1427).
Με την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ …./ΕΑΚ………/2019 αγωγή του ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι με προφορική μεταξύ αυτού και του εκκαλούντος σύμβαση που καταρτίστηκε αρχές Φεβρουαρίου 2019, του ανέθεσε την ανακαίνιση της περιγραφόμενης σ’ αυτήν διώροφης οικίας του που βρίσκεται στη …., προκαταβάλοντάς του την αμοιβή του, συμπεριλαμβανομένου του κόστους των αναλυτικά αναφερόμενων σ’ αυτήν εργασίας και υλικών, ύψους 18.500 ευρώ. Ότι, λόγω μεγάλης καθυστέρησης, τη συμφωνία τους αυτή αναγνώρισε με το από 19-04-19 έγγραφό του και υποσχέθηκε την παράδοση του έργου ως τις 28-06-19, πλην όμως συνέχισε να καθυστερεί και κατά τον συμφωνημένο χρόνο παράδοσης είχε προβεί μόνον στις αναφερόμενες στην αγωγή εργασίες αξίας 4.700 ευρώ και έκτοτε εγκατέλειψε το έργο. Ότι λόγω της καθυστέρησης, για λόγους που ανάγονται στο πρόσωπο του εκκαλούντος, αλλά και από υπαιτιότητά του, υπαναχώρησε, επιδίδοντάς του την από 01-07-2019 εξώδικη καταγγελία της μεταξύ τους σύμβασης, με την οποία του ζητούσε ταυτόχρονα να καθορίσουν το κόστος του έργου που ήδη εκτέλεσε, προκειμένου να προβούν στην εκκαθάριση του μεταξύ τους λογαριασμού, χωρίς ωστόσο να λάβει απάντηση. Ζητούσε δε να γίνει δεκτή η αγωγή του και κατόπιν παραδεκτής δήλωσης του πληρεξουσίου δικηγόρου του με τις έγγραφες προτάσεις του, με τις οποίες έτρεψε το αίτημα της αγωγής του σε αναγνωριστικό στο σύνολό του, να αναγνωριστεί ότι υποχρεούται να του καταβάλει την αξία του ανεκτέλεστου τμήματος του έργου, που αντιστοιχεί στο ποσό των (18.500 που του κατέβαλε συνολικά – 4.700 η αξία του εκτελεσθέντος =) 13.800 ευρώ, νομιμοτόκως από τη συμφωνηθείσα ημερομηνία παράδοσης (29-06-2019), άλλως από την επίδοση της αγωγής, επικουρικά και κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, το ποσό των 3.915 ευρώ για δαπάνη αγοράς αεροπορικών εισιτηρίων για το ταξίδι της οικογένειάς του που ματαιώθηκε, καθώς και το ποσό των 15.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπρακτική – απατηλή συμπεριφορά του, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη, αφού απέρριψε ως μη νόμιμη την αγωγή ως προς τα κονδύλια δαπάνης αεροπορικών εισιτηρίων και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, επειδή δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αδικοπραξίας, καθώς και τη βάση της περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, δέχθηκε κατά τα λοιπά αυτήν εν μέρει και αναγνώρισε την υποχρέωση του εκκαλούντος να καταβάλει στον εφεσίβλητο το ποσό των 10.560 ευρώ, νομιμοτόκως από 29-06-2019. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εκκαλών με τους διαλαμβανόμενους στο δικόγραφο της έφεσης λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης με σκοπό την απόρριψη της αγωγής. Ειδικότερα, με τον δεύτερο λόγο έφεσής του ο εκκαλών παραπονείται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν απέρριψε ως αόριστη την αγωγή, παρότι ο εφεσίβλητος περιόρισε το αίτημά της σε έντοκο αναγνωριστικό, χωρίς να προσδιορίζει ποιο ή ποια από τα αιτούμενα κονδύλιά της παραμένει καταψηφιστικό και ποιο ή ποια τρέπονται σε αναγνωριστικά. Ωστόσο, ενόψει του ότι ο εκκαλών δεν επικαλείται μερική τροπή του αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, από την επισκόπηση δε των ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου κατατεθειμένων προτάσεων του εφεσιβλήτου αποδεικνύεται ότι ο τελευταίος έτρεψε παραδεκτά κατ’ άρθρα 223§1, 294, 295§1, 297 ΚΠολΔ το σύνολο του αιτούμενου με την αγωγή ποσού σε έντοκο αναγνωριστικό, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθά εφαρμόζοντας τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδ. με εκείνη των άρθρου 216§1 ΚΠολΔ δεν απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, αφού μόνο αναγνωριστική διάταξη θα μπορούσε να εκδώσει σε βάρος του εκκαλούντος, επιδικάζοντας μέρος ή το σύνολο του αιτούμενου ποσού, το οποίο πράγματι αποτελούνταν από περισσότερα κονδύλια, εκ των οποίων μεταβιβάστηκε μόνο το προαναφερόμενο μέρος, με την έφεση του εναγομένου ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, αφού τα υπόλοιπα, για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και περαιτέρω ζημία, για δαπάνες αγοράς αεροπορικών εισιτηρίων, απορρίφθηκαν με την εκκαλουμένη ως μη νόμιμα. Συνεπώς ο ανωτέρω λόγος έφεσης είναι απορριπτέος ως νομικά αβάσιμος.
Από την εκτίμηση των υπ’ αριθ. .., … και …/29-11-2019 ενόρκων βεβαιώσεων των …… ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά . …., που προσκομίζει με επίκληση ο εφεσίβλητος, οι οποίες ελήφθησαν μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εκκαλούντος (βλ. προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. …/26-11-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας Εφετείου Πειραιά ……), την υπ’ αριθ. …./06-12-2019 ένορκη βεβαίωση των ……. και …… ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, που προσκομίζει με επίκληση ο εκκαλών και ελήφθη κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου του (βλ. προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. ……/02-12-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………), καθώς και από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν με επίκληση, συμπεριλαμβανομένης της από 18-10-19 τεχνικής έκθεσης των τοπ. μηχανικού …… και πολ. μηχανικού …….., η οποία αποτελεί ιδιωτική γνωμοδότηση προσώπων με ειδικές γνώσεις και εκτιμάται κατ’ άρθρα 339 και 390 ΚΠολΔ ελεύθερα από το Δικαστήριο (Ολ ΑΠ 8/2005), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με σύμβαση που καταρτίστηκε άτυπα στη Σαλαμίνα τον Φεβρουάριο 2019 μεταξύ των διαδίκων, ο εκκαλών, που είναι εργολάβος οικοδομών, ανέλαβε την ανακαίνιση πεπαλαιωμένης διώροφης οικίας ιδιοκτησίας του εφεσιβλήτου, αποτελούμενης από υπερυψωμένο ισόγειο εμβαδού 63,10 τ.μ., υπόγειο επιφάνειας 59,80 τ.μ. και ισόγειο βοηθητικό χώρο εμβαδού 9,80 τ.μ., με μεταλλικό στέγαστρο επιφάνειας 15,60 τ.μ. χτισμένης σε οικόπεδο εμβαδού 228,66 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση «…………» Δ. Κ. Αιαντείου Σαλαμίνας, εντός του υπ’ αριθ. ….. Ο.Τ., επί της οδού ……….., έναντι αμοιβής. Οι εργασίες που συμφωνήθηκαν να γίνουν ήταν η αγορά και η τοποθέτηση σωληνώσεων καλοριφέρ και καυστήρα, το βάψιμο του σπιτιού και των ξύλινων κουφωμάτων, η ανακαίνιση δύο μπάνιων με πλακίδια και είδη υγιεινής, οι υδραυλικές σωληνώσεις κουζίνας και η τοποθέτηση πλακιδίων σε δάπεδο επιφάνειας 125 τ.μ., η αγορά και τοποθέτηση ηλεκτρολογικού πίνακα, η αγορά υλικών και κατασκευή δύο κεραμοσκεπών με βάψιμο της ξύλινης κατασκευής, η μίσθωση φορτηγού και μεταφορά μπαζών, το κλείσιμο καταργημένων εσωτερικών ανοιγμάτων, η κατασκευή και τοποθέτηση δύο σιδερένιων εξωτερικών πορτών, η αγορά δύο ξύλινων εσωτερικών πορτών, μερεμέτια σε εξωτερικό χώρο και εξωτερικό βάψιμο, η κατασκευή τοιχίου ύψους 1 μ. περιμετρικά του οικοπέδου, η έκδοση οικοδομικής άδειας για το σύνολο των εργασιών (συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής του μηχανικού), η κατασκευή ρύσης στην ταράτσα, η κατασκευή νόμιμου δώματος, σκέπαστρου της κύριας εισόδου, η αγορά και τοποθέτηση υδρορροών, η αγορά δύο πλαστικών ντεπόζιτων για αποθήκευση νερού και για πετρέλαιο καυστήρα, η εξωτερική σωλήνωση για καλοριφέρ δώματος, η αγορά και τοποθέτηση αλουμινένιων κουφωμάτων για 8 παράθυρα και ενός κουφώματος από pvc. Στις 27-03-2019 εκδόθηκε από την ΥΔΟΜ Δήμου Σαλαμίνας η υπ’ αριθ. …… e – άδεια έγκρισης εργασιών δόμησης μικρής κλίμακας του τεχνολόγου μηχανικού Νικολάου Καθαρού για επισκευή επιχρισμάτων, ελαιοχρωματισμούς, επισκευές, κατασκευή πέργκολας και στις 19-04-2019 ο εφεσίβλητος κατέβαλε έναντι αμοιβής το ποσό των 14.000 ευρώ, που αντιστοιχούσε στις εργασίες που έπρεπε να γίνουν και το ποσό των 4.500 ευρώ για δαπάνη προμήθειας αλουμινίων των κουφωμάτων της οικοδομής. Ως χρόνος αποπεράτωσης και παράδοσης ορίστηκε η 28-06-2019, κατά τον οποίο συμφωνήθηκε ότι θα γινόταν και ο τελικός απολογισμός του έργου, οπότε θα καταβαλόταν και το υπόλοιπο οφειλής που θα προέκυπτε και από ενδεχόμενες πρόσθετες εργασίες, πέραν των ήδη συμφωνηθέντων. Τα ανωτέρω συνομολογεί στο από 19-04-2019 έγγραφό του ο εκκαλών, αναφέροντας συνοπτικά το αντικείμενο του έργου που ανέλαβε, τα ποσά που εισέπραξε με την επιφύλαξη εκτίμησης αμοιβής και δαπανών στο χρόνο αποπεράτωσης, καθώς και τον χρόνο παράδοσης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών εκτελούσε τις με καθυστέρηση, με αποτέλεσμα, λίγο πριν τον χρόνο παράδοσης, στις 15-06-2019, να έχουν εκτελεστεί οι κάτωθι: αποξήλωση στέγης από λαμαρίνα στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής, καθαίρεση τμημάτων τοιχοποιίας για τη διάνοιξη παραθύρων και την τροποποίηση εσωτερικών διαρρυθμίσεων, καθαίρεση ντουλαπιών κουζίνας, καθαίρεση πλακιδίων κουζίνας – μπάνιου (επιχρισμάτων), αποξήλωση ξύλινων κουφωμάτων, καθαίρεση δαπέδων (για τοποθέτηση σωληνώσεων), αποξήλωση μεταλλικών κουφωμάτων, χτίσιμο εξωτερικό δρομικό, χτίσιμο εσωτερικό δρομικό, χτίσιμο στηθαίων, επίχρισμα τριφτό, ασφεστοκονιάματα τριφτά, τοποθέτηση σωλήνων ύδρευσης, τοπθοέτηση σωλήνων κεντρικής θέρμανσης, τοποθέτηση υδρορροής, αλλαγή ηλεκτρικών πινάκων, τοποθέτηση διακοπτών στο παλιό δίκτυο, τοποθέτηση κεραμοσκεπής με σουηδική ξυλεία, σπατουλάρισμα τοιχοποιίας με ακρυλικό στόκο, τοποθέτηση πλακιδίων σε δύο λουτρά, με αποτέλεσμα, παρά τις εργασίες επιχρισμάτων, να εκκρεμεί μεγάλο μέρος των εργασιών, εξωτερικά και εσωτερικά, σε σχέση με τις συμφωνηθείσες, έχοντας ακόμα εικόνα γιαπιού (βλ. και προσκομιζόμενες φωτογραφίες στην από 18-10-19 τεχνική έκθεση), που αποτιμώνται στο συνολικό ποσό των 7.940 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από την ανωτέρω τεχνική έκθεση και δεν ανταπέδειξε ο εκκαλών, με τις αόριστες ένορκες βεβαιώσεις των ….… και ……… Εξάλλου, ανεξάρτητα από το αν είχε την αυτεπιστασία, αυτοπροσώπως ή δια των εκπροσώπων του, ο εφεσίβλητος, επιλέγοντας υλικά και δίνοντας οδηγίες, δεν αποδείχθηκε ότι εκ του λόγου αυτού καθυστέρησε η εκτέλεση του έργου. Αντίθετα αποδείχθηκε ότι ενώ η οικοδομή βρισκόταν στο προπεριγραφόμενο στάδιο και ήταν αδύνατον να αποπερατωθεί στον συμφωνημένο χρόνο, ο εκκαλών την εγκατέλειψε και απομακρύνθηκε. Συνεπώς ο ισχυρισμός του εκκαλούντος, καθώς και ο σχετικός λόγος έφεσης, με τον οποίο παραπονείται για την κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού απόρριψή του, ότι υπαίτιος στην καθυστέρηση ήταν ο εφεσίβλητος, είναι απορριπτέοι ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Συνεπεία της καθυστέρησης αυτής ο εφεσίβλητος απέστειλε στον εκκαλούντα την από 01-07-2019 εξώδικη δήλωσή του, που του επιδόθηκε στις 08-07-19 (βλ. υπ’ αριθ. …./08-07-19 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας Εφετείου Αθηνών ………….), με την οποία του δήλωσε ότι, λόγω της καθυστέρησής του, υπαναχωρεί από τη μεταξύ τους σύμβαση, για το μη εκτελεσθέν μέρος του έργου και του ζήτησε να του γνωρίσει το ύψος του ήδη εκτελεθέντος, προκειμένου να εκκαθαρίσουν τον ως τότε μεταξύ τους λογαριασμό, εκδηλώνοντας με τον τρόπο αυτό τη βούλησή του να υπαναχωρήσει από το ανεκτέλεστο μέρος και να καταβάλει το ύψος της αμοιβής και δαπανών για το ήδη εκτελεσθέν. Η δήλωση αυτή υπαναχώρησης, λόγω καθυστέρησης που ανάγεται στο πρόσωπο του εργολάβου και ανεξάρτητα από την υπαιτιότητά του, μετά τον συμφωνημένο χρόνο παράδοσης, οπότε ήταν ανέφικτη η έγκαιρη ολοκλήρωση και παράδοση του έργου, ελλείψει υπαιτιότητας του εργοδότη, επέφερε, κατά τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, λύση της μεταξύ τους σύμβασης για το μέλλον, με υποχρέωση του εκκαλούντος να αποδώσει το ποσό που είχε εισπράξει προκαταβολικά για την εκτέλεσή του, εξαιρουμένης της αμοιβής – δαπανών, για το ήδη εκτελεσθέν μέρος, το οποίο όφειλε να καταβάλει ο εφεσίβλητος. Στην εξώδικη αυτή δήλωση ο εκκαλών δεν απάντησε, αλλά εισήλθε, παρά τη λύση της μεταξύ τους σύμβασης, στη συνέχεια και χωρίς νόμιμο δικαίωμα, στο ακίνητο του εφεσιβλήτου, για να συνεχίσει τις εργασίες, μέχρι που εκδιώχθηκε από τον θείο του τελευταίου, ……….. Ο εκκαλών με τις προτάσεις του ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που επανέφερε με λόγο έφεσης, παραπονούμενος για την κατά κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού απόρριψή του, ισχυρίστηκε ότι ο εφεσίβλητος καταχρηστικά άσκησε το δικαίωμά του να υπαναχωρήσει από τη μεταξύ τους σύμβαση και να τον εκδιώξει από το έργο, απαιτώντας την απόδοση της αμοιβής, διότι ο εφεσίβλητος: α) γνώριζε την ιδιότητά του και τον επέλεξε για να αποφύγει φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις και να προβεί σε ριζική ανακαίνιση με πολύ χαμηλό κόστος, β) παρακολουθούσε το έργο και έδινε εντολές αυτοπροσώπως ή δι’ αντιπροσώπων, γ) με συνεχείς παρεμβολές και εντολές καθυστέρησε το έργο με σκοπό την εξοικονόμηση δαπανών, δ) είναι επενδυτής ακινήτων τα οποία αγοράζει και μεταπωλεί – μεσίτης, έχοντας άριστη γνώση της αγοράς και νομική κάλυψη, ε) μετά την κοινοποίηση της καταγγελίας τον διαβεβαίωνε ότι θα εξομαλυνθεί η μεταξύ τους κατάσταση, αποτρέποντάς τον να απαντήσει στην ανωτέρω εξώδικη δήλωση, στ) τον εκδίωξε από το έργο, παρότι οι εργασίες είχαν ολοκληρωθεί σε ποσοστό 85%, ζ) το κόστος συνολικά θα ανερχόταν στο ποσό των 32.000 ευρώ, η) εξ αρχής ο στόχος του ήταν να προβάλει εμπόδια στην εκτέλεση του έργου, με σκοπό να μην ολοκληρωθεί και να ωφεληθεί με το ήδη εκτελεσθέν. Πλην όμως, ο ισχυρισμός ότι ο εφεσίβλητος είναι αποκλειστικά υπαίτιος για την καθυστέρηση του έργου, πέραν του ότι αποτελεί ένσταση που παρεμποδίζει τη γένεση του δικαιώματός του και δεν καθιστά αυτό καταχρηστικά ασκούμενο, προβληθείς κατά τα προεκτεθέντα κρίθηκε απορριπτέος κατ’ ουσίαν, αφού ο εκκαλών εγκατέλειψε το έργο πριν την παράδοσή του. Περαιτέρω ο ισχυρισμός ότι το έργο είχε ολοκληρωθεί σε ποσοστό 85% και ότι το συνολικό κόστος θα ανερχόταν στις 32.000 ευρώ δεν καθιστά το ασκούμενο δικαίωμα καταχρηστικό, αλλά οδηγεί σε αύξηση της αμοιβής του εργολάβου και επομένως αποτελεί άρνηση της αγωγής, ως προς το αιτούμενο κονδύλιο της απόδοσης της προκαταβληθείσας αμοιβής. ωστόσο το ύψος των πραγματοποιηθεισών εργασιών αποδείχθηκε κατά τα προεκτεθέντα, ενώ ο εκκαλών ουδέν ανταπέδειξε, με σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία (παραστατικά προμήθειας υλικών, τεχνική έκθεση, φωτογραφίες από την οικοδομή κλπ) μη αρκούσας της ένορκης βεβαίωσης που προσκομίζει με επίκληση, στην οποία αόριστα αναφέρονται εργασίες, πολλές εκ των οποίων μάλιστα δεν είναι οικοδομικές και η εκτίμηση ότι το στάδιο αυτών είχε φτάσει σχεδόν στο 80%, απέμενε ωστόσο για την ολοκλήρωσή του το 15%. Εξάλλου, μόνη η αποτροπή του από τον εφεσίβλητο, ο οποίος ήταν έμπειρος στις συναλλαγές αυτού του είδους, να απαντήσει στην εξώδικη δήλωση του εφεσίβλητου, μετά τη λύση της σύμβασης, δεν αρκεί για να επέλθουν οι έννομες συνέπειες του άρθρου 281 ΑΚ, ούτε αποδείχθηκαν συγκεκριμένες ενέργειές του με τις οποίες παγίδευσε τον εκκαλούντα να αναλάβει το έργο έναντι χαμηλού κόστους και να τον αναγκάσει να το εγκαταλείψει, χωρίς να του καταβάλει την ανάλογη αμοιβή. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απέρριψε την ανωτέρω ένσταση ως ουσία βάσιμη, ορθά εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει, συμπληρουμένης της αιτιολογίας της με την παρούσα, κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ, να απορριφθεί ο σχετικός λόγος έφεσης ως αβάσιμος. Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη, δέχθηκε ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των άρθρων 686 εδ. α΄, 389§2 ΑΚ, διότι σημειώθηκε καθυστέρηση στην εκτέλεση του έργου, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη, και κατόπιν έγκυρης και ισχυρής δήλωσης υπαναχώρησης του πρώτου για το μέλλον, μόνο σε σχέση με το τμήμα του έργου, που δεν είχε εκτελεστεί κατά το χρόνο της υπαναχώρησης, οφείλοντας αμοιβή για τις εργασίες, που μέχρι το χρόνο της υπαναχώρησης εκτελέστηκαν, αναγνώρισε την υποχρέωση του εκκαλούντος να του καταβάλει τη διαφορά μεταξύ της αξίας του εκτελεσθέντος έργου και του συνολικού χρηματικού ποσού που αυτός εισέπραξε ως προκαταβολή για το σύνολο του έργου και κατ’ επέκταση δέχθηκε εν μέρει ως κατ’ ουσίαν βάσιμη την αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση του εκκαλούντος να καταβάλει στον εφεσίβλητο το ποσό των 10.560 (18.500 – 7.940) ευρώ, ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, κατά τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη και πρέπει ο σχετικός λόγος έφεσης να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Μη προβαλλομένου άλλου λόγου έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί αυτή ως ουσιαστικά αβάσιμη, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παραβόλου στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495§3 εδ. προτελ. ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί ο εκκαλών στη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος αυτού με τις προτάσεις του (άρθρα 176, 183, 189, 191§2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου με κωδικό …………. στο δημόσιο ταμείο.
Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 25 Οκτωβρίου 2023, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Κι αντ΄ αυτής λόγω
μεταθέσεως και
αναχωρήσεώς της,
ο Πρόεδρος του
Τριμελούς Συμβουλίου
Διεύθυνσης του Εφετείου
Πειραιώς, Ιωάννης
Αποστολόπουλος,
Πρόεδρος Εφετών