Αριθμός Απόφασης 602/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)
Β΄ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ιωάννα Ξυλιά, Εφέτη και από τη Γραμματέα K.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Πωβαρέτο (ΑΜ: …….. ΔΣΑ), που υπέβαλε, κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ, την από 15-03-2023 δήλωση και προκατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στο …………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Ρουμελιώτη (ΑΜ: ………… ΔΣΑ), που υπέβαλε, κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ, την από 13-03-2023 δήλωση και προκατέθεσε προτάσεις.
Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 07-03-2019 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ …………/ΕΑΚ……./08-03-2019 αγωγή της κατά της εκκαλούσας, εκδοθείσας της υπ’ αριθ. 2690/2020 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία αυτή απορρίφθηκε. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, με την από 28-07-2022 έφεσή της, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 29-07-2022 με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …/2022, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 29-07-2022, με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./2022 και προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσα δικάσιμο.
Η έφεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν, αλλά έχοντας υποβάλει τις κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ δηλώσεις τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 28-07-2022 έφεση, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 29-07-2022 με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./2022, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 29-07-2022, με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./2022, κατά της υπ’ αριθ. 2690/03-08-2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτικής διαδικασίας), της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495§§1 και 2, 511, 513§1 εδ. β, 516§1, 517, 518§2 και 520§1 ΚΠολΔ, αφού δεν προκύπτει από το φάκελλο, ούτε επικαλούνται οι διάδικοι επίδοση της εκκαλουμένης, δεν έχει δε παρέλθει από τον χρόνο δημοσίευσής της (03-08-2020) ως το χρόνο κατάθεσης της έφεσης στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (29-07-2022) χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 2 ετών. Επιπλέον έχει κατατεθεί για το παραδεκτό της στο δημόσιο ταμείο το με κωδικό ……………. e-παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ, κατ’ άρθρο 495§3 Α περ. β΄ ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533§1 ΚΠολΔ).
Ι. Κατ’ εφαρμογή της εξουσιοδοτικής διατάξεως της §13 του άρθρου 12 του Ν 3796/1957 (Α΄ 251), σύμφωνα με την οποία «Δια Β. Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Κοινωνικής Προνοίας καθορίζεται το τιμολόγιον νοσηλίων των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων και Ιδιωτικών Κλινικών πάσης φύσεως και κατηγορίας …», εκδόθηκαν το ΠΔ 350/1976 (Α΄ 127) και το νεότερο αυτού ΠΔ 234/1980 (Α΄ 66), με το άρθρο 32 περ. δ΄ του οποίου καταργήθηκαν οι διατάξεις του ΠΔ 350/1976. Με τη διάταξη του άρθρου 31§1 του ΠΔ 234/1980 ορίσθηκε ότι τα τιμολόγια νοσηλίων που καθορίζονται από τις σχετικές διατάξεις (ημερήσια νοσήλια, αμοιβές ιατρικών πράξεων και έξοδα χειρουργείου) για ασφαλισμένους, καθώς και για ασθενείς των οποίων η δαπάνη νοσηλείας βαρύνει το Δημόσιο, σε περιπτώσεις εκτάκτου εισαγωγής ασθενούς σε ιδιωτικές κλινικές και νοσηλευτικά ιδρύματα, εφαρμόζονται υποχρεωτικά από τις ιδιωτικές κλινικές και τα νοσηλευτικά ιδρύματα, ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι σύμβαση μεταξύ τούτων και των ασφαλιστικών οργανισμών. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η οποία ισχύει για το Δημόσιο και για όλους τους οργανισμούς κοινωνικής ασφαλίσεως, σε περίπτωση που, λόγω επείγουσας ανάγκης, ασθενείς ασφαλισμένοι εισαχθούν αυτοβούλως σε ιδιωτικές κλινικές ή νοσηλευτικά ιδρύματα μη συμβεβλημένα με τους ανωτέρω φορείς, για τον λόγο ότι εκ της αναβολής απαιτείται κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία του ασθενή, τα νοσηλευτικά ιδρύματα ή ιδιωτικές κλινικές, εφαρμόζουν υποχρεωτικά τα μειωμένα τιμολόγια για τους ασθενείς που είναι ασφαλισμένοι στους παραπάνω φορείς, ανεξαρτήτως εάν υπάρχει σύμβαση μεταξύ των εν λόγω θεραπευτηρίων και των ασφαλιστικών φορέων. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση, για την εφαρμογή από τις ιδιωτικές κλινικές του μειωμένου τιμολογίου για τους ασθενείς, που είναι ασφαλισμένοι σε ασφαλιστικά ταμεία του δημοσίου ή άλλων ασφαλιστικών φορέων, είναι η έκτακτη, δηλαδή η αιφνίδια και απρόβλεπτη, εισαγωγή τους στην ιδιωτική κλινική για νοσηλεία (πρβλ. και ΣτΕ 2692/2020). Δεν προσδιορίζεται ωστόσο στην ανωτέρω διάταξη ο λόγος που προκάλεσε αυτή την εισαγωγή, αν, δηλαδή, αυτή οφείλεται στη μη ανεύρεση θέσης για νοσηλεία σε κρατικό νοσοκομείο ή στο επείγον της περίπτωσης του ασθενούς. Το γεγονός ότι δεν προσδιορίζονται ρητά στην εν λόγω διάταξη οι όροι και οι προϋποθέσεις της “έκτακτης εισαγωγής” έχει προφανώς την έννοια ότι η εξειδίκευση της έννοιας αυτής πρέπει να γίνεται από το δικαστήριο, με βάση τα περιστατικά καθεμιάς περίπτωσης. Σκοπός, πάντως, του νομοθέτη ήταν να προστατεύσει τον ασφαλισμένο σε δημόσιο ταμείο, που κινδυνεύει η ζωή του ή η υγεία του, ο οποίος, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, δεν μπορεί να τύχει της απαιτούμενης νοσηλείας σε δημόσιο νοσοκομείο (ΑΠ Ολ 6/2017). Σε κάθε περίπτωση γίνεται δεκτό ότι ασφαλισμένοι ασθενείς που εισάγονται σε συμβεβλημένα με τους πιο πάνω φορείς θεραπευτήρια, τα θεραπευτήρια όμως αυτά αδυνατούν να παράσχουν στους ασφαλισμένους ασθενείς τις απαραίτητες υπηρεσίες υγείας είτε διότι υστερούν, ως προς τις σύγχρονες μεθόδους διαγνώσεως και θεραπείας, είτε λόγω ανεπάρκειας των αναγκαίων υποδομών για να καλυφθούν οι υπάρχουσες ανάγκες νοσηλείας των ανωτέρω προσώπων, είτε, τέλος, λόγω ελλείψεως του απαραίτητου εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού και για τους λόγους αυτούς οι ασθενείς καταφύγουν αναγκαίως σε μη συμβεβλημένα με οργανισμούς κοινωνικής ασφαλίσεως θεραπευτήρια, προκειμένου να αποφύγουν κίνδυνο της ζωής τους ή της υγείας τους, στην περίπτωση αυτή και για τον απολύτως αναγκαίο χρόνο νοσηλείας του ασθενούς σε τέτοιο θεραπευτήριο, κάθε ασφαλιστικός φορέας, υποχρεούται να αποδώσει στους ενδιαφερόμενους το σύνολο της δαπάνης νοσηλείας τους. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα ανέτρεπε το κατοχυρωμένο από τα άρθρα 2§1, 5§§1,5 21§3 και 22§5 του Συντάγματος δικαίωμα στην υγεία και την αντίστοιχη υποχρέωση του Κράτους και των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως να μεριμνούν για την υγεία των πολιτών. Διαφορετικό δε είναι το ζήτημα ότι, σε περίπτωση κατά την οποία το μη συμβεβλημένο με τον οικείο φορέα κοινωνικής ασφαλίσεως ιδιωτικό θεραπευτήριο, στο οποίο αναγκάσθηκε, κατά τα ανωτέρω, να καταφύγει ο ασθενής ασφαλισμένος, εισέπραξε από αυτόν δαπάνη νοσηλείας ανώτερη από την επιτρεπόμενη με βάση το ισχύον κατά το χρόνο νοσηλείας κρατικό τιμολόγιο, τότε ο φορέας αυτός έχει τη δυνατότητα να στραφεί κατά του θεραπευτηρίου και να αξιώσει την καταβολή σε αυτόν της διαφοράς του ποσού που κατέβαλε ο ασφαλισμένος στο παραπάνω θεραπευτήριο και του ποσού, με το οποίο έπρεπε να τον είχε χρεώσει το θεραπευτήριο, με βάση το ισχύον κατά τον ένδικο χρόνο κρατικό τιμολόγιο νοσηλείας, χωρίς να αποκλείεται η διατύπωση σχετικής αξιώσεως από τον ασφαλισμένο για το αχρεωστήτως, πλέον του ισχύοντος κρατικού τιμολογίου νοσηλείας, καταβληθέν από εκείνον στο θεραπευτήριο χρηματικό ποσό (ΟλΑΠ 6/2013 ΧρΙδΔ 2013. 620, ΟλΣτΕ 187/2009, ΑΠ 579/2013, 1744/2013, 293/2012, ΑΠ 878/2010, 1187/2009). Τέλος, στην περίπτωση αυτόβουλης εισαγωγής του ασφαλισμένου σε συμβεβλημένο με το ασφαλιστικό ταμείο θεραπευτήριο, ο Οργανισμός καταβάλλει το ισχύον, κατά το χρόνο νοσηλείας, κρατικό τιμολόγιο και όχι τα τυχόν υψηλότερα νοσήλια με τα οποία το θεραπευτήριο χρέωσε τον ασφαλισμένο για την παραμονή και νοσηλεία του σε αυτό και τούτο διότι, ανάμεσα στον ασφαλιστικό οργανισμό και το θεραπευτήριο υφίσταται σύμβαση, η οποία διέπει τις μεταξύ τους σχέσεις. Στην περίπτωση αυτή, ο ίδιος ο ασφαλισμένος – που οφείλει να ενημερώνεται σχετικά με την έκταση της δαπάνης που καλύπτει η σύμβαση μεταξύ του ιδιωτικού θεραπευτηρίου και του ασφαλιστικού ταμείου – μπορεί να στραφεί κατά του συμβεβλημένου θεραπευτηρίου, το οποίο, αν και δεσμευόταν από τη σύμβαση με τον οργανισμό, χρέωσε, εντούτοις, ερήμην του τον ασφαλισμένο, με ανώτερη της επιτρεπομένης κατά νόμο, δαπάνη.
ΙΙ. Από τη διάταξη του άρθρου 873 ΑΚ προκύπτει ότι η αναφερόμενη σ’ αυτήν αυτοτελής και ετεροβαρής ενοχή από έγγραφη αφηρημένη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους γεννιέται στην περίπτωση που τα μέρη είχαν πρόθεση να δημιουργήσουν ενοχή ανεξάρτητη από την αιτία, πράγμα που θα εξακριβωθεί απ’ αυτήν την ίδια τη δήλωση και τις περιστάσεις (ΑΠ 843/2012 Αρμ 2013.285, ΑΠ 3/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 1027/2010 Αρμ 2012.577). Τέτοια δε πρόθεση μπορεί να προκύπτει και από τον τύπο που επέλεξαν τα μέρη, όπως είναι εκείνος της συναλλαγματικής. Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 3, 9, 11, 15, 17, 21 και 28 του Ν 5325/1932 προκύπτει ότι η ενοχή από συναλλαγματική είναι αναιτιώδης, με την έννοια ότι η αιτία η οποία έδωσε αφορμή στην έκδοσή της δεν αποτελεί κατ’ αρχήν προϋπόθεση του κύρους της. Όμως, ο οφειλέτης από συναλλαγματική, όπως είναι προπάντων ο αποδέκτης, μπορεί, όπως σε κάθε περίπτωση αναιτιώδους δικαιοπραξίας, να αποκαλύψει την αιτιώδη σχέση (υποκείμενη αιτία), η οποία τον συνδέει με τον εκδότη που ενασκεί την απαίτηση από τη συναλλαγματική, αντιτάσσοντας κατ’ εκείνου την ένσταση ότι δεν υπάρχει αιτία για την έκδοσή της με την ευρεία έννοια, είτε, δηλαδή, διότι η αιτία είναι παράνομη ή ανήθικη, είτε διότι αυτή έληξε ή δεν επακολούθησε ή δεν υπήρχε καθόλου αιτία από την αρχή κατά την έκδοση της συναλλαγματικής, καθώς και το τυχόν ελάττωμα της αιτιώδους σχέσης, οπότε, εάν αποδειχθεί η ένσταση αυτή καθίσταται ανενεργός η αξίωση από τη συναλλαγματική και ο οφειλέτης ελευθερώνεται (βλ. ΑΠ 1384/2013, ΑΠ 843/2012, ΑΠ 1266/2011, ΑΠ 1050/2010, ΑΠ 123/2008, ΑΠ 903/2006, ΑΠ 896/2006, ΑΠ 544/98, ΑΠ 1006/91), αφού διαφορετικά η πληρωμή της συναλλαγματικής θα οδηγούσε σε αδικαιολόγητο σε βάρος του πλουτισμό του εκδότη της συναλλαγματικής κατά τα άρθρα 904 επ. ΑΚ (ΑΠ 1/2017, ΑΠ 1266/2011, ΑΠ 544/1998).
Με την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ……./08-03-2019 αγωγή της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου η εκκαλούσα ισχυρίστηκε ότι η μητέρα της ………….. εισήχθη αιφνιδίως στις 19-04-16 στο πλησιέστερο στην οικία της νοσοκομείο «…………..», εκμετάλλευσης της εφεσίβλητης, οπότε διαγνώστηκε ότι, συνεπεία της νόσου του σκληροδέρματος από την οποία έπασχε, εμφάνιζε συμπτώματα ψευδούς τύφλωσης, ψευδούς επιληπτικής κρίσης, οιδήματος στο αριστερό μέρος του εγκεφάλου, υψηλής αρτηριακής πίεσης (24) και πνευμονικής υπέρτασης και κρίθηκε αναγκαία η εισαγωγή της στη ΜΕΘ, στην οποία και παρέμεινε νοσηλευόμενη ως 23-04-16. Ότι από 23-04-16, λόγω αδυναμίας ανεύρεσης κενής κλίνης σε ΜΕΘ δημοσίου νοσοκομείου, συνέχισε να νοσηλεύεται σε Μ.Α.Φ. του ίδιου νοσοκομείου ως 06-05-16, οπότε εξήλθε. Ότι σύμφωνα με το εκδοθέν από την εφεσίβλητη, για τη νοσηλεία της μητέρας της ΤΠΥ, οι δαπάνες ανήλθαν, κατόπιν έκπτωσης ποσού 3.768,98 ευρώ, στο ποσό των 31.000 ευρώ, έναντι του οποίου είχαν ήδη καταβάλει η ίδια και ο πατέρας της το ποσό των 3.000 ευρώ. Ότι προς εξασφάλιση της απαίτησης της εφεσίβλητης και προκειμένου να εκδοθεί εξιτήριο, την 06-05-16, η ίδια υποχρεώθηκε από την εφεσίβλητη να αποδεχθεί 28 ισόποσες συναλλαγματικές των 1.000 ευρώ, με ημερομηνία λήξης κάθε μήνα από 31-05-15 έως 31-08-2018. Ότι εξόφλησε τις δύο πρώτες, με αποτέλεσμα να μείνει ανεξόφλητο υπόλοιπο ύψους 26.000 ευρώ, για το οποίο εκδόθηκαν οι αναφερόμενες στην αγωγή διαταγές πληρωμής. Ότι η μητέρα της κανένα ποσό δεν όφειλε για τη νοσηλεία της, η σς δαπάνη αυτή υπολογίστηκε εσφαλμένα, επειδή το κόστος νοσηλείας της μητέρας της διέπεται από τη διάταξη του άρθρου 31§1 ΠΔ 234/1980, σύμφωνα με την οποία, τα τιμολόγια νοσηλίων που καθορίζονται από τις σχετικές διατάξεις για ημερήσια νοσήλια, αμοιβές ιατρικών πράξεων και έξοδα χειρουργείου για ασφαλισμένους καθώς και για ασθενείς των οποίων η δαπάνη νοσηλείας βαρύνει το Δημόσιο, σε περιπτώσεις εκτάκτου εισαγωγής ασθενούς σε ιδιωτικές κλινικές και νοσηλευτικά ιδρύματα, εφαρμόζονται υποχρεωτικά από τις ιδιωτικές κλινικές και τα νοσηλευτικά ιδρύματα, ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι σύμβαση μεταξύ τούτων και των ασφαλιστικών οργανισμών. Ότι σε κάθε περίπτωση το εφεσίβλητο όφειλε να υπολογίσει την αμοιβή του βάσει των προβλεπόμενων στον Ενιαίο Κανονισμό Παροχών Υγείας του ΕΟΠΥΥ, στον οποίο έχει ενταχθεί ο ασφαλιστικός οργανισμός της μητέρας της, σύμφωνα με το άρθρο 10 περ. Ε1 και Ε2 του οποίου, επί του συνόλου της δαπάνης νοσηλείας που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ, σε συμβεβλημένες ιδιωτικές κλινικές, όταν γίνεται χρήση ΚΕΝ, οι ασφαλισμένου βαρύνονται με συμμετοχή 30%, ενώ για νοσηλεία σε συμβεβλημένες ιδιωτικές κλινικές που αποζημιώνονται με ημερήσιο νοσήλιο, οι ασφαλισμένοι συμμετέχουν, επί της συνολικής δαπάνης νοσηλείας που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ, σε ποσοστό 10%, κατά την παρ. Δ, για ασθενείς που νοσηλεύονται σε ΜΑΦ, αποδίδεται ποσό 200 ευρώ ημερησίως, σύμφωνα δε με την σύμβαση παροχής νοσοκομειακής περίθαλψης μεταξύ ιδιωτικών κλινικών και ΕΟΠΥΥ, στην οποία είχε προσωρήσει και η εφεσίβλητη, αυτή δηλώνει ρητά ότι δεν έχει καμία άλλη αξίωση έναντι του ΕΟΠΥΥ για καταβολή νοσηλίων ή άλλων δαπανών πέρων των προβλεπομένων στη σύμβαση αυτή, θα εισπράττει δε διαφορές από τους ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ που νοσηλεύονται σε διαφορετική θέση νοσηλείας (ανώτερη του τετράκλινου) σύμφωνα με τον κατάλογο ιδιωτών που τηρεί η κλινική και τον οποίο θα κοινοποιεί στον ΕΟΠΥΥ. Ότι επιπλέον σύμφωνα με απόφαση – εγκύκλιο του Δ.Σ. του ΕΟΠΥΥ, στην περίπτωση που χρησιμοποιείται ΚΕΝ με συνυπάρχουσες παθήσεις ή καταστροφικές παθήσεις – επιπλοκές, αν απαιτηθεί παράταση νοσηλείας πέραν της Μέσης Διάρκειας Νοσηλείας του επιλεγμένου ΚΕΝ, ο ΕΟΠΥΥ θα αποζημιώνει μόνον το ΚΕΝ, όπως ορίζεται στις σχετικές ΚΥΑ, κατά τις ειδικότερες σ’ αυτές διακρίσεις. Ότι η εφεσίβλητη υπέβαλε στον ΕΟΠΥΥ κατάσταση νοσηλίων της μητέρας της βάσει του ΚΕΝ Υ20ΜΑ στο οποίο αντιστοιχεί ποσό 2.633 ευρώ για ΜΔΝ 12 ημερών και αποζημιώθηκε, σύμφωνα με το αίτημά της (με έκπτωση 10%), κατά ποσοστό 70% από τον ΕΟΠΥΥ, ήτοι ποσό 1.658,79 ευρώ, με οφειλόμενο υπόλοιπο από την μητέρα της ύψους 710.01 ευρώ, το οποίο έχει καταβληθεί, σε κάθε δε περίπτωση, ακόμα και ματά από συνυπολογισμό 5 ημερών νοσηλείας στη ΜΑΦ θα δικαιούτο και το επιπλέον ποσό των 1.000 ευρώ και συνολικά 3.369,70 ευρώ. Ότι επειδή η μητέρα της δεν είχε υποχρέωση να καταβάλει το ανωτέρω ποσού, το οποίο γνώριζε η εφεσίβλητη, το ποσό των 4.000 ευρώ, άλλως το ποσό των [4.000 – (2.369,70 Χ30% + φπα 23%=) 874,42 =] 3.125,72 ευρώ, άλλως το ποσό των [4.000 –(3.369,70Χ10% + 23% =) 3.002,59 ευρώ κατέβαλε η ίδια χωρίς νόμιμη αιτία και ο πλουτισμός της εφεσίβλητης σώζεται, ενώ επιπλέον η τελευταία θα καταστεί αδικαιολογήτως πλουσιότερη σε βάρος της περιουσίας της, εισπράττοντας για τον ίδιο λόγο το ποσό που η ίδια ανέλαβε με τις ανωτέρω συναλλαγματικές. Ζήτησε δε να γίνει δεκτή η αγωγή της και αφενός να αναγνωριστεί ότι εσφαλμένα η εφεσίβλητη εφάρμοσε το ισχύον τιμολόγιό της για τη δαπάνη νοσηλείας της μητέρας της και ότι ουδέν ποσό όφειλε η ίδια να καταβάλει, άλλως όφειλε να καταβάλει το ποσό των 874,42 άλλως 997,41 ευρώ, ότι η αξίωσή της που ενσωματώνεται στις ανωτέρω συναλλαγματικές συνολικού ποσού 26.000 ευρώ αφορά σε ανύπαρκτη αιτία και η είσπραξή της θα καταστήσει αυτήν (εφεσίβλητη) αδικαιολογήτως πλουσιότερη σε βάρος της περιουσίας της (εκκαλούσας), αφετέρου να υποχρεωθεί να της καταβάλει το ήδη αδικαιολογήτως ως άνω καταβληθέν ποσό, νομιμοτόκως από τον χρόνο λήψης του, άλλως από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απέρριψε την αγωγή, ως προς το πρώτο αίτημά της αναγνώρισης ότι ουδέν ποσό, άλλως μεγαλύτερο των 874,42, άλλως μεγαλύτερο των 997,41 ευρώ ώφειλε να καταβάλει για τη νοσηλεία της μητέρας της, ως απαράδεκτο, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης, με το σκεπτικό ότι υποκείμενο της έννομης σχέσης, ως αντισυμβαλλόμενη της εφεσίβλητης, ήταν η μητέρα της και όχι η ίδια, ούτε επικαλείται κληρονομική διαδοχή της. Περαιτέρω απέρριψε ως μη νόμιμη την αγωγή κατά τα λοιπά, επειδή με την αποδοχή των ανωτέρω συναλλαγματικών εκ μέρους της δημιουργήθηκε αναιτιώδης ενοχή, δεν δικαιούται δε η ίδια να προτείνει προσωπικές ενστάσεις που απορρέουν από τη βασική σχέση, στην οποία αντισυμβαλλόμενη της εφεσίβλητης ήταν η μητέρα της, ενώ δεν συντρέχει περίπτωση πλουτισμού της εφεσίβλητης από την αποδοχή των ανωτέρω συναλλαγματικών, αφού αυτές δεν έχουν εισπραχθεί. Έτσι κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 1, 3, 9, 11, 15, 17, 21, 28 Ν 5335/1932 σε συνδ. με 873, 847 επ., 853, 904 επ. ΑΚ. Ειδικότερα η εκκαλούσα, ως αποδέκτρια των ανωτέρω συναλλαγματικών, που εκδόθηκαν προς εξασφάλιση της απαίτησης της εφεσίβλητης, νομίμως προέβαλε με την αγωγή της κατά της τελευταίας την μη προσωποπαγή ένσταση της πρωτοφειλέτιδας μητέρας της ένσταση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, λόγω της ανυπαρξίας της οφειλής της, κατ’ άρθρο 853 ΑΚ (βλ. και ΑΠ 208/2004 ΕλλΔικ 2005/105), αποκαλύπτοντας την υποκείμενη αιτία, η οποία την συνδέει με την εφεσίβλητη – εκδότρια, που ενασκεί την απαίτηση από τις συναλλαγματικές, αντιτάσσοντας κατ’ αυτής την ένσταση ότι δεν υπάρχει αιτία για την έκδοσή τους, επειδή προέβη σε χρεώσεις με τιμολόγιο μεγαλύτερο του προβλεπομένου από τις σχετικές διατάξεις (ημερήσια νοσήλια, αμοιβές ιατρικών πράξεων και έξοδα χειρουργείου) για ασφαλισμένους, το οποίο έπρεπε να εφαρμόσει υποχρεωτικά, λόγω αιφνίδιας και απρόβλεπτης, εισαγωγής της μητέρας της στην ιδιωτική κλινική για νοσηλεία. Αντίθετα, οι επικουρικές βάσεις με τις οποίες ισχυρίζεται ότι σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τη συνδρομή έκτακτης εισαγωγής της ασθενούς μητέρας της για νοσηλεία, όφειλε να εφαρμόσει τα μειωμένα τιμολόγια με βάση τα οποία ενέχεται ο ΕΟΠΥΥ για την απόδοση μέρους της δαπάνης είναι νομικά αβάσιμη και απορριπτέα, διότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχείο Ι. μείζονα σκέψη, απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή από τις ιδιωτικές κλινικές του μειωμένου τιμολογίου για τους ασθενείς, που είναι ασφαλισμένοι σε ασφαλιστικά ταμεία του δημοσίου ή άλλων ασφαλιστικών φορέων, είναι η έκτακτη, δηλαδή η αιφνίδια και απρόβλεπτη, εισαγωγή τους στην ιδιωτική κλινική για νοσηλεία, μη προβαλλομένου άλλου λόγου από τη μεταξύ του ΕΟΠΥΥ και του θεραπευτηρίου σύμβαση. Πρέπει επομένως, απορριπτομένου του πρώτου λόγου έφεσης με τον οποίο παραπονείται η εκκαλούσα για εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, που είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή εν μέρει ως απαράδεκτη και εν μέρει ως νομικά αβάσιμη, να γίνει δεκτός ως βάσιμος κατ’ ουσίαν ο δεύτερος λόγος έφεσης, με τον οποίο παραπονείται η εκκαλούσα για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και η έφεση στο σύνολό της, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και αφού κρατηθεί η υπ’ αριθ.έκθ. κατάθ. …………/2019 αγωγή από το Δικαστήριο αυτό να κριθεί νόμιμη, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, ως προς την κύρια βάση της, συμπεριλαμβανομένου του αιτήματος περί αναγνώρισης της εσφαλμένης εφαρμογής του ισχύοντος τιμολογίου του νοσοκομείου, αντ’ αυτού που προβλέπεται για τους ασφαλισμένους που εισάγονται εκτάκτως προς νοσηλεία, ως προδικαστικού αυτού της αναγνώρισης της ανυπαρξίας οφειλής από τις συναλλαγματικές, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 2§1, 5§§1,5, 21§3 και 22§5 του Συντάγματος, 12§13 Ν 3796/1957, 31§1 ΠΔ 234/1980, 873, 847 επ., 853, 904 επ. ΑΚ, 1, 3, 9, 11, 15, 17, 21 και 28 του Ν 5325/1932, 10 περ. Δ, Ε1 του Ενιαίου Κανονισμού παροχών Υγείας του ΕΟΠΥΥ (ΦΕΚ Β 3054/2012), 70, 176 επ. ΚΠολΔ και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από την υπ’ αριθ. …../13-06-2019 ένορκη βεβαίωση του … …. ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………….., που προσκομίζει με επίκληση η εκκαλούσα και ελήφθη κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εφεσίλητης (βλ. προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. ………./10-06-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………………), καθώς και από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν με επίκληση αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 19-04-2016 και ώρα 9.30 π.μ. η μητέρα της ενάγουσας, ……….., κάτοικος … Αττικής (………, η οποία έπασχε από σκληρόδερμα από 15ετίας, παρουσίασε συμπτώματα τύφλωσης και απώλειας συνείδησης και μεταφέρθηκε με το όχημα της ενάγουσας, περί ώρα 10.00, στην ιδιωτική κλινική εκμετάλλευσης της εναγομένης με την επωνυμία «……..», στην οδό ………….. Εκεί διαπιστώθηκε σοβαρή νεφρική κρίση σκληροδέρματος, που προκάλεσε συμπτώματα απώλειας συνείδησης, αρτηριακή υπέρταση, οξεία νεφρική ανεπάρκεια, μικροαγγειοπαθητική αιμολυτική αναιμία. Υπεβλήθη σε CT εγκεφάλου χωρίς ισχαιμικά ή αιμορραγικά ευρήματα. Στην ΜΕΓ εγκ. που διενεργήθηκε την ίδια μέρα ανεδείχθησαν κρίσεις εστιακές αριστερά κροταφικά, και κρίθηκε από τους θεράποντες ιατρούς της ανωτέρω κλινικής αναγκαία η εισαγωγή της στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Αφού συνεβλήθη ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της ασθενούς, λόγω αδυναμίας της, η ενάγουσα, η οποία υπέγραψε τη σχετική «κάρτα ασθενή» της εναγομένης, στο οποίο αναφέρεται ότι έλαβε γνώση των όρων νοσηλείας και του ισχύοντος τιμολογίου της ως άνω κλινικής, η μητέρα της εισήχθη στη ΜΕΘ, όπου νοσηλεύθηκε ως 23-04-16. Στις 20-04 η MRI ανέδειξε διάχυτη εγκεφαλοπάθεια, και το triplex καρδιάς ήπια πνευμονική υπέρταση, ενώ η βυθοσκόπηση ανέδειξε φλ. αιμορραγία αρ. οφθαλμού. Την 23-04 μεταφέρθηκε στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας της ίδιας κλινικής και σε MRI εγκεφάλου που διενεργήθηκε στις 25-04 εμφάνισε εικόνα βελτίωσης, με αποτέλεσμα την 06-05-2016 να εξέλθει βελτιωμένη, πλην όμως με νεφρική ανεπάρκεια υπό αιμοκάθαρση. Στις 22-04-2016, ενόψει της εξόδου της από τη Μ.Ε.Θ. αναζητήθηκε κενό κρεβάτι αναπνευστικής μονάδας σε δημόσιο νοσοκομείο, με αρνητικό αποτέλεσμα, αναζήτηση που επαναλήφθηκε και τις επομενες μέρες ως 26-04-16 και πάλι χωρίς αποτέλεσμα. Μετά την έξοδό της από το νοσοκομείο υποβαλλόταν σε θεραπεία με συνεδρίες αιμοκάθαρσης, ωστόσο την 24-03-17 εισήχθη στην «.. …..», όπου νοσηλεύθηκε ως 26-03-17, οπότε επήλθε ο θάνατός της συνεπεία σηπτικής καταπληξίας, ισχαιμίας εντέρου, Χ.Ν.Α. Ωστόσο, δεν αποδείχθηκε ότι η ανωτέρω ασθενής εισήχθη στην ανωτέρω ιδιωτική κλινική της εναγομένης, όχι από δική της πρωτοβουλία, αλλά επειδή υποχρεώθηκε σ’ αυτό, επειδή απειλείτο κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία της που δεν μπορούσε να αποτραπεί διαφορετικά, αφού ανεξάρτητα από την πράγματι βεβαρυμένη κατάσταση της υγείας της, σε κοντινότερη απόσταση βρίσκονταν δημόσια νοσοκομεία και συγκεκριμένα το Τζάνειο Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά και το Μεταξά Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Πειραιά. Δεν αποδείχθηκε εξάλλου οποιοσδήποτε λόγος, ούτε επικαλείται σχειτκό η ενάγουσα, για τον οποίο τα ανωτέρω νοσηλευτικά ιδρύματα, κατά τον χρόνο εκείνο, αδυνατούσαν να παράσχουν στην ασθενή τις απαραίτητες υπηρεσίες υγείας είτε διότι υστερούσαν, ως προς τις σύγχρονες μεθόδους διαγνώσεως και θεραπείας, είτε λόγω ανεπάρκειας των αναγκαίων υποδομών για να καλυφθούν οι υπάρχουσες ανάγκες νοσηλείας της, είτε, τέλος, λόγω ελλείψεως του απαραίτητου εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού. Περαιτέρω, η μη ανεύρεση κενής κλίνης αναπνευστικής μονάδας σε δημόσιο νοσοκομείο στις 22-04-2016 οφείλεται στην αρχική επιλογή της να νοσηλευθεί στην ανωτέρω ιδιωτική κλινική, επιλογή που επιβεβαιώνεται και από την μετέπειτα νοσηλεία της στην «……………….». Συνεπώς, επειδή δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχε επείγουσα ανάγκη εισαγωγής της μητέρας της ενάγουσας στην ιδιωτική κλινική που διατηρεί η εναγομένη, για την αποτελεσματική και έγκαιρη αποτροποή του κινδύνου για τη ζωή ή την υγεία της, δεν συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 31§1 ΠΔ 234/1980, η οποία υποχρεώνει, στην περίπτωση αυτή και μόνο, τις ιδιωτικές κλινικές να εφαρμόσουν τα τιμολόγια νοσηλίων που καθορίζονται από τις σχετικές διατάξεις (ημερήσια νοσήλια, αμοιβές ιατρικών πράξεων και έξοδα χειρουργείου) για ασφαλισμένους, καθώς και για ασθενείς των οποίων η δαπάνη νοσηλείας βαρύνει το Δημόσιο. Ως εκ τούτου το ποσό των 4.000 ευρώ που κατέβαλε η ενάγουσα για τα νοσήλια της μητέρας της και η απαίτηση της εναγομένης ύψους 26.000 ευρώ που απέρρεε από την μεταξύ αυτής και της μητέρας της ενάγουσας σύμβασης παροχής ιατρικών υπηρεσιών, κατ’ άρθρο 681 ΑΚ, δεν αφορούν σε ανύπαρκτη αιτία και η είσπραξή τους δεν κατέστησε, ούτε θα καταστήσει αντίστοιχα αυτήν (εναγομένη) αδικαιολογήτως πλουσιότερη σε βάρος της περιουσίας της (ενάγουσας). Πρέπει επομένως, μη δεσμευομένου του Δικαστηρίου αυτού από την αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης της εκκαλούσας, κατόπιν της προηγούμενης εξαφάνισης της εκκαλουμένης (άρθρο 536§2 ΚΠολΔ), να απορριφθεί η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη. Επειδή η έφεση έγινε δεκτή, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου που κατατέθηκε για το παραδεκτό της στην εκκαλούσα (άρθρο 495§3 εδ. προτελ. ΚΠολΔ). Η δικαστική δαπάνη της εναγομένης, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της ενάγουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ – για το ποιος θεωρείται ηττηθείς βλ. και ΑΠ 692/2004 ΕλλΔικ 2006.1015), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού ΓΑΚ../ΕΑΚ……/2022 έφεση.
Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα του με κωδικό ….. e-παραβόλου.
Εξαφανίζει την υπ’ αριθ. 2690/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Κρατεί και δικάζει την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ……/ΕΑΚ……./2019 αγωγή.
Απορρίπτει την αγωγή.
Επιβάλλει στην ενάγουσα τη δικαστική δαπάνη της εναγομένης, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις 25-10-2023.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Κι αντ΄ αυτής λόγω
μεταθέσεως και
αναχωρήσεώς της,
ο Πρόεδρος του
Τριμελούς Συμβουλίου
Διεύθυνσης του Εφετείου
Πειραιώς, Ιωάννης
Αποστολόπουλος,
Πρόεδρος Εφετών