Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 679/2018

Αριθμός απόφασης     679/2018

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Τακτική Διαδικασία

Αποτελούμενο από τις Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, Θεοκτή Νικολαΐδου, Εφέτη-Εισηγήτρια και τη γραμματέα K.Δ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση των εναγομένων, που ηττήθηκαν, κατά της υπ΄αριθμ. 5046/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 495§1, 511, 513, 516, 517, 518§1 ΚΠολΔ), δοθέντος ότι η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης έλαβε χώρα στις 4-12-2017 (βλ. προσκ. τις υπ΄αριθμ. ……… και ……. εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά ……) και η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 3-1-2018  (βλ. την υπ΄αριθμ. 19/2/2018 έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου της γραμματείας του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου) ήτοι εντός της προβλεπομένης από τη διάταξη του άρθρου 518§1 ΚΠολΔ προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών. Κατά συνέπεια η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την τακτική διαδικασία (άρθρ. 533§1 ΚΠολΔ), καθόσον για την άσκηση της έφεσης έχει κατατεθεί από τις εκκαλούσες το σχετικό παράβολο ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, όπως προβλέπεται από την §3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ.

Με την υπ΄αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως …….. αγωγή, που ασκήθηκε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), η ενάγουσα ανώνυμη εταιρία ισχυρίστηκε ότι αποτελεί την εταιρία διαχείρισης του Επιχειρηματικού Πάρκου Σχιστού, που οριοθετήθηκε αρχικώς (ως ‘’Βιομηχανική Περιοχή Αττικής Β’ Σχιστό’’ για τη μετεγκατάσταση χυτηρίων και συναφών δραστηριοτήτων) με την αναφερόμενη υπουργική απόφαση υπό την ισχύ του ν. 4458/1965, όπως αυτός τροποποιήθηκε από το ν. 742/1977 και ακολούθως υπήχθη τηρώντας την προβλεπόμενη διαδικασία στις διατάξεις των άρθρων 2545/1997 και 3982/2011. Ότι το ‘’Βιομηχανικό Πάρκο Σχιστού’’, όπως μετονομάστηκε μετά την υπαγωγή του στο ν. 2545/1997, δημιουργήθηκε και οργανώθηκε σε εκτέλεση της από 2-3-2001 Προγραμματικής Σύμβασης μεταξύ της «….», καθολική διάδοχος της οποίας είναι η πρώτη εναγομένη ανώνυμη εταιρία, που ενεργούσε ως φορέας του δικαιώματος ίδρυσης, οργάνωσης και εκμετάλλευσής του με τη δεύτερη εναγομένη Εκκλησία της Ελλάδος και οργανώθηκε σε δύο γήπεδα έκτασης 188.368,80 τ.μ. και 21.000 τ.μ. αντίστοιχα, που βρίσκονται στην περιοχή του Σχιστού του Δήμου Περάματος. Ότι το γήπεδο έκτασης 188.368,80 τ.μ. προήλθε από τη συνένωση κατά τους όρους της ως άνω Προγραμματικής Σύμβασης, δύο όμορων γηπέδων με ανταλλαγή ποσοστών εξ αδιαιρέτου αυτών, που ανήκουν κατά κυριότητα στις εναγόμενες ενώ συντάχθηκε το αναφερόμενο στο δικόγραφο και νομίμως μεταγεγραμμένο συμβόλαιο ανταλλαγής ώστε το ενιαίο γήπεδο, που προέκυψε έκτασης 188.368,80 τ.μ. να ανήκει κατά κυριότητα και κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 65% στη δικαιοπάροχο της πρώτης εναγομένης και 35% στη δεύτερη εναγομένη. Ότι μετά την ολοκλήρωση των έργων υποδομής του Βιομηχανικού Πάρκου και την έκδοση της σχετικής διαπιστωτικής πράξης η πρώτη εναγομένη –φορέας ….. της μεταβίβασε το έτος 2006 τη διοίκηση και διαχείριση του ήδη Επιχειρηματικού Πάρκου Σχιστού καθώς και τη νομή, κατοχή και χρήση του συνόλου των υφισταμένων κοινοχρήστων έργων υποδομής. Ότι σύμφωνα με το εγκριθέν ρυμοτομικό σχέδιο χαρακτηρίστηκαν ως χώροι για την ανέγερση κτιρίων  κοινοχρήστων εξυπηρετήσεων και παραδόθηκαν σε κοινή χρήση μεταξύ άλλων και τα οικοδομικά τετράγωνα 4 (χαρακτηριζόμενο ως ‘’Κέντρο Εξυπηρέτησης’’) και 5, έκτασης 2.177,85 τ.μ. και 2.426,25 τ.μ. αντίστοιχα, που έλαβαν ΚΑΕΚ …… και  ……., με καταχωρηθείσα στα κτηματολογικά βιβλία του Δήμου Περάματος επιφάνεια 2.178 τ.μ. και 2.426 τ.μ. αντίστοιχα, όπως αυτά περιγράφονται σαφώς κατά τα όρια τους σύμφωνα με το από Ιούνιο 2008 Κτηματολογικό Διάγραμμα του Βιομηχανικού Πάρκου με αναφορά επιπλέον και της περιγραφής τους κατά όρια και πλευρικές διαστάσεις, όπως είχε αποτυπωθεί στο αναθεωρημένο από Ιανουάριο 2002 ρυμοτομικό σχέδιο του Βιομηχανικού Πάρκου. Ότι, μετά την υπαγωγή του τελευταίου στο ν. 3982/2011, οι εναγόμενες όφειλαν να μεταβιβάσουν κατά κυριότητα στην ίδια ως Εταιρία Διαχείρισης Επιχειρηματικού Πάρκου (ΕΔΕΠ) όλους τους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους και εγκαταστάσεις με συμβολαιογραφικό έγγραφο και χωρίς αντάλλαγμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 48§2 του ως άνω νόμου, πλην όμως αυτές αρνούνται παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της. Με ιστορική βάση αυτά τα περιστατικά, τα οποία εκτίθενται λεπτομερέστερα στο δικόγραφο της αγωγής, η ενάγουσα ζήτησε μεταξύ άλλων να καταδικαστούν οι εναγόμενες σε δήλωση βουλήσεως με περιεχόμενο τη μεταβίβαση κατά κυριότητα στην ίδια (δηλ. την ενάγουσα) των ΟΤ 4 και 5, κάθε μία κατά το ποσοστό συγκυριότητας της επ΄ αυτών και να υποχρεωθούν να της τα αποδώσουν. To Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη υπ΄αριθμ. 5046/2017 απόφαση του έκανε δεκτή την αγωγή ως κατ΄ουσία βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται με την υπό κρίση έφεση τους οι εκκαλούσες για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητούν να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, ώστε να απορριφθεί στο σύνολο της η ασκηθείσα σε βάρος τους αγωγή.

Περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή, όπως το περιεχόμενο της αναλυτικά αναπτύχθηκε ανωτέρω, περιέχει όλα τα αναγκαία για το ορισμένο αυτής στοιχεία ήτοι σαφή έκθεση των γεγονότων, που τη θεμελιώνουν στο νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από την ενάγουσα κατά των εναγομένων (άρθρ. 216§1α ΚΠολΔ), αφού τα επίδικα οικοδομικά τετράγωνα εξατομικεύονται επαρκώς, καθώς προσδιορίζονται κατά θέση, έκταση, ιδιότητα και όρια, όπως αυτά αποτυπώνονται στο από Ιούνιο 2008 Κτηματολογικό Διάγραμμα του τότε Βιομηχανικού Πάρκου, που συνέταξε ο αγρονόμος τοπογράφος μηχανικός …….. και μάλιστα τόσο λεπτομερώς, ώστε να μπορούν αυτά να εντοπίζονται επακριβώς και να διαχωρίζονται από τα όμορα ακίνητα. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται από τα εξής: α) από το γεγονός ότι αναφέρονται ο ΚΑΕΚ κάθε ακινήτου και η επιφάνειά τους, όπως καταχωρήθηκε στα κτηματολογικά φύλλα καθενός, η οποία ταυτίζεται σχεδόν με την έκτασή τους, όπως αποτυπώθηκε στο από  Ιούνιο 2008 ως άνω Κτηματολογικό Διάγραμμα, η δε ελάχιστη απόκλιση βρίσκεται εντός των ορίων ανοχής του Εθνικού Κτηματολογίου και δε συνιστά διαφοροποίηση ως προς την περιγραφή των ακινήτων, β) από το γεγονός ότι στο δικόγραφο της αγωγής περιγράφονται τα επίδικα ακίνητα και κατά όρια και πλευρικές διαστάσεις, όπως είχε αποτυπωθεί στο υπ΄ αριθμ. σχεδίου ……. /αναθεώρηση Ιανουαρίου 2002 ρυμοτομικό σχέδιο του Βιομηχανικού Πάρκου, που συνέταξαν οι μηχανικοί ………., χωρίς όμως η περιγραφή αυτή να προκαλεί οποιαδήποτε ασάφεια ως προς τη θέση, την έκταση και τα όρια των επιδίκων, γ) από το γεγονός ότι οι διαφορές, που εμφανίζονται μεταξύ των συντεταγμένων των κορυφών αφενός μεν του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, όπως αυτές αναγράφονται στα εγκεκριμένα διαγράμματα του ρυμοτομικού σχεδίου, που συνοδεύουν την απόφαση έγκρισης αυτού, αφετέρου δε αυτών των αντίστοιχων γεωτεμαχίων, όπως προσδιορίζονται στα κτηματολογικά διαγράμματα του Εθνικού Κτηματολογίου, οι οποίες (διαφορές) αναφέρονται στην προσκομισθείσα με επίκληση από τις εναγόμενες από 29-12-2015 τεχνική έκθεση της ανώνυμης τεχνικής εταιρίας με την επωνυμία ‘’……….’’, οφείλονται προφανώς στο ότι τα διαγράμματα αυτά συντάχθηκαν κατά διαφορετικά γεωδαιτικά συστήματα, αφού το Εθνικό Κτηματολόγιο χρησιμοποιεί το Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς (ΕΓΣΑ) ’87, ενώ το ρυμοτομικό σχέδιο χρησιμοποίησε το σύστημα HATT. δ) για το ορισμένο της αγωγής δεν απαιτείτο να αναφέρονται στο αγωγικό δικόγραφο και οι πλευρικές διαστάσεις των επιδίκων ακινήτων (ΑΠ 714/2015, ΑΠ 493/2007, ΑΠ 1618/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ούτε, εν όψει της πληρότητας της περιγραφής τους, να ενσωματώνονται στο δικόγραφο τοπογραφικά διαγράμματα υπό κλίμακα, από τα οποία να προκύπτει πλην του σχήματος των πλευρών τους, η θέση τους, ο προσανατολισμός τους και το εμβαδόν τους (ΑΠ 164/2014, ΑΠ 503/2009, ΑΠ 493/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ),  ε) οι εναγόμενες ουδόλως αμφισβητούν την ταυτότητα των επιδίκων ακινήτων (ΟΤ 4 και 5), τα οποία με το ρυμοτομικό σχέδιο του Βιομηχανικού Πάρκου ορίστηκαν ως κοινόχρηστα.  Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά αξιολόγησε την ως άνω αγωγή ως ορισμένη και δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό περί απαραδέκτου του δικογράφου λόγω αοριστίας, όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζονται οι εκκαλούσες με το σχετικό λόγο έφεσης, με τον οποίο επαναφέρουν τον ισχυρισμό αυτό, κρίνονται απορριπτέα.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 224 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 22§1 ν. 3994/2011, είναι απαράδεκτο να μεταβληθεί η βάση της αγωγής, ενώ με τις προτάσεις, που κατατίθενται ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ή με προφορική δήλωση, που καταχωρείται στα πρακτικά, μπορεί ο ενάγων να συμπληρώσει, να διευκρινίσει ή να διορθώσει τους ισχυρισμούς του, αρκεί να μη μεταβάλλεται η βάση της αγωγής. Η απαγόρευση μεταβολής της ιστορικής βάσης της αγωγής μετά την επέλευση της εκκρεμοδικίας αφορά μόνο την ιστορική βάση της αγωγής, όχι και τη νομική της βάση δηλ. τον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου αφού το Δικαστήριο αναζητεί αυτεπαγγέλτως την κατάλληλη νομική διάταξη, που θα εφαρμόσει χωρίς δέσμευση (ΑΠ 78/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 220/2003 ΧρΙΔ 2003 442).   

Στην υπό κρίση περίπτωση οι εκκαλούσες ισχυρίζονται με το σχετικό λόγο έφεσης ότι με τις προτάσεις της αντιδίκου τους, που κατατέθηκαν ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου έλαβε χώρα απαράδεκτη μεταβολή της βάσης της αγωγής καθώς με αυτές η τότε ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι, ‘’μετά την τροποποίηση της §2 του άρθρου 48 ν. 3982/2011 με την §8 του άρθρου 44 ν. 4155/2013, δεν έχει σημασία αν οι επίδικες εκτάσεις είχαν περιέλθει στην κυριότητα μας με εισφορά σε γη’’. Παρατηρείται, ωστόσο, ότι η επίκληση από την τότε ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρία της τροποποιητικής διάταξης του άρθρου 44§8 ν. 4155/2013  ουδόλως σχετίζεται με μεταβολή των περιστατικών, που συγκροτούν την ιστορική βάση της αγωγής κατά τα διαλαμβανόμενα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση. Κατά συνέπεια, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε σιγή το σχετικό ισχυρισμό, δεν έσφαλε, όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζονται οι εκκαλούσες με τον οικείο λόγο έφεσης κρίνονται  απορριπτέα.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 17§1 του Συντάγματος η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του κράτους, τα δικαιώματα, όμως, που απορρέουν από αυτή, δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος. Εξάλλου, στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της από 4-11-1950 Σύμβασης της Ρώμης ‘’Διά την προάσπισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών‘’ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ΕΣΔΑ),  που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974 (ΦΕΚ 256Α) και έχει υπέρτερη ισχύ έναντι των κοινών νόμων, σύμφωνα με το άρθρο 28§1 του Συντάγματος, ορίζεται ότι: ‘’Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθή της ιδιοκτησίας αυτού ειμή διά λόγους δημοσίας ωφέλειας και υπό τους προβλεπομένους υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους. Αι προαναφερόμεναι διατάξεις δεν θίγουσι το δικαίωμα παντός κράτους όπως θέση εν ισχύι νόμους, ους ήθελε κρίνει αναγκαίον προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών συμφώνως προς το δημόσιο συμφέρον ή προς εξασφάλισιν της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων’’. Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το ανωτέρω άρθρο, που εγγυάται ουσιαστικά το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, περιλαμβάνει τρεις διαφορετικούς κανόνες: α) ο πρώτος, που εκφράζεται στην πρώτη φράση της πρώτης παραγράφου και έχει γενικό χαρακτήρα, αναφέρει την αρχή σεβασμού της ιδιοκτησίας, β) ο δεύτερος στη δεύτερη φράση της ίδιας παραγράφου, αφορά τη στέρηση της ιδιοκτησίας και την υποβάλει σε ορισμένες προϋποθέσεις, γ) όσο για τον τρίτο κανόνα, στη δεύτερη παράγραφο αναγνωρίζει στα συμβαλλόμενα κράτη την εξουσία, μεταξύ άλλων, να διευθετούν τη χρήση της περιουσίας σύμφωνα με το γενικό συμφέρον. Οι δεύτερος και τρίτος των κανόνων, που αναφέρονται σε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά προσβολής των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, πρέπει να ερμηνευθούν υπό το φως της αρχής, που καθιερώνεται από τον πρώτο. Όπως δε έχει ήδη κριθεί ο σεβασμός της ιδιοκτησίας, που καθιερώνεται με την ανωτέρω διάταξη, έχει την έννοια της αναζήτησης, σε κάθε περίπτωση επέμβασης σε αυτή, μίας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος της κοινωνίας και των απαιτήσεων για την προστασία των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων. Ειδικότερα παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ συντρέχει σε κάθε περίπτωση ανατροπής της εύλογης ισορροπίας ανάμεσα στην τρώση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος (απόφαση της 23ης Σεπτεμβρίου 1982, Sporrong και Lonnroth κατά Σουηδίας, απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 1986, James και λοιποί κατά Ηνωμένου Βασιλείου, απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2008, Ανώνυμη Τουριστική Εταιρία Ξενοδοχεία Κρήτης κατά Ελλάδος). Περαιτέρω, στο άρθρο 7 ν. 2545/1997 (ΦΕΚ Α 254) ορίζεται ότι: ‘’1. Μετά την, κατά το άρθρο 5§1, έγκριση του καθορισμού τους, οι ΒΕ.ΠΕ. οικοδομούνται. Προς το σκοπό αυτό καταρτίζεται από το φορέα ΒΕ.ΠΕ πολεοδομική μελέτη με βάση οριζοντιογραφία και υψομετρικό τοπογραφικό και κτηματογραφικό διάγραμμα. Η πολεοδομική μελέτη πρέπει να περιλαμβάνει το πολεοδομικό-ρυμοτομικό σχέδιο, τον πολεοδομικό κανονισμό, …., τις χρήσεις γης και τους σχετικούς περιορισμούς ή απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις και κάθε άλλη ρύθμιση, που επιβάλλεται από πολεοδομικούς λόγους….2. Η πολεοδομική μελέτη εγκρίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας….3. Η εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης πραγματοποιείται με την κατάρτιση από τον φορέα ΒΕ.ΠΕ πράξης εφαρμογής, που εγκρίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας. 4. Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων (οικοπέδων, αγροτεμαχίων και λοιπών εκτάσεων), που βρίσκονται μέσα στα όρια της ΒΕΠΕ και εντάσσονται στο πολεοδομικό σχέδιο, οφείλουν να συμμετάσχουν στις δαπάνες για τη δημιουργία των κοινοχρήστων χώρων και των έργων υποδομής με εισφορές σε γη και χρήμα. 5. Η εισφορά σε γη αποτελείται από ποσοστό επιφάνειας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή της, το οποίο ανέρχεται σε 30% της αρχικής έκτασης της ιδιοκτησίας ανεξάρτητα από το μέγεθός τους…. Οι κοινόχρηστοι χώροι, που υφίστανται μέσα στα όρια της ΒΕΠΕ κατά την ημερομηνία έγκρισης της ίδρυσής της, συνυπολογίζονται για τον προσδιορισμό της εισφοράς σε γη των ιδιοκτητών, με εξαίρεση τους δρόμους του δημοτικού, κοινοτικού, επαρχιακού ή εθνικού οδικού δικτύου και τους χώρους, που ανήκουν στο Δημόσιο ή τους ΟΤΑ. Τα εδαφικά τμήματα, που προέρχονται από εισφορά σε γη, διατίθενται για τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων μέσα στη ΒΕΠΕ, για τη δημιουργία περιμετρικής ζώνης πρασίνου και για άλλους κοινωφελείς χώρους και εγκαταστάσεις μέσα στη ΒΕΠΕ. 6…7…8….9. Μέχρι την έκδοση της κατά το άρθρο 9§3 διαπιστωτικής απόφασης, οι εκτάσεις, που προέρχονται από εισφορά σε γη, περιέρχονται προσωρινά στην αποκλειστική κατοχή του φορέα ΒΕΠΕ, προκειμένου να δημιουργηθούν οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι, καθώς και κτίρια και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, που κρίνονται αναγκαίες για τη λειτουργία της ΒΕΠΕ. 10. Στην περίπτωση που ο φορέας ΒΕΠΕ αποκτήσει το σύνολο της έκτασης της ΒΕΠΕ με οποιονδήποτε τρόπο, η πολεοδόμηση γίνεται σύμφωνα με τις §§1 και 2 του παρόντος άρθρου αλλά δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των §§3,4,5,6,7 και 9 αυτού του άρθρου. Ο φορέας ΒΕΠΕ, ως μοναδικός ιδιοκτήτης είναι υποχρεωμένος να διαθέσει την απαιτούμενη από την πολεοδομική μελέτη έκταση για τους δρόμους, το πράσινο, τους λοιπούς κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους, η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το 30% της συνολικής έκτασης της ΒΕΠΕ’’. Στο ν. 3982/2011 (ΦΕΚ Α 143) ορίζεται στο άρθρο 47 ότι: ‘’1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και των συναρμοδίων Υπουργών εγκρίνεται η ανάπτυξη Επιχειρηματικού Πάρκου.2. …’’, στο άρθρο 48 ότι: ‘’1. Μέχρι την υπογραφή της σύμβασης μεταβίβασης της διαχείρισης του άρθρου 58, οι εκτάσεις, που προέρχονται από εισφορά σε γη, περιέρχονται στην αποκλειστική κατοχή και κυριότητα της ΕΑΝΕΠ για να δημιουργηθούν οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι καθώς και κτίρια πάσης φύσεως, εγκαταστάσεις, που κρίνονται αναγκαίες για τη λειτουργία του ΕΠ. 2. (όπως η § αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με την §8 του άρθρου 44 ν. 4155/2013, ΦΕΚ Α 120) Με την απόφαση έγκρισης της σύμβασης μεταβίβασης της διαχείρισης του άρθρου 58, οι κοινόχρηστοι χώροι και κοινωφελείς χώροι και εγκαταστάσεις περιέρχονται υποχρεωτικά με σύμβαση, που περιβάλλεται τον τύπο συμβολαιογραφικού εγγράφου άνευ ανταλλάγματος στην κυριότητα της ΕΔΕΠ’’, στο άρθρο 52 ότι: ‘’1. Μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του άρθρου 47§1, τα Επιχειρηματικά Πάρκα του άρθρου 41§§ α έως ε πολεοδομούνται. Για την πολεοδόμηση του Επιχειρηματικού Πάρκου καταρτίζεται από την ΕΑΝΕΠ πολεοδομική μελέτη με βάση οριζοντιογραφία και υψομετρικό τοπογραφικό και κτηματογραφικό διάγραμμα…2. Οι όροι δόμησης προσδιορίζονται στην απόφαση του άρθρου 46§6. Σε κάθε περίπτωση τηρούνται τα παρακάτω όρια: α. Ποσοστό κάλυψης μέχρι 70%. β. Συντελεστής δόμησης μέχρι 1,6 για τις βιομηχανικές και 1,2 για τις υπόλοιπες χρήσεις, γ. Ελάχιστο ποσοστό κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων 25%, υπολογιζόμενο επί της συνολικής επιφάνειας του ΕΠ. Στο ποσοστό αυτό περιλαμβάνονται χώροι εντός του ΕΠ με ήδη διαμορφωμένη τέτοια χρήση….3…..4. Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων, που βρίσκονται μέσα στα όρια του Επιχειρηματικού Πάρκου και εντάσσονται στο πολεοδομικό σχέδιο, οφείλουν να συμμετάσχουν στις δαπάνες για τη δημιουργία των κοινοχρήστων χώρων και των έργων υποδομής με εισφορές σε γη και σε χρήμα. 5. Η εισφορά σε γη αποτελείται από ποσοστό επιφάνειας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή της, το οποίο ανέρχεται σε 25% της αρχικής έκτασης της ιδιοκτησίας. Σε περίπτωση συγκυριότητας εξ αδιαιρέτου, τα ποσοστά εισφοράς σε γη εφαρμόζονται στο εμβαδόν, που αντιστοιχεί  στο ιδανικό μερίδιο κάθε συνιδιοκτήτη, όπως έχει διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης έγκρισης ανάπτυξης του Επιχειρηματικού Πάρκου. Ως εμβαδόν ιδιοκτησίας για τον υπολογισμό της εισφοράς σε γη θεωρούνται τα εμβαδά, που έχουν οι ιδιοκτησίες κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του άρθρου 47§1. Σε εισφορά σε γη υποχρεούνται και οι ιδιοκτησίες, που ανήκουν στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ ή άλλα νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέα. Οι κοινόχρηστοι χώροι, που υφίστανται μέσα στα Επιχειρηματικά Πάρκα κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης του άρθρου 47§1, συνυπολογίζονται για τον προσδιορισμό της εισφοράς σε γη των ιδιοκτητών, η οποία μειώνεται κατά αντίστοιχο ποσοστό, με εξαίρεση τους δρόμους του εθνικού και επαρχιακού οδικού δικτύου και τις εκτάσεις γης, που ανήκουν στο Δημόσιο ή τους ΟΤΑ και μπορούν να αξιοποιηθούν από την πολεοδομική μελέτη για τις δραστηριότητες του άρθρου 43. Τα εδαφικά τμήματα, που προέρχονται από εισφορά σε γη, διατίθενται για τη δημιουργία άλλων κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων μέσα στα Επιχειρηματικά Πάρκα.6…’’ και στο άρθρο 58 ότι: ‘’Η Διοίκηση και διαχείριση του  Επιχειρηματικού Πάρκου περιλαμβάνει το σύνολο των ενεργειών, που αφορούν στη λειτουργία του ΕΠ, στη συντήρηση των υποδομών και στην παροχή των υπηρεσιών, ιδίως αυτών, που περιγράφονται στον Κανονισμό Λειτουργίας του ΕΠ κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 59. 2. Η Διοίκηση και διαχείριση Επιχειρηματικού Πάρκου γίνεται από την ΕΑΝΕΠ και μεταβιβάζεται υποχρεωτικά στην ΕΔΕΠ όταν: α) έχουν εγκατασταθεί ή λειτουργούν επιχειρήσεις τουλάχιστον στο 70% της έκτασης του ΕΠ, μη προσμετρούμενων σε αυτή των κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων και σωρευτικά, β) το ζητούν επιχειρήσεις, που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 51% των εγκατεστημένων ή εν λειτουργία επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν συστήσει ανώνυμη εταιρία, με σκοπό τη διοίκηση και διαχείριση του ΕΠ (ΕΔΕΠ). Στην περίπτωση αυτή η διοίκηση και διαχείριση μεταβιβάζονται υποχρεωτικά από την ΕΑΝΕΠ στην ΕΔΕΠ με σχετική σύμβαση, που περιβάλλεται τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Δικαίωμα συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΔΕΠ έχουν οι ιδιοκτήτες γης στο ΕΠ, στους οποίες συμπεριλαμβάνεται και η ΕΑΝΕΠ εφόσον είναι ιδιοκτήτης γης’’. Με τις διατάξεις του τρίτου μέρους (άρθρα 41-64) του ν. 3982/2011 θεσπίζονται ρυθμίσεις με στόχο την ανάπτυξη των επιχειρηματικών πάρκων, ήτοι οργανικώς ολοκληρωμένων συνόλων δομών, υπηρεσιών και υποδομών, τα οποία ιδρύονται και λειτουργούν για την υποστήριξη των δραστηριοτήτων, που ορίζει ο νόμος (βιομηχανίες – βιοτεχνίες, επαγγελματικά εργαστήρια, μηχανολογικές δραστηριότητες παραγωγής ηλεκτρικής ή και θερμικής ενέργειας κλπ.). Με το νέο αυτό θεσμικό πλαίσιο αντικαταστάθηκε το προϊσχύσαν του ν. 2545/1997 και των κατ΄ εξουσιοδότηση του εκδοθεισών κανονιστικών αποφάσεων, το οποίο διήπε την ίδρυση και λειτουργία των Βιομηχανικών και Επιχειρηματικών Περιοχών. Στο πλαίσιο της πραγματοποίησης της ορθολογικής χωροταξικής και πολεοδομικής οργάνωσης των περιοχών της χώρας, ο καθορισμός  Βιομηχανικών και Επιχειρηματικών Περιοχών αποτέλεσε ειδική πολεοδομική παρέμβαση –εν αντιθέσει προς γενικής εφαρμογής σχέδια, όπως τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια, τα Σχέδια Χωροταξικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων και τα Σχέδια Περιοχών Ειδικής Παρέμβασης – με σκοπό τη βιομηχανική, βιοτεχνική και την επιχειρηματική εν γένει ανάπτυξη και οικονομική πρόοδο της χώρας καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. Εξάλλου, αποσαφηνίζεται το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων καθώς και των έργων υποδομής των Βιομηχανικών και Επιχειρηματικών Περιοχών. Προς το σκοπό της πραγμάτωσης των ανωτέρω ρυθμίσεων είναι αναγκαία η μεταβίβαση στην αποκλειστική κυριότητα και κατοχή της ΕΑΝΕΠ των ιδιοκτησιών, που χαρακτηρίζονται ως κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι των   Επιχειρηματικών Πάρκων, η μεταβίβαση δε αυτή ρυθμίζεται με τη διάταξη του άρθρου 48§§1-2 ν. 3982/2011. Σύμφωνα με τη σαφή διατύπωση της διάταξης αυτής η μεταβίβαση είναι υποχρεωτική και γίνεται κατά το χρόνο της απόφασης έγκρισης της σύμβασης μεταβίβασης της διαχείρισης (όπως αυτή ρυθμίζεται στο άρθρο 58 του ίδιου νόμου). Κατά την έννοια δε της διάταξης αυτής (άρθρο 48ν. 3982/2011), όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάσταση της §2 από την §8 του άρθρου 44 ν. 4155/2013, η μεταβίβαση αφορά τις ιδιοκτησίες εκείνες, που έχουν χαρακτηριστεί ως κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι κατά το χρόνο έκδοσης της ανωτέρω απόφασης έγκρισης της σύμβασης μεταβίβασης της διαχείρισης, ανεξαρτήτως αν αυτές προέκυψαν από εισφορά σε γη ή όχι.

Στην υπό κρίση περίπτωση, από την ένορκη κατάθεση του νομίμως εξετασθέντος με επιμέλεια των εναγομένων μάρτυρα ………., η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, τις υπ΄αριθμ. … και … ένορκες βεβαιώσεις, οι οποίες ελήφθησαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά με επιμέλεια της ενάγουσας μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση των αντιδίκων της (βλ. προσκ. τις υπ΄ αριθμ. ……. εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά ……….) και όλα ανεξαιρέτως τα νομίμως προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για ορισμένα από τα οποία γίνεται παρακάτω ειδική μνεία, χωρίς κανένα να παραλείπεται ως προς την εκτίμηση της ουσίας της διαφοράς (με την αναγκαία επισήμανση ότι δε λαμβάνεται υπόψη η ένορκη κατάθεση του …….., καθώς πρόκειται για ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο αφού είναι μέλος του ΔΣ της ενάγουσας ανώνυμης εταιρίας, άρθρ. 62, 64§2, 339, 409§1, 415-420 ΚΠολΔ, 61, 65, 67 και 70 ΑΚ, ολΑΠ 1328/1977), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Με την υπ΄ αριθμ. ΕΣΧΠ/ΓΧΠ/765/2-11-1984 απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Χωροταξίας  και Περιβάλλοντος (ΦΕΚ 792/Β/5-11-1984) και το υπ΄αριθμ. 236/4-5-1985 π.δ. (ΦΕΚ 88/Α/15-5-1985), που εκδόθηκαν κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 1§1 ν. 4458/1965, εγκρίθηκε ο καθορισμός Βιομηχανικών Περιοχών (ΒΙ.ΠΕ) στο ν. Αττικής για τη μετεγκατάσταση βιομηχανιών ή βιοτεχνιών. Με την υπ΄ αριθμ. Β. 2671/482/29-1-1988 κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας (ΦΕΚ 100/Β/25-2-1988), όπως διορθώθηκε (ΦΕΚ 180/1-4-1988), και βάσει της υπ΄αριθμ. 40/4-9-1987 απόφασης της Επιτροπής της Ελληνικής Τραπέζης Βιομηχανικής Αναπτύξεως ΑΕ (ΕΤΒΑ ΑΕ), που προβλέπεται στην §1 του άρθρου 1 ν. 742/1977, οριοθετήθηκε η Βιομηχανική Περιοχή Αττικής Β’ στη θέση Σχιστό της κτηματικής περιφέρειας Περάματος σε έκταση 310 στρεμμάτων για τη μετεγκατάσταση μονάδων του ναυπηγοεπισκευαστικού κυκλώματος και των συναφών δραστηριοτήτων, υπαγόμενη στις διατάξεις του ν. 4458/1965 ‘’περί Βιομηχανικών Περιοχών’’, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από το ν. 742/1977 (ΦΕΚ 319/Α/17-10-1977). Με την υπ΄ αριθμ. 32757/1118/9-9-1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 1011/Β/29-9-1998), αυτή μετονομάσθηκε σε ‘’Βιομηχανικό Πάρκο Σχιστού (ΒΙ.ΠΑ. Σχιστού), προκειμένου να δέχεται δραστηριότητες μόνο μέσης και χαμηλής όχλησης και να χρησιμοποιηθεί για τη μετεγκατάσταση χυτηρίων και συναφών δραστηριοτήτων του ναυπηγοεπισκευαστικού κλάδου. Για τη δημιουργία και οργάνωση του ΒΙ.ΠΑ. Σχιστού η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία ‘’’’, καθολική διάδοχος της οποίας είναι η πρώτη εναγομένη, ενεργούσα ως φορέας του δικαιώματος ίδρυσης, οργάνωσης και εκμετάλλευσής του κατά τις διατάξεις των ως άνω νόμων, συμβλήθηκε με τη δεύτερη εναγομένη Εκκλησία της Ελλάδος (ν.π.δ.δ.), όπως εκπροσωπούνται νόμιμα, καταρτίζοντας την από 2-4-2001 Προγραμματική Σύμβαση, με περιεχόμενο την οργάνωση και στη συνέχεια από κοινού αξιοποίηση του ΒΙΠΑ με τη διάθεση των βιομηχανικών-βιοτεχνικών γηπέδων και τη μεταβίβαση του δικαιώματος διοίκησης, διαχείρισης και λειτουργίας στο Φορέα Διοίκησης, Διαχείρισης και Λειτουργίας, που επρόκειτο να συσταθεί (άρθρο 2). Στην Προγραμματική αυτή Σύμβαση αναφέρεται ότι μέρος της οριοθετημένης έκτασης, εμβαδού 188,70 στρεμμάτων, πολεοδομείται, θα προκύψουν δε από την πολεοδόμηση 89,53 στρέμματα βιομηχανικών γηπέδων προς πώληση. Από την ανωτέρω πολεοδομούμενη έκταση, 115.845,50 τ.μ. ανήκαν κατά κυριότητα στην Εκκλησία της Ελλάδος (εκκλησιαστικό κτήμα Σκαραμαγκάς) ενώ η υπόλοιπη έκταση των 72.423,30 τ.μ. είχε περιέλθει κατά πλήρη κυριότητα στην ‘’….’’ με παραχώρηση από το Ελληνικό Δημόσιο, δυνάμει της υπ΄αριθμ. 107161/3943/12-10-1999 απόφασης του Υπουργείου Γεωργίας, η οποία μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Πειραιά (τόμος 1113 και αύξων αριθμός 146), σε συνδυασμό με το υπ΄ αριθμ. …… πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής σε εκτέλεση του άρθρου 17 ν. 2446/1996 (ΦΕΚ 276/Α/19-2-1996) για τη δημιουργία του Βιομηχανικού Πάρκου Σχιστού. Με το νομίμως μεταγεγραμμένο υπ΄αριθμ. …… συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, οι ανωτέρω συμβαλλόμενες ενοποίησαν τα γήπεδα τους για τη δημιουργία του Βιομηχανικού Πάρκου με ανταλλαγή και δωρεά ιδανικών μεριδίων των ακινήτων τους, κατά τρόπο ώστε να δημιουργηθεί ενιαίο γήπεδο έκτασης 188.268,80 τ.μ., το οποίο ανήκει κατά κυριότητα και κατά ποσοστό 65% εξ αδιαιρέτου στην ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία ‘’. ..’’ και κατά ποσοστό 35% εξ αδιαιρέτου στην Εκκλησία της Ελλάδος. Με το άρθρο 5 της Προγραμματικής Σύμβασης ορίστηκαν τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων ως εξής: ‘’Α. Η ……: έχει την ευθύνη και την υποχρέωση να μεριμνήσει για: 1. Την προετοιμασία και υποβολή προς έγκριση προς τις αρμόδιες υπηρεσίες των φακέλων (έχουν ήδη ολοκληρωθεί): Οριοθέτησης (έγκριση με την υπ΄αριθμ. Β 2671/482/29-1-1988 ΚΥΑ και την υπ΄αριθμ. 32757/1118/9-9-1998 ΚΥΑ, μετονομασία)-Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων (έγκριση με την υπ΄αριθμ. 69764/25-2-1998 ΚΥΑ των Υπουργών Ανάπτυξης και ΠΕΧΩΔΕ)-Πολεοδόμησης και ρυμοτόμησης του ΒΙΠΑ Σχιστού (έχει υποβληθεί-εκκρεμεί η έκδοση της σχετικής απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής). 2. Την εκπόνηση πλήρων τεχνικών μελετών των αναγκαίων έργων υποδομής με την υπογραφή των συμβάσεων με τρίτους (έχουν ήδη ολοκληρωθεί). 3. Την κατασκευή των αναγκαίων έργων υποδομής με την υπογραφή των συμβάσεων με τρίτους (τα έργα έχουν δημοπρατηθεί, έχει εγκατασταθεί ο ανάδοχος και έχουν αρχίσει οι εργασίες –σύμβαση από 15-10-1999). 5. Το σχεδιασμό και υλοποίηση επεμβάσεων για τη λειτουργική σύνδεση των έργων υποδομής του ΒΙ.ΠΑ. με τα δίκτυα της ευρύτερης περιοχής, εφόσον απαιτηθεί, με την υπογραφή συμβάσεων με τρίτους. 6. Τη σύσταση Φορέα Διοίκησης, Διαχείρισης και Λειτουργίας του ΒΙΠΑ. Η …. bank θα διοικεί, διαχειρίζεται και λειτουργεί το ΒΙ.ΠΑ. μέχρι τη σύσταση του Φορέα και τη μεταβίβαση σε αυτόν των σχετικών αρμοδιοτήτων…. Β. Η Εκκλησία της Ελλάδος: 1. Συνεισφέρει το ακίνητό της και παρέχει στην … bank το δικαίωμα να προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την οργάνωση του ΒΙ.ΠΑ., καθώς και να διενεργεί τις πωλήσεις των οικοπέδων. 2. …’’. Το ρυμοτομικό σχέδιο και οι όροι και περιορισμοί δόμησης του ΒΙ.ΠΑ. Σχιστού εγκρίθηκαν με την υπ΄ αριθμ. ΠΕΧΩ. ΟΙΚ. 1793/Φ.Τροπο/2002 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής (ΦΕΚ 438/Δ/27-5-2002), με την οποία επικυρώθηκαν και οι οριογραμμές του υφισταμένου ρέματος. Εν όψει δε του ότι η ΕΤΒΑ bank, ως φορέας οργάνωσης του ΒΙ.ΠΑ., είχε εξασφαλίσει με την ανωτέρω Προγραμματική Σύμβαση και τη συνένωση των γηπέδων, το σύνολο της ιδιοκτησίας της πολεοδομούμενης έκτασης, η πολεοδόμηση έγινε σύμφωνα με την §10 του άρθρου 7 ν. 2545/1997, σύμφωνα με τις §§1-2 του ιδίου άρθρου και χωρίς να εφαρμοστούν οι §§3, 4, 5, 6, 7 και 9 αυτού, που προβλέπουν την κατάρτιση και έκδοση πράξης εφαρμογής και την εισφορά σε γη και χρήμα για τη δημιουργία των κοινοχρήστων χώρων και των έργων υποδομής αλλά η …. bank διέθεσε (για λογαριασμό και της Εκκλησίας της Ελλάδος με βάση την Προγραμματική Σύμβαση) την απαιτούμενη από την πολεοδομική μελέτη έκταση για τους δρόμους, το πράσινο και τους λοιπούς κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους (σε ποσοστό 30% της συνολικής έκτασης). Βάσει της εγκριθείσας πολεοδομικής μελέτης, τα επίδικα οικοδομικά τετράγωνα (4 και 5) ορίστηκαν για την εξυπηρέτηση κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων και ειδικότερα ορίστηκε (άρθρ. 2§5 της ως άνω υπ΄αριθμ. ΠΕΧΩ. ΟΙΚ. 1793/Φ.Τροπο/2002 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής) ότι ‘’προορίζονται για την ανέγερση κτιρίων κοινόχρηστων εξυπηρετήσεων ελάχιστο εμβαδόν 1.000 τ.μ., ελάχιστο πρόσωπο 20 μ., μέγιστο ποσοστό κάλυψης 60%, προκήπιο 4 μ., ελάχιστη πλάγια απόσταση η τήρηση Δ του ΓΟΚ, μέγιστο ύψος κτιρίων 15 μ., μέγιστος συντελεστής δόμησης 1.4’’. Επίσης στην από Ιουλίου 1997 Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Έργων Υποδομής της τότε ΒΙ.ΠΕ. Αττικής Β’ Σχιστού, προβλέπεται ότι στο ΟΤ 4 θα κατασκευαστεί το κτίριο διοίκησης και κοινόχρηστων εξυπηρετήσεων της ΒΙ.ΠΕ και στο ΟΤ 5 θα γίνει η εγκατάσταση μονάδας καθαρισμού αποβλήτων. Το ΟΤ 4, το οποίο καταχωρήθηκε στα κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά με ΚΑΕΚ ……. και έκταση 2.178 τ.μ., αποτυπώνεται στο από Ιούνιο 2008 κτηματολογικό διάγραμμα του ΒΙ.ΠΕ., που συνέταξε ο αγρονόμος τοπογράφος μηχανικός ……. βάσει του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, με έκταση 2.177,85 τ.μ. και συνορεύει βορειοδυτικά με την οδό 2 πλάτους 16 μ., και πέραν αυτής με το ΟΤ 1, ανατολικά με πεζόδρομο και πέραν αυτού με κοινόχρηστο χώρο με ΚΑΕΚ ……, νότια με πεζόδρομο και πέραν αυτού με τον ίδιο κοινόχρηστο χώρο  με ΚΑΕΚ …….., και νοτιοδυτικά με πεζόδρομο και πέραν αυτού με τον ίδιο κοινόχρηστο χώρο με ΚΑΕΚ …. Το ΟΤ 5, το οποίο καταχωρήθηκε στα κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά με ΚΑΕΚ …… και έκταση 2.426 τ.μ., αποτυπώνεται στο από Ιούνιο 2008 κτηματολογικό διάγραμμα του ΒΙ.ΠΕ., που συνέταξε ο αγρονόμος τοπογράφος μηχανικός ……, με έκταση 2.426,25 τ.μ. και συνορεύει βορειοδυτικά με πεζόδρομο πλάτους 4 μ., και πέραν αυτού  με ιδιοκτησία με ΚΑΕΚ ……, ανατολικά -νοτιοανατολικά με πεζόδρομο και πέραν αυτού με κοινόχρηστο χώρο  με ΚΑΕΚ …….., δυτικά και νοτιοδυτικά με την οδό 2 πλάτους 16 μ. και πέραν αυτής με πεζόδρομο πλάτους 4 μ. και πέραν αυτού με τη Λεωφόρο Σχιστού. Με την υπ΄αριθμ. 14195/18-6-2003 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών, η οποία καταχωρήθηκε στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών στις 18 Ιουνίου 2003 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 5917/24-6-2003 τ. ΑΕ –ΕΠΕ, εγκρίθηκε η απόσχιση του κλάδου των Βιομηχανικών Περιοχών της ….. με εισφορά του κλάδου αυτού στη νεοϊδρυόμενη εταιρία με την επωνυμία ‘….’’ και το διακριτικό τίτλο ‘’…….’’ (πρώτη εναγομένη και ήδη πρώτη εκκαλούσα), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 ν. 2919/2001, η οποία ως καθολική διάδοχος της ‘’……’’, διατήρησε τις αρμοδιότητες οργάνωσης και εκμετάλλευσης των βιομηχανικών περιοχών. Παράλληλα με την υπ΄αριθμ. …. πράξη της συμβολαιογράφου Πειραιά ….., συστήθηκε η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία ‘’ ……….’’ και το διακριτικό τίτλο ‘’…..’’. Με την υπ΄αριθμ. 1032/2004 απόφαση του Νομάρχη Πειραιά δόθηκε η άδεια σύστασης της εταιρίας και εγκρίθηκε το καταστατικό της, καταχωρήθηκε δε την 4η Μαρτίου στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 2569/26-3-2004 (τεύχος ΑΕ-ΕΠΕ). Με την υπ΄αριθμ. Φ/Α/6.3/2/2476/709/15-3-2005 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης (ΦΕΚ 372/Β/ 23-3-2005), όπως συμπληρώθηκε με την υπ΄αριθμ. Φ/Α/6.3./2/19639/1476/12-9-2008 απόφαση του Υφυπουργού Ανάπτυξης (ΦΕΚ 1997/Β/26-9-2008), το ΒΙ.ΠΑ Σχιστού υπήχθη στις διατάξεις του ν. 2545/1997 και εγκρίθηκε ο Κανονισμός Λειτουργίας του. Με την από 12-1-2006 σύμβαση, που συνήφθη μεταξύ της πρώτης εναγομένης και ήδη πρώτης εκκαλούσας, ως φορέα ίδρυσης και οργάνωσης του ΒΙ.ΠΑ. και της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης, ως φορέα διοίκησης και διαχείρισης αυτού, η πρώτη εναγομένη μεταβίβασε στην ενάγουσα τη διοίκηση και διαχείριση του ΒΙ.ΠΑ Σχιστού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11§3 ν. 2545/1997 και παραχώρησε χωρίς αντάλλαγμα τη νομή, κατοχή και χρήση του συνόλου των υφισταμένων κοινοχρήστων έργων υποδομής του ΒΙ.ΠΑ. καθώς και τις ζώνες πρασίνου, τους χώρους στάθμευσης και τους χώρους πεζοδρόμων, όπως αυτά εμφανίζονταν στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο κατά τα ειδικότερα προβλεπόμενα στην εν λόγω σύμβαση. Για την παράδοση των κοινόχρηστων έργων υποδομής υπογράφηκε το με ίδια ημερομηνία πρωτόκολλο παράδοσης –παραλαβής. Με την υπ΄αριθμ. Φ/Α/6.3/19281/1429/18-5-2009 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Βιομηχανίας (ΦΕΚ 1035/Β/ 1-6-2009) διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση των έργων υποδομής και η δυνατότητα λειτουργίας του ΒΙ.ΠΑ. Σχιστού σύμφωνα με την §2 του άρθρου 9 ν. 2545/1997, όπως αυτά προβλέπονται από την υπ΄αριθμ. Φ/Α/6.3/2/119639/1476/12-9-2008 Υπουργική Απόφαση. Ακολούθησε ο ν. 3982/2011, ο οποίος για τη θεσμοθέτηση οργανωμένων χώρων υποδοχής βιομηχανικών κλπ. δραστηριοτήτων με τα άρθρα 41-64 ρύθμισε την ανάπτυξη, οργάνωση, διοίκηση και διαχείριση Επιχειρηματικών Πάρκων (ΕΠ). Με το άρθρο 64 του νόμου αυτού καταργήθηκαν ο ν. 2545/1997 και οι κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσες κανονιστικές πράξεις, πλην όμως με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 63 (§1α) ορίστηκε ότι οι υφιστάμενες κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού ΒΕΠΕ, που θεσμοθετήθηκαν με τις διατάξεις του ν. 2545/1997 ή εντάχθηκαν σε αυτόν δυνάμει της §2 του άρθρου 19 αυτού, οφείλουν να ολοκληρώσουν τις υποδομές τους και τα υπόλοιπα έργα σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2545/1997. Παρείχε, όμως, τη δυνατότητα υπαγωγής τους στις διατάξεις του νέου αυτού νόμου, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση από το φορέα ίδρυσης της ΒΕΠΕ και πληρούνται οι όροι του νόμου αυτού. Στο πλαίσιο αυτό η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ως φορέας διοίκησης και διαχείρισης του ΒΙ.ΠΑ. Σχιστού -πλέον ΕΔΕΠ (Εταιρία Διαχείρισης Επιχειρηματικού Πάρκου), αιτήθηκε την υπαγωγή του στο ν. 3982/2011. Με την υπ΄ αριθμ. 4441/342/4-4-2013 απόφαση του Υφυπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (ΦΕΚ 892/Β/11-4-2013) αποφασίστηκε η υπαγωγή του ΒΙ.ΠΑ. Σχιστού στις διατάξεις του ν. 3982/2011 και η αντιστοίχησή του στο Επιχειρηματικό Πάρκο τύπου Β’ του άρθρου 41§1 περ. β του νόμου αυτού, και εγκρίθηκε ο νέος Κανονισμός Λειτουργίας του. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 58§2 ν. 3982/2011, η διοίκηση και διαχείριση του     Επιχειρηματικού Πάρκου γίνεται από την ΕΑΝΕΠ (Εταιρία Ανάπτυξης Επιχειρηματικού Πάρκου) και μεταβιβάζεται υποχρεωτικά στην ΕΔΕΠ (Εταιρία Διαχείρισης Επιχειρηματικού Πάρκου) στις προβλεπόμενες από το άρθρο αυτό περιπτώσεις, με σχετική σύμβαση, που περιβάλλεται τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου 48 του ίδιου νόμου: ‘’(§1): Μέχρι την υπογραφή της σύμβασης μεταβίβασης της διαχείρισης του άρθρου 58, οι εκτάσεις, που προέρχονται από εισφορά σε γη, περιέρχονται στην αποκλειστική κατοχή και κυριότητα της ΕΑΝΕΠ, για να δημιουργηθούν οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι καθώς και κτίρια και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, που κρίνονται αναγκαίες για τη λειτουργία του Επιχειρηματικού Πάρκου (§2, όπως αντικαταστάθηκε με την §8 του άρθρου 44 ν. 4155/2013, ΦΕΚ Α 120/29-5-2013). Με την απόφαση έγκρισης της σύμβασης μεταβίβασης της διαχείρισης του άρθρου 58, οι κοινόχρηστοι χώροι και κοινωφελείς χώροι και εγκαταστάσεις περιέρχονται υποχρεωτικά με σύμβαση, που περιβάλλεται τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου άνευ ανταλλάγματος στην κυριότητα της ΕΔΕΠ΄΄. Η τελευταία αυτή διάταξη εισήγαγε για πρώτη φορά τη μεταβίβαση στο φορέα διοίκησης και διαχείρισης των Επιχειρηματικών Πάρκων των κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων και εγκαταστάσεων κατά κυριότητα και μάλιστα χωρίς αντάλλαγμα, ενώ υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς μεταβιβαζόταν στο φορέα διαχείρισης μόνο η κατοχή αυτών. Οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι η εν λόγω διάταξη του άρθρου 48§2 δεν εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, καθώς δεν συντρέχει η προϋπόθεση της ‘’απόφασης έγκρισης της σύμβασης μεταβίβασης της διαχείρισης του άρθρου 58’’. Ο ισχυρισμός, ωστόσο, αυτός στερείται βασιμότητας. Η §2 του άρθρου 48 ορίζει βέβαια ότι η μεταβίβαση της κυριότητας των κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων και εγκαταστάσεων προς την ΕΔΕΠ πρέπει να πραγματοποιηθεί ‘’με την απόφαση έγκρισης της σύμβασης μεταβίβασης της διαχείρισης του άρθρου 58’’, δηλαδή με την απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας για την έγκριση της μεταβίβασης, της διοίκησης και διαχείρισης του Επιχειρηματικού Πάρκου από την ΕΑΝΕΠ προς την ΕΔΕΠ. Παρατηρείται, ωστόσο, ότι η διάταξη αυτή αναφέρεται στις περιπτώσεις της μεταβίβασης της διοίκησης και διαχείρισης Επιχειρηματικών Πάρκων, που θα πραγματοποιηθούν μετά την έναρξη ισχύος του νέου ν.3982/2011, ορίζοντας στο άρθρο 58 την τηρητέα διαδικασία και όχι τις περιπτώσεις υφισταμένων κατά την έναρξη ισχύος του ΒΕΠΕ, που θεσμοθετήθηκαν με τις διατάξεις του ν. 2545/1997 ή εντάχθηκαν σε αυτόν δυνάμει της §2 του άρθρου 19 αυτού και ακολούθως υπήχθησαν στις διατάξεις του ν. 3982/2011, όπως στην προκειμένη περίπτωση του ΒΙ.ΠΑ Σχιστού, κατά την οποία πολύ προγενέστερα της θέσης σε ισχύ του τελευταίου αυτού νόμου και της υπαγωγής του σε αυτό, είχε ήδη από το έτος 2006 επέλθει η μεταβίβαση της διοίκησης και διαχείρισής του από το φορέα ίδρυσης, οργάνωσης και εκμετάλλευσης στο φορέα διοίκησης και διαχείρισης κατά τις ισχύουσες κατά το χρόνο εκείνο διατάξεις του ν. 2545/1997. Περαιτέρω, οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες ισχυρίζονται ότι η διάταξη του άρθρου 48§2 ν. 3982/2011 δεν εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, καθώς με αυτή ρυθμίζεται η μεταβίβαση μόνο των κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων, που προέκυψαν από εισφορά σε γη, ενώ οι ένδικες ιδιοκτησίες των εναγομένων, των οποίων ζητείται η μεταβίβαση, ανήκαν εξαρχής στην ιδιοκτησία τους και δεν προέκυψαν από εισφορά σε γη. Παρατηρείται, ωστόσο, ότι η ανωτέρω διάταξη της §2 του άρθρου 48 ν. 3982/2011, όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάσταση της §2 του εν λόγω άρθρου από την §8 του άρθρου 44 ν. 4155/2013, αφορά τη μεταβίβαση των ιδιοκτησιών εκείνων, που έχουν χαρακτηριστεί ως κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι κατά το χρόνο μεταβίβασης με σύμβαση της διαχείρισης (και στην υπό κρίση περίπτωση κατά το χρόνο που το ΒΙ.ΠΑ. υπήχθη στις διατάξεις του νέου νόμου), ανεξαρτήτως του αν αυτές προέκυψαν από εισφορά σε γη ή όχι και ανεξαρτήτως της τυχόν δυνατότητας ή πιθανότητας αλλαγής στο μέλλον του πολεοδομικού σχεδίου. Εξάλλου, αν η βούληση του νομοθέτη ήταν η ρύθμιση της μεταβίβασης μόνον εκείνων των κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, που προέκυψαν από εισφορά σε γη, η εν λόγω διάταξη θα είχε μείνει στην αρχική της μορφή και δεν θα είχε λάβει χώρα η αντικατάστασή της με τη διάταξη της §8 του άρθρου 44 ν. 4155/2013. Εξάλλου, οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες αρνούνται την παθητική τους νομιμοποίηση ισχυριζόμενες: α) η μεν πρώτη ότι, αν και φέρει την ιδιότητα του φορέα οργάνωσης, που συμπίπτει με την έννοια της ΕΑΝΕΠ, δεν έχει την αποκλειστική κυριότητα των επιδίκων, αλλά είναι συγκυρία αυτών κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 65%, β) η δεύτερη ότι δεν φέρει την ιδιότητα του φορέα οργάνωσης του ΒΙ.ΠΑ και ήδη ΕΠ. Ωστόσο από τη γραμματική ερμηνεία της §2 του άρθρου 48 του ως άνω νόμου και τη γενικότητα της διατύπωσης της ‘’….οι κοινόχρηστοι χώροι και κοινωφελείς χώροι και εγκαταστάσεις περιέρχονται υποχρεωτικά με σύμβαση, που περιβάλλεται τον τύπο συμβολαιογραφικού εγγράφου άνευ ανταλλάγματος στην κυριότητα της ΕΔΕΠ’’ συνάγεται ότι με αυτή δεν προβλέπεται υποχρέωση μεταβίβασης σε βάρος αποκλειστικά της ΕΑΝΕΠ, αλλά η σχετική υποχρέωση αφορά τον εκάστοτε κύριο των εν λόγω κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων. Επιπροσθέτως ουδεμία διάκριση γίνεται ως προς το αν οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς αυτοί χώροι και εγκαταστάσεις ανήκουν κατ΄ αποκλειστική κυριότητα σε ένα πρόσωπο ή κατά συγκυριότητα σε περισσότερα. Και ναι μεν κατά τη διάταξη της §1 του ίδιου άρθρου οι εκτάσεις αυτές, εφόσον προέρχονται από εισφορά σε γη, θα πρέπει να έχουν ήδη περιέλθει στην αποκλειστική κυριότητα της ΕΑΝΕΠ, η οποία και οφείλει στη συνέχεια να τις μεταβιβάσει στην ΕΔΕΠ κατά τις διατάξεις της §2. Μετά, όμως, την αντικατάσταση της §2 με την §8 του άρθρου 44 ν. 4155/2013, η οποία αναφέρθηκε ανωτέρω, και την με αυτή απάλειψη της φράσης: ‘’οι οποίοι έχουν προκύψει από εισφορά σε γη’’, διαφαίνεται η βούληση του νομοθέτη να διευρύνει την υποχρέωση προς μεταβίβαση της κυριότητας των κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων στην ΕΔΕΠ, ανεξαρτήτως αν προήλθαν από εισφορά σε γη και κατ΄ επέκταση, αν έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΑΝΕΠ κατά την §1 του άρθρου 4, ώστε να καλύπτει και τις περιπτώσεις, που οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς αυτοί χώροι δεν προήλθαν από εισφορά σε γη, δημιουργώντας υποχρέωση μεταβίβασής τους από τον εκάστοτε κύριό τους προς την ΕΔΕΠ χωρίς αντάλλαγμα. Τέλος, οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι η διάταξη του άρθρου 48§2 ν. 3982/2011 αντίκειται στο άρθρο 17§1 του Συντάγματος και στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και επομένως, δεν πρέπει να εφαρμοστεί. Ως προς τον ισχυρισμό αυτό πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν αποκλείουν την εξουσία του κράτους να επέμβει στην περιουσία ενός προσώπου, αρκεί να εξασφαλίζεται δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου και των απαιτήσεων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσώπου κατά τα διαλαμβανόμενα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση. Επιπροσθέτως, όπως έχει ήδη κριθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου δεν εγγυάται το δικαίωμα πλήρους αποζημίωσης σε όλες τις περιπτώσεις, ενώ η μη πρόβλεψη αποζημίωσης μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη, κατά την ίδια ως άνω διάταξη, μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις (απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 1994, Ιερές Μονές κατά Ελλάδος). Στην προκειμένη δε περίπτωση οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες ναι μεν υποχρεούνται να μεταβιβάσουν τα ως άνω περιγραφέντα ακίνητα τους, πλην όμως εξασφαλίζουν ως εύλογη αποζημίωση για τη μεταβίβαση αυτή, τη μεγάλη αύξηση της αξίας των λοιπών ακινήτων τους, που βρίσκονται στην ίδια περιοχή λόγω της ένταξής τους στον πολεοδομικό σχεδιασμό. H αξία αυτή ανέρχεται στο ποσό των 280 ευρώ ανά τ.μ. (βλ. σχετ. το προσκομιζόμενο με επίκληση από την ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη από 18-9-2015 έγγραφο της Ε’ ΔΟΥ Πειραιά), ενώ  πριν την ένταξή τους στο πολεοδομικό σχέδιο του ΒΙ.ΠΑ η αξία τους ήταν μηδαμινή. Επιπλέον δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός ότι, όσοι προέβησαν στην αγορά των ιδιοκτησιών των εναγομένων, απέβλεψαν και στην ύπαρξη κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων και για το λόγο αυτό κατέβαλαν αυξημένο τίμημα, ενώ η δημιουργία και πλήρης λειτουργία ενός ολοκληρωμένου βιομηχανικού –επιχειρηματικού πάρκου  άπτεται της εν γένει ανάπτυξης και οικονομικής ζωής. Μία διαφορετική θεώρηση καταλήγει να παραγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες της κρινόμενης διαφοράς. Με τα δεδομένα αυτά καθίσταται σαφές ότι, με την ως άνω παρέμβαση του νομοθέτη και την πρόβλεψη υποχρέωσης μεταβίβασης των κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων, επιτυγχάνεται μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ αφενός μεν των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος, αφετέρου δε της προστασίας του ατομικού θεμελιώδους δικαιώματος της ιδιοκτησίας, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου και επομένως, δεν μπορεί να γίνει λόγος για παραβίασή της.

Με βάση όλα τα ανωτέρω το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκανε δεκτή την αγωγή ως κατ΄ ουσία βάσιμη, καταδίκασε τις εναγόμενες σε δήλωση βουλήσεως μεταβίβασης με συμβολαιογραφική πράξη των εξ αδιαιρέτου αυτών ποσοστών επί των ανωτέρω ακινήτων και υποχρέωσε αυτές (δηλ. τις εναγόμενες), μετά και την εκ μέρους της ενάγουσας αποδοχή με συμβολαιογραφικό έγγραφο της ανωτέρω δήλωσης βουλήσεώς τους ή τη δήλωση αποδοχής της εκκαλουμένης απόφασης (πλασματικής δήλωσης βουλήσεως) και την καταχώρηση αμφοτέρων (δήλωσης βουλήσεως/απόφασης και αποδοχής) στα κτηματολογικά φύλλα των εν λόγω ακινήτων στο οικείο Κτηματολογικό Γραφείο, να αποδώσουν τα ανωτέρω ακίνητα στην ενάγουσα, κάθε μία κατά το ποσοστό συγκυριότητάς της επ΄ αυτών, δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων και ορθώς εκτίμησε τα αποδεικτικά μέσα, που προσκομίστηκαν ενώπιόν του. Όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζονται οι εκκαλούσες με τους σχετικούς λόγους της έφεσης κρίνονται απορριπτέα. Επομένως, για τους λόγους αυτούς πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση έφεση ως κατ΄ ουσία αβάσιμη, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου  στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρ. 495§4 εδ. ε ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό και να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα στο σύνολο τους για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων κατ΄ άρθρ. 179, 183 ΚΠολΔ καθώς η ερμηνεία των κανόνων δικαίου, που εφαρμόστηκαν, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την έφεση και απορρίπτει αυτή κατ΄ ουσία.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου   στο Δημόσιο Ταμείο.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα στο σύνολο τους μεταξύ των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 20 Σεπτεμβρίου  2018.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, την 1η Νοεμβρίου 2018, με άλλη σύνθεση,  λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως από την Υπηρεσία της Εφέτου Θεοκτής Νικολαΐδου, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη και  Θεόκλητο Καρακατσάνη,  Εφέτες, και με Γραμματέα την Καλλιόπη Δερμάτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και   των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ