Διορθώθηκε με την υπ΄ αριθμ 566/2024 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς.
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 611/2023
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Σωκράτη Γαβαλά, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του, την ………., προκειμένου να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
(Ι) Της Εκκαλούσας: …………….ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Ξενοφώντος Ι. Αθανασιάδη (AM.Δ.Σ.Α ….), (βλ. το υπ’ αριθμόν Α ………./2023 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Π.- άρθρο 61 Ν. 4194/2013), ο οποίος κατέθεσε δήλωση, προκειμένου να εκδικαστεί η υπόθεση, χωρίς ο ίδιος να παραστεί, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 Κ. Πολ.Δ.
Του Εφεσίβλητου: ……….. ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου δια της πληρεξούσιου Δικηγόρου του Ευαγγελίας Β. Ιωαννίδη (AM.Δ.Σ.Α …), (βλ. το υπ’ αριθμόν Α …../17.01.2023 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Π.- άρθρο 61 Ν. 4194/2013), με βάση το από 12-01-2023 δικαστικό πληρεξούσιο του εφεσίβλητου, το οποίο διαλαμβάνει των οριζόμενων από τη διάταξη του άρθρου 96 Κ.Πολ.Δ. στοιχείων, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής αυτού από την παραστάσα Δικηγόρο
Η εκκαλούσα ………. άσκησε σε βάρος του εφεσίβλητου εναγομένου ……… ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 02-03-2015 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παραπάνω Δικαστηρίου με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης (Γ. Α.Κ.)………./2015 και ειδικό αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ.): …../2015.
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν 135/2020 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, κατά την τακτική διαδικασία (Διαδικασία Άρθρων 1-465 Κ.Πολ.Δ.), αντιμωλία των διαδίκων, με την οποία απορρίφθηκε η ένδικη αγωγή, κατά τα οριζόμενα στην απόφαση αυτή.
Κατά της απόφασης αυτής η ενάγουσα άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (= Εφετείου Πειραιώς) την από 05/01/2022 έφεσή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόσαντος αυτήν Δικαστηρίου, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου (Γ.Α.Κ.) …/12-01-2022 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ) …./12-01-2022, και ακολούθως στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης (Γ.Α.Κ.) …/03-02-2022 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ.) …./03-02-2022, δικάσιμος δε ορίστηκε αυτή, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Η πληρεξούσια Δικηγόρος του εφεσίβλητου ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της κατά την εκδίκαση της ένδικης υπόθεσης και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα διαλαμβάνονται στις προτάσεις, τις οποίες κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
(Ι) Στο άρθρο 74 παρ.1 του Ν. 4690/2020 (Α’ 104), ορίζεται ότι «1. Το χρονικό διάστημα της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της Χώρας (13.3.2020 -31.5. 2020) δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των Δικαστηρίων, Συμβολαιογράφων ως Υπαλλήλων του πλειστηριασμού, υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων. Μετά τη λήξη της παραπάνω αναστολής οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται, για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από το νόμο προθεσμία. Ειδικότερα, οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 215, των παρ. 1 και 2 του 237 και του άρθρου 238 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ), καθώς και οι προθεσμίες άσκησης ανακοπών, με εξαίρεση τις προθεσμίες του άρθρου 934 ΚΠολΔ, ένδικων μέσων και πρόσθετων λόγων δεν συμπληρώνονται, αν δεν παρέλθουν επιπλέον τριάντα (30) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους, ενώ στην παρ. 1 του άρθρου 83 του Ν. 4790/2021 (Α` 48) ορίζεται ότι <<Το χρονικό διάστημα από τις 7.11.2020 έως και την ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων και των Εισαγγελιών της χώρας, δυνάμει της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 11 της από 11.03.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α` 55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του Ν. 4682/2020 (Α 76), δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των Δικαστηρίων, Συμβολαιογράφων ως Υπαλλήλων του πλειστηριασμού, Υποθηκοφυλακείων, Κτηματολογικών Γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων, καθώς και στις προθεσμίες παραγραφής των συναφών αξιώσεων. Μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου, οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από τον νόμο προθεσμία. 3 Οι προθεσμίες, που ανεστάλησαν κατά τα προηγούμενα εδάφια, δεν συμπληρώνονται, εάν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους και τέλος στην ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 25 του Ν 4792/2021(Α’ 54) ορίζεται ότι <<Κατά την αληθή έννοια του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (Α’ 48), ως ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των πολιτικών Δικαστηρίων της χώρας για τον υπολογισμό των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών, λογίζεται η ημερομηνία άρσης της αναστολής των προθεσμιών, η οποία επήλθε με τη λήξη ισχύος της υπό στοιχεία Δ1α/Γ.Π.οικ. 18877/26.3.2021 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Μετανάστευσης και Ασύλου, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό <<Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού C0VID-19 στο σύνολο της Επικράτειας για το διάστημα από τη Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021 και ώρα 6:00 έως και τη Δευτέρα, 5 Απριλίου 2021 και ώρα 6:00 (Β’ 1194), ήτοι η 6.4.2021. Εξάλλου, με το άρθρο 49 του Ν.4963/2022 (ΦΕΚ Α 149/30.07.2022) ορίζονται τα ακόλουθα: “1. Κατά την αληθή έννοια του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 (Α’104) και του πρώτου εδάφιου της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (Α’48) ως προθεσμίες άσκησης ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, που ανεστάλησαν κατά το διάστημα από 13.03.2020 ως 31.05.2020 και από 07.11.2020 έως 05.0 4.2021, νοούνται και οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 518, της παρ. 5 του άρθρου 545 και της παρ. 3 του άρθρου 564 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985, (Α’ 182), ΚΠολΔ]. 2. Κατά την αληθή έννοια του τρίτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 και του τρίτου εδαφίου της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 ως προθεσμίες άσκησης ενδίκων μέσων των οποίων παρατείνεται η λήξη νοούνται και οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 518, της παρ. 5 του άρθρου 545 και της παρ. 3 του άρθρου 564 ΚΠολΔ”.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η κρινόμενη από 05/01/2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Γ.Α.Κ.) …/(Ε.Α.Κ.Δ.) …/2022 έφεση της ……. κατά της υπ’ αριθμόν 135/2021 (οριστικής) απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία (Διαδικασία Άρθρων 1-465 Κ.Πολ.Δ.), αρμοδίως φερόμενη ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ.), ασκήθηκε, σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι ουσιαστικά δεν παρήλθε η προθεσμία των δύο (2) ετών από το χρόνο έκδοσης αυτής, την 13η Ιανουαρίου 2018, κατ’ άρθρο 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (Φ.Ε.Κ. Α΄87/23.7.2015) σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η εκκαλούμενη απόφαση δεν προκύπτει ότι επιδόθηκε σε οποιοδήποτε διάδικο μέρος, για γνώση του και για τις νόμιμες συνέπειες, αφού δεν προσκομίζεται είτε έκθεση επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης είτε αντίγραφο αυτής με επισημείωση Δικαστικού Επιμελητή για επίδοση αυτής, ενώ συγχρόνως δεν προτείνεται ισχυρισμός για εκπρόθεσμη άσκηση της υπό κρίση έφεσης, με αποτέλεσμα να μην έχει αρχίσει να διαδράμει η προθεσμία του άρθρου 518 παρ. 1 εδ. Β Κ.Πολ.Δ., σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, το δε δικόγραφο της υπό κρίση έφεσης κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόσαντος πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την 03η Φεβρουαρίου 2020], (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 Κ. Πολ.Δ). Συνεπώς, εφόσον για το παραδεκτό της συζήτησης αυτής καταβλήθηκε, κατ` άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ. παράβολο του Ελληνικού Δημοσίου, αξίας εκατό (100,00) ευρώ (βλ. το με αριθμό κωδικού …./2022 ηλεκτρονικό (e-) παράβολο), πρέπει αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της.
(ΙΙ) Με την ένδικη αγωγή της, όπως το δικόγραφο αυτής παραδεκτά διορθώθηκε με τις προτάσεις, τις οποίες κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η εκκαλούσα- ενάγουσα εκθέτει ότι, την 28η Μαρτίου του έτους 2013, στο …. Αττικής, ο εναγόμενος με πρόθεση τέλεσε σε βάρος της τα αδικήματα της εξύβρισης, της απειλής και της απλής σωματικής βλάβης, κάτω από τις ειδικά περιγραφόμενες συνθήκες, εξαιτίας των οποίων η ίδια υπέστη ηθική βλάβη. Επικαλούμενη έννομο συμφέρον, ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση αυτού να της καταβάλλει το χρηματικό ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000,00) Ευρώ (Ε) (αναγνωριστικό αίτημα) και να υποχρεωθεί να της καταβάλλει το χρηματικό ποσό ομοίως των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000,00) Ευρώ (Ε), με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επίδοσης της ένδικης αγωγής μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση αυτών.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμόν …../2020 αγωγή του απέρριψε την ένδικη αγωγή, ως ουσιαστικά αβάσιμη, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα σε αυτήν.
Κατά της απόφασης αυτής η ενάγουσα άσκησε την υπό κρίση έφεσή της, με την οποία επικαλείται πλημμέλειες της εκκαλούμενης απόφασης, συνιστάμενες σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα σε αυτήν.
Ο λόγος αυτός της υπό κρίση εφέσεως, που τυγχάνει επαρκώς ορισμένος, δεκτικός δικαστικής αξιολόγησης και ως εκ τούτου παραδεκτός, πρέπει εξεταστεί ως προς τη βασιμότητά του, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση.
(IΙΙ) Σύμφωνα με το άρθρο 914 του Αστικού Κώδικα οι προϋποθέσεις της αδικοπρακτικής ευθύνης είναι: (α) η παράνομη και υπαίτια ανθρώπινη συμπεριφορά, (β) η επέλευση ζημίας και γ) ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας. Παράνομη είναι συμπεριφορά, που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος (Α.Π. 1284/ 2017 Δημοσιευμένη στην Ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου, ΑΠ 889/ 2008, A.Π. 995/2008, Α.Π. 422/2008). Κατά την κρατούσα γνώμη, το παράνομο κρίνεται από το αποτέλεσμα με την έννοια ότι για την κατάφαση της παρανομίας ερευνάται αν προκλήθηκε παράνομη ζημία, αν δηλαδή προσβλήθηκε δικαίωμα ή έννομο συμφέρον του ζημιωθέντος. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρεώσεως πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της κοινωνικά επιβεβλημένης από τη θεμελιώδη δικαιϊκή αρχή της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας υποχρεώσεως λήψεως ορισμένων μέτρων επιμέλειας για την αποφυγή προκλήσεως ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων. Για τη θεμελίωση της αδικοπρακτικής ευθύνης προς αποζημίωση, δεν αρκεί μόνον ο χαρακτηρισμός της συμπεριφοράς του ζημιώσαντος ως παράνομης. Περαιτέρω, αυτοτελής προϋπόθεση είναι η υπαιτιότητα του τελευταίου, δηλαδή απαιτείται να μπορεί η συμπεριφορά του αυτή να αποδοθεί σε μια ιδιαίτερη ψυχική στάση, που θεωρείται επιλήψιμη και αποδοκιμάζεται από την έννομη τάξη. Με τον όρο πταίσμα ή υπαιτιότητα, ως αναγκαία προϋπόθεση για τη θεμελίωση της ευθύνης κατά το σύστημα του Αστικού Κώδικα (άρθρο 300 αυτού), εννοείται ο ψυχικός δεσμός του προσώπου προς μια ενέργεια του ή προς το αποτέλεσμα της, ο οποίος (=δεσμός) δικαιολογεί τη σε βάρος του μομφή από την έννομη τάξη με τη γένεση στο πρόσωπο του ευθύνης προς αποζημίωση. Ο ψυχικός αυτός δεσμός του προσώπου προς μια ενέργεια του συνίσταται, είτε στο ότι επιδίωξε την ενέργεια αυτήν (δόλος), είτε στο ότι δεν έλαβε τα επιβαλλόμενα μέτρα, έτσι ώστε να την αποφύγει. Η προϋπόθεση της υπαιτιότητας πληρούται, αν στο πρόσωπο του ζημιώσαντος υπάρχει οποιαδήποτε μορφή δόλου ή αμέλειας (βαριά ή ελαφρά). Η υπαιτιότητα προϋποθέτει ικανότητα προς καταλογισμό (ή ικανότητα προς αδικοπραξία ή ικανότητα προς πταίσμα). Η ικανότητα προς καταλογισμό είναι απαραίτητη για την κατάφαση της υπαιτιότητας και περαιτέρω της αδικοπρακτικής ευθύνης. Απαιτείται δηλαδή η παράνομη συμπεριφορά να μπορεί να καταλογιστεί προσωπικά στο δράστη. Ζημία είναι κάθε δυσμενής μεταβολή στα έννομα αγαθά του προσώπου, είτε αυτά είναι περιουσιακά είτε μη περιουσιακά, ως συνέπεια της παράνομης πράξης. Η ζημία, που προξενείται στα περιουσιακής φύσεως αγαθά του προσώπου, δηλαδή στα αποτιμητά σε χρήμα αγαθά, αποτελεί την περιουσιακή ζημία, ενώ αυτή, που προκαλείται στα ηθικά αγαθά του ατόμου, δηλαδή σε εκείνα, τα οποία συνδέονται στενά με την προσωπικότητα του (προσβολή της τιμής, της ελευθερίας, της σωματικής και ψυχικής υγείας κ.λ.π του ατόμου), αποτελεί την ηθική βλάβη. Η ηθική βλάβη αποκαθίσταται με τη μορφή της χρηματικής ικανοποίησης στις περιπτώσεις των ΑΚ 57-59 (προσβολή του δικαιώματος στην προσωπικότητα) και 932 (αδικοπραξία). Προϋπόθεση για τη γένεση της ευθύνης κατ’ άρθρο 914 ΑΚ είναι και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας. Ως αιτιώδης συνάφεια, εννοείται η σχέση και αποτελέσματος μεταξύ του νομίμου λόγου ευθύνης παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του δράστη) και του αποτελέσματος (ζημίας). Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή η παράλειψη του ευθυνόμενου προσώπου ήταν κατά τα διδάγματα τη κοινής πείρας ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα (Ολ ΑΠ 18/2004, ΑΠ 177/2008, Α.Π.427/2008, Α.Π. 579/2008). Η αναγκαιότητα της ύπαρξης αυτής της προϋπόθεσης για τη θεμελίωση της ευθύνης προς αποζημίωση δεν ορίζεται μεν ρητά στο νόμο, προκύπτει όμως από τη γενική θεώρηση των διατάξεων, που καθιερώνουν αυτή την ευθύνη. Προϋπόθεση για την εφαρμογή της ΑΚ 932 αποτελεί, όπως προαναφέρθηκε η τέλεση αδικοπραξίας, δηλαδή η τέλεση, είτε παράνομης και υπαίτιας πράξης κατά την ΑΚ 914, είτε και απλώς παράνομης πράξης, εφόσον δημιουργείται υποχρέωση αποζημίωσης (π.χ. περιπτώσεις αντικειμενικής ευθύνης), χωρίς να είναι αναγκαστικά και ποινικά κολάσιμη. Τέλος, από το άρθρο 932 ΑΚ προκύπτει ότι σκοπός της διάταξης είναι να επιτυγχάνεται μία υπό ευρεία έννοια αποκατάσταση του παθόντος για την ηθική του βλάβη, λόγω της αδικοπραξίας, ώστε αυτός να απολαύει μία δίκαιη και επαρκή ανακούφιση και παρηγοριά, χωρίς, από το άλλο μέρος, να εμπορευματοποιείται η προσβληθείσα ηθική αξία και να επεκτείνεται υπέρμετρα το ύψος της αποζημιώσεως για ηθική βλάβη, που δεν μπορεί να αποτιμηθεί επακριβώς σε χρήμα. (ΟλΑΠ 9/2015, ΑΠ 80/2018, Α.Π. 79/2020 Δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του Αρείου Πάγου). Τέλος, κατά το άρθρο 270 παρ. 2 εδ. γ` Κ.Πολ.Δ., όπως ίσχυε πριν από την κατάργησή του με την παρ. 1 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (έναρξη ισχύος από 01-01-2016), το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 1Κ.Πολ.Δ., όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ίδιου ως άνω νόμου, εφαρμοζόταν και στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης, ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον Ειρηνοδίκη ή Συμβολαιογράφου ή Προξένου λαμβάνονται υπόψη το πολύ τρεις (3) ως προς τον αριθμό για κάθε πλευρά και μόνον αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου, δύο (2) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης ενώπιον των πρωτοβαθμίων και δευτεροβαθμίων δικαστηρίων, κατά την τακτική διαδικασία, είναι παραδεκτές, ως αποδεικτικά μέσα, και ένορκες βεβαιώσεις, εφόσον δόθηκαν μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου μέρους. Αν λείπει η προϋπόθεση αυτή οι ένορκες βεβαιώσεις δεν είναι απλώς άκυρες, αλλά ανύπαρκτες, ως αποδεικτικά μέσα και δεν λαμβάνονται υπόψη. Οι ως άνω δε, ένορκες βεβαιώσεις αποτελούν ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο σε σχέση με τα έγγραφα και πρέπει να μνημονεύονται ειδικά στην απόφαση (ΑΠ 184/2011). Τα ανωτέρω δεν ισχύουν, όμως, όταν η ένορκη βεβαίωση είχε ληφθεί για να χρησιμοποιηθεί σε δίκη ασφαλιστικών μέτρων, στην οποία δεν προβλέπεται, όπως στην τακτική διαδικασία (άρθρο 270 παρ. 2 ΚΠολΔ) ή στις ειδικές διαδικασίες (άρθρα 650 παρ. 1, 671 παρ. 1, 681Α και 681Β ΚΠολΔ), το αποδεικτικό μέσο των ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου, αλλά ισχύουν, ιδιαίτεροι κανόνες ως προς την απόδειξη, τη συγκέντρωση των αποδεικτικών μέσων και την εν γένει διαδικασία της αιτήσεως, και συνεπώς οι ληφθείσες στο πλαίσιο της ειδικής αυτής διαδικασίας (ασφαλιστικών μέτρων) ένορκες βεβαιώσεις που λήφθηκαν χωρίς προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου, δεν συνιστούν ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 339 και 395 του Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι ως δικαστικά τεκμήρια, τα οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά μέσα, εάν επιτρέπεται η απόδειξη και με μάρτυρες, μπορούν να χρησιμεύσουν και καταθέσεις μαρτύρων, που λήφθηκαν στα πλαίσια άλλης πολιτικής ή ποινικής δίκης, καθώς επίσης και ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου, που είχαν ληφθεί χωρίς κλήτευση του αντιδίκου εκείνου που τις προσκομίζει και είχαν προσκομισθεί σε άλλη δίκη ασφαλιστικών μέτρων, εκτός αν αυτές, κατά την ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, έγιναν επίτηδες για να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό μέσο στη συγκεκριμένη δίκη. Οι ένορκες αυτές βεβαιώσεις δεν αποτελούν ιδιαίτερη κατηγορία αποδεικτικών μέσων, αλλά η χρησιμοποίησή τους ως δικαστικών τεκμηρίων γίνεται με την προσκόμιση και επίκληση των εγγράφων, στα οποία αυτές περιέχονται. Το Δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να τις μνημονεύει ειδικά, κατ’ αντιδιαστολή προς τα λοιπά έγγραφα, αλλά η μνεία ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν, καλύπτει και αυτές, χωρίς μάλιστα κατά την αναφορά των εγγράφων να απαιτείται να γίνεται διάκριση μεταξύ εκείνων που λήφθηκαν υπόψη προς άμεση ή έμμεση απόδειξη και εκείνων που λήφθηκαν υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια. Αντιθέτως, αν το Δικαστήριο της ουσίας εξαιρέσει παντελώς τις εν λόγω ένορκες βεβαιώσεις, ακόμη και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, υποπίπτει στην αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.11γ’ ΚΠολΔ (Α.Π. 1312/2029, ΑΠ 736/2016).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ενάγουσα, κατά την εκδίκαση της ένδικης υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, προσκόμισε και επικαλέστηκε μεταξύ των άλλων αποδεικτικών μέσων και την υπ’ αριθμόν ……../2012 ένορκη βεβαίωση του ………. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά ………. Η ένορκη αυτή βεβαίωση λήφθηκε χωρίς να τηρηθούν οι ορισμοί του 270 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. σχετικά με κλήτευση του εναγόμενου, δεδομένου ότι χρησιμοποιήθηκε προς απόδειξη των αγωγικών ισχυρισμών της ενάγουσας …….., που διαλαμβάνονται στην ένδικη αγωγή, εκδικασθείσα, κατά τους κανόνες της τακτικής διαδικασίας (Διαδικασία Άρθρων 1-465 Κ.Πολ.Δ. Επομένως, αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ούτε και ως δικαστικό τεκμήριο, καθότι πρόκειται για ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο, μολονότι ελήφθη και εκτιμήθηκε, ως τέτοιο από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, χωρίς να συντρέχουν οι προς τούτο προϋποθέσεις του Νόμου, όπως αναλύθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας. Παρά ταύτα δεν προσβάλλεται η εκκαλούμενη με την ανάλογη αιτίαση, με την έννοια σχετικού λόγου εφέσεως και ως εκ τούτου το Δικαστήριο τούτο, δεσμευόμενο από τα όρια της έκκλητης δίκης, όπως αυτά προσδιορίζονται από την ασκηθείσα έφεση της ενάγουσας δεν μπορεί να κηρύξει ακυρότητα, περιοριζόμενο στη μη εκτίμηση αυτής, δεδομένου μάλιστα ότι έχει ασκηθεί η υπ’ αριθμόν (Α.Β.Μ. ……….) ποινική δίωξη από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιώς σε βάρος του ….. για ψευδή κατάθεση κ.λ.π. και σε βάρος του ……… για ηθική αυτουργία στο συγκεκριμένο αδίκημα, εκκρεμεί δε η υπόθεση ενώπιον του Β Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς. Περαιτέρω, από τις φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, κατά τους ορισμούς των διατάξεων των άρθρων 444 παρ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 Κ. Πολ.Δ. και κατέστησαν κοινό αποδεικτικό μέσο, κατά τους ορισμούς του άρθρου 346 Κ. Πολ.Δ, καθώς και από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται από οποιοδήποτε διάδικο, όπως αυτά κατονομάζονται και διαριθμούνται στις προτάσεις τους, νόμιμα, (Ολ. ΑΠ 23/2008, ΑΠ 87/2013, ΑΠ 179/2013, ΑΠ 168/2014), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων από τα παραπάνω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 561/2008, ΑΠ 655/ 2005, αμφ. δη μ. στην Η.Τ.Ν.Π.-ΝΟΜΟΣ) είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εφόσον επιτρέπεται η εμμάρτυρη απόδειξη στην παρούσα δίκη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 395 Κ.Πολ.Δ, (ΑΠ 154/1992, ΕλλΔνη 33-814, ΑΠ 796/ 1983, ΕλλΔνη 1983. 1398, ΕφΑθ 9440/1986, ΕλλΔνη 1986,869), μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η σχηματισθείσα αναφορικά με το ένδικο συμβάν ποινική δικογραφία (Α.Π. 1286/2003 Χρ.Ιδ. Δ, Α.Π. 1236/ 1998 Δ. 1999. 351, Α.Π. 1286/2003 Χρ. Ιδ.Δ 2004. 245 Ελλ.Δνη 2005. 06, Α.Π. 1563/2002 ΝοΒ 2003.1195, Α.Π. 1428/2000 Ελλ.Δνη 2000. 678, Α.Π. 568/1995 Ε.Ε.Ν. 1996. 498, Α.Π. 570/1987 Δ. 19.878, Εφ. Αθ. 4980/2001 και Εφ.Αθ. 7468/2000 δημοσιευμένες στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών <<ΝΟΜΟΣ>>, Εφ. Αθ. 9706/1992 Ε.Συγκ.Δ. 1993.490, Α.Π. 179/ 1991 Ε.Ε.Ν. 1992.112 ΝοΒ 1992.1019), από τις ομολογίες των διαδίκων, όπως αυτές συνάγονται από τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 261 Κ.Πολ.Δ, κατά το μέτρο, που δεν αμφισβητήθηκε η αλήθεια αυτών, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως και χωρίς απόδειξη (άρθρα 336 παρ. 4 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ. 1 ΚΠολΔ) {Ν. Παισίδου: Τα δικαστικά τεκμήρια, 1991, σελ. 230 κα σημ. 86, πρβλ. Στ. Κουσούλη στην Ερμηνεία Κ. Πολ.Δ. Κεραμέως/ Κονδύλη/ Νίκα, Ι (2000) άρθρο 231, αριθ. 5), προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα ….. συνοικούσε με την πατρική της οικογένεια, αποτελούμενη από τον πατέρα της ………… και τη μητέρα της ………. σε οριζόντια ιδιοκτησία- διαμέρισμα του δεύτερου (2ου) πάνω από το ισόγειο ορόφου, ενώ ο εναγόμενος …….. συνοικεί με τη σύζυγό του …….. και το ανήλικο τέκνο τους σε οριζόντια ιδιοκτησία- διαμέρισμα του τρίτου (3ου) πάνω από το ισόγειο ορόφου πολυώροφης οικοδομής, με τα στοιχεία (Γ-1) ιδιοκτησία της συζύγου του εναγόμενου, που αποκτήθηκε, με το υπ’ αριθμόν ……/04-03-2005 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της Συμβολαιογράφου Νίκαιας . ……., το οποίο μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς στον τόμο … με αύξοντα αριθμό …, ανεγερθείσας της πολυκατοικίας σε οικόπεδο κείμενο στην κτηματική περιφέρεια της Δημοτικής Ενότητας ….. Αττικής, στην οδό …., με αριθμό …, υπήχθη δε στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικα σε συνδυασμό με το Ν.Δ. 1024/1971, με την υπ’ αριθμόν …………/22-11-1990 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας. Σημειωτέον δε ότι ο πατέρας της ενάγουσας …….. τυγχάνει αποκλειστικός κύριος νομέας και κάτοχος των αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών, οι οποίες βρίσκονται στο υπόγειο, στο ισόγειο, στον δεύτερο (2ο) και στον τέταρτο (4ο) όροφο της εν λόγω οικοδομής. Πλέον συγκεκριμένα, αυτός τυγχάνει αποκλειστικός κύριος, νομέας και κάτοχος των ακόλουθων οριζόντιων ιδιοκτησιών: κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου της με αριθμό 1 αποθήκης του υπογείου ορόφου επιφάνειας 93 τ.μ., που έχει ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 90/1000 (του υπολοίπου ½ εξ αδιαιρέτου ανήκοντος στον αδελφό του ……..), που έχει λάβει ΚΑΕΚ ……, κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου του καταστήματος του ισογείου ορόφου της παραπάνω πολυκατοικίας, επιφάνειας 187 τ.μ., που έχει ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 378/1000 (του υπολοίπου ½ εξ αδιαιρέτου ανήκοντος στον αδελφό του ………., που έχει λάβει ΚΑΕΚ ………, του υπ’ αριθμόν 1 διαμερίσματος του δεύτερου (2ου) πάνω από το ισόγειο ορόφου της παραπάνω πολυκατοικίας, επιφάνειας 80 τ.μ. με ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 84/1000, που έχει λάβει ΚΑΕΚ ………… της υπό στοιχεία (Δ-1) οριζόντιας ιδιοκτησίας γραφείου του τέταρτου (4ου) πάνω από το ισόγειο ορόφου της ίδιας ως άνω πολυκατοικίας επιφάνειας 26 τ.μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο 28/1000 που έχει λάβει ΚΑΕΚ ………. Ο ………, με την από 23-05-2011 απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της πολυκατοικίας εκλέχθηκε διαχειριστής. Οι σχέσεις μεταξύ των συνιδιοκτητών ήταν ιδιαίτερα τεταμένες για λόγους, που αφορούσαν θέματα σχετικά με τον Κανονισμό της πολυκατοικίας και την εν γένει διαχείριση της εν λόγω πολυώροφης οικοδομής, καθώς από ετών έχουν μετέλθει σε χρόνια δικαστική διαμάχη με πλείστες αγωγές και εκατέρωθεν μηνύσεις, καθώς ο ……… ασκούσε πλημμελώς τα καθήκοντά του, ως διαχειριστής, δημιουργώντας προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία της πολυκατοικίας (βλ. σχετ. την υπ’ αριθμόν 1240/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσα, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 591, 683 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων). Ειδικότερα, ο ………, παρά τις αναρτήσεις των λοιπών ιδιοκτητών των διαμερισμάτων της συγκεκριμένης πολυκατοικίας δεν αναρτούσε μηνιαίως πίνακα κοινοχρήστων δαπανών, είχε σταματήσει να κοινοποιεί στους άλλους συνιδιοκτήτες ειδοποιήσεις πληρωμής κοινοχρήστων, σταμάτησε να μεριμνά για τον καθαρισμό της πολύ κατοικίας, καθώς και για τις απαραίτητες συντηρήσεις και επισκευές, που αφορούσαν τον ανελκυστήρα, τις ασφάλειες του πίνακα, ενώ προέβη επιπρόσθετα σε ενέργειες, ώστε να μεταφέρει το κοινόχρηστο ρεύμα στο όνομά του αποκλειστικά και όχι στη συνιδιοκτησία, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, με αποτέλεσμα να αλλάζει αυθαίρετα και μονομερώς διαρκώς εταιρείες προμήθειας- παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και να μην μπορούν οι λοιποί συνιδιοκτήτες να βρουν τον πάροχο, προκειμένου να εξοφλήσουν το ρεύμα, ώστε να μην διακοπεί. Ένεκα δε αυτής της συμπεριφοράς του, περί το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2020, διακόπηκε η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στους κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους της παραπάνω πολυκατοικίας από τον πάροχο ELPEDISON, ενώ επίσης και το έτος 2021 διακόπηκε εκ νέου από τον πάροχο VOLTON. Ομοίως, αυτός δεν επιμελείτο να ενημερώνει τους λοιπούς συνιδιοκτήτες σχετικά με τις οφειλές, που αφορούσαν την υδροδότηση στους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους της πολυώροφης οικοδομής, αρνήθηκε να πληρώσει το συντηρητή του ανελκυστήρα, ενώ διατηρούσε κλειδωμένο το λεβητοστάσιο χωρίς να παρέχεται η δυνατότητα πρόσβασης στους ιδιοκτήτες των οριζόντιων ιδιοκτησιών- διαμερισμάτων σε αυτό. Έτσι, με την υπ’ αριθμόν 1.240/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διορίστηκε προσωρινή διαχειρίστρια της πολυκατοικίας η ………. Επιπλέον, προέκυψε ότι η σύζυγος του εναγόμενου ……. με το …………., τη ……… και το ……… άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την υπ’ αριθμόν …./2013 αγωγή τους σε βάρος του πατέρα της ενάγουσας …….., με την οποία ζητούσαν να υποχρεωθεί ο τελευταίος να καθαιρέσει τους τοίχους, που ο ίδιος ανήγειρε στην πίσω πρόσοψη της ως άνω πολυκατοικίας, προκειμένου να μεταβάλλει τον προορισμό κοινόκτητου χώρου της εν λόγω πολυκατοικίας, ήτοι, στεγασμένο ημιυπαίθριο χώρο επιφάνειας 98,91 τ.μ. και μη στεγασμένο, που βρίσκεται στον τέταρτο (4ο) πάνω από το ισόγειο όροφο, προσαρτώντας στην υπό στοιχεία Δ-1 οριζόντια ιδιοκτησία του. Με την υπ’ αριθμόν 6.323/2013 (οριστική) απόφαση το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς έκανε δεκτή την αγωγή αυτή και υποχρέωσε τον εναγόμενο …….. στην καθαίρεση του τοίχου. Επιπλέον, με την υπ’ αριθμόν 6.826/2012 (οριστική) απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, υποχρεώθηκε ο πατέρας της ενάγουσας ……… να προβεί μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την επίδοση της συγκεκριμένης απόφασης να προβεί στη διενέργεια των εργασιών θερμομόνωσης και υγρομόνωσης του ασκεπούς δώματος του τετάρτου (4ου) πάνω από το ισόγειο ορόφου και της αποκατάστασης των φθορών στο υπό στοιχείο Γ-2 διαμέρισμα των εναγόντων ……. και ……… Έτσι, δημιουργούνταν μεταξύ τους εντάσεις και επεισόδια με αποτέλεσμα να εκκρεμεί πληθώρα μηνύσεων και αγωγών. Το έτος 2013, εξαιτίας μη καταβολής των οφειλόμενων ποσών του κοινοχρήστου ρεύματος, διεκόπη η ηλεκτροδότηση των κοινόχρηστων και κοινόκτητων χώρων της πολυκατοικίας και του ανελκυστήρα, με αποτέλεσμα να προκύψει σοβαρό πρόβλημα με την είσοδο και τη μετακίνηση των ενοίκων στους ορόφους. Μετά τη διακοπή της ηλεκτροδότησης και εφόσον δεν βρέθηκε οποιαδήποτε λύση, λόγω μη σύγκλησης της Γενικής Συνέλευσης των Ιδιοκτητών της εν λόγω πολυώροφης οικοδομής, η σύζυγος του εναγόμενου ……. με ορισμένους άλλους συνιδιοκτήτες κατέβαλαν εξ ιδίων μέσων- κεφαλαίων το οφειλόμενο χρηματικό ποσό στον πάροχο της ηλεκτρικής ενέργειας και ζήτησαν από την ιδιωτική εταιρεία «……..» να προβεί σε επανασύνδεση αυτού. Την 28-03-2013 και περί ώρα 17:45, προσήλθε στους χώρους της παραπάνω πολυκατοικίας, μετά από τηλεφωνική ενημέρωση του παρόχου «…………..», και συγκεκριμένα στη σύζυγο του εναγομένου …….., ο αρμόδιος τεχνικός της ΔΕΗ, προκειμένου να προβεί σε επανασύνδεση του ρεύματος στους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής. Στο χώρο όπου βρίσκεται εγκατεστημένη η ηλεκτρική εγκατάσταση και ο πίνακας αυτής, στην είσοδο της πολυκατοικίας, μετέβη ο τότε διαχειριστής πατέρας της ενάγουσας …….. αλλά και ο εναγόμενος …….. και μεταξύ τους δημιουργήθηκε ένταση με φωνές και ύβρεις, καθώς ο ………. δεν επιθυμούσε την επανασύνδεση του ρεύματος αλλά ούτε και την παρουσία άλλων προσώπων στο χώρο, επικαλούμενος ότι ο ίδιος ήταν ο διαχειριστής. Παρούσα στον ανωτέρω χώρο ήταν και η …. ., συνιδιοκτήτρια στην ανωτέρω πολυκατοικία. Η ενάγουσα ………., ωστόσο ακούγοντας τις φωνές του πατέρα της και του εναγομένου κατέβηκε από το διαμέρισμα του δευτέρου (2ου) ορόφου στην είσοδο της πολυκατοικίας, προκειμένου να διαπιστώσει τι ακριβώς συνέβαινε. Παράλληλα και όσο εργαζόταν ο τεχνικός, εισήλθε στην πολυκατοικία άλλη συνιδιοκτήτης, και συγκεκριμένα η ……….., η οποία επέστρεφε από την εργασία της και ανέβηκε στον πρώτο (1ο) όροφο της πολυκατοικίας, όπου και ανέμενε τη σύνδεση του ρεύματος. Στη συνέχεια, αφού ο τεχνικός ολοκλήρωσε την εργασία του, η ενάγουσα …….. και ο πατέρας της ……. άρχισαν να ανεβαίνουν προς το διαμέρισμά τους, χωρίς όμως να δημιουργηθεί περαιτέρω ένταση με τον εναγόμενο. Τούτο ενισχύεται από τα ακόλουθα αποδεικτικά μέσα: Παρέχοντας εξηγήσεις ενώπιον του Υπαρχιφύλακα ……., την 13η Αυγούστου του έτους 2013, μετά τη σε βάρος του υποβληθείσα έγκληση της ενάγουσας …….., ο εναγόμενος ανέφερε τα ακόλουθα: <<Την Πέμπτη 28-03-2013 και ώρα περίπου 17:50 κατόπιν τηλεφωνικής κλήσης από την ιδιωτική εταιρεία … and …..>> (πάροχος Δ.Ε.Η) ενημέρωσαν τη γυναίκα μου .…….. και η τελευταία εμένα ότι ο υπάλληλος της Δ.Ε.Η. βρίσκεται στην είσοδο της πολυκατοικίας μαζί με τον ……… και ο τελευταίος προσπαθεί να τον διώξει και να μην τον αφήσει να συνδέσει το κοινόχρηστο ρεύμα. Να σημειώσω δε ότι το ρεύμα του κοινόχρηστου χώρου ήταν κομμένο για περίπου 2 μήνες, πληρώθηκε από τους υπόλοιπους συνιδιοκτήτες (……..) πλην της οικογένειας του …… και αυτό γιατί επιμένει μέχρι και σήμερα (Αύγουστος 2013) να μην εκδίδει αποδείξεις …. Μετά την τηλεφωνική κλήση, που δέχτηκα από την γυναίκα μου, ειδοποιώ και την ιδιοκτήτρια του Γ-2 …….. και κατεβήκαμε μαζί στο ισόγειο της πολυκατοικίας. Εκεί βρισκόταν ο …….., ο υπάλληλος της Δ.Ε.Η. και μετά από λίγη ώρα ήρθε η …….. Εγώ και η …….. ρωτήσαμε τον ……… για ποιο λόγο επέμενε να διώξει τον υπάλληλο της Δ.Ε.Η. εφόσον το ρεύμα είναι πληρωμένο και εκείνος απάντησε, ως ακολούθως <<Τι δουλειά έχετε εδώ, αφού δεν είστε διαχειριστές, σας ξέρω εγώ ποιοι είστε εσείς, διαχειριστής είμαι ότι γουστάρω θα κάνω τι θέλεις να σου γαμήσω το Χριστό και την Παναγία σου;>> Εκείνη τη στιγμή απευθύνομαι στον τεχνικό της Δ.Ε.Η., λέγοντας του <<Ακούς πως μας μιλάει και μας προκαλεί διαρκώς;>>. Ο τεχνικός απάντησε <<το βλέπω ότι μιλάει πολύ άσχημα και σας προκαλεί, αλλά εμένα μην με ανακατεύετε με τα δικά σας …… και περιμέναμε τον υπάλληλο της Δ.Ε.Η. να τελειώσει την δουλειά του. Κατά την διάρκεια της παραμονής μας πέρασε η ……. και ανέβηκε κατευθείαν στο διαμέρισμα της στον 1ο όροφο. Ο υπάλληλος της Δ.Ε.Η. μας ενημέρωσε ότι είχε συνδέσει το ρεύμα αλλά το ρεύμα δεν ήρθε στην πολυκατοικία και ό,τι ήταν να κάνει από τη δική του πλευρά το έκανε, χωρίς να γνωρίζει για ποιο λόγο δεν έχει έρθει το ρεύμα. Εκείνη τη στιγμή, ο …….. και η …. …, ακούγοντας τον τεχνικό, έφυγαν, για να μεταβούν στο διαμέρισμά τους. Στην είσοδο της πολυκατοικίας παρέμεινα εγώ, ο υπάλληλος της Δ.Ε.Η. και η ……., η οποία παρακαλούσε τον τεχνικό της Δ.Ε.Η. να δει τι ακριβώς συμβαίνει και δεν υπάρχει ρεύμα ακόμα. Ο τεχνικός μετά από λίγο μας αναφέρει ότι λείπουν και οι τρεις ασφάλειες από τον κοινόχρηστο πίνακα και κατόπιν ερώτησης της …… για το πώς μπορεί να έγινε αυτό, είπε ότι αυτό μπορούσε να το κάνει μόνο κάποιο ανθρώπινο χέρι. Μετά ο υπάλληλος της Δ.Ε.Η. αναχώρησε και εγώ εξήλθα της πολυκατοικίας και έφυγα, για να πάω να αγοράσω από κάποιο μαγαζί ασφάλειες για να τις τοποθετήσω, ώστε να μπορεί να επανέλθει το ρεύμα (σύμφωνα με την απόδειξη αγοράς για τις ασφάλειες την 28-03-2013 και ώρα 18:49 από μαγαζί για ηλεκτρολογικό υλικό). Μετά γύρισα στην οικία μου, αφού πρώτα τοποθέτησα τις ασφάλειες στον κοινόχρηστο πίνακα περί ώρα 19:30>>. Η κατά τα παραπάνω απολογία του επιβεβαιώνεται από την από 19-07-2013 έκθεση εξέτασης της ……….. ενώπιον του Υπαρχιφύλακα …….., κατά την οποία: <<… Κατεβήκαμε κάτω μαζί με τον …….. και βρήκαμε κάτω τον τεχνικό της Δ.Ε.Η. με τον ……… Ο τεχνικός προσπαθούσε να συνδέσει το ρεύμα και παρόλο, που είχε κάνει την σύνδεση ο κοινόχρηστος χώρος της πολυκατοικίας δεν είχε ρεύμα. Στο ενδιάμεσο διάστημα και η κόρη του ….. Ο …… είπε <<τι δουλειά έχετε εδώ, αφού δεν είστε διαχειριστές της πολυκατοικίας, μας προκαλούσε διαρκώς λέγοντας <<σας ξέρω εσείς ποιοι είσαστε; >> και συγκεκριμένα είπε στον ……. <<Θα σου γαμήσω τον Χριστό και την Παναγία σου>>. Ο τεχνικός προσπαθούσε να ηρεμήσει τις εντάσεις και έλεγε διαρκώς να ηρεμήσει ο ……… Εγώ εκλιπαρούσα τον τεχνικό να βρεί ποια είναι η αιτία, που δεν έχουμε ρεύμα γιατί ο συγκεκριμένος άνθρωπος διαρκώς δημιουργεί δολοπλοκίες με απώτερο σκοπό να τον χτυπήσουμε για να μας κάνει μήνυση. Ο τεχνικός ανέφερε ότι <<η δικαιοδοσία μου είναι μέχρι τον πίνακα και δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο>> Ο ….. μαζί με την κόρη του ….. αποχώρησαν και μετέβησαν στην οικία τους. Εγώ ο …… και ο τεχνικός της Δ.Ε.Η. παραμείναμε στο ισόγειο και παρακαλούσα τον τεχνικό να βρεί τι συμβαίνει. Ο τεχνικός άνοιξε τον κοινόχρηστο πίνακα της Δ.Ε.Η. και είπε ότι έλλειπαν 3 ασφάλειες. Κατόπιν ρώτησα πως <<μπορεί να έχει γίνει αυτό>>. Μου απάντησε <<μόνο κάποιο ανθρώπινο χέρι>> μου απάντησε. Μετέπειτα ο …… έφυγε για να αγοράσει ασφάλειες για τον κοινόχρηστο πίνακα της πολυκατοικίας>>. Επίσης το γεγονός ότι η ενάγουσα ……….. χωρίς την παρουσία τρίτου προσώπου ανέβηκε τις σκάλες με τον πατέρα της …….. επιβεβαίωσε και ο εξετασθείς την 19η Ιουλίου 2013 ενώπιον του ίδιου ως άνω Αστυνομικού ο ……., ο οποίος μεταξύ άλλων κατέθεσε: <<… Εγώ περίμενα την επανασύνδεση του ρεύματος, γιατί αντιμετωπίζω κινητικά προβλήματα λόγω αιμοκάθαρσης, στην οποία υποβάλλομαι, ώστε να χρησιμοποιήσω το ασανσέρ. Μετά από λίγα λεπτά είδα τον …. και ….. να ανεβαίνουν μόνοι τους τα σκαλιά δίχως την παρρησία άλλου ατόμου>>. Επιπλέον, και η εξετασθείσα μάρτυς … …, εξετασθείσα ενώπιον του ίδιου ως άνω Αστυνομικού Οργάνου, την 19η Ιουλίου 2013, κατέθεσε ανάμεσα στα άλλα: << Την 28-03-2013 περί ώρα 18:00, ερχόμενη από την εργασία μου, περνώντας από το ισόγειο, για να μεταβώ στον 1ο όροφο της οικίας μου είδα τον ……, την …….., του ….., την ……. και τον τεχνικό της Δ.Ε.Η. να κάνει την επανασύνδεση και δεν είδα καμιά λεκτική μεταξύ της οικογένειας …. και …… και την ………. Κατόπιν μπήκα στο διαμέρισμα μου και άφησα ανοιχτή την πόρτα της οικίας μου στον 1ο όροφο και είπα στον σύζυγό μου …….., ο οποίος ήθελε να φύγει για δουλειά και του είπα να περιμένει πρώτα να γίνει η σύνδεση του κοινόχρηστου ρεύματος, καθότι είχε σοβαρά προβλήματα υγείας (αιμοκάθαρση). Είδα τον ……. και την …… να ανεβαίνουν στο διαμέρισμά τους>>. Τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα ενισχύουν τους ισχυρισμούς του εναγόμενου ……… χωρίς να αναιρείται η βασιμότητα αυτών από το απόσπασμα του βιβλίου συμβάντων, κατά το οποίο επιλήφθηκε η Αστυνομική Αρχή και προέβη σε συστάσεις λόγω του εντελώς γενικού περιεχομένου αυτού και της σύνταξης αυτού, σύμφωνα με τα ιστορικώς αφηγούμενα της κάθε εμπλεκόμενης πλευράς. Σημειωτέον δε ότι ο καταθέσαντες, ως αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες, έχοντας ίδια αντίληψη σχετικά με τα όσα έλαβαν χώρα κατά τον προαναφερόμενο χρόνο, κρίνονται ως αξιόπιστοι και ουσιώδεις, μη εξαρτώντας συμφέρον από την έκβαση της προκείμενης δίκης σε αντίθεση με τον εξετασθέντα μάρτυρα της ενάγουσας ………, ,,,,,,,,,,,,,,, ο οποίος φέρεται, ως εμπλεκόμενος στο επικαλούμενο επεισόδιο, να εξαρτά συμφέρον από την έκβαση της προκείμενης δίκης υπέρ της ενάγουσας. Συνεπώς, έτσι, που έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, προβαίνοντας στις ίδιες παραδοχές, δεν υπέπεσε στις αποδιδόμενες με την υπό κρίση πλημμέλειες αναφορικά με την εκτίμηση του προσκομισθέντος ενώπιον του αποδεικτικό υλικό και ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες ενώπιον του αποδείξεις, απορριπτόμενου του σχετικού λόγου της εφέσεως, ως αβάσιμου. Κατόπιν τούτων και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς εξέταση, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμη. Ενόψει δε της απόρριψης της ένδικης εφέσεως, πρέπει να διαταχθεί, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 Κ. Πολ.Δ., η εισαγωγή του παραβόλου της εφέσεως, το οποίο κατέβαλε η εκκαλούσα κατά την άσκηση αυτής, στο Δημόσιο Ταμείο. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας λόγω της ήττας της τελευταίας- απόρριψη του ενδίκου μέσου (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ και 63 επ. Ν 4194/2013 «Κώδικα Δικηγόρων»), κατ’ αποδοχή του σχετικού αιτήματος του, ως ουσιαστικά βάσιμου, σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.
-ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση.
-ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσία.
-ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του υπ’ αριθμόν …………./2022 παραβόλου, το οποίο κατέθεσε η εκκαλούσα …….., κατά την άσκηση της έφεσής.
-ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας …….. τη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου …………. για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο χρηματικό ποσό των πεντακοσίων (500,00) Ευρώ (Ε)
-ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων Δικηγόρων τους, στον Πειραιά, την 1η Νοεμβρίου 2023.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ