Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 676/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός     676/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……………….., ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και ήταν απών.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………» (…………….) και το διακριτικό τίτλο «…………..», που εδρεύει στο Δήμο ………. Αττικής, οδός …………. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αλέξανδρο Βούτσα, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.

Η εφεσίβλητη άσκησε την από 25-2-2020 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./10-3-2020 αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά τη νέα τακτική διαδικασία, απευθυνόμενη κατά του εκκαλούντος και κατά της εταιρίας «……….» που εδρεύει στη …….. Κύπρου. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθ. 2798/2021 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή ως προς τον πρώτο εναγόμενο και θεωρήθηκε ότι δεν ασκήθηκε κατά της δεύτερης εναγόμενης. Την ανωτέρω απόφαση πρόσβαλε ο πρώτος εναγόμενος με την από 8-3-2022 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./9-3-2022 έφεσή του, η οποία αρχικά ορίστηκε να συζητηθεί για την 16-2-2023 και κατόπιν νόμιμης αναβολής, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το  συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 524 παρ. 1 και 3 και 272 Κ.Πολ.Δ. συνάγεται ότι, επί ερημοδικίας του εκκαλούντος στην κατ’ έφεση δίκη εφαρμόζονται ως προς την έφεση οι διατάξεις που ισχύουν επί ερημοδικίας του ενάγοντος κατά τη συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και συνεπώς, το Δικαστήριο ερευνά εάν τη συζήτηση επισπεύδει ο εκκαλών ή ο εφεσίβλητος και η έφεση απορρίπτεται ερήμην του εκκαλούντος που επιμελήθηκε για τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως γι’ αυτή. Ειδικότερα, εάν τη συζήτηση επισπεύδει ο εφεσίβλητος, ερευνάται εάν ο απολειπόμενος εκκαλών κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα και στη μεν αποφατική περίπτωση κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση και διατάσσεται νέα κλήτευση (άρθρα 524 παρ. 1 και 3, 272 παρ. I και 2, 271 Κ.Πολ.Δ.), στην καταφατική δε περίπτωση απορρίπτεται η έφεση ως ανυποστήρικτη, χωρίς να ερευνηθεί η ουσία της υπόθεσης. Προϋπόθεση του παραδεκτού της συζήτησης της έφεσης είναι η, κατά τους ορισμούς του άρθρου 271 Κ.Πολ.Δ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 524 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, έρευνα της νόμιμης κλήτευσης του απολειπόμενου διαδίκου ή της επίσπευσης της συζήτησης από τον τελευταίο για την ορισθείσα νομίμως δικάσιμο, αλλιώς είναι απαράδεκτη η συζήτηση. Από την τελευταία διάταξη, προκύπτει ότι αν ερημοδικεί ο εκκαλών κατά τη συζήτηση της έφεσης, το δικαστήριο, αν η συζήτηση γίνεται με την επιμέλεια του ίδιου, ή αυτός κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον εφεσίβλητο, απορρίπτει την έφεση χωρίς έρευνα του παραδεκτού και βάσιμου των λόγων της, γιατί κατά πλάσμα του νόμου ο εκκαλών θεωρείται ότι παραιτήθηκε από την άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης (Α.Π. 476/2017, Α.Π. 268/2016, Α.Π. 1500/2013, Α.Π. 314/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μιχαήλ Μαργαρίτη / Άντας Μαργαρίτη, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, έκδ. 2018, τόμ. Ι, υπ’ άρθρο 524, αριθ. 36, σ. 841). Στην περίπτωση αυτή, η απόρριψη της έφεσης λόγω ερημοδικίας του εκκαλούντος γίνεται κατ’ ουσία. Και τούτο γιατί, παρόλο που στην πραγματικότητα οι λόγοι έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται κατά πλάσμα του νόμου, ότι είναι αβάσιμοι και για την αιτία αυτή πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίδεται στο δικαστήριο η δυνατότητα εκδόσεως αντίθετης απόφασης περί παραδοχής τους (Ολ.Α.Π. 16/1990, Νο.Β. 1990, 1337, Α.Π. 53/2021, Α.Π. 635/2020, Α.Π. 1478/2019, Α.Π. 268/2016,  Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ», Μιχαήλ Μαργαρίτη / Άντα Μαργαρίτη, ό.α, υπ’ άρθρο 524, αριθ. 37, σ. 841). Συνεπώς, πριν από την πιο πάνω έρευνα, πρέπει να προηγηθεί από το δικαστήριο η διακρίβωση του ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση, γιατί αν επισπεύδων είναι ο απολειπόμενος διάδικος, τότε δεν απαιτείται κλήτευσή του, ενώ αντίθετα απαιτείται τέτοια κλήτευση όταν τη συζήτηση επισπεύδει ο παριστάμενος διάδικος.  Ειδικότερα, κατ’ εφαρμογή των θεμελιακών δικονομικών αρχών της εκατέρωθεν ακρόασης και της τήρησης προδικασίας (άρθρα 110 παρ. 2 και 111 Κ.Πολ.Δ.), σε περίπτωση απουσίας οποιουδήποτε διαδίκου, εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο αν, νομίμως φέρεται προς συζήτηση η υπόθεση στο δικαστήριο, η οποία μετά την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης συντελείται, κατά το άρθρο 498 Κ.Πολ.Δ, με κλήση, κατά την προσδιορισθείσα με επιμέλεια του διαδίκου δικάσιμο, η οποία επιδίδεται στον αντίδικο και δεν αρκεί μόνο ο προσδιορισμός δικάσιμου αλλά απαιτείται και επίδοση της κλήσης, η οποία έχει τα ίδια αποτελέσματα και για εκείνον με παραγγελία του οποίου έγινε και υποδηλώνει τη βούληση του ότι επιθυμεί την εκδίκαση της, ενώ η μη επίδοσή της υποδηλώνει την αντίθετη προς τούτο βούληση του διαδίκου (Εφ.Πειρ. 316/2023, Εφ.Πειρ. 113/2023, Εφ.Πειρ. 16/2023, Εφ.Πειρ. 295/2020, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πατρ. 30/2021, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Τα ανωτέρω, όμως, προϋποθέτουν ότι έχει χωρήσει νομότυπη κλήτευση του μη εμφανισθέντος εκκαλούντος σε όλες τις συζητήσεις, κατ’  εφαρμογή της δικονομικής αρχής του άρθρου 110 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, κατά την οποία οι διάδικοι πρέπει να καλούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου (Εφ.Πειρ. 16/2023, ό.α, Εφ.Αθ. 3071/2022, Εφ.Αθ. 466/2020. Εφ.Αθ. 99/2017, Εφ.Πειρ. 530/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 102/2012, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση, νόμιμα φέρεται προς συζήτηση η από 8-3-2022 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./9-3-2022 έφεση κατά της με αριθ. 2798/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 25-2-2020 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./10-3-2020 αγωγής της εφεσίβλητης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία απευθύνεται κατά του εκκαλούντος (πρώτου εναγόμενου) και κατά της Κυπριακής εταιρίας «………..» (δεύτερης εναγόμενης), ως προς την οποία, με την εκκαλούμενη απόφαση, η αγωγή θεωρήθηκε ότι δεν ασκήθηκε. Η άνω έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθότι η εφεσίβλητη δεν επικαλείται, ούτε από στοιχεία του φακέλου προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης στον εκκαλούντα, ενώ δεν παρήλθε διετία από τη δημοσίευση αυτής στις 3-12-2021 μέχρι την κατάθεσή της  στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 9-3-2022  (άρθρα 495 επ, 511, 513 παρ. 1 β, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ). Ο εκκαλών, εξάλλου, κατέβαλε το νόμιμο, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 495 Κ.Πολ.Δ, παράβολο ποσού 100,00 ευρώ (βλ. τα συνημμένα στο δικόγραφο της έφεσης υπ’ αριθ. ………. e-παράβολο άσκησης έφεσης του Υπουργείου Δικαιοσύνης και από 8-3-2022 απόδειξη ηλεκτρονικής πληρωμής της τράπεζας Πειραιώς). Επίσης, η έφεση επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον εκκαλούντα με επιμέλεια της εφεσίβλητης (βλ. την προσκομιζόμενη με επίκληση από την τελευταία με αριθ. …………./6-4-2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αιγίου, …………), με κλήση του να παραστεί κατά τη συζήτησή της στην αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 16-2-2023, κατά την οποία η υπόθεση, μετά από αίτημά του, αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (βλ. τη σχετική σημείωση του Δικαστή του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά στο πινάκιο εγγραφής πολιτικών υποθέσεων της 16-2-2023). Ωστόσο, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου και τη συζήτηση αυτής κατά τη δικάσιμο της 16-11-2023, ο εκκαλών δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο. Ενόψει όμως του ότι αυτός ερημοδικεί και του ότι η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (άρθρα 226 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.), η έφεση, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην ανωτέρω νομική σκέψη, πρέπει να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη. Ακολούθως, λόγω της ήττας του εκκαλούντος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του καταβληθέντος παράβολου της έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.), να καταδικαστεί ο εκκαλών στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν και του σχετικού αιτήματος αυτής (άρθρα 106, 176, 183 Κ.Πολ.Δ.) και να οριστεί παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους του (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην του εκκαλούντος.

Ορίζει παράβολο διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας.

Απορρίπτει την έφεση.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παράβολου στο Δημόσιο Ταμείο και

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 5 Δεκεμβρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξούσιου δικηγόρου της εφεσίβλητης.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ