Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 704/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός  704/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Δ.Π.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ  :

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………….. τον οποίο εκπροσώπησε στο ακροατήριο η  πληρεξούσια δικηγόρος του, Άννα Κοντοσέα (ΔΕ Γ. Κοντοσέας & Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία).

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:  1) Της εταιρείας με την επωνυμία «………..», η οποία εδρεύει στα ……… και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) της εταιρείας με την επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στα ………. και εκπροσωπείται νόμιμα,  τις οποίες εκπροσώπησε στο ακροατήριο η  πληρεξούσια δικηγόρος τους, Ευαγγελία Παπαντωνοπούλου.

Ο εκκαλών – εφεσίβλητος, ………., άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 16-12-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../17-12-2019 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη, με αριθμό 544/18-02-2022, απόφαση, αντιμωλία των διαδίκων,  με την οποία έγινε μερικώς δεκτή η ως άνω  αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο ενάγων,  με την από 21-10-2022 (αριθμ. κατάθ. ενδίκου μέσου στο Πρωτοδικείο ……./21-10-2022 και αριθ. εκθ. καταθ. δικογρ. ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ………/21-10-2022) έφεσή του, όσο και οι εναγόμενες εταιρίες με την από 07-04-2023 (αριθμ. εκθ. κατάθ. ενδίκου μέσου ενώπιον του ανωτέρω Πρωτοδικείου ……./07-04-2023 και αριθ. καταθ. δικογρ. ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ………./07-04-2023) έφεσή τους,  οι οποίες προσδιορίστηκαν για  συζήτηση για την, αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης, δικάσιμο.

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων, στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, τα οποία συνεκφωνήθηκαν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν το λόγο από τη Δικαστή, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι κρινόμενες αντίθετες α) από 21-10-2022, με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιώς ………./21-10-2022 και με αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς ………./21-10-2022 έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος [Α έφεση] και β) από 07-04-2023, με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιώς ………/07-04-2023 και με αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς ……../07-04-2023 έφεση των εκκαλουσών – εναγομένων [Β έφεση], που στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 544/18-02-2022 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3, 621 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει ως και ουσιαστικά βάσιμη την από  16-12-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./17-12-2019 αγωγή του πρώτου κατά των δευτέρων, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 1 και 520 § 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από την προσκομιζόμενη με αριθμό …../24.3.2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ………. αποδεικνύεται ότι, αντίγραφο της εκκαλουμένης αποφάσεως επεδόθη με επιμέλεια του ενάγοντος στην παραστάσα για λογαριασμό των εναγομένων και ως εκ τούτου αντίκλητο των εναγομένων ……….. την 24.3.2023, οι ένδικες δε εφέσεις, ασκήθηκαν δια καταθέσεως ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου την 21-10-2022 η υπό στοιχεία Α έφεση και την 07-04-2023 η υπό στοιχεία Β έφεση, ήτοι εντός της προβλεπομένης με το άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ τριακονθήμερης προθεσμίας από της επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως. Περαιτέρω, για το παραδεκτό τους, μολονότι ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής. Εφόσον δε, οι ένδικες εφέσεις, αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω, κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ.

ΙΙ. Ο ενάγων, ………, με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίστηκε ότι, στα πλαίσια τεσσάρων συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που συνήψε στον Πειραιά με τη δεύτερη εναγόμενη ναυτική εταιρία με την επωνυμία «…………..», η οποία διέθετε τον εφοπλισμό, την οικονομική διαχείριση και την εμπορική εκμετάλλευση του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού (Ε/Γ – 0/Γ) ακτοπλοϊκού πλοίου «Π», κόρων ολικής χωρητικότητας (κ.ο.χ.) 9.850, κυριότητος της πρώτης εναγομένης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………», ναυτολογήθηκε τέσσερις (4) φορές με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου και απασχολήθηκε, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή, χρονικά διαστήματα εντός της χρονικής περιόδου από  31-3-2018 έως 1-11-2019, αντί των προβλεπομένων από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων μηνιαίου μισθού και επιδομάτων, παρείχε δε έκτοτε τις υπηρεσίες του στο ίδιο πλοίο, που εκτελούσε καθημερινώς τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια. Με βάση το ιστορικό αυτό και επικαλούμενος περαιτέρω ότι, κατά το ένδικο διάστημα το πλοίο εκτέλεσε λιγότερα των πέντε κυκλικών δρομολογίων εβδομαδιαίως, που εκτείνονταν και κατά τις νυχτερινές ώρες και είχαν διάρκεια μεγαλύτερη των δώδεκα ωρών και συγκεκριμένα, όπως η δεύτερη εναγομένη αναγνώρισε δια των καταχωρήσεων στους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, εκτέλεσε κατά το έτος 2018 συνολικά 1,52 εξπρές δρομολόγια και κατά το έτος 2019 συνολικά 1,83 δρομολόγια, ο ίδιος δε κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, απασχολήθηκε κατά μέσο όρο επί δεκατέσσερις (14) ώρες ημερησίως, χωρίς όμως να λάβει α] το σύνολο των κατώτατων νομίμων και συνομολογηθέντων αποδοχών του, β] το σύνολο των αποδοχών του που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, γ] πλήρη την αμοιβή του για την εκτέλεση των δρομολογίων εξπρές, που εκτέλεσε το πλοίο και αναγνώρισε η δεύτερη εναγομένη εταιρεία – εργοδότριά του, δ] το σύνολο της αναλογίας των δώρων εορτών Χριστουγέννων των ετών 2018 και 2019 και των δώρων εορτών Πάσχα των ετών 2018 και 2019, ζητούσε ο ενάγων, δια αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ενεχόμενες εις ολόκληρον, η πρώτη εκ των οποίων δια του ανωτέρω πλοίου και έως της αξίας του, για τις ανωτέρω αιτίες, να του καταβάλουν για διαφορές αποδοχών το ποσό των ευρώ 546,29, για διαφορά υπερωριακής αμοιβής του το ποσό των ευρώ 16.156,97, για διαφορά δώρων εορτών το ποσό των ευρώ 7.718,28 και για πρόσθετη αμοιβή για εξπρές δρομολόγια το ποσό των ευρώ 388,76, νομιμοτόκως από της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του ήτοι την 1.11.2019, όπως αναλυτικά εκτίθενται τα επιμέρους ποσά, άλλως από την επίδοση της αγωγής και να καταδικασθούν οι εναγόμενες στη δικαστική του δαπάνη. Η ανωτέρω αγωγή συζητήθηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) κατά τη δικάσιμο της 09.06.2020, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και επ’ αυτής εξεδόθη η εκκαλουμένη, με αριθμό 544/2022 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία κρίθηκε ότι αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο εισήχθη η ένδικη διαφορά προς εκδίκαση ενώπιον του ανωτέρω Δικαστηρίου, ως εκ του τόπου κατάρτισης των ενδίκων συμβάσεων ναυτολόγησης (άρθρο 33 ΚΠολΔ), αφού απέρριψε ως μη νόμιμο τον, περί κατά τόπο αναρμοδιότητος του Δικαστηρίου εκείνου, ισχυρισμό των εναγομένων, οι οποίες επικαλέσθηκαν ότι αρμόδια κατά τόπο προς εκδίκαση της ένδικης διαφοράς τυγχάνουν τα Δικαστήρια των Χανίων, κατόπιν συμφωνίας του ενάγοντος μετά των εναγομένων περί παρεκτάσεων της κατά τόπο αρμοδιότητος, κατ’ άρθρο 43 ΚΠολΔ, η οποία περιελήφθη στις ένδικες συμβάσεις ναυτολογήσεως, κρίνοντας άκυρη και δη αντίθετη στα χρηστά ήθη την περί παρεκτάσεως έγγραφη συμφωνία των διαδίκων, κρίθηκε νόμιμη και επαρκώς ορισμένη, έγινε δε ακολούθως ως εν μέρει και κατ’ ουσίαν βάσιμη και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενες, ενεχόμενες εις ολόκληρον, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 10.441,81 και δη το ποσό των ευρώ 546,29 για διαφορές αποδοχών, το ποσό των ευρώ 2.886,57 για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές, ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών κατά το έτος 2018, το ποσό των ευρώ 3.496,03 για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές, ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και αργιών κατά το έτος 2019, αφού έγινε δεκτό, από την εκτίμηση των αποδείξεων ότι, ο ενάγων απασχολήθηκε στο εν λόγω πλοίο, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, επί δώδεκα [12] ώρες ημερησίως, κατά τις ειδικότερα κατ’ αριθμό προσδιοριζόμενες στην απόφαση καθημερινές, Κυριακές, Σάββατα και αργίες του ενδίκου χρονικού διαστήματος, το ποσό των ευρώ 1.164,78 για διαφορά αναλογίας δώρου Χριστουγέννων 2018, το ποσό των ευρώ 1.293,35 για διαφορά αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2019, το ποσό των ευρώ 195,16 για διαφορά αναλογίας Δώρου Πάσχα 2018, το ποσό των ευρώ 614,65 για αναλογία Δώρου Πάσχα 2019 και το ποσό των ευρώ 244,89 για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές, κατόπιν των παραδοχών ότι το συγκεκριμένο πλοίο πραγματοποίησε 3,35 δρομολόγια εξπρές. Περαιτέρω, επεδίκασε το ανωτέρω ποσό, νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος, πλην του ποσού των ευρώ 1.293,35 που αφορούσε διαφορά αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2019, το οποίο επεδίκασε νομιμοτόκως από την 1.1.2020, αφού έγινε δεκτό, από την εκτίμηση των αποδείξεων ότι, ο ενάγων απασχολήθηκε στο εν λόγω πλοίο, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, επί δώδεκα [12] ώρες ημερησίως, κατά τις ειδικότερα κατ’ αριθμό προσδιοριζόμενες στην απόφαση καθημερινές, Κυριακές, Σάββατα και αργίες του ενδίκου χρονικού διαστήματος. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονούνται αμφότερες οι διάδικες πλευρές, ως εν μέρει ηττηθείσες στον πρώτο βαθμό, έχοντας έννομο συμφέρον, που απορρέει από τη βλάβη τους, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της εκκαλουμένης αποφάσεως, με τις συνεκδικαζόμενες με την παρούσα απόφαση εφέσεις τους. Ειδικότερα: (Α) Ο ενάγων άσκησε, κατά της ως άνω απόφασης, την ανωτέρω υπό στοιχείο Α  έφεσή του, με την οποία πλήττει αυτήν για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες εκτιμώμενες, ανάγονται σε (Ι) πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αναφορικά με την κρίση του α) επί του αγωγικού κονδυλίου της πρόσθετης αμοιβής του για την παρασχεθείσα υπ’ αυτού υπερωριακή εργασία, όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης αποφάσεως (i) επί των ωρών της ημερήσιας απασχόλησής του, κατά το χρονικό διάστημα των ναυτολογήσεών του στο ένδικο πλοίο, σύμφωνα με τα οποία εργαζόταν καθημερινά επί δώδεκα [12] ώρες, ενώ κατά το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου της ένδικης έφεσης, εάν εκτιμούσε ορθά τις αποδείξεις θα έπρεπε να δεχθεί τον αγωγικό του ισχυρισμό ότι, κατά το εν λόγω διάστημα, εργαζόταν επί δεκατέσσερις [14] ώρες ημερησίως και (ii) επί των ποσών των οποίων δέχθηκε ότι έλαβε από τη δεύτερη εναγομένης έναντι της εν λόγω απαίτησης, στα πλαίσια ισχυρισμού των εναγομένων περί καταβολής, με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση διότι δέχθηκε πράγματα που δεν προτάθηκαν εφόσον δέχθηκε ότι έναντι της εν λόγω αιτίας ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 18.127,40 αν και οι εναγόμενες είχαν προβάλλει ένσταση καταβολής μόνον για το ποσό των ευρώ 17.932,21 και (β) επί των επίσης γενομένων εν μέρει δεκτών ως κατ’ ουσίαν βασίμων κονδυλίων δώρων εορτών, με τον δεύτερο λόγο έφεσης όσον αφορά στον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, το οποίο έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως τέτοια αμοιβή, διότι (ι) τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερων συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συμπεριληφθέντος σ’ αυτό, χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, (ιι) δεν συνυπολογίσθηκε το επίδομα ιματισμού και (ιιι) δεν συνυπολογίσθηκε ο μέσος όρος των ποσοστών που ελάμβανε επί των πωλήσεων των μπαρ και (ΙΙ) πλημμελή εφαρμογή του Νόμου, εφόσον επεδίκασε το Δώρο Χριστουγέννων έτους 2019 νομιμοτόκως από την 1.1.2020, ενώ εάν εφάρμοζε ορθά το νόμο και δη τις διατάξεις του άρθρου 14 παρ.3 της οικείας εφαρμοζομένης εν προκειμένω ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2019, έπρεπε να επιδικάσει το αναλογούν για την εν λόγω αιτία ποσό, νομιμοτόκως από την 1.11.2019, οπότε έλαβε χώρα η τελευταία αποναυτολόγησή του. Ζητεί δε αφού εξαφανισθεί, άλλως μεταρρυθμισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τα εκκληθέντα κεφάλαια, να γίνει δεκτή η ένδικη αγωγή του και να καταδικασθούν οι εναγόμενες στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης αμφότερων των βαθμών δικαιοδοσίας. Και (Β) οι εναγόμενες, άσκησαν την υπό στοιχείο Β έφεσή τους, με την οποία πλήττουν την εκκαλουμένη απόφαση, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες εκτιμώμενες, ανάγονται σε (Ι) εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά με την κρίση του ότι τυγχάνει μη νόμιμος και, εκ του λόγου τούτου, απερρίφθη ισχυρισμός αυτών (εναγομένων) περί κατά τόπον αναρμοδιότητος του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, προς εκδίκαση της ένδικης διαφοράς, ο οποίος προεβλήθη νόμιμα και παραδεκτά ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, κατά την πρώτη συζήτηση της ένδικης αγωγής, κρίση η οποία προσβάλλεται με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης και (ΙΙ) σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων (α) διότι με τον δεύτερο λόγο έφεσης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση και από άποψη αιτιολογίας (ι) απέρριψε ως αβάσιμη στην ουσία της όσον αφορά στην αιτούμενη διαφορά αποδοχών την περί καταβολής ένσταση των εναγομένων και δη της καταβολής πλέον όσον δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση για την εν λόγω αιτία κατά το έτος 2018 του ποσού των ευρώ 426,76 και κατά το έτος 2019 του ποσού των ευρώ 459,10 και συνολικά το ποσό των ευρώ 885,86 με αποτέλεσμα κανένα ποσό να μην οφείλεται στον ενάγοντα για διαφορά αποδοχών, επιπροσθέτως δε εσφαλμένως (ιι) συνυπολόγισε για τον προσδιορισμό των δικαιούμενων μηνιαίων αποδοχών και το αντίτιμο τροφής αν και ο ενάγων ελάμβανε αυτό σε είδος και (ιι) το επίδομα άγονης γραφής εκ ποσού ευρώ 82,68 και 84,33 για τα έτη 2018 και 2019 αντίστοιχα, (β) με τον τρίτο λόγο έφεσης, αναφορικά με την κρίση της ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί δώδεκα ώρες καθ’ εκάστη των αναφερομένων σε αυτή ημερών του ενδίκου χρονικού διαστήματος και επιπλέον, για μη λήψη υπόψη των προσκομισθέντων υπ’ αυτών αποδείξεων, παράλληλα δε για εσφαλμένη λήψη υπόψη των ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων του ενάγοντος και ιδίως της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρος ………., ο οποίος ευρίσκεται σε αντιδικία μαζί τους, ως προς το οποίο (κονδύλιο) ειδικότερα, με τον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσής τους ισχυρίζονται ότι, εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά τα προσαχθέντα από τις ίδιες αποδεικτικά μέσα, που κατονομάζουν και είχαν ληφθεί υπόψη οι ισχυρισμοί που επίσης παραθέτουν στην έφεση τους, θα είχε γίνει δεκτό ότι αυτός (ενάγων) ουδέποτε εργάσθηκε υπερωριακά κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή του, αλλά εργάσθηκε τόσες ώρες πέραν του νομίμου ωραρίου όσες και αμείφθηκε προς τούτο διά χρηματικών ποσών που ελάμβανε κάθε μήνα.  (γ) επί του αγωγικού κονδυλίου δώρων εορτών και δη με τον τέταρτο (και όχι τρίτο όπως αναφέρεται στην ένδικη έφεση) λόγο έφεσης πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση περί του τρόπου υπολογισμού της αμοιβής αυτών, καθώς συνυπολογίσθηκε αμοιβή για μη πραγματοποιηθείσα υπερωρία και εσφαλμένως οι αποδοχές του ενάγοντος, (δ) επί του αγωγικού κονδυλίου της πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές και δη με τον πέμπτο λόγο της ένδικης έφεσης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση και για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, διότι (ι) κατά τον υπολογισμό της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής συνυπολογίσθηκε αμοιβή για μη πραγματοποιηθείσα υπερωρία και (ιι) απέρριψε ω αβάσιμη στην ουσία της ένσταση περί καταβολής του εν λόγω ποσού δεδομένου ότι αν και ισχυρίσθηκαν ότι για την εν λόγω αιτία ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 259,80, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ότι αυτός έλαβε για την εν λόγω αιτία μόνον το ποσό των ευρώ 233,03. Ζητούν δε να γίνει δεκτή η ένδικη έφεσή τους και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και ακολούθως να απορριφθεί η ένδικη αγωγή του ενάγοντος στο σύνολό της και να καταδικασθεί αυτός στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

ΙΙΙ. Η κατά τόπο αρμοδιότητα του δικαστηρίου, που προσδιορίζεται από τα άρθρα 22 έως 41 Κ.Πολ.Δ. (νόμιμη δωσιδικία) αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης και ο ενάγων βαρύνεται με την επίκληση (άρθρο 216 παρ. 2 εδάφ. β’ Κ.Πολ.Δ.) και την απόδειξη των στοιχείων εκείνων που θεμελιώνουν την αρμοδιότητα αυτή, την οποία το Δικαστήριο εξετάζει και αυτεπάγγελτα (άρθρο 46 Κ.Πολ.Δ.). Η αυτεπάγγελτη έρευνα της κατά τόπον αρμοδιότητας περιορίζεται όταν ο εναγόμενος παραστεί κατά τη συζήτηση και δεν προτείνει έγκαιρα ένσταση αναρμοδιότητας, καθόσον στην περίπτωση αυτή θεωρείται πως υπάρχει σιωπηρή συμφωνία παρέκτασης της αρμοδιότητας (άρθρο 42 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.). Όταν ο ισχυρισμός του εναγομένου περί αποκλειστικής αρμοδιότητας άλλου δικαστηρίου θεμελιώνεται σε ρητή συμφωνία των διαδίκων περί παρεκτάσεως, δηλαδή σε περιστατικό διαφορετικό από τα εκτιθέμενα στην αγωγή που θεμελιώνουν τη νόμιμη δωσιδικία του δικαστηρίου, ο ισχυρισμός αυτός προτείνεται παραδεκτά μόνο κατά τη συζήτηση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο (άρθρο 263 εδάφ. α’ του Κ.Πολ.Δ. – Α.Π. 703/2005, Εφ.Δωδ. 2/2014, Εφ.Αθ. 3159/2011, Εφ.Λαρ. 833/2006, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), συνιστά άρνηση της σχετικής διαδικαστικής προϋποθέσεως και το βάρος αποδείξεως της συνδρομής της προϋποθέσεως αυτής φέρει ο ενάγων (βλ. Νίκα, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, β΄ έκδοση, 2016, §20, αριθμ. 2, σελ. 146). Περαιτέρω, η σχετική περί παρεκτάσεως της κατά τόπον αρμοδιότητας συμφωνία, δεσμεύει οπωσδήποτε τους απευθείας συμβαλλομένους (Εφ.Θεσ. 1312/2017, Εφ.Θεσ. 334/2009, Εφ.Αθ. 2523/2005, Μιχ. Μαργαρίτη – Αντ. Μαργαρίτη, Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ, 2η έκδοση – 2018, υπ’ άρθρο 42, αριθ. 3, 4, υπ’ άρθρο 43, αριθ. 2) και παραμερίζει όχι μόνο τις συντρέχουσες αλλά και τις αποκλειστικές δωσιδικίες (Εφ.Πειρ. 640/2018), μεταξύ των οποίων και τη δωσιδικία της συνάφειας, έναντι της οποίας έχει προβάδισμα η δωσιδικία λόγω παρεκτάσεως [Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, Ι. 2000, υπ’ άρθρο 42, αριθ. 9 και υπ’ άρθρο 31, αριθ. 7, Μιχ. Μαργαρίτη – Αντ. Μαργαρίτη, ό.α, υπ’ άρθρο 31, αριθ. 3]. Η άνω συμφωνία αποτελεί δικονομική σύμβαση και πρέπει να είναι ρητή όταν πρόκειται για διαφορές για τις οποίες ισχύει αποκλειστική αρμοδιότητα (άρθρο 42 παρ. 1 εδάφ. 2 Κ.Πολ.Δ. – Α.Π. 423/2018, Α.Π. 1542/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), το δικαίωμα δε πρότασής της δεν υπόκειται στον περιορισμό του άρθρου 281 Α.Κ. (Α.Π. 1288/1994, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 640/2018, ό.α, Εφ.Αθ. 4609/2012, Εφ.Αθ. 4467/2010, Εφ.Αθ. 717/2009, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Από τις διατάξεις των άρθρων 37, 42 ως 44 και 74 ΚΠολΔ εξάλλου, προκύπτει ότι, προϋπόθεση της δωσιδικίας της προσωπικής ταυτότητας του δικαίου επί περισσοτέρων ομοδίκων είναι η ύπαρξη ενός τουλάχιστον ομοδίκου, για τον οποίο υπάρχει εκ του νόμου γενική ή ειδική δικαιοδοσία. Αντιθέτως, όταν κάποιος από τους ομοδίκους έχει συμφωνήσει με τον ενάγοντα παρέκταση της τοπικής αρμοδιότητας κάποιου δικαστηρίου, η συμφωνία αυτή δεσμεύει μόνο τον ίδιο και όχι και τους λοιπούς ομοδίκους τους, οι οποίοι δεν μετείχαν στη συμφωνία περί παρεκτάσεως (βλ. σχετ. ΕφΑθ 10033/1995 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Μητσόπουλος, ΠολΔικ Τ. Α σελ. 244. 256. Γαζής- Μητσόπουλος. Γνωμ. ΝοΒ 38. 1145 επ., Βαθρακοκοίλη ΚΠολΔ άρθρο 37 άρθ. 9 και άρθρο 42 αριθ. 17. επί απλής ομοδικίας, ομοίως Γέσιου-Φαλτσή, Η Ομοδικία στην Πολ. Δίκη σελ. 76-77, αντιθ. Κεραμεύς, AστΔικ. Δίκαιο Γεν. Μέρος. 1986, σελ. 71 επ.). Η χρήση δε δικονομικού δικαιώματος υπό τινός των διαδίκων κατ΄ αντίθεση προς όσα επιτάσσει το άρθρο 116 ΚΠολΔ, δεν οδηγεί σε ακυρότητα ή απαράδεκτο της επιχειρουμένης διαδικαστικής πράξεως, αλλά, ενδεχομένως, σε επιβολή ποινής στον διάδικο, κατά το άρθρο 205 ΚΠολΔ, ή σε επιβολή ποινής τάξεως στον πληρεξούσιο δικηγόρο ή ακόμη σε επιδίκαση αποζημιώσεως (ΑΠ 639/2012 ΕλλΔνη 2013.1345). Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 84, 105 και 106 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου, συνάγεται ότι, γίνεται διάκριση των εννοιών πλοιοκτησίας, κυριότητας του πλοίου και εφοπλισμού. Η πλοιοκτησία υποδηλώνει σύμπτωση κυριότητας και εφοπλισμού, έτσι ώστε όταν τα δύο αυτά στοιχεία χωρίζονται να έχουμε αφενός μόνο κυριότητα και αφετέρου μόνο εφοπλισμό. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 105 ΚΙΝΔ «ο εκμεταλλευόμενος το πλοίο δι’ εαυτόν ανήκον εις άλλον (εφοπλιστής) οφείλει να δηλώσει τούτο εγγράφως από κοινού μετά του κυρίου του πλοίου εις την λιμενικήν αρχήν του τόπου της νηολογήσεως. Μη γενομένης τοιαύτης δηλώσεως ο κύριος του πλοίου τεκμαίρεται ότι εκμεταλλεύεται τούτο δι’ εαυτόν». Από τη διάταξη αυτή, προκύπτει ότι, η δήλωση του τρίτου περί εφοπλισμού του πλοίου παρ’ αυτού που γίνεται στο λιμένα νηολόγησης του πλοίου από κοινού με τον κύριο του πλοίου αποσκοπεί στην προστασία των τρίτων συναλλασσομένων, αλλά εξυπηρετεί και τα έννομα συμφέροντα της ιδιοκτησίας του πλοίου, ελλείψει της οποίας (δήλωσης) τίθεται μαχητό τεκμήριο, ήτοι τεκμαίρεται ότι ο κύριος του πλοίου εκμεταλλεύεται τούτο δι’ ίδιον λογαριασμό, είναι δηλαδή πλοιοκτήτης (ΑΠ 776/2010 ΤΝΠ Νόμος, ΕΠ 954/2004 ΕΝΔ 32.342, ΕφΠειρ 110/2013 ΕΝΔ 2013.10). Το τεκμήριο τούτο είναι μαχητό και επιτρέπεται ανταπόδειξη, ήτοι μπορεί να αποδειχθεί ότι ο τρίτος που δεν αναγγέλθηκε στην παραπάνω λιμενική αρχή είναι αυτός που εκμεταλλεύεται το πλοίο για δικό του λογαριασμό, δηλαδή είναι ο εφοπλιστής. Είναι δε ζήτημα πραγματικό σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ποιος πράγματι έχει την εκμετάλλευση του πλοίου, δηλαδή ο κύριος αυτού ή τρίτος (ΑΠ 11/2009 ΕΝΔ 2009.1, ΑΠ 5/2009 ΔΕΕ 2009.800, ΕφΠειρ 228/2013 ΤΝΠ Νόμος). Στην περίπτωση της ύπαρξης εφοπλισμού του πλοίου, η έννοια του εφοπλιστή δεν έχει συνέπεια την υποβολή του στις ευθύνες του πλοιοκτήτη, αλλά ο κύριος του πλοίου ευθύνεται δια του πλοίου για τις υποχρεώσεις του εφοπλιστή, όχι, όμως, και το αντίστροφο. Ο εφοπλιστής, δηλαδή, ευθύνεται μόνο για τις δικαιοπραξίες του ιδίου ή του πληρεξουσίου του και του πλοιάρχου, στα πλαίσια της εκτέλεσης των καθηκόντων του, όπως και για τις αδικοπραξίες των προστηθέντων του πλοιάρχου και πληρώματος κατ’ άρθρο 84 ΚΙΝΔ (ΕΠ 59/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011.478, ΕφΠειρ 408/2008 ΕΝΔ 2009.19, ΕφΠειρ 156/2002 ΕΝΔ 2002.388, Κ.Ρόκα, Ναυτικό Δίκαιο, έκδ.1975, σελ.165, Δ.Καμβύση, Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο, έκδ.1982, σελ.292, Λ.Γεωργακόπουλου, Ναυτικό Δίκαιο, έκδ.2006, παρ.19), αλλά όχι παραλλήλως με τον πλοιοκτήτη, αφού δεν είναι κατά νόμο δυνατή (νοητή) η σύγχρονη επί του πλοίου ύπαρξη πλοιοκτήτη και εφοπλιστή και, συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει λόγος για τέτοια παράλληλη ευθύνη τους, καθότι η ανάληψη τέτοιων υποχρεώσεων από τον κύριο του πλοίου αντιστρατεύεται την ίδια την έννοια του εφοπλισμού (ΕφΠειρ 59/2011, ΕφΠειρ 408/2008 ό.π.). Για τις απαιτήσεις από τον εφοπλισμό ευθύνεται απεριόριστα ο εφοπλιστής, ο δε κύριος του πλοίου ευθύνεται μόνο δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι της αξίας αυτού (πραγματοπαγής και περιορισμένη ευθύνη) (ΑΠ 689/2013 ΕΝαυτΔ 2013.183). Στην περίπτωση που ο δανειστής στρέφεται κατά του εφοπλιστή και κατά του κυρίου του πλοίου δεν υπάρχει κατά νομική κυριολεξία παθητική εις ολόκληρον ενοχή (άρθρο 481 ΑΚ), διότι οφειλέτης της απαίτησης που πηγάζει από την εκμετάλλευση του πλοίου είναι μόνον ο εφοπλιστής, ενώ ο απλός κύριος του πλοίου ευθύνεται, εκ του νόμου, για την απαίτηση αυτή, με βάση τις προπαρατεθείσες διατάξεις, μόνο με το συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο, το πλοίο, συμπεριλαμβανομένων των συστατικών και παραρτημάτων του. Έτσι, δεν υπάρχει παράλληλη προσωπική ευθύνη του κυρίου του πλοίου για τις απαιτήσεις που πηγάζουν από τον εφοπλισμό, αλλά η ευθύνη του είναι πραγματοπαγής και περιορισμένη (νόθος παθητική εις ολόκληρον ενοχή), εφόσον ο τελευταίος ευθύνεται μόνο διά του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία του, μπορεί δε να στραφεί και κατά του τελευταίου ο δανειστής του εφοπλιστή για να αποκτήσει εκτελεστό τίτλο και κατ’ αυτού, o οποίος είναι υποχρεωμένος μόνο να δεχθεί την αναγκαστική εκποίηση του πλοίου του για την ικανοποίηση των εκ του εφοπλισμού απαιτήσεων (ΑΠ 776/2010 ΕΝΔ 2011.314, ΑΠ 672/2010 ΕΝΔ 2010.410, ΑΠ 1549/2006 ΕλλΔνη 2006.1436, ΑΠ 799/2001 ΕΝΔ 2001.361, ΕφΠειρ 479/2015 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 582/2014 ΕφΠειρ 262/2012 ΕΝαυτΔ 2012.269, ΕφΠειρ 59/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011.478, ΕφΠειρ 37/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 795/2010 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 746/2003 ΕΝΔ 2003.365, βλ. και Ι.Ρόκα/Γ.Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο, γ΄ έκδ. 2015, σελ.71, §135, όπου προκρίνεται ως ορθότερη η άποψη της πραγματοπαγούς ευθύνης του κυρίου του πλοίου, από την οποία πηγάζει αξίωση in rem scriptae, που έχει ενοχική φύση, βλ.ΑΠ 669/1989 ΝοΒ 38.994, με σημείωση Φ.Δωρή). Η δε αγωγή, για να υπάρχει τίτλος εκτελεστός για την ικανοποίηση του δανειστή από το πλοίο, πρέπει να στρέφεται και κατά του κυρίου του πλοίου (ΑΠ 1549/2006 ΕλλΔνη 2006.436, Αρμ 2007.549, ΑΠ 799/2001 ΕΝΔ 2001.361, ΑΠ 1103/1996 ΕλλΔνη 38.1134, ΑΠ 581/1996 ΕλλΔνη 1998.573, ΑΠ 991/1991 ΕΕμπΔ 1992.369, ΕφΠειρ 228/2013, ΕφΠειρ 262/2012, ΕφΠειρ 59/2011, ΕφΠειρ 37/2011, ΕφΠειρ 795/2010 Τ.Ν.Π. Νόμος, ΕφΠειρ 832/2008 ΕΝΔ 2009.13, ΕφΠειρ 1109/2003 ΕΝΔ 2003,453, ΕφΠειρ 156/2002 ΕΝΔ 2002.390). Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 66 παρ. 2, 84 παρ. 2, 105, 106 παρ. 2α΄ του ν. 3816/1958 (ΚΙΝΔ), σε συνδυασμό προς το άρθρο 76 παρ. 1 ΚΠολΔ, επί κοινής εναγωγής της κυρίας του πλοίου και του εφοπλιστή, δεν συντρέχει καμία από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 76 παρ. 1 ΚΠολΔ περιπτώσεις αναγκαστικής ομοδικίας (πρβλ. ΑΠ 1236/2007 επί εργατικού ατυχήματος, ΕΠ 1109/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, η σύμβαση ναυτολόγησης [η οποία διακρίνεται της ιδιότυπης θεμελιούμενης στο άρθρο 361 ΑΚ σύμβασης ναυτικής εργασίας, που καταρτίζεται  μεταξύ  του  ναυτικού και του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή ή του αντιπροσώπου αυτών και αποσκοπεί στη  μέλλουσα επιβίβαση του ναυτικού σε ορισμένο πλοίο για την παροχή εργασίας έναντι αμοιβής την οποία και ακολουθεί] η οποία (σύμβαση ναυτολόγησης) καταρτίζεται, όπως συνάγεται σαφώς από τη διατύπωση των συνδυασμένων διατάξεων των άρθρων 53, 54 και 55 ΚΙΝΔ, μεταξύ  του  ναυτικού και του πλοιάρχου, που ενεργεί με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή, για μεν τον ναυτικό είναι αυστηρώς προσωπική, για δε τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή δεν έχει προσωπικό χαρακτήρα, γιατί η εργασία προσφέρεται  στην εκμετάλλευση του πλοίου (ΕΠ 1862/1988 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Δ. Καμβύση, Ιδιωτ. Ναυτ. Δικ. 1982 σελ. 138) και εμπίπτει στην έννοια της απαίτησης, που προέρχεται από τον εφοπλισμό (ΕΠ 1862/1988 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, πρβλ. ΕΠ 51/2016, ΕΠ 603/2015, ΕΠ 192/2015, ΕΠ 395/2014, ΕΠ 328/2014, ΕΠ 86/2014, ΕΠ 36/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, άπασες δεχόμενες ευθύνη του εφοπλιστή του πλοίου προς καταβολή απαιτήσεων του πληρώματος κατά τη διάρκεια του εφοπλισμού, παρά το γεγονός ότι παράλληλα δέχονται ότι τις συμβάσεις ναυτικής εργασίας είχε καταρτίσει με τον ενάγοντα ναυτικό η πλοιοκτήτρια του πλοίου). Εν προκειμένω, με τον πρώτο λόγο της από 07-04-2023 εφέσεώς τους οι εναγόμενες εταιρείες παραπονούνται διότι, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, απέρριψε τον ισχυρισμό τους («ένσταση κατά τόπον αναρμοδιότητας») σύμφωνα με τον οποίο, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ήταν κατά τόπο αναρμόδιο να εκδικάσει την ένδικη αγωγή του ενάγοντος κατ΄ αυτών. Ο λόγος αυτός της ένδικης εφέσεως παραδεκτά προβάλλεται και επ΄ αυτού πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Κατά την εκδίκαση της αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατά τη δικάσιμο της 9.6.2022, οι εναγόμενες εταιρείες αρνήθηκαν τη διαδικαστική προϋπόθεση της τοπικής αρμοδιότητας του εν λόγω Δικαστηρίου, ισχυρισθείσες ότι, στις ένδικες συμβάσεις ναυτολογήσεως του ενάγοντος περιλαμβανόταν συμφωνία κατά την οποία για οποιαδήποτε διαφορά από την εν λόγω σύμβαση αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο θα είναι το αρμόδιο καθ΄ ύλην δικαστήριο της πόλεως των Χανίων. Τον ισχυρισμό αυτό των εναγομένων, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα πρακτικά συζήτησης, ο ενάγων αρνήθηκε προβάλλοντας παράλληλα ισχυρισμό περί καταχρηστικότητας της εν λόγω συμφωνίας περί παρέκτασης, ως αντίθετης στην καλή πίστη. Αναλύοντας δε, δια της προσθήκης επί των προτάσεων που κατέθεσε μετά τη συζήτηση της εν λόγω αγωγήςενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, τον περί καταχρηστικότητας της εν λόγω συμφωνίας ισχυρισμό, ο ενάγων εξέθεσε ότι, ο περί παρεκτάσεως όρος που περιελήφθη στις συμβάσεις ναυτολογήσεως τυγχάνει άκυρος, διότι κατά τη συνομολόγησή του, η εναγομένη εργοδότρια εταιρεία εκμεταλλεύθηκε την ανάγκη του για εργασία, ο δε σχετικός όρος δεσμεύει υπέρμετρα την ελευθερία του να διεκδικήσει τις απαιτήσεις του σε έναν άγνωστο γι’ αυτόν τόπο, στερώντας του την αρμοδιότητα των Δικαστηρίων του Πειραιά, όπου στην περιφέρειά του δικηγορούν έμπειροι δικηγόροι και όπου τα Δικαστήρια συγκροτούνται από Δικαστές με μακρά εμπειρία στις ναυτικές υποθέσεις. Ειδικότερα, ισχυρίσθηκε ότι ο όρος αυτός δεν απετέλεσε προϊόν ελεύθερης διαπραγμάτευσης, αλλά σύμβαση προσχώρησης, ακόμη κι αν κατανοούσε τη δεσμευτικότητα του εν λόγω όρου, αν δεν αποδεχόταν τον εν λόγω όρο και δεν υπέγραφε τις συμβάσεις ναυτολόγησης που σε αυτές περιείχετο θα απολύονταν, πλην όμως ο ίδιος είχε ανάγκη την εν λόγω εργασία για τη συντήρηση της οικογένειάς του. Επιπροσθέτως, ισχυρίσθηκε ότι, οι εναγόμενες εν προκειμένω επικαλούνται τον όρο αυτό των συμβάσεων ναυτολόγησης, μόνον προκειμένου να δυσχεράνουν τη θέση του κατά τη διεκδίκηση των ενδίκων απαιτήσεών του, διότι η πόλη των Χανίων είναι άγνωστος σε αυτόν τόπος και προκειμένου να εισάγει την αγωγή του ενώπιον των Δικαστηρίων της πόλης αυτής θα έπρεπε να υποβληθεί σε δυσανάλογες οικονομικές δαπάνες, επιπροσθέτως δε, θα έπρεπε να αναζητήσει δικαστικούς συμπαραστάτες τους οποίους δεν γνωρίζει. Παράλληλα, μετά την τελευταία αποναυτολόγησή του, δεν ναυτολογήθηκε εκ νέου και δεν έχει εισοδήματα αφού αναμένει την απονομή συντάξεως σε αυτόν. Αντίθετα, η δικονομική θέση των εναγομένων δεν δυσχεραίνεται διότι, πλην της καταστατικής τους έδρας στην πόλη των Χανίων, διαθέτουν εγκατάσταση στον Πειραιά, απ’ όπου διεξάγουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα και τη διαχείριση των πλοίων τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, απέρριψε τον ισχυρισμό των εναγομένων εταιρειών περί τοπικής αναρμοδιότητάς του για την εκδίκαση της κατ΄ αυτών στρεφομένης αγωγής, με την αιτιολογία ότι, η δικονομική σύμβαση περί καθορισμού του τοπικά αρμοδίου Δικαστηρίου, εν προκειμένω, είναι άκυρη ως αντίθετη στα χρηστά ήθη, διότι ο ενάγων είναι κάτοικος Πειραιώς και η πρώτη εναγομένη, εκμεταλλευόμενη την ανάγκη του να εργασθεί προέβη στη συνομολόγησή της, δεσμεύοντας υπερβολικά την ελευθερία του να διεκδικήσει μέσω της δικαστικής οδού τις ενδεχόμενες απαιτήσεις του από τις επίδικες συμβάσεις ναυτολογήσεως, μεταφέροντας τον τόπο της δικαστικής διαμάχης σε έναν άγνωστο για τον ενάγοντα τόπο, στον οποίο καθίσταται δυσχερής ο δικαστικός αγώνας, κυρίως για λόγους οικονομικούς, ενώ παράλληλα η πρώτη εναγομένη διατηρεί υποκατάστημα στον Πειραιά και δεν υφίσταται δικονομική βλάβη από την εκπροσώπησή της στα Δικαστήρια του Πειραιά. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί του ενάγοντος, επαναφέρονται με τις ένδικες προτάσεις του και είναι νόμιμοι (άρθρα 178, 179 ΑΚ, 262§1 εδάφ. α΄ ΚΠολΔ – ΑΠ 1158/2000 ΕλλΔνη 2001.1292 = ΔΕΝ 2001.22 = ΕΕργΔ 2002.416 = ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω στην ουσία τους.            Από την εκτίμηση των, περιεχομένων στις ληφθείσες ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………, υπ’ αριθ. …./4.6.2020 και ……./5.6.2020 ένορκες βεβαιώσεις, ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ……….. και ……….., αντίστοιχα, οι οποίοι απασχολήθηκαν στο κατωτέρω αναφερόμενο πλοίο υπό της δεύτερης εναγομένης με την ειδικότητα του επικούρου ο πρώτος, κατά τα έτη 2017, 2018 και 2019 και του θαλαμηπόλου ο δεύτερος κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.12.2017 μέχρι και 15.5.2018, από 19.5.2018 μέχρι και 5.10.2018 και από 14.12.2018 μέχρι και 7.2.2020 και οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) ελήφθησαν με την επιμέλεια του ενάγοντος, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατά τα άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από τις με αριθμό ……./27.5.2020 και ……/29.5.2020 εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς …….. και του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Κρήτης ………, αντίστοιχα, κλητεύσεως των εναγομένων, της με αριθμό …./5-6-2020 όμοιας, ληφθείσας ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, επιμελεία των εναγομένων, ένορκης κατάθεσης του μάρτυρος, ………., ο οποίος απασχολήθηκε ως θαλαμηπόλος στο πλοίο που υπηρέτησε και ο ενάγων, κατά τα χρονικά διαστήματα από 2-2-2019 έως 13-5-2019, από 28-5-2019 έως 6-8-2019 και από 3-9-2019 έως 7-1-2020 και η οποία ελήφθη κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, κλητεύσεως του ενάγοντος (σχετικά υπ’ αριθμ. ………./2.6.2020 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………….), με επίδοση της σχετικής κλήσεως στην υπογράφουσα την ένδικη αγωγή (σχετικά άρθρο 96, 100 και 143 παρ.1  του ΚΠολΔ) Δικηγόρο, Άννα Κοντοσέα, έστω κι αν η επίδοση έλαβε χώρα προ της συζητήσεως αυτής, εφόσον η ανωτέρω υπογράφουσα την αγωγή δικηγόρος, κατά νόμιμο αμάχητο τεκμήριο, θεωρείται, μέχρι την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο πληρεξουσία και αυτοδικαίως αντίκλητος του ενάγοντος για όλες τις επιδόσεις που αναφέρονται στην ανοιγείσα με την αγωγή δίκη, στις οποίες περιλαμβάνεται και η κλήση των εναγομένων, για να παραστούν κατά τη λήψη ένορκης βεβαίωσης (ΑΠ 1330/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), οι οποίες άπασες (οι ένορκες βεβαιώσεις) εκτιμώνται κατά το μέτρο της γνώσεως και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μαρτυρούντος, χωρίς το γεγονός ότι ο ενόρκως υπέρ του ενάγοντος βεβαιών ………….. τυγχάνει αντίδικος των εναγομένων, επειδή έχει ασκήσει εναντίον τους άλλη, δική του, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων τους (ΜονΕφΠειρ. 509/2022, αδημ.), όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι εναγόμενες στα πλαίσια του τρίτου λόγου της ένδικης έφεσης αυτών, καθώς επίσης και το γεγονός ότι ο ενόρκως βεβαιών μάρτυρας των εναγομένων τυγχάνει εργαζόμενος της δεύτερης εναγομένης, να αποκλείει την αποδεικτική αξία των λεγομένων του, όπως αβασίμως υποστηρίζει ο ενάγων, καθώς και από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα παρακάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα αποδείξεως και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων, …………, Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, κάτοχος του με αριθμό … ναυτικού φυλλαδίου της …. ναυτικής περιφέρειας, ναυτολογήθηκε την 31.3.2018, 19.5.2018, 5.6.2018, 15.1.2019, 9.4.2019 και 5.6.2019, στον Πειραιά, πλην την 9.6.2019 οπότε ναυτολογήθηκε στη Ρόδο, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο «Π», κόρων ολικής χωρητικότητας (κ.ο.χ.) 9.850, κυριότητος της πρώτης εναγομένης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», τον εφοπλισμό του οποίου, κατά το ένδικο διάστημα, διέθετε η ανωτέρω δεύτερη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «…………». Υπηρέτησε δε, με την ανωτέρω ειδικότητα, στο ανωτέρω πλοίο, έως την 15.5.2018, οπότε αποναυτολογήθηκε στο Πέραμα λόγω «ετήσιας επιθεώρησης» του πλοίου, την 5.6.2018, οπότε αποναυτολογήθηκε στον Πειραιά «λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου» [ότι η αποναυτολόγηση λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου επιφέρει τη λύση της σύμβασης ναυτολόγησης ΕΠ 23/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], την 31.10.2018 οπότε αποναυτολογήθηκε στη Ρόδο «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου, την 26.3.2019, οπότε αποναυτολογήθηκε στον Πειραιά λόγω διακοπής δρομολογίων, την 5.6.2019 οπότε αποναυτολογήθηκε στη Ρόδο λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου και την 1.11.2019 οπότε αποναυτολογήθηκε στον Πειραιά «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου. Παράλληλα, απεδείχθη  ότι, με τις από 31.3.2018, 19.5.2018, 15.1.2019 και 9.4.2019 έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας (φέρουσες τον τίτλο σύμβαση ναυτολόγησης) τις οποίες ο ενάγων κατήρτισε με την πρώτη εναγομένη, κυρία του πλοίου, μεταξύ του ενάγοντος και της πρώτης εναγομένης, προβλέφθηκε ότι «Κατά ρητή συμφωνία των μερών, η παρούσα σύμβαση και οι εκ της υπηρεσίας του ναυτικού στο Πλοίο ή εξ αφορμής αυτής πάσης φύσεως διαφορές, θα διέπονται αποκλειστικά από το Ελληνικό Δίκαιο και υπάγονται αποκλειστικά στα καθ ύλην αρμόδια Δικαστήρια της πόλεως των Χανίων – Ελλάδα αποκλειομένης σε κάθε περίπτωση της εφαρμογής οποιουδήποτε αλλοδαπού Δικαίου και την αρμοδιότητα οποιωνδήποτε αλλοδαπών Δικαστηρίων.». Οι εναγόμενες επικαλούμενες τον ανωτέρω όρο, ο οποίος περιελήφθη στις ανωτέρω έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας που καταρτίσθηκαν ενόψει των ανωτέρω ναυτολογήσεων του ενάγοντος, ισχυρίζονται ότι, έχει συνομολογηθεί έγκυρη μεταξύ των διαδίκων συμφωνία αποκλειστικής αρμοδιότητος των Δικαστηρίων της πόλεως των Χανίων. Παράλληλα απεδείχθη, όπως ο ενάγων, οικονομικά ασθενές μέρος των ενδίκων συμβάσεων ναυτολογήσεως, αναφέρει και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων, ότι η ναυτολόγησή του, έλαβε χώρα στην πόλη του Πειραιά, πλην της 5.6.2019, η οποία έλαβε χώρα στη νήσο Ρόδο, στον Πειραιά δε καταρτίσθηκαν και οι ανωτέρω έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας. Επιπλέον, απεδείχθη ότι, ο ενάγων κατοικεί στην περιοχή του Πειραιά, ήτοι στην περιφέρεια του παρόντος Δικαστηρίου, στο οποίο λειτουργεί ειδικό τμήμα ναυτικών διαφορών, ενώ παράλληλα, απεδείχθη ότι, στα πλαίσια των ενδίκων ναυτολογήσεων, δεν προέκυψε παροχή εργασίας του ενάγοντος στην πόλη των Χανίων, εφόσον το ένδικο πλοίο, κατά τον επίδικο χρόνο, δεν προσέγγισε το λιμάνι των Χανίων. Η πρώτη εναγομένη, με την οποία ο ενάγων κατήρτισε τις ανωτέρω τέσσερις έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας, διατηρεί υποκατάστημα στην περιφέρεια του παρόντος Δικαστηρίου, όπως έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων. Εν όψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, η εφαρμογή εν προκειμένω της δικονομικής συμβάσεως περί καθορισμού ως τοπικά αρμοδίου για τις ένδικες διαφορές του Δικαστηρίου των Χανίων, κρίνεται υπέρμετρα δεσμευτική για τον ενάγοντα – ασθενές μέρος των επιδίκων συμβάσεων ναυτικής εργασίας, εφόσον μετά από μακρό χρόνο από τη λήξη των ενδίκων συμβάσεων εργασίας, θα αναγκασθεί να υποβληθεί σε υπερβολικά έξοδα προς διεκδίκηση των ενδίκων απαιτήσεών του, αφού ληφθεί υπόψη και το ύψος αυτών, ενώ παράλληλα οι εναγόμενες δεν στερούνται της υπεράσπισής τους, δεδομένου μάλιστα ότι η πρώτη εξ αυτών διατηρεί υποκατάστημα στην περιφέρεια του παρόντος Δικαστηρίου, η ένδικη δε διαφορά, πέραν της έδρας των εναγομένων, ουδεμία άλλη σχέση έχει με την πόλη των Χανίων. Ως εκ τούτου, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση του, έκρινε ότι, η δικονομική σύμβαση περί καθορισμού ως τοπικά αρμοδίου για τις ένδικες διαφορές αποκλειστικά του καθ΄ ύλην αρμοδίου δικαστηρίου της πόλεως των Χανίων, που περιλήφθηκε στις ανωτέρω συμβάσεις ναυτικής εργασίας αυτού (εφεσιβλήτου – ενάγοντος), αντιβαίνει, υπό τις ειδικές περιστάσεις της ένδικης περίπτωσης, στα χρηστά ήθη και ακολούθως έκρινε αρμόδιο κατά τόπο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο λόγω του τόπου κατάρτισης των ενδίκων συμβάσεων ναυτολογήσεως (άρθρο 33 ΚΠολΔ) και απέρριψε τον αντίθετο ισχυρισμό των εναγομένων, ορθά εφάρμοσε το νόμο. Πρέπει, επομένως, ο υπό κρίση πρώτος λόγος της ένδικης έφεσης των εναγομένων, να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του.

ΙV. Από την εκτίμηση των, περιεχομένων στις ληφθείσες ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………, υπ’ αριθ. ……/4.6.2020 και ……./5.6.2020 ένορκες βεβαιώσεις, ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ……… και ………, αντίστοιχα, οι οποίοι απασχολήθηκαν στο κατωτέρω αναφερόμενο πλοίο υπό της δεύτερης εναγομένης με την ειδικότητα του επικούρου ο πρώτος, κατά τα έτη 2017, 2018 και 2019 και του θαλαμηπόλου ο δεύτερος κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.12.2017 μέχρι και 15.5.2018, από 19.5.2018 μέχρι και 5.10.2018 και από 14.12.2018 μέχρι και 7.2.2020 και οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) ελήφθησαν με την επιμέλεια του ενάγοντος, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατά τα άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από τις με αριθμό …../27.5.2020 και ……./29.5.2020 εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ………… και του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Κρήτης ……….., αντίστοιχα, κλητεύσεως των εναγομένων, της με αριθμό …./5-6-2020 όμοιας, ληφθείσας ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, επιμελεία των εναγομένων, ένορκης κατάθεσης του μάρτυρος,  …………, ο οποίος απασχολήθηκε ως θαλαμηπόλος στο πλοίο που υπηρέτησε και ο ενάγων, κατά τα χρονικά διαστήματα από 2-2-2019 έως 13-5-2019, από 28-5-2019 έως 6-8-2019 και από 3-9-2019 έως 7-1-2020 και η οποία ελήφθη κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 ΚΠολΔ, κλητεύσεως του ενάγοντος (σχετικά υπ’ αριθμ. …………/2.6.2020 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ……….., με επίδοση της σχετικής κλήσεως στην υπογράφουσα την ένδικη αγωγή (σχετικά άρθρο 96, 100 και 143 παρ.1  του ΚΠολΔ) Δικηγόρο, Άννα Κοντοσέα, έστω κι αν η επίδοση έλαβε χώρα προ της συζητήσεως αυτής, εφόσον η ανωτέρω υπογράφουσα την αγωγή δικηγόρος, κατά νόμιμο αμάχητο τεκμήριο, θεωρείται, μέχρι την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο πληρεξουσία και αυτοδικαίως αντίκλητος του ενάγοντος για όλες τις επιδόσεις που αναφέρονται στην ανοιγείσα με την αγωγή δίκη, στις οποίες περιλαμβάνεται και η κλήση των εναγομένων, για να παραστούν κατά τη λήψη ένορκης βεβαίωσης (ΑΠ 1330/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), οι οποίες άπασες (οι ένορκες βεβαιώσεις) εκτιμώνται κατά το μέτρο της γνώσεως και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μαρτυρούντος, χωρίς το γεγονός ότι ο ενόρκως υπέρ του ενάγοντος βεβαιών …………… τυγχάνει αντίδικος των εναγομένων, επειδή έχει ασκήσει εναντίον τους άλλη, δική του, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων τους (ΜονΕφΠειρ. 509/2022, αδημ.), όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι εναγόμενες στα πλαίσια του τρίτου λόγου της ένδικης έφεσης αυτών, καθώς επίσης και το γεγονός ότι ο ενόρκως βεβαιών μάρτυρας των εναγομένων τυγχάνει εργαζόμενος της δεύτερης εναγομένης, να αποκλείει την αποδεικτική αξία των λεγομένων του, όπως αβασίμως υποστηρίζει ο ενάγων, καθώς και από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα παρακάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα αποδείξεως και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων, …………., Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, κάτοχος του με αριθμό …. ναυτικού φυλλαδίου της ……. ναυτικής περιφέρειας, ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, κατά το χρονικό διάστημα από 31.3.2018 έως 1.11.2019, έξι φορές στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο «Π», νηολογίου Ρεθύμνου …, κόρων ολικής χωρητικότητας (κ.ο.χ.) 9.850, κυριότητος της πρώτης εναγομένης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………», τον εφοπλισμό του οποίου, κατά το ένδικο διάστημα, είχε η δεύτερη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «………..». Ειδικότερα, απεδείχθη ότι ο ενάγων ναυτολογήθηκε την 31.3.2018 στον Πειραιά και υπηρέτησε στο ανωτέρω πλοίο με την ανωτέρω ειδικότητα έως την 15.5.2018, οπότε αποναυτολογήθηκε στο Πέραμα, λόγω «ετήσιας επιθεώρησης» του εν λόγω πλοίου. Ναυτολογήθηκε εκ νέου την 19.5.2018, στον Πειραιά και υπηρέτησε στο ανωτέρω πλοίο, με την ανωτέρω ειδικότητα, έως την 5.6.2018, οπότε αποναυτολογήθηκε στον Πειραιά «λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου». Αυθημερόν, ναυτολογήθηκε εκ νέου και υπηρέτησε στο ανωτέρω πλοίο έως την 31.10.2018, οπότε αποναυτολογήθηκε στη Ρόδο «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου. Ο ενάγων ναυτολογήθηκε εκ νέου στον Πειραιά την 15.1.2019 και υπηρέτησε στο ανωτέρω πλοίο έως την 26.3.2019, οπότε αποναυτολογήθηκε στον Πειραιά, λόγω διακοπής δρομολογίων του εν λόγω πλοίου, ναυτολογήθηκε δε εκ νέου στον Πειραιά την 9.4.2019 και υπηρέτησε με την ανωτέρω ειδικότητα στο ανωτέρω πλοίο έως την 5.6.2019, οπότε αποναυτολογήθηκε στη Ρόδο, λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου. Αυθημερόν (5.6.2019) ναυτολογήθηκε εκ νέου στη Ρόδο στο ανωτέρω πλοίο με την αυτή ειδικότητα και υπηρέτησε σε αυτό έως την 1.11.2019, οπότε αποναυτολογήθηκε στον Πειραιά, «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου. Μεταξύ της πρώτης εναγομένης και του ενάγοντος καταρτίσθηκε τέσσερις έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας, ενόψει των ενδίκων ναυτολογήσεων. Εξ αυτών, οι δύο πρώτες καταρτίσθηκαν την 31.3.2018 και 19.5.2018, αντίστοιχα, με τις οποίες συμφωνήθηκε ότι ο ενάγων θα αμείβεται μηνιαίως, με μικτές αποδοχές ανερχόμενες στο ποσό των ευρώ 2.166,18. Με τις από 15.1.2019 και 9.4.2019 δύο έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας, μεταξύ των αυτών συμβαλλομένων, συμφωνήθηκε ότι ο ενάγων θα αμείβεται μηνιαίως, με μικτές αποδοχές ανερχόμενες στο ποσό των ευρώ 2.209,50, με την ειδική μνεία ότι τα ποσά αυτά αποτελούν και τα ποσά που προβλέπονταν από τις οικείες Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας. Όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται από κανέναν των διαδίκων, οι ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας διήποντο, κατά μεν το έτος 2018, από τη Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 (Υ.Α. 2242.5-1.5/80350/2018- Φ.Ε.Κ.Β’ 5084/14-11-2018), κατά δε το έτος 2019, από τη Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019 (Υ.Α. 2242.5-1.5/56040/2019- Φ.Ε.Κ.Β’ 3170/12-8-2019). Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 § 1 των ως άνω εφαρμοζομένων εν προκειμένω ΣΣΝΕ, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα, ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού (μισθού ενέργειας). Όπως διευκρινίζεται με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ 328/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ.), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝαυτΔ 34.351, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 33.345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες (άρθρα 11 και 13 § 5), δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου (άρθρο 18). Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες, αμείβεται ανά ώρα, με βάση το ωρομίσθιο, που κατ’ άρθρο 13 § 1 εδαφ. β και γ των ιδίων ΣΣΝΕ, υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαιρέσεως του μισθού ενέργειας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης = 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα, με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2), ενώ, κατά το άρθρο 18 § 2, για τον υπολογισμό των ωρών εργασίας κατά τις ημέρες αργίας ανά μήνα πολλαπλασιάζεται ο μέσος μηνιαίος όρος αργιών (16 αργίες ετησίως δια 12 μήνες = 1,33) με τον αριθμό των ωρών της ημερήσιας απασχόλησης για κάθε αργία (1,33 Χ 8 ώρες = 10,67 ώρες μηνιαίως). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, κατά τη ΣΣΝΕ του έτους 2018 (άρθρα 1, 3, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 §§ 1, 2) ο μηνιαίος μισθός ενεργείας του θαλαμηπόλου ορίστηκε σε χίλια εκατόν ογδόντα ένα ευρώ και δεκαπέντε λεπτά (1.181,15 €), το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε διακόσια πενήντα εννέα ευρώ και ογδόντα έξι λεπτά (259,86 €), το αντίτιμο της σε είδος παρεχομένης τροφοδοσίας σε δεκαεννέα ευρώ και πενήντα εννέα λεπτά (19,59 €) την ημέρα, δηλαδή σε πεντακόσια ογδόντα επτά ευρώ και εβδομήντα λεπτά (19,59 € Χ 30 ημέρες = 587,70 €) το μήνα, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε τριάντα πέντε ευρώ και ενενήντα δύο λεπτά (35,92 €) και οι αποδοχές της άδειας του έχοντα συμπληρώσει διετή τουλάχιστον θαλάσσια υπηρεσία μετά τροφοδοσίας σε τετρακόσια είκοσι πέντε ευρώ και σαράντα πέντε λεπτά {[(1.181,15 € + 259,86 € : 22) = 65,50 € + 19,59 € =] 85,09 € Χ 5 ημέρες =} 425,45 €, το δε ωρομίσθιο του θαλαμηπόλου καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό των έξι ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (6,83 €) και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε οκτώ ευρώ και πενήντα τέσσερα λεπτά (8,54 €) και σε δέκα ευρώ και είκοσι πέντε λεπτά (10,25 €) αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος, πλην του επιδόματος τροφοδοσίας και ιματισμού, τα οποία, όπως απεδείχθη, του παρείχοντο εις είδος ανήρχοντο, κατά τη διάρκεια της πρώτης ναυτολογήσεώς του από 31-3-2018 έως 15-5-2018, κατά τη διάρκειας της δεύτερης των ανωτέρω ναυτολογήσεών του κατά το χρονικό διάστημα από 19-5-2018 έως 5-6-2018 και κατά τη διάρκεια της τρίτης ναυτολόγησής του κατά το χρονικό διάστημα από 5.6.2018 έως 31.10.2018 στο ποσό των ευρώ [1.181,15 μισθός ενεργείας + 259,86 επίδομα Κυριακών + 35,92 επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 425,45 επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας αυτής=] 1.902,38 ευρώ. Σύμφωνα, εξάλλου, με τη ΣΣΝΕ του έτους 2019, ο μηνιαίος μισθός ενεργείας του θαλαμηπόλου ορίστηκε στο ποσό των χιλίων διακοσίων τεσσάρων ευρώ και εβδομήντα επτά λεπτών (1.204,77 €), το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε διακόσια εξήντα πέντε ευρώ και πέντε λεπτά (265,05 €), το αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας σε δεκαεννέα ευρώ και ενενήντα οκτώ λεπτά (19,98 €) την ημέρα, δηλαδή σε πεντακόσια ενενήντα εννέα ευρώ και σαράντα λεπτά (19,98 € Χ 30 ημέρες = 599,40 €) το μήνα, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε τριάντα έξι ευρώ και εξήντα τέσσαρα λεπτά (36,64 €) και οι αποδοχές της άδειας του ως έχοντα συμπληρώσει διετή τουλάχιστον θαλάσσια υπηρεσία μετά τροφοδοσίας σε τετρακόσια τριάντα τρία ευρώ και ενενήντα πέντε λεπτά [(μισθός ενεργείας 1.204,77 ευρώ + επίδομα Κυριακών  265,05  ευρώ: 22) =  66,81 +19,98 ευρώ =) 86,79 Χ 5 ημέρες =] 433,95 €, το δε ωρομίσθιο του θαλαμηπόλου καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό των έξι ευρώ και ενενήντα έξι λεπτών (6,96 €) και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε οκτώ ευρώ και εβδομήντα λεπτά (8,70 €) και σε δέκα ευρώ και σαράντα τέσσερα λεπτά (10,44 €) αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος, πλην του επιδόματος τροφοδοσίας και ιματισμού, τα οποία παρείχοντο εις είδος ανήρχοντο, κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του από 15-1-2019 και εντεύθεν, έως της οριστικής αποναυτολογήσεώς του την 1.11.2019, σε [1.204,77 μισθός ενεργείας + 265,05 επίδομα Κυριακών + 36,64 επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 433,95 επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας αυτής=] 1.940,41. Κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεων του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο «Π» και δη κατά τα χρονικά διαστήματα από 31.3.2018 έως 15.5.2018, από 19.5.2018 έως 31.10.2018, από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 1.11.2019, αυτό (ένδικο πλοίο) διενεργούσε πολύωρους τακτικούς ακτοπλοϊκούς πλόες σε διάφορα νησιά του Αιγαίου Πελάγους, τα οποία επεκτείνονταν και κατά τις νυκτερινές ώρες, είχαν δε ως αφετηρία τον λιμένα του Πειραιά και προορισμό τη νήσο Ρόδο δια μέσου περισσοτέρων λιμένων, με επιστροφή, μέσω των ίδιων λιμένων, στον Πειραιά. Συγκεκριμένα, κατά το επίδικο διάστημα, το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε τα ακόλουθα δρομολόγια: [Α] Κατά το χρονικό διάστημα από 31.3.2018 έως 10.4.2018: Την 31.3.2018 το πλοίο το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 06.20 και απέπλευσε την ίδια ημέρα και ώρα 09.00 για Μήλο (αφ. 14.00 – αναχ. 14.20), Θήρα (αφ. 18.10 – αν. 19.00), Ανάφη (αφ. 20.40 αναχ. 21.00), Ηράκλειο (αφ. 01.00 της επομένης ημέρας Κυριακής 1.4.2018 – αν. 01.40), Σητεία (αφ. 4.40 – αν. 05.00), Κάσο (αφ. 07.50 – αν. 08.10), Πηγάδια Καρπάθου (αφ. 09.40 – αν. 10.10), Διαφάνι Καρπάθου (αφ. 11.10 – αν. 11.20), Χάλκη (αφ. 13.20 – αν. 13.30), Ρόδο (αφ. 15.30 – αν. 17.00), Χάλκη (αφ. 19.00 – αν. 19.20), Διαφάνι (αφ. 21.20 – αν. 21.30), Πηγάδια (αφ. 22.30 – αν. 23.10), Κάσος (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Μεγάλης Δευτέρας 2.4.2018 – αν. 01.00), Σητεία (αφ. 03.50 – αν. 04.10), Ηράκλειο (αφ. 07.10 – αν. 08.00), Ανάφη (αφ. 12.00 – αν. 12.10), Θήρα (αφ. 13.50 – αν. 14.40), Μήλος (αφ. 18.30 – αν. 28.50) και κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 23.50, απ’ όπου απέπλευσε την επομένη ημέρα Μεγάλη Τρίτη 3.4.2018 και ώρα 06.00 για Μήλο (αφ. 11.00 – αν. 11.20), Θήρα (αφ. 15.10 – αν. 16.00), Ανάφη (αφ. 17.40 – αναχ. 18.00), Κάσο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.20), Πηγάδια (αφ. 00.50 της επομένης ημέρας Μ. Τετάρτης 4.4.2018 – αναχ. 01.30), Διαφάνι (αφ. 02.30 – αναχ. 02.40), Χάλκη (αφ. 04.40 – αναχ. 05.00), Ρόδο (αφ. 07.00 – αν. 08.00), Χάλκη (αφ. 10.00 – αναχ. 10.20), Διαφάνι (αφ. 12.20 – αναχ. 12.30), Πηγάδια (αφ. 13.30 – αναχ. 14.10), Κάσο (αφ. 15.40 – αναχ. 16.00), Ανάφη (αφ. 21.00 – αναχ. 21.10), Θήρα (αφ. 22.50 – αναχ. ώρα 23.50), Μήλος (αφ. 03.40 της επομένης ημέρας Μ. Πέμπτης 5.4.2018 – αν. 05.00), Πειραιάς (αφ. 10.00) απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 17.00 της ίδιας ημέρας (Μ. Πέμπτης) για Μήλο (αφ. 21.50 – αν. 22.10), Θήρα (αφ. την επομένη ημέρα Μεγάλη Παρασκευή ώρα 01.50 – αν. 02.40), Ανάφη (αφ. 04.15 – αναχ. 04.30), Ηράκλειο (αφ. 08.40 – αναχ. 09.40), Σητεία (αφ. 12.40 – αναχ. 13.05), Κάσος (αφ. 15.35 – αναχ. 16.00), Πηγάδια (αφ. 17.30 – αναχ. 18.10), Διαφάνι (αφ. 19.10 – αναχ. 19.25), Χάλκη (αφ. 21.25 – αναχ. 21.40) κατέπλευσε δε στο λιμάνι της  Ρόδου ώρα 23.40 όπου και παρέμεινε έως ώρας 23.30 της Κυριακής του Πάσχα οπότε απέπλευσε (ώρα 23.30) για Χάλκη (αφ. 01.30 της επομένης ημέρας Δευτέρας του Πάσχα 9.4.2018– αναχ. 01.50), Διαφάνι (αφ. 03.50 – αναχ. 04.05), Πηγάδια (αφ. 05.05 – αναχ. 05.45), Κάσο (αφ. 07.15 – αναχ. 07.40), Σητεία (αφ. 10.15 – αναχ. 10.35), Ηράκλειο (αφ. 13.35 – αναχ. 14.35), Ανάφη (αφ. 18.35 – αναχ. 18.50), Θήρα (αφ. 21.30 – αν. ώρα 21.10 ), Μήλος (αφ. 00.50 της επομένης ημέρας Τρίτης 10.4.2018– αν. 01.15), κατέπλευσε δε στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 06.15 απ’ όπου απέπλευσε εκ νέου ώρα 20.30, εκτελώντας το ακολούθως αναφερόμενο δρομολόγιο. [Β] Κατά το χρονικό διάστημα από 11.4.2018 έως 15.5.2018, από 23.5.2018 έως 11.6.2018 και από 9.9.2018 έως 30.10.2018: Κάθε Τρίτη αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά περί ώρας 20.30 μ.μ. για Μήλο (αφ. 01.30 της Τετάρτης – αν. 01.50), Θήρα (αφ. 05.20 – αν. 06.00), Ανάφη (αφ. 07.35 – αναχ. 07.55), Κάσο (αφ. 12.35 – αναχ. 12.55), Πηγάδια (αφ. 14.20 – αναχ. 14.50), Διαφάνι (αφ. 15.50 – αναχ. 16.05), Χάλκη (αφ. 18.05 – αναχ. 18.20), Ρόδο (αφ. 20.20), από όπου απέπλεε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης για Χάλκη (αφ. 09.00 – αναχ. 09.15), Διαφάνι (αφ. 11.15 – αναχ. 11.30), Πηγάδια (αφ. 12.30 – αναχ. 13.15), Κάσο (αφ. 14.45 – αναχ. 15.00), Ανάφη (αφ. 19.50 – αναχ. 20.10), Θήρα (αφ. 21.45 – αναχ. ώρα 22.30, Μήλος (αφ. 02.01 της επομένης ημέρας Παρασκευής – αν. 02.15), Πειραιάς (αφ. 07.15) απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 18.00 της ίδιας ημέρας (Παρασκευής) για Μήλο (αφ. 22.50 – αν. 23.10), Θήρα (αφ. 02.50 της επομένης ημέρας Σαββάτου – αν. 03.40), Ανάφη (αφ. 05.15 – αναχ. 05.30), Ηράκλειο (αφ. 09.40 – αναχ. 10.40), Σητεία (αφ. 13.40 – αναχ. 14.05), Κάσος (αφ. 16.35 – αναχ. 17.00), Πηγάδια (αφ. 18.30 – αναχ. 19.10), Διαφάνι (αφ. 20.10 – αναχ. 20.25), Χάλκη (αφ. 22.25 – αναχ. 22.40), Ρόδο (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Κυριακής – αν. 03.00), Χάλκη (αφ. 05.00 – αναχ. 05.20), Διαφάνι (αφ. 07.20 – αναχ. 07.35), Πηγάδια (αφ. 08.35 – αναχ. 09.15), Κάσος (αφ. 10.45 – αναχ. 11.10), Σητεία (αφ. 13.45 – αναχ. 14.05), Ηράκλειο (αφ. 17.05 – αναχ. 18.05), Ανάφη (αφ. 22.05 – αναχ. 22.20), Θήρα (αφ. 00.01 της επομένης ημέρας Δευτέρας – αναχ. ώρα 00.40 ), Μήλος (αφ. 04.20 – αν. 04.45), Πειραιά (αφ. 09.45) και ακολούθως συνέχιζε το ανωτέρω δρομολόγιο. Την 11.6.2018 μετά την άφιξή του στο λιμάνι του Πειραιά ώρα 09.45 απέπλευσε εκ νέου ώρα 18.00 για Θήρα, ως ακολούθως αναφέρεται. Επιπλέον, κατά τις ημερομηνίες 15.9.2018 και 26.9.2018, το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών. [Γ] Κατά το χρονικό διάστημα από 19.5.2018 έως 22.5.2018: Την 19.5.2018 ημέρα Σαββάτου το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 18.00 για Μήλο (αφ. 22.50 – αν. 23.10), Θήρα (αφ. 02.50 της επομένης ημέρας Κυριακή 20.5.2018 – αν. 03.40), Ανάφη (αφ. 05.15 – αναχ. 05.30), Ηράκλειο (αφ. 09.40 – αναχ. 10.40), Σητεία (αφ. 13.40 – αναχ. 14.05), Κάσος (αφ. 16.35 – αναχ. 17.00), Πηγάδια (αφ. 18.30 – αναχ. 19.10), Διαφάνι (αφ. 20.10 – αναχ. 20.25), Χάλκη (αφ. 22.25 – αναχ. 22.40), Ρόδο (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Δευτέρα 21.5.2018 – αν. 03.00), Χάλκη (αφ. 05.00 – αναχ. 05.20), Διαφάνι (αφ. 07.20 – αναχ. 07.35), Πηγάδια (αφ. 08.35 – αναχ. 09.15), Κάσος (αφ. 10.45 – αναχ. 11.10), Σητεία (αφ. 13.45 – αναχ. 14.05), Ηράκλειο (αφ. 17.05 – αναχ. 18.05), Ανάφη (αφ. 22.05 – αναχ. 22.20), Θήρα (αφ. 00.01 της επομένης ημέρας Τρίτης – αναχ. ώρα 00.40 ), Μήλος (αφ. 04.20 – αν. 04.45), Πειραιά (αφ. 09.45) απ’ όπου απέπλευσε ώρα 20.30 συνεχίζοντας το αμέσως ανωτέρω αναφερόμενο δρομολόγιο. [Δ]  Κατά το χρονικό διάστημα από 12.6.2018 έως 9.9.2018: Κάθε Δευτέρα ώρα 18.00 απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά για Θήρα (αφ. 02.00 της Τρίτης – αν. 03.00), Ανάφη (αφ. 04.40 – αναχ. 05.00), Κάσο (αφ. 09.50 – αναχ. 10.10), Πηγάδια (αφ. 11.45 – αναχ. 12.30), Διαφάνι (αφ. 13.30 – αναχ. 13.50), Χάλκη (αφ. 16.00 – αναχ. 16.20), Ρόδο (αφ. 18.30- αναχ. 20.00), Χάλκη (αφ. 22.10 – αναχ. 22.30), Διαφάνι (αφ. 00.40 της επομένης ημερας Τετάρτης– αναχ. 01.00), Πηγάδια (αφ. 02.00 – αναχ. 02.30), Κάσο (αφ. 03.40 – αν. 04.00), Σητεία (αφ. 06.45 – αναχ. 07.00), Ηράκλειο (αφ. 10.00- αναχ. 12.00), Σητεία (αφ. 15.00 – αναχ. 15.20), Κάσο (αφ. 18.05 – αναχ. 18.25), Πηγάδια (αφ. 20.00 – αναχ. 20.30), Διαφάνι (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Χάλκη (αφ. 00.00 της επομενης ημέρας Πέμπτης – αναχ. 00.20), Ρόδο (αφ. 02.30 – αναχ. 08.00), Χάλκη (αφ. 10.10 – αναχ. 10.30), Διαφάνι (αφ. 12.40 – αναχ. 13.00), Πηγάδια (αφ. 14.00 – αναχ. 14.50), Κάσο (αφ. 16.25 – αναχ. 16.45), Ανάφη (αφ. 21.30 – αναχ. 21.50), Θήρα (αφ. 23.30) απ’ όπου απέπλεε ώρα 00.10 της επομένης ημέρας Παρασκευής για Πειραιά (αφ. 08.10), απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα και ώρα 18.00 για Μήλο (αφ. 23.10 – αναχ. 23.30), Θήρα (αφ. 03.20 της επομένης ημέρας Σάββατο – αναχ. 04.20), Ανάφη (αναχ. 06.00 – αναχ. 06.20), Ηράκλειο (αφ. 10.20 – αναχ. 11.20), Σητεία (αφ. 14.20 – αναχ. 14.40), Κάσο (αφ. 17.25 – αναχ. 17.45), Πηγάδια (αφ. 19.20 – αναχ. 20.10), Ανάφη (αφ. 21.10 – αναχ. 21.20), Χάλκη (αφ. 23.30 – αναχ. 23.50), Ρόδο (αφ. 01.55 της επομένης ημέρας Κυριακής– αναχ. 03.20), Χάλκη (αφ. 05.30 – αναχ. 05.50), Διαφάνι (αφ. 08.00 – αναχ. 08.20), Πηγάδια (αφ. 09.20 – αναχ. 10.20), Κάσο (αφ. 12.00 – αναχ. 12.20), Σητεία (αφ. 15.05 – αναχ. 15.30), Ηράκλειο (αφ. 18.30- αναχ. 19.40), Ανάφη (αναχ. 23.40 – αναχ. 23.59) και συνέχιζε το ανωτέρω περιγραφόμενο δρομολόγιο. Την 3.9.2018, με την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά, δεν εκτελέσθηκε νέο δρομολόγιο. Επιπλέον, την Τρίτη 4.9.2018, το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 22.00 για Θήρα (αφ. 06.00 της επομένης ημέρας – αν. 07.00), Ανάφη (αφ. 08.40 – αν. 09.00), Κάσος (αφ. 13.50 – αν. 14.10), Πηγάδια (αφ. 15.45 – αν. 16.30), Διαφάνι (αφ. 17.30 – αν. 17.50), Χάλκη (αφ. 20.00 – αν. 20.20), Ρόδος (αφ. 22.30- αν. 08.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης 6.9.2018 και ακολούθως εκτέλεσε το ανωτέρω δρομολόγιο. [Ε]  Κατά το χρονικό διάστημα από 16.1.2019 έως 31.1.2019: Την 16.1.2019, το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 10.00 για Μήλο (αφ. 15.05 –  αν. 15.20), Θήρα (αφ. 19.00– αναχ. 20.00), Ανάφη (αφ. 21.35 – αναχ. 21.50), Κάσο (αφ. 03.35 της επομένης ημέρας Πέμπτης 17.1.2019 – αναχ. 03.50), Κάρπαθος (αφ. 05.20 – αν. 05.50), Διαφάνι (αφ. 06.50 – αν. 07.05), Χάλκη (αφ. 09.05 – αν. 09.20), Ρόδος (αφ. 11.20- αν. 12.20), Χάλκη (αφ. 14.20 – αναχ. 14.35), Διαφάνι (αφ. 16.35 – αναχ. 16.50), Πηγάδια (αφ. 17.50 – αναχ. 18.20), Κάσο (αφ. 19.50 – αναχ. 20.05), Ανάφη (αφ. 00.50 της επομένης ημέρας Παρασκευής 18.1.2019 – αναχ. 01.05), Θήρα (αφ. 02.40 – αναχ. 03.40), Μήλο (αφ. 07.20 –  αν. 07.35), Πειραιάς όπου κατέπλευσε ώρα 12.40, απέπλευσε δε την ίδια ημέρα ώρα 18.00 για Μήλο (αφ. 23.00 – αναχ. 23.30), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Σάββατο 19.1.2019 – αναχ. 04.10), Ανάφη (αναχ. 05.45 – αναχ. 06.00), Ηράκλειο (αφ. 10.00 – αναχ. 11.00), Σητεία (αφ. 14.00 – αναχ. 14.20), Κάσο (αφ. 17.00 – αναχ. 17.20), Πηγάδια (αφ. 18.55 – αναχ. 19.35), Διαφάνι (αφ. 20.35 – αν. 20.50), Χάλκη (αφ. 22.50 – αν. 23.10), Ρόδος (αφ. 01.10 της επομένης ημέρας Κυριακής 20.1.2019 – αν. 03.00), Χάλκη (αφ. 05.00 – αναχ. 05.20), Διαφάνι (αφ. 07.20 – αναχ. 07.40), Πηγάδια (αφ. 08.40 – αναχ. 09.20), Κάσο (αφ. 10.55 – αναχ. 11.15), Σητεία (αφ. 13.55 – αναχ. 14.15), Ηράκλειο (αφ. 17.15- αναχ. 18.15), Ανάφη (αφ. 22.15 – αναχ. 22.30), Θήρα (αφ. 00.00 της επομένης ημέρας Δευτέρας 21.1.2018 – αναχ. 01.05), Μήλο (αφ. 04.45 –  αν. 05.05), Πειραιάς όπου κατέπλευσε ώρα 10.05 και απέπλευσε εκ νέου την επομένη ημέρα Τρίτη 22.1.2019 και ώρα 20.30 για Μήλο (αφ. 01.30 της επομένης ημέρας Τετάρτης 23.1.2019  –  αν. 01.50), Θήρα (αφ. 05.30 – αναχ. 06.30), Ανάφη (αφ. 08.05 – αναχ. 08.25), Κάσο (αφ. 13.10 – αναχ. 13.25), Πηγάδια (αφ. 15.00 – αναχ. 15.40), Διαφάνι (αφ. 16.40 – αναχ. 16.55), Χάλκη (αφ. 18.55 – αν. 19.10) και κατέπλευσε στο λιμάνι της Ρόδου (αφ. 21.10), απ’ όπου απέπλευσε την επομένη ημέρα Πέμπτη 24.1.2019 και ώρα 12.30 για Χάλκη (αφ. 14.40 – αν. 14.55), Διαφάνι (αφ. 16.55 – αν. 17.10), Πηγάδια (αφ. 18.15 – αναχ. 18.45), Κάσο (αφ. 20.15 – αναχ. 20.30), Ανάφη (αφ. 01.30 της επομένης ημέρας Παρασκευής 25.1.2019 – αναχ. 01.45), Θήρα (αφ. 03.15 – αναχ. 04.15), Μήλο (αφ. 08.00 –  αν. 08.15), Πειραιάς όπου κατέπλευσε ώρα 13.30 και απέπλευσε εκ νέου την επομένη ημέρα Σάββατο 26.1.2019 και ώρα 07.00 για Μήλο (αφ. 12.05  –  αν. 12.20), Θήρα (αφ. 16.00 – αναχ. 17.00), Ανάφη (αφ. 18.35 – αναχ. 18.50), Ηράκλειο (αφ. 22.50 – αναχ. 23.50), Σητεία (αφ. 02.45 της επομένης ημέρας Κυριακής 27.1.2019 – αναχ. 03.00), Κάσο (αφ. 05.40 – αναχ. 05.55), Κάρπαθο (αφ. 07.25 – αναχ. 07.55), Διαφάνι (αφ. 08.55 – αν. 09.10), Χάλκη (αφ. 11.10 – αν. 11.25), Ρόδος (αφ. 13.30 – αν. 14.30), Χάλκη (αφ. 16.35 – αναχ. 16.50), Διαφάνι (αφ. 18.50 – αναχ. 19.05), Κάρπαθος (αφ. 20.05 – αναχ. 20.35), Κάσο (αφ. 22.10 – αναχ. 22.25), Σητεία (αφ. 01.05 της ημέρας Δευτέρας 28.1.2019  – αναχ. 01.20), Ηράκλειο (αφ. 04.15- αναχ. 05.15), Ανάφη (αφ. 09.15 – αναχ. 09.30), Θήρα (αφ. 11.05 – αναχ. 12.05), Μήλος (αφ. 15.45 –  αν. 16.00), Πειραιάς όπου κατέπλευσε ώρα 21.00. Το εν λόγω πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο κατά τις ημέρες Τρίτη 29.1.2019 έως και την Πέμπτη 31.1.2019 λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών. [ΣΤ]  Κατά το χρονικό διάστημα από 1.2.2019 έως 26.3.2019, από 9.4.2019 έως 21.4.2019 από 1.5.2019 έως 10.6.2019 και από 10.9.2019 έως 1.11.2019: Κάθε Τρίτη αναχωρούσε από το λιμάνι του Πειραιά περί ώρας 20.30 μ.μ. για Μήλο (αφ. 01.30 της Τετάρτης – αν. 01.50), Θήρα (αφ. 05.30 – αν. 06.30), Ανάφη (αφ. 08.05 – αναχ. 08.25), Κάσο (αφ. 13.10 – αναχ. 13.25), Πηγάδια (αφ. 15.00 – αναχ. 15.40), Διαφάνι (αφ. 16.40 – αναχ. 16.55), Χάλκη (αφ. 18.55 – αναχ. 19.10), Ρόδο (αφ. 21.10), από όπου απέπλεε ώρα 07.00 της επομένης ημέρας Πέμπτης για Χάλκη (αφ. 09.00 – αναχ. 09.20), Διαφάνι (αφ. 11.20 – αναχ. 11.40), Πηγάδια (αφ. 12.40 – αναχ. 13.20), Κάσο (αφ. 14.55 – αναχ. 15.10), Ανάφη (αφ. 20.00 – αναχ. 20.20), Θήρα (αφ. 21.55 – αναχ. ώρα 22.55), Μήλος (αφ. 02.35 της επομένης ημέρας Παρασκευής – αν. 02.50), Πειραιάς (αφ. 07.50) απ’ όπου απέπλεε εκ νέου ώρα 18.00 της ίδιας ημέρας (Παρασκευής) για Μήλο (αφ. 23.00 – αν. 23.30), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Σαββάτου – αν. 04.10), Ανάφη (αφ. 05.45 – αναχ. 06.00), Ηράκλειο (αφ. 10.00 – αναχ. 11.00), Σητεία (αφ. 14.00 – αναχ. 14.20), Κάσος (αφ. 17.00 – αναχ. 17.20), Πηγάδια (αφ. 18.55 – αναχ. 19.35), Διαφάνι (αφ. 20.35 – αναχ. 20.50), Χάλκη (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Ρόδο (αφ. 01.10 της επομένης ημέρας Κυριακής – αν. 03.00), Χάλκη (αφ. 05.00 – αναχ. 05.20), Διαφάνι (αφ. 07.20 – αναχ. 07.40), Πηγάδια (αφ. 08.40 – αναχ. 09.20), Κάσος (αφ. 10.55 – αναχ. 11.15), Σητεία (αφ. 13.55 – αναχ. 14.15), Ηράκλειο (αφ. 17.15 – αναχ. 18.15), Ανάφη (αναχ. 22.15 – αναχ. 22.30), Θήρα (αφ. 00.05 της επομένης ημέρας Δευτέρας – αναχ. ώρα 01.05 ), Μήλος (αφ. 04.45 – αν. 05.05), Πειραιά (αφ. 10.05) και ακολούθως συνέχιζε το ανωτέρω δρομολόγιο. Την Τρίτη, 5.2.2019, το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά ώρα 23.30 για Μήλο (αφ. 04.30 της επομένης ημέρας Τετάρτης 6.2.2019 – αν. 04.50), Θήρα (αφ. 08.30 – αν. 09.30), Ανάφη (αφ. 11.05 – αναχ. 11.25), Κάσος (αφ. 16.10 – αναχ. 16.25), Πηγάδια (αφ. 18.00 – αναχ. 18.40), Διαφάνι (αφ. 19.40 – αναχ. 19.55), Χάλκη (αφ. 21.55 – αναχ. 22.10), Ρόδο (αφ. 00.10 της επόμενης ημέρας Πέμπτης – αν. 07.00) και συνέχισε το τακτικό ως άνω δρομολόγιο. Την Παρασκευή, 15.2.2019, το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά ώρα 23.00 για Μήλο (αφ. 04.00 της επομένης ημέρας Σάββατο 16.2.2019 – αν. 04.30), Θήρα (αφ. 08.10 – αν. 09.10), Ανάφη (αφ. 10.45 – αναχ. 11.00), Ηράκλειο (αφ. 15.00 – αναχ. 16.00), Σητεία (αφ. 19.00 – αναχ. 19.20), Κάσος (αφ. 22.00 – αναχ. 22.20), Κάρπαθος (αφ. 23.55 – αναχ. 00.35 της επομένης ημέρας Κυριακής 17.2.2019), Διαφάνι (αφ. 01.35 – αναχ. 01.50), Χάλκη (αφ. 03.50 – αναχ. 04.10), Ρόδος (αφ. 06.10 – αν. 08.00), Χάλκη (αφ. 10.00 – αναχ. 10.20), Διαφάνι (αφ. 12.20 – αναχ. 12.40), Πηγάδια (αφ. 13.40 – αναχ. 23.15), Κάσος (αφ. 15.55 – αναχ. 16.15), Σητεία (αφ. 18.55 – αναχ. 19.15), Ηράκλειο (αφ. 22.15 – αναχ. 23.15), Ανάφη (αναχ. 03.15 της επομένης ημέρας Δευτέρας 18.2.2019 – αναχ. 03.30), Θήρα (αφ. 05.05 – αναχ. ώρα 06.05 ), Μήλος (αφ. 09.45 – αν. 10.05), Πειραιά (αφ. 15.05) και ακολούθως συνέχισε το ανωτέρω δρομολόγιο. Την Κυριακή 10.3.2019 το πλοίο παρέμεινε στο λιμάνι της Ρόδου και απέπλευσε ώρα 23.00 για Χάλκη (αφ. 01.00 της επομένης ημέρας Καθαρής Δευτέρας 11.3.2019 – αν. 01.20) Διαφάνι (αφ. 03.20 – αν. 03.40), Πηγάδια (αφ. 04.40 – αν. 05.20), Κάσος (αφ. 06.55 – αν. 07.15), Σητεία (αφ. 09.55 – αν. 10.15), Ηράκλειο (αφ. 13.15 – αν. 14.15) Θήρα (αφ. 20.05 – αν. 21.05), Μήλος (αφ. 00.45 της επομένης ημέρας Τρίτης 12.3.2019 – αν. 01.05) Πειραιάς (αφ. 06.15) και συνέχισε το τακτικό ως άνω δρομολόγιο. Την 24.3.2019, ημέρα Κυριακή, το πλοίο παρέμεινε στο λιμάνι της Ρόδου και απέπλευσε ώρα 23.00 για Χάλκη (αφ. 01.00 της επομένης ημέρας Δευτέρας 25.3.2019 – αν. 01.20) Διαφάνι (αφ. 03.20 – αν. 03.40), Πηγάδια (αφ. 04.40 – αν. 05.20), Κάσος (αφ. 06.55 – αν. 07.15), Σητεία (αφ. 09.55 – αν. 10.15), Ηράκλειο (αφ. 13.15 – αν. 14.15), Θήρα (αφ. 20.05 – αν. 21.05), Μήλος (αφ. 00.45 της επομένης ημέρας Τρίτης 26.3.2019 – αν. 01.05) Πειραιάς (αφ. 06.15) και συνέχισε το τακτικό ως άνω δρομολόγιο. Το Σάββατο, 14.9.2019, το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 18.00 για Μήλο (αφ. 23.00 – αν. 23.30), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Κυριακής 15.9.2019 – αν. 04.10), Ανάφη (αφ. 05.45 – αναχ. 06.00), Ηράκλειο (αφ. 10.00 – αν. 11.00), Σητεία (αφ. 14.00 – αν. 14.20), Κάσος (αφ. 17.00 – αν. 17.20), Κάρπαθος (αφ. 18.55 – αναχ. 19.35), Διαφάνι (αφ. 20.35 – αναχ. 20.50), Χάλκη (αφ. 22.50 – αναχ. 23.10), Ρόδος (αφ. 01.10 της επομένης ημέρας Δευτέρας 16.9.2019 – αν. 03.00), Χάλκη (αφ. 05.00 – αναχ. 05.20), Διαφάνι (αφ. 07.20 – αναχ. 07.40), Κάρπαθος (αφ. 08.40 – αναχ. 09.20), Κάσος (αφ. 10.55 – αναχ. 11.15), Σητεία (αφ. 13.55 – αναχ. 14.15), Ηράκλειο (αφ. 17.15 – αναχ. 18.15), Ανάφη (αφ. 22.15 – αναχ. 22.30), Θήρα (αφ. 00.05 της επομένης ημέρας τρίτης 17.9.2019 – αναχ. ώρα 01.05 ), Μήλος (αφ. 04.45 – αν. 05.05), Πειραιά (αφ. 10.05) και ακολούθως συνέχισε το ανωτέρω δρομολόγιο. Την Κυριακή, 22.9.2019, το πλοίο απέπλευσε από τη νήσο Κάσο ώρα 18.30 για Σητεία (αφ. 21.20 – αν. 21.50), Ηράκλειο (αφ. 01.00 της επομένης ημέρας Δευτέρας 23.9.2019- αν. 02.00), Ανάφη (αφ. 06.10 – αν. 06.30), Θήρα (αφ. 08.10 – αν. 09.10), Μήλο (αφ. 13.00 – αν. 13.25), Πειραιάς (αφ. 18.35) και ακολούθως συνέχισε το ανωτέρω δρομολόγιο. Το Σάββατο 28.9.2019 το πλοίο απέπλευσε από τη Σητεία ώρα 20.30 προς Κάσο (αφ. 23.10 –  αν. 23.30), Κάρπαθο (αφ. 01.10 της επομένης ημέρας Κυριακής 29.9.2019 – αν. 01.50), Διαφάνι (αφ. 02.50 – αν. 03.05), Χάλκη (αφ. 05.10 – αν. 05.25), Ρόδο (αφ. 07.30 – αν. 09.00), Χάλκη (αφ. 11.05 – αν. 11.25), Διαφάνι (αφ. 13.30 – αν. 13.50), Κάρπαθο (αφ. 14.50 – αν. 15.30), Κάσο (αφ. 17.10 – αν. 17.30), Σητεία (αφ. 20.20 – αν. 20.40), Ηράκλειο (αφ. 23.50 – αν. οο.50 της επομένης ημέρας Δευτέρας 30.9.2019), Ανάφη (αφ. 05.05 – α. 05.20), Θήρα (αφ. 07.00 – αν. 08.00), Μήλος (αφ. 11.55 – αν. 12.15), Πειραιάς (αφ. 17.30) και ακολούθως συνέχισε το ανωτέρω δρομολόγιο. [Ζ]  Κατά το χρονικό διάστημα από 22.4.2019 έως 30.4.2019: Την Μ. Δευτέρα 22.4.2019 απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.30 για Μήλο (αφ. 01.30 της επομένης ημέρας Μ. Τρίτης 23.4.2019 – αν. 01.50), Θήρα (αφ. 05.30 – αν. 06.30), Ανάφη (αφ. 08.05), Κάσο (αφ. 13.10 –  αν. 13.25), Κάρπαθο (αφ. 15.00 – αν. 15.40), Διαφάνι (αφ. 16.40 – αν. 16.55), Χάλκη (αφ. 18.55 – αν. 19.10), Ρόδο (αφ. 21.10 – αν. 07.00 της επομένης ημέρας Μ. Τετάρτης 24.4.2019), Χάλκη (αφ. 09.00 – αν. 09.20), Διαφάνι (αφ. 11.20 – αν. 11.40), Κάρπαθο (αφ. 12.40 – αν. 13.20), Κάσο (αφ. 14.55 – αν. 15.10), Ανάφη (αφ. 20.00 – α. 20.20), Θήρα (αφ. 21.55 – αν. 22.55), Μήλος (αφ. 02.35 της επομένης ημέρας Μ. Πέμπτης 25.4.2019 – αν. 02.50), Πειραιάς (αφ. 08.00) απ’ όπου απέπλευσε την ίδια ημέρα ώρα 18.00 για Μήλο (αφ. 23.00 – αν. 23.30), Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης ημέρας Μ. Παρασκευής 26.4.2019 – αν. 04.10), Ανάφη (αφ. 05.45 – αναχ. 06.00), Ηράκλειο (αφ. 10.00 – αν. 11.00), Σητεία (αφ. 14.00 – αν. 14.20), Κάσο (αφ. 17.00 –  αν. 17.20), Κάρπαθο (αφ. 18.55 – αν. 19.35), Διαφάνι (αφ. 20.35 – αν. 20.50), Χάλκη (αφ. 22.50 – αν. 23.10), Ρόδο (αφ. 00.59 της επομένης ημέρας Μ. Σαββάτου 27.4.2019, απ’ όπου απέπλευσε ώρα 23.00 της επομένης ημέρας Κυριακής του Πάσχα) για Χάλκη (αφ. 01.00 – αν. 01.20), Διαφάνι (αφ. 03.20 – αν. 03.40), Κάρπαθο (αφ. 04.40 – αν. 05.20), Κάσο (αφ. 06.55 – αν. 07.15), Σητεία (αφ. 09.55 – αν. 10.15), Ηράκλειο (αφ. 13.15 – αν. 21.05), Ανάφη (αφ. 14.15 – αν. 18.30), Θήρα (αφ. 20.05 – αν. 21.05), Μήλος (αφ. 00.45 της επομένης ημέρας Τρίτης 30.4.2019 – αν. 01.05), Πειραιάς (αφ. 06.15). [Η]  Κατά το χρονικό διάστημα από 10.6.2019 έως 9.9.2019: Το πλοίο αναχωρούσε κάθε Δευτέρα από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 18.00 για Θήρα (αφ. 02.00 της επομένης ημέρας Τρίτης – αν. 03.00), Ανάφη (αφ. 04.40 – αναχ. 05.00), Κάσο (αφ. 09.50 –  αν. 10.10), Κάρπαθο (αφ. 11.45 – αν. 12.30), Διαφάνι (αφ. 13.30 – αν. 13.50), Χάλκη (αφ. 16.00 – αν. 16.20), Ρόδο (αφ. 18.30 – αν. 20.00), Χάλκη (αφ. 22.10 – αν. 22.30), Διαφάνι (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Τετάρτης – αν. 01.00), Κάρπαθο (αφ. 02.00 – αν. 02.30), Κάσο (αφ. 03.40 – αν. 04.00), Σητεία (αφ. 06.45 – αν. 07.00), Ηράκλειο (αφ. 10.00 – αν. 12.00), Σητεία (αφ. 15.00 – αν. 15.20), Κάσο (αφ. 18.05 –  αν. 18.25), Κάρπαθο (αφ. 20.00 – αν. 20.30), Διαφάνι (αφ. 21.30 – αν. 21.50), Χάλκη (αφ. 00.01 της επομένης ημέρας Πέμπτης  – αν. 00.20), Ρόδο (αφ. 02.30 – αν. 08.00), Χάλκη (αφ. 10.10 – αν. 10.30), Διαφάνι (αφ. 12.40 – αν. 13.00), Κάρπαθο (αφ. 14.00 – αν. 14.50), Κάσο (αφ. 16.25 – αν. 16.45), Ανάφη (αφ. 16.45 – αν. 21.50), Θήρα (αφ. 23.30 – αν. 00.10 της επομένης ημέρας Παρασκευής), Πειραιάς (αφ. 08.10) απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 18.00 για Μήλο (αφ. 23.10 – αν. 23.30), Θήρα (αφ. 03.20 της επομένης ημέρας Σαββάτου – αν. 04.20), Ανάφη (αφ. 06.00 – αναχ. 06.20), Ηράκλειο (αφ. 10.20 – αν. 11.20), Σητεία (αφ. 14.20 – αν. 14.40), Κάσο (αφ. 17.25 –  αν. 17.45), Κάρπαθο (αφ. 19.20 – αν. 20.10), Διαφάνι (αφ. 21.10 – αν. 21.20), Χάλκη (αφ. 23.30 – αν. 23.50), Ρόδο (αφ. 01.55 της επομένης ημέρας Κυριακής – αν. 03.20), Χάλκη (αφ. 05.30 – αν. 05.50), Διαφάνι (αφ. 08.00 – αν. 08.20), Κάρπαθο (αφ. 09.20 – αν. 10.20), Κάσο (αφ. 12.00 – αν. 12.20), Σητεία (αφ. 15.05 – αν. 15.30), Ηράκλειο (αφ. 18.30 – αν. 19.40), Ανάφη (αφ. 23.40 – αν. 23.59), Θήρα (αφ. 01.40 της επομένης ημέρας – αν. 21.40), Μήλος (αφ. 06.30 – αν. 06.55) κατέπλεε δε στον Πειραιά ώρα 11.55, απ’ όπου απέπλεε την ίδια ημέρα ώρα 18.00 και εκτελούσε το ανωτέρω δρομολόγιο. Την Κυριακή 7.7.2019, το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι της Ρόδου ώρα 08.30 για Χάλκη (αφ. 10.40 – αν. 11.00), Διαφάνι (αφ. 13.00 – αν. 13.15), Κάρπαθο (αφ. 14.15 – αν. 14.45), Κάσο (αφ. 16.15 – αν. 16.35), Σητεία (αφ. 19.10 – αν. 19.35), Ηράκλειο (αφ. 22.30 – αν. 23.15), Ανάφη (αφ. 03.05 της επομένης ημέρας Δευτέρας 8.7.2019 – αν. 03.20), Θήρα (αφ. 04.55 – αν. 05.55) , Μήλο (αφ. 09.30 – αν. 09.45) Πειραιάς (αφ. 14.40) και ακολούθως συνέχισε το ανωτέρω τακτικό δρομολόγιο. Τη Δευτέρα, 12.8.2019, το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά ώρα 20.00 για Θήρα (αφ. 03.40 της επομένης ημέρας Τρίτη 13.8.2019 – αν. 04.40), Ανάφη (αφ. 06.20 – αν. 06.30), Κάσιο (αφ. 11.10 – αν. 11.30), Κάρπαθο (αφ. 13.00 αν. 13.40), Διαφάνι (αφ. 14.40 – αν. 14.50), Χάλκη (αφ. 16.50 – αν. 17.00), Ρόδο (αφ. 19.00 – αν. 20.30), Χάλκη (αφ. 22.30- αν. 22.40), Διαφάνι (αφ. 00.40 της επομένης ημέρας Τετάρτης 14.8.2019 – αν. 00.50), Κάρπαθο (αφ. 01.50 – αν. 02.30), Κάσο (αφ. 04.00 – αν. 04.15), Σητεία (αφ. 06.50 αν 07.10), Ηράκλειο (αφ. 10.10) και ακολούθως εκτέλεσε το ανωτέρω τακτικό δρομολόγιο. Τα γενικά και ειδικά καθήκοντα και οι λοιπές εργασιακές υποχρεώσεις του ενάγοντος, καθόλη τη διάρκεια εργασίας του στο ανωτέρω πλοίο, ήταν αυτές που καθορίζονται για την ειδικότητα των θαλαμηπόλων, στα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά πλοία, όπως αυτά προβλέπονται από το Β.Δ. 683/1960 «Περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω» (Φ.Ε.Κ. Α’ 158/4-10-1960). Συγκεκριμένα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 116, 117 και 118 του οποίου: «Άρθρο 116: Θαλαμηπόλοι: Καθήκοντα εν γένει: Οι θαλαμηπόλοι τελούσιν υπό τας αμέσους διαταγάς και τον έλεγχον του  Αρχιθαλαμηπόλου της θέσεως εις ην ανήκουσι και βοηθούσιν αυτόν εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων του», «Άρθρο 117: Ειδικά καθήκοντα:  Ειδικώτερον οι θαλαμηπόλοι: α) επιμελούνται της απολύτου καθαριότητος, καλής συντηρήσεως και ευπρεπείας των ανατιθεμένων αυτοίς ενδιαιτημάτων των θέσεων. β) οφείλουσι να είναι απολύτως καθαροί, ευπρεπείς εν γένει την εμφάνισιν και ευγενείς την συμπεριφοράν, να φέρωσι δε ένδον διαρκώς και ευπρεπώς την εκάστοτε κατά τας περιστάσεις οριζομένην στολήν. γ) καταβάλλουσι ιδιαιτέραν μέριμναν όπως εξυπηρετώσι αδιαλείπως τους επιβάτας και παρέχωσιν εις αυτούς πάσαν δυνατήν περιποίησιν και άνεσιν μετά προθυμίας και ταχύτητος και συμφώνως προς τους κανόνας της καλής συμπεριφοράς και της ξενοδοχειακής εθιμοτυπίας. δ) εκτελούσι φυλακάς αναλόγως των προσεγγίσεων του εκτελουμένου δρομολογίου. ε) αναφέρουσι αμέσως εις τον Αρχιθαλαμηπόλον πάσαν ανωμαλίαν ή οιονδήποτε έκτακτον γεγονός» και «Άρθρο 118: 1. Οι θαλαμηπόλοι, αναλόγως της εκτελουμένης παρ’ αυτών ειδικής εργασίας, διακρίνονται εις θαλαμηπόλους α) ενδιαιτημάτων β)  εστιατορίων και γ) κυλικείων. 2. Οι θαλαμηπόλοι εστιατορίων βοηθούμενοι υπό Επικούρων και υπό την άμεσον εποπτείαν και διεύθυνσιν του Αρχιθαλαμηπόλου επιμελούνται του ευπρεπισμού των αιθουσών των επιβατών (φαγητού, υποδοχής, χορού, μουσικής, αναγνωστηρίου, καπνιστηρίου κ.λ.π.) και της κοινωνικής προετοιμασίας των τραπεζών διά το πρωϊνόν ρόφημα, πρόγευμα, γεύμα, πρόδειπνον και δείπνον και εξυπηρετούσι τους εν αυταίς επιβάτας μετά προθυμίας και συμφώνως προς τους κανόνας της καλής συμπεριφοράς και της ξενοδοχειακής εθιμοτυπίας. 3. Οι θαλαμηπόλοι κυλικείων βοηθούμενοι υπό Επικούρων επιμελούνται του ευπρεπισμού του κυλικείου και εξυπηρετούσι τους επιβάτας, παρέχοντες αυτοίς κατά την παραγγελίαν των αφεψήματα, ποτά και είδη κυλικείου, εις την κεκανονισμένην ποσότητα και τιμήν, βάσει τιμολογίου μονίμως ανηρτημένου εις πινακίδα. 4. Οι θαλαμηπόλοι ενδιαιτημάτων  βοηθούμενοι υπό Επικούρων επιμελούνται του ευπρεπισμού των κοιτωνίσκων των επιβατών και τίθενται προθύμως, και ανελλιπώς εις την διάθεσίν των διά την αρτιωτέραν εξυπηρέτησίν των κατά την διάρκειαν του ταξειδίου εξασφαλίζουσι την ησυχίαν κατά την νυκτερινήν φυλακήν των, και επιμελούνται της παραλαβής και μεταφοράς των αποσκευών των επιβατών από του καταστρώματος εις τας θέσεις και τανάπαλιν κατά την επιβίβασιν και αποβίβασίν των». Κατά τα επίδικα δε χρονικά διαστήματα κατά τα οποία ο ενάγων υπηρέτησε στο ανωτέρω πλοίο, στην υπηρεσία ενδιαιτημάτων σε αυτό, υπηρετούσαν ένας προϊστάμενος αρχιθαλαμηπόλος, ένας βοηθός αρχιθαλαμηπόλος, δεκατέσσερις  θαλαμηπόλοι και έξι  και κατά καιρούς επτά επίκουροι. Ο ενάγων, με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίσθηκε ότι, η δεύτερη εναγομένη – εργοδότριά του, κατά το έτος 2018, αντί των νομίμων, με τις ανωτέρω συλλογικές συμβάσεις εργασίας, μηνιαίων αποδοχών του και δη αντί του ποσού των ευρώ 1.181,15 για μισθό ενεργεία, του ποσού των ευρώ 259,86 για επίδομα Κυριακών, του ποσού των ευρώ 35,92 για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, του ποσού των ευρώ 425,45 για επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας αυτής και του ποσού των ευρώ 57,63 για επίδομα ιματισμού και συνολικά αντί του ποσού των ευρώ 1.960,01, του κατέβαλε μηνιαίως το ποσό των ευρώ 1.157,99 για μισθό ενεργεία, το ποσό των ευρώ 254,76 για επίδομα Κυριακών, το ποσό των ευρώ 35,22 για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, το ποσό των ευρώ 417,13 για επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας αυτής και σε είδος ιματισμό αξίας εκ ποσού ευρώ 56,50 και συνολικά το ποσό των ευρώ 1.921,60, με αποτέλεσμα για τα χρονικά διαστήματα από 31.3.2018 έως 15.5.2018 και από 19.5.2018 έως 31.10.2018, ήτοι για διάστημα έξι (6) μηνών και είκοσι εννέα (29) ημερών, κατά το οποίο εργάσθηκε, να του οφείλει το ποσό των ευρώ 267,58, για διαφορές αποδοχών. Επιπλέον, με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίσθηκε ότι, η δεύτερη εναγομένη – εργοδότριά του, κατά το έτος 2019, αντί των νομίμων, με τις ανωτέρω συλλογικές συμβάσεις εργασίας, μηνιαίων αποδοχών του και δη αντί του ποσού των ευρώ 1.204,77 για μισθό ενεργείας, του ποσού των ευρώ 265,05 για επίδομα Κυριακών, του ποσού των ευρώ 36,64 για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, του ποσού των ευρώ 433,95 για επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας αυτής και του ποσού των ευρώ 58,73 για επίδομα ιματισμού και συνολικά αντί του ποσού των ευρώ 1.998,89, του κατέβαλε μηνιαίως το ποσό των ευρώ 1.181,15 για μισθό ενεργεία, το ποσό των ευρώ 259,85 για επίδομα Κυριακών, το ποσό των ευρώ 35,92 για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, το ποσό των ευρώ 425,45 για επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας αυτής και σε είδος ιματισμό αξίας εκ ποσού ευρώ 57,63 και συνολικά το ποσό των ευρώ 1.960,00, με αποτέλεσμα για τα χρονικά διαστήματα από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 31.8.2019, ήτοι για διάστημα επτά (7) μηνών και πέντε (5) ημερών, κατά το οποίο εργάσθηκε να του οφείλει το ποσό των ευρώ 278,71, για διαφορές αποδοχών. Οι εναγόμενες, ήδη κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, ισχυρίσθηκαν ότι, επιπλέον των ανωτέρω αναφερομένων στην αγωγή ποσών, κατέβαλαν στον ενάγοντα (α) για τις διαφορές αποδοχών έτους 2018, την 12.2.2019, το ποσό των ευρώ 426,76 μικτά και δη του κατέβαλαν στον λογαριασμό μισθοδοσίας του, μετά την αφαίρεση των νομίμων κρατήσεων, το ποσό των ευρώ 333,46 και (β) για τις διαφορές αποδοχών έτους 2019, την 31.10.2019, το ποσό των ευρώ 459,10 μικτά και δη του κατέβαλαν στον λογαριασμό μισθοδοσίας του, μετά την αφαίρεση των νομίμων κρατήσεων, το ποσό των ευρώ 359,78. Την εν λόγω περί καταβολής ένσταση των εναγομένων, ο ενάγων αρνήθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, χωρίς καμία ειδικότερη αναφορά στην προσθήκη επί των προτάσεων. Με την εκκαλουμένη απόφαση, όσον αφορά στις αιτούμενες διαφορές αποδοχών έτους 2018, απορρίφθηκε σιωπηρά το αίτημα του ενάγοντος περί καταβολής μηνιαίως του ποσού των ευρώ 1,13 για διαφορά μεταξύ του προβλεπομένου από την οικεία ΣΣΝΕ επιδόματος ιματισμού μηνιαίως και της αξίας του ιματισμού κατά μήνα που η εναγομένη εργοδότρια παρείχε στον ενάγοντα, όπως αυτός ανέφερε στην αγωγή του, όσον δε αφορά στις αιτούμενες διαφορές αποδοχών έτους 2019, απορρίφθηκε σιωπηρά το αίτημα του ενάγοντος περί καταβολής μηνιαίως του ποσού των ευρώ 1,15 για διαφορά μεταξύ του προβλεπομένου από την οικεία ΣΣΝΕ επιδόματος ιματισμού μηνιαίως και της αξίας του ιματισμού κατά μήνα που η εναγομένη εργοδότρια παρείχε σε αυτόν (ενάγοντα), χωρίς κατά τούτο η εκκαλουμένη απόφαση να προσβάλλεται με λόγο έφεσης υπό του ενάγοντος [παρά μόνον απαραδέκτως περί τούτου γίνεται λόγος με τις προτάσεις που ο ενάγων κατέθεσε στα πλαίσια της υπό κρίση Β έφεσης]. Περαιτέρω, όσον αφορά στο αιτούμενο με την αγωγή ποσό των διαφορών αποδοχών, με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτό ότι (α) για το έτος 2018, για βασικές αποδοχές ο ενάγων εδικαιούτο μηνιαίως το ποσό των ευρώ 2.608,35 και δη το ποσό των ευρώ 1.181,15 για μισθό ενεργείας, το ποσό των ευρώ 259,86 για επίδομα Κυριακών, το ποσό των ευρώ 35,92 για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, το ποσό των ευρώ 461,05 για επίδομα αδείας, το ποσό των ευρώ 587,70 για αντίτιμο τροφής και το ποσό των ευρώ 82,68 για επίδομα άγονης γραμμής, έναντι του οποίου, έγινε περαιτέρω δεκτό ότι, ο ενάγων ελάμβανε μηνιαίως αποδοχές εκ ποσού ευρώ 1.921,60 συνολικά, με αποτέλεσμα να του οφείλεται μηνιαίως το ποσό των ευρώ 686,75 και για το διάστημα των έξι [6] μηνών και είκοσι εννέα [29] ημερών που εργάσθηκε ο ενάγων, εντός του έτους 2018, αυτός να δικαιούται το ποσό των ευρώ 4.784,31, έναντι του οποίου, αφού η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ως βάσιμο στην ουσία του τον περί καταβολής ισχυρισμό των εναγομένων για το ποσό των ευρώ 270,38, υπονοώντας ότι ο ενάγων εδικαιούτο ως υπόλοιπο διαφορών αποδοχών ανωτέρω χρονικού διαστήματος το ποσό των ευρώ (4.784,31 μείον 270,38=) 4.513,93, επεδίκασε εν τέλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 267,58, όπως ο τελευταίος (ενάγων) ζητούσε, για το ίδιο διάστημα, με την ένδικη αγωγή του. (β) Για το έτος 2019, για το αιτούμενο με την αγωγή χρονικό διάστημα από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 31.8.2019 που αφορά η ένδικη αγωγή, το οποίο όπως ο εναγων ανέφερε στην αγωγή του και δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη που δεν πλήττεται από τις εναγόμενες, αφορά διάστημα επτά μηνών και πέντε ημερών, η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ότι, ο ενάγων εδικαιούτο για βασικές αποδοχές, μηνιαίως το ποσό των ευρώ 2.660,44 και δη το ποσό των ευρώ 1.204,77 για μισθό ενεργείας, το ποσό των ευρώ 265,05 για επίδομα Κυριακών, το ποσό των ευρώ 36,64 για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, το ποσό των ευρώ 470,25 για επίδομα αδείας, το ποσό των ευρώ 599,40 για αντίτιμο τροφής και το ποσό των ευρώ 84,33 για επίδομα άγονης γραμμής, έναντι του οποίου, δέχθηκε περαιτέρω ότι, ο ενάγων ελάμβανε μηνιαίως αποδοχές εκ ποσού ευρώ 1.960,00, με αποτέλεσμα να του οφείλεται μηνιαίως το ποσό των ευρώ 700,44 και για το διάστημα των επτά [7] μηνών και πέντε [5] ημερών, αυτός να δικαιούται το ποσό των ευρώ 5.019,78, αφού δε απέρριψε σιωπηρά την περί καταβολής ανωτέρω ένσταση των εναγομένων, επεδίκασε εν τέλει στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 267,58, όπως αυτός (ενάγων) ζητούσε, για το ίδιο διάστημα, με την ένδικη αγωγή του. Οι εναγόμενες, στα πλαίσια του δευτέρου λόγου της ένδικης έφεσής τους, παραπονούνται, διότι (i) εσφαλμένως υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως συνυπολογίσθηκαν στις βασικές αποδοχές του ενάγοντος (α) το μηνιαίο αντίτιμο τροφής, εκ ποσού ευρώ 587,70 για το έτος 2018 και εκ ποσού ευρώ 599,40 για το έτος 2019, εφόσον ο ενάγων ελάμβανε αυτό σε είδος, επικαλούμενες επιπλέον ότι τούτο συνομολογεί και ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του διότι, στις βασικές αποδοχές, των οποίων τη διαφορά αιτείται, δεν περιλαμβάνει και το αντίτιμο τροφής και (β) επίδομα άγονης γραμμής εκ ποσού ευρώ 82,68 για το έτος 2018 και εκ ποσού ευρώ 84,33 για το έτος 2019 και (ii) εσφαλμένως υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως απερρίφθη ως εν μέρει αβάσιμη στην ουσία της η ανωτέρω περί καταβολής ένστασή τους, επικαλούμενες ότι ο ενάγων έχει πλήρως εξοφληθεί αφού, πέραν των ποσών που ανέφερε στην αγωγή του έλαβε επιπλέον, για τις ένδικες απαιτήσεις (μισθό ενεργείας, επίδομα Κυριακών, επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και επίδομα αδείας) έτους 2018, την 12.2.2019, το ποσό των ευρώ 426,76 μικτά και καθαρά το ποσό των ευρώ  333,46, δια της καταβολής του εν λόγω ποσού στον τραπεζικό λογαριασμό αυτού μισθοδοσίας, για τις ένδικες δε απαιτήσεις (μισθό ενεργείας, επίδομα Κυριακών, επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και επίδομα αδείας) έτους 2019, την 31.10.2019, το ποσό των ευρώ 459,10 μικτά και καθαρά το ποσό των ευρώ  359,78, δια της καταβολής του εν λόγω ποσού στον τραπεζικό λογαριασμό αυτού μισθοδοσίας. Ο ενάγων, με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, χωρίς να αμφισβητεί ότι έλαβαν χώρα οι ανωτέρω καταβολές (αναδρομικών), ισχυρίσθηκε ότι η ένσταση περί καταβολής τυγχάνει αόριστη, διότι δεν εξειδικεύεται υπό των εναγομένων ποίο ειδικότερο ποσό αυτές κατέβαλαν και για ποία επιμέρους αιτία, εφόσον οι εν λόγω καταβολές συμπεριλαμβάνουν και ποσά που κατεβλήθησαν σε αυτόν για άλλη αιτία και δη αναδρομικά αμοιβής δρομολογίων εξπρές και άγονης γραμμής, ενώ παράλληλα κανένα ποσό δεν κατεβλήθη υπό των εναγομένων για το επίδομα ιματισμού. Ενόψει του ότι, υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, το αίτημα καταβολής της διαφοράς μεταξύ της αξίας του εις είδος παρεχόμενου ιματισμού και του προβλεπομένου μηνιαίως επιδόματος ιματισμού απερρίφθη ως αβάσιμο στην ουσία του, όπως προελέχθη, χωρίς ο ενάγων, κατά τούτο να προσβάλλει την εκκαλουμένη απόφαση με λόγο εφέσεως, η κατά την αγωγή διαφορά αποδοχών διαμορφώνεται στα ακόλουθα ποσά, μηνιαίως: για το έτος 2018 (α) στο ποσό των ευρώ (1.181,15 μείον 1.157,99=) 23,16 για διαφορά μισθών ενεργείας, (β) στο ποσό των ευρώ (259,86 μείον 254,76=) 5,10 για διαφορά επιδόματος Κυριακής, (γ) στο ποσό των ευρώ (35,92 μείον 35,22=) 0,70 για διαφορά επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και (δ) στο ποσό των ευρώ (425,45 μείον 417,13=) 8,32 για διαφορά επιδόματος αδείας και συνολικά μηνιαίως στο ποσό των ευρώ (23,16 + 5,10 + 0,70 + 8,32=) 37,28 και για το διάστημα των έξι (6) μηνών και 29 ημερών που αφορά η ένδικη αγωγή στο ποσό των ευρώ [(37,28 επί 6=) 223,68 + (37,28 δια 30 επί 29=) 36,04 (κατόπιν στρογγυλοποίησης)=] 259,72.  Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, πράγματι όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων, η δεύτερη εναγομένη, κατά το έτος 2018 έπρεπε να καταβάλει μηνιαίως στον ενάγοντα (α) για μισθό ενεργείας το ποσό των ευρώ (1.181,15) πλην όμως, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (1.157,99), μηνιαίως (β) για επίδομα Κυριακών το ποσό των ευρώ (259,86) πλην όμως, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (254,76) μηνιαίως, (γ) για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των ευρώ (35,92) πλην όμως, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (35,22) και (δ) για επίδομα αδείας το ποσό των ευρώ (425,45) πλην όμως, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων, η δεύτερη εναγομένη  κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ (417,13), με αποτέλεσμα να προκύπτει μηνιαία διαφορά αποδοχών ανερχομένη (α) στο ποσό των ευρώ (1.181,15 μείον 1.157,99=) 23,16 για μισθούς ενεργείας, (β) στο ποσό των ευρώ (259,86 μείον 254,76=) 5,10 για επίδομα Κυριακής, (γ) στο ποσό των ευρώ (35,92 μείον 35,22=) 0,70 για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και (δ) στο ποσό των ευρώ (425,45 μείον 417,13=) 8,32 για επίδομα αδείας και συνολικά μηνιαίως στο ποσό των ευρώ (23,16 + 5,10 + 0,70 + 8,32=) 37,28 και για το διάστημα των έξι (6) μηνών και 29 ημερών που αφορά η ένδικη αγωγή για το έτος 2018 στο ποσό των ευρώ [(37,28 επί 6=) 223,68 + (37,28 δια 30 επί 29=) 36,04 (κατόπιν στρογγυλοποίησης)=] 259,72. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης των εναγομένων, η οποία δέχθηκε ότι για διαφορές αποδοχών και δη μισθό ενεργείας, αντίτιμο τροφής, επίδομα Κυριακών, επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και επίδομα αδείας για διάστημα έξι μηνών και είκοσι εννέα ημερών εντός του έτους 2018, οι εναγόμενες όφειλαν στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 4.784,31 και αφού δέχθηκε ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της την περί καταβολής ένσταση των εναγομένων για το ποσό των ευρώ 270,38, επεδίκασε εν τέλει στον ενάγοντα το αιτούμενο με την αγωγή ποσό των ευρώ 267,58. Τούτο διότι, η εκκαλουμένη απόφαση, έλαβε υπόψη της εσφαλμένως, όπως βασίμως υποστηρίζουν οι εναγόμενες με τον δεύτερο λόγο έφεσης ότι, οι βασικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος ανήρχοντο στο ποσό των ευρώ 2.608,35 μηνιαίως, συνυπολογίζοντας και το επίδομα τροφοδοσίας και το επίδομα άγονης γραμμής, από το οποίο και αφήρεσε την ομολογημένη ήδη με την αγωγή μηνιαία καταβολή του ποσού των ευρώ 1.921,60, διότι με την ένδικη αγωγή, ο ενάγων για το επίδικο διάστημα των έξι μηνών και είκοσι εννέα ημερών που εργάσθηκε το έτος 2018, αξίωνε, εκ των νομίμων αποδοχών (αφαιρουμένης της διαφοράς επιδόματος ιματισμού εκ ποσού ευρώ 1,13 μηνιαίως η οποία απερρίφθη σιωπηρά υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ως αβάσιμη στην ουσία της) το ποσό των ευρώ 259,72 ως διαφορά μεταξύ των νομίμων και συνομολογημένων αποδοχών για μισθό ενεργείας, επίδομα Κυριακών, επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και επίδομα αδείας, για διάστημα έξι μηνών και είκοσι εννέα ημερών εντός του έτους 2018. Περαιτέρω, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν προσεβλήθη υπό του ενάγοντος, ως μόνου έχοντος έννομο συμφέρον, παραδεκτώς με λόγο έφεσης [παρά απαραδέκτως για πρώτη φορά με τις προτάσεις που κατέθεσε επί της ένδικης έφεσης των εναγομένων ο ενάγων κάνει λόγο περί αοριστίας της περί καταβολής ένστασης των εναγομένων], έναντι της εν λόγω απαίτησης η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 270,38 ως αναδρομικά, με αποτέλεσμα, οι εναγόμενες να έχουν εξοφλήσει πλήρως την εκ ποσού ευρώ 259,72 διαφορά αποδοχών για μισθούς ενεργείας και επιδόματα Κυριακών, βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και αδείας έτους 2018 για διάστημα έξι μηνών και είκοσι εννέα ημερών κατά το οποίο ο ενάγων εργάσθηκε. Περαιτέρω, ενόψει του ότι, υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, το αίτημα καταβολής της διαφοράς μεταξύ της αξίας του εις είδος παρεχόμενου ιματισμού και του προβλεπομένου μηνιαίως επιδόματος ιματισμού απερρίφθη ως αβάσιμο στην ουσία του, χωρίς ο ενάγων, κατά τούτο να προσβάλλει την εκκαλουμένη απόφαση, η αιτούμενη με την αγωγή διαφορά αποδοχών μηνιαίως, για το έτος 2019 διαμορφώνεται στα ακόλουθα ποσά (α) στο ποσό των ευρώ (1.204,47 μείον 1.181,15=) 23,32 για διαφορά μισθών ενεργείας, (β) στο ποσό των ευρώ (265,05 μείον 259,85=) 5,20 για διαφορά επιδόματος Κυριακής, (γ) στο ποσό των ευρώ (36,64 μείον 35,92=) 0,72 για διαφορά επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και (δ) στο ποσό των ευρώ (433,95 μείον 425,45 =) 8,50 για διαφορά επιδόματος αδείας και συνολικά μηνιαίως στο ποσό των ευρώ (23,32 + 5,20 + 0,72 + 8,50=) 37,74 και για το διάστημα των επτά (7) μηνών και πέντε (5) ημερών που αφορά η ένδικη αγωγή στο ποσό των ευρώ [(37,74 επί 7=) 264,18 + (37,74 δια 30 επί 5=) 6,29=] 270,47. Απεδείχθη δε ότι, πράγματι όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων, η δεύτερη εναγομένη, κατά το έτος 2019 έπρεπε να καταβάλει μηνιαίως στον ενάγοντα (α) το ποσό των ευρώ (1.204,47) για μισθό ενεργείας, (β) το ποσό των ευρώ (265,05) για επίδομα Κυριακής, (γ) το ποσό των ευρώ (36,64) για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και (δ) στο ποσό των ευρώ (433,95) για επίδομα αδείας. Αντ’ αυτών, όπως ο ενάγων αναφέρει στην αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό τον εναγομένων, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε μηνιαίως στον ενάγοντα (α) το ποσό των ευρώ (1.181,15) για μισθό ενεργείας, (β) το ποσό των ευρώ (259,85) για επίδομα Κυριακής, (γ) το ποσό των ευρώ (35,92) για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και (δ) το ποσό των ευρώ (425,45) για επίδομα αδείας, με αποτέλεσμα να όφειλε μηνιαίως (α) το ποσό των ευρώ (1.204,47 μείον 1.181,15=) 23,32 για διαφορά μισθού ενεργείας, (β) το ποσό των ευρώ (265,05 μείον 259,85=) 5,20 για διαφορά επιδόματος Κυριακής, (γ) το ποσό των ευρώ (36,64 μείον 35,92=) 0,72 για διαφορά επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και (δ) το ποσό των ευρώ (433,95 μείον 425,45 =) 8,50 για διαφορά επιδόματος αδείας και συνολικά για το διάστημα των επτά (7) μηνών και πέντε (5) ημερών που αφορά η ένδικη αγωγή για το έτος 2019 (α) το ποσό των ευρώ [(23,32 επί 7=) 163,24 + (23,32 δια 30 επί 5=) 3,89 (κατόπιν στρογγυλοποίησης)=] 167,13 για διαφορά μισθών ενεργείας, (β) το ποσό των ευρώ [(5,20 επί 7=) 36,40 + (5,20 δια 30 επί 5=) 0,87 (κατόπιν στρογγυλοποίησης)=] 37,27 για διαφορά επιδόματος Κυριακής, (γ) το ποσό των ευρώ [(0,72 επί 7=) 5.04 + (0,72 δια 30 επί 5=) 0,12=] 5,16 για διαφορά επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και (δ) το ποσό των ευρώ [(8,50 επί 7=) 59,50 + (8,50 δια 30 επί 5=) 1,42 (κατόπιν στρογγυλοποίησης)=] 60,92 για διαφορά επιδόματος αδείας. Εν τούτοις, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη από 31.10.2019 ατομική απόδειξη μισθοδοσίας του ενάγοντος, σε συνδυασμό με την επισυναπτόμενη σε αυτή εντολή κατάθεσης στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος και τη μη ειδική αμφισβήτηση αυτού (ενάγοντος) ότι η εν λόγω καταβολή έλαβε πράγματι χώρα στον τραπεζικό του λογαριασμό, η δεύτερη εναγομένη, κατέβαλε στον ενάγοντα την 31.10.2019 έναντι των ανωτέρω ενδίκων απαιτήσεων αυτού το ποσό των ευρώ 217,09 για μικτές αποδοχές μισθού ενεργείας, το ποσό των ευρώ 47,78 για μικτές αποδοχές επιδόματος Κυριακών, το ποσό των ευρώ 5,44 για μικτές αποδοχές επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και το ποσό των ευρώ 13,97 για τροφή αδείας. Ως εκ τούτου, αποδεικνύεται όπως βασίμως υποστηρίζουν οι εναγόμενες, ότι έχει εξοφληθεί πλήρως η αιτούμενη διαφορά αποδοχών για μισθούς ενεργείας, η αιτούμενη διαφορά αποδοχών για επίδομα Κυριακών και η αιτούμενη με την αγωγή διαφορά αποδοχών για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας έτους 2019, οφείλεται δε μόνον διαφορά εκ ποσού ευρώ (60,92 μείον 13,97=) 46,95 για διαφορά αποδοχών αδείας έτους 2019. Αντίθετα, τα υπόλοιπα ποσά αναδρομικών που κατεβλήθησαν την 31.10.2019 στον ενάγοντα, όπως αποδεικνύεται από την ίδια ως άνω από 31.10.2019 απόδειξη μισθοδοσίας, κατά τον βάσιμο ισχυρισμό του ενάγοντος που περιέχεται στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε ενώπιόν μας επί της υπό κρίση Β έφεσης, αφορούν άλλες αιτίες και δη το ποσό των ευρώ (40,01 + 54,23 + 15,63 + 55,04=) 164,91 διαφορά αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, το ποσό των ευρώ 1,96 διαφορά αμοιβής δρομολογίων εξπρές και το ποσό των ευρώ 7,95 αφορά διαφορά αμοιβής επιδόματος άγονης γραμμής. Τούτο διότι, δια της αναγραφής της αιτίας καταβολής των ανωτέρω ποσών στις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, ήδη κατά την καταβολή τους, η δεύτερη εναγομένη κατελόγισε τα ανωτέρω επιμέρους αναφερόμενα ποσά στις ανωτέρω επιμέρους αναφερόμενες αιτίες. Επομένως, ενόψει των ανωτέρω, αποδεικνύεται βάσιμος στην ουσία του ο περί καταβολής ισχυρισμός των εναγομένων ο οποίος τυγχάνει νόμιμος (άρθρο 416 ΑΚ) και επαρκώς ορισμένος, όπως αυτός συμπληρώθηκε με τις έγγραφες αποδείξεις που προσκομίσθηκαν, όσον αφορά στις εκ ποσού ευρώ 167,13 διαφορές αποδοχών μισθών ενεργείας έτους 2019, στις εκ ποσού 37,27 διαφορές αποδοχών επιδόματος Κυριακής έτους 2019 και στις εκ ποσού ευρώ 5,16 διαφορές αποδοχών επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας έτους 2019. Ο ίδιος, περί καταβολής ισχυρισμός των εναγομένων, τυγχάνει εν μέρει βάσιμος στην ουσία του και δη κατά το ποσό των ευρώ 13,97, όσον αφορά στις διαφορές αποδοχών επιδόματος αδείας έτους 2019, με αποτέλεσμα για διαφορές αποδοχών και δη επιδόματος αδείας έτους 2019 για τα χρονικά διαστήματα εργασίας του ενάγοντος από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 31.8.2019 να οφείλεται στον ενάγοντα το ποσό των 46,95 ευρώ. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης των εναγομένων, εφόσον δέχθηκε ότι, για το έτος 2019, οι εναγόμενες οφείλουν στον ενάγοντα για διαφορές αποδοχών και δη διαφορές μισθών ενεργείας, επιδόματος Κυριακών, επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και επιδόματος αδείας, το συνολικό ποσό των ευρώ 278,71. Περαιτέρω,  απεδείχθη ότι, ο ενάγων, κατά μεν τα χρονικά διαστήματα από 31.3.2018 έως 15.5.2018, από 19.5.2018 έως 31.10.2018 και από 15.1.2019 έως 26.3.2019 απασχολήθηκε στο ανωτέρω πλοίο ως θαλαμηπόλος στους χώρους ενδιαίτησης των αξιωματικών του πλοίου και του κατώτερου πληρώματος, επιβοηθούμενος από έναν επίκουρο, κατά δε το χρονικό διάστημα από 9.4.2019 έως 1.11.2019 απασχολήθηκε στο ίδιο πλοίο ως θαλαμηπόλος διαμεριστής. Ο ίδιος, με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίζεται ότι, καθόν χρόνο εργαζόταν ως θαλαμηπόλος ενδιαιτήσεως, εργαζόταν καθημερινά από ώρας 06.00 πρωινής έως ώρας 21.00 βραδινής, με διάλειμμα μιας ώρας το μεσημέρι, επιπλέον δε δύο φορές την εβδομάδα εργαζόταν έως ώρας 23.00 βραδινής στο δίπλωμα των σεντονιών. Επιπλέον, ο ίδιος με την αγωγή του, ισχυρίζεται ότι, καθόν χρόνο εργάσθηκε ως θαλαμηπόλος διαμεριστής, εργαζόταν από ώρας 07.30 πρωινή έως ώρας 22.00 βραδινή, με δύο ώρες ημερήσιας αναπαύσεως, ακολούθως δε μετείχε και στην επιβίβαση και αποβίβαση των επιβατών στους ενδιάμεσους λιμένες προσέγγισης του πλοίου μετά την 22.00 ώρα βραδινή. Τοιουτοτρόπως, ισχυρίζεται ότι, καθόλο το επίδικο διάστημα που εργάσθηκε ως θαλαμηπόλος στο ανωτέρω πλοίο, εργάζονταν, κατά μέσο όρο, ημερησίως περί τις δεκατέσσερις ώρες, αξιώνοντας τη διαφορά της αμοιβής για την υπερωριακή απασχόλησή του μεταξύ των δικαιούμενων για την απασχόλησή του αυτή αποδοχών και των καταβληθέντων υπό της δεύτερης εναγομένης. Οι εναγόμενες, χωρίς να αμφισβητούν ειδικώς ότι ο ενάγων εργάσθηκε με την ιδιότητα του θαλαμηπόλου στους χώρους ενδιαίτησης των αξιωματικών του πλοίου και του κατώτερου πληρώματος και ως θαλαμηπόλος διαμεριστής, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, αρνούνται ότι ο ενάγων εργάσθηκε τις ώρες που αναφέρει στην αγωγή του, υποστηρίζοντας αφενός μεν ότι, στο πλοίο υπηρετούσε επαρκές σε αριθμό προσωπικό υπηρεσίας ενδιαιτήσεως, ώστε οι ανάγκες του πλοίου να καλύπτονται αποτελεσματικά και οι συνθήκες των ναυτικών να μην καθίστανται απάνθρωπες και εξαντλητικές, αφ’ ετέρου δε ότι ο ενάγων για όσες ώρες εργάσθηκε πράγματι υπερωριακά, έχει πλήρως και ολοσχερώς εξοφληθεί. Ειδικότερα, υποστήριξαν ότι, κατά συμφωνία των διαδίκων, ο ενάγων ελάμβανε μηνιαίως κατ’ αποκοπή συμφωνημένη αμοιβή για την υπερωριακή του εργασία, ανερχομένη σε κάθε μήνα πλήρους απασχόλησής του σε αμοιβή τριάντα πέντε (35) ωρών εργασίας κατά τις ημέρες Σαββάτου, η οποία εκάλυπτε οκτώ ώρες εργασίας για αναλογούσες σε έκαστο μήνα πλήρους απασχόλησης 4,33 ημέρες Σαββάτου και οι οποίες αποτυπώνονται στους λογαριασμούς μισθοδοσίας με την ένδειξη «ΥΠΕΡ ΣΣ», καθώς επίσης για την υπερωριακή του απασχόληση για είκοσι πέντε (25) ώρες εργασίας για όλες τις ημέρες απασχόλησής του εντός ενός πλήρους μηνός απασχόλησης. Επιπλέον, πέραν της ανωτέρω συμφωνηθείσας αμοιβής, ελάμβανε μηνιαίως αμοιβή για απασχόληση 10,67 ωρών εργασίας για αναλογούσα σε 1,33 ημέρες αργίας σε έκαστο μήνα πλήρους απασχόλησης, αμοιβή, η οποία αποτυπώνεται στις αποδείξεις μισθοδοσίας με την ένδειξη «ΑΡΓΙΕΣ ΑΚΤ. ΥΠΟΛ. ΠΛΗΡΩΜΑ», καθώς επίσης και κατ’ αποκοπή, πέραν της συμφωνηθείσας ανωτέρω, αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση για όλες τις ημέρες απασχόλησής του, η οποία αποτυπώνεται στις αποδείξεις μισθοδοσίας με την ένδειξη «ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΥΠΕΡΩΡΙΕΣ». Επιπλέον, δια της προσθήκης των προτάσεων που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου οι εναγόμενες αρνούνται ειδικώς (α) τη συμμετοχή του ενάγοντος στις εργασίες καθαριότητας των εστιατορίων που απασχολήθηκε, αναφέροντας ότι, το σφουγγάρισμα αυτών και η απόρριψη σκουπιδιών εκτελείτο από τον επίκουρο, (β) την απασχόληση του ενάγοντος δύο φορές την εβδομάδα στο μέτρημα και τσουβάλιασμα των σεντονιών, (γ) την αναγκαιότητα απασχόλησης του ενάγοντος από ώρας 06.00 καθόν χρόνο απασχολήθηκε ως θαλαμηπόλος ενδιαιτήσεως, ενόψει του ότι τα εστιατόρια αξιωματικών και πληρώματος ξεκινούσαν να λειτουργούν για το πρωινό ώρα 07.30 και (δ) την αναγκαιότητα απασχόλησης του ενάγοντος ως θαλαμηπόλου διαμεριστή στο εστιατόριο των επιβατών κατά τις μεσημεριανές ώρες, κατά τα αναφερόμενα στις προσθήκη χρονικά διαστήματα, οπότε το εστιατόριο λειτουργούσε μόνον βραδινές ώρες. Ο μάρτυρας των εναγομένων, …………, προϊστάμενος Αρχιθαλαμηπόλος στο ανωτέρω πλοίο από τον μήνα Απρίλιο του 2019, ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα καθόν χρόνο αυτός παρείχε υπηρεσίες ως θαλαμηπόλος διαμεριστής, κατέθεσε ότι, ο ενάγων πράγματι, καθόν χρόνο συνυπηρέτησαν, εργαζόταν στις καμπίνες των επιβατών, στην υποδοχή αυτών κατά την επιβίβασή τους στο λιμάνι αφετηρίας και προορισμού και στο εστιατόριο self – service του πλοίου. Ειδικότερα, κατέθεσε ότι, όσον αφορά στην καθαριότητα των καμπινών των επιβατών, ο ενάγων ήταν υπεύθυνος για τον καθαρισμό ενός συγκεκριμένου αριθμού καμπινών του πλοίου και φρόντιζε για το άλλαγμα των κλινοσκεπασμάτων περίπου 45 κρεβατιών, το ξεσκόνισμα των καμπινών και το καθάρισμα του καθρέπτη του μπάνιου, πάντα με τη βοήθεια ενός επίκουρου θαλαμηπόλου, ο οποίος αναλάμβανε τον καθαρισμό του μπάνιου κάθε καμπίνας και το σκούπισμα της μοκέτας αυτής. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, οι συγκεκριμένες εργασίες καθαρισμού γίνονται πάντοτε μετά τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι του τελικού προορισμού, ακόμα και αν οι καμπίνες άδειαζαν σε κάποιο από τα ενδιάμεσα λιμάνια και οι εργασίες αυτές δεν διαρκούσαν ποτέ πάνω από δύο ώρες κάθε φορά. Παράλληλα, εν τούτοις, ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε ότι, κατά τη χειμερινή περίοδο τις καμπίνες επιβατών ο ενάγων καθάριζε μία φορά, ενώ κατά την καλοκαιρινή περίοδο, συνήθως δύο φορές, στα τελικά λιμάνια κατάπλου. Ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε ότι ο ενάγων εργαζόταν στην υποδοχή των επιβατών κατά την επιβίβασή τους στο λιμάνι αφετηρίας και στο λιμάνι προορισμού, δηλαδή στα λιμάνια του Πειραιά και της Ρόδου, η δε υποδοχή των επιβατών ξεκινούσε δύο ώρες προ του απόπλου του πλοίου από το λιμάνι του Πειραιά και μία ώρα προ του απόπλου του πλοίου από το λιμάνι της Ρόδου. Στα ενδιάμεσα λιμάνια, κατά τον ίδιο μάρτυρα, οι θαλαμηπόλοι εργάζονταν στην υποδοχή, εκ περιτροπής και σε βάρδιες, γιατί η επιβατική κίνηση ήταν μικρή και δεν απαιτείτο η παρουσία όλων των θαλαμηπόλων. Ως προς τις συνθήκες εργασίας του ενάγοντος στο εστιατόριο self – service του πλοίου, ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε ότι, στην εν λόγω υπηρεσία εργαζόταν τρεις συνολικά θαλαμηπόλοι με τη συνδρομή ενός επικούρου, ο δε ενάγων αναλάμβανε υπηρεσία με το άνοιγμα του εστιατορίου και καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του ήταν υπεύθυνος για ένα συγκεκριμένο αριθμό τραπεζιών. Η εργασία του συνίστατο στο καθάρισμα των τραπεζιών ευθύνης του, κατά τη διάρκεια λειτουργίας του εστιατορίου, ενώ δεν απασχολείτο με την καθαριότητα του εστιατορίου μετά το πέρας της λειτουργίας του, καταθέτοντας ότι, αυτή η εργασία είχε ανατεθεί στον μοναδικό επίκουρο θαλαμηπόλο, ο οποίος απασχολείτο με την εν λόγω εργασία, μετά το πέρας της λειτουργίας του εστιατορίου. Κατά την ίδια μαρτυρική κατάθεση, το εστιατόριο λειτουργούσε συνήθως από ώρας 12:00 έως ώρας 14.30 και από ώρας 19:30 έως ώρας 21:00. Επομένως, κατά την εν λόγω μαρτυρική κατάθεση, ο ενάγων εργαζόταν δύο ώρες στον καθαρισμό καμπινών, δύο ώρες κατά την επιβίβαση των επιβατών στο λιμάνι του Πειραιά και μία ώρα στο λιμάνι της Ρόδου, ενώ στα ενδιάμεσα λιμάνια οι θαλαμηπόλοι διαμεριστές εργάζονταν με βάρδιες, χωρίς να αναφέρει τις ώρες διάρκειας εκάστης βάρδιας, όπως επίσης δεν ανέφερε πόσες βάρδιες θαλαμηπόλων υπήρχαν και τέλος, τέσσερις ώρες το μέγιστο κατά το χρόνο λειτουργίας του ανωτέρω εστιατορίου επιβατών. Αντίθετα, ο εξετασθείς με επιμέλεια του ενάγοντος μάρτυρας ……….., ο οποίος απασχολήθηκε ως θαλαμηπόλος στο ίδιο πλοίο κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.12.2017 έως 15.5.2018, από 19.5.2018 έως 5.10.2018 και από 14.12.2018 έως 7.2.2020, έχων ιδία αντίληψη καθόν χρόνο ο ενάγων εργάσθηκε ως θαλαμηπόλος διαμεριστής, κατέθεσε ότι,  οι διαμεριστές θαλαμηπόλοι, τους θερινούς μήνες ήταν πέντε και μαζί τους εργάζονταν και τρεις επίκουροι, εκτός των περιόδων αυξημένης επιβατικής κίνησης, οπότε εργάζονταν τέσσερις επίκουροι. Οι εν λόγω θαλαμηπόλοι, αναλάμβαναν εργασία μισή ώρα προ του κατάπλου του πλοίου σε κάθε λιμάνι, απασχολούμενοι με την αποβίβαση και επιβίβαση των επιβατών και απασχολούντο έως και μισής ώρας μετά τον απόπλου του πλοίου από το ενδιάμεσο λιμάνι, με την τακτοποίηση των επιβατών. Ως προς τα λιμάνια Πειραιώς και Ρόδου, ο εν λόγω μάρτυρας κατέθεσε, όπως και ο μάρτυρας των εναγομένων ότι, οι διαμεριστές θαλαμηπόλοι απασχολούντο στην επιβίβαση επί δύο ώρες στο λιμάνι του Πειραιά και επί μία ώρα στο λιμάνι της Ρόδου. Πέραν αυτών, ο κάθε διαμεριστής, είχε υπ’ ευθύνη του συγκεκριμένες καμπίνες, διότι κάθε μέρα ο Προϊστάμενος θαλαμηπόλος εξέδιδε πλάνο καθαρισμού καμπινών ανάλογα με τις χρησιμοποιούμενες κλίνες. Ο ενάγων, κατά κανόνα, είχε υπ’ ευθύνη του τουλάχιστον 50 κλίνες, κατά τη θερινή περίοδο δε, ενόψει της πληρότητας του πλοίου, απασχολείτο καθημερινά με την προετοιμασία και καθαριότητα αυτών, αλλά και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, εφόσον οι εν λόγω καμπίνες έως του πέρατος του ταξιδιού χρησιμοποιούνταν εκ νέου. Επιπροσθέτως, εν πλω, οι εν λόγω διαμεριστές θαλαμηπόλοι εκτελούσαν και εργασίες καθαριότητας στους κοινόχρηστους χώρους του πλοίου. Στα λιμάνια Πειραιά και Ρόδου, όπου το πλοίο παρέμενε αρκετές ώρες, γίνονταν εργασίες γενικής καθαριότητας, στις καμπίνες και σε όλους τους κοινόχρηστους χώρους του πλοίου, στις οποίες μετείχε και ο ενάγων. Όσον αφορά στην εργασία του ενάγοντος στο  εστιατόριο self service, ο εν λόγω μάρτυρας, κατέθεσε ότι, το εστιατόριο λειτουργούσε τρεις ώρες το μεσημέρι και δύο ώρες το βράδυ, μισή δε ώρα προ της λειτουργίας του εστιατορίου ο ενάγων μετέβαινε στο χώρο αυτού και απασχολείτο στις εργασίες προετοιμασίας και ελέγχου των τραπέζιών και του χώρου και παρέμενε εκεί και μετά το κλείσιμο του εστιατορίου, εκτελώντας εργασίες καθαριότητας και ευπρεπισμού του χώρου, για περίπου μισή ώρα. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, ο ενάγων ως θαλαμηπόλος διαμεριστής εργαζόταν έως ώρας 22.00 βραδινή, μετείχε δε και κατά τις βραδινές ώρες στην επιβίβαση και αποβίβαση των επιβατών κάθε φορά που προσέγγιζαν λιμάνι. Ο μάρτυρας …………….., ο οποίος εξετάσθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος, εργάσθηκε με τον ενάγοντα ως επίκουρος στο ίδιο πλοίο κατά το έτος 2018, μην έχων ως εκ τούτου ιδία αντίληψη σχετικά με την εργασία του ενάγοντος ως θαλαμηπόλου διαμεριστή. Εν τούτοις, ο ίδιος κατέθεσε σχετικά με την εργασία των διαμεριστών θαλαμηπόλων στο ίδιο πλοίο, καθόν χρόνο αυτός εργάσθηκε, ότι στο εστιατόριο self service, το οποίο λειτουργούσε επί τρεις ώρες κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού φαγητού και επί δύο ώρες κατά τη διάρκεια του βραδινού φαγητού, οι θαλαμηπόλοι προσέρχονταν στην εν λόγω εργασία, για την προετοιμασία του χώρου, μισή ώρα νωρίτερα από την έναρξη λειτουργίας του εστιατορίου και παρέμεναν για τον καθαρισμό του χώρου επί μισή ώρα μετά το πέρας της λειτουργίας του. Επιπλέον, οι εν λόγω θαλαμηπόλοι απασχολούντο και στην αποβίβαση, την επιβίβαση και την υποδοχή των επιβατών σε κάθε λιμάνι, αναλαμβάνοντας υπηρεσία μισή ώρα πριν το πλοίο φτάσει στο λιμάνι, προκειμένου να ειδοποιήσουν τους επιβάτες των καμπινών για την άφιξη και απασχολούνταν στην αποβίβαση και αμέσως μετά στην επιβίβαση και την υποδοχή των νέων επιβατών, συνοδεύοντάς τους στις καμπίνες τους, έως και μισή ώρα μετά την αναχώρηση του πλοίου από το λιμάνι. Επιπλέον, κατά τον ίδιο μάρτυρα, οι διαμεριστές θαλαμηπόλοι, στα ενδιάμεσα λιμάνια, απασχολούντο στον καθαρισμό των καμπινών και στον καθαρισμό των κοινόχρηστων χώρων και εν πλω, στον τελικό δε λιμάνι, στον Πειραιά ή στη Ρόδο, οπότε το πλοίο παρέμενε περισσότερες ώρες, γινόταν γενική καθαριότητα του ξενοδοχειακού τμήματος του πλοίου. Περαιτέρω, για την εργασία του ενάγοντος ως θαλαμηπόλου ενδιαιτήσεως, ιδία αντίληψη έχουν μόνον οι ανωτέρω μάρτυρες του ενάγοντος, ως εκ του χρόνου απασχόλησής τους. Εξ αυτών, ο μάρτυρας ………….., κατέθεσε ότι, ο ενάγων ξεκινούσε την εργασία του περί ώρας 06.00, ορισμένες δε φορές ενωρίτερα, απασχολούμενος με την προετοιμασία των χώρων των εστιατορίων τόσο αυτού των αξιωματικών όσο και αυτού του κατωτέρου πληρώματος, και ειδικότερα κατέθεσε ότι, ο ενάγων έστρωνε τα τραπέζια, ετοίμαζε τους καφέδες, έπλενε τα πιάτα και μαχαιροπήρουνα τα οποία είχε χρησιμοποιήσει το πλήρωμα κατά τη διάρκεια της νύχτας, σφουγγάριζε το χώρο και ακολούθως, κατά τη διάρκεια του γεύματος, παρέμενε στο χώρο της τραπεζαρίας και εξυπηρετούσε τα μέλη του πληρώματος, σερβίριζε τους αξιωματικούς και φρόντιζε οι χώροι να είναι καθαροί τόσο στις τραπεζαρίες όσο και γύρω από αυτές. Μετά το πέρας εκάστου γεύματος, τουλάχιστον επί μισή ώρα οι θαλαμηπόλοι με τον επίκουρο καθάριζαν τον χώρο πλένοντας τα άπλυτα πιάτα και μαχαιροπήρουνα, σκουπίζοντας το χώρο και απομακρύνοντας τα απορρίμματα. Κατά τον ίδιο μάρτυρα, ο ενάγων επιπλέον των ανωτέρω, καθημερινά απασχολείτο και με τον καθαρισμό δεκαπέντε περίπου καμπινών των αξιωματικών του πλοίου, βοηθούμενος από αυτόν (μάρτυρα) ως επίκουρο. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, ο ενάγων απασχολείτο με το καθάρισμα των καμπινών καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, εκτός από την ώρα που απασχολείτο στις τραπεζαρίες αξιωματικών και πληρώματος, διότι οι βάρδιες των αξιωματικών δεν συνέπιπταν. Μετά το βραδινό γεύμα, κατά τον ίδιο μάρτυρα, ελάμβανε χώρα καθαρισμός του χώρου των εστιατορίων, εργασία στην οποία μετείχε και ο ενάγων και παράλληλα συμμετείχε στην παρασκευή ροφημάτων και κρύων γευμάτων για τους ναυτικούς των βραδινών βαρδιών, με αποτέλεσμα να εργάζονται έως ώρας 21.00. Τέλος, ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε ότι, δύο ή και τρεις φορές την εβδομάδα ο ενάγων, μετά το βραδινό γεύμα, κατέβαινε στις αποθήκες του ιματισμού για το μέτρημα και το τσουβάλιασμα των χρησιμοποιημένων σεντονιών, οπότε τελείωνε την εργασία του περί ώρας 23.00. Ο εκ των μαρτύρων ………., κατέθεσε ότι, καθόν χρόνο ο ενάγων εργάστηκε στο χώρο ενδιαιτήσεως του πληρώματος, έπρεπε να βρίσκεται στο χώρο των τραπεζαριών μία ώρα πριν από κάθε γεύμα, προς προετοιμασία του χώρου, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια του σερβιρίσματος των γευμάτων, παρέμενε εκεί, σέρβιρε τους αξιωματικούς και εξυπηρετούσε και τα άλλα μέλη του πληρώματος και μάζευε τα τραπέζια, μετά δε από κάθε γεύμα, παρέμενε στο χώρο, τουλάχιστον για μισή ώρα προκειμένου και για τον καθαρισμό του χώρου. Τα γεύματα διαρκούσαν δύο ώρες το πρωινό και το μεσημεριανό και τρεις ώρες το βραδινό. Παράλληλα, ο ενάγων απασχολείτο και με τον καθαρισμό των καμπινών των αξιωματικών, με τη βοήθεια ενός επικούρου, οπότε έστρωνε τα κρεβάτια και τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα άλλαζε τον ιματισμό. Τις καμπίνες τις καθάριζε καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, μετά το πρωινό γεύμα, μετά το μεσημεριανό γεύμα και πριν το βραδινό, ανάλογα με το πότε ο κάθε αξιωματικός είχε βάρδια και έλειπε από την καμπίνα του. Επίσης, μαζί με το βοηθό του, έπρεπε να διατηρεί καθαρούς τους κοινόχρηστους χώρους του διαμερίσματος του πληρώματος, το οποίο καταλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος του καταστρώματος “τέσσερα” του πλοίου, καθώς επίσης και τα δύο καπνιστήρια, πληρώματος και αξιωματικών. Κατά την εν λόγω μαρτυρική κατάθεση, ο ενάγων προς εκτέλεση όλων των ανατεθειμένων σε αυτόν υπηρεσιών, εργαζόταν από ώρας 06.00 το πρωί έως ώρας 21.00 το βράδυ, με μόνο μία μικρή διακοπή το μεσημέρι για ξεκούραση, ενώ παράλληλα, απασχολείτο και στο τσουβάλιασμα των χρησιμοποιημένων σεντονιών των επιβατών και του πληρώματος, οπότε εργαζόταν έως ώρας 23.00. Για την απασχόληση του ενάγοντος, ως θαλαμηπόλου ενδιαιτήσεως, ο μάρτυρας των εναγομένων, κατέθεσε με βάση την εμπειρία του στο πλοίο και τον τρόπο λειτουργίας του. Συγκεκριμένα, κατέθεσε ότι, οι θαλαμηπόλοι ενδιαίτησης είχαν σταθερό ωράριο εργασίας, ανεξάρτητο από τα δρομολόγια του πλοίου, τα δε καθήκοντά τους ήταν αυστηρά δύο. Συγκεκριμένα, φρόντιζαν για την καθαριότητα των καμπινών των αξιωματικών και το σερβίρισμα των γευμάτων των αξιωματικών στην τραπεζαρία αυτών, γεύματα τα οποία προετοίμαζε το μαγειρείο του πλοίου.  Όσον αφορά την καθαριότητα των καμπινών, ο εν λόγω θαλαμηπόλος ήταν υπεύθυνος για τον καθαρισμό περίπου 20 καμπινών αξιωματικών, πλην του Πλοιάρχου και του Α’ Μηχανικού καθώς και των καμπινών του κατώτερου πληρώματος, καθώς αυτές καθαρίζονταν από το ίδιο το πλήρωμα. Στα πλαίσια της καθαριότητας των καμπινών των αξιωματικών, μία φορά την εβδομάδα, συνήθως κάθε Σάββατο, προέβαινε σε αλλαγή των κλινοσκεπασμάτων και των πετσετών. Κατά την ίδια κατάθεση, η εργασία των εν λόγω θαλαμηπόλων, ξεκινούσε το πρωί ώρα 07:30 από την τραπεζαρία των αξιωματικών και έως ώρας 08.30 αυτοί απασχολούνταν με το σερβίρισμα του πρωινού των αξιωματικών. Ακολούθως, απασχολούντο με την καθημερινή καθαριότητα των καμπινών των αξιωματικών, οπότε καθάριζαν, όσες καμπίνες είναι άδειες, διότι μερικές καμπίνες ήταν κατειλημμένες από τους αξιωματικούς που είχαν νυχτερινή βάρδια. Ο θαλαμηπόλος έστρωνε τα κρεβάτια και ξεσκόνιζε το χώρο της καμπίνας, ενώ ο επίκουρος καθάριζε το δάπεδο της καμπίνας και το μπάνιο και μάζευε τα απορρίμματα. Για την εν λόγω εργασία ο εκάστοτε θαλαμηπόλος απασχολείτο περίπου μία ώρα, ήτοι έως ώρας 09.30 π.μ. και ακολούθως αναπαύετο έως ώρας 11.30 π.μ. οπότε μετέβαινε εκ νέου στην τραπεζαρία των αξιωματικών για το σερβίρισμα του μεσημεριανού γεύματος όπου και απασχολείτο έως ώρας 13.00 μ.μ. Με το πέρας της εν λόγω εργασίας, απασχολείτο με τον καθαρισμό των υπολοίπων καμπινών των αξιωματικών, δηλαδή των αξιωματικών της βραδινής βάρδιας, για διάστημα μιας ακόμη ώρας περίπου. Ακολούθως, αναπαύετο έως ώρας 18.30, οπότε μεταβαίνει εκ νέου  στην τραπεζαρία των αξιωματικών για το σερβίρισμα του βραδινού γεύματος. Εκεί εργάζονταν έως ώρας 20.00 και ακολούθως αναπαύετο έως το πρωί της επόμενης ημέρας. Από την περιγραφή των εργασιών των θαλαμηπόλων ενδιαιτήσεως από τον μάρτυρα των εναγομένων, οι ώρες ημερήσιας απασχόλησης των θαλαμηπόλων ενδιαίτησης ανήρχοντο σε έξι. Περαιτέρω, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας, αποδεικνύεται ότι, πράγματι η δεύτερη εναγομένη, εργοδότρια του ενάγοντος κατέβαλε σε αυτόν σταθερά κάθε μήνα αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση. Ειδικότερα, από τις αποδείξεις μισθοδοσίας των μηνών πλήρους απασχόλησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, ήτοι των μηνών Απρίλιου, Ιούνιου, Ιούλιου, Αύγουστου, Σεπτέμβριου και Οκτώβριου 2018, αποδεικνύεται ότι, ο ενάγων έλαβε αμοιβή με αιτιολογία ΥΠΕΡ ΣΣ, ήτοι όπως οι εναγόμενες αναφέρουν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, για αμοιβή για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου, το ποσό των ευρώ 351,58, ήτοι αμοιβή για (351,58 δια 10,25=) 34,30 ώρες εργασίας, επιπλέον έλαβε αμοιβή με αιτιολογία ΑΡΓΙΕΣ ΑΚΤ. ΥΠΟΛ. ΠΛΗΡΩΜΑ», ήτοι αμοιβή, όπως οι εναγόμενες αναφέρουν, για την εργασία του κατά τις ημέρες αργιών το ποσό των ευρώ 107,13 ήτοι αμοιβή για (107,13 δια 10,25=) 10,45 ώρες εργασίας και αμοιβή για υπερωριακή  απασχόληση με αιτιολογία «ΥΠΕΡ. ΕΤΑΙΡ.» και «ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΥΠΕΡΡΙΕΣ» τα ποσά των ευρώ 259,50 και 376,51. Στους υπόλοιπους δε μήνες απασχόλησης του ενάγοντος, κατά το έτος 2018, αποδεικνύεται ότι, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε αναλογία των ανωτέρω ποσών, ανάλογα με το χρόνο απασχόλησης του ενάγοντος. Εξάλλου, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας, αποδεικνύεται ότι η δεύτερη εναγομένη, εργοδότρια του ενάγοντος, κατέβαλε σε αυτόν, σταθερά κάθε μήνα, αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση και κατά το έτος 2019. Ειδικότερα, από τις αποδείξεις μισθοδοσίας των μηνών πλήρους απασχόλησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο, ήτοι των μηνών Μαΐου, Ιούνιου, Ιούλιου και Αύγουστου 2019 αποδεικνύεται ότι ο ενάγων έλαβε αμοιβή με αιτιολογία ΥΠΕΡ ΣΣ, ήτοι όπως οι εναγόμενες αναφέρουν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου για αμοιβή για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου το ποσό των ευρώ 358,61, αμοιβή με αιτιολογία ΑΡΓΙΕΣ ΑΚΤ. ΥΠΟΛ. ΠΛΗΡΩΜΑ» ήτοι όπως οι εναγόμενες αναφέρουν για αμοιβή για την εργασία του κατά τις ημέρες αργιών το ποσό των ευρώ 109,27 και αμοιβή για υπερωριακή  απασχόληση με αιτιολογία «ΥΠΕΡ. ΕΤΑΙΡ.» και «ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΥΠΕΡΩΡΙΕΣ» τα ποσά των ευρώ 264,69 και 384,04. Από τις προσκομιζόμενες από τις εναγόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος των μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2019, αποδεικνύεται ότι, ο ενάγων έλαβε αμοιβή με αιτιολογία ΥΠΕΡ ΣΣ, ήτοι όπως οι εναγόμενες αναφέρουν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου για αμοιβή για την εργασία του κατά τις ημέρες Σαββάτου το ποσό των ευρώ 365,78, αμοιβή με αιτιολογία ΑΡΓΙΕΣ ΑΚΤ. ΥΠΟΛ. ΠΛΗΡΩΜΑ» ήτοι όπως οι εναγόμενες αναφέρουν για αμοιβή για την εργασία του κατά τις ημέρες αργιών το ποσό των ευρώ 111,45 και αμοιβή για υπερωριακή  απασχόληση με αιτιολογία «ΥΠΕΡ. ΕΤΑΙΡ.» και «ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΥΠΕΡΩΡΙΕΣ» τα ποσά των ευρώ 269,98 και 365,78. Στους υπόλοιπους δε μήνες απασχόλησης του ενάγοντος κατά το έτος 2019, αποδεικνύεται ότι, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε αναλογία των ανωτέρω ποσών, ανάλογα με το χρόνο απασχόλησης του ενάγοντος. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, ενόψει και της οργανικής πληρότητας της υπηρεσίας ενδιαίτησης του επιδίκου πλοίου, καθόν χρόνο σε αυτό  υπηρέτησε ο ενάγων, ο τελευταίος, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών που προέκυπταν στο πλοίο, κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του, κατά τα χρονικά διαστήματα από 31.3.2018 έως 15.5.2018, από 19.5.2018 έως 31.10.2018 και από 15.1.2019 έως 26.3.2019 οπότε απασχολήθηκε ως θαλαμηπόλος στους χώρους ενδιαίτησης των αξιωματικών του πλοίου και του κατώτερου πληρώματος, επιβοηθούμενος από έναν επίκουρο, έχοντας σταθερό ωράριο, ανεξάρτητο από τα δρομολόγια του πλοίου, απασχολείτο με την καθαριότητα είκοσι (20) περίπου καμπινών των αξιωματικών – εκτός εκείνων του πλοιάρχου και του α’ μηχανικού – στις οποίες άλλαζε πετσέτες και κλινοσκεπάσματα μια φορά την εβδομάδα, συνήθως κάθε Σάββατο, καθώς και το σερβίρισμα των γευμάτων στην τραπεζαρία των αξιωματικών. Ξεκινούσε δε την εργασία του καθημερινά, περί ώρας 06.30, απασχολούμενος με εργασίες προετοιμασίας της λειτουργίας της τραπεζαρίας των αξιωματικών του πλοίου, όπου παρέμενε έως ώρας 08.30, απασχολούμενος με το σερβίρισμα του πρωινού. Ακολούθως, απασχολείτο αρχικά, επί μισή περίπου ώρα, με την καθαριότητα της τραπεζαρίας και κατόπιν, με την καθαριότητα των καμπίνων των αξιωματικών που δεν ήταν κατειλημμένες από τους αξιωματικούς της βραδινής βάρδιας, στρώνοντας τα κρεβάτια και ξεσκονίζοντας το χώρο, ενώ ο επίκουρος καθάριζε το δάπεδο, το μπάνιο και μάζευε τα απορρίμματα. Μετά το πέρας της εργασίας αυτής, ήταν ελεύθερος υπηρεσίας μέχρι ώρας 11.30, οπότε μετέβαινε στην τραπεζαρία των αξιωματικών, όπου παρέμενε έως ώρας 13.30, για το σερβίρισμα του μεσημεριανού γεύματος. Ακολούθως, απασχολείτο ομοίως επί μισή περίπου ώρα, με την καθαριότητα της τραπεζαρίας και στη συνέχεια, με την καθαριότητα των καμπίνων των αξιωματικών της βραδινής βάρδιας, κατά τα ανωτέρω, καθώς και την καθαριότητα των χώρων των καπνιζόντων αξιωματικών και μελών του πληρώματος, όντας, μετά την ολοκλήρωση των παραπάνω εργασιών, ελεύθερος υπηρεσίας μέχρι ώρας 18.30, οπότε μετέβαινε εκ νέου στην τραπεζαρία των αξιωματικών, όπου παρέμενε έως ώρας 20.30, για το σερβίρισμα του βραδινού, απασχολούμενος, μετά το πέρας του βραδινού, ομοίως επί μισή περίπου ώρα, με την καθαριότητα της τραπεζαρίας. Τέλος, δύο φορές την εβδομάδα απασχολείτο με την συλλογή και το δίπλωμα των χρησιμοποιημένων σεντονιών, εργασία για την οποία απασχολείτο επί δίωρο εκάστη φορά. Κατά το χρονικό διάστημα από 9.4.2019 έως 1.11.2019, οπότε και απασχολήθηκε ως θαλαμηπόλος διαμεριστής, απασχολείτο στα λιμάνια του Πειραιά και της Ρόδου στην επιβίβαση των
επιβατών, απασχόληση η οποία ξεκινούσε δύο ώρες πριν τον απόπλου του πλοίου και μια ώρα πριν τον απόπλου, αντίστοιχα, απασχολούμενος εκ περιτροπής με τους λοιπούς θαλαμηπόλους στην ίδια θέση στα ενδιάμεσα λιμάνια προσέγγισης του εν λόγω πλοίου. Επίσης, εργαζόταν στο εστιατόριο self- service του πλοίου, από κοινού με δύο ακόμη θαλαμηπόλους και έναν επίκουρο, στο οποίο προσέρχονταν μισή ώρα προ της ενάρξεως της λειτουργίας του, φροντίζοντας για την προετοιμασία του χώρου, ακολούθως δε, κατά τη λειτουργία του εφρόντιζε για την καθαριότητα των τραπεζιών ευθύνης του. Η λειτουργίας δε του εν λόγω εστιατορίου διαρκούσε από ώρας 12.30 έως ώρα 15.30 και από ώρας 19.30 έως ώρας 21.30, χωρίς ν’ απασχολείται στην καθαριότητα του εστιατορίου, μετά το πέρας λειτουργίας του, για την οποία αποκλειστικά υπεύθυνος ήταν ο επίκουρος. Κατά τις λοιπές ώρες φρόντιζε μαζί με έναν επίκουρο για την καθαριότητα, κατά μέσο όρο 45- 50 κλινών, αλλάζοντας τα κλινοσκεπάσματά τους, ξεσκονίζοντας την καμπίνα και καθαρίζοντας τον καθρέπτη του μπάνιου, ενώ ο επίκουρος καθάριζε το μπάνιο κάθε καμπίνας και σκούπιζε τη μοκέτα της. Τους θερινούς μήνες, λόγω της αυξημένης επιβατικής κίνησης, συνήθως επιμελείτο την καθαριότητα των ανωτέρω καμπινών δύο φορές κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από το λιμάνι προορισμού στο λιμάνι αφετηρίας και κατά την αντίστροφη διαδρομή. Τέλος δε, λαμβανομένων υπόψη και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, στο λιμάνι αφετηρίας (Πειραιάς) και προορισμού (Ρόδος), ο ενάγων συμμετείχε και στις πιο εντατικές και απαιτητικές εργασίες καθαρισμού του ξενοδοχειακού τμήματος του ανωτέρω πλοίου. Σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν, λαμβανομένων δε επίσης υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στην ως άνω ακτοπλοϊκή γραμμή και εκτελούσε τα συγκεκριμένα δρομολόγια που προαναφέρθηκαν, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους (μειωμένη τη χειμερινή, σημαντικά μεγαλύτερη κατά τη θερινή), τη χωρητικότητα του εν λόγω πλοίου και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, τη συνολική διάρκεια εκάστου δρομολογίου από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμένα της αφετηρίας του μέχρι τον κατάπλου του στον ίδιο, την οργανική σύνθεση του πληρώματος καταστρώματος, της σταθερής καταβολής σ’ αυτόν από την δεύτερη εναγόμενη, εργοδότριά του, παγίως κάθε μήνα χρηματικών ποσών, ως αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση, όπερ εκ των πραγμάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αντίδικός του αναγνώριζε στην πράξη την ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης των μελών του πληρώματος ενδιαιτήσεως του πλοίου της για την εύρυθμη λειτουργία του, της φύσεως και του αντικειμένου της απασχόλησής του και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, ενόψει και του ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητάς του στο πλοίο δεν θα μπορούσαν, εξ ορισμού, να χαρακτηριστούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας του, εφόσον ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών, υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του, κατ’ άρθρον 57 παρ. 1 του ΚΙΝΔ (ΕφΠειρ 45/2010 ΕΝαυτΔ 2010 405, ΜονΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013 220, ΕφΠειρ 548/2001 ΕΕργΔ 61.340), με αποτέλεσμα ο χρόνος παραμονής αυτού στο πλοίο, να μην ταυτίζεται αναγκαίως με τον χρόνο πραγματικής απασχόλησής του σ’ αυτό, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, όπως αναλύονται ανωτέρω, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας εργασίας του ενάγοντος, καθόλη της διάρκεια της ένδικης εργασίας του στο ανωτέρω πλοίο, ανήλθε σε 12 ώρες, και όχι σε 14 ώρες, όπως ισχυρίσθηκε αυτός με την αγωγή του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του επίσης δέχθηκε ότι ο ενάγων απασχολείτο καθημερινά  επί 12 ώρες κατά μέσο όρο στο ανωτέρω πλοίο, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του σ’ αυτό με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, ορθά τις ενώπιόν του προσκομισθείσες αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τον ενάγοντα με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου της ένδικης έφεσής του, με τον οποίο ζήτησε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το κεφάλαιο αυτό, προκειμένου να αναδικασθεί η υπόθεση και να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του, κατόπιν παραδοχής ως βασίμου του ισχυρισμού του ότι η διάρκεια της ημερήσιας απασχόλησής του στο ως άνω πλοίο ανερχόταν σε 14 ώρες, ούτως ώστε να του επιδικασθεί ολόκληρο τo αιτούμενο με την αγωγή του ποσό της αμοιβής του για υπερωριακή εργασία  και από τις εναγόμενες αντίστοιχα με το πρώτο σκέλος του τρίτου λόγου της δικής τους έφεσης, με τον οποίο επίσης αιτήθηκαν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης όσον αφορά στο κεφάλαιο της αιτουμένης αμοιβής για την παροχή από τον ενάγοντα υπερωριακής εργασίας, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση ν’ απορριφθεί  καθ’ ολοκληρίαν η αγωγή κατά το εν λόγω κονδύλιο, επικαλούμενες ειδικότερα ότι ο ενάγων δεν εργαζόταν ημερησίως κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή του και ότι σε κάθε περίπτωση για την όποια υπερωριακή του απασχόληση έχει πλήρως και ολοσχερώς εξοφληθεί διά των χρηματικών ποσών που του καταβάλλονταν ανελλιπώς κάθε μήνα, απορριπτομένων ως αβασίμων. Ο ίδιος (τρίτος) λόγος έφεσης της έφεσης των εναγομένων, κατά το δεύτερο σκέλος του, κατά τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση διότι έλαβε υπόψη της τις ανωτέρω μαρτυρικές καταθέσεις των μαρτύρων του ενάγοντος, τυγχάνει απορριπτέος, εφόσον απεδείχθη ότι οι εναγόμενες κλήθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα προκειμένου και για τη λήψη των ανωτέρω ενόρκων βεβαιώσεων, το γεγονός δε ότι ο δεύτερος των υπό του ενάγοντος εξετασθέντων μαρτύρων ……… ευρίσκεται σε αντιδικία με τις εναγόμενες καθόσον έχει εγείρει και αυτός αγωγή σε βάρος των εναγομένων, να αποκλείει την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (ΕφΑθ 3879/2012 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 698/2003 ΑχΝομ 2004.266), μη εξαρτώντας εκ του λόγου τούτου συμφέρον από την παρούσα δίκη, όπως η ίδια διατείνεται, ενόψει μάλιστα του ότι, ήδη η διάταξη του άρθρου 400 αρ. 3 ΚΠολΔ κατά το οποίο «Δεν εξετάζονται, όταν κληθούν ως μάρτυρες,1) …,2) …, 3) πρόσωπα που μπορεί να έχουν συμφέρον από τη δίκη», καταργήθηκε με το άρθρο  δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015. Περαιτέρω, η ανάγκη παροχής εργασίας, πέραν των νομίμων, κατά τα άνω, χρονικών ορίων, δεν αποκλείεται από το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος καθόσον υπηρετούσαν στο τμήμα ενδιαίτησης είκοσι δύο (22) και άλλοτε είκοσι τρία (23) άτομα και δη ένας προϊστάμενος αρχιθαλαμηπόλος, ένας βοηθός αρχιθαλαμηπόλου, δεκατέσσερις θαλαμηπόλοι και έξι και άλλοτε επτά επίκουροι, καθόσον αυτή η πληρότητα αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν καταδεικνύει την ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία, όπως αβασίμως υπολαμβάνουν οι εναγόμενες στον τρίτο λόγο της ένδικης έφεσής τους, γεγονός άλλωστε που επιβεβαιώνεται και από το ότι, κάθε μήνα καταβαλλόταν στον ενάγοντα υπό της δεύτερης εναγομένης, ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, αναγνωριζομένης  εκ προοιμίου υπ’ αυτής (δεύτερης εναγομένης) της ανάγκης  υπερωριακής εργασίας του. Εξάλλου, σε αντίθετη κρίση το Δικαστήριο δεν δύναται να αχθεί εκ της επικαλούμενης, στα πλαίσια του ιδίου (τρίτου) λόγου έφεσης, υπό των εναγομένων, μειωμένης επιβατικής κίνησης, δεδομένου μάλιστα ότι οι υπηρεσίες που παρείχε ο ενάγων κατά το χρονικό διάστημα από την 31.3.2018 έως και την 26.3.2019, δεν επηρεάζονταν από τον αριθμό επιβατών εφόσον εκτελούσε υπηρεσία θαλαμηπόλου ενδιαίτησης, η ανάγκη δε παροχής υπερωριακής εργασίας, όπως προελέχθη, αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε κάθε μήνα στον ενάγοντα ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, αναγνωριζομένης  εκ προοιμίου υπ’ αυτής (δεύτερης εναγομένης) της ανάγκης  υπερωριακής εργασίας του. Ο ισχυρισμός, εξάλλου, των εναγομένων που περιέχεται στον τρίτο λόγο έφεσης, ότι ο ενάγων συνέχισε επί πολλά έτη να ναυτολογείται στο ανωτέρω πλοίο χωρίς να εκφράσει παράπονα σχετικά με την εργασία του, καθώς επίσης, ο ισχυρισμός των εναγομένων που περιέχεται στις έγγραφες προτάσεις τους που κατέθεσαν επί της εφέσεως του ενάγοντος ότι κάθε μήνα ελάμβανε τις μηνιαίες αποδοχές του χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, όντας απολύτως ικανοποιημένος τόσο με το ωράριό του όσο και με τις συνθήκες εργασίας του, όπως επίσης ελάμβανε χωρίς διαμαρτυρία τη συμφωνηθείσα αμοιβή του για την υπερωριακή του απασχόληση, δεν αναιρεί το αποδεικνυόμενο γεγονός ότι, ο ενάγων κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, απασχολούνταν υπερωριακώς, ως απεδείχθη ανωτέρω. Άλλωστε, η μη διαμαρτυρία του, δεν συνεπάγεται σιωπηρή παραίτηση  του ενάγοντος από τις επίδικες αξιώσεις του και σε κάθε περίπτωση τυχόν τέτοια παραίτηση είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματα του που πηγάζουν είτε από τον νομό, είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατωτέρα όρια προστασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Επομένως, αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεων του ενάγοντος εντός των ετών 2018 και 2019, ο ενάγων απασχολήθηκε καθημερινά σ’ αυτό υπερωριακά με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου και δη πέραν των οκτώ [8] ωρών, που καθορίζονται στο άρθρο 11 των εν προκειμένω εφαρμοστέων με βάση τη συμφωνία του με τη δεύτερη εναγόμενη κατά την πρόσληψή του ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. ως ώρες υποχρεωτικής ημερήσιας εργασίας για όλους τους ναυτικούς, εν πλω και στο λιμάνι και δη επί τέσσερις [4] ώρες κατά τις καθημερινές ημέρες και τις ημέρες Κυριακές, ενώ η δωδεκάωρη εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες των επίμαχων χρονικών διαστημάτων θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, με αποτέλεσμα να δικαιούται της προβλεπομένης αμοιβής για τις πραγματοποιηθείσες υπερωρίες του. Συνεπώς, δικαιούται ως πρόσθετη (υπερωριακή) αμοιβή: (Ι) για την παροχή υπερωριακής εργασίας τεσσάρων ωρών τις καθημερινές και τις Κυριακές: α) κατά τα χρονικά διαστήματα από 31.3.2018 έως 15.5.2018 και από 19.5.2018 έως 31.10.1998, ήτοι επί 174 ημέρες καθημερινές και Κυριακής, το συνολικό ποσό των 5.943,84 ευρώ (174 ημέρες X 4 ώρες ημερησίως X 8,54 ευρώ ανά  ώρα) και β) Κατά το χρονικό διάστημα από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 1.11.2019, ήτοι επί 230 ημέρες καθημερινές και Κυριακής, το συνολικό ποσό των ευρώ 8.004,00 (230 ημέρες καθημερινές και Κυριακής X 4 ώρες ημερησίως X 8,70 ευρώ υπερωριακή αμοιβή ανά ώρα), (ΙΙ) για την παροχή υπερωριακής εργασίας, καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ο ενάγων έπρεπε να λάβει ως πρόσθετη αμοιβή υπερωριακής εργασίας: α) Κατά τα χρονικά διαστήματα από 31.3.2018 έως 15.5.2018 και από 19.5.2018 έως 31.10.1998, για την υπερωριακή εργασία δώδεκα ωρών ημερησίως, επί 38 ημέρες Σαββάτου και αργιών, το συνολικό ποσό των 4.674,00 ευρώ (38 ημέρες και δη 31 ημέρες Σαββάτου και 7 ημέρες αργιών X 12 ώρες ημερησίως X 10,25 ευρώ ανά  ώρα) και β) Κατά το χρονικό διάστημα από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 1.11.2019  για την υπερωριακή εργασία δώδεκα ωρών ημερησίως το ποσό των ευρώ 5.888,16 (47 ημέρες και δη 38 ημέρες Σαββάτου και 9 ημέρες αργίας X 12 ώρες ημερησίως X 10,44 ευρώ υπερωριακή αμοιβή ανά ώρα). Δηλαδή, για υπερωριακή εργασία κατά τις καθημερινές ημέρες τις ημέρες Κυριακής και Σαββάτου και τις ημέρες αργιών, ο ενάγων έπρεπε να λάβει συνολικά το ποσό των (5.943,84 + 8.004,00 + 4.674,00 + 5.888,16=) 24.510 ευρώ. Έναντι του ανωτέρω αποδειχθέντος ποσού, όπως οι εναγόμενες ισχυρίσθηκαν κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 17.932,21 και όχι το ποσό των ευρώ (4.486,12 + 3.245,15 + 6.089,76 + 4.306,37=) 18.127,40, όπως καθ’ υπέρβαση του περί καταβολής ισχυρισμού των εναγομένων, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, κατά τον βάσιμο, κατά το δεύτερο σκέλος του, πρώτο λόγο έφεσης του ενάγοντος. Ειδικότερα, έναντι της ένδικης απαίτησης του ενάγοντος περί καταβολής της υπερωριακής του αμοιβής για την απασχόλησή του, πέραν του νομίμου ωραρίου, κατά τις επίδικες ναυτολογήσεις, οι εναγόμενες προέβαλαν, κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, ισχυρισμό περί καταβολής, εκ ποσού ευρώ 17.932,21 συνολικά, ισχυρισμός η νομιμότητα, το ορισμένο και η ουσιαστική βασιμότητα του οποίου δεν αμφισβητείται με τον πρώτο λόγο έφεσης του ενάγοντος. Παρά ταύτα, υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, εσφαλμένως έγινε δεκτό ότι, έναντι της ένδικης απαίτησης, κατεβλήθη στον ενάγοντα για υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής κατά το έτος 2018 το ποσό των ευρώ 4.486,12, για υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών κατά το έτος 2018 το ποσό των ευρώ 3.245,15, για υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές ημέρες και ημέρες Κυριακής κατά το έτος 2019 το ποσό των ευρώ 6.089,76, για υπερωριακή του απασχόληση κατά τις ημέρες Σαββάτου και αργιών κατά το έτος 2019 το ποσό των ευρώ 4.306,37 και συνολικά το ποσό των  (4.486,12 + 3.245,15 + 6.089,76 + 4.306,37=) 18.127,40. Επομένως, πρέπει κατά τούτο, να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος έφεσης του ενάγοντος κατά το δεύτερο σκέλος του και αφού εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, το παρόν Δικαστήριο πρέπει να κρατήσει και δικάσει την ένδικη υπόθεση (άρθρο 535 ΚΠολΔ) και αφού γίνει δεκτό ότι έναντι της εκ ποσού ευρώ  24.510,00 απαίτησης του ενάγοντος για καταβολή της αμοιβής του για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις ημέρες Κυριακής, Σαββάτου και τις ημέρες αργιών των ενδίκων ναυτολογήσεων η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των ευρώ 17.932,21, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, η πρώτη εκ των οποίων έως της αξίας του πλοίου της και δια του πλοίου της, να καταβάλουν για την εν λόγω αιτία στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των ευρώ (24.510 μείον 17.932,21=) 6.577,79. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 14 των προαναφερθεισών ΣΣΝΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) Η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), η αποζημίωση μη πραγματοποίσης αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), όπως και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 της ως άνω ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 496/2015, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 861/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 500/2012, αδημ., ΕφΠειρ. 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011/97, ΕφΠειρ. 343/2009, αδημ.). Αντιθέτως, το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 20 των ως άνω ΣΣΝΕ μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, ως επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων δώρων εορτών (ΜονΕφΠειρ. 48/2021, 216/2021, 196/2020, 676/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΜονΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262), για το λόγο ότι δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως σαφώς από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται, αιτία της χορήγησής του αποτελεί η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΕΕΔ 2005/237 = ΔΕΝ 59/1300 = Δνη 2005/123, ΑΠ 226/2003, ΕΕΔ 2004/790 = ΔΕΝ 59/1138). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο κατά τον, επί σκοπώ καθορισμού των επιδομάτων δώρων εορτών που εδικαιούτο ο ενάγων, προσδιορισμό των τακτικών σε μηνιαία κλίμακα καταβαλλόμενων αποδοχών του, δεν συνυπολόγισε το επίδομα ιματισμού, γιατί αυτό δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, ορθά εφάρμοσε το νόμο,  απορριπτομένου κατά το σκέλος αυτό του δευτέρου λόγου της έφεσης του ενάγοντος. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, ο ενάγων εργάσθηκε στο ανωτέρω πλοίο κατά τα χρονικά διαστήματα από 31.3.2018 έως 15.5.2018, από 19.5.2018 έως 31.10.2018, από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 1.11.2019. Ως εκ τούτου, εδικαιούτο αναλογίας δώρων εορτών και δη Δώρου Πάσχα ετών 2018 και 2019 και Δώρου Χριστουγέννων ετών 2018 και 2019, για τον υπολογισμό των οποίων θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλονταν από την δεύτερη εναγομένη εργοδότρια του ενάγοντος ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρείχε, τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου. Συγκεκριμένα, για (i) Αναλογία Δώρου Πάσχα 2018: Η εν λόγω αναλογία θα πρέπει να υπολογισθεί επί των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος και δη επί του εκ ποσού ευρώ 1.181,15 μισθού ενεργείας, πλέον επιδόματος Κυριακών εκ ποσού ευρώ 259,86, πλέον επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας εκ ποσού ευρώ 35,92, πλέον μηνιαίου αντιτίμου τροφής εκ ποσού ευρώ 587,70, πλέον επιδόματος αδείας μετά τροφοδοσίας εκ ποσού ευρώ 425,45, και όχι, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο (αριθμητικά τρίτο) λόγο έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ ποσού ευρώ 461,05 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, πλέον επιδόματος άγονης γραμμής εκ ποσού ευρώ 51,05 όπως αξιώνει ο ενάγων με την αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων και όχι, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο (αριθμητικά τρίτο) λόγο έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ ποσού ευρώ 82,68 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, πλέον μηνιαίας αναλογίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης για το χρονικό διάστημα από 1.1.2018 έως 30.4.2018. Όπως απεδείχθη, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2018 έως 30.4.2018, ο ενάγων εργάσθηκε από 31.3.2018 έως 30.4.2018, ήτοι εργάσθηκε επί πέντε ημέρες Σαββάτου και τρεις ημέρες αργιών (6.4., 9.4. και 23.4) και επί πέντε ημέρες Κυριακής και δέκα οκτώ ημέρες καθημερινές, με αποτέλεσμα ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής αυτού (ενάγοντος) για την υπερωριακή απασχόληση, κατά το εν λόγω διάστημα, να ανέρχεται σε {(8 ημέρες Σαββάτου και αργιών  επί 12 ώρες επί 10,25=) 984 + (23 ημέρες καθημερινές και Κυριακής επί 4 επί 8,54=) 785,68 = 1.769,68 ευρώ υπερωριακή απασχόληση κατά το εν λόγω διάστημα/31 ημέρες απασχόλησης επί 30=} 1.712,59 € και όχι το ποσό των ευρώ (270,17 + 532,59 + 163,59=) 966,35, όπως κατά το βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Επιπλέον, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας, απεδείχθη ότι, κατά την ανωτέρω απασχόληση του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2018 έως 30.4.2018, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα και το ποσό των ευρώ 207,28 με αιτιολογία «ποσοστά θαλαμηπόλων», ποσό το οποίο θα πρέπει να συνυπολογισθεί στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, εφόσον απεδείχθη ότι, το ποσό αυτό καταβάλλονταν στον ενάγοντα ως αντάλλαγμα της εργασίας που παρείχε τακτικώς, δεδομένου ότι κατεβλήθη σε αυτόν για διάστημα εργασίας τριάντα ημερών έναντι τριάντα μίας ημερών που ο ενάγων απασχολήθηκε κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα από 31.3.2018 έως 30.4.2018. Εκ του ποσού δε αυτού των 207,28 ευρώ πρέπει να συνυπολογισθεί ο μέσος όρος αυτού μηνιαίως, ο οποίος ανέρχεται στο ποσό των ευρώ (207,28 δια 31 ημέρες απασχόλησης εντός του εν λόγω διαστήματος επί 30 ημέρες εργασίας μηνιαίως =) 200,59 και όχι το ποσό των ευρώ 267,60 που αναφέρει ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής του, απορριπτομένων αυτών, ως προς το επιπλέον ποσό, ως αβασίμων στην ουσία τους. Ως εκ τούτου, αποδεικνύεται ότι, για αναλογία Δώρου Πάσχα 2018, ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.181,15 €+ επίδομα Κυριακών 259,86 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 587,70 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 425,45 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 1.712,59 € + επίδομα άγονης γραμμής 51,05 € + μέσο όρο ποσοστών θαλαμηπόλων 200,59 € =] 4.454,31 δια 2 επί 1/15  επί (31 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 8=) 3,87 οκταήμερα=} 574,60 και όχι, όπως αβασίμως υποστηρίζει ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και με τον δεύτερο λόγος έφεσής του, με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον προσδιορισμό της δικαιούμενης υπ’ αυτού αναλογίας Δώρου Πάσχα 2018 το ποσό των ευρώ 636,07, ούτε το ποσό των ευρώ 461,11, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Έναντι του εν λόγω ποσού, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται υπό κανενός των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 265,95 και ως εκ τούτου, η δεύτερη εναγομένη ως εργοδότρια αυτού συνεχίζει να του οφείλει το ποσό των ευρώ (574,60 μείον 265,95=) 308,65 και όχι το ποσό των ευρώ 370,12 το οποίο αιτείται ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και με τον δεύτερο λόγο έφεσής του, ούτε το ποσό των ευρώ 195,16 όπως έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως. Επομένως, πρέπει να γίνει κατά ένα μέρος δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του ο δεύτερος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση, για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον προσδιορισμό της αναλογίας Δώρου Πάσχα 2018, να απορριφθεί δε ο αντίστοιχος τέταρτος (κατά την έφεση τρίτος) λόγος έφεσης των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθό μέρος δέχθηκε ότι πέραν του ποσού των ευρώ 265,59 που κατέβαλε στον ενάγοντα για την εν λόγω αιτία συνεχίζει να του οφείλει υπόλοιπο αναλογίας Δώρου Πάσχα 2018. Για (ii) Αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2018: Η εν λόγω αναλογία θα πρέπει να υπολογισθεί επί των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος και δη επί του εκ ποσού ευρώ 1.181,15 μισθού ενεργείας, πλέον επιδόματος Κυριακών εκ ποσού ευρώ 259,86, πλέον επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας εκ ποσού ευρώ 35,92, πλέον μηνιαίου αντιτίμου τροφής εκ ποσού ευρώ 587,70, πλέον επιδόματος αδείας μετά τροφοδοσίας εκ ποσού ευρώ 425,45 και όχι όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο (αριθμητικά τρίτο) λόγο έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ ποσού ευρώ 461,05 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, πλέον επιδόματος άγονης γραμμής εκ ποσού ευρώ 51,05 όπως αξιώνει ο ενάγων με την αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων και όχι όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο (αριθμητικά τρίτο) λόγο έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ ποσού ευρώ 82,68 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, πλέον μηνιαίας αναλογίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης για το χρονικό διάστημα από 1.5.2018 έως 15.5.2018 και από 19.5.2018 έως 31.10.2018. Ειδικότερα, όπως απεδείχθη, κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάσθηκε επί εκατόν είκοσι έξι (126) ημέρες καθημερινές, είκοσι πέντε (25) ημέρες Κυριακής, τέσσερις (4) ημέρες αργίας και είκοσι έξι (26) ημέρες Σαββάτου, με αποτέλεσμα ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του ενάγοντος για την υπερωριακή του απασχόληση, κατά το εν λόγω διάστημα, να ανέρχεται σε {(30 ημέρες Σαββάτου και αργιών  επί 12 ώρες επί 10,25=) 3.690 + (151 ημέρες καθημερινές και Κυριακής επί 4 επί 8,54=) 5.158,16 = } 8.848,16 ευρώ υπερωριακή απασχόληση κατά το εν λόγω διάστημα/181 ημέρες απασχόλησης επί 30=} 1.466,54 € και όχι το ποσό των ευρώ (270,17 + 532,59 + 163,59=) 966,35, όπως κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Επιπλέον, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας, απεδείχθη ότι, κατά την ανωτέρω απασχόληση του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2018 έως 15.5.2018 και από 19.5.2018 έως 31.10.2018 η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα μηνιαίως και αποδοχές με αιτιολογία «ποσοστά θαλαμηπόλων», ποσό το οποίο θα πρέπει να συνυπολογισθεί στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, εφόσον απεδείχθη ότι το ποσό αυτό καταβάλλονταν στον ενάγοντα ως αντάλλαγμα της εργασίας που παρείχε τακτικά. Ειδικότερα, απεδείχθη ότι, για την εν λόγω αιτία, ήτοι με αιτιολογία «ποσοστά θαλαμηπόλων», η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα τον μήνα Μάιο 2018 το ποσό των ευρώ 406,79, τον μήνα Ιούνιο 2018 το ποσό των ευρώ 227,72, τον μήνα Ιούλιο 2018 το ποσό των ευρώ 293,13, τον μήνα Αύγουστο 2018 το ποσό των ευρώ 420,10,  τον μήνα Σεπτέμβριο 2018 το ποσό των ευρώ 182,00, τον μήνα Οκτώβριο 2018 το ποσό των ευρώ 125,42 και συνολικά το ποσό των ευρώ 1.655,16. Ο μέσος όρος μηνιαίως των εν λόγω τακτικών αποδοχών «ποσοστά θαλαμηπόλων ανέρχεται σε ευρώ (1.655,16 δια 181 επί 30=) 274,33, πλην όμως ο ενάγων αξιώνει όπως συνυπολογισθεί μέσος όρος των εν λόγω τακτικών αποδοχών (ποσοστά θαλαμηπόλων) εκ ποσού ευρώ 267,60 το οποίο πρέπει και να συνυπολογισθεί. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, εφόσον κατά τον προσδιορισμό των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος για τον υπολογισμό της αναλογίας αυτού στο Δώρο Χριστουγέννων 2018 δεν συνυπολόγισε και τον αναλογούντα μέσο όρο των καταβαλλομένων κάθε μήνα στον ενάγοντα με αιτιολογία «ποσοστά θαλαμηπόλων» τακτικών αποδοχών αυτού. Ως εκ τούτου, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2018 εδικαιούτο το ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.181,15 €+ επίδομα Κυριακών 259,86 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 587,70 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 425,45 € + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 1.466,54 € + επίδομα άγονης γραμμής 51,05 € + μέσο όρο ποσοστών θαλαμηπόλων 267,60 € =] 4.275,27 επί 2/25  επί (181  ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 9,52 δεκαεννιαήμερα=} 3.256,04 και όχι, όπως αβασίμως υποστηρίζει ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και με τον δεύτερο λόγος έφεσής του με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον προσδιορισμό της δικαιούμενης υπ’ αυτού αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2018, το ποσό των ευρώ 3.755,26, ούτε όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση το ποσό των ευρώ 2.722,53, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Έναντι του εν λόγω ποσού, όπως ανέφερε ο ενάγων ήδη με την αγωγή του και οι εναγόμενες με τις έγγραφες προτάσεις τους, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 1.368,21 και όχι το ποσό των ευρώ 1.557,66, όπως εσφαλμένως και κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο κατά τούτο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος. Ως εκ τούτου, η δεύτερη εναγομένη ως εργοδότρια του ενάγοντος συνεχίζει να του οφείλει το ποσό των ευρώ (3.256,04 μείον 1.368,21 =) 1.887,83 και όχι το ποσό των ευρώ 2.387,05 το οποίο αιτείται ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και με τον δεύτερο λόγο έφεσής του. Επομένως, πρέπει να γίνει κατά ένα μέρος δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του ο δεύτερος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον προσδιορισμό της αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2018, να απορριφθεί δε ο αντίστοιχος τέταρτος (κατά την έφεση τρίτος) λόγος έφεσης των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθό μέρος έγινε εν μέρει δεκτή η ένδικη αγωγή όσον αφορά την απαίτηση του ενάγοντος για καταβολή διαφοράς Δώρου Χριστουγέννων 2018. Για (iii) Αναλογία Δώρου Πάσχα 2019: Η εν λόγω αναλογία θα πρέπει να υπολογισθεί επί των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος και δη επί του εκ ποσού ευρώ 1.204,77 μισθού ενεργείας, πλέον επιδόματος Κυριακών εκ ποσού ευρώ 265,05, πλέον επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας εκ ποσού ευρώ 36,64, πλέον μηνιαίου αντιτίμου τροφής εκ ποσού ευρώ 599,40, πλέον επιδόματος αδείας μετά τροφοδοσίας εκ ποσού ευρώ 433,95 και όχι όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο (αριθμητικά τρίτο) λόγο έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ ποσού ευρώ 470,25 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, πλέον επιδόματος άγονης γραμμής εκ ποσού ευρώ 56,85 όπως αξιώνει ο ενάγων με την αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων και όχι όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο (αριθμητικά τρίτο) λόγο έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ ποσού ευρώ 84,33 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, πλέον μηνιαίας αναλογίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης για το χρονικό διάστημα από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 30.4.2019. Όπως απεδείχθη, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2019 έως 30.4.2019, ο ενάγων εργάσθηκε από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 30.4.2019, ήτοι εργάσθηκε επί δέκα τρεις ημέρες Σαββάτου και τέσσερις ημέρες αργιών (11.3, 25.3, 26.4, 29.4) και επί δέκα τρεις ημέρες Κυριακής και εξήντα τρεις ημέρες καθημερινές, με αποτέλεσμα ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής αυτού (ενάγοντος) για την υπερωριακή του απασχόληση κατά το εν λόγω διάστημα να ανέρχεται σε {(17 ημέρες Σαββάτου και αργιών  επί 12 ώρες επί 10,44=) 2.129,76 + (76 ημέρες καθημερινές και Κυριακής επί 4 επί 8,70=) 2.644,80= 4.774,56 ευρώ υπερωριακή απασχόληση κατά το εν λόγω διάστημα/93 ημέρες απασχόλησης επί 30=} 1.540,18 € και όχι το ποσό των ευρώ (363,82 + 542,46 + 166,62=) 1.072,90, όπως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Επιπλέον, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας, απεδείχθη ότι, κατά την ανωτέρω απασχόληση του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα από 15.1.2019 έως 26.3.2019 και από 9.4.2019 έως 30.4.2019, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα, τα ακόλουθα ποσά με αιτιολογία «ποσοστά θαλαμηπόλων και δη το ποσό των ευρώ 292,99 τον μήνα Ιανουάριο 2019, το ποσό των ευρώ 119,05 τον μήνα Φεβρουάριο 2019, το ποσό των ευρώ 159,60 τον μήνα Μάρτιο 2019 και το ποσό των ευρώ 76,12 τον μήνα Απρίλιο 2019 και συνολικά με την εν λόγω αιτιολογία («ποσοστά θαλαμηπόλων») το ποσό των ευρώ 647,76, ποσό το οποίο θα πρέπει να συνυπολογισθεί στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος εφόσον απεδείχθη ότι το ποσό αυτό καταβάλλονταν στον ενάγοντα ως αντάλλαγμα της εργασίας που παρείχε τακτικώς εφόσον καταβάλλονταν σε αυτόν κάθε μήνα. Εκ του ποσού δε αυτού των 647,76 πρέπει να συνυπολογισθεί ο μέσος όρος αυτού μηνιαίως, ο οποίος ανέρχεται στο ποσό των ευρώ (647,76 δια 93 ημέρες απασχόλησης εντός του εν λόγω διαστήματος επί 30 ημέρες εργασίας μηνιαίως =) 208,95 και όχι το ποσό των ευρώ 254,69 όπως αναφέρει ο ενάγων με την αγωγή του και με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής του, απορριπτομένων αυτών κατά το επιπλέον ποσό ως αβασίμων στην ουσία τους.  Ως εκ τούτου, αποδεικνύεται ότι, για αναλογία Δώρου Πάσχα 2019, ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 € + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 1.540,18 € + επίδομα άγονης γραμμής 56,85 € + μέσο όρο ποσοστών θαλαμηπόλων 208,95 € =] 4.345,79  δια 2 επί 1/15  επί (93 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 8=)11,62 οκταήμερα=} 1.683,27 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι, όπως αβασίμως υποστηρίζει ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και με τον δεύτερο λόγος έφεσής του με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον προσδιορισμό της δικαιούμενης υπ’ αυτού αναλογίας Δώρου Πάσχα 2019, το ποσό των ευρώ 1.923,34, ούτε το ποσό των ευρώ 1.445,99 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος. Έναντι του εν λόγω ποσού, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται υπό κανενός των διαδίκων, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 831,34 και ως εκ τούτου, η δεύτερη εναγομένη ως εργοδότρια αυτού συνεχίζει να του οφείλει το ποσό των ευρώ (1.683,27 μείον 831,34=) 851,93 και όχι το ποσό των ευρώ 1.092,00 το οποίο αιτείται ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του και με τον δεύτερο λόγο έφεσής του. Επομένως, πρέπει να γίνει κατά ένα μέρος δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του ο δεύτερος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον προσδιορισμό της αναλογίας Δώρου Πάσχα 2019 να απορριφθεί δε ο αντίστοιχος τέταρτος (κατά την έφεση τρίτος) λόγος έφεσης των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων καθό μέρος έγινε δεκτό ότι οφείλεται διαφορά αναλογίας του εν λόγω δώρου εορτών. Για (vi) Αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2019: Η εν λόγω αναλογία θα πρέπει να υπολογισθεί επί των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος και δη επί του εκ ποσού ευρώ 1.204,77 μισθού ενεργείας, πλέον επιδόματος Κυριακών εκ ποσού ευρώ 265,05, πλέον επιδόματος βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας εκ ποσού ευρώ 36,64, πλέον μηνιαίου αντιτίμου τροφής εκ ποσού ευρώ 599,40, πλέον επιδόματος αδείας μετά τροφοδοσίας εκ ποσού ευρώ 433,95, και όχι όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο (αριθμητικά τρίτο) λόγο έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ ποσού ευρώ 470,25 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, πλέον επιδόματος άγονης γραμμής εκ ποσού ευρώ 56,85 όπως αξιώνει ο ενάγων με την αγωγή του και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό των εναγομένων και όχι όπως εσφαλμένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο τέταρτο (αριθμητικά τρίτο) λόγο έφεσης των εναγομένων με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εκ ποσού ευρώ  84,33 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, πλέον μηνιαίας αναλογίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης για το χρονικό διάστημα από 1.5.2019 έως 1.1.2019. Όπως απεδείχθη, κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2019 έως 31.12.2019, ο ενάγων εργάσθηκε από 1.5.2019 έως 1.11.2019, ήτοι εργάσθηκε επί είκοσι πέντε ημέρες Σαββάτου και πέντε ημέρες αργιών (1.5, 6.6, 15.8, 14.9 και 28.10) και επί είκοσι έξι ημέρες Κυριακής και εκατόν είκοσι οκτώ ημέρες καθημερινές, με αποτέλεσμα ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής αυτού (ενάγοντος) για την υπερωριακή του απασχόληση κατά το εν λόγω διάστημα να ανέρχεται σε {(30 ημέρες Σαββάτου και αργιών επί 12 ώρες επί 10,44=) 3.758,40 + (154 ημέρες καθημερινές και Κυριακής επί 4 επί 8,70=) 5.359,20= 9.117,60 ευρώ υπερωριακή απασχόληση κατά το εν λόγω διάστημα/184 ημέρες απασχόλησης επί 30=} 1.486,56 €  και όχι το ποσό των ευρώ (363,82 + 542,46 + 166,62=) 1.072,90, όπως, κατά τον εν μέρει βάσιμο στην ουσία του δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Επιπλέον, από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας, απεδείχθη ότι, κατά την ανωτέρω απασχόληση του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2019 έως 1.11.2019, η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα, τα ακόλουθα ποσά με αιτιολογία «ποσοστά θαλαμηπόλων και δη το ποσό των ευρώ 183,10 τον μήνα Μάιο 2019, το ποσό των ευρώ 214,04 τον μήνα Ιούνιο 2019, το ποσό των ευρώ 275,79 τον μήνα Ιούλιο 2019, το ποσό των ευρώ 469,46 τον μήνα Αύγουστο 2019, το ποσό των ευρώ 289,87 τον μήνα Σεπτέμβριο 2019, το ποσό των ευρώ 194,27 τον μήνα Οκτώβριο 2019 και το ποσό των ευρώ 37,79 τον μήνα Νοέμβριο 2019 και συνολικά με την εν λόγω αιτιολογία («ποσοστά θαλαμηπόλων») το ποσό των ευρώ 1.664,32, ποσό το οποίο θα πρέπει να συνυπολογισθεί στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος εφόσον απεδείχθη ότι το ποσό αυτό καταβάλλονταν στον ενάγοντα ως αντάλλαγμα της εργασίας που παρείχε τακτικώς εφόσον καταβάλλονταν σε αυτόν κάθε μήνα. Εκ του ποσού δε αυτού των 1.664,32 πρέπει να συνυπολογισθεί ο μέσος όρος αυτού μηνιαίως, ο οποίος ανέρχεται στο ποσό των ευρώ (1.664,32 δια 184 ημέρες απασχόλησης εντός του εν λόγω διαστήματος επί 30 ημέρες εργασίας μηνιαίως =) 271,36 πλην όμως ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του ζητά όπως για την εν λόγω αιτία συνυπολογισθεί το ποσό των ευρώ 254,69, το οποίο και πρέπει να υπολογισθεί. Ως εκ τούτου, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2019 εδικαιούτο το ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 1.486,56 € + επίδομα άγονης γραμμής 56,85 € + μέσο όρο ποσοστών θαλαμηπόλων 254,69€ =] 4.337,91 επί 2/25 επί (184 ημέρες εργασίας κατά το εν λόγω διάστημα δια 19=) 9,68 δεκαεννιαήμερα και όχι 9,74 δεκαεννιαήμερα, όπως υποστηρίζει ο ενάγων και έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ατά τον βάσιμο τέταρτο (τρίτο κατά την έφεση) λόγο έφεσης των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων =} 3.359,28 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) και όχι, όπως αβασίμως υποστηρίζει ο ενάγων με τον δεύτερο λόγος έφεσής του με τον οποίο πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον προσδιορισμό της δικαιούμενης υπ’ αυτού αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2019, το ποσό των ευρώ 3.755,26, ούτε όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση το ποσό των ευρώ 2.908,94, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Έναντι του εν λόγω ποσού, όπως ανέφερε ο ενάγων ήδη με την αγωγή του και οι εναγόμενες με τις έγγραφες προτάσεις τους, ο ενάγων έλαβε το ποσό των ευρώ 1.615,59 όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται υπό κανενός των διαδίκων. Ως εκ τούτου, η δεύτερη εναγομένη ως εργοδότρια του ενάγοντος συνεχίζει να του οφείλει το ποσό των ευρώ (3.359,28 μείον 1.615,59 =) 1.743,69 και όχι το ποσό των ευρώ 2.253,52 όπως ισχυρίζεται ο ενάγων με τον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής του, απορριπτομένου αυτού κατά το επιπλέον ποσό, ούτε το ποσό των ευρώ 1.293,35 που δέχθηκε κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων η εκκαλουμένη απόφαση. Επομένως, πρέπει να γίνει κατά ένα μέρος δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του ο δεύτερος λόγος της ένδικης έφεσης του ενάγοντος με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων κατά τον προσδιορισμό της αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2019, να απορριφθεί δε ο αντίστοιχος τέταρτος (κατά την έφεση τρίτος) λόγος έφεσης των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθό μέρος έγινε εν μέρει δεκτό ότι οφείλεται στον ενάγοντα διαφορά αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2019. Περαιτέρω, κατά τον βάσιμο τρίτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, το ανωτέρω ποσό των ευρώ 1.743,69, η δεύτερη εναγομένη, οφείλει να καταβάλει νομιμοτόκως από της επομένης ημέρας της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος, ήτοι από την 2.11.2019, δεδομένου ότι κατά τις διατάξεις του άρθρου 14 παρ.3 της ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών – επιβατηγών πλοίων έτους 2019 (ΥΑ 2242.5/-1.5/56040/2019 ΦΕΚ Β 3170/12.8.2019), υπό τον τίτλο «Δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα» ορίζεται ότι «3. Κατά την απόλυση του ο Ναυτικός δικαιούται και την καταβολή της αναλογίας τού Δώρου Εορτών». Έσφαλε, επομένως, κατά τον βάσιμο τρίτο λόγο έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη για κακή εφαρμογή νόμου και δη της ανωτέρω διατάξεως της ανωτέρω ΣΣΝΕ, καθό μέρος με αυτήν (εκκαλουμένη απόφαση), η αναλογούσα διαφορά του εν λόγω Δώρου Χριστουγέννων 2019, επιδικάσθηκε νομιμοτόκως από την 1.1.2020,  απερρίφθη δε σιωπηρά το αίτημα του ενάγοντος που περιείχετο στην ένδικη αγωγή του, για επιδίκαση του εν λόγω ποσού, νομιμοτόκως από της επομένη ημέρας της αποναυτολογήσεως, το οποίο ως έλασσον αίτημα περιέχεται στο μείζον αίτημα περί επιδίκασης τόκων από της ημέρας της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 των ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων των ετών 2018 και 2019, υπό τον τίτλο «Δρομολόγια Εξπρές», προβλέπεται ότι, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, ορίζεται ότι πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά τη παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. Όμως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή η μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και η επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των 12 ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Ο ενάγων με την ένδικη αγωγή του, ισχυρίσθηκε ότι, κατά τα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησής του στο εν λόγω πλοίο, αυτό εκτελούσε εβδομαδιαίως, λιγότερα των πέντε δρομολόγια τα οποία εκτείνοντο και κατά τη διάρκεια της νύχτας και τα οποία διαρκούσαν πλέον των δώδεκα ωρών, κατά την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αναχωρούσε προ της συμπληρώσεως έξι ωρών παραμονής στο λιμάνι αφετηρίας, ήτοι στο λιμάνι του Πειραιά, πραγματοποιώντας δρομολόγια εξπρές. Ότι περαιτέρω η εναγομένη εργοδότρια εταιρεία του, αναγνώρισε την εκτέλεση δρομολογίων εξπρές, δεδομένου ότι στους λογαριασμούς μισθοδοσίας αυτού του έτους 2018 ανέγραψε, κατά τον μήνα Απρίλιο 2018 ότι το πλοίο εκτέλεσε 0,28 δρομολόγια εξπρές, τον μήνα Ιούλιο 2018 εκτέλεσε 0,24 δρομολόγια εξπρές, τον μήνα Αύγουστο 2018 εκτέλεσε 1,00 δρομολόγιο εξπρές και συνολικά κατά το έτος 2018 εκτέλεσε 1,52 δρομολόγια εξπρές. Όμοια, στους λογαριασμούς μισθοδοσίας του έτους 2019 η δεύτερη εναγομένη ανέγραψε κατά τον μήνα Ιανουάριο 2019 ότι το πλοίο εκτέλεσε 0,14 δρομολόγια εξπρές, τον μήνα Ιούλιο 2019 εκτέλεσε 0,68 δρομολόγια εξπρές, τον μήνα Αύγουστο 2019 εκτέλεσε 0,58 δρομολόγιο εξπρές και τον μήνα Σεπτέμβριο 2019 εκτέλεσε 0,43 δρομολόγια εξπρές και συνολικά το έτος 2019 εκτέλεσε 1,83 δρομολόγια εξπρές. Περαιτέρω, ο ενάγων ισχυρίσθηκε ότι, οι τακτικές αποδοχές του, επί τη βάσει των οποίων έπρεπε να υπολογισθεί η αμοιβή του για έκαστο δρομολόγιο με ποσοστό 1/30 (επί των τακτικών αποδοχών), ανήρχοντο κατά το έτος 2018 στο ποσό των ευρώ 5.547,18 μηνιαίως και κατά το έτος 2019 στο ποσό των ευρώ 5.586,23 ευρώ μηνιαίως. Ειδικότερα, ο ενάγων με την αγωγή του ισχυρίσθηκε ότι, οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές του [α] για το έτος 2018 ανήρχοντο σε ευρώ 5.547,18 και δη  μισθός ενεργείας 1.181,15 €+ επίδομα Κυριακών 259,86 € + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 587,70 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 425,45 € + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 2.064,47 € + μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 51,05 € + μέσος όρος ποσοστών επί των πωλήσεων των μπαρ του πλοίου  267,60 € + μηνιαία αναλογία δώρων εορτών 616,35 € και [β]  για το έτος 2019  ανήρχοντο σε ευρώ 5.586,23 και δη  μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 2.055,41 € + μέσος όρος μηνιαίου επιδόματος άγονης γραμμής 58,78 € + μέσος όρος ποσοστών επί των πωλήσεων των μπαρ του πλοίου  254,69 € + μηνιαία αναλογία δώρων εορτών 620,69 €. Επί τη βάσει των εν λόγω τακτικών αποδοχών, ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι, για 1,52 δρομολόγια εξπρές που το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε κατά το έτος 2018, αυτός εδικαιούτο ως πρόσθετη αμοιβή το ποσό των ευρώ (5.547,18 δια 30 = 184,90 επί 1,52=) 281,05, έναντι του οποίου έλαβε μόνον το ποσό των ευρώ 104,32 και αξίωνε όπως του καταβληθεί η διαφορά εκ ποσού ευρώ 176,73. Επί τη βάσει δε των ανωτέρω τακτικών αποδοχών, ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι, για 1,83 δρομολόγια εξπρές που το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε κατά το έτος 2019, αυτός  εδικαιούτο ως πρόσθετη αμοιβή το ποσό των ευρώ (5.586,23 δια 30 = 186,20 επί 1,83=) 340,74, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των ευρώ 128,71 και αξίωνε όπως του καταβληθεί η διαφορά εκ ποσού ευρώ 388,76. Με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτό ότι, πράγματι το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε τα αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια εξπρές, εντός των ετών 2018 και 2019, για τα οποία ο ενάγων εδικαιούτο αμοιβής, συνισταμένης σε ποσοστό 1/30 επί των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του. Επιπλέον, προσδιόρισε τις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος (α) για το έτος 2018 στο ποσό των ευρώ 4.191,06 και δη μισθός ενεργείας 1.181,15 €+ επίδομα Κυριακής 259,86 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 587,70 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 461,05 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης (270,17 + 532,59 + 163,59=) 966,35 € + μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής 82,68 € + μηνιαία αναλογία δώρων εορτών 616,35 €  και για το έτος 2019 στο ποσό των ευρώ 4.354,03 και δη μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης (363,82 + 542,46 + 166,62=) 1.072,90 € + επίδομα άγονης γραμμής 84,33 € + μηνιαία αναλογία δώρων εορτών 620,69 €. Επί τη βάση των αποδοχών αυτών, δέχθηκε περαιτέρω ότι (α) για 1,52 δρομολόγια εξπρές συνολικά, εντός του έτους 2018, ο ενάγων εδικαιούτο ως πρόσθετη αμοιβή το ποσό των ευρώ (4.191,06 ευρώ επί 1/30 = 139,70 επί 1,52 δρομολόγια εξπρές =) 212,34 και αφού δέχθηκε ότι ο ενάγων έναντι αυτών έλαβε το ποσό των ευρώ 104,32, επεδίκασε σε αυτόν το υπόλοιπο ποσό των ευρώ 108,02 και (β) για 1,83 δρομολόγια εξπρές συνολικά, εντός του έτους 2019, ο ενάγων εδικαιούτο ως πρόσθετη αμοιβή το ποσό των ευρώ (4.354,03 ευρώ επί 1/30 = 145,13 επί 1,83 δρομολόγια εξπρές =) 265,58 και αφού δέχθηκε ότι ο ενάγων, έναντι αυτών, έλαβε το ποσό των ευρώ 128,71, επεδίκασε σε αυτόν το υπόλοιπο ποσό των ευρώ 136,87. Την ανωτέρω κρίση της εκκαλουμένης αποφάσεως πλήττουν οι εναγόμενες με τον πέμπτο (κατά την έφεση τέταρτο) λόγο εφέσεως, με τον οποίο ισχυρίζονται ότι κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, άλλως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, άλλως χωρίς αποδείξεις, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως ότι, οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος ανήρχοντο στο ποσό των ευρώ 3.574,71 κατά το έτος 2018 και στο ποσό των ευρώ 3.733,34 κατά το έτος 2019 και επεδίκασε για 1,52 εξπρές δρομολόγια κατά το έτος 2018 και για 1,83 δρομολόγια εξπρές κατά το έτος 2019 συνολικά το ποσό των ευρώ 244,89 ως διαφορά μεταξύ των καταβληθέντων και των οφειλομένων κατά το νόμο. Επιπροσθέτως, στα πλαίσια του ίδιου λόγου έφεσης, οι εναγόμενες, αναφέρουν ότι, η εκκαλουμένη απόφαση δεν υπελόγισε ορθά τον μέσο όρο της υπερωριακής αμοιβής του ενάγοντος, καθόσον στις συνολικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, συμπεριέλαβε μεγαλύτερο μέσο όρο υπερωριακής αμοιβής από αυτόν που πράγματι ο ενάγων εδικαιούτο. Επιπροσθέτως, με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτό ότι έναντι της εν λόγω απαίτησης ο ενάγων έλαβε μόνον το ποσό των ευρώ 233,03 που ανέφερε στην αγωγή του και όχι το ποσό των ευρώ 259,80 που οι εναγόμενες ισχυρίσθηκαν με τις έγγραφες προτάσεις τους που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ήτοι απέρριψε την εκ ποσού ευρώ (259,80 μείον 233,03=) 26,77 ένσταση καταβολής τους. Με τον υπό κρίση λόγο έφεσης, δεν αμφισβητείται υπό των εναγομένων και μάλιστα ειδικώς, ο αριθμός των εξπρές δρομολογίων τα οποία το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε, όπως αυτά αναφέρονται στην αγωγή και έγιναν δεκτά και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, αλλά ούτε και ο τρόπος υπολογισμού της αμοιβής αυτών και δη ο υπολογισμός της σε ποσοστό 1/30 επί των τακτικών αποδοχών. Επιπλέον, δεν αμφισβητήθηκε από τις εναγόμενες ο συνυπολογισμός, υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως στις μηνιαίες τακτικές αποδοχές του ενάγοντος, του ποσού των ευρώ 616,35 και 620,69, αντίστοιχα, ως μέσου όρου, μηνιαίως, των αναλογούντων δώρων εορτών. Ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος ανήρχοντο για το έτος 2018 για μισθό ενεργείας στο ποσό των ευρώ 1.181,15, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, για επίδομα Κυριακής στο ποσό των ευρώ 259,86, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας στο ποσό των ευρώ 35,92, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, για μηνιαίο αντίτιμο τροφής στο ποσό των ευρώ 587,70, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, για επίδομα αδείας  μετά τροφοδοσίας στο ποσό των ευρώ 425,45 και όχι στο ποσό των ευρώ 461,05 όπως εσφαλμένως, κατά το βάσιμο υπό κρίση πέμπτο λόγο έφεσης των εναγομένων, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ο μέσος όρος μηνιαίως αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος ανήρχετο σε [{(174 ημέρες καθημερινές και Κυριακές επί 4 ώρες επί 8,54=) 5.943,84 + (38 ημέρες Σαββάτου και αργιών επί 12 επί 10,25=) 4.674,00=}10.617,84 δια 212 ημέρες απασχόλησης επί 30=) 1.502,52, πλην όμως η εκκαλουμένη απόφαση, δέχθηκε ότι, ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του ενάγοντος για υπερωριακή απασχόληση ανήρχετο στο ποσό των ευρώ (270,17 + 532,59 + 163,59=) 966,35, με αποτέλεσμα και ενόψει του ότι δεν υπάρχει ως προς το κονδύλιο αυτό,  αντίστοιχος λόγος έφεσης του ενάγοντος, το ποσό αυτό των ευρώ 966,35 να πρέπει να ληφθεί υπόψη, ενόψει της καθιερούμενης με τις διατάξεις του άρθρου 536 ΚΠολΔ, αρχής της μη χειροτέρευσης της θέσης του εκκαλούντος, για μέσο όρο επιδόματος άγονης γραμμής το ποσό των ευρώ 51,05, όπως ο ενάγων ισχυρίζετο με την αγωγή του και δεν αμφισβητείται υπό των εναγομένων και όχι το ποσό των ευρώ 82,68 που δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Ως εκ τούτου, συνυπολογίζοντας και την μηνιαία αναλογία των δώρων εορτών έτους 2018 εκ ποσού ευρώ 616,35, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται με τον πέμπτο λόγο έφεσης των εναγομένων, οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος μηνιαίως κατά το έτος 2018, επί τη βάσει των οποίων πρέπει να υπολογισθεί η αμοιβή αυτού για τα μη αμφισβητούμενα 1,52 δρομολόγια εξπρές τα οποία εκτέλεσε το ανωτέρω πλοίο εντός του έτους 2018, ανέρχονται στο ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.181,15 €+ επίδομα Κυριακών 259,86 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,92 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 587,70 € + επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 425,45 € + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 966,35€ + επίδομα άγονης γραμμής 51,05 € + μηνιαία αναλογία των δώρων εορτών έτους 2018 εκ ποσού ευρώ 616,35 €=] 4.123,83 δια 30 επί 1,52=} 208,94 και όχι το ποσό των ευρώ 212,34 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Περαιτέρω, ενόψει των ανωτέρω αποδειχθέντων, οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος ανήρχοντο  για το έτος 2019 για μισθό ενεργείας στο ποσό των ευρώ 1.204,77 όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, για επίδομα Κυριακών στο ποσό των ευρώ 265,05 όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, για επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας στο ποσό των ευρώ 36,64 όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, για μηνιαίο αντίτιμο τροφής στο ποσό των ευρώ 599,40 όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση, για επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας στο ποσό των ευρώ 433,95 και όχι στο ποσό των ευρώ 470,25 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη κατά τον βάσιμο πέμπτο λόγο της έφεσης των εναγομένων, το επίδομα άγονης γραμμής στο ποσό των ευρώ 56,85 όπως ο ενάγων ισχυρίζετο με την αγωγή του και δεν αμφισβητείται υπό των εναγομένων και όχι το ποσό των ευρώ 82,68 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη κατά τον βάσιμο πέμπτο λόγο της έφεσης των εναγομένων, ο μέσος όρος μηνιαίως αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος ανήρχετο σε [{(230 ημέρες καθημερινές και Κυριακές επί 4 ώρες επί 8,70=) 8.004,00 + (47 ημέρες Σαββάτου και αργιών επί 12 επί 10,44=) 5.888,16=} 13.892,16 δια 277 ημέρες απασχόλησης επί 30=) 1.504,57 (κατόπιν στρογγυλοποίησης), πλην όμως η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε για την ίδια αιτία μέσο όρο μηνιαίως αμοιβής υπερωριών, το ποσό των ευρώ (363,82 + 542,46 + 166,62=) 1.072,90, με αποτέλεσμα και ενόψει του ότι δεν υπάρχει ως προς το κονδύλιο αυτό αντίστοιχος λόγος έφεσης του ενάγοντος, το ποσό αυτό να λαμβάνεται υπόψη συνεπεία της καθιερούμενης με τις διατάξεις του άρθρου 536 ΚΠολΔ, αρχής της μη χειροτέρευσης της θέσης του εκκαλούντος. Ως εκ τούτου, συνυπολογίζοντας και την μηνιαία αναλογία των δώρων εορτών έτους 2019 εκ ποσού ευρώ 620,69, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται με τον πέμπτο λόγο έφεσης των εναγομένων, οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος μηνιαίως κατά το έτος 2019, επί τη βάσει των οποίων πρέπει να υπολογισθεί η αμοιβή αυτού για τα μη αμφισβητούμενα 1,83 δρομολόγια εξπρές τα οποία εκτέλεσε το ανωτέρω πλοίο εντός του έτους 2019, να ανέρχονται στο ποσό των ευρώ {[μισθός ενεργείας 1.204,77 €+ επίδομα Κυριακών 265,05 €+ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 36,64 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 599,40 €+ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας 433,95 €+ μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης 1.072,90€ + επίδομα άγονης γραμμής 56,85 € + μηνιαία αναλογία των δώρων εορτών έτους 2019 εκ ποσού ευρώ 620,69 €=] 4.290,25 δια 30 επί 1,83=} 261,70 και όχι το ποσό των ευρώ 265,58 όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Κατά τον εν μέρει βάσιμο πέμπτος λόγο έφεσης των εναγομένων, αποδείχθηκε ότι, για τα ανωτέρω δρομολόγια εξπρές η δεύτερη εναγομένη όφειλε να καταβάλει στον ενάγοντα συνολικά το ποσό των ευρώ (208,94 + 261,70=) 470,64. Όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας, η δεύτερη εναγομένη, έναντι της εν λόγω απαίτησης, κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των ευρώ 233,03, όπως συνομολογείται και υπό του ενάγοντος και έγινε δεκτό και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως. Αντίθετα, κατά τη βάσιμη στην ουσία της αντένσταση του ενάγοντος, την οποία ως εφεσίβλητος παραδεκτώς προβάλλει ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για πρώτη φορά (άρθρο 527 ΚΠολΔ) με τις έγγραφες προτάσεις του, το ποσό των ευρώ 26,77 που η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα την 3.4.2018 δια καταθέσεως στον τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος προς εξόφληση της μισθοδοσίας αυτού μηνός Μαρτίου 2018 που αφορά 0,39 δρομολόγια εξπρές, όπως στην εν λόγω απόδειξη αναφέρεται, και το οποίο (ποσό) οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι η δεύτερη εναγομένη κατέβαλε έναντι της ένδικης απαίτησης, αποδεικνύεται ότι δεν κατεβλήθη έναντι των ενδίκων απαιτήσεων, ήτοι προς εξόφληση των εξπρές δρομολογίων που το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε από μηνός Απριλίου 2018 και εντεύθεν, αλλά προς εξόφληση 0,39 δρομολογίων εξπρές τα οποία το εν λόγω πλοίο εκτέλεσε τον μήνα Μάρτιο 2018. Ως εκ τούτου, ο σχετικός πέμπτος λόγος έφεσης με τον οποίο οι εναγόμενες πλήττουν την εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη του νόμου εφαρμογή και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων κατά την απόρριψη του περί καταβολής ισχυρισμού τους για το ανωτέρω ποσό των ευρώ 26,77, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του, γενομένης δεκτής της με τις προτάσεις προβληθείσας αντενστάσεως του ενάγοντος, ότι το εν λόγω ποσό κατεβλήθη για άλλη αιτία και δη προς εξόφληση της πρόσθετης αμοιβής που εδικαιούτο ο ενάγων για την εκτέλεση 0,39 δρομολογίων εξπρές, τα οποία εκτελέσθηκαν εντός του μηνός Μαρτίου 2018 από το ανωτέρω πλοίο. Κατόπιν των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι, για την εν λόγω αιτία, ήτοι για διαφορά πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές των ετών 2018 και 2019, όπως αυτά αναλύθηκαν ανωτέρω, η δεύτερη εναγομένη – εργοδότρια του ενάγοντος οφείλει να καταβάλει σε αυτόν το ποσό των ευρώ (470,64 μείον 233,03=) 237,61 και όχι το ποσό των ευρώ (108.02 + 136,87=) 244,89, όπως κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον εν μέρει βάσιμο πέμπτο λόγο έφεσης των εναγομένων, έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως.

Κατόπιν των ανωτέρω και μη υπάρχοντος ετέρου λόγου εφέσεως προς διερεύνηση πρέπει να γίνουν δεκτές ως εν μέρει βάσιμες στην ουσία τους αμφότερες οι ένδικες εφέσεις, απορριπτομένων αυτών, κατά τα λοιπά, ως αβασίμων στην ουσία τους, ως ειδικότερα αναλύεται στο σκεπτικό της παρούσας και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, αφού δε κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 535 παρ.1 ΚΠολΔ, προς εκδίκαση κατ’ ουσίαν, πρέπει η υπό κρίση αγωγή, που είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις ως άνω μνημονευόμενες διατάξεις καθώς και σε αυτές των άρθρων 1, 2, 53, 54, 60, 84, 105 και 106 ΚΙΝΔ, 648, 653, 655, 341, 345, 346 ΑΚ, να γίνει μερικώς δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα, κατά τα προεκτεθέντα (α) για διαφορές αποδοχών το ποσό των ευρώ 46,95, (β) για αμοιβή υπερωριακής εργασίας το ποσό των ευρώ 6.577,79, (γ) για διαφορά αναλογίας Δώρου Πάσχα 2018 το ποσό των ευρώ 308,65, (δ) για διαφορά αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2018 το ποσό των ευρώ 1.887,83, (ε) για διαφορά αναλογίας Δώρου Πάσχα 2019 το ποσό των ευρώ 851,93, (στ) για διαφορά αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2019 το ποσό των ευρώ 1.743,69 και (ζ) για διαφορά αμοιβής δρομολογίων express ετών 2018 και 2019 το ποσό των ευρώ 237,61 και συνολικά το ποσό των ευρώ 11.654,45, νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεως του ενάγοντος και δη από την 2-11-2019 μέχρι εξοφλήσεως. Στην καταβολή του εν λόγω ποσού, πρέπει να υποχρεωθεί και η πρώτη εναγομένη δια του ανωτέρω πλοίου της και έως της αξίας αυτού. Τέλος, οι εναγόμενες πρέπει να καταδικασθούν στην καταβολής μέρους της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 178 παρ.1, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ και άρθρα 63, 68 και 69 του Κώδικα περί Δικηγόρων (Ν. 4194/2017), κατά το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, τις ένδικες εφέσεις.

Δέχεται αυτές τυπικά και εν μέρει στην ουσία τους, κατά τα ειδικότερα στο σκεπτικό.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη με αριθμό 544/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει, την ένδικη από 16.12.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ………/17.12.2019 αγωγή.

Δέχεται, την ένδικη αγωγή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της.

Υποχρεώνει τις εναγόμενες, ενεχόμενες εις ολόκληρον, εκ των οποίων την πρώτη δια του περιγραφομένου στο σκεπτικό της παρούσας πλοίου της και έως της αξίας αυτού, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των ένδεκα χιλιάδων εξακοσίων πενήντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα πέντε λεπτών (ευρώ 11.654,45), νομιμοτόκως από την 2-11-2019 έως εξοφλήσεως.

Καταδικάζει τις εναγόμενες στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 29.12.2023.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ