Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 683/2023

Αριθμός     683/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Δ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1) ……………., η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου της δικηγόρου Παναγιώτη Κατσαρού και 2) ………….. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Άννα Κοζωνη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) …………. ατομικώς και με την ιδιότητά του  ως μόνο  διευθυντής (Sole Director) και νομίμου εκπροσώπου α) της εταιρείας με την επωνυμία «……..» (………), β) της εταιρείας με την επωνυμία «…….» (………), γ) της εταιρείας με την επωνυμία «……..» (……..), oι οποίες εδρεύουν καταστατικά και τυπικά μόνο στις νήσους …., ουσιαστικά και πραγματικά όμως στην  Ελλάδα και δη στον Πειραιά (οδός ……….), ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο  Παναγιώτη Δοροβίτσα, 2) ………. και 3) ………… οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Δημήτριο Μανωλόπουλο.

 Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς α) οι εκκαλούσες  κατέθεσαν την από 20.7.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2022) αίτησή τους, β)  ο πρώτος εκ των εφεσιβλήτων -ατομικά και με την ιδιότητά του ως sole director των προαναφερόμενων εταιριών-  κατέθεσε  την από 25.7.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2022) κύρια παρέμβαση και γ) οι δεύτερη και τρίτη εκ των εφεσιβλήτων αναφέρθηκαν στην από  10.1.2023 προφορική πρόσθετη παρέμβασή τους. Επί αυτών εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1136/2023 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου,  που απέρριψε την αίτηση και δέχθηκε την κύρια παρέμβαση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι ήδη εκκαλούσες  με την από  21.9.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2023-………./2023) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων,  αφού έλαβαν διαδοχικά  το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 21.9.2023 έφεση, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2023, αντίγραφο της οποίας προσδιορίστηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2023, των ηττηθέντων πρωτοδίκως αιτουσών, με κυρίως και προσθέτως παρεμβάντες αυτούς στους οποίους κοινοποιήθηκε η αίτηση, κατά της οριστικής με αριθμό 1136/4.4.2023 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 20.7.2022 με αριθμό ……./20.7.2022 αίτησης, της από 25.7.2022 με αριθμό ………/26.7.2022 κύριας παρέμβασης και των προφορικώς υπέρ αυτής ασκηθεισών προσθέτων παρεμβάσεων έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα αφού από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ενώ από την δημοσίευσή της, στις 4.4.2023, μέχρι την άσκηση της έφεσης με την κατάθεση του δικογράφου της στον αρμόδιο Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρο 495§1 ΚΠολΔ), στις 22.9.2023 δεν παρήλθε η προβλεπόμενη από την διάταξη του άρθρου 518§2 ΚΠολΔ προθεσμία των δύο (2) ετών (άρθρα 495§§1,2, 498, 511, 513§1β, και 518§2 σε συνδ. με 741, 761, 762 ΚΠολΔ), επισυνάπτεται δε και το προβλεπόμενο για το παραδεκτό της ασκήσεώς της e-παράβολο με αριθμό ………./2023 ποσού 100 ευρώ, κατ’ άρθρο 495§3 ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533§1 ΚΠολΔ.

Με την από 20.7.2022 με αριθμό ………/20.7.2022 αίτηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς οι αιτούσες εξέθεταν, ότι δυνάµει κληρονοµικής διαδοχής του πατέρα τους ………, ο οποίος απεβίωσε στις 16-2-2018 κατέστησαν µέτοχοι κατά ποσοστό 25% η κάθε µία µεταξύ άλλων περιουσιακών στοιχείων και των αλλοδαπών ναυτικών εταιριών µε την επωνυµία «…….»,  “…….” και “…..” που εδρεύει κατά το καταστατικό τους τυπικά στις νήσους …… και πραγµατικά στον Πειραιά, οδός ………… Ότι οι δύο πρώτες μονοβάπορες  εταιρίες  ήσαν µέχρι πρότινος πλοιοκτήτριες των πλοίων LM και  BV. Ότι η εταιρία “…….” είναι η διαχειρίστρια των παραπάνων εταιριών με εγκατάσταση στον Πειραιά καθώς και της εταιρίας του ομίλου “………..”. Ότι µοναδικός διευθυντής και νόµιµος εκπρόσωπος των μονοβάπορων εταιρίων και της διαχειρίστριας αυτών τυγχάνει ο ……….., και ατοµικά κυρίως παρεµβαίνων. Ότι, µετά τον θάνατο του πατέρα τους και την παραίτηση της ………, ο διευθύνων και νόµιµος εκπρόσωπος αυτής ……… αρνείται να συγκαλέσει γενική συνέλευση των µετόχων µε φυσική παρουσία, ώστε να συγκροτηθεί νέα διοίκηση, ενώ οι έτερες συγκληρονόµοι και αδελφές τους …. και ……….., που άσκησαν προφορικά πρόσθετες υπέρ της κύριας παρέμβασης παρεμβάσεις, εκμεταλλεύθηκαν το γεγονός ότι βρέθηκαν µε στοχευµένες ενέργειες εγγύτερα στον πατέρα τους το τελευταίο διάστηµα της ζωής αυτού, διότι απασχολούνταν στον όµιλό του, κατάφεραν να έχουν πλήρη εικόνα της περιουσίας αυτού, να έχουν άµεση και αποκλειστική πρόσβαση σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία, εταιρικά έγγραφα αρχεία και λογαριασµούς των εταιριών του, και σε συµπαιγνία µε τον κυρίως παρεµβαίνοντα και ατοµικά µόνου διευθυντή της αλλοδαπής αυτής εταιρίας αδρανούν για την άσκηση των αναγκαίων πράξεων διοίκησης και την παροχή ενηµέρωσης για οποιοδήποτε στοιχείο, που αφορούσε, τα έσοδα και τα έξοδα εκ της λειτουργίας τους και επιπλέον τους απαγορεύουν την είσοδο στην πραγματική έδρα της διαχειρίστριας στον Πειραιά. Ότι επιπροσθέτως, συνεπεία της παραπάνω συµπεριφοράς, διά των από 1-8- 2019, 17-2-20120 (Α’ τροποποίηση) και 31-12-2020 (Β’ τροποποίηση) ιδιωτικών συµφωνητικών περί διαµοιρασµού και εκκαθάρισης της κληρονοµίας µεταξύ των συγκληρονόµων, συµφωνήθηκε ο έλεγχος οικονοµικών καταστάσεων της ανωτέρω εταιρίας, που έλαβε χώρα δυνάµει των ανωτέρω αναφερόµενων ιδιωτικών συµφωνητικών από την «………..» όπου και διαπιστώθηκε πλήθος οικονοµικών ατασθαλιών στις συνταχθείσες µετά τον θάνατο του πατέρα τους οικονοµικές καταστάσεις των εν λόγω εταιριών, λόγος για τον οποίο οι αιτούσες έχουν υποβάλλει την υπό στοιχεία ΑΒΜ ….. έγκλησή τους ενώπιον του Εισαγγελέα Πληµµελειοδικών Πειραιώς για το αδίκημα της απιστίας και τη με αριθμό ΑΒΜ ……… για το αδίκημα της υπεξαίρεσης και ότι ο κυρίως παρεμβαίνων έχει αποκτήσει  την ιδιότητα του κατηγορουμένου ενώ ταυτόχρονα είναι και εκπρόσωπος των φερόµενων ως ζηµιωθέντων νοµικών προσώπων. Ότι συνεπεία όλων των ανωτέρω υπάρχει πλασµατική έλλειψη διοίκησης στην πιο πάνω αλλοδαπή εταιρία λόγω σύγκρουσης συµφερόντων µεταξύ της υπάρχουσας διοίκησης και του συγκεκριµένου νοµικού προσώπου. Με βάση το ιστορικό αυτό αιτήθηκαν επικαλούμενες  εκ της μετοχικής ιδιότητας συνολικού ποσοστού 50% έννομο συμφέρον και ότι υφίσταται σύγκρουση συμφερόντων να διοριστεί προσωρινή διοίκηση για την παραπάνω εταιρία µε διάρκεια θητείας δέκα οκτώ µηνών και αποτελούµενη από τα αναφερόµενα στην αίτηση πρόσωπα, µε πλήρεις εξουσίες και αρµοδιότητες εκπροσώπηση τακτικού διοικητικού συµβουλίου, επικουρικά δε µε ελάχιστη εξουσία : α) την παροχή ενηµέρωσης για τις εταιρικές υποθέσεις προς τους εταίρους, β) ειδικά την ενηµέρωση επί όλων των περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας και ιδίως σχετικά µε την ύπαρξη τραπεζικών λογαριασµών καθώς και τη διενέργεια περαιτέρω διαχειριστικού ελέγχου (για τα ελλείποντα παραστατικά), γ) την είσπραξη και διανοµή κερδών προς τους µετόχους, δ) την διενέργεια οποιωνδήποτε εξωδικαστικών ή δικαστικών πράξεων για τους ανωτέρω σκοπούς συµπεριλαµβανοµένης της υποβολής µήνυσης και δήλωσης υποστήριξης της κατηγορίας στο όνοµα των παραπάνω εταιριών επί των προαναφερόμενων ποινικών υποθέσεων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι έχει υλική και τοπική αρμοδιότητα να συζητήσει την υπόθεση κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας σύμφωνα με τα άρθρα 739, 740 παρ. Ι, 786 παρ.1 ΚΠολΔ σε συνδυασµό µε τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1 περ. β’ και παρ. 3Α Ν. 2172/1993 λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς. Στη συνέχεια αφού έκρινε ότι οι αλλοδαπές εταιρίες με έδρα τα νησιά ……………… εξομοιούνται με κεφαλαιουχικές εταιρίες και εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο, απέρριψε ως νομικά αβάσιμη την αίτηση κρίνοντας ότι η διάταξη του άρθρο 69 ΑΚ δεν μπορεί να εφαρμοστεί στη συγκεκριμένη περίπτωση διότι δεν υφίστατο πλασματική έλλειψη διοικήσεως, αλλά κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων προς βλάβη των συμφερόντων των αναφερόμενω εταιριών, η οποία, όπως έκρινε, δεν αποτελεί νόμιμη περίπτωση διορισμού προσωρινής διοικήσεως. Επιπλέον έκρινε παραδεκτά ασκήθηκαν τόσο η κύρια όσο και οι πρόσθετες παρεμβάσεις ότι έχουν έρεισμα στις διατάξεις των άρθρων 69 ΑΚ, 79, 80, 741, 747, 748, 751, 752, και 786 ΚΠολΔ,  και τις δέχθηκε ως ουσιαστικά βάσιμες, αν και στο διατακτικό της εκκαλουμένης ανεγράφη ότι γίνεται δεκτή μόνο η κύρια παρέμβαση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τώρα οι εκκαλούσες για εσφαλμένη εφαρμογή νόμου με τους διαλαμβανόμενους στην κρινόμενη έφεση τους λόγους και ζητούν την εξαφάνιση της προκειμένου να γίνει δεκτή η αίτηση τους ως νομικά και ουσιαστικά βάσιμη.

Στην ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 739 επ. του ΚΠολΔ, η κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση συνεκδικάζεται, κατ’ άρθρα 741, 246 και 31 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, με την κύρια αίτηση, διότι η παρέμβαση αποτελεί παρεπόμενο της κύριας αίτησης, αμφότερες εκκρεμούν στο ίδιο Δικαστήριο και υπάγονται, όσον αφορά την εκδίκασή τους, στην ίδια ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, με την δε ένωση και συνεκδίκασή τους διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης. Με τη συμμετοχή δε στη δίκη της εκούσιας δικαιοδοσίας του τρίτου προσώπου, του κυρίως ή προσθέτως παρεμβαίνοντος, δεν μεταβάλλεται ο χαρακτήρας της ειδικής αυτής διαδικασίας, ως δίκης της εκούσιας δικαιοδοσίας [βλ. Κεραμεύς / Κονδύλης / Νίκας (-Αρβανιτάκης) ΚΠολΔ II (2000) 752 αρ. 2]. Εξάλλου, η έννοια του διαδίκου, όπως αυτή καθορίζεται στο πλαίσιο της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, δεν προσαρμόζεται στην από τα άρθρα 741-781 του ΚΠολΔ ρυθμιζόμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, όπου δεν υπάρχει αντιδικία, αλλά μετέχουν στη διαδικασία αυτή οι ενδιαφερόμενοι για τη ρύθμιση που θα αποφασισθεί, οι οποίοι προσλαμβάνουν την ιδιότητα του διαδίκου: α) με την υποβολή της αίτησης για εκδίκαση ορισμένης υπόθεσης της εκούσιας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευσή τους στη διαδικασία κατόπιν διαταγής του αρμοδίου δικαστηρίου (άρθρο 748 §3 του ΚΠολΔ), γ) με την πρωτοβουλία του διαδίκου και αυτεπάγγελτα με προσεπίκληση από το δικαστήριο (άρθρο 753 του ΚΠολΔ), δ) με την άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης (άρθρο 752 του ΚΠολΔ) και ε) με την άσκηση τριτανακοπής (άρθρο 773 του ΚΠολΔ), ενώ διάδικοι είναι και οι καθολικοί και ειδικοί διάδοχοι των παραπάνω αναφερόμενων προσώπων [ΕφΑθ 672/1993 ΕλλΔνη 1993.1360, ΕφΑθ 8210/1980 ΝοΒ 1981.564, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Αρβανιτάκης) ό.π., 752 αρ. 2 και εισαγωγικές παρατηρήσεις στα άρθρα 739-866 αρ. 12]. Συνεπώς, ο θιγόμενος τρίτος από την αιτούμενη ρύθμιση της αίτησης ορισμένης υπόθεσης εκούσιας δικαιοδοσίας, ο οποίος κλητεύεται, κατ’ άρθρο 748 §3 του ΚΠολΔ, στη διαδικασία της εκκρεμούσας δίκης εκούσιας δικαιοδοσίας με διαταγή του αρμόδιου δικαστηρίου προς τον αιτούντα, κατά την κατάθεση της κύριας αίτησης, για κοινοποίηση αντιγράφου της ένδικης αίτησης στον έχοντα, κατά την κρίση του διατάσσοντος αρμοδίου ως άνω δικαστηρίου, έννομο συμφέρον, προσλαμβάνει την ιδιότητα του διαδίκου της συγκεκριμένης δίκης υποθέσεως της εκούσιας δικαιοδοσίας της κύριας αίτησης από της καταθέσεως της τελευταίας και τον προσδιορισμό δικασίμου αυτής, μετά την εγγραφή της στο οικείο πινάκιο, οπότε το αρμόδιο δικαστήριο διέταξε την κλήτευσή του, ως θιγόμενου τρίτου από την αιτούμενη ρύθμιση της κρινομένης κύριας αίτησης. Περαιτέρω, κατ’ άρθρο 752 του ΚΠολΔ, στις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, η κύρια παρέμβαση ασκείται με αυτοτελές δικόγραφο και εφαρμόζονται σ’ αυτήν τα άρθρα 747, 748 και 751 του ίδιου Κώδικα, η δε πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να ασκηθεί και κατά τη συζήτηση της κύριας αίτησης στο ακροατήριο, χωρίς προδικασία. Πάντως, σε οποιοδήποτε είδος παρέμβασης, ο παρεμβαίνων πρέπει να ήταν έως το χρονικό σημείο της παρέμβασής του, τρίτος, μη διάδικος σε σχέση με την εκκρεμούσα δίκη της κύριας αιτήσεως. Επομένως, είναι απαράδεκτη η κύρια παρέμβαση, εκείνου την κλήτευση του οποίου διέταξε ο Δικαστής κατά την κατάθεση της αρχικής αίτησης, καθόσον αυτός ήταν έκτοτε διάδικος της δίκης της αρχικής εκκρεμούσας ενώπιον του Δικαστηρίου κύριας αιτήσεως και όχι τρίτος σε σχέση με αυτήν, ώστε να μην υπάρχει περιθώριο προς άσκηση από αυτόν (κύριας ή πρόσθετης) παρέμβασης. Με τον πρώτο λόγο εφέσεως οι εκκαλούσες παραπονούνται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου διότι με την εκκαλουμένη απόφαση κρίθηκε ότι παραδεκτά και νόμιμα ασκήθηκε η κύρια παρέμβαση από το νόμιμο εκπρόσωπο της αλλοδαπής εταιρίας που και σύγχυση δημιουργούσε ακόμη και κατά το μέρος που ασκήθηκε από αυτόν ατομικά, διότι τόσο αυτός όσο και οι προσθέτως παρεμβαίνουσες ήταν διάδικοι στη συγκεκριμένη υπόθεση. Ο λόγος αυτός έχει έρεισμα στις διατάξεις που αναφέρονται στη νομική σκέψη αυτής της παραγράφου και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική βασιμότητα του. Από την επισκόπηση των προσκομιζόμενων από τις εκκαλούσες εγγράφων αποδεικνύεται ότι τόσο ο κυρίως παρεμβαίνων ατομικά και ως εκπρόσωπος της αλλοδαπής εταιρίας όσο και οι προσθέτως παρεμβαίνουσες κλήθηκαν στη συζήτηση της αιτήσεως δυνάμει των με αριθμούς …/22.7.2022, …/22.7.2022 και …../22.7.2022 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……….. και συνεπώς είχαν καταστεί διάδικοι. Κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι ήταν τρίτα πρόσωπα και ότι παραδεκτώς ως τρίτοι άσκησαν την κύρια και πρόσθετη παρέμβαση εσφαλμένως ερμήνευσε τις διατάξεις των άρθρων 79, 80, 741, 747, 748, 751, 752, και 786 ΚΠολΔ και συνεπώς πρέπει κατά παραδοχή του πρώτο λόγου εφέσεως ως βάσιμου να εξαφανιστεί ως προς το κεφάλαιο της αυτό η εκκαλουμένη απόφαση η οποία στο διατακτικό της δέχθηκε την κύρια παρέμβαση.

Στις εταιρείες και ιδίως στην ανώνυμη που είναι η κατ’ εξοχήν κεφαλαιουχική εταιρεία, ο έλεγχος ασκείται μέσω του διοικητικού δικαιώματος της ψήφου, που ανήκει σε κάθε μέτοχο (αρ.36 Ν.4548/2018). Η ψήφος όμως δεν έχει την ίδια σημασία για όλους τους μετόχους. Σε αντίθεση με τους μικρούς μετόχους, στον μέτοχο-επιχειρηματία προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες, δηλαδή, μέσω της ανώνυμης εταιρείας αναπτύσσει την επιχειρηματική του δραστηριότητα και προσπαθεί να υλοποιήσει τις φιλοδοξίες του για οικονομική επιτυχία, δύναμη και υπεροχή, άλλοτε μόνος του και άλλοτε συνεργαζόμενος με άλλους και φροντίζει να διαθέτει τις ψήφους που του επιτρέπουν να παίρνει τις αποφάσεις στη γενική συνέλευση. Συνεπώς, διορίζει και ελέγχει το διοικητικό συμβούλιο και ενδιαφέρεται για την πραγμάτωση του εταιρικού σκοπού. Γι’ αυτόν τον μέτοχο λέγεται ότι έχει τον έλεγχο της γενικής συνελεύσεως και της εταιρείας αλλά και ότι κυριαρχεί στη γενική συνέλευση και στην εταιρεία. Εξιδιασμένες περιπτώσεις ελέγχου της εταιρείας είναι εκείνες που συναντούμε στις μονοπρόσωπες και τις οιονεί μονοπρόσωπες εταιρείες, πρόκειται δηλαδή για εταιρείες που έχουν ένα μόνο μέλος (μονοπρόσωπες) ή που κυριαρχούνται από ένα μέλος, σε έκταση που να εκμηδενίζει τα ισχυρότερα από τα δικαιώματα της μειοψηφίας (οιονεί μονοπρόσωπες) (Παμπούκης Κ., Μονοπρόσωπος εταιρεία, ΕΕμπΔ 1966, σελ.185επ. Παμπούκης Κ., Μονοπρόσωπος ανώνυμη εταιρεία, ΕπισκΕΔ 2017, σελ. 206). Η ναυτιλιακή επιχείρηση μπορεί να περιβάλλεται το «μανδύα» οποιασδήποτε εταιρικής μορφής,. Οι ιδιαίτερες συνθήκες του ανταγωνισμού και γενικότερα του υψηλού κινδύνου («high risk») (Stopford Martin, Ναυτιλιακή Οικονομική, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα, 2018, σελ.160επ.) , υπό τις οποίες ασκείται η εν θέματι δραστηριότητα, ωθούν τους ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες να αναζητούν την ευνοϊκότερη για την άσκηση της μορφή σε σχέση κυρίως με την εξωτερική ευθύνη, επιλέγοντας έτσι τις μορφές της ανώνυμης εταιρείας, της ναυτικής και της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, διότι ως προς τις εταιρικές υποχρεώσεις ευθύνεται σ’ αυτές μόνον το νομικό πρόσωπο της κεφαλαιουχικής εταιρείας σε αντίθεση με τις προσωπικές εταιρείες. Στις προπαρατεθείσες επομένως εταιρείες, η νομική προσωπικότητα καλύπτει κατ’ αρχήν πλήρως τα φυσικά πρόσωπα που αποτελούν το υπόστρωμά τους (αρχή του χωρισμού ή της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου έναντι των μελών του,«Trennungsprinzip») (Παμπούκης Κ., Δίκαιο Εμπορικών Εταιρειών, εκδ. Αφοι Π. Σάκκουλα, Αθήνα- Θεσσαλονίκη, σελ. 60), με ακόλουθη συνέπεια να υποδαυλίζει τις επιδιώξεις αυτών, οι οποίες δε συμφωνούν πάντοτε με τις αξιολογήσεις της έννομης τάξεως. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες τυγχάνουν ως επί το πλείστον μονοβάπορες, ήτοι έχουν στην κυριότητα αυτών ή εκμεταλλεύονται ένα μόνον πλοίο. Κάθε πλοίο αποτελεί τότε μία ξεχωριστή επιχείρηση. Οι μετοχές ή ανήκουν στο σύνολό τους (μονοπρόσωπες) ή κατά πλειοψηφία (οιονεί μονοπρόσωπες) είτε στο ίδιο (φυσικό ή νομικό) πρόσωπο είτε στον αυτό κύκλο προσώπων.  Ένα εκ των χαρακτηριστικών στοιχείων που διέπουν μία μονοβάπορη εταιρεία αποτελεί ότι είναι κεφαλαιουχική εταιρεία. Επιλέγεται κυρίως, ώστε οι επιχειρηματίες να εκμεταλλευτούν το καθεστώς του περιορισμού της ευθύνης τους μέσω της ίδρυσης νομικών προσώπων που αποτελούν αυτοτελή υποκείμενα δικαίου και στα οποία βέβαια τίθεται σε εφαρμογή η αρχή της αυτοτέλειας. Επίσης, αποτελεί εταιρεία με κύριο περιουσιακό στοιχείο ένα πλοίο (‘one shipcompanies’). Από νομική άποψη, η μονοβάπορη εταιρεία δεν αποτελεί ιδιαίτερο εταιρικό μόρφωμα αλλά εντάσσεται ως οργανική οντότητα σε κάποια από τις ήδη γνωστές εταιρικές μορφές που αναγνωρίζονται από το δίκαιο. Με αυτό το μηχανισμό εκμεταλλεύεται ο επιχειρηματίας στη ναυτιλία στο έπακρο το θεσμό της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου, επιτυγχάνοντας ο ίδιος όχι μόνο να απομονώσει την ατομική του περιουσία από την περιουσία της εταιρείας αλλά και την υπόλοιπη περιουσία του ομίλου από την περιουσία της μονοβάπορης από την οποία δεν μπορούν να ικανοποιηθούν οι δανειστές της, καθώς αυτή ανήκει σε ξεχωριστό νομικό πρόσωπο. Η εν λόγω πρακτική σαφώς και δεν αποδοκιμάζεται από το δίκαιο, δεν είναι παράνομη ούτε αντίθετη στο Σύνταγμα, λόγω του ότι επιτυγχάνεται περιορισμός του επιχειρηματικού κινδύνου, αλλιώς θα προσβαλλόταν το δικαίωμα της οικονομικής ελευθερίας. Συνεπώς, εκείνο που επιδιώκεται με τη χρήση μονοβάπορης κεφαλαιουχικής εταιρείας είναι ένας μεγαλύτερος περιορισμός του επιχειρηματικού ρίσκου. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό στοιχειό της μονοβάπορης εταιρείας είναι η διατήρηση ελέγχου, όπου θα πρέπει ο βασικός μέτοχος των εταιρειών αυτών να είναι το ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ώστε να μπορέσει να διατηρήσει τον έλεγχο των διεσπαρμένων σε ξεχωριστά νομικά πρόσωπα συμφερόντων του. Οπότε για να έχει εμπορική λειτουργία η οργάνωση σε μονοβάπορες θα πρέπει κατά λογική αλληλουχία οι μονοβάπορες  να είναι και μονοπρόσωπες εταιρείες, δηλαδή, να έχουν ως κυρίαρχο (ή απόλυτο μέτοχο) το ίδιο πρόσωπο. Αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό των μονοβάπορων επιτρέπει στους επιχειρηματίες να είναι ευέλικτοι και γρήγοροι στην αγορά. Κατά παρόμοιο τρόπο λειτουργεί, ιδίως στην ελληνική αγορά, το φαινόμενο τον έλεγχο των μονοβάπορων εταιρειών να ασκούν διαφορετικά πρόσωπα με ισχυρούς, συχνά συγγενικούς, δεσμούς που δημιουργούν έτσι έναν όμιλο εταιρειών με κοινά συμφέροντα. Η μονοβάπορη σαν δομή, λοιπόν, οργανώνεται είτε κάθετα σε δυο επίπεδα με το βασικό μέτοχο να συμμετέχει κεφαλαιουχικά σε πολλές μονοβάπορες (αντί να επιλέξει να συμμετάσχει σε μια εταιρεία που έχει στην κατοχή της περισσότερα πλοία) είτε πολυεπίπεδα με πιο σύνθετη εταιρική δομή όπου ο επιχειρηματίας δεν συμμετέχει ευθέως στις μονοβάπορες αλλά σε άλλες εταιρείες που είτε έχουν κυριαρχική μετοχική συμμετοχή στις μονοβάπορες είτε ασκούν σε αυτές τον απόλυτο έλεγχο, οι οποίες αποκαλούνται ‘holding’ εταιρείες (διαχειρίστριες). Έτσι, δημιουργείται ένας όμιλος κοινών συμφερόντων που αποτελείται από πλοιοκτήτριες, εφοπλίστριες και διαχειρίστριες εταιρείες όμοιων συμφερόντων. Τέλος, είναι σύνηθες φαινόμενο κάθε μια από αυτές τις εταιρείες να έχει πραγματική ή καταστατική έδρα σε διαφορετικό κράτος αποτελώντας έτσι το εταιρικό σχήμα πολυεθνικού ομίλου. Περαιτέρω σύμφωνα με το αρ. 10 ΑΚ, η ικανότητα του νομικού προσώπου ρυθμίζεται από το δίκαιο της έδρας του. Τα επιμέρους ζητήματα που ρυθμίζονται από το δίκαιο της έδρας του νομικού προσώπου είναι, μεταξύ άλλων, η ίδρυση του νομικού προσώπου, η έναρξη και η έκταση της ικανότητας δικαίου, η λύση, η διαχείριση, η αντιπροσωπευτική εξουσία και η ευθύνη των οργάνων του. Ως «έδρα» νοείται στην διάταξη αυτή, κατά την απολύτως κρατούσα στη νομολογία άποψη, όχι η καταστατική αλλά η πραγματική, δηλαδή ο τόπος στον οποίο συντελούνται οι σπουδαιότερες εκδηλώσεις της υπόστασής του νομικού προσώπου, δηλαδή ασκείται πραγματικά η διοίκηση του και λαμβάνονται οι βασικές και σημαντικές για την λειτουργία του αποφάσεις. Σύμφωνα με τα παραπάνω, εάν διαπιστωθεί ότι η πραγματική έδρα εταιρείας που φέρεται ως  αλλοδαπή βρίσκεται στην Ελλάδα και δεν έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις ιδρύσεως (συστάσεως και δημοσιότητας), που επιτάσσει το Ελληνικό Δίκαιο για την αντίστοιχη εταιρική μορφή, η εταιρεία αυτή είναι άκυρη και λειτουργεί ως «εν τοις πράγμασι» ομόρρυθμη εταιρεία, με τους εταίρους της, στους οποίους λογίζονται οι μέτοχοι, οι εταίροι και τα μέλη της διοικήσεως της, να ευθύνονται προσωπικά και εις ολόκληρο, με την εταιρεία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθ. 249 παρ. 1 και 258 παρ. 3 Ν. 4072/201288. Εξάλλου, η εταιρική μορφή «Limited», που συναντάται συχνά στις επωνυμίες αλλοδαπών εταιρειών, ομοιάζει με την ανώνυμη εταιρεία του ελληνικού δικαίου και συνεπώς, εφόσον δεν έχουν τηρηθεί οι όροι του Ν. 2190/1920 (πλέον Ν.4548/2018),μια τέτοια εταιρεία είναι μεν άκυρη ως ανώνυμη εταιρεία κατά την ελληνική έννομη τάξη, αποτελεί όμως «εν τοις πράγμασι» ομόρρυθμη εταιρεία, με τους μετόχους και τους Διοικητές της να ευθύνονται απεριορίστως και εις ολόκληρο, μετά της εταιρείας για τα εταιρικά της χρέη (ΕφΠειρ 277/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Απόκλιση από τον θεσπιζόμενο με το αρ. 10 ΑΚ κανόνα της πραγματικής έδρας του νομικού προσώπου εισάγεται με το άρθ. 24 παρ. 3 εδ. β’ της κυρωθείσας με το Ν. 2893/1954 Συνθήκης Φιλίας, Εμπορίου και Ναυτιλίας της 03-08-1951 μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ και με το άρθ. 1 Ν.791/1978 (Παμπούκης Κ., Κάμψη της νομικής προσωπικότητας σε αλλοδαπή ανώνυμη εταιρεία, με την ευκαιρία της αποφάσεως ΕφΠειρ 567/2008, ΕπισκΕΔ 2009, σελ.19επ.), σύμφωνα με το οποίο ναυτιλιακές εταιρείες, των οποίων η σύσταση έγινε κατά τους νόμους αλλοδαπής Πολιτείας, εφόσον είναι ή ήταν πλοιοκτήτριες ή διαχειρίστριες πλοίων (με εξαίρεση αυτές που είναι πλοιοκτήτριες ή διαχειρίστριες σκαφών αναψυχής) υπό ελληνική σημαία ή είναι εγκατεστημένες ή ήθελαν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα, δυνάμει των διατάξεων των άρθ. 25 Ν. 27/1975 (που έχει αντικατασταθεί με το άρθ. 28 Ν. 814/1978, τροποποιηθεί με το άρθ.75 παρ. 5 Ν. 1892/1990 και αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθ. 4 Ν. 2254/1994) ή των α.ν.89/1967 και 378/1968 διέπονται ως προς την σύσταση και ικανότητα δικαίου από το δίκαιο της χώρας, στην οποία βρίσκεται κατά το καταστατικό τους η έδρα τους, ανεξαρτήτως του τόπου, από τον οποίο διευθύνονται ή διευθύνονταν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει οι υποθέσεις τους. Η εφαρμογή των διατάξεων αυτών του άρθ. 1 Ν. 791/1978 ισχύει και για τις αλλοδαπές εταιρείες, πλοιοκτήτριες πλοίων με ξένη σημαία, εφόσον τα πλοία τους διαχειρίζονται ή διαχειρίζονταν γραφεία ή υποκαταστήματα εταιρειών του άρθ. 25 Ν. 27/1975, όπως αντικαταστάθηκε ως άνω (ΕφΠειρ 151/2016 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 277/2005 ΤΝΠ Νόμος). Οι παραπάνω αναφερθείσες περιπτώσεις και δη του άρθ. 1 Ν. 791/1978 αποτελούν εξαιρετικό δίκαιο κατ’ απόκλιση του άρθ. 10 ΑΚ, όπως η έννοια του προσδιορίσθηκε παραπάνω, αφού ρητά συνδέουν την ικανότητα δικαίου των εταιρειών αυτών στην Ελλάδα με το Δίκαιο της χώρας της καταστατικής (και όχι της πραγματικής) έδρας τους. Η θεσμοθέτηση της ως άνω εξαιρετικής ρύθμισης με τον Ν. 791/1978 είχε ως σκοπό τη διαφύλαξη του κύρους των ανωτέρω αλλοδαπών ναυτιλιακών εταιρειών, προκειμένου αυτές να μην μετασχηματισθούν σε «εν τοις πράγμασι» ομόρρυθμες εταιρείες, λόγω μη τήρησης των προβλεπομένων από τον ελληνικό νόμο για την συγκεκριμένη εταιρική μορφή διατυπώσεων συστάσεως και αποκτήσεως ικανότητας δικαίου. Κατά συνέπεια, εάν διαπιστωθεί ότι η πραγματική έδρα μιας ναυτιλιακής εταιρείας, που φέρεται ως αλλοδαπή και δεν υπάγεται στη ρύθμιση του Ν. 791/1978, ευρίσκεται στην Ελλάδα χωρίς να έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις ιδρύσεως (συστάσεως και δημοσιότητας), που προβλέπει το ελληνικό δίκαιο για την συγκεκριμένη εταιρική μορφή, η εν λόγω εταιρεία είναι άκυρη και θεωρείται ως «εν τοις πράγμασι» εμπορική προσωπική (ομόρρυθμη) εταιρεία, εφαρμοζομένου στην περίπτωση αυτή του Δικαίου της πραγματικής έδρας, ήτοι του ελληνικού, με όλες τις συνέπειες που απορρέουν από το γεγονός αυτό, δηλαδή εφαρμόζεται το Δίκαιο της Ομόρρυθμης Εταιρείας σε όλη του την έκταση, συνεπώς και ως προς την διαχείριση της εταιρείας, την ευθύνη των εταίρων (Ολ. ΑΠ 2/2003 ΤΝΠ Νόμος, ΕΝΔ 2003, σελ. 35 επ.). Αντιθέτως, οι αλλοδαπές ναυτιλιακές εταιρείες, πλοιοκτήτριες υπό ξένη σημαία πλοίων, που τα διαχειρίζονται ή διαχειρίζονταν γραφεία ή υποκαταστήματα εταιρειών του άρθ. 25 Ν. 27/1975 και άρα υπάγονται στο άρθ. 1 Ν. 791/1978, θεωρούνται έγκυρες, εφόσον έχουν ιδρυθεί, σύμφωνα με το δίκαιο της καταστατικής τους έδρας, ακόμη και εάν ανακληθεί η άδεια εγκαταστάσεως  του υποκαταστήματος ή του γραφείου της εταιρείας, που διαχειρίζεται τα πλοία τους, αφού η ενεστώσα εγκατάστασή τους στην Ελλάδα, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή του δικαίου της καταστατικής της έδρας ως προς την σύσταση, τη νομική προσωπικότητα και την ικανότητα δικαίου της (ΕφΠειρ 701/2013 ΤΝΠ Νόμος) . Τέλος, επί αλλοδαπών εταιρειών, έστω και εάν πρόκειται περί εταιρειών του άρθ. 1 παρ. 1 Ν.791/1978, εφαρμόζεται το δίκαιο της καταστατικής έδρας ως προς την σύσταση και την ικανότητα δικαίου, ενώ τα υπόλοιπα θέματα διέπονται συμφώνως προς την διάταξη του άρθ. 10 ΑΚ από το δίκαιο της πραγματικής έδρας της εταιρείας (Ολ. ΑΠ 2/1999, ΝοΒ 47, 1113, ΕφΠειρ 586/2012 ΤΝΠ Νόμος.). Εξάλλου, ο ν. 791/78 χρησιμοποιεί τον όρο ικανότητα δικαίου με τη στενότερη έννοια της κτήσεως δικαιωμάτων και αναλήψεως υποχρεώσεων, της θεωρήσεως του αλλοδαπού νομικού προσώπου ως υποκειμένου εννόμων σχέσεων του ιδιωτικού δικαίου. Πρέπει να σημειωθεί όμως, ότι η γενική αυτή ικανότητα δεν καλύπτει αναγκαίως όλες τις ειδικές ικανότητες για τη δημιουργία ορισμένων εννόμων σχέσεων, αφού ορισμένες ειδικές ικανότητες όπως π.χ. η πτωχευτική ικανότητα ή η υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης (των παρακάτω νόμων) των προβληματικών επιχειρήσεων, μπορεί να επιφυλαχθούν από κάθε έννομη τάξη σε ορισμένα ή ορισμένη κατηγορία υποκειμένων του δικαίου (ΕφΠειρ 12/2011 δημ νόμος, ΕφΠειρ 159/2004 ΕΝΔ 2004.190).

Από την εφαρμοζόμενη και στις ανώνυμες εταιρίες διάταξη του άρθρου 69 ΑΚ προκύπτει ότι προσωρινή διοίκηση διορίζεται και επί πλασματικής ελλείψεως τακτικής διοίκησης, η οποία υπάρχει και όταν, λόγω καθολικών διαφωνιών των μελών της, είναι αδύνατη η λήψη αποφάσεων επί θεμάτων, που είτε την απασχολούν, είτε πρέπει, κατά το νόμο και το καταστατικό, να την απασχολούν (βλ. ΑΠ 638/98, ΕφΠειρ 285/97, ΕΑ 16225/88 ΕλΔ 39. 1606, 38. 1664 και 32. 1679 αντιστοίχως), ειδική δε μορφή αυτής (πλασματικής ελλείψεως), είναι και η περίπτωση κατά την οποία, λόγω σχηματισμού στους κόλπους της δύο ισοδυνάμων (ισοψηφουσών) αντίθετων ομάδων, είναι αδύνατη η λήψη αποφάσεων (ΕφΠειρ 151/2023 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς), αλλά και όταν τα μέλη της διοικήσεως από πείσμα ή ισχυρογνωμοσύνη κωλυσιεργούν στο έργο τους με οποιοδήποτε τρόπο (Μπρακατσούλας Εκουσία Δικαιοδοσία 6η έκδοση , 1998, 245, Κρητικός Δίκαιο Σωματείων και Συνδικαλιστικών οργανώσεων 1984, 387) . Αντιθέτως μόνη η από το διοικητικό συμβούλιο κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων, όταν αυτή δεν υπάγεται στην αμέσως παραπάνω περίπτωση της συγκρούσεως συμφερόντων, δεν δικαιολογεί το διορισμό προσωρινής διοίκησης (ΕφΠατρ 455/94 ο.π., ΕΑ 621/83 Αρμ. 1984. 213, σχόλια Σπ. Μούζουλα στην ΕΕμπΔ 1997.528 και Ν. Ρόκα στην ΕΕμπΔ 1994. 246 και 1992. 83), λαμβανομένου υπόψη ότι η διάταξη της ΑΚ 69 πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ, ώστε η δικαστική επέμβαση στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση (και) της ανώνυμης εταιρίας να επιχειρείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν υπάρχει άλλος τρόπος άρσεως του αδιέξοδου (ΑΠ 561/2018 – “Νόμος”, βλ. και ΕφΠειρ 151/2023 ο.π.). Τέλος από τις διατάξεις των άρθρων 744 και 759§3 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικαστήριο, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάζει κάθε μέτρο πρόσφορο για την εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί και ιδιαίτερα γεγονότων που συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος (744 ΚΠολΔ) και ότι το δικαστήριο, ακόμη και αποκλίνοντας από τις διατάξεις που ρυθμίζουν την απόδειξη, διατάζει αυτεπαγγέλτως κάθε τι που κατά την κρίση του είναι απαραίτητο για την εξακρίβωση της αλήθειας των πραγματικών γεγονότων (759§3 ΚΠολΔ). Με τις διατάξεις αυτές εισάγεται απόκλιση από τη ρύθμιση του άρθρου 106 ΚΠολΔ και καθιερώνεται για τις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας το ανακριτικό σύστημα, το οποίο παρέχει στο δικαστήριο ελευθερία αυτεπάγγελτης ενέργειας και συλλογής του αποδεικτικού υλικού και εξακρίβωσης πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί, τα οποία ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Η ειδική αυτή ρύθμιση καταλαμβάνει τις γνήσιες και τις μη γνήσιες υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, δηλαδή και εκείνες τις ιδιωτικές διαφορές, που ο νόμος παραπέμπει για εκδίκαση στην ειδική αυτή διαδικασία, λόγω της απλότητας και συντομίας από την οποία κυριαρχείται. Το ανακριτικό αυτό σύστημα ισχύει και στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ενώ η εξουσία του δικαστηρίου για λήψη κάθε πρόσφορου μέτρου για την ανεύρεση της αλήθειας δεν οριοθετείται από το νόμο και, άρα, είναι απεριόριστη, αφού μπορεί να λάβει υπόψη ακόμη και άκυρα ή ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα (όχι, όμως και ανεπίτρεπτα), καθώς και αποδεικτικά μέσα, που δεν πληρούν τους όρους του νόμου ή αποδεικτικά μέσα εκτός του καταλόγου του άρθρου 339 ΚΠολΔ, αποδεσμευόμενο από τους αποδεικτικούς τύπους της αυστηρής απόδειξης (ΑΠ 769/2015, ΑΠ 236/2015 δημ. νόμος).

Με τον τρίτο λόγο της κρινόμενης έφεσης, όπως εκτιμάται αυτός από το παρόν δικαστήριο, οι εκκαλούσες παραπονούνται για εσφαλμένη εφαρμογή νόμου καθόσον το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι το αίτημα τους για διορισμό προσωρινής διοίκησης των προαναφερόμενων αλλοδαπών εταιριών με έδρα τα νησιά ……………… με πραγματική όμως έδρα στον Πειραιά μέσω του γραφείου εγκατάστασης της διαχειρίστρια του ομίλου δεν μπορεί να υπαχθεί στη διάταξη του άρθρου 69 του ΑΚ, καθώς έκρινε ότι η άρνηση του διευθύνοντος συμβούλου και νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας της οποίας αυτές κατέχουν 50% του μετοχικού κεφαλαίου ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αποβιώσαντος πατρός τους, δε συνιστά πλασματική έλλειψη διοικήσεως των νομικών προσώπων και αδυναμία λειτουργίας τους και ότι οι αποδιδόμενες στον διευθύνοντα πράξεις και παραλείψεις όπως η μη θέση των μονοβάπορων εταιριών «………»,  “……….”  σε εκκαθάριση μετά την πώληση των μοναδικών περιουσιακών τους στοιχείων δηλαδή των πλοίων LM και BV αντίστοιχα καθώς και η απαγόρευση πρόσβασης τους στα γραφεία από τα οποία ασκείται η διοίκηση της εταιρίας στον Πειραιά, η στέρηση ενημέρωσης αναφορικά με τους τηρούμενους λογαριασμούς και η παράλειψη διανομής μερισμάτων συγκροτούν μόνο κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων προς βλάβη των συμφερόντων της εταιρίας και ότι δεν συντρέχει νόμιμος λόγος διορισμού προσωρινής διοίκησης δεδομένου ότι οι αιτούσες έχουν τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις των άρθρων 141 και 142 του Ν. 4548/2018.  Πράγματι στη συγκεκριμένη περίπτωση τα προαναφερόμενα νομικά πρόσωπα των οποίων ζητείται ο διορισμός προσωρινής διοίκησης ήσαν μονοβάπορες εταιρίες με ένα και μοναδικό ιδιοκτήτη, ο οποίος απεβίωσε το έτος 2018 με αποτέλεσμα στο μετοχικό κεφάλαιο των προαναφερόμενων αλλοδαπών εταιριών πλοιοκτητριών των πλοίων LM και BV αντίστοιχα να καταστούν συγκύριες εξ αδιαθέτου ως πλησιέστερες συγγενείς οι τέσσερις θυγατέρες του, δηλαδή οι αιτούσες και οι απαραδέκτως προσθέτως παρεμβαίνουσες κατά ποσοστό 25% η κάθεμια και να δημιουργηθούν έτσι δύο ισοψηφίσασες δυνάμεις (βλ. ad hoc ΕφΠειρ 151/2023 ο.π). Στις δε προαναφερόμενες  αλλοδαπές πλοιοκτήτριες εφαρμόζεται σύμφωνα με τα προαναφερόμενα το άρθρο 1 Ν. 791/1978 αφού το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της διαχειριζόταν τη εταιρία ……………… με έδρα τα νησιά ……………… και εγκατάσταση γραφείου στην Ελλάδα με το άρθρο 25 του ν. 27/1975 (που έχει αντικατασταθεί με το άρθ. 28 Ν. 814/1978, τροποποιηθεί με το άρθ.75 παρ. 5 Ν. 1892/1990 και αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθ. 4 Ν. 2254/1994, ν. 3752/2009, ν. 4150/2013 και ν. 4646/2019), με αποτέλεσμα με βάση το εφαρμοστέο ελληνικό δίκαιο να υπάρχει πλασματική έλλειψη διοικήσεως και να υπάρχει κίνδυνος λόγω της μη σύγκλησης, από το μοναδικό διευθυντή των εταιριών ο οποίος αδρανεί για τους δικούς του λόγους, γενικής συνέλευσης προκειμένου να αρχίσουν οι εργασίες της εκκαθάρισης στις παραπάνω εταιρίες, να υφίσταται κίνδυνος να αδρανοποιηθούν οι εταιρίες και να συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 69 ΑΚ και 786 ΚΠολΔ, η δε δικαστική επέμβαση στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση των παραπάνω εταιριών, που εξομοιούνται με ανώνυμες εταιρίες, παρίσταται δικαιολογημένη τη στιγμή που μετά τις πωλήσεις των δύο πλοίων που αποτελούσαν για την κάθε μία το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο και επειδή πλέον αυτές δεν ασκούν άλλη δραστηριότητα, προέχει η σύντομη εκκαθάριση αυτών. Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απέρριψε ως νομικά αβάσιμη την αίτηση, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο. Πρέπει επομένως, δεκτού γενομένου του σχετικού τρίτου λόγου να γίνει δεκτή η έφεση, ως προς το κεφάλαιο αυτό, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς την ανωτέρω διάταξή της και αφού κρατηθεί και δικαστεί από το Δικαστήριο αυτό η αίτηση (άρθρο 535§1 ΚΠολΔ), να κριθεί αυτή νομικά βάσιμη και να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, ενώ μετα ταύτα παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων εφέσεως. Να σημειωθεί ότι τα διάδικα μέρη ενημερώθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν 4640/2019 για τη δυνατότητα προσφυγής σε διαμεσολάβηση.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου του οποίου η κατάθεσης εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, ενώ η με αριθμό ……./27.10.2021 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών … …. της ιδιωτικής υπαλλήλου και κατοίκου Πειραιώς ……….. που δόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 421επ. του ΚΠολΔ και μετά από προηγούμενη κλήτευση των αιτουσών σύμφωνα με τις με αριθμό …. και …./22.10.2021 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς …….. του επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών …….., στα πλαίσια της αντιδικίας αλλά όχι για τη δίκη αυτή θα εκτιμηθεί για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από όλα τα προσκομιζόμενα ξενόγλωσσα ή σε νόμιμη μετάφραση και λοιπά έγγραφα που λαμβάνονται υπόψη σύμφωνα με το ανακριτικό σύστημα στην παρούσα διαδικασία υπό τα προαναφερόμενα, τα δικαστικά πασίδηλα που προκύπτουν από την προσκομιζόμενη  με αριθμό 647/2020 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ως προς το αλλοδαπό δίκαιο σχετικά με το χρόνο διάρκειας της εκκαθάρισης της εταιρίας κατά το νόμο των νήσων ………………, τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 2 και 4 του ΚΠολΔ), ώστε να μη χρειάζεται να διαταχθεί απόδειξη γι’αυτό, κατ’άρθρο 337 του ΚΠολΔ, αποδείχθηκαν πλήρως τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Στις 16.2.2018 απεβίωσε (σχετ. 8 καιι 15) σε ηλικία 97 ετών ο ιδιοκτήτης των «……..»,  “………” που εδρεύουν κατά το καταστατικό τους στις νήσους ………………. Οι προαναφερόμενες μονοβάπορες εταιρίες είχαν μέχρι πρότινος την πλοιοκτησία των πλοίων LM και BV αντίστοιχα τα οποία διαχειριζόταν η εταιρία ……………… με έδρα τα νησιά ……………… και εγκατάσταση γραφείου στην Ελλάδα με το άρθρο 25 του ν. 27/1975 (που έχει αντικατασταθεί με το άρθ. 28 Ν. 814/1978, τροποποιηθεί με το άρθ.75 παρ. 5 Ν. 1892/1990 και αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθ. 4 Ν. 2254/1994, ν. 3752/2009, ν. 4150/2013 και ν. 4646/2019), όπως προκύπτει από την από 21-7-2020 και µε αρ. πρωτ. …………./2020 βεβαίωση του τµήµατος ναυτιλιακών εταιριών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (βλ. σχετ. 7). Να σημειωθεί ότι με βάση τα προσκομιζόμενα σχετικά 6α, 6β, 9α και 9β ο προσθέτως παρεμβαίνων ……… την 24.11.2015 έλαβε από την ιδρύτρια της «…….» δηλαδή τη ………. εξουσιοδότηση με βάση το άρθρο 32 του νόμου περί εμπορικών εταιριών των νήσων ………………  να διεξαγάγει να οργανωτική συνάντηση με σκοπό την εκλογή διευθυντών, ενώ στη συνέχεια την 21.11.2016 ο εξουσιοδοτούμενος αποφάσισε ότι θα είναι ο μοναδικός διευθυντής με εξουσία να διορίζει στελέχη της εταιρίας. Ομοίως την 12.4.2016 ο προσθέτως παρεμβαίνων ………. έλαβε από την ιδρύτρια της “…………” δηλαδή τη …….. εξουσιοδότηση με βάση το άρθρο 32 του νόμου περί εμπορικών εταιριών των νήσων ………………  να διεξαγάγει να οργανωτική συνάντηση με σκοπό την εκλογή διευθυντών, ενώ στη συνέχεια την ίδια ημερομηνία ο εξουσιοδοτούμενος αποφάσισε ότι θα είναι ο μοναδικός διευθυντής με εξουσία να διορίζει στελέχη της εταιρίας. Μετά το θάνατο του ιδιοκτήτη των παραπάνω μονοβάπορων εταιριών αυτός κληρονομήθηκε από τις τέσσερις θυγατέρες του εγγύτερες συγγενείς με αποτέλεσμα στο μετοχικό κεφάλαιο της κάθε εταιρίας που είναι διηρημένο σε 500 ονομαστικές μετοχές χωρίς ονομαστική αξία να συμμετέχουν πλέον με 125 μετοχές οι …….. (απαραδέκτως προσθέτως παρεμβαίνουσες) και οι αιτούσες ……… και …….. (σχετ. 31α και 31β).  Επίσης στις 2.8.2019 με βάση το άρθρο 55 του νόμου περί εταιρών των νήσων ……………… (σχετ. 6γ) ο μοναδικός διευθυντής των μονοβάπορων εταιριών αυτοδιορίστηκε στέλεχος της διαχειρίστριας εταιρίας  …… με έδρα τα νησιά ……………… και εγκατάσταση γραφείου στην Ελλάδα (…………..) και ταυτόχρονα παρέδωσε στις εξ αδιαθέτου κληρονόμους τους τέσσερις ισομερεις τίτλους μετοχών (σχετ. 31γ). Στη συνέχεια την 1.8.2019 οι τέσσερις θυγατέρες του αποβιώσαντος ιδιοκτήτη του ομίλου εταιριών και μόνες εξ αδιαθέτου κληρονόμοι υπέγραψαν ιδιωτικό συμφωνητικό με αντικείμενο τη διανομή της πατρικής περιουσιας στην οποία εκτός από τα προαναφερόμενα πλοία ιδιοκτησίας των νομικών προσώπων δια τις οποίες ζητείται πλέον ο διορισμός προσωρινής διοίκησης περιλαμβάνονταν σύμφωνα με το ιδιωτικό συμφωνητικό δύο φορτηγά πλοία, δύο θαλαμηγοί, ακίνητα και μετοχές σε άλλες εταιρίες. Σε αυτό συμφωνήθηκε οι αιτούσες να λάβουν η κάθε μία το ποσό των 8.300.000 δολαρίων ΗΠΑ σε περίπτωση που πωληθούν τα προαναφερόμενα πλοία των τριών μονοβάπορων εταιριών του ομίλου, τα οποία διαχειριζόταν η εταιρία ………… Ότι εφόσον τα τρία πλοία πωλούντο αντί του καθαρού ποσού των 27.000.000 δολαρίων ΗΠΑ, θα σχηματιζόταν αποθεματικό ύψους 11.000.000 δολαρίων ΗΠΑ για την κάλυψη του παθητικού της κληρονομίας εκ το οποίου το ποσό των 6.000.000 δολαρίων ΗΠΑ θα παρέμενε στον τραπεζικό λογαριασμό εκάστης πλοιοκτήτριας (δηλαδή 2.000.000 σε κάθε λογαριασμό) στην ………. και ότι το υπόλοιπο θα κατατίθετο στο εξωτερικό με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες της ……….. Στο προαναφερόμενο ιδιωτικό συμφωνητικό αναφέρεται ότι υφίσταται αξίωση από δάνειο της Τραπέζης Πειραιώς και ότι στην προσπάθεια συμβιβασμού θα προσφερθεί το ποσό των 4.000.000 δολαρίων ΗΠΑ. Στις 17.2.2020 και ενώ είχε πωληθεί μόνο το πλοίο LM και είχε εισπραχθεί από κάθε συγκληρονόμο το ποσό των 1.620.766 δολαρίων ΗΠΑ υπεγράφη τροποποιητικό ιδιωτικό συμφωνητικό, διαπιστώθηκε ότι δεν έχουν πωληθεί τα πλοία BV και ILV αποφασίστηκε η άμεση πώληση του πρώτου από αυτά τουλάχιστον για ποσό 8.000.000 ευρώ, ότι το ποσό που θα εισέπρατταν οι αιτούσες ανερχόταν σε 3.379.234 δολαρίων η κάθε μία και ότι το υπόλοιπο θα παρέμενε ως ποσό ασφαλείας. Παρατάθηκε ο χρόνος ελέγχου των αρχείων διαχείρισης των τριών πλοίων από τις εταιρίες ………. και ………….. Τέλος με βάση το πρόσθετο ιδιωτικό συμφωνητικό την 31.12.2020 διαπιστώθηκε ότι γίνονται διαπραγματεύσεις για την πώληση του πλοίου ILV έναντι του ποσού των 8.125.000 δολαρίων ΗΠΑ και αποφασίστηκε ότι εντός τριών ημερών οι αιτούσες θα λάμβαναν 300.000 δολάρια ΗΠΑ η κάθε μία από το ποσό ασφαλείας, το οποίο την παραπάνω ημερομηνία διαπιστώθηκε ότι ανέρχεται σε 2.600.000 δολάρια ΗΠΑ, και επιπλέον αποφασίστηκε ότι μετά την πώληση η κάθε μία από τις αιτούσες θα λάμβανε 4.080.000 δολάρια ΗΠΑ, ενώ συμφωνήθηκε και ποινική ρήτρα για κάθε μέρα μη τήρησης των προαναφερόμενων από υπαιτιότητα. Ορίστηκε επίσης ότι η ………. θα ολοκλήρωνε τον έλεγχο των παραστατικών έως τις 31.1.2021 για τις χρήσεις 2018 και 2019 έως τις 15.1.2021 για τη χρήση 2020 ενώ ίδιες προθεσμίες χορηγήθηκαν στην εταιρών ορκωτών λογιστών ………… Την παρούσα χρονική στιγμή έχουν εντέλει πωληθεί και τα τρία πλοία του ομίλου διαχείρισης ………. Ειδικά για την εταιρία «………….» για την οποία ζητείται διορισμός προσωρινής διοίκησης αποδεικνύεται από το από 16.8.2019 bill of sale ότι αυτή μεταβίβασε το μοναδικό της περιουσιακό στοιχείο δηλαδή το υπό σημαία Παναμά πλοίο LM αντί του ποσού των 5.440.000 δολαρίων ΗΠΑ (σχ. 18). Επίσης έχει πωληθεί το πλοίο BV όπως αναφέρει στην ένορκη κατάθεση της η ……… μετά την πώληση του πλοίου IL το έτος 2021 έναντι του ποσού των 8.125.000 δολαρίων ΗΠΑ. Έκτοτε έχουν προκύψει θέματα οικονομικών διαφορών ανάμεσα στις τέσσερις μετόχους με αποτέλεσμα παρά την πώληση του μοναδικού περιουσιακού στοιχείου της μονοβάπορης εταιρίας να μην έχει συγκληθεί από τον προαναφερόμενο μοναδικό διευθυντή  η γενική συνέλευση για τον διορισμό εκκαθαριστών, καθώς έχουν δημιουργηθεί δύο ισοψηφείς ομάδες (με βάση τα ποσοστά το μετοχικό κεφάλαιο) και ήδη υπάρχει μεταξύ τους σφοδρή αντιδικία. Επί της Ε21/580/2021 εγκλήσεως των αιτουσών για κακουργηματικής υπεξαίρεση εκδόθηκαν  η απορριπτική εν μέρει με αριθμό …../202 διάταξη του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών αναφορικά με τον κυρίως παρεμβαίνοντα και μετά από προσφυγή η με αριθμό ../2022 διάταξη της Εισαγγελέως Εφετών Πειραιώς  και στη συνέχεια ως προς τις προσθέτως παρεμβαίνουσες η απορριπτική με αριθμό …/2022 διάταξη του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών και μετά από προσφυγή η με αριθμό …./2022 διάταξη της Εισαγγελέως Εφετών Πειραιώς. Με αυτή απορρίφθηκε κατ’ουσίαν η προσφυγή κατά της με αριθμό …./2022 απορριπτικής διάταξης του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς και στη σελίδα 11 της διατάξεως αναγράφεται ότι πρόκειται για μια διαφορά ενοχικού δικαίου αρμοδιότητας των πολιτικών δικαστηρίων. Επίσης μετά την από 19.4.2022 έγκληση των αιτουσών για κακουργηματική υπεξαίρεση εξεδόθη η με αριθμό …./2023 απορριπτική διάταξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών στην οποία αναφέρεται ότι δεν νομιμοποιούνται στην υποβολή εγκλήσεως και σε δήλωση υποστήριξης κατηγορίας καθώς υπό τα περιγραφόμενα στην έγκληση άμεσα ζημιωθείς είναι μόνο το νομικό πρόσωπο. Επομένως δεν προκύπτει ότι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο έχει αποκτήσει την ιδιότητα του κατηγορουμένου, όπως αβασίμως ισχυρίζονται οι αιτούσες. Να σημειωθεί ότι στην ικανότητα δικαίου που διέπεται από το δίκαιο της καταστατικής έδρας δεν περιλαμβάνεται, υπό τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη, και η ικανότητα παράστασης σε ποινικό δικαστήριο προς υποστήριξη της κατηγορίας, καθόσον γίνεται στενή ερμηνεία της παραπάνω διάταξης. Ακολούθως οι προϋποθέσεις αυτές κρίνονται από το ελληνικό δίκαιο και μάλιστα το άρθρο 63 του ΚΠΔ, το οποίο παραπέμπει στο αστικό δίκαιο.

Οι αιτούσες περαιτέρω ισχυρίζονται ότι ο μοναδικός διευθυντής είναι προχωρημένης ηλικίας άνω των 80 ετών και δεν μπορεί να εκτελέσει τα καθήκοντα του με αποτέλεσμα να έχει πλέον καταστεί υποχείριο των συνεταίρων τους. Μάλιστα σύμφωνα με το από 9.11.2021 δελτίο οχήματος του αστυνομικού τμήματος Μοσχάτου Ταύρου η πρώτη αιτούσα προσήλθε στα γραφεία της εταιρίας επί της οδού ………. στον Πειραιά αλλά της απαγορεύθηκε η είσοδος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτό που αποδεικνύεται είναι ότι στα πλαίσια της σφοδρή αντιδικίας των δύο ισοψηφών ομάδων πράγματι δεν έχει συγκληθεί από τον προαναφερόμενο μοναδικό διευθυντή  η γενική συνέλευση για τον διορισμό εκκαθαριστών, παρόλο που και οι τρείς μονοβάπορες εταιρίες του ομίλου πώλησαν το μοναδικό περιουσιακό τους στοιχείο, τα οποία διαχειριζόταν η εταιρία ……………… . και υφίσταται στη συγκεκριμένη περίπτωση κίνδυνος οι εταιρίες αυτές να αδρανήσουν. Εξάλλου σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 105 (1) του εφαρμοστέου εν προκειμένω Νόμου περί Εμπορικών Επιχειρήσεων (Business Corporation Act) των Νήσων ………………, (όπως αναγράφεται στο σκεπτικό της με αριθμό 647/2020 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου η οποία προσκομίζεται (βλ. και 337 του ΚΠολΔ)) το οποίο τιτλοφορείται “Εκκαθάριση των υποθέσεων της εταιρείας μετά από τη λύση” ορίζονται τα ακόλουθα: “Συνέχιση της εταιρείας υπό εκκαθάριση. Όλες οι εταιρείες ανεξάρτητα από το αν λήγουν λόγω δικών τους περιορισμών ή λύονται άλλως, λειτουργούν πάραυτα για περίοδο τριών (3) ετών από τη λήξη ή τη λύση τους ως νομικά πρόσωπα με σκοπό να ασκούν αγωγές και να αμύνονται έναντι αγωγών από ή εναντίον τους και να μπορέσουν σταδιακά να διευθετήσουν και να ολοκληρώσουν τις εργασίες τους, να διαθέσουν και να μεταβιβάσουν την περιουσία τους, να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και να διανείμουν στους μετόχους τυχόν εναπομείναντα περιουσιακά στοιχεία, αλλά όχι με σκοπό τη συνέχιση της δραστηριότητας για την οποία ιδρύθηκε η εταιρεία. Σε σχέση με οποιαδήποτε προσφυγή, αγωγή ή διαδικασία που ξεκίνησε από ή κατά της εταιρείας είτε πριν είτε εντός τριών (3) ετών από την ημερομηνία λήξης ή λύσης και δεν έχει ολοκληρωθεί μέσα σε αυτή την περίοδο, η εταιρεία διατηρείται ως νομικό πρόσωπο πέραν αυτής της περιόδου προς το σκοπό της ολοκλήρωσης της εν λόγω προσφυγής, αγωγής ή διαδικασίας και μέχρις ότου εκδοθεί οποιαδήποτε απόφαση, ένταλμα ή δικαστική εντολή επί αυτής”. Η διατύπωση του τελευταίου εδαφίου στο πρωτότυπο αγγλικό κείμενο είναι η εξής: “ With respect to any action, suit, or proceeding begun by or against the corporation either prior to or within three (3) years after the date of its expiration or dissolution, and not concluded within such period, the corporation shall be continued as a body corporate beyond that period for the purpose of concluding such action, suit or proceeding and until any judgment, order, or decree therein shall be fully executed”. Πρόδηλος σκοπός της ανωτέρω ρυθμίσεως είναι η διατήρηση της νομικής προσωπικότητας της λυθείσης εταιρείας και πέραν της τριετίας από τη λήξη ή λύση της, προκειμένου να περατωθεί με οποιονδήποτε τρόπο η αστική ή ποινική διαδικασία που με άσκηση αγωγής (action) ή μήνυσης (suit) ξεκίνησε υπέρ ή κατά της εταιρείας, πριν τη λύση της ή εντός τριετίας από αυτή, και μάλιστα μέχρι να εκτελεστεί πλήρως (fully executed) η σχετική απόφαση, ώστε να μη δύναται να χρησιμοποιηθεί η τριετία αυτή αφενός ως λόγος εξαλείψεως αστικών ή ποινικών ευθυνών της εταιρείας, όπως αυτή εκπροσωπείται, αφετέρου ως λόγος αποσβέσεως των αντίστοιχων δικαιωμάτων της, με μόνη προϋπόθεση  την άσκηση των σχετικών ενδίκων βοηθημάτων πριν τη λύση της εταιρείας ή εντός τριετίας από αυτή. Κατόπιν όλων των ανωτέρω και με δεδομένο ότι από την κατάθεση του ……. λογιστή αποδεικνύεται ότι στο λογαριασμό της διαχειρίστριας υφίσταται το ποσό των 2.700.000 δολαρίων ΗΠΑ, κρίνεται ότι συντρέχει στη συγκεκριμένη περίπτωση πλασματική έλλειψη διοίκησης, δεδομένου ότι ο μοναδικός διευθυντής των προαναφερόμενων τριών εταιριών από το έτος 2021 δεν έχει συγκαλέσει, παρά τις οχλήσεις των αιτουσών, έκτακτη ή τακτική ετήσια κατά το καταστατικό γενική συνέλευση προκειμένου να διοριστούν εκκαθαριστές στις προαναφερόμενες αλλοδαπές εταιρίες µε την επωνυµία «……….»,  “……..” και “………” που εδρεύουν  κατά το καταστατικό τους τυπικά στις νήσους …… και πραγµατικά στον Πειραιά, οδός …………. Συνεπώς και με δεδομένο ότι το δικαστήριο κατά τη συγκεκριμένη διαδικασία δεν δεσμεύεται ως προς τα προταθέντα πρόσωπα, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη, αλλά και σύμφωνα με το δεύτερο επικουρικό αίτημα αυτής, θα πρέπει να γίνει η αίτηση δεκτή και να διοριστεί προσωρινή τριμελής διοίκηση των τριών αλλοδαπών εταιριών  αποτελούμενη: α) από τη ……. θυγατέρα του ……… και εργαζόμενη στη διαχειρίστρια εταιρία …… με έδρα τα νησιά ……….., β) την αιτούσα ………. και γ) το λογιστή α’ τάξεως ………. οι οποίοι θα πρέπει να συγκαλέσουν τη γενική συνέλευση προκειμένου να οριστούν εκκαθαριστές, και να θα ασκήσει τις υπόλοιπες οριζόμενες από το άρθρο 117 περ. γ, δ, ε του ν. 4548/2021 αρμοδιότητες δηλαδή την έγκριση ή μη της συνολικής διαχείρισης, την έγκριση ή μη των ετήσιων και τυχόν ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων και τη διάθεση ή μη των ετήσιων κερδών. Δικαστική δαπάνη δεν πρέπει να οριστεί ελλείψει σχετικού αιτήματος από την πλευρά των εκκαλουσών. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στις εκκαλούσες, επειδή η έφεσή τους έγινε δεκτή (άρθρο 495§3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων μερών την έφεση με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2023, (……/2023), κατά της με αριθμό 1136/4.4.2023 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 20.7.2022 με αριθμό ……/20.7.2022 αίτησης, της από 25.7.2022 με αριθμό ………/26.7.2022 κύριας παρέμβασης και των προφορικώς υπέρ αυτής ασκηθεισών προσθέτων παρεμβάσεων

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν τη με αριθμό ……../2023, (……./2023) έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη με αριθμό 1136/4.4.2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,

Κρατεί την υπόθεση και αναδικάζει επί  της από 20.7.2022 με αριθμό ………/20.7.2022 αίτησης, της από 25.7.2022 με αριθμό …………./26.7.2022 κύριας παρέμβασης και των προφορικώς υπέρ αυτής ασκηθεισών προσθέτων παρεμβάσεων

Απορρίπτει την κύρια παρέμβαση και τις ασκηθείσες υπέρ αυτής πρόσθετες παρεμβάσεις

Δέχεται την αίτηση.

Διορίζει προσωρινή τριμελής διοίκηση των αλλοδαπών εταιριών µε την επωνυµία «………»,  “……..” και “…….” που εδρεύουν  κατά το καταστατικό τους τυπικά στις νήσους … και πραγµατικά στον Πειραιά, οδός ………, αποτελούμενη: α) από τη ……… που είναι εκπρόσωπος της διαχειρίστριας εταιρίας …… με έδρα τα νησιά …., β) την αιτούσα …. …. και γ) το λογιστή α’ τάξεως …….. κάτοικο …. Αττικής, οδός ………  με σκοπό:  α) να οριστούν εκκαθαριστές, και β) να ασκηθούν οι υπόλοιπες οριζόμενες από το άρθρο 117 περ. γ, δ, ε του ν. 4548/2021 αρμοδιότητες δηλαδή 1) η έγκριση ή μη της συνολικής διαχείρισης, 2) η έγκριση ή μη των ετήσιων και τυχόν ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων και 3) η διάθεση ή μη των ετήσιων κερδών.

Διατάσσει την επιστροφή στις εκκαλούσες την επιστροφή του ηλεκτρονικού παραβόλου με αριθμό με αριθμό …………./ 2023 ποσού 100 ευρώ, το οποίο αυτές κατέβαλαν κατά την άσκηση του ένδικου μέσου

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 11 Δεκεμβρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ