Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 582/2023

Αριθμός     582/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   ………..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

 ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………… ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Γεώργιο Σιώρο   (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ:  ………….. ο οποίος εκπροσωπηθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο  Χαράλαμπο Σαμαρά (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  27.2.2015 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2015)  αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1531/2021 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου  ο εναγόμενος με την από  7.10.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……./2021-………/2021) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 22α.9.2022, μετά δε από αναβολή, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η  με  αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του  Εφετείου Πειραιώς   ………../2021  έφεση  κατά της υπ΄αριθμόν  1531/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε  κατά την  τακτική   διαδικασία,  αντιμωλία των διαδίκων,  έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις  26-07-2021  και  η  έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Πρωτοδικείου Πειραιά  στις  7-10-2021 (άρθρα  495,  511,  513,  516  παρ 1, 517 εδαφ  α,  518  παρ 1  και 147 ΚΠολΔ) δίχως να προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης. Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής  κατά την  αυτή  διαδικασία  δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. με κωδικό …………../2021  παράβολο).

Με την αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση ο ενάγων ιστορούσε ότι ο εναγόμενος,  ο οποίος  υπηρετούσε  στο ……..  Τμήμα Περάματος του  Κεντρικού Λιμεναρχείου  Πειραιά  έχοντας τον βαθμό του  ανθυπασπιστή   βεβαίωσε ψευδώς  με την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου ότι ο ενάγων είχε υπογράψει ενώπιον του  αφενός μεν ένα ιδιωτικό συμφωνητικό  με το οποίο εμφανιζόταν  ότι   είχε  αγοράσει  από τον …..  ένα σκάφος   εργοστασίου κατασκευής “Possillipo Tobago  47”,  αφετέρου δε  την υπ΄αριθμόν ……/2008 δήλωση φόρου μεταβίβασης του σκάφους  που υποβλήθηκε για την ολοκλήρωση της αγοράς του σκάφους  μολονότι ο ενάγων ουδέποτε  ενδιαφέρθηκε ν΄αγοράσει  το  εν λόγω σκάφος και ουδέποτε  υπέγραψε τα έγγραφα αυτά,  με συνέπεια να εκδοθεί σε βάρος του από την αρμόδια ΔΟΥ ατομική ειδοποίηση  για πληρωμή  του  φόρου μεταβίβασης  του σκάφους ύψους 119,94 ευρώ,  ενώ αποτέλεσε  και  τεκμήριο διαβίωσης  για την επιβολή σε βάρος του  μεγαλύτερου φόρου εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 2009, 1010 και 2011. Συνεπεία  της  αδικοπρακτικής αυτής  συμπεριφοράς αυτής ο ενάγων  υπέστη  ηθική  βλάβη διότι  επιβαρύνθηκε   φορολογικά  ενώ   υποχρεώθηκε και   σε σειρά δικαστικών  ενεργειών για να προστατεύσει τα συμφέροντά του.  Προς αποκαταστάση δε  αυτής ζήτησε ν΄αναγνωριστεί, όπως παραδεκτά περιορίστηκε  το  αίτημα της αγωγής, ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει σ΄αυτόν   το ποσό των 35.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως, καθώς επίσης και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στα δικαστικά του έξοδα.  Επί της αγωγής αυτής  η οποία είναι νόμιμη  (914, 299, 932, 298 ΑΚ), εξεδόθη η εκκαλουμένη με την οποία αναγνωρίσθηκε ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα  το ποσό των 7.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής.

Ήδη κατά της απόφασης αυτής βάλλει ο εναγόμενος     παραπονούμενος   για  εσφαλμένη  ερμηνεία και  εφαρμογή του νόμου και  πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και  ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης  και την απόρριψη της αγωγής του αντιδίκου του.

Με τον πρώτο λόγο έφεσης ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι κατ΄εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε με την εκκαλουμένη  απόφαση την αγωγή ορισμένη απορρίπτοντας σιγή την ένσταση αοριστίας που προέβαλε  καθόσον  δεν αναφέρεται σ΄αυτήν  α)  ποιο απόλυτο αγαθό του ενάγοντος  εθίγη (υγείας, τιμής, αγνείας κλπ)  β) τα περιστατικά που προσδιορίζουν και εξειδικεύουν  την υπαιτιότητα του εναγόμενου  γ) ποια ήταν η βλάβη που υπέστη ο ενάγων καθώς δεν εξειδικεύεται   το περιεχόμενο  και το είδος αυτής αφού με την μεταβίβαση του σκάφους ο ενάγων ωφελήθηκε οικονομικά  δ) δεν προσδιορίζεται το είδος της βλάβης που υπέστη εμφανιζόμενος ενώπιον των Αρχών ως αγοραστής του συγκεκριμένου σκάφους, ε) δεν εκτίθεται στην αγωγή  ότι η βλάβη του ήταν απότοκος της δικής του  συμπεριφοράς  στ) δεν διευκρινίζεται  πως υπέστη περιουσιακή ζημία ο ενάγων αφού απέκτησε σκάφος  δίχως να καταβάλει  τίμημα,  ζ) δεν αναφέρονται τα περιστατικά που στοιχειοθετούν τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς του εναγόμενου  και της επικαλούμενης βλάβης  του ενάγοντος, η) δεν αναφέρονται οι συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, το είδος της προσβολής την οποία υπέστη ο ενάγων, η βαρύτητα της περιουσιακής βλάβης  που  προκάλεσε  η συμπεριφορά  του εναγόμενου, ο  βαθμός  πταίσματος  του εναγόμενου και  η περιουσιακή και κοινωνική κατάσταση των μερών. Η ένσταση αυτή είναι απορριπτέα ως αβάσιμη καθόσον στην αγωγή, η οποία στηρίζεται στις διατάξεις περί αδικοπραξιών (άρθρα  914,299,932,346 ΑΚ) και όχι σε κείνες περί προσβολής της προσωπικότητας περιλαμβάνονται, με επάρκεια τα γεγονότα που θεμελιώνουν κατά τις ανωτέρω διατάξεις την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα  κατά τρόπο ώστε να παρέχεται στον εναγόμενο η ευχέρεια της άμυνας και στο δικαστήριο  η δυνατότητα της διάγνωσης του βασίμου κατά το νόμο  της αγωγής καθώς αναφέρεται  η παράνομη  πράξη που αποδίδεται στον εναγόμενο, η υπαιτιότητα του, το αποτέλεσμα της παράνομης πράξης, η βλάβη που υπέστη ο ενάγων  και  οι ενέργειες στις οποίες υποχρεώθηκε να προβεί (ο ενάγων)  για την προστασία των δικαιωμάτων του,  ενώ δεν απαιτείται περαιτέρω εξειδίκευση της υπαιτιότητας του εναγόμενου, της βλάβης που υπέστη ο ενάγων, του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του ενάγομενου και της  βλάβης του ενάγοντος, ούτε  των  συνθηκών  τέλεσης της αδικοπραξίας. Επομένως, πρέπει ν΄ απορριφθεί η ένσταση αυτή.

Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα και την χωρίς όρκο κατάθεση του εναγόμενου ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως και όλα τα  έγγραφα που οι διάδικοι  προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα , είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:  Από  το έτος 2000 ο ενάγων είχε φιλική σχέση  με τον ……  ο οποίος είχε αναλάβει την τοποθέτηση κουφωμάτων  στην οικία του ενάγοντος στο …. Κορινθίας  καθώς  διατηρούσε επιχείρηση τοποθέτησης κουφωμάτων  με την επωνυμία «…..» και διακριτικό τίτλο « ……»  με έδρα την ………. Στα πλαίσια της σχέσης αυτής ο …………..  ζήτησε από τον ενάγοντα να τον δανειοδοτήσει με το ποσό των 340.000 ευρώ για να καλύψει άμεσες ανάγκες  με την συμφωνία ότι  θα  επέστρεφε το ποσό  εντός δέκα ημερών καθώς είχε εγκριθεί  επιδότηση αναπτυξιακού δανείου από το Υπουργείο Οικονομικών ύψους 800.000 ευρώ. Πείσθηκε ο ενάγων και  στις 25-9-2008 κατέθεσε στον λογαριασμό του ………  στην Εμπορική Τράπεζα  το ποσό αυτό εκ του οποίου ο τελευταίος  απέδωσε στον ενάγοντα το ποσό των 160.500 ευρώ αφήνοντας απλήρωτο το υπόλοιπο ποσό.  Λίγες ημέρες  αργότερα η σύζυγος του …………. τηλεφώνησε στον ενάγοντα και τον ρώτησε αν είχε αντίρρηση να μεταβιβασθεί σ΄αυτόν ένα σκάφος του συζύγου της  καθώς κινδύνευε να κατασχεθεί  λόγω οφειλών αυτού και ο ενάγων της  απάντησε ότι  έπρεπε  να συμβουλευθεί τον λογιστή του. Ωστόσο, του ζήτησε φωτοτυπία της ταυτότητάς του, την οποία και απέστειλε ο ενάγων, για να προχωρήσει η διαδικασία μέχρι την οριστική απάντησή του. Εν τέλει ο ενάγων αρνήθηκε την μεταβίβαση αυτή και το θέμα της μεταβίβασης του σκάφους έληξε οριστικά γι΄αυτόν. Δύο χρόνια αργότερα ο ενάγων έλαβε την με αριθμό ……./11-10-2010 ατομική ειδοποίηση χρεών  της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά στην οποία αναφερόταν ότι είχε επιβληθεί σ΄αυτόν φόρος   ύψους  119,94 ευρώ για την μεταβίβαση σ΄αυτόν πλοίου. Μετέβη στην ΔΟΥ Πλοίων  Πειραιά   όπου ενημερώθηκε ότι η ατομική αυτή ειδοποίηση εξεδόθη καθώς είχε υποβληθεί  ένα ιδιωτικό συμφωνητικό με ημερομηνία 8-11-2008  στο οποίο αναφερόταν ότι ο ………….  είχε πωλήσει, παραχωρήσει  και μεταβιβάσει κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή  στον ενάγοντα  ένα σκάφος  εργοστασίου κατασκευής Possillipo Tobago 47  με όνομα Α  νηολογημένο  στα νηολόγια  του λιμένα Πειραιά με  αύξοντα αριθμό ……, αντί τιμήματος ύψους 70.000 ευρώ το οποίο και  κατεβλήθη στον πωλητή τοις μετρητοίς. Το συμφωνητικό αυτό πέραν της  υπογραφής  του πωλητή έφερε και  υπογραφή  του αγοραστή  για την οποία υπήρχε βεβαίωση  του εναγόμενου ως υπηρετούντος  στο  .… Τμήμα Περάματος  και έχοντος αρμοδιότητα προς βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής  ότι  η υπογραφή είχε τεθεί  από τον ενάγοντα  ενώπιόν του.  Πέραν του ανωτέρω ιδιωτικού συμφωνητικού είχε κατατεθεί και η υπ΄αριθμόν …./ 2008 δήλωση φόρου μεταβίβασης πλοίου η οποία εκτός από την υπογραφή  του πωλητή έφερε και υπογραφή του αγοραστή για την οποία υπήρχε βεβαίωση  του εναγόμενου ως υπηρετούντος στο ……….. Τμήμα Περάματος ότι η υπογραφή  είχε τεθεί  ενώπιόν του από τον ενάγοντα. Ωστόσο, ουδέποτε ο ενάγων έθεσε την υπογραφή του στα ανωτέρω έγγραφα και επομένως, ψευδώς  ο εναγόμενος βεβαίωσε ότι η υπογραφή στα ανωτέρω έγγραφα είχε τεθεί από τον ενάγοντα ενώπιόν του.  Ο εναγόμενος συνομολόγησε ότι προέβη στην ψευδή αυτή βεβαίωση προκειμένου να εξυπηρετήσει τον ενάγοντα και όχι για να τον βλάψει   αφού  μόνο ωφέλεια θ΄αποκόμιζε  από την πώληση αυτή. Ωστόσο, συνεπεία της ψευδούς αυτής βεβαιώσεως εμφανίστηκε ο ενάγων ως ιδιοκτήτης του ανωτέρω  σκάφους  στη φορολογική Αρχή  και   καταλογίστηκε σ΄αυτόν φόρος μεταβίβασης ύψους 119,94 ευρώ και προς τούτο εξεδοθη η υπ΄αριθμόν  …../11-10-2010 ατομική ειδοποίηση χρεών. Επιπλέον δε, το σκάφος αυτό αποτέλεσε τεκμήριο για την φορολογική Αρχή   με συνέπεια  να επιβληθεί σ΄αυτόν φόρος  για το οικονομικό έτος  2009   37.553,40 ευρώ, για το οικονομικό έτος 2010  24.152,10 ευρώ και για το οικονομικό έτος 2011   10.140 ευρώ  και συνολικά  71.845,60 ευρώ  ενώ υπήρχε κίνδυνος   να  επιβληθεί  σ΄αυτόν  και πρόστιμο  τουλάχιστον 7.500 ευρώ.  Κρίνεται δε, απορριπτέα η ένσταση παραγραφής που προέβαλε ο εναγόμενος ισχυριζόμενος ότι από της τελέσεως της ανωτέρω πράξεως μέχρις ασκήσεως της ένδικης αγωγής έχει συμπληρωθεί πενταετία καθόσον αποδείχθηκε ότι ο ενάγων έλαβε γνώση της τελεσθείσας  σε βάρος του πράξεως  και των υπαιτίων μεταξύ των οποίων και ο εναγόμενος  μετά την έκδοση της προαναφερόμενης υπ΄αριθμόν ……./11-10-2010 ατομικής ειδοποιήσεως χρεών εξαιτίας της οποίας και  υποχρεώθηκε να ερευνήσει την αιτία έκδοσής της και να πληροφορηθεί όσα προαναφέρθηκαν. Ως εκ τούτου ενόψει του ότι η ένδικη αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του Μονομελούς  Πρωτοδικείου Πειραιά στις 31-3-2015 και επιδόθηκε στον εναγόμενο στις 10-6-2015 (βλ  υπ΄αριθμόν …./2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή …………..)  δεν συμπληρώθηκε πενταετία μέχρις ασκήσεώς της και επομένως, η αξίωση του ενάγοντος δεν έχει υποπέσει σε παραγραφή. Απορριπτέα, επίσης, κρίνεται και η ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που προέβαλε ο εναγόμενος συνιστάμενη στο ότι  αν και η βούληση του ενάγοντος ήταν ν΄αποκτήσει το ανωτέρω σκάφος, το οποίο και  απέκτησε  χωρίς την καταβολή τιμήματος  άσκησε  την ένδικη  αγωγή μετά πάροδο  επτά ετών  από την  μεταβίβαση    ισχυριζόμενος τ΄αντίθετα   καθόσον  δεν  αποδείχθηκε  ότι  η βούληση του ενάγοντος ήταν  ν΄αποκτήσει το σκάφος αυτό, αλλά αντιθέτως ότι δεν επιθυμούσε την μεταβίβαση αυτή  λόγω των φορολογικών  επιβαρύνσεων που θα είχε καθώς αποτελούσε τεκμήριο διαβίωσης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων  υπέστη ηθική βλάβη από την ανωτέρω παράνομη συμπεριφορά του εναγόμενου  καθόσον  με την ψευδή αυτή βεβαίωση  παρείχε ο εναγόμενος  συνδρομή  στον   ………….    ώστε να πεισθεί η   φορολογική Αρχή  ότι  ο ενάγων είχε πράγματι  αγοράσει το εν λόγω σκάφος με συνέπεια να επιβάλλει  σ΄αυτόν   φόρο  μεταβίβασης  και  στη  συνέχεια να τον φορολογήσει   για τα έτη 2009, 2010 και 2011   βάσει τεκμηρίου διαβίωσης   με τα  προαναφερόμενα  ποσά, δίχως ο ίδιος να επιθυμεί την απόκτηση του περιουσιακού αυτού στοιχείου, ενώ  δεν πρέπει να παροραθεί  ότι  στη συνέχεια υποχρεώθηκε ο ενάγων και  σε σειρά δικαστικών ενεργειών για να επαναφέρει τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση. Λαμβανομένου δε υπόψη του είδους της προσβολής που δέχθηκε ο ενάγων, της έκτασης και των συνεπειών αυτής, του βαθμού πταίσματος του εναγόμενου, του βαθμού συμμετοχής  του εναγόμενου στην εξαπάτηση της φορολογικής Αρχής καθώς και της κοινωνικής  και  οικονομικής κατάστασης των μερών  καθώς  ο ενάγων διατηρεί γραφείο ιδιωτικών ερευνών στην Αθήνα  ενώ ο εναγόμενος  είναι συνταξιούχος λιμενικός  πρέπει να οριστεί  βάσει της αρχής της αναλογικότητας η οποία επιβάλλεται να τηρείται κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού ως γενική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (ΟλΑπ 9/2015) στο ποσό 4.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο  που καθόρισε το ποσό της χρηματικής ικανοποιήσεως σε 7.000 ευρώ εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις κατά παραδοχή σχετικού λόγου της έφεσης.  Συνακόλουθα, πρέπει να γίνει δεκτή  η έφεση ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν και  να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη. Περαιτέρω, πρέπει  να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο, να δικαστεί κατ΄ουσίαν και να γίνει εν μέρει δεκτή  η αγωγή και ακολούθως,  ν΄ αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενους υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα  το  ανωτέρω ποσό με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Μέρος των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών  δικαιοδοσίας πρέπει  να επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος  – εναγόμενου   λόγω της μερικής  ήττας αυτού  (άρθρα 183, 176 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα  στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει   να  διαταχθεί και  η επιστροφή  του κατατεθέντος παραβόλου  άσκησης έφεσης στον εκκαλούντα    λόγω της  παραδοχής  της εφέσεως (άρθρο 495 παρ 4 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία των διαδίκων

ΔΕΧΕΤΑΙ  έφεση

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ΄αριθμόν 1531/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά

ΚΡΑΤΕΙ  και ΔΙΚΑΖΕΙ  την αγωγή

ΔΕΧΕΤΑΙ  εν μέρει την αγωγή

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ  ότι ο εναγόμενος  υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τεσσάρων  χιλιάδων (4000 ) ευρώ.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα – εναγόμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου – εναγόμενου αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας  το οποίο καθορίζει στο ποσό  οκτακοσίων (800) ευρώ

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την  επιστροφή του  κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης   στον  εκκαλούντα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  13 Οκτωβρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ