Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 517/2023

Αριθμός     517/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και  ήδη από 1.1.2017 από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον Διοικητή της, και εν προκειμένω και από τους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Πλοίων και της Δ.Ο.Υ. Α΄ Πειραιά, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξούσια ΝΣΚ Δέσποινα Ντουρντουρέκα.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:  Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………», η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Θωμά Καναβέλη.

Η εφεσίβλητη κατέθεσε ενώπιον του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  23.3.2015 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……./2015) ανακοπή. Επί της ανακοπής αυτής  -η οποία συνεκδικάστηκε  με την από 31.3.2015 (ΓΚΑ/ΕΑΚ ……../2015) ανακοπή του Ελληνικού Δημοσίου μετά και την έκδοση της με αριθμ 3549/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το οποίο κήρυξε εαυτό τοπικά αναρμόδιο και παράπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο  Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς-  εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  36/2021 απόφαση του ως Δικαστηρίου, που δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το ήδη εκκαλούν με την από 16.8.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  …../2021-………/2021) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εκκαλούντος και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 16.8.2021 (αριθ.καταθ. ……../2021) έφεση του καθ’ ου η ανακοπή και ήδη εκκαλούντος κατά της με αριθ. 36/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθ. 614 επ., 591 παρ. 1 περ.γ΄, 979 παρ. 2, 937 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, όπως το τελευταίο άρθρο ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το ν.4335/2015), έχει ασκηθεί αρμοδίως και νομότυπα, με την κατάθεση του δικογράφου στη Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 25.8.2021, όπως προκύπτει από τη σχετική έκθεση της Γραμματέως του Τμήματος Ενδίκων Μέσων του Πρωτοδικείου Πειραιά, (άρθ. 19, 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1 εδ.β΄, 516, 518 παρ. 2, όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015), εντός της καταχρηστικής προθεσμίας των δύο (2) ετών (ημερομηνία δημοσίευσης της εκκαλούμενης την 11.1.2021) και από τη δικογραφία δεν προκύπτει λόγος απαραδέκτου, κατ’ άρθρο 520 παρ. 1 σε συνδυασμό με τα άρθρα 118 έως 120 Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει τυπικά δεκτή, και να ερευνηθεί, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό, το νόμιμο και το κατ’ ουσίαν βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου που προβλέπεται στο άρθρο 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, αφού το Δημόσιο δεν προκαταβάλει τέτοιο παράβολο (βλ. Μ.Μαργαρίτης, Ερμ. Κ.Πολ.Δ, Τόμος Α΄, άρθρο 495, αρ. 17 σελ. 849).

Με την από 23.3.2015 (αριθ.καταθ. ………./2015) ανακοπή της, η ανακόπτουσα, ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία “………”, ζητά για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους τη μεταρρύθμιση του με αριθ. ……../2015 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., ώστε να καταταγεί η ίδια όσον αφορά στη διανομή του πλειστηριάσματος που προέκυψε από την περιουσία της ……….. στο συνολικό ποσό των 77.759,86 ευρώ και από την περιουσία της ……… για το ποσό των 181.439,67 ευρώ άλλως επικουρικά για το ποσό των 68.211,69 ευρώ, και να καταδικαστεί ο καθ’ ου στην δικαστική της δαπάνη. Επί της ανακοπής αυτής, η οποία συνεκδικάστηκε με την από 31.3.2015 (αριθ.καταθ. ………/2015) ανακοπή του Ελληνικού Δημοσίου κατά της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας “……” και της επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου συμβολαιογράφου Αθηνών ……., εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 36/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία δέχτηκε εν μέρει αυτή (ανακοπή), μεταρρύθμισε τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης με αριθ. ……./2015 της συμβολαιογράφου Αθηνών . …. και κατέταξε την ανακόπτουσα, τυχαία ως  εγχειρόμενη δανείστρια για το ποσό των 84.524,59 ευρώ, αποβάλλοντας το καθ’ ου Ελληνικό Δημόσιο κατά το ισόποσο ποσό από τη διανομή της περιουσίας της ………. (ποσού 544.319,01 ευρώ). Κατά της απόφασης αυτής, και ως προς τον “Β.4” λόγο που έγινε δεκτός ως βάσιμος (οι λοιποί λόγοι της ανακοπής απορρίφθηκαν), παραπονείται το καθ’ ου της από 23.3.2015 ανακοπής, με τους λόγους της εφέσεως που ανάγονται, α)σε αοριστία του δικογράφου της ανακοπής, β)εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, προκειμένου να απορριφθεί η από 23.3.2015 σε βάρος του ασκηθείσα ανακοπή.

Ι) Κατά τις διατάξεις των άρθρων 585 παρ. 2 και 979 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 216 παρ. 1 και 217 Κ.Πολ.Δ, συνάγεται ότι το δικόγραφο της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118 και 120 του ιδίου Κώδικα και τους λόγους αυτής, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στο καθ’ ου να αμυνθεί και στο δικαστήριο να ελέγξει τη νομιμότητα και την ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης. Ειδικότερα η ανακοπή, ως εισαγωγικό δικόγραφο της περί την εκτέλεση δίκης, πρέπει να περιέχει ακριβή περιγραφή της απαίτησης της οποίας ζητείται η κατάταξη και του προνομίου της, δηλαδή συγκεκριμένη παράθεση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία κατά νόμο θεμελιώνουν την απαίτηση και το προνόμιό της (ΑΠ 1645/2001, Εφ.Αθ. 5335/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ελλιπής παράθεση των περιστατικών αυτών καθιστά την ανακοπή αόριστη και ως εκ τούτου απορριπτέα, μη δυνάμενη να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ή με την αναφορά σε άλλα έγγραφα και μάλιστα στο περιεχόμενο της αναγγελίας και των εγγράφων που κατατίθενται μόνο στην ίδια με την επίδοση αυτής προθεσμία και αποδεικνύουν την απαίτηση. Τα παραπάνω στοιχεία δηλαδή ακριβή περιγραφή της απαίτησης και το επικαλουμένου προνομίου, πρέπει να περιέχει η ανακοπή όχι μόνο όταν η απαίτηση του ανακόπτοντος δεν κατατάχθηκε καθόλου ή  ως προνομιακή στον πίνακα κατάταξης και φέρεται προς διάγνωση με την ανακοπή αλλά και όταν με την ανακοπή αμφισβητείται απλώς η απαίτηση του καταταχθέντος καθ’ ου η ανακοπή ή ο προνομιακός χαρακτήρας της, οπότε ο καθ’ ου έχει το βάρος επίκλησης και απόδειξης της απαίτησής του ή του προνομίου της, άλλως γίνεται δεκτή η ανακοπή, διότι στην περίπτωση αυτή, η περιγραφή της απαίτησης και του προνομίου της δικαιολογούν το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος, που ασκεί και νομιμοποιητική λειτουργία, αφού η δια της παραδοχής της ανακοπής αποβολή από τον πίνακα του καθ’ ου, προϋποθέτει κατ’ ανάγκη, την ύπαρξη κατατακτέας απαίτησης του ανακόπτοντος. Αν δεν υφίσταται απαίτηση του ανακόπτοντος, η ανακοπή είναι απορριπτέα και αν ακόμη ο καθ’ ου η ανακοπή δεν ανταποκριθεί στο βάρος επίκλησης και απόδειξης της δικής του απαίτησης και του προνομίου της (Εφ.Αθ. 1461/2021, Εφ.Αθ. 6177/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΙΙ)Οι δανειστές που νομιμοποιούνται ή ο οφειλέτης ασκούν παραδεκτά ανακοπή, αν έχουν έννομο συμφέρον (979 παρ. 2), αν υφίσταται δηλαδή βλάβη από τον πίνακα κατατάξεως, γιατί δεν κατατάχθηκαν ή δεν κατατάχθηκαν για το σύνολο της απαιτήσεώς τους, ή δεν κατατάχθηκαν προνομιακά. Το έννομο συμφέρον των δανειστών δεν εξαρτάται από την προτεραιότητά τους στη σειρά ικανοποιήσεως αυτών που αναγγέλθηκαν και δεν ικανοποιήθηκαν, αλλά δεν άσκησαν ανακοπή, ή δεν πρόβαλαν τον σχετικό λόγο ανακοπής, γιατί η ανακοπή εννοεί τον ανακόπτοντα, ανεξάρτητα από του αν υπάρχουν και άλλοι δανειστές με καλύτερη σειρά που δεν ικανοποιήθηκαν. Το έννομο συμφέρον του δανειστή για την άσκηση ανακοπής υπάρχει, όταν υπάρχει (ο ισχυρισμός για τη) δυνατότητα κατατάξεώς του. Σε αντίθετη περίπτωση η ανακοπή είναι απορριπτέα για έλλειψη εννόμου συμφέροντος. Δυνατότητα κατατάξεως εκείνου που ασκεί ανακοπή υπάρχει, άρα δικαιολογείται και το έννομο συμφέρον του, και όταν ο δανειστής, που θα μπορούσε να προηγηθεί στην κατάταξη και να αποκλείσει έτσι την κατάταξη του ανακόπτοντος, δεν έχει ασκήσει ανακοπή. Τότε, επειδή η ανακοπή ωφελεί μόνο τον ανακόπτοντα, η υπερέχουσα σειρά του δανειστή που δεν έχει ασκήσει ανακοπή δεν είναι ικανή να παρεμποδίσει την κατάταξη του ανακόπτοντος, ούτε να αφαιρέσει το έννομο συμφέρον του για την άσκηση της ανακοπής (Πελαγία Γέσιου-Φαλτσή, Εγχειρίδιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως Γ΄ έκδοση σελ. 689, Ο Νέος Κ.Πολ.Δ, Ερμηνεία κατ’ άρθρο μετά τον Ν. 4842 και 4855/2021, Χ.Απαλαγάκη, Στ. Σταματόπουλος, άρθρο 979 σελ. 3211-3212 αρ. 10, ΑΠ 20552022 Εφ.Θεσσαλ. 297/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Με τον πρώτο λόγο έφεσης το εκκαλούν ισχυρίζεται, ότι το δικόγραφο της ένδικης ανακοπής ήταν αόριστο και ανεπίδεκτο δικαστικής εκτιμήσεως κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα και επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα δέχθηκε, ότι η ένδικη ανακοπή είναι ορισμένη. Ο λόγος αυτός έφεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού η ανακοπή είναι επαρκώς ορισμένη, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες στην με αρ. Ι νομική σκέψη της παρούσας, καθώς περιγράφονται λεπτομερώς τα πραγματικά περιστατικά, που κατά νόμο θεμελιώνουν την δανειακή σύμβαση, βάσει της οποίας εκδόθηκε η με αρ. …../2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, από τις οποίες (δανειακή σύμβαση – διαταγή πληρωμής), απορρέει η απαίτηση της ανακόπτουσας κατά του καθ’ ου η εκτέλεση και επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ορθά απέρριψε τον ισχυρισμό του εκκαλούντος ως αόριστο.

Από την επανεκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των νόμιμα προσκομιζομένων και επικαλουμένων από τους διαδίκους έγγραφα, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Με επίσπευση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “………..”, βάσει πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμ. …../2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατασχέθηκαν αναγκαστικώς, δυνάμει της με αριθμ. …./19-5-2011 κατασχετήριας έκθεσης ακινήτων του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……….., ακίνητα που βρίσκονται στον Πειραιά, στη θέση “………..”  και στις οδούς αφενός μεν ……. αφετέρου δε …………, ψιλής κυριότητας επί όλων των ακινήτων της οφειλέτριας ………. και επικαρπίας της οφειλέτριας ……….. Με τη με αρ. ………../7-11-2013 Ε΄ επαναληπτική περίληψη της ανωτέρω κατασχετήριας έκθεσης του αυτού δικαστικού επιμελητή ορίστηκε ημερομηνία πλειστηριασμού των κατασχεθέντων ακινήτων η 9-4-2014, κατά την οποία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός, συνταχθείσας της υπ’ αριθ. ……/9-4-2014 έκθεσης δημόσιου αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτων και κατακύρωσης της υπαλλήλου του πλειστηριασμού, συμβολαιογράφου Αθηνών, . ….. και κατακυρώθηκαν τα ακίνητα στην υπερθεματίστρια ως άνω επισπεύδουσα εταιρεία έναντι καταβληθέντος πλειστηριάσματος ποσού 810.406 ευρώ. Εν συνεχεία, εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 972 παρ. 1Β΄ Κ.Πολ.Δ προθεσμίας, μεταξύ άλλων δανειστών, ανήγγειλαν νομότυπα τις απαιτήσεις τους, μεταξύ άλλων: α) η τράπεζα … (ανακόπτουσα της β΄ ανακοπής) για το ποσό των 2.995.868,61 ευρώ, προερχόμενο από σύμβαση δανείου (και επιδικασθέν με τη με αρ. …./2013 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, β)το καθ’ ου η ανακοπή Ελληνικό Δημόσιο νόμιμα εκπροσωπούμενο α)από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ Α΄ Πειραιά, που με τις με αρ. …/2014 και …./2014 αναγγελίες του ζήτησε την προνομιακή του κατάταξη για το συνολικό ποσό των 284.456,61 ευρώ και 612.543,20 ευρώ αντίστοιχα, και γ)από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ Πλοίων Πειραιά, που με τις με αρ. …/2014, …/2014, …./2011 και …./2014 αναγγελίες του ζήτησε την προνομιακή του κατάταξη για τα ποσά των 47.916,31 ευρώ, 837.656,66 ευρώ, 675.992,34 ευρώ και 53.816,63 ευρώ αντίστοιχα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η υπάλληλος του πλειστηριασμού, λαμβάνοντας υπόψη τις αναγγελίες των δανειστών, μεταξύ των οποίων και αυτές των διαδίκων, συνέταξε τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης δανειστών ακινήτων, ως εξής: Από τον καταβληθέν πλειστηρίασμα αφαίρεσε τα έξοδα της εκτέλεσης, που ανέρχονταν σε 32.807,41 ευρώ, μεταξύ των οποίων τα ανήκοντα στην ίδια έξοδα σύνταξης του εν λόγω πίνακα κατάταξης, και προέβη στην σύνταξη του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης για τη διανομή στους δικαιούχους του πλειστηριάσματος (ποσό: 777.598,59 και ποσό:233.279,58 ευρώ) που αφορά την επικαρπώτρια …….. και (ποσού: 544.319,01 ευρώ) που αφορά τη ψιλή κυρία ……….., ως εξής:

Στο ποσό των (544.319,01 €):

Στο ένα τρίτο (1/3) αυτού ήτοι στο ποσό των (181.439,67€)

ΚΑΤΑΤΑΣΣΟΝΤΑΙ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΑ ΚΑΙ ΟΡΙΣΤΙΚΑ, ΑΝΑΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΡΩΣ

1)Η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ) Α΄ Πειραιά, για την υπ’ αριθμό πρωτ. …/10-4-2014 αναγγελία του κ.Προϊσταμένου της στο ποσό των είκοσι οκτώ χιλιάδων επτακοσίων τριών ΕΥΡΩ και τριάντα εννέα λεπτών (28.703,39)

2)Η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ) Πλοίων Πειραιά για την υπ’ αριθμό πρωτ. …/16-4-2014 αναγγελία του κ.Προϊσταμένου της στο ποσό των ογδόντα τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων είκοσι τεσσάρων ΕΥΡΩ και πενήντα εννέα λεπτών (84.524,59)

3)Η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ) Πλοίων Πειραιά, για την υπ’ αριθμό πρωτ. …./21-9-2011 αναγγελία του κ.Προϊσταμένου της στο ποσό των εξήντα οκτώ χιλιάδων διακοσίων έντεκα ΕΥΡΩ και εξήντα εννέα λεπτών (68.211,69).

Ακολούθως από τα αυτά ως άνω αποδεικτικά στοιχεία προκύπτει ότι οι αναγγελίες του καθ’ ου η ανακοπή …/21.9.2011 και …. της Δ.Ο.Υ Πλοίων Πειραιά, που αφορούν απαίτηση αυτού (καθ’ ου η ανακοπή) σε βάρος της ψιλής κυρίας ………, ταυτίζονται. Συγκεκριμένα όπως προδήλως προκύπτει το χρέος που περιλαμβάνεται στην με αριθ. …/21.9.2011 βεβαίωση με ημερομηνία βεβαίωσης 16/6/2010, οικ.έτος 2010, είδος οφειλής: Καταλογισμός ποσού (592.975,74 + 83.016,60 προσαυξήσεις) 675.992,34 ευρώ, ταυτίζεται ως προς το είδος, τα στοιχεία βεβαίωσης με το χρέος της ως άνω Δ.Ο.Υ (Πλοίων Πειραιά), με ημερομηνία βεβαίωσης:16/6/2010, οικον.έτος 2010, είδος οφειλής καταλογισμός, και αφορούν το ΑΦΜ …….., που αντιστοιχεί στην κοινοπραξία με την επωνυμία “………” της οποίας (Κοινοπραξίας) το είδος η άνω οφειλέτης του Δημοσίου (……….) ήταν εκπρόσωπος και υπείχε ευθύνη για τα χρέη της, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 86 παρ. 6 εδ.δ΄του π.δ 913/1978 και 4 παρ. 6 περ.η του ν.2575/1998, σύμφωνα με τις οποίες η ευθύνη της για τις οφειλόμενες και βεβαιούμενες εισφορές εν γένει της κοινοπραξίας είναι προσωπική, σε ολόκληρον και αλληλέγγυα, μη χωρούσας της ένστασης διζήσεως, ισχυρισμού (περί ταυτόσημης οφειλής ως προς το είδος και τα στοιχεία βεβαίωσης των δύο ως άνω αναγγελιών) που δεν αμφισβητεί ειδικά το καθ’ ου η ανακοπή ήδη εκκαλούν ούτε αντικρούει με αποδεικτικά μέσα, ώστε να συναχθεί αντίθετη κρίση από το Δικαστήριο.

Ι. Όπως η δίκη νοείται ως “έννομος σχέσις” αφ’ ενός (Prozessverhaltnis) και ως “διαδικασία” αφ’ ετέρου (Prozessverfahren), ούτω και η αναγκαστική εκτέλεσις γίνεται αντιληπτή ως “έννομος σχέσις” εφ’ ενός (Vollstreckungsverharfahren) και ως “διαδικασία” αφ’ ετέρου (Vollstreckungsverfahren) 50. Και ως έννομος σχέσις νοούμενη, η αναγκαστική εκτέλεσις έχει μορφήν “στατικήν” ,ως διαδικασία δε θεωρουμένη, αποκτά μορφήν “δυναμικήν”, εκλαμβάνεται δηλ. “….ως γίνεσθαι, ήτοι ως εξέλιξις…”51, κατά την διάρκειαν της οποίας δικαιούνται, πέραν του κατασχόντος και του καθ’ ου η κατάσχεσις οφειλέτου, να συμμετάσχουν και τρίτα πρόσωπα, προκειμένου να ικανοποιήσουν, μέσω της διαδικασίας της κατατάξεως των δανειστών και της διανομής του πλειστηριάσματος, τας υφισταμένας κατά του οφειλέτου απαιτήσεις των. Μόνος δε τρόπος συμμετοχής των τρίτων εις την εκτελεστικήν διαδικασίαν είναι αυτός της “αναγγελίας” (Κ.Πολ.Δ 972), δυνάμει της οποίας η μέχρι τούδε “τριγωνική” έννομος σχέσις της αναγκαστικής εκτελέσεως καθίσταται “Πολυγωνική”, δια της συρροής πλειόνων δανειστών, διεκδικούντων μερίδιον από την αξίαν του πλειστηριάσματος 52. Πέραν συνεπώς της συρροής δανειστών, την οποίων επιφέρει η επιβολή πλειόνων αναγκαστικών κατασχέσεων, η αυτή συρροή δύναται να προκύψη και δια της αναγγελίας των κατά του οφειλέτου υφισταμένων απαιτήσεων των δανειστών αυτού ενώπιον του επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου.

Δανεισταί του καθ’ ου η εκτέλεσις οφειλέτου δικαιούνται όχι μόνον να κατάσχουν αναγκαστικώς το ήδη αναγκαστικώς κατεσχημένον αντικείμενον αλλά και να αναγγείλουν την αυτήν ή άλλην απαίτησίν των εις εκκρεμή ήδη και παραλλήλως διεξαγομένην διαδικασίν της αναγκαστικής εκτελέσεως. Πράγματι, υπό το καθεστώς της αυτοτελείας εκάστης εκ των συγχρόνως εξελισσομένων διαδικασιών της αναγκαστικής εκτελέσεως η διατήρησις του θεσμού της αναγγελίας υπήρξε επιβεβλημένη 53. Πρώτον, διότι δια της εισαγωγής του συστήματος της πολλαπλότητος και αυτοτελείας των κατασχέσεων δεν εσκοπήθη ο αποκλεισμός του κατασχόντος εκ της υπό ετέρου δανειστού επισπευδομένης εκτελεστικής διαδικασίας, αλλά η απεξάρτησις των δανειστών εκ των πράξεων ή παραλείψεων του πρώτου και μόνο κατασχόντος. Και, δεύτερον, διότι δεν είναι εκ προοιμίου βέβαιον ποια εκ των επισπευδομένων διαδικασιών θα οδηγήση πρώτη εις τον πλειστηριασμόν, εκ του προϊόντος του οποίου θα ικανοποιηθούν μόνον ο κατασχών και οι αναγγελθέντες συνεπεία της συγκεκριμένης κατασχέσεως δανεισταί του καθ’ ου η εκτέλεσις οφειλέτου. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος, δια τον οποίον οι κατά το ειδικόν δικονομικόν δίκαιον δικαιούμενοι να επιβάλουν αναγκαστικήν κατάσχεσιν επί κατεσχημένου ήδη αντικειμένου δύνανται να αναγγείλουν τας απαιτήσεις των, ακόμη και αν έχουν ήδη επιβάλει κατάσχεσιν προς ικανοποίησιν των απαιτήσεων τούτων 54. Ρητώς μάλιστα ορίζεται εις το άρθρον 12 εδ.β΄ του ΚΕΔΕ ότι “η αναγγελία οιουδήποτε δεν τεκμηριοί παραίτησιν εκ της κατασχέσεως”. Αλλά και αντιστρόφως, η αναγγελία απαιτήσεων εις το πλαίσιον του επισπευδομένου κατά το κοινόν δίκαιον πλειστηριασμού δεν εμποδίζει την επιβολήν αναγκαστικής κατασχέσεως προς ικανοποίησιν των απαιτήσεων τούτων κατά τας οικείας διατάξεις της εκάστοτε εφαρμοζομένης ειδικής διαδικασίας της εκτελέσεως”.

(49)πρβλ Μπρίνιαν, ΑναγκΕκτελ IV, άρθρ. 1011 παρ. 626Β σ.2009 επ.τον ίδιον, ΔιοικΕκτ Α΄, παρ. 99Α σελ. 317.

(50)πρβλ αντί πολλών Gaul, Die Haftung aus dem Vallstrekkungszugriff, in: ΖΖΡ 110 (1977), 3 (20 επ., 26 επ.)

(51)Μητσόπουλος, Παρακράτησις εκπλειστηριάσματος παρ’ ενυποθήκου υπερθεματιστού, in: ΝΔ 12 (1956), 365 (367)

(52)πρβλ.Μπρίνιαν, ΑναγκΕκτελ ΙΙ, άρθρ. 972 παρ. 378 σελ. 963 σημ.2 Νίκαν, ΑναγκΕκτελ ΙΙ, παρ. 451 αρ.2 σελ.303 Πίψου,  op.cit, σελ.19, Άλλως Νικολόπουλος, ΑναγκΕκτελ, σελ.388 σημ.336, βλ.και Γέσιου-Φαλτσή, ΑναγκΕκτελ ΙΙ/Α παρ. 57 ΙΙ 1 αρ.4 σελ. 383.

(53)Αντίθ.όμως Κατηφόρης, op.cit, ο οποίος καίτοι υποστηρίζει ότι “…. η δυνατότητα επιβολής αυτοτελούς αναγκαστικής κατασχέσεως θα έπρεπε να συνεπάγεται για τους δανειστές αδυναμία αναγγελίας με ισχύ κατασχέσεως…(και ότι) η διατήρηση της διατάξεως του άρθρου 972 παρ. 2 εδ.β΄ συνιστά ένα δικονομικό παράδοξο και μια νομοθετική αντίφαση….(σελ.891), δέχεται εν τούτοις ότι “…από την αρχή της αυτοτέλειας δεν συνάγεται πάντως και το συμπέρασμα ότι κάθε κατασχών δανειστής δεν θα δικαιούται να αναγγελθεί στην εκτελεστική διαδικασία που επισπεύδει άλλος δανειστής..” (σελ.892).

(54)Ως προς την διαδικασίαν της κατασχέσεως και του πλειστηριασμού πλοίου βλ.Ορφανίδην, Αδυναμίες σελ. 458.

Παναγιώτη Η. Κολοτούρου, Συρροή δανειστών και σύγκρουσις δικαιωμάτων εις το πεδίον της αναγκαστικής εκτελέσεως Ε.Πολ.Δ 2019.113, Β.Βαθρακοκοίλη Κ.Πολ.Δ, Ερμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση, ΆΡΘ. 904 ΣΕΛ. 29-30 ΑΡ. 1 κε-1κστ, άρθρο 972 σελ. 857 επ.ιδία σελ.858 αρ. 4-8, σελ. 860 αρ. 8).

Εξάλλου, στόχος της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι η ικανοποίηση του επισπεύδοντα δανειστή και όσων θα αναγγελθούν, και αυτή (αναγκαστική εκτέλεση) αποτελεί τη δραστικότερη μορφή παροχής έννομης προστασίας, την οποία η Πολιτεία υποχρεούται να απονέμει με τα προς τούτα αρμόδια όργανα και βάσει κανόνων δικαίου που διαγράφονται στον Κ.Πολ.Δ ή σε άλλους ειδικούς νόμους, οι οποίοι συνθέτουν το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, είτε αυτής που επισπεύδεται κατά τις γενικές διατάξεις είτε σύμφωνα με άλλες ειδικές, για ορισμένα πρόσωπα, διατάξεις (βλ.Β.Βαθρακοκοίλη ο.π Κώστας Μπέης ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ, Γενικές αρχές και Ερμηνεία των άρθρων τόμος 21, αναγκαστική εκτέλεση σελ. 35-60).

Περαιτέρω και βάσει των αμέσως ανωτέρω αναφερομένων κανόνων δικαίου της εκτελεστικής διαδικασίας ή με τις δύο γνωστοποιήσεις (…./2011 και …../2014) της ιδίας απαιτήσεως (χρέος βεβαιωθέν και καταλογισθέν σε βάρος της  οφειλέτριας της Δημοσίου υπό την ιδιότητά της ως εκπροσώπου της προαναφερόμενης κοινοπραξίας) εξασφάλιση συμμετοχής του στη διανομή του πλειστηριάσματος προς ικανοποίηση της και η πολλαπλή (διπλή) κατάταξή της στη διανομή του πλειστηριάσματος της αυτής αναγκαστικής κατασχέσεως επί του ιδίου επίδικου πίνακα κατάταξης, δεν προβλέπεται από ουδεμία δικονομική διάταξη που εντάσσεται στους κανόνες δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης, το οποίο αποτελεί αναγκαίο ακόλουθο της διαγνωστικής δίκης.

Κατά συνέπεια, κατά την κρίση του Δικαστηρίου και κατ’ επιλογή της παλαιότερης αναγγελίας, ήτοι της με αριθ. …../21.9.2014 αναγγελίας του καθ’ ου η ανακοπή-εκκαλούντος, η οποία δεν θα ληφθεί υπόψη στην διανομή του επίδικου πλειστηριάσματος, από το ποσό των 68.211,69 ευρώ στο οποίο κατετάγη αυτό (καθ’ ου η ανακοπή – εκκαλούν) για την ικανοποίηση της απαίτησης, που έχει αναγγελθεί και με την με αριθ. …./2014 αναγγελία του, κατά της οφειλέτριας, ……….., πρέπει να αποβληθεί ώστε να καταταγεί (ως προς το ισόποσο ως άνω ποσό) η ανακόπτουσα οριστικά, εφόσον η απαίτησή της (ανακόπτουσας) αποδεικνύεται από την με αριθ. …../2013 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, της οποίας η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε με παρατηρήσεις κατ’ άρθρο 974 εδ.α΄ Κ.Πολ.Δ (ΑΠ 313/1993, Εφ.Πατρ. 313/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, στο ισόποσο ποσό, από την αποβολή του καθ’ ου η ανακοπή – εκκαλούντος, ήτοι στο ποσό των 68.211,63 ευρώ, που ανταποκρίνεται και στο επικουρικό αίτημα αυτής (ανακόπτουσας της υπό κρίση ανακοπής) και για το οποίο είχε δυνατότητα κατατάξεως (ανακόπτουσα) θεμελιώνεται το έννομο συμφέρον της, το οποίο δεν παρεμποδίζεται, ούτε αναιρείται, από το γεγονός ότι το καθ’ ου η ανακοπή – εκκαλούν θα μπορούσε να προηγηθεί στην κατάταξη, καθόσον με την άσκηση της υπό κρίση ανακοπής ωφειλείται μόνο η ανακόπτουσα και ως εκ τούτου ο σχετικός λόγος της υπό κρίση εφέσεως είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθά ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας το νόμο, που έκρινε ομοίως, ήτοι κατά παραδοχή του εννόμου συμφέροντος της ανακόπτουσας έκρινε βάσιμο τον ισχυρισμό της, ότι οι ανωτέρω αναφερόμενες αναγγελίες του Ελληνικού Δημοσίου ταυτίζονται ως προς την οφειλέτρια αυτού (Ελληνικού Δημοσίου – καθ’ ου η ανακοπή – εκκαλούντος), και πρέπει να αποβληθεί το καθ’ου η ανακοπή από τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, πλην όμως να καταταγεί οριστικά για το ποσό των 68.211,69 ευρώ, από τη διανομή του πλειστηριάσματος που αφορά την οφειλέτιδα αυτής (ανακόπτουσας) …. ., ποσό κατατάξεως που συνιστά και αίτημα αυτής (ανακόπτουσας), όπως βάσιμα ισχυρίζεται το εκκαλούν, και κατά παραδοχή του ως βασίμου. Επομένως, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έφεση, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και στη συνέχεια: α)να απορριφθεί αυτή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη κατά το σκέλος που βάλλει κατά του κεφαλαίου της εκκαλούσας, με το οποίο κρίθηκε παραδεκτή δεχόμενη ότι αυτή (ανακόπτουσα) έχει έννομο συμφέρον προς άσκηση, ως προς το μεταβιβαζόμενο με την υπό κρίση έφεση κεφάλαιο, και β)να γίνει δεκτή κατά το σκέλος του κεφαλαίου με το οποίο κρίθηκε ο ως άνω ισχυρισμός τους, από το παρόν Δικαστήριο, ως βάσιμος κατ’ ουσίαν, ήτοι ως προς την παλαιότερη με αριθ. ……../21.9.2011 αναγγελία της Δ.Ο.Υ Πλοίων Πειραιά και ως προς το ποσό κατάταξης (68.211,69 ευρώ), που έπρεπε να ληφθεί υπόψη του δικαστηρίου κατά το αίτημα της υπό κρίση ανακοπής και, αφού εξαφανισθεί κατά το κεφάλαιο της αυτό, να κρατηθεί η από 23.3.2015 να δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθ. 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), να γίνει εν μέρει δεκτή αυτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη εντός του μεταβιβαστικού αποτελέσματος, να αποβληθεί το καθ’ ου-Εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, από τη διανομή του πλειστηριάσματος της …… για το οποίο έχει αναγγελθεί και με την με αριθ. ………/21.9.2011 Αναγγελία της Δ.Ο.Υ Πλοίων Πειραιά, ώστε να καταταγεί η ανακόπτουσα οριστικά στο ποσό των 68.211,69 ευρώ. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν ολικά, λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν από το Δικαστήριο (άρθ. 179, 183 Κ.Πολ.Δ, άρθ. 22 παρ. 2 περ.α΄, 3 του Ν. 3696/1957, Εφ.Πειρ. 5561/2014, Εφ.Λαμ. 61/2016, Εφ.Θεσσαλ. 923/2018, Εφ.Αθ. 538/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την από 16.8.2021 (αριθ.καταθ. ………/25.8.2021) έφεση κατά της με αριθ. 36/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Δέχεται κατ’ ουσία την άνω έφεση κατά το σκέλος αυτής που έγινε δεκτό.

Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 36/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς το άνω σκέλος, που έγινε δεκτό ως κατ’ ουσίαν βάσιμο.

Κρατεί και δικάζει την με αριθ.καταθ. ………/2015 ανακοπή.

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Κατατάσσει την ανακόπτουσα, οριστικά για το ποσό των εξήντα οκτώ χιλιάδων διακοσίων έντεκα ευρώ και εξήντα εννέα λεπτών (68.211,69 ευρώ), αποβαλλομένου του καθ’ ου Ελληνικού Δημοσίου κατά το ισόποσο ποσό από τη διανομή της περιουσίας της ………. (ποσού 675.992,34 ευρώ).

Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη των διαδίκων αμφότερων των βαθμών της δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις  12 Σεπτεμβρίου 2023, χωρίς την παρουσία της δικαστικης πληρεξουσίας ΝΣΚ του εκκαλούντος και του πληρεξουσίου δικηγόρου της εφεσίβλητης.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κι αντ΄ αυτής  λόγω

μεταθέσεως και

αναχωρήσεώς της,

ο Πρόεδρος του

Τριμελούς Συμβουλίου

Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς,

Ιωάννης Αποστολόπουλος,

Πρόεδρος Εφετών