Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 5/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός απόφασης    5/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ – ΚΑΛΟΥΣΩΝ : 1) της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «………», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, 3) της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «…………..», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, 4) της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «… .», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, 5) της εταιρίας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 6) της εταιρίας με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού ………..στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 7) της εταιρίας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 8) της εταιρίας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού ………. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 9) της εταιρίας με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 10) της εταιρίας με την επωνυμία «. ….», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού ……….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 11) της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «…………», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …………. και εκπροσωπείται νόμιμα και 12) της κοινοπραξίας με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Στέφανο Λύρα.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΚΑΘ’ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ : …………, τον οποίο στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος Ουρανία Σαμπροβαλάκη με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Ο εκκαλών-εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 10.12.2018 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……../10.12.2018 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 1457/2020 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε τα αναφερόμενα σ’αυτήν.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου  οι ηττηθείσες εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες, με την από 20.10.2020 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……/20.10.2020 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ………./21.10.2020 έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμό 512/2021 απόφαση του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, που κήρυξε απαράδεκτη την συζήτηση της.

Ήδη φέρεται για συζήτηση με την από 27.10.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ………/27.10.2021 κλήση, που προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά την στην αρχή της παρούσας αναφερομένη δικάσιμο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τις απόψεις τους αναφερόμενοι στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν και προκατέθεσαν αντίστοιχα.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Με την από 27.10.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ……./27.10.2021 κλήση, νόμιμα φέρεται για συζήτηση η κρινόμενη από 20.10.2020 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……../20.10.2020 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……/21.10.2020 έφεση των εκκαλουσών – καλουσών ναυτικών εταιρειών: 1) «……..», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …………….. και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) «……..», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …………….. και εκπροσωπείται νόμιμα, 3) «……..», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …………….. και εκπροσωπείται νόμιμα, 4) «………», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …………….. και εκπροσωπείται νόμιμα, 5) «.…….», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 6) «…….», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 7) «…….», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 8) «. . ….», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 9) «………», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 10)«. …», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 11) «… …», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …………….. και εκπροσωπείται νόμιμα και 12) της κοινοπραξίας με την επωνυμία «…….», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …………….. και εκπροσωπείται νόμιμα, κατόπιν έκδοσης της υπ’αριθμ.512/2021 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, που κήρυξε απαράδεκτη την συζήτηση της, ένεκα μη κλήτευσης της εναγομένης ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «………», που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού ……… και εκπροσωπείται νόμιμα, ως αναγκαίας ομοδίκου, με την ιδιότητα της ομορρύθμου εταίρου της εναγομένης κοινοπραξίας, των λοιπών εναγομένων, ήδη εκκαλουσών, εταιρειών – μελών της.  Η ένδικη έφεση στρέφεται κατά της υπ’αριθμ.1457/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην της απολιπομένης δεκάτης εναγομένης «………» και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621, 622 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ), επί της από 10.12.2018 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …../10.12.2018 αγωγής του ………, ήδη εφεσιβλήτου, κατά των εναγομένων, ήδη εκκαλουσών εταιρειών, περιλαμβανομένης και της «……….», καθώς επίσης κατά του δέκατου τέταρτου εναγομένου, ……, με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της δωδέκατης εναγομένης, ως διαχειρίστριας εταιρείας, ήδη ενδεκάτης εκκαλούσας, την οποία απέρριψε, ως απαράδεκτη, ως προς τον δέκατο τέταρτο των εναγομένων, ενώ την δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη, ως προς τις λοιπές εναγόμενες, ασκήθηκε δε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ.α, 518 § 2 (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του ν.4335/2015, που εφαρμόζεται στην προκείμενη περίπτωση, κατ’ άρθρον ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4335/2015) και 520 § 1  ΚΠολΔ,   δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε διετία από την δημοσίευση της και αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011). Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την αυτή, ως άνω, ειδική διαδικασία, για να ελεγχθεί το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ, ωσεί παρούσας της απολιπομένης αναγκαίας ομοδίκου δέκατης εναγομένης «……….», αντιπροσωπευομένης από τις λοιπές παριστάμενες εναγόμενες – εκκαλούσες (76παρ.1 ΚΠολΔ), εφόσον ακριβές αντίγραφο της ένδικης έφεσης και της κλήσης προς συζήτηση της, έχουν επιδοθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα προς την δέκατη εναγομένη, συντασσομένων των υπ’αριθμ…..΄και ….΄/14.9.2022 εκθέσεων επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς … …., προκειμένου να παραστεί κατά την παρούσα συζήτηση, πλην όμως αυτή δεν εμφανίστηκε και συνεπώς, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται από τις λοιπές εναγόμενες, ήδη εκκαλούσες, αναγκαίους ομοδίκους, που παρίστανται, δεδομένου ότι η άσκηση της έφεσης από αυτές, έχει αποτέλεσμα και για την απολιπομένη αναγκαία ομόδικο (76 παρ.4 ΚΠολΔ). Σημειωτέον ότι, αν και η έφεση ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν.4055/2012, δεν απαιτείται για το παραδεκτό της η κατάθεση του παραβόλου της § 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, όπως αντικαταστάθηκε εκ νέου το άρθρο από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015), λόγω της φύσεως της διαφοράς, ως εργατικής.

ΙΙ. Ο ενάγων, ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, στην από 10.12.2018 αγωγή του, ισχυρίστηκε ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου ναυτολογήθηκε στα ακόλουθα πλοία: α) στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ- Ο/Γ πλοίο «NJ», νηολογίου Πειραιώς με αριθμό …., κυριότητας της τέταρτης εναγομένης και εφοπλισμού της δωδέκατης των εναγομένων και υπηρέτησε, από 24.1.2017 έως 24.3.2017, ως επίκουρος, από 1.6.7017 έως 4.7.2017, ως ναυτόπαις και από 4.7.2017 έως 25.8.2017, ως ναύτης, β) στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «C1», νηολογίου ….. με αριθμό …., πλοιοκτησίας της πέμπτης εναγομένης κυπριακής εταιρείας εγκατεστημένης στον Πειραιά, την διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει η δωδέκατη εναγομένη ναυτική εταιρεία, με την οποία συνήψε την σύμβαση εργασίας, νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας τυγχάνει ο δέκατος τέταρτος των εναγομένων και απασχολήθηκε από 24.3.2017 έως 9.5.2017, ως ναυτόπαις, γ) στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ- Ο/Γ πλοίο «TJ», νηολογίου ….. με αριθμό …, πλοιοκτησίας της ένατης των εναγομένων κυπριακής εταιρείας, που έχει εγκατασταθεί στον Πειραιά, την διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει η δωδέκατη των εναγομένων εταιρειών, με την οποία συνήψε την σύμβαση εργασίας και απασχολήθηκε από 10.5.2017 έως την 1η.6.2017, ως ναυτόπαις, δ) στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «AJ», νηολογίου Πειραιά με αριθμό …, κ.ο.χ.3934,18, κυριότητας της δέκατης των εναγομένων και εφοπλισμού της τέταρτης αυτών από 4.8.2017 έως 31.8.2018, όπου απασχολήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη, από 11.9.2017 έως 1.2.2018 και από 24.10.2018 έως 1.11.2018, ε) στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «MJ», νηολογίου ….. με αριθμό …..,  πλοιοκτησίας της έβδομης εναγομένης κυπριακής εταιρείας εγκατεστημένης στον Πειραιά και διαχείρισης της δωδέκατης των εναγομένων, όπου υπηρέτησε από 5.2.2018 έως 2.6.2018, ως ναύτης και στ) στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο “PJ”, νηολογίου ….. με αριθμό …., πλοιοκτησίας της ενδέκατης εναγομένης κυπριακής εταιρείας εγκατεστημένης στον Πειραιά, την διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει η δωδέκατη εναγομένη, με την οποία συνήψε την σύμβαση εργασίας, όπου απασχολήθηκε, ως ναύτης, από 2.6.2018 έως 1.10.2018, σε όλες δε τις ως άνω ναυτολογήσεις για την εκτέλεση εργασιών επισκευής και συντήρησης, παρεκτός των αναφερομένων διαστημάτων στο πλοίο «AJ», που εκτελούσε δρομολόγια, αντί του προβλεπομένου από την ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (ΣΣΝΕ) για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων μηνιαίου μισθού και ότι καθ’ όλη την διάρκεια των ναυτολογήσεων του πραγματοποιούσε υπερωρίες, εφόσον εργαζόταν καθημερινά, ακόμη και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, στα ως άνω πλοία, που εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης, επί 9 ώρες, ενώ στο πλοίο «AJ», που εκτελούσε τα αναφερόμενα δρομολόγια, επί 12 ώρες, στο δε πλοίο “PJ”, κατά το χρονικό διάστημα από 30.7.2018 έως 1.10.2018, παρείχε την εργασία του φύλακα επί 12 ώρες ημερησίως, χωρίς να λαμβάνει τις πλήρεις αποδοχές, που δικαιούνταν ανάλογα με την ειδικότητα του, ούτε ολόκληρη τη νόμιμη υπερωριακή αμοιβή του, ενώ δεν έλαβε ούτε ολόκληρα τα ποσά που εδικαιούτο για αναλογία δώρου εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των αντίστοιχων ετών, όλες δε οι εναγόμενες εταιρείες αποτελούν μέλη της δέκατης τρίτης των εναγομένων Κοινοπραξίας, που έχει συσταθεί από τις οκτώ πρώτες εναγόμενες εταιρείες και λειτουργεί υπό την μορφή ομόρρυθμης εταιρείας, βάσει του από 1.4.2016 συμφωνητικού, που έχει καταχωρηθεί στο ΓΕΜΗ, ενώ οι λοιπές εναγόμενες αποτελούν άτυπα μέλη αυτής, εν τοις πράγμασιν, αφού ανήκουν στον ίδιο επιχειρηματικό όμιλο, έχουν την ίδια έδρα, γραφεία, λογιστήριο, ίδιο νόμιμο εκπρόσωπο και μέλη ΔΣ, εναλλάσσονταν δε μεταξύ τους κατά την καταβολή της μισθοδοσίας του και των ασφαλιστικών του εισφορών, ενώ τον απέλυαν, λόγω μετάθεσης, ναυτολογώντας τον σε άλλο πλοίο του στόλου τους, ανεξαρτήτως αν αυτό ανήκε κατά πλοιοκτησία σε τυπικό ή εν τοις πράγμασι μέλος της κοινοπραξίας.  Με βάση τα περιστατικά αυτά ζητούσε ο ενάγων, κατά την κύρια βάση της αγωγής του, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες,  κοινοπραξία και μέλη της, εις ολόκληρον, να του καταβάλουν το συνολικό χρηματικό ποσό των 40.918,39 ευρώ για διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών, όπως αναλυτικά εκτίθενται τα επιμέρους ποσά, με το νόμιμο τόκο από την απόλυση του, άλλως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής της και μέχρι την πλήρη εξόφληση και κατά την επικουρική της βάση, να υποχρεωθούν να του καταβάλουν: α) η τέταρτη και η δωδέκατη των εναγομένων, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, ως κυρία και εφοπλίστρια αντίστοιχα του πλοίου «NJ», το ποσό των 10.693,23 ευρώ, β) η πέμπτη, η δωδέκατη και ο δέκατος τέταρτος των εναγομένων, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, ως πλοιοκτήτρια, διαχειρίστρια και νόμιμος εκπρόσωπος της διαχειρίστριας, αντίστοιχα του πλοίου «C1», το ποσό των 3.876,68 ευρώ, γ) η ένατη, η δωδέκατη και ο δέκατος τέταρτος των εναγομένων, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, ως πλοιοκτήτρια, διαχειρίστρια και νόμιμος εκπρόσωπος της διαχειρίστριας, αντίστοιχα του πλοίου «TJ», το ποσό των 1.725,08 ευρώ, δ) η δέκατη και η τέταρτη των εναγομένων, εις ολόκληρον, ως κυρία και εφοπλίστρια αντίστοιχα του πλοίου «AJ», το ποσό των 8.113,45 ευρώ, ε) η έβδομη, η δωδέκατη και ο δέκατος τέταρτος των εναγομένων, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, ως πλοιοκτήτρια, διαχειρίστρια και νόμιμος εκπρόσωπος της διαχειρίστριας, αντίστοιχα του πλοίου «MJ», το ποσό των 8.217,56 ευρώ και στ) η ενδέκατη, η δωδέκατη και ο δέκατος τέταρτος των εναγομένων, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, ως πλοιοκτήτρια, διαχειρίστρια και νόμιμος εκπρόσωπος της διαχειρίστριας, αντίστοιχα του πλοίου «PJ», το ποσό των 8.292,39 ευρώ, όπως αναλυτικά εκτίθενται τα επιμέρους ποσά, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της εκάστοτε απόλυσης του, άλλως της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση του.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού απέρριψε την αγωγή, ως απαράδεκτη, όσον αφορά τον δέκατο τέταρτο των εναγομένων, με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της διαχειρίστριας δωδέκατης των εναγομένων, για τον λόγο ότι δεν περιέχονταν στην αγωγή κύρια βάση ως προς αυτόν, έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, κατά την κύρια βάση της και ακολούθως, την έκανε εν μέρει δεκτή, υποχρεώνοντας τις δεκατρείς εναγόμενες εταιρείες, την δέκατη τρίτη κοινοπραξία και τα δώδεκα κοινοπρακτούντα μέλη της, να καταβάλουν στον ενάγοντα εις ολόκληρον, το συνολικό ποσό των 33.401,32 ευρώ για τις προαναφερθείσες αιτίες, με το νόμιμο τόκο κάθε επιμέρους ποσού από την επομένη της αντίστοιχης απόλυσης του, κατά τις εκτιθέμενες διακρίσεις.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ήδη με την ένδικη έφεση τους οι ηττηθείσες εναγόμενες για τους αναφερομένους λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητούν την τυπική και ουσιαστική παραδοχή της εφέσεως τους, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την αναδίκαση της αγωγής από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω απόρριψη της. Επιπλέον, οι εκκαλούσες-εναγόμενες ζητούν την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση, που βρίσκονταν πριν την εκτέλεση της εκκαλουμένης, με την επιστροφή του ποσών των 10.000 ευρώ, κατά το οποίο κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή, νομιμοτόκως από την έκδοση της παρούσας απόφασης.

Διευκρινίζεται ότι το αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση είναι νόμιμο (άρθρο 914 ΚΠολΔ), πλην του παρεπομένου αιτήματος επιδίκασης τόκων από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας, το οποίο είναι νόμιμο από την επίδοση της εκδοθησομένης απόφασης, εφόσον στο μείζον αίτημα περιλαμβάνεται και το έλασσον, καθόσον πριν από την έκδοση της περί επαναφοράς των πραγμάτων απόφασης, δεν υπάρχει απαίτηση για επιστροφή των καταβληθέντων, δυνάμει προσωρινώς εκτελεστής απόφασης και, κατά τα άρθρα 340, 345 και 346 ΑΚ, απαιτείται επίδοση της απόφασης, για να επέλθει όχληση (ΕφΑθ 490/2010 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

III. Στο δίκαιο των ενώσεων προσώπων που συνιστώνται με σύμβαση, για την επιδίωξη κοινού σκοπού με κοινή συμβολή των μελών τους, δεν προβλέπεται η κοινοπραξία, ως ιδιαίτερος τύπος εταιρίας. Αφότου, όμως, εμφανίστηκε και δρα στην πράξη, ως ένωση φυσικών ή νομικών προσώπων, η κοινοπραξία είναι δυνατό να προσλάβει τη νομική μορφή είτε αστικής εταιρίας, εάν από τη φύση ή το σκοπό της δεν είναι εμπορική, οπότε διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 741 επ. του ΑΚ, είτε εμπορικής εταιρίας, οπότε εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εμπορικού δικαίου και υπάγεται σε έναν από τους εταιρικούς τύπους που αναγνωρίζονται περιοριστικά από αυτό. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 293 παρ.3 Ν.4072/2012, εφόσον η κοινοπραξία ασκεί εμπορική δραστηριότητα, καταχωρίζεται υποχρεωτικά στο Γ.Ε.ΜΗ. και εφαρμόζονται ως προς αυτήν αναλόγως οι διατάξεις για την ομόρρυθμη εταιρεία. Εκ τούτου, έπεται ότι, σε περίπτωση που η κοινοπραξία επιδιώκει εμπορικό σκοπό, εάν δεν τηρηθούν οι διατυπώσεις σύνταξης εγγράφου και δημοσιότητας, που προβλέπονταν από τις διατάξεις των άρθρων 39, 42, 43 και 44 του Εμπορικού Νόμου (πριν την κατάργηση των άρθρων 18 – 28, 38, 39, 47 – 50 και 64 με το άρθρο 294 παρ.2 του ν. 4072/2012), μπορεί να έχει χαρακτήρα είτε αφανούς εταιρίας, με εμφανή εταίρο ένα εκ των μελών της, οπότε προσομοιάζει στην ετερόρρυθμη εταιρία, με απεριορίστως ευθυνόμενο μόνο τον εμφανή εταίρο, είτε ομόρρυθμης εν τοις πράγμασι εταιρίας, με απεριορίστως και εις ολόκληρο ευθυνόμενα (άρθρο 22 του Εμπορικού Νόμου ήδη 249 Ν.4072/2012) πάντα τα μέλη αυτής για τις εκ της δραστηριότητας της υποχρεώσεις. Σε κάθε περίπτωση, η κοινοπραξία, ενόσω δεν προσλαμβάνει τυπικά κάποια εταιρική μορφή, δεν αποκτά νομική προσωπικότητα. Παρά ταύτα, αποκτά την ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων (ΟλΑΠ 14/2007) και πτωχευτική ικανότητα (293 παρ.3 και 251 παρ.3 Ν.4072/2012), επομένως και εργοδότης. Και ακόμη, μπορεί να είναι διάδικος και να παρίσταται στο Δικαστήριο με τα πρόσωπα, στα οποία είναι ανατεθειμένη η διαχείριση των υποθέσεων της (62 και 64 παρ.3 ΚΠολΔ). Κατά περίπτωση όμως διάδικοι μπορούν να είναι και τα μέλη της. Αποφασιστικό κριτήριο για το αν σε συγκεκριμένη περίπτωση η κοινοπραξία ενήργησε ως αφανής εταιρία, οπότε ευθύνεται μόνο το μέλος, που επιχείρησε τη συναλλαγή ή ενήργησε ως εν τοις πράγμασι ομόρρυθμη εταιρία, οπότε ευθύνονται αλληλεγγύως όλα τα μέλη της, ως οφειλέτες για απαίτηση που γεννήθηκε από τη δράση τους είτε ατομικώς είτε στο πλαίσιο της κοινοπραξίας, είναι το πώς εκδηλώθηκε εξωτερικά η συγκεκριμένη δραστηριότητα. (ΑΠ 1246/2014, ΑΠ 680/2014, ΑΠ 1078/2010).

Ενόψει τούτων, η ένδικη αγωγή με το ανωτέρω περιεχόμενο, κατά την νομική θεμελίωση της εις ολόκληρον ευθύνης των εναγομένων εταιρειών μελών της εναγομένης κοινοπραξίας από την δραστηριότητα είτε αυτής, είτε κάθε μέλους, περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία και δεν πάσχει αοριστίας, αφού, κατά τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, η δωδέκατη εναγομένη κοινοπραξία εκμεταλλευόταν όλα τα αναφερόμενα πλοία ναυτολόγησης του ενάγοντος για λογαριασμό των εναγομένων εταιρειών μελών της, τόσο των τυπικών οκτώ πρώτων εξ αυτών, όσο και των υπόλοιπων, που συμμετείχαν ατύπως, ενεργώντας ως ομόρρυθμη εταιρεία “εν τοις πράγμασι”, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα,  με συνέπεια να τυγχάνει εφαρμογής το δίκαιο της ομόρρυθμης εταιρείας σε όλη του την έκταση, ως προς τη διαχείριση της εταιρείας, την ευθύνη των εταίρων, τη λύση και τις συνέπειες αυτής, που συνεπάγεται την απεριόριστη και εις ολόκληρον ευθύνη των εταίρων μελών της και την ισχύ του κανόνα της ατομικής εκπροσωπήσεως από κάθε εταίρο, που σημαίνει ότι κάθε εναγόμενο μέλος της μπορούσε να την δεσμεύει έναντι τρίτων, τυχόν δε περιορισμοί της εκπροσωπευτικής εξουσίας, μη τηρουμένων των προϋποθέσεων δημοσιότητας, δεν μπορούσαν να αντιταχθούν στους τρίτους. Επομένως, η αγωγή, κατά την κύρια βάση της, ως προς τις εναγόμενες εταιρείες είναι ορισμένη και νόμιμη, απορριπτομένου του αντίθετου ισχυρισμού των εναγομένων, ως ουσιαστικά αβάσιμου.

ΙV. Με τα άρθρα 11, 12 παρ. 1 ,13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ.1 της ΥΑ 2242.5-1.5/72672/2016 (ΦΕΚ Β΄ 2796/5.9.2016) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2016» και της υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/2017 υπουργικής απόφασης του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β 4005/17.11.2017) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2017», που εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση,  ορίζονται τα ακόλουθα : « …Οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορά η ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση ορίζονται σε 40 εβδομαδιαίως, δηλαδή 8 ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. …Ειδικά για το προσωπικό γενικών υπηρεσιών εν γένει, πλην των Ραδιοτηλεγραφητών, η οκτάωρη εργασία κατανέμεται από της 06.00 ώρας μέχρι της 22.00 ώρας με μία  ώρα διακοπή. … Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανόμενων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής : Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (αφορά το βασικό μισθό) διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173)… Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακή αμοιβή του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%… Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών…. Οι κατωτέρω κατονομαζόμενες θρησκευτικές εορτές θεωρούνται ως ημέρες αργίας. Εργασίες εκτελούμενες κατά τις αργίες αυτές εν πλω και στο λιμάνι αμείβονται υπερωριακώς , σύμφωνα με την παραγρ. 5 του άρθρου 13 της Συλλογικής Σύμβασης… α. Η 1η του Έτους, β. Η εορτή των Θεοφανείων. γ. Η Καθαρή Δευτέρα, δ. Η 25η Μαρτίου, ε. Η Μεγάλη Παρασκευή, στ. Η Δευτέρα του Πάσχα. ζ. Η ημέρα του Αγίου Γεωργίου, η. Η 1η Μαΐου. θ. Η ημέρα της Αναλήψεως. ι. Η 15η Αυγούστου. ια. Η 14η Σεπτεμβρίου, ιβ. Η 28η Οκτωβρίου, ιγ. Η ημέρα του Αγίου Νικολάου. ιδ. Η ημέρα των Χριστουγέννων, ιε. Η δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων…. ».

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στις  ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις πίνακα αμοιβών και τις σχετικές διατάξεις, περί των αποδοχών ναύτη, ορίζονται τα ακόλουθα : Ο βασικός μηνιαίος μισθός στο ποσό των 1.157,99 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 254,76 ευρώ και συνολικά  στο ποσό των 1.412,75 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,21 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 35,22  ευρώ (άρθρο 8 παρ.13), το επίδομα ιματισμού σε 56,50 ευρώ (άρθρο 5) και οι αποδοχές άδειας μετά τροφοδοσίας σε 417,13 ευρώ, ήτοι [(1.157,99 + 254,76) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,21 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)]. Εξάλλου, περί των αποδοχών του επίκουρου και ναυτόπαιδα ορίζονται τα ακόλουθα : Ο βασικός μηνιαίος μισθός στο ποσό των 928,36 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 204,24 ευρώ και συνολικά  στο ποσό των 1.132,60 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,21 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 35,22  ευρώ (άρθρο 8 παρ.13), το επίδομα ιματισμού σε 56,50 ευρώ (άρθρο 5) και οι αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας σε 353,45 ευρώ, ήτοι [(928,36 + 204,24) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,21 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)]. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στις ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις πίνακα υπερωριακής αμοιβής κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6 περ.Θ αρ.3 και 4, προκειμένου περί ναύτη, η υπερωρία ορίστηκε αντίστοιχα σε 8,38 € (με προσαύξηση 25%) και 10,05 € (με προσαύξηση 50%), ενώ περί ναυτόπαιδα και επίκουρου, η υπερωρία ορίστηκε αντίστοιχα σε 6,71 € (με προσαύξηση 25%) και 8,06 € (με προσαύξηση 50%). Επισημαίνεται, περαιτέρω, καθ’ όσον αφορά ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, ότι οι ως άνω Συλλογικές Συμβάσεις Ναυτικής Εργασίας προβλέπουν στο άρθρο 6 ότι «Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του μισθού ενεργείας, που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας», δηλαδή το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής, αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 550/2021, ΕφΠειρ 368/2019, ΕφΠειρ 328/2014, ΕφΠειρ 626/2014, ΕφΠειρ 630/2014, ΕφΠειρ 27/2011, ΕφΠειρ 803/2009, ΕφΠειρ 529/2009, ΕφΠειρ 1128/2006, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝΔ 34 351, ΕφΠειρ 236/2006, ΕφΠειρ 741/2005 ΕΝΔ 33.444, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝΔ 33.345, ΕφΠειρ 608/2001 ΕΝΔ 29.446).

V. Από τις υπ’αριθμ…. και …./12.3.2019 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων, …… και ………, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, που λήφθηκαν με την επιμέλεια του ενάγοντος-εφεσιβλήτου, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης των εναγομένων-εκκαλουσών, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015 με την επίδοση της αγωγής (υπ’ αριθμ…, … και …./18.12.2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……..), την υπ’αριθμ……/25.9.2019 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος ανταπόδειξης, …….., που λήφθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, με την επιμέλεια των εναγομένων-εκκαλουσών, κατόπιν νομότυπης, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015, κλήτευσης του αντιδίκου (υπ’αριθ. …./20.9.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ………..), οι οποίες εκτιμώνται από το Δικαστήριο κατά το μέτρο της αξιοπιστίας και το βαθμό της γνώσεως εκάστου μάρτυρα, όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, μεταξύ των οποίων και οι ένορκες βεβαιώσεις στα πλαίσια άλλων δικών, ανεξάρτητα αν τα προσκομιζόμενα έγγραφα πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 340 παρ.1 και 591 παρ.1 ΚΠολΔ), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723), σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφα τους και εκτιμώνται, κατ’ άρθρα 264 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ, αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ) και της λογικής, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει του από 1.3.2016 ιδιωτικού συμφωνητικού, που καταρτίστηκε μεταξύ των τεσσάρων πρώτων εναγομένων εδρευουσών στον Πειραιά επί της οδού ……….. ναυτικών εταιρειών, «……….», «………», «………» και «………», πλοιοκτητριών των Ε/Γ-Ο/Γ ταχύπλοων πλοίων «S2», «SJ», «MJ» και «NJ» αντίστοιχα, νηολογίου Πειραιά και καταχωρήθηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς με αριθμό …, συστάθηκε η δέκατη τρίτη εναγομένη κοινοπραξία με την επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο «………», με έδρα τον Πειραιά επί της οδού ……….. και σκοπό την από κοινού εξυπηρέτηση των ακτοπλοϊκών γραμμών εσωτερικού, την με κάθε πρόσφορο μέσο εκμετάλλευση των πλοίων, την από κοινού έκδοση εισιτηρίων και φορτωτικών, τη διάθεση των εισιτηρίων των πλοίων, τη βελτίωση των προσφερομένων από τα κοινοπρακτούντα μέλη υπηρεσιών και την ορθολογικότερη ανάπτυξη των δρομολογίων. Τα κοινοπρακτούντα μέλη κοινοπρακτούν, ως προς τα έσοδα από την μεταφορά επιβατών, οχημάτων πάσης φύσεως και εμπορευμάτων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην σύμβαση. Στην κοινοπραξία εισήλθαν κατόπιν της από 1.4.2016 τροποποίησης του καταστατικού της και οι επόμενες τέσσερις εναγόμενες ναυτικές εταιρείες, που εδρεύουν στην ….. Κύπρου και έχουν εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………….. στον Πειραιά, νομίμως εκπροσωπούμενες, «…………», «.………..», «……………» και «…………..», με τα Ε/Γ-Ο/Γ ταχύπλοα πλοία νηολογίου ….. «C1», «C2», «MJ» και «PJ» πλοιοκτησίας τους αντίστοιχα. Διαχειριστής και εκπρόσωπος της κοινοπραξίας ορίστηκε ο …….. Πέραν των ανωτέρω εταιρειών, στην επίδικη κοινοπραξία εισήλθαν ατύπως, χωρίς να τηρηθούν οι προβλεπόμενες διατυπώσεις δημοσιότητας και οι λοιπές εναγόμενες εταιρείες, η ένατη τούτων με την επωνυμία «…….», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα επί της οδού …………….. στον Πειραιά, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, πλοιοκτήτρια του υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ ταχύπλοου πλοίου «TJ» νηολογίου ….. με αριθμό …., η δέκατη εναγομένη ναυτική εταιρία με την επωνυμία «………..», που ομοίως εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού ………. και εκπροσωπείται νόμιμα, με το υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ ταχύπλοο πλοίο «AJ» νηολογίου Πειραιά με αριθμό ….., τον εφοπλισμό του οποίου παραχώρησε από 4.8.2017 έως 31.8.2018 στην τέταρτη εναγομένη διατηρώντας την κυριότητα του, η ενδέκατη των εναγομένων «. ……», πλοιοκτήτρια του υπό κυπριακή σημαία πλοίου Ε/Γ/-Ο/Γ «PJ», που εδρεύει στην ….. Κύπρου και έχει εγκαταστήσει γραφείο επί της οδού …………….. στον Πειραιά, καθώς επίσης η δωδέκατη εναγομένη ναυτική εταιρεία «………», που εδρεύει ομοίως στον Πειραιά, επί της οδού …………….. και εκπροσωπείται νόμιμα, διαχειρίστρια των υπό κυπριακή σημαία επίδικων πλοίων «C1», «MJ», «TJ» και «PJ» και λοιπών υπό κυπριακή σημαία πλοίων των εναγομένων κυπριακών εταιρειών, οι οποίες ομοίως αποτελούν κοινοπρακτούντα μέλη της εναγομένης κοινοπραξίας εν τοις πράγμασι. Τούτο διότι, όλες οι εναγόμενες εταιρείες έχουν στην πραγματικότητα κοινά γραφεία και λογιστήριο επί της οδού ……….. στον Πειραιά, τον ίδιο νόμιμο εκπρόσωπο και διοίκηση, η πρόσληψη των πληρωμάτων των πλοίων είτε γίνονταν από μέλος, είτε από την κοινοπραξία, γίνονταν για λογαριασμό όλων των μελών, οι ναυτολογούμενοι δε απασχολούνταν στα διάφορα πλοία, που ανήκουν στο στόλο της, μεταξύ των οποίων και τα πλοία πλοιοκτησίας των άτυπων μελών της, που περιλαμβάνονταν στο δυναμικό της, σύμφωνα και με τις διαδικτυακές αναρτήσεις της για διαφημιστικούς και προωθητικούς των υπηρεσιών της σκοπούς και απολύονταν, λόγω μετάθεσης, σε άλλο πλοίο κοινοπρακτούντος μέλους τυπικού ή de facto, ανάλογα με τις ανάγκες λειτουργίας τους και τον προγραμματισμό των δρομολογίων τους. Ενόψει τούτων, η εναγομένη κοινοπραξία ασκεί εμπορική δραστηριότητα και έχει τον χαρακτήρα ομόρρυθμης εταιρείας, καταχωρημένη στο Γ.Ε.ΜΗ., λειτουργεί όμως ως ομόρρυθμη εταιρεία “εν τοις πράγμασι” με δώδεκα κοινοπρακτούντα μέλη και όχι με οκτώ, καθόσον αναφορικά με την συμμετοχή σ’αυτήν και τον συντονισμό της δράσης, εκτός των οκτώ πρώτων εναγομένων εταιρειών και της ένατης, δέκατης, ενδέκατης και δωδέκατης των εναγομένων, δεν τηρήθηκαν οι διατυπώσεις δημοσιότητας και, συνεπώς, κάθε εναγόμενο νομικό πρόσωπο – μέλος της κοινοπραξίας, τυπικό ή de facto, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων για την ομόρρυθμη εταιρεία, ευθύνεται απεριόριστα και εις ολόκληρον για τις υποχρεώσεις της κοινοπραξίας, που γεννήθηκαν είτε από τη δραστηριότητα του ατομικώς, είτε της κοινοπραξίας.

Ενόψει των ανωτέρω, ο πρώτος λόγος της έφεσης των εναγομένων-εκκαλουσών, με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια, ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, παρά το νόμο δεν κήρυξε απαράδεκτο, κατά παραδοχή του σχετικού προβληθέντος ενώπιον του ισχυρισμού τους και συγκεκριμένα δεν κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της αγωγής, ως προς τις ένατη, δέκατη, ενδέκατη και δωδέκατη των εναγομένων, λόγω άκυρης επίδοσης της, για λογαριασμό τους, στην δέκατη τρίτη εναγομένη κοινοπραξία, επικαλούμενες ότι δεν είναι μέλη της και περαιτέρω, δικονομική βλάβη, κατ’αρθρο 159 παρ.3 ΚΠολΔ, συνισταμένη στην, λόγω της άκυρης κλήτευσης τους, μη νόμιμη διακοπή της ενιαύσιας, κατ’άρθρο 289 ΚΙΝΔ, παραγραφής των ένδικων αξιώσεων του ενάγοντος από την εργασιακή τους σχέση, κρίνεται απορριπτέος, ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον ερείδεται επί της εσφαλμένης προϋπόθεσης ότι οι εν λόγω εναγόμενες εταιρείες δεν αποτελούν de facto κοινοπρακτούντα μέλη της εναγομένης κοινοπραξίας.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά για λογαριασμό της κοινοπραξίας και των μελών της, ο ενάγων, ……., απογεγραμμένος ναυτικός, ναυτολογήθηκε, αντί των προβλεπομένων αποδοχών και σύμφωνα με τους όρους και συμφωνίες της εκάστοτε ισχύουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, αρχικά στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ- Ο/Γ πλοίο «NJ», νηολογίου Πειραιώς με αριθμό ……κ.ο.χ. 1902,67, κυριότητας της τέταρτης εναγομένης και εφοπλισμού της δωδέκατης των εναγομένων και υπηρέτησε, ως επίκουρος, από 24.1.2017 έως 24.3.2017, από 1.6.7017 έως 4.7.2017, ως ναυτόπαις και από 4.7.2017 έως 25.8.2017, ως ναύτης, ενώ στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «C1», νηολογίου ….. με αριθμό ……, κ.ο.χ.5007 πλοιοκτησίας της πέμπτης εναγομένης κυπριακής εταιρείας εγκατεστημένης στον Πειραιά, την διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει η δωδέκατη εναγομένη ναυτική εταιρεία, απασχολήθηκε, ως ναυτόπιας, από 24.3.2017 έως 9.5.2017, που απολύθηκε λόγω μετάθεσης στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ- Ο/Γ πλοίο «TJ», νηολογίου ….. με αριθμό …., πλοιοκτησίας της ένατης των εναγομένων κυπριακής εταιρείας, που έχει εγκατασταθεί στον Πειραιά, την διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει η δωδέκατη των εναγομένων εταιρειών, όπου απασχολήθηκε, ως ναυτόπαις, από 10.5.2017 έως την 1η.6.2017, που απολύθηκε, λόγω μεταθέσεως στο ως άνω πλοίο «NJ». Ακολούθως, ναυτολογήθηκε στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «AJ», νηολογίου Πειραιά με αριθμό …., κ.ο.χ.3934,18, κυριότητας της δέκατης των εναγομένων και εφοπλισμού της τέταρτης αυτών από 4.8.2017 έως 31.8.2018, όπου απασχολήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη, από 11.9.2017 έως 1.2.2018, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει και από 24.10.2018 έως 1.11.2018, που απολύθηκε ομοίως, ενώ στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «MJ», νηολογίου ….. με αριθμό …..,  πλοιοκτησίας της έβδομης εναγομένης κυπριακής εταιρείας εγκατεστημένης στον Πειραιά και διαχείρισης της δωδέκατης των εναγομένων, υπηρέτησε από 5.2.2018 έως 2.6.2018, ως ναύτης και στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο “PJ”, νηολογίου ….. με αριθμό ….., πλοιοκτησίας της ενδέκατης εναγομένης κυπριακής εταιρείας εγκατεστημένης στον Πειραιά, την διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει η δωδέκατη εναγομένη, απασχολήθηκε, ως ναύτης, από 2.6.2018 έως 1.10.2018, που απολύθηκε. Ειδικότερα, την διαχείριση των ανωτέρω υπό κυπριακή σημαία ένδικων πλοίων, όπως προαναφέρθηκε, έχει αναλάβει η δωδέκατη εναγομένη ναυτική εταιρεία, με την επωνυμία “…………”, η οποία ενεργούσε ως αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της πέμπτης, της έβδομης, της ένατης και ενδέκατης των εναγομένων κυπριακών εταιρειών, πλοιοκτητριών των επίδικων υπό κυπριακή σημαία ως άνω πλοίων, νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας τυγχάνει ο δέκατος τέταρτος των εναγομένων.

Οι εναγόμενες, ήδη εκκαλούσες, αρνούνται τις αποδιδόμενες στην πέμπτη, έβδομη, ένατη και ενδέκατη εναγόμενες με την υπό κρίση αγωγή ιδιότητες των πλοιοκτητριών των υπό κυπριακή σημαία πλοίων «CJ1», «MJ», «TJ» και «PJ», αντίστοιχα, ισχυριζόμενες ότι κατά τα επίδικα διαστήματα ετύγχαναν απλές κυρίες τούτων και ότι τον εφοπλισμό των  εν λόγω πλοίων ασκούσε η δωδέκατη εναγομένη ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «………….», προς απόδειξη δε του ισχυρισμού τους αυτού επικαλούνται και προσκομίζουν τις οικείες από 14.3.2017, 25.9.2015 και 21.1.2018, 25.9.2015 και 14.3.2017 και 29.11.2017 δηλώσεις εφοπλισμού, που καταρτίσθηκαν μεταξύ εκάστης εκ των ανωτέρω εταιρειών και της δωδέκατης εναγομένης, με τις οποίες παραχωρείται ο εφοπλισμός των εν λόγω πλοίων από την κάθε πλοιοκτήτρια στην δωδέκατη εναγομένη  έως τις 31.12.2019, 31.12.2020, 31.12.2019 και 31.12.2020 αντίστοιχα. Ωστόσο, οι ως άνω δηλώσεις εφοπλισμού δεν έχουν κατατεθεί στη λιμενική αρχή του τόπου νηολογήσεως του ένδικου πλοίου, που αφορούν, ήτοι δεν τηρήθηκαν ως προς αυτές οι εκ του νόμου προβλεπόμενες διατυπώσεις δημοσιότητας, που σκοπό έχουν να προστατέψουν τους τρίτους και, συνεπώς, εν ελλείψει τέτοιας δηλώσεως τίθεται μαχητό τεκμήριο ότι οι ως άνω εναγόμενες, κυρίες των πλοίων, είναι και πλοιοκτήτριες. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι έκαστη των εν λόγω εναγομένων κυπριακών εταιρειών με εγκατεστημένο γραφείο επί της οδού …….. στον Πειραιά, εκμεταλλευόταν το πλοίο, που της ανήκε, ως κοινοπρακτούν μέλος της δέκατης τρίτης εναγομένης κοινοπραξίας, έχοντας την διεύθυνση του πλοίου για όλα τα ζητήματα, που αφορούσαν την λειτουργία και εκμετάλλευση του, με σκοπό το κέρδος, μέσω της διαχειρίστριας τούτου δωδέκατης εναγομένης, η οποία ενεργούσε στο όνομα και για λογαριασμό των πλοιοκτητριών αυτών κυπριακών εταιρειών και ως κοινοπρακτούν μέλος της εναγομένης κοινοπραξίας. Τα ανωτέρω επιρρωνύονται από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες ένορκες καταθέσεις στα πλαίσια της προανάκρισης, κατόπιν μήνυσης της κοινοπρακτούσης κυπριακής εταιρείας με την επωνυμία «…………» πλοιοκτήτριας του υπό κυπριακή σημαία πλοίου “PJ”, σε βάρος της εργαζομένης σ’αυτό, ως ανθυποπλοιάρχου, …. …, για δήθεν ψευδή δήλωση επίσχεσης εργασίας, τόσο του νομίμου εκπροσώπου της έβδομης, όγδοης και ένατης των εναγομένων, …………, όσο και του εξουσιοδοτημένου προσώπου της δωδέκατης εναγομένης, ονόματι …………….. και του νομίμου εκπροσώπου αυτής, ………….., δέκατου τέταρτου των εναγομένων, που καταθέτουν με σαφήνεια ότι η δωδέκατη εναγομένη ενεργούσε, ως διαχειρίστρια των πλοίων αυτών και δεν αναιρούνται από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τις εναγόμενες-εκκαλούσες ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος τους, …………, υπεύθυνης των πληρωμάτων των επίδικων πλοίων, που αναφέρεται όλως αορίστως στην ανάθεση εφοπλισμού των υπό κυπριακή σημαία ως άνω πλοίων, στην δωδέκατη εναγομένη, πλην όμως, όπως προκύπτει εναργώς από τις από 1.4.2016, 15.12.2017 και 2.12.2019, τροποποιήσεις του συμφωνητικού της Κοινοπραξίας, που καταχωρήθηκαν νομότυπα στο Γ.Ε.ΜΗ, όσον αφορά τα εμφανή μέλη της, η πέμπτη εναγομένη αποτυπώνεται σταθερά, ως πλοιοκτήτρια και όχι απλά, ως κυρία, του πλοίου «C1”, ενώ η έβδομη, ως πλοιοκτήτρια του πλοίου «MJ». Εξάλλου, ο ενάγων, κατά την σύναψη των συμβάσεων εργασίας του στα επίδικα υπό κυπριακή σημαία πλοία, τελούσε σε γνώση και μπορούσε να συναχθεί από τις διαγνωστέες σ’αυτόν περιστάσεις, ότι η αντισυμβαλλομένη του δωδέκατη εναγομένη δεν επιχειρούσε τη σχετική δικαιοπραξία στο όνομα και για λογαριασμό της ίδιας, αλλά των κοινοπρακτούντων ως άνω πλοιοκτητριών εταιρειών, καθόσον αφενός δεν εξειδικεύεται στις εν λόγω ατομικές  συμβάσεις εργασίας, με ποια ακριβώς ιδιότητα ενήργησε η «…….», δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από το έντυπο περιεχόμενο της από 20.6.2018 σύμβασης εργασίας, της αποδίδονται αορίστως διαζευκτικά οι ιδιότητες: του πλοιοκτήτη ή του εκπροσώπου του ή του πλοιάρχου, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό, πάντως όχι της εφοπλίστριας, η δε εφοπλιστική δραστηριότητα των ανωτέρω πλοιοκτητριών εταιρειών, ήταν γνωστή στον ναυτολογούμενο ναυτικό, ώστε να μην δύναται αντικειμενικά να γεννηθεί βάσιμη σ’αυτόν αμφιβολία, ως προς την διαχειριστική ιδιότητα της αντισυμβαλλομένης του, κατά τον χρόνο σύναψης των εργασιακών του συμβάσεων, η οποία δεν ταυτίζεται με εκείνη της εφοπλίστριας, ως αβασίμως υπολαμβάνουν οι εναγόμενες-εκκαλούσες. Επομένως, ενόψει του ότι οι εναγόμενες δεν ανταποκρίθηκαν στο βάρος, που αφορά την απόδειξη των περιστατικών, τα οποία συνάπτονται με την επικληθείσα ιδιότητα της πέμπτης, έβδομης, ένατης και ενδέκατης των εναγομένων εταιρειών, ως κυριών και όχι πλοιοκτητριών των εν λόγω πλοίων και της δωδέκατης με εκείνη της εφοπλίστριας και όχι διαχειρίστριας τούτων, η σχετική ένσταση περί ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως τους, που προβλήθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο της έφεσης τους, είναι απορριπτέα, ως ουσιαστικά αβάσιμη, παρελκομένης της εξέτασης του λόγου τούτου, ως προς το λοιπό μέρος, καθόσον άπτεται της επικουρικής βάσης της αγωγής.

Εξάλλου, κατά το άρθρο Ι παρ.1 του ν.762/1978 “περί αστικής ευθύνης του ως αντιπροσώπου του εργοδότη συνάπτοντος εν Ελλάδι σύμβασιν εργασίας μετά ναυτικού”, εάν ο εργοδότης ναυτικού δεν έχει μόνιμον κατοικία εν Ελλάδι ή είναι αλλοδαπή ναυτιλιακή εταιρία, ο ως αντιπρόσωπος αυτού συναπτών σύμβασιν παροχής εργασίας εις πλοίον του εργοδότη, ευθύνεται εις ολόκληρον μετ` αυτού δι` απάσας τας εκ της σχέσεως ναυτικής εργασίας ή εξ αφορμής αυτής απορρεούσας υποχρεώσεις του εργοδότη έναντι του ναυτικού, θεωρούμενος για την περίπτωσιν αυτήν ως αντίκλητος αυτού. Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι εκείνος που ως αντιπρόσωπος στην Ελλάδα αλλοδαπής ναυτιλιακής εταιρίας συνήψε στην Ελλάδα σύμβαση παροχής εργασίας σε πλοίο πλοιοκτησίας αλλοδαπής εταιρίας, είναι εκ του νόμου και αντίκλητος της εταιρίας αυτής, για όλες τις υποχρεώσεις της, που απορρέουν από τη σχέση εργασίας ή εξ αφορμής αυτής (ΑΠ 1224/2019 και ΑΠ 1090/2010).

Στην προκειμένη περίπτωση αποδεικνύεται ότι η δωδέκατη των εναγομένων, κατά τη σύναψη στην Ελλάδα των εργασιακών συμβάσεων των πληρωμάτων των πλοίων του στόλου της κοινοπραξίας με κυπριακή σημαία, πλοιοκτησίας αντίστοιχα της πέμπτης, έκτης, έβδομης, όγδοης, ένατης και ενδέκατης των εναγομένων εδρευουσών στην ….. Κύπρου ναυτιλιακών εταιρειών, ενεργούσε, ως αντιπρόσωπος τούτων. Επομένως, νομίμως γίνεται προς αυτήν, ως εκ του νόμου αντίκλητο των εν λόγω αλλοδαπών ναυτιλιακών εταιρειών, η επίδοση της ένδικης αγωγής, που αντικείμενο έχει υποχρεώσεις των  αλλοδαπών αυτών εταιρειών από σχέσεις ναυτικής εργασίας, που καταρτίστηκαν από την αντιπρόσωπο τους στην Ελλάδα και τις αφορούν όλες, ως μέλη της κοινοπραξίας, συντασσομένης της υπ’αριθμ…../18.12.2018 οικείας έκθεσης επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Πρωτοδικείου Αθηνών …………………, απορριπτομένης της συναφούς ένστασης των εναγομένων περί  απαράδεκτης συζήτησης της αγωγής, ως προς τις πέμπτη, έκτη, έβδομη, όγδοη, ένατη και ενδέκατη των εναγομένων εταιρειών, λόγω ακυρότητας της επίδοσης της για λογαριασμό τους, στον νόμιμο εκπρόσωπο της δωδέκατης εναγομένης υπό την ιδιότητα της, ως αντιπρόσωπο και αντίκλητο στην Ελλάδα των εν λόγω κυπριακών εταιρειών, με επίκληση δικονομικής βλάβης, ένεκα μη νόμιμης διακοπής της παραγραφής των σε βάρος τους αξιώσεων, ως ουσιαστικά αβάσιμης.

Περαιτέρω, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος, τις πάσης φύσεως αποδοχές του ρύθμιζε αρχικά η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2016, που κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/72672/2016 (ΦΕΚ Β΄ 2796/5.9.2016) και ακολούθως, η ΣΣΝΕ του έτους 2017, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/2017 υπουργική απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β 4005/17.11.2017), οι δε όροι αυτής κατέστησαν, με την συμφωνία των συμβαλλομένων διαδίκων, όροι των ατομικών συμβάσεων εργασίας του ενάγοντος και μετά την λήξη της οριζομένης ετήσιας διάρκειας της, μέχρι την οριστική απόλυση του, δεδομένου ότι η μεταγενέστερη από 4.9.2018 ΣΣΝΕ του έτους 2018, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/80350/2018 υπουργική απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018), δημοσιεύθηκε κατά χρόνο, που έπεται της οριστικής απόλυσης του ενάγοντος και συνεπώς, δεν κατέστη εφαρμοστέα σε μη ενεργή εργασιακή σχέση.

Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των, ως άνω, εφαρμοζομένων ΣΣΝΕ, οι μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως ναυτόπαιδα και επίκουρου, ανέρχονταν, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα, στο ποσό των 2.097,57  ευρώ [928,36 € μισθός ενεργείας + 204,24 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € Χ 30) + 353,45 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας  [928,36 € μισθός ενεργείας + 204,24 € επίδομα Κυριακών =1.132,60 € Χ 1/22 = 51,48 € Χ 5 ημέρες = 257,41 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών 96,05 € (19,21 Χ 5)], ενώ, ως ναύτη, ανέρχονταν στο ποσό των  2.441,40 ευρώ [1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € Χ 30) + 417,13 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών = 1.412,75 € Χ 1/22 = 64,21 € Χ 5 ημέρες = 321,08 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,21 Χ 5) = 96,05 €]. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στις  ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις πίνακα υπερωριακής αμοιβής, κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6, προκειμένου περί επίκουρου και ναυτόπαιδος, η υπερωριακή αμοιβή ορίστηκε αντίστοιχα σε 6,71 € (με προσαύξηση 25%) για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και 8,06 € (με προσαύξηση 50%) για κάθε ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες και για την ειδικότητα του ναύτη σε 8,38 € και 10,05 € αντίστοιχα.

Κατά συνέπεια, για τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του στα επίδικα πλοία, ο ενάγων, λαμβανομένου υπόψη ότι η εκκαλουμένη δεν πλήττεται, ως προς τους επιμέρους υπολογισμούς των αποδοχών του ενάγοντος (βασικού μισθού και επιδομάτων), τις επιδικασθείσες ώρες υπερωριακής απασχόλησης, όσον αφορά τα πλοία που δεν εκτελούσαν δρομολόγια, λόγω εργασιών επισκευής και συντήρησης και την οφειλόμενη υπερωριακή αμοιβή, που δεν αμφισβητούνται ειδικώς με την κρινόμενη έφεση, δικαιούνταν τα ακόλουθα ποσά: Α) Για την απασχόληση του στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ- Ο/Γ πλοίο «NJ», νηολογίου Πειραιώς με αριθμό ………, κ.ο.χ. 1902,67, στο οποίο εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης, από Δευτέρα έως και Σάββατο, από τις 8:00 μέχρι τις 16:00, ήτοι οκτάωρο ημερησίως, α) ως επίκουρος, από 24.1.2017 έως 24.3.2017, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 4.308,16 ευρώ (2.154,08 € Χ 2 μήνες) και για πρόσθετη αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης πέντε Σαββάτων (εξαιρουμένων των Σαββάτων 4, 11 και 18.2.2017) και μιας αργίας το ποσό των 386,88€ (8ώρες Χ 8,06 € Χ 6 ημέρες), ήτοι συνολικά το ποσό των 4.695,04 €. Έναντι τούτου, ο ενάγων έλαβε, ως συνομολογεί και προκύπτει από τις επιμέρους καταθέσεις στον τραπεζικό του λογαριασμό, το ποσό των 1.260 € και όχι το ποσό των 5.783,15 ευρώ, που υποστηρίζουν αβασίμως οι εναγόμενες, όπως εμφαίνεται στις οικείες αποδείξεις πληρωμής αποδοχών, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 3.435,04 €, β) για το χρονικό διάστημα από 1.6.7017 έως 4.7.2017, απασχολούμενος, ως ναυτόπαις, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 2.369,48 € (2.154,08 € Χ 1,1 μήνα), για υπερωριακή αμοιβή πέντε Σαββάτων το ποσό των 322,4€ (8 ώρες Χ 8,06 € Χ 5 ημέρες) και για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε 34 ημέρες, το ποσό των 260 € [928,36 € βασικός μισθός, + 204,24 € για επίδομα Κυριακών+ 35,22€ για επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, + 353,45 € για αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας + 284,5 € μέσος όρος υπερωριών = 1.805,78 €  μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 144,46€ Χ 1,8 δεκαεννεαήμερα], ήτοι συνολικά (2.369,48 + 322,4 + 260) 2.951,88 €. €. Έναντι τούτου, ο ενάγων έλαβε, ως συνομολογεί και προκύπτει από τις γενόμενες καταθέσεις στον τραπεζικό του λογαριασμό, το ποσό των 860€ και όχι το ποσό των 2.749,91 ευρώ, που υποστηρίζουν αβασίμως οι εναγόμενες, όπως εμφαίνεται στις οικείες αποδείξεις πληρωμής αποδοχών, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 2.091,88€ και γ) από 4.7.2017 έως 25.8.2017, ως ναύτης, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 4.246,43 (2.497,9 € Χ 1,7 μήνας), για υπερωριακή αμοιβή έξι Σαββάτων και μιας αργίας το ποσό των 562,24 € (8 ώρες Χ 10,04 € Χ 7 ημέρες) και για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε 53 ημέρες, το ποσό των 491,84 € [1.157,99€ βασικός μισθός + 254,76€ για επίδομα Κυριακών + 35,22€ για επίδομα ανθυγιεινής εργασίας + 417,13€ για αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας + 330,72 € μέσος όρος υπερωριών = 2.195,82 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 175,66 € Χ 2,8 δεκαεννιαήμερα], ήτοι συνολικά 5.300,51 €. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε, όπως συνομολογεί και προκύπτει από τις γενόμενες καταθέσεις στον τραπεζικό του λογαριασμό, το ποσό των 2.450 € και όχι το ποσό των 5.041,50 ευρώ, που υποστηρίζουν αβασίμως οι εναγόμενες, όπως εμφαίνεται στις οικείες αποδείξεις πληρωμής αποδοχών, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 2.850,51 €. Εν συνόλω για την απασχόληση του στο πλοίο «NJ» ο ενάγων διατηρεί απαίτηση σε βάρος των εναγομένων εταιρειών, ευθυνομένων εις ολόκληρον, ύψους 8.377,43 €, με τον νόμιμο τόκο κάθε επιμέρους ποσού από την επομένη της εκάστοτε απόλυσης του, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης τους, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον πέμπτο λόγο της έφεσης τους, ως ουσιαστικά βάσιμης.

Β) Για την απασχόληση του στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «C1», νηολογίου ….. με αριθμό ….., κ.ο.χ.5007, ως ναυτόπαις, από 24.3.2017 έως 9.5.2017, που απολύθηκε, στο οποίο εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης, από Δευτέρα έως και Σάββατο, από τις 8:00 μέχρι τις 16:00, ήτοι οκτάωρο ημερησίως, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των  3.231,12 € (2.154,08 € Χ 1,5 μήνα), για υπερωριακή αμοιβή οκτώ Σαββάτων και αργιών (εξαιρουμένων 17 και 23.4.2017 και 1.5.2017, που δεν εργάστηκε), το ποσό των 515,84 € (8 ώρες Χ 8,06 € Χ 8 ημέρες) και για αναλογία επιδόματος Πάσχα 2017, δεδομένου ότι κατά το κρίσιμο διάστημα από 1.1.2017 έως 30.4.2017 ο ενάγων εργάστηκε για 47 ημέρες, το ποσό των 360,60 € [μισθός ενεργείας 928,36€  + επίδομα Κυριακών 204,24 € + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας 353,45 € + μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής εργασίας 343,89 € (515,84 € : 1,5 µήνας) = 1.865,17 € : 2 Χ 1/15 Χ 5,8 οκταήμερα], ήτοι συνολικά το ποσό των 4.107,56 €. Έναντι τούτου ο ενάγων έλαβε με τμηματικές καταθέσεις στον τραπεζικό του λογαριασμό, ως συνομολογεί και προκύπτει από τα σχετικά τραπεζικά εμβάσματα, το ποσό των 1.050 € και όχι το ποσό των 3.483,22 ευρώ, που ισχυρίζονται οι εναγόμενες, όπως εμφαίνεται στις οικείες αποδείξεις πληρωμής αποδοχών, απομένοντος υπολοίπου 3.057,56 €, λαμβανομένου υπόψη ότι οι επικαλούμενες από τις εναγόμενες επιπρόσθετες καταβολές στις 19.7.2017, ποσού 50 €, στις 5.10.2017, ποσού 81,71€ και στις 11.10.2017, ποσού 689,07€, δεν προκύπτει ποια συγκεκριμένη αιτία αφορούν και πάντως πραγματοποιήθηκαν σε πολύ μεταγενέστερο διάστημα και ενώ ήταν ναυτολογημένος σε άλλα πλοία, ούτως ώστε να μην δύναται να συσχετιστούν σε απόσβεση της κρινόμενης οφειλής, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον έκτο λόγο της έφεσης τους, ως ουσιαστικά βάσιμης.

Γ) Για την απασχόληση του στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο Ε/Γ- Ο/Γ πλοίο «TJ», νηολογίου ….. με αριθμό ….., ως ναυτόπαις, από 10.5.2017 έως την 1η.6.2017, που απολύθηκε, στο οποίο εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης, από Δευτέρα έως και Σάββατο, από τις 8:00 μέχρι τις 16:00, ήτοι οκτάωρο ημερησίως, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 1.443,23€ (2.154,08 € Χ 0,67 μήνες), για υπερωριακή αμοιβή τεσσάρων Σαββάτων και αργιών το ποσό των 257,92 € (8 ώρες Χ 8,06 € Χ 4 ημέρες) και για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε 23 ημέρες, το ποσό των 215,80 € [928,36 € βασικός μισθός + επίδομα Κυριακών 204,24 € + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας 353,45 € +  382,95€ μέσος όρος υπερωριών (257,92€  : 0,67 µήνες) = 2.248,05 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 179,84 € Χ 1,2 δεκαεννεαήμερα], ήτοι συνολικά 1.916,95 €. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε με καταβολή στον τραπεζικό του λογαριασμό, ως συνομολογεί και προκύπτει από την κίνηση του μισθοδοτικού του λογαριασμού, το ποσό των 360 € και όχι το ποσό των 2.016,60 ευρώ, που εμφαίνεται στην οικεία απόδειξη πληρωμής αποδοχών, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενες, απομένοντος υπολοίπου 1.556,95 €, λαμβανομένου υπόψη ότι οι επικαλούμενες από τις εναγόμενες επιπρόσθετες καταβολές στις 7.9.2017, 6.10.2017 και 10.10.2017, ποσών 76,58 €, 81,71 € και 70 €, αντίστοιχα, δεν προκύπτει ποια συγκεκριμένη αιτία αφορούν και πραγματοποιήθηκαν σε πολύ μεταγενέστερο διάστημα και ενώ ήταν ναυτολογημένος σε άλλα πλοία, ούτως ώστε να μην δύναται να συσχετιστούν σε απόσβεση της κρινόμενης οφειλής, κατά παραδοχή μερικώς της ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, που επαναφέρεται με τον έβδομο έφεση τους, ως ουσιαστικά βάσιμης.

Δ) Κατά την απασχόληση του στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «AJ», νηολογίου Πειραιά με αριθμό ……, κ.ο.χ.3934,18, κυριότητας της δέκατης των εναγομένων και εφοπλισμού της τέταρτης αυτών από 4.8.2017 έως 31.8.2018, με την ειδικότητα του ναύτη, από 11.9.2017 έως 1.2.2018 και από 24.10.2018 έως 1.11.2018, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει, το εν λόγω πλοίο εκτελούσε ακτοπλοϊκά, κυρίως κυκλικά, δρομολόγια, από το λιμάνι της Σύρου προς ορισμένα νησιά των Κυκλάδων. Ειδικότερα, κάθε Δευτέρα αναχωρούσε στις 07:00 από Σύρο και μετά τον κατάπλου σε Μύκονο, Πάρο, Νάξο, Δονούσα, Αιγιάλη, Καταπόλα, Κουφονήσι, Σχοινούσα, Ηράκλεια, Νάξο, Πάρο, επέστρεφε στην Σύρο αυθημερόν στις 22:20, κάθε Τρίτη είχε αναχώρηση στις 07:00 από Σύρο προς Πάρο, Νάξο, Φολέγανδρο, Σίκινο, Ίο, Θηρασιά, Θήρα και άφιξη Ανάφη αυθημερόν στις 18:15, κάθε Τετάρτη αναχωρούσε στις 07:00  από Ανάφη προς Θήρα, Θηρασιά, Ίο, Σίκινο, Φολέγανδρο, Νάξο, Πάρο, Σύρο, Κύθνο, Κέα και άφιξη στο Λαύριο αυθημερόν στις 23:35, κάθε Πέμπτη αναχωρούσε στις 07:00 από Λαύριο προς Κέα, Κύθνο, Σύρο, Άνδρο, Τήνο, Πάρο, Τήνο, Άνδρο και επιστροφή στην Σύρο στις 00:45 επομένης ημέρας, κάθε Παρασκευή αναχωρούσε στις 07:00 από Σύρο προς Άνδρο, Τήνο, Πάρο, Τήνο, Άνδρο και επιστροφή στη Σύρο αυθημερόν στις 18:30, κάθε Σάββατο αναχωρούσε στις 07:00 από Σύρο προς Πάρο, Νάξο, Φολέγανδρο, Σίκινο, Ίο, Θηρασιά, Θήρα και άφιξη Ανάφη αυθημερόν στις 18:15 και κάθε Κυριακή αναχωρούσε στις 07:00 από Ανάφη για το δρομολόγιο Θήρα, Θηρασιά, Ίο, Σίκινο, Φολέγανδρο, Νάξο, Πάρο και άφιξη στη Σύρο αυθημερόν στις 17:50. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, κατά τα, ως άνω, χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του, που το εν λόγω πλοίο εκτελούσε τα ανωτέρω δρομολόγια, απασχολούνταν σε καθήκοντα σχετικά με την ειδικότητα του ναύτη, σύμφωνα με το άρθρο 62 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων (Β.Δ. 683/1960),  σε δύο εναλλασσόμενες τετράωρες βάρδιες ανά 24ωρο, απασχολούμενος, ως ναύτης βάρδιας, εκτός από τις φυλακές γέφυρας και καταπέλτη και τις περιπολίες στο πλοίο, ακόμα και πριν την έναρξη της βάρδιας του είτε μετά τη λήξη της, με τις εργασίες που αφορούν την ως άνω ειδικότητα του, ήτοι την πρόσδεση και την απόδεση του πλοίου κατά τον κατάπλου και απόπλου, την φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση των οχημάτων στους χώρους στάθμευσης (γκαράζ) αυτού, καθώς και με εργασίες καθαριότητας των χώρων τούτων, των καταστρωμάτων, των κλιμακοστασίων και εν γένει των εξωτερικών μερών του πλοίου, τόσο εν πλω, στην έκταση που κάτι τέτοιο ήταν εφικτό, όπως με την αποκομιδή σκουπιδιών, όσο και σε λιμένα και ιδίως στο λιμάνι της Σύρου, όπου λάμβαναν χώρα πιο εκτεταμένες και εξειδικευμένες εργασίες καθαρισμού, καθώς επίσης ασχολούνταν με εργασίες συντήρησης και το βάψιμο διαφόρων χώρων του πλοίου. Ωστόσο, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών, που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του και ιδίως λόγω των συχνών κατάπλων του στα διάφορα, ως άνω, ενδιάμεσα λιμάνια, ο ενάγων απασχολούνταν με τις προεκτιθέμενες εργασίες της ειδικότητας του καθημερινώς συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων και Κυριακών και μάλιστα πέραν της προβλεπομένης οκτάωρης διάρκειας της εργασίας του, αφού αυτή δεν επαρκούσε, λόγω της προαναφερθείσας φύσης και της διάρκειας των αλλεπάλληλων δρομολογίων, που διενεργούσε το εν λόγω πλοίο και των πολλαπλών λιμένων προσέγγισης. Έτσι, ο ενάγων πραγματοποιούσε υπερωριακή εργασία πέραν του κανονικού οκταώρου της ημερήσιας απασχόλησης του, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του, που αφορούν τις ως άνω εργασίες, για την εκτέλεση των οποίων δεν επαρκούσε απασχόληση μόνον οκτώ ωρών, ενόψει της συνάρτησης τους με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με την διαρκή εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών και δεν απασχολούνταν μόνο εντός των χρονικών  ορίων της βάρδιας του, όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι εναγόμενες, προς επίρρωση του ισχυρισμού τους ότι δεν παρείχε υπερωρίες. Εξάλλου, η ανάγκη παροχής εργασίας πέραν των καθορισμένων χρονικών ορίων δεν αποκλείεται από το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος, καθόσον αυτή η πληρότητα αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν καταδεικνύει την ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία, όπως αβασίμως υπολαμβάνουν οι εναγόμενες, γεγονός άλλωστε που επιβεβαιώνεται και από το ότι κάθε μήνα καταβαλλόταν σε αυτόν ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, όπως προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας, που νόμιμα προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι και όπως συνομολογείται  από τις εναγόμενες (αρθ. 352 ΚΠολΔικ) αναγνωριζομένης  εκ προοιμίου της ανάγκης  υπερωριακής εργασίας του. Για την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος με διαφοροποίηση, ως προς την χρονική διάρκεια της, κατέθεσαν ενόρκως οι μάρτυρες των διαδίκων, συντασσομένων των, ως άνω, ενόρκων βεβαιώσεων αντιστοίχως, που λαμβάνονται υπόψη κατά το μέτρο αξιοπιστίας και κατά το λόγο γνώσεως καθενός και συνεκτιμώνται ελευθέρως μετά των λοιπών αποδεικτικών μέσων, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, το δε γεγονός ότι οι μάρτυρες του ενάγοντος, ……. και ………….., βρίσκονται σε αντιδικία με τις εναγόμενες σε άλλη εκκρεμή δίκη επί ασκηθεισών εκατέρωθεν αγωγών για την προάσπιση των εργασιακών τους δικαιωμάτων, δεν αναιρούν τις μαρτυρίες τους, ούτε τις καθιστούν αναξιόπιστες, μήτε εξαιρετέες, εφόσον δεν θεωρείται ότι έχουν άμεσο και βέβαιο συμφέρον, ως αναγκαία συνέπεια της  έκβασης της προκειμένης δίκης, ως αβασίμως αντίθετα υποστηρίζουν οι εναγόμενες με την συναφή αιτίαση.

Ενόψει των προαναφερθέντων, που αφορούν τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του, σε συνδυασμό με το γεγονός της σταθερής καταβολής κάθε μήνα σ’αυτόν χρηματικών ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, συνάγεται ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος, κατά τα ως άνω χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του, που το εν λόγω πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, ήταν δώδεκα (12) ώρες, ακόμη και στην περίπτωση, που το προγραμματισμένο δρομολόγιο δεν πραγματοποιούνταν, εργαζόταν υπερωριακά, αφού εκτελούσε δύο εξάωρες βάρδιες πυρασφάλειας, καθώς επίσης εργασίες καθαριότητας και συντήρησης. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την οικεία Σ.Σ.Ν.Ε., ο ενάγων παρείχε στο εν λόγω πλοίο, κατά τις καθημερινές και Κυριακές τέσσερις (4) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα και τις αργίες δώδεκα (12) ώρες τέτοιας εργασίας, απορριπτομένων των ισχυρισμών των εναγομένων, που επαναφέρονται με τον όγδοο λόγο της έφεσης τους, ότι δεν εργαζόταν ημερησίως πέραν του οκταώρου και σε κάθε περίπτωση η υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο της δεν υπερέβαινε εκείνη, που αντιστοιχούσε στην κατ’ αποκοπή αμοιβή, που είχε συμφωνηθεί και ελάμβανε μηνιαίως, ως ουσιαστικά αβασίμων, εφόσον δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα μη δυνάμενοι να δικαιολογηθούν υπό τις εκτιθέμενες περιστάσεις.

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργάζονταν στο ως άνω πλοίο καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, τις προαναφερθείσες ώρες, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως αβασίμως αιτιώνται οι εναγόμενες-εκκαλούσες και συνεπώς, αφού συμπληρωθεί και αντικατασταθεί η σχετική αιτιολογία της εκκαλουμένης με την παρούσα (534 ΚΠολΔ), ο όγδοος λόγος της έφεσης των εναγομένων, που αποδίδει στην εκκαλουμένη τις εν λόγω πλημμέλειες, πλήττοντας τις επιδικασθείσες ώρες υπερωριακής εργασίας,  πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν. Σημειωτέον, ότι η εκκαλουμένη δεν πλήττεται, ως προς τους επιμέρους υπολογισμούς των βασικών αποδοχών του και της υπερωριακής αμοιβής, που ο ενάγων δικαιούται κατά τα αποδειχθέντα για την αιτία αυτή, οι οποίοι δεν αμφισβητούνται ειδικώς με την κρινόμενη έφεση.

Υπό  τις ανωτέρω παραδοχές και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της ως άνω εφαρμοζομένης Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας, ο ενάγων για την απασχόληση του στο πλοίο «AJ», δικαιούνταν: α) για το χρονικό διάστημα από 11.9.2017 έως 1.2.2018, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 11.740,13 € (2.497,9€  Χ 4,7 μήνες), για υπερωριακή αμοιβή 18 Σαββάτων και 8 αργιών το ποσό των 3.132,48 € (12 ώρες Χ 26 ημέρες = 312 ώρες Χ 10,04 €), για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης καθημερινών και Κυριακών, το ποσό των 3.945,92 € (4 ώρες Χ 118 ημέρες = 472 ώρες Χ 8,36 €), για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε επί 112 ημέρες, το ποσό των 1.587,57 € [(1.157,99€ βασικός μισθός, + 254,76€ για επίδομα Κυριακών + 35,22€ για επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, + 417,13€ για αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας + 1.504,12€ μέσος όρος υπερωριών (συνολική υπερωριακή αμοιβή 7.069,4 € : 4,7 µήνες) = 3.369,22 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 269,53€ Χ 5,89 δεκαεννεαήμερα] και για αναλογία επιδόματος Πάσχα 2018, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε για 32 ημέρες, το ποσό των 449,22 € [3.369,22 € μηνιαίες αποδοχές : 2 Χ 1/15 Χ 4 οκταήμερα], ήτοι συνολικά το ποσό των 20.855,32€, πλην όμως ζητεί το έλασσον ποσό των 18.571,56 €. Έναντι τούτου έλαβε με τις γενόμενες καταβολές στον τραπεζικό του λογαριασμό, ως συνομολογεί, το ποσό των 11.400,87 € και όχι το ποσό των 14.564,68, που εμφαίνεται στις αποδείξεις μισθοδοσίας του, όπως διατείνονται οι εναγόμενες-εκκαλούσες, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 7.170,69 € και β) για το χρονικό διάστημα από 24.10.2018 έως 1.11.2018, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 674,43 € (2.497,9 € Χ 0,27 μήνες), για αμοιβή υπερωριακή 1 Σαββάτου και 1 αργίας, το ποσό των 240,96 € (12 ώρες Χ 2 ημέρες = 24 ώρες Χ 10,04 €), για αμοιβή υπερωριακή καθημερινών και Κυριακών, το ποσό των 234,08 € (4 ώρες Χ 7 ημέρες = 28 ώρες Χ 8,36 €), για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε 9 ημέρες, το ποσό των 136,28 € [(1.157,99€ βασικός μισθός, + 254,76€ επίδομα Κυριακών + 35,22€ επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, + 417,13€ για αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας + 1.759,40€ μέσος όρος υπερωριών (475,04 € : 0,27 µήνες) = 3.624,5€ μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 289,96 € Χ 0,47 δεκαεννεαήμερα], ήτοι συνολικά το ποσό των 1.285,75€, πλην όμως ο ενάγων ζητεί για τις αιτίες αυτές το έλασσον ποσό των 1.132,76 €. Έναντι τούτου έλαβε με καταβολή στον τραπεζικό του λογαριασμό, ως συνομολογεί και προκύπτει από την κίνηση του μισθοδοτικού του λογαριασμού, το ποσό των 190 € και όχι το ποσό των 862,24 €, που εμφαίνεται στις οικείες αποδείξεις πληρωμής αποδοχών, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενες, απομένοντος υπολοίπου 942,76 €. Εν συνόλω για την απασχόληση του στο πλοίο «AJ» ο ενάγων διατηρεί απαίτηση σε βάρος των εναγομένων εταιρειών, ευθυνομένων εις ολόκληρον, ύψους 8.113,45 €, με τον νόμιμο τόκο κάθε επιμέρους ποσού από την επομένη της εκάστοτε απόλυσης του, κατά παραδοχή μερικώς της ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, που επαναφέρεται με τον όγδοο λόγο της έφεσης τους, ως ουσιαστικά βάσιμης.

Ε) Για την απασχόληση του στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «MJ», νηολογίου ….. με αριθμό ….., στο οποίο εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης, από 5.2.2018 έως 2.6.2018, ως ναύτης, από Δευτέρα έως και Σάββατο, από τις 8:00 μέχρι τις 16:00, ήτοι οκτάωρο ημερησίως, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 9.817 € (2.497,98 € Χ 3,93 μήνες), για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης 18 Σαββάτων και αργιών (δεδομένου ότι δεν εργάστηκε 19.2.2018, 31.3.2018, 25.3.2018, 6.4.2018, 7.4.2018, 9.4.2018 και 1.5.2018), το ποσό των 1.445,76 € (8 ώρες Χ 10,04 € Χ 18 ημέρες), για αναλογία επιδόματος Πάσχα 2018, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε για 85 ημέρες, το ποσό των 790,44 € [(1.157,99€ βασικός μισθός + 254,76€ επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα ανθυγιεινής εργασίας + 417,13 € αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας + 367,87 € μέσος όρος υπερωριών (1.445,76 € : 3,93 µήνες) = 2.232,97 € : 2 Χ 1/15 = 74,43 Χ 10,62 οκταήμερα], για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε 33 ημέρες, το ποσό των 309 €  (2.232,97 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 178,63 € Χ 1,73 δεκαεννεαήμερα], ήτοι συνολικά 12.362,20 €. Έναντι τούτου, ο ενάγων έλαβε με τις γενόμενες τμηματικές καταβολές στον τραπεζικό του λογαριασμό, ως συνομολογεί, το ποσό των 6.393,66 € και όχι το ποσό των 10.735,40 €, που εμφαίνεται στις οικείες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενες, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 5.968,54 €, που πρέπει να υποχρεωθούν να του καταβάλουν εις ολόκληρον, δεκτής γενομένης εν μέρει της ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, που επαναφέρεται με τον ένατο λόγο της έφεση τους, ως ουσιαστικά βάσιμης.

ΣΤ) Για την απασχόληση του στο υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο “PJ”, νηολογίου ….. με αριθμό ….., στο οποίο εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης, από 2.6.2018 έως 1.10.2018, ως ναύτης, δικαιούνταν : α) κατά το χρονικό διάστημα από 20.6.2018 έως 30.7.2018, εργαζόμενος από Δευτέρα έως και Σάββατο, ώρες 8:00 μέχρι τις 16:00, ήτοι οκτάωρο ημερησίως, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 3.322,31€ (2.497,98 € Χ 1,33 μήνες), για υπερωριακή αμοιβή 5 Σαββάτων (εξαιρουμένου του Σαββάτου 14.7.2018, που δεν εργάστηκε), το ποσό των 401,60 €  (8 ώρες Χ 10,04 € Χ 5 ημέρες), για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε 41 ημέρες, το ποσό των 383,10 € [(1.157,99€ βασικός μισθός, + 254,76 € επίδομα Κυριακών + 35,22 €  επίδομα ανθυγιεινής εργασίας + 417,13€ αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας +  362,34 € μέσος όρος υπερωριών (401,60 : 1,33 µήνες) = 2.227,44 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 178,19 € Χ 2,15 δεκαεννεαήμερα], ήτοι συνολικά 4.107€ και β) κατά το χρονικό διάστημα από 31.7.2018 έως 1.10.2018 απασχολούμενος από Δευτέρα έως και Σάββατο επί οκταώρου από ώρα 8:00 έως 16:00, πλην του μηνός Αυγούστου, που εργαζόταν από Δευτέρα έως και Κυριακή επί 12ωρο ημερησίως (6:00 έως 18:00) εκτελώντας καθήκοντα φύλακα, για βασικό μισθό και επιδόματα το συνολικό ποσό των 5.170,81 € (2.497,98 € Χ 2,07 μήνες), για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτων και αργιών 1.084,32 € [5 Σαββάτων και μιας αργίας (14ης-9) το ποσό των 481,92€  (8 ώρες Χ 10,05 € Χ 6 ημέρες) και 4 Σαββάτων και μιας αργίας (15ης -8) το ποσό των 602,4 € (12 ώρες Χ 10,05 Χ 5)], για υπερωριακή αμοιβή καθημερινών και Κυριακών το ποσό των 869,44 € (4 ώρες Χ  8,36 € Χ 26 ημέρες), για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018, δεδομένου ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα ο ενάγων εργάστηκε 63 ημέρες, το ποσό των 743,80 € [(1.157,99€ βασικός μισθός, + 254,76 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα ανθυγιεινής εργασίας + 417,13€ αποζημίωση αδείας μετά τροφοδοσίας +  943,84€ μέσος όρος υπερωριών (συνολική αμοιβή υπερωριακή 1.953,76 : 2,07 µήνες) = 2.808,94 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 224,71 € Χ 3,31 δεκαεννεαήμερα], ήτοι συνολικά 7.868,37 € και εν συνόλω 11.975,37 ευρώ. Έναντι τούτου, ο ενάγων έλαβε, όπως προκύπτει από τις γενόμενες καταβολές στον τραπεζικό του λογαριασμό και συνομολογεί, το ποσό των 5.647,98 € και όχι το ποσό των 10.765,04 ευρώ (4.395,89 + 6.369,15), όπως εμφαίνεται στις σχετικές αποδείξεις μισθοδοσίας του και υποστηρίζουν οι εναγόμενες, οφειλομένου του υπολοίπου ποσού των 6.327,39 €, που πρέπει να υποχρεωθούν να του καταβάλουν εις ολόκληρον, νομιμοτόκως από την επομένη της απόλυσης του, δεκτής γενομένης εν μέρει της ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, που επαναφέρεται με τον δέκατο λόγο της έφεσης τους, ως ουσιαστικά βάσιμης.

Ειδικότερα, οι ανωτέρω καταβολές, που έλαβε έναντι των οφειλομένων αποδοχών του, απομένοντος ανεξόφλητου υπολοίπου ανερχομένου συνολικά σε 33.401,32 ευρώ, αποδεικνύονται ιδίως από τις προσκομιζόμενες εκτυπώσεις των κινήσεων του τραπεζικού του λογαριασμού στην  “………”, όπου απεικονίζονται εναργώς οι καταβολές, που γίνονταν έναντι των δεδουλευμένων μηνιαίων αποδοχών του, κατά τις επίδικες περιόδους ναυτολόγησης του, οι οποίες δεν ταυτίζονται με τα πληρωτέα ποσά, που εμφανίζονται στους οικείους προσκομιζομένους μισθοδοτικούς του λογαριασμούς, μη αποδεικνυομένου από κανένα πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο, έτερου τρόπου εξόφλησης των δικαιουμένων ποσών και δη μετρητοίς, ως αβασίμως υποστηρίζουν οι εναγόμενες-εκκαλούσες, η δε προσυπογραφή μερικών εξ αυτών από τον ενάγοντα δεν αποδεικνύει, άνευ άλλου τινός, εξόφληση των παρατιθέμενων καταβλητέων, αλλά όχι καταβληθέντων ποσών, ο δε χαρακτηρισμός των εν λόγω λογαριασμών από την εργοδότρια, που τους εξέδιδε από το μηχανογραφικό της σύστημα, ως «Αποδείξεις Πληρωμής Αποδοχών», με ημερομηνία πληρωμής την τελευταία ημέρα εκάστου δεδουλευμένου μήνα, δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, καθόσον ουδόλως ελάμβανε χώρα ή είχε προηγηθεί εξόφληση των αναγραφομένων πληρωτέων ποσών,  κατά τον χρόνο χορήγησης τους στον ενάγοντα, ως ανάλυση της μισθοδοσίας του, αλλά ο τρόπος πληρωμής ήταν μέσω τραπέζης, όπως ρητά αναφέρεται σ’αυτές, οι δε σχετικές τραπεζικές καταθέσεις ελάμβαναν χώρα σε κατά πολύ μεταγενέστερη ημερομηνία και δεν αντιστοιχούσαν σε ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό, αλλά σε μέρος τούτου κάθε φορά, κατά την παραδοχή και των εναγομένων για έναντι καταβολές, ούτως ώστε δια της υπογραφής του εργαζομένου ενάγοντος επ’αυτών ουσιαστικά βεβαιώνεται μόνο ότι αυτός παρέλαβε αντίγραφο της ανάλυσης μισθοδοσίας του, η δε σημείωση στο σώμα τούτων ότι ουδεμία άλλη απαίτηση έχει από την εταιρεία, τελεί υπό την προϋπόθεση είσπραξης των πληρωτέων νόμιμων αποδοχών του και δεν σημαίνει, ούτε συνεπάγεται εξόφληση των αναγραφομένων σε έκαστο μισθοδοτικό λογαριασμό ποσών, καθόσον τούτο δεν αποδεικνύεται, μήτε από αυτούς καθεαυτούς τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς με ρητή αναφορά του εκάστοτε χρόνου, τρόπου και αιτίας πληρωμής συγκεκριμένου ποσού,  ούτε σε συνδυασμό με την προσκόμιση σχετικών αποδείξεων πληρωμής με μετρητά ή με τραπεζικές καταθέσεις, που να αντιστοιχούν στο σύνολο των καταβλητέων ποσών, λαμβανομένου υπόψη ότι οι γενόμενες καταβολές μέσω τραπέζης, που συνομολογεί ο ενάγων, αφορούσαν επιμέρους ποσά έναντι των αντίστοιχων δεδουλευμένων αποδοχών του, τα οποία υπολείπονταν των απεικονιζομένων στους αντίστοιχους μισθοδοτικούς λογαριασμούς ποσών και των προβλεπομένων νόμιμων αποδοχών του, συνεπώς, ο ισχυρισμοί των εναγομένων, που προβλήθηκαν πρωτοδίκως και επαναφέρονται με τους πέμπτο, έκτο, έβδομο, όγδοο, ένατο και δέκατο λόγους της έφεσης τους ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, περί ολικής εξόφλησης των επίδικων απαιτήσεων, διότι για κάθε ένδικη αιτία ο ενάγων έχει λάβει τα αναγραφόμενα αντίστοιχα ποσά στους αντίστοιχους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, ως επαρκώς αναλύονται, πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτοί, ως ουσιαστικά βάσιμοι, όσον αφορά τα πράγματι καταβληθέντα ποσά με τις γενόμενες τραπεζικές καταθέσεις, κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα, ο δε ισχυρισμός των εναγομένων ότι εφόσον δεν αμφισβητήθηκε από τον ενάγοντα, κατά την επ’ακροατηρίω πρωτοβάθμια συζήτηση, η γνησιότητα της υπογραφής του επί των προσκομιζομένων εν λόγω αποδείξεων πληρωμής αποδοχών, δημιουργείται αμάχητο τεκμήριο για την γνησιότητα του περιεχομένου τους, με συνέπεια να θεωρούνται αναγνωρισμένες και να αποτελούν πλήρη απόδειξη της εξόφλησης τους, παρεκτός της νομικής σύγχυσης μεταξύ του τεκμηρίου γνησιότητας ιδιωτικού εγγράφου και της πλήρους αποδεικτικής δύναμης, αλυσιτελώς προβάλλεται, εφόσον η μη αμφισβήτηση της γνησιότητας των εν λόγω αποδεικτικών εγγράφων, δεν σημαίνει επουδενί ότι έχουν πλήρη αποδεικτική δύναμη και ασφαλώς χωρεί ανταπόδειξη του περιεχομένου τους, χωρίς να πρέπει να προσβληθούν ως πλαστά, απορριπτομένου του τέταρτου λόγου της έφεσης, κατά το σκέλος αυτό, ως αβασίμου. Εν κατακλείδι, εξακολουθεί να οφείλεται στον ενάγοντα το ποσό των 33.401,32  ευρώ, που πρέπει να υποχρεωθούν, εις ολόκληρον, να του καταβάλουν η εναγομένη κοινοπραξία και οι εναγόμενες εταιρείες, ως κοινοπρακτούντα μέλη της, Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση του, έκρινε ομοίως και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, κατά την κύρια βάση της, υποχρεώνοντας τις εναγόμενες, ήδη εκκαλούσες, εις ολόκληρον, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των 33.401,32 ευρώ, ορθά εφάρμοσε τον νόμο και σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις και συνεπώς, πρέπει αντικαθισταμένης της αιτιολογίας με την παρούσα (534ΚΠολΔ), να απορριφθούν οι πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι της ένδικης έφεσης, που υποστηρίζουν τα αντίθετα, ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Σημειωτέον, ότι οι γενόμενες καταβολές αναφέρονται στα ακαθάριστα ποσά αποδοχών, τα οποία αφορούν και οι δικαστικά επιδικαζόμενες διαφορές αποδοχών αντίστοιχα, οι δε παρακρατηθείσες νόμιμες εισφορές και κρατήσεις υπέρ των ταμείων ασφαλίσεως και προνοίας, καθώς επίσης ο παρακρατηθείς φόρος υπέρ του Δημοσίου, αποτελούν μέρος των εν λόγω αποδοχών και δεν αφαιρούνται από το Δικαστήριο, που επιδικάζει οφειλόμενες δεδουλευμένες αποδοχές ή μισθούς υπερημερίας, αλλά παρακρατούνται από τον εργοδότη κατά την εκτέλεση της απόφασης και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους, μπορούν δε να θεμελιώσουν ένσταση καταβολής, αποσβεστική κατά το οικείο ποσό των συναφών επίδικων αξιώσεων προς καταβολή τούτων, πλην όμως ουδόλως θεμελιώνεται στην προκειμένη περίπτωση μόνο εκ της αναγραφής των κρατήσεων και του αποδοτέου φόρου στους μισθοδοτικούς λογαριασμούς, στους οποίους παραπέμπουν οι εναγόμενες προς αφαίρεση των αναγραφομένων σ’αυτούς ποσών των κρατήσεων για ασφαλιστικές εισφορές και φόρο μισθωτών υπηρεσιών επί των αποδοχών του ενάγοντος στα επίδικα πλοία, χωρίς μάλιστα να γίνεται επίκληση και να αποδεικνύεται απόδοση τούτων στους δικαιούχους ασφαλιστικούς οργανισμούς και το Δημόσιο αντίστοιχα, απορριπτομένης της προβαλλομένης συναφούς ένστασης καταβολής των εν λόγω ποσών, που προβλήθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τους τέταρτο και πέμπτο έως και δέκατο λόγους της έφεσης των εναγομένων, προεχόντως λόγω αοριστίας και συνεπώς, οι κρινόμενοι λόγοι, που πλήττουν την εκκαλουμένη για την μη αφαίρεση των εν λόγω ποσών, πρέπει να απορριφθούν και κατά το μέρος αυτό, ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Εξάλλου, δεν καθίσταται αόριστο το δικόγραφο της αγωγής, αν δεν καθορίζεται σ` αυτό, ότι οι γενόμενες καταβολές αφορούν καθαρά ή ακαθάριστα ποσά (ΑΠ 2126/2007 ΔΕΝ 2009, 478) και δεν γίνεται συνυπολογισμός στις καταβολές των νομίμων παρακρατήσεων, ως αβασίμως αιτιώνται οι εναγόμενες – εκκαλούσες με τους κρινόμενους λόγους της έφεσης τους, που κρίνονται απορριπτέοι κατ’ουσίαν.

VI. Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, εφόσον δεν υπάρχουν προς έρευνα άλλοι λόγοι έφεσης, πρέπει η ένδικη έφεση να απορριφθεί στο σύνολο της, ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας στις εκκαλούσες, κατόπιν σχετικού αιτήματος τους, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ωσεί παρούσας της δέκατης εναγομένης – εκκαλούσας ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία …………… και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων την ένδικη έφεση κατά της υπ’αριθμ.1457/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Δέχεται την έφεση τυπικά.

Απορρίπτει αυτήν κατ’ ουσίαν.

Επιβάλλει στις εκκαλούσες τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 8 Ιανουαρίου 2024.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ