Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 688/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης     688/2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Δανιήλ, Εφέτη και Κωνσταντίνα Λέκκου Εφέτη – Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……… για να δικάσει τις κάτωθι αναφερόμενες υποθέσεις μεταξύ:

Α] ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΑΣΚΗΣΑΣΑΣ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΕΦΕΣΗΣ: Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία “…………” (………. .), η οποία εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξουσία δικηγόρος της Μαρία Ντούμα, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ – ΚΑΘΩΝ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ ΕΦΕΣΗ: 1] Ναυτικής εταιρείας με την              επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στον Δήμο ……… Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξουσία δικηγόρος της Μαρία Δουλαβέρη [ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Γ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ], 2] Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..», η οποία εδρεύει στον Δήμο ……… Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η ίδια ως άνω πληρεξουσία δικηγόρος, 3] Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία εδρεύει στον Δήμο ………. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η ίδια ως άνω πληρεξουσία δικηγόρος, 4] Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..», η οποία εδρεύει στο Δήμο …. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η ίδια ως άνω πληρεξουσία δικηγόρος, 5] Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…………………», η οποία εδρεύει στον Δήμο ….. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η ίδια πληρεξουσία δικηγόρος, 6] Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..» η οποία εδρεύει στον Δήμο ………. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η ίδια ως άνω πληρεξουσία δικηγόρος, 7] Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «……..….», η οποία εδρεύει στον Δήμο ……. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η ίδια ως άνω πληρεξουσία δικηγόρος, 8] Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» και δ.τ. «………», η οποία εδρεύει στον Δήμο Αμαρουσίου Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξουσία δικηγόρος της Μαρία Πετροπούλου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ, 9] . ………., κατοίκου ….. Αττικής, ατομικά και με την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της όγδοης εναγομένης εταιρείας, τον οποίο στο ακροατήριο εκπροσώπησε η ίδια ως άνω πληρεξουσία δικηγόρος, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ και 10] …………., κατοίκου ……………. Αττικής, ο οποίος ήταν απών και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Β] ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1] Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «……….» και δ.τ. «…………», η οποία εδρεύει στον Δήμο ……… Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξουσία δικηγόρος της Μαρία Πετροπούλου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ,  και 2] . ………., κατοίκου …… Αττικής, τον οποίο στο ακροατήριο εκπροσώπησε η ίδια ως άνω πληρεξουσία δικηγόρος, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «………. .», η οποία εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξουσία δικηγόρος της Μαρία Ντούμα, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.

Η ήδη εκκαλούσα – ασκήσασα προσθέτους λόγους – εφεσίβλητη Ναυτική εταιρείας με την επωνυμία “………….”, ήγειρε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 22.2.2019 (με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………../4.3.2019) αγωγή, σε βάρος των ήδη εφεσιβλήτων η πρώτη κρινόμενη έφεση, επί της οποίας, συζητήσεως γενομένης, αντιμωλία των διαδίκων, την 1.10.2019, εξεδόθη η με αριθμό 1762/2020 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία διατάχθηκε η αναστολή της εκδίκασης αυτής, κατά τις διατάξεις του άρθρου 249 ΚΠολΔ, έως εκδόσεως τελεσιδίκου αποφάσεως, επί της με αριθμό κατάθεσης ……../2017 αγωγής που ασκήθηκε ενώπιον του ανωτέρω Δικαστηρίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) και επί της οποίας τότε εκκρεμούσε η εκδίκαση της με αριθμό κατάθεσης ………./2018 έφεσης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς. Ακολούθως, κατόπιν της από 15.9.2021 κλήσεως της ήδη εκκαλούσας – εφεσιβλήτου – ενάγουσας επαναφέρθηκε προς συζήτηση η ανωτέρω αγωγή, συζητήσεως δε γενομένης, αντιμωλία των διαδίκων την 9.11.2021, εξεδόθη, κατά την τακτική διαδικασία, η με αριθμό 2367/2022 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία απερρίφθη η αγωγή ως προς τους πρώτη, δεύτερη, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη, έβδομη και δέκατο των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων η πρώτη κρινόμενη έφεση, έγινε δε εν μέρει δεκτή και στην ουσία της ως προς την όγδοη και ένατο των εναγομένων ήδη εφεσιβλήτων – εκκαλούντων η δεύτερη κρινόμενη έφεση.

Την ανωτέρω με αριθμό 2367/21.7.2022 απόφαση προσέβαλαν η ενάγουσα και οι όγδοη και ένατος των εναγομένων και δη η ενάγουσα, με την από 29.8.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……../29-8-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………/9.9.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή της και τους από 16.3.2023 (αρ. εκθ. καταθ. δικ. ………./17.3.2023) προσθέτους επ’ αυτής λόγους, οι δε όγδοη και ένατος των εναγομένων με την από 19.9.2022 (αρ. εκθ. καταθ. ενδ. μέσου ………../29.9.2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……../6.12.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή τους.

Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, των ανωτέρω δικογράφων, τα οποία συνεκφωνήθηκαν με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, η  πληρεξουσία δικηγόρος των επτά πρώτων εφεσιβλήτων η πρώτη κρινόμενη έφεση – επτά πρώτων καθ’ ων οι πρόσθετη [επί της πρώτης κρινόμενης εφέσεως] λόγοι έφεσης, Μαρία Δουλαβέρη, εμφανίσθηκε και, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, η  πληρεξουσία δικηγόρος της εκκαλούσας – ασκήσασας τους προσθέτους λόγους – εφεσίβλητη της δεύτερης κρινόμενης έφεσης Μαρία Ντούμα και η πληρεξουσία δικηγόρος των όγδοης και ενάτου των εφεσιβλήτων της πρώτης κρινόμενης έφεσης – όγδοης και ενάτου των καθών οι πρόσθετοι [επί της πρώτης κρινόμενης εφέσεως] λόγοι έφεσης – εκκαλούντων της δεύτερης κρινόμενης έφεσης Μαρία Πετροπούλου, δεν παραστάθηκαν, αλλά προκατέθεσαν τις προτάσεις τους και με σχετική δήλωσή τους, δήλωσαν, σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ, ότι συμφωνούν να συζητηθούν οι ένδικες εφέσεις και οι ανωτέρω πρόσθετοι λόγοι επί της πρώτης των κρινόμενων εφέσεων, χωρίς να παρασταθούν, ο δέκατος δε εφεσίβλητος της πρώτης κρινόμενης έφεσης – δέκατος των καθών οι πρόσθετοι [επί της πρώτης κρινόμενης εφέσεως] λόγοι έφεσης, δεν παραστάθηκε και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου τα κάτωθι δικόγραφα: α) Η από 29.8.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου …../29-8-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……../9.9.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της ενάγουσας εταιρείας, β) το από  16.3.2023 (αρ. εκθ. καταθ. δικ. ……../17.3.2023) δικόγραφο προσθέτων λόγων επ’ αυτής και γ) η από 19.9.2022 (αρ. εκθ. καταθ. ενδ. μέσου ………/29.9.2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……./6.12.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση των όγδοης και ενάτου των εναγομένων, προς εξαφάνιση της με αριθμό 2367/2022 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία), το οποίο δικάζοντας, αντιμωλία των διαδίκων, την από 22.2.2019 (με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/4.3.2019) αγωγή, δέχθηκε αυτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της ως προς την όγδοη και ένατο των εναγομένων και απέρριψε αυτή στην ουσία της ως προς τους πρώτη, δεύτερη, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη, έβδομη και δέκατο των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων της πρώτης κρινόμενης έφεσης, τα οποία (εφέσεις και δικόγραφο πρόσθετων λόγων) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της προφανούς μεταξύ τους συνάφειας και προς διευκόλυνση της διεξαγωγής της δίκης [άρθρο 246 του ΚΠολΔ].

ΙΙ. Κατά την εκφώνηση των παραπάνω εφέσεων και των προσθέτων, επί της υπό στοιχείο [Α] εφέσεως, λόγων αυτής, από τη σειρά τους στο οικείο πινάκιο, δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, αλλά ήταν απών ο δέκατος εφεσίβλητος της υπό στοιχείο [Α] κρινόμενης έφεσης, ……….., τόσο ως εφεσίβλητος, όσο και ως καθ’ ου οι πρόσθετοι λόγοι της υπό στοιχείο [Α] εφέσεως. Από την προσκομιζόμενη από την εκκαλούσα υπό στοιχείο [Α] έφεση, με αριθμό ……./26.9.2022 έκθεση επίδοσης  της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών, …….., προκύπτει ότι, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της, από 29.8.2022 με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου ……/29-8-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……../9.9.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκε,  επιμελεία της εκκαλούσας – ενάγουσας εταιρείας, στον δέκατο εφεσίβλητο – εναγόμενο ………… Επιπλέον, από την προσκομιζόμενη από την εκκαλούσα  υπό στοιχείο [Α] έφεση και ασκήσασα προσθέτους λόγους επ’ αυτής, με αριθμό ………./22.3.2023 έκθεση επίδοσης  της ίδιας δικαστικής επιμελήτριας, προκύπτει ότι, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του δικογράφου των (συνεκδικαζομένων) από 16.3.2023 με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………./17.3.2023  προσθέτων λόγων επί της από 29.8.2022 με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου ………../29-8-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……/9.9.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, εφέσεως της ενάγουσας εταιρείας, με πράξη ορισμού δικασίμου (επί των προσθέτων λόγων) και κλήση προς συζήτηση για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκε,  επιμελεία της εκκαλούσας ενάγουσας εταιρείας, στον δέκατο εφεσίβλητο – εναγόμενο ………….. Κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο,  ο εφεσίβλητος της ανωτέρω υπό στοιχεία [Α] έφεσης – εναγόμενος και καθ’ ου οι πρόσθετοι λόγοι  εφέσεως, ………, δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου. Επομένως, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ 4  ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησης, ως προς τον εν λόγω εφεσίβλητο – καθ’ ου οι πρόσθετοι λόγοι εφέσεως, προσκομίζεται αντίγραφο των προτάσεων αυτού που κατετέθησαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, καθώς και αντίγραφο των πρακτικών συζήτησης (άρθρο 524 παρ.4 εδ.β ΚΠολΔ).

ΙΙΙ. Με την ένδικη αγωγή και κατά τη δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου αυτής, η ενάγουσα, εδρεύουσα στον Πειραιά, ναυτική εταιρεία, ισχυρίζεται ότι, κατά τον καταστατικό της σκοπό, ασχολείται με τη διαχείριση πλοίων, ανήκει δε, μετά των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη εταιρειών με την επωνυμία «……………….» και «……….», νόμιμος εκπρόσωπος και κύριος μέτοχος των οποίων είναι ο μη διάδικος στην παρούσα δίκη . ………., στον Όμιλο ……….. Ότι, ο ένατος εναγόμενος, . ………., δραστηριοποιούμενος στο χώρο της εστίασης, πληροφορηθείς ότι η εταιρεία «……», θυγατρικές εταιρείες της οποίας αποτελούν οι επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες, πλοιοκτήτριες των αναφερομένων στην αγωγή πλοίων, προετίθετο να προκηρύξει διαγωνισμό για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης σε πλοία του Ομίλου και δη των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών για το έτος 2016, ενόψει του ότι δεν διέθετε τις απαιτούμενες προϋποθέσεις αλλά ούτε προηγούμενη εμπειρία στη διαχείριση πλοίων, εν γνώσει και με την έγκριση των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, όπως ακολούθως προέκυψε, προσέγγισε τον μήνα Οκτώβριο του έτους 2015 τον . ………. και του πρότεινε να συμμετάσχουν από κοινού στον εν λόγω διαγωνισμό, αφενός μεν η ενάγουσα εταιρεία μετά των εταιρειών με την επωνυμία «…………….» και «………», αφ’ ετέρου δε εταιρεία συμφερόντων του (ενάτου εναγομένου), δια της υποβολής κοινής προσφοράς, υποβάλλοντας κοινούς φακέλους τεχνικής προσφοράς και δικαιολογητικών, ώστε τα επιχειρηματικά στοιχεία των τριών ως άνω εταιρειών του Ομίλου ……. να εμφαίνονται και ως στοιχεία αφορώντα την εταιρεία συμφερόντων του, ήτοι ότι αποτελούν και οι τέσσερις εταιρείες έναν ενιαίο επιχειρηματικό φορέα. Προκειμένου δε να πείσει αυτόν (. ……….) να δεχθεί την πρότασή του, ο ένατος εναγόμενος, τον διαβεβαίωσε, εν γνώσει του ψευδώς, ότι, εάν αποδέχονταν την εν λόγω πρότασή του: α) οι ως άνω εταιρείες του ομίλου ……. θα είχαν μεγάλο οικονομικό όφελος, ανερχόμενο τουλάχιστον στο ποσό των 500.000 ευρώ, β) καθ’ όλη την ετήσια διάρκεια του έργου, η διαχείριση των πλοίων, θα εκτελείτο αποκλειστικώς και μόνο από τις ως άνω τρεις εταιρείες του εν λόγω ομίλου, γ) η συμμετοχή της εταιρείας συμφερόντων του θα περιοριζόταν μόνο στην κάλυψη των οικονομικών απαιτήσεων του διαγωνισμού και δ) η ανάθεση στις ως άνω τέσσερις εταιρείες του προκηρυχθέντος έργου ήταν απολύτως βεβαία, λόγω των προσωπικών γνωριμιών του. Πεισθείς στις ανωτέρω διαβεβαιώσεις του ενάτου εναγομένου, ο . ………. δέχθηκε την ανωτέρω πρόταση αυτού. Κατόπιν τούτων, ο ένατος εναγόμενος, μετά του δεκάτου εναγομένου ……… και του μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ………, ίδρυσε την όγδοη εναγομένη εταιρεία, της οποίας μάλιστα αυτός (ένατος εναγόμενος) ορίσθηκε νόμιμος εκπρόσωπος και Διευθύνων Σύμβουλος. Την 11.12.2015, η μη διάδικος στην παρούσα δίκη εταιρεία με την επωνυμία ……….., δημοσίευσε πράγματι πρόσκληση σε διαγωνισμό με θέμα «ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΛΟΙΩΝ ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ …….. ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2016» σε σχέση με τα επτά (7) πλοία, πλοιοκτησίας των επτά (7) πρώτων εναγομένων ναυτικών εταιρειών, με καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών την 31/12/2015. Σύμφωνα με τους όρους της εν λόγω πρόσκλησης, οι υποψήφιες εταιρείες έπρεπε να είναι ναυτικές εταιρείες και να πληρούν τους ειδικούς όρους και τις προϋποθέσεις τεχνογνωσίας, εμπειρίας και οργάνωσης από άποψη στελεχών, όπως ορίζονταν στην εν λόγω προκήρυξη. Επιπλέον, απαιτείτο να υποβληθούν υπό των υποψηφίων τρεις φάκελοι προσφοράς και δη (α) ο φάκελος της οικονομικής προσφοράς, με κατάθεση δύο εγγυητικών επιστολών και δη μία για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό και μία για την εκτέλεση του έργου, καθώς επίσης και δύο ασφαλιστηρίων συμβολαίων, ποσού τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου δολλαρίων ΗΠΑ, (β) ο φάκελος με τα νομιμοποιητικά έγγραφα της υποψήφιας εταιρείας, στον οποίο έπρεπε να επισυναφθούν οι ισολογισμοί των τριών τελευταίων ετών λειτουργίας της, αποκλειομένης επομένως του εν λόγω διαγωνισμού της νεοσυσταθείσας όγδοης εναγομένης και (γ) ο φάκελος της τεχνικής προσφοράς, στον οποίο θα έπρεπε να επισυναφθούν αποδεικτικά στοιχεία της εμπειρίας, της υποψηφίας εταιρείας, στη διαχείριση πλοίων και των στελεχών της, της έδρας της, του προσωπικού της και του οργανογράμματός της, τα βιογραφικά των βασικών στελεχών της, στοιχεία των εσόδων (τζίρων) της των ετών 2013 και 2014, του στόλου που ήδη διαχειρίζετο, αποδεικτικά στοιχεία της διαχειριστικής εμπειρίας πλοίων και δεξαμενοπλοίων, πρόσφατο ………… ομού μετά των αποτελεσμάτων επιθεώρησης του από Major Charterer ή άλλων, επιπρόσθετα εναλλακτικά αποτελέσματα Επιθεώρησης/ευρημάτων στο γραφείο από Ναυλωτή, δειγματοληπτικά αποτελέσματα επιθεωρήσεων πλοίων από Major Charterers ή άλλων, κρατήσεις πλοίων από Port State Control, χρονοδιάγραμμα και διαδικασία ανάληψης καθηκόντων διαχείρισης πλοίων, μετά την κατακύρωση του διαγωνισμού. Το προκηρυχθέν δε έργο θα είχε διάρκεια ένα έτος με έναρξη την 1/4/2016. Στον εν λόγω διαγωνισμό συμμετείχε η όγδοη εναγομένη εταιρεία μόνο με την κάλυψη του οικονομικού σκέλους αυτού, δηλαδή με την προσκόμιση των δύο εγγυητικών επιστολών και των δύο ασφαλιστηρίων συμβολαίων και μη δυναμένη να καλύψει καμία εκ των λοιπών προϋποθέσεων αυτού (διαγωνισμού), τους φακέλους των δικαιολογητικών νομιμοποίησης και τεχνικής προσφοράς  ανέλαβαν να καταρτίσουν και πράγματι κατήρτισαν, η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου ……., ήτοι η εταιρεία με την επωνυμία «…………………..» και η εταιρεία με την επωνυμία «……….», οι οποίες μάλιστα πληρούσαν όλες τις ουσιαστικές προϋποθέσεις για την ανάληψη της διαχείρισης των πλοίων από άποψη τεχνογνωσίας, εμπειρίας, στελεχών και οργάνωσης. Μάλιστα, υπεβλήθησαν όλα τα απαιτούμενα για τον εν λόγω διαγωνισμό επιχειρηματικά στοιχεία των τριών ως άνω εταιρειών του Ομίλου …….., ήτοι η οργάνωση αυτών από άποψη στελεχών, εμπειρίας και τεχνογνωσίας αυτών, ως δήθεν αποτελούντα επιχειρηματικά στοιχεία και της όγδοης εναγομένης, εμφανιζόμενες άπασες οι εν λόγω τέσσερις εταιρείες, ως αποτελούσες και οι τέσσερις, έναν προϋπάρχοντα και λειτουργούντα ενιαίο επιχειρηματικό φορέα. Προκειμένου και για την αξιολόγηση της προσφοράς της όγδοης εναγομένης στον ανωτέρω διαγωνισμό, στην πραγματικότητα έγινε αξιολόγηση των στοιχείων μόνο των τριών εταιρειών του Ομίλου . ., οι οποίες εκρίθησαν ικανές ανάληψης και εκτέλεσης του εν λόγω έργου, εφόσον ο ένατος εναγόμενος, την 9/12/2015, απέστειλε προς αξιολόγηση στις εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες τα απαιτούμενα εκ της προκηρύξεως στοιχεία των ως άνω τριών εταιρειών του ομίλου ……… και δη φωτογραφίες των γραφείων αυτών, οργανογράμματα και το στελεχικό της δυναμικό, αυτός δε (ένατος εναγόμενος) συμπλήρωσε το αποσταλέν από τις εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες έντυπο ερωτηματολόγιο με στοιχεία που αφορούσαν στις ως άνω τρεις εταιρείες του ομίλου ………. και δη σχετικά με την εμπειρία αυτών στη διαχείριση πλοίων, τον τζίρο αυτών των ετών 2013 και 2014, τον διαχειριζόμενο υπ’ αυτών στόλο κατά την διαγωνιστική περίοδο, την εμπειρία αυτών σε διαχείριση μικτών φορτίων, τα γραφεία και το προσωπικό τους, την εμπειρία διαχείρισης αυτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις πιστοποιήσεις αυτών από major και charterers. Αν και η όγδοη εναγομένη δεν εδικαιούτο να συμμετάσχει στον διαγωνισμό ως νεοσύστατη εταιρεία, επιπλέον δε ουδεμία δυνατότητα ανάληψης και εκτέλεσης του προκηρυχθέντος έργου είχε, εφόσον δεν είχε την κατάλληλη γνώση και εμπειρία, παρά ταύτα, με δεδομένο ότι είχε προφανώς προαποφασισθεί υπό των νομίμων εκπροσώπων και των προστηθέντων, αρμοδίων για τον εν λόγω διαγωνισμό αναφερομένων στην αγωγή, υπαλλήλων των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών η ανάθεση του έργου να γίνει στην όγδοη εναγομένη εταιρεία, κατόπιν πολλών συζητήσεων, αποφασίσθηκε η διττή ανάθεση της διαχείρισης, ήτοι τύποις στην όγδοη εναγομένη, ως παρένθετο πρόσωπο, όπως αναφέρεται στη σελίδα 61 της αγωγής, η οποία απλώς θα εισέπραττε το μεγαλύτερο μέρος της εργολαβικής αμοιβής που θα κατέβαλαν οι πλοιοκτήτριες εταιρείες και κατ’ ουσίαν στις ανωτέρω τρεις εταιρείες του Ομίλου ……… Προς υλοποίηση της εν λόγω διττής ανάθεσης, αρχικά την 15.2.2016, οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες απαίτησαν αφενός μεν την υπογραφή τριμερούς συμφωνίας μεταξύ εκάστης των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, της όγδοης εναγομένης και των τριών ανωτέρω εταιρειών του ομίλου ……., επιπροσθέτως δε όπως προσκομισθούν και τα νομιμοποιητικά έγγραφα των εν λόγω τριών ως άνω εταιρειών του ομίλου ………… Κατά το σχέδιο της εν λόγω συμφωνίας «τριμερούς συμβάσεως» κατά την αγωγή, το οποίο συνέταξαν οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες και απεστάλη προς υπογραφή στις εν λόγω τρεις εταιρείες του Ομίλου, το περιεχόμενο του οποίου περιέχεται στην ένδικη αγωγή αυτούσιο, προεβλέπετο, μεταξύ άλλων, ότι η όγδοη εναγομένη θα είχε το δικαίωμα, καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας της συμβάσεως διαχείρισης, την οποία, από τη διατύπωση του συμφωνητικού, θα είχε ήδη καταρτίσει με εκάστη πλοιοκτήτρια, να αναθέτει την εκτέλεση μέρους των υποχρεώσεων διαχείρισης του πλοίου που περιγράφονταν στη μεταξύ αυτών σύμβαση, αποκλειστικά και μόνο στις εκ τρίτου συμβαλλόμενες στη σύμβαση αυτή εταιρείες του Ομίλου ……, τις οποίες (υποχρεώσεις), οι εκ τρίτου συμβαλλόμενες εταιρείες του ομίλου ………, θα εκτελούσαν για λογαριασμό και υπό την επωνυμία της όγδοης εναγομένης, η οποία (όγδοη εναγομένη) και μόνον θα επιβαρύνονταν οικονομικά έναντι των τριών εταιρειών του Ομίλου. Οι τελευταίες δε εταιρείες (του Ομίλου) συμφωνούσαν και αποδέχονταν πλήρως και ανεπιφύλακτα το περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης (που θα είχε ήδη υπογραφεί προ της υπογραφής του εν λόγω συμφωνητικού) μεταξύ των πλοιοκτητριών και της όγδοης εναγομένης, ενώ τα συμφωνηθέντα με τις συμβάσεις αυτές υποχρεούντο να τηρούν απαρεγκλίτως, κατά την εκτέλεση των άνω υποχρεώσεων διαχείρισης, για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης. Επιπλέον, προβλέπονταν ότι, οι εταιρείες του ανωτέρω Ομίλου εγγυώντο έναντι εκάστης πλοιοκτήτριας και υπέρ της όγδοης εναγομένης την εκ μέρους της τελευταίας πιστή τήρηση των όρων και συμφωνιών της σύμβασης ανάθεσης, ευθυνόμενες (οι εταιρείες του Ομίλου), αλληλέγγυα και εις ολόκληρον με την  όγδοη εναγομένη, παραιτούμενες της ενστάσεως διζήσεως καθώς και των, εκ των άρθρων 853, 856, 863, 866, 867 και 868 ΑΚ απορρεόντων, δικαιωμάτων τους, καθώς επίσης παραιτούμενες αυτές (εταιρείες του Ομίλου) και από οποιαδήποτε αξίωσή τους έναντι των πλοιοκτητριών, απορρέουσας από την εκτέλεση των ως άνω υποχρεώσεων διαχείρισης των πλοίων, αναγνωρίζοντας ως μόνη υπεύθυνη την όγδοη εναγομένη. Στο ίδιο συμφωνητικό, προβλέπονταν ότι οι εν λόγω εταιρείες του Ομίλου δεν θα προέβαιναν σε αλλαγές στα πρόσωπα των διαχειριστών αυτών, διαρκούσης της συμβάσεως ανάθεσης διαχείρισης, καθώς επίσης, δεν θα ελάμβανε χώρα οποιαδήποτε μεταβίβαση των μετοχών τους σε οποιονδήποτε τρίτο, δεν θα συνδέοντο καθοιονδήποτε τρόπο με τρίτη εταιρεία ως θυγατρική αυτών και δεν θα προέβαιναν σε αλλαγή στο πρόσωπο του νομίμου εκπροσώπου τους, χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση εκάστης πλοιοκτήτριας. Εν τέλει, η σύμβαση αυτή δεν υπεγράφη, διότι κατά την αγωγή, στις συμβάσεις ανάθεσης που ακολούθως υπεγράφησαν μεταξύ αυτών (εναγομένων πλοιοκτητριών) και τυπικά της όγδοης εναγομένης,  προβλέφθηκε ότι, αυτοδίκαια και αζημίως για τις εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες, θα επήρχετο λύση των συμβάσεων αναθέσεως της διαχείρισης, αν δεν προσκομίζονταν από την όγδοη εναγόμενη συμβάσεις συνεργασίας αυτής (όγδοης εναγομένης) με τις τρεις ως άνω εταιρείες του Ομίλου …………, με διάρκεια τουλάχιστον μέχρι και την ημερομηνία λήξεως των συμβάσεων διαχείρισης. Τοιουτοτρόπως, κατά την αγωγή, στις εν λόγω συμβάσεις διαχείρισης, προβλέφθηκε διαλυτική αίρεση και δη η αυτοδίκαιη λύση τους, εάν η ουσιαστική διαχείριση των πλοίων αυτών δεν εκτελείτο από τις εταιρείες του Ομίλου. Την 21.3.2016, σε συμμόρφωση με τον όρο – αίρεση που περιελήφθη στις συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης που καταρτίσθηκαν μεταξύ των πλοιοκτητριών εναγομένων εταιρειών και της όγδοης εναγομένης, η ενάγουσα, καθώς και οι εταιρείες του Ομίλου «……………….» και «………..», κατήρτισαν σύμβαση μετά της όγδοης εναγομένης, το περιεχόμενο της οποίας περιέχεται αυτούσιο στην ένδικη αγωγή και κατά την οποία, οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου,  ανέλαβαν, για χρονική διάρκεια ενός έτους, αρχής γενομένης από την 1.4.2016 και έναντι αμοιβής, η οποία προβλέφθηκε ότι θα προσδιορίζετο ακολούθως, μεταξύ των συμβαλλομένων, με έτερη συμφωνία, την παροχή τεχνογνωσίας και εμπειρίας σε θέματα τεχνικά, διαχειριστικά, ασφάλειας και πληρώματος, σχετικά με τη διαχείριση δεξαμενόπλοιων μέσω της συμφωνίας διαχείρισης του στόλου δεξαμενόπλοιων, ιδιοκτησίας της εταιρείας ….. και τεχνογνωσίας και εμπειρίας, σχετικά με τη διαχείριση ……. και φορτηγών πλοίων. Στην εν λόγω σύμβαση προβλέφθηκε ότι, αυτή (σύμβαση) θα ανανεώνεται αυτόματα, υπό την προϋπόθεση ανανέωσης της συμβάσεως αναθέσεως της διαχείρισης μεταξύ των εναγομένων πλοιοκτητριών και της όγδοης εναγομένης, πλην της περιπτώσεως καταγγελίας για σπουδαίο λόγο, δεσμευόμενοι να μην προβούν σε καταγγελία, παρά μόνο σε περίπτωση πτώχευσης, θέσης σε εκκαθάριση, ρευστοποίησης ή αναγκαστικής διαχείρισης οποιουδήποτε εκ των συμβαλλόμενων. Επίσης, προβλέφθηκε ότι, σε περίπτωση παραβίασης από οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος, οποιουδήποτε από τους όρους της συμβάσεως αυτής, οι οποίοι όλοι συμφωνήθηκαν ως ουσιώδεις, το κάθε ένα από τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη θα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση  και να επιδιώξει αποζημίωση. Κατά την αγωγή, από το εν λόγω συμφωνητικό προκύπτει ότι, την ουσιαστική διαχείριση των πλοίων των εναγόμενων πλοιοκτητριών εταιρειών ανέλαβαν η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες «…………………» και «………..». Οι όροι της εν λόγω από 21.3.2016 συμφωνίας, που καταρτίστηκε μεταξύ των εταιρειών του Ομίλου και της όγδοης εναγομένης, περί δικαιώματος αποζημίωσης σε περίπτωση παραβίασης από οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος των όρων της εν λόγω συμβάσεως και περί απαγόρευσης καταγγελίας της χωρίς σπουδαίο λόγο, έγιναν πλήρως αποδεκτοί και από τις εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες, διότι η εν λόγω σύμβαση προσ……….μίσθη και ενεκρίθη απ’ αυτές προς ενεργοποίηση των συμβάσεων ανάθεσης, οι οποίες υπεγράφησαν μεταξύ αυτών (επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών) και της όγδοης εναγομένης (σελ. 25). Περαιτέρω, η με τις συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών, που καταρτίσθηκε εν τέλει μεταξύ αυτών και της όγδοης εναγομένης, συμφωνημένη αμοιβή της όγδοης εναγομένης για τη διαχείριση των πλοίων Μ και Ε, προβλέφθηκε κατ’ αποκοπή, στο ποσό των 11.500 ευρώ μηνιαίως, για κάθε πλοίο και συνολικά, για τα εν λόγω πλοία, στο ποσό των 23.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ και η συνολική αξία του έργου διαχείρισης των εν λόγω δύο πλοίων, περιλαμβάνουσα την αμοιβή διαχείρισης, το κόστος πληρωμάτων καθώς και τα προϋπολογιστικά λειτουργικά κόστη, ορίσθηκε στο ποσό των [7.621.000] ευρώ. Η μηνιαία δε αμοιβή της όγδοης εναγομένης για τη διαχείριση των πλοίων E1, E2, E3, E4 και E5, προβλέφθηκε κατ’ αποκοπή μηνιαίως στο ποσό των 9.000 ευρώ για έκαστο πλοίο και συνολικά στο ποσό των 45.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ και η συνολική αξία του έργου διαχείρισης των εν λόγω πέντε πλοίων, περιλαμβάνουσα την αμοιβή διαχείρισης, το κόστος πληρωμάτων, καθώς και τα προϋπολογιστικά λειτουργικά κόστη, ορίσθηκε στο ποσό των [9.680.000] ευρώ. Επιπλέον, παρά το γεγονός ότι στην ανωτέρω από 21.3.2016 σύμβαση, που καταρτίσθηκε μεταξύ των εταιρειών του Ομίλου και της όγδοης εναγομένης, αναφέρεται ότι δεν είχε συμφωνηθεί αμοιβή για τις υπηρεσίες που θα παρείχαν οι εν λόγω εταιρείες στην όγδοη εναγομένη, μεταξύ του………. και του ενάτου εναγομένου,………., στην πραγματικότητα προφορικά είχε συμφωνηθεί για τις υπηρεσίες παροχής των εργασιών τεχνικής διαχείρισης που ουσιαστικά θα εκτελούσαν οι τρεις εταιρείες του Ομίλου, κατ’ αποκοπή, μηνιαίως ως αμοιβή, το ποσό των 15.000 ευρώ, για εκάστη των εταιρειών του Ομίλου. Σε κάθε περίπτωση, κατά την αγωγή, εάν ήθελε θεωρηθεί υπό του Δικαστηρίου ότι η ως άνω προφορική συμφωνία περί του ύψους της μηνιαίας αμοιβής των τριών εταιρειών του εν λόγω ομίλου – κατ’ ουσίαν διαχειριστριών με την όγδοη εναγομένη, είναι άκυρη και δεν παράγει έννομες συνέπειες και, ως εκ τούτου, η μηνιαία αμοιβή για το έργο της διαχείρισης των εν λόγω πλοίων, το οποίο εκτελείται μόνο με αμοιβή, παρέμεινε ακαθόριστη ως προς το ύψος αυτής και τον τρόπο υπολογισμού της, τότε το μηνιαίο ποσό των 45.000 ευρώ, επιμεριζόμενο ισόποσα σε έκαστη εκ των τριών εταιρειών – κατ’ ουσίαν διαχειριστριών, ως κατ’ αποκοπή αμοιβή, αποτελεί μία δίκαιη και εύλογη αμοιβή για τη διαχείριση των εν λόγω πλοίων, έργο το οποίο εκτελείται μόνον με αμοιβή, η οποία στις συναλλαγές καθορίζεται, βάσει του μεγέθους του πλοίου και του είδους της διαχείρισης (σελ. 64 ένδικης αγωγής), λαμβανομένων υπόψη των κατά την αγωγή στοιχείων και δη [α] των μηνιαίων αμοιβών που καθορίστηκαν, επίσης κατ’ αποκοπή, στις ως άνω αναφερόμενες συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης των επτά (7) πλοίων, [β] του γεγονότος ότι οι τρεις ως άνω εταιρείες του ομίλου ………. ………. είχαν κατ’ ουσίαν και εν τοις πράγμασι τη διαχείριση των εν λόγω πλοίων, αφού η όγδοη εναγομένη εταιρεία δεν διέθετε την εμπειρία, τεχνογνωσία και οργάνωση για τέτοιου είδους εξειδικευμένο και πολύπλοκο έργο όπως η διαχείριση πλοίων, [γ] των συνολικών εσόδων της όγδοης εναγομένης, εκ του ως άνω έργου, ανερχομένων στο ποσό των 17.301.000,00 ευρώ (σελ 31 ένδικης αγωγής), καθώς επίσης [δ] του γεγονότος ότι η εργασία που αυτές (εταιρείες του ομίλου) παρείχαν αφορούσαν την εμπορική, τεχνική και πληρώματος διαχείριση (σελ. 35 ένδικης αγωγής) των εν λόγω πλοίων. Περαιτέρω, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι, παρά το γεγονός ότι, κατά τη συμφωνία, οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου θα αναλάμβαναν τη διαχείριση των πλοίων από την 1.4.2016, αυτές ανέλαβαν τη διαχείριση τους, αμέσως μετά την υπογραφή των συμβάσεων ανάθεσης μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων και της όγδοης εναγομένης, ήτοι από την 20.3.2016, κατά τα αναφερόμενα στη σελίδα 34 της ένδικης αγωγής, από δε την 21.3.2016, κατά τα αναφερόμενα στη σελίδα 35 της ένδικης αγωγής. Κατά την αγωγή, ο νόμιμος εκπρόσωπος των εν λόγω εταιρειών………., συνεβλήθη  με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου και για λογαριασμό των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου,  με τους εναγομένους, προφορικώς και εγγράφως και τους διευκόλυνε στη νομιμοποίηση της όγδοης εναγομένης, προκειμένου να συμμετάσχει στον επίδικο διαγωνισμό και να γίνει η ανάθεση του επιδίκου έργου σε αυτήν από τις επτά πρώτες εναγόμενες πλοιοκτήτριες, από την οποία, αυτή (όγδοη εναγομένη) θα είχε έσοδα συνολικώς το ποσό των δεκαεπτά εκατομμυρίων τριακοσίων μιας χιλιάδων ευρώ [17.301.000], πεισθείς, στις ψευδείς, όπως ακολούθως προέκυψε, διαβεβαιώσεις απάντων των εναγομένων, των πλοιοκτητριών ενεργησάντων, δια των νομίμων εκπροσώπων τους και των αρμοδίων υπαλλήλων τους για τον εν λόγω διαγωνισμό – προστηθέντων αυτών, ότι (α) η ουσιαστική διαχείριση – εκτέλεση του έργου θα πραγματοποιείτο, από τις ως άνω τρεις εταιρείες του ομίλου του και ότι επομένως θα είχαν οικονομικό όφελος εργολαβικής αμοιβής ,ανερχόμενο στο ποσό των 540.000 ευρώ συνολικά, διότι άλλως, χωρίς τις ανωτέρω διαβεβαιώσεις τους, ως μη προσδοκών κανένα οικονομικό όφελος, δεν θα προέβαινε ποτέ στις ως άνω ενέργειες και εργασίες, κατά το προσυμβατικό στάδιο, αλλά και ακολούθως, μετά την ανάθεση της διαχείρισης, ως αυτές αναλύονται στην αγωγή, ούτε βεβαίως θα επέτρεπε στις εναγόμενες εταιρείες να κάνουν χρήση και να εκμεταλλευθούν τα επιχειρηματικά στοιχεία των εταιρειών του ομίλου, για να νομιμοποιήσουν την ανάθεση του έργου στη μη νομιμοποιούμενη γι’ αυτό όγδοη εναγόμενη και να αποκομίσουν μόνον αυτοί οικονομικό όφελος δεκαεπτά εκατομμυρίων τριακοσίων μιας χιλιάδων ευρώ [17.301.000], (β) ήταν απολύτως βεβαία και κατοχυρωμένη η εκτέλεση του επιδίκου έργου της διαχείρισης για τις ως άνω εταιρείες του Ομίλου ………. ………. και επομένως και η ανωτέρω συνομολογηθείσα εργολαβική αμοιβή,  αφενός μεν, με την ως άνω διαλυτική αίρεση που έθεσαν στις ως άνω συμβάσεις ανάθεσης που καταρτίσθηκαν μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και της όγδοης εναγομένης, αφ’ ετέρου δε με την πρόβλεψη περί απαγόρευσης καταγγελίας της σύμβασης που συνέδεε τις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου με την όγδοη εναγομένη, χωρίς σπουδαίο λόγο, καθώς επίσης και με την πρόβλεψη δικαιώματος αποζημιώσεως σε περίπτωση καταγγελίας, βεβαιότητα που δημιουργήθηκε στο νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας και με όλα όσα διαμείφθηκαν μεταξύ τους στο προσυμβατικό στάδιο, χωρίς ειδικότερη αναφορά αυτών στην ένδικη αγωγή. Επιπροσθέτως, (γ) οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες, θέτοντας ως προϋπόθεση έναρξης και λειτουργίας της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης των πλοίων τους στην όγδοη εναγομένη, την εκτέλεση της ουσιαστικής διαχείρισης, καθ’ όλη την ετήσια διάρκεια αυτής, υπό των εταιρειών του Ομίλου, επ’ απειλή διαλυτικής αιρέσεως, έπεισαν τον κύριο μέτοχο και νόμιμο εκπρόσωπο των ως άνω τριών αναφερομένων εταιρειών του εν λόγω Ομίλου ότι δήθεν δεν θα επέτρεπαν ποτέ στην τύποις διαχειρίστρια εταιρεία όγδοη εναγόμενη να εκδιώξει από την εκτέλεση του έργου τις ως άνω πραγματικές διαχειρίστριες και εργολήπτριες εταιρείες του ομίλου, διότι θα ενεργοποιούσαν την τεθείσα ως άνω διαλυτική αίρεση και ότι δεν επρόκειτο ποτέ να καταγγελθεί η υπ’ αυτών ουσιαστική διαχείριση χωρίς σπουδαίο λόγο. Ειδικώς δε (δ) ο ένατος εναγόμενος έπεισε τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας να τον διευκολύνει στην ανάθεση του έργου στην όγδοη εναγομένη εταιρεία του, διότι τον διαβεβαίωσε ότι θα τηρήσει τα συμφωνηθέντα, δηλαδή την από κοινού και επί οικονομική ωφελεία αμφοτέρων των μερών ανάληψη του έργου, ήτοι την τύποις ανάθεση στην όγδοη εναγομένη και την πραγματική εκτέλεση του έργου με τις ως άνω εταιρείες του ομίλου ………. ……….. Εν τούτοις, αμέσως μετά την κατάρτιση των συμβάσεων ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, μεταξύ των τελευταίων και της όγδοης εναγομένης, οι ως άνω υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις απάντων των εναγόμενων απεδείχθησαν απατηλές διότι, αφού αυτοί επέτυχαν την μέσω των εταιρειών του Ομίλου νομιμοποίηση της ανάθεσης στην μη δικαιούμενη συμμετοχής στον επίδικο διαγωνισμό όγδοη εναγομένη εταιρεία και την εξασφάλιση του ως άνω ποσού των [17·301.000] ευρώ ως εσόδου της, ακολούθως, αν και οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου ενεργούσαν κατά τα συμφωνηθέντα, οι εναγόμενοι, ενεργούντες από κοινού και βάσει σχεδίου εις βάρος των ως άνω τριών εταιρειών του Ομίλου, με σκοπό την εκδίωξη της ενάγουσας και των εταιρειών «………………….» και «………», προέβησαν στις ακόλουθες πράξεις: (α) οι ένατος και δέκατος των εναγομένων, αναιτίως, καθυστερούσαν την υπογραφή συμπληρωματικής συμβάσεως, για το ύψος της προφορικώς συμφωνηθείσης μηνιαίας αμοιβής του ποσού των ευρώ 45.000, μεταξύ της όγδοης εναγομένης και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου, επιπροσθέτως δε, απαιτούσαν αυθαίρετα τη μείωση του ύψους της. (β) Άπαντες οι εναγόμενοι, ενεργούντες από κοινού και ως ομάδα, με μεθοδευμένες παράνομες ενέργειες, αφήρεσαν τη διαχείριση από αυτές (εταιρείες του Ομίλου), των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, αν και δεν είχαν δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης και επιπλέον δεν υφίστατο σπουδαίος λόγος καταγγελίας. Συγκεκριμένα: (i) την 1.4.2016, κρυφίως και εν αγνοία των εταιρειών του ομίλου, υπέγραψαν για το ίδιο ως άνω έργο που είχαν αναθέσει στις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου, νέες συμβάσεις ανάθεσης με τις μη διαδίκους στην παρούσα δίκη εταιρείες με την επωνυμία ……. και ……….., εξασφαλίζοντας την εκτέλεση της διαχείρισης των ως άνω πλοίων από τις ως άνω εταιρείες [……. και ………..], το περιεχόμενο των οποίων συμβάσεων παρατίθεται αυτούσιο στην ένδικη αγωγή και στις οποίες συμβαλλόμενοι φέρονται η όγδοη εναγομένη και οι ανωτέρω εταιρείες ………. και …….., ακολούθως δε (ii) την 21.4.2016, με απατηλό τρόπο και απατηλές διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις προέβησαν σε παράνομη αφαίρεση από τα γραφεία της εναγούσης, όλων των φακέλων διαχείρισης  των επτά πλοίων. Συγκεκριμένα, χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση, ο δέκατος εναγόμενος,  ………….., ενεργών – κατά δήλωσή του- κατ’ εντολή του ενάτου εναγομένου, μετέβη στα γραφεία της εναγούσης, με φορτηγό αυτοκίνητο και απαίτησε να αναλάβει επειγόντως τους φακέλους διαχείρισης όλων των πλοίων, προφασιζόμενος ότι δήθεν την επομένη ημέρα (22/4/2016), θα εγίνετο έλεγχος στα γραφεία της όγδοης εναγομένης από κάποια ασφαλιστική εταιρεία και για το λόγο αυτό έπρεπε οι φάκελοι διαχείρισης να ευρίσκονται στην έδρα αυτής (όγδοης εναγομένης), ενώ σκοπός τους ήταν να παραδώσουν αυτούς (φακέλους) στις νέες διαχειρίστριες εταιρείες. Προκειμένου δε, να πείσει τους υπαλλήλους της ενάγουσας να του παραδώσουν τους φακέλους, αυτός (δέκατος εναγόμενος) παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμοδίους υπαλλήλους της ενάγουσας ότι δήθεν, μετά τον έλεγχο και το αργότερο έως την 24/4/2016, θα επέστρεφε αυτούς στα ως άνω γραφεία της ενάγουσας και ότι δήθεν η διαχείριση, μετά την ως άνω ημερομηνία (24.4.2016) θα συνεχίζετο κανονικά κατά τα ως άνω συμφωνηθέντα, δεδομένου ότι χωρίς τους φακέλους ήταν αδύνατη εξ αντικειμένου η εκτέλεση της διαχείρισης, υπογράφοντας και μια απόδειξη παραλαβής των εν λόγω φακέλων, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτει αυτούσιο στην αγωγή. Κατά την εν λόγω απόδειξη, ο δέκατος εναγόμενος εδήλωσε ότι, ως νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης εταιρείας παρέλαβε από τα γραφεία της ενάγουσας, τα έγγραφα που αναφέρονταν στις επισυναπτόμενες στην εν λόγω απόδειξη λίστες, από τα οποία ανέλαβε την υποχρέωση να επιστρέψει, το αργότερο έως την 24.4.2016 στα γραφεία της ενάγουσας εταιρείας όσα δεν είναι ιδιοκτησίας της όγδοης εναγομένης «… και μόνο τα έγγραφα τα οποία είναι απαραίτητα για την ασφαλή διαχείριση των πλοίων μέσα στα πλαίσια αρμοδιοτήτων μας που απορρέουν από τη μεταξύ μας σύμβαση….».. Εν τούτοις, οι ένατος και δέκατος των εναγομένων, αρνήθηκαν να επιστρέψουν αυτά, με αποτέλεσμα από την 21.4.2016 να παύσει η δυνατότητα συνέχισης της διαχείρισης από τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου ………. ………. και με αυτή την ενέργεια, ήτοι με την αφαίρεση των φακέλων των πλοίων, να καταγγελθεί η μεταξύ τους σύμβαση. (iii) Την επομένη ημέρα, ήτοι την 22.4.2016, οι ένατος και δέκατος εναγόμενοι συνέχισαν την συστηματική εκδίωξη των ανωτέρω εταιρειών από το επίδικο έργο, διότι προέβησαν σε κατάργηση των ηλεκτρονικών διευθύνσεων, που τους είχαν παραδώσει και μέσω των οποίων εγίνετο όλη η απαιτούμενη για τη διαχείριση επικοινωνία αυτών (εταιρειών του Ομίλου) με τρίτους, αλλάζοντας όλους τους κωδικούς εισόδου αυτών, με αποτέλεσμα την πλήρη αποκοπή αυτών (εταιρειών του Ομίλου) και αποξένωσή τους από τη διαχείριση, εφόσον πλέον δεν είχαν τη δυνατότητα εισόδου, λόγω άγνοιας των νέων κωδικών, στις εν λόγω ηλεκτρονικές διευθύνσεις, με περαιτέρω αποτέλεσμα η καταγγελία της ως άνω συμβάσεως, η οποία έλαβε χώρα με τη δόλια αφαίρεση των φακέλων από τα γραφεία της ενάγουσας την 21/4/2016, να ολοκληρωθεί την 22/4/2016, με την αλλαγή των ως άνω κωδικών εισόδου και τον πλήρη αποκλεισμό των εταιρειών του Ομίλου, από κάθε δυνατότητα επικοινωνίας και ενημέρωσης και (iv) οι ένατος και δέκατος των εναγομένων, επειδή η όγδοη εναγομένη δεν είχε προσωπικό ικανό και με εμπειρία στη διαχείριση πλοίων, προσέγγισαν κρυφίως εν αγνοία των εταιρειών του ομίλου, πολλούς υπαλλήλους και συνεργάτες της ενάγουσας και των εταιρειών «……………………….» και «………..» και, υποσχόμενοι μεγάλες οικονομικές απολαβές, πέτυχαν, προς τον σκοπό ανταγωνισμού,  την αθέμιτη απόσπαση στα γραφεία της όγδοης εναγόμενης των αναφερομένων στην αγωγή τεσσάρων υπαλλήλων των εταιρειών του Ομίλου, προκαλώντας σε αυτές μεγάλη οικονομική ζημία από την ως άνω αθέμιτα ανταγωνιστική ενέργειά τους, λόγω αποστερήσεως των υπηρεσιών των υπαλλήλων τους και πρόκλησης αναστάτωσης στην οργάνωση των γραφείων τους. Παράλληλα, η ενάγουσα, ούσα δικαιούχος της συμφωνηθείσας κατά τα άνω αμοιβής για το έργο της διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων των εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών, έχοντας δε καταστεί δικαιούχος και της απαίτησης της εργολαβικής αμοιβής του ενδίκου έργου των ανωτέρω εταιρειών «……….» και «………», κατόπιν εκχωρήσεως της περί αμοιβής απαίτησης αυτών από το ένδικο έργο προς αυτήν, η οποία έλαβε χώρα την 22.3.2016, την 21.4.2016, εξέδωσε και απέστειλε στην όγδοη εναγομένη το με αριθμό …/21.4.2016 τιμολόγιο, με το οποίο αξίωνε την καταβολή του συνόλου της συμφωνηθείσας εργολαβικής αμοιβής για τον πρώτο μήνα παροχής των υπηρεσιών διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων και δη το ποσό των ευρώ 45.000, ποσό το οποίο ουδέποτε της κατεβλήθη. Ο νόμιμος εκπρόσωπος των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου,………., ο οποίος έως τότε αγνοούσε τις κοινές μεθοδεύσεις των εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών και των όγδοης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων και την υπογραφή των προαναφερομένων από 1.4.2016 συμβάσεων που είχαν καταρτισθεί μεταξύ της όγδοης εναγομένης και των εταιρειών ………. και ……. (γνώση των οποίων έλαβε για πρώτη φορά στα πλαίσια προγενέστερης της ενδίκου αγωγής αποζημιώσεως που ήγειρε η ενάγουσα σε βάρος των εναγομένων η οποία απερρίφθη ως αόριστη), την 25/4/2016, επέδωσε εξώδικη διαμαρτυρία προς τις επτά πρώτες εναγόμενες πλοιοκτήτριες, λόγω των ως άνω ενεργειών του ενάτου και δεκάτου των εναγομένων, αναμένων ότι οι επτά πρώτες εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες θα ενεργοποιούσαν την ως άνω συμφωνηθείσα διαλυτική αίρεση, προκειμένου να εξαναγκάσουν τους ένατο και δέκατο των εναγομένων να τηρήσουν τα ως άνω συμφωνηθέντα και να απόσχουν από άλλες παράνομες εις βάρος των εταιρειών του Ομίλου ενέργειες. Τούτο, κατά την αγωγή, ανέμενε ο . ………. (α) λόγω του δημόσιου χαρακτήρα των εναγόμενων πλοιοκτητριών, διότι στο κεφάλαιο αυτών μετείχε το Δημόσιο (ΤΑΙΠΕΔ) κατά ποσοστό 35%, (β) διότι αυτές (επτά πρώτες εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες) όφειλαν να πράξουν και κατά το νόμο (άρθρα άρθρα 197, 198, 288 και 919 ΑΚ), και (γ)  όφειλαν να πράξουν αυτό και κατά τη σύμβαση. Άλλως και επικουρικώς, η ενάγουσα, ειδικά όσον αφορά στις επτά πρώτες εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες, ισχυρίζεται ότι, σε κάθε περίπτωση αυτές (πλοιοκτήτριες εταιρείες) παρέλειψαν να ενεργοποιήσουν την ως άνω διαλυτική αίρεση που περιελήφθη στη σύμβαση ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους, επί ζημία των τριών εταιρειών του Ομίλου παράνομα, αντισυμβατικά και αντίθετα προς τις αρχές της καλής πίστης και των χρηστών ηθών [ΑΚ 919], διότι, μολονότι όφειλαν συμβατικά και βάσει της αρχής της συναλλακτικής ευθύτητας, μόλις τους γνωστοποιήθηκε εξωδίκως την 25/4/2016 η καταγγελία της ως άνω συμβάσεως έργου με την εκδίωξη των ως άνω τριών εταιρειών του Ομίλου από τη διαχείριση, να εξαναγκάσουν, με την ως άνω διαλυτική αίρεση, την όγδοη εναγομένη να τηρήσει τα συμφωνηθέντα, παρέλειψαν παράνομα και αντισυμβατικά να προβούν στην ενέργεια αυτή, αποδεχθείσες τοιουτοτρόπως τις ως άνω παράνομες, ποινικά κολάσιμες, δόλιες και επιζήμιες ενέργειες αυτής (όγδοης εναγομένης). Αποτέλεσμα της περιγραφόμενης στην αγωγή παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς απάντων των εναγομένων, η οποία συνιστά κυρίως παράνομη συμπεριφορά υπό την έννοια της παράβασης των διατάξεων των άρθρων 914 ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 386 ΠΚ, άλλως παράβαση των διατάξεων των άρθρων 914 ΑΚ και 147 ΑΚ, άλλως παράβαση των διατάξεων των άρθρων 914, 919, 197, 198 και 288 ΑΚ, ήταν να υποστούν οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου ζημία, ανερχομένη συνολικά στο ποσό των (45.000 συμφωνηθείσας, άλλως εύλογης και δίκαιης μηνιαίας αμοιβής επί 11 μήνες =) 495.000, το οποίο μετά πιθανότητος και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα εισέπρατταν οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου, ως αμοιβή, εάν συνέχιζε η όγδοη εναγομένη να αποδέχεται τις υπηρεσίες, που έως την 21.4.2016 παρείχαν κατά τα συμφωνηθέντα, οπότε κατά την αγωγή, έλαβε χώρα η καταγγελία της ένδικης σύμβασης εκ μέρους της όγδοης εναγομένης, έως της λήξεως του ορισμένου χρόνου λειτουργίας της εν λόγω συνεργασίας. Η ενάγουσα, ισχυρίζεται ότι, την εν λόγω αξίωση προς αποζημίωση λόγω της σε βάρος της τελεσθείσας περιγραφομένης στην αγωγή αδικοπραξίας, και δη το ποσό των 15.000 ευρώ που εκάστη δικαιούτο ως αμοιβή μηνιαίως κατά τα συμφωνηθέντα, από της καταγγελίας και έως της λήξεως του συμφωνημένου χρόνου συνεργασίας, οι ανωτέρω εταιρείες «………..» και «…………», εκ των οποίων η δεύτερη τυγχάνει αλλοδαπή, εδρεύουσα στο ….., εταιρεία, εκχώρησαν προφορικά στην ενάγουσα τον μήνα Ιούνιο του 2016. Επιπλέον, η ενάγουσα, ισχυρίζεται ότι, εκ της ανωτέρω παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των εναγομένων, υπέστη και ηθική βλάβη από την προσβολή της φήμης της, διότι η αφαίρεση της διαχείρισης, προκάλεσε στον επιχειρηματικό – ναυτιλιακό κλάδο υπόνοιες για την επάρκεια και φερεγγυότητα αυτής. Η ενάγουσα περαιτέρω, επικουρικά και υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση απόρριψης της ανωτέρω κύριας βάσης της αγωγής, την οποία θεμελιώνει στις περί αδικοπραξίας διατάξεις, ισχυρίσθηκε ότι, οι επτά πρώτες εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες, αλλά και η όγδοη εξ αυτών, ενέχονται ισομερώς στην καταβολή του ανωτέρω συνολικού ποσού των ευρώ 495.000, ως συνομολογηθείσα αμοιβή των ανωτέρω τριών εταιρειών, κυρίως κατά τις διατάξεις του άρθρου 381 ΑΚ και επικουρικώς κατά τις διατάξεις του άρθρου 700 ΑΚ, οι μεν πλοιοκτήτριες εταιρείας, διότι η υπ’ αυτών σύμβαση ανάθεσης της τεχνικής διαχείρισης των πλοίων τους, κατ’ ερμηνεία της συμβάσεως με τις διατάξεις του άρθρου 173 ΑΚ, έγινε κατ’ επίφαση στην όγδοη εναγομένη, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως παρένθετο πρόσωπο, πλην όμως μοναδικοί πραγματικοί εργολήπτες του εν λόγω έργου ήταν οι τρεις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου, την απαίτηση δε αυτή οι εταιρείες «………..» και «………»  έχουν εκχωρήσει ήδη στην ενάγουσα. Επιπλέον, κατά την επικουρική βάση, ισομερώς μετά των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, ενέχεται προς καταβολή της ανωτέρω συμφωνηθείσας αμοιβής και η όγδοη εναγομένη, εκ του λόγου ότι, με αυτήν οι εταιρείες του Ομίλου κατήρτισαν σύμβαση περί καταβολής αυτής. Άπασες οι εναγόμενες εταιρείες, κατά την πρώτη επικουρική βάση της αγωγής, οφείλουν την ανωτέρω αμοιβή, κυρίως διότι η εκτέλεση του έργου από τις τρεις εταιρείες του Ομίλου κατέστη αδύνατη από την 21.4.2016 και εφεξής, από αποκλειστική υπαιτιότητα των εναγομένων εταιρειών, εκ του λόγου ότι, δόλια και παράνομα αφενός μεν υπέγραψαν την από 1.4.2016 νέα σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης με άλλες εταιρείες (άρθρο 381 ΑΚ) και επιπλέον λόγω της καταγγελίας της ένδικης σύμβασης με την αφαίρεση των φακέλων και των κωδικών, επικουρικώς δε συνεπεία της ένδικης καταγγελίας (άρθρο 700 ΑΚ). Επικουρικότερα, και υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση απόρριψης και της επικουρικής βάσης της αγωγής, εκ του λόγου ότι, ήθελε κριθεί ότι δεν έγινε πραγματική ανάθεση του έργου της διαχείρισης από τις πλοιοκτήτριες εναγόμενες εταιρείες στις ανωτέρω τρεις εταιρείες του ομίλου με παρένθετο πρόσωπο την όγδοη εναγομένη, υπόχρεη στην καταβολή του ανωτέρω ποσού των ευρώ 495.000 τυγχάνει η όγδοη εναγομένη, ως μόνη εργοδότρια, διότι από αποκλειστική της υπαιτιότητα κατέστη αδύνατη η παροχή των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου, οφειλομένης της αντιπαροχής και δη της συνομολογηθείσας αμοιβής, άλλως και επικουρικώς συνεπεία της από μέρους αυτής (όγδοης εναγομένης)  καταγγελίας  της επίδικης σύμβασης συνεργασίας τους. Τέλος, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι, η όγδοη εναγομένη ως εργοδότης αυτής και των εταιρειών «………..» και «……….» , οφείλει να της καταβάλει, επιπλέον των ανωτέρω και το ποσό των 45.000 ευρώ, το οποίο αποτελεί τη συμφωνηθείσα αμοιβή αυτής και των ανωτέρω δύο εταιρειών του ομίλου, το οποίο εκχωρήθηκε σε αυτήν από τις τελευταίες, εγγράφως, ήδη από τον Μάρτιο του έτους 2016,  για το εκτελεσθέν από τις τρεις εταιρείες του ομίλου έργο της διαχείρισης, για χρονικό διάστημα ενός μηνός. Το ποσό αυτό, ακόμη  κι αν ήθελε θεωρηθεί ότι η προφορική συμφωνία καθορισμού της αμοιβής τυγχάνει άκυρη και ως εκ τούτου η μηνιαία αμοιβή των εταιρειών του ομίλου ήταν ακαθόριστη ως προς το ύψος αυτής και τον τρόπο υπολογισμού του, το ποσό των 15.000 ευρώ για εκάστη εταιρεία του ομίλου και συνολικά το ποσό των ευρώ 45.000, αποτελεί μια δίκαιη και εύλογη αμοιβή για τη διαχείριση των επτά πλοίων των επτά εναγομένων εταιρειών. Με βάση τα ανωτέρω και κατόπιν παραδεκτού (άρθρα 223, 294, 295 παρ. 1 εδ. β`, 297 ΚΠολΔ) εν μέρει περιορισμού του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, η ενάγουσα ζήτησε, δι’ αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής και δι’ απαγγελίας προσωπικής κράτησης των νομίμων εκπροσώπων των εναγομένων εταιρειών και του δεκάτου εναγομένου, (α) να αναγνωρισθεί ότι, άπαντες οι εναγόμενοι, οφείλουν να της καταβάλλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των τετρακοσίων ενενήντα πέντε χιλιάδων ευρώ [495.000] ως αποζημίωση λόγω της ζημίας που υπέστη αυτή, κατ’ εκτίμηση δε του όλου περιεχομένου της αγωγής και οι ανωτέρω εταιρίες «………..» και «……..» , η αναλογούσα απαίτηση των οποίων (1/3 εκάστη) της έχει ήδη εκχωρηθεί, από τις αναφερόμενες στην αγωγή παράνομες και υπαίτιες πράξεις τους, καθώς επίσης και ποσό ευρώ 100.000 ως χρηματική ικανοποίηση αυτής (ενάγουσας) λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη (πέραν του ποσού των 45 ευρώ που επιφυλάχθηκε να αξιώσει ενώπιον των ποινικών Δικαστηρίων), νομιμοτόκως από της επιδόσεως της από 25/3/2017 και με αριθμό κατάθεσης ../…/24.4.2017 προγενέστερης αγωγής, ήτοι από την 25/4/2017, άλλως και όλως επικουρικούς από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής, άλλως και επικουρικώς, (β) να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενες εταιρείες οφείλουν να της καταβάλλουν ισομερώς, το ποσό των τετρακοσίων ενενήντα πέντε χιλιάδων ευρώ (495.000 ευρώ), νομιμοτόκως από της επιδόσεως της από 25/3/2017 και με αριθμό κατάθεσης …../24.4.2017 αγωγής, ήτοι την 25/4/2017, άλλως και όλως επικουρικούς από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής, ως από κοινού εργοδότριες. Άλλως και επικουρικότερα,  (γ) να αναγνωρισθεί ότι η όγδοη εναγομένη, ως μόνη εργοδότρια, της οφείλει το ανωτέρω ποσό των τετρακοσίων ενενήντα πέντε χιλιάδων ευρώ (495.000 ευρώ) νομιμοτόκως από της επιδόσεως της από 25/3/2017 και με αριθμό κατάθεσης ……/24.4.2017 αγωγής, ήτοι την 25/4/2017, άλλως και όλως επικουρικώς από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής. Επιπλέον, (δ) να υποχρεωθεί η όγδοη εναγομένη να της καταβάλει το ποσό των ευρώ σαράντα πέντε χιλιάδων [45.000], νομιμοτόκως από την επομένη της εκδόσεως του με αριθμό …/21.4.2016 τιμολογίου, ήτοι την 22/4/16, άλλως από της επιδόσεως της από 25/3/2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../24.4.2017 προηγούμενης αγωγής της ενάγουσας, ήτοι την 25/4/2017, άλλως και όλως επικουρικώς από της επιδόσεως της ένδικης αγωγής, ως συμφωνηθείσα αμοιβή για το εκτελεσθέν μέρος του επιδίκου έργου και (ε) να καταδικασθούν οι εναγόμενες στην καταβολή της εκ ποσού ευρώ 16.000 δικαστικής της δαπάνης και την αμοιβή του πληρεξουσίου της δικηγόρου, την οποία καθορίζει δια του πίνακος που παραθέτει στο αιτητικό της ένδικης αγωγής. Επί της αγωγής αυτής, συζητήσεως γενομένης, αντιμωλία απάντων των διαδίκων, αρχικώς κατά τη δικάσιμο της 1.10.2019, εξεδόθη η μη οριστική με αριθμό 1762/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την τακτική διαδικασία, η οποία, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 249 ΚΠολΔ, ανέστειλε τη συζήτηση αυτής, έως εκδόσεως τελεσιδίκου αποφάσεως επί της από 25.3.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2017 προγενέστερης αγωγής που είχε ασκηθεί υπό της ήδη εναγούσης και του .. ………. ατομικά, ενώπιον του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου σε βάρος των ήδη εναγομένων και επί της οποίας είχε ήδη εκδοθεί η με αριθμό 4150/2018 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, η οποία απέρριψε την αγωγή ως αόριστη έναντι της ήδη εναγούσης και ως απαράδεκτη ελλείψει ενεργητικής νομιμοποίησης όσον αφορά στον . ………. και επί της οποίας είχε ασκήσει έφεση ο τελευταίος. Ακολούθως, η ήδη ενάγουσα, με την από 15.9.2021 κλήση της, επανέφερε προς συζήτηση την ένδικη αγωγή ενώπιον του ανωτέρω Δικαστηρίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), συζητήσεως δε γενομένης αντιμωλία των διαδίκων [παρά τη μη παράσταση του δεκάτου εναγομένου κατά τη νέα συζήτηση], εκδόθηκε η εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 2367/2022 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτική Διαδικασία), με την οποία αυτή (ένδικη αγωγή) [Ι] απορρίφθηκε ως μη νόμιμη: [α] κατά το αίτημά της, όπως αναγνωρισθεί η υποχρέωση απάντων των εναγόμενων να καταβάλουν, εις ολόκληρον, στην ενάγουσα, το ποσό των 495.000 ευρώ, ως αποζημίωση λόγω της, τελεσθείσας υπ’ αυτών, αδικοπραξίας, συνιστάμενης στο ποινικό αδίκημα της απάτης κατά συναυτουργία, με την αιτιολογία ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 386 ΠΚ και δη (i) η ενάγουσα δεν εκθέτει στην αγωγή ότι υπέστη, βάσει της πλάνης που της δημιουργήθηκε από τις αναφερόμενες στην αγωγή πράξεις και παραλείψεις των εναγομένων, βλάβη, συνισταμένη σε περιουσιακή από μέρους της διάθεση, (ii) βάσει των αναφερόμενων στην αγωγή δεν προκύπτει αναγκαίος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ, αφενός της απατηλής συμπεριφοράς των εναγομένων και της εξ’ αυτής δημιουργηθείσας πλάνης της ενάγουσας και αφετέρου της ενέργειας στην οποία παραπείσθηκε η ενάγουσα, η οποία ενέχει περιουσιακή διάθεση, που επάγεται αναγκαίως περιουσιακή της βλάβη και (iii) από τα εκτιθέμενα στην αγωγή, δεν προκύπτει ότι, οι εναγόμενοι ενήργησαν με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος από την περιουσία της ενάγουσας, αλλά ότι οι όγδοη και ένατος των εναγομένων, με την κατάρτιση της σύμβασης θα αποκόμιζαν περιουσιακό όφελος από την περιουσία των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης και έβδομης  των εναγομένων, ήτοι περιουσιακό όφελος όχι παράνομο, αφού θα απέρρεε από τη μεταξύ, των τελευταίων, σύμβαση, [β] κατά το αίτημά της, όπως αναγνωρισθεί η υποχρέωση απάντων των εναγόμενων να καταβάλουν, εις ολόκληρον, στην ενάγουσα το ποσό των 495.000 ευρώ, ως αποζημίωση λόγω της τελεσθείσας από μέρους τους αδικοπραξίας, συνισταμένης στο αστικό αδίκημα της απάτης (άρθρο 147 ΑΚ), διότι (ι) αναφορικά με τις επτά πρώτες των εναγομένων πλοιοκτήτριες εταιρείες, στην αγωγή ιστορούνται για το χρόνο πριν την κατάρτιση της σύμβασης πραγματικά περιστατικά, από τα οποία συνάγεται ότι οι πλοιοκτήτριες προσπάθησαν να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή της ενάγουσας στην κατάρτιση της σύμβασης διαχείρισης και όχι γεγονότα από τα οποία, προκύπτει ότι, αυτές χρησιμοποίησαν απατηλά μέσα σε βάρος της ενάγουσας για να την πείσουν να συμμετάσχει στην κατάρτιση αυτής (της σύμβασης). Ο δε αγωγικός ισχυρισμός ότι οι πλοιοκτήτριες εταιρείες προέβησαν σε παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας, διότι μετά την καταγγελία της συναφθείσας μεταξύ της όγδοης των εναγομένων και των τριών εταιρειών του Ομίλου «………. ……….» σύμβασης έργου δεν ενεργοποίησαν τη διαλυτική αίρεση των συμβάσεων διαχείρισης, αφορά σε γεγονός μετά την κατάρτιση της ανωτέρω σύμβασης και, ως εκ τούτου, δεν δύναται από την παράλειψη αυτή, ακόμη κι αν υποτεθεί αληθινή, να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της αστικής απάτης (ιι) αναφορικά με τους λοιπούς εναγόμενους, διότι η αιτουμένη ως ζημία αξίωση, συμφωνηθείσας αμοιβής, συνδέεται αιτιωδώς με την αναφερόμενη αθέμιτη καταγγελία της μεταξύ τους σύμβασης έργου και όχι με την κατάρτιση ακυρώσιμης λόγω απάτης σύμβασης, [γ] κατά το αίτημά της, όπως αναγνωρισθεί η υποχρέωση των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης και έβδομης  των εναγομένων να καταβάλουν, εις ολόκληρον, στην ενάγουσα το ποσό των 495.000 ευρώ, ως αποζημίωση, θεμελιούμενη στις διατάξεις του άρθρου 919 ΑΚ, καθώς και το ποσό των ευρώ 100.000 ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, διότι κρίθηκε ότι, από τα παρατιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο πραγματικά περιστατικά, προκύπτει ότι, αυτές, πριν την κατάρτιση της σύμβασης, ενήργησαν προς εξασφάλιση και μόνο της συμμετοχής της ενάγουσας σε αυτή και όχι κατά τρόπο αντίθετο στα χρηστά ήθη, ενώ η μη ενεργοποίηση ακολούθως από μέρους τους της υπάρχουσας, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αγωγή, διαλυτικής αίρεσης της συμβάσεως, συνιστά παράβαση και μόνο συμβατικής υποχρέωσης και όχι αδικοπραξία, που γεννά υποχρέωση προς αποζημίωση, καθώς επίσης και προς καταβολή χρηματικής ικανοποιήσεως, λόγω ηθικής βλάβη. Το ίδιο αίτημα, όσον αφορά στον δέκατο εναγόμενο, διότι, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, αυτός ενήργησε ως εντολοδόχος του ενάτου εναγόμενου και, συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται δική του αδικοπρακτική συμπεριφορά σε βάρος της ενάγουσας, που γεννά υποχρέωση προς αποζημίωση αυτής, καθώς επίσης και προς καταβολή χρηματικής ικανοποιήσεως, λόγω ηθικής βλάβη, [δ] το επικουρικό αίτημα, περί αναγνώρισης της υποχρέωσης των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης και έβδομης των εναγομένων εταιρειών να καταβάλουν ισομερώς στην ενάγουσα εταιρεία το ποσό των 495.000 ευρώ, ενεχόμενες ως από κοινού εργοδότριες εκ της συμβάσεως έργου, διότι, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, μόνη εργοδότρια της ενάγουσας, βάσει της σύμβασης έργου, ήταν η όγδοη εναγόμενη εταιρεία, [ε] του αιτήματος απαγγελίας προσωπικής κράτησης ως μέσου εκτέλεσης της απόφασης, ενόψει της τροπής του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, κατά τα λοιπά [ΙΙ] κρίθηκε νόμιμη, ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 158, 297, 298, 299, 330, 340, 345, 346, 455, 458, 460 έως 462, 480, 481, 681, 694, 700, 914 και 919 ΑΚ και 176, 191, 218, 219, 907 και 908 ΚΠολΔ και ορισμένη, αφού απορρίφθηκε ως αβάσιμος στην ουσία του ο ισχυρισμός των εναγομένων περί αοριστίας της ένδικης αγωγής, καθώς επίσης και ο ισχυρισμός αυτών περί ύπαρξης δεδικασμένου από τη με αριθμό 4150/2018 απόφαση του ιδίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) Δικαστηρίου, επί προγενέστερης και δη επί της από …/24-04-2017 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου …./24-04-2017 αγωγής της ήδη ενάγουσας, η οποία με την εν λόγω (με αριθμό 4150/2018) απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κρίθηκε αόριστη, διότι κατά την εκκαλουμένη απόφαση, η ενάγουσα με τη νέα ένδικη αγωγή της, συμπλήρωσε την έλλειψη της εν λόγω διαδικαστικής προϋπόθεσης (ορισμένο) αυτής. Ακολούθως δε, απορρίφθηκε ως αβάσιμη στην ουσία της (σιωπηρώς) κατά το αίτημα αυτής, όπως υποχρεωθεί η όγδοη εναγομένη, να της καταβάλει το ποσό των ευρώ 45.000 ως αμοιβή αυτής και των εταιρειών «…………..» και «………» (κατόπιν εκχωρήσεως της απαίτησης περί αμοιβής αυτών προς την ενάγουσα) έως της καταγγελίας της επικαλούμενης με την αγωγή συμβάσεως, αφού καμία διάταξη δεν περιέλαβε στο σκεπτικό και διατακτικό αυτής, έγινε δε κατά τα λοιπά δεκτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της, σε βάρος της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων και αναγνωρίσθηκε ότι αυτοί, ενεχόμενοι εις ολόκληρον, οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των τετρακοσίων ενενήντα πέντε χιλιάδων ευρώ [495.000] ως αποζημίωση, λόγω της ζημίας που υπέστη αυτή και οι ανωτέρω εταιρίες «………..» και «……», συνεπεία παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του ενάτου εναγομένου, ως νομίμου εκπροσώπου της όγδοης εναγομένης, κάνοντας δεκτό ότι, οι εταιρείες «………..» και «……….», εκχώρησαν την αξίωσή τους προς αποζημίωση, λόγω της τελεσθείσας σε βάρος τους αδικοπραξίας από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά αυτών (όγδοης και ενάτου των εναγομένων) στην ενάγουσα,  προφορικά, τον μήνα Ιούνιο του έτους 2016, καθώς επίσης και το ποσό των ευρώ 10.000, ως χρηματική ικανοποίηση αυτής, λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, διότι κρίθηκε ότι, από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των αυτών ως άνω εναγομένων, επλήγη η επαγγελματική πίστη και το κύρος της ενάγουσας εταιρείας. Τέλος, καταδίκασε την ενάγουσα στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης και δεκάτου των εναγομένων, το ύψος της οποίας όρισε στο ποσό των εννέα χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα [9.950] ευρώ και τους όγδοη και ένατο των εναγομένων στην καταβολή μέρους (κατά το σκεπτικό της) της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας, το ύψος της οποίας όρισε στο ποσό των δεκατριών χιλιάδων [13.000] ευρώ. Ήδη, κατά της ως άνω οριστικής αποφάσεως, παραπονούνται: α) η ενάγουσα εταιρεία, με την από 29.8.2022 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ……./29.8.2022 έφεσή της και το από 16.3.2023, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ………../17.3.2023, ιδιαίτερο δικόγραφο προσθέτων λόγων εφέσεως, κατ’ εκτίμηση των δώδεκα [12] λόγων εφέσεως και των τριών [3] προσθέτων λόγων αυτής (εφέσεως) και ανεξαρτήτως της τιτλοφορίας αυτών, διότι [Α] κατά κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου (ι) απερρίφθη ως προς τις επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες και ως προς τον δέκατο εναγόμενο η κύρια, περί αδικοπραξίας, βάση της ένδικης αγωγής και δη καθ’ο μέρος γίνεται επίκληση των περί απάτης του άρθρου 386 ΠΚ διατάξεων (κατ’ εκτίμηση του τετάρτου λόγου έφεσης όσον αφορά στις εναγόμενες πλοιοκτήτριες, εφόσον σε αυτόν αναφέρεται «…Επομένως, η εκκαλουμένη δέον να εξαφανισθεί …διότι … απέρριψε την αγωγής μας ως προς αυτές κατά την αδικοπρακτική βάση της.» χωρίς διακρίσεις και του πέμπτου λόγου έφεσης, στον οποίο αναφέρεται «… Επειδή η εκκαλουμένη απέρριψε την αγωγή μας κατά την αδικοπρακτική βάση της καθ’ο μέρος στρέφεται κατά των αντιδίκων πλοιοκτητριών …», χωρίς διακρίσεις και του ογδόου λόγου έφεσης, όσον αφορά στον δέκατο εναγόμενο, εφόσον σε αυτόν αναφέρεται «… Δέον επομένως να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ως προς την παραδοχή της ότι δήθεν ο ……. ενεργούσε ως εντολοδόχος και να γίνει δεκτή η αγωγή μου καθ ολοκληρίαν και κατ’ αυτού κατά την αδικοπρακτική βάση της ….»), καθ’ο μέρος απερρίφθη ως προς άπαντες τους εναγομένους  η κύρια, περί αδικοπραξίας, βάση της ένδικης αγωγής, καθ’ο μέρος γίνεται επίκληση των περί απάτης διατάξεων του άρθρου 147 ΑΚ (δεύτερος, τρίτος, τέταρτος, πέμπτος  και όγδοος λόγοι έφεσης), καθ’ο μέρος απερρίφθη ως προς τις επτά πρώτες εναγόμενες και τον δέκατο εναγόμενο η κύρια, περί αδικοπραξίας, βάση της ένδικης αγωγής, καθ’ο μέρος γίνεται επίκληση των διατάξεων των άρθρων 914, 919, 281 και 288 ΑΚ (πρώτος λόγος έφεσης κατά το δεύτερο σκέλος του, δεύτερος λόγος έφεσης, τέταρτος λόγος έφεσης κατά το δεύτερο σκέλος του, πέμπτος λόγος έφεσης, έβδομος λόγος έφεσης, ένατος λόγος έφεσης, δεύτερος πρόσθετος λόγος και τρίτος πρόσθετος λόγος), (ιι) απερρίφθη ως προς τις επτά πρώτες εναγόμενες ως μη νόμιμη η πρώτη επικουρική, περί ενδοσυμβατικής ευθύνης αυτών, βάση της ένδικης αγωγής (πρώτος λόγος έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, έκτος λόγος έφεσης, ενδέκατος λόγος έφεσης και πρώτος πρόσθετος λόγος) και (ιιι) επιδικάσθηκε σε βάρος της ενάγουσας η δικαστική δαπάνη των επτά πρώτων εναγομένων και του δεκάτου εναγομένου και δεν συμψηφίσθηκε αυτή, κατ’ άρθρο 179 ΚΠολΔ (δωδέκατος λόγος έφεσης), (Β) κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, απορρίφθηκε το αίτημα της αγωγής περί επιδίκασης του ποσού των 45.000 ευρώ ως συμφωνηθείσα, άλλως ειθισμένη αμοιβή, που προέκυψε από τη λειτουργία της ένδικης έννομης σχέσης για ένα μήνα, με τον δέκατο λόγο έφεσης, όπως αυτός εκτιμάται, δεδομένου ότι, εάν το δικαστήριο παρέλειψε να δικάσει κύριο ή παρεμπίπτον αίτημα της αγωγής και δεν διέλαβε κάτι γι’ αυτό στο σκεπτικό και στο διατακτικό της απόφασης του, το αίτημα αυτό θεωρείται ότι απορρίφθηκε σιωπηρά [ΑΠ 1161/2015 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Επιπλέον, η εκκαλουμένη απόφαση, εκτιμάται ότι, πλήττεται και για  εσφαλμένη και αντιφατική αιτιολογία, καθ’ο μέρος στο αιτιολογικό αυτής έγινε δεκτό ότι, δεν έλαβε χώρα διττή ανάθεση της διαχείρισης από τις επτά πρώτες  εναγόμενος πλοιοκτήτριες εταιρείες, ήτοι τύποις στην όγδοη εναγομένη και ουσιαστικά στην ενάγουσα και τις προαναφερόμενες εταιρείες του Ομίλου. Κατόπιν αυτών δε, ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, προκειμένου να γίνει δεκτή καθ’ ολοκληρίαν η ένδικη αγωγή της και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι και ήδη εφεσίβλητοι στην καταβολή της εν γένει δικαστικής της δαπάνης, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας. Και β) οι όγδοη και ένατος των εναγομένων, με την από 19.9.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης, ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ……./29.9.2022, έφεσή τους [ι] με τον πρώτο λόγο έφεσης, διότι κατ’ εσφαλμένη του νόμου ερμηνεία και εφαρμογή, η εκκαλουμένη οριστική απόφαση, δέχθηκε ότι, η ένδικη αγωγή τυγχάνει επαρκώς ορισμένη, απορρίπτοντας τον περί του αντιθέτου ισχυρισμό τους, [ιι] για εσφαλμένη του νόμου εφαρμογή, με τους δεύτερο και τρίτο λόγους έφεσης και ερμηνεία, με τον δεύτερο λόγο έφεσης και [ιιι] εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικά καθ’ο μέρος έγινε δεκτή η ενεργητική νομιμοποίηση της ενάγουσας ως εκδοχέας της, περί αποζημιώσεως απαιτήσεως, συνεπεία της τελεσθείσας υπ’ αυτών (όγδοης και ενάτου των εναγομένων) αδικοπραξίας, σε βάρος των εταιρειών «………..» και «………..», δυνάμει της επικαλούμενης, με την ένδικη αγωγή, από μηνός Ιουνίου 2016, προφορικώς καταρτισθείσας, μεταξύ των εταιρειών αυτών και της ενάγουσας, συμβάσεως εκχωρήσεως, δεδομένου ότι, υπό της φράσεως «ΛΟΓΟΙ ΕΦΕΣΗΣ», γίνεται λόγος περί οψίμως συναφθείσας και εικονικής σύμβασης εκχώρησης απαιτήσεων (σελ. 9 ένδικης έφεσης), αναφορές που επαναλαμβάνονται στη σελίδα 36 της ένδικης εφέσεως, όπου επιπλέον γίνεται λόγος και για ψευδή εκχώρηση και τέλος, δια της αναφοράς ότι, η ενάγουσα «αλλάζει την ιστορία της γύρω από τη σύναψη της σύμβασης εκχώρησης της αξίωσης εξ αδικοπραξίας» (σελ. 10 ένδικης έφεσης). Κατόπιν αυτών, ζητούν, με την ένδικη έφεσή τους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, την απόρριψη της ένδικης αγωγής και την καταδίκη της ενάγουσας στη δικαστική τους δαπάνη, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

(IV) Οι από 29.8.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……/29-8-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. …../9.9.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) και από 19.9.2022 (αρ. εκθ. καταθ. ενδ. μέσου ……../29.9.2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. …../6.12.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου), εφέσεις της εκκαλούσας – ενάγουσας η πρώτη και των ογδόης και ενάτου των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων η δεύτερη, κατά των πρωτοδίκως αντιδίκων τους η πρώτη και κατά της ενάγουσας η δεύτερη και κατά της υπ΄ αριθμ. 2367/2022 οριστικής αποφάσεως του Ναυτικού Τμήματος του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς αμφότερες, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 22.2.2019 (με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/4.3.2019) αγωγής, ασκήθηκαν κατά τους νομίμους τύπους, στους οποίους συγκαταλέγεται η προσκομιδή του προβλεπομένου στον νόμο παραβόλου, και εμπροθέσμως, ενόψει του ότι δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ήτοι εντός της διετούς από της δημοσιεύσεως, που έλαβε χώρα την 21.7.2022, της εκκαλουμένης αποφάσεως, προθεσμίας, ενόψει του ότι οι ένδικες εφέσεις ασκήθηκαν δια καταθέσεως ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου την 29.8.2022 και 29.9.2022, αντίστοιχα. Ασκήθηκαν, συνεπώς, κατά τις διατάξεις των άρθρων 144§1, 145, 495§§1, 2, 3, 496, 499, 500, 511, 513§1 εδάφ. α΄, 516§1, 517 εδάφ. α΄, 518§2, 520§1 Κ.Πολ.Δ.. Περαιτέρω, το από 16.3.2023 (αρ. εκθ. καταθ. δικ. …../17.3.2023) δικόγραφο προσθέτων λόγων επί της από 29.8.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ………./29-8-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………/9.9.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) εφέσεως της ενάγουσας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (βλ. τις προσκομιζόμενες με νόμιμη επίκληση με στοιχεία … ΣΤ/23.3.2023, … ΣΤ/23.3.2023, … ΣΤ /23.3.2023, … ΣΤ/23.3.2023, … ΣΤ/23.3.2023, … ΣΤ/23.3.2023, … ΣΤ/23.3.2023, … ΣΤ/23.3.2023, … ΣΤ/23.3.2023 και …. ΣΤ /23.3.2023  εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών . …..). Επιπροσθέτως, όσον αφορά στην πρώτη των ενδίκων εφέσεων, ενόψει του ότι με τον τρίτο λόγο της έφεσης της ενάγουσας πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση, καθ’ο μέρος απέρριψε την κυρία περί αδικοπραξίας, πρωτίστως θεμελιούμενη στις διατάξεις του άρθρου 914 ΑΚ σε συνδυασμό με άρθρο 147 ΑΚ, βάση της αγωγής, δεχόμενη την επικουρικώς όμοια βάση, πλην όμως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 914 και  919 ΑΚ, η ενάγουσα δεν στερείται εννόμου συμφέροντος, εκ του λόγου τούτου προς έγερση της ένδικης έφεσης [Στ. Πανταζόπουλος, εις Κεραμευς/ Κονδύλης/Νίκας Ερμηνεία ΚΠολΔ 2 ένδικα μέσα και ανακοπές, εκδ. 2020, σελ. 81 παρ.18 με εκεί παραπομπές σε νομολογία]. Επιπροσθέτως, ειδικώς όσον αφορά στην όγδοη εναγομένη, η ενάγουσα – εκκαλούσα θεμελιώνει έννομο συμφέρον προς έγερση της ένδικης έφεσης, με την οποία πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εκ του γεγονότος ότι, από το διατακτικό της εκκαλουμένης αποφάσεως, προκύπτει ότι (σιωπηρώς) απερρίφθη το αίτημα της αγωγής, περί επιδίκασης σε αυτήν (ενάγουσα) και δη καταψηφιστικώς, του ποσού των ευρώ 45.000, το οποίο η ενάγουσα αξιώνει ως συνομολογηθείσα, άλλως ειθισμένη αμοιβή αυτής και ως εκδοχέας των αντιστοίχων απαιτήσεων των εταιρειών «………..» και «….. .», δεδομένου μάλιστα ότι με τον δέκατο λόγο της ένδικης έφεσης, προσβάλλεται ειδικώς, κατά τούτο, η εκκαλουμένη απόφαση. Επομένως, ο ισχυρισμός των όγδοης και ενάτου των εναγομένων, περί απορρίψεως της ένδικης εφέσεως ως απαραδέκτου ελλείψει εννόμου συμφέροντος της ενάγουσας προς έγερση της ένδικης έφεσης ως νικήσασας διαδίκου, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος στην ουσία του. Απορριπτέος ως αβάσιμος στην ουσία του τυγχάνει και ο ισχυρισμός (ένσταση)  αυτών (όγδοης και ενάτου των εναγομένων), περί απαραδέκτου της ένδικης πρώτης έφεσης της ενάγουσας, συνεπεία αποδοχής της εκκαλουμένης αποφάσεως υπό της εναγούσης (άρθρα 297 – 299 και 524 παρ.1 ΚΠολΔ), ο οποίος παραδεκτώς προβάλλεται από τους όγδοη και ένατο εναγόμενο με τις έγγραφες προτάσεις τους, εκ του γεγονότος ότι, αυτή (ενάγουσα), δυνάμει της εκκαλουμένης αποφάσεως, για το επιδικασθέν με αυτή (απόφαση) αναγνωριστικώς, ποσό, επέβαλε συντηρητική κατάσχεση εις χείρας τρίτου και δη τραπεζικών ιδρυμάτων, σε βάρος τους. Τούτο, διότι, από την προσκομιζόμενη προς απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού, ως σχετικό ΙΙ, υπό των όγδοης και ενάτου των εναγομένων, εγγράφου επιταγής της ενάγουσας, περί επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 724 ΚΠολΔ, δυνάμει της εκκαλουμένης αποφάσεως, επιδοθείσα στην όγδοη εναγομένη την 16.11.2022, όπως προκύπτει από σχετική επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας …….., προκύπτει ότι, η εν λόγω επιταγή συντηρητικής κατασχέσεως συνετάγη την 9.11.2022, ήτοι μετά την άσκηση της ένδικης έφεσης της ενάγουσας. Σιωπηρή αποδοχή, εντούτοις, της εκκαλουμένης αποφάσεως, μετά την άσκηση κατ’ αυτής του ενδίκου μέσου της εφέσεως δεν νοείται, αλλά θα πρέπει να λάβει χώρα ρητώς με έναν από τους καθιερούμενους με τις διατάξεις των άρθρων 294 και 297 ΚΠολΔ, τύπους [ΑΠ 938/2018, 27/1980 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ]. Από το περιεχόμενο του σχετικού ΙΙ που κοινοποιήθηκε στην όγδοη εναγομένη, δεν προκύπτει δήλωση της ενάγουσας περί παραιτήσεως αυτής από την ένδικη έφεση που αυτή είχε ήδη ασκήσει. Επιπροσθέτως, οι εν λόγω (όγδοη και ένατος) εφεσίβλητοι δεν επικαλούνται, πλην του σχετικού ΙΙ, έτερο επιδοθέν σε αυτούς δικόγραφο που να περιέχει τέτοια δήλωση της ενάγουσας. Σε τέτοια δήλωση η ενάγουσα δεν προέβη ούτε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Πρέπει, επομένως, να απορριφθούν οι περί αποδοχής της εκκαλουμένης αποφάσεως υπό της εναγούσης ανωτέρω ισχυρισμοί. Κατόπιν των ανωτέρω, αμφότερες οι ένδικες εφέσεις και οι ανωτέρω πρόσθετοι λόγοι, πρέπει να ερευνηθούν ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους, κατά την ίδια τακτική διαδικασία, κατά την οποία εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση.

(V) [Α] Στο πεδίο των ναυτικών εμπορικών συναλλαγών συνήθης τυγχάνει η, κατόπιν συμφωνίας με τον πλοιοκτήτη του πλοίου ή τον εφοπλιστή, ανάθεση σε άλλον, επ’ αμοιβή, της διοίκησης της επιχείρησης του πλοίου, δηλαδή η παροχή υπηρεσιών σχετικών με τη διαχείριση της εκμετάλλευσής του από άποψη τεχνική (ως προς τη μέριμνα για τη συντήρηση, τον εξοπλισμό και την επάνδρωση του πλοίου) ή/και εμπορική (ως προς την επιμέλεια της εκναύλωσης, της είσπραξης των ναύλων, της πληρωμής των εξόδων, της συναγωγής των οικονομικών αποτελεσμάτων και της εν γένει διεκπεραίωσης όλων των υποθέσεων που σχετίζονται με το πλοίο). Ο διαχειριστής δεν μετέχει στον επιχειρηματικό κίνδυνο της πλοιοκτησίας ή του εφοπλισμού ούτε αποβλέπει σε άμεσο οικονομικό όφελος από την εκμετάλλευση του πλοίου (Π. Αβραμέας, Όρια της ελευθερίας των μερών στις συμβάσεις διαχείρισης πλοίων, σε Εκμετάλλευση του πλοίου και συμβατική ελευθερία, Πρακτικά και Εισηγήσεις 2ου Διεθνούς Συνεδρίου Ναυτικού Δικαίου 1995, έκδοση ΔΣΠ, 1995, σελ. 299 επομ. [302]). Η εν λόγω έννομη σχέση που συνδέει τον έχοντα τη διαχείριση του πλοίου με τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή, αποτελεί μίσθωση ανεξαρτήτων υπηρεσιών, στην οποία εφαρμόζονται συμπληρωματικά και οι περί εντολής διατάξεις των άρθρων 713 επομ. του ΑΚ [ΑΠ 1988/2014 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 649 ΑΚ, η οποία εφαρμόζεται αναλογικώς και στη σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, η οποία δεν ρυθμίζεται ειδικώς στον ΑΚ (σχετικά ΕΠ 1059/1995 Sakkoulas On line) «Αν η εργασία κατά τις συνηθισμένες περιστάσεις παρέχεται μόνον με μισθό λογίζεται ότι έχει σιωπηρά συμφωνηθεί μισθός». Επομένως, τη μη πρόβλεψη μισθού, αναγκαίο στοιχείο της σύμβασης ανεξαρτήτων υπηρεσιών (κατ’ αναλογική εφαρμογή του προαναφερομένου άρθρου 649 ΑΚ) αναπληρώνει ο νόμος, με τον κανόνα του άρθρου 649 ΑΚ. Με τη διάταξη αυτή εισάγεται τεκμήριο το οποίο είναι μαχητό. Αυτός που προσφέρει, δυνάμει συμβάσεως παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, υπηρεσίες, οφείλει να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν την εφαρμογή του τεκμηρίου, ενώ αυτός που δέχθηκε τις υπηρεσίες, οφείλει να αποδείξει πως αποκλείστηκε η παροχή αμοιβής. Σε περίπτωση που γίνει δεκτό από το Δικαστήριο ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 649 ΑΚ, είτε ελλείψει ειδικής συμφωνίας, είτε διότι η υπάρχουσα είναι άκυρη (πρβλ. ΑΠ 4/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ η οποία αφορά περίπτωση αποκλειστικής διανομής), ακολούθως θα εφαρμόσει την ΑΚ 653, κατά την οποία «Ο εργοδότης έχει υποχρέωση να καταβάλει το  συμφωνημένο  ή  το  συνηθισμένο μισθό.» (Δ. Ζερδελής, Εργατικό Δίκαιο, 5η έκδ., 2022, § 1, σ. 4, αρ. 6 = sakkoulas-online). Συνηθισμένη δε αμοιβή, νοείται αυτή, η οποία καταβάλλεται για υπηρεσίες της αυτής ειδικότητας, με βάση τις εμπορικές πρακτικές και συνήθειες που επικρατούν στο τόπο όπου αναπτύσσει τη δραστηριότητά του ο παρέχων ανεξάρτητες υπηρεσίες (πρβλ. ΑΠ 4/2015 ό.π.]. Για το ορισμένο δε αγωγής, με την οποία αξιώνεται η συνηθισμένη αμοιβή ελλείψει συμφωνίας περί αμοιβής ή συνεπεία ακυρότητας αυτής (περί αμοιβής συμφωνία), πρέπει να αναφέρεται στην αγωγή ποία ήταν κατά τον κρίσιμο χρόνο ισχύος της επίδικης σύμβασης η συνηθισμένη αμοιβή που καταβάλλονταν στο τόπο παροχής των υπηρεσιών για αντίστοιχες υπηρεσίες (πρβλ. ΑΠ 4/2015 ο.π..). Η εκπλήρωση της παροχής από τον εντολοδόχο είναι δυνατή και μέσω τρίτου προσώπου και δη, είτε μέσω βοηθού εκπλήρωσης, είτε μέσω άλλου προσώπου, στο οποίο μεταβιβάζεται, με ενοχική σύμβαση, από τον εντολοδόχο η υποχρέωση εκτέλεσης της εντολής, εν όλω ή εν μέρει, εν ονόματι του εντολέα, βάσει σχετικής πληρεξουσιότητας. Από τις διατάξεις των άρθρων 715 και 716 ΑΚ, προκύπτει ότι, ο εντολοδόχος μπορεί και ιδίω ονόματι να προβεί σε μεταβίβαση της παροχής, προκαλώντας ο ίδιος την “υποκατάστασή του” από τρίτο πρόσωπο στην εκτέλεση της εντολής. Η υποκατάσταση διαφέρει από τη χρησιμοποίηση βοηθού για την εκπλήρωση της παροχής. Διότι η πρώτη συνίσταται σε μεταβίβαση από τον εντολοδόχο, με σύμβαση, σε άλλο πρόσωπο, της υποχρέωσης διεξαγωγής της υπόθεσης του εντολέα και, συνεπώς, ο υποκατάστατος αναλαμβάνει να διεξαγάγει την υπόθεση αυτοτελώς, με δική του ευθύνη, στη θέση του εντολοδόχου. Η υποκατάσταση μπορεί να αφορά και μέρος μόνο της διεξαγωγής από τον αρχικό εντολοδόχο υπόθεσης, αρκεί να μεταβιβάζεται η αυτοτελής και υπεύθυνη διεξαγωγή της υπόθεσης. Αντίθετα, όταν ο εντολοδόχος χρησιμοποιεί απλώς “βοηθό” δεν αναθέτει σε άλλον, αλλά διατηρεί ο ίδιος την εκτέλεση, καθώς και την ευθύνη για τη διεξαγωγή της υπόθεσης που του έχει ανατεθεί (ΟλΑΠ 25/1995, ΑΠ 866/2017, ΑΠ 548/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, η σύμβαση μεταξύ εντολοδόχου ιδίω ονόματι και τρίτου, κατά την οποία ο εντολοδόχος διατηρεί ακέραια την υποχρέωση εκτέλεσης της εντολής, δεν αποτελεί σύμβαση υποκατάστασης, αλλά ιδιαίτερη σύμβαση υπεντολής, επιτρεπτή ή ανεπίτρεπτη, αναλογικά προς τα κριτήρια επιτρεπτής ή ανεπίτρεπτης υποκατάστασης [ΑΠ 1294/2022 Ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου].

[Β] Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 669, 670 και 672 Α.Κ., οι οποίες εφαρμόζονται αναλογικά και στη σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών, προκύπτει ότι, η σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών αορίστου χρόνου λύεται με καταγγελία καθενός από τα μέρη πριν από δεκαπέντε ημέρες αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο ή τη σύμβαση, ενώ η ίδια σύμβαση (ανεξαρτήτων υπηρεσιών) ορισμένου χρόνου, μπορεί να λυθεί πριν από τη λήξη της αμέσως, αν συντρέχει σπουδαίος λόγος [ΑΠ 258/2015 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Εξάλλου, σύμφωνα με τις άνω διατάξεις των άρθρων 724 και 725 ΑΚ, οι οποίες τυγχάνουν εφαρμογής, κατά τα ανωτέρω και επί σύμβασης διαχείρισης πλοίου, ο εντολέας έχει το δικαίωμα να ανακαλεί την εντολή, ελεύθερα και απεριόριστα, κατά πάντα χρόνο, χωρίς να δεσμεύεται από χρονικούς ή άλλους περιορισμούς, καθώς επίσης και να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς επίκληση λόγου ή προθεσμίας. [ΑΠ 419/2018 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Ως ανάκληση της εντολής, κατά την έννοια του άνω άρθρου 724 ΑΚ, πρέπει να θεωρηθεί και η διεξαγωγή της υποθέσεως από τον ίδιο τον εντολέα (ΑΠ 881/2010 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου). Δεν αποκλείεται πάντως, λόγω του ενδοτικού χαρακτήρα της διάταξης, να συμφωνήσουν οι συμβληθέντες (άρθρο 361 ΑΚ), ότι η καταγγελία της σύμβασης θα γίνεται με χρονική προθεσμία [ΑΠ 419/2018 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Επιπλέον, κατά τις διατάξεις του άρθρου 725 παρ.1 εδ. α’ Α.Κ., ο εντολοδόχος έχει δικαίωμα να καταγγείλει την εντολή οποτεδήποτε, αν δεν παραιτήθηκε από το δικαίωμα αυτό. Τέτοια αντίθετη συμφωνία θεωρείται ότι υπάρχει όταν καθορίστηκε η διάρκεια της συμβάσεως για ορισμένο χρόνο, διότι ο σχετικός όρος έχει την έννοια ότι, ο μεν εντολέας παραιτήθηκε από το δικαίωμα ανακλήσεως της εντολής (άρθρο 724 Α.Κ.), ο δε εντολοδόχος από το δικαίωμα της καταγγελίας της (άρθρο 725 Α.Κ.) πριν από την παρέλευση του καθορισθέντος χρόνου [ΑΠ 1296/2013 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Ακόμα όμως και αν υπάρχει συμφωνία περί παραιτήσεως από το δικαίωμα της καταγγελίας, είτε ρητή είτε εμμέσως συναγόμενη κατά την προαναφερθείσα έννοια, η παραίτηση αυτή είναι χωρίς αποτέλεσμα όταν υπάρχει σπουδαίος λόγος (άρθρο 725 παρ.1 εδ.β Α.Κ.) [ΑΠ 1296/2013]. Λόγω της φύσης της σύμβασης εντολής ως σχέσης εμπιστοσύνης, η ανάκληση ή η καταγγελία της, και αν ακόμα είναι καταχρηστική, δεν είναι ποτέ άκυρη, χορηγεί, όμως, στον εντολέα το δικαίωμα να ζητήσει την αποκατάσταση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας, κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, την οποία υπέστη από την ανάκληση ή την καταγγελία της εντολής. Το ίδιο δικαίωμα έχει ο εντολοδόχος (άρθρο 723 ΑΚ), αν υπάρχουν περιστατικά αναγόμενα στη σφαίρα ευθύνης του εντολέα, ιδιαίτερα δε όταν η καταγγελία είναι άκαιρη και έγινε χωρίς σπουδαίο λόγο (πρβλ.ΑΠ 419/2018 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου). Έτσι, στην περίπτωση που η ζημία του εντολοδόχου – διαχειριστή πλοίων, προήλθε από τον περιορισμό της επαγγελματικής του δραστηριότητας, λόγω υπαίτιας συμπεριφοράς του εντολέα του, συνισταμένης στην παράνομη άνευ σπουδαίου λόγου αντισυμβατική καταγγελία της σύμβασης διαχείρισης πλοίου, αποκαθίσταται η ζημία του με την παροχή αποζημίωσης, που να καλύπτει ό,τι αυτός θα είχε, αν δεν μεσολαβούσε η υπαίτια ζημιογόνος συμπεριφορά. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 297-298 ΑΚ, ο υπόχρεος σε αποζημίωση οφείλει να την παράσχει σε χρήμα, η αποζημίωση δε αυτή περιλαμβάνει τόσο την μείωση της περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία), όσο και το διαφυγόν κέρδος, δηλαδή εκείνο που προσδοκά κανείς με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί, και το οποίο βρίσκεται σε σχέση αιτίου και αιτιατού προς την υπαίτια παράβαση της σύμβασης. Η προς ανόρθωση ζημία περιλαμβάνει τα διαφυγόντα κέρδη τα οποία, στην περίπτωση που αφορά την υπόθεση, θα αποκέρδαινε ο διαχειριστής πλοίου, ήτοι την αμοιβή που θα εισέπραττε, με πιθανότητα και κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων κατά το υπόλοιπο χρονικό διάστημα, μέχρι δηλαδή τη συμπλήρωση του συμβατικά καθορισμένου χρόνου διάρκειας της σύμβασης, αφού αφαιρεθούν τα έξοδα που ενδεχομένως εξοικονόμησε από την πρόωρη λήξη της συνεργασίας του με τον δέκτη της διαχείρισης (πρβλ. ΑΠ 1407/2022 Ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου, 1457/2021 Ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου,  ΑΠ 4/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1864/2014 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου). Η διάταξη του άρθρου 298 ΑΚ, είναι δικονομικού χαρακτήρα μόνο κατά το μέρος, προκειμένου περί διαφυγόντος κέρδους, που επιτρέπει στο δικαστήριο να αρκεσθεί μόνο στην πιθανολόγηση του κέρδους αυτού, κατά τα λοιπά όμως η διάταξη αυτή είναι ουσιαστικού περιεχομένου, λόγω του ότι καθορίζει τα στοιχεία, στα οποία στηρίζεται η αξίωση για το διαφυγόν κέρδος. Από την τελευταία αυτή διάταξη, προκύπτει ότι, τα περιστατικά που προσδιορίζουν την προσδοκία ορισμένου κέρδους, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα, καθώς και οι ειδικές περιστάσεις και τα ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα, πρέπει κατά το άρθρο 216 παρ.1 ΚΠολΔ να εκτίθενται στην αγωγή (ΑΠ 419/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δεν αρκεί η απλή επανάληψη των εκφράσεων του άρθρου 298 ΑΚ, ούτε η αναφορά του συνολικώς φερομένου ως διαφυγόντος κέρδους, αλλ’ απαιτείται η εξειδικευμένη κατά περίπτωση μνεία των συγκεκριμένων περιστάσεων και μέτρων, τα οποία καθιστούν πιθανό το κέρδος, ως προς τα επί μέρους κονδύλια, ως και η επίκληση των κονδυλίων αυτών, ώστε να καταστούν αντικείμενο αποδείξεως (ΟλΑΠ 22/1995 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Έτσι, για την πληρότητα της αγωγής, με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση διαφυγόντος κέρδους που συνίσταται στην απώλεια εσόδων λόγω διακοπής ή μειωμένης άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, πρέπει, αλλά και αρκεί, να αναφέρονται στο δικόγραφο της, όλα εκείνα τα κρίσιμα περιστατικά, από τα οποία προκύπτει ότι ο ενάγων θα εισέπραττε με πιθανότητα από την επαγγελματική του δραστηριότητα το αιτούμενο ποσό κέρδους κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή με βάση τις ειδικές συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης και ιδίως τα ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα. Δεν είναι απαραίτητο όμως να εξειδικεύονται τα στοιχεία που προσδίδουν τη δυναμική του προσδοκώμενου κέρδους με αναφορά συγκεκριμένων συναλλαγών, προσώπων και παραστατικών, όπως, επίσης, δεν είναι ανάγκη να αναγράφεται στην αγωγή ότι ο ενάγων δεν εξοικονόμησε δαπάνη ή να προσδιορίζεται και να αφαιρείται η τυχόν εξοικονομηθείσα, διότι τα περιστατικά αυτά ανάγονται στον καθορισμό του ύψους της ζημίας, ο οποίος γίνεται βάσει των αποδείξεων, μετά πρόταση του εναγόμενου ή και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, ακόμη και από το εφετείο, εάν το ζήτημα του ύψους της αποθετικής ζημίας καταστεί αντικείμενο της κατ’ έφεση δίκης (ΟλΑΠ 22/1995, ΑΠ 419/2018 ο.π.).

[Γ] Από τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, που ορίζει ότι όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 297, 298 και 330 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της υποχρέωσης προς αποζημίωση, είναι: α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα, δ) ζημία και ε) πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος, μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς (νόμιμου λόγου ευθύνης) και αποτελέσματος (ζημίας). Το παράνομο της συμπεριφοράς συνδέεται με αντίθεση προς διάταξη που απαγορεύει την συγκεκριμένη πράξη και είναι αδιάφορο σε ποιο τμήμα του δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την (ένδικη) παράνομη συμπεριφορά. Από την αυτή ως διάταξη (του άρθρου 914 ΑΚ), σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 147-149 ΑΚ και 386 ΠΚ προκύπτει ότι γενεσιουργό λόγο υποχρέωσης σε αποζημίωση αποτελεί και η απατηλή συμπεριφορά σε βάρος του ζημιωθέντος, η οποία υπάρχει όταν κάποιος από δόλο, προκαλεί, ενισχύει ή διατηρεί με κάθε μέσο ή τέχνασμα σε άλλον, την εσφαλμένη (σφαλερή) αντίληψη πραγματικών γεγονότων, ένεκα της οποίας αυτός προβαίνει σε δήλωση βούλησης ή επιχείρηση πράξης από την οποία υφίσταται ζημία, εφόσον το χρησιμοποιηθέν απατηλό μέσο υπήρξε αποφασιστικό για την γενομένη δήλωση βούλησης ή την επιχειρηθείσα πράξη, ενώ δεν αποκλείεται η τυχόν χρησιμοποιηθείσα για την απάτη ψευδής παράσταση να αναφέρεται σε μελλοντικό γεγονός ή να συνδέεται με απόκρυψη κρίσιμων γεγονότων, την ύπαρξη των οποίων αγνοούσε ο ζημιωθείς και γνώριζε αυτός που τον εξαπάτησε. Κατά την έννοια της ως άνω διάταξης του άρθρου 386 ΠΚ, ερμηνευομένης ενόψει και του άρθρου 27 του Ποινικού Κώδικα, δόλος συντρέχει όχι μόνον όταν ο δράστης επιδιώκει την πρόκληση της ζημίας αυτής, αλλά και όταν την γνωρίζει ως ενδεχόμενη και αποδέχεται την δυνατότητα πρόκλησης της ίδιας ζημίας είτε ως αναγκαία είτε ως ενδεχόμενη συνέπεια της παράνομης συμπεριφοράς του. Κατά την έννοια του άρθρου 147 ΑΚ, απάτη αποτελεί κάθε συμπεριφορά από πρόθεση που τείνει να παράγει, ενισχύσει ή διατηρήσει πεπλανημένη αντίληψη ή εντύπωση με σκοπό να οδηγηθεί κάποιος σε δήλωση βούλησης, συνίσταται δε, η απατηλή συμπεριφορά είτε σε παράσταση ανύπαρκτων γεγονότων ως υπαρκτών, κατά παράβαση του καθήκοντος αλήθειας, είτε στην απόκρυψη ή αποσιώπηση η ατελή ανακοίνωση υπαρκτών γεγονότων, των οποίων η αποκάλυψη σ’ αυτόν που τα αγνοούσε, επιβαλλόταν από το καθήκον διαφώτισής του με βάση την καλή πίστη ή την υπάρχουσα ιδιαίτερη σχέση μεταξύ αυτού και εκείνου προς τον οποίο απηύθυνε την δήλωσή του. [ΑΠ 1901/2022 Ιστοσελίδα ΑΠ]. Τέτοια υποχρέωση από την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη προς παροχή διασαφητικών πληροφοριών ή εξηγήσεων έχουν και οι διαπραγματευόμενοι την κατάρτιση σύμβασης, κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων, όπως αυτό προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρ. 197 και 198 ΑΚ, δηλαδή η απάτη ως παραγωγική αιτία αποζημίωσης μπορεί να εμφανίζεται τόσο ως προσυμβατικό πταίσμα, όσο και ως ιδιαίτερη αδικοπραξία, ανεξάρτητη από προσυμβατικό πταίσμα. Σε κάθε περίπτωση δεν ενδιαφέρει το είδος της πλάνης που δημιουργήθηκε από την απάτη, δηλαδή αν αυτή είναι ή δεν είναι συγνωστή, ουσιώδης ή επουσιώδης, καθώς και αν αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης, αρκεί η πλάνη να υφίσταται κατά το χρόνο που δηλώνεται η βούληση [ΑΠ 715/2011 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Ως γεγονότα, κατά την έννοια του άρθρου 386 ΠΚ, νοούνται τα πραγματικά περιστατικά (ήτοι τα συμβεβηκότα του εξωτερικού κόσμου, που απεικονίζουν την πραγματικότητα), τα οποία ανάγονται στο παρελθόν ή στο παρόν και όχι εκείνα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, όπως είναι οι απλές υποσχέσεις ή οι συμβατικές υποχρεώσεις. Εάν, όμως, οι υποσχέσεις συνοδεύονται από άλλες παραστάσεις ψευδών γεγονότων, κατά τρόπο που να δημιουργείται η εντύπωση μελλοντικής εκπλήρωσής τους με βάση την εμφανιζόμενη ψευδή κατάσταση, τότε οι υποσχέσεις αυτές αποτελούν απατηλή συμπεριφορά (ΟλΑΠ 1/2020, ΑΠ 346/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 121/2021(ποιν), ΑΠ 232/2021 (ποιν), ΑΠ 550/2021 (ποιν), ΑΠ 338/2020 (ποιν), ΑΠ 447/2020 (ποιν) ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 101/2018 δημ. σε ΤΝΠ Νόμος). Παράνομη συμπεριφορά, που κατά το άρθρο 914 ΑΚ δημιουργεί υποχρέωση του υπαιτίου σε αποζημίωση, συνιστά προεχόντως κάθε ενέργεια αντικείμενη σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, όπως είναι και ο περιεχόμενος στο άρθρο 281 ΑΚ, αφού απαγορεύει την άσκηση του δικαιώματος όταν γίνεται κατά προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Η ζημία είναι παράνομη, όταν με την πράξη ή την παράλειψη του υπαίτιου προσβάλλεται δικαίωμα ή και απλό συμφέρον του παθόντος, προστατευόμενο από ορισμένη διάταξη νόμου, η οποία παραβιάσθηκε, ενώ, ως κριτήριο των χρηστών ηθών και συνακόλουθα της αντίθετης προς αυτά συμπεριφοράς, λαμβάνονται υπόψη οι ιδέες, που κατά τη γενική αντίληψη του χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώπου επικρατούν σε μια δεδομένη χρονική περίοδο (ΟλΑΠ10/1991, ΑΠ 261/2021, ΑΠ 46/2020, ΑΠ 1521/2017). Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 919 ΑΚ που αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα αυτής του άρθρου 914 ΑΚ, ανάγεται σε αυτοτελή αδικοπραξία, που γεννά υποχρέωση προς αποζημίωση, καθώς επίσης και προς καταβολή χρηματικής ικανοποιήσεως, λόγω ηθικής βλάβης, η κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη συμπεριφορά του υπαιτίου, εφόσον αυτή έγινε με πρόθεση επαγωγής ζημίας. Στην περίπτωση που η κρινόμενη συμπεριφορά, σχετίζεται με ορισμένη κατηγορία συναλλαγών και συναλλασσομένων, οι αντίστοιχες, στην κατηγορία αυτή των συναλλασσομένων, κρατούσες αντιλήψεις, λαμβάνονται υπόψη, εκτός αν, κατά το κοινό συναίσθημα του πιο πάνω κοινωνικού ανθρώπου, δεν συμβιβάζονται με την κοινωνική ηθική. Προκειμένου να κριθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συμπεριφοράς υπάρχει αντικειμενική αντίθεση, με την πιο πάνω έννοια, προς τα χρηστά ήθη (την οποία δεν αποκλείει η ύπαρξη σχετικού δικαιώματος ή ευχέρειας) συνεκτιμώνται τα κίνητρα, ο σκοπός του υποκειμένου της συμπεριφοράς, το είδος των μέσων που χρησιμοποιήθηκαν για την επίτευξη του σκοπού, έστω και θεμιτού και όλες οι λοιπές περιστάσεις πραγμάτωσης της συμπεριφοράς, θετικής ή αρνητικής (Ολ ΑΠ 398/75). Συνεκτιμάται δηλαδή, συνολικά για τη διαπίστωση της αντίθεσης στα χρηστά ήθη, η συμπεριφορά του δράστη, σε συνδυασμό με τους σκοπούς, τα μέσα και τις μεθόδους που χρησιμοποίησε, δηλαδή λαμβάνονται υπόψη, όχι μεμονωμένα τα αίτια που τον οδήγησαν στην συγκεκριμένη ενέργειά του, αλλά το σύνολο των περιστάσεων, υπό τις οποίες εκδηλώθηκε, ολόκληρη η συμπεριφορά του και αξιολογείται γενικά η διαγωγή του, σε συνδυασμό και με την διαγωγή του αντισυμβαλλομένου του, για να κριθεί το εάν οι δύο συμπεριφορές τελούν μεταξύ τους προφανώς σε καταφατική ή αποφατική αναλογική σχέση. Όσον αφορά την πρόθεση, δεν απαιτείται ο ζημιώσας να ενήργησε με τον αποκλειστικό σκοπό να βλάψει τον άλλον (άμεσος δόλος), αλλά αρκεί και η περί της επελθούσας ζημίας θέλησή του, ότι δηλαδή προέβλεψε ως ενδεχόμενη την πρόκληση ζημίας από τη συμπεριφορά του και παρόλα αυτά δεν απέσχε από την πράξη ή την παράλειψη, από την οποία επήλθε η ζημία (ΑΠ432/2016, ΑΠ764/2014). Από το συνδυασμό των άρθρων 288 και 281 ΑΚ, το δεύτερο των οποίων αποσκοπεί στην πάταξη της ανεντιμότητας και κακοπιστίας στις συναλλαγές και απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος, συνάγεται ότι καταγγελία μια διαρκούς σύμβασης, που αποτελεί δικαίωμα συμβαλλομένου, αν ασκήθηκε καταχρηστικώς, έγινε δηλαδή κατά προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος, επιφέρει μεν τη λύση της σύμβασης, πλην όμως συνιστά αδικοπραξία, κατά την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ (και του 919 ΑΚ εφόσον έγινε κατά τρόπο αντίθετο στα χρηστά ήθη με την πρόθεση επαγωγής ζημίας) από την οποία γεννιέται ευθύνη προς αποζημίωση ή και χρηματική ικανοποίηση των λοιπών εταίρων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 297, 298 και 932 ΑΚ. Το δικαίωμα ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε ή οι περιστάσεις που μεσολάβησαν, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνουν στην ανατροπή καταστάσεως που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο με το επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο. Απαιτείται, δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος, να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από τη συμπεριφορά του δικαιούχου σε συνάρτηση με εκείνη του υπόχρεου, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμα του. Απαιτείται ακόμη οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ’ αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, που συνεπάγεται ιδιαιτέρως επαχθείς για τον ίδιο επιπτώσεις, να τελούν σε ουσιώδη σχέση με την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου. Το ζήτημα δε, αν οι συνέπειες που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν σε βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποιήσεως του δικαιώματος του (ΑΠ 224/2016, ΑΠ841/2010). Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, η καταχρηστική καταγγελία συνιστά αδικοπραξία κατά την έννοια των άρθρων 914 και 919 ΑΚ που θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης ή και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κατά το άρθρο 932 ΑΚ, εφόσον το άλλο μέρος υπέστη εξ αιτίας της καταγγελίας ζημία ή ηθική βλάβη (ΑΠ 1766/2009). Η καταγγελία πάντως δεν είναι καταχρηστική, όταν η λύση της σύμβασης, στην οποία οδηγεί, εντάσσεται στις αντικειμενικά προβλέψιμες από τους λοιπούς εταίρους συναλλακτικές δυνατότητες του καταγγέλλοντας και δεν είναι άσχετη προς το καλώς νοούμενο συμφέρον της επιχείρησής του. Επίσης, το δικαίωμα της καταγγελίας διαρκούς συμβάσεως δεν αναγνωρίζει ο νόμος ως κύρωση που επιβάλλει ο συμβαλλόμενος έναντι της τυχόν αντισυμβατικής συμπεριφοράς του αντισυμβαλλομένου του, εντεύθεν δε η τυχόν προηγηθείσα της καταγγελίας επωφελής για τα συμφέροντα του καταγγέλλοντος συμπεριφορά του αντισυμβαλλομένου του δεν καθιστά την καταγγελία αντίθετη στα χρηστά ήθη, πολύ περισσότερο, καθόσον η συμπεριφορά αυτή του τελευταίου, που ουσιαστικός εντάσσεται στα πλαίσια της καλόπιστης εκτελέσεως της ενοχής, επιβάλλεται από το νόμο (ΟλΑΠ 12/2004).

[Δ] Οι διατάξεις των άρθρων 1 Ν. 146/2014 και 919 ΑΚ, δεν τελούν σε σχέση ειδικής προς γενική, αλλά μπορεί να συρρέουν και να συνεφαρμόζονται. Κατά δε το άρθρο  919 του ΑΚ, όποιος ζημίωσε εκ προθέσεως άλλον με τρόπο ο οποίος αντιβαίνει στα χρηστά ήθη, είναι υποχρεωμένος ν’ αποζημιώσει τον παθόντα. Η διάταξη αυτή, με τη γενική ρήτρα των χρηστών ηθών (δηλαδή των ιδεών του εκάστοτε κατά την γενική αντίληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτομένου κοινωνικού ανθρώπου), συμπληρώνει την διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, επεκτείνοντας την αδικοπρακτική ευθύνη και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες: 1) δεν προσεβλήθη ορισμένο δικαίωμα ή έννομα προστατευόμενο συμφέρον ούτε, 2) παρεβιάσθη εννόμως προστατευόμενο συμφέρον ούτε, 3) παρεβιάσθη συγκεκριμένη διάταξη νόμου και εν τούτοις το αί­σθημα του δικαίου απαιτεί αποκατάσταση της ζημίας του παθόντος. Δηλονότι με τη γενική ρήτρα της προστασίας του βλαβέντος από πράξεις τρίτου εναντίον των χρηστών ηθών, καλύπτονται περιπτώσεις οι οποίες κείνται πέραν του πραγματικού της διάταξης του άρθρου 914 ΑΚ και συνεπώς παρέχεται στον εφαρμοστή του δικαίου η δυνατότητα να προσαρμόζει το δίκαιο της αδικοπρακτικής ευθύνης στις εμφανιζόμενες με την πά­ροδο του χρόνου νέες ανάγκες, απότοκες της μεταβολής των αντιλήψεων (Απ. Γεωργιάδης, στον ΑΚ των Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, υπό το αρ. 919 περιθ. αριθ. 1, 4 και 5. Βλ. και Δεληγιάννη/Κορνηλάκη, Ειδικό ΕνοχΔ τ. Ill 1992 παρ. 348β σελ. 144 επ.). Εξάλλου, με το άρθρο 1 του Ν. 146/1914 «Περί αθεμίτου ανταγωνισμού», τίθεται γε­νική αρχή σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται κατά τις εμπορικές, βιομηχανικές ή γεωργικές συναλλαγές κάθε πράξη που γίνεται με σκοπό ανταγωνισμού, η οποία όμως αντιτίθεται στα χρηστά ήθη. Με το άρθρο αυτό καθιερώνεται ειδικό αστικό αδίκημα (Γεωργακόπουλος, Η νομική φύσις του αθεμίτου ανταγωνισμού, ΕΕμπΔ 1954, 128 επ. Λιακόπονλος, Βιομηχανική ιδιοκτησία τ. I 1995, παρ. Γ 12, 105) με βασικό σκοπό την προστασία των ανταγωνιστών του δρώντος εναντίον των χρη­στών ηθών στις εμπορικές, βιομηχανικές ή γεωργικές συναλλαγές (Αργυριάδης, στην ΕΕμπΔ, 1964, 155 επ., Λιακόπουλος, Βιομηχανική ιδιοκτησία τ. II 1995, 195 επ., Τσιριντάνης, Στοιχεία ΕμπΔ τ. Α` 1962 παρ. 53, 162 επ.). Υπό διαφορετική διατύπωση, ο Ν. 146/2014 είναι σύνολο εξειδικευμένων κανόνων δικαίου, οι οποίοι απαγορεύουν την καταχρηστική άσκηση της ελευθερίας του ανταγωνισμού (Ν. Ρο­κάς, Αθέμιτος ανταγωνισμός, 1975 παρ. 4 HI Β 2, 23). Ενόψει, περαιτέρω, της α­νάγκης εξειδικεύσεως των περιπτώσεων κατά τις οποίες πλήττεται η ως άνω γενική ρήτρα (των χρηστών ηθών) στα πλαίσια του εμπορικού ανταγωνισμού, προς το σκοπό να επιτευχθεί ομοιόμορφη κατά το δυνατό επίλυση των κατ’ ιδίαν περιπτώ­σεων και εντεύθεν ασφάλεια δικαίου, προκρίνεται η κατηγοριοποίηση (με άλλα λόγια η συστηματική ταξινόμηση) των περιπτώσεων αθέμιτου ανταγωνισμού που υπάγονται στη γενική αυτή ρήτρα, στις ακόλουθες μορφές: 1) Πράξεις προσέλκυ­σης πελατείας με αθέμιτες μεθόδους, 2) πράξεις αθέμιτης εκμετάλλευσης ξένης φήμης και οργάνωσης, 3) πράξεις αθέμιτης παρεμπόδισης, 4) πράξεις εκμεταλλεύσεως ξένης παροχής, 5) παραβάσεις νομικών δεσμεύσεων και 6) διακινδύνευση της αγοράς (Κοτσίρης, Δίκαιο αθέμιτου ανταγωνισμού, 1986, παρ. II Α, 68 επ., Ν. Ρόκας, ανωτ. παρ. 6 IH, 34. Βλ. διαφορετική κατηγοριοποίηση στον: Λιακόπουλο, Βιομηχανική ιδιοκτησία, τ. I, 4 Ε IV, 123 και τ. II, παρ. 1 Γ I 2, 200). Ειδικότερα, οι πράξεις αθέμιτου ανταγωνισμού που υπάγονται στην κατηγορία της αθέμιτης εκ­μετάλλευσης ξένης οργάνωσης (οι οποίες συνθέτουν τον αποκαλούμενο «παρασιτικό ανταγωνισμό» – Κοτσίρης, ανωτ. σελ. 97. Λιακόπουλος, ανωτ. τ. II σελ. 267-8), υποκατηγοριοποιούνται στις περιπτώσεις (α) της (αθέμιτης) απόσπασης εργατικού δυναμικού και (β) της (αθέμιτης) απόσπασης πελατείας (Ν. Ρόκας, ανωτ. παρ. 10 HI, 67. Σουφλερός, στο συλλογικό έργο «Αθέμιτος ανταγωνισμός», 1996, υπό το αρ. 1 περιθ. αριθ. 204). Περαιτέρω, για την επιβίωση μιας επιχείρησης στην αγορά, σημαντικός παράγων (πέραν του κεφαλαίου) είναι και η εξεύρεση και χρησιμοποί­ηση του απαραίτητου υπαλληλικού και εργατοτεχνικού προσωπικού, ιδίως μάλιστα όταν πρόκειται για ειδικευμένους υπαλλήλους ή εργάτες (Ξυπολιάς, Δολία απόσπασις εργατικού δυναμικού, ΕΕμπΔ 1967 σελ. 169, 172). Η απόσπαση υπαλλή­λων από την επιχείρηση του ανταγωνιστή, έστω κι αν προσφέρονται σ’ αυτούς καλλίτεροι εργασιακοί όροι, είναι σύμφωνη με την έννοια του ανταγωνισμού και κατά κανόνα δεν συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό, εν όψει ιδίως του ότι η σχετικότη­τα των ενοχικών σχέσεων (που σημαίνει ότι οι συμβάσεις θεμελιώνουν δικαιώματα και υποχρεώσεις μόνον μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών) δεν επιτρέπει κατά κανόνα την προστασία του συμβαλλομένου (εν προκειμένω του εργοδότη) έναντι προσβολών του συμβατικών δικαιωμάτων του απέναντι στον μισθωτό από τρίτον, ο οποίος αποσπά τον εργαζόμενο, παρά μόνον σε εξαιρετικές περιστάσεις (λ.χ. εν συνδρομή εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 919 ΑΚ, Λιακόπουλος, ανωτ. τ. II σελ. 223 επ., Ν. Ρόκας, ανωτ. παρ. 10 III A 1 σελ. 67, Ξυπολιάς, ανωτ. σελ. 174 επ. με εκτενείς περαιτέρω παραπομπές). Πράγματι, η απόσπαση υπαλλήλου από ανταγωνιστή μπορεί να προσλάβει αθέμιτο χαρακτήρα, εφόσον συντρέχουν ειδικά περιστατικά, που καθιστούν την εν λόγω ενέργεια αντίθετη προς τα χρηστά ήθη (Ν. Ρόκας, ανωτ. παρ. 10 HI A 1, 67 επ. Σουφλερός, ανωτ. περιθ. αριθ. 207). Συγκεκριμένα, η παρότρυνση υπαλλήλου του ανταγωνιστή να λύσει νομίμως την εργασιακή σύμβαση που τον συνδέει με τον τελευταίο (δηλ. με καταγγελία της εν λόγω σύμβασης από μέρους του μισθωτού) ή να μην ανανεώσει τη σύμβαση αυτή, είναι κατά βάση θεμιτή, α­κόμη και στην περίπτωση κατά την οποία ο ανταγωνιστής προσφέρει ευνοϊκότε­ρους εργασιακούς όρους, επειδή είναι σύμφυτη με τη φύση του εμπορικού αντα­γωνισμού και ανταποκρίνεται στο εύλογο συμφέρον τους εργαζομένου για βελτίω­ση της εργασιακής και κοινωνικής θέσης του, εκτός εάν συντρέχουν ειδικά περι­στατικά (Ν. Ρόκας, ανωτ. παρ. 10 HI A 1, 67-8. Λιακόπουλος, ανωτ. τ. II, 224. Ο ί­διος, Η απόσπαση εργατικού δυναμικού ως αθέμιτος ανταγωνισμός. Προϋποθέσεις και συνέπειες, στο Αφιέρωμα εις Α. Λουκόπουλον, 1993, σελ. 120 επ. Κοτσίρης, ανωτ. σελ. 100). Όμως, η συστηματική και βάσει σχεδίου απόσπαση προσωπικού από τον ανταγωνιστή, ιδίως εξειδικευμένων εργατών ή υπαλλήλων ή άλλων δυσα­ναπλήρωτων στελεχών, με αποκλειστικό ή κύριο σκοπό όχι την αξιοποίηση των προσόντων τους, αλλά  την αθέμιτη απόσπαση πελατείας από τον ανταγωνιστή, πληροί και το πραγματικό της αθέμιτης εκμετάλλευσης ξένης οργάνωσης και το πραγματικό της αθέμιτης παρεμπόδισης, επειδή με την ως άνω αθέμιτη παρότρυν­ση επιτυγχάνεται ταυτοχρόνως και η σκοπούμενη αποδιοργάνωση της επιχείρησης του τελευταίου και τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η περαιτέρω υπόστασή της, εντεύ­θεν δε – αναγκαίως – επιτυγχάνεται η σκοπούμενη απομάκρυνσή της από την αγο­ρά (Κ. Ρόκας, ΕΕμπΔ 1961, 12. Ν. Ρόκας, ανωτ. παρ. 10 III A 4, 69. Ξυπολιάς, α­ νωτ., 181 επ. Λιακόπουλος, Η απόσπαση εργατικού δυναμικού ως αθέμιτος αντα­γωνισμός. Προϋποθέσεις και συνέπειες, ανωτ. σελ. 122 επ. Σουφλερός, ανωτ. περιθ. αριθ. 230. Κοτσίρης, ανωτ. σελ. 100. Καραβάς, Εγχειρίδιον ΕμπΔ τ. Α` έκδ. 2η 1962, αριθ. 170. Βλ. επίσης, Δεληγιάννη/Κορνηλάκης, ανωτ. σελ. 145).

[Ε] Δικαιοπραξία με παρένθετο πρόσωπο υπάρχει όταν επιθυμεί κάποιος να καταρτίσει ορισμένη δικαιοπραξία χωρίς να εμφανισθεί ο ίδιος και κάνει αυτό με άλλο πρόσωπο, το οποίο ενεργεί στο δικό του όνομα (δηλαδή όχι ως άμεσος αντιπρόσωπος), αλλά για λογαριασμό εκείνου που δεν εμφανίσθηκε. Η μεταξύ τρίτου και παρενθέτου προσώπου καταρτιθείσα δικαιοπραξία είναι σοβαρή και όχι εικονική, έστω και αν ο τρίτος γνωρίζει ότι ο αντισυμβαλλόμενός της ενεργεί ως παρένθετο πρόσωπο. Τα αποτελέσματα από τη δικαιοπραξία επέρχονται όπως και στην έμμεση αντιπροσώπευση στο πρόσωπο του εμφανισθέντος (αχυράνθρωπος), αυτός δε υποχρεούται ενοχικώς να μεταβιβάσει αυτά που απέκτησε στον μη εμφανισθέντα για λογαριασμό του οποίου ενήργησε [ΑΠ 404/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Τέλος,

[ΣΤ] κατά τη διάταξη του άρθρου 199 του Α. Κ., «σε  περίπτωση  πλειστηριασμού, η σύμβαση, εφόσον δεν συνάγεται κάτι άλλο, ολοκληρώνεται με την κατακύρωση. Αν δεν συνάγεται κάτι άλλο, ο υπερθεματιστής δεσμεύεται  ωσότου δοθεί μεγαλύτερη προσφορά ή ωσότου ματαιωθεί η κατακύρωση».  Από την ενδοτικού χαρακτήρα ως άνω διάταξη  συνάγεται, ότι η διακήρυξη δημοπρασίας, που εξομοιώνεται με τον πλειστηριασμό, ενέχει πρόσκληση προς το κοινό για  την υποβολή προτάσεων. Αυτός που υπέβαλε την πιο συμφέρουσα προσφορά – πρόταση (υπερθεματιστής) δεσμεύεται μέχρι την υποβολή καλύτερης προσφοράς ή  την ματαίωσης  της κατακύρωσης,  ενώ  αυτός που προκήρυξε το διαγωνισμό δεσμεύεται, μόνο μετά από την κατακύρωση, εκτός αν συνάγεται κάτι άλλο από την προκήρυξη της δημοπρασίας. Επομένως, εκείνος που προκηρύσσει δεν δεσμεύεται να αποδεχθεί την πρόταση, ακόμη και αν αυτή πληροί τους όρους που έταξε, είναι δηλαδή ελεύθερος να αποκρούσει την προσφορά και να ματαιώσει τον πλειστηριασμό, ενδέχεται όμως να υπέχει ευθύνη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 197 και 198 του Α. Κ. Εξάλλου, από τις τελευταίες αυτές διατάξεις, κατά την πρώτη των οποίων (άρθρο 197 Α. Κ.), “κατά τις διαπραγματεύσεις για την σύναψη σύμβασης, τα μέρη οφείλουν αμοιβαία να συμπεριφέρονται σύμφωνα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη” και κατά τη δεύτερη (άρθρο 198 Α.Κ.), “όποιος κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη σύμβασης προξένησε υπαίτια στον άλλο ζημία, είναι  υποχρεωμένος  να  την ανορθώσει  και  αν  ακόμη  η σύμβαση  δεν  καταρτίσθηκε”, σε  συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 298 του Α.Κ., συνάγεται ότι η προσυμβατική ευθύνη προς αποζημίωση προϋποθέτει, α) στάδιο διαπραγματεύσεων, το οποίο στην περίπτωση σύναψης σύμβασης με πλειστηριασμό καλύπτει τη συναλλακτική επαφή που αρχίζει με την έκδοση της διακήρυξης της δημοπρασίας και τελειώνει με την κατά τους όρους του νόμου κατάρτιση της σύμβασης, η οποία επέρχεται είτε με μόνη την κατακύρωση είτε με την επακόλουθη αυτής διατύπωση που τυχόν απαιτεί ο νόμος ή η διακήρυξη του πλειστηριασμού (άρθρο 199 εδ. πρώτο ΑΚ), β) συμπεριφορά κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων του ενός διαπραγματευόμενου απέναντι στον άλλο που είναι αντίθετη με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, γ) ζημία, δ) υπαιτιότητα εκείνου που προκάλεσε τη ζημία, δηλαδή εκείνου που δεν τήρησε την πρέπουσα συμπεριφορά, και ε) αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της υπαίτιας αντισυναλλακτικής και κακόπιστης συμπεριφοράς του ζημιώσαντος και της ζημίας.  Κατά συνέπεια αυτός που, κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη σύμβασης και μετά από (πλειοδοτική) δημοπρασία, θα ματαιώσει τη σύναψη αυτής, με συμπεριφορά αντίθετη προς την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, με την έννοια της συναλλακτικής ευθύτητας και εντιμότητας (κατά την αντίληψη του έμφρονος συναλλασσόμενου) και θα προξενήσει, υπαίτια, ζημία, σε εκείνον που πίστεψε στις διαβεβαιώσεις ότι η σύναψή της πρέπει να θεωρείται βέβαιη, συνδεόμενη αιτιωδώς με την συμπεριφορά του, υποχρεούται να τον αποζημιώσει. Η αποζημίωση στην περίπτωση αυτή συνίσταται στο διαφέρον εμπιστοσύνης» και περιλαμβάνει κάθε ζημία του υπερθεματιστή, θετική και αποθετική (διαφυγόν κέρδος), η οποία συναρτάται με την δημιουργία της υπαιτίως διαψευσθείσας πεποιθήσεως για τη βέβαιη κατάρτιση της συμβάσεως (υποβολή δαπανών, ματαίωση ευκαιριών κ.λ.π.), όχι δε και τη ζημία από την μη εκπλήρωση αυτής (συμβάσεως), αφού η τελευταία αυτή ζημία προϋποθέτει καταρτισμένη σύμβαση. Έτσι, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν, δεν είναι, κατ` αρχήν, πράξη αντίθετη προς την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη η ενέργεια καθ` εαυτή εκείνου που προκηρύσσει – έστω και αν δεν υπάρχει στην διακήρυξη σχετική επιφύλαξη – να κηρύξει άγονη την δημοπρασία και να μην προβεί σε κατακύρωση, στη συνέχεια δε να καταρτίσει τη σύμβαση με τρίτο που δεν είχε συμμετάσχει στη δημοπρασία, εκτός αν υπάρχει αντίθετος όρος στην διακήρυξη. Κι αυτό γιατί, όπως αναφέρθηκε, η διακήρυξη δεν αποτελεί, κατά την σαφή έννοια της διάταξης του άρθρου 199 ΑΚ, πρόταση για την κατάρτιση σύμβασης, αφού πρόταση αποτελεί (μέχρι την επόμενη μεγαλύτερη προσφορά, την κατακύρωση ή τη ματαίωσή της), μόνον η προσφορά εκείνου που συμμετέχει στη δημοπρασία.  Αντίθετα, η διακοπή της δημοπρασίας και η κατάρτιση της σύμβασης με τρίτο που δεν συμμετείχε σε αυτή, παρά τις διαβεβαιώσεις εκείνου που προκηρύσσει προς τον υπερθεματιστή, ότι η κατακύρωση υπέρ αυτού είναι βέβαιη και η κατάρτιση της σύμβασης μαζί του εξασφαλισμένη, και η υπαιτίως εντεύθεν δημιουργία αντίστοιχης πεποίθησης στον υπερθεματιστή για την κατάρτιση της σύμβασης μαζί του, αποτελεί συμπεριφορά αντίθετη με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη και δημιουργεί υποχρέωση προς ανόρθωση της ζημίας, εφόσον υφίσταται και αιτιώδης συνάφεια μεταξύ αυτής και της ζημιογόνου συμπεριφοράς. Με την υπαίτια όμως, εναντίον της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών προκληθείσα, διάψευση της εμπιστοσύνης του μετασχόντος στη δημοπρασία, ως παραγωγό της προκληθείσας σ΄ αυτόν ζημίας, δεν συνδέεται αιτιωδώς η προσβαλλόμενη ζημία, που συνίσταται στις δαπάνες και τα έξοδα, στα οποία αυτός υποβλήθηκε  για την προετοιμασία και υποβολή της προσφοράς (προτάσεως), αφού αυτές, αποτελούσες αναγκαία συνθήκη για τη συμμετοχή στη δημοπρασία, θα επραγματοποιούντο σε κάθε περίπτωση, δηλονότι και αν δεν ελάμβανε χώρα η ζημιογόνος συμπεριφορά. Οι δαπάνες αυτές συνδέονται αποκλειστικά με τον επιχειρηματικό κίνδυνο του προτείνοντος,  ο οποίος μετέχει στη δημοπρασία χωρίς, κατά το νόμο, να είναι βέβαιος για την κατακύρωση σε αυτόν [ΟλΑΠ 37/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Εξάλλου, κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων επιβάλλεται η παροχή διασαφηστικών πληροφοριών και εξηγήσεων σε σχέση με το αντικείμενο της σύμβασης και μάλιστα τέτοιων που θα μπορούσαν να ασκήσουν επιρροή στην απόφαση του άλλου, δηλαδή η λεγόμενη υποχρέωση διαφώτισης και προστασίας. Πάντως, η υποχρέωση αυτή της διαφώτισης και προστασίας δεν φτάνει μέχρι το σημείο να επεκτείνεται και σε όσα θέματα το άλλο μέρος θα όφειλε και θα μπορούσε να πληροφορηθεί με δική του επιμελή έρευνα. Τέλος, αν ο συμβαλλόμενος κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων επιδείξει συμπεριφορά αντίθετη με τα χρηστά ήθη, αποκρύπτοντας, με πρόθεση, από τον αντισυμβαλλόμενο περιστατικά τα οποία, αν γνώριζε ο τελευταίος, θα μπορούσαν να τον επηρεάσουν στην κατάρτιση της συμβάσεως, τότε παράλληλα με την ευθύνη από τις διαπραγματεύσεις, θεμελιώνεται και αξίωση από αδικοπραξία, εφόσον συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 919 και 914 επ. του ΑΚ. [ΑΠ 1435/2015 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ].

(VI) Η ένδικη αγωγή, την οποία η ενάγουσα ασκεί και ως εκδοχέας των εταιριών «………..» και «…….», τυγχάνει ερευνητέα κατά το ελληνικό δίκαιο όσον αφορά της ίδιες  απαιτήσεις της ενάγουσας, καθώς επίσης και τις απαιτήσεις που εγείρει ως εκδοχέας της εταιρείας με την επωνυμία «………..». Ως προς τις απαιτήσεις, εν τούτοις, τις οποίες η ενάγουσα εγείρει ως εκδοχέας, δυνάμει συμβάσεως εκχώρησης, που κατήρτισε με την αλλοδαπή και δη εδρεύουσα, κατά την αγωγή [σελ. 3 αγωγής]στη …. του Λιβάνου εταιρεία με την επωνυμία «…………..», η ένδικη υπόθεση εμφανίζει στοιχειά αλλοδαπότητας. Ως προς  την κύρια, περί αδικοπραξίας βάση της αγωγής, κρίνεται ότι τυγχάνει εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο, το οποίο εφαρμόσθηκε και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 και 2 του Κανονισμού 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 2007, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη ΙΙ) «Το εφαρμοστέο δίκαιο επί εξωσυμβατικής ενοχής, η οποία απορρέει από αδικοπραξία, είναι το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία, ανεξαρτήτως της χώρας, στην οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, καθώς και της χώρας ή των χωρών, στις οποίες το εν λόγω γεγονός παράγει έμμεσα αποτελέσματα, εκτός αν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό». Κατά συνέπεια, επειδή το επικαλούμενο ζημιογόνο γεγονός συνέβη στην Ελλάδα, όπου κατά συνέπεια επήλθε η επικαλούμενη άμεση αρχική ζημία της εν λόγω εταιρείας, εφαρμοστέο και για την εν λόγω απαίτηση, την οποία ασκεί η ενάγουσα, επκαλούμενη σύμβαση εκχωρήσεως που κατήρτισε με την εν λόγω εταιρεία, εφαρμοστέο τυγχάνει το Ελληνικό Δίκαιο. Ενόψει δε, περαιτέρω, του ότι κατά το άρθρο 14 παρ.2 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι), κατά το οποίο «Το δίκαιο που διέπει την απαίτηση η οποία είναι αντικείμενο εκχώρησης ή υποκατάστασης καθορίζει το εκχωρητό της, τις σχέσεις μεταξύ εκδοχέα και οφειλέτη, τους όρους με τους οποίους μπορεί να γίνει επίκληση της εκχώρησης ή της υποκατάστασης έναντι του οφειλέτη και το εξοφλητικό αποτέλεσμα της παροχής του οφειλέτη», το ελληνικό δίκαιο τυγχάνει εφαρμοστέο και μεταξύ εκδοχέα, ήτοι εν προκειμένω της ενάγουσας και των οφειλετών – εναγομένων. Περαιτέρω, καθ’ο μέρος η ένδικη αγωγή [όσον αφορά στην απαίτηση, την οποία η ενάγουσα ασκεί ως εκδοχέας της ανωτέρω αλλοδαπής εταιρείας] επιχειρείται να θεμελιωθεί στην ένδικη σύμβαση, ομοίως κρίνεται ότι εφαρμοστέο τυγχάνει το ελληνικό δίκαιο, το οποίο εξάλλου εφαρμόσθηκε και υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως και δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης από κανέναν των διαδίκων, δεδομένου ότι η επικαλούμενη με την αγωγή σύμβαση (παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών) από το σύνολο των επικαλούμενων στην αγωγή περιστάσεων της ένδικης υπόθεσης προκύπτει ότι συνδέεται στενότερα με την Ελλάδα [άρθρο 4 πα.ρ3 με αριθμό 593/2008 Κανονισμού Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι), εφόσον στην Ελλάδα η αλλοδαπή ανωτέρω εταιρεία, ανέλαβε, κατά την αγωγή, να παράσχει τις υπηρεσίες της, όπου και καταρτίσθηκε η ένδικη σύμβαση. Εξάλλου, τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου επικαλούνται άπαντες οι διάδικοι, επιπροσθέτως δε, το ελληνικό δίκαιο εφαρμόσθηκε υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, χωρίς κατά τούτο να προσβάλλεται αυτή (εκκαλουμένη απόφαση) με λόγο έφεσης.

(V) H αγωγή, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, όσον αφορά τη βάση αυτής περί αδικοπραξίας λόγω απάτης (386 ΠΚ), την οποία μετήλθαν, κατά την ενάγουσα, οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες από κοινού ενεργούσες μετά της όγδοης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων, σε βάρος του νομίμου εκπροσώπου αυτής και των εταιρειών «……….» και «…….», .. ………., προκειμένου αυτός (. ……….) να προβεί σε έγγραφες και προφορικές δεσμεύσεις και να συμπράξει για την κατάρτιση της σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, μεταξύ αυτών (επτά πρώτων εναγομένων) και της όγδοης εναγομένης, με την παροχή υπ’ αυτού (. ……….) στοιχείων των ανωτέρω εταιρειών του και αποδεικτικών της εμπειρίας και τεχνογνωσίας τους στο αντικείμενο της διαχείρισης πλοίων, ακόμα κι αν πράγματι ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας και των ανωτέρω δύο εταιρειών του Ομίλου, . ………., πείσθηκε προς τούτο, ήτοι στην προφορική και έγγραφη δέσμευσή του και στην παροχή των αναφερομένων στην αγωγή στοιχείων και αποδείξεων των εταιρειών του, από τις αναφερόμενες στην αγωγή ψευδείς διαβεβαιώσεις απάντων των εναγομένων, μεταξύ των οποίων και των επτά πρώτων εναγομένων, πλοιοκτητριών εταιρειών, ενεργούντων δια των νομίμων εκπροσώπων τους και των αρμοδίων υπαλλήλων τους για τον εν λόγω διαγωνισμό – προστηθέντων αυτών και του δεκάτου των εναγομένων, συνιστάμενες (οι ψευδείς διαβεβαιώσεις) στο ότι (α) η ουσιαστική διαχείριση – εκτέλεση του έργου θα εγίνετο από τις τρεις εταιρείες του ομίλου του και ότι θα είχαν οικονομικό όφελος εργολαβικής αμοιβής, ανερχόμενο στο ποσό των 540.000 ευρώ, (β) ήταν απολύτως βεβαία και κατοχυρωμένη η εκτέλεση του επιδίκου έργου της διαχείρισης για τις ως άνω εταιρείες του Ομίλου ………. ………. και επομένως και η ανωτέρω συνομολογηθείσα εργολαβική αμοιβή, αφενός μεν με τη διαλυτική αίρεση που έθεσαν στις ως άνω συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης πλοίων που καταρτίσθηκαν μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και της όγδοης εναγομένης, αφ’ ετέρου δε με την πρόβλεψη περί απαγόρευσης καταγγελίας της σύμβασης που συνέδεε τις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου με την όγδοη εναγομένη, χωρίς σπουδαίο λόγο (γ) προϋπόθεση έναρξης και λειτουργίας της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων στην όγδοη εναγομένη ήταν η εκτέλεση της ουσιαστικής διαχείρισης, καθ’ όλη την ετήσια διάρκεια αυτής, υπό των εταιρειών του Ομίλου, επ’ απειλή διαλυτικής αιρέσεως, τυγχάνει μη νόμιμη, και ορθώς ως τέτοια απερρίφθη υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, απορριπτομένων των, περί του αντιθέτου, τετάρτου, πέμπτου και ογδόου λόγων έφεσης της ενάγουσας, κατά τούτο, διότι και αληθή υποτιθέμενα τα ανωτέρω, η επικαλούμενη με την αγωγή ζημία, της οποίας η αποκατάσταση ζητείται, δεν συνδέεται άμεσα αιτιωδώς με την ανωτέρω συμπεριφορά των εναγομένων. Το ποσό των 45.000 ευρώ μηνιαίως και συνολικά, για ένδεκα μήνες, το ποσό των 495.000 ευρώ, το οποίο αξιώνει η ενάγουσα, ως αποζημίωση συνεπεία της ανωτέρω συμπεριφοράς των εναγομένων, κατά την αγωγή, είναι η αμοιβή, την οποία οι εταιρείες του Ομίλου θα ελάμβαναν, εάν η διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων πράγματι ανατίθετο στην όγδοη εναγομένη, την οποία θα εκτελούσαν αυτές (εταιρείες του Ομίλου), δυνάμει πλέον της συμβάσεως που είχε καταρτισθεί μεταξύ των εταιρειών του Ομίλου και της όγδοης εναγομένης και δεν συνιστά μείωση της υφισταμένης κατ’ εκείνο το χρόνο περιουσίας της ενάγουσας, ούτε με τη μορφή της μείωσης προσδοκώμενου με βεβαιότητα κέρδους, ήτοι ότι επήλθε αποθετική ζημία στην ενάγουσα, εφόσον κατά την αγωγή, προϋπόθεση λειτουργίας της μεταξύ των εταιρειών του Ομίλου και της όγδοης εναγομένης σύμβασης ήταν η ανάθεση του έργου στην όγδοη εναγομένη από τις επτά πρώτες εναγόμενες. Όμοια κρίνοντας και η εκκαλουμένη απόφαση, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, η οποία αντικαθίσταται με την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), ορθά εφάρμοσε και ερμήνευσε τις διατάξεις των άρθρων 914 ΑΚ και 386 ΠΚ, απορριπτομένων των, περί του αντιθέτου, τετάρτου, πέμπτου και ογδόου λόγων της ένδικης έφεσης της ενάγουσας, καθ’ο μέρος με αυτούς, όπως το περιεχόμενό τους εκτιμήθηκε, πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων κατά την απόρριψη της, περί αδικοπραξίας λόγω απάτης (386 ΠΚ), κύριας βάσης της ένδικης αγωγής. Καθ’ο μέρος δε με την ένδικη αγωγή η, περί αδικοπραξίας λόγω απάτης, βάση αυτής, εκτιμάται ότι επιχειρείται να θεμελιωθεί στο ότι, η ανωτέρω συμπεριφορά των εναγομένων κατέτεινε στην κατάρτιση της επικαλούμενης με την αγωγή συμβάσεως μεταξύ των εταιρειών του Ομίλου και της όγδοης εναγομένης, ενόψει της οποίας οι εταιρείες του Ομίλου θα εδικαιούντο την, κατά την αγωγή, αμοιβή των ευρώ 45.000 μηνιαίως, την οποία ως ζημία, συνεπεία της ανωτέρω συμπεριφοράς των εναγομένων, η ενάγουσα αξιώνει (άρθρα 147 και 914 ΑΚ), ή ακόμη και στην υπογραφή των από 21.3.2016 συμφωνητικών, δεδομένου ότι στην αγωγή δεν προσδιορίζονται στη σελίδα 48 σε ποίες προφορικές ή έγγραφες συμβάσεις του νομίμου εκπροσώπου αυτής η ενάγουσα αναφέρεται, η επικαλούμενη ζημία, της οποίας η αποκατάσταση ζητείται, δεν επήλθε ως αποτέλεσμα της δήλωσης βούλησης των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου που περιείχοντο στις ανωτέρω συμβάσεις (ΑΠ 481/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αλλά αυτή (επικαλούμενη ζημία) αποτελεί το όφελος, το οποίο αυτές (εταιρείες του Ομίλου) θα ελάμβαναν, εάν οι εν λόγω συμβάσεις λειτουργούσαν, κατά την κανονική πορεία των πραγμάτων. Επομένως, η βάση της ένδικης, περί αδικοπραξίας λόγω απάτης, αγωγή, επιχειρούμενη να θεμελιωθεί στις διατάξεις των άρθρων 914 ΑΚ σε συνδυασμό με 147 ΑΚ, τυγχάνει μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, ορθώς απερρίφθη υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως για όλους τους εναγόμενους, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, η όποια αντικαθίσταται με την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), απορριπτομένων κατά τούτο, των ανωτέρω δευτέρου, τρίτου, τετάρτου, πέμπτου και ογδόου λόγων της ένδικης έφεσης της ενάγουσας, με τους οποίους πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση καθ’ο μέρος απέρριψε την κύρια, περί αδικοπραξίας, βάση  της ένδικης αγωγής, ως προς άπαντες τους εναγομένους, καθ’ο μέρος αυτή (βάση αγωγής) στηρίζονταν στη  σε βάρος της (και των δύο εταιρειών του Ομίλου που κατά την αγωγή της εκχώρησαν τις ένδικες αξιώσεις) παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των εναγομένων, συνισταμένη σε απατηλή σε βάρος του νομίμου εκπροσώπου τους συμπεριφορά, η οποία τον οδήγησε να συμβληθεί προφορικώς και εγγράφως (άρθρο 147 ΑΚ σε συνδυασμό με άρθρο 914 ΑΚ). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η διάταξη του άρθρου 147 ΑΚ αφορά σε δηλώσεις βούλησης και όχι σε υλικές πράξεις.

(VI) Περαιτέρω, η αγωγή, όσον αφορά τη βάση αυτής περί αδικοπραξίας και δη παραβίασης των διατάξεων των άρθρων 914, 919, 281, 288  ΑΚ, με την οποία αξιώνεται αποζημίωση από την ενάγουσα, συνεπεία της παράνομης, υπό την έννοια της καταχρηστικής καταγγελίας της ένδικης σύμβασης διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, ορισμένου χρόνου, η οποία είχε καταρτισθεί μεταξύ  των εταιρειών του Ομίλου και της όγδοης εναγομένης, υπό του ενάτου εναγομένου, νομίμου εκπροσώπου αυτής, ενόψει των επικαλούμενων στην αγωγή κινήτρων αυτού και του σκοπού της καταγγελίας της σύμβασης, του είδους και των μέσων που χρησιμοποιήθηκαν από αυτόν (ένατο εναγόμενο) για την επίτευξη του σκοπού του και τις εν γένει περιστάσεις, υπό τις οποίες αυτή έλαβε χώρα, όπως αυτές περιγράφονται στην αγωγή, για την πραγματοποίηση της οποίας ο ένατος εναγόμενος κατόπιν οργανωμένου σχεδίου, είχε τη συνδρομή και των λοιπών (πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης έκτης, έβδομης και δεκάτου) εναγομένων στην αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων της όγδοης εναγομένης, ως προς την αξιούμενη από την ενάγουσα αποζημίωση, για τη ζημία που υπέστη η ίδια ατομικά, αλλά και ως εκδοχέας των εταιρειών με την επωνυμία «…………………..» και «…………..», κρίνεται νόμιμη, ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 914, 919, 281, 288, 926 εδ.α, 932, 297, 298, 299, 330, 345, 346, 480 επ. ΑΚ και 70 ΚΠολΔ, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της πρώτης περίπτωσης του άρθρου 926 εδ.α ΑΚ διότι, μολονότι δεν υπάρχει «κοινή πράξη» υπό την έννοια ότι η καταγγελία της εν λόγω σύμβασης, από την οποία επήλθε και η ζημία της ενάγουσας, ηδύνατο να λάβει χώρα μόνον από την αντισυμβαλλομένη της ενάγουσας εταιρεία (όγδοη εναγομένη), κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, υπήρχε συμμετοχή απάντων των εναγομένων στην καταγγελία της εν λόγω σύμβασης (πρβλ. Γ. Γεωργιάδης, ΣΕΑΚ υπό το άρθρο 926 σελ. 1884, παρ.10, 12). Επομένως, ορθά εφαρμόζοντας τον νόμο και ερμηνεύοντας τις ανωτέρω διατάξεις, η εκκαλουμένη απόφαση, έκρινε νόμιμη την ένδικη αγωγή καθ’ο μέρος ηγέρθη σε βάρος του ενάτου και της όγδοης εναγομένης, απορριπτομένου κατά τούτο του περί του αντιθέτου, δευτέρου λόγου της ένδικης έφεσης της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων (κατά το τρίτο σκέλος του), με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση, για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και δη της διατάξεως του άρθρου 919 ΑΚ. Αντίθετα, έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο πρώτο λόγο έφεσης (κατά το δεύτερο σκέλος του) και τον όγδοο λόγο της πρώτης κρινόμενης έφεσης της ενάγουσας, με τους οποίους πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση, διότι απέρριψε την κύρια, περί αδικοπραξίας, βάση της ένδικης αγωγής, καθ’ο μέρος ηγέρθη σε βάρος του δεκάτου των εναγομένων, καθώς επίσης και των δευτέρου, τετάρτου, πέμπτου, εβδόμου και ενάτου των λόγων της έφεσης της ενάγουσας και δευτέρου και τρίτου προσθέτων λόγων έφεσης της ενάγουσας, με τους οποίους πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση, απορρίπτοντας την ένδικη αγωγή, καθ’ο μέρος ηγέρθη σε βάρος των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, ως μη νόμιμη, καθ’ο μέρος η παράνομη συμπεριφορά επιχειρείται όπως θεμελιωθεί στις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 914, 919, 281, 288 ΑΚ. Πρέπει, επομένως, κατά τούτο να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και αφού το παρόν Δικαστήριο κρατήσει την ένδικη υπόθεση να δικάσει αυτή (άρθρο 535 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, η ένδικη αγωγή, κατά την ανωτέρω κύρια βάση της, που κρίνεται νόμιμη ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 297, 298, 299, 330, 340, 345, 346, 361, 455 επ. 480, 481, 681, 676, 649, 713 επ. 914, 919, 926, 932  ΑΚ, 70 και 176 ΚΠολΔ, η οποία δεν είναι όμοια, κατά περιεχόμενο, με την από 25/3/2017 προγενέστερη αγωγή της ήδη ενάγουσας κατά των εναγομένων, η οποία εκρίθη αόριστη, με τη με αριθμό 4150/2018, απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς των όγδοης και ενάτου των εναγομένων, που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις τους, τις οποίες κατέθεσαν επί της ένδικης έφεσής τους, τυγχάνει και επαρκώς ορισμένη, εφόσον σαφώς αναφέρεται η σύμβαση προσωπικού χαρακτήρα, η οποία καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων και δη της ενάγουσας και της όγδοης εναγομένης, η οποία κατά την αγωγή ήταν ορισμένου χρόνου, το ποσό της συνομολογηθείσας αμοιβής και ότι αυτή (συνομολογηθείσα αμοιβή) σε κάθε περίπτωση τυγχάνει ειθισμένη, ενόψει του ότι στην έννοια της ευλόγου αμοιβής περιέχεται και η ειθισμένη τοιαύτη, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι η καταγγελία, στην οποία προέβη ο ένατος εναγόμενος για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης, με τη συνδρομή των λοιπών εναγομένων, τυγχάνει καταχρηστική και, ως εκ τούτου παράνομη, οι δε εναγόμενοι ενήργησαν εν γνώσει και προς βλάβη της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου, καθώς επίσης και ότι η ζημία την οποία υπέστη η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με την επικαλούμενη παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των εναγομένων, συνίσταται στο ποσό της αμοιβής που είχε συνομολογηθεί μηνιαίως έως της λήξεως του συμφωνηθέντος ορισμένου χρόνου διάρκειας της εν λόγω σύμβασης, μεταξύ της όγδοης εναγομένης αφενός και της ενάγουσας, καθώς και των εταιρειών «……….» και «………………» αφετέρου. Για τον ορισμένο δε προσδιορισμό της ζημίας, δεν απαιτείται, όπως αναφέρεται και στη οικεία νομική σκέψη της παρούσας, η αναφορά των δαπανών των οποίων η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες «……….» και «……..» τυχόν εξοικονόμησαν από τη μη λειτουργία της ένδικης σύμβασης. Εξάλλου, όσον αφορά στο μέρος της απαίτησης από την εν λόγω αδικοπραξία, το οποίο η ενάγουσα ασκεί ως εκδοχέας των απαιτήσεων των ανωτέρω δύο εταιρειών του ομίλου, σαφώς αναφέρει ότι η αξίωση αυτών από την επίδικη αδικοπραξία εκχωρήθηκε στην ενάγουσα, από τις ανωτέρω εταιρείες, προφορικά, τον μήνα Ιούνιο του έτους 2016, καθώς επίσης ότι, την εκχώρηση αυτή ανήγγειλε η ενάγουσα στις εναγόμενες με την προηγούμενη από 25.3.2017 αγωγή της και σε κάθε περίπτωση ότι αναγγέλλει αυτή με την ένδικη αγωγή της.

(VII) Περαιτέρω, όσον αφορά στην πρώτη επικουρική βάση της ένδικης αγωγής, στα πλαίσια του ιστορικού της οποίας, αναφέρεται ότι, οι επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες, αποδέχθηκαν την όγδοη εναγομένη, αντισυμβαλλομένη τους στις συμβάσεις ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους, ως «παρένθετο» πρόσωπο της ενάγουσας εταιρείας και των εταιρειών «………..» και «………….», αυτή τυγχάνει μη νόμιμη, καθ’ο μέρος εγείρεται κατά των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών. Τούτο διότι, δια της χρήσεως της αναμφίβολα γνωστής έννοιας «παρένθετος», υπονοούνται τα προκαθορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία την έννοιας αυτής [ΑΠ 866/2017 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου] και δη ότι η όγδοη εναγομένη ενήργησε, κατά την κατάρτιση των εν λόγω συμβάσεων, για λογαριασμό της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, πλην όμως στο δικό της (όγδοης εναγομένης) όνομα, δηλαδή όχι ως άμεσος αντιπρόσωπος αυτών. Συνεπεία τούτου, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας οι, μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και της ενεργούσας ως παρενθέτου προσώπου όγδοης εναγομένης, καταρτιθείσες συμβάσεις, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, να είναι σοβαρές και όχι εικονικές, με περαιτέρω συνέπεια, τα αποτελέσματα από τις ανωτέρω συμβάσεις ανάθεσης να επέλθουν στο πρόσωπο της όγδοης εναγομένης. Ως εκ τούτου, κατά τα εκτιθέμενα στην πρώτη επικουρική βάση της αγωγής πραγματικά περιστατικά, δεν γεννάται αξίωση της ενάγουσας προς έγερση απαιτήσεων καταβολής της συμφωνηθείσας αμοιβής, που οι ανωτέρω επτά εναγόμενες συμφώνησαν στα πλαίσια των συμβάσεων, που κατήρτισαν με την όγδοη εναγομένη. Επομένως, ορθώς υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως απερρίφθη η εν λόγω (πρώτη επικουρική βάση) ως προς τις επτά πρώτες εναγόμενες ως μη νόμιμη, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, η οποία αντικαθίσταται με την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), απορριπτομένων, κατά τούτο των πρώτου (κατά το πρώτο σκέλος του), έκτου, ενδέκατου λόγων εφέσεως της ενάγουσας και πρώτου προσθέτου λόγου, καθ’ο μέρος εκτιμάται ότι πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εφαρμογή του νόμου, καθ’ο μέρος απέρριψε ως μη νόμιμη την πρώτη επικουρική βάση της ένδικης αγωγής ως προς τις επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες.

(VIII) Η ενάγουσα, περαιτέρω, με την ένδικη αγωγή της, προκειμένου να θεμελιώσει ενδοσυμβατική ευθύνη της όγδοης εναγομένης προς καταβολή της συμφωνηθείσας αμοιβής αυτής και των εταιρειών «…………» και «……», επικαλείται συμφωνία των ανωτέρω εταιρειών αφενός και της όγδοης εναγομένης αφ’ ετέρου, με την οποία, αντί αμοιβής, ανέλαβαν, όπως αυτές εκτελέσουν τη διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, υποχρέωση που κατά την αγωγή είχε η όγδοη εναγομένη δυνάμει συμβάσεως αναθέσεως της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, τις οποίες αυτές είχαν καταρτίσει με την όγδοη εναγομένη. Ενόψει του ότι η σύμβαση ανάθεσης της διαχείρισης πλοίου, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, φέρει τα χαρακτηριστικά της ενοχικής συμβάσεως παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, στην οποία συμπληρωματικώς εφαρμόζονται και οι περί εντολής διατάξεις του ΑΚ [ΑΠ 1988/2014 ο.π.] η επικαλούμενη με την αγωγή σύμβαση, που η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου είχαν καταρτίσει με την όγδοη εναγομένη, αποτελεί κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, ομοίως σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, στην οποία εφαρμόζονται συμπληρωματικά και οι διατάξεις περί εντολής. Περαιτέρω, η ενάγουσα, στα πλαίσια της δεύτερης επικουρικής βάσης της αγωγής αξιώνει υπό της όγδοης εναγομένης τη συνομολογηθείσα γι’ αυτήν και τις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου αμοιβή, συνεπεία της επικαλούμενης στην αγωγή καταγγελίας της σύμβασης αυτής, που έλαβε χώρα υπό της όγδοης εναγομένης την 21.3.2016, η οποία φέρει τα χαρακτηριστικά καταχρηστικής καταγγελίας. Ενόψει του ότι η σύμβαση εντολής λύεται ακόμη κι αν η καταγγελία αυτής από τον εντολέα έλαβε χώρα άκαιρα ή καταχρηστικά, όπως σχετικά αναφέρεται στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, η με την αγωγή αξίωση της συμφωνηθείσας, κατά την αγωγή, αμοιβής της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου, από την επικαλούμενη από αυτήν σύμβαση που αυτές (ενάγουσα και εταιρείες «……….» και «…….», είχαν καταρτίσει με την όγδοη εναγομένη, εκτιμάται ότι αυτή (αμοιβή) αναζητείται, ενόψει της επικαλούμενης καταγγελίας, ως αποζημίωση, από τη λήξη της σύμβασης δια της επικαλούμενης στην αγωγή καταγγελίας από τον όγδοη εναγομένη, έως του συμφωνημένου χρόνου διάρκειας της σύμβασης, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 361, 676, 649, 297, 298, 723, 724 και 725 ΑΚ. Η δεύτερη επικουρική βάση της αγωγής, όπως ανωτέρω εκτιμήθηκε, τυγχάνει νόμιμη, όπως ορθώς κρίθηκε και με την εκκαλουμένη απόφαση, πλην όμως θεμελιούμενη στις ανωτέρω διατάξεις των ανωτέρω άρθρων 361, 676, 649, 297, 298, 723, 724 και 725 ΑΚ. Περαιτέρω, η ένδικη αγωγή, τυγχάνει και επαρκώς ορισμένη, όσον αφορά στην απαίτηση της ίδιας της ενάγουσας για την ιδική της, εκ ποσού ευρώ 15.000 μηνιαία αμοιβή, εφόσον σαφώς αναφέρεται η σύμβαση, η οποία καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων και δη της ενάγουσας και της όγδοης εναγομένης, το ποσό της συνομολογηθείσας αμοιβής και ότι η συνομολογηθείσα αμοιβή σε κάθε περίπτωση τυγχάνει ειθισμένη, ενόψει του ότι στην έννοια της ευλόγου αμοιβής περιέχεται και η ειθισμένη τοιαύτη, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι η καταγγελία, στην οποία προέβη ο ένατος εναγόμενος για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης, τυγχάνει καταχρηστική, καθώς επίσης και ότι η ζημία, την οποία υπέστη η ενάγουσα συνεπεία της εν λόγω καταγγελίας, συνίσταται στο ποσό της αμοιβής που είχε συνομολογηθεί μηνιαίως έως της λήξεως του συμφωνηθέντος ορισμένου χρόνου διάρκειας της εν λόγω σύμβασης. Επομένως, ορθά υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως έγινε κατά τούτο, ήτοι καθ’ο μέρος ηγέρθη από την ενάγουσα, όσον αφορά στην ιδική της, εκ ποσού ευρώ 15.000 αμοιβή, η οποία ζητείται ως αποζημίωση και δη διαφυγόν κέρδος, από την επίδικη καταγγελία, ως ορισμένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου, πρώτου λόγου της ένδικης έφεσης της όγδοης των εναγομένων, ως αβασίμου στην ουσία του, εφόσον για το ορισμένο αυτής [δεύτερης επικουρικής βάσης] δεν απαιτείται, όπως αναφέρεται και στη οικεία νομική σκέψη της παρούσας, η αναφορά των δαπανών, τις οποίες η ενάγουσα τυχόν εξοικονόμησε από τη μη λειτουργία της ένδικης σύμβασης. Αντίθετα, καθ’ο μέρος η ενάγουσα, με τη δεύτερη επικουρική βάση της αγωγής της, εγείρει απαιτήσεις ως εκδοχέας των εταιρειών «……….» και «……..», για τη ζημία που αυτές υπέστησαν εκ της εν λόγω καταγγελίας, συνισταμένη στο διαφυγόν κέρδος και δη στην αμοιβή, την οποία αυτές θα απεκόμιζαν, εάν η σύμβαση λειτουργούσε έως της λήξεως του χρόνου διάρκειας της σύμβασής τους με την όγδοη εναγομένη, ανερχομένη στο ποσό των ευρώ 165.000 για εκάστη των ανωτέρω εταιρειών, δεδομένου ότι αυτή αξιώνεται όχι ως αμοιβή, αφού η επικαλούμενη με την αγωγή σύμβαση που συνέδεε αυτές τις εταιρείες με την όγδοη εναγομένη ως σχέση εμπιστοσύνης, λύεται ακόμη και σε περίπτωση άκαιρης ή καταχρηστικής καταγγελίας, αλλά ως αποζημίωση και δη αποθετική ζημία, την οποία υπέστησαν από την καταγγελία της σύμβασης, η ένδικη αγωγή κρίνεται αόριστη, κατά τον βάσιμο πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης της όγδοης εναγομένης, εφόσον η ενάγουσα δεν αναφέρει τα αναγκαία για την ενεργητική της νομιμοποίηση στοιχεία. Ειδικότερα, αν και με την ένδικη αγωγή της η ενάγουσα αναφέρει σαφώς, ότι την 22.3.2016 της εκχωρήθηκε από τις ανωτέρω εταιρίες «………..» και «…………….», η αξίωση αυτών περί καταβολής της συνομολογηθείσας εργολαβικής αμοιβής, επιπλέον δε  στη σελίδα 56 αυτής (αγωγής), αναφέρει ότι, προφορικά τον μήνα Ιούνιο 2016, της εκχωρήθηκε η απαίτηση υλικής αποζημίωσης αυτών λόγω της επικαλούμενης στην αγωγή αδικοπραξίας, δεν αναφέρει και δη σαφώς, ότι οι ανωτέρω δύο εταιρείες της εκχώρησαν και την (δευτερογενή) αξίωση αυτών προς αποζημίωση, λόγω της πρόωρης λύσης της ένδικης σύμβασης, από την όγδοη εναγομένη ή ότι η γενομένη την 22.3.2016 εκχώρηση αφορούσε το σύνολο των μελλοντικών απαιτήσεων από την επίδικη έννομη σχέση. Τέτοια επίκληση δεν δύναται να εκτιμηθεί ότι περιέχεται στις σελίδες 25 και 26 της ένδικης αγωγής όπου η ενάγουσα αναφέρει «… Περαιτέρω, η ως άνω απαίτηση περί υλικής ζημίας αποζημιώσεως …. αντίστοιχη της μηνιαίας εργολαβικής αμοιβής …. εκχωρήθηκε με προφορική σύμβαση προς την ενάγουσα εταιρεία – εκδοχέα, η οποία έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 2016…», ενόψει του ότι στις σελίδες 58 και 59 της ένδικης αγωγής, σαφώς αναφέρεται ότι, η προφορική συμφωνία εκχώρησης απαιτήσεων που καταρτίσθηκε μεταξύ της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών, αφορούσε την αξίωση προς αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας, διότι αναφέρει σχετικά «… Η εκχώρηση προς την ενάγουσα της απαίτησης των δύο άλλων εταιρειών του Ομίλου – συνδιαχειριστριών προς υλική αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας, η οποία θα μπορούσε να υπολογιστεί με βάση την προφορικώς συμφωνηθείσα μηνιαία εργολαβική αμοιβή επί της συμφωνηθείσης διάρκειας του έργου διαχείρισης έλαβε χώρα τον Ιούνιο του έτους 2016 και αναγγέλθηκε με την επίδοση είτε της προγενέστερης είτε της παρούσης αγωγής…». Επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία έκρινε την ένδικη αγωγή ορισμένη ως προς τη δεύτερη επικουρική της βάση και καθ’ο μέρος εγείρεται από την ενάγουσα ως εκδοχέας των απαιτήσεων των ανωτέρω εταιρειών «……………………….» και «…………..», έσφαλε περί την εφαρμογή του νόμου και δη των διατάξεων 216, 118 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με τα άρθρα 455 ΑΚ, με τη σημείωση ότι η επίδικη αξίωση αποτελεί, ως αξίωση αποζημίωσης, δευτερογενή απαίτηση από την επικαλούμενη στην αγωγή καταχρηστική καταγγελία της σύμβασης, που συνέδεε τις εν λόγω δύο εταιρείες με την όγδοη εναγομένη και όχι η πρωτογενώς οφειλόμενη αμοιβή κατά την ίδια σύμβαση, έστω κι αν αμφότερες είναι χρηματικές, ενόψει της επικαλούμενης με την αγωγή καταγγελίας της σύμβασης, που συνέδεε τις ανωτέρω εταιρείες με την όγδοη εναγομένη. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει, ως προς την εν λόγω δεύτερη επικουρική βάση, γενομένου εν μέρει δεκτού του πρώτου λόγου της ένδικης έφεσης της όγδοης εναγομένης, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση, διότι απέρριψε τον πρωτοδίκως προβληθέντα ισχυρισμό της περί αοριστίας της ένδικης αγωγής, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά τούτο και ακολούθως, αφού το παρόν Δικαστήριο κρατήσει και δικάσει την ένδικη αγωγή κατά τη δεύτερη επικουρική της βάση (άρθρο 535 ΚΠολΔ), να απορρίψει αυτή κατά τη δεύτερη επικουρική της βάση, ως αόριστη, καθ’ο μέρος η ενάγουσα εγείρει αυτήν ως δικαιούχος, λόγω εκχωρήσεως της απαίτησης προς αποζημίωση από τις ανωτέρω εταιρείες «………..» και «…….». Τέλος, (ΙΧ) όσον αφορά την ένδικη αγωγή, καθ’ο μέρος η ενάγουσα αξιώνει τη συμφωνηθείσα αμοιβή για τις εργασίες διαχείρισης των αναφερομένων στη αγωγή πλοίων, τις οποίες πραγματοποίησαν αυτή και οι εταιρείες του Ομίλου «………………………» και «……………», για διάστημα ενός μηνός και δη από 21.3.2016 έως 21.4.2016, κατόπιν συμβάσεως που κατήρτισαν αυτές με την όγδοη εναγομένη, την οποία αξιώνει και ως ειθισμένη αμοιβή, ως αντισυμβαλλομένη αυτής κατά το ποσό των ευρώ 15.000 και κατά το υπόλοιπο ποσό των 30.000 ευρώ, κατόπιν της επικαλούμενης με την αγωγή από 23.3.2016 συμβάσεως εκχώρησης της απαίτησης, που οι ανωτέρω δύο εταιρείες του Ομίλου διατηρούν για την ίδια αιτία σε βάρος της όγδοης εναγομένης, η αγωγή τυγχάνει νόμιμη, ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 676, 649, 713 επ. 455 επ. 345, 346 ΑΚ και επαρκώς ορισμένη, δεδομένου ότι αναφέρονται τα κατά νόμο στοιχεία και δη η συνομολογηθείσα σύμβαση και η συμφωνημένη, άλλως ειθισμένη αμοιβή, ότι οι συνομολογημένες υπηρεσίες παρασχέθηκαν κατά την επίδικη περίοδο, η σύμβαση εκχώρησης που καταρτίσθηκε μεταξύ της ενάγουσας και των εταιρειών «……….» και «…………..» και ότι η εν λόγω εκχώρηση αναγγέλθηκε από την ενάγουσα στην όγδοη εναγομένη την 25.3.2015 δια της επιδόσεως προγενέστερης αγωγής αυτής στην όγδοη εναγομένη, καθώς επίσης, ότι σε κάθε περίπτωση αναγγέλλεται με την ένδικη αγωγή. Επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία κρίθηκε ορισμένη η αγωγή κατά το ανωτέρω αίτημα αυτής, ορθά εφάρμοσε και ερμήνευσε το νόμο, με αποτέλεσμα, ο περί αοριστίας της αγωγής πρώτος λόγος έφεσης της όγδοης εναγομένης, να τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος στην ουσία του.

(Χ) Από την εκτίμηση των, περιεχομένων στις με αριθμό ……/24.5.2019, …./24.5.2019 και ………/24.5.2019 ένορκες βεβαιώσεις, ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ………, αντίστοιχα, οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της ενάγουσας, ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………, κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως των αντιδίκων της, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με αριθμό ………..από 16.5.2016 εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ……….., των περιεχομένων  στις με αριθμό ……… από 4.6.2019 ένορκες βεβαιώσεις ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ……….., οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια των επτά πρώτων εναγομένων,  ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……., κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως της ενάγουσας, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό …./30.5.2019  έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών … …, των περιεχομένων στις με αριθμό ……. από 11.6.2019 ένορκες βεβαιώσεις, ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων …………. και …………., οι οποίες ελήφησαν με επιμέλεια της όγδοης και ενάτου των εναγομένων ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………., κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλητεύσεως της ενάγουσας, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό ………. από 6.6.2019 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς ………… και τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν ορισμένα εξ αυτών για πρώτη φορά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή από βαριά αμέλεια (άρθρο 529 ΚΠολΔ), μεταξύ των οποίων (εγγράφων) και το με αριθμό …../2021 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιώς, με τη σημείωση ότι το παρόν Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από το δεδικασμένο αυτού, δίχως παράλληλα να παραβιάζεται το τεκμήριο αθωότητος των εκεί κατηγορουμένων (ΟλΑΠ 4/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), καθώς επίσης και των με αριθμό ………/22.5.2017, ……./22.5.2017, ………/22.5.2017, ……./ 30.5.2017, ………./30.5.2017 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ……………., οι οποίες άπασες ελήφθησαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……… με επιμέλεια της ήδη ενάγουσας στα πλαίσια άλλης δίκης, των με αριθμό …………. από 24.7.2017 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων …………., οι οποίες ελήφθησαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς . … με επιμέλεια των επτά πρώτων εναγομένων στα πλαίσια προηγούμενης δίκης των διαδίκων, των με αριθμό …. από 31.8.2017 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων . ………., ….. .. και . ………., οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων στα πλαίσια άλλης δίκης μεταξύ των αυτών διαδίκων, της με αριθμό …/11.1.2023 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρος … …., η οποία ελήφθη στα πλαίσια άλλης δίκης, απεδείχθησαν κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο………., ένατος εναγόμενος, δραστηριοποιούμενος πάνω από δύο (2) δεκαετίες στο χώρο των επιχειρήσεων (ναυτιλία, ξενοδοχεία, εστίαση), πληροφορήθηκε, κατά το έτος 2015, ότι η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο «……….», μητρική εταιρεία των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, επρόκειτο να προκηρύξει διαγωνισμό, με αντικείμενο την εξεύρεση αναδόχου προς παροχή, αντί αμοιβής, υπηρεσιών διαχείρισης για τα πλοία των επτά πρώτων εναγομένων θυγατρικών της εταιρειών και ειδικότερα του έργου της παροχής υπηρεσιών τεχνικής διαχείρισης πλοίων, πληρωμάτων, εφοδιασμού τροφίμων, ανταλλακτικών, διευθέτησης της ασφάλισης των πλοίων για ολική / μερική απώλεια (Η&Μ), καθώς και ασφάλισης της ευθύνης τους προς τρίτους (Ρ&Ι), έκδοσης και διατήρησης των απαραίτητων πιστοποιητικών που προβλέπει ο Κώδικας Ασφαλούς Διαχείρισης και της τήρησης λογιστικών βιβλίων και μισθοδοσίας. Αρχικά προσέγγισε τον δέκατο εναγόμενο ………., όπως ο τελευταίος αναφέρει στις από 4.12.2022 έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στα πλαίσια της από 4.7.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2022 αγωγής του …. ………. σε βάρος του, με τον οποίο συμφώνησε να συνεργασθούν, προκειμένου να συμμετάσχουν στον εν λόγω διαγωνισμό. Επειδή αμφότεροι (ένατος και δέκατος των εναγομένων), αν και είχαν την οικονομική δυνατότητα να συμμετάσχουν στον εν λόγω διαγωνισμό [δεδομένου ότι, για τη συμμετοχή σε αυτόν απαιτείτο (α) η κατάθεση εγγυητικών επιστολών, τόσο για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό, όσο και ακολούθως, μετά την ανάθεση, καλής εκτέλεσης της σύμβασης και (β) η κατάρτιση συμβάσεων ασφαλίσεως αναφορικά με την ευθύνη τους έναντι των πλοιοκτητριών (Manager’s Liability Insurance)], εν τούτοις δεν διέθεταν την αναγκαία εμπειρία στο αντικείμενο της διαχείρισης πλοίων, απευθύνθηκαν στον . ………., ο οποίος μέσω εταιρειών συμφερόντων του, απασχολείτο με το εν λόγω αντικείμενο. Έλαβαν χώρα δύο συναντήσεις αυτών (ενάτου, δεκάτου των εναγομένων και . ……….) εκ των οποίων η πρώτη, περί τα τέλη του μηνός Οκτωβρίου 2015 και η δεύτερη την 2.11.2015, στις οποίες ο ένατος εναγόμενος, …. ………., εζήτησε από τον . ………. να συνεργασθούν, προκειμένου αυτός (… ……….) να αναλάβει, με τη συμμετοχή του στον επικείμενο διαγωνισμό το έργο της διαχείρισης των επτά πρώτων εναγομένων, μέσω εταιρείας συμφερόντων του, καλύπτοντας ο ίδιος τις οικονομικές απαιτήσεις του ανωτέρω διαγωνισμού και ο .. ………. δια εταιρειών του, την απαιτούμενη για την ανάθεση της διαχείρισης, τεχνογνωσία και εμπειρία σε θέματα τεχνικά διαχειριστικά. Ο ένατος εναγόμενος, προκειμένου να πείσει τον . ………. ότι θα ήταν συμφέρουσα γι’ αυτόν μια τέτοια συνεργασία, τον διαβεβαίωσε ότι εάν η πρότασή του γινόταν αποδεκτή, οι εταιρείες του ομίλου του (………. ……….) θα είχαν μεγάλο οικονομικό όφελος, ανερχόμενο στο ποσό των 500.000 ευρώ, περίπου, διότι καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, η διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, κατά το τεχνικό τους μέρος, θα εκτελείτο αποκλειστικά από τις εταιρείες συμφερόντων του (. ……….). Η εν λόγω πρόταση έγινε αποδεκτή από τον . ……….. Μάλιστα, όπως αποδεικνύεται από τις μαρτυρικές καταθέσεις των .. ………. και …….., έλαβε χώρα συνάντηση αυτών (ενάτου, δεκάτου των εναγομένων και . ……….) και με εκπροσώπους των ………., ήδη από τις αρχές του μηνός Νοεμβρίου 2015, προς διερεύνηση του τρόπου συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό. Κατόπιν των ανωτέρω συναντήσεων και συζητήσεων, ο μεν … ………., την 9.11.2015, προέβη στη σύσταση, μετά της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη εταιρείας «………………», συμφερόντων του, της ενάγουσας ναυτικής εταιρείας, έδρα της οποίας ορίσθηκε η πόλη του Πειραιά, οι δε ένατος εναγόμενος …… ………. και δέκατος εναγόμενος …………, μετά του μη διαδίκου στην παρούσα δίκη …………., συνέστησαν την όγδοη εναγομένη ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «………..» και δ.τ. «………..», η οποία καταχωρήθηκε στα Βιβλία Μητρώου Ναυτικών Εταιρειών του Ν. 959/79 (ΦΕΚ 192Α/24-08-1979) την 19-11-2015, με έδρα τη Γλυφάδα, σκοπός της οποίας, σύμφωνα με την παρ. 2.3.1. του καταστατικού της, ορίσθηκε η κυριότητα ελληνικών εμπορικών πλοίων και η εκμετάλλευση ή διαχείριση ελληνικών ή ξένης σημαίας εμπορικών πλοίων. Το πρώτο ΔΣ της εν λόγω εταιρείας προβλέφθηκε, με το εν λόγω καταστατικό, ότι θα αποτελείται από τον ένατο εναγόμενο . ………., ο οποίος ορίσθηκε Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος αυτής, τον δέκατο εναγόμενο ……….., ο οποίος ορίσθηκε γραμματέας του ΔΣ αυτής και τον μη διάδικο στην παρούσα δίκη …………. ο οποίος ορίσθηκε μέλος του ΔΣ και αντιπρόεδρος αυτού. Μάλιστα, περιελήφθη στην παράγραφο 4.11.3 του εν λόγω καταστατικού, ειδική πρόβλεψη για τη συμμετοχή της εν λόγω εταιρείας στον ανωτέρω διαγωνισμό και δη προβλέφθηκε ότι «Κάθε διαπραγμάτευση και σύμβαση ή συναλλαγή που θα διενεργείται και θα υπογράφεται αντίστοιχα μεταξύ της εταιρείας και της εταιρείας ……………, καθώς και οποιασδήποτε εκ των θυγατρικών της τελευταίας τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, θα πραγματοποιείται κατά αποκλειστικότητα από το νόμιμο εκπρόσωπό της κ. . ………. για λογαριασμό της. Επιπλέον, κάθε μεταβολή ή προσθήκη στους δεσμεύοντες εκπροσώπους της εταιρείας ως προς τη διενέργεια διαπραγματεύσεων και υπογραφή συμβάσεων και συναλλαγών με την εταιρεία ……………… καθώς και οποιασδήποτε εκ των θυγατρικών της τελευταίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό θα λαμβάνει χώρα κατόπιν ομόφωνης και μόνο απόφασης όλων των μερών του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας και υποχρεωτικά πάντοτε με τη σύμφωνη γνώμη του νομίμου εκπροσώπου της κ. .. ………., ο οποίος και θα παρίσταται της σχετικής συνεδρίασης του Δ.Σ.». Την 1.12.2015, προ της δημοσιεύσεως υπό της εταιρείας ………. ., πρόσκλησης σε διαγωνισμό για τη διαχείριση των πλοίων του εν λόγω Ομίλου ………. για το έτος 2016, η όγδοη εναγομένη κατέθεσε φάκελο στην εταιρεία ………. … συμμετοχής της στη μέλλουσα να εκδοθεί προκήρυξη [σχετικά από 15.12.2015 ηλεκτρονικό μήνυμα ενάτου εναγομένου προς την υπάλληλο των ………. ………..], έλαβε δε από την αρμοδία υπάλληλο των ………., προς συμπλήρωση, έντυπο σχετικό ερωτηματολόγιο, στο οποίο περιείχοντο δέκα ερωτήσεις, σχετικά με τη νομική υπόσταση της υποψήφιας για το διαγωνισμό εταιρείας και ιδίως, την πρόθεσή της να ιδρύσει εταιρεία του Ν. 959, σε περίπτωση συνεργασία της με τα ………., την εμπειρία της στη διαχείριση πλοίων tankers, τον τζίρο αυτής (υποψηφίας) και των εταιρειών του Ομίλου αυτής, κατά τα έτη 2013 και 2014, με αναφορά του στόλου που ήδη διαχειρίζετο, την τυχόν εμπειρία της στη διαχείριση μικτών φορτίων προϊόντων πετρελαίου, περί του εάν διαθέτει γραφεία και προσωπικό στην Ελλάδα και εμπειρία συνεργασίας διαχείρισης πλοίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς επίσης εάν διαθέτει εμπειρία με Έλληνες ναυτικούς ή  ναυτικούς χωρών της ΕΕ και εάν η εταιρεία διαθέτει πιστοποίηση από major ή άλλους charteres και από ποιους [σχετικά από 9.12.2015 ηλεκτρονικό μήνυμα ενάτου εναγομένου προς τον …………..]. Το εν λόγω ερωτηματολόγιο συμπληρώθηκε υπό της ογδόης εναγομένης και υποβλήθηκε στα ………. την 9.12.2015, ομού μετά εγγράφων, στα οποία γινόταν αναφορά ότι η όγδοη εναγομένη εταιρεία είχε αναλάβει το χρηματοοικονομικό τμήμα με την έκδοση εγγυητικών και οικονομικής υποστήριξης του έργου, για το τεχνικό δε κομμάτι, ότι είχε συνάψει σύμβαση έργου με την ενάγουσα εταιρεία (………. .), καθώς επίσης και με τις εταιρείες ………. ………. . και ……., των οποίων τα στοιχεία παρέθετε αναφέροντας σχετικά ότι, εκ των ανωτέρω εταιρειών, η ενάγουσα εταιρεία διατηρεί γραφεία στον Πειραιά και οι εργασίες της καλύπτουν τη διαχείριση πλοίων με ελληνική σημαία, κάνοντας χρήση και αξιοποιώντας τα πιστοποιητικά των εταιρειών του Ομίλου, η εκ των ανωτέρω εταιρειών ………. ………. . διατηρεί τα κεντρικά της γραφεία στον Πειραιά και οι εργασίες της καλύπτουν την κεντρική επίβλεψη του λειτουργικού, τεχνικού, διαχειριστικού, εμπορικού τμήματος, του λογιστηρίου και των προμηθειών του Ομίλου και η εκ των ανωτέρω εταιρειών εταιρεία με την επωνυμία ……….. διατηρεί καταστατική έδρα στο Λίβανο, ασχολείται δε με το τεχνικό κομμάτι, τη διαχείριση, λειτουργία  και πρακτόρευση πλοίων με ξένη σημαία. Στο εν λόγω ερωτηματολόγιο αναφέρθηκε ο τζίρος των ετών 2013 των εταιριών ………., καθώς επίσης και της εταιρείας ……… Με το εν λόγω ερωτηματολόγιο κατετέθη και οργανόγραμμα, στο οποίο αναφέρθηκε η όγδοη εναγομένη και ακολούθως ο όμιλος ………. ………. .. Σχετικά με τον εν λόγω Όμιλο, αναφέρθηκε ότι, αποτελείται από τις εταιρείες  ………. ………. . και …………, ………. ………,  ………. ……….. και ………. Μάλιστα, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό ΑΠ ……../2016 από 17.10.2016 βεβαίωση της Υπηρεσίας Μητρώου Ναυτικών Εταιρειών, την ίδια ημέρα με την υποβολή στην ………. . του ανωτέρω ερωτηματολογίου, ήτοι την 9.12.2015, ορίσθηκε μέλος του ΔΣ της ενάτης εναγομένης ο . ………., το οποίο (ΔΣ όγδοης εναγομένης) συγκροτείτο πλέον  από τους ένατο εναγόμενο . ………., δέκατο εναγόμενο ………. και τον …. ……….. Τούτο έλαβε χώρα, όχι ως δείγμα της καλής πρόθεσης του ενάτου εναγομένου έναντι του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας εταιρείας (σελ. 22 ένδικης έφεσης), όπως η όγδοη και ο ένατος εναγόμενος αναφέρουν στην ένδικη έφεσή τους, αλλά διότι ήθελαν να πείσουν την προκηρύξασα τον εν λόγω διαγωνισμό εταιρεία, ότι υπήρχε πράγματι ουσιαστική σχέση μεταξύ της όγδοης εναγομένης εταιρείας και των εταιρειών του ομίλου, οι οποίες ως αντισυμβαλλόμενες με την όγδοη εναγομένη εμφανιζόταν ότι θα την βοηθούσαν στη διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων. Την 11-12-2015, η μη διάδικος στην παρούσα δίκη εταιρεία με την επωνυμία ……….., θυγατρικές εταιρείες της οποίας ήταν η πρώτη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «………….», η δεύτερη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «………..», η τρίτη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «……….», η τέταρτη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «………….», η πέμπτη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «……….», η έκτη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «………….» και η έβδομη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «…………», δημοσίευσε πρόσκληση σε διαγωνισμό, με καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών την 31.12.2015, με θέμα «Παροχή Υπηρεσιών Διαχείρισης Πλοίων του Ομίλου ……. για το έτος 2016» και συγκεκριμένα επτά (7) πλοίων, πλοιοκτησίας των ανωτέρω επτά πρώτων εναγομένων ναυτικών εταιρειών. Σύμφωνα με την εν λόγω πρόσκληση, ο διαγωνισμός αφορούσε υπηρεσίες τεχνικής διαχείρισης πλοίων, καθώς και διαχείρισης πληρωμάτων και άλλες, όπως αυτές ορίζονταν στο σχετικό σχέδιο σύμβασης, που επισυνάπτετο στην εν λόγω πρόσκληση, για χρονικό διάστημα ενός (1) έτους, με έναρξη την 01-04-2016, με εξαίρεση την εμπορική διαχείριση των πλοίων, η οποία θα παρέμενε στην ευθύνη των πλοιοκτητριών εταιρειών. Προϋπόθεση συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό ορίζονταν, μεταξύ άλλων (όρος 2.6), ότι, ο υποψήφιος στον εν λόγω διαγωνισμό θα καταθέσει εγγυητική επιστολή συμμετοχής ποσού 50.000 ευρώ, απευθυνόμενη στην εργοδότρια εταιρεία «………..», πριν από την υπογραφή της σύμβασης, καθώς επίσης θα καταθέσει εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης, συνολικού ποσού, αντιστοιχούντος στο 10% της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης, προκειμένου η τελευταία να καλύψει, σε περίπτωση μη άρτιας εκτέλεσης της σύμβασης, την εργοδότρια εταιρεία «………..». Επιπλέον, ο υποψήφιος (όρος 2.7) υποχρεούτο να είναι ασφαλισμένος με πρώτης τάξεως ασφαλιστική εταιρεία, με τους συνήθεις στη σχετική αγορά όρους ασφάλισης, για ποσό όχι μικρότερο του ενός εκατομμυρίου δολλαρίων Η.Π.Α (1.000.000 USD) αναφορικά με την ευθύνη της έναντι εκάστης πλοιοκτήτριας (Manager’s Liability Insurance), με το κόστος της συγκεκριμένης ασφάλειας να βαρύνει τον υποψήφιο. Επιπροσθέτως, μεταξύ των εγγράφων που έπρεπε ο υποψήφιος να υποβάλλει με το φάκελο νομιμοποιητικών δικαιολογητικών και το φάκελο της τεχνικής προσφοράς, προβλέπονταν, ότι στον μεν φάκελο νομιμοποιητικών εγγράφων θα έπρεπε να κατατεθούν οι ισολογισμοί ή αποσπάσματα αυτών των τριών τελευταίων ετών, στον δε φάκελο της τεχνικής προσφοράς, η τεχνική προσφορά και επιπλέον να επισυναφθούν έγγραφα, σχετικά με τη νομική υπόσταση της υποψήφιας, τα έτη λειτουργίας της, καθώς επίσης και αποδεικτικά της εμπειρίας της και των στελεχών της σε ζητήματα διαχείρισης δεξαμενόπλοιων. Προβλεπόταν επίσης (όρος 4.5 της ίδιας διακήρυξης) ότι, η προκηρύξασα τον διαγωνισμό εταιρεία διατηρούσε το δικαίωμα να μην καταλήξει σε επιλογή αναδόχου ως αποτέλεσμα της συγκεκριμένης εκδήλωσης, καθώς επίσης το δικαίωμα αυτής να κατακυρώσει σε περισσότερους από έναν συμμετέχοντες το έργο, με τον όρο δε 4.9 της προκήρυξης, διατηρούσε το δικαίωμα να διαπραγματεύεται περαιτέρω με έναν ή περισσότερους συμμετέχοντες και να τους καλέσει να υποβάλουν τη βέλτιστη και καταληκτική προσφορά τους. Κατά τον όρο 4.13 της εν λόγω προκήρυξης, προβλέφθηκε ότι «Οι συμμετέχοντες απαγορεύεται να χρησιμοποιούν υπεργολάβους για την εκτέλεση των υπηρεσιών, χωρίς την ενημέρωση και τη σύμφωνη γνώμη της εταιρείας». Από το περιεχόμενο της ανωτέρω προκήρυξης, αποδεικνύεται ότι, αυτή αποτελούσε πρόσκληση προς το κοινό προς υποβολή προτάσεως για την κατάρτιση σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών (άρθρο 199 ΑΚ) με αποτέλεσμα, πρόταση  προς κατάρτιση της σχετικής σύμβασης, θα αποτελούσε η προσφορά εκάστου συμμετόχου στον εν λόγω προκηρυχθέντα διαγωνισμό (ΑΠ 1669/2022 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Αυθημερόν (11.12.2015) με την έκδοση της εν λόγω προκήρυξης, η Ευανθία (Εύη) Σταθοπούλου, υπάλληλος των ………., αρμόδια για την εν λόγω προκήρυξη, προφανώς αφού έλαβε γνώση του ανωτέρω ερωτηματολογίου και των στοιχείων που κατετέθησαν με αυτό, υπό της όγδοης εναγομένης, απέστειλε προς τον………. ηλεκτρονικό μήνυμα με το οποίο καλούσε την ……….να καταθέσει προσφορά για τον εν λόγω διαγωνισμό, με καταληκτική ημερομηνία υποβολής της την 31.12.2015. Ο   ………., απήντησε επί του εν λόγω μηνύματος, την επομένη ημέρα, ήτοι την 12.12.2015, με ηλεκτρονικό μήνυμα, αναφέροντας σχετικά κατ’ ακριβή διατύπωση της απάντησής του «… Για το τυπικό της υπόθεσης, Η αποστολή της παρούσας πρόσκλησης θα έπρεπε να απευθύνεται στην Εταιρεία . ………., ο οποίος είναι και ο άμεσα υπεύθυνος Να απαντήσει και επιβεβαιώσει ακολούθως.». Ακολούθως δε, με το ίδιο ηλεκτρονικό μήνυμα, απευθυνόμενος στον ένατο εναγόμενο, ανέφερε «Κε ……., σας παραθέτω τα κάτωθι σχετικά προς ενημέρωση και ενέργειά σας», προωθώντας παράλληλα το μήνυμα αυτό μετά του ηλεκτρονικού μηνύματος της υπαλλήλου των ………. . στον ένατο εναγόμενο. Ο τελευταίος (ένατος εναγόμενος), με το από 14.12.2015 ηλεκτρονικό μήνυμα, απήντησε στην ανωτέρω υπάλληλο των ………., αναφέροντας σχετικά ότι, επιβεβαιώνει την πρόθεση κατάθεσης προσφοράς εντός των επιτρεπτών ημερομηνιών και παρακάλεσε αυτήν να απευθύνεται εφεξής προς αυτόν και την όγδοη εναγομένη εταιρεία σχετικά με τον εν λόγω διαγωνισμό. Η ανωτέρω υπεύθυνη για το εν λόγω έργο υπάλληλος των ………., την ίδια ημέρα (14.12.2015) απέστειλε στον ένατο εναγόμενο, νέο ηλεκτρονικό μήνυμα στο οποίο ανέφερε, μεταξύ άλλων «Μετά τη συνάντηση που είχαμε, ξανασυζητήσαμε το ζήτημα με τη νομική μας υπηρεσία η οποία συμβούλευσε τα παρακάτω: Η ……………….., είναι εταιρεία του Ν. 89. Ως τέτοια εταιρεία η ………. ………. δεν μπορεί να έχει έσοδα στην Ελλάδα, δηλαδή δεν μπορεί να συνάψει σύμβαση έργου με εταιρεία του Ν. 959 (εάν αυτό ήταν δυνατό θα συνάπταμε απευθείας με μια τέτοια εταιρεία σύμβαση διαχείρισης). Επίσης η εταιρεία Ν. 959 η οποία τελικά θα συμβληθεί με τα ………., οφείλει να έχει ουσιαστική σχέση με την αντίστοιχη εταιρεία Ν. 89 η οποία έχει τεχνικά αξιολογηθεί για το έργο που καλείται να εκτελέσει (δηλαδή ίδια στελέχη και νόμιμος εκπρόσωπος ο ουσιαστικός δικαιούχος της εταιρείας). Για τους παραπάνω λόγους, η πρόσκληση στον διαγωνισμό απευθύνεται στην ……………….., η οποία σε περίπτωση συνεργασίας θα κληθεί να ιδρύσει εταιρεία του Ν. 959 με τις προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Συνεπώς παρακαλούμε για την απάντηση της ……….στην πρόσκληση του διαγωνισμού.». Στο εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα απήντησε ο ένατος εναγόμενος, την 15.12.2015, με ηλεκτρονικό μήνυμα, αναφέροντας σχετικά «Σύμφωνα με τον φάκελο που σας καταθέσαμε την 01.12.2015 …. καθώς και με e-mail που σας αποστείλαμε στις 09.12.2015 για την συμπλήρωση του σχετικού ερωτηματολογίου…. Σας ξαναδιευκρινίζουμε τα κάτωθι: Πρώτον, η ……….ο εξειδικευμένος συνεργάτης μας, με την οποία έχει κάνει σύμβαση έργου η εταιρεία μας ………. ., δεν είναι του Ν. 89, όπως λανθασμένα μας αναφέρεται, αλλά Ελληνική εταιρεία με νομική μορφή ΕΠΕ… Τρίτον η ……………….., νομικά μπορεί να συνάψει σύμβαση έργου με εταιρία του Ν. 959 και έχει ήδη συνάψει με την ………. ……. Τέταρτον η ……….η οποία τεχνικά θα αξιολογηθεί για το έργο, έχει ουσιαστική σχέση με τη ναυτική εταιρεία ………. …… καθώς Α) υπάρχει μετοχική σύνδεση μεταξύ των δύο εταιρειών και Β) ο νόμιμος εκπρόσωπος της συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της ………. … Για τους παραπάνω λόγους η πρόσκληση στο διαγωνισμό θα πρέπει να απευθύνεται στην ………. η οποία τηρεί όλες τις προϋποθέσεις που έχετε θέσει και όπως εσείς αναφέρετε τα ………. είναι υποχρεωμένα βάση νόμου να αναθέτουν τις υπηρεσίες διαχείρισης πλοίων σε εταιρεία του Ν. 959, επειδή ο στόλος σας εκτελεί πλόες εσωτερικού.». Αξίζει να σημειωθεί ότι, της εν λόγω απαντητικής επιστολής, η ενάγουσα έλαβε γνώση, όπως η ίδια αναφέρει στη σελίδα 69 των προτάσεών της, διότι αναφέρει ότι, το εν λόγω μήνυμα της προώθησε ο ένατος εναγόμενος. Στον εν λόγω διαγωνισμό εντέλει υπέβαλε προσφορά και φάκελο υποψηφιότητας συμμετοχής σε αυτόν, μόνον η όγδοη εναγομένη ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «……..». Για τη συμμετοχή της όγδοης εναγομένης στον εν λόγω διαγωνισμό, την κατάρτιση των φακέλων νομιμοποίησης και τεχνικής προσφοράς, ανέλαβαν και εκτέλεσαν οι υπάλληλοι της ενάγουσας εταιρείας, καθώς επίσης της εταιρείας με την επωνυμία ………. ………. . και της εδρεύουσας (κατά την αγωγή σελ. 3) στη …… του Λιβάνου αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία ……., υπεβλήθησαν δε όλα τα απαιτούμενα επιχειρηματικά στοιχεία και δη οργάνωση από άποψη στελεχών, εμπειρίας και τεχνογνωσίας των εν λόγω εταιρειών του Ομίλου. Μεταξύ  των εγγράφων που κατετέθησαν, υπό της  ογδόης εναγομένης, με την αίτηση συμμετοχής στην εν λόγω προκήρυξη, περιελήφθη και έγγραφο στο οποίο αναφέρθηκε ότι η όγδοη εναγομένη τυγχάνει εταιρεία του Ν. 959 με έδρα τη Γλυφάδα, καθώς επίσης ότι, υπάρχει συμβατική σχέση αυτής (όγδοης εναγομένης) με τις εταιρείες του Ομίλου ……………….., αναφέροντας σχετικά με τη σχέση των εταιρειών «Συμμετοχή εταιρειών στην εκτέλεση έργου Η ……….    … που δημιουργήθηκε κατόπιν οδηγίας των ………., έχει αναλάβει το χρηματοοικονομικό κομμάτι της δουλειάς με την έκδοση εγγυητικών και οικονομικής υποστήριξης της εκτέλεσης έργου. Για το τεχνικό κομμάτι έχει συνάψει σύμβαση έργου με τις κάτωθι εταιρείες: ………. ……….   … Τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας είναι στον Πειραιά και οι εργασίες της καλύπτουν την κεντρική επίβλεψη των εξής τμημάτων: Λειτουργικό, τεχνικό, διαχειριστικό, εμπορικό, λογιστήριο και προμηθειών ομίλου. ……….   … Τα γραφεία της εταιρείας είναι στον Πειραιά και οι εργασίες της καλύπτουν την διαχείριση πλοίων με ελληνική σημαία κάνοντας χρήση και αξιοποιώντας των πιστοποιητικών των εταιρειών του ομίλου. …… με καταστατική έδρα στο Λίβανο και οι εργασίες της έχουν να κάνουν με τη διαχείριση, λειτουργία, τεχνικό και την πρακτόρευση πλοίων με ξένη σημαία.». Στον φάκελο δε της τεχνικής προσφοράς, η όγδοη εναγομένη προσεκόμισε και τρία έγγραφα με ημερομηνία 16.11.2015 με τίτλο «προσύμφωνο σύμβασης έργου», τα οποία καταρτίσθηκαν μεταξύ αυτής αφ’ ενός και της ενάγουσας αφ’ ετέρου το πρώτο, της εταιρείας ………. ………. . . αφ’ ετέρου το δεύτερο και της αλλοδαπής, εδρεύουσας στο Λίβανο, εταιρείας με την επωνυμία ….. αφ’ ετέρου το τρίτο. Στα εν λόγω έγγραφα «προσύμφωνα σύμβασης έργου», η όγδοη εναγομένη αναφέρεται ως εργοδότρια και οι αντισυμβαλλόμενές της εταιρείες (ενάγουσα και εταιρείες ………. ………. ….. και ……..), εκπροσωπούμενες κατά την κατάρτισή τους από τον .. ………., αναφέρονται ως εργολάβοι. Με τον όρο (1) των εν λόγω συμβάσεων, η όγδοη εναγομένη, αναφερομένη ως εργοδότρια εταιρεία, ορίσθηκε ότι αυτή (όγδοη εναγομένη) προετίθετο να λάβει υπό τη διαχείρισή της τα επτά πλοία των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και δη τα πλοία M, I, E1, E2, E3, E4, E5, την τεχνική διαχείριση των οποίων, κατά τον όρο (2) των εν λόγω συμβάσεων, προβλέφθηκε ότι αυτή (εργοδότρια – όγδοη εναγομένη), κατά την ακριβή διατύπωση του συμφωνητικού «θα δώσει» στις αντισυμβαλλόμενές της εταιρείες, για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, από της υπογραφής της σύμβασης έργου, οι δε ανωτέρω αντισυμβαλλόμενες εταιρείες αποδέχονταν όπως αναλάβουν τη διαχείριση αυτών. Κατά τα εν λόγω έγγραφα προσύμφωνα, τόσο η μηνιαία αμοιβή, όσο και το εύρος των αρμοδιοτήτων των αντισυμβαλλομένων της όγδοης εναγομένης εταιρείας, εταιρειών, συμφωνήθηκε ότι θα προσδιορίζονταν στο στάδιο υπογραφής της σύμβασης έργου. Παράλληλα, υπεβλήθησαν τα βιογραφικά στοιχεία των στελεχών των ανωτέρω εταιρειών, καθώς επίσης και στοιχεία σχετικά με την προηγούμενη εμπειρία και ενασχόληση με το αντικείμενο της διαχείρισης πλοίων που αφορούσαν τις ανωτέρω αναφερόμενες εταιρείες του Ομίλου ………. ………., γεγονός που δεν αμφισβητείται από κανέναν των διαδίκων, αντίθετα επιβεβαιώνεται από τους όγδοη και ένατο των εναγομένων. Επιπλέον, την 14.1.2016, όπως αποδεικνύεται από το προσκομιζόμενο έντυπο προσφοράς, η όγδοη εναγομένη, δια του ενάτου εναγομένου, νομίμου εκπροσώπου της, υπέβαλε και την οικονομική προσφορά για την εν λόγω προκήρυξη, με την οποία εδήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι αυτή (όγδοη εναγομένη) με αναφορά της επωνυμίας της, θα αναλάμβανε να εκτελέσει τις υπηρεσίες που αφορούσε η ανωτέρω προκήρυξη, με ετήσιο τίμημα το ποσό των ευρώ 14.627.173, στο οποίο ανήρχετο ο προϋπολογισμός, κατά την εκτίμησή της, για την άρτια και πλήρη εκτέλεση των εργασιών, με ετήσιο τίμημα διαχείρισης συνολικά και για τα επτά πλοία, ανερχόμενο στο ποσό των ευρώ 876.000 και δη ποσό ευρώ 168.000 για έκαστο των πλοίων  M και I και στο ποσό των ευρώ 108.000 για έκαστο των πλοίων E1, E2, E3, E4 E5, με ετήσιο κόστος πληρώματος συνολικά το ποσό των ευρώ 5.495.536, ενώ υπέβαλε και μη δεσμευτικό προϋπολογισμό για την εν γένει άρτια και πλήρη εκτέλεση των εργασιών διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων, ανερχομένη και για τα επτά πλοία, όσον αφορά τα τρέχοντα έξοδα, στο ποσό των ευρώ 10.378.976, τα λιμενικά έξοδα σε ευρώ 4.248.197, από την άθροιση των οποίων προκύπτει το ποσό των ευρώ 14.627.173 της προσφοράς. Παράλληλα, απεδείχθη ότι, η ενάγουσα εταιρεία, αλλά και οι ανωτέρω εταιρείες ………. ………. και ………., δεν υπέβαλαν προσφορά συμμετοχής στον διαγωνισμό και, επομένως, δεν υπέβαλαν πρόταση προς τις ανωτέρω επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες προς κατάρτιση σύμβασης με αυτές για τη διαχείριση των πλοίων τους, παρά το γεγονός ότι εγνώριζαν την ύπαρξη της ανωτέρω προκήρυξης, όπως επίσης, προ της δημοσιεύσεως της εν λόγω προκήρυξης είχαν συναντηθεί με εκπροσώπους των ………., άρα είχαν λάβει γνώση του επικειμένου να προκηρυχθεί διαγωνισμού και κυρίως, είχαν κληθεί προς τούτο, κατόπιν ειδικής πρόσκλησης από τα ………., όπως τούτο προκύπτει από το από 11.12.2015 προσκομιζόμενο ηλεκτρονικό μήνυμα, για το οποίο έγινε αναφορά ανωτέρω. Οι αιτιάσεις της ενάγουσας, που περιέχονται στη σελίδα 120 των προτάσεων που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, περί διττής συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό, ήτοι τόσο της όγδοης εναγομένης, όσο και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου, εάν ήθελε εκτιμηθεί ότι περιέχουν ισχυρισμό περί από κοινού, με την όγδοη εναγομένη, υποβολής προτάσεως προς κατάρτιση σύμβασης προς τις επτά πρώτες εναγόμενες, εκ του λόγου ότι, στους φακέλους συμμετοχής περιελαμβάνοντο, πλην των οικονομικών, μόνον τα στοιχεία του ομίλου ………. ………., δεν κρίνονται πειστικές, ενόψει του ότι, αφενός μεν στην οικονομική προσφορά συμμετοχής σε αυτόν αναφέρεται σαφώς μόνον η όγδοη εναγομένη, αφ’ ετέρου δε στους φακέλους συμμετοχής και δη τεχνικής προσφοράς που υπεβλήθησαν ενόψει του εν λόγω διαγωνισμού, περιείχετο το προμνημονευόμενο έγγραφο υπό τον τίτλο «Συμμετοχή εταιρειών στην εκτέλεση έργου», ακριβή αποσπάσματα του οποίου παρατίθενται ανωτέρω, στο οποίο σαφώς αναφέρονταν ότι η όγδοη εναγομένη για το τεχνικό κομμάτι έχει συνάψει σύμβαση έργου με την ενάγουσα και τις εταιρείες του Ομίλου, επιπροσθέτως δε προσκομίζονταν και έγγραφα προσύμφωνα σύμβασης έργου μεταξύ της όγδοης εναγομένης αφενός και των εταιρειών του Ομίλου αφ’ ετέρου. Η ενάγουσα, επομένως, καθώς επίσης και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, δεν υπέβαλαν πρόταση συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό μαζί με την όγδοη εναγομένη, αλλά αυτές περιορίσθηκαν να εμφανίζονται στον εν λόγω διαγωνισμό ως βοηθοί της όγδοης εναγομένης για την εκτέλεση μόνον του τεχνικού μέρους της διαχείρισης, δυνάμει συμβάσεως μεταξύ αυτών (εταιρειών του ομίλου) και όγδοης εναγομένης. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, ο Όμιλος …………, κατά το στάδιο αξιολόγησης της υποβληθείσας, εκ μέρους της όγδοης και μόνον εναγομένης, προσφοράς συμμετοχής αυτής στον εν λόγω διαγωνισμό, πέραν της αξιολογήσεως των υποβληθέντων νομιμοποιητικών και οικονομικών στοιχείων, προέβη και σε διερεύνηση της εμπειρίας και τεχνογνωσίας στη διαχείριση πλοίων της ενάγουσας εταιρείας, καθώς και των ανωτέρω εταιρειών . . ……….. και ……. Ειδικότερα, οι εκπρόσωποι των πλοιοκτητριών εταιρειών, κατόπιν ιδική τους πρόσκλησης, πραγματοποίησαν συνάντηση με τον ………. ………., ως νόμιμο εκπρόσωπο του ομίλου των ανωτέρω εταιρειών «………. ……….», ιδιότητα η οποία δεν αμφισβητείται υπό των εναγομένων, προκειμένου να ελέγξουν εάν οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου του ήταν σε θέση να στηρίξουν την όγδοη εναγομένη στο τεχνικό κομμάτι της διαχείρισης, όπως η τελευταία ανέφερε στην έγγραφη αίτηση – προσφοράς συμμετοχής της στον ανωτέρω προκηρυχθέντα διαγωνισμό. Οι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, εζήτησαν επιπροσθέτως όπως παρίστανται στην εν λόγω συνάντηση και όλοι οι υπάλληλοι και στελέχη της «………. ……….» που θα απασχολούντο με το τεχνικό κομμάτι της διαχείρισης των πλοίων τους, ενόψει της σύμβασης της ενάγουσας και των εταιρειών του ομίλου με την όγδοη εναγομένη, προκειμένου να τους υποβάλουν ερωτήσεις και να βεβαιωθούν για τις ικανότητές τους, όπως και πράγματι έγινε. Την 28.1.2016, έλαβε χώρα αποσφράγιση των υποβληθεισών για το διαγωνισμό προσφορών, όπως αποδεικνύεται από σχετική σφραγίδα αποσφράγισης της επιτροπής επί του εντύπου προσφοράς της όγδοης εναγομένης που προσκομίζεται από τις επτά πρώτες εναγόμενες. Μάλιστα, από το προσκομιζόμενο ως σχετικό (4) από τις επτά πρώτες εναγόμενες ηλεκτρονικό μήνυμα του ενάτου εναγομένου . ………. προς την ……., υπαλλήλου των ………. αρμοδίας για τον εν λόγω διαγωνισμό, το οποίο φέρει ημερομηνία 5.2.2016, προκύπτει ότι, ο ένατος εναγόμενος πρότεινε στα ………. μείωση του ετησίου κόστους διαχείρισης της αρχικής από (14.1.2016) προσφοράς του, κατά το ποσό των 60.000 ευρώ, πρόταση η οποία έγινε αποδεκτή από τα ………. με το εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα. Ενόψει του ότι, την καλύτερη πρόταση στον εν λόγω διαγωνισμό, υπέβαλε η όγδοη εναγομένη, αφού ο διαγωνισμός δεν προκύπτει ότι ακυρώθηκε κατόπιν προσβολής του από οιονδήποτε συμμετέχοντα, οι αρμόδιοι υπάλληλοι της ………. …, υπεύθυνοι για τον εν λόγω διαγωνισμό, άρχισαν να διερευνούν τρόπους προς εξασφάλιση των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών – πλοιοκτητριών, αναφορικά με το τεχνικό κομμάτι της διαχείρισης, δεδομένου ότι ήδη, με τη συμμετοχή της όγδοης εναγομένης στον ανωτέρω διαγωνισμό, αυτή τους είχε γνωστοποιήσει ότι την εμπειρία στη διαχείριση πλοίων την διέθεταν οι ανωτέρω εταιρείες ………. ………. . και …………, με τις οποίες αυτή (όγδοη εναγομένη) θα συνεργάζονταν στο τεχνικό κομμάτι. Όπως αποδεικνύεται από το προσκομιζόμενο από τις επτά πρώτες εναγόμενες ως σχετικό (4) από 15.2.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα της …….., υπαλλήλου αρμοδίας για τον εν λόγω διαγωνισμό, αρχικά οι επτά πρώτες εναγόμενες πρότειναν, επιπλέον και πέραν από τις συμβάσεις ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους, τις οποίες αυτές θα υπέγραφαν με την όγδοη εναγομένη εταιρεία, να συναφθεί ταυτόχρονα και ένα τριμερές ιδιωτικό συμφωνητικό με συμβαλλόμενους τις ναυτικές εταιρείες του Ομίλου ……, την όγδοη εναγομένη εταιρεία «………..» ως μέλλουσα διαχειρίστρια των πλοίων της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών ………. ………. και ………….. Κατά τα ουσιώδη σημεία του, το εν λόγω συμφωνητικό προέβλεπε τα εξής: «…Η Πλοιοκτήτρια έχει υπογράψει με τη Διαχειρίστρια την από … σύμβαση διαχείρισης με σκοπό η Διαχειρίστρια να παρέχει στην πλοιοκτήτρια εταιρεία Υπηρεσίες Διαχείρισης αναφορικά με το πλοίο … ως αυτό περιγράφεται στο Παράρτημα Α της άνω σύμβασης, ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της Πλοιοκτήτριας σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και συμφωνίες της ως άνω σύμβασης και τη ναυτιλιακή πρακτική. … ΙΙ. Ήδη σήμερα τα συμβαλλόμενα μέρη ύστερα από αίτημα της Διαχειρίστριας, που έγινε δεκτό από την Πλοιοκτήτρια, συμφωνούν τα ακόλουθα: 1] Η Διαχειρίστρια θα έχει το δικαίωμα καθ’ όλη τη διάρκεια της ως άνω σύμβασης και κατ’ εξαίρεση των όσων ορίζονται στο άρθρο 10.1 αυτής, να αναθέτει την εκτέλεση μέρους των υποχρεώσεων διαχείρισης του πλοίου που περιγράφονται στην άνω σύμβαση αποκλειστικά και μόνο στην εκ τρίτου συμβαλλόμενη εταιρεία ………. ………., τις οποίες (η ………. ……….) θα εκτελεί για λογαριασμό και στην επωνυμία της Διαχειρίστριας. 2] Οποιαδήποτε οικονομική υποχρέωση εκ της άνω ανάθεσης βαρύνει αποκλειστικά τη Διαχειρίστρια. 3] Προς τούτο η συμβαλλόμενη στο παρόν συμφωνητικό ως τρίτο μέρος ………. ……….: α) συμφωνεί και αποδέχεται πλήρως και ανεπιφύλακτα το περιεχόμενο της συνημμένης από … Σύμβασης ως εκ του παρόντος συμφωνητικού, τα οποία υποχρεούται να τηρεί απαρεγκλίτως κατά την εκτέλεση των άνω υποχρεώσεων διαχείρισης για λογαριασμό της Διαχειρίστριας, β) εγγυάται έναντι της Πλοιοκτήτριας και υπέρ της Διαχειρίστριας την εκ μέρους της πιστή τήρηση των όρων και συμφωνιών της άνω σύμβασης και του παρόντος συμφωνητικού, γ) ευθύνεται αλληλέγγυα και εις ολόκληρον με τη Διαχειρίστρια παραιτούμενη της  ενστάσεως της διζήσεως ως και εκ των άρθρων 853, 856, 863, 866, 867 και 868 ΑΚ απορρεόντων δικαιωμάτων τους και δ) παραιτείται από οποιαδήποτε αξίωσή της έναντι της Πλοιοκτήτριας απορρέουσα από την εκτέλεση των ως άνω υποχρεώσεων διαχείρισης του πλοίου, αναγνωρίζοντας ως μόνη υπεύθυνη τη Διαχειρίστρια ε) δε θα προβεί σε αλλαγές στα πρόσωπα των διαχειριστών αυτής διαρκούσης της άνω σύμβασης καθώς και οποιαδήποτε μεταβίβαση των μετοχών της σε οποιονδήποτε τρίτο, στ) δεν θα συνδέεται καθοιονδήποτε τρόπο με τρίτη εταιρεία ως θυγατρική αυτής, ζ) δε θα προβεί σε αλλαγή στο πρόσωπο του νομίμου εκπροσώπου της χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση της Πλοιοκτήτριας….». Εν τούτοις, η εν λόγω σύμβαση δεν υπεγράφη. Για τους λόγους μη υπογραφής της, η ενάγουσα και οι επτά πρώτες εναγόμενες διαφωνούν. Συγκεκριμένα, κατά την ενάγουσα, η μη υπογραφή αυτής ήταν απόφαση των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών, διότι έκριναν ότι ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος διασφάλισης των συμφερόντων τους, ήταν να τεθεί στις συμβάσεις ανάθεσης της διαχείρισης διαλυτική αίρεση, η οποία θα προέβλεπε ότι η ανάθεση της διαχείρισης  στην όγδοη εναγομένη θα τελούσε υπό τη διαλυτική αίρεση της άσκησης της ουσιαστικής διαχείρισης των πλοίων τους, καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, από τις ανωτέρω τρεις εταιρείες του Ομίλου, ισχυρισμό τον οποίο, κατά τα βασικά του σημεία, επιβεβαιώνει και η εξετασθείσα με επιμέλειά τους μάρτυρας,   ………., δικηγόρος του ………. ………., η οποία κατέθεσε σχετικά στη με αριθμό ……./30.3.2017 ένορκη βεβαίωση «… Τελικώς η τριμερής δεν υπεγράφη διότι οι δικηγόροι των πλοιοκτητριών προέκριναν ότι κατοχυρώνονται καλύτερα με τη διαλυτική αίρεση της αυτοδίκαιας και αζημίου γι’ αυτές λύσης της σύμβασης ανάθεσης του έργου της ………., αν δεν εξασφαλίσει η ………. με ετήσια σύμβαση την εκτέλεση της διαχείρισης από τις εταιρείες ……….…». Η εν λόγω μάρτυρας δηλαδή επιβεβαιώνει ότι η εν λόγω σύμβαση δεν υπεγράφη, διότι οι δικηγόροι των επτά πρώτων εναγομένων και όχι οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτών, όπως αναφέρεται στην αγωγή, δεν έκριναν ότι τα συμφέροντα των επτά πρώτων εναγομένων, με την υπογραφή του εν λόγω συμφωνητικού, καλύπτοντο επαρκώς. Η ίδια ως άνω μάρτυρας, . ………., στην ανωτέρω ένορκη βεβαίωση, κατέθεσε επιπλέον ότι, περί τα τέλη του μηνός Φεβρουαρίου 2015, ήτοι μετά την αποστολή του ανωτέρω σχεδίου (τριμερούς) συμβάσεως, έλαβε χώρα συνάντηση στην έδρα της ………. ., στην οποία (συνάντηση) συμμετείχαν η ίδια, ο ………. ………., οι νόμιμοι εκπρόσωποι των πλοιοκτητριών εταιρειών και οι ένατος και δέκατος εναγόμενοι με τους δικηγόρους απάντων των ενδιαφερομένων μερών, με αντικείμενο συζήτησης την υπογραφή ή μη του ανωτέρω συμφωνητικού. Κατά την εν λόγω ένορκη κατάθεση, οι παριστάμενοι δικηγόροι του ………. ………. και των ενάτου και δεκάτου των εναγομένων, συμφωνούσαν με την υπογραφή της τριμερούς συμβάσεως και μάλιστα πρότειναν να προβλεφθεί και συμβατικά η δυνατότητα ολικής εκτέλεσης της διαχείρισης από τις εταιρείες ………. ………., πλην όμως οι εκπρόσωποι των πλοιοκτητριών εταιρειών και η δικηγόρος τους, είχαν αντίρρηση σε αυτό διότι, όπως ισχυρίσθηκαν, με τη διατύπωση αυτή θα εμφανιζόταν ως εικονική η ανάθεση του έργου της διαχείρισης στην όγδοη εναγομένη. Οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες υποστηρίζουν ότι, η εν λόγω σύμβαση δεν υπεγράφη διότι, ο ………. ………. και οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου «………. ……….», δεν συμφωνούσαν με τους όρους του εν λόγω συμφωνητικού, γεγονός που επιβεβαιώνουν και οι εξετασθείσες με ιδική τους επιμέλεια μάρτυρες ……. και …………… (σχετικά με αριθμό …../24.7.2017 και ………./24.7.2017 ένορκες βεβαιώσεις). Επί του εν λόγω θέματος, η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων, αναφέρουν στις προτάσεις που κατέθεσαν επί της ένδικης έφεσής τους ότι «…Δεν χρειαζόταν όπως κατάλαβαν εκ των υστέρων και τα ………., να συναφθεί καμία τριμερής σύμβαση για να διασφαλισθεί το γεγονός ότι θα μας παρείχαν τις υπηρεσίες τους οι εταιρείες αυτές. Αρκέστηκαν – και ορθώς – στη σύναψη της μεταξύ μας Σύμβασης της 21.3.2016…». Ακολούθως, απεδείχθη ότι, πεισθέντες οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών ότι η όγδοη εναγομένη εταιρεία, συνεργαζόμενη στο τεχνικό κομμάτι του εν λόγω έργου με τις ανωτέρω εταιρίες του Ομίλου «………. ……….», δύναται να ανταποκριθεί στην ορθή εκτέλεση του έργου της διαχείρισης των πλοίων τους, υπέγραψαν με την όγδοη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «…………..» τις προσκομιζόμενες με αριθμό …. και …… από 18.3.2016 επιστολές ανάθεσης, με τις οποίες αυτές (επτά πρώτες εναγόμενες) ανέθεταν τις υπηρεσίες διαχείρισης των πλοίων τους στην όγδοη εναγομένη με πρόβλεψη περί υπογραφής, ακολούθως, συμβάσεων ανάθεσης μεταξύ της όγδοης εναγομένης και εκάστης εκ των επτά πρώτων εναγομένων. Στο άρθρο οκτώ [8] των εν λόγω επιστολών ανάθεσης, υπό τον τίτλο «ΑΙΡΕΣΕΙΣ», προβλέφθηκε ότι: «Η κατά τα άνω ανάθεση τελεί υπό τις κατωτέρω αιρέσεις, οι οποίες, αν δεν πληρωθούν, αναιρείται αυτοδικαίως πλήρως και αζημίως για τις Ναυτικές Εταιρίες ………. …. ήτοι: Προσκόμιση από τη Διαχειρίστρια μέχρι την 24-3-2016 συμβάσεων συνεργασίας με τις Εταιρίες ………. ., ………. ………. . και ………. με αντικείμενο τη μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας από αυτές προς τη Διαχειρίστρια ως προς τη διαχείριση των πλοίων και με διάρκεια τουλάχιστον μέχρι την κατά τα άνω ημερομηνία λήξης των συμβάσεων διαχείρισης. Προσκόμιση μέχρι την 28-3-2016 των αιτουμένων στη σύμβαση Διαχείρισης ασφαλιστηρίων των πλοίων ήτοι για Ρ&Ι μέσω του «……………» και για «Hull and Machinery» μέσω πρώτης τάξεως ασφαλιστικής Εταιρίας σύμφωνα με τα πρότυπα του «………..», για ποσό όχι μικρότερο από την τρέχουσα αγοραία αξία των πλοίων ή, αναλόγως, για την πλήρη μικτή τους χωρητικότητα, κατά των κινδύνων που αναλυτικώς περιγράφονται στο άρθρο 6.1 του σχεδίου σύμβασης διαχείρισης. Προσκόμιση μέχρι την 28-3-2016 των εγγράφων που θα πιστοποιούν για την ασφάλεια «Managers liability insurance» και επίσης, προσκόμιση μέχρι την 28-3-2016 του ISM Document of Compliance της ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ. Σε περίπτωση μη προσκόμισης εντός των ανωτέρω προθεσμιών έστω και ενός των προαναφερομένων εγγράφων, η ανάθεση στη Διαχειρίστρια θα ανακαλείται αυτοδικαίως.». Επιπλέον, στην υπ’ αριθ. ……./18-03-2016 επιστολή ανάθεσης της τρίτης έως και έβδομης των εναγομένων εταιρειών προς την όγδοη εναγόμενη, αναφέρεται ως μηνιαία αμοιβή της διαχειρίστριας για την πλήρη εκπλήρωση των υποχρεώσεών της αναφορικά με τα πλοία Ε1, Ε 2, Ε3, Ε4 και Ε 5, σταθερή, καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, χωρίς δικαίωμα αναθεώρησης για κανένα απολύτως λόγο, το συνολικό ποσό των 45.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ κατ’ αποκοπή, αναλυόμενο στο ποσό των 9.000 ευρώ μηνιαίως για κάθε πλοίο, ενώ η ετήσια συνολική αξία του έργου διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων, η οποία περιελάμβανε την αμοιβή διαχείρισης, το κόστος πληρωμάτων, καθώς και τα προϋπολογιστικά λειτουργικά κόστη εκτιμήθηκε στο ποσό των 9.680.000 ευρώ. Αντίστοιχα, στην υπ’ αριθ. ……/18-03-2016 επιστολή ανάθεσης της πρώτης και δεύτερης των εναγομένων εταιρειών προς την όγδοη εναγόμενη ορίσθηκε ως μηνιαία αμοιβή της διαχειρίστριας για την πλήρη εκπλήρωση των υποχρεώσεών της αναφορικά με τα πλοία . M.. και . Ε., σταθερή, καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, χωρίς δικαίωμα αναθεώρησης για κανένα απολύτως λόγο, το συνολικό ποσό των 23.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ κατ’ αποκοπή, αναλυόμενο στο ποσό των 11.500 ευρώ μηνιαίως για κάθε πλοίο, ενώ η ετήσια συνολική αξία του έργου διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων, η οποία περιελάμβανε την αμοιβή διαχείρισης, το κόστος πληρωμάτων, καθώς και τα λειτουργικά κόστη εκτιμήθηκαν στο ποσό των 7.621.000 ευρώ. Προς πλήρωση της πρώτης των ανωτέρω αιρέσεων που περιλαμβάνονταν στο άρθρο 8 των επιστολών ανάθεσης, την 21-03-2016, η όγδοη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «………….» υπέγραψε σύμβαση με την ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία «………. ……», καθώς επίσης και με τις μη διαδίκους στην παρούσα δίκη εταιρείες με την επωνυμία «………. ………. .» και «………………», με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών εμπειρίας και τεχνογνωσίας αυτών προς την ανάδοχο εταιρεία (όγδοη εναγομένη). Στον όρο 1 αυτής, αναφέρθηκε ότι, η όγδοη εναγόμενη εταιρεία με την επωνυμία «…….», αποδέχθηκε τη με αριθμό …../18-03-2016 επιστολή των ναυτικών εταιρειών ………., πρώτη εναγομένη και …… δεύτερη εναγομένη για την ανάθεση διαχείρισης των πλοίων   M (ΙΜΟ …..) και   Ε (ΙΜΟ …….), καθώς επίσης και τη με αριθμό ……/18-03-2016 επιστολή των ναυτικών εταιρειών ………. (3η, 4η, 5η, 6η και 7η των εναγομένων) για την ανάθεση διαχείρισης των πλοίων RoRo Ε 1 (ΙΜΟ …..), RoRo Ε 2 (…….), ΜΤ Ε 3 (ΙΜΟ ……), ΜΤ E 4 (……) και ΜΤ ………. 5 (…….). Περαιτέρω, με τον όρο 2 αυτής συμφωνήθηκε ότι: 1) η ενάγουσα εταιρεία θα διέθετε τεχνογνωσία και εμπειρία σε θέματα τεχνικά, διαχειριστικά, ασφάλειας και πληρώματος και ειδικότερα διαχείριση ISM, ασφάλεια, ποιότητα, διαχείριση πληρωμάτων, επιχειρησιακή διαχείριση (επίβλεψη φόρτωσης/εκφόρτωσης, καταμέτρηση φόρτωσης/εκφόρτωσης προϊόντος), τεχνικός έλεγχος και επίβλεψη, τεχνική διαχείριση (επιχειρησιακή διαχείριση, επισκευές), 2) η εταιρεία «………. ………. ………» θα διέθετε τεχνογνωσία και εμπειρία σχετικά με τη διαχείριση δεξαμενόπλοιων μέσω της συμφωνίας διαχείρισης του στόλου δεξαμενόπλοιων, ιδιοκτησίας της εταιρείας …. και 3) η εταιρεία «…………..» θα διέθετε τεχνογνωσία και εμπειρία, σχετικά με τη διαχείριση ……
και φορτηγών πλοίων. Η χρονική διάρκεια της σύμβασης ορίστηκε σε δώδεκα (12) ημερολογιακούς μήνες, ήτοι από 01-04-2016 έως την 31-03-2017. Ακολούθως, στον όρο 3 αυτής, ορίστηκε ότι η αμοιβή για την εκτέλεση του ανωτέρω προσδιοριζόμενου έργου, θα προσδιορίζετο με έτερη συμφωνία, η οποία θα υπογράφετο μεταξύ των μερών, ενώ στον όρο 5 της συμβάσεως ορίστηκε ότι «η σύμβαση θα ανανεώνεται αυτόματα υπό την προϋπόθεση ανανέωσης των ανωτέρω αναθέσεων, πλην της περίπτωσης της καταγγελίας για σπουδαίο λόγο. Τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να μην προβούν σε καταγγελία της παρούσας σύμβασης παρά μόνο σε περίπτωση πτώχευσης, θέσης σε εκκαθάριση, ρευστοποίησης ή αναγκαστικής διαχείρισης οποιουδήποτε εκ των συμβαλλομένων». Επιπλέον, με τον όρο 7 της εν λόγω συμβάσεως, ορίστηκε ότι, σε περίπτωση παραβίασης από οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος, οποιουδήποτε όρου, οι οποίοι συνομολογήθηκαν όλοι ανεξαιρέτως ουσιώδεις, το κάθε ένα από τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη, θα δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση, με άμεση ισχύ και να επιδιώξει αποζημίωση. Την εν λόγω σύμβαση, η όγδοη εναγομένη προσεκόμισε στις επτά πρώτες εναγόμενες εμπροθέσμως. Η όγδοη εναγομένη, κατά τον ίδιο χρόνο, δεν διέθετε οργανωμένα γραφεία στην έδρα της στην Γλυφάδα, ικανά να παράσχουν το έργο της διαχείρισης, αφού δεν διέθετε καν προσωπικό. Για το λόγο αυτό, την 23.3.2016, ο Ελεγκτής Συστημάτων Θαλάσσιας Διαχείρισης ……….., ο οποίος ενεργούσε για λογαριασμό του Νηογνώμονα  ……. ., διενήργησε επιθεώρηση στα γραφεία της ενάγουσας στον Πειραιά, κατόπιν της οποίας εξεδόθη το από 23.3.2016 προσωρινό έγγραφο συμμόρφωσης, με το οποίο πιστοποιήθηκε ότι, το Σύστημα Διαχείρισης της Ασφάλειας της όγδοης εναγομένης εταιρείας πληρούσε τους στόχους της παραγράφου 1.2.3. του μέρους Α του Παραρτήματος Ι του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 336/2006 για δεξαμενόπλοια μεταφοράς πετρελαίου, χημικών προϊόντων και αερίου. Το έγγραφο αυτό ήταν αναγκαίο για την κατάρτιση των συμβάσεων ανάθεσης διαχείρισης, αφού είχε τεθεί στην αίρεση του προαναφερομένου άρθρου [8] των ανωτέρω επιστολών για την υπογραφή των συμβάσεων ανάθεσης. Οι ισχυρισμοί της όγδοης εναγομένης και του νομίμου εκπροσώπου αυτής, ενάτου εναγομένου, ότι ο εν λόγω επιθεωρητής μετέβη αρχικά στα γραφεία της ενάγουσας στον Πειραιά διότι, σκοπίμως και παραπλανητικά, προσκάλεσαν αυτόν στα γραφεία τους η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες με την επωνυμία «………. ………. .» και «………», με σκοπό να αποξενώσουν σταδιακά την όγδοη εναγομένη από το έργο της διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων και να κρατήσουν τη διαχείριση αυτοί και να την διεξάγουν στα γραφεία τους στον Πειραιά (σελ. 28 προτάσεών τους) δεν κρίνονται πειστικές, εφόσον κατά την εν λόγω επιθεώρηση, στα γραφεία της η όγδοη εναγομένη δεν είχε να επιδείξει οργανωμένο τμήμα διαχείρισης πλοίων. Μάλιστα, περί τούτου, στις προαναφερόμενες από 4.12.2022 προτάσεις του (στα πλαίσια άλλης δίκης) ο δέκατος εναγόμενος . …. αναφέρει «… Ο ………. στην αρχή της συνεργασίας μας, μας παραχώρησε χώρο κάτω από τα γραφεία του στον 1ο όροφο του ίδιου κτιρίου, επί της οδού …., στον Πειραιά, έτσι ώστε να έχει μια αρχική έδρα η εταιρεία μας για να ανταποκριθεί στον έλεγχο που θα έκαναν τα ………. για τις συνθήκες λειτουργίας του αντισυμβαλλομένου, όπως προέβλεπε ο νόμος. Εν συνεχεία μεταφέραμε την έδρα της επιχείρησης στη Γλυφάδα, επί της οδού …………». Βέβαια, ο ίδιος (δέκατος εναγόμενος) αναφέρει περαιτέρω «ότι το από 23.3.2016 προσωρινό έγγραφο συμμόρφωσης της όγδοης εναγομένης εξεδόθη από τα γραφεία της όγδοης εναγομένης στην Γλυφάδα.» Εν τούτοις, δεν προσκομίζεται έτερο έγγραφο ελέγχου των γραφείων, προγενέστερο της 23.3.2016, από το οποίο να προκύπτει προγενέστερος της 23.3.2016 έλεγχος για τις συνθήκες λειτουργίας της όγδοης εναγομένης. Επιπλέον, ο μάρτυρας ……….., εργαζόμενος τότε στα γραφεία της ενάγουσας, εφόσον ο ίδιος κατέθεσε ότι ξεκίνησε να εργάζεται στην έδρα της ενάγουσας τον Μάρτιο του έτους 2016, ο οποίος εξετάσθηκε με επιμέλεια της όγδοης και ενάτου των εναγομένων, επί του εν λόγω θέματος περιορίζεται να καταθέσει «Ας σημειωθεί ότι το D.O.C. (το πιστοποιητικό ασφαλούς διαχείρισης) είχε εκδοθεί στο όνομα της ………. . με αναφερόμενη διεύθυνση αυτής τα γραφεία της Γλυφάδας». Επομένως, κρίνεται αληθής η κατάθεση του μάρτυρα του ενάγοντος …… ………., που περιέχεται στη με αριθμό ……./22.5.2017 ένορκη βεβαίωση ότι ο ανωτέρω Νηογνώμονας (……….), την 23.3.2016, ήλεγξε τα γραφεία της ενάγουσας προς έκδοση του ανωτέρω πιστοποιητικού ποιότητας διαχείρισης. Παράλληλα, απεδείχθη ότι, η ενάγουσα, ήδη από μηνός Δεκεμβρίου 2016 (σχετικά με αριθμό ……/30.8.2017 ένορκη βεβαίωση περιέχουσα τη μαρτυρική κατάθεση της ……), άρχισε να αναζητά προσωπικό ικανό να ανταποκριθεί στο έργο της εν λόγω διαχείρισης. Από τις προσκομιζόμενες ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων ………., προκύπτει ότι άπαντες οι εν λόγω εργαζόμενοι σε επαφή για την πρόσληψή τους είχαν έρθει με τον ………. ……….. Συγκεκριμένα, ο εκ των ανωτέρω μαρτύρων ………., στην προαναφερομένη ένορκη κατάθεσή του, κατέθεσε ότι, μέσω αγγελίας ενημερώθηκε ότι ζητείται προσωπικό για συναφές με την εργασία του (παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών) αντικείμενο και μέσω αυτής της αγγελίας το πρόσωπο με το οποίο ήλθε σε επαφή ήταν ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας ………. ……….. Ο ίδιος μάρτυρας, κατέθεσε ότι, στα γραφεία της ενάγουσας στον Πειραιά εργάσθηκε από τον μήνα Μάρτιο του έτους 2016 έως την 22.4.2016, οπότε απεχώρησε από την εργασία του και συνέχισε να εργάζεται για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης. Επίσης και η μάρτυρας ………, απασχολούμενη με τον συντονισμό του ελέγχου της ορθής τήρησης των πιστοποιητικών ασφαλείας των πλοίων (safety coordinator), ανταποκρινόμενη σε αγγελία ευρέσεως εργασίας, έδωσε δύο συνεντεύξεις όπου παρίσταντο οι ………… Η εν λόγω μάρτυρας, κατά την κατάθεσή της, άρχισε να απασχολείται ειδικά με τη διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων στα γραφεία της ενάγουσας στον Πειραιά, αρχές του μηνός Μαρτίου 2016. Τον ένατο και δέκατο των εναγομένων εγνώρισε ακολούθως, περί τα μέσα μηνός Μαρτίου 2016, οπότε (μέσα Μαρτίου 2016) κατά την ίδια μαρτυρική κατάθεση εδόθησαν από τον ένατο εναγόμενο στην ενάγουσα και τις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου ………., οι κωδικοί πρόσβασης στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις της όγδοης εναγομένης εταιρείας, τις οποίες (ηλεκτρονικές διευθύνσεις) θα όφειλαν οι εταιρείες του Ομίλου να χρησιμοποιούν για όλες τις εργασίες τις απαραίτητες για τη διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων. Κατά την κατάθεσή της, αυτή εργάσθηκε στα γραφεία της ενάγουσας στον Πειραιά έως τα μέσα του μηνός Απριλίου 2016, οπότε και έκτοτε εργάζεται στα γραφεία της όγδοης εναγομένης. Ο εκ των μαρτύρων …………, στην ανωτέρω έκθεση ένορκης κατάθεσής του, κατέθεσε ότι, απασχολείται επί είκοσι πέντε έτη στο τμήμα επάνδρωσης πλοίων, τα δεκατέσσερα τελευταία εκ των οποίων απασχολείτο στην προηγούμενη, της όγδοης εναγομένης, διαχειρίστρια των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων. Ο ίδιος, εκ της ενασχόλησής του αυτής,  επεδίωξε να επικοινωνήσει με τον νέο διαχειριστή των πλοίων και, όπως ο ίδιος κατέθεσε, του υπέδειξαν ως αρμόδιο τον ………. ………., στον οποίο έδωσε και τη συνέντευξη πρόσληψης, στην οποία παρίστατο και ο ………… Ο εν λόγω μάρτυρας, από τα μέσα του μηνός Μαρτίου 2016, άρχισε να εργάζεται στα γραφεία της ενάγουσας στον Πειραιά, απασχολούμενος σε υπηρεσίες που αφορούσαν τη διαχείριση των πλοίων της όγδοης εναγομένης. Στα γραφεία αυτά εργάσθηκε έως την 21.4.2016, οπότε και έκτοτε άρχισε να παρέχει τις υπηρεσίες του στην όγδοη εναγομένη στην έδρα της στην Γλυφάδα. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, περί τα μέσα του μηνός Μαρτίου του έτους 2016, ο ………. ………. ανέθεσε στον ………, νόμιμο εκπρόσωπο των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη εταιρειών με την επωνυμία …….. και ………, την οργάνωση του Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης της όγδοης εναγομένης. Τότε, ο ένατος εναγόμενος, . ………., μέσω του ………. ………., ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον …… Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο τελευταίος, στην προσκομιζόμενη με αριθμό ………./11-6-2019 ένορκη βεβαίωση, τοποθετεί χρονικά την πρώτη επαφή αυτού με τον ένατο εναγόμενο στα τέλη του μηνός Μαρτίου 2016, πλην όμως η κατάθεσή του δεν κρίνεται πειστική κατά τούτο (ως προς τον χρόνο), διότι την 1.4.2016, αυτός (…………..) ως νόμιμος εκπρόσωπος των ανωτέρω εταιρειών …….. και ……………………., υπέγραψε σύμβαση με τον ένατο εναγόμενο …. ………., για την οποία θα γίνει λόγος κατωτέρω. Ο εν  λόγω μάρτυρας (………) κατέθεσε (σχετικά με αριθμό ………../11-6-2019 ένορκη βεβαίωση) ότι, ήδη από τις πρώτες συναντήσεις του με τον ένατο εναγόμενο, ο τελευταίος του γνωστοποίησε ότι είχε συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών εμπειρίας και τεχνογνωσίας με τον ………. ………., πλην όμως ευρίσκονταν σε συνεχή διαφωνία μαζί του, σχετικά αφενός μεν με το ύψος της αμοιβής της εταιρείας του (………. ……….), αφ’ ετέρου δε σχετικά με την ανεύρεση ικανών στελεχών για να αναλάβουν το έργο της διαχείρισης σε καθημερινή βάση, δεδομένου ότι αναφέρει σχετικά στην εν λόγω ένορκη βεβαίωση «…Στις πρώτες αυτές συναντήσεις που είχαμε, ο κ. ………. μου είπε πως γνώριζε ότι ο κ. ………. με τον οποίο είχαν συμφωνήσει να του παρέχει υπηρεσίες τεχνογνωσίας και εμπειρίας ήταν ήδη σε επαφή μαζί μου για συναφή θέματα που αφορούσαν τον διαγωνισμό, αλλά μου εξήγησε πως επειδή βρισκόταν σε μία συνεχή διαφωνία μαζί του σχετικά με το ύψος της αμοιβής της εν λόγω εταιρείας του κ. ………. για την παροχή τεχνογνωσίας και εμπειρίας σε τεχνικά θέματα, καθώς επίσης και την ανεύρεση ικανών στελεχών για να αναλάβουν το έργο της διαχείρισης σε καθημερινή βάση, ήθελε να έχει μία άποψη για τα πλαίσια της αγοράς και ήθελε να μιλήσει απευθείας με μία εταιρεία σαν την δική μου, για να δει ποια θα ήταν μία δίκαιη αμοιβή για να συμφωνήσει με τον ……….…». Κατά την εν λόγω κατάθεση, αυτός (……) πρότεινε στον ένατο εναγόμενο ότι, εάν ο ίδιος αναλάμβανε για όλο το χρόνο λειτουργίας των συμβάσεων ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων στην όγδοη εναγομένη, την οργάνωση και υποστήριξη του Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης της όγδοης εναγομένης εταιρείας, η υπ’ αυτού εκπροσωπουμένη εταιρεία ………. θα παρείχε ακόμη και καθημερινή, εάν ήταν αναγκαία, καθοδήγηση στα στελέχη της όγδοης εναγομένης εταιρείας σε θέματα τεχνικής φύσεως διαχείρισης, δίχως επιπλέον χρέωση. Την 1.4.2016, μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών, θυγατρικών της ………. ., εταιρειών και της όγδοης εναγομένης καταρτίσθηκαν επτά (7) Συμβάσεις Διαχείρισης Έργου, ήτοι εκάστη των πλοιοκτητριών κατήρτισε ιδιαίτερη σύμβαση με την όγδοη εναγομένη, με τις οποίες ανατέθηκε στην όγδοη εναγομένη η διαχείριση των πλοίων τους. Κατά το άρθρο 3 των συμβάσεων αυτών, με τίτλο «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ», προβλέφθηκε ότι, κατά τη διάρκεια ισχύος των συμβάσεων αυτών, η οποία με τον όρο 2 συμφωνήθηκε από 1.4.2016 έως 31.3.2017, η όγδοη εναγομένη, «…η οποία έχει συνάψει με τις εταιρείες «………. ..», «………. ……….» και «……….» την από 21-03-2016 σύμβαση για παροχή υπηρεσιών τεχνογνωσίας και εμπειρίας σε επί μέρους ζητήματα για τη διαχείριση του πλοίου (ασφάλεια, πλήρωμα, δεξαμενόπλοια κτλ) από τις άνω εταιρείες…», θα παρείχε Υπηρεσίες Διαχείρισης αναφορικά με τα πλοία των επτά πρώτων εναγομένων, ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό εκάστης πλοιοκτήτριας. Η Διαχειρίστρια – όγδοη εναγομένη θα ηδύνατο να προβεί σε όποιες ενέργειες θεωρούσε εκάστοτε αναγκαίες για την εκτέλεση της εν λόγω σύμβασης, σύμφωνα με τις αρχές της ορθής, επιμελούς και συνεχής διαχείρισης πλοίων αντίστοιχου τύπου και κατηγορίας. Σε κάθε περίπτωση, η Διαχειρίστρια θα υποχρεούτο να συμμορφώνεται με τις οδηγίες και τις υποδείξεις της Πλοιοκτήτριας, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω οδηγίες και υποδείξεις της Πλοιοκτήτριας θα ήταν σύμφωνες με τη σχετική διεθνώς αναγνωρισμένη ναυτιλιακή πρακτική και τις αρχές και τα πρότυπα της συνετής, ορθής και επιμελούς πλοιοκτησίας πλοίων παρόμοιων με το Πλοίο, η Πλοιοκτήτρια δεν θα έφερε καμία ευθύνη και η Διαχειρίστρια θα παρέμενε αποκλειστικά και εξ ολοκλήρου υπεύθυνη για κάθε αστική και/ή ποινική απαίτηση ή αξίωση του προσωπικού της ή τρίτων, που θα είχαν σχέση με τις οδηγίες και τις υποδείξεις της Πλοιοκτήτριας. Συμφωνήθηκε, περαιτέρω, ότι θα απαιτείται η προηγούμενη, έγγραφη άδεια της Πλοιοκτήτριας για την πραγματοποίηση οποιασδήποτε δαπάνης και την ανάληψη οποιασδήποτε υποχρέωσης από τη Διαχειρίστρια στο όνομα της Πλοιοκτήτριας, το συνολικό κόστος της οποίας θα υπερέβαινε τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ ή σε περίπτωση που μηνιαία οι άνω δαπάνες και υποχρεώσεις υπερέβαιναν σωρευτικά το ποσό ευρώ 50.000, για έκαστη εφεξής δαπάνη, με την εξαίρεση των ανειλημμένων υποχρεώσεων μισθοδοσίας του Πληρώματος. Ειδικότερα, η όγδοη εναγομένη ανέλαβε [α] (όρος 3.1) την επιμέλεια, σύμφωνα με τις οδηγίες της Πλοιοκτήτριας, για την επάνδρωση του πλοίου με το κατάλληλο και επαρκώς εκπαιδευμένο πλήρωμα, αναλαμβάνοντας αποκλειστικά και το σχετικό μισθολογικό κόστος ιδίως δε τη σύνταξη μισθοδοτικών καταστάσεων, πληρωμή των αμοιβών των πληρωμάτων, πληρωμή ασφαλιστικών – φορολογικών κρατήσεων των πληρωμάτων στα ασφαλιστικά ταμεία και στην αρμόδια Δ.Ο.Υ, Πλοίων αντίστοιχα, ασφάλιση του Πληρώματος στον αρμόδιο φορέα, για τα οποία ζητήματα η Πλοιοκτήτρια δεν θα φέρει καμία ευθύνη, καθώς επίσης και όλα τα σχετικά με τα θέματα του πληρώματος, καθισταμένης της όγδοης εναγομένης υπεύθυνης αστικά και ποινικά για κάθε απαίτηση του πληρώματος, [β] (όρος 3.2) υπηρεσίες τεχνικής διαχείρισης, αναφορικά με τεχνικά θέματα του πλοίου και δη παροχή κατάλληλου προσωπικού για την επίβλεψη της συντήρησης και την εν γένει κατάσταση και αποδοτικότητα του Πλοίου, μέριμνα για τη διεξαγωγή και επίβλεψη των δεξαμενισμών, επισκευών, μετατροπών και της συντήρησης του Πλοίου, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Πλοιοκτήτριας και του νηογνώμονα του Πλοίου, μέριμνα για την προμήθεια των αναγκαίων προμηθειών, ανταλλακτικών και λιπαντικών, τον διορισμό επιθεωρητών και τεχνικών συμβούλων κατόπιν σχετικής έγκρισης της Πλοιοκτήτριας, ανάπτυξη, εφαρμογή και διατήρηση ενός Συστήματος Ασφαλούς Διαχείρισης (SMS) σύμφωνα με τον Κώδικα ISM, [γ] σχετικά με την εμπορική διαχείριση (όρος 3.3) ανέλαβε, εφόσον, και κατά την έκταση που της ζητηθούν από την Πλοιοκτήτρια, όπως παρέχει  μέριμνα για την προσήκουσα είσπραξη από την Πλοιοκτήτρια των ναύλων και των πάσης φύσεως εσόδων από τη ναύλωση και εκμετάλλευση του πλοίου, για την προσήκουσα εκτέλεση των πλόων του πλοίου και παρακολούθηση και τήρηση της νομοθεσίας κατά την εκτέλεση αυτών, επιλογή και διαπραγμάτευση των όρων συνεργασίας με πράκτορες φορτοεκφορτωτές και επιθεωρητές φορτίου, και τη μέριμνα για τη διεξαγωγή των επιθεωρήσεων που σχετίζονται με την εκμετάλλευση του πλοίου, [δ] (όρος 3.4) εφόσον και στην έκταση που της ζητηθεί από την πλοιοκτήτρια, ανέλαβε τη μεριμνα για την ασφάλιση του Πλοίου, σύμφωνα με τον όρο 6 και τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα έχει καθορίσει ή συμφωνήσει η Πλοιοκτήτρια, ειδικά ως προς τους όρους των συμβάσεων ασφάλισης, τις ασφαλισμένες αξίες και τυχόν εξαιρέσεις και εκπιπτόμενα ποσά, [ε] (όρος 3.5) ανέλαβε όπως παρέχει λογιστικές υπηρεσίες κατά τα αναφερόμενα στον όρο 3.5, και [στ] ανέλαβε να μεριμνά για τον εφοδιασμό του πλοίου με τις αναγκαίες προμήθειες, καύσιμα και λιπαντικά και την ορθή τήρηση του Βιβλίου Ατελειών. Επιπλέον, προβλέφθηκε ότι, η αμοιβή της διαχειρίστριας των πλοίων, όγδοης εναγομένης εταιρείας, θα ανέρχεται σε 9.000 ευρώ μηνιαίως για έκαστο των πλοίων Ε1,Ε2,Ε3,Ε4,Ε5 και σε 11.500 ευρώ μηνιαίως για έκαστο των πλοίων «Μ» και «Ε», ήτοι ετησίως η αμοιβή αυτής (όγδοης εναγομένης) και για τα επτά (7) πλοία θα ανέρχεται στο συνολικό χρηματικό ποσό των 816.000 ευρώ. Παράλληλα, αφού στο Παράρτημα Α εκάστης συμβάσεως, προβλέφθηκε το πλοίο που αφορά η εν λόγω διαχείριση, στο Παράρτημα 2 εκάστης εξ αυτών, προβλέφθηκε η σύνθεση του πληρώματος του κάθε πλοίου από άποψη προσόντων και στο Παράρτημα 3 καθορίσθηκε ο Προϋπολογισμός των εξόδων της διαχείρισης εκάστου πλοίου, συμπεριλαμβανομένης και της αμοιβής και δη έξοδα λιμένων, καύσιμα, μισθοδοσία και συναφή, τροφοδοσίας, εφόδια και λιπαντικά, έξοδα συντήρησης, επιθεωρήσεις ασφάλειες πλοίου και λοιπά έξοδα. Συγκεκριμένα, για το πλοίο Ε 1 οι προϋπολογισθείσες δαπάνες συμπεριλαμβανομένης και της διαχειριστικής αμοιβής ορίσθηκε στο ποσό των ευρώ 1.920.094, για το πλοίο Ε 2 στο ποσό των ευρώ 1.849.094, για το πλοίο Ε 3 στο ποσό των ευρώ 1.965.834, για το πλοίο Ε 4 στο ποσό των ευρώ 1.965.834, για το πλοίο Ε 5 στο ποσό των ευρώ 1.965.834, για το πλοίο Μ στο ποσό των ευρώ 3.270.130 και για το πλοίο Ε στο ποσό των ευρώ 4.357.538. Την ίδια ημέρα, εντούτοις, ήτοι την 1.4.2016 και μάλιστα προ της υπογραφής των ανωτέρω επτά συμβάσεων μεταξύ της όγδοης εναγομένης και εκάστης των επτά πρώτων εναγομένων, η όγδοη εναγομένη προσεκόμισε και κατέθεσε στις ανωτέρω επτά εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες, τις από 1.4.2016 δύο συμβάσεις ανάθεσης, τις οποίες η όγδοη εναγομένη είχε καταρτίσει με τις εταιρείες «………» και «……….». Οι εν λόγω συμβάσεις, είχαν το αυτό περιεχόμενο με τις από 21.3.2016 συμβάσεις, που η όγδοη εναγομένη είχε καταρτίσει με την ενάγουσα και τις εταιρείες «………. ………. .» και «…………..», ήτοι με αυτές προβλέφθηκε ότι οι εν λόγω εταιρείες [«…………» και «……………..»], για χρονικό διάστημα δώδεκα μηνών και δη από την 1.4.2016 έως 31.3.2017, αντί αμοιβής που θα προσδιορίζετο με έτερη συμφωνία, θα παρείχαν τεχνογνωσία και εμπειρία σε θέματα τεχνικά, διαχειριστικά, ασφάλειας και πληρώματος στην όγδοη εναγομένη. Πιο συγκεκριμένα, σε θέματα διαχείρισης ISM, διαχείρισης ISPS, ασφάλειας, ποιότητας, διαχείρισης και εκπαίδευσης πληρωμάτων, επιχειρησιακής διαχείρισης (επίβλεψης φόρτωσης / εκφόρτωσης, καταμέτρησης φόρτωσης / εκφόρτωσης προϊόντος), τεχνικού ελέγχου και επίβλεψης, τεχνικής διαχείρισης (επιχειρησιακής διαχείρισης, επισκευές). Τεχνογνωσία και εμπειρία σχετικά με την διαχείριση δεξαμενοπλοίων Τεχνογνωσία και εμπειρία σχετικά με την διαχείριση LPG και φορτηγών πλοίων. Ότι η όγδοη εναγομένη δια του νομίμου εκπροσώπου της – ενάτου εναγομένου την ίδια ημέρα με την υπογραφή των ανωτέρω συμβάσεων ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους από τις επτά πρώτες εναγόμενες σε αυτήν, κατέθεσε σε αυτές τις ανωτέρω δύο συμβάσεις συνεργασίας με τις εταιρείες «……………….» και «……….»,  αναφέρουν σαφώς οι επτά πρώτες εναγόμενες στις έγγραφες προτάσεις τους και προσεπιβεβαιώνεται και από την ένορκη κατάθεση της υπαλλήλου των ………. . και αρμόδιας για τον ανωτέρω διαγωνισμό …………, η κατάθεση της οποίας περιέχεται στη με αριθμό ……/24.7.2017 ένορκη βεβαίωση, η οποία κατέθεσε σχετικά «… Η …… πράγματι μας προσκόμισε την από 21-3-2016 Σύμβαση Έργου, μεταξύ αυτής και της ………. ., της ………. ………. και της ……. και τις από 1-4-2016 Συμβάσεις Έργου με τις εταιρίες …….., οι οποίες έχουν πολύ μεγάλη εμπειρία στην διαχείριση πλοίων και μεγάλο χαρτοφυλάκιο πλοίων επίσης. Έτσι η αίρεση που είχαμε τάξει πληρώθηκε και προχωρήσαμε στην σύναψη και υπογραφή των από 1-4-2016 Συμβάσεων Διαχείρισης με την …….….». Η αλήθεια της εν λόγω κατάθεσης, ενισχύεται και από το από 25.4.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα του ενάτου εναγομένου, ….. ………. που αυτός απέστειλε στον …., υπάλληλο των ………., κατόπιν της από 22.4.2014 εξώδικης δήλωσης καταγγελίας της ενάγουσας, για την οποία θα γίνει λόγος και κατωτέρω, αφού στο εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα, αναφέρεται σχετικά «… Για την πλήρη ενημέρωσή σας, αναφορικά με την από 22-04-2016 Εξώδικη Καταγγελία των εταιρειών του Ομίλου ……………….., η οποία σας γνωστοποιήθηκε, σας γνωρίζουμε ότι η Ομάδα Συνεργατών και Στελεχών της ………. . βρίσκεται ήδη σε πλήρη λειτουργική επάρκεια και ετοιμότητα στην εκτέλεση των συμβατικών μας υποχρεώσεων, κατά την πληρέστατη και ασφαλέστατη διαχείριση των πλοίων του Ομίλου σας που έχουμε αναλάβει, όπως και οι ίδιοι διαπιστώνετε από την καθημερινή σας παρακολούθηση και ενημέρωση μέσω των αρμόδιων στελεχών σας. Όπως ήδη σας έχουμε γνωρίσει, η Εταιρεία μας, στα πλαίσια της δέσμευσής της για την Άριστη εκτέλεση των συμβατικών της υποχρεώσεων απέναντι στον Όμιλο ………. – ……, εξασφάλισε ήδη εξαρχής, εκτός από τη συνεργασία των εταιρειών του Ομίλου ………. ………., επίσης τη μόνιμη και πλήρη συμβατική δέσμευση και συνεργασία της κορυφαίας εταιρείας στο χώρο, ….. (με θυγατρική η οποία διαχειρίζεται 80 πλοία) ώστε η παροχή επαρκούς και υψηλής τεχνογνωσίας και εμπειρίας προς τα στελέχη μας, κατά την διαχείριση των πλοίων του Ομίλου σας, να είναι συνεχής και αδιάλειπτη, οποιαδήποτε στιγμή χρειαστεί….». Στο εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα, ο ένατος εναγόμενος αναφέρει αφενός μεν ότι εξασφάλισε «…ήδη εξαρχής….», εκτός από τη συνεργασία των εταιρειών του Ομίλου ………. ………. και τη μόνιμη και πλήρη συνεργασία της εταιρείας ………., αφ’ ετέρου δε ότι, περί τούτου, είχε ήδη ενημερώσει τις επτά πρώτες εναγόμενες, δεδομένου ότι αναφέρει «… Όπως ήδη σας έχουμε γνωρίσει …». Επομένως, οι αιτιάσεις της όγδοης όσο και του ένατου των εναγομένων που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις τους, που κατέθεσαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου επί της ένδικης έφεσής τους (σελ. 18), ότι στην κατάρτιση των εν λόγω από 1.4.2016 συμβάσεων με τις ανωτέρω εταιρείες ……………… και ………., προέβη η όγδοη εναγομένη δια του νομίμου εκπροσώπου της, ενάτου εναγομένου, μετά την επίδοση σε αυτήν της εξώδικης καταγγελίας της σύμβασης που συνέδεε αυτήν με την ενάγουσα και τις ανωτέρω εταιρείες, από τις τελευταίες, για την οποία θα γίνει λόγος και κατωτέρω, ήτοι μετά την 25.4.2016, δεν κρίνονται πειστικές, όπως δεν κρίνεται πειστική και η περιεχομένη στη με αριθμό ……/2019 ένορκη βεβαίωση, ένορκη κατάθεση του …….. κατά την οποία «…Εν τέλει στις 25 Απριλίου 2016, ο κ. ………. επικοινώνησε μαζί μου, λέγοντας μου πως ο κ. ………. της …… είχε εξωδίκως καταγγείλει την μεταξύ τους σύμβαση και μάλιστα είχε κοινοποιήσει αυτή την καταγγελία και στα ….. και ζήτησε την ουσιαστική ενεργοποίηση της σύμβασής μας. Λόγω της τεράστιας εμπειρίας μας και προϊστορίας της εταιρείας μας στον χώρο της ναυτιλίας δεν υπήρχε αμφιβολία φυσικά πως τα ………. θα μας έκαναν αποδεκτούς και έτσι υπογράψαμε αφενός σχετικό συμφωνητικό παροχής υπηρεσιών τεχνογνωσίας και εμπειρίας με την ….. και αφετέρου τα ………. αποδέχτηκαν την παρουσία μας και υπογράφησαν και σχετικά παραρτήματα στις συμβάσεις της …… με τα ……….….». Των ανωτέρω, ήτοι την κατάρτιση των από 1.4.2016 συμβάσεων μεταξύ της όγδοης εναγομένης αφενός και των εταιριών ……….. αφ’ ετέρου, το περιεχόμενο αυτών, αλλά και το ότι τις εν λόγω συμβάσεις, η όγδοη εναγομένη κατέθεσε στις ανωτέρω επτά πρώτες εναγόμενες προ της κατάρτισης των από 1.4.2016 συμβάσεων ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων μεταξύ της όγδοης εναγομένης και των επτά εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών, η ενάγουσα και οι εταιρείες «………. ………. .» και «………», αγνοούσαν, όπως τούτο εξάλλου, για άλλους βέβαια λόγους, συνομολογείται και υπό της ογδόης και ενάτου των εναγομένων, με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιόν μας επί της ένδικης έφεσής τους (σελ. 19). Εν τω μεταξύ, αυτές (ενάγουσα και εταιρείες «………. ………. .» και «………….»), απεδείχθη ότι, καθ’ όλο το διάστημα από της ενάρξεως της συνεργασίας τους με τους ένατο, δέκατο και όγδοη των εναγομένων, εργάζονταν για το συμφέρον της όγδοης εναγομένης. Αφού είχαν διαθέσει τα επιχειρηματικά τους στοιχεία και είχαν συντάξει και τους ανωτέρω φακέλους συμμετοχής της όγδοης εναγομένης στο διαγωνισμό, είχαν μετάσχει στην αξιολόγησή της, ως ανωτέρω αναλύεται, υπέγραψαν και το αναγκαίο, κατά την επιστολή ανάθεσης, από 21.3.2016 συμφωνητικό, ακολούθως, απασχολούντο με τις αναγκαίες εργασίες προετοιμασίας για την ανάθεση της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών στην όγδοη εναγομένη και δη επιμελήθηκαν για την έκδοση του αναγκαίου ανωτέρω μνημονευόμενου πιστοποιητικού του Νηογνώμονα ………, το οποίο εξεδόθη υπό τις συνθήκες που απεδείχθησαν και αναλύονται ανωτέρω, καθώς επίσης, όπως η ίδια αναφέρει στην αγωγή της και δεν αμφισβητείται ειδικώς από τις εναγόμενες, αυτές ήρθαν σε επαφή με ασφαλιστικούς και αυτασφαλιστικούς οργανισμούς και σε συμφωνία ασφαλίστρων με προνομιακές τιμές, επιμελήθηκαν τη δημιουργία του Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης, την έκδοση απαραίτητων εγγράφων από το Λιμεναρχείο και το Υπουργείο Ναυτιλίας, ανέλαβαν και εκτέλεσαν την επιθεώρηση των επτά πλοίων, προκειμένου και για την παραλαβή τους προς άσκηση της διαχείρισης, η οποία ξεκίνησε την 30.3.2016 και ολοκληρώθηκε την 1.4.2016, οπότε και υπεγράφη η σύμβαση ανάθεσης, προσέλαβαν προσωπικό για την εκτέλεση των εργασιών διαχείρισης των πλοίων, οι φάκελοι των πλοίων και όλα τα αναγκαία για τη διαχείριση αυτών έγγραφα μεταφέρθηκαν στην έδρα της ενάγουσας στον Πειραιά, προετοίμασαν τα αναγκαία για την πρόσληψη 142 μελών πληρώματος των ανωτέρω πλοίων, ακολούθως δε και έως την 21.4.2016 ασκούσαν την τεχνική επιτήρηση των πλοίων, των επισκευών, ασχολούντο με την προμήθεια τροφίμων, λιπαντικών, εργαλείων, επικοινωνούσαν με τα λιμάνια για την οργάνωση της φόρτωσης – εκφόρτωσης και τη διαχείριση των λογαριασμών των πλοίων. Την 4.4.2016, αφού πλέον είχαν υπογραφεί οι ανωτέρω συμβάσεις ανάθεσης της διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων και του ογδόου εναγόμενου, ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου, ………. ………., απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα προς τον ένατο εναγόμενο, . ………., με το οποίο ζητούσε άμεσα, αφενός μεν ενημέρωση, αφετέρου δε την καταβολή της διαχειριστικής του αμοιβής για τον τρέχοντα μήνα, αναφέροντας στο σχετικό μήνυμα, κατ’ ακριβή διατύπωση «…ενημέρωση με το ποσό του budget σύμφωνα με την interunity, καθώς επίσης και με την πληρωμή της διαχειριστικής αμοιβής για τον τρέχον μήνα γιατί έχω εκκρεμότητες που πρέπει να πληρωθούν άμεσα…». Στο εν λόγω μήνυμα, ο ένατος εναγόμενος απήντησε ομοίως με ηλεκτρονικό μήνυμα την ίδια ημέρα, αναφέροντας ότι, αναμένει το άνοιγμα των λογαριασμών. Ο ………. ………. απήντησε, με νέο ηλεκτρονικό μήνυμα και αφού εζήτησε από τον ένατο εναγόμενο να τον ενημερώσει για το πότε υπελόγιζε το άνοιγμα των λογαριασμών, εζήτησε επιπροσθέτως από αυτόν (ένατο εναγόμενο), όπως αυτός (ένατος εναγόμενος), ζητήσει να αποσταλούν σε αυτόν (ένατο εναγόμενο) «το budget σύμφωνα με interunity», διότι αυτοί θα έπρεπε να κάνουν άμεσα κάποιους υπολογισμούς. Ο ………. ………., επανήλθε την επομένη ημέρα 5.4.2016 με νεώτερο ηλεκτρονικό μήνυμα, το οποίο απέστειλε στον ένατο εναγόμενο, με το οποίο ζητούσε, αφενός μεν ενημέρωση σχετικά με τις πληρωμές, αναφέροντας ότι, δεν είχε ενημέρωση σχετικά με τις εξελίξεις των λογαριασμών από την προηγουμένη ημέρα και επιπλέον ζητούσε, από τον ένατο εναγόμενο, να του στείλει το «budget» δηλαδή τον προϋπολογισμό και ένα «draft», δηλαδή προσχέδιο της σύμβασης, προκειμένου με τη σειρά του αυτός (………. ……….) να την αποστείλει στη δικηγόρο, ώστε, όπως ανέφερε, αυτή ακολούθως «να ετοιμάσει τις δικές μας για τις αμοιβές και τα υπόλοιπα στοιχεία επαφής, επικοινωνίας και συνεργασίας». Από το εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα προκύπτει ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας δεν είχε λάβει αντίγραφο της σύμβασης ανάθεσης του έργου της διαχείρισης, που είχε υπογραφεί μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και της όγδοης εναγομένης. Απάντηση του ενάτου εναγομένου στο εν λόγω μήνυμα δεν προσκομίζεται. Ο ………. ………. την επομένη ημέρα, ήτοι την 6.4.2016, απέστειλε νέο μήνυμα στον ένατο εναγόμενο, στο οποίο ανέφερε (με λατινικούς χαρακτήρες) κατ’ ακριβή διατύπωση «Σε συνέχεια του κάτωθι email περιμένω την αποστολή της συμβάσεως με σκοπό την δημιουργία της τελικής δικής μας συμβάσεως». Επί του εν λόγω μηνύματος, την ίδια ημέρα, ήτοι την 6.4.2016, ο ένατος εναγόμενος απήντησε με ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε στον ………. ………. στο οποίο ανέφερε κατ’ ακριβή διατύπωση του μηνύματος «Υπάρχει μεταξύ μας σύμβαση έργου η οποία είναι εν ισχύ. Πάνω σε αυτή θα υπάρξει συμπληρωματικό κομμάτι που θα αναφέρει την διαχειριστική αμοιβή σας το οποίο θα καθορίσουμε μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία με τις εγγυητικές.». Ακολούθως, ο ………. ………., την 7.4.2016, απέστειλε στον ένατο εναγόμενο, όπως ο ίδιος αναφέρει στην από 1.11.2019 μήνυσή του, αλλά προκύπτει και από το από 8.4.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα του ενάτου εναγομένου προς αυτόν (………. ……….), (ηλεκτρονικό μήνυμα το οποίο ενώπιόν μας δεν προσκομίζεται), ζητώντας την υπογραφή συμφωνητικού σχετικά με την αμοιβή του, σχέδιο του οποίου επισυνάπτετο στο εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα. Ο ένατος εναγόμενος απήντησε στον ………. ………., δια της αποστολής του από 8.4.2016 ηλεκτρονικού μηνύματος, το ακριβές περιεχόμενου του οποίου έχει ως ακολούθως: «Αγαπητέ Κύριε ………., Καταρχάς θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την έως τώρα συνεργασία μας. Έχουμε διαβάσει και μελετήσει την σύμβαση σας και στην οποία συμφωνούμε σε γενικές γραμμές αλλά θα θέλαμε να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις, οι οποίες δεν θα επηρεάσουν την μεταξύ μας συνεργασία αλλά είναι καλό να ειπωθούν: 1. Ζητάτε από εμάς να πληρωθείτε 45.000 ενώ το όλο έργο είναι 68.000. Προσφέρετε την τεχνογνωσία αλλά προσφέρουμε κοντά 2.000.000 ευρώ εγγυητική καλής εκτέλεσης με χρηματικές και υλικές καλύψεις και ένα ετήσιο κόστος 17000 ευρώ. Επίσης η τράπεζα μας ζήτησε εχθές να μας κρατάει 15000-20000 ευρώ cashbuilding από την μηνιαία αμοιβή μας των 68000 με 36% ετήσια (64800-86400) φορολόγηση. Έχουμε να πληρώνουμε 2100 το crisis management, μηνιαίως. Έχουμε να πληρώνουμε 2800 το ISM μηνιαίως. Έχουμε να πληρώνουμε 1100 την ……… μηνιαίως. Όπως επίσης το Λογιστήριο μας, τους Δικηγόρους μας, τα Πάγια μας, το Προσωπικό γραφείου κλπ. Φυσικά δεν αναφέρω την αμοιβή την δικιά μας που δύστυχος δεν υπάρχει. Οι αμοιβές του προσωπικού που τρέχετε την δουλειά της …… και το οποίο ανήκει σε εμάς καθώς και η αμοιβή η δικιά σας και του Κυρίου ………. όπως χονδρικά συζητήσατε και με τον κύριο ….. δεν ξεπερνούν τις 30.000 μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές. Σαν αποτέλεσμα βλέπουμε ότι η διαχειρίστρια εταιρεία ….. κινείται με αρνητικό πρόσημο άνω των 15.000 ευρώ μηνιαίως και χωρίς καμία αμοιβή προς τους μετόχους της ενώ η εταιρεία ………. κινείται με ένα πλεόνασμα άνω των 10.000. Αυτό που ζητάμε είναι όπως ήδη έχετε προτείνει στον κύριο ….. να αφαιρέσετε 1.000 ευρώ ανά πλοίο από τις αμοιβές που ζητάτε μηνιαίως για τους πρώτους 2 μήνες να γίνει για όλον τον χρόνο. Έτσι ώστε να μπορέσουμε και εμείς να περιορίσουμε την ζημιά που γράφουμε κάθε μήνα. Όπως καταλαβαίνετε μια δουλειά πρέπει να είναι win to win, εμείς σαν εταιρεία δεν επιθυμούμε ούτε να σας μειώσουμε τις αμοιβές ούτε να περιορίσουμε τα κέρδη σας αλλά θα πρέπει μεταξύ συνεργατών να υπάρχει κατανόηση. ….». Ενώ εκκρεμούσε η υπογραφή του εν λόγω συμφωνητικού, καθώς επίσης, ενώ η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου συνέχιζαν τις εργασίες που αφορούσαν τη διαχείριση των ανωτέρω πλοίων κατά το τεχνικό κομμάτι, την 21.4.2016, ο δέκατος εναγόμενος ………….., χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση της ενάγουσας, μετέβη με φορτηγό στην έδρα της ενάγουσας εταιρείας στον Πειραιά, προκειμένου να παραλάβει τους φακέλους των πλοίων και των εγγράφων αναγκαίων για τη διαχείριση αυτών, τα οποία ευρίσκοντο στην έδρα της ενάγουσας και να μεταφέρει αυτά στην έδρα της όγδοης εναγομένης στην Γλυφάδα, ενόψει ελέγχου από κάποιον αντασφαλιστικό οργανισμό, που είχε προγραμματισθεί για την επομένη ημέρα, ήτοι την 22.4.2016. Προκειμένου και για την εν λόγω παράδοση των εγγράφων, ο δέκατος εναγόμενος υπέγραψε το από 21.4.2016 έγγραφο, σύμφωνα με το ακριβές περιεχόμενο του οποίου «Ο κάτωθι υπογράφων,   …., ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας …… παρέλαβα από τα γραφεία της εταιρείας ………. . τα έγγραφα των επισυναπτόμενων λιστών, από τα οποία αναλαμβάνω την υποχρέωση να επιστρέφω το αργότερο μέχρι την Κυριακή 24 Απριλίου 2016 πίσω στην εταιρεία και συγκεκριμένα στα γραφεία της επί της οδού …… στον Πειραιά, όσα δεν είναι ιδιοκτησίας ……., και μόνο τα έγγραφα τα οποία είναι απαραίτητα για την ασφαλή διαχείριση των πλοίων μέσα στα πλαίσια αρμοδιοτήτων μας που απορρέουν από τη μεταξύ μας σύμβαση.». Ακολούθως, την ίδια ημέρα (21.4.2016), η ενάγουσα εταιρεία, απέστειλε προς την όγδοη εναγομένη, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αντίγραφο του με αριθμό ……/21.4.2016 τιμολογίου παροχής υπηρεσιών μηνός Απριλίου 2016, εκ ποσού ευρώ 45.000, ως αμοιβή της για τη διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, παρακαλώντας για την άμεση εξόφλησή του. Σε απάντηση της αποστολής του εν λόγω τιμολογίου, την επομένη ημέρα 22.4.2016, ο Ιωάννης Λαγός, εργαζόμενος στο λογιστήριο της όγδοης εναγομένης, απέστειλε στον υπάλληλο της ενάγουσας ………. ηλεκτρονικό μήνυμα, στο οποίο ανέφερε ότι δεν υπήρχε τελική συμφωνία μεταξύ της ενάγουσας και της όγδοης εναγομένης για το ακριβές οικονομικό αντάλλαγμα των από 21.3.2016 συμφωνημένων υπηρεσιών της ενάγουσας προς την όγδοη εναγομένη και, ως εκ τούτου, ότι έπρεπε η ενάγουσα να προβεί σε άμεση ακύρωση του εν λόγω τιμολογίου και να αναμείνει την τελική οικονομική συμφωνία μεταξύ των δύο εταιρειών. Την ίδια ημέρα, ο ένατος εναγόμενος, με ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε στον ………. ………., αφενός μεν τον ενημέρωσε ότι πραγματοποιήθηκε η επιθεώρηση και μάλιστα επιτυχώς, αφ’ ετέρου δε ότι «… Παραμένει σε εκκρεμότητα να καταλήξουν στο μηνιαίο οικονομικό αντάλλαγμα για την εκτέλεση από την πλευρά της από 21.3.2016 σύμβασης μας (διάθεσης τεχνογνωσίας και εμπειρίας)….» Τέλος του εδήλωνε ότι «…Μετά από προσεκτική εξέταση των δεδομένων των πιο πάνω συμφωνημένων υπηρεσιών η πρότασή μας είναι 450 ευρώ ανά πλοίο. Περιμένουμε την απάντησή σου άμεσα για να κλείσουμε και το οικονομικό σκέλος της από 21/3/2016 σύμβασής μας.». Την ίδια ημέρα, 22.4.2016, η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες «………. ……….» και «……..», απώλεσαν τη δυνατότητα πρόσβασης στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις της όγδοης εναγομένης, μέσω των οποίων πραγματοποιούσε έως τότε όλες τις αναγκαίες πράξεις διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων κατά το τεχνικό τους μέρος, διότι η τελευταία άλλαξε τους κωδικούς πρόσβασης σε αυτούς. Η όγδοη εναγομένη, δεν επέστρεψε στην έδρα της ενάγουσας τους ανωτέρω φακέλους των πλοίων, αναγκαίους για την εκτέλεση των εργασιών διαχείρισης την 24.4.2016, όπως εγγράφως είχε δεσμευθεί ότι θα πράξει ο δέκατος εναγόμενος. Παράλληλα, απεδείχθη ότι, ο ένατος εναγόμενος είχε φροντίσει ώστε να οργανώσει το τεχνικό τμήμα της εταιρείας του, με την πρόσληψη των ……………, οι οποίοι όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, είχαν προσληφθεί και εργάζονταν, έως της αφαίρεσης των φακέλων διαχείρισης των πλοίων (21.4.2016), στην έδρα της ενάγουσας προς εκτέλεση εργασιών διαχείρισης των εν λόγω πλοίων. Η ενάγουσα, καθώς και οι εταιρείες «………. .» και «………..» [για την τελευταία των οποίων στο εν λόγω εξώδικο αναφέρεται ως συσταθείσα νόμιμα στις Ονδούρες και δραστηριοποιούμενη στην ………], την 25.4.2016, ημέρα Δευτέρα, κατόπιν των ανωτέρω, κοινοποίησαν στην ένατη εναγομένη εξώδικη δήλωση πρόσκληση, στην επικεφαλίδα της οποίας ανέφεραν και τη φράση «καταγγελία Σύμβασης», στην οποία, αφού παρέθεταν το ιστορικό της συνεργασίας αυτών με την όγδοη εναγομένη, καθώς επίσης και την αφαίρεση των φακέλων διαχείρισης και τη διακοπή της επικοινωνίας αυτών με τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις, μέσω των οποίων πραγματοποιούσαν πράξεις διαχείρισης, ανέφεραν επιπλέον ότι «…. Κάναμε μια επιχειρηματική συμφωνία την οποία τιμήσαμε στο έπακρο. Επειδή εσείς όλως αιφνιδίως και κατόπιν εορτής υπαναχωρήσατε από τα συμφωνηθέντα και αθετήσατε τους όρους της μεταξύ μας συμφωνίας, προβαίνοντας επιπρόσθετα και σε ενέργειες αθεμίτου ανταγωνισμού. Επειδή δεν γνωρίζουμε ποιος σας συμβουλεύει και σας παρέχει τεχνογνωσία επί της παρούσης στο έργο της διαχείρισης που έχετε αναλάβει ούτε τι ποιότητας τεχνογνωσία σας παρέχει και δε θέλουμε να διακινδυνεύσουμε το όνομα και την καλή φήμη μας όπως και την ακεραιότητα και ασφαλή διαχείριση των πλοίων του ΟΜΙΛΟΥ ………. … Καταγγέλλουμε από Δευτέρα 25 Απριλίου 2016 τη μεταξύ μας σύμβαση έργου με ημερομηνία 21.3.2016….» κάλεσαν δε την όγδοη εναγομένη στην εξόφληση της αμοιβής τους εκ ποσού 45.000 για τις πράξεις διαχείρισης ενός μηνός από 21.3.2016 έως 21.4.2016 και στην καταβολή των εξόδων παραλαβής των πλοίων, προετοιμασίας των γραφείων και των εγχειριδίων των πλοίων, τα οποία όρισαν στο ποσό των ευρώ 1.500 ανά πλοίο, δηλώνοντας παράλληλα ότι, άλλως, θα προβούν σε κάθε νόμιμο δικαστικό και εξώδικο μέσο εξασφάλισης και εξόφλησης της οφειλής τους. Την εν λόγω εξώδικη δήλωση, οι ανωτέρω εταιρείες κοινοποίησαν και στον Όμιλο Εταιριών …….., αποστέλλοντας μάλιστα στους νομίμους εκπροσώπους των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών το από 25.4.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα, γνωστοποιώντας τους ότι κατήγγειλαν την από 21.3.2016 σύμβαση που είχαν καταρτίσει με την όγδοη εναγομένη αναφέροντας παράλληλα «… λόγω της εξαιρετικής μέχρι σήμερα συνεργασίας μας είμαστε στη διάθεσή σας όποτε θελήσετε για να συναντηθούμε για οποιαδήποτε περαιτέρω διευκρίνιση επιθυμείτε…». Την ίδια ημέρα, μετά την κοινοποίηση του ανωτέρω εξωδίκου από την ενάγουσα και τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, απεδείχθη ότι, ο ένατος εναγόμενος απέστειλε προς τον …………… υπάλληλο των ………., ηλεκτρονικό μήνυμα, στο οποίο ανέφερε «Για την πλήρη ενημέρωσή σας, αναφορικά με την από 22.4.2016 Εξώδικη Καταγγελία των εταιρειών του Ομίλου ……………….., η οποία σας γνωστοποιήθηκε, σας γνωρίζουμε ότι η Ομάδα Συνεργατών και Στελεχών της …… ΝΕ βρίσκεται ήδη σε πλήρη λειτουργική επάρκεια και ετοιμότητα στην εκτέλεση των συμβατικών μας υποχρεώσεων, κατά την πληρέστατη και ασφαλέστατη διαχείριση των πλοίων του Ομίλου σας που έχουμε αναλάβει, όπως και οι ίδιοι διαπιστώνετε από την καθημερινή σας παρακολούθηση και ενημέρωση μέσω των αρμόδιων στελεχών σας. Όπως ήδη σας έχουμε γνωρίσει, η Εταιρεία μας, στα πλαίσια της δέσμευσής της για την Άριστη εκτέλεση των συμβατικών της υποχρεώσεων απέναντι στον Όμιλο ……….- ., εξασφάλισε ήδη εξαρχής, εκτός από τη συνεργασία των εταιρειών του Ομίλου ………. ………., επίσης τη μόνιμη και πλήρη συμβατική δέσμευση και συνεργασία της κορυφαίας εταιρείας στο χώρο, ………….. (με θυγατρική η οποία διαχειρίζεται 80 πλοία) ώστε η παροχή επαρκούς και υψηλής τεχνογνωσίας και εμπειρίας προς τα στελέχη μας. κατά την διαχείριση των πλοίων του Ομίλου σας, να είναι συνεχής και αδιάλειπτη, οποιαδήποτε στιγμή χρειαστεί. Σας διαβεβαιώνουμε με την παρούσα ότι συνεχίζουμε να παρέχουμε τις υπηρεσίες μας προς τις πλοιοκτήτριες εταιρείες του Ομίλου ……….-………., με την ίδια εξασφαλισμένη επάρκεια και στο ίδιο υψηλότατο επίπεδο ασφάλειας που αναλάβαμε, το οποίο υψηλότατο επίπεδο αποτελεί αδιαπραγμάτευτο συνεχή στόχο μας. Παραμένουμε συνεπείς και απόλυτοι στην εξασφάλιση της άριστης -σε κάθε επίπεδο- δραστηριότητας μας.». Έκτοτε, έπαψε η συνεργασία μεταξύ της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου αφενός και της όγδοης εναγομένης αφ’ ετέρου, η τελευταία δε συνέχισε την παροχή των υπηρεσιών διαχείρισης στα πλοία των επτά πρώτων εναγομένων. Την 21.9.2016, μεταξύ της όγδοης εναγομένης και εκάστης των επτά πρώτων εναγομένων, υπεγράφη το, από 21.9.2016, ιδιωτικό συμφωνητικό, με σκοπό την τροποποίηση του άρθρου 3 των αρχικών συμβάσεών τους με αυτήν (όγδοη εναγομένη). Συγκεκριμένα, στο συμφωνητικό που κατήρτισαν την 21.9.2016 ανέφεραν: «… Στο άρθρο 3 της ως άνω σύμβασης ρητά αναφερόταν η από 21.3.2016 σύμβαση που είχε συνάψει η Διαχειρίστρια με τις εταιρείες ………. .., ………. ………. και ………… για την παροχή από τις άνω Εταιρίες στη Διαχειρίστρια υπηρεσιών τεχνογνωσίας και εμπειρίας στη διαχείριση πλοίων, σύμβαση που αποτέλεσε απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάληψη από τη Διαχειρίστρια της διαχείρισης του άνω πλοίου αφού αυτή δεν διέθετε αντίστοιχη εμπειρία και τεχνογνωσία». Στο εν λόγω συμφωνητικό, αφού  γινόταν αναφορά στην από 24.4.2016 καταγγελία της από 21.3.2016 σύμβασης από την ενάγουσα και τις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου, ακολούθως, οι συμβαλλόμενοι σε αυτό συμφώνησαν «Ήδη σήμερα με το παρόν τα συμβαλλόμενα μέρη συναποδέχονται την αντίστοιχη τροποποίηση του άρθρου 3 της άνω σύμβασης και ρητά συμφωνούν ότι η Διαχειρίστρια, κατόπιν της καταγγελίας και λύσης της από 21-3-2016 σύμβασης που αναφέρονταν στην άνω σύμβαση Διαχείρισης και της σύναψης των από 1-4-2016 συμβάσεων έργου με τις Εταιρίες …………. και …………… και υπό την προϋπόθεση ισχύος των άνω συμβάσεων έργου για όσο χρόνο διαρκεί η σύμβαση διαχείρισης, έχει αναλάβει από 1-4-2016 και συνεχίζει την παροχή Υπηρεσιών Διαχείρισης του άνω πλοίου υπό τους λοιπούς όρους και συμφωνίες της άνω συμβάσεως.». Η ενάγουσα, με την ένδικη αγωγή της, κατ’ αρχήν ισχυρίζεται ότι, το αντικείμενο της σύμβασης που αυτή και οι εταιρείες ……………είχε καταρτίσει με την όγδοη εναγομένη ήταν όχι η παροχή υπηρεσιών τεχνογνωσίας και εμπειρίας  προς την τελευταία (όγδοη εναγομένη), όπως ανεγράφη στις από 21.3.2016 συμβάσεις, αλλά η εκτέλεση των πράξεων διαχείρισης  των πλοίων, την οποία [διαχείριση πλοίων] η όγδοη εναγομένη είχε αναλάβει με σύμβαση που είχε αυτή καταρτίσει με τις επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες, γεγονός το οποίο αρνούνται η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων. Περαιτέρω, η ίδια (ενάγουσα), ισχυρίζεται ότι, δυνάμει συμφωνίας της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών ………. ….., η αμοιβή για την παροχή των ανωτέρω υπηρεσιών είχε συμφωνηθεί στο ποσό των 45.000 ευρώ συνολικά και δη ευρώ 15.000 για εκάστη των ανωτέρω εταιρειών, γεγονός που επίσης αρνούνται οι ανωτέρω εναγόμενοι. Ειδικότερα, η όγδοη και ο ένατος εναγόμενοι, ισχυρίζονται ότι, αρχικά, με ρητή πρόβλεψη μεταξύ των μερών, επειδή τα περιθώρια κέρδους από την ανάληψη του εν λόγω έργου ήταν περιορισμένα, η αμοιβή θα υπολογίζονταν σε μεταγενέστερο χρόνο με νεώτερη συμφωνία των μερών (σελ. 6 και 7 ένδικης εφέσεως). Επιπλέον, ισχυρίζονται ότι, ακολούθως, αφού η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου αντελήφθησαν ότι τα κέρδη από το εν λόγω έργο θα ήταν μικρά (σελ. 7 ένδικης έφεσης), από το χρόνο ενάρξεως της προετοιμασίας υποβολής του τεχνικού φακέλου και έως της υπογραφής των συμβάσεων ανάθεσης της διαχείρισης μεταξύ αυτής (όγδοης εναγομένης) και των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών, αυτές (ενάγουσα και ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου) σκοπίμως απέφευγαν συστηματικά να καθορίσουν την αμοιβή τους, διαβεβαιώνοντας τον νόμιμο εκπρόσωπο της όγδοης εναγομένη ότι θα ήταν χαμηλή στο ύψος της και τούτο εσκεμμένα, αναμένοντας την δέσμευση αυτής και με την κατάθεση των αναγκαίων εγγυητικών επιστολών ύψους περίπου 2.000.000 ευρώ (σελ. 17 ένδικης έφεσης). Αφού δε η όγδοη εναγομένη είχε δεσμευθεί συμβατικά έναντι των επτά πρώτων εναγομένων, εκβιαστικά ο νόμιμος εκπρόσωπος των εταιρειών του ομίλου αξίωσε ως αμοιβή το ποσό των ευρώ 45.000 (σελ. 7). Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, κρίνεται ότι, η ενάγουσα από της συστάσεώς της και οι ανωτέρω εταιρείες ………., είχαν αναλάβει, με συμφωνία τους με τον νόμιμο εκπρόσωπο της όγδοης εναγομένης, ένατο εναγόμενο, όπως αυτές εκτελέσουν τις πράξεις διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων κατά το τεχνικό τους μέρος, εφόσον η όγδοη εναγομένη, κατόπιν της συμμετοχής της στον ανωτέρω προκηρυχθέντα διαγωνισμό, αναλάμβανε το έργο της διαχείρισης των πλοίων αυτών και για όσο χρόνο διαρκούσε το εν λόγω έργο. Στην κρίση του αυτή, το Δικαστήριο άγεται από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και ιδίως τα πλησιέστερα χρονικά στο χρόνο κατάρτισης της επίδικης σύμβασης μεταξύ των εταιρειών του ομίλου και της όγδοης εναγομένης, έγγραφα και δη [α] το προσκομιζόμενο από την ενάγουσα ως σχετικό 23, αναφερόμενο από την ίδια στις έγγραφες προτάσεις της (σελ. 136) ως «πεντασέλιδο έντυπο τριών οργανογραμμάτων», το οποίο η ίδια αναφέρει, γεγονός που δεν αμφισβητείται υπό των εναγομένων, ότι απεστάλη μαζί με το ερωτηματολόγιο από τον ένατο εναγόμενο προς την Γεωργία ………., αρμοδία για τον εν λόγω διαγωνισμό υπάλληλο των ………., την 9/12/2016, ως επισυναπτόμενο, με ηλεκτρονικό μήνυμα. Στην τελευταία σελίδα του εν λόγω εντύπου, υπό τον τίτλο «Συμμετοχή Εταιρειών στην Εκτέλεση του έργου» αναφέρεται ότι, η όγδοη εναγομένη «… έχει αναλάβει το χρηματοοικονομικό κομμάτι της δουλειάς με την έκδοση εγγυητικών και οικονομικής υποστήριξης του έργου. Για το τεχνικό κομμάτι έχει συνάψει σύμβαση έργου με τις κάτωθι εταιρείες:  …………». [β] Το ίδιο ακριβώς έντυπο η όγδοη εναγομένη περιέλαβε και στο έντυπο «Παρουσίαση της Εταιρείας» προσκομιζόμενο από την ενάγουσα ως σχετικό 38, για το οποίο, στη σελίδα 138 των εγγράφων προτάσεών της που κατέθεσε ενώπιόν μας, αναφέρει ότι, υπεβλήθη με τον Φάκελο Α στον εν λόγω διαγωνισμό, γεγονός που δεν αμφισβητείται από τους εναγομένους. Ειδικότερα, στο προσκομιζόμενο ως σχετικό 38 εν λόγω έντυπο και δη στο φύλλο [5] αυτού έχει επισυναφθεί έγγραφο υπό τον τίτλο «Συμμετοχή Εταιρειών στην Εκτέλεση του έργου», στο οποίο αναφέρεται ότι, η όγδοη εναγομένη «… έχει αναλάβει το χρηματοοικονομικό κομμάτι της δουλειάς με την έκδοση εγγυητικών και οικονομικής υποστήριξης του έργου. Για το τεχνικό κομμάτι έχει συνάψει σύμβαση έργου με τις κάτωθι εταιρείες:  ……….…», [γ] το προσκομιζόμενο από την ενάγουσα ως σχετικό 22 «Ερωτηματολόγιο» (σελ. 136 προτάσεών της), το οποίο η ίδια αναφέρει και δεν αμφισβητείται και μάλιστα ειδικώς υπό των εναγομένων ότι, αποτελούσε επισυναπτόμενο στο ακολούθως αναφερόμενο από 9.12.2015  ηλεκτρονικό μήνυμα, στην πρώτη ερώτηση του οποίου, αναφορικά με τη νομική μορφή και τα έτη λειτουργίας της εταιρείας, αναφέρεται ότι η όγδοη εναγομένη πληροί τις διατάξεις του Ν 959, έχει δε συνάψει σύμφωνο σύμβασης έργου με εξειδικευμένο συνεργάτη τον όμιλο ………. ……….. [δ] το προαναφερόμενο από 9.12.2015 ηλεκτρονικό μήνυμα, το οποίο προσκομίζεται από την ενάγουσα ως σχετικό 21, το οποίο δεν αμφισβητείται από τους εναγομένους, με το οποίο ο ίδιος ο ένατος εναγόμενος, αναφέροντας ότι λειτουργεί για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης, απευθυνόμενος στην ………. αναφέρει «Κατόπιν της σχετικής μας συνάντησης με θέμα την επαλήθευση και αποτύπωση των στοιχείων της εταιρείας μας στο σχετικό ερωτηματολόγιο για την διαχείριση των πλοίων των ………., σας αποστέλλω τη θέση της εταιρείας μας προς διευκόλυνση σας και για αποφυγή παρερμηνειών συνοπτικά και αναλυτικά.» και τέλος [ε] το προσκομιζόμενο ως σχετικό 39 από την ενάγουσα ως αντίγραφο του πρώτου τεύχους των υποβληθέντων στο διαγωνισμό στοιχείων του Φακέλου της τεχνικής προσφοράς στον εν λόγω διαγωνισμό. Από το εν λόγω πολυσέλιδο τεύχος, το οποίο δεν αμφισβητείται ότι αποτελεί αντίγραφο του πράγματι υποβληθέντος στον εν λόγω διαγωνισμό εντύπου, αποδεικνύεται ότι στον φάκελο προσφοράς και δη στο τεύχος πρώτο αυτού, είχαν επισυναφθεί τα από 16.11.2016 προσύμφωνα σύμβασης έργου, για τα οποία έγινε ανωτέρω ειδική αναφορά. Στα εν λόγω προσύμφωνα, η όγδοη εναγομένη εδήλωνε ότι, την τεχνική διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, των οποίων τη διαχείριση προετίθετο να αναλάβει, δεσμεύονταν ότι θα έδιδε στις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, παράλληλα δε, άπασες οι εκεί συμβαλλόμενες εταιρείες, δεσμεύονταν όπως προσδιορίσουν το εύρος των αρμοδιοτήτων των εργολάβων, ήτοι των ανωτέρω εταιρειών  του Ομίλου, στο στάδιο υπογραφής της σύμβασης του έργου. Από τη συνεκτίμηση των αμέσως ανωτέρω αναφερομένων εγγράφων, αποδεικνύεται ότι, ο ίδιος ο ένατος εναγόμενος και μάλιστα ενεργών ως εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης, κυρίως με την τελευταία σελίδα του προαναφερομένου «πεντασέλιδου εντύπου» που υπεβλήθη με το προαναφερόμενο ερωτηματολόγιο την 9.12.2016 στην προκηρύξασα τον διαγωνισμό εταιρεία και με το πέμπτο φύλλο του εντύπου «Παρουσίαση της Εταιρείας», το οποίο περιελήφθη στον πρώτο φάκελο που υπεβλήθη κατά τη συμμετοχή της ενάγουσας στον εν λόγω διαγωνισμό, δεχόταν, σε ανύποπτο χρόνο ότι, η όγδοη εναγομένη θα αναλάμβανε μόνον την έκδοση των εγγυητικών επιστολών και την οικονομική υποστήριξη του έργου, το δε τεχνικό κομμάτι της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, δυνάμει συμβάσεως έργου, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, θα αναλάμβαναν οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου. Επιπροσθέτως, όπως απεδείχθη, η όγδοη εναγομένη, νεοσυσταθείσα εταιρεία, αλλά και ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτής, ένατος εναγόμενος ….. ………. και ο Αντιπρόεδρος του ΔΣ αυτής, δέκατος εναγόμενος, …….., δεν εγνώριζαν το αντικείμενο της διαχείρισης πλοίων, τα στοιχεία δε προηγούμενης εμπειρίας στο αντικείμενο αυτό, τα οποία υπεβλήθησαν με τη προσφορά συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό, αφορούσαν όλα εταιρείες του ομίλου ……….. Επιπλέον, η όγδοη εναγομένη δεν διέθετε οργανωμένη υπηρεσία και μάλιστα εξειδικευμένο στο αντικείμενο αυτό προσωπικό, το οποίο δεν εφρόντισε να προσλάβει ούτε μετά την έκδοση και υπογραφή των επιστολών ανάθεσης της εν λόγω διαχείρισης. Τα έγγραφα και οι εν γένει φάκελοι, αναγκαίοι για τη διαχείριση των πλοίων, μεταφέρθηκαν στην έδρα της ενάγουσας εταιρείας στον Πειραιά και όχι στην έδρα της πρώτης εναγομένης, ενώ στους υπαλλήλους της ενάγουσας εταιρείας και των εταιρειών ………. ….. και …….. εδόθησαν υπό του ενάτου εναγομένου και οι κωδικοί πρόσβασης στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις, μέσω των οποίων, θα εγίνοντο, οι πράξεις διαχείρισης των πλοίων των εναγομένων πλοιοκτητριών. Από δε της ενάρξεως της διαχείρισης των πλοίων των εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών έως την 21.4.2016, οπότε η όγδοη εναγομένη αφήρεσε τους φακέλους από τα γραφεία της ενάγουσας, για το τεχνικό κομμάτι της  διαχείρισης των πλοίων της εναγομένης, πράξεις διενεργούσαν οι υπάλληλοι της ενάγουσας εταιρείας και των εταιρειών …………. και ……….., από την έδρα της ενάγουσας. Και μπορεί ο μάρτυρας ……………….. στην ανωτέρω ένορκη κατάθεσή του να αναφέρει ότι την πρώτη μισθοδοσία των πληρωμάτων των εν λόγω πλοίων συνέταξε ο ίδιος, αντικρούοντας τη με αριθμό ………../2017 (προγενέστερη) ένορκη κατάθεση του λογιστή της ενάγουσας …………, καθ’ο μέρος αυτός κατέθεσε ότι η πληρωμή των πληρωμάτων εγίνετο βάσει καταστάσεων – αποδείξεων, που το γραφείο του έστελνε στην όγδοη εναγομένη, πλην όμως σχετικά με την κατάρτιση των συμβάσεων εργασίας του πληρώματος, καταθέτει ότι τις συμβάσεις αυτές «έκανε» κατά την ακριβή διατύπωση της κατάθεσής του, η όγδοη εναγομένη, μη αντικρούοντας τη με αριθμό …………/2017 ένορκη κατάθεση του λογιστή της ενάγουσας ……………, ο οποίος κατέθεσε ότι το λογιστικό του γραφείο, κατήρτισε τις εν λόγω συμβάσεις. Η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων, ισχυρίσθηκαν ότι η παράδοση των φακέλων και στοιχείων των πλοίων, αναγκαίων για τη διαχείριση αυτών, με την έναρξη λειτουργίας των συμβάσεών ανάθεσης, στην έδρα της ενάγουσας, έγινε προκειμένου η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, να λάβουν γνώση αυτών, στο πλαίσιο της σύμβασης τεχνογνωσίας και εμπειρίας που είχαν συνάψει (σελ. 8 ένδικης έφεσής τους). Εν τούτοις, αυτοί δεν δικαιολογούν, παράλληλα τον λόγο για τον οποίο, όταν την 21.4.2016 ο δέκατος εναγόμενος, έλαβε τα έγγραφα αυτά, δεσμεύθηκε ότι θα επιστρέψει στην ενάγουσα τα αναγκαία για τη διαχείριση εκ των παραληφθέντων εγγράφων, αφού ανέφερε στην απόδειξη παραλαβής «… από τα οποία αναλαμβάνω την υποχρέωση να επιστρέψω το αργότερο μέχρι την Κυριακή 24 Απριλίου 2016 πίσω στην εταιρεία και συγκεκριμένα στα γραφεία της επί της οδού ………… στον Πειραιά, όσα δεν είναι ιδιοκτησίας ………………., και μόνο τα έγγραφα τα οποία είναι απαραίτητα για την ασφαλή διαχείριση των πλοίων μέσα στα πλαίσια αρμοδιοτήτων μας που απορρέουν από τη μεταξύ μας σύμβαση.». Από την ανάγνωση του ανωτέρω αποσπάσματος της απόδειξης παραλαβής, προκύπτει ότι, ο δέκατος εναγόμενος αναλάμβανε να επιστρέψει όσα έγγραφα απαιτούντο προκειμένου να εκτελεσθεί η διαχείριση των εν λόγω πλοίων. Εάν δεν επρόκειτο να επιστραφούν τα έγγραφα στην έδρα της ενάγουσας, ο δέκατος εναγόμενος θα υπέγραφε μία απόδειξη, στην οποία θα βεβαίωνε τα έγγραφα τα οποία παραλάμβανε, αλλά δεν θα δεσμευόταν να επιστρέψει κανένα, αφού όλα αφορούσαν τα υπό διαχείριση πλοία, χωρίς να αποδεικνύεται ότι παρελήφθησαν και έγγραφα των εταιριών του ομίλου, γεγονός μάλιστα που κανείς των διαδίκων δεν επικαλείται. Παράλληλα, κατά τρόπο αντιφατικό με τα αμέσως ανωτέρω αναφερόμενα στη σελίδα 8 της ένδικης έφεσής τους, προκειμένου να δικαιολογήσουν τη μη επιστροφή των εν λόγω εγγράφων, όπως ο δέκατος εναγόμενος είχε δεσμευθεί, αναφέρουν ακολούθως στη σελίδα 35 της ένδικης έφεσής τους, ότι τα εν λόγω βιβλία διαχείρισης και τα ηλεκτρονικά μηνύματα ήταν αποκλειστικά της όγδοης εναγομένης και δεν σχετίζονταν με την παροχή των υπηρεσιών της μεταφοράς τεχνογνωσίας και εμπειρίας, προσθέτοντας «… Εξάλλου, ούτε και οι μετέπειτα εταιρείες ……… και ………, οι οποίες ομοίως παρείχαν υπηρεσίες τεχνογνωσίας και εμπειρίας, τα έλαβαν στην κατοχή τους…» (σελ. 35 ένδικης έφεσής τους). Και είναι αλήθεια, όπως αναφέρουν η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων στα πλαίσια του δευτέρου λόγου της έφεσης τους, με την οποία πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή αιτιολογία, ότι οι έγγραφες από 21.3.2016 συμφωνίες που υπεγράφησαν εν τέλει μεταξύ της ενάγουσας και των εταιρειών ………. ………. αφενός και της όγδοης εναγομένης αφ’ ετέρου, κάνουν λόγο μόνον για μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας από τις αφενός συμβαλλόμενες στην αφετέρου συμβαλλομένη εταιρεία, σε αυτές δε κανένας λόγος δεν γίνεται για ανάθεση εκτέλεσης των υπηρεσιών διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, που η ίδια είχε ήδη αναλάβει με τις από 18.3.2016 επιστολές ανάθεσης. Πλην όμως, τα εν λόγω έγγραφα συμφωνητικά καταρτίσθηκαν προκειμένου να καλυφθεί η προαναφερομένη, ορισθείσα από τις επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες, αίρεση που περιείχετο στις προμνημονευθείσες από 18.3.2016 επιστολές ανάθεσης, στις οποίες σαφώς αναφέρονταν ότι προκειμένου να ισχύσει η ανάθεση του έργου της διαχείρισης από τις επτά πρώτες εναγόμενες προς την όγδοη εναγομένη, θα έπρεπε η όγδοη εναγομένη να προσκομίσει, έως την 24.3.2016, συμβάσεις συνεργασίας με τις ανωτέρω εταιρείες (ενάγουσα και εταιρείες ………. ………. .), με αντικείμενο τη μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας από τις αφενός συμβαλλόμενες προς την αφ’ ετέρου συμβαλλομένη – όγδοη εναγομένη. Οι έγγραφες αυτές συμφωνίες, δεν αποτύπωναν την πραγματική συμφωνία της όγδοης εναγομένης αφενός και της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών ………. ………. …., αφετέρου, η οποία ουσιαστικά ήταν όχι απλά η παροχή υπηρεσιών εμπειρίας και τεχνογνωσίας από τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου προς την όγδοη εναγομένη, αλλά η βοήθεια της όγδοης εναγομένης στην παροχή υπηρεσιών διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων στο τεχνικό κομμάτι. Περαιτέρω, αποδεικνύεται αληθής και ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι είχε συμφωνηθεί αμοιβή για τις ανωτέρω συμφωνηθείσες υπηρεσίες της ενάγουσας και των εταιρειών ………. ………. προς την όγδοη εναγομένη, μεταξύ των νομίμων εκπροσώπων των ανωτέρω εταιρειών και δη μεταξύ του ………. ………. και του ενάτου εναγομένου, ανερχομένη στο ποσό των ευρώ 15.000 μηνιαίως για εκάστη των εταιρειών του ομίλου και συνολικά για το ποσό των ευρώ 45.000. Η συμφωνία περί αμοιβής και το ύψος αυτής, αποδείχθηκε ότι καταρτίσθηκε πριν την παράδοση του εξοδολογίου, που συνέταξαν οι υπάλληλοι των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, με βάση το οποίο (εξοδολόγιο) και η όγδοη εναγομένη ακολούθως υπέβαλε την από 14.1.2016 οικονομική προσφορά της, προκειμένου να μετάσχει στον ανωτέρω διαγωνισμό. Στην κρίση του αυτή το Δικαστήριο άγεται, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων μεταξύ των οποίων και των μαρτυρικών καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων και ιδίως (α) από το περιεχόμενο του από 8.4.2016 ηλεκτρονικού μηνύματος που απέστειλε ο ένατος εναγόμενος στον νόμιμο εκπρόσωπο των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, ………. ………., κατόπιν της από αυτόν (………. ……….) αποστολής σχεδίου συμβάσεως, όπου εγγράφως θα αποτυπώνονταν η, περί αμοιβής αυτών, συμφωνία. Από το περιεχόμενο του εν λόγω ηλεκτρονικού μηνύματος, όπως αυτό παρατίθεται αυτούσιο ανωτέρω, προκύπτει ότι ο ένατος εναγόμενος, ο οποίος μάλιστα έχει ήδη κάνει έρευνα αγοράς ως προς το ύψος των αμοιβών, δεν αιφνιδιάζεται από το ποσό που δήθεν για πρώτη φορά του γνωστοποιείται ως αιτούμενη αμοιβή από τον νόμιμο εκπρόσωπο των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, αλλά διαπραγματεύεται τη μείωσή του, εκκινώντας με βάση το ποσό των 45.000 ευρώ. Εάν το ποσό αυτό δεν είχε συμφωνηθεί προηγούμενα, λογικό και αναμενόμενο θα ήταν, η διαπραγμάτευση επί της αμοιβής εκ μέρους του ενάτου εναγομένου να εκκινούσε, αν όχι από μηδενική βάση, τουλάχιστον να εκκινούσε από το ποσό των 450 ευρώ ανά πλοίο ανά μήνα, το οποίο εν τέλει την 22.4.2016 πρότεινε ο ίδιος (ένατος εναγόμενος) στον ………. ………. ως αμοιβή της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών και μάλιστα ως εύλογη μετά από έρευνα αγοράς, στην οποία είχε ήδη προβεί. Εξάλλου, την ύπαρξη συμφωνίας περί αμοιβής, αποδέχεται και ο δέκατος εναγόμενος στις από 4.12.2022 προτάσεις, τις οποίες αυτός κατέθεσε επί της από 4.7.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2022 αγωγής του ………. ……….  εναντίον του, στις οποίες αυτός (δέκατος εναγόμενος) αναφέρει σχετικά «…Στις επαφές μεταξύ εμού και του ………. είχαμε συμφωνήσει ότι τα κέρδη μετά την αφαίρεση των εξόδων από τα έσοδα και τους φόρους θα ήταν 50% η ………. και 50% ο ……….. Για το σκοπό αυτό, υπέγραψε η ……… εκπροσωπούμενη υπό του ………., ιδιωτικό συμφωνητικό με τον ………., στο ενσωματωμένο στην υπό κρίσιν αγωγή, Ιδιωτικό Συμφωνητικό Συνεργασίας, το οποίο όμως δεν ανέφερε πουθενά τις αμοιβές. Όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, σκοπός του ………. ήταν να εκβιάσει αμοιβές (για το λόγο αυτό δεν τις ανέφερε στο Ιδιωτικό Συμφωνητικό Συνεργασίας), οι οποίες αργότερα ανήλθαν κατά ρητή απαίτησή του σε ποσοστό 70% επί των κερδών….», έστω κι αν ως προς το ύψος αυτής κάνει λόγο για συμφωνηθείσα αμοιβή ανερχομένη σε ποσοστό 50% επί των κερδών, την οποία ακολούθως ο νόμιμος εκπρόσωπος επεχείρησε να παραβιάσει απαιτώντας το 70% (ήτοι κατά 9.000 ευρώ, υπολογιζομένης της διαφοράς του ποσοστού 20% επί των 45.000). Μάλιστα, ο δέκατος εναγόμενος ισχυρίζεται στο εν λόγω απόσπασμα, ότι η συμφωνία περί αμοιβής προϋπήρχε της υπογραφής των από 21.3.2016 συμφωνητικών, εφόσον έτερο συμφωνητικό, πλην αυτού, δεν υπεγράφη μεταξύ των ανωτέρω (όγδοης εναγομένης και εταιρειών του ομίλου). Εξάλλου, σαφής περί της υπάρξεως συμφωνημένης αμοιβής και του ύψους αυτής είναι και η ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της ενάγουσας………., ο οποίος σε αμφότερες τις ανωτέρω ένορκες καταθέσεις του βεβαιώνει ότι «… Οι κκ ………. και ………. είχαν συμφωνήσει ότι η μηνιαία αμοιβή διαχείρισης θα ήταν 45.000 ευρώ….» και του μάρτυρος της ενάγουσας ……… ο οποίος σε αμφότερες τις ανωτέρω ένορκες καταθέσεις του βεβαιώνει ότι «… του υποσχέθηκε ότι την ουσιαστική διαχείριση, όσο θα είχε η ………. την ανάθεση, θα την είχαν οι εταιρείες του και τα μηνιαία έσοδά του από την διαχείριση θα ήταν 45.000 ευρώ…», επιπλέον στη με αριθμό ……../2019 ένορκη κατάθεσή του βεβαιώνει ότι «… Επισημαίνω δε ότι η αμοιβή των τριών διαχειριστριών ορίσθηκε κατ’ αποκοπή [εφάπαξ] στο ποσό των 45.000 ευρώ κάθε μήνα διαχείρισης, όπως κατ’ αποκοπή είχε ορισθεί η εργολαβική αμοιβή και στις συμβάσεις ανάθεσης μεταξύ των εναγομένων και θα επιμερίζετο ισόποσα μεταξύ των τριών εταιρειών των ομίλου ………. ………., ήτοι 15.000 ευρώ για κάθε εταιρεία … δηλαδή για το πλοίο LPG Μ 2.500 ευρώ για εκάστη των τριών εταιρειών, για το πλοίο MT E  2.500 ευρώ, για εκάστη των τριών εταιρειών, για το πλοίο MT Ε 1  2.000 ευρώ, για εκάστη, για το πλοίο MT Ε 2  2.000 ευρώ, για εκάστη, για το πλοίο MT Ε 3  2.000 ευρώ, για εκάστη, για το πλοίο MT Ε 4  2.000 ευρώ, για εκάστη, για το πλοίο MT Ε 5  2.000 ευρώ, για εκάστη…». Οι αιτιάσεις των όγδοης και ενάτου των εναγομένων που περιέχονται στον δεύτερο λόγο έφεσης ότι δεν ήταν δυνατόν να είχε συμφωνηθεί ως αμοιβή της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών ………. ………. το ποσό των ευρώ 45.000 μηνιαίως, ενόψει του ότι η συμφωνημένη αμοιβή της όγδοης εναγομένης με βάση τις από 1.4.2016 συμβάσεις ανάθεσης, που είχε καταρτίσει με τις επτά πρώτες εναγόμενες, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 68.000 και παράλληλα τα μηνιαία έξοδα στο ποσό των 31.105.73, δεν κρίνονται πειστικοί, διότι, πράγματι απεδείχθη ότι υπήρχε μεταξύ της όγδοης εναγομένης και των ανωτέρω εταιρειών συμφωνία περί αμοιβής εκ ποσού ευρώ 45.000 μηνιαίως και για τις τρεις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου συνολικά, αφ’ ετέρου δε στα έξοδα, τα οποία η όγδοη εναγομένη αναφέρει ότι ανέρχονται σε ευρώ 31.105,73, περιλαμβάνονται και  δαπάνες μισθοδοσίας και ασφάλισης προσωπικού, τις οποίες δαπάνες, εάν λειτουργούσε η μεταξύ των εταιριών του ομίλου και της όγδοης εναγομένης σύμβαση, δεν θα εβάρυναν την όγδοη εναγομένη. Ειδικότερα, όπως απεδείχθη, τα έξοδα προσωπικού για την εκτέλεση των εργασιών διαχείρισης κατά το μήνα που λειτούργησε η ένδικη σύμβαση μεταξύ των εταιριών του ομίλου και της όγδοης εναγομένης,  δεν εβάρυναν την τελευταία, αλλά τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, όπως εξάλλου προκύπτει και από το 8.4.2016 ανωτέρω ηλεκτρονικό μήνυμα του ενάτου εναγομένου, στο οποίο υπολογίζει το κόστος εργασιών των εταιριών του ομίλου και το προσωπικό, αφού ανέφερε σε αυτό «…Οι αμοιβές του προσωπικού που τρέχετε την δουλειά της ……. και το οποίο ανήκει σε εμάς καθώς και η αμοιβή η δικιά σας και του Κυρίου ………. όπως χονδρικά συζητήσατε και με τον κύριο …. δεν ξεπερνούν τις 30.000 μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές. Σαν αποτέλεσμα βλέπουμε ότι η διαχειρίστρια εταιρεία …. κινείται με αρνητικό πρόσημο άνω των 15.000 ευρώ μηνιαίως και χωρίς καμία αμοιβή προς τους μετόχους της ενώ η εταιρεία ………. κινείται με ένα πλεόνασμα άνω των 10.000…». Επίσης, δεν θα εβάρυναν την όγδοη εναγομένη ούτε οι αμοιβές των ανωτέρω εταιρειών ……….. και ……… Σε κάθε περίπτωση, ο δέκατος εναγόμενος, στις από 4.12.2022 προτάσεις του επί της από 4.7.2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2022 αγωγής του . ………. εναντίον του, ανέφερε ότι το ποσό των ευρώ 45.000, που κατά τον δέκατο εναγόμενο αξίωνε εν τέλει ο νόμιμος εκπρόσωπος των εταιριών του ομίλου, αντιπροσώπευε το 70% των κερδών από την εν λόγω διαχείριση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, για την απόδειξη του περιεχομένου της ανωτέρω συμβάσεως που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων και ιδίως του ύψους της συνομολογηθείσας ανωτέρω αποδειχθείσας αμοιβής των 45.000 ευρώ των εταιριών του ομίλου, παραδεκτώς λαμβάνονται υπόψη και οι ανωτέρω ένορκες καταθέσεις μαρτύρων, έστω κι αν η αξία του αντικειμένου της εν λόγω συμβάσεως υπερβαίνει το ποσό των ευρώ 30.000, διότι εν προκειμένω πρόκειται για εμπορική συναλλαγή, εφόσον η συμφωνία αυτή καταρτίσθηκε μεταξύ εμπορικών εταιριών, αφού και η ναυτική εταιρεία τυγχάνει εμπορική εταιρεία, κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 3 του Ν. 959/1979, κατά δε το άρθρο 394 ΚΠολΔ «1. Εξαιρετικά επιτρέπεται η απόδειξη με μάρτυρες: α) … β) …,  γ) …, και δ) αν από την φύση της δικαιοπραξίας ή τις ειδικές συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε και ιδίως όταν πρόκειται για εμπορικές συναλλαγές, δικαιολογείται η απόδειξη με μάρτυρες.». Επιπροσθέτως δε, δεν τάσσεται από το νόμο για το έγκυρο της ανωτέρω συμβάσεως παροχής υπηρεσιών διαχείρισης πλοίων, ο έγγραφος τύπος προς απόδειξή της, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων, που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις τους, που κατέθεσαν επί της ένδικης έφεσής τους (σελ. 17). Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, αν και η ενάγουσα και οι εταιρείες ………. ………., υπήρξαν συνεπείς στα συμφωνηθέντα με την όγδοη εναγομένη και δη διέθεσαν σε αυτήν όλα τα απαραίτητα νομιμοποιητικά, οικονομικά και αποδεικτικά της εμπειρίας τους αναφορικά με τη διαχείριση πλοίων και εν γένει τα επιχειρηματικά τους στοιχεία, προκειμένου αυτή (όγδοη εναγομένη) να μετάσχει στον ανωτέρω διαγωνισμό, προέβησαν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες προκειμένου να ανατεθεί το έργο του ανωτέρω διαγωνισμού στην όγδοη εναγομένη και δη στη σύνταξη των φακέλων νομιμοποίησης και τεχνικής προσφοράς, μετείχαν, όταν τους εζητήθη, σε συναντήσεις αξιολόγησης των υπαλλήλων τους υπό των νομίμων εκπροσώπων των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, μετά δε την ανάθεση του έργου εκτέλεσαν προσηκόντως όλες τις αναγκαίες πράξεις διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων κατά το τεχνικό τους μέρος, ο ένατος εναγόμενος, νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης, ήδη από τον μήνα Μάρτιο 2016, αφού ήδη είχε επιλεγεί η ιδική του προσφορά στον ανωτέρω διαγωνισμό και απέμενε μόνον η τυπική πλέον υπογραφή των συμβάσεων ανάθεσης του έργου της διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων σε αυτήν (όγδοη εναγομένη), άρχισε να σχεδιάζει με επιμέλεια και κρυφίως και εν αγνοία της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου την αποδέσμευση της όγδοης εναγομένης από τις συμφωνίες που είχε ήδη συνομολογήσει με την ενάγουσα και τις εταιρείες ………. ……….. Ειδικότερα, απεδείχθη ότι, αφού εγνώρισε τον …….. μέσω του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας, στα πλαίσια του έργου σύνταξης των εγχειριδίων ασφαλούς διαχείρισης της όγδοης εναγομένης, απαραίτητων για την ολοκλήρωση της ανάθεσης του έργου της διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων σε αυτήν, ο ένατος εναγόμενος την 1.4.2016 κατήρτισε με αυτόν (…….) συμφωνίες, προκειμένου ο τελευταίος, μέσω των εταιρειών του ………., αναλάβει να του παράσχει τεχνογνωσία και εμπειρία, ότι δηλαδή απαιτούσαν οι επτά πρώτες εναγόμενες προκειμένου να είναι εξασφαλισμένες ότι η όγδοη εναγομένη – αντισυμβαλλομένη τους θα ήταν σε θέση να εκτελέσει το έργο της διαχείρισης των πλοίων τους. Τις εν λόγω μάλιστα συμβάσεις, ο ένατος εναγόμενος κατέθεσε στις εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες την ίδια ημέρα, κατά την οποία καταρτίσθηκαν οι από 1.4.2016 συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης πλοίων. Ακολούθως δε, μετά την υπογραφή των συμβάσεων ανάθεσης διαχείρισης την 1.4.2016, κρυφίως και εν αγνοία της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρείων του Ομίλου, προσέγγισε τους υπαλλήλους της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου ………, τους οποίους αυτές (ενάγουσα και εταιρείες ………. ……….) είχαν προσλάβει ειδικά για την εκτέλεση του έργου της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων κατά το τεχνικό κομμάτι και οι οποίοι, μετά από ένα μήνα ενασχόλησης, είχαν εξοικειωθεί με το έργο της διαχείρισης των εν λόγω πλοίο, και τους έπεισε  να αποχωρήσουν από τα γραφεία της ενάγουσας και να παρέχουν πλέον τις υπηρεσίες τους στην όγδοη εναγομένη ως εργοδότριά τους. Οι ανωτέρω υπάλληλοι είχαν προσληφθεί από την ενάγουσα και τις εταιρείες ………. ………., ως υπάλληλοι αυτών και όχι ως υπάλληλοι της όγδοης εναγομένης, όπως οι όγδοη και ένατος των εναγομένων ισχυρίζονται με την ένδικη έφεσή τους και με τις έγγραφες προτάσεις τους, αφού από τα μεταξύ τους [όγδοης εναγομένης αφενός και ενάγουσας και εταιρειών ………. ………. ..] συμφωνηθέντα, το έργο της διαχείρισης στο τεχνικό κομμάτι, θα εκτελούσαν η ενάγουσα και οι εταιρίες ………. ………., όπως εκτελούσαν από την έναρξη της διαχείρισης των εν λόγω πλοίων έως την 21.4.2016. Μάλιστα, ο ένατος εναγόμενος είχε οργανώσει την αποχώρηση των εν λόγω υπαλλήλων από τα γραφεία της ενάγουσας, ώστε αυτή να λάβει χώρα την ίδια ημέρα κατά την οποία αφαιρέθηκαν και οι φάκελοι διαχείρισης των πλοίων από τα γραφεία της ενάγουσας. Παράλληλα, ο ένατος εναγόμενος, έως ότου οργανώσει τη λειτουργία της όγδοης εναγομένης, ώστε να ανταποκρίνεται η ίδια στην εκτέλεση των υπηρεσιών διαχείρισης, που είχε αναλάβει έναντι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και κατά το τεχνικό τους μέρος, με πρόσωπα με τα οποία ο . ………. του είχε γνωρίσει, εμφανίζονταν τόσο αυτός, όσο και ο δέκατος εναγόμενος ότι διαπραγματεύονταν τη μείωση της αμοιβής που η όγδοη εναγομένη είχε συμφωνήσει με την ενάγουσα και τις ανωτέρω δύο εταιρείες του ομίλου. Εν τέλει, την 21.4.2016, με τη συνδρομή του δεκάτου εναγομένου …….., κατόπιν προσυνεννόησης μαζί του, με πρόφαση τον έλεγχο από κάποιον αντασφαλιστικό οργανισμό, ο οποίος θα διενεργείτο στα γραφεία της όγδοης εναγομένης, εζήτησε και του παρεδόθησαν όλα τα έγγραφα που αφορούσαν τα υπό διαχείριση πλοία, απαραίτητα για τη διαχείριση, με την ψευδή υπόσχεση ότι θα επιστρέψει αυτά. Την επομένη δε ημέρα, άλλαξε τους κωδικούς πρόσβασης στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις, μέσω των οποίων πραγματοποιείτο η διαχείριση των πλοίων, αναλαμβάνοντας η όγδοη πλέον εναγομένη την διαχείριση και κατά το τεχνικό κομμάτι των εν λόγω πλοίων και ουσιαστικά ανακαλώντας, τοιουτοτρόπως, την προς τις ανωτέρω τρεις εταιρείες και δη την ενάγουσα και τις εταιρείες ………. ………. … και ……… εντολή διενέργειας των πράξεων διαχείρισης (στο τεχνικό κομμάτι) των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, τις οποίες, όπως αποδείχθηκε και αναλύεται ανωτέρω, είχε αναθέσει σε αυτές. Οι αιτιάσεις της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων, που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις που αυτοί κατέθεσαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προς αντίκρουση της έφεσης της ενάγουσας (σελ. 23), ότι η αλλαγή των κωδικών πρόσβασης έγινε κατόπιν συμβουλής των επιθεωρητών, χωρίς περαιτέρω αναφορά σε ποιους επιθεωρητές αναφέρονται ή κατόπιν υπόδειξης των ………., όπως αναφέρουν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιόν μας στα πλαίσια της ιδικής τους έφεσης (σελ. 19), για λόγους ασφαλείας και δη όπως αναφέρουν στη σελίδα 23 των εγγράφων προτάσεών τους επί της εφέσεως της ενάγουσας, εκ του λόγου ότι η ενάγουσα υπέγραφε κατά τη χρήση των εν λόγω σελίδων δια του διακριτικού ………., δεν κρίνονται πειστικές. Τούτο διότι, όπως κατέθεσε η έχουσα ιδία αντίληψη περί των ανωτέρω, αρχικώς εργαζόμενη στην έδρα της ενάγουσας και ακολούθως στην έδρα της όγδοης εναγομένης μάρτυρας, ………….. «… Ο κ. ………. όμως επέμενε να αποστέλνουμε για ένα διάστημα, μέχρι που ξεκαθαρίστηκε μετά από επιμονή του κ. ………. και εντολή των ………., το μέιλ της ………., κάτι που δημιουργούσε σύγχυση στην αγορά και στην διαχείριση των πλοίων…». Από την εν λόγω επομένως μαρτυρική κατάθεση, η χρήση της ένδειξης ………. σταμάτησε εκ μέρους της ενάγουσας κατόπιν των συστάσεων που έγιναν στον ………. ………. τόσο από τον ένατο εναγόμενο όσο και από τις πλοιοκτήτριες εταιρείας. Εξάλλου, οι ίδιοι ως άνω ισχυρισμοί ότι, δηλαδή η αλλαγή των κωδικών έγιναν προς ασφάλεια της όγδοης εναγομένης και μάλιστα κατόπιν συστάσεων τρίτων,  δεν ενισχύεται από κανένα αποδεικτικό μέσο, εφόσον περί τούτου κανείς των μαρτύρων δεν κατέθεσε. Προς ενίσχυση δε αυτού του ισχυρισμού, η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων, κανένα σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα, το οποίο να έχει αποσταλεί από τις ανωτέρω ηλεκτρονικές διευθύνσεις, στην οποία οι υπάλληλοι των εταιρειών του Ομίλου είχαν θέση και το διακριτικό ………., δεν προσεκόμισαν, το οποίο να συνδέεται χρονικά με την 21.4.2016. Το προσκομιζόμενο με αριθμό 19β  σχετικό, υπό της όγδοης και ενάτου των εναγομένων, αφορά αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος από ηλεκτρονική διεύθυνση της όγδοης εναγομένης από τον μάρτυρα Δημήτριο ………., το οποίο πράγματι στο τέλος φέρει έντυπα, μέσα σε πλαίσιο, τα στοιχεία της ενάγουσας, πλην όμως αυτό φέρει ημερομηνία αποστολής την 12.4.2016. Επιπλέον, οι αιτιάσεις των όγδοης και ενάτου των εναγομένων, ότι η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου είχαν καταστρώσει σχέδιο όπως υφαρπάξουν τη διαχείριση των πλοίων από την όγδοη εναγομένη, δεν κρίνονται πειστικές. Διότι, δεν απεδείχθη, όπως οι εν λόγω εναγόμενοι αναφέρουν με την ένδικη έφεσή τους, (α) εκβιαστικά, αφού ανέλαβε το έργο της διαχείρισης και ενώ προηγούμενα αρνείτο να αποκαλύψει το ύψος της αμοιβής των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσαςς, υπό την απειλή κατάπτωσης των εγγυητικών επιστολών σε βάρος της εναγομένης, σε περίπτωση μη καλής εκτέλεσης του έργου της διαχείρισης των πλοίων των εναγομένων πλοιοκτητριών, αξίωνε ως αμοιβή το υπέρογκο ποσό των 45.000 ευρώ. Όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, υπήρχε ήδη συμφωνημένη αμοιβή μεταξύ της όγδοης εναγομένης και των εταιρειών του ομίλου για τις υπηρεσίες που είχαν αναλάβει αυτές να παρέχουν σε αυτή. (β) ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας δημιουργούσε προσκόμματα στην προσπάθεια της ενάγουσας να οργανώσει την από την έδρα της παροχή υπηρεσιών διαχείρισης, διότι δεν απεδείχθη ότι, αν και ζητήθηκαν από την ενάγουσα και μάλιστα επανειλημμένα τα έγγραφα της διαχείρισης των εν λόγω πλοίων, τα οποία είχαν παραδοθεί στην έδρα της ενάγουσας με τη συναίνεση της όγδοης εναγομένης, η ενάγουσα αρνείτο να της τα παραδώσει, αφού καμία σχετική προηγούμενη της από 21.4.2016 αίτησης της όγδοης εναγομένης δεν αποκρούσθηκε από την ενάγουσα. Αντίθετα, τα σχετικά στοιχεία παρεδόθησαν από την έναρξη της διαχείρισης των πλοίων στην έδρα της ενάγουσας, όταν δε για πρώτη φορά της εζητήθησαν, ως ανωτέρω αναλύεται, αυτή τα παρέδωσε την 21.4.2016 αδιαμαρτύρητα στον δέκατο εναγόμενο, αν και αυτός μετέβη απροειδοποίητα στην έδρα της. (γ) δεν απεδείχθη, ως ανωτέρω αναλύεται ότι, το προσωπικό, το οποίο η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου είχαν προσλάβει, προσέλαβαν αυτό για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης. Σε μια τέτοια περίπτωση ήδη από την έναρξη της απασχόλησής τους οι ανωτέρω υπάλληλοι θα εγκαθίσταντο στην έδρα της όγδοης εναγομένης, ομού μετά των στοιχείων – φακέλων διαχείρισης και δεν αμείβοντο υπό της εναγούσης και τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, (δ) δεν απεδείχθη ότι επιθεώρηση στα γραφεία της ενάγουσας από τον επιθεωρητή νηογνώμονα έγινε επειδή αυτός παραπλανήθηκε από τους υπαλλήλους των εταιρειών του ομίλου, όπως αναλύεται ανωτέρω και (ε) όσον αφορά στην απαίτηση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας να ενημερωθεί για το “buget” τον προϋπολογισμό [προφανώς του έργου της διαχείρισης, εφόσον από τα ανωτέρω ηλεκτρονικά μηνύματα, δεν προκύπτει σε ποιόν προϋπολογισμό αναφέρονται], ο εναγόμενος, κατά την άμεση απάντησή του στο εν λόγω μήνυμα, δεν διαμαρτύρεται στον νόμιμο εκπρόσωπο για την απαίτηση των εν λόγω στοιχείων, αντίθετα, ως αναλύεται ανωτέρω, δια της παραθέσεως των επιμέρους ηλεκτρονικών μηνυμάτων που αντηλλάγησαν μεταξύ αυτών, αποδεικνύεται ότι ο ένατος εναγόμενος δεν αρνήθηκε την αποστολή του εν λόγω προϋπολογισμού, αλλά ανέφερε ότι περίμενε το άνοιγμα των λογαριασμών. Η όγδοη και ο ένατος εναγόμενος, στα πλαίσια του ιδίου ισχυρισμού, ήτοι ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας, μετά την ανάληψη της διαχείρισης των πλοίων υπό της όγδοης εναγομένης, ενεργούσε με σκοπό να υφαρπάξει από αυτήν και να εκτελέσουν οι εταιρείες του τη διαχείριση των εν λόγω πλοίων, λαμβάνουσες το μεγαλύτερο ποσό της συνομολογηθείσας αμοιβής των 68.000 ευρώ, ισχυρίζονται με την ένδικη έφεσή τους ότι διεπίστωσαν ότι κάποιες ηλεκτρονικές επικοινωνίες, που αφορούσαν το έργο της διαχείρισης, αποστέλλονταν από το τερματικό (ηλεκτρονικές διευθύνσεις) των εταιρειών του ομίλου, αν και έπρεπε να αποστέλλονται από τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις της όγδοης εναγομένης, ενώ κάποιες εξ αυτών, αν και αποστέλλονταν από το ορθό τερματικό, έφεραν την υπογραφή του ανωτέρω ομίλου, διότι στο τέλος αυτών ετίθετο η λέξη “……….”. Εν τούτοις, αν και πράγματι απεδείχθη ότι οι υπάλληλοι των εταιρειών του Ομίλου, ενώ όφειλαν, κατά τη διενέργεια των πράξεων διαχείρισης της όγδοης εναγομένης, να χρησιμοποιούν τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις αυτής, κατ’ εντολή του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας, ορισμένες φορές χρησιμοποιούσαν τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των εταιρειών του ομίλου, άλλες δε φορές χρησιμοποιούσαν τις ορθές ηλεκτρονικές διευθύνσεις, αλλά θέτοντας στο τέλος του μηνύματος το ανωτέρω διακριτικό των εταιρειών του Ομίλου, αυτό έλαβε χώρα για περιορισμένο χρονικό διάστημα και, κατόπιν συστάσεων και του ενάτου εναγομένου και των πλοιοκτητριών εταιρειών, έπαψε να λαμβάνει χώρα. Χαρακτηριστική προς τούτο, είναι η ένορκη κατάθεση της έχουσας ιδία αντίληψη περί των ανωτέρω, αρχικώς εργαζόμενης στην έδρα της ενάγουσας και ακολούθως στην έδρα της όγδοης εναγομένης μάρτυρας, ………………., η οποία εξετάσθηκε με επιμέλεια της όγδοης και ενάτου των εναγομένων και η κατάθεση της οποίας περιέχεται στην ανωτέρω μνημονευόμενη ένορκη βεβαίωση, κατά την οποία «… Ο κ. ………. όμως επέμενε να αποστέλνουμε για ένα διάστημα, μέχρι που ξεκαθαρίστηκε μετά από επιμονή του κ. ………. και εντολή των ………., το μέιλ της ………., κάτι που δημιουργούσε σύγχυση στην αγορά και στην διαχείριση των πλοίων…». Αντίθετα, απεδείχθη ότι ο ένατος εναγόμενος ενεργούσε κρυφίως και εν αγνοία των εταιρειών του ομίλου, εφόσον αυτός, παρά τα αντιθέτως συμφωνηθέντα, χωρίς να ενημερώσει τον νόμιμο εκπρόσωπο των ανωτέρω εταιρειών, την 1.4.2016 προέβη στην κατάρτιση των ανωτέρω συμφωνητικών συνεργασίας με τις ανωτέρω εταιρείες […….. και ………..]. Η ένατη και ο όγδοος των εναγομένων, αναφέρουν ότι προσέγγισαν τον …………., νόμιμο εκπρόσωπο των ανωτέρω εταιρειών, διότι διαισθάνθηκαν το δόλιο σχέδιο του νομίμου εκπροσώπου των εταιρειών του ομίλου, αφενός μεν από την άρνηση αυτού να προσδιορίσει την αμοιβή του, αν και επανειλημμένως εκλήθη προς τούτο από την όγδοη εναγομένη, αλλά και από την έναντι τρίτων συμπεριφορά του νομίμου εκπροσώπου των εταιρειών του ομίλου, η οποία έλαβε χώρα, είτε μετά την υπογραφή των από 21.3.2016 συμφωνητικών, είτε προγενέστερα μεν, αλλά αυτήν, οι ανωτέρω εναγόμενοι πληροφορήθηκαν ακολούθως. Συγκεκριμένα, ισχυρίζονται και πράγματι αποδεικνύεται ότι, την 30.3.2016, οπότε ξεκίνησε η επιθεώρηση των πλοίων των εναγομένων πλοιοκτητριών από την ενάγουσα εταιρεία και τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, προκειμένου για την παραλαβή τους για την εκτέλεση του έργου της διαχείρισης από την όγδοη εναγομένη,  ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας ………. ………. ανήρτησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (facebook), μέσω του προσωπικού του λογαριασμού, μήνυμα, με το οποίο καλωσόριζε στη διαχείριση του Ομίλου του τα πλοία των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, στις οποίες καμία αναφορά στην όγδοη εναγομένη, ως αναδόχου του έργου της διαχείρισης, δεν γινόταν και για τις οποίες αναρτήσεις αυτός (………. ……….) δεν είχε τη συναίνεση των εναγομένων στην ανάρτηση των φωτογραφιών των πλοίων, στις οποίες (αναρτήσεις) αυτός ανέφερε χαρακτηριστικά «Welcome to our family”, “Soon”. Πέραν των εν λόγω αναρτήσεων με ημερομηνία 30.3.2016, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τους όγδοη και ένατο των εναγομένων, έτερη ανάρτηση δεν απεδείχθη, αφού δεν προσκομίζεται. Επιπλέον, πράγματι αποδεικνύεται ότι, ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας, την 18.3.2016 απέστειλε έγγραφη επιστολή στον Πανελλήνιο Σύλλογο Εφοδιαστών Πλοίων, με τίτλο «Official Announcement» (Επίσημη Ανακοίνωση), στην οποία αυτός ανέγραφε (σε αποτύπωση στα ελληνικά του στην αγγλική γλώσσα συνταχθέντος πρωτοτύπου) «Με μεγάλη μας χαρά θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι η θυγατρική μας ………. . θα είναι η νέα Διαχειρίστρια του στόλου πλοίων των ……….- ……….. Από την 1η Απρίλη θα έχουμε υπό τη διαχείρισή μας την πλήρη διαχείριση του στόλου πλοίων της… Σύντομα και στο πλάνο μας είναι να αγοράσουμε μέχρι τη λήξη του έτους 3 ακόμη Δεξαμενόπλοια..», στις οποίες καμία αναφορά δεν γινόταν ότι τη διαχείριση των εν λόγω πλοίων είχε αναλάβει η όγδοη εναγομένη. Εν τούτοις, οι ανωτέρω αναρτήσεις στο διαδίκτυο έλαβαν χώρα μόλις δύο ημέρες πριν την κατάρτιση των από 1.4.2016 συμβάσεων, που ο εναγόμενος κατήρτισε με τις ανωτέρω εταιρείες …………. και ………. Επιπλέον, την επιστολή, την οποία ο ………. ………. απέστειλε στον ανωτέρω Σύνδεσμο, η όγδοη δια του ενάτου εκπροσώπου της, όπως οι εν λόγω εναγόμενοι αναφέρουν στην ένδικη έφεσή τους, την πληροφορήθηκαν μετά την κατάρτιση των από 21.3.2016 συμφωνητικών με τις εταιρείες του ομίλου, χωρίς μάλιστα να προσδιορίζουν  χρονικά την ακριβή ημερομηνία. Για τις εν λόγω αναρτήσεις και την επιστολή του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας, η όγδοη εναγομένη δια του νομίμου εκπροσώπου της δεν διαμαρτυρήθηκε στον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας, αντίθετα, στο από 8.4.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα του ενάτου εναγομένου προς αυτόν (νόμιμο εκπρόσωπο ενάγουσας), ο ένατος εναγόμενος ευχαριστεί τον ………. ………. για την έως τότε συνεργασία τους, χωρίς να προβαίνει σε καμία αναφορά στις εν λόγω αναρτήσεις και την ανωτέρω επιστολή. Δεδομένου ότι, όπως ανωτέρω απεδείχθη και έγινε δεκτό, υπήρχε ήδη προ της υποβολής της οικονομικής προσφοράς συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό από την όγδοη εναγομένη και συμφωνία αυτής με τις ανωτέρω τρεις εταιρείας του ομίλου για το είδος των υπηρεσιών, που αυτές θα της παρείχαν σε σχέση με το έργο της διαχείρισης των εν λόγω πλοίων, που ήταν, όπως απεδείχθη, η εκτέλεση της διαχείρισης αυτών κατά το τεχνικό της μέρος και συγκεκριμένη συμφωνία αμοιβής, δεν κρίνεται ότι οι ανωτέρω αναρτήσεις στο διαδίκτυο του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας και η από 18.3.2016 επιστολή, ήταν αυτές που οδήγησαν τον ένατο εναγόμενο, ενεργώντας ως νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης, να καταρτίσει τις ανωτέρω από 1.4.2016 συμβάσεις με τις εταιρείες …… και …….. Τοιουτοτρόπως, όπως βασίμως υποστηρίζει η ενάγουσα με την ένδικη αγωγή της, ο ένατος εναγόμενος, ως νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης, με τη συνδρομή και κατόπιν προσυνεννόησης με τον δέκατο εναγόμενο, κατήγγειλαν την ανωτέρω αποδειχθείσα σύμβαση παροχής υπηρεσιών, που είχαν καταρτίσει με την ενάγουσα και τις εταιρείες ………. ………. ., την 21.4.2016, δια της αφαίρεσης όλων των εγγράφων στοιχείων και φακέλων των πλοίων, απαραίτητων για την εκτέλεση εργασιών διαχείρισης των πλοίων κατά το τεχνικό κομμάτι και ακολούθως με την αλλαγή την επομένη ημέρα, 22.4.2016 των κωδικών πρόσβασης στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις της όγδοης εναγομένης, μέσω των οποίων διενεργούντο οι πράξεις διαχείρισης. Επιπλέον, οι συμβάσεις που συνέδεαν τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου με την όγδοη εναγομένη, δεν ελύθησαν, όπως αβασίμως υποστηρίζουν η όγδοη και ο ένατος εναγόμενοι, συνεπεία της καταγγελίας αυτής από μέρους της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών ………. ……….  , δια της αποστολής υπ’ αυτών στην όγδοη εναγομένη την 25.4.2016 του προαναφερομένου εξωδίκου, στο οποίο αναγράφονταν και η λέξη «καταγγελία». Τούτο διότι, η όγδοη εναγομένη, δια του ενάτου εναγομένου νομίμου εκπροσώπου της, με τη συνδρομή του δεκάτου εναγομένου, αφήρεσε την 21.4.2016 τους φακέλους διαχείρισης από την έδρα της ενάγουσας, τους οποίους δεν επέστρεψε, ως είχε δεσμευθεί ο δέκατος εναγόμενος την 24.4.2016, όπως επίσης την 22.4.2016 [προ της συντάξεως του από 22.4.2016 εξωδίκου των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, που επέδωσαν στην όγδοη εναγομένη την 25.4.2016, όπως αναφέρουν (ως προς το χρόνο επίδοσης του εξωδίκου) η όγδοη και ο ένατος εναγόμενος στη σελίδα 25 των προτάσεων που κατέθεσαν ενώπιόν μας επί της εφέσεως της ενάγουσας, αφού στο εν λόγω εξώδικο γίνεται αναφορά και στην αλλαγή των κωδικών (σελ. 5 εν λόγω εξωδίκου παρ. 6)], άλλαξε τους κωδικούς πρόσβασης στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις, μέσω των οποίων ηδύνατο να πραγματοποιηθεί η διαχείριση των πλοίων κατά το τεχνικό κομμάτι, αναλαμβάνοντας τοιουτοτρόπως η ίδια (όγδοη εναγομένη) πλέον, την εκτέλεση των υποχρεώσεών της (από τα από 1.4.2016 ιδιωτικά συμφωνητικά που είχε καταρτίσει με τις επτά πρώτες εναγόμενες) και στο τεχνικό κομμάτι και λύοντας, δια μονομερούς εκ μέρους της καταγγελίας, τη σύμβαση που τη συνέδεε με τις ανωτέρω εταιρείες (ενάγουσα και εταιρείες ………. ……….). Σε κάθε περίπτωση, δεδομένου ότι η όγδοη και ο ένατος εναγόμενος επισημαίνουν ότι η σύνταξη του εν λόγω εξωδίκου της ενάγουσας και των εταιρειών του ομίλου έλαβε χώρα την 22.4.2016, όπως και πράγματι αναφέρεται στο τέλος του εν λόγω εξωδίκου προ των υπογραφών, αποδεικνύεται ότι η εξώδικη καταγγελία εκ μέρους της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, ηδύνατο να επιφέρει αποτελέσματα λύσεως της συμβάσεως, που συνέδεε αυτές  με την όγδοη εναγομένη, μόνον από την 25.4.2016, οπότε αυτή επεδόθη, ως απεδείχθη, στην όγδοη εναγομένη, ως μονομερής απευθυντέα δήλωση βούλησης, σύμφωνα με τη θεωρία της παραλαβής ή λήψεως, την οποία δέχεται ο Αστικός Κώδικας με τη διάταξη του άρθρου 167 ΑΚ [ΑΠ 1223/2015 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου].

Ως εκ τούτου, η εξώδικη καταγγελία της ένδικης σύμβασης, δια της επιδόσεως την 25.4.2016 του από 22.4.2016 εξωδίκου της ενάγουσας και των εταιρειών ………. ………. και …………), ενόψει του ότι έπεται της 21.4.2016, οπότε αφαιρέθησαν οι ανωτέρω φάκελοι από την έδρα της ενάγουσας, της 22.4.2016 οπότε αποκλείστηκε η πρόσβαση των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου στις προαναφερόμενες ηλεκτρονικές διευθύνσεις  και σε κάθε περίπτωση της 24.4.2016, ημερομηνία κατά την οποία ο δέκατος εναγόμενος είχε υποσχεθεί ότι θα επιστρέψει εκ των φακέλων που παρέλαβε την 21.4.2016, τα αναγκαία για την εκτέλεση των εργασιών διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων (κατά το τεχνικό τους μέρος), αφορούσε σε ήδη λυμένη σύμβαση και κανένα αποτέλεσμα δεν είχε. Από τη συνεκτίμηση δε του συνόλου των αποδείξεων, ουδείς σπουδαίος λόγος απεδείχθη ότι συνέτρεχε, ο οποίος να δικαιολογούσε την καταγγελία των ανωτέρω συμβάσεων (που συνέδεε την ενάγουσα και τις εταιρείες ………. ……….   με την όγδοη εναγομένη) εκ μέρους της όγδοης εναγομένης. Αφού, περίπτωση εκβιαστικής συμπεριφοράς εκ μέρους του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου και προσπάθεια υπ’ αυτού υφαρπαγής των εργασιών της διαχείρισης, με τις επιμέρους πράξεις που αναφέρουν οι εν λόγω (όγδοη και ένατος) εναγόμενοι, και εκτίθενται ανωτέρω, δεν απεδείχθησαν. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι, η υπό του ενάτου εναγομένου, ως νομίμου εκπροσώπου της όγδοης εναγομένης, καταγγελία της σύμβασης συνεργασίας, που συνέδεε την όγδοη εναγομένη εταιρεία με την ενάγουσα εταιρεία και τις εταιρείες με την επωνυμία ………. ……….  , η οποία (καταγγελία) ως εκ του εμπιστευτικού χαρακτήρα της επίδικης σύμβασης επέφερε τη λύση αυτής, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, αν και κατ’ αρχήν αποτελούσε νόμιμο δικαίωμα αυτής (όγδοης εναγομένης), εν προκειμένω, έλαβε χώρα κατ’ αντίθεση προς τα χρηστά ήθη και δη τις κρατούσες αντιλήψεις στην κατηγορία συναλλαγών, που η εν λόγω συνεργασία εντάσσεται, αλλά και κατ΄ αντίθεση προς τις ιδέες που, κατά τη γενική αντίληψη του χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώπου, επικρατούσαν κατά την ανωτέρω δεδομένη χρονική στιγμή, που η εν λόγω καταγγελία έλαβε χώρα, λαμβανομένων υπόψη [α] των κινήτρων και του σκοπού του ενάτου εναγομένου, ο οποίος ως νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης προέβη στην ανωτέρω καταγγελία, ο οποίος είχε ως σκοπό να αυξήσει το κέρδος του από την ανάληψη της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων από την όγδοη εναγομένη και κατά το τεχνικό της μέρος, μη καταβάλλοντας την συμφωνημένη ανωτέρω αμοιβή στην ενάγουσα και στις ανωτέρω εταιρείες ………. ……….  , [β] το είδος των μέσων που χρησιμοποίησε ο ένατος εναγόμενος για την επίτευξη του σκοπού αυτού και το σύνολο των περιστάσεων, υπό τις οποίες αυτή εκδηλώθηκε, όπως αυτές απεδείχθησαν και αναλύονται ανωτέρω, [γ] τη συμπεριφορά, την οποία αυτός (ένατος εναγόμενος) επέδειξε καθ’ όλη τη διάρκεια της συνεργασίας του με την ενάγουσα και τις ανωτέρω εταιρείες, αλλά και τη συμπεριφορά των τελευταίων. Επιπλέον, η καταγγελία της επίδικης σύμβασης είχε ως αποτέλεσμα τη ζημία των ανωτέρω εταιρειών (ενάγουσας και εταιριών ………. ………. .), οι οποίες απώλεσαν το κέρδος, που μετά πιθανότητος και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα αποκέρδιζαν από τη λειτουργία της ανωτέρω σύμβασης, ως το κέρδος αυτό αναλύεται ακολούθως, γεγονός το οποίο εγνώριζε ο ένατος εναγόμενος, ήτοι εγνώριζε τη ζημία που θα είχε στις ανωτέρω εταιρείες η ανωτέρω καταγγελία των συμβάσεων που συνέδεε την όγδοη εναγομένη με αυτές και παρά ταύτα αποδέχθηκε την προκληθείσα ζημία αυτών. Συγκεκριμένα, ως ανωτέρω απεδείχθη, ο ένατος εναγόμενος, ενεργών ως νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης, αφού ανέλαβε τον ανωτέρω (μειοδοτικό) διαγωνισμό και δη τη διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, διαθέτουσα η όγδοη εναγομένη μόνον τα χρήματα για την καταβολή των εγγυητικών επιστολών και την κατάρτιση των αναγκαίων συμβάσεων ασφαλίσεως προς συμμετοχή στον εν λόγω διαγωνισμό, μην έχοντας, τόσο ο ένατος όσο και ο δέκατος εναγόμενος, καμία εμπειρία στο αντικείμενο της σύμβασης, στην κατάρτιση του οποίου κατέτεινε ο εν λόγω διαγωνισμός, ήτοι στην εκτέλεση των εργασιών διαχείρισης πλοίων που η ανάθεση αφορούσε, χρησιμοποιώντας τόσο τα οικονομικά στοιχεία των ανωτέρω εταιρειών (ενάγουσας και εταιρειών ………. ……….) όσο και την εμπειρία αυτών στο έργο της διαχείρισης πλοίων, καθώς επίσης, αφού εκμεταλλεύτηκε την εμπειρία των υπαλλήλων των ιδίων εταιρειών στη σύνταξη των φακέλων νομιμοποίησης και τεχνικής προσφοράς για τη συμμετοχή της όγδοης εναγομένης στον εν λόγω διαγωνισμό, τα οποία έλαβε χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα των εν λόγω εταιριών έως εκείνο το στάδιο, αφού καμία αμοιβή δεν επικαλείται ότι έλαβαν, αλλά με τη διαβεβαίωση του ενεργούντος για λογαριασμό τους ………. ………., ότι αυτές θα είχαν οικονομικό όφελος από την εν λόγω συνεργασία, αφού αυτές (ενάγουσα και εταιρείες ………. ……….) θα εκτελούσαν στην πραγματικότητα το τεχνικό κομμάτι του έργου της διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων και για το λόγο αυτό θα ελάμβαναν αμοιβή εκ ποσού ευρώ 15.000 εκάστη μηνιαίως έως της λήξεως της εν λόγω σχέσεως, η οποία συνέπιπτε με το χρόνο λήξεως της συμβάσεως διαχείρισης πλοίων, που κατήρτισε η όγδοη εναγομένη με τις επτά πρώτες εναγόμενες, ακολούθως, αφού εξασφάλισε την ανάθεση του ανωτέρω έργου στην όγδοη εναγομένη, δια της κατακύρωσης σε αυτήν του ανωτέρω διαγωνισμού, συνέχισε να εκμεταλλεύεται τις ανωτέρω αντισυμβαλλόμενες της όγδοης εναγομένης εταιρείες αφού, μη διαθέτουσα αυτή (όγδοη εναγομένη) τις αναγκαίες υποδομές, στα γραφεία της, μεταφέρθηκαν οι φάκελοι διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων στην έδρα της ενάγουσας, όπου με το εξειδικευμένο προσωπικό των ανωτέρω εταιρειών (ενάγουσας και εταιρειών ………. ……….) έγινε η ανάληψη του έργου της διαχείρισης και οι αναγκαίες πρώτες πράξεις διαχείρισης, ως αυτές αναλύονται ανωτέρω, καθώς και η επιθεώρηση των γραφείων της ενάγουσας για τη χορήγηση του αναγκαίου πιστοποιητικού ασφαλούς διαχείρισης, ενώ οι ανωτέρω εταιρείες ενεργούσαν με αποκλειστικό σκοπό την επιτυχή ανάληψη του έργου της διαχείρισης και ακολούθως, μετά την παραλαβή των πλοίων, την καλή εκτέλεση αυτής προς όφελος της όγδοης εναγομένης, ο ένατος εναγόμενος προκειμένου να αποφύγει την καταβολή της συμφωνηθείσας αμοιβής προς τις ανωτέρω εταιρείες, κατήρτισε κρυφίως και εν αγνοία της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, με τον ……  , τον οποίο εγνώρισε από τον ………. ………., νόμιμο εκπρόσωπο των εταιρειών του ομίλου, τις από 1.4.2016 συμβάσεις παροχής εμπειρίας και τεχνογνωσίας, ώστε τυπικά να πληροί τις προϋποθέσεις για την εκτέλεση του έργου της ανάθεσης της διαχείρισης έναντι των επτά πρώτων εναγομένων και ακολούθως, κρυφίως και χωρίς τη συναίνεση των ανωτέρω εταιρειών (ενάγουσας και εταιρείες ………. ……….   και ………………), απέσπασε και το εξειδικευμένο προσωπικό που οι ανωτέρω εταιρείες είχαν προσλάβει, αφού αυτοί (υπάλληλοι) εξοικειώθηκαν στην εκτέλεση του έργου, υπό τις οδηγίες του παλαιότερου έμπειρου προσωπικού της ενάγουσας και αφού οργάνωσε ειδικό τμήμα με εξειδικευμένο προσωπικό στην έδρα της, παραπλανώντας στο ενδιάμεσο διάστημα τον ………. ………., ότι δήθεν η αμοιβή που είχαν συνομολογήσει ήταν υπερβολική, με τον ανωτέρω μεθοδευμένο τρόπο, με τη συμμετοχή και του δεκάτου εναγομένου, αφήρεσε το έργο της διαχείρισης από τις ανωτέρω εταιρείες, δια της αφαίρεσης των ανωτέρω φακέλων διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων και της αλλαγής των κωδικών των ιστοσελίδων, μέσω των οποίων ήταν δυνατόν να εκτελεσθεί το έργο της διαχείρισης κατά το τεχνικό της μέρος από τις εταιρείες του ομίλου, καταγγέλλοντας, τοιουτοτρόπως, τη μεταξύ των ανωτέρω σύμβαση, χωρίς την καταβολή του συμφωνημένου ποσού αμοιβής των ανωτέρω εταιρειών έως της λήξεως του ορισμένου συμφωνηθέντος χρόνου διάρκειας των μεταξύ τους συμβάσεων, εν γνώσει του ότι, τοιουτοτρόπως, η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου, θα απολέσουν το μετά πιθανότητος και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων κέρδος αυτών από τη λειτουργία των εν λόγω συμβάσεων, έως της λήξεως του χρόνου αυτών, αποδεχόμενος την εν λόγω ζημία τους. Υπό τις ανωτέρω, επομένως, περιστάσεις υπό τις οποίες έλαβε χώρα η ανωτέρω καταγγελία των συμβάσεων, που συνέδεε την όγδοη εναγομένη αφενός, με την ενάγουσα εταιρεία, καθώς επίσης και τις εταιρείες ………. ………. αφ’ ετέρου, ήταν αντίθετη προς τα χρηστά ήθη, επέφερε δε ζημία στις ανωτέρω εταιρείες και δη το κέρδος τους που θα απεκόμιζαν από την ανωτέρω συνεργασία. Συνεπεία της ανωτέρω καταγγελίας της ανωτέρω σύμβασης, που συνέδεε την ενάγουσα και τις εταιρείες ………. ………. με την όγδοη εναγομένη, η ενάγουσα απώλεσε τα εισοδήματα τα οποία, εάν η εν λόγω σύμβαση λειτουργούσε κατά τη συμφωνία των μερών έως τη λήξη της συνεργασίας της όγδοης εναγομένης με τις επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες, ήτοι έως την 31.3.2017, δηλαδή για διάστημα ένδεκα μηνών από της καταγγελίας αυτής υπό της όγδοης εναγομένης, οπότε επήλθε η λήξη της, μετά πιθανότητος και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα εισέπραττε. Συγκεκριμένα, όπως απεδείχθη, η συμφωνηθείσα για τις υπηρεσίες της ενάγουσας αμοιβή, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 15.000 μηνιαίως. Παράλληλα, απεδείχθη ότι, αυτή (ενάγουσα) μετά των ανωτέρω εταιρειών ………. ………., επιβαρύνετο και με τη δαπάνη προσωπικού, που προσέλαβε ειδικά για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, η ενάγουσα μετά των ανωτέρω δύο εταιρειών επιβαρύνοντο με τις δαπάνες μισθοδοσίας των ανωτέρω υπαλλήλων …………………τους οποίους οι ανωτέρω εταιρείες είχαν προσλάβει προς εκτέλεση της σύμβασης, που είχαν καταρτίσει με την όγδοη εναγομένη, ως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω. Η εν λόγω δαπάνη, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα ως σχετικά 40α και 40β έγγραφα της όγδοης εναγομένης, για την απασχόληση πέντε ατόμων (αμοιβή Αρχικαπετάνιου, Αρχιμηχανικού, υπευθύνου πληρώματος, υπεύθυνης ασφαλούς διαχείρισης και γραμματέως) αυτή (όγδοη εναγομένη) κατέβαλε μηνιαίως, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, που αφορά η ζημία της ενάγουσας, το ποσό των ευρώ 7.197,03 για τακτικές αποδοχές, καθώς επίσης και ποσό ευρώ 2.955,09 ως ασφαλιστικές εισφορές, αποδεικνύεται ότι η δαπάνη που θα κατέβαλε η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες ………. ………. . για την απασχόληση των ανωτέρω προσώπων, ανήρχετο στο ποσό των ευρώ {(7.197,03 + 2.955,09=) 10.152,12 δια πέντε επί τέσσερα=) 8.121,70. Επομένως, η ενάγουσα, πιθανολογείται ότι, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, εάν συνέχιζε να λειτουργεί η επίδικη σύμβαση από της καταγγελίας αυτής εκ μέρους της όγδοης εναγομένης έως και της συμφωνημένης λήξεως αυτής την 31.3.2016, θα απεκόμιζε ως κέρδος το ποσό των ευρώ (45.000 μείον 8.121,70= 36.878,30 δια 3 =) 12.292,77 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) μηνιαίως και συνολικά για ένδεκα μήνες το ποσό των ευρώ 135.220,47.  Επομένως, ο ένατος εναγόμενος, συνεπεία της ανωτέρω αντίθετης προς τα χρηστά ήθη συμπεριφοράς του και δη της καταγγελίας των ανωτέρω συμβάσεων, ως νομίμου εκπροσώπου της όγδοης εναγομένης, η οποία ήταν και υπαίτια, εφόσον ο ένατος εναγόμενος αλλά και ο δέκατος των εναγομένων, εγνώριζαν ότι δια της ανωτέρω καταγγελίας η ενάγουσα θα απολέσει την ανωτέρω συμφωνηθείσα αμοιβή της και το αποδέχονταν, ενέχεται προς αποζημίωση, όπως επίσης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 71 ΑΚ, ενέχεται προς αποκατάσταση της ανωτέρω ζημίας της ενάγουσας και η όγδοη εναγομένη εταιρεία, εφόσον ο ένατος εναγόμενος προέβη στην ανωτέρω καταγγελία, ενεργών ως νόμιμος εκπρόσωπος αυτής. Παράλληλα, εν τούτοις, με την όγδοη και ένατο των εναγομένων, προς αποκατάσταση της ανωτέρω ζημία της ενάγουσας, ενέχεται και ο δέκατος εναγόμενος, ο οποίος συνέδραμε τον ένατο εναγόμενο στην καταγγελία των ανωτέρω συμβάσεων, εφόσον ήταν αυτός που ανέλαβε από την έδρα της ενάγουσας τους φακέλους διαχείρισης των ανωτέρω πλοίων, με την εν γνώσει του ψευδή διαβεβαίωση ότι θα επιστρέψει στην έδρα της ενάγουσας τα αναγκαία έγγραφα για τη διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων έως την 24.4.2016. Έπραξε τούτο δε, όχι κατ’ εντολή και ως πειθήνιο όργανο του ενάτου των εναγομένων, αλλά σε συμπαιγνία ευρισκόμενος με αυτόν, εφόσον και αυτός ως εταίρος της όγδοης εναγομένης εταιρείας είχε συμφέρον από την εν λόγω καταγγελία, αφού τοιουτοτρόπως θα αυξάνονταν τα έσοδα της όγδοης εναγομένης, με αποτέλεσμα να αυξηθούν και τα ιδικά του έσοδα από τη συμμετοχή του στην ανωτέρω όγδοη εναγομένη εταιρεία, ενώ εγνώριζε τη συμφωνία της ενάγουσας με την όγδοη εναγομένη, αφού, με τις προμνημονευθείσες  από 4.12.2022 προτάσεις που κατέθεσε στα πλαίσια άλλης δίκης αυτού με τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας,  ο ίδιος αναφέρει ότι αυτός έφερε σε επαφή τους νομίμους εκπροσώπους της ενάγουσας και της όγδοης εναγομένης, όπως απεδείχθη ότι μετείχε σε όλες τις συναντήσεις αυτών και είχε κάθε λόγο να μετέχει, εφόσον αυτός στις ανωτέρω προτάσεις του αναφέρει ότι όλα τα έξοδα του εν λόγω διαγωνισμού έως και τις εκ ποσού ευρώ 1.800.000 αυτός εκάλυψε, ο ίδιος εγνώριζε για το είδος της συμφωνίας που υπήρχε μεταξύ της ενάγουσας και της όγδοης εναγομένη, εγνώριζε δε και για την ύπαρξη συμφωνίας αυτών των εταιρειών περί αμοιβής, εφόσον μετείχε στις διαπραγματεύσεις μείωσης αυτής (σχετικά από 8.4.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα, το οποίο ο ένατος εναγόμενος απέστειλε στον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας). Επομένως, ορθώς η εκκαλουμένη απόφαση, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, που αντικαθίσταται με την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), δέχθηκε ως προς την όγδοη και ένατο των εναγομένων, ότι συντρέχει νόμιμος λόγος ευθύνης αυτών και δη παράνομη συμπεριφορά, συνισταμένη στην ανωτέρω αντίθετη στα χρηστά ήθη καταγγελία της συμβάσεως που συνέδεε την ενάγουσα και την όγδοη εναγομένη εταιρεία, καθώς και υπαίτια συμπεριφορά του ενάτου εναγομένου, ενεργώντας υπό την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της ογδόης εναγομένης, εφόσον αυτός είχε πρόθεση επαγωγής ζημίας, καθώς εγνώριζε ότι η εκδηλωθείσα ανωτέρω, αντίθετη στα χρηστά ήθη, συμπεριφορά του (καταγγελία σύμβασης), ήταν δυνατόν να προκαλέσει ζημία στην ενάγουσα και δη την απώλεια του κέρδους που αυτή θα απεκόμιζε από τη λειτουργία της ένδικης σύμβασης μεταξύ αυτής και της όγδοης εναγομένης, έως της λήξεως του συμφωνημένου χρόνου συνεργασίας, παρά ταύτα δεν απείχε από την ανωτέρω παράνομη συμπεριφορά του (καταχρηστική καταγγελία), η οποία επέφερε ζημία στην ενάγουσα και δη την απώλεια του ανωτέρω αποδειχθέντος, μετά πιθανότητος και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, κέρδους της από τη λειτουργία της εν λόγω συμβάσεως, έως της λήξεως του συμφωνημένου χρόνου διάρκειας αυτής την 31.3.2016, συνισταμένου στη συμφωνημένη μηνιαία αμοιβή της και αφαιρουμένων των ανωτέρω αποδειχθέντων εξόδων που αυτή ωφελήθηκε, η οποία (ζημία) συνδέεται αιτιωδώς με την ανωτέρω παράνομη συμπεριφορά του ενάτου εναγομένου, απορριπτομένου του δευτέρου λόγου έφεσης της όγδοης και ενάτου των εναγομένων, κατά το τούτο, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Πλην όμως, κατά τον εν μέρει βάσιμο τρίτο λόγο της ένδικης έφεσης της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, καθ’ο μέρος έγινε δεκτό με αυτήν ότι, συνεπεία της ανωτέρω παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς του ενάτου εναγομένου, νομίμου εκπροσώπου της όγδοης εναγομένης, αυτός, ενέχεται εις ολόκληρον μετά της όγδοης εναγομένης, στην καταβολή του ποσού των ευρώ 165.000 ,για τη ζημία που υπέστη η ενάγουσα, απωλέσασα ατομικά την ανωτέρω συμφωνηθείσα αμοιβή της από την εν λόγω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά, η εκκαλουμένη απόφαση έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, πρέπει δε, κατά τον εν μέρει βάσιμο τρίτο λόγο της έφεσης της όγδοης και ενάτου των εναγομένων, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και αφού το παρόν Δικαστήριο κρατήσει και δικάσει την ένδικη υπόθεση (άρθρο 535 ΚΠολΔ), γενομένης δεκτής ως εν μέρει βάσιμης της ένδικης αγωγής, κατά τούτο, να αναγνωρισθεί ότι  η όγδοη και ένατος των εναγομένων, ενεχόμενοι εις ολόκληρον, οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των ευρώ 135.220,47, νομιμοτόκως από την 25.4.2017, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, διάταξη η οποία δεν πλήττεται ως προς τούτο με ειδικό λόγο έφεσης με την ένδικη έφεση της όγδοης και ενάτου των εναγομένων. Παράλληλα, υπόχρεος, εις ολόκληρον, με την όγδοη και τον ένατο των εναγομένων προς καταβολή του ανωτέρω ποσού, τυγχάνει και ο δέκατος εναγόμενος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 925 εδ.α ΑΚ, η οποία εφαρμόζεται εν προκειμένω, δεδομένου ότι αυτός, αν και δεν ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης εταιρείας καθ’ ον χρόνο έλαβε χώρα η ένδικη καταγγελία, με την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του, συνέδραμε τον ένατο εναγόμενο, στην από μέρους αυτού καταχρηστική και, ως εκ τούτου, παράνομη καταγγελία της ένδικης σύμβασης, που συνέδεε την όγδοη εναγομένη με την ενάγουσα, ενεργών υπαίτια, εφόσον αυτός είχε πρόθεση επαγωγής ζημίας, διότι εγνώριζε, ότι η εκδηλωθείσα ανωτέρω, αντίθετη στα χρηστά ήθη, συμπεριφορά του νομίμου εκπροσώπου της όγδοης εναγομένης εταιρείας (καταχρηστική καταγγελία σύμβασης), ήταν δυνατόν να προκαλέσει ζημία στην ενάγουσα και δη την απώλεια του κέρδους, που αυτή θα απεκόμιζε από τη λειτουργία της ένδικης σύμβασης μεταξύ αυτής και της όγδοης εναγομένης, έως της λήξεως του συμφωνημένου χρόνου συνεργασίας, παρά ταύτα, δεν απείχε από την πράξη του και δη την παροχή συνδρομής στον ένατο εναγόμενο, κατά την καταγγελία της εν λόγω σύμβασης, με την αφαίρεση των ανωτέρω εγγράφων διαχείρισης από την έδρα της ενάγουσας, ως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, με αποτέλεσμα τη λύση της ανωτέρω σύμβασης, που συνέδεε τις ανωτέρω εταιρείες και τη ζημία της ενάγουσας, ως αυτή αναλύεται ανωτέρω. Περαιτέρω, η ενάγουσα, με την ένδικη αγωγή της αξιώνει, πλην της ζημίας, την οποία υπέστη από την απώλεια της ιδικής της συμφωνηθείσας αμοιβής συνεπεία της ανωτέρω παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των όγδοης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων, ως δικαιούχος λόγω εκχωρήσεως και την εξ αδικοπραξίας απαίτηση προς αποζημίωση των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου ………. ………., από την όμοια συμπεριφορά, που οι ανωτέρω εναγόμενοι μετήλθαν σε βάρος τους. Ειδικότερα, η ενάγουσα επικαλείται ότι, οι ανωτέρω εταιρείες ………. ………., περί μηνός Ιουνίου 2016, της εκχώρησαν την αξίωσή τους προς αποζημίωση από την επικαλούμενη με την αγωγή παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των ανωτέρω όγδοης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων και μάλιστα προφορικά. Με την εκκαλουμένη απόφαση, αφού αναγνωρίσθηκε ότι συνεπεία της ανωτέρω παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων [ως προς τον δέκατο εναγόμενο η αγωγή είχε απορριφθεί ήδη ως μη νόμιμη], οι ανωτέρω εταιρείες ………. ………. υπέστησαν ζημία εκ ποσού ευρώ 165.000, εκάστη, συνισταμένη στο ποσό της αμοιβής που θα ελάμβαναν, για διάστημα ένδεκα μηνών, μετά την ανωτέρω καταγγελία της σύμβασης, που τις συνέδεε με την όγδοη εναγομένη, οπότε και κατά τη συμφωνία τους θα έληγε η σύμβαση, έγινε δεκτό ότι η απαίτηση αυτή, υπό αμφοτέρων των ανωτέρω εταιρειών, εκχωρήθηκε και μάλιστα προφορικά τον μήνα Ιούνιο 2016 στην ενάγουσα. Εν τούτοις, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο έφεσης, περί κακής εκτίμησης αποδείξεων υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων, με τον οποίο, κατά τα αναφερόμενα ανωτέρω, πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση και ως προς τη διάταξή της αυτή, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, διότι δεν απεδείχθη και μάλιστα στα πλαίσια πλήρους αποδείξεως ότι, οι ανωτέρω εταιρείες  ………. ………., εκχώρησαν την απαίτησή τους προς αποζημίωση με τον επικαλούμενο στην κύρια βάση της ένδικης αγωγής νόμιμο λόγο ευθύνης, ήτοι συνεπεία αδικοπραξίας, που μετήλθαν σε βάρος της οι όγδοη, ο ένατος αλλά και ο δέκατος των εναγομένων [ως προς τον οποίο εξαφανίσθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε ως μη νόμιμη η ένδικη αγωγή ως προς αυτόν με την παρούσα απόφαση] και μάλιστα προφορικά τον μήνα Ιούνιο 2016, διότι η ενάγουσα, η οποία έχει και το βάρος απόδειξης του εν λόγω ισχυρισμού της, δεν απέδειξε αυτόν. Ειδικότερα, προς απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού της, η ενάγουσα καμία σχετική έγγραφη απόδειξη δεν προσκομίζει, παρά επικαλείται μόνον τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάσθηκαν με επιμέλειά της. Ειδικότερα, ο εκ των εξετασθέντων υπό της εναγούσης μάρτυρας ….., κατέθεσε στην περιεχομένη στη με αριθμό ………./24.5.2019 ένορκη βεβαίωση ότι «… Γνωρίζω ότι την 21.4.2061 εκδόθηκε τιμολόγιο από την ………. .που απέστειλε ο κ. ……. [λογιστής] στην οφειλέτρια ………. και στο οποίο αναφέρεται το συνολικό ποσό της κατ’ αποκοπή συμφωνηθείσης μηνιαίας αμοιβής των 45.000 ευρώ και των τριών που όμως θα εισέπραττε η ………. ., διότι οι άλλες δύο της είχαν εκχωρήσει την αναλογία τους, όπως μου είπε ο διαχειριστής τους». Ο εξετασθείς με επιμέλεια της ενάγουσας μάρτυρας Δημήτριος ……….ς, κατέθεσε σχετικά, στην περιεχομένη στη με αριθμό 16.394/24.5.2019 ένορκη βεβαίωση «… όπως γνωρίζω από τους λογιστές μας, κ. …….. και …………., οι δύο εκ των εταιρειών του ομίλου δηλαδή η …… και η ……………» εκχώρησαν το ποσοστό τους στη συμφωνηθείσα αμοιβή, στην ενάγουσα ………. ……. στο όνομα της οποίας τελικώς θα τιμολογούνταν το σύνολο της μηνιαίας αμοιβής διαχείρισης … το συνολικό ποσό της κατ’ αποκοπή αμοιβής κατά μήνα διαχείρισης και των τριών διαχειριστριών τιμολογήθηκε για τον πρώτο μήνα διαχείρισης 20/3/16 – 20/4/16 στο όνομα της ………. ., λόγω εκχώρησης και του ποσοστού των άλλων δύο. Επίσης γνωρίζω από τον διαχειριστή και των τριών εταιρειών ότι μετά την παράνομη αφαίρεση της διαχείρισης και την απόφαση δικαστικής διεκδίκησης κάθε απαίτησής τους από τους εναγόμενους οι δύο συνδιαχειρίστριες ………….. και η ……….. εκχώρησαν και την απαίτησή τους για αποζημίωση και επομένως το ποσό της υλικής αποζημίωσης αναλογεί κατά 1/3 στην κάθε μία, όπως και η μηνιαία εργολαβική αμοιβή….». Ο ίδιος μάρτυρας, στην προγενέστερη με αριθμό …./22.5.2017 ένορκη βεβαίωση κατέθεσε «… Όπως γνωρίζω από τους λογιστές μας, κ. …….. και ………., οι δύο εκ των εταιρειών του ομίλου δηλαδή η ……………….. και η ………….» εκχώρησαν το ποσοστό τους στην συμφωνηθείσα αμοιβή στην ενάγουσα ………. ………. στο όνομα της οποίας θα τιμολογούνταν το σύνολο της μηνιαίας αμοιβής διαχείρισης…». Τέλος, ο μάρτυρας . ……….. κατέθεσε, στη με αριθμό …../24.5.2019 ένορκη βεβαίωση επί του εν λόγω ζητήματος «… Εγώ προσωπικώς και κατ’ εντολή του διαχειριστή της εναγούσης ……… κ. ………. την 21/4/2016 απέστειλα στον κ. ………. το υπ’ αριθμόν 1 τιμολόγιο για τη συμφωνηθείσα μηνιαία αμοιβή των τριών διαχειριστριών για το διάστημα διαχείρισης από 20/3/16 – 20/4/16 … Η τιμολόγηση του έργου έγινε βάσει της εκχώρησης που είχε γίνει από τις δύο συνδυαχειρίστριες όλων των δικαιωμάτων τους από το έργο της διαχείρισης στην ενάγουσα…. Ως λογιστής είχα ενημερωθεί από τον διαχειριστή και των τριών διαχειριστριών εταιρειών του ομίλου ………. κ. ………., προκειμένου να εκδοθεί και το ως άνω τιμολόγιο… Μετά την αφαίρεση της διαχείρισης και της πρόκλησης ζημίας στην φήμη των εταιρειών του ομίλου ………. ο κ. ………. ως διαχειριστής και των τριών τον Ιούνιο εκχώρησε και τις απαιτήσεις των δύο άλλων εταιρειών …………………. και η …………… από την απατηλή συμπεριφορά των εναγομένων στην ενάγουσα. Επομένως η ………. .. είναι εκδοχέας πάσης απαίτησης εξ όλων των αιτιών από την ένδικη υπόθεση και των δύο άλλων εταιρειών ……………. και της υπεράκτιας …………». Από τις ανωτέρω μαρτυρικές καταθέσεις, εν τούτοις, δεν προκύπτει σαφώς το περιεχόμενο της σύμβασης εκχώρησης που καταρτίσθηκε μεταξύ των ανωτέρω εταιρειών (ενάγουσας αφενός και εταιρείες ……….. και η ……………. αφ’ ετέρου). Μάλιστα, ο πρώτος εκ των ανωτέρω μαρτύρων …………., κάνει λόγο μόνον για εκχώρηση, εκ μέρους των εταιρειών …………… και η …………… στην ενάγουσα, της συνομολογηθείσας αμοιβής, ο μάρτυρας ……….. στην πρώτη των ανωτέρω καταθέσεων, κατέθεσε ότι, οι λογιστές της ενάγουσας τον πληροφόρησαν ότι, οι ανωτέρω εταιρείες ………………… και η …………, εκχώρησαν στην ενάγουσα το ποσοστό τους στη συμφωνηθείσα αμοιβή, στη δεύτερη δε, μεταγενέστερη ένορκη κατάθεσή του κάνει λόγο για εκχώρηση της απαίτησής τους προς αποζημίωση, χωρίς να αναφέρει σαφώς, εάν αυτή η εκχώρηση αφορά την αξιούμενη με την ένδικη αγωγή αποζημίωση προς αποκατάσταση της ζημίας τους από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των όγδοης, ενάτου και δέκατου των εναγομένων. Αυτός ο οποίος κάνει λόγο για εκχώρηση από τις ανωτέρω εταιρείες ………….. και η ………… προς την ενάγουσα, πάσης απαιτήσεως αυτών, από κάθε αιτία, από την ένδικη υπόθεση, είναι ο μάρτυρας ……………., ο οποίος, εν τούτοις, δεν αναφέρει την πηγή της γνώσεώς του και σε κάθε περίπτωση η κατάθεσή του δεν ενισχύεται από κανένα έγγραφο αποδεικτικό μέσο. Επιπροσθέτως, αν και κατ’ αρχήν η εκχώρηση μπορεί να καταρτισθεί και προφορικά, δεν δικαιολογείται η μη τήρηση εν προκειμένω εγγράφου τύπου, ενόψει του ποσού της εκχωρούμενης απαίτησης και μάλιστα μεταξύ εταιρειών, στις οποίες κατά τον επικαλούμενο χρόνο δεν αμφισβητείται υπό των εναγομένων ότι νόμιμος εκπρόσωπος ήταν ο ………. ………., πλην όμως αυτές δεν ήταν μονοπρόσωπες εταιρείες. Παράλληλα, ειδικώς όσον αφορά στην τρίτη των ανωτέρω, αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία ……….., αν και κατά την αγωγή πρόκειται για εταιρεία, εδρεύουσα στην ….., προσκομίζεται έγγραφο εταιρείας με την ίδια επωνυμία ως εδρεύουσα στην ….. (σχετικό προσκομιζόμενο από την ενάγουσα με αριθμό 10), χωρίς να αποσαφηνίζεται, στην περίπτωση κατά την οποία πρόκειται για το ίδιο νομικό πρόσωπο, ο λόγος για τον οποίο τόσο στην αγωγή όσο και στους φακέλους τεχνικής προσφοράς συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό αναφέρεται ως εδρεύουσα στο Λίβανο. Η μόνη έγγραφη αναφορά στη χώρα της Ονδούρας, πλην του προσκομιζόμενου σχετικού 10, γίνεται στο εξώδικο, το οποίο οι ανωτέρω εταιρείες απέστειλαν στην όγδοη εναγομένη, την 25.4.2016, στην οποία η ανωτέρω εταιρεία …….. αναφέρεται ως συσταθείσα νόμιμα στις …….. και ότι δραστηριοποιείται στη …….. Παράλληλα, κατά το εν λόγω σχετικό 10, το οποίο προσκομίζεται σε μετάφραση, αφορά βεβαίωση Δικηγόρου – Συμβολαιογράφου της ….. με ημερομηνία 8.3.2016, ήτοι προγενέστερη του μηνός Ιουνίου 2016, κατά την οποία κάτοχοι κοινωνικού μεριδίου (μετοχών) της εν λόγω εταιρείας εμφανίζεται η εταιρεία ……… σε ποσοστό 80% και ο ……… σε ποσοστό 20%,  κατά το οποίο ο ………. ………. αναφέρεται ως Πρόεδρος του ΔΣ της εν λόγω εταιρείας  και ακολούθως, αναφέρεται στην εν λόγω βεβαίωση ότι «Ο κ. ………. ………. να υπογράφει εξ ονόματος για λογαριασμό της εταιρείας, και να εμφανίζεται ενώπιον παντός τρίτου παγκοσμίως, για οποιαδήποτε εμπορικά, νομικά ή οικονομικά θέματα ή ο,τιδήποτε άλλο». Επιπλέον, δεν προσκομίζονται αντίγραφα των βιβλίων των ανωτέρω εταιρειών από τις καταχωρήσεις των οποίων θα προέκυπτε η εν λόγω εκχώρηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι, οι ανωτέρω εταιρείες ……………. και η ……….., την απαίτησή τους για  αμοιβή που εδικαιούντο από την εν λόγω σύμβαση, εκχώρησαν εγγράφως στην ενάγουσα, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο από την ενάγουσα ως σχετικό 53 ιδιωτικό συμφωνητικό. Ειδικότερα, το ακριβές περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου έχει ως ακολούθως «Οι υπογράφουσες το παρόν: αφενός μεν α] η εταιρεία περιωρισμένης ευθύνης με την          επωνυμία «………..», που εδρεύει στον Πειραιά Αττικής [………..-Πειραιάς], νόμιμα εκπροσωπούμενη και β] η υπεράκτια εταιρεία με την επωνυμία «……….” που εδρεύει στη …….. του Λιβάνου, …………, νόμιμα εκπροσωπούμενη και αφετέρου η ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «………. ……», που εδρεύει στον Πειραιά, οδός ……., νόμιμα εκπροσωπούμενη συμφωνούν, συνομολογούν και συναποδέχονται τα ακόλουθα: Οι       ενταύθα συμβαλλόμενες ανέλαβαν δυνάμει της από 21/3/2016 ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΕΡΓΟΥ, συναφθείσης μεταξύ αυτών και της εταιρείας «………» και δ.τ. «……..», που εδρεύει στο Δήμο ….. Αττικής  οδός ………, νομίμως εκπροσωπούμενης, την εκτέλεση του έργου διαχείρισης των αναφερομένων σ’ αυτήν πλοίων των ναυτικών εταιρειών ………. ……………, για ένα έτος , ήτοι 1/4/16 έως 31/3/17. Η συνολική μηνιαία αμοιβή και των τριών ενταύθα συμβαλλομένων εταιρειών για το έργο της διαχείρισης συμφωνήθηκε στο ποσό των σαράντα πέντε χιλιάδων ευρώ [45.000], καταβαλλόμενο σ’ αυτές από την «……..», κατόπιν εισπράξεώς του από τις ως άνω πλοιοκτήτριες. Με την παρούσα οι αφενός συμβαλλόμενες εταιρείες εκχωρούν στην αφετέρου συμβαλλομένη πάν ποσό αμοιβής που δικαιούνται να εισπράξουν για την συμμετοχή τους στην εκτέλεση του ως άνω έργου διαχείρισης των αναφερομένων στην ως άνω, από 21/3/2016 ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΟΥ, πλοίων και για όλη την χρονική διάρκεια της συμβάσεως αυτής. ΠΕΙΡΑΙΑΣ 22/3/2016 ΟΙ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΙ». Το εν λόγω έγγραφο, όπως επισημαίνουν η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων, δεν συντάχθηκε την 22.3.2016. Τούτο αποδεικνύεται, εκ του λόγου ότι σε αυτό, αναφέρεται ως έδρα της όγδοης εναγομένης ο Δήμος …….. Αττικής (οδός …….). Εν τούτοις, η όγδοη εναγομένη, την 22.3.2016, δεν είχε έδρα επί της ανωτέρω οδού στην περιοχή του Αμαρουσίου, αλλά η έδρα της ευρίσκετο στην …… Αττικής επί της οδού ………. Έδρα στο ……., όπως αποδεικνύεται από το προσκομιζόμενο ως σχετικό [50] από την όγδοη και ένατο των εναγομένων, από 19.8.2016 έγγραφο ιδιωτικό συμφωνητικό επαγγελματικής μισθώσεως, η όγδοη εναγομένη απέκτησε την 1.9.2016, (ημερομηνία ενάρξεως της μισθώσεως), κατόπιν  του προαναφερομένου και προσκομιζομένου ως σχετικό 50 ιδιωτικού συμφωνητικού, το οποίο κατήρτισε με τη μη διάδικο στην παρούσα δίκη εταιρεία ε την επωνυμία «………….. Ειδικότερα, με το εν λόγω συμφωνητικό παραχωρήθηκε αντί μισθώματος στην όγδοη εναγομένη η χρήση του ευρισκομένου επί των οδών ……….. και ανωνύμου οδού στην περιοχή . …. υπό στοιχείο Κ1 ισογείου ορόφου (μετά του ημιωρόφου και μιας αποθήκης), με έναρξη μισθώσεως την 1.9.2016. Δεδομένου ότι, το εν λόγω ακίνητο, η ενάγουσα δεν επικαλείται, αλλά ούτε απέδειξε ότι είναι ιδιόκτητο της όγδοης εναγομένης, παράλληλα δε, δεν επικαλείται, αλλά ούτε απέδειξε ότι, προ της 19.8.2016 και σε κάθε περίπτωση την 22.3.2016 η όγδοη εναγομένη έκανε χρήση αυτού του ακινήτου, αλλά ως προς την αναγραφή ως έδρας της όγδοης εναγομένης στο εν λόγω συμφωνητικό, στη σελίδα 117 των εγγράφων προτάσεών της, αναφέρει ότι, πρόκειται για λανθασμένη αναγραφή και μάλιστα επουσιώδης, κρίνεται ότι το από 22.3.2016 ιδιωτικό συμφωνητικό, καταρτίσθηκε μετά την 1.9.2016, οπότε η όγδοη εναγομένη εξεμίσθωσε το εν λόγω ακίνητο. Με αυτό ως δεδομένο, δεν δικαιολογείται πώς απαίτηση για τη λειτουργία της σύμβασης ενός μηνός, ήτοι ευρώ 15.000 για εκάστη των εταιρειών …………., οι αμέσως ανωτέρω δύο εταιρείες, εκχώρησαν εγγράφως στην ενάγουσα, παράλληλα δε, δεν προέβλεψαν σε αυτό το συμφωνητικό και τις απαιτήσεις τους προς αποζημίωση από αδικοπραξία που τυχόν έχουν κατά των όγδοης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων, εφόσον το εν λόγω συμφωνητικό καταρτίσθηκε, ως απεδείχθη, μετά τον μήνα Ιούνιο 2016, οπότε κατά την αγωγή έλαβε χώρα η προφορική εκχώρηση της εξ αδικοπραξίας απαίτησης των ανωτέρω εταιρειών προς την ενάγουσα. Κατόπιν των ανωτέρω, δεν αποδεικνύεται και μάλιστα πλήρως ότι, οι ανωτέρω εταιρείες ……….. και η ………… εκχώρησαν τον Ιούνιο του έτους 2016, προφορικά, στην ενάγουσα την ένδικη απαίτησή τους προς αποζημίωση από την επικαλούμενη παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των όγδοης, ενάτου και δέκατο των εναγομένων. Επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία δέχθηκε ως βάσιμη στην ουσία της την ένδικη αγωγή, καθ’ο μέρος ηγέρθη σε βάρος της ογδόης και ενάτου των εναγομένων και αφού αναγνώρισε ότι έλαβε χώρα η επικαλούμενη με την αγωγή από μηνός Ιουνίου 2016 εκχώρηση της, με την κύρια βάση της ένδικης αγωγής, αξίωσης αποζημίωσης των εταιρειών ……………….. και η …………….. προς την ενάγουσα και ότι αυτή ανήρχετο στο ποσό των ευρώ 165.000 για εκάστη των ανωτέρω εταιρειών, ακολούθως αναγνώρισε ότι η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων, οφείλουν στην ενάγουσα  και το ποσό  των ευρώ 330.000 ως εκδοχέας (η ενάγουσα) της εξ αδικοπραξίας απαίτησης των ανωτέρω εταιρειών ……… και η ………… (ως εκχωρητών), έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων. Πρέπει, επομένως, κατά τούτο, να γίνει δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του, ο δεύτερος λόγος έφεσης της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων και αφού εξαφανισθεί κατά τούτο η εκκαλουμένη απόφαση, πρέπει το παρόν Δικαστήριο να κρατήσει και δικάσει την υπόθεση (άρθρο 535 ΚΠολΔ) και να απορρίψει την ένδικη αγωγή, καθ’ο μέρος, με την κύρια βάση αυτής, η ενάγουσα ζητεί να της επιδικασθεί ως εκδοχέας αναγνωριστικώς, το ποσό των ευρώ 330.000 το οποίο, αφορά την αξίωση των εταιρειών …………. και η ……… προς υλική τους αποζημίωση, συνεπεία της επικαλούμενης στην κύρια βάση της αγωγής παράνομης και υπαίτιας συμπεριφορά των όγδοης και ενάτου των εναγομένων. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των ογδόης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων, από την οποία επήλθε ζημία στην ενάγουσα εκ ποσού ευρώ  135.220,47, εκτιμώντας τις συνθήκες, υπό τις οποίες διαπράχθηκε η πιο πάνω αδικοπραξία, επλήγη η επαγγελματική πίστη και το κύρος της ενάγουσας εταιρείας, όπως περί τούτου κατέθεσε και ο μάρτυρας ……….. (σχετικά με αριθμό ………/2019 ένορκη βεβαίωση), διότι η ανωτέρω παράνομη, ως καταχρηστική, καταγγελία της επίδικης σχέσης, που συνέδεε την ενάγουσα με την όγδοη εναγομένη, υπό του ενάτου των εναγομένων, με τη συνδρομή, ως ανωτέρω αναλύεται, του δεκάτου των εναγομένων, η οποία έγινε γνωστή στην ναυτιλιακή αγορά, δημιούργησε καχυποψία και δυσπιστία για την αποτελεσματικότητα της ενάγουσας, νεοσύστατης εταιρείας, στις υπηρεσίες διαχείρισης πλοίων. Το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες διαπράχθηκε η πιο πάνω αδικοπραξία, κρίνει ότι η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη, συνιστάμενη στη δυσμενή επίδραση στην εμπορική της φήμη και την επαγγελματική της υπόληψη. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να κινδυνεύσει το εμπορικό της μέλλον. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η επικαλούμενη με την ένδικη αγωγή απόσπαση του υπαλληλικού της προσωπικού, επί τη βάση και της οποίας η ενάγουσα αξιώνει την αιτούμενη με την αγωγή εκ ποσού ευρώ 100.000 χρηματική ικανοποίηση για αθέμιτη σε βάρος της, υπό της όγδοης εναγομένης ανταγωνιστικής πράξης, δεν αποτελεί, αυτοτελώς ορωμένης, αθέμιτη ανταγωνιστική πράξη, ενόψει του ότι, αν και η απόσπαση αυτή ελήφθη υπόψη ως στοιχείο των ειδικών περιστάσεων, υπό τις οποίες εκδηλώθηκε η ανωτέρω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά και δη η αντίθετη στα χρηστά ήθη καταγγελία της επίδικης σύμβασης, δεν απεδείχθη ότι τυγχάνει αθέμιτη ανταγωνιστική πράξη, διότι δεν προέκυψε ότι οι ως άνω ειδικώς αναφερόμενοι υπάλληλοι, οι οποίοι αποχώρησαν από την έδρα της ενάγουσας και εργάσθηκαν στην έδρα της όγδοης εναγομένης, είχαν δυσαναπλήρωτα προσόντα εις τρόπον, ώστε να επαπειλείται βασίμως,η αποδιοργάνωση της επιχείρησης της ενάγουσας ή να τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η περαιτέρω υπόστασή της και η θέση της στην αγορά, εκ του λόγου τούτου, όπως απαιτείται, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, για να στοιχειοθετηθεί αυτοτελώς αδικοπρακτική ευθύνη. Ενόψει των ανωτέρω, αφού ληφθεί υπόψη το είδος και η έκταση της προσβολής της εμπορικής φήμης και της επαγγελματικής υπόληψης της ενάγουσας, νεοσύστατης εταιρείας, η έκταση της βλάβης αυτής, η αποκλειστική υπαιτιότητα των ενάτου και δεκάτου εναγομένου, ο βαθμός συμμετοχής των ενάτου και δεκάτου των εναγομένων, η περιουσιακή κατάσταση των μερών (ενάγουσας αφενός και ογδόης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων αφ ετέρου) και η κοινωνική κατάσταση των δύο τελευταίων φυσικών προσώπων [δεδομένου ότι για κοινωνική κατάσταση νομικών προσώπων δεν δύναται να γίνει λόγος], η χρηματική ικανοποίηση της ενάγουσας για την ηθική βλάβη, που υπέστη, ανέρχεται στο δίκαιο και εύλογο ποσό των ευρώ 10.000. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του ο δεύτερος λόγος έφεσης της όγδοης και του ενάτου των εναγομένων, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, καθ’ο μέρος αναγνώρισε ότι η όγδοη και ο ένατος εναγόμενος οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον ενεχόμενοι, το ανωτέρω ποσό των 10.000 ευρώ, ως χρηματική της ικανοποίηση. Η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων, δια των ενδίκων προτάσεών τους που κατέθεσαν επί της έφεσής τους, ισχυρίζονται ότι η ενάγουσα, με το εξώδικο το οποίο κοινοποίησε στην όγδοη εναγομένη την 25.4.2016, δεν αξίωσε, πλην της αμοιβής της των 45.000 ευρώ για τον ένα μήνα απασχόλησής της την αιτούμενη με την ένδικη αγωγή αποζημίωση έως της λήξεως του χρόνου της συνεργασίας της, αλλά ούτε χρηματική ικανοποίηση. Ο ισχυρισμός αυτός, δεδομένου ότι δεν συνοδεύεται από ισχυρισμό περί παραίτησης της ενάγουσας από τις ένδικες απαιτήσεις ή ισχυρισμό περί καταχρηστικής άσκησης υπ’ αυτής των ενδίκων δικαιωμάτων της, εκτιμάται ως άρνηση της αγωγής. Σε κάθε περίπτωση, εκ του γεγονότος ότι η ενάγουσα με το ανωτέρω εξώδικό της δεν αξίωνε τις επίδικες ανωτέρω αποδειχθείσες απαιτήσεις, δεν κρίνεται ότι παραιτήθηκε από αυτές. Παράλληλα, γενομένης εν μέρει δεκτής και κατά τούτο της ένδικης αγωγής ως προς τον δέκατο εναγόμενο, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι και αυτός, ενεχόμενος εις ολόκληρον μετά της ογδόης και ενάτου των εναγομένων, οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη το ανωτέρω ποσό των 10.000 ευρώ, απορριπτομένης ως προς το επιπλέον αιτούμενο ποσό, της ίδιας αγωγής ως προς τον δέκατο των εναγομένων, ως αβασίμου στην ουσία της. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, κατά τη συμφωνία της ενάγουσας και των εταιρειών ……….και η ……………. αφενός και της όγδοης εναγομένης αφετέρου, η σχέση συνεργασίας αυτών θα ξεκινούσε με την έναρξη της λειτουργίας της βασικής σχέσης, ήτοι της σχέσης ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων με την όγδοη εναγομένη, η οποία ξεκίνησε να ισχύει από 1.4.2016, οπότε και άρχισε να ισχύει και η περί αμοιβής αυτών (ογδόης και επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών) συμφωνία. Και πράγματι απεδείχθη ότι η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου προσέλαβαν προσωπικό, απασχολούμενο αποκλειστικά με θέματα που αφορούσαν τα εν λόγω πλοία, από τον μήνα Μάρτιο του έτους 2016 (σχετικά ένορκες καταθέσεις μαρτύρων ………), όπως επίσης με ενέργειες της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών έλαβε χώρα επιθεώρηση των γραφείων τους από τον επιθεωρητή του αρμοδίου Νηογνώμονα προς έκδοση του ανωτέρω πιστοποιητικού, λήψη προσφορών προς κατάρτιση των συμβάσεων ασφαλίσεως των πλοίων. Εν τούτοις, όλες οι πράξεις, στις οποίες προέβησαν οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου έως και την 31.3.2016, που αφορούσαν το έργο της διαχείρισης των εν λόγω πλοίων, κρίνεται ότι έλαβαν χώρα στα πλαίσια κατάρτισης των συμβάσεων ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων προς την όγδοη εναγομένη. Και απεδείχθη πράγματι ότι οι φάκελοι της διαχείρισης των πλοίων και οι κωδικοί πρόσβασης στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις, μέσω των οποίων θα εγίνετο η διαχείριση των εν λόγω πλοίων (κατά το τεχνικό τους τμήμα), παρεδόθησαν στους υπαλλήλους των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου τον μήνα Μάρτιο 2016. Πλην όμως, η παράδοση των πλοίων από τις επτά πρώτες εναγόμενες ολοκληρώθηκε με την υπογραφή των ανωτέρω από 1.4.2016 συμβάσεων ανάθεσης. Η επιθεώρηση των πλοίων, προκειμένου και για την έναρξη της λειτουργίας της σύμβασης ανάθεσης, κατά το από 22.4.2016 εξώδικο της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών, ξεκίνησε την 30.3.2016 αλλά ολοκληρώθηκε την 1.4.2016, οπότε έλαβε χώρα και η παραλαβή των πλοίων, δεδομένου ότι στο εν λόγω εξώδικο η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες αναφέρουν «… Πράγματι από την Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016 ξεκινήσαμε να επιθεωρούμε τα πλοία προς παραλαβή και την Παρασκευή 1 Απριλίου μ2016 ολοκληρώθηκε η παραλαβή των πλοίων από εμάς…». Δεδομένου ότι, όπως απεδείχθη ανωτέρω, κατά τη συμφωνία της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου με την όγδοη εναγομένη, οι πρώτες ανέλαβαν την εκτέλεση της διαχείρισης των εν λόγω πλοίων κατά το τεχνικό τους μέρος, όπως αυτήν όφειλε να εκτελέσει η όγδοη εναγομένη έναντι των πλοιοκτητριών εταιρειών. Εφόσον η βασική σχέση ανάθεσης άρχισε να λειτουργεί από την 1.4.2016, δικαίωμα αμοιβής και για την επίδικη σχέση (ενάγουσας και ανωτέρω εταιρειών του ομίλου με την όγδοη εναγομένη) κατά τη συμφωνία των μερών γεννήθηκε από την 1.4.2016. Σε αντίθετη κρίση το Δικαστήριο δεν δύναται να αχθεί από τις καταθέσεις των μαρτύρων της ενάγουσας, που κάνουν λόγο για συμπλήρωση του πρώτου μήνα διαχείρισης την 21.4.2016, ούτε από την έκδοση από την ενάγουσα του από 21.4.2016 τιμολογίου, με το οποίο ζητούσε την αμοιβή της, στο οποίο μάλιστα τιμολόγιο η ίδια η ενάγουσα ανέγραψε υπό της λέξεως «αιτιολογία» τη φράση «Αμοιβή Διαχ. Απριλίου 2016…». Το γεγονός ότι η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες προέβησαν, στο χρονικό διάστημα από 21.3.2016 έως την 31.3.2016, σε σειρά πράξεων, όπως ανωτέρω αναλύονται, δεν κρίνεται ότι γέννησε υπέρ αυτών και δικαίωμα αμοιβής ειθισμένης αμοιβής, όπως επικουρικά η ενάγουσα αξιώνει, διότι οι εργασίες, στις οποίες προέβη, προηγούντο χρονικά της παράδοσης των πλοίων και ουσιαστικά είναι οι πράξεις που όφειλε, χωρίς αμοιβή, στα πλαίσια ανάθεσης του έργου, να πράξει η όγδοη εναγομένη για την έναρξη λειτουργίας των συμβάσεων ανάθεσης. Εάν δεν μεσολαβούσε η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες, τις πράξεις αυτές (επιθεώρηση γραφείων από νηογνώμονα, ασφάλιση πλοίων, έκδοση αναγκαίων για την παραλαβή των πλοίων εγγράφων κ.λπ.) θα εκτελούσε η ίδια η όγδοη εναγομένη, χωρίς να λάβει, για το ίδιο διάστημα αμοιβή, αφού αυτές ήταν αναγκαίες για την έναρξη λειτουργίας των συμβάσεων ανάθεσης. Ειδικώς, για τις αναφερόμενες στην αγωγή εργασίες «προετοιμασία και μεταφορά/πρόσληψη 142 ατόμων/πληρώματα», τις οποίες η ενάγουσα αναφέρει ότι διεκπεραιώθηκαν μέσα σε δύο μόλις ημέρες με μηδενικές απώλειες, εάν δεν μεσολαβούσαν οι ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες, στις οποίες η όγδοη εναγομένη είχε αναθέσει τη διαχείριση των εν λόγω πλοίων κατά το τεχνικό τους μέρος, όφειλαν να διεκπεραιωθούν από την όγδοη εναγομένη προ της έναρξης λειτουργίας των συμβάσεων αναθέσεως, αφού με την υπογραφή των συμβάσεων και την έναρξη λειτουργίας αυτών, η όγδοη εναγομένη αναλάμβανε, κατά τους όρους των συμβάσεων ανάθεσης, κάθε αστική και ποινική ευθύνη όσον αφορά στο πλήρωμα των ανωτέρω πλοίων. Όπως το περιεχόμενο της σύμβασης, η οποία καταρτίσθηκε μεταξύ της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών, αποδείχθηκε, όλες οι επιμέρους πράξεις, στις οποίες προέβη η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου προ της 1.4.2016, δεν αποτελούν πράξεις διαχείρισης, για τις οποίες αυτές εδικαιούντο πρόσθετης, επιπλέον της συμφωνηθείσας αμοιβής, αλλά εντάσσονται στην προεργασία λειτουργίας της εν λόγω σύμβασης. Κατόπιν των ανωτέρω, η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες, για τις παρασχεθείσες από αυτές υπηρεσίες διαχείρισης των εν λόγω πλοίων κατά το τεχνικό τους μέρος, κατά το διάστημα που λειτούργησε η μεταξύ των διαδίκων σύμβαση, εδικαιούντο το ποσό των ευρώ [45.000 συνολικά συμφωνηθείσα αμοιβή δια 30 ημέρες = 1500 επί 21 ημέρες δεδομένου ότι την 21.4.2016 καταγγέλθηκε η ένδικη σύμβαση, έως ότου και η ενάγουσα αξιώνει την συμφωνημένη, άλλως ειθισμένη αμοιβή =] 31.500 εκ του οποίου, κατά τα συμφωνηθέντα, εκάστη των ανωτέρω εταιρειών (ενάγουσα και εταιρείες ενάγουσα και τις εταιρείες …………………. και η ………….] εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 10.500. Το ποσό αυτό, όσον αφορά στην αμοιβή της ίδιας της ενάγουσας για τις παρασχεθείσες υπ’ αυτής εργασίες, η όγδοη εναγομένη οφείλει να καταβάλει, νομιμοτόκως από την 22.4.2016, ως αιτείται η ενάγουσα, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως του  άρθρου 655 εδ.β ΑΚ, ενόψει της λήξεως της ένδικης σύμβασης. Παράλληλα, απεδείχθη ότι, δυνάμει της προσκομιζόμενης, φέρουσας ημερομηνία 22.3.2016, έγγραφης σύμβασης, οι ανωτέρω εταιρείες ………………. και η …………….., εκχώρησαν, την περί καταβολής της αμοιβής τους, ανερχομένη στο ποσό των 15.000 ευρώ για εκάστη εξ αυτών, κατά τα συμφωνηθέντα, απαίτηση για τις παρασχεθείσες υπ’ αυτών εργασίες από την 21.3.2016 έως την καταγγελία της ένδικης σύμβασης. Με την εν λόγω σύμβαση, εφόσον στο ανωτέρω έγγραφο δεν ορίζεται διαφορετικά, εκχωρήθηκαν και οι καθυστερούμενοι τόκοι, κατά τις διατάξεις του άρθρου 459 ΑΚ. Παράλληλα, αποδεικνύεται ότι, σε κάθε περίπτωση με την ένδικη αγωγή της η ενάγουσα ανήγγειλε, κατά τις διατάξεις του άρθρου 460 ΑΚ, την ανωτέρω εκχώρηση. Η όγδοη εναγομένη, δια της ένδικης εφέσεώς της, ισχυρίζεται ότι, η ένδικη έγγραφη σύμβαση εκχώρησης, τυγχάνει ψευδής, εικονική και όψιμη, ενόψει του χρόνου που ανεγράφη στο έγγραφο εκχωρήσεως ότι αυτή έλαβε χώρα, διότι στο έγγραφο εκχωρήσεως ανεγράφη ως ημερομηνία εκχωρήσεως η 22.3.2016 και παράλληλα στο ίδιο έγγραφο αναφέρθηκε ως έδρα της ιδίας (όγδοης εναγομένης) η περιοχή του Δήμου ……., ενώ την 22.3.2016 η έδρα της (όγδοης εναγομένης) ήταν αυτή της ….. και δη επί της οδού ……., μεταβλήθηκε δε αυτή (έδρα όγδοης εναγομένης) και απέκτησε έδρα στην περιοχή του ……, την 1.9.2016. Εν τούτοις, η όγδοη εναγομένη δεν αμφισβητεί ότι νόμιμος εκπρόσωπος όλων των ανωτέρω εταιρειών είναι ο ………. ………., με τη σημείωση μάλιστα ότι η αναφερομένη σε αυτό αλλοδαπή εταιρεία ………, στην έγγραφη σύμβαση εκχώρησης αναφέρεται ότι εδρεύει στη ….. του Λιβάνου, ήτοι επρόκειτο για την αντισυμβαλλομένη της εταιρεία. Ο ισχυρισμός της όγδοης εναγομένης περί «ψευδούς, οψίμου και εικονικής εκχωρήσεως», ο οποίος τυγχάνει νόμιμος, καθ’ο μέρος η όγδοη εναγομένη επικαλείται εικονικότητα, θεμελιούμενος στις διατάξεις του άρθρου 138 ΑΚ και άρνηση κατά τα λοιπά, κρίνεται αβάσιμος στην ουσία του. Ειδικότερα, πράγματι, όπως αναλύεται και ανωτέρω, δεν είναι δυνατόν το εν λόγω έγγραφο εκχωρήσεως να συντάχθηκε την 22.3.2016, κατά τα αναγραφόμενα σε αυτή, όπως βασίμως υποστηρίζει η όγδοη εναγομένη. Εν τούτοις, από το περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου, προκύπτει σαφώς ότι οι ανωτέρω εταιρείες …………. και η …………. εκχωρούν στην ενάγουσα την απαίτησή τους περί καταβολής της συνομολογηθείσας αμοιβής, την οποία αυτές διατηρούν κατά της όγδοης εναγομένης εκ της επιδίκου συμβάσεως. Η συνομολογηθείσα με το εν λόγω έγγραφο εκχώρηση απαιτήσεων, για την κατάρτιση της οποίας δεν αμφισβητείται η νόμιμη εκπροσώπηση των ανωτέρω εταιρειών κατά τη σύνταξή της, δεν απεδείχθη ότι έγινε, όπως αβασίμως υποστηρίζει η όγδοη εναγομένη, υπό των νομίμων εκπροσώπων των εταιρειών που συνεβλήθησαν στην εν λόγω σύμβαση εκχώρησης, μόνον κατά το φαινόμενον, ενόψει του ότι προς τούτο, καμία σχετική απόδειξη δεν προσεκόμισε η έχουσα το βάρος απόδειξης του εν λόγω ισχυρισμού, όγδοη εναγομένη. Το γεγονός ότι, επ’ αυτής, ανεγράφη άλλη ημέρα κατάρτισης της εν λόγω συμβάσεως από αυτήν, κατά την οποία αυτή πράγματι καταρτίσθηκε και η οποία εντοπίζεται χρονικά μετά την 1.9.2016, δεν δύναται να οδηγήσει από μόνον αυτό το γεγονός ότι η εν λόγω σύμβαση εκχωρήσεως έγινε κατά το φαινόμενον μόνο και όχι σοβαρά μεταξύ των ανωτέρω συμβαλλομένων εταιρειών, ήτοι με πρόθεση συμβατικής δέσμευσης των με αυτή συμβαλλομένων. Προς επίρρωση των ανωτέρω, η όγδοη εναγομένη δεν επικαλείται ότι οι ανωτέρω εταιρείες ………. και η ………. έχουν εγείρει σε βάρος τους έτερη αγωγή. Ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ο περί εικονικότητος της εν λόγω συμβάσεως εκχωρήσεως ισχυρισμός της όγδοης εναγομένης, ως αβάσιμος στην ουσία του. Κατόπιν των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι η ενάγουσα έχει απαίτηση κατά της όγδοης εναγομένης προς καταβολή της ανωτέρω συμφωνηθείσας αμοιβής του συνολικού ποσού των ευρώ 31.500, κατά μεν το ποσό των ευρώ 10.500 ως συνομολογηθείσα αυτής αμοιβή, κατά δε το υπόλοιπο ποσό των 21.000 ευρώ, ως εκχωρηθείσα σε αυτήν απαίτηση αμοιβής των ανωτέρω εταιρειών ………………και η ………., ανερχομένη για εκάστη εξ αυτών, στο ποσό των ευρώ 10.500. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο δέκατο λόγο της ένδικης έφεσης, αφού απέρριψε σιωπηρά το αίτημα της ενάγουσας περί επιδίκασης σε αυτήν του ανωτέρω ποσού των 31.500 ευρώ. Πρέπει, επομένως, κατά τούτο, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και το παρόν Δικαστήριο, αφού κρατήσει να δικάσει την ένδικη αγωγή (άρθρο 535 ΚΠολΔ) και να κάνει αυτή, κατά τούτο, δεκτή ως εν μέρει βάσιμη και στην ουσία της και περαιτέρω, πρέπει να υποχρεωθεί η όγδοη εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των ευρώ 31.500, νομιμοτόκως από την 22.4.2016. Περαιτέρω, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δεν απεδείχθη, όπως η ενάγουσα ισχυρίζεται με την ένδικη αγωγή της ότι, οι επτά πρώτες εναγόμενες, ενεργούσες δια των νομίμων εκπροσώπων τους και των προστηθέντων, αρμοδίων για την ανωτέρω προκήρυξη υπαλλήλων αυτών, έπεισαν τον………. να συμβληθεί εγγράφως και προφορικώς και να παράσχει τα ανωτέρω οικονομικά στοιχεία της ενάγουσας εταιρείας, καθώς και στοιχεία αποδεικτικά της εμπειρίας της στη διαχείριση πλοίων και να συντάξει τους σχετικούς φακέλους νομιμοποίησης και τεχνικής προσφοράς συμμετοχής της όγδοης εναγομένης στο ανωτέρω διαγωνισμό, δια των αναφερομένων στην αγωγή συμπεριφορών τους, για τις οποίες (συμπεριφορές) θα γίνει λόγος ακολούθως, ευρισκόμενες (οι επτά πρώτες εναγόμενες) σε συμπαιγνία με τον ένατο των εναγομένων, νόμιμο εκπρόσωπο της όγδοης εναγομένης και τον δέκατο των εναγομένων. Αδιάψευστο στοιχείο για την κρίση αυτή, αποτελεί το από 11.12.2015 ηλεκτρονικό μήνυμα, το οποίο απέστειλε, αμέσως μετά με την έκδοση της προκήρυξης των ………., η αρμόδια υπάλληλος για την εν λόγω προκήρυξη, …………….., προσωπικά στον ……. ………., με το οποίο καλούσε την …. να καταθέσει προσφορά για τον εν λόγω διαγωνισμό με καταληκτική ημερομηνία υποβολής της την 31.12.2015. Του εν λόγω ηλεκτρονικού μηνύματος, ο   ………. έλαβε γνώση ο ίδιος, διότι την επομένη ημέρα (12.12.2015) απήντησε στην ανωτέρω υπάλληλο και την παρέπεμψε στον ένατο εναγόμενο, ως πλέον αρμόδιο επί του θέματος, ως αναλύεται και ανωτέρω. Η ίδια υπάλληλος, επέμεινε στο θέμα της εταιρείας που θα συμμετείχε στον εν λόγω διαγωνισμό. Όπως απεδείχθη, την 14.12.2015, απέστειλε στον ένατο πλέον εναγόμενο, στον οποίο ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας την είχε με το προηγούμενο ηλεκτρονικό του μήνυμα παραπέμψει, νέο ηλεκτρονικό μήνυμα, από το οποίο προκύπτει ότι η μορφή συμμετοχής της όγδοης εναγομένης στον εν λόγω διαγωνισμό, όπως αυτός προέκυπτε από το ανωτέρω ερωτηματολόγιο, είχε προβληματίσει την εν λόγω υπάλληλο και για αυτό το λόγο αυτή είχε μάλιστα απευθυνθεί και στη νομική σύμβουλο των ………., δεδομένου ότι ανέφερε στο εν λόγω μήνυμα «Μετά τη συνάντηση που είχαμε, ξανασυζητήσαμε το ζήτημα με τη νομική μας υπηρεσία η οποία συμβούλευσε τα παρακάτω…». Παράλληλα, και σε αυτό το ηλεκτρονικό μήνυμα η εν λόγω υπάλληλος προσκάλεσε τις εταιρείες ……. να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό, διότι  ανέφερε σε αυτό «…Η ………., είναι εταιρεία του Ν. 89. Ως τέτοια εταιρεία η ….. δεν μπορεί να έχει έσοδα στην Ελλάδα, δηλαδή δεν μπορεί να συνάψει σύμβαση έργου με εταιρεία του Ν. 959 (εάν αυτό ήταν δυνατό θα συνάπταμε απευθείας με μια τέτοια εταιρεία σύμβαση διαχείρισης). Επίσης η εταιρεία Ν. 959 η οποία τελικά θα συμβληθεί με τα ………., οφείλει να έχει ουσιαστική σχέση με την αντίστοιχη εταιρεία Ν. 89 η οποία έχει τεχνικά αξιολογηθεί για το έργο που καλείται να εκτελέσει (δηλαδή ίδια στελέχη και νόμιμος εκπρόσωπος ο ουσιαστικός δικαιούχος της εταιρείας). Για τους παραπάνω λόγους, η πρόσκληση στον διαγωνισμό απευθύνεται στην ……., η οποία σε περίπτωση συνεργασίας θα κληθεί να ιδρύσει εταιρεία του Ν. 959 με τις προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Συνεπώς παρακαλούμε για την απάντηση της …… στην πρόσκληση του διαγωνισμού.». Εάν πράγματι, όπως η ενάγουσα αναφέρει στην αγωγή της, οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες ευρίσκοντο σε συμπαιγνία με τον ένατο εναγόμενο, προκειμένου η όγδοη εναγομένη, εκμεταλλευομένη τα στοιχεία και αποδεικτικά έγγραφα της ενάγουσας (και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου) να αναλάβει αυτή τον διαγωνισμό και μάλιστα είχε προαποφασισθεί η ανάθεση του έργου της διαχείρισης των πλοίων των εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών στην όγδοη εναγομένη και εάν πράγματι, εν γνώσει των νομίμων εκπροσώπων των επτά πρώτων εναγομένων – πλοιοκτητριών εταιρειών και των υπαλλήλων – προστηθέντων αυτών (επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών), ο ένατος εναγόμενος είχε προσεγγίσει τον … ………., όπως η ενάγουσα αναφέρει στην αγωγή της, η ανωτέρω υπάλληλος δεν θα ζητούσε αρχικά από τον .. ………. και μάλιστα, κατόπιν νομικών συμβουλών που ζήτησε από την νομική υπηρεσία των ………., να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό οι εταιρείες ….. Τούτο, μάλιστα, η ανωτέρω υπάλληλος δεν έπραξε μία φορά, αλλά με δύο, ως ανωτέρω αναλύεται, ηλεκτρονικά μηνύματα κάλεσε την ενάγουσα εταιρεία να υποβάλει πρόταση στην εν λόγω προκήρυξη. Η μη συμμετοχή της ενάγουσας, δια της υποβολής προσφοράς – πρότασης στον ανωτέρω προκηρυχθέντα μειοδοτικό διαγωνισμό, απεδείχθη ότι ήταν επιλογή του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας εταιρείας, ο οποίος, για τους ιδικούς του επιχειρηματικούς λόγους, επέλεξε να μην μετάσχει στον ανωτέρω μειοδοτικό διαγωνισμό η ενάγουσα, αλλά να παράσχει, δια συμβάσεως που κατήρτισε με την όγδοη εναγομένη, μέσω του ενάτου εναγομένου, στα πλαίσια (υπ)εντολής και αφού η όγδοη εναγομένη κατήρτιζε εν τέλει σύμβαση με τις επτά πρώτες εναγόμενες, να εκτελέσει τις πράξεις διαχείρισης, κατά το τεχνικό τους μέρος, όπως ανέφερε η όγδοη ενάγουσα στην προσφορά που αυτή υπέβαλε, όχι εν αγνοία της ενάγουσας και του νομίμου εκπροσώπου της, αλλά εν γνώσει και με τη συμμετοχή αυτού, αφού υπάλληλοι της ενάγουσας συνέταξαν τους φακέλους νομιμοποίησης και τεχνικής προσφοράς. Μάλιστα, όπως απεδείχθη ανωτέρω, προκειμένου οι επτά πρώτες εναγόμενες πλοιοκτήτριες να πεισθούν ότι υπήρχε πράγματι ουσιαστικός δεσμός μεταξύ της ενάγουσας εταιρείας και της όγδοης εναγομένης, ο νόμιμος εκπρόσωπος της τελευταίας, δέχθηκε και ως αναλύεται ανωτέρω, την 9.12.2016 μετείχε ως μέλος στο ΔΣ της ενάγουσας. Παράλληλα, η ενάγουσα, σε κανένα σημείο της αγωγής της δεν αναφέρει ότι επιθυμούσε να υποβάλει η ίδια προσφορά – πρόταση συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό και αποτράπηκε στην υποβολή της από τις επτά πρώτες εναγόμενες. Η ενάγουσα, περαιτέρω, με την ένδικη αγωγή της, ισχυρίζεται ότι παρείχε τα ανωτέρω στοιχεία (οικονομικά και αποδεικτικά της εμπειρίας της στη διαχείριση των πλοίων) αναγκαία για την ανάθεση του έργου της διαχείρισης των πλοίων από τις επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες, στην όγδοη εναγομένη και επιπλέον, ότι συνεβλήθη προφορικά και εγγράφως, διότι ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτής πείσθηκε από τις, ψευδείς, ως αναφέρει στην αγωγή της, διαβεβαιώσεις των νομίμων εκπροσώπων και των προστηθέντων, αρμοδίων για την Προκήρυξη του Διαγωνισμού, υπαλλήλων των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών, ότι η ουσιαστική διαχείριση των πλοίων αυτών, θα γινόταν από την ενάγουσα εταιρεία και τις ανωτέρω εταιρείες του ιδίου Ομίλου. Μάλιστα, στα πλαίσια του δευτέρου πρόσθετου λόγου εφέσεως, ισχυρίζεται ότι, αυτοί, παρέστησαν εν γνώσει τους ψευδώς στον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας ότι θα έχει ετήσιο επιχειρηματικό κέρδος, εάν τους γνωστοποιούσε, με τους φακέλους υποψηφιότητας, τα επιχειρηματικά στοιχεία του ομίλου του, επιδιώκοντας παράνομη οικονομική ωφέλεια των όγδοης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων. Εν τούτοις, (ι) τα οικονομικά και επιχειρηματικά της στοιχεία, η ενάγουσα από της συστάσεώς της και ουσιαστικά οι ανωτέρω εταιρίες του Ομίλου ……….. και ……. – αφού και η ενάγουσα, ως απεδείχθη ανωτέρω, συνεστήθη, ενόψει του εν λόγω διαγωνισμού, τον μήνα Νοέμβριο του έτους 2016- χορήγησαν στην όγδοη εναγομένη ήδη προ της εκδόσεως της Προκήρυξης από την ……….  , προκειμένου αρχικώς να συνταχθεί το προαναφερόμενο «ερωτηματολόγιο», το οποίο η όγδοη εναγομένη συνέταξε και υπέβαλε προς την ……….  , προ της εκδόσεως της εν λόγω Προκήρυξης, ως απεδείχθη και εκτίθεται ανωτέρω, και σε κάθε περίπτωση έως της υποβολής των φακέλων συμμετοχής και της οικονομικής προσφοράς στον εν λόγω διαγωνισμό, από την όγδοη εναγομένη, σε εκτέλεση μάλιστα συμφωνίας του νομίμου εκπροσώπου της………. με αυτήν (όγδοη εναγομένη), χωρίς να αποδεικνύεται ότι προς τούτο την ώθησαν οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες. Έως τότε, με δεδομένο ότι η οικονομική προσφορά κατετέθη υπό της ογδόης εναγομένης για συμμετοχή της στον εν λόγω διαγωνισμό την 14.1.2016, δεν απεδείχθη ότι έλαβε χώρα συνάντηση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας με τους νομίμους εκπροσώπους των επτά πρώτων εναγομένων και των προστηθέντων αυτών υπαλλήλων, στα πλαίσια της οποίας αυτοί διαβεβαίωσαν τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας ότι, η ουσιαστική διαχείριση των πλοίων τους, θα εγίνετο υπό των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου, σε περίπτωση που αυτές (επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες) αποδέχονταν την πρόταση της όγδοης εναγομένης. Κανείς των μαρτύρων δεν κατέθεσε ότι, προ της λήξεως της προθεσμίας υποβολής των προσφορών – προτάσεων στο διαγωνισμό από της ενδιαφερομένους για συμμετοχή τους σε αυτόν, έλαβε χώρα τέτοια συνάντηση. Η αναφερόμενη στη με αριθμό ……./30.5.2017 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος της ενάγουσας………., δικηγόρου του ………….. (σχετικά με αριθμό ……/30.5.2017) πρώτη συνάντηση των νομίμων εκπροσώπων των επτά πρώτων εναγομένων και της ενάγουσας, την οποία η ίδια μάρτυρας τοποθετεί χρονικά τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2016, ο δε μάρτυρας . ……….. στην περιεχόμενη στη με αριθμό …………./2019 ένορκη βεβαίωσή του τον μήνα Μάρτιο 2016, ημερομηνία η οποία κρίνεται ως πλέον πειστική, διότι οι συμμετέχοντες σε αυτή ……….. και ………., στις ανωτέρω ένορκες βεβαιώσεις τους, κατέθεσαν ότι, προσελήφθησαν υπό της εναγούσης και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου τον μήνα Μάρτιο 2016, δεν κρίνεται ότι έλαβε χώρα προ της παρέλευσης της προθεσμίας υποβολής προσφορών συμμετοχής στο διαγωνισμό, γεγονός μάλιστα που ούτε η ίδια μάρτυρας καταθέτει, αλλά έλαβε χώρα ακολούθως, στα πλαίσια αξιολόγησης της προσφοράς – πρότασης συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό της όγδοης εναγομένης. Ο μάρτυρας ……, στην προαναφερομένη με αριθμό ……/2017 ένορκη βεβαίωσή του, κατέθεσε ότι, ο ίδιος ήταν παρών συνολικά σε  πέντε συναντήσεις, οι οποίες έλαβαν χώρα μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας και στελεχών εταιρειών του, του ενάτου εναγομένου και συνεργατών του και των εκπροσώπων των πλοιοκτητριών της ………., με θέμα συζήτησης, κατά την κατάθεσή του, την εξεύρεση λύσης για τη διαχείριση, διότι, όπως κατέθεσε, ενώ θα γίνονταν από τις εταιρείες της ………., κατ’ όνομα, θα φαινόταν ως διαχειρίστρια η ένατη εναγομένη, πλην όμως δεν τοποθετεί χρονικά πότε έλαβαν χώρα οι εν λόγω συναντήσεις. Παράλληλα, έως της υποβολής της προσφοράς – πρότασης της όγδοης εναγομένης περί συμμετοχής στον ανωτέρω διαγωνισμό, έγγραφη δέσμευση του………. δεν προκύπτει και μάλιστα προς τις επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες, πλην των από 16.11.2016 προσυμφώνων συμβάσεων έργου, τα οποία υπεβλήθησαν μαζί με τους φακέλους της προσφοράς – πρότασης της όγδοης εναγομένης, για τα οποία ομοίως γίνεται αναφορά ανωτέρω, τα οποία, εν τούτοις, καταρτίσθηκαν μεταξύ της ενάγουσας και των εταιρειών του ομίλου και της όγδοης εναγομένης. Καμία μαρτυρική κατάθεση δεν αναφέρεται στα εν λόγω προσύμφωνα και κυρίως κανείς των μαρτύρων δεν βεβαιώνει ότι στην κατάρτιση αυτών η ενάγουσα προέβη, κατόπιν οιωνδήποτε διαβεβαιώσεων των νομίμων εκπροσώπων των επτά πρώτων εναγομένων και των προστηθέντων αυτών υπαλλήλων. Παράλληλα, η μόνη προφορική δέσμευση, που απεδείχθη ότι έλαβε χώρα έως του εν λόγω χρονικού σημείου, ήτοι έως της λήξεως της προθεσμίας υποβολής πρότασης συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό,  ήταν μεταξύ των εταιρειών του Ομίλου και της όγδοης εναγομένης. Εξ ουδενός, επομένως, αποδεικτικού στοιχείου, έως της λήξεως της προθεσμίας υποβολής πρότασης για συμμετοχή στο διαγωνισμό, αποδεικνύεται διαβεβαίωση, είτε ρητή, είτε σιωπηρή υπό των νομίμων εκπροσώπων των επτά πρώτων εναγομένων ή των προστηθέντων υπαλλήλων αυτών ότι η ενάγουσα και οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου του θα αναλάβουν ουσιαστικά τη διαχείριση των πλοίων τους, εάν ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας συνέδραμε την όγδοη εναγομένη σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την υποβολή πρότασης συμμετοχής στο ανωτέρω διαγωνισμό. Σε αντίθετη κρίση το Δικαστήριο δεν δύναται να αχθεί από την μαρτυρική κατάθεση της ανωτέρω μάρτυρος της ενάγουσας………., (σχετικά με αριθμό ……./30.5.2017) κατά την οποία «… Γνωρίζω καλά ότι ο κ. ………. δέχθηκε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό και να διευκολύνει και τις πλοιοκτήτριες και την ………. να γίνει επ’ ονόματί της η ανάθεση, διότι πείσθηκε τόσο από τις υποσχέσεις και τις διαβεβαιώσεις του κ. ………. ότι θα είχαν αμφότεροι οικονομικό όφελος διότι η ουσιαστική διαχείριση θα εγίνετο από τις εταιρείες του όσο και από την στάση και τα λεγάμενα των εκπροσώπων των πλοιοκτητριών ότι το έργο της διαχείρισης θα εκτελούσαν οι εταιρείες του κ. ………. οπωσδήποτε γι’ αυτό και έθεταν την διαλυτική αίρεση. Είναι αυτονόητο ότι χωρίς αυτές τις διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις δεν θα συμμετείχε….». Και τούτο διότι, ακόμη κι αν γίνει δεκτό ότι η ανωτέρω μάρτυρας, παριστάμενη στη δεύτερη εκ των δύο συναντήσεων που απεδείχθη ότι έλαβαν χώρα μεταξύ των νομίμων εκπροσώπων της ενάγουσας και των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών, την οποία η ίδια τοποθετεί χρονικά αμέσως μετά την 15.2.2016, οπότε οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες συνέταξαν και απέστειλαν προς την ενάγουσα το ανωτέρω αναφερόμενο στην αγωγή ως σχέδιο «τριμερούς σύμβασης» [δεδομένου ότι από κανέναν είτε των διαδίκων είτε των μαρτύρων τίθεται ζήτημα διαλυτικής αίρεσης προ του εν λόγω σχεδίου], ως αυτήκοος μάρτυρας παρισταμένη στην εν λόγω συνάντηση, καταθέτει ότι άπαντες οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, παρισταμένης και της δικηγόρου της ………., διαβεβαίωσαν τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας «…ότι το έργο της διαχείρισης θα εκτελούσαν οι εταιρείες του κ. ………. οπωσδήποτε, γι’ αυτό και έθεταν την διαλυτική αίρεση…», σ’ εκείνο το χρόνο, ήτοι μετά την 14.1.2016, καμία αξία δεν είχε για την απόφαση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας η ανωτέρω διαβεβαίωση, αφού όλα τα αναγκαία στοιχεία η ενάγουσα είχε ήδη παραδώσει στην όγδοη εναγομένη, η οποία τα είχε υποβάλει με την αίτηση συμμετοχής της στον ανωτέρω διαγωνισμό ήδη από την 14.1.2016, οπότε αποδεικνύεται η υποβολή της οικονομικής της προσφοράς. Εξάλλου, προ των συναντήσεων του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας με τους νομίμους εκπροσώπους των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, η ενάγουσα είχε ήδη καταρτίσει τη σύμβαση με την όγδοη εναγομένη, δυνάμει της οποίας και εγείρει τις ένδικες απαιτήσεις της. Ενόψει των ανωτέρω, δεν αποδεικνύεται ούτε ότι αυτές (επτά πρώτες εναγόμενες), εκμεταλλεύτηκαν και δη κακόπιστα και ανήθικα τα στοιχεία της ενάγουσας, προκειμένου να εξασφαλίσουν την προειλημμένη απόφαση ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους στην όγδοη εναγομένη, δίδοντας νομιμοφάνεια σε μια παράνομη και αντισυμβατική ανάθεση έργου, όπως η ενάγουσα ισχυρίζεται στα πλαίσια του πέμπτου λόγου της ένδικης έφεσης. Μετά τη λήξη του χρόνου υποβολής προσφοράς – αίτησης συμμετοχής στον προκηρυχθέντα διαγωνισμό, ήτοι στο στάδιο των διαπραγματεύσεων για την κατάρτιση της σύμβασης ανάθεσης του έργου της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών με  την όγδοη εναγομένη, η μόνη πράξη, στην οποία προέβη η ενάγουσα έως της υπογραφής της συμβάσεως της ανάθεσης, ήταν η υπογραφή των από 21.3.2016 συμφωνητικών με την όγδοη εναγομένη, με τις οποίες αναλάμβανε αυτή (ενάγουσα), αλλά και οι ανωτέρω δύο εταιρείες του Ομίλου, να παρέχουν στην όγδοη εναγομένη υπηρεσίες τεχνογνωσίας και εμπειρίας, ως ειδικότερα αναλύεται ανωτέρω. Ενόψει του ότι, η ενάγουσα δεν είχε υποβάλλει προσφορά συμμετοχής στον ανωτέρω μειοδοτικό διαγωνισμό, ούτε παράλληλα αυτή (ενάγουσα) ισχυρίζεται με την αγωγή της ότι, κατά τον ίδιο χρόνο ευρίσκετο αυτή ατομικά σε διαπραγματεύσεις, ανεξάρτητες και πέραν της διαδικασίας της προκήρυξης του ανωτέρω διαγωνισμού, με τις επτά πρώτες εναγόμενες, η απαίτηση των επτά πρώτων εναγομένων από την όγδοη εναγομένη να προσκομίσει σύμβαση αυτής (όγδοης εναγομένης) με την ενάγουσα (και τις δύο ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου) με αντικείμενο «τη μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας από αυτές προς τη Διαχειρίστρια, ως προς τη διαχείριση των πλοίων και με διάρκεια τουλάχιστον μέχρι την κατά τα άνω ημερομηνία λήξης των συμβάσεων διαχείρισης», δεν έγινε προκειμένου η ενάγουσα, ως ουσιαστικός διαχειριστής των εν λόγω πλοίων να εξασφαλισθεί από τη μη αναφορά της στη σύμβαση ανάθεσης, αλλά προς εξασφάλιση των ιδίων των επτά πρώτων εναγομένων, ότι η εκτέλεση του έργου της διαχείρισης θα εγίνετο προσηκόντως υπό της ογδόης των εναγομένων, δεδομένου ότι από την αίτηση συμμετοχής – προσφοράς στον εν λόγω διαγωνισμό της όγδοης εναγομένης, προέκυπτε ότι, τα στοιχεία εμπειρίας και τεχνογνωσίας που παρουσίαζε, ήταν αυτά των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου και επιπλέον, προέκυπτε ότι, η όγδοη εναγομένη, για το τεχνικό κομμάτι «έχει συνάψει σύμβαση έργου με τις ανωτέρω εταιρείες». Επομένως, για το τεχνικό κομμάτι της εν λόγω διαχείρισης, είχε ήδη η όγδοη εναγομένη συμφωνήσει με την ενάγουσα και τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου ότι οι αναγκαίες υπηρεσίες θα παρείχοντο από την ενάγουσα και τις εταιρείες του ομίλου. Τούτο δε, όπως προελέχθη, όχι κατ΄ απαίτηση των επτά πρώτων εναγομένων, αλλά διότι αυτό είχαν προσυμφωνήσει ήδη προ της υποβολής προσφοράς συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό, ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας και ο νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης. Ειδικότερα, απεδείχθη ότι, αρχικά, όπως διεξοδικά αναπτύσσεται ανωτέρω, προκειμένου οι επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες να εξασφαλισθούν ότι η όγδοη εναγομένη, ως ανέφερε, στο τεχνικό κομμάτι θα συνεργάζονταν με τις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου για την εκτέλεση του έργου της ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους, μετά την ολοκλήρωση της προθεσμίας υποβολής προσφορών αλλά και της αποσφράγισης των οικονομικών προσφορών των συμμετεχόντων στον εν λόγω διαγωνισμό, υπέβαλαν σχέδιο «τριμερούς σύμβασης», το περιεχόμενο του οποίου εκτίθεται αυτούσιο ανωτέρω, με το οποίο προεβλέπετο ότι, αυτό (τριμερές σύμφωνο) θα υπογράφονταν μετά την υπογραφή της σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους, που θα κατήρτιζαν με την όγδοη εναγομένη και με το εν λόγω συμφωνητικό «σχέδιο τριμερούς σύμβασης», παρείχετο το δικαίωμα στην όγδοη εναγομένη, ως διαχειρίστρια των πλοίων τους πλέον, καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας της μεταξύ τους σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης και κατ’ εξαίρεση των όσων θα ορίζοντο στο άρθρο 10.1 της σύμβασης ανάθεσης, να αναθέτει την εκτέλεση μέρους των υποχρεώσεων διαχείρισης του πλοίου στις εταιρείες του Ομίλου. Είναι προφανές, από το περιεχόμενό του και δίχως ανάγκη προσφυγής σε ερμηνεία ότι, το συμφωνητικό αυτό θα παρείχε στην όγδοη εναγομένη, μόνη αντισυμβαλλομένη των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, δικαίωμα υποκατάστασης, σε μέρος μάλιστα του έργου της διαχείρισης που συμβατικά θα είχε (προ της υπογραφής της εν λόγω τριμερούς σύμβασης), έναντι των επτά πρώτων εναγομένων, αναλάβει. Παράλληλα, καμία υποχρέωση οι επτά πρώτες εναγόμενες δεν αναλάμβαναν έναντι της ενάγουσας. Το εν λόγω συμφωνητικό, το οποίο μάλιστα δεν υπεγράφη εν τέλει, ανεξαρτήτως του λόγου μη υπογραφής του, καμία διαβεβαίωση δεν περιέχει προς την ενάγουσα ότι αυτή θα ασκούσε, καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας της σύμβασης ανάθεσης, που θα κατήρτιζαν οι επτά πρώτες εναγόμενες με την όγδοη εναγομένη, ουσιαστικά τη διαχείριση των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων με συμβατικό δεσμό με αυτές. Ως εκ τούτου, όσα η μάρτυρας………. καταθέτει στην ανωτέρω με αριθμό ……./30.5.2017 ένορκη βεβαίωση ότι «… Στη σύμβαση αυτή προβλέπονταν οι εταιρείες του κ. ………. θα συμβάλλονταν ως υπεργολάβος του έργου, πλην όμως ευθύνονταν έναντι των πλοιοκτητριών απ’ ευθείας αλληλέγγυα με την ………. για την ορθή εκτέλεση του έργου. Κατ’ ουσία δηλαδή με την τριμερή σύμβαση οι τρεις εταιρείες του κ. ………. ήταν ο εργολάβος του έργου και όχι υπεργολάβος, αφού ευθύνοντο απευθείας προς τον αρχικό εργοδότη, τις πλοιοκτήτριες…», δεν προσεπιβεβαιώνονται από το περιεχόμενο του εν λόγω συμφωνητικού. Εξάλλου, όπως επισημάνθηκε και παραπάνω, η ενάγουσα δεν είχε υποβάλει πρόταση προς κατάρτιση σύμβασης ανάθεσης δια της συμμετοχής της στον ανωτέρω διαγωνισμό, ούτε εξάλλου επικαλείται με την ένδικη αγωγή της, ούτε αποδεικνύει ότι οι επτά πρώτες εναγόμενες, παράλληλα με τον ανωτέρω διαγωνισμό, ευρίσκοντο σε διαπραγματεύσεις απευθείας ανάθεσης του έργου της διαχείρισης των πλοίων τους με την ενάγουσα εταιρεία και τις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου. Οι αναφορές της ενάγουσας (σελ. 57, 58, 73 και 127 εγγράφων προτάσεών της) σε ερμηνεία συμβάσεως, κατά τις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, με την παράθεση ηλεκτρονικών μηνυμάτων που αντηλλάγησαν μεταξύ των υπαλλήλων της ………. και της νομικής τους συμβούλου, εφόσον η ενάγουσα δεν υπέβαλε προσφορά, ήτοι πρόταση συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό, δεν δύνανται να οδηγήσουν – κατ’ ερμηνεία των συμβάσεων ανάθεσης που καταρτίσθηκαν μεταξύ της όγδοης και των επτά πρώτων εναγομένων, ενόψει του ότι αυτές συνηλλάγησαν στις εν λόγω συμβάσεις ανάθεσης- στο συμπέρασμα ότι με αυτές καταρτίσθηκαν, μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων και της ενάγουσας, συμβάσεις ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, για την υπογραφή ή μη του αναφερομένου ως συμφωνητικού «τριμερούς συνεργασίας» έλαβε χώρα συνάντηση στα γραφεία των ………., μεταξύ των νομίμων εκπροσώπων των επτά πρώτων εναγομένων, της δικηγόρου αυτών, του………. μετά της δικηγόρου του………., καθώς και του ενάτου και δεκάτου των εναγομένων μετά των δικηγόρων τους.  Κατά την εν λόγω συνάντηση, όπως κατέθεσε η ανωτέρω μάρτυρας………., η κατάθεση της οποίας περιέχεται στην προμνημονευθείσα ένορκη βεβαίωση, η ίδια ως δικηγόρος του………., αλλά και οι παριστάμενοι δικηγόροι των ενάτου και δεκάτου των εναγομένων, συμφωνούσαν με την υπογραφή της τριμερούς συμβάσεως, προτείνοντας μάλιστα να προβλεφθεί και συμβατικά η δυνατότητα ολικής εκτέλεσης της διαχείρισης από τις ανωτέρω εταιρείες του ομίλου ως δήθεν υπεργολάβου, αφού ούτως ή άλλως αυτές οι εταιρείες θα εκτελούσαν το έργο. Στην πρόταση αυτή, εν τούτοις, κατά την ίδια ένορκη κατάθεση, η δικηγόρος της ………. ., αλλά και οι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών αντιτάχθηκαν, διότι κατά την ίδια ένορκη κατάθεση, υποστήριξαν ότι τυχόν συμφωνητικό με τοιούτου είδους αναφορά, θα εμφάνιζε ως εικονική την ανάθεση του έργου στην όγδοη εναγομένη. Στην ίδια ένορκη βεβαίωση, η ίδια μάρτυρας κατέθεσε περαιτέρω: «… Τελικώς η τριμερής δεν υπεγράφη διότι οι δικηγόροι των πλοιοκτητριών προέκριναν ότι κατοχυρώνονται καλύτερα με την διαλυτική αίρεση της αυτοδίκαιος και αζημίου γι’ αυτές λύσης της σύμβασης ανάθεσης στην ……., αν δεν εξασφαλίσει η ……. με ετήσια σύμβαση την εκτέλεση της διαχείρισης από τις εταιρείες της ……. Βάσει των διαμειφθέντων και συμφωνηθέντων εγώ ως δικηγόρος αλλά και ο πελάτης μου κ. …… πεισθήκαμε απόλυτα ότι ήταν εξασφαλισμένη η διαχείριση για τις εταιρείες του με το αντίστοιχο βέβαια οικονομικό όφελος για όσο χρόνο η ανάθεση θα εγίνετο στην …..…». Από την εν λόγω μαρτυρική κατάθεση, προκύπτει ότι, είχε προβληματίσει η προσφορά συμμετοχής της όγδοης εναγομένης στον εν λόγω διαγωνισμό με την αναφορά της ότι το τεχνικό κομμάτι της διαχείρισης θα εκτελούσε αυτή, μέσω των εταιρειών του Ομίλου, και εκ του λόγου τούτου, είχαν απευθυνθεί στους νομικούς τους συμβούλους προκειμένου να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών. Κατά την εν λόγω μαρτυρική κατάθεση, η μη υπογραφή του ανωτέρω συμφωνητικού «τριμερούς συνεργασίας» ήταν απόφαση, όχι των νομίμων εκπροσώπων των επτά πρώτων εναγομένων και των υπαλλήλων τους αρμοδίων για τη διεξαγωγή του εν λόγω διαγωνισμού, αλλά των νομικών τους συμβούλων αφού σαφώς, η ανωτέρω μάρτυρας ………., όπως προκύπτει από το ανωτέρω απόσπασμα της καταθέσεώς της που εκτίθεται ανωτέρω, κατέθεσε ότι, οι δικηγόροι των πλοιοκτητριών, έκριναν ότι, τα συμφέροντα των πλοιοκτητριών εξασφαλίζονταν καλύτερα. Η αλήθεια των πραγμάτων ευρίσκεται στο απόσπασμα της κατάθεσης της εν λόγω μάρτυρος «…  Βάσει των διαμειφθέντων και συμφωνηθέντων εγώ ως δικηγόρος αλλά και ο πελάτης μου κ. …… πεισθήκαμε απόλυτα ότι ήταν εξασφαλισμένη η διαχείριση για τις εταιρείες του με το αντίστοιχο βέβαια οικονομικό όφελος για όσο χρόνο η ανάθεση θα εγίνετο στην …………», όχι διότι αυτό τους διαβεβαίωσαν οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, όπως ακολούθως η ίδια καταθέτει, αλλά διότι πίστεψαν ότι με μια διαλυτική αίρεση, στην οποία προφανώς έγινε αναφορά στα πλαίσια της εν λόγω συνάντησης, που θα ετίθετο εκ μέρους των επτά πρώτων εναγομένων προς εξασφάλισή τους ότι η όγδοη εναγομένη θα εκτελούσε προσηκόντως το έργο της διαχείρισης, θα εξασφαλίζονταν και η ενάγουσα, όχι έναντι των επτά πρώτων εναγομένων, αλλά έναντι της αντισυμβαλλομένης της όγδοης εναγομένης. Η ίδια βέβαια μάρτυρας, συνεχίζει στην ανωτέρω κατάθεσή της «… Γνωρίζω καλά ότι ο κ. …… δέχθηκε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό και να διευκολύνει και τις πλοιοκτήτριες και την …… να γίνει επ’ ονόματί της η ανάθεση, διότι πείσθηκε τόσο από τις υποσχέσεις και τις διαβεβαιώσεις του κ. …… ότι θα είχαν αμφότεροι οικονομικό όφελος διότι η ουσιαστική διαχείριση θα εγίνετο από τις εταιρείες του όσο και από την στάση και τα λεγάμενα των εκπροσώπων των πλοιοκτητριών ότι το έργο της διαχείρισης θα εκτελούσαν οι εταιρείες του κ. ……… οπωσδήποτε γι’ αυτό και έθεταν την διαλυτική αίρεση. Είναι αυτονόητο ότι χωρίς αυτές τις διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις δεν θα συμμετείχε….». Εν τούτοις, το ανωτέρω απόσπασμα της μαρτυρικής κατάθεσης της εν λόγω μάρτυρος, δεν κρίνεται πειστικό, καθ’ο μέρος αναφέρεται σε αυτό, ότι οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών διαβεβαίωσαν τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας ότι οι ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου θα είχαν την ουσιαστική διαχείριση των πλοίων τους οπωσδήποτε και προς τούτο θα έθεταν διαλυτική αίρεση  στις συμβάσεις ανάθεσης που θα κατήρτιζαν με την όγδοη εναγομένη. Τούτο διότι (α) αυτό έπεται του αποσπάσματος της κατάθεσης της ιδίας μάρτυρος «… Τελικώς η τριμερής δεν υπεγράφη διότι οι δικηγόροι των πλοιοκτητριών προέκριναν ότι κατοχυρώνονται καλύτερα με την διαλυτική αίρεση της αυτοδίκαιος και αζημίου γι’ αυτές λύσης της σύμβασης ανάθεσης στην ……, αν δεν εξασφαλίσει η …… με ετήσια σύμβαση την εκτέλεση της διαχείρισης από τις εταιρείες της …… Βάσει των διαμειφθέντων και συμφωνηθέντων εγώ ως δικηγόρος αλλά και ο πελάτης μου κ. …… πεισθήκαμε απόλυτα ότι ήταν εξασφαλισμένη η διαχείριση για τις εταιρείες του με το αντίστοιχο βέβαια οικονομικό όφελος για όσο χρόνο η ανάθεση θα εγίνετο στην ………», επιπλέον (β) προσφορά – αίτηση συμμετοχής στον προκηρυχθέντα μειοδοτικό διαγωνισμό για την ανάληψη του εν λόγω έργου διαχείρισης η ενάγουσα δεν είχε υποβάλει, παρότι προσκλήθηκε προσωπικά ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτής από τους αρμοδίους για το διαγωνισμό υπαλλήλους της ………., προ της λήξεως της προθεσμίας, προς υποβολή προσφοράς συμμετοχής. Αντίθετα, η ίδια η ενάγουσα είχε επιλέξει να εμφανίζεται στον εν λόγω διαγωνισμό ως παρέχουσα υπηρεσίες στην όγδοη εναγομένη στο τεχνικό κομμάτι. Επιπλέον, (γ) διαπραγματεύσεις, πέραν του εν λόγω διαγωνισμού, ατομικά με την ενάγουσα και τις ανωτέρω εταιρείες του Ομίλου δεν διεξάγονταν, με σκοπό ανάθεσης σε αυτές της διαχείρισης, αφού ούτε η ενάγουσα δεν αναφέρει αυτό στην αγωγή της, αντίθετα, από τη δεύτερη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στα γραφεία της ………., όπου παρίσταντο και οι δικηγόροι απάντων, προκειμένου να συζητήσουν για την υπογραφή ή μη του σχεδίου της τριμερούς συμβάσεως, προκύπτει ότι, όλες οι επαφές των επτά πρώτων εναγομένων εγίνοντο στα πλαίσια του προκηρυχθέντος διαγωνισμού. (δ) Εάν πράγματι οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών επιθυμούσαν ουσιαστικά τη διαχείριση των πλοίων τους να έχει η ενάγουσα, ως αντισυμβαλλομένη αυτών (επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών) και όχι ως αντισυμβαλλομένη στα πλαίσια (υπ)εντολής αυτών (εταιρειών του Ομίλου) με την όγδοη εναγομένη, δεν θα περιορίζονταν να θέσουν ως όρο, στις από 18.3.2016 επιστολές ανάθεσης στην αντισυμβαλλομένη τους, όγδοη εναγομένη, την, με επιμέλεια αυτής (όγδοης εναγομένης), προσκόμιση σύμβασης αυτής με τις εταιρείες του Ομίλου, με αντικείμενο τη μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας από αυτές προς την όγδοη εναγομένη ως προς τη διαχείριση των πλοίων και με διάρκεια τουλάχιστον μέχρι την κατά τα άνω ημερομηνία λήξης των συμβάσεων διαχείρισης. Αντίθετα, λογικό και αναμενόμενο ήταν, να φρόντιζαν να δεσμεύσουν και την ενάγουσα για την καλή εκτέλεση του έργου της διαχείρισης ως ουσιαστικής διαχειρίστριας. Ενόψει του ότι η όγδοη εναγομένη δεν εγνώριζε πράγματι από διαχείριση πλοίων, αποδεικνύεται ότι, στο τεχνικό κομμάτι της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, θα είχε τη συνδρομή της ενάγουσας, όπως η ίδια η όγδοη εναγομένη ανέφερε στην προσφορά της – αίτηση συμμετοχής στο διαγωνισμό. Πλην όμως, η συνδρομή αυτή υπό των εταιρειών του ομίλου, θα παρείχετο όχι δυνάμει συμβάσεως των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών με την ενάγουσα και τις εταιρείες του ομίλου, αλλά στα πλαίσια συμβάσεως μεταξύ των εταιρειών του Ομίλου με την όγδοη εναγομένη και μάλιστα, όχι καθ’ υποκατάσταση αυτής, δεδομένου ότι, η όγδοη εναγομένη στις συμβάσεις που κατήρτισε με τις εναγόμενες πλοιοκτήτριες διατήρησε ακέραια την υποχρέωση εκτέλεσης των εργασιών διαχείρισης έναντι των πλοιοκτητριών, αλλά οι εταιρείες του ομίλου λειτουργούσαν ως βοηθοί της όγδοης εναγομένης, στα πλαίσια (υπ)εντολής, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας. Σε αντίθετη κρίση, ότι δηλαδή δυνάμει συμβάσεως με τις επτά πρώτες εναγόμενες, η ενάγουσα [και οι ανωτέρω εταιρείες του ομίλου] θα εκτελούσαν το τεχνικό κομμάτι της διαχείρισης των πλοίων των επτά πρώτων εναγομένων, δεν δύναται να αχθεί το Δικαστήριο ούτε από την περιεχομένη στη με αριθμό …./2017 προμνημονευθείσα ένορκη βεβαίωση του .. ………., κατά την οποία «… Από όλες τις επαφές που είχα στις συναντήσεις αυτές ήταν για μένα φανερό ότι οι εκπρόσωποι των ………. γνώριζαν και αποδέχοντο ότι μολονότι η ανάθεση του έργου θα  γινόταν επ’ ονόματι της ……., ουσιαστικοί διαχειριστές θα ήταν οι εταιρείες του κ. ….. καθώς επίσης και ότι αν δεν υπήρχαν τα στελέχη και οι εταιρείες του κ. …. δεν μπορούσαν να κάνουν ανάθεση του έργου στη νεοσύστατη εταιρεία του κ. ….., ο οποίος ήταν εστιάτορας και άσχετος με την ναυτιλία. Δηλαδή είχαν συμφωνήσει ότι η ουσιαστική διαχείριση των πλοίων τους θα γινόταν από τις εταιρείες του κ. ….. και ότι η ….. θα είχε μόνο την οικονομική διαχείριση δηλαδή θα εισέπραττε στους λογαριασμούς της τις αμοιβές από τις εταιρείες των ………. και εν συνεχεία η ….. θα πλήρωνε βάσει των λογιστικών στοιχείων που θα της έδινε το γραφείο μας την μισθοδοσία και τα έξοδα απευθείας στους εργαζομένους και την αμοιβή στις εταιρείες του κ. ………». Ο εν λόγω μάρτυρας, δεν αναφέρει συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά δικαιοπρακτικής δέσμευσης των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών έναντι της ενάγουσας εταιρείας. Επομένως, κατά λογική ακολουθία, εφόσον δεν υπήρχε συμβατικός δεσμός μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και της ενάγουσας, δεν κρίνεται πειστικό ότι η αίρεση που ετέθη στις ανωτέρω επιστολές ανάθεσης [κατά την οποία, μεταξύ άλλων, η όγδοη εναγομένη όφειλε έως την 24.3.2016 να προσκομίσει συμβάσεις συνεργασίας με τις Εταιρίες ………. με αντικείμενο τη μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας από αυτές προς την όγδοη εναγομένη, ως προς τη διαχείριση των πλοίων και με διάρκεια τουλάχιστον μέχρι την κατά τα άνω ημερομηνία λήξης των συμβάσεων διαχείρισης, άλλως και σε περίπτωση μη προσκόμισης, εντός των ανωτέρω προθεσμιών, έστω και ενός των προαναφερομένων εγγράφων, η ανάθεση του έργου της διαχείρισης στην όγδοη εναγομένη θα ανακαλείτο αυτοδικαίως], ετέθη υπό των εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών προς εξασφάλιση της ενάγουσας. Αντίθετα, κρίνεται ότι, αυτή ετέθη υπό των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών, προς εξασφάλιση των ιδίων, ότι η εκτέλεση του έργου τους θα εγίνετο προσηκόντως. Επίσης, για τους ιδίους λόγους, δεν αποδεικνύεται ότι οι επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες είχαν αναλάβει την υποχρέωση έναντι της ενάγουσας όπως θέσουν οιαδήποτε διαλυτική αίρεση στη σύμβαση ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους που θα υπέγραφαν με την όγδοη εναγομένη. Οι αιτιάσεις της ενάγουσας που περιέχονται στον δεύτερο πρόσθετο λόγο έφεσης ότι, οι επτά πρώτες εναγόμενες, ενεργώντας αντίθετα προς την συναλλακτική ευθύτητα, απάλειψαν την 1.4.2016 τη διαλυτική αίρεση από τις συμβάσεις ανάθεσης, δεν αποδεικνύεται, διότι οι ίδιες οι επτά εναγόμενες, μη ευρισκόμενες σε διαπραγματεύσεις με την ενάγουσα και μην έχοντας αναλάβει έναντι αυτής καμία υποχρέωση όπως θέσουν διαλυτική αίρεση υποχρεωτικής συνεργασίας της όγδοης εναγομένης με την ενάγουσα, δεν παραβίασαν την επικαλούμενη από την ενάγουσα συναλλακτική ευθύτητα. Εξάλλου, δεν απεδείχθη ότι, αυτοί (νόμιμοι εκπρόσωποι επτά πρώτων εναγομένων)  διαβεβαίωσαν τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας ότι ήταν απολύτως βεβαία και κατοχυρωμένη η εκτέλεση του έργου της διαχείρισης από αυτήν και τις άλλες εταιρείες του ομίλου και ότι έπεισαν τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας ότι δήθεν δεν θα επέτρεπαν ποτέ στην όγδοη εναγομένη να εκδιώξει από την εκτέλεση του έργου της διαχείρισης την ενάγουσα, άλλως θα ενεργοποιούσαν την τεθείσα στις συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης διαλυτική αίρεση, όπως η ενάγουσα αναφέρει στην αγωγή της. Περαιτέρω, όπως απεδείχθη, κατά την κατάρτιση των από 21.3.2016 ανωτέρω συμβάσεων, οι οποίες καταρτίσθηκαν μεταξύ της όγδοης εναγομένης και των εταιρειών του Ομίλου, οι επτά πρώτες εναγόμενες δεν παραστάθηκαν, δεν προσυπέγραψαν σε αυτές, αλλά ούτε αυτές, δια των νομίμων εκπροσώπων τους, διατύπωσαν το περιεχόμενό τους. Επομένως, κρίνεται αβάσιμος ο αγωγικός ισχυρισμός ότι, οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων και οι προστηθέντες αυτών υπάλληλοι έπεισαν τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας ότι, ήταν απόλυτα εξασφαλισμένη και βεβαία η εκτέλεση του έργου της διαχείρισης από την ενάγουσα, με τους όρους που περιείχοντο στο από 21.3.2016 συμφωνητικό που υπεγράφη μεταξύ της ενάγουσας και των εταιρειών του ομίλου αφενός και της όγδοης εναγομένης αφετέρου, κατά τον όρο [5] της οποίας απαγορευόταν η καταγγελία αυτής χωρίς σπουδαίο λόγο και  κατά τον όρο [7] της οποίας προβλεπόταν δικαίωμα αποζημίωσης του αντισυμβαλλομένου, σε περίπτωση παράβασης των όρων της εν λόγω σύμβασης και περαιτέρω ότι δεν επρόκειτο ποτέ να καταγγελθεί η υπό των εταιρειών του ομίλου ουσιαστική διαχείριση χωρίς σπουδαίο λόγο. Τέτοια δέσμευση συμβατική οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες δεν ανέλαβαν ποτέ γραπτώς. Τέτοια δε δέσμευση συμβατική δεν δύναται να γίνει δεκτό ότι προκύπτει, όπως η ενάγουσα αναφέρει στις σελίδες 25 και 26 της ένδικης αγωγής της, ούτε εκ του γεγονότος ότι, οι επτά πρώτες εναγόμενες, στις οποίες προσ……….μίσθη το εν λόγω συμφωνητικό, παρέλαβαν αυτό, διότι οι επτά πρώτες εναγόμενες παρέλαβαν αυτό, ενόψει του περιεχομένου στις ανωτέρω επιστολές ανάθεσης όρου, που αυτές είχαν θέσει, προς προάσπιση των ιδικών τους συμφερόντων και όχι με πρόθεση συμβατικής δέσμευσης με την πράξη τους αυτή έναντι της ενάγουσας, διότι δεν απεδείχθη δικαιοπρακτική δήλωση βούλησης περί ανάληψης της ευθύνης που τυχόν προέκυπτε, μεταξύ των συμβαλλομένων της από 21.3.2016 συμβάσεως, από τη λειτουργία αυτής. Επιπλέον, δεν απεδείχθη ότι οι επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείες είχαν συμφέρον από την ανάληψη οιασδήποτε ευθύνης της όγδοης εναγομένης έναντι της ενάγουσας. Περαιτέρω, όπως ανωτέρω αναλύεται, απεδείχθη ότι, οι επτά πρώτες εναγόμενες πλοιοκτήτριες, προ της καταρτίσεως των από 1.4.2016 συμβάσεων ανάθεσης διαχείρισης των πλοίων τους που κατήρτισαν με την όγδοη εναγομένη, παρέλαβαν τις από 1.4.2016 συμβάσεις, τις οποίες η όγδοη εναγομένη είχε καταρτίσει με τις μη διαδίκους στην παρούσα δίκη εταιρείες ….. και ……, με αντικείμενο τη μεταφορά, υπό των εταιρειών αυτών, υπηρεσιών τεχνογνωσίας και εμπειρίας προς την όγδοη εναγομένη ως προς τη διαχείριση πλοίων. Στην κατάρτιση των εν λόγω συμβάσεων δεν μετείχαν οι επτά πρώτες εναγόμενες εταιρείας, αφού αυτές δεν φέρουν την υπογραφή των νομίμων εκπροσώπων τους, ούτε απεδείχθη ότι ήδη προ της 1.4.2016 ευρίσκοντο σε συνεννόηση με τις ανωτέρω εταιρείες ….. και ….., όπως η ενάγουσα αναφέρει στα πλαίσια του τετάρτου λόγου της ένδικης έφεσης, αφού περί τούτου καμία απόδειξη δεν προσκομίσθηκε. Επίσης, δεν απεδείχθη ότι, αυτές (επτά πρώτες εναγόμενες) εγνώριζαν ότι ο ένατος εναγόμενος, ως νόμιμος εκπρόσωπος της όγδοης εναγομένης, θα προβεί σε καταγγελία της συμβάσεως που συνέδεε την τελευταία (όγδοη εναγομένη) με την ενάγουσα. Ομοίως, δεν απεδείχθη ότι οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εγνώριζαν ότι η ενάγουσα αγνοούσε την ύπαρξη του εν λόγω συμφωνητικού. Επιπροσθέτως, εφόσον κανείς συμβατικός δεσμός δεν υπήρχε, μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και της ενάγουσας, δεν υφίσταται ζήτημα αντισυμβατικής συμπεριφοράς, κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών από την παραλαβή αυτών (από 1.4.2016 συμφωνητικών μεταξύ της όγδοης εναγομένης και των εταιρειών ……. και …….). Παράλληλα, η παραλαβή των εν λόγω συμφωνητικών υπό των επτά πρώτων εναγομένων, ούτε αντίθετη στα συναλλακτικά ήθη και την καλή πίστη αποδεικνύεται ότι τυγχάνει, διότι καμία συμβατική δέσμευση δεν είχαν αναλάβει έναντι της ενάγουσας, ουδέποτε ευρέθησαν σε διαπραγματεύσεις με αυτήν για την κατάρτιση σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, επιπροσθέτως δε η συνεργασία της αντισυμβαλλομένης τους, όγδοης εναγομένης εταιρείας, και με άλλες εταιρείες, που εγνώριζαν το αντικείμενο της διαχείρισης πλοίων, λειτουργούσε προς το συμφέρον τους, το οποίο όφειλαν να προασπίσουν. Τη μελλοντική εξέλιξη της σχέσης της ενάγουσας με την όγδοη εναγομένη, δεν αποδείχθηκε ότι οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών εγνώριζαν. Η ενάγουσα, στα πλαίσια του ενδέκατου λόγου έφεσης και υπό τον τίτλο «Κακή εκτίμηση αποδείξεων [διττή ανάθεση – συνδιαχείριση], προκειμένου να αποδείξει συμβατική δέσμευση των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών με αυτήν (ενάγουσα) επικαλείται σειρά εγγράφων, τα οποία, εν τούτοις, δεν δύνανται να οδηγήσουν το παρόν Δικαστήριο σε διαφορετική από την ανωτέρω κρίση, πρωτίστως, διότι όλα τα έγγραφα, που επικαλείται, δεν προέρχονται από τις επτά πρώτες εναγόμενες. Συγκεκριμένα η ενάγουσα επικαλείται (α) το με στοιχεία ……….. αρχικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο και το ακολούθως εκδοθέν με αριθμό ………. ασφαλιστήριο συμβόλαιο της … (………), τα οποία, αν και προσκομίζονται αμετάφραστα ως σχετικά 84 και 79 αντίστοιχα από την ενάγουσα, παραδεκτώς λαμβάνονται υπόψη [ΑΠ 1757/2011, 1462/1996 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ] ως μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, στο πρώτο εκ των οποίων ασφαλισμένη εμφανίζεται μόνον η ενάγουσα και ακολούθως, στο δεύτερο η όγδοη εναγομένη με συνασφαλισμένη την ενάγουσα, καθώς επίσης (β) τις από 23.3.2016 τρεις (3) επιστολές της εταιρείας ……….., άπασες απευθυνόμενες στην όγδοη εναγομένη, προσκομιζόμενες ως σχετικά 80, 82 και 83 υπό της εναγούσης, ομοίως αμετάφραστα έγγραφα, τα οποία παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη, με την πρώτη (επιστολή) εκ των οποίων, με θέμα προσφορά προστασίας και αποζημίωσης, η ανωτέρω εταιρεία (………..) δηλώνει, ότι ήλθε σε επαφή με το …………, ασφαλιστική εταιρεία η οποία επιβεβαίωσε ότι επιθυμεί τη συνέχιση με τους ίδιους όρους με τους νέους διαχειριστές ……… ΚΑΙ/Ή …, σε άπασες δε αυτές τις επιστολές ότι τα ασφαλιστήρια που θα εκδοθούν, κατά το επισυναπτόμενο απόσπασμα, θα περιλαμβάνει ως συνασφαλισμένη και την όγδοη εναγομένη. Εν τούτοις, τα εν λόγω έγγραφα, δεν εξεδόθησαν κατ’ αίτηση των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, όπως τούτο προκύπτει από το προσκομιζόμενο ως σχετικό 85. Σε αυτό επισυνάπτονται σειρά ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Ειδικότερα, το από 1.4.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα (ώρα 2.18), στο οποίο ο ………… της ανωτέρω ασφαλιστικής εταιρείας ………..,  αναφέρει ότι, ο ένατος εναγόμενος τον ενημέρωσε ότι τα ………. ζητούσαν σημειώματα καλύψεως σκάφους και μηχανών που να περιλαμβάνει τις πλοιοκτήτριες και να μην αναφέρεται η ενάγουσα. Το με την ίδια ημερομηνία (1.4.2016) και ώρα αποστολής 12.13, ηλεκτρονικό μήνυμα του ιδίου, το οποίο προσκομίζεται αμετάφραστο με το οποίο αυτός χαρακτηρίζει «ανόητα πράγματα» «silly things» την άρνηση της συνασφάλισης, καθώς και το επικαλούμενο με τον ίδιο (ενδέκατο λόγο έφεσης) από 11.4.2016 και με ώρα αποστολής 15.13 ηλεκτρονικό μήνυμα του ……., στο οποίο ο τελευταίος, απευθυνόμενος στον ……., αναφέρει ότι, τα ασφαλιστήρια συμβόλαια έπρεπε να αλλάξουν, όπως επιθυμούσαν οι πλοιοκτήτριες εταιρείες. Χαρακτηριστικά, ο ανωτέρω υπάλληλος της ενάγουσας αναφέρει στο εν λόγω μήνυμα (σε ελληνική μετάφραση από το αγγλικό πρωτότυπο μήνυμα) «… παρά την έντονη διαμαρτυρία μας, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι προς το παρόν η εμπειρία της εταιρείας ………. management services και τα βιογραφικά του προσωπικού μας υποστηρίζουν την ………… σε παρακαλούμε προχώρα στην έκδοση των ασφαλειών κάλυψης καθώς και των καλύψεων H+M που πρέπει να αλλάξουν σύμφωνα με το αίτημα των ιδιοκτητών ………./…..». Εξάλλου, συμβατική δέσμευση των επτά πρώτων εναγομένων με την ενάγουσα δεν αποδεικνύεται ούτε από το προσκομιζόμενο, ως σχετικό 86, ηλεκτρονικό μήνυμα της ……….., υπαλλήλου τότε της ενάγουσας προς τον …… και τον επίσης τότε υπάλληλο της ενάγουσας ……………., στο οποίο αναφέρεται ότι «κατ’ αρχήν όλοι …….) βλέπουν το email ……..», διότι επρόκειτο για ηλεκτρονική αλληλογραφία μεταξύ των τότε υπαλλήλων της ενάγουσας. Τέλος, με τον ίδιο ενδέκατο λόγο έφεσης, η ενάγουσα επικαλείται το από 23.3.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα του υπαλλήλου της ………. με το οποίο αυτός, απευθυνόμενος στον ………………, υπάλληλο του νηογνώμονα ……., του γνωστοποιεί την ηλεκτρονική και πραγματική [υπό την έννοια της μη ηλεκτρονικής διεύθυνσης της έδρας αυτής, διότι στο εν λόγω έγγραφο γνωστοποιείται η οδός ……….. στον Πειραιά] διεύθυνση της ενάγουσας, αναφέροντας παράλληλα ότι αυτό γίνεται για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης. Στον ίδιο ενδέκατο λόγο έφεσης, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι, ο έλεγχος την 23.3.2016 από τον εν λόγω Νηογνώμονα, οπότε και εξεδόθη το αντίστοιχο προσωρινό έγγραφο συμμόρφωσης για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης, για το οποίο έγινε εκτενής λόγος ανωτέρω, έγινε στα γραφεία της ενάγουσας στον Πειραιά. Εν τούτοις, ούτε από τα έγγραφα αυτά προκύπτει ότι υπήρχε συμβατικός δεσμός της ενάγουσας με τις επτά πρώτες εναγόμενες, δεδομένου ότι πράγματι για την έκδοση του εν λόγω εγγράφου ελέγχθηκαν τα γραφεία της ενάγουσας και όχι της όγδοης εναγομένης στην Γλυφάδα, πλην όμως τούτο δεν αποδεικνύει ότι αυτό έγινε, διότι υπήρχε συμβατικός δεσμός μεταξύ της ενάγουσας και της όγδοης εναγομένης. Περαιτέρω, δεν απεδείχθη ότι, οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών συμμετείχαν στην αφαίρεση των φακέλων διαχείρισης των πλοίων τους από την έδρα της ενάγουσας, υπό του δεκάτου των εναγομένων, όπως επίσης και στην αλλαγή των κωδικών πρόσβασης της ενάγουσας στις ιστοσελίδες, μέσω των οποίων πραγματοποιείτο η διαχείριση των εν λόγω πλοίων. Τέλος, αποδίδεται στις επτά πρώτες εναγόμενες, παράνομη συμπεριφορά, εκ του γεγονότος ότι, δεν κατήγγειλαν τη σύμβαση ανάθεσης που τις συνέδεε με την όγδοη εναγομένη, αμέσως μετά την, προς αυτές κοινοποίηση, την 25.4.2016, της εξώδικης διαμαρτυρίας «καταγγελίας» της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του Ομίλου ή έστω δεν προειδοποίησαν την όγδοη εναγομένη ότι θα καταγγείλουν αυτή. Ενόψει του ότι καμία συμβατική δέσμευση δεν υπήρχε μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και της ενάγουσας, συμβατική υποχρέωση προς τούτο οι επτά πρώτες εναγόμενες δεν είχαν. Επιπλέον, ενόψει της εκ μέρους της ενάγουσας επίκλησης των άρθρων 197 και 198 ΑΚ προς θεμελίωση, τοιούτου είδους υποχρέωση, έναντι αυτών (των επτά πρώτων εναγομένων), ούτε με τις εν λόγω διατάξεις δύναται να θεμελιωθεί υποχρέωσή τους προς καταγγελία των συμβάσεων αναθέσεως ή προς απειλή της όγδοης εναγομένης ότι προτίθενται να την καταγγείλουν, εάν δεν συνεχίσει να συνεργάζεται με την ενάγουσα. Όπως απεδείχθη, αντισυμβαλλομένη των επτά πρώτων εναγομένων, κατά το στάδιο διαπραγματεύσεων ανάθεσης του προκηρυχθέντος έργου της διαχείρισης, το οποίο άρχεται με την υποβολή της προσφοράς από τον ενδιαφερόμενο, ήταν η όγδοη εναγομένη, διότι μόνον αυτή και όχι η ενάγουσα είχε υποβάλει προσφορά συμμετοχής στο διαγωνισμό. Οι επαφές των επτά πρώτων εναγομένων με την ενάγουσα εταιρεία, αρχικά έλαβαν χώρα στα πλαίσια αξιολόγησης της προσφοράς της όγδοης εναγομένης και δη προς αξιολόγηση της εμπειρίας και τεχνογνωσίας της ενάγουσας, ως αντισυμβαλλομένης της όγδοης εναγομένης στο τεχνικό κομμάτι διαχείρισης, η οποία ήδη από την προσφορά της εδήλωνε ότι στο τεχνικό κομμάτι υποστηρίζεται από τις εταιρείες του Ομίλου. Εκ της αξιολογήσεως αυτής, δεν γεννήθηκαν συμβατικές δεσμεύσεις μεταξύ των επτά πρώτων εναγομένων και της ενάγουσας, αλλά ούτε υποχρέωση των πρώτων να καταγγείλουν τη σύμβαση ανάθεσης που είχαν με την όγδοη εναγομένη, διότι δεν τηρούσε τις συμβατικές της υποχρεώσεις έναντι της ενάγουσας, όπως αβασίμως υποστηρίζει η τελευταία στον δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής της. Η ενάγουσα στα πλαίσια του δευτέρου λόγου έφεσης και υπό τον τίτλο «Παράβαση των άρθρων 914 και 919 ΑΚ [Αδικοπραξία πλοιοκτητριών εταιρειών]», αναφέρει μεταξύ άλλων «… Η εκκαλουμένη έδει όμως κατ’ ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των ως άνω διατάξεων να κάνει δεκτή την αγωγή μας και ως προς τις εφεσίβλητες πλοιοκτήτριες διότι αυτές ώφειλαν σύμφωνα προς τις αρχές των χρηστών ηθών, καλής πίστης και συναλλακτικής ευθύτητας, κατά το προσυμβατικό στάδιο όχι μόνο να παραλείψουν τον υπ’ αριθμόν 8.1 όρο της διαλυτικής – και υπέρ ημών – αίρεση … αλλά πλέον να συμπεριλάβουν όρο αζημίας για όλες τις εφεσίβλητες εταιρείες αντικαταστάσεώς μας στην διαχείριση οποτεδήποτε, ώστε εμείς να αποφασίσουμε με αληθή και όχι απατηλά στοιχεία αν ήταν προς το συμφέρον μας να προβούμε σε όλες τις ενέργειές μας όπως αυτές περιγράφονται στην αγωγή μας κατά το προ της ανάθεσης στάδιο. Η υποχρέωσή τους αυτή προκύπτει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 197 και 198 ΑΚ που επιβάλλουν «υποχρέωση προς παροχή διασαφηστικών πληροφοριών και εξηγήσεων και δη εκείνων που μπορούν να ασκήσουν επιρροή στην απόφαση του άλλου». Εν τούτοις, όπως απεδείχθη, την ανωτέρω αίρεση στο άρθρο 8.1 οι επτά πρώτες εναγόμενες έθεσαν προς εξασφάλιση αυτών των ιδίων και όχι προς εξασφάλιση της ενάγουσας, η οποία δεν ήταν αντισυμβαλλόμενή τους, όπως απεδείχθη και ανωτέρω αναλύεται, με αποτέλεσμα να μην έχουν υποχρεώσεις έναντι της ενάγουσας από τις διατάξεις των άρθρων 197 και 198 ΑΚ. Εξάλλου, ακολούθως, οι επαφές των επτά πρώτων εναγομένων με την ενάγουσα εταιρεία, έλαβαν χώρα στο πλαίσιο διερεύνησης της αποτύπωσης της συνεργασίας της ενάγουσας και της όγδοης εναγομένης, προς εξασφάλιση των επτά πρώτων εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών. Καμία υποχρέωση, εκ του λόγου τούτου, έναντι της ενάγουσας, δεν είχαν οι επτά πρώτες εναγόμενες να καταγγείλουν τη σύμβαση που τους συνέδεε με την όγδοη εναγομένη ή να απειλήσουν αυτή με καταγγελία, σε περίπτωση που δεν συνέχισε να συνεργάζεται με την ενάγουσα. Τέτοια υποχρέωση, έναντι της ενάγουσας, δεν δύναται να θεμελιωθεί, ούτε εκ του αγωγικού ισχυρισμού ότι μέτοχος των επτά πρώτων εναγομένων τυγχάνει και το Ελληνικό Δημόσιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι, οι επτά πρώτες εναγόμενες έλαβαν ένα εξώδικο που περιείχε καταγγελία της ενάγουσας της σύμβασης, που συνέδεε αυτήν με την όγδοη εναγομένη. Και, ναι μεν, αφηγηματικά στο περιεχόμενο του εν λόγω εξωδίκου γινόταν αναφορά στις αφαίρεση των φακέλων υπό της ογδόης εναγομένης και την αλλαγή των ανωτέρω κωδικών, πλην όμως με το εν λόγω εξώδικο η ενάγουσα δεν επικαλείτο ότι η καταγγελία είχε λάβει χώρα υπό της ογδόης εναγομένης με τις ανωτέρω πράξεις της. Αντίθετα, στο εν λόγω εξώδικο εμφανιζόταν η ενάγουσα να καταγγέλλει αυτήν. Παράλληλα, απεδείχθη ότι, η ενάγουσα κοινοποίησε μεν το εν λόγω εξώδικο στις επτά πρώτες εναγόμενες, αλλά δεν αξίωσε υπ’ αυτών, όπως οι ίδιες επισημαίνουν, όπως αυτές προβούν σε καταγγελία της σύμβασης ή με άλλο τρόπο προάσπιση των συμφερόντων της ενάγουσας. Εξάλλου, αυθημερόν, με ηλεκτρονικό μήνυμα, στις επτά πρώτες εναγόμενες, απευθύνθηκε και ο ένατος εναγόμενος για λογαριασμό της όγδοης εναγομένης, ο οποίος την διαβεβαίωνε ότι η διαχείριση των πλοίων τους θα συνέχιζε να πραγματοποιείται προς το συμφέρον τους και προσηκόντως, επισημαίνοντας παράλληλα ότι ήδη είχε υπογράψει συμφωνίες συνεργασίας για παροχή τεχνογνωσίας και εμπειρίας με έτερες εταιρείες, ως αναλύεται και ανωτέρω. Μάλιστα, οι επτά πρώτες εναγόμενες, από την πλευρά τους, δεν προέβησαν άμεσα σε τροποποίηση του όρου 3.1 της συμβάσεως αναθέσεως, αλλά ανέμεναν την εξέλιξη της διαχείρισης των πλοίων τους και υπέγραψαν σχετική τροποποίηση πέντε μήνες ακολούθως, ήτοι την 21.9.2016. Ως εκ τούτου, η μη καταγγελία από μέρους τους της σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους στην όγδοη εναγομένη, δεν μπορεί να θεμελιώσει αδικοπρακτική ευθύνη των επτά πρώτων εναγομένων έναντι της ενάγουσας και μάλιστα όπως αποκαταστήσουν τη ζημία της ενάγουσας, η οποία επήλθε εκ της μη λειτουργίας της σύμβασης αυτής με την όγδοη εναγομένη. Εξάλλου, ακόμη κι αν οι επτά πρώτες εναγόμενες είχαν καταγγείλει τη σύμβαση ανάθεσης της διαχείρισης των πλοίων τους, που αυτές είχαν καταρτίσει με την όγδοη εναγομένη, εφόσον δεν θα λειτουργούσε η σύμβαση αυτή, δεν μπορούσε να λειτουργήσει ούτε η σύμβαση της ενάγουσας με την όγδοη εναγομένη, εφόσον θα ήταν χωρίς αντικείμενο, ώστε η μη καταγγελία της σύμβασης ανάθεσης υπό των επτά πρώτων εναγομένων, αυτοτελώς ορωμένης ως παράνομης συμπεριφοράς, δεν συνδέεται αιτιωδώς με τη ζημία της ενάγουσας. Επομένως, δεν απεδείχθη ότι οι επτά πρώτες εναγόμενες συνέδραμαν με οιοδήποτε τρόπο τον ένατο εναγόμενο στην καταγγελία της σύμβασης, που συνέδεε την ενάγουσα με την όγδοη εναγομένη. Η ενάγουσα, στα πλαίσια του δευτέρου προσθέτου λόγου της ένδικης έφεσής της, ισχυρίζεται μεταξύ άλλων ότι, κατά το πρσυμβατικό στάδιο, οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών, συνηλλάγησαν ισοτίμως και ευθέως με τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας, δημιουργώντας του και μάλιστα δολίως, την εύλογη και δικαιολογημένη προσδοκία ετησίου επιχειρηματικού κέρδους, με σκοπό να τον παγιδεύσουν με την πεποίθηση αυτή για να συνεργασθεί μαζί τους, ώστε να νομιμοποιήσουν την προειλημμένη απόφασή τους για ανάθεση της διαχείρισης στην όγδοη εναγομένη, επί ζημία όμως των εταιρειών του, ενώ όφειλαν εξ αρχής και σε όλες τις συναντήσεις ή αλληλογραφίες μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων, να του διευκρινίσουν ρητώς και κατηγορηματικώς ότι (α) ούτε η ετήσια συνεργασία και το αντίστοιχο προσδοκώμενο κέρδος ήταν βεβαία γι’ αυτόν και (β) ούτε είχε ισχύ η διαλυτική αίρεση, αλλά ετέθη χωρίς κάποια έννομη συνέπεια. Αναφέροντας επιπλέον ότι, αυτοτελώς ορωμένη η ως άνω συμπεριφορά τους είναι ανήθικη, αντισυναλλακτική και αδικοπρακτική. Εν τούτοις, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, οι νόμιμοι εκπρόσωποι των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών δεν συνηλλάγησαν μετά του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας, αλλά ήρθαν σε συναντήσεις μαζί του, στα πλαίσια  αξιολόγησης των εταιρειών του ομίλου και προκειμένου να συζητήσουν για την υπογραφή ή μη του σχεδίου της τριμερούς συμβάσεως, μετά την υποβολή των προσφορών συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό, στον οποίο η ενάγουσα, όπως προεκτέθη, δεν υπέβαλε προσφορά, παρότι προσκλήθηκε από την ……, ενόψει του ότι κατά την προσφορά – δήλωση συμμετοχής στον ανωτέρω διαγωνισμό η όγδοη εναγομένη εδήλωνε ότι το τεχνικό κομμάτι της διαχείρισης θα ασκείται από τις ανωτέρω εταιρείες. Αποδεικνύεται δηλαδή ότι, όλες οι επαφές των επτά πρώτων εναγομένων με την ενάγουσα, οι οποίες έλαβαν χώρα μετά το στάδιο υποβολής προσφοράς, οπότε και ξεκίνησε  το στάδιο των διαπραγματεύσεων αυτών με την όγδοη εναγομένη που υπέβαλε πρόταση προς κατάρτιση σύμβασης, εγίνοντο στα πλαίσια του προκηρυχθέντος διαγωνισμού και της πρότασης προς κατάρτιση σύμβασης από την όγδοη εναγομένη. Επιπλέον, ως αναλύεται ανωτέρω, δεν απεδείχθη ότι υπήρχε προειλημμένη απόφαση υπό των εναγομένων πλοιοκτητριών εταιρειών ότι, το έργο της διαχείρισης θα ανετίθετο στην όγδοη εναγομένη, εφόσον ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας, ως απεδείχθη, δέχθηκε ατομική πρόσκληση συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό και αρνήθηκε. Τέλος, καμία υποχρέωση δεν είχαν οι επτά πρώτες εναγόμενες, κατά το στάδιο επαφών τους με τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας, αποσαφήνισης της σχέσεως συνεργασίας αυτής (ενάγουσας) με την όγδοη εναγομένη, αφού δεν υπήρξε στάδιο διαπραγματεύσεων μεταξύ της ενάγουσας και των επτά πρώτων εναγομένων, όπως αβασίμως η ενάγουσα αναφέρει στα πλαίσια του δευτέρου προσθέτου λόγου και των εγγράφων προτάσεών της. Παράλληλα, όσον αφορά στην τεθείσα στις ανωτέρω επιστολές αίρεση, αυτή ετέθη από τις επτά πρώτες εναγόμενες για προστασία αυτών, χωρίς υποχρέωσή τους να διευκρινίσουν τον τρόπο λειτουργία της στην ενάγουσα, εφόσον με αυτήν καμία συνεργασία δεν είχαν, αφού ούτε δήλωση συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό η ενάγουσα εταιρεία είχε υποβάλει, ούτε αυτές διαπραγματεύονταν μαζί της για την απευθείας ανάθεση σε αυτήν του έργου της διαχείρισης των πλοίων τους. Επιπλέον, στα πλαίσια του ίδιου δευτέρου προσθέτου λόγου έφεσης, διατείνεται ότι οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες εταιρείες εκμεταλλεύθηκαν ευαίσθητα και μη κοινοποιούμενα οικονομικά, επιχειρηματικά και τεχνικά στοιχεία της ενάγουσας και των ανωτέρω εταιρειών του ομίλου και την προσωπική εργασία του εκπροσώπου και των υπαλλήλων αυτών και τη χρήση των γραφείων της ενάγουσας ως έδρα της διαχείρισης, ενώ εξ αρχής δεν είχαν καμία πρόθεση να τηρήσουν την αρχή της συναλλακτικής ευθύτητας και γι’ αυτό την 1.4.2016 απέλειψαν και τη διαλυτική αίρεση από τις επτά συμβάσεις ανάθεσης. Εν τούτοις, τα επιχειρηματικά της στοιχεία, όπως απεδείχθη, διέθεσε η ενάγουσα, όχι στις επτά πρώτες εναγόμενες, αλλά στην όγδοη εναγομένη, δυνάμει συμβάσεως που είχε καταρτίσει με αυτήν. Επιπλέον, δεν ήταν οι επτά πρώτες εναγόμενες, οι οποίες χρησιμοποίησαν τα γραφεία της, αλλά η όγδοη εναγομένη, στην οποία οι εναγόμενες πλοιοκτήτριες είχαν αναθέσει κατόπιν διαγωνισμού τη διαχείριση των πλοίων τους. Ούτε προσωπική εργασία παρείχαν οι υπάλληλοι και ο νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας στις επτά πρώτες εναγόμενες. Όλες οι υπηρεσίες παρασχέθηκαν από την ενάγουσα στην όγδοη εναγομένη, δυνάμει μεταξύ τους συμβάσεως. Ενόψει των ανωτέρω, κρίνεται αβάσιμη η ένδικη αγωγή, καθ ‘ο μέρος η ενάγουσα, επικαλούμενη παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των νομίμων εκπροσώπων των επτά πρώτων εναγομένων, αξιώνει όπως αναγνωρισθεί ότι και αυτές ενέχονται εις ολόκληρον με τους όγδοη, ένατο και δέκατο των εναγομένων σε αποκατάσταση της ζημίας, που υπέστη, από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των ανωτέρω ογδόης, ενάτου και δεκάτου των εναγομένων.

Κατόπιν των ανωτέρω, μη υπάρχοντος ετέρου λόγου έφεσης προς διερεύνηση, πρέπει γενομένων δεκτών των ανωτέρω λόγων έφεσης της όγδοης και ενάτου των εναγομένων και των ανωτέρω λόγων έφεσης και προσθέτων επ’ αυτής λόγων έφεσης της ενάγουσας, όπως ειδικότερα αναλύεται στο σκεπτικό της παρούσας, απορριπτομένων των ενδίκων εφέσεων και των προσθέτων λόγων επί της πρώτης ένδικης έφεσης, κατά τα λοιπά, ως αβασίμων στην ουσία τους, πρέπει, για το ενιαίο της απόφασης, παρά το μη συνολικά καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής [σχετικά ΕΑ 13102/1988 Τ.Ν.Ο. ΝΟΜΟΣ με εκεί παραβολή σε ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 1985.642 η οποία αφορά καταψηφηστικώς ασκηθείσες αγωγές], να εξαφανισθεί στο σύνολό της η εκκαλουμένη με αριθμό 2367/2022 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εξεδόθη με την τακτική διαδικασία, δηλαδή και καθ’ο μέρος αναγνώρισε ότι η όγδοη και ένατος των εναγομένων, ενεχόμενοι εις ολόκληρον, οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστη, το ποσό των ευρώ 10.000 και αφού το παρόν Δικαστήριο κρατήσει την υπόθεση και δικάσει την ένδικη αγωγή (άρθρο 535 ΚΠολΔ), η οποία τυγχάνει νόμιμη, ως θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 297, 298, 299, 330, 340, 345, 346, 361, 455 επ. 480, 481, 681, 676, 649, 713 επ. 914, 919, 926, 932  ΑΚ, 70 και 176 ΚΠολΔ και επαρκώς ορισμένη, πλην (α) του αιτήματος όπως αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων όπως της καταβάλουν, ενεχόμενοι εις ολόκληρον, ως αποζημίωση αυτής ατομικά και ως εκδοχέας των εταιρειών ………….., το ποσό των ευρώ 495.000, νομιμοτόκως, καθώς επίσης χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη αυτή εκ ποσού ευρώ 100.000, κατά την κύρια βάση της αγωγής, καθ’ο μέρος η ενάγουσα επικαλείται ότι οι εναγόμενοι μετήλθαν απάτη σε βάρος της (άρθρα 386 ΠΚ και 147 ΑΚ σε συνδυασμό με άρθρο 914 ΑΚ), και (β) της πρώτης επικουρικής βάσης της ένδικης αγωγής, καθ’ο  μέρος ζητείται όπως οι επτά πρώτες εναγόμενες υποχρεωθούν, ισομερώς, στην καταβολή του ποσού των ευρώ 495.000, ως αποζημίωση, με την επίκληση ως νομίμου λόγου ευθύνης την αντισυμβατική συμπεριφορά αυτών και δη την καταγγελία της σύμβασης, αιτήματα τα οποία τυγχάνουν μη νόμιμα, ως αναλύεται ανωτέρω και περαιτέρω (γ) του αιτήματος όπως υποχρεωθεί η όγδοη εναγομένη στην καταβολή του ποσού των ευρώ 330.000 ως αποζημίωση με την επίκληση ως νομίμου λόγου ευθύνης την αντισυμβατική συμπεριφορά αυτής και δη την καταγγελία της σύμβασης που την συνέδεε με τις ανωτέρω εταιρείες …………, την οποία η ενάγουσα αξιώνει ως εκδοχέας των εν λόγω απαιτήσεων, αίτημα το οποίο τυγχάνει αόριστο, και εκ του λόγου τούτου απορριπτέο, ως αναλύεται ανωτέρω, ακολούθως να απορριφθεί αυτή ως αβάσιμη στην ουσία της καθ’ο μέρος εγείρεται κατά των επτά πρώτων εναγομένων εταιρειών και να γίνει δεκτή, ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της κατά τα λοιπά και δη (α) να υποχρεωθεί η όγδοη εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριάντα ενός χιλιάδων πεντακοσίων [31.500] ευρώ, νομιμοτόκως από την 22.4.2016 και (β) να αναγνωρισθεί ότι οι όγδοη, ένατος και δέκατος των εναγομένων, ενεχόμενοι εις ολόκληρον, οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των εκατόν σαράντα πέντε χιλιάδων διακοσίων είκοσι ευρώ και σαράντα επτά λεπτών [145.220,47 ευρώ], νομιμοτόκως η όγδοη και ένατος των εναγομένων από την 25.4.2017, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς την οποία δεν επλήγη με λόγο έφεσης υπ’ αυτών και όσον αφορά στον δέκατο των εναγομένων, νομιμοτόκως από της επομένης ημέρας της οχλήσεως και δη από την επομένη ημέρα της επιδόσεως σε αυτόν της από 25.3.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./24.4.2017 αγωγής, την οποία η ενάγουσα ήγειρε σε βάρος του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Ενόψει της εν μέρει παραδοχής της κύριας βάσης της αγωγής, παρέλκει η εξέταση της τρίτης επικουρικής βάσης της αγωγής, εφόσον αυτή ασκήθηκε επικουρικά, ήτοι υπό την αίρεση απόρριψης της κύριας βάσης της αγωγής, η οποία έγινε εν μέρει δεκτή στην ουσία της (ΑΠ 1493/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατόπιν της εν μέρει αποδοχής αμφότερων των ενδίκων εφέσεων, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση των προκαταβληθέντων, κατά τα άνω, παραβόλων, υπό των εκκαλούντων, κατά την έγερση των ένδικων εφέσεων στους εκκαλούντες (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε` ΚΠολΔ). Ενόψει του ότι, με την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, εξαφανίζεται και η διάταξη περί της δικαστικής δαπάνης, με αποτέλεσμα να παρέλκει η εξέταση του δωδεκάτου λόγου έφεσης της ενάγουσας, πρέπει η ενάγουσα, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρα 63, 68 και 69 του Κώδικα περί Δικηγόρων), να καταδικασθεί στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης των επτά πρώτων εναγομένων, αμφότερων των βαθμών δικαιοδοσίας και η όγδοη, ένατος και δέκατος των εναγομένων να υποχρεωθούν, λόγω της εν μέρει ήττας τους, να καταδικασθούν στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας – εφεσιβλήτου – εκκαλούσας, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 183, 178 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρα 63, 68 και 69 του Κώδικα περί Δικηγόρων), κατά τα αναλυτικώς οριζόμενα στο  διατακτικό της παρούσας. Τέλος, πρέπει  να καθοριστεί το προκαταβλητέο παράβολο ερημοδικίας του δεκάτου των εφεσιβλήτων της έφεσης της ενάγουσας και δεκάτου των καθ’ ων οι πρόσθετοι λόγοι επ’ αυτής της εφέσεως – δεκάτου εναγομένου (άρθρο 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την από 29.8.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……./29-8-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……../9.9.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση, το από 16.3.2023 (αρ. εκθ. καταθ. δικ. ……../17.3.2023) δικόγραφο προσθέτων λόγων επ’ αυτής και την από 19.9.2022 (αρ. εκθ. καταθ. ενδ. μέσου ……./29.9.2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……./6.12.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση.

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του δεκάτου εφεσιβλήτου της από 29.8.2022 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ενδίκου μέσου ……/29-8-2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ……../9.9.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) εφέσεως και δεκάτου καθ’ου του από 16.3.2023 (αρ. εκθ. καταθ. δικ. ………./17.3.2023) δικογράφου προσθέτων λόγων έφεσης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας του δεκάτου των εφεσιβλήτων η πρώτη κρινόμενη έφεση και καθ’ου οι πρόσθετοι επ’ αυτής λόγοι, …………., σε διακόσια ενενήντα (290) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ αμφότερες τις ανωτέρω εφέσεις και τους προσθέτους λόγους επί της πρώτης εφέσεως τυπικά και εν μέρει στην ουσία τους, κατά τα ειδικότερα στο σκεπτικό.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή των παραβόλων που προκατέθεσαν οι εκκαλούντες σε αυτούς.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη με αριθμό 2367/2022 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εξεδόθη κατά την τακτική διαδικασία.

ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την από 22.2.2019 (με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/933/4.3.2019) αγωγή, η οποία ηγέρθη ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 22.2.2019 (με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/4.3.2019) αγωγή ως προς τους πρώτη, δεύτερη, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη και εβδόμη των εναγομένων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανωτέρω από 22.2.2019 (με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/4.3.2019) αγωγή, κατά τα λοιπά, ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της ως προς τους όγδοη, ένατο και δέκατο των εναγομένων.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την όγδοη εναγομένη ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «……», να καταβάλει στην ενάγουσα ναυτική εταιρεία με την επωνυμία “………” (…………..), το ποσό των τριάντα ενός χιλιάδων πεντακοσίων [31.500] ευρώ, νομιμοτόκως από την 22.4.2016.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι ο ένατος εναγόμενος ………, ο δέκατος εναγόμενος …….. και η όγδοη εναγομένη ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «……….» , εις ολόκληρον ενεχόμενοι, οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα εταιρεία το ποσό των  εκατόν σαράντα πέντε χιλιάδων διακοσίων είκοσι ευρώ και σαράντα επτά λεπτών [145.220,47 ευρώ], νομιμοτόκως η όγδοη και ο ένατος των εναγομένων από την 25.4.2017 και ο δέκατος των εναγομένων, νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της επιδόσεως σε αυτόν της από 25.3.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/24.4.2017 αγωγής, την οποία η ενάγουσα ήγειρε σε βάρος του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ενάγουσα στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης και έβδομης των εναγομένων, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των είκοσι εννέα χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα πέντε (29.775,00) ευρώ.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την όγδοη, τον ένατο και τον δέκατο των εναγομένων στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των έξι χιλιάδων επτακοσίων εξήντα δύο (6.762,00) ευρώ, επιπλέον δε των ανωτέρω, καταδικάζει την όγδοη των εναγομένων στην καταβολή στην ενάγουσα ως δικαστική δαπάνη το ποσό των χιλίων οκτακοσίων ενενήντα (1.890) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 16/11/2023.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε δε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, με άλλη σύνθεση, λόγω προαγωγής και αναχωρήσεως της Εφέτου, Μαρίας Δανιήλ, αποτελούμενη από τους Δικαστές, Θεώνη Μπούρη, Πρόεδρο Εφετών, Μαρια Παπαδογρηγοράκου και Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτες και με Γραμματέα την T.Λ., δίχως την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, την

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                    Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ