Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 96/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αριθμός  96/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

………………………

           Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Γ. Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΊΑ

ΣΚΈΦΤΗΚΕ ΣΎΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

          Οι υπό κρίση εφέσεις: α) από 18-5-2017 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. Πρωτ. Πειραιά ……../ Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. Εφετ. Πειραιά ……..(στο εξής: Α’ έφεση) και β) από 25-5-2017 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. Πρωτ. Πειραιά ……../ Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. Εφετ. Πειραιά ……..(στο εξής: Β’ έφεση) της εναγομένης και του ενάγοντος αντίστοιχα στην από 23-11-2015 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. ……..αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά της με αριθ. 1479/31-3-2017 οριστικής απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου [το οποίο δίκασε την άνω αγωγή, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από αμοιβές για παροχή εργασίας (άρθρα 677 επ. Κ.Πολ.Δ.) και δέχτηκε αυτήν εν μέρει ως βάσιμη κατ’ ουσία, κατά τα ειδικότερα σ’ αυτήν εκτιθέμενα], ασκήθηκαν σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495 παρ. 1, 496, 498 παρ. 1, 499, 500, 511, 513 παρ. 1 περ. β’, εδάφ. α’, 516 παρ. 1, 517 εδάφ. α’, 518 παρ. παρ. 1 και 2 και 520 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 Ν.4335/2015, δεδομένου ότι: Α) όσον αφορά την Α’ έφεση, η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις 28-4-2017, όπως προκύπτει από τη με ίδια ημερομηνία σχετική σημείωση του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………, επί επικυρωμένου αντιγράφου της άνω απόφασης που προσκομίζει και επικαλείται ο ανωτέρω εκκαλών, ενώ η άνω έφεσή του κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 19-5-2017 και Β) όσον αφορά την υπό στοιχείο β’ άνω έφεση, δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης στον εκκαλούντα και δεν παρήλθε διετία από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής (άρθρο 518 αριθ. 2 Κ.Πολ.Δ.), ενόψει του ότι το πρωτότυπο της άνω έφεσης κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 29-5-2017. Επομένως, οι άνω εφέσεις πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια παραπάνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), συνεκδικαζόμενες λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, διότι έτσι επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρ. 246, 524 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, Εφ.Λαμ. 5/2015, Τ.Ν.Π. Νόμος). Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό της άσκησης των άνω εφέσεων δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου από τους εκκαλούντες, λόγω της φύσης της προκείμενης διαφοράς ως εργατικής (άρθρο 495 παρ. 4 εδάφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ. – Εφ.Πειρ. 6/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Με την υπό κρίση αγωγή, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου της, ο ενάγων και ήδη Β’ εκκαλών εκθέτει ότι είναι διπλωματούχος πολιτικός μηχανικός του Ε.Μ.Π. και αναλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την επίβλεψη εργασιών κατασκευής δημοσίων και ιδιωτικών έργων σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Ότι στα πλαίσια των άνω δραστηριοτήτων του  συνήψε με τον εναγόμενο (εργολήπτη δημοσίων έργων και ανάδοχο, μεταξύ άλλων, του δημοσίου έργου «Κατασκευή Αρτοποιείου στην ΠΕ /79 ΑΔΤΕ στο στρατόπεδο Καπετάν Λαχανά στο Κοκκάρι της νήσου Σάμου») την από 1-7-2010, σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών, με την οποία ο εναγόμενος του ανέθεσε, υπό την άνω ιδιότητά του, τη γενική επίβλεψη του παραπάνω έργου. Ότι η διάρκεια της άνω σύμβασης ορίστηκε ετήσια (από 1-7-2010 έως 30-6-2011), με συμφωνημένη κατ’ αποκοπήν αμοιβή 24.000,00 ευρώ, πλέον 20% παρακράτηση φόρου, πλέον αναλογούντος Φ.Π.Α, σταδιακά καταβαλλόμενης, ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών και την είσπραξη των πιστοποιήσεων από τον εργοδότη (εναγόμενο). Ότι ο ίδιος παρείχε, σύμφωνα με την άνω σύμβαση, τις υπηρεσίες που του ανατέθηκαν, πλην όμως, αστάθμητοι παράγοντες επέβαλαν: α) τη διαδοχική παράταση μέχρι και την 30-9-2013 του χρόνου παράδοσης του έργου, η οποία εγκρίθηκε από τον κύριο του έργου (το Γενικό Επιτελείο Στρατού), β) την επέκταση του συμβατικού αντικειμένου του έργου, με την υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης μεταξύ Γ.E.Σ. και εναγόμενου, ποσού 124.141,60 ευρώ, για να εκτελεσθούν πρόσθετες, πλην αναγκαίες, εργασίες που δεν είχαν αρχικά προβλεφθεί και γ) την εκτέλεση πρόσθετων και απαραίτητων για το άνω έργο αποστραγγιστικών εργασιών προϋπολογισμού 68.996,80 ευρώ, τις οποίες ανέθεσε το Γ.Ε.Σ. στον εναγόμενο. Ότι ενόψει των ανωτέρω μεταβολών στις 30-6-2011 ο ίδιος συμφώνησε άτυπα με τον εναγόμενο τη χρονική επέκταση της μεταξύ τους σύμβασης, ώστε να συνεχίσει για 12 ακόμα μήνες τη γενική επίβλεψη του έργου έναντι μηνιαίας αμοιβής 2.500,00 ευρώ, πλέον καταβλητέας παρακράτησης φόρου, πλέον αναλογούντος Φ.Π.Α. Ότι η παροχή των άνω υπηρεσιών του στον εναγόμενο συνεχίστηκε μέχρι την 3-4-2013, οπότε λύθηκε η μεταξύ τους σύμβαση, με νεότερη μεταξύ τους συμφωνία. Ότι τελικά ο εναγόμενος παρέδωσε προσηκόντως το άνω έργο και η αρμόδια υπηρεσία του Γ.Ε.Σ. προχώρησε στην ανεπιφύλακτη παραλαβή του και παράλληλα εξόφλησε πλήρως τον εναγόμενο (ανάδοχο). Ότι για όλες τις υπηρεσίες επίβλεψης που παρείχε ο ίδιος στα πλαίσια της άνω σύμβασης ο εναγόμενος του κατέβαλε μόνο το ποσό των 12.500,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α, ενώ εξακολουθεί να του οφείλει: α) για το χρονικό διάστημα 1-7-2010 έως 30-6-2011 το (υπόλοιπο) ποσό των 17.500,00 ευρώ και β) για το μετέπειτα χρονικό διάστημα (1-7-2011 έως 3-4-2013), μετ’ αφαίρεση 280 ημερών εργασίας κατά τις οποίες διακόπηκαν νόμιμα οι εργασίες, το ποσό των 35.000,00 ευρώ, ήτοι συνολικά του οφείλει για την επίβλεψη του έργου το ποσό των 52.500,00 ευρώ. Ότι επιπρόσθετα, κατόπιν άτυπης συμφωνίας του με τον εναγόμενο στις αρχές Ιουνίου του 2010, ανέλαβε και καθήκοντα συντονιστή ασφαλείας και υγείας κατά την εκτέλεση του άνω έργου κατά το χρονικό διάστημα από αρχές Ιουνίου 2010 έως 3-4-2013, με συμφωνημένη αμοιβή 150,00 ευρώ ανά μήνα, πλέον Φ.Π.Α. και ότι για τις υπηρεσίες του αυτές κατά το άνω χρονικό διάστημα, μετ’ αφαίρεση 280 ημερών εργασίας κατά τις οποίες διακόπηκαν νόμιμα οι εργασίες, ο εναγόμενος εξακολουθεί να του οφείλει το ποσό των (27 μήνες Χ 150,00 ευρώ) 4.050,00 ευρώ. Ότι, επιπλέον, από τις αρχές Δεκεμβρίου του 2010 οπότε αποχώρησε από το έργο ο επιβλέπων τις ηλεκτρομηχανολογικές εργασίες ηλεκτρολόγος μηχανικός ….., κατόπιν άτυπης συμφωνίας του με τον εναγόμενο, ανέλαβε και την επίβλεψη των ηλεκτρομηχανολογικών εργασιών, υπηρεσίες για τις οποίες ο εναγόμενος συμφώνησε να του καταβάλλει μηνιαίως το ποσό των 700,00 ευρώ, πλέον  Φ.Π.Α. Ότι για τις πρόσθετες αυτές υπηρεσίες επίβλεψης ηλεκτρομηχανολογικών εργασιών που παρείχε κατά το χρονικό διάστημα από αρχές Δεκεμβρίου του 2010 έως τον Απρίλιο 2013, μετ’ αφαίρεση 280 ημερών κατά τις οποίες διακόπηκαν νόμιμα οι εργασίες, ο εναγόμενος εξακολουθεί να του οφείλει το ποσό των 13.300,00 ευρώ (19 μήνες Χ 700,00 ευρώ). Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων, μετά από παραδεκτό περιορισμό του αιτήματός του, που έγινε με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του πριν την έναρξη της προφορικής συζήτησης της ουσίας της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, η οποία καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, καθώς και στις πρωτόδικες προτάσεις του, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, ζητεί να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει για λογαριασμό του στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (Τ.Ε.Ε), με βάση τις ανωτέρω συμβάσεις, το συνολικό ποσό των (17.500,00 + 35.000,00 + 4.050,00 + 13.300) 69.850 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της από 8-10-2014 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ….. προηγούμενης όμοιας αγωγής του που απορρίφθηκε με τη με αριθ. 3592/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (επίδοσης που εν προκειμένω επέχει θέση όχλησης), άλλως από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επικουρικά, για την περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι οι ανωτέρω συμβάσεις τυγχάνουν άκυρες ή ακυρώσιμες, ζητεί να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει τα άνω ποσά στο Τ.Ε.Ε. για λογαριασμό του, σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, αφού τα ποσά αυτά ο εναγόμενος θα τα κατέβαλλε σε άλλο πρόσωπο των ιδίων προσόντων για την εκτέλεση του ανωτέρω έργου, μη καταβάλλοντας δε την αμοιβή του (ενάγοντος), εξοικονόμησε την ανωτέρω δαπάνη και επαύξησε την περιουσία του με αντίστοιχη (ισόποση) ζημία του (ενάγοντος) χωρίς νόμιμη αιτία. Την καταβολή δε των άνω ποσών ζητεί, στην περίπτωση αυτή, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη που το καθένα από τα κονδύλια κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ήτοι, από την 1η ημέρα του επόμενου μήνα από την παροχή των υπηρεσιών του, άλλως από την επομένη της επίδοσης της προηγούμενης άνω όμοιας αγωγής του, άλλως από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Ζητεί ακόμη να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του,  αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, ως στηριζόμενη: α) κατά την κύρια βάση της, στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 681 επ. Α.Κ, 2 παρ. 4 και 5 του Β.Δ. από 30/31 Μαΐου 1956 «περί κανονισμού του τρόπου καταβολής της αμοιβής των μηχανικών εν γένει» (ως ίσχυαν πριν το Ν. 3919/2011), 68, 70, 176, 191 παρ. 2 και 218 Κ.Πολ.Δ. και β) κατά την επικουρική βάση της στις ανωτέρω διατάξεις καθώς και σ’ αυτές των άρθρων 3, 174, 180, σε συνδυασμό με το άρθρο 904 επ. Α.Κ, ακολούθως δέχθηκε αυτήν εν μέρει ως βάσιμη και κατ’ ουσία (και δη για υπόλοιπο αμοιβής γενικών υπηρεσιών επίβλεψης 8.300,00 ευρώ για το διάστημα από 1-7-2010 έως 30-6-2011 και 29.500,00 ευρώ για το διάστημα από 1-7-2011 έως 3-4-2013 και για υπόλοιπο αμοιβής υπηρεσιών συντονιστή ασφαλείας 3.570,00 ευρώ για το διάστημα από αρχές Ιουνίου 2010 έως 3-4-2013, αντί των αιτούμενων για τις άνω αιτίες ποσών 17.500,00, 35.000,00 και 4.050,00 ευρώ αντίστοιχα, ενώ απέρριψε ως αβάσιμο κατ’ ουσία το κονδύλι αμοιβής υπηρεσιών επίβλεψης ηλεκτρομηχανολογικών εργασιών), αναγνώρισε ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλλει στο Τ.Ε.Ε. για λογαριασμό του ενάγοντος για τις άνω αιτίες το συνολικό ποσό των (8.300,00 + 29.500,00 + 3.570,00) 41.370,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της από 8-10-2014 προηγούμενης άνω όμοιας αγωγής του και καταδίκασε τον εναγόμενο στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία προσδιόρισε στο ποσό των 1.400,00 ευρώ. Κατά της άνω απόφασης παραπονούνται οι εκκαλούντες με τις κρινόμενες εφέσεις, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε εσφαλμένη εκτίμηση των σχετικών αποδείξεων και ζητούν, ο μεν εκκαλών στην Α έφεση, να εξαφανιστεί η απόφαση αυτή κατά το μέρος που δέχεται την αγωγή εναντίον του, ώστε η αγωγή να απορριφθεί στο σύνολό της, ο δε εκκαλών στη Β έφεση να εξαφανιστεί η απόφαση αυτή κατά το μέρος της που απορρίπτει την αγωγή του ως προς τα αναφερόμενα κονδύλια, ώστε η αγωγή του να γίνει δεκτή και ως προς αυτά.

Η σύμβαση με την οποία ανατίθεται σε μηχανικό η εκπόνηση μελέτης και η επίβλεψη οικοδομικού έργου, φέρει τον χαρακτήρα της μίσθωσης έργου, βάσει της οποίας ο μηχανικός αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο, εκπονώντας την αναληφθείσα μελέτη και επιβλέποντας τις οικοδομικές εργασίες (Α.Κ. 681) και δικαιούται να λάβει τη συμφωνημένη αμοιβή (Α.Κ. 694). Την αμοιβή, σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ. 48/1994, μπορεί να αξιώσει είτε το Τεχνικό Επιμελητήριο, ως υποκαθιστάμενο στα δικαιώματα του μηχανικού κατά τις διατάξεις του β.δ. της 30/31-5-1956 και του άρθρου 2 παρ. 2 του π.δ 242/1984, είτε ο ίδιος ο μελετητής και επιβλέπων μηχανικός (Α.Ε.Δ. 26/1993, Α.Π. 1415/2005). Περαιτέρω, στο δικόγραφο της αγωγής, με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση αμοιβής για την επίβλεψη οικοδομικού έργου, πρέπει, σύμφωνα με τα άρθρα 118, 216 και 680 Κ.Πολ.Δ. να περιέχονται όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για τη θεμελίωσή της και την ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, δηλαδή η κατάρτιση της σύμβασης κατά τα ουσιώδη στοιχεία της, η εκτέλεση του έργου που ανατέθηκε (επίβλεψη), η παράδοση του τελευταίου και η αμοιβή που συμφωνήθηκε ή που από τον νόμο προκύπτει, καθώς και όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από τον νόμο για τον προσδιορισμό της αμοιβής του μηχανικού και, εφόσον πρόκειται για περισσότερες εργασίες ή έργα που αμείβονται με διαφορετικό τρόπο το καθένα, να παρατίθεται πίνακας των επί μέρους εργασιών ή έργων με την αμοιβή που δικαιούται για κάθε εργασία ή έργο και με το άθροισμα των αμοιβών αυτών και να γίνεται επίκληση των στοιχείων που απαιτούνται για τον υπολογισμό κάθε αμοιβής (Α.Π. 535/2018, Α.Π. 1152/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον τέταρτο λόγο της Α’ έφεσης ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου η εκκαλούμενη δεν απέρριψε την κρινόμενη αγωγή ως αόριστη, αφού γίνεται μεν επίκληση σ’ αυτήν ότι σύμφωνα με τον όρο 4 της επίδικης σύμβασης η αμοιβή του ενάγοντος θα καταβάλλεται σταδιακά με την πρόοδο των εργασιών του έργου, με απαραίτητη προϋπόθεση την προηγούμενη είσπραξη από τον ίδιο (εργοδότη) των εκάστοτε πιστοποιήσεων για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα, ήτοι εξαρτήθηκε η καταβολή της αμοιβής του ενάγοντος από τη θετική πλήρωση της άνω αναβλητικής αίρεσης, πλην όμως, πέραν της γενικόλογης αναφοράς περί εξόφλησης από τον κύριο του έργου των εγκεκριμένων λογαριασμών, δεν προσδιορίζονται επακριβώς σ’ αυτήν (αγωγή) ποιες πιστοποιήσεις έχουν εξοφληθεί, πότε και για ποιο χρονικό διάστημα, με συνέπεια να μη δύναται να διαγνωστεί ποια είναι η ληξιπρόθεσμη και δικαστικά επιδιώξιμη αμοιβή του ενάγοντος και ποια συνεχίζει να τελεί υπό αναβλητική αίρεση. Ο άνω λόγος έφεσης είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι η προσήκουσα εξόφληση στον ανάδοχο των επιμέρους πιστοποιήσεων εργασιών και των αντίστοιχων λογαριασμών του έργου, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην παραπάνω νομική σκέψη, δεν περιλαμβάνεται στα αναγκαία στοιχεία για το ορισμένο της αγωγής καταβολής αμοιβής μηχανικού για την επίβλεψη οικοδομικού έργου και σε κάθε περίπτωση μπορεί να προκύψει εκ των αποδείξεων, εφόσον αμφισβητηθεί από τον ανάδοχο. Στην προκειμένη περίπτωση άλλωστε, με βάση τα εκτιθέμενα στην αγωγή περιστατικά, πριν από την άσκηση της αγωγής υπήρξε προσήκουσα εξόφληση στον ανάδοχο του συνόλου των πιστοποιήσεων εργασιών και των αντίστοιχων λογαριασμών του έργου που αφορούν το χρονικό διάστημα της παροχής των υπηρεσιών του ενάγοντος. Η εκκαλούμενη απόφαση, που απέρριψε τη σχετική ένσταση (αοριστίας) του εναγομένου, δεν έσφαλε κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου και συνεπώς ο περί του αντιθέτου άνω λόγος έφεσης του εναγομένου, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα προς επίκληση παράβασης νόμου, πρέπει, μετά την συμπλήρωση της αιτιολογίας, να απορριφθεί, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν.

Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης ………, που περιέχεται στα ταυτάριθμα, με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, τις ένορκες καταθέσεις του ανωτέρω μάρτυρα και της μάρτυρος ανταπόδειξης ……… που περιέχονται στα με αριθ. 3592/2015 πρακτικά του ιδίου Δικαστηρίου και από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά στη συνέχεια, χωρίς να παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εναγόμενος είναι πολιτικός μηχανικός και εργολάβος ιδιωτικών και δημοσίων έργων. Είναι επίσης ιδρυτής, διευθύνων σύμβουλος και μοναδικός μέτοχος της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «………», η οποία εδρεύει στον … Αττικής, επί της οδού ….. και έχει αντικείμενο την εκτέλεση ιδιωτικών και δημοσίων έργων. Στα πλαίσια της δραστηριότητάς του αυτής ο εναγόμενος συμμετέχει σε διαγωνισμούς του Δημοσίου για την ανάληψη κατασκευής δημοσίων έργων, είτε ατομικά με την ανωτέρω ιδιότητά του, είτε μέσω της άνω ανώνυμης εταιρίας του, είτε μέσω κατασκευαστικών κοινοπραξιών που συστήνει κατά καιρούς με άλλους εργολάβους δημοσίων έργων που έχουν πτυχία διαφορετικής κατηγορίας. Η έδρα του ως ατομικού εργολήπτη, καθώς και η έδρα των άνω κατασκευαστικών κοινοπραξιών στις οποίες μετέχει βρίσκεται στα γραφεία της άνω εταιρίας του (…….), η οποία επί της ουσίας αναλαμβάνει με υπεργολαβίες την κατασκευή των έργων που ο ίδιος αναλαμβάνει σε σύμπραξη με άλλους εργολήπτες.  Ο ενάγων είναι κι αυτός διπλωματούχος πολιτικός μηχανικός και με την ιδιότητά του αυτή υπήρξε μόνιμος συνεργάτης του εναγόμενου από τον Απρίλιο 2006 έως 3-4-2013. Συγκεκριμένα, ήταν ο πολιτικός μηχανικός της άνω εταιρίας του εναγομένου σε διάφορα έργα με ανάδοχο είτε τον εναγόμενο, είτε την άνω εταιρία του, είτε τις διάφορες κατασκευαστικές κοινοπραξίες στις οποίες ο τελευταίος μετείχε [βλ. χαρακτηριστικά περί τούτου τον όρο 1 της αρχικής μεταξύ τους από 1-4-2006 σύμβασης παροχής υπηρεσιών ορισμένου χρόνου, ο οποίος επαναλαμβάνεται στην από 1-4-2008 ιδίου περιεχομένου μεταξύ τους σύμβαση, κατά τον οποίο «Η εταιρία …. αναθέτει στον Συνεργάτη την Γενική Επίβλεψη έργων Πολιτικού Μηχανικού που αφορούν την κατασκευή από αυτήν διαφόρων τεχνικών έργων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Ο Συνεργάτης θα παρέχει οποιεσδήποτε υπηρεσίες είναι απαραίτητες στο Εργοτάξιο για την τεχνικά και χρονικά άρτια εκτέλεση του εκάστοτε έργου, καθώς και οποιεσδήποτε γραφικές υπηρεσίες είναι απαραίτητες για την περαίωση των έργων και την παράδοσή τους στην εργοδοτούσα αρχή»]. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, δυνάμει της από 14-8-2009 σύμβασης μεταξύ του εναγομένου ως φυσικού προσώπου – εργολήπτη δημοσίων έργων και της 736 Διεύθυνσης Στρατιωτικών Έργων [προϋπολογισμού 947.399,91 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. (23%) ποσού 108.992,91 ευρώ] ο εναγόμενος ανέλαβε την κατασκευή του έργου «Κατασκευή Αρτοποιείου στην ΠΕ/79 ΑΔΤΕ», στο στρατόπεδο «Καπετάν Λαχανά» στο Κοκκάρι της νήσου Σάμου. Κατά τον όρο 7 της άνω σύμβασης, αυτή διέπεται από τις διατάξεις των νόμων 1418/1984, 3669/2008 και του π.δ. 609/1985 περί δημοσίων έργων, ενώ, κατά τον  όρο 12 της ίδιας σύμβασης, ο ενάγων ορίζεται αντίκλητος του εναγομένου, παράλληλα δε ο τελευταίος όρισε τον ενάγοντα ως πολιτικό μηχανικό επί τόπου στο έργο (εργοταξιάρχη), σύμφωνα με τη σχετική απαίτηση της διακήρυξης. Το άνω έργο, παρά το ότι η σχετική σύμβαση εργολαβίας υπεγράφη στις 14-8-2009, λόγω ιδιαίτερων τοπικών συνθηκών άρχισε να κατασκευάζεται από τον εναγόμενο από Ιούλιο 2010, με τη σύμφωνη γνώμη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Ωστόσο, αμέσως μετά την υπογραφή της από 14-8-2009 άνω σύμβασης κατασκευής δημοσίου έργου, ο εναγόμενος και ο ενάγων άρχισαν να ασχολούνται με αυτό, δεδομένου ότι το άρθρο 5 της άνω σύμβασης προέβλεπε προθεσμίες έναρξης και περάτωσης αυτού, συνοδευόμενες από σημαντικές ποινικές ρήτρες. Μάλιστα, εξαιτίας του γεγονότος ότι επρόκειτο για δημόσιο έργο και κατόπιν σχετικής απαίτησης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, υπεγράφη μεταξύ του εναγομένου και του ενάγοντος – ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, ήταν μόνιμος συνεργάτης πολιτικός μηχανικός του πρώτου, η από 1-7-2010 σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών ορισμένου χρόνου, με βάση την οποία ο εναγόμενος ανέθεσε στον ενάγοντα τη γενική επίβλεψη της εκτέλεσης του προαναφερθέντος έργου. Η διάρκεια της σύμβασης αυτής ορίστηκε ετήσια (1-7-2010 έως 30-6-2011), με συμφωνημένη κατ’ αποκοπήν αμοιβή ποσού 24.000,00 ευρώ, πλέον αναλογούσας παρακράτησης φόρου, πλέον Φ.Π.Α, σταδιακά καταβαλλόμενης, ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών και την είσπραξη για το αντίστοιχο διάστημα των σχετικών πιστοποιήσεων από τον εναγόμενο εργοδότη. Το άνω έργο είχε αρχικά συμφωνηθεί να περατωθεί εντός 300 εργασίμων και μη ημερών από την υπογραφή της από 14-8-2009 σύμβασης, πλην όμως αστάθμητοι παράγοντες επέβαλαν την καθυστέρηση στην έναρξη των εργασιών, οι οποίες τελικά ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2010, για το λόγο αυτό άλλωστε η άνω σύμβαση υπογράφηκε από τους διαδίκους την 1-7-2010, αν και ο ενάγων, όπως προαναφέρθηκε, είχε οριστεί αντίκλητος του εναγομένου – αναδόχου ήδη με την από 14-8-2009 άνω σύμβαση. Τελικά, το Γενικό Επιτελείο Στρατού, ως κύριος του έργου, ενέκρινε διαδοχική παράταση του καθορισμένου χρόνου παράδοσης του έργου μέχρι και την 30-9-2013 και προχώρησε στην υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης με τον εναγόμενο, με την παράλληλη επέκταση και του συμβατικού αντικειμένου κατά το ποσό των 124.141,60 ευρώ, για να εκτελεσθούν πρόσθετες, πλην αναγκαίες, εργασίες που δεν είχαν προβλεφθεί, ενώ ανέθεσε στον εναγόμενο και την κατασκευή πρόσθετων αποστραγγιστικών έργων προϋπολογισμού 68.996,80 ευρώ. Ενόψει των νέων αυτών περιστάσεων οι διάδικοι συμφώνησαν άτυπα τη χρονική επέκταση της μεταξύ τους σύμβασης που έληγε στις 30-6-2011, ώστε ο ενάγων να μπορεί να συνεχίσει τα καθήκοντα επίβλεψης του έργου, έναντι μηνιαίας αμοιβής 2.500,00 ευρώ, πλέον αναλογούντος Φ.Π.Α. Η συμφωνία παράτασης της παροχής των άνω υπηρεσιών του ενάγοντος (τρίτου) προς τον εναγόμενο εργολάβο καταρτίστηκε έγκυρα προφορικά και δεν απαιτείτο να περιληφθεί τον έγγραφο τύπο (π.ρ.β.λ. Α.Π. 119/2013, Εφ.Λαρ. 92/2016, Εφ.Ευβ. 37/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), κάτι που δεν ζητήθηκε άλλωστε από τον κύριο του έργου. Ο ενάγων εκτέλεσε προσηκόντως τις ανατεθειμένες σ’ αυτόν εργασίες έως την 3-4-2013, όποτε λύθηκε η μεταξύ των διαδίκων σύμβαση, με νεότερη μεταξύ τους συμφωνία, εξαιτίας της περιστολής του κύκλου εργασιών του εναγομένου. Το άνω έργο παραδόθηκε κανονικά στον κύριο αυτού (Γ.Ε.Σ.) που το παρέλαβε και ο εναγόμενος έλαβε ως αμοιβή το συνολικό ποσό των 983.818,97 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι για το χρονικό διάστημα απασχόλησής του μέχρι την 30-6-2011, οπότε έληξε η διάρκεια της από 1-7-2010 έγγραφης σύμβασής του, ο ενάγων δικαιούταν συνολική κατ’ αποκοπήν αμοιβή 24.000,00 ευρώ (καθαρά), πλέον παρακράτησης φόρου (20%), πλέον Φ.Π.Α. (23%), ήτοι συνολικά (24.000,00 + 4.800,00 + 5.520,00) 34.320,00 ευρώ. Ο ισχυρισμός του με τον πρώτο λόγο της έφεσής του ότι η παρακράτηση φόρου επί της άνω συμφωνηθείσας κατ’ αποκοπήν αμοιβής του δεν ανέρχεται σε 4.800,00 ευρώ, όπως, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, αλλά σε 6.000,00 ευρώ, διότι έπρεπε να υπολογιστεί επί της ακαθάριστης και όχι επί της καθαρής αμοιβής του, σύμφωνα με το άρθρο 4 της από 1-7-2010 σύμβασης παροχής υπηρεσιών του, είναι απορριπτέος ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού η εκκαλουμένη δεν συμπεριέλαβε την αναλογούσα παρακράτηση φόρου στη συμφωνηθείσα κατ’ αποκοπή αμοιβή συνολικού ποσού 24.000,00 ευρώ, αλλά ορθά υπολόγισε επ’ αυτής την παρακράτηση φόρου 20% στο ποσό των 4.800,00 ευρώ. Αποδείχθηκε ακόμη ότι, έναντι της ανωτέρω οφειλής του ο εναγόμενος έχει καταβάλλει τα εξής ποσά: 1) Σύμφωνα με την ……. απόδειξη παροχής υπηρεσιών του, συνολικού ποσού 15.375,00 ευρώ, το ποσό των 10.000,00 ευρώ (καθαρά), πλέον ποσού 2.875,00 ευρώ Φ.Π.Α. (23%), πλέον ποσού 2.500,00 ευρώ παρακράτηση φόρου [βλ. σχετ. και την …… απόδειξη είσπραξης ποσού 2.875,00 ευρώ (Φ.Π.Α.), την …… απόδειξη είσπραξης ποσού 10.000,00 ευρώ (καθαρή αμοιβή), την από 15-2-2012 βεβαίωση παρακράτησης φόρου της Δ.Ο.Υ. Κορυδαλλού (για τον παρακρατηθέντα φόρο 20% επί του άνω ποσού που απέδωσε ο εναγόμενος στην άνω Δ.Ο.Υ.), σε συνδυασμό και με τις από 11-3-2011 και 26-4-2011 επιταγές της τράπεζας Κύπρου, έκδοσης του εναγομένου, σε διαταγή του ενάγοντος, ποσών 10.000,00 ευρώ και 2.875,00 ευρώ αντίστοιχα] και 2) Σύμφωνα με τις παρακάτω πρόχειρες αποδείξεις είσπραξης, υπογεγραμμένες από τον ίδιο (ενάγοντα): 2.1 6.000,00 ευρώ δυνάμει της από 23-12-2009 απόδειξης πληρωμής, 2.2. 1.000,00 ευρώ στις 18-8-2011, με κατάθεση στον τραπεζικό του λογαριασμό, όπως προκύπτει από το ιδίας ημερομηνίας παραστατικό της .. Τράπεζας, 2.3. 1.000,00 ευρώ στις 10-6-2011, όπως προκύπτει από την ιδίας ημερομηνίας απόδειξη πληρωμής, 2.4. 2.000,00 ευρώ στις 13-9-2011, όπως προκύπτει από την ιδίας ημερομηνίας απόδειξη πληρωμής, 2.5. 2.000,00 ευρώ στις 11-11-2011, όπως προκύπτει από την ιδίας ημερομηνίας απόδειξη πληρωμής και 2.6 2.000,00 ευρώ στις 22-12-2011, όπως προκύπτει από την ιδίας ημερομηνίας απόδειξη πληρωμής. Συνολικά ο ενάγων έλαβε σε μετρητά, έναντι των άνω πρόχειρων αποδείξεων που εξέδωσε, το ποσό των (6.000,00 + 1.000,00 + 1.000,00 + 2.000,00 + 2.000,00 + 2.000,00) 14.000,00 ευρώ. Ο ισχυρισμός του με τις πρωτόδικες προτάσεις του ότι οι καταβολές του εναγομένου στις 10-6-2011 και 18-8-2011, ποσού 1.000,00 ευρώ εκάστη φορά, αφορούν έξοδα στα οποία είχε υποβληθεί για τις ανάγκες του έργου και τα οποία όφειλε να του καταβάλει ο εναγόμενος έναντι της αμοιβής του δυνάμει της μεταξύ τους σύμβασης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος κατ’ ουσία, καθόσον ο ενάγων δεν αναφέρει σε ποια έξοδα υποβλήθηκε έως τις 18-8-2011 και δεν προσκομίζει τις σχετικές αποδείξεις, ενώ η λίστα με τα έξοδα που προσκομίζει αφορά στο χρονικό διάστημα από Ιανουάριο του έτους 2012 και μετά. Άλλωστε, στην από 10-6-2011 απόδειξη πληρωμής αναγράφεται ότι το ποσό των 1.000,00 ευρώ καταβλήθηκε «έναντι λογαριασμού βάσει ιδιωτικού συμφωνητικού Σάμου», εάν δε αφορούσε έξοδα θα το ανέγραφε ρητά, όπως άλλωστε ανεγράφη αυτό στην από 9-11-2010 απόδειξη πληρωμής του ανωτέρω, όπου αναγράφεται ότι κατεβλήθη το ποσό των 4.392,57 ευρώ για εξόφληση εξόδων Σάμου μηνός Σεπτεμβρίου 2010, ποσού 1.789,10 ευρώ και Οκτωβρίου 2010, ποσού 2.603,47 ευρώ. Ο περαιτέρω ισχυρισμός του ενάγοντος με τις πρωτόδικες προτάσεις του ότι η ανωτέρω απόδειξη 6.000,00 ευρώ και το καταβληθέν δυνάμει αυτής ποσό δεν αφορούν το επίδικο έργο αλλά άλλο, το οποίο εκτέλεσε ο ίδιος με εντολή του εναγομένου κατά το χρονικό διάστημα από 1-9-2009 έως 31-12-2009 είναι απορριπτέος πρωτίστως ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας, αφού δεν προσδιορίζεται το άλλο έργο για το οποίο ο ενάγων έλαβε το παραπάνω χρηματικό ποσό. Σε κάθε περίπτωση ο άνω ισχυρισμός είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος κατ’ ουσία, διότι, ναι μεν, όπως προαναφέρθηκε, οι εργασίες στο επίδικο έργο που επέβλεπε ο ενάγων ξεκίνησαν τον Ιούλιο του έτους 2010, οπότε και υπογράφηκε η σχετική σύμβαση μεταξύ των διάδικων μερών, πλην όμως, όπως προαναφέρθηκε, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων και ο εναγόμενος είχαν ξεκινήσει να απασχολούνται στο άνω έργο αμέσως μετά την υπογραφή της από 14-8-2009 σύμβασης (βλ. χαρακτηριστικά το ημερολόγιο εργασιών του έργου, το οποίο από 14-8-2009 έως 31-12-2009 φέρει ημερησίως την υπογραφή του ενάγοντος, το από 22-10-2009 έγγραφο του εναγομένου προς τη 736 ΔΣΕ, με συνημμένη την από 20-10-2009 υπεύθυνη δήλωση του ενάγοντος με την οποία αποδέχεται το διορισμό του ως υπευθύνου των οικοδομικών εργασιών του έργου και το από 29-12-2009 έγγραφο του εναγομένου προς τη 736 ΔΣΕ, με συνημμένο χειρόγραφο σκαρίφημα του ενάγοντος με τα υπόστεγα του έργου). Για τους παραπάνω λόγους πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία η ένσταση εξόφλησης που προέβαλε ο εναγόμενος (416 Α.Κ.) όσον αφορά τα ανωτέρω ποσά (10.000,00 + 2.875,00 + 2.500,00 + 6.000,00 + 1.000,00 + 1.000,00 + 2.000,00 + 2.000,00 + 2.000,00) που ανέρχονται συνολικά σε 29.375,00 ευρώ και να απορριφθεί η αντένσταση καταβολής για άλλη αιτία (422 Α.Κ.) που προέβαλε ο ενάγων για τα ποσά των 1.000,00 ευρώ που έλαβε στις 10-6-2011 και 18-8-2011 και το ποσό των 6.000,00 ευρώ που έλαβε στις 23-12-2009. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεχόμενο ότι ο εναγόμενος δεν έχει καταβάλλει έναντι της άνω οφειλόμενης αμοιβής στον ενάγοντα το τελευταίο ποσό (6.000,00 ευρώ), επειδή αυτό δεν αφορά το επίδικο έργο αλλά άλλο το οποίο εκτέλεσε ο ενάγων με εντολή του εναγομένου κατά το χρονικό διάστημα από 1-9-2009 έως 31-12-2009, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού, ως ουσιαστικά βάσιμου του σχετικού λόγου (πρώτου) της έφεσης του εναγομένου (ωστόσο, κατά τα λοιπά ανωτέρω ποσά καταβολών, καταλήγοντας στην ίδια κρίση με το Δικαστήριο τούτο, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, ως άλλωστε δεν αμφισβητείται). Μετά ταύτα, από την οφειλόμενη αμοιβή στον ενάγοντα έως 30-6-2011 για το άνω έργο, παραμένει ανεξόφλητο υπόλοιπο ύψους (34.320,00 – 29.375,00) 4.945,00 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η αμοιβή του ενάγοντος για τις υπηρεσίες επίβλεψης που παρείχε στο άνω έργο κατά το μετέπειτα χρονικό διάστημα από 1-7-2011 έως 3-4-2013 ανήλθε στο συνολικό ποσό των [11,8 μήνες (ήτοι 21,1 μήνες, αφαιρουμένου του χρονικού διαστήματος 280 ημερών όταν νόμιμα διακόπηκαν οι εργασίες, ήτοι 9,3 μήνες) X 2.500,00 ευρώ] 29.500,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 23% 6.785,00 ευρώ, ήτοι συνολικά 36.285,00 ευρώ. Για τις υπηρεσίες αυτές κατά το άνω διάστημα ο ενάγων εξοφλήθηκε ολοσχερώς από την εταιρία «.. ….» (η οποία στο μεταξύ, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, δυνάμει του από 21-11-2011 ιδιωτικού συμφωνητικού που συνήψε με τον εναγόμενο, υπεισήλθε σε τμήμα της κατασκευής του έργου ως υπεργολάβος), λαμβάνοντας απ’ αυτή 36.900,00 ευρώ, ήτοι ποσό κατά 615,00 ευρώ μεγαλύτερο του οφειλομένου, εκ παραδρομής του λογιστηρίου της. Σχετικά ο ενάγων εξέδωσε στο όνομα της άνω εταιρίας του εναγομένου την υπ’ αριθ. …….. απόδειξη παροχής υπηρεσιών του, συνολικού ποσού 36.900,00 ευρώ (αναλυόμενη ως εξής: 24.000,00 ευρώ καθαρά, 6.000,00 ευρώ παρακράτηση φόρου και 6.900,00 ευρώ Φ.Π.Α.), η οποία εξοφλήθηκε από την άνω εταιρία του εναγομένου ως εξής: 1) Δυνάμει της υπ’ αριθ. …… επιταγής της .. Τράπεζας, ημερομηνίας 28-2-2013, ποσού 10.000,00 ευρώ, που εισπράχθηκε από τον ενάγοντα στις 7-3-2013, όπως προκύπτει από επισυναπτόμενο παραστατικό κίνησης λογαριασμού, 2) Δυνάμει της υπ’ αριθ. ….. επιταγής της τράπεζας …, ποσού 5.000,00 ευρώ, ημερομηνίας 31-12-2012, που εισπράχθηκε από τον ενάγοντα στις 2-1-2013, όπως προκύπτει από αντίστοιχο παραστατικό κίνησης λογαριασμού, 3) Δυνάμει της υπ’ αριθ. …… επιταγής της τράπεζας …, ποσού 10.000,00 ευρώ, με ημερομηνία έκδοσης 25-10-2013, που εισπράχθηκε από τον ενάγοντα στις 25-10-2013, όπως προκύπτει από το επισυναπτόμενο αντίγραφο κίνησης λογαριασμού. 4) Δυνάμει της υπ’ αριθ. .-… επιταγής της Τράπεζας …, ημερομηνίας 31-3-2013, ποσού 5.000,00 ευρώ, που εισπράχθηκε από τον ενάγοντα στις 8-4-2013, όπως προκύπτει από το επισυναπτόμενο αντίγραφο κίνησης λογαριασμού, 5) Με έμβασμα 900,00 ευρώ στις 17-1-2014 στον υπ’ αριθ. ….. λογαριασμό που διατηρούσε ο ενάγων στην τράπεζα …. Bank, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο  αποδεικτικό ηλεκτρονικής συναλλαγής και 6) Με καταβολή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ποσού 6.000,00 ευρώ παρακράτηση φόρου 20% επί της καθαρής αμοιβής του, όπως προκύπτει από την από 14/2/2014 σχετική βεβαίωση. Εξάλλου, η άνω ……. απόδειξη παροχής υπηρεσιών αφορούσε το επίδικο έργο και όχι το έργο «Επισκευές και Επεμβάσεις στα κτίρια που στεγάζονται υπηρεσίες της Νομαρχίας Αθηνών», όπως ο ενάγων αβάσιμα ισχυρίζεται με τις πρωτόδικες προτάσεις του και με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, λαμβανομένου υπόψη του ότι α) ο ενάγων ουδόλως επικαλέστηκε έγγραφη σύμβασή του με την «…….» για το έργο «Επισκευές και επεμβάσεις στα κτίρια που στεγάζονται υπηρεσίες της Νομαρχίας Αθηνών», το οποίο της ανατέθηκε στις 15-1-2009 και το οποίο από 1-1-2011 έως 2-1-2012 τέθηκε σε διακοπή εργασιών, β) οι εργασίες του αμέσως παραπάνω έργου περαιώθηκαν στις 30-6-2012 και ο ενάγων εξοφλήθηκε πλήρως και ολοσχερώς γι’ αυτές, εισπράττοντας το συνολικό ποσό των 46.856,25 ευρώ, όπως προκύπτει i) από την υπ’ αριθ. ……. απόδειξη παροχής υπηρεσιών του για το άνω έργο και τα αποδεικτικά εξόφλησης αυτής, ήτοι την από 19-10-2009 επιταγή ποσού 3.117,19 της τράπεζας …. και την από 20-11-2009 επιταγή της τράπεζας …. ποσού 13.125,00 ευρώ και ii) την υπ’ αριθ. ……… απόδειξη παροχής υπηρεσιών του για το άνω έργο και τα παραστατικά εξόφλησης αυτής, ήτοι τις από 20-4-2010, 30-7-2010 και 23-12-2010 επιταγές της τράπεζας …., ποσών 4.364,06, 12.000,00 και 6.375,00 ευρώ αντίστοιχα και γ) ο μάρτυρας του ενάγοντος ……., στα πλαίσια της εκδίκασης της από 15-1-2015 και με αριθ. κατάθ. …… αγωγής του κατά του εναγομένου και της κατασκευαστικής κοινοπραξίας «………..», σε ερώτηση «για ποιο λόγο διεκόπη η μακροχρόνια συνεργασία των διαδίκων», κατέθεσε ευθέως «διότι ο ….. δεν είχε έργα». Εξάλλου, η παρουσία του ενάγοντος στο έργο «Επισκευές και Επεμβάσεις στα κτίρια που στεγάζονται υπηρεσίες της Νομαρχίας Αθηνών» μετά την περάτωση των εργασιών από τον εναγόμενο στις 30-6-2012, ως και στο έργο «Κατασκευή χλοοτάπητα και στίβου στο γήπεδο ποδοσφαίρου στο ΕΑΚ Κορυδαλλού», μετά την περάτωση των εργασιών από τον εναγόμενο στις 6-3-2009, δικαιολογείται από τα ενδιάμεσα στάδια παραλαβής που μεσολάβησαν μέχρι τη διενέργεια της οριστικής παραλαβής από τον κύριο του έργου, υπό το πρίσμα του δικαίου δημοσίων έργων (άρθρα 71, 72, 73, 74 και 75 ν. 3669/2008), στις περιπτώσεις που χρειαζόταν η παράστασή του επί τόπου, λόγω της ιδιότητάς του από το 2006 ως κύριου και μόνιμου συνεργάτη του εναγομένου, καθώς και της εταιρίας του «……..» και των κοινοπραξιών στις οποίες ο τελευταίος συμμετείχε προς το σκοπό της ανάληψης δημοσίων έργων. Μετά ταύτα πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία η ένσταση εξόφλησης που προέβαλε ο εναγόμενος (416 Α.Κ.) όσον αφορά το ανωτέρω ποσό για το διάστημα απασχόλησης του ενάγοντος από 1-7-2011 έως 3-4-2013 και να απορριφθεί αντίστοιχα για το ίδιο ποσό η αντένσταση καταβολής για άλλη αιτία (422 Α.Κ.) που προέβαλε ο ενάγων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεχόμενο ότι το άνω ποσό των 36.900,00 ευρώ καταβλήθηκε από την «………» στον ενάγοντα για άλλη αιτία και δη για το έργο της άνω εταιρίας «Επισκευές και επεμβάσεις στα κτίρια που στεγάζονται υπηρεσίες της Νομαρχίας Αθηνών», έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού, ως ουσιαστικά βάσιμου του σχετικού λόγου (δεύτερου) της έφεσης του εναγομένου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος είχε ορίσει τον ενάγοντα ως συντονιστή για θέματα ασφάλειας και υγείας του άνω έργου για το χρονικό διάστημα από 1-7-2010 έως 3-4-2013, όπως αποδεικνύεται και από την υπ’ αριθ. πρωτ. …….. βεβαίωση του τμήματος επιθεώρησης εργασιακών σχέσεων Σάμου, που προσκομίζει και επικαλείται. Πλην όμως δεν αποδείχθηκε ότι υπήρξε προφορική συμφωνία των διαδίκων για επιπλέον αμοιβή του για την άνω αιτία, ποσού 150,00 ευρώ / μήνα, πέραν της συμβατικής αμοιβής του ποσού 2.500,00 ευρώ/μήνα, όπως ο ίδιος αβάσιμα ισχυρίζεται. Η περί του αντιθέτου κατάθεση του μάρτυρός του ……. δεν κρίνεται πειστική, ενόψει του ότι ο μάρτυρας αυτός δηλώνει στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά ότι όσα καταθέτει τα γνωρίζει από τον ενάγοντα και όχι εξ ιδίας αντιλήψεως και προσθέτει ότι εξ ιδίας αντιλήψεως γνωρίζει μόνο ότι στον ίδιον ο εναγόμενος δεν οφείλει τίποτα για το επίδικο έργο ή για τα τέσσερα συνολικά έργα στα οποία συνεργάστηκαν. Αντίθετα, πειστική κρίνεται η κατάθεση της μάρτυρος ανταπόδειξης ….., υπαλλήλου του λογιστηρίου της εταιρίας του εναγομένου «…….», η οποία καταθέτει στα με αριθ. 3592/2015 πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε καμία συμφωνία για αμοιβή του ενάγοντος ως συντονιστή ασφαλείας και ως επιβλέποντος των Η/Μ και ότι αυτός έχει εξοφληθεί πλήρως και ολοσχερώς για κάθε υπηρεσία που παρείχε στο επίδικο έργο είτε οπουδήποτε για όλη τη διάρκεια της συνεργασίας του με τον εναγόμενο, με την άνω εταιρία του και με διάφορες κατασκευαστικές κοινοπραξίες στις οποίες κατά καιρούς συμμετείχε. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεχόμενο ότι υπήρξε προφορική συμφωνία των διαδίκων να λαμβάνει ο ενάγων για την εκτέλεση των άνω καθηκόντων 150,00 ευρώ / μήνα, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού, ως ουσιαστικά βάσιμου του σχετικού λόγου (τρίτου) της έφεσης του εναγομένου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στα πλαίσια του ανωτέρω έργου που είχε αναλάβει ο εναγόμενος, συνήψε ως εργολάβος το από 26-7-2010 ιδιωτικό συμφωνητικό υπεργολαβίας με τον ………, ο οποίος ανέλαβε ως υπεργολάβος την εγκατάσταση ηλεκτρομηχανολογικών δικτύων. Όπως προκύπτει από το άρθρο 3 στο Κεφάλαιο 11. ΓΕΝΙΚΟΙ ΌΡΟΙ του ανωτέρω συμφωνητικού «ο εργολάβος ασκεί την επίβλεψη της εκτέλεσης εργασιών του υπεργολάβου με μηχανικούς ή τεχνικούς που ορίζονται από αυτόν, για την εξασφάλιση της καλής εκτέλεσης της σύμβασης και των σχεδίων κατασκευής….», εν προκειμένω δε την επίβλεψη αυτή ασκούσε για λογαριασμό του εναγομένου ο ενάγων, καθώς η εργασία αυτή περιλαμβάνεται στα καθήκοντα γενικής επίβλεψης που του είχαν ανατεθεί. Το γεγονός δε ότι ο ……. αποχώρησε από το έργο τον Δεκέμβριο του έτους 2010, οπότε και λύθηκε η σύμβαση που είχε με τον εναγόμενο, ουδεμία επιρροή είχε στην εργασία του ενάγοντος, ο οποίος εξακολούθησε κανονικά να επιβλέπει, όπως και πριν, το έργο, συμπεριλαμβανομένης της εγκατάστασης των ηλεκτρομηχανολογικών δικτύων, χωρίς να δικαιούται γι’ αυτό την αιτούμενη πρόσθετη συμβατική αμοιβή. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι και ο μάρτυράς του δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει την ύπαρξη προφορικής συμφωνίας του με τον εναγόμενο για πρόσθετη αμοιβή του, ποσού 700,00 ευρώ / μήνα, για την επίβλεψη των ηλεκτρομηχανολογικών δικτύων για λογαριασμό του εναγομένου, ενώ κατέθεσε και ότι από το Δεκέμβριο του 2010 έως το Δεκέμβριο 2011 δεν εκτελούνταν εργασίες Η/Μ στο έργο. Συνεπώς, το σχετικό κονδύλι συνολικού ποσού 13.300,00 ευρώ, πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμο. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα με το δεύτερο λόγο της έφεσής του είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Ακολούθως, μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, πρέπει: α) να απορριφθεί η Β έφεση του ενάγοντος ως αβάσιμη κατ’ ουσία και να καταδικαστεί ο ενάγων στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εναγομένου για τον παρόντα (δεύτερο) βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 106, 176, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ) και β) να γίνει δεκτή εν μέρει η Α έφεση του εναγομένου ως βάσιμη και κατ’ ουσία και να εξαφανισθεί η προσβαλλομένη απόφαση, όχι μόνο ως προς το κεφάλαιο για το οποίο έγιναν δεκτοί οι σχετικοί λόγοι έφεσης, αλλά στο σύνολό της, για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου (Α.Π. 748/1984, ΕλλΔνη 26, 642, Εφ.Λαρ. 4/2017, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Σ. Σαμουήλ, Η έφεσις, έκδοση 2006, σ.σ. 430, 431) και εντεύθεν και ως προς τη σχετική διάταξη των δικαστικών εξόδων. Στη συνέχεια το Δικαστήριο τούτο πρέπει να κρατήσει την υπόθεση προς ουσιαστική εκδίκαση (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), να δικάσει επί της από 23-11-2015 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. ……..αγωγής, να κάνει αυτήν εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία κατά την ανωτέρω κύρια βάση της που στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 681 επ. Α.Κ, 2 παρ. 4 και 5 του Β.Δ. από 30/31 Μαΐου 1956 «περί κανονισμού του τρόπου καταβολής της αμοιβής των μηχανικών εν γένει» (ως ίσχυαν πριν το Ν. 3919/2011), 68, 70, 176, 191 παρ. 2 και 218 Κ.Πολ.Δ. και να αναγνωρίσει ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλλει στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, για λογαριασμό του ενάγοντος, το συνολικό ποσό των 4.945,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της από 8-10-2014 και με αριθ. έκθ. κατάθ. ……… όμοιας αγωγής του, ήτοι από 7-11-2014 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.  Σημειωτέον ότι, εφόσον κρίνονται έγκυρες οι επίδικες συμβάσεις μεταξύ των διαδίκων μερών, παρέλκει η εξέταση της βασιμότητας της στηριζόμενης στις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού επικουρικής βάσης της αγωγής (άρθρο 904 Α.Κ.) και συνακόλουθα της ένστασης του εναγομένου περί μη σωζόμενου πλουτισμού του (άρθρο 909 Α.Κ.). Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, κατά μερική παραδοχή του σχετικού αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΌΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις υπό στοιχεία Α και Β  άνω εφέσεις.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσία την υπό στοιχείο Β έφεση.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στην άνω έφεση στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου για τον παρόντα (δεύτερο) βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την υπό στοιχείο Α έφεση.

Εξαφανίζει τη με αριθ. 1479/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία διαφορών από αμοιβές για παροχή εργασίας).

Κρατεί και δικάζει την από 23-11-2015 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. ……..αγωγή.

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Αναγνωρίζει ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλλει στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, για λογαριασμό του ενάγοντος, το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων, εννιακοσίων σαράντα πέντε ευρώ (4.945,00), με το νόμιμο τόκο από 7-11-2014 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Καταδικάζει τον εναγόμενο στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 14 Φεβρουαρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ