Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 42/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ 3ο

Αριθμός   42/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Αναστάσιο Αναστασίου, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «…………, που εδρεύει πλέον στο ……. Αττικής, επί της …….. και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία στο ακροατήριο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Νικόλαος Οικονόμου με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ και

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) …….. και 2] ……….., υπό την ιδιότητά τους ως συνασκούντων τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου τους ………., κατοίκου ομοίως, οι οποίοι στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Νικόλαο Καλαϊτζίδη με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.

Ο ως άνω εκπροσωπούμενος ανήλικος …………. άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 13.9.2018 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ……../14.9.2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν οι με αριθμούς 3464/2019 (εν μέρει οριστική) και 2752/2022 (οριστική) αποφάσεις του παραπάνω Δικαστηρίου, με τις οποίες η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή.

Τις αποφάσεις αυτές προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου τόσον ο ως άνω εκπροσωπούμενος ανήλικος με την από 13.10.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …../13.10.2022 έφεσή του, όσον και η εκ των εναγομένων καλούσα με την από 1.11.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……/1.11.2022 έφεσή της. Ήδη η συζήτηση των εφέσεων αυτών, μετά τη ματαίωσή της κατά την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 2ας.3.2023, επισπεύδεται με την από 13.3.2023 κλήση της καλούσας (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως …./13.3.2023), μετά την οποία ορίστηκε δικάσιμος αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΙΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Μετά τη ματαίωση της συζητήσεώς τους κατά την αρχικώς προς τούτο ορισθείσα δικάσιμο της 2ας.3.2023 νομότυπα με την από 13.3.2023 κλήση της καλούσας – εκκαλούσας – εφεσίβλητης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως …./13.3.2023) επαναφέρονται οι αντίθετες α] από 13.10.2022 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …/13.10.2022 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …/19.10.2022 [Α΄ έφεση] και β] από 1.11.2022 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …/1.11.2022 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …/3.11.2022 [Β΄ έφεση] εφέσεις, με τις οποίες πλήττονται οι με αριθμούς …/2019 (εν μέρει οριστική) και 2752/2022 (οριστική) αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκαν κατ’ αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο, καθώς και από τη σύμβαση ασφαλίσεώς του (άρθρο 614 § 4 ΚΠολΔ) και με τις οποίες έγινε κατά ένα μέρος δεκτή η από 13.9.2018 αγωγή (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ……/14.9.2018) του ήδη εκκαλούντος ανηλίκου ………….., που εκπροσωπείται από τους ασκούντες από κοινού τη γονική του μέριμνα καθ’ ων η κλήση – γονείς του, περί αποκαταστάσεως της υλικής ζημίας και ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης που υπέστη από οδικό τροχαίο ατύχημα. Οι εφέσεις αυτές έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 §§ 1, 2, 511, 513 § 1 στοιχ. β, 516 § 1, 517 και 518 § 2 ΚΠολΔ, πριν από κάθε επίδοση και εντός των νομίμων χρονικών ορίων από τη δημοσίευση της ανωτέρω οριστικής (και τελειωτικής για τη δίκη στον πρώτο βαθμό) απόφασης (ΑΠ 7/2003, Δνη 44/482, ΤριμΕφΑθ. 566/2019, ΜονΕφΠειρ. 353/2021, πρώτη δημοσίευση αμφοτέρων σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ, Κ. Μακρίδου, Έφεση κατά οριστικών και τελειωτικών αποφάσεων επί σωρεύσεως και συνεκδικάσεως αγωγών, σε Δνη 2006/979 επομ.). Επομένως, εφόσον παραδεκτώς φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011) και κατατέθηκε το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 ΚΠολΔ παράβολο (βλ. όσον αφορά την Α΄ έφεση το με αριθμό ………… ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών και την από 13.10.2022 έγγραφη εξοφλητική απόδειξη της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ» και όσον αφορά τη Β΄ έφεση το με αριθμό ………….. ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, που αναφέρεται στην ως άνω έκθεση κατάθεση ενδίκου μέσου και δεν αμφισβητείται ότι εξοφλήθηκε στις 1.11.2022, εκδοθείσας της υπ’ αριθμ. ………. επικαλούμενης [αν και μη προσκομιζόμενης] απόδειξης συναλλαγής της «ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ»), πρέπει, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 31, 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, οι ένδικες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια όπως και πρωτοδίκως [ειδική] διαδικασία.

ΙΙ. Με το εισαγωγικό δικόγραφο της υπόθεσης που επανακρίνεται (την από 13.9.2018 αγωγή, που επιδόθηκε την επομένη) έγινε αναφορά στο δεδικασμένο της υπ’ αριθμ. 751/2017 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία κατά παραδοχή προηγούμενης αγωγής του κρίθηκε τελεσιδίκως ότι αποκλειστικώς υπαίτια για τον τραυματισμό του ανηλίκου ενάγοντος σε οδικό τροχαίο ατύχημα στις 15.9.2013 υπήρξε η πρώτη εναγόμενη …………., οδηγός του αναφερόμενου ιδιωτικής χρήσης επιβατηγού (Ι.Χ.Ε.) αυτοκινήτου της ιδιοκτησίας της, που ήταν ασφαλισμένο για την προς τρίτους αστική ευθύνη από την λειτουργία του στην δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, καθώς και ότι ο παθών υπέστη σοβαρές σωματικές κακώσεις με επιπλοκές, καθώς και ηθική βλάβη. Ειδικότερα, εκτέθηκε ότι ο τελευταίος υπέστη αρχικώς βαρύ θλαστικό τραύμα ιγνυακής χώρας αριστερού κάτω άκρου με πλήρη διατομή και σύνθλιψη όλων των ευγενών μαλακών μορίων της περιοχής [αγγείων και νεύρων] και συνθλιπτική βλάβη της ιγνυακής αρτηρίας, που αποκαταστάθηκε χειρουργικά με λήψη φλεβικού μοσχεύματος από το υγιές άκρο, ότι νοσηλεύθηκε μέχρι τις 11.10.2013, ότι στη συνέχεια εμφανίστηκε επιδεινούμενη ραιβοποίηση του άκρου ποδός του, που αντιμετωπίστηκε ομοίως χειρουργικά με τενοντομετάθεση του οπίσθιου κνημιαίου τένοντα στις 23.6.2014, καθώς και ότι συνεπεία των ανωτέρω προκλήθηκε μόνιμη αναπηρία του. Ακολούθως, με την επίκληση, αφενός, της επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του, που εκδηλώθηκε από τα μέσα του έτους 2014 με την εμφάνιση σφυροδακτυλίας του αριστερού άκρου ποδός του και αντιμετωπίστηκε στις 28.5.2015 με χειρουργική διατομή του μακρού καμπτήρα όλων των δακτύλων του ποδιού του και, αφετέρου, της ιατρικής προβλέψεως τουλάχιστον δύο [2] ακόμα χειρουργικών επεμβάσεων και, συγκεκριμένα, νέας τενοντομετάθεσης για την τόνωση της λειτουργικότητας του τραυματισμένου άκρου και νέας εγχείρησης για την αντιμετώπιση της αυξανόμενης ανισοσκελίας του, που θεωρούνται «πολύ πιθανές … εάν το επιτρέψει η εξέλιξη και η πορεία της υγείας» του παθόντος, ζητήθηκε Α] πρόσθετη χρηματική ικανοποίηση με το ποσό των εκατό χιλιάδων ευρώ (100.000 €) για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του παθόντος από τις μεταγενέστερες της σε βάρος του αδικοπραξίας και απρόβλεπτες κατά την προηγούμενη δίκη δυσμενείς συνέπειές της, που του προκαλούν ψυχική ταλαιπωρία και Β] αποζημίωση συνολικού ύψους εκατόν σαράντα χιλιάδων εκατόν εξήντα ευρώ (140.160 €) για την ανόρθωση των ζημιών συνεπεία της βλάβης του σώματός του εξαιτίας του ατυχήματος, που είτε επήλθαν ήδη είτε πρόκειται να επέλθουν στο μέλλον με τη μορφή της ανά μήνα αυξήσεως των δαπανών του κατά την έννοια του άρθρου 929 § 1 εδαφ. α΄ ΑΚ και, συγκεκριμένα, για την καταβολή κατά το χρονικό διάστημα σαράντα οκτώ [48] μηνών, δηλαδή τεσσάρων [4] ετών συνολικά (από 1ης.3.2018 έως και 28.2.2022) των εξόδων φυσιοθεραπειών, βελτιωμένης διατροφής, μετακινήσεών του με μισθωμένο όχημα (ΤΑΞΙ) και για την (πλασματική) αμοιβή των υπηρεσιών οικιακής βοηθού που του προφέρονται αφιλοκερδώς από τη μητέρα του επί εικοσιτετράωρο ημερησίως για την αντιμετώπιση αναγκών του, που είναι απότοκες του τραυματισμού του, κατά τα ειδικότερα εκτεθέντα στο αγωγικό δικόγραφο. Η αγωγή στράφηκε εναντίον της ως άνω οδηγού του ζημιογόνου οχήματος, που είχε επιπλέον προσεπικληθεί από τη συνεναγόμενή της ασφαλιστική εταιρία και εναχθεί παρεμπιπτόντως, ως προς την οποία δηλώθηκε πρωτοδίκως νομότυπα παραίτηση από το δικόγραφό της και κατά της ασφαλίστριας της αστικής ευθύνης της, έναντι της οποίας τελικά, μετά από παραδεκτή πρωτοδίκως τροπή του αρχικώς καταψηφιστικού αιτήματος σε εξολοκλήρου αναγνωριστικό, ζητήθηκε να αναγνωριστεί ότι υποχρεούται στην καταβολή του συνολικού χρηματικού ποσού των διακοσίων σαράντα χιλιάδων εκατόν εξήντα ευρώ (240.160 €) σε κεφάλαιο εφάπαξ για κάθε αγωγικό κονδύλιο, καταβλητέο μάλιστα με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε: α] ερήμην της ……….. την υπ’ αριθμ. 3464/2019 εν μέρει οριστική απόφαση, με την οποία η μεν κύρια αγωγή, πρώτον, θεωρήθηκε ως προς αυτήν ως μη ασκηθείσα, δεύτερον, απορρίφθηκε κατά το περί πρόσθετης χρηματικής ικανοποιήσεως αίτημά της το μεν ως νομικά αβάσιμη, καθώς κρίθηκε ότι η επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του παθόντος εμφανίστηκε στα μέσα του έτους 2014 και η προς αντιμετώπισή της χειρουργική επέμβαση της 28.5.2018 μπορούσε να έχει προβλεφθεί ήδη κατά το χρόνο άσκησης της προγενέστερης αγωγής, το δε ως απαράδεκτη λόγω της πρόωρης ασκήσεώς της, αφού η ανάγκη υποβολής του ενάγοντος σε επόμενες εγχειρίσεις ήταν, κατά τα εκτιθέμενα, μόνον πιθανολογούμενη και, τρίτον, έγινε εν μέρει δεκτή κατ’ ουσίαν και αναγνωρίστηκε ότι η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία όφειλε να καταβάλει στον παθόντα έξι χιλιάδες τριακόσια ευρώ (6.300 €) για την αμοιβή που θα λάμβανε μια οικιακή βοηθός για την καθημερινή επί πεντάωρο προσφορά αρωγής στον ανήλικο και δύο χιλιάδες οκτακόσια ευρώ (2.800 €) για τις δαπάνες μετακίνησής του από και προς το σχολείο του με ΤΑΧΙ, αμφότερα δε τα κονδύλια αυτά για το χρονικό διάστημα δεκατεσσάρων [14] μηνών και, συγκεκριμένα, από 1.3.2018 έως 30.4.2019, κατά το οποίο είχε πιστοποιηθεί από το ΚΕΠΑ η αναπηρία του ανηλίκου κατά ποσοστό 50%, ενώ κατά τα λοιπά διατάχθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 254 ΚΠολΔ η επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να διενεργηθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη, για να διαπιστωθεί ο βαθμός αναπηρίας του παθόντος μετά τις 30.4.2019, η δυνατότητά του να αυτοεξυπηρετείται, να μετακινείται με μέσα μαζικής μεταφοράς, ως και η ανάγκη εξακολούθησης της φυσιοθεραπείας και της λήψης βελτιωμένης διατροφής, η δε προσεπίκληση και η παρεμπίπτουσα αγωγή έγιναν, με την  ίδια απόφαση και λόγω του τεκμηρίου ομολογίας της πραγματικής βάσης τους εκ μέρους της παρεμπιπτόντως εναγομένης που ερημοδικάστηκε, δεκτές στην έκταση της ουσιαστικής παραδοχής της αγωγής στο σύνολό της, δηλαδή και ως προς τα κονδύλια για τα οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησής της και β] κατ’ αντιμωλία των εναπομεινάντων διαδίκων την υπ’ αριθμ. 2752/2022 οριστική (και τελειωτική της δίκης στον πρώτο βαθμό) απόφαση, με την οποία αξιολογήθηκε μαζί με τα άλλα αποδεικτικά μέσα και η από 13.11.2020 έκθεση του διορισθέντος πραγματογνώμονα ……………., χειρουργού ορθοπεδικού, ο οποίος εκτίμησε ότι ο βαθμός αναπηρίας του παθόντος αυξήθηκε σε 56% και κρίθηκε ότι η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα ασφαλιστική εταιρία όφειλε να καταβάλει στον παθόντα δεκαπέντε χιλιάδες τριακόσια ευρώ (15.300 €) για την αμοιβή που θα λάμβανε μια οικιακή βοηθός για την καθημερινή επί πεντάωρο προσφορά αρωγής στον ανήλικο κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2019 έως 28.2.2022, τρεις χιλιάδες τριακόσια ευρώ (3.300 €) για τις δαπάνες μετακίνησής του από και προς το σχολείο του με ΤΑΧΙ κατά το χρονικό διάστημα δεκαέξι και μισού (16 ½) μηνών (αφαιρουμένου του διαστήματος της υποχρεωτικής τηλεκπαίδευσής του εξαιτίας των περιορισμών στις μετακινήσεις συνεπεία της πρόσφατης πανδημίας) και πέντε χιλιάδων επτακοσίων εξήντα ευρώ (5.760 €) για την αμοιβή φυσιοθεραπειών καθ’ όλο το επίδικο χρονικό διάστημα, το οποίο όμως υπολόγισε σε τριάντα έξι (36) αντί για σαράντα οκτώ (48) μήνες. Όλα τα ανωτέρω κονδύλια επιδικάστηκαν σε κεφάλαιο εφάπαξ, μολονότι στην αγωγή δεν είχε γίνει επίκληση σπουδαίου λόγου προς τούτο (άρθρο 930 § 1 εδαφ. β΄ ΑΚ). Και ναι μεν η αγωγή ορθώς (και σιωπηρώς) κρίθηκε, παρά ταύτα, νόμιμη, ενόψει του ότι κατά την ορθότερη άποψη στο μείζον αίτημα για εφάπαξ αποζημίωση περιλαμβάνεται ως έλασσον και το αίτημα για μηνιαίες χρηματικές δόσεις (ΑΠ 1843/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1293/1999, Δνη 2001/386, Γ. Γεωργιάδης, σε Απ. Γεωργιάδη [επιμ.], Σύντομη Ερμηνεία του Αστικού Κώδικα [ΣΕΑΚ], Ι, 2010, άρθρο 930, αρ. 11, σελ. 1897, contra Απ. Γεωργιάδης, σε Απ. Γεωργιάδη – Μ. Σταθόπουλου, Αστικός Κώδικας, Κατ’ Άρθρο Ερμηνεία, τόμος IV, 1982, άρθρο 930, αρ. 32, σελ. 809 επομ.), όμως, οι συνεκκαλούμενες επιδικάζοντας τα παραπάνω κονδύλια σε εφάπαξ κεφάλαιο αποζημίωσης εν τέλει έσφαλαν, αφού κατά τις παραδοχές τους επρόκειτο για ζημίες αποκαταστατέες με συνεχείς και επαναλαμβανόμενες ανά μήνα χρηματικές παροχές (ΑΠ 1545/2021, ΑΠ 206/2020, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε κάθε περίπτωση πάντως οι ελεγχόμενες πρωτοβάθμιες αποφάσεις δεν πλήττονται με λόγο έφεσης για το συγκεκριμένο (ουσιαστικό) σφάλμα τους, καθώς η εκκαλούσα της Β΄ έφεσης περιορίζεται να τις προσβάλλει για κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων παραδοχή της ουσιαστικής βασιμότητας των κονδυλίων υλικής αποζημίωσης που επιδικάστηκαν, ο δε εκκαλών της Α΄ έφεσης επικαλούμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου προβάλει παρόμοιες κατά βάση, αντίστοιχες αιτιάσεις, ενώ αμφότερες οι διάδικες πλευρές επιδιώκουν την εξαφάνισή τους με σκοπό την αναδίκαση της υποθέσεως και την συνολική παραδοχή ή απόρριψη της αγωγής αντιστοίχως.

ΙΙΙ. Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 322, 324, 331 ΚΠολΔ και 297, 298, 914, 932 ΑΚ συνάγεται ότι το δεδικασμένο που παράγεται από τελεσίδικη δικαστική απόφαση που επιδικάζει χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη, δεν εμποδίζει τη μεταγενέστερη, με νέα αγωγή, επιδίωξη πρόσθετης χρηματικής ικανοποίησης, όπως, στην περίπτωση βλάβης του σώματος του παθόντος – ενάγοντος, συμβαίνει όταν επέρχεται επιδείνωση της υγείας του, που συνδέεται αιτιωδώς με την αδικοπραξία (Δ. Κονδύλης, Το δεδικασμένο κατά τον ΚΠολΔ, 2007, § 31, σελ. 647 – 648). Τούτο όμως τελεί υπό την προϋπόθεση ότι οι επίδικες συνέπειες της αδικοπραξίας εκδηλώθηκαν μεταγενέστερα και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν από το δικαστήριο, το οποίο προσδιόρισε και επιδίκασε την προηγούμενη χρηματική ικανοποίηση (ΑΠ 1443/2022, ΑΠ 485/2021, ΑΠ 735/2021, ΑΠ 796/2020, ΑΠ 210/2020, ΑΠ 1752/2017, ΑΠ 790/2015, ΑΠ 1126/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 51/2011, ΕΠολΔ 2011/243 = Δνη 2011/1358, πρβλ ΟλΑΠ 24/2003, Δνη 2003/949 = ΝοΒ 2004/1180 = ΕΔΚΑ 2003/618). Για τη διαπίστωση του αν και σε ποια έκταση η δυσμενής εξέλιξη, που δικαιολογεί κατά τη δεύτερη αγωγή την επιδίκαση της πρόσθετης ηθικής βλάβης, ελήφθη υπόψη κατά την πρώτη δίκη, το δικαστήριο εξετάζει το περιεχόμενο της πρώτης αγωγής και προβαίνει σε ερμηνεία της προηγούμενης απόφασης (ΑΠ 213/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1435/2013, ΧρΙΔ 2014/187). Αν οι επίδικες στη δεύτερη δίκη συνέπειες της αδικοπραξίας είχαν προβληθεί και με την πρώτη αγωγή και καταστεί αντικείμενο έρευνας κατά την εκδίκασή της, τότε καλύπτονται από το δεδικασμένο της απόφασης που εκδόθηκε επί της πρώτης αγωγής και το οποίο, ως αρνητική διαδικαστική προϋπόθεση (ΟλΑΠ 20/2005, Δνη 2005/710), κωλύει την πρόοδο της νέας δίκης και καθιστά τη μεταγενέστερη αγωγή απαράδεκτη. Κρίσιμος χρόνος προβολής των συνεπειών της αδικοπραξίας και διαγνώσεως του προβλεπτού ή μη της μέλλουσας επιδεινώσεως της καταστάσεως της υγείας του παθόντος είναι ο του πέρατος της προφορικής συζήτησης στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εκδίκασε την πρώτη αγωγή (ΑΠ 538/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αφού μόνον οι μέχρι τότε προταθέντες ισχυρισμοί του μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά τον προσδιορισμό της αρχικής χρηματικής ικανοποίησης. Αν πάλι η πρόσθετη χρηματική ικανοποίηση ζητείται για την απάμβλυνση του ψυχικού άλγους που ο παθών από την αδικοπραξία θα υποστεί επειδή, εξαιτίας της επιδείνωσης της υγείας του, θα υποβληθεί στο μέλλον σε νέα ιατροχειρουργική επέμβαση, το δικαστήριο εξετάζει αν υπό τα εκτιθέμενα η πραγμάτωσή της είναι βέβαιη ή αν εμφανίζεται ως απλώς πιθανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και εξαρτώμενη και από άλλους αστάθμητους παράγοντες, οι οποίοι είναι ενδεχόμενο να επέλθουν στο μέλλον και των οποίων η τυχόν μέλλουσα πραγματοποίηση είναι αδύνατο να προβλεφθεί κατά τους κανόνες της κοινής πείρας. Στην τελευταία περίπτωση, η αγωγική απαίτηση απορρίπτεται ως «πρόωρη» και επιδικάζεται μόνο όταν γεννηθεί (ΑΠ 909/2022, ΑΠ 554/2021, ΑΠ 999/2021, ΑΠ 1545/2021, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 325/2016, Ε7 2017/279). Η τελεσίδικη απόφαση με την οποία απορρίπτεται η αγωγή ως προώρως ασκηθείσα δεν δημιουργεί δεδικασμένο ως προς την ουσία του δικαιώματος, γιατί με αυτήν δεν τέμνεται η διαφορά ούτε η απόρριψη της αγωγής αυτής επέρχεται για τυπικούς λόγους, όπως αντιθέτως συμβαίνει όταν η παροχή δικαστικής προστασίας ματαιώνεται για λόγους μη αναγόμενους στη νομική ή ουσιαστική βασιμότητα της υπό διάγνωση απαιτήσεως αλλά για δικονομικούς, δηλαδή συνεπαγόμενους ακυρότητα ή απαράδεκτο του αγωγικού δικογράφου, όπως λ.χ. επί αοριστίας του (ΑΠ 565/2023, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου στο Διαδίκτυο, ΑΠ 14/2022, ΑΠ 416/2019, ΑΠ 1445/2018, ΑΠ 2153/2013, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κατά την έννοια της διατάξεως της § 1 του άρθρου 520 ΚΠολΔ, λόγο έφεσης συνιστά κάθε αιτίαση κατά της εκκαλουμένης, η οποία, αν κριθεί βάσιμη, επιφέρει κατ’ άρθρο 535 του ιδίου Κώδικα την εξαφάνισή της και την αναδίκαση της υπόθεσης από το εφετείο. Το πότε ο λόγος έχει αυτό το αποτέλεσμα κρίνεται κατά περίπτωση με γνώμονα τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου και τη λογική ακολουθία της διαδικασίας (Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, 2009, αρ. 542, σελ. 231, Α. Μπακόπουλος, Ζητήματα από την κατ’ έφεση δίκη, σε Δνη 1992/1137 επομ. [1138]). Λόγο έφεσης αποτελεί ειδικότερα κάθε παράπονο του εκκαλούντος κατά της πρωτοβάθμιας απόφασης, που αναφέρεται είτε σε παραδρομές δικές του (ΑΠ 574/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) είτε σε σφάλματα του δικαστηρίου, δηλαδή σε πλημμέλειες ή ελλείψεις της δικαστικής κρίσης (ΑΠ 208/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), που επηρέασαν το διατακτικό της εκκαλουμένης, η οποία, αν τελεσιδικήσει, θα παράξει δυσμενές για τον εκκαλούντα δεδικασμένο (ΕφΠειρ. 278/2002, Αρμ. 2003/1478). Τέτοιο δεδικασμένο παράγεται και επί απορρίψεως της αγωγής με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση πρόσθετης χρηματικής ικανοποίησης για βλάβη του σώματος ή της υγείας συνεπεία αδικοπραξίας του εναγομένου είτε ως απαράδεκτης λόγω δεδικασμένου είτε ως προώρως ασκηθείσας, δεδομένου ότι το διατακτικό της απορριπτικής απόφασης αποκλίνει από τις αιτήσεις του ενάγοντος, έστω και αν στη δεύτερη περίπτωση  στηρίζεται μόνο στην παραδοχή ότι επί του παρόντος δεν υφίσταται κεκτημένο δικαίωμα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης (ΑΠ 1467/1998, Δνη 1999/1315 = Δ 1999/856 = ΕΕΝ 2000/169). Όμως, από την ίδια διάταξη (του άρθρου 520 ΚΠολΔ) συνάγεται, επιπλέον, ότι οι λόγοι έφεσης δεν αρκεί να είναι μόνο σαφείς και ορισμένοι, αλλά πρέπει να είναι και λυσιτελείς, δηλαδή σε περίπτωση βασιμότητάς τους να επέρχεται ως αποτέλεσμα η εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως (ΕφΑθ. 1396/2012, Δνη 2012/1076, ΕφΑιγ. 148/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ. 435/2010, Αρμ. 2011/472, ΕφΙωαν. 172/2006, Αρμ. 2007, 419, ΕφΙωαν. 37/2005, Αρμ. 2005/1774, ΕφΔωδ. 313/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και να βελτιώνεται η νομική θέση του εκκαλούντος (Α. – Ο. Μήτσου, σε Ν. Λεοντή, Ένδικα Μέσα και Βοηθήματα στην Πολιτική Δίκη, 2018, [2], αρ. 208, σελ. 108 επομ., Ν. Νίκας, ο.π., § 112, αρ. 72, σελ. 168 επομ., Χ. Τριανταφυλλίδης, σε Κ. Οικονόμου, Η Έφεση – Συστηματική κατ’ άρθρο ερμηνεία του ΚΠολΔ, 2017, άρθρο 520, αρ. 5, σελ. 158, Α. – Ο. Μήτσου, σε Π. Κολοτούρου, Ένδικα Μέσα & Βοηθήματα κατά τον ΚΠολΔ, 2013, [2], αρ. 171, σελ. 113, Β. Βαθρακοκοίλης, Η Έφεση, 2015, αρ. 1054 – 1056, σελ. 278 – 279, Ι. Πετρόπουλος, Αόριστοι, αλυσιτελείς και ανεπίτρεπτοι λόγοι εφέσεως, ΝοΒ 2018/1619 επομ. [1621]). Συνεπώς, λόγος έφεσης, ο οποίος και αληθής υποτιθέμενος δεν ασκεί έννομη επιρροή και, επομένως, δεν δύναται να οδηγήσει κατά νόμο στην εξαφάνιση της εκκαλουμένης, είναι αλυσιτελής και, επομένως, απορριπτέος ως απαράδεκτος (ΑΠ 122/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 558/1990, ΕΕΝ 1991/121 = ΕΣυγκΔ 1991/36, ΜονΕφΠειρ. 311/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τούτο συμβαίνει και όταν ο λόγος έφεσης δεν αποδίδει στην πραγματικότητα σφάλμα στην προσβαλλόμενη απόφαση, επειδή περιορίζεται στην προβολή ενός ισχυρισμού αντίθετου προς τις κρίσεις της εκκαλουμένης, χωρίς ταυτόχρονα να αμφισβητεί ως προς την ορθότητά τους τις νομικές και πραγματικές παραδοχές της που στήριξαν το συμπέρασμά της ή, όπερ το αυτό, όταν ερείδεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως. Έτσι, είναι απαράδεκτος ο λόγος της έφεσης που υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ισχυρισμό, ο οποίος, όμως, δεν έγινε δεκτός (ΑΠ 1254/2010, Δνη 2011/999) ή όταν προκύπτει ότι η εκκαλουμένη δέχθηκε άλλο από αυτό που υποστηρίζει ο λόγος (ΑΠ 1208/2008, ΧρΙΔ 2009/216).

Εν προκειμένω, με τον πρώτο λόγο της Α΄ έφεσής του ο εκπροσωπούμενος από τους συνασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του παθών  παραπονείται για την απόρριψη της αγωγής του κατά το κεφάλαιό της με το οποίο επιδιώχθηκε πρόσθετη χρηματική ικανοποίηση. Ο λόγος αυτός με έννομο συμφέρον προτείνεται, όμως δεν ευσταθεί, τόσον κατά το σκέλος του που βάλλει κατά της απορριπτικής της αγωγής ως απαράδεκτης πρωτοβάθμιας κρίσης όσον και κατά το σκέλος του που προσβάλλει την απόρριψη της αγωγής ως νομικά αβάσιμης, καθόσον το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αιτιολόγησε, αντιστοίχως, τη μεν πρόωρη άσκηση της αγωγής όσον αφορά τις (νέες) χειρουργικές επεμβάσεις τενοντομετάθεσης και αντιμετώπισης της ανισοσκελίας του παθόντος με την επίκληση του ότι η ανάγκη υποβολής του σ’ αυτές ήταν, κατά τα εκτιθέμενα στο δικόγραφό της, μόνον πιθανολογούμενη, την δε κάλυψη των δυσμενών συνεπειών της εγχείρησης, στην οποία ο παθών υποβλήθηκε στις 28.5.2015 για την αντιμετώπιση της επιδεινούμενης σφυροδακτυλίας του αριστερού άκρου του, από το δεδικασμένο της προηγούμενης υπ’ αριθμ. 2197/2015 απόφασής του, που κατέστη τελεσίδικη με την υπ’ αριθμ. 751/2017 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, με την αναφορά του ότι αυτή (η σφυροδακτυλία) υπήρξε απότοκος της γαμψοδακτυλίας, περί της οποίας είχε γίνει μνεία τόσο στην (αρχική) αγωγή, όσον και στις παραπάνω αποφάσεις που εκδόθηκαν επ’ αυτής. Υπό τα δεδομένα αυτά με το πρώτο σκέλος του ερευνώμενου λόγου δεν αποδίδεται στην πραγματικότητα σφάλμα στην πρωτοβάθμια κρίση, αφού δεν αμφισβητείται ταυτόχρονα ότι οι επεμβάσεις τενοντομετάθεσης και αντιμετώπισης της ανισοσκελίας εκτέθηκαν πράγματι ως «μελλοντικές και πιθανολογούμενες», δηλαδή εξαρτώμενες από αστάθμητους παράγοντες ούτε προβάλλεται ισχυρισμός ότι για την επιδίκαση μέλλουσας ηθικής βλάβης αρκεί και το ενδεχόμενο πρόκλησης στο μέλλον ψυχικού πόνου. Επομένως, κατά το σκέλος του αυτό ο υπό κρίση λόγος είναι απαράδεκτος. Σημειώνεται μάλιστα ότι ακόμα και στο παρόν δικονομικό στάδιο, που απέχει τουλάχιστον πέντε [5] έτη από την έγερση της υπό κρίση αγωγής, δεν προκύπτει ότι οι εν λόγω χειρουργικές επεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν. Όσον αφορά δε την απόρριψη της ιδίας αγωγής κατά το αίτημά της περί ικανοποιήσεως της πρόσθετης ηθικής βλάβης που ο παθών υπέστη από την επέμβαση της 28ης.5.2015, στην οποία υποβλήθηκε μετά την έγερση της αρχικής αγωγής, η πρωτοβάθμια κρίση υπήρξε κατ’ αποτέλεσμα ορθή, δεδομένου ότι, πρώτον, στην αρχική (όπως άλλωστε και στην ένδικη) αγωγή γινόταν πράγματι αναφορά στην από 18.6.2014  ιατρική γνωμάτευση του χειρουργού ορθοπεδικού ……………, στην οποία γινόταν λόγος για «απώλεια της προστατευτικής αισθητικότητας της (Αρ) πελματιαίας επιφάνειας του άκρου ποδός [του παθόντος] σε συνδυασμό με γαμψοδακτυλία», ως καταστάσεων που «επιβαρύνουν … τη βάδισή του» και, δεύτερον, με την υπ’ αριθμ. 751/2017 τελεσίδικη απόφαση αυτού του Δικαστηρίου λήφθηκε υπόψη η γαμψοδακτυλία του παθόντος ως αίτιο χωλότητας και παράγοντας προσδιοριστικός της έκτασης της ηθικής του βλάβης, προς ικανοποίηση της οποίας του επιδικάστηκε το χρηματικό ποσόν των εκατό χιλιάδων ευρώ (100.000 €). Βέβαια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με τη συμπροσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 3464/2019 (και κατά το μέρος της αυτό οριστική) απόφασή του απέρριψε το συγκεκριμένο αίτημα όχι ως απαράδεκτο λόγω δεδικασμένου, όπως όφειλε αλλά ως νομικά αβάσιμο. Το σφάλμα του αυτό μπορεί να διορθωθεί στο πλαίσιο του μεταβιβαστικού αποτελέσματος (άρθρο 522 ΚΠολΔ), καθόσον εν προκειμένω η κατά παραδοχή της έφεσης εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά το σχετικό κεφάλαιό της και η απόρριψη της αγωγής κατά το αντίστοιχο κεφάλαιό της ως απαράδεκτης θα οδηγήσει σε ευμενέστερο για τους εκκαλούντες δεδικασμένο (Ν. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, 2018, § 115, αρ. 22, σελ. 737, Αθ. Πανταζόπουλος, σε Κ. Οικονόμου [επιμ.], Η Έφεση – Συστηματική κατ’ άρθρο ερμηνεία του ΚΠολΔ, 2017, άρθρο 534, αρ. 14, σελ. 344), όπως άλλωστε συμβαίνει πάντοτε όταν η αγωγή απορρίπτεται για δικονομικούς λόγους (Σ. Δραγατσίκη, Αντικατάσταση των αιτιολογιών κατά το άρθρο 534 ΚΠολΔ, σε Επιστημονική Επετηρίδα ΔΣΘ 2005/357 επομ. [379], Σ. Καραμέρος, Η αρχή της μη χειροτερεύσεως της θέσεως του εκκαλούντος επί απορρίψεως από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο της αγωγής κατά τον ΚΠολΔ, σε Επιστημονική Επετηρίδα ΔΣΘ 2004/265 επομ. [304], Π. Κολοτούρος, «Reformatio in peius» στο δεύτερο βαθμό πολιτικής δικαιοδοσίας, σε Δ 1994/295), χωρίς στην περίπτωση αυτή να αρκεί η αντικατάσταση των αιτιολογιών της προσβαλλόμενης απόφασης κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ, εφόσον μεταβάλλεται η εμβέλεια του δεδικασμένου με κατά κανόνα επωφελέστερο για τον εκκαλούντα αποτέλεσμα (ΑΠ 51/2016, Ε7 2016/845, ΑΠ 731/1991, Δνη 1996/583). Επομένως, κατά παραδοχή του ερευνώμενου λόγου έφεσης πρέπει να εξαφανιστεί η υπ’ αριθμ. 3464/2019 εν μέρει οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε ως νομικά αβάσιμο το αίτημα πρόσθετης χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης που ο παθών υπέστη εξαιτίας της υποβολής του σε νέα χειρουργική επέμβαση στις 28.5.2014 και να απορριφθεί το ίδιο αγωγικό αίτημα ως απαράδεκτο.

ΙV. Περαιτέρω, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 297, 298, 914 και 929 ΑΚ συνάγεται ότι σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου που προκλήθηκε αιτιωδώς από υπαίτια πράξη άλλου παράγεται αδικοπρακτική ευθύνη του τελευταίου, που υποχρεούται να αποκαταστήσει κάθε ζημία συνδεόμενη με τη βλάβη είτε επελθούσα είτε και μέλλουσα, ως τέτοιας νοουμένης εκείνης της οποίας  η μεν γενεσιουργός αιτία βρίσκεται στο παρελθόν αλλά οι συνέπειες και η έκτασή τους με μεγάλη πιθανότητα, βάσει των συνεπειών που έχουν ήδη γεννηθεί και προέρχονται από το ζημιογόνο γεγονός, αναμένεται ότι θα επέλθουν στο μέλλον (ΑΠ 949/2002, Δνη 2003/1350, ΑΠ 123/2002, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ι. Καράκωστας, Το δίκαιο των αδικοπραξιών, ΑΚ 914 – 938, 2014, σελ. 235), δηλαδή μετά τη συζήτηση της αγωγής στο ακροατήριο (Β. Περάκη, σε Σύντομη Ερμηνεία του Αστικού Κώδικα [ΣΕΑΚ], Ι, 2010, άρθρο 297, αρ. 21, σελ. 580). Ως μελλοντική περιουσιακή ζημία του παθόντος δεν θεωρείται μόνον η αποθετική αλλά και η μέλλουσα θετική ζημία (ΑΠ 909/2022, ο.π.), της οποίας η ανόρθωση είναι δυνατό να ζητηθεί και πριν την επέλευσή της, εφόσον είναι δυνατόν να προσδιοριστεί κατά την έκτασή της εκ των προτέρων (ΜονΕφΠατρ. 279/2018, ΝοΒ 2019/764, Μ. Γεωργιάδου, Αδικοπραξίες, 2009, σελ. 125). Το επιτρεπτό της αποκατάστασης εκ των προτέρων της μέλλουσας θετικής ζημίας προκύπτει και από τη διάταξη του άρθρου 929 ΑΚ, κατά την οποία σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου η αποζημίωση περιλαμβάνει, εκτός από τα νοσήλια και τη ζημία που  έχει  ήδη επέλθει, ο,τιδήποτε ο παθών θα στερείται στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον εξαιτίας της αύξησης των δαπανών του (ΑΠ 1608/2007, ΕΠολΔ 2008/201), στην έννοια της οποίας (αυξήσεως των δαπανών) περιλαμβάνονται και οι διαρκείς δαπάνες που θα επαναλαμβάνονται περιοδικώς στο μέλλον με σκοπό τον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών της αδικοπραξίας (Γ. Γεωργιάδης, ο.π., άρθρο 929, αρ. 15, σελ. 1895), χωρίς για τη γέννηση της αξιώσεώς του να είναι αναγκαίο να προηγηθεί η υποβολή του παθόντος στην αντίστοιχη ανορθωτέα δαπάνη (ΑΠ 625/2010, ΕπιΔικΙΑ 2010/366 = ΝοΒ 2011/303, ΑΠ 624/1993, ΕΕΝ 1994/419). Προϋπόθεση, όμως, για την επιδίκαση αποζημιώσεως είναι η αναγκαιότητα της πραγματοποιήσεώς της για την καλύτερη ή ταχύτερη αντιμετώπιση της υγείας του ζημιωθέντος ή για την αποτροπή της επιδεινώσεώς της, στοιχεία που πρέπει να επικαλείται και να αποδεικνύει ο ίδιος (ΑΠ 481/2016, ΑΠ 634/2010, ΑΠ 2176/2009, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για την εκ των προτέρων αποκατάστασή της, πάντως, δεν απαιτείται να διαπιστωθεί κατά τρόπο βέβαιο ότι η μέλλουσα θετική ζημία θα επέλθει αλλά αρκεί και η πιθανολόγηση της επελεύσεώς της, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και της κοινής πείρας των πραγμάτων, όπως άλλωστε ισχύει και για το διαφυγόν κέρδος του άρθρου 298 εδαφ. β΄ ΑΚ (Α. Κρητικός, Αποζημίωση από Αυτοκινητικά Ατυχήματα, τόμος Ι, 2019, § 14, αρ. 14, σελ. 266 επομ.). Τούτο είναι συνέπεια του ότι το χρονικό σημείο κατά το οποίο ζητείται η αποζημίωση διαφέρει από εκείνο κατά το οποίο επέρχεται η ζημία. Κατά τη συζήτηση της αγωγής η ζημία είναι μέλλουσα και για την επιδίκαση της αποζημιώσεως κριτήριο αποτελεί η ανάγκη για την πραγματοποίηση της δαπάνης που θα την επιφέρει και όχι η ίδια η πραγματοποίησή της (ΑΠ 567/2018, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου στο Διαδίκτυο, ΑΠ 601/2009, Αρμ. 2010/494 = ΕπιΔικΙΑ 2011/134, Απ. Γεωργιάδης, σε Απ. Γεωργιάδη – Μ. Σταθόπουλου, Αστικός Κώδικας, Κατ’ Άρθρο Ερμηνεία, τόμος IV, 1982, άρθρο 929, αρ. 11, σελ. 799). Αν, όμως, μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης η ανάγκη εκλείψει, η αγωγή απορρίπτεται, επειδή είναι πλέον βέβαιον ότι η αιτούμενη δαπάνη (για την αποκατάσταση της επικαλούμενης μελλοντικής ζημίας) δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί (ΑΠ 157/2012, Ε7 2012/1385, ΜονΕφΑθ. 294/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Το ίδιο ισχύει και όταν αποδεικνύεται ότι η δαπάνη δεν πραγματοποιήθηκε, μολονότι ο ενάγων επικαλείται το αντίθετο. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν, για λόγους δικονομικούς, η εκδίκαση της υπόθεσης στο δεύτερο βαθμό λαμβάνει χώρα μετά την παρέλευση του χρονικού διαστήματος, εντός του οποίου κατά την αγωγή θα ανέκυπτε κατά τρόπο περιοδικό και επαναλαμβανόμενο η ανάγκη της (μέλλουσας) δαπάνης της οποίας ζητήθηκε η εκ των προτέρων αποκατάσταση. Στην περίπτωση αυτή, αν δεν αποδειχθεί ότι έγινε η δαπάνη που φέρεται αναγκαία για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της αδικοπραξίας, η αξίωση είναι αβάσιμη, αφού δεν προκλήθηκε ζημία, μιας και στην πραγματικότητα δεν αυξήθηκαν οι δαπάνες του παθόντος, έστω και αν ήταν αναγκαίες. Τούτο  αποτελεί συνέπεια του γεγονότος ότι ακόμα και επί μέλλουσας και πιθανολογούμενης ζημίας ο αποκαταστατικός χαρακτήρας της αποζημιώσεως δεν μεταβάλλεται, με αποτέλεσμα δαπάνη που δεν πραγματοποιήθηκε να μην αποτελεί αποκαταστατέα ζημία (Α. Κρητικός, ο.π., 2008, § 17, αρ. 9, σελ. 256). Άλλωστε, στην περίπτωση της μέλλουσας ζημίας κρίσιμος είναι ο χρόνος στον οποίο θα πραγματοποιηθεί. Επομένως, για τη διαπίστωση της ύπαρξης και της έκτασής της θα ληφθούν υπόψη και μεταγενέστερα της αγωγής περιστατικά, που τη μειώνουν ή την εξαφανίζουν (Μ. Σταθόπουλος, Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, § 9, αρ. 31, σελ. 649).

V. Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρα αποδείξεως ………., εκ μητρός μάμμης του παθόντος ανηλίκου, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται απομαγνητοφωνημένη στα ταυτάριθμα με την συνεκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 3464/2019 εν μέρει οριστική απόφαση πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασής του, την από 13.11.2020 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ……….., χειρουργού ορθοπεδικού – τραυματιολόγου και από το σύνολο των εγγράφων που οι διάδικοι επικαλούνται και νομότυπα προσκομίζουν, για να ληφθούν υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, με την πιο κάτω αναφερόμενη εξαίρεση, προκύπτουν τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Από αποκλειστική υπαιτιότητα τρίτης – μη διαδίκου, οδηγού του ζημιογόνου οχήματος, που ήταν ασφαλισμένο για την προς τρίτους αστική ευθύνη από τη λειτουργία του στην εκκαλούσα της Β΄ έφεσης ασφαλιστική εταιρία και υπό συνθήκες που δεν ενδιαφέρουν εδώ, έχοντας διαπιστωθεί με την τελεσίδικη υπ’ αριθμ. 751/2017 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, προκλήθηκε στις 15.9.2013 σοβαρότατος τραυματισμός του εκκαλούντος της Α΄ έφεσης ……………., ηλικίας τότε έξι [6] ετών, ο οποίος υπέστη βαρύ θλαστικό τραύμα ιγνυακής χώρας του αριστερού κάτω άκρου του και, συγκεκριμένα, βαριά συνθλιπτική βλάβη σε μεγάλο μήκος της ιγνυακής αρτηρίας, που αντιμετωπίστηκε χειρουργικώς στην Ορθοπεδική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Αθηνών «ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ» με λήψη φλεβικού μοσχεύματος από το υγιές άκρο. Από τον τραυματισμό του προκλήθηκε βαριά σύνθλιψη της περιοχής της ιγνύος με έλλειμα δέρματος, βαριά βλάβη των μυών του γαστροκνημίου και της κατάφυσης των οπίσθιων μηριαίων μυών έως την άρθρωση του γόνατος, η οποία είχε διανοιχθεί, με αποτέλεσμα η σοβαρότητα της κατάστασής του να εγγίζει τα όρια του ακρωτηριασμού του άκρου. Στο παραπάνω νοσηλευτήριο, όπου έγινε επιμελής χειρουργική συρραφή του ισχιακού νεύρου (κνημιαίου και περονιαίου) και όλων των μυϊκών ομάδων της περιοχής που είχαν υποστεί βλάβη, επιτεύχθηκε σύγκλιση του τραύματος του δέρματος και τοποθετήθηκε γύψινος μηροκνημοποδικός νάρθηκας σε ελαφρά κάμψη του γόνατος, για να εξασκείται μικρότερη πίεση στην τραυματισμένη περιοχή, ο παθών παρέμεινε μέχρι τις 11.10.2013 με σύσταση για παραμονή κατ’ οίκον για δέκα [10] μήνες τουλάχιστον. Μετά από νέα εξέτασή του στο ίδιο νοσοκομείο στις 8.11.2013 διαπιστώθηκε παράλυση του αριστερού άκρου ποδός και συνεστήθη η χρήση μετεγχειρητικά κνημοποδικού κηδεμόνα από θερμοπλαστικό υλικό έσω υποδήματος (βάδισης) αριστερού κάτω άκρου. Στις ίδιες διαπιστώσεις κατέληξαν επαναληπτικές εξετάσεις του παθόντος στις 22.11.2013 και στις 31.1.2014, που συνοδεύτηκαν με συστάσεις για χρήση κηδεμόνα και διενέργεια φυσιοθεραπειών. Στις 18.6.2014 ο παθών εξετάστηκε από τον …………, ορθοπεδικό χειρουργό, ο οποίος διαπίστωσε ότι ο ανήλικος αδυνατούσε να βαδίσει χωρίς την υποστήριξη ειδικού νάρθηκα άκρου ποδός – ποδοκνημικής και εμφάνιζε προσθέτως απώλεια της προστατευτικής αισθητικότητας της αριστερής πελματιαίας επιφάνειας του άκρου ποδός αλλά και γαμψοδακτυλία, που επιβάρυναν ακόμα περισσότερο τη βάδιση του. Με την ταυτόχρονη έγγραφη γνωμάτευσή του ο παραπάνω εξειδικευμένος ιατρός αποφαινόταν ότι η κατάσταση του παθόντος χαρακτηριζόταν ως βαριά, ότι οι προκληθείσες βλάβες, παρά την άμεση και ενδεδειγμένη αποκατάστασή τους, ήταν μόνιμες και μη αναστρέψιμες, καθώς και ότι επρόκειτο περί μόνιμης αναπηρίας, που θα επηρέαζε σημαντικά στο μέλλον την καθημερινή του κοινωνική και επαγγελματική δραστηριότητα. Μάλιστα, επειδή διαπίστωσε πρώιμη εμφάνιση ραιβότητας του άκρου ποδός, οφειλόμενη στις προκληθείσες νευρολογικές βλάβες, γνωμάτευσε περαιτέρω ότι ο ασθενής έχρηζε χειρουργικής επέμβασης τενοντομετάθεσης. Για το λόγο αυτό πράγματι ο ανήλικος υποβλήθηκε στις 23.6.2014 στο ίδιο ως άνω νοσοκομείο σε νέα επέμβαση (τενοντομετάθεσης του οπίσθιου κνημιαίου τένοντα). Όλα τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά αξιολογήθηκαν στο πλαίσιο προηγούμενης δίκης, κατόπιν της από 2.8.2014 αρχικής αγωγής που άσκησαν για λογαριασμό του ανήλικου παθόντος οι συνασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς του, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 751/2017 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου με την οποία επιδικάστηκε αναγνωριστικώς στον παθόντα το συνολικό χρηματικό ποσόν των διακοσίων δύο χιλιάδων πεντακοσίων τεσσάρων ευρώ και ογδόντα τεσσάρων λεπτών (202.504,84 €) και, συγκεκριμένα α] είκοσι δύο χιλιάδες πεντακόσια τέσσερα ευρώ και ογδόντα τέσσερα λεπτά (22.504,84 €) ως αποζημίωση της θετικής του ζημίας, ειδικότερα δε πλην των νοσηλίων, χίλια τριακόσια εξήντα ευρώ (1.360 €) για δαπάνη μετακίνησής του με μισθωμένο όχημα (ΤΑΞΙ) για χρονικό διάστημα δεκαεπτά [17] μηνών (από το μήνα Οκτώβριο του έτους 2013 έως το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2015), δύο χιλιάδες πεντακόσια πενήντα ευρώ (2.500 €) για δαπάνη λήψης βελτιωμένης διατροφής για το ίδιο χρονικό διάστημα και δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ (15.000 €) για αμοιβή των υπηρεσιών που του παρείχε η μητέρα του το χρονικό διάστημα των δέκα [10] μηνών (από 15.9.2013 έως 15.7.2014), κατά το οποίο οικουρούσε, κατά κανόνα κλινήρης, σύμφωνα με τις συστάσεις των θεραπόντων ιατρών του, β] ογδόντα χιλιάδες ευρώ (80.000 €) ως ειδική αποζημίωση του άρθρου 931 ΑΚ και γ] εκατό χιλιάδες ευρώ (100.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής του βλάβης. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι στις 28.5.2015 ο παθών υποβλήθηκε σε νέα (τρίτη) χειρουργική επέμβαση στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων «ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ» προς αντιμετώπιση της σφυροδακτυλίας, που εμφανίστηκε ως απότοκος της γαμψοδακτυλίας και αντιμετωπίστηκε με διατομή των μακρών καμπτήρων τενόντων στην πελματιαία επιφάνεια των πρώτου, τρίτου, τέταρτου και πέμπτου δακτύλων του αριστερού κάτω άκρου του. έκτοτε δε βαδίζει με κνημοποδικό κηδεμόνα ή και ελεύθερα, εμφανίζοντας βαριά ατροφία των μυϊκών ομάδων κάτω από το γόνατο και, συνεπεία αυτής, βαριά μυϊκή αδυναμία (βλ. την υπ’ αριθμό πρωτοκόλλου 2.339 από 20.3.2018 ιατρική γνωμάτευση του παραπάνω θεραπευτηρίου), ενώ κρίθηκε αρμοδίως ως ανάπηρος, λόγω σοβαρής μετατραυματικής βλάβης κνημιαίου και περονιαίου νεύρου αριστερά στην περιοχή της ιγνυακής κοιλότητας με μέτρια λειτουργική επίπτωση, με ποσοστό αναπηρίας 50% κατά ιατρική πρόβλεψη για το χρονικό διάστημα από 26.4.2018 έως 30.4.2019 (βλ. την από 7.8.2018 γνωστοποίηση αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας της Πρωτοβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής της Τοπικής Μονάδας Υγείας του Υποκαταστήματος Ελευσίνας του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ). Παρά ταύτα, για το χρονικό διάστημα από 15.7.2014 έως και την έγερση της ένδικης αγωγής (28.2.2018), δεν ζητήθηκε αποζημίωση για πρόσθετες υλικές ή ηθικές ζημίες του ανηλίκου, απότοκες του ατυχήματος που προκάλεσε την αναπηρία του. Με την αγωγή αυτή ζητείται πρόσθετη αποζημίωση, ύψους εκατόν σαράντα χιλιάδων εκατόν εξήντα ευρώ (140.160 €) συνολικά και, συγκεκριμένα, για την αντιμετώπιση των αυξημένων δαπανών στις οποίες ο παθών θα υποβληθεί κατά το χρονικό διάστημα σαράντα οκτώ [48] μηνών (από 1ης.3.2018 έως και 28.2.2022) για την διενέργεια φυσιοθεραπειών, τη λήψη βελτιωμένης διατροφής, τις μετακινήσεις του με μισθωμένο όχημα (ΤΑΞΙ) και για την (πλασματική) αμοιβή των υπηρεσιών οικιακής βοηθού που του προφέρονται αφιλοκερδώς από τη μητέρα του επί εικοσιτετράωρο ημερησίως. Κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής οι επίδικες ζημίες ήταν, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, μέλλουσες, αφού η επέλευσή τους αναγόταν σε χρόνο μεταγενέστερο, ενώ ήδη πρέπει να ερευνηθούν ως επελθούσες, αφού παρήλθε το χρονικό διάστημα εντός του οποίου φερόταν με την αγωγή ότι θα επέλθουν. Από την ιατρική πραγματογνωμοσύνη που διατάχθηκε πρωτοδίκως προκύπτει ότι ο παθών πλέον εμφανίζει: α] εκσεσημασμένη μυϊκή ατροφία της αριστερής γαστροκνημίας, που αφορά τον υποκνημίδιο και τον γαστροκνήμιο μυ, προέκταση του οποίου περιφερικά αποτελεί ο αχίλλειος τένοντας, καθώς και του κατώτερου τμήματος του οπίσθιου αριστερού μηριαίου μυός πάνω από το γόνατο, εξαιτίας της οποίας συνυπάρχει μειωμένη, συγκριτικά με το υγιές δεξιό κάτω άκρο, λειτουργικότητα και ισχύς σε συγκεκριμένες κινήσεις της καθημερινής δραστηριότητας, απλές, όπως λ.χ. της ανόδου σε κλίμακα, της βάδισης επί μακρόν, της άρσης από χαμηλή έδρα αλλά και άλλες, πιο σύνθετες, όπως οι αθλητικές δραστηριότητες, αφού η μειωμένη μυϊκή ισχύς τον εμποδίζει σε κινήσεις που απαιτούν κάμψη του άκρου ποδός και του γόνατος, β] μειωμένη ανάπτυξη στο μέγεθος του αριστερού άκρου ποδός, χωρίς ιδιαίτερες λειτουργικές ή ανατομικές συνέπειες, εκτός του ότι αναγκάζει τον παθόντα να χρησιμοποιεί στο αριστερό πόδι υπόδημα μικρότερο κατά ένα με δύο μεγέθη από ό,τι για το δεξιό πέλμα, γ] ήπια ανισκοσκελία εξαιτίας της μικρότερης ανάπτυξης του αριστερού κάτω άκρου κατά ένα εκατοστό (1 cm) έναντι του υγιούς σκέλους του, η οποία αναμένεται να αυξηθεί εντός της επόμενης τετραετίας, δεδομένου ότι η καθ’ ύψος ανάπτυξη του παθόντος δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, δ] σημαντική λειτουργική κοιλοποδία του αριστερού άκρου πόδα, δηλαδή αυξημένη ποδική καμάρα με εμφανή υπτιασμό του έσω χείλους λόγω μυϊκής ανισορροπίας, που πιθανότατα προκλήθηκε από τη νευρολογική βλάβη, παρά την προηγηθείσα χειρουργική επέμβαση της τενοντομεταφοράς, η οποία στο μέλλον αναμένεται να επιδεινωθεί εξελικτικά με την αύξηση της ηλικίας του παθόντος και θα χρειαστεί χειρουργική διόρθωση, ε] αδυναμία ραχιαίας και πελματιαίας κάμψης της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης, χωρίς φυσιολογικό εύρος κίνησης λόγω της νευρολογικής βλάβης, στ] σχετική γαμψοδακτυλία και κλίση σε ραιβότητα του πέμπτου δακτύλου του αριστερού ποδιού ως συνέπεια και αυτή της νευρολογικής βλάβης και ζ] αδυναμία ραχιαίας έκτασης και πελματιαίας κάμψης των δακτύλων του ιδίου ποδιού με μόνιμη δυσκαμψία (αγκύλωση) της πρώτης μεταταρσιο–φαλαγγικής άρθρωσης του μεγάλου δακτύλου. Στις, κατά τον πραγματογνώμονα, σοβαρές, μόνιμες και μη αναστρέψιμες μετατραυματικές βλάβες του κνημιαίου και του περονιαίου νεύρου αριστερά στην περιοχή της ιγνυακής κοιλότητας, που δεν μπορούν να διορθωθούν χειρουργικά, παρά μόνο να αντιμετωπιστούν με συνεχή άσκηση και φυσιοθεραπείες, προκειμένου να διατηρηθούν οι μύες σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο λειτουργικότητας, οφείλεται επιπλέον η μειωμένη αισθητικότητα στην έξω επιφάνεια της αριστερής κνήμης και στη ραχιαία επιφάνεια του αριστερού άκρου ποδός του παθόντος. Όπως παραγγέλθηκε από την πρωτόδικη απόφαση που τον διόρισε, ο πραγματογνώμονας ακολούθως προσδιόρισε το ποσοστό αναπηρίας του παθόντος για το χρονικό διάστημα μετά τις 30.4.2019 σε 56% και γνωμάτευσε 1] ότι η διατροφή που είναι πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, όπως ωμέγα 3 και ωμέγα 6 λιπαρά οξέα, βιταμίνες ομάδας Β, αντιοξειδωτικά, μέταλλα διάφορα, φαινολικές ενώσεις και άλφα λιποϊκό οξύ, μπορεί να βοηθήσει στη μακροχρόνια αναγέννηση των νευρικών στοιχείων εφόσον λαμβάνεται μέχρι και τους τριάντα έξι [36] μήνες μετά τον τραυματισμό των νεύρων, ενώ η συνέχιση της λήψης της έως τη «βιολογική ενηλικίωση» απλώς συνιστάται, 2] ότι, ενώ για χρονικό διάστημα ενός [1] τριμήνου μετά την ολοκλήρωση της τρίτης κατά σειράς χειρουργικής επέμβασης στην οποία υποβλήθηκε ο παθών (στις 28.5.2015), δηλαδή μέχρι τις 28.8.2015, ήταν «αναγκαία» η αποθεραπεία του με τακτικές συνεδρίες φυσιοθεραπείας (έως τέσσερις [4] σε εβδομαδιαία βάση), μετά το χρονικό αυτό σημείο «καλό θα είναι να υποβάλλεται σε φυσιοθεραπευτική αντιμετώπιση με 1 – 2 συνεδρίες ανά εβδομάδα, με σκοπό τη διατήρηση ικανοποιητικού μυϊκού τόνου και εύρους κίνησης στις προσβεβλημένες αρθρώσεις και μυϊκές ομάδες», 3] ότι η μειωμένη (συγκριτικά με το υγιές) λειτουργικότητα και ισχύς του αριστερού κάτω άκρου «σχετικά δυσχεραίνει» τη μετακίνησή του με μέσα μαζικής μεταφοράς, επειδή «δυσχεραίνεται λειτουργικά η “απόδοση” του αριστερού κάτω άκρου και προκαλείται αντισταθμιστικά εύκολη και γρήγορη καταπόνηση και οπωσδήποτε ανισομερής κατανομή των φορτίων προς το δεξιό κάτω άκρο με αυξημένη καταπόνηση και αυτού» και 4] ότι το ίδιο (δηλαδή η σχετική δυσχέρεια) αλλά σε «μικρότερο βαθμό» ισχύει και όσον αφορά τη δυνατότητα αυτοεξυπηρετήσεώς του έως τις 28.2.2022, ενώ, τέλος, συνέστησε ως «επιβεβλημένη» τη χρήση «ειδικών ορθωτικών υποδημάτων ή πελμάτων», που θα βοηθούσαν τον παθόντα στη βάδιση και στην ορθοστάτηση, προς αντιμετώπιση της κοιλοποδίας και του υπτιασμού. Από την ιατρική πραγματογνωμοσύνη προκύπτει το επιβεβλημένο της χρήσης από τον παθόντα βοηθητικών υποδημάτων (για την αποκατάσταση της δαπάνης προμήθειας των οποίων δεν προβάλλεται πάντως αξίωση), όχι όμως και η αναγκαιότητα της λήψης από αυτόν βελτιωμένης διατροφής ούτε της υποβολής του σε φυσιοθεραπείες. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που ως προς τη βελτιωμένη διατροφή κατέληξε στο ίδιο, απορριπτικό του σχετικού κονδυλίου, συμπέρασμα, ορθώς τις αποδείξεις εκτίμησε και ο συναφής λόγος της Α΄ έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Άλλωστε, στις σύγχρονες συνθήκες διαβιώσεως η καθημερινή διατροφή του μέσου ανθρώπου είναι ήδη εμπλουτισμένη με θρεπτικά συστατικά (βιταμίνες, πρωτεΐνες, αμινοξέα μέταλλα, ιχνοστοιχεία κλπ), ώστε να μην παρίσταται ανάγκη περαιτέρω βελτιώσεώς της (ΜονΕφΑθ. 3719/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, όπου και περαιτέρω σχετικές παραπομπές στη νμλγ). Αντιθέτως, κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι ο παθών δικαιούται αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της, κόστους είκοσι ευρώ (20 €) για καθεμία, δαπάνης διενέργειας δύο [2] φυσιοθεραπειών την εβδομάδα επί τριάντα έξι [36] μήνες, συνολικού ύψους πέντε χιλιάδων επτακοσίων εξήντα ευρώ (40 €/εβδομάδα Χ 4 εβδομάδες ανά μήνα Χ 36 μήνες = 5.760 €), έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, όχι μόνο επειδή θεώρησε τη δαπάνη αυτή αναγκαία αλλά και επειδή παρέβλεψε ότι παρέμεινε αναπόδεικτη, καθώς για την επιδίκαση του παραπάνω χρηματικού ποσού απέβλεψε μόνον στη σύσταση του πραγματογνώμονα περί του ευκταίου της διενέργειάς τους και στην από 10.4.2019 έγγραφη προσφορά του φυσιοθεραπευτή ……, από την οποία προέκυπτε μόνον ότι αυτός θα αποτιμούσε την παροχή των υπηρεσιών του στο χρηματικό ποσόν των είκοσι ευρώ (20 €) ανά συνεδρία, των οποίων η συχνότητα και το περιεχόμενο θα καθοριζόταν «βάσει της γνωμάτευσης του εκάστοτε γιατρού του ασθενούς». Έγγραφης, όμως, εξοφλητικής απόδειξης, από την οποία να προκύπτει ότι τέτοιες υπηρεσίες παρασχέθηκαν εντός του ενδίκου χρονικού διαστήματος (1.3.2018 έως 28.2.2022) από τον ως άνω φυσιοθεραπευτή ή οποιονδήποτε άλλον ούτε στον πρώτο βαθμό έγινε προσκομιδή ούτε και στην έκκλητη δίκη γίνεται επίκληση. Ο εκκαλών της Α΄ έφεσης επικαλείται μόνον τρείς [3] έγγραφες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών που εκδόθηκαν από την φυσιοθεραπεύτρια ……… οι δύο [2] πρώτες, σε αδιευκρίνιστο χρόνο η μία και στις 13.5.2014 η άλλη και από τον ……… . η τρίτη στις 24.6.2014, οι οποίες χρησίμευσαν προς απόδειξη της αρχικής αγωγής που άσκησαν οι γονείς του για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους. Υπό τα αποδεικτικά αυτά δεδομένα το παρόν Δικαστήριο δεν υποχρεούται να εικάσει ότι δαπανήθηκε εκ μέρους τους οποιοδήποτε χρηματικό ποσόν για την αμοιβή φυσιοθεραπευτή του ανηλίκου τέκνου τους και για το λόγο αυτό, κατ’ αποδοχή του συναφούς πέμπτου λόγου της Β΄ έφεσης, το σχετικό αγωγικό κονδύλιο πρέπει να θεωρηθεί αβάσιμο και καθ’ ολοκληρίαν απορριπτέο, δεδομένου μάλιστα ότι δεν τίθεται ζήτημα ένδειας, αναιρετικής της δυνατότητάς τους να καταβάλουν τη σχετική δαπάνη προς όφελος της υγείας του τέκνου τους, ενόψει μάλιστα και της υπέρ του επιδικάσεως του πιο πάνω χρηματικού ποσού μετά την τελεσιδικία της δικαστικής κρίσης επί της αρχικής αγωγής. Μετά την παραδοχή του ερευνώμενου λόγου της Β΄ έφεσης παρέλκει η εξέταση του συναφούς λόγου της Α΄ έφεσης με τον οποίο προβάλλεται παράπονο επειδή το ως άνω επιδικασθέν χρηματικό ποσόν υπολογίστηκε στη βάση τριάντα έξι [36] μηνών, ενώ είχε ζητηθεί για τετραετές χρονικό διάστημα. Ομοίως το Δικαστήριο δεν πείθεται ότι δαπανήθηκε οποιοδήποτε χρηματικό ποσό ως μίσθωμα δημοσίας χρήσεως αυτοκινήτου (ΤΑΞΙ) για τις μετακινήσεις του ανηλίκου προς το σχολείο του, προς δημόσιο νοσοκομείο και προς οποιονδήποτε άλλον από τους αγωγικώς επικαλούμενους προορισμούς με επιστροφή, δεδομένου ότι παραλείπεται η προσκομιδή έστω μιας [1] αντίστοιχης εξοφλητικής απόδειξης εκδοθείσας από αυτοκινητιστή. Ο εκκαλών της Α΄ έφεσης περιορίζεται στην επανεπίκληση και επαναπροσκομιδή της αχρονολόγητης έγγραφης δήλωσης του ……, οδηγού ΤΑΞΙ, ο οποίος δηλώνει ότι μεταφέρει καθημερινά τον παθόντα από και προς το σχολείο του στον Ασπρόπυργο Αττικής, έναντι μισθώματος ύψους πέντε ευρώ (5 €) για κάθε μεταφορά και συνολικώς διακοσίων ευρώ (200 €) σε μηνιαία βάση, προς το Νοσοκομείο Παίδων «ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ» δύο [2] φορές ανά μήνα, με επιστροφή, έναντι μισθώματος του οχήματός του ύψους ογδόντα ευρώ (80 €) και προς διάφορους άλλους προορισμούς, έναντι ισοϋψούς μηνιαίου μισθώματος, η οποία (δήλωση) είχε προσκομιστεί και πρωτοδίκως, για να αποκρουστεί, ορθώς, με την υπ’ αριθμ. 3464/2019 εν μέρει οριστική απόφαση, ως ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο, επειδή δόθηκε επίτηδες προκειμένου να καταστρατηγηθεί ο δικονομικός τύπος της ένορκης κατάθεσης ή της ένορκης βεβαίωσης και η οποία ούτε στο δεύτερο βαθμό λαμβάνεται υπόψη για τους ίδιους λόγους (ΟλΑΠ 8/1987, ΝοΒ 1988/75 = Δ 1987/530, ΑΠ 125/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) ούτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1583/2021, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου στο Διαδίκτυο, ΑΠ 1076/2010, ΑΠ 410/2009, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 109/2004 ΧΡΙΔ 2004/625, ΜονΕφΛαρ. 24/2020, Δικογραφία 2020/325). Άλλωστε, στην ως άνω πραγματογνωμοσύνη αναφέρεται ότι ο ανήλικος παθών σχετική μόνον δυσχέρεια έχει κατά τις μετακινήσεις του με μέσα μαζικής μεταφοράς, όχι δε και απόλυτη ανικανότητα, δεδομένου ότι η μειωμένη ισχύς του αριστερού κάτω άκρου του δυσκολεύει μεν την κίνησή του κατά την άνοδο σε κλίμακες και επιβαρύνει το υγιές δεξί κάτω άκρο του, το οποίο καταπονείται και αυτό αλλά δεν αναιρεί τη δυνατότητά του να μετακινείται με τέτοια μέσα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την υπ’ αριθμ. 2752/2022 τελειωτική απόφασή του και χωρίς να διευκρινίζει αν έλαβε υπόψη την ως άνω αχρονολόγητη δήλωση επιδίκασε στον παθόντα το χρηματικό ποσό των τριών χιλιάδων τριακοσίων ευρώ (3.300 €) για την αιτία αυτή έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει κατά παραδοχή των σχετικών δεύτερου και τέταρτου λόγων της Β΄ έφεσης να εξαφανιστεί κατά το αντίστοιχο κεφάλαιό της. Όσον αφορά, τέλος, το αγωγικό κονδύλιο αποζημιώσεως της πλασματικής δαπάνης για την αμοιβή των υπηρεσιών που η μητέρα του παθόντος φέρεται να του παρέχει σε εικοσιτετράωρη βάση, αποτιμώμενη σε εξήντα ευρώ (60 €) ημερησίως, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Από την ως άνω από 20.3.2018 ιατρική γνωμάτευση του Νοσοκομείου Παίδων προκύπτει ότι ο ανήλικος παθών δεν είναι καθηλωμένος αλλά βαδίζει είτε με κνημοποδικό κηδεμόνα είτε και ελεύθερα, ενώ στην προαναφερθείσα ιατρική πραγματογνωμοσύνη αναφέρεται ότι υφίσταται μεν δυσχέρεια αυτοεξυπηρετήσεώς του αλλά αυτή είναι σχετική και πάντως σε μικρότερο βαθμό συγκριτικά με τη δυσχέρεια μετακινήσεώς του. Από δε το σύνολο των αποδεικτικών μέσων προκύπτει ότι ο ανήλικος παρακολουθεί τα σχολικά μαθήματα μεταβαίνοντας στο εκπαιδευτήριο, όπου κινείται χωρίς βοήθεια τρίτου προσώπου. Από αυτά παρέπεται ότι καθ’ όλο το ένδικο χρονικό διάστημα δεν χρήζει καθημερινής βοήθειας άλλου για την ικανοποίηση των βασικών του αναγκών, καθώς δεν αδυνατεί να αυτοεξυπηρετηθεί και να επιμεληθεί του εαυτού του. Δέχεται, βέβαια, τις φροντίδες και την περιποίηση της μητέρας του, όπως όμως θα συνέβαινε λόγω της ηλικίας του ακόμα και αν δεν είχε μεσολαβήσει το ζημιογόνο γεγονός. Μάλιστα, τέτοια βοήθεια δεν χρειάστηκε ούτε κατά το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της αρχικής και της ένδικης αγωγής, αφού για το διάστημα αυτό δεν επιδιώχθηκε η αποκατάσταση τέτοιας δαπάνης. Άλλωστε, επιχειρώντας να προσδιορίσουν το περιεχόμενο της παρεχόμενης από τη μητέρα του βοήθειας οι γονείς και νόμιμοι αντιπρόσωποι του με την υπό κρίση αγωγή επικαλούνται ότι αυτή αφορά την προετοιμασία του φαγητού του, τη φροντίδα για τον προσωπική του υγιεινή και τις μετακινήσεις του, τη λήψη της φαρμακευτικής αγωγής του και τη γενική φροντίδα της καθαριότητας του ιματισμού του. Από τις ενέργειες αυτές συνδεόμενες αποκλειστικά με τη μειωμένη λειτουργικότητα του αριστερού κάτω άκρου του ανηλίκου είναι μόνον η βοήθεια στην ατομική καθαριότητα και στη λήψη της φαρμακευτικής αγωγής. Δε δικαιολογούν όμως την επικαλούμενη υπερένταση των προσπαθειών της μητέρας του ούτε την, οπωσδήποτε καθ’ υπερβολή αναφερόμενη, εικοσιτετράωρη φροντίδα της ούτε, πολύ περισσότερο, την ανάγκη πρόσληψης οικιακής βοηθού, απασχολούμενης νυχθημερόν με την περιποίηση του ανηλίκου. Κατόπιν αυτών και το ερευνώμενο κονδύλιο παρίσταται ουσιαστικά αβάσιμο. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε αντίθετα και επιδίκασε για την αιτία αυτή στον παθόντα το συνολικό χρηματικό ποσόν των είκοσι μιας χιλιάδων εξακοσίων ευρώ (21.600 €), έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως και η εκκαλούσα της Β΄ έφεσης βασίμως υποστηρίζει με τους πρώτο και τρίτο λόγους του εφετηρίου της.

VΙ. Με βάση όσα προαναφέρθηκαν πρέπει οι προσβαλλόμενες αποφάσεις να εξαφανιστούν κατά παραδοχή των λόγων των εφέσεων που ευδοκίμησαν και, αφού κρατηθεί και αναδικαστεί η υπόθεση, να απορριφθεί η ένδικη αγωγή στο σύνολό της. Μετά ταύτα παρέλκει η εξέταση του έκτου λόγου της Β΄ έφεσης με τον οποίο η εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη απόρριψη του αιτήματός της περί υπολογισμού των νόμιμων τόκων της επιδικασθείσας απαίτησης του αντιδίκου της με το επιτόκιο υπερημερίας αντί των τόκων επιδικίας. Τα δικαστικά έξοδα της εναγόμενης για αμφότερους τους δικαιοδοτικούς βαθμούς, για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα (άρθρα 176, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εναγόντων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, μετά την παραδοχή των εφέσεων πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή καθενός κατατεθέντος παραβόλου στον αντίστοιχο εκκαλούντα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζοντας κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Συνεκδικάζει τις από 13.10.2022 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …../13.10.2022 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …../19.10.2022 και από 1.11.2022 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …./1.11.2022 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …/3.11.2022 εφέσεις.

Δέχεται αυτές τυπικά και κατ’ ουσίαν.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου σε καθέναν εκκαλούντα.

Εξαφανίζει τις συνεκκληθείσες αποφάσεις.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 13.9.2018 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ……/14.9.2018) αγωγή.

Απορρίπτει αυτήν στο σύνολό της.  

Επιβάλλει σε βάρος των εναγόντων τα δικαστικά έξοδα της εναγόμενης για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει σε δύο χιλιάδες ευρώ (2.000 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 29 Ιανουαρίου 2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων τους δικηγόρων.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ