Μενού Κλείσιμο

Αριθμος απόφασης 51/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης   51/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Λέκκου, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα T.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των κάτωθι αναφερομένων προσώπων:

Του εκκαλούντοςανακόπτοντος: …………. ο οποίος, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο του Ελένη Κούκη – Μπιθαρά.

Των εφεσιβλήτων  καθών η ανακοπή: 1) Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….», η οποία εδρεύει στο …….. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, από την πληρεξουσία δικηγόρο της Μαρία Μπότση (ΔΕ ΣΚΟΡΙΝΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ), με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, 2) Της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………», η οποία εδρεύει στην ………. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Γερασίμου (ΔΕ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ), με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, 3)Της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………..», η οποία εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, από τον πληρεξούσιο  δικηγόρο της Νικόλαο Γερασίμου (ΔΕ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ), με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, 4)της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………..», η οποία εδρεύει στη …. Κύπρου και διατηρεί εγκατάσταση στο ….. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, ο νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας ήταν απών κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 5) Της εταιρείας με την επωνυμία «………..», η οποία εδρεύει στην …….. Τουρκίας και εκπροσωπείται νόμιμα, ο νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας ήταν απών, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 6) Της εταιρείας με την επωνυμία «………..», η οποία εδρεύει στο …….. Ιταλίας και εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, από τον πληρεξούσιο  δικηγόρο της Άγγελο Ροντήρη (ΔΕ Ν. ΓΩΓΙΟΣ – Α. ΝΑΣΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και 7) Της εταιρείας με την επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στην Κωνσταντινούπολη και εκπροσωπείται νόμιμα, ο νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας ήταν απών κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Ο ήδη εκκαλών ……. ήγειρε, κατά των ήδη εφεσιβλήτων, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών την από 4.12.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./4.12.2019), ανακοπή του (του άρθρου 979 του ΚΠολΔ) κατά του με αριθμό ……../19.11.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών τον οποίο συνέταξε ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος Συμβολαιογράφος Πειραιώς …… . και ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή.

Η ήδη πρώτη εφεσίβλητη και πρώτη καθής η αμέσως ανωτέρω ανακοπή, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….», ήγειρε και κατά του ήδη εκκαλούντος ενώπιον του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου και με την ίδια διαδικασία την από 6.12.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/6.12.2019) ανακοπή κατά του ιδίου ως άνω πίνακα κατάταξης και ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή.

Επί των εν λόγω ανακοπών (και δύο ακόμη, που δεν ενδιαφέρουν εν προκειμένω) εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 986/2021 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία, αφού συνεκδικάσθηκαν άπασες οι εν λόγω ανακοπές, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, αφενός μεν απορρίφθηκε η ανακοπή του ήδη εκκαλούντος – ανακόπτοντος, αφετέρου δε έγινε εν μέρει δεκτή η ανακοπή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» και μεταρρυθμίσθηκε ο προσβαλλόμενος πίνακας, κατά τα ειδικότερα σ’ αυτήν αναφερόμενα.

Ο ηττηθείς στον πρώτο βαθμό ανακόπτων η από 4.12.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/4.12.2019) ανακοπή και καθού η από 6.12.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……../6.12.2019) ανακοπή, με την από 27.12.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……../1.7.2022 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ………/1.7.2022 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) ασκηθείσα έφεσή του, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση.

Κατά τη συζήτηση της ανωτέρω εφέσεως στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, παραστάθηκαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του ανακόπτοντος και της έκτης των καθών εταιρείας οι οποίοι, αφού έλαβαν το λόγο από τη Δικαστή, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των πρώτης, δεύτερης και τρίτης των εφεσιβλήτων δεν εμφανίσθηκαν, αλλά παραστάθηκαν με δηλώσεις τους του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ και προκατέθεσαν τις προτάσεις τους, ενώ οι νόμιμοι εκπρόσωποι των τέταρτης, πέμπτης και εβδόμης των εφεσιβλήτων δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξουσίο δικηγόρο, αλλά ήταν απούσες.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Σφάλματα του συμβολαιογράφου κατά τη σύνταξη του πίνακα κατάταξης προσβάλλονται με ανακοπή, οπότε εφαρμόζεται αναλογικά η διάταξη του άρθρου 979 του ΚΠολΔ. Από αυτή τη διάταξη, καθώς και από εκείνες των άρθρων 972 παρ. 1 και 974 έως 979 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι, με την ανακοπή, που ασκείται κατά του πίνακα κατάταξης, προβάλλονται αιτιάσεις που αφορούν στην ορθότητα του πίνακα κατάταξης, που μπορούν να στηρίζονται είτε στο ουσιαστικό δίκαιο, αναγόμενες στη γένεση ή την ύπαρξη της απαίτησης του καθ’ου η ανακοπή, η οποία έχει αναγγελθεί, είτε στο δικονομικό δίκαιο και αναφέρονται στον προνομιούχο χαρακτήρα και την τάξη της κατάταξης. Έννομο συμφέρον, για άσκηση ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης, έχει όποιος αμφισβητεί την ύπαρξη της απαίτησης εκείνου, κατά του οποίου στρέφει την ανακοπή του ή προβάλλει ότι προηγείται του τελευταίου, που κατατάχθηκε στον πίνακα και επιδιώκει την αποβολή του και την κατάταξη στην θέση του, στρέφεται δε κατά των δανειστών των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη. Το δικαστήριο, που δικάζει την ανακοπή, περιορίζεται μέσα στα όρια του αιτήματος αυτής και ερευνά την προσβαλλομένη απαίτηση και την κατάταξη του καθού η ανακοπή, δεδομένου δε ότι η διαδικασία της κατάταξης είναι ενιαία, όχι όμως και αδιαίρετη, η ισχύς και το δεδικασμένο της απόφασης περιορίζεται μεταξύ των διαδίκων και δεν επιδρά στους, μη μετάσχοντες της δίκης, άλλους δανειστές. Εάν ευδοκιμήσει η ανακοπή, στο αποδεσμευόμενο ποσό θα καταταγεί ο ανακόπτων, χωρίς να ωφελείται άλλος δανειστής, που δεν άσκησε ανακοπή. Κατά συνέπεια, όταν ασκείται ανακοπή κατά πλειόνων αναγγελθέντων και καταταγέντων δανειστών, η οποία εν τοις πράγμασι αποτελεί υποκειμενική σώρευση ανακοπών με την μορφή της παθητικής ομοδικίας (ΚΠολΔ 74 περ.1), έναντι των οποίων προβάλλεται το υπαρκτό και η προνομιακή κατάταξη της απαίτησης του ανακόπτοντος, οι τελευταίοι, ως καθ’ων η ανακοπή συνδέονται με τον δεσμό της απλής ομοδικίας (ΚΠολΔ 74 περ.2) και τούτο για τον λόγο ότι το υπαρκτό της απαίτησης του ανακόπτοντος και ο προνομιακός της χαρακτήρας κατά την κατάταξη συγκρίνεται ως προς καθένα από τους καθών, χωρίς να επηρεάζονται από αυτό οι μεταξύ τους σχέσεις αναφορικά με το ποσό της κατάταξης, δοθέντος ότι, όπως προαναφέρθηκε, στο αποδεσμευόμενο ποσό θα καταταγεί μόνο ο ανακόπτων, χωρίς να ωφελούνται οι καθ’ων, ώστε να παρίσταται ανάγκη σύγκρισης μεταξύ τους ως προς τις απαιτήσεις τους για τις οποίες αναγγέλθηκαν και κατατάχθηκαν (ΑΠ 264/2020, ΑΠ 2117/2014, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος).

Από τις υπ’ αριθμ. ../19.10.2022, …/20.10.2022 και …../19.10.2022 εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, ……….., που προσκομίζει και επικαλείται ο εκκαλών, αποδεικνύεται ότι, αντίγραφο της ένδικης έφεσης μετά κλήσεως προς συζήτηση, για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επεδόθη από τον εκκαλούντα στον . ………., αντίστοιχα αντικλήτων των τετάρτης, πέμπτης και έβδομης των εφεσιβλήτων εταιρειών με την επωνυμία ………… αντίστοιχα [σχετικά με αριθμό ……../19.11.2019 πρόσκληση δανειστών του συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., στην οποία οι ανωτέρω δικηγόροι αναφέρονται ως αντίκλητοι των ανωτέρω εταιρειών, σε συνδυασμό με άρθρο 972 ΚΠολΔ κατά το οποίο «1. Οι δανειστές εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση έχουν δικαίωμα να αναγγείλουν την απαίτησή τους. Η αναγγελία επιδίδεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, σε εκείνον υπέρ του οποίου γίνεται και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και πρέπει να περιέχει: (α) διορισμό αντικλήτου στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης, στον οποίον μπορούν να γίνονται όλες οι επιδόσεις και προσφορές που αφορούν την εκτέλεση και αν δεν οριστεί αντίκλητος, αντίκλητος είναι ο δικηγόρος που τυχόν υπέγραψε την αναγγελία» (ΑΠ 1249/2015 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ)]. Επομένως, πρέπει, παρά την απουσία των ανωτέρω τετάρτης, πέμπτης και έβδομης των εφεσιβλήτων, να προχωρήσει η διαδικασία σαν να ήταν και αυτές παρούσες (άρθρα 524 παρ. 4 εδ. α και  591 παρ. 1 ΚΠολΔ), με την επισήμανση ότι οι πλείονες εφεσίβλητοι/καθ’ων η ανακοπή κατά πίνακα κατάταξης του άρθρου 979 του ΚΠολΔ, δανειστές της καθ’ης η εκτέλεση, των οποίων οι αναγγελθείσες απαιτήσεις έχουν εν όλω ή εν μέρει καταταγεί στον προσβαλλόμενο πίνακα και στη θέση των οποίων επιδιώκει να καταταγεί ο ανακόπτων, αφού αποβληθούν, συνδέονται μεταξύ τους με το δεσμό της απλής ομοδικίας, όπως προεκτέθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, συνεπώς, οι ανωτέρω απολειπόμενοι διάδικοι δε μπορούν να θεωρηθούν ότι αντιπροσωπεύονται από τους παρασταθέντες ομοδίκους τους.

ΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 972 παρ. 1 και 974 έως 979 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι, έννομο συμφέρον, για άσκηση ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης, έχει όποιος αμφισβητεί την ύπαρξη της απαίτησης εκείνου, κατά του οποίου στρέφει την ανακοπή του, ή προβάλλει ότι προηγείται του τελευταίου, που κατετάγη στον πίνακα και επιδιώκει την αποβολή του και την κατάταξη στην θέση του και στρέφεται κατά των δανειστών των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη (άρθρ. 972 παρ. 2 εδ.β` ΚΠολΔ). Το δικαστήριο, που δικάζει την ανακοπή, περιορίζεται μέσα στα όρια του αιτήματος αυτής και ερευνά την προσβαλλόμενη απαίτηση και την κατάταξη του καθ’ ου η ανακοπή, και δεδομένου ότι η διαδικασία της κατάταξης είναι ενιαία, όχι όμως και αδιαίρετη, η ισχύς και το δεδικασμένο της απόφασης περιορίζεται μεταξύ των διαδίκων και δεν επιδρά στους μη μετασχόντες της δίκης άλλους δανειστές. Εάν ευδοκιμήσει η ανακοπή, στο αποδεσμευόμενο ποσό θα καταταγεί ο ανακόπτων, χωρίς να ωφελείται άλλος δανειστής που δεν άσκησε ανακοπή ή αυτή απορρίφθηκε ως προς τους ίδιους λόγους, ακόμα και αν εκείνος έχει μείζον προνόμιο κατάταξης (ΑΠ 467/2021, ΑΠ 1518/2018). Στην περίπτωση κατά την οποία περισσότεροι του ενός μη καταταγέντες δανειστές βάλλουν με συνεκδικαζόμενες ανακοπές κατά της κατάταξης του ίδιου δανειστή για την αποβολή του, θα υπολογιστούν οι απαιτήσεις των περισσοτέρων ανακοπτόντων και αν η απαίτηση του αποβαλλόμενου δανειστή δεν καλύπτει το σύνολο των απαιτήσεων των ανακοπτόντων που νικούν, θα γίνει σύγκριση μεταξύ των τελευταίων από το δικαστήριο και προτίμηση των δανειστών εκείνων που έχουν ισχυρότερο προνόμιο ή ανάλογη μεταξύ των ισοβάθμων κατάταξη. Στα πλαίσια της εν λόγω συνεκδίκασης των περισσοτέρων ανακοπών και της επιβαλλόμενης ως άνω σύγκρισης των απαιτήσεων των ανακοπτόντων, οι οποίες δεν ικανοποιούνται πλήρως με την αποβολή του καθ’ ου η ανακοπή δανειστή, διαμορφώνεται επιγενόμενη αναγκαστική ομοδικία μεταξύ των περισσοτέρων ανακοπτόντων (άρθρο 76 παρ.1 περ.δ ΚΠολΔ), διότι η, από την ακύρωση της κατάταξης του καθ’ ου, κατάταξή τους, επιδέχεται μόνο ενιαία ρύθμιση (ΑΠ 476/2021, ΑΠ 1048/2019 Ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 517 ΚΠολΔ, η έφεση απευθύνεται κατά εκείνων που ήταν διάδικοι στην πρωτόδικη δίκη, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση ή των καθολικών διαδόχων τους. Αν υπάρχει αναγκαστική ομοδικία, η έφεση πρέπει να απευθύνεται καθ’ όλων των ομοδίκων, αλλιώς απορρίπτεται αυτή ως απαράδεκτη (ΑΠ 21/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εν τούτοις, στην ίδια περίπτωση της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης, εάν με τη μία των συνεκδικαζόμενων ανακοπών προσβάλλεται η κατάταξη της απαίτησης του καθ` ου δανειστή στο σύνολό της, ενώ με άλλη συνεκδικαζόμενη ανακοπή προσβάλλεται η ίδια μεν απαίτηση, αλλά μόνον κατά ένα μέρος, ο ανακόπτων στην τελευταία αυτή ανακοπή δεν θα καταταγεί στο αποδεσμευόμενο αλλά μη προσβαλλόμενο με την ανακοπή του μέρος της απαίτησης του καθού, αλλά, αποκλειστικά, στο μέρος αυτό θα καταταγεί μόνον ο ανακόπτων που προσέβαλε με την ανακοπή του το σύνολο της καταταγείσας απαίτησης, αφού ως προς το κονδύλιο αυτό δεν υφίσταται αναγκαστική ομοδικία [ΕΠατρ 285/2020 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ]. Περαιτέρω, εάν η απόφαση που θα εκδοθεί, κατά το μέρος που ωφελεί τον ένα από τους διαδίκους, βλάπτει τον άλλο, ο βλαπτόμενος έχει δικαίωμα ν` ασκήσει ένδικο μέσο κατά της απόφασης που τον βλάπτει, την οποία μπορεί να την απευθύνει κατά εκείνου του διαδίκου που ωφελήθηκε σε βάρος του, έστω και αν αυτός ήταν ομόδικός του, ακόμη και όταν αυτός έλαβε τη θέση του ομόδικου ή του αντιδίκου του, λόγω της συνεκδίκασης με τη δική του ανακοπή και ανακοπών άλλων δανειστών, οι οποίες δεν απευθύνονταν και κατ` αυτού και της έκδοσης, κατ` ανάγκην, κοινής, χωρίς αντιφατικές διατάξεις, απόφασης, για την απαίτηση που προσβλήθηκε και για τις απαιτήσεις που πρέπει να καταταγούν στη θέση της, στην περίπτωση που αυτή αποβλήθηκε από τον πίνακα κατάταξης [ΑΠ 669/2022 ιστοσελίδα Αρείου Πάγου].

Με την ένδικη από 27.12.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιώς ………./1.7.2022 και με αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ………./1.7.2022 έφεση, πλήττεται η με αριθμό 986/2021 οριστική απόφαση του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που συνεκδίκασε τέσσερις [4] ανακοπές κατά του με αριθμό ………../19.11.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……. και, εκδοθείσα στις 13.5.2021 κατ’ αντιμωλία του ήδη παρισταμένων στην παρούσα δίκη και ερήμην των ήδη ερήμην δικαζομένων στην παρούσα δίκη διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με τις αποκλίσεις των ειδικών κανόνων που διέπουν τις δίκες περί την εκτέλεση, έκρινε και (α) επί της από 4.12.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……./4.12.2019 ανακοπής του ήδη εκκαλούντος, ……….., με την οποία προσβλήθηκε η κατάταξη στον παραπάνω πίνακα, των ήδη εφεσίβλητων και (β) επί της από 6.12.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./6.12.2019) ανακοπής της ήδη πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας με την επωνυμία «……….», κατά του ήδη προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, κατά το ενδιαφέρον δε στην παρούσα διαδικασία της κατ’ έφεση δίκης μέρος της, απέρριψε την πιο πάνω ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, κατόπιν έρευνας της ουσίας της υποθέσεως, για έλλειψη εννόμου συμφέροντος στο πρόσωπό του προς άσκηση της ένδικης ανακοπής, έκανε δε εν μέρει δεκτή την ανωτέρω ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης και προέβη σε μεταρρύθμιση του προσβαλλομένου πίνακα κατάταξης, αποβάλλοντας δε τον ήδη εκκαλούντα και τους ήδη πέμπτη, έκτη και έβδομη των ήδη εφεσιβλήτων, η κατάταξη των οποίων (πέμπτης, έκτης και έβδομης των ήδη εφεσιβλήτων) είχε προσβληθεί με αμφότερες τις ανωτέρω ανακοπές (του εκκαλούντος και της ήδη πρώτης εφεσίβλητης), κατέταξε στη θέση αυτών (πέμπτης, έκτης και έβδομης των ήδη εφεσιβλήτων) την ήδη πρώτη των εφεσιβλήτων. Η ένδικη έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 §§ 1, 2, 500, 511, 513 § 1 στοιχ. β εδαφ. α, 516 § 1, 517 και 518 § 2 ΚΠολΔ, ενόψει του ότι δεν αποδεικνύεται, αλλά ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξεδόθη την 13.5.2021 και η ένδικη έφεση κατατέθηκε στις 1.7.2022 ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (βλ. τη με αριθμό ………../1.7.2022 έκθεση καταθέσεως ενδίκου μέσου του Γραμματέα του Τμήματος Ενδίκων Μέσων του Πρωτοδικείου Πειραιώς), ήτοι εντός της κατά το άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ διετούς προθεσμίας από της εκδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως. Περαιτέρω, για το παραδεκτό αυτής, η οποία παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου, κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α 165/25.7.2011), Δικαστηρίου, έχει δε κατατεθεί και το προβλεπόμενο παράβολο (βλ. το με αριθμό . …………  ηλεκτρονικό παράβολο) και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ίδια όπως και πρωτοδίκως ειδική διαδικασία, με τις αποκλίσεις των άρθρων 933 §§ 4, 5 και 937 § 1 ΚΠολΔ, καθό μέρος εγείρεται κατά της πρώτης, δεύτερης και τρίτης των εφεσιβλήτων. Ως προς το παραδεκτό της ένδικης έφεσης καθό μέρος εγείρεται σε βάρος της τέταρτης, πέμπτης, έκτης και έβδομης των εφεσιβλήτων, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα:

[α] Όσον αφορά την πέμπτη, έκτη και έβδομη των εφεσιβλήτων: Όπως προκύπτει από την εκκαλουμένη απόφαση, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) συνεκδικάστηκαν η από 4.12.2019 ανακοπή του ήδη εκκαλούντος ……….. και η από 6-12-2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “……….” (και έτερες δύο ανακοπές, οι οποίες εν προκειμένω δεν ενδιαφέρουν) κατά του με αριθμ. ……../19.11.2019 πίνακα κατάταξης του συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., ως υπαλλήλου του πλειστηριασμού, στρεφόμενες αμφότερες και κατά των ήδη πέμπτης των εφεσιβλήτων, αλλοδαπής και δη εδρεύουσας στην Tuzla Τουρκίας εταιρείας με την επωνυμία «……..», έκτης των εφεσιβλήτων αλλοδαπής και δη εδρεύουσας στο Παλέρμο Ιταλίας εταιρείας με την επωνυμία «……….» και έβδομης των εφεσιβλήτων αλλοδαπής και δη εδρεύουσας στην Κωνσταντινούπολη εταιρείας με την επωνυμία «…………», αναγγελθέντων και καταταγέντων στον προσβαλλόμενο πίνακα τυχαίως και άνευ προνομίου πιστωτών, για το ποσό των 13.842,77 δολ. ΗΠΑ, 241.667,24 δολ. ΗΠΑ και 4.675,09 δολ. ΗΠΑ, αντίστοιχα. Με αμφότερες τις ανωτέρω ανακοπές, οι ανακόπτοντες, ήτοι ο ήδη εκκαλών και η πρώτη των εφεσιβλήτων, ζήτησαν τη μεταρρύθμιση του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, ώστε να αποβληθούν οι καθών αμφότερες οι ανωτέρω ανακοπές και δη, μεταξύ άλλων, η πέμπτη, έκτη και έβδομη των ήδη εφεσιβλήτων – πιστωτές, όσον αφορά (ι) στην από 4.12.2019 ανακοπή του ήδη εκκαλούντος ………., κατά το ποσό των 9.321,79 δολ. ΗΠΑ όσον αφορά την ήδη πέμπτη των εφεσιβλήτων, αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «…….», κατά το ποσό των 162.739,89 δολ. ΗΠΑ όσον αφορά στην έκτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……….» και κατά το ποσό των 3.148,23 δολ. ΗΠΑ όσον αφορά στην έβδομη των εφεσιβλήτων εταιρεία με την επωνυμία «………» και (ιι) στην από 6-12-2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “………” καθόλο το ποσό κατά το οποίο κατετάγησαν οι ανωτέρω πέμπτη, έκτη και έβδομη των ήδη εφεσιβλήτων, ποσά για τα οποία οι ανωτέρω πιστωτές (πέμπτη, έκτη και έβδομη των ήδη εφεσιβλήτων) κατατάχθηκαν τυχαίως, άνευ προνομίου και να καταταγούν, αντίστοιχα, ο ήδη εκκαλών στην πρώτη ανακοπή  προνομιακά και η ήδη πρώτη εφεσίβλητη στη δεύτερη ανακοπή, προνομιακά και τυχαία. Επί των ανωτέρω ανακοπών, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, εκδόθηκε αντιμωλία των ανακοπτόντων και της ήδη έκτης εφεσίβλητης εταιρείας και ερήμην των λοιπών (πέμπτης και έβδομης των εφεσιβλήτων), η με αριθμό 986/2021 εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε η πρώτη των ανωτέρω ανακοπών του ήδη εκκαλούντος, έγινε εν τούτοις δεκτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της η δεύτερη των αμέσως ανωτέρω αναφερομένων ανακοπών της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρείας και αφού μεταρρυθμίσθηκε ο ανωτέρω προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, απεβλήθησαν από τον πίνακα κατάταξης οι πέμπτη, έκτη και έβδομη των εφεσιβλήτων, από το συνολικό ποσό των 13.842,77 δολ. ΗΠΑ, 241.667,24 δολ. ΗΠΑ και 4.675,09 δολ. ΗΠΑ που είχαν καταταγεί οι εν λόγω (ήδη 5η, 6η και 7η) εφεσίβλητες και στα ανωτέρω αποδεσμευόμενα ποσά κατετάγη η ήδη πρώτη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “……..”. Μάλιστα, η ήδη έκτη των εφεσιβλήτων ανωτέρω εταιρεία «……..» άσκησε κατά της εκκαλουμένης (με αριθμό 986/2021) απόφασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, την από 25.6.2021 έφεσή της, η οποία εν τούτοις απορρίφθηκε στην ουσία της, με τη με αριθμό 508/2022 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, κατά της οποίας η εν λόγω εφεσίβλητος δεν απεδείχθη ότι άσκησε αναίρεση. Παράλληλα, δεν απεδείχθη ότι κατά της ίδιας ως άνω πρωτοβάθμιας απόφασης οι πέμπτη και έβδομη των εφεσιβλήτων άσκησαν έφεση. Κατόπιν των ανωτέρω, η ένδικη έφεση, κατά το μέρος που στρέφεται κατά των 5ης, 6ης και 7ης των εφεσιβλήτων  πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη (πρβλ ΑΠ 1229/2018 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου), λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος, για το λόγο ότι ο εκκαλών δεν βλάπτεται από την αποβολή αυτών από τον πίνακα κατάταξης και την αποδέσμευση του ποσού των 13.842,77 δολ. ΗΠΑ, 241.667,24 δολ. ΗΠΑ και 4.675,09 δολ. ΗΠΑ, ως αντιθέτως συμβαίνει ως προς την πρώτη των εφεσιβλήτων – ανώνυμη εταιρεία, η οποία φέρεται ότι ωφελήθηκε σε βάρος του ανακόπτοντος, από την κατάταξη αυτής στο αποδεσμευθέν από την αποβολή των 5ης, 6ης και 7ης των ήδη εφεσιβλήτων, ποσό. Παράβολο ερημοδικίας δεν πρέπει να οριστεί ως προς τους ερημοδικαζομένους πέμπτη και έβδομη των εφεσιβλήτων, καθόσον στην παρούσα υπόθεση δεν επιτρέπεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας (άρθρα 937 § 1 και 979 § 2 ΚΠολΔ), όπως επίσης δεν συντρέχει λόγος, εξαιτίας της ερημοδικίας τους, να οριστούν δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας. Δικαστικά έξοδα εν τούτοις, δεν επιβάλλονται ούτε σε βάρος του ανακόπτοντος υπέρ της έκτης των εφεσιβλήτων, λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ).

[β] Επιπλέον, με την προμνημονευθείσα από 4.12.2019 ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, ………, κατά του με αριθμό ……./19.11.2019 πίνακα κατάταξης του συμβολαιογράφου Πειραιώς, ……., ως υπαλλήλου του πλειστηριασμού, ο ήδη εκκαλών εστράφη και κατά της ήδη τέταρτης των εφεσιβλήτων, αλλοδαπής και δη εδρεύουσας στη ……….. Κύπρου εταιρείας με την επωνυμία «…………..», αναγγελθείσας και καταταγείσας στον προσβαλλόμενο πίνακα στην πρώτη τάξη των προνομίων, τυχαίως, για το ποσό των 91.198,95 δολ. ΗΠΑ. Η κατάταξη της ίδιας αλλοδαπής εταιρείας, επλήγη και με την συνεκδικασθείσα στον πρώτο βαθμό από 6-12-2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “……….”. Με αμφότερες τις ανωτέρω ανακοπές ζητήθηκε όπως, αφού μεταρρυθμισθεί ο ανωτέρω πίνακας κατάταξης, καταταγούν στο σύνολο του ποσού για το οποίο κατετάγη η ανωτέρω εταιρεία με την επωνυμία «………» και δη για το ποσό των 91.198,95 δολ. ΗΠΑ, οι ανακόπτοντες των εν λόγω ανακοπών, ήτοι ο ήδη εκκαλών και η ήδη πρώτη εφεσίβλητη. Επιπλέον, η κατάταξη της ανωτέρω εταιρείας με την επωνυμία «……….», επλήγη και με την από 9.12.2019 ανακοπή των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη ……………. Ειδικότερα, με την ανακοπή των τελευταίων, οι εν λόγω ανακόπτοντες αξίωναν όπως για τους διαλαμβανόμενους στην ανακοπή τους λόγους να μεταρρυθμισθεί ο ανωτέρω πίνακας κατάταξης και αποβαλλομένης της ανωτέρω τέταρτης των ήδη εφεσιβλήτων αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «………», να καταταγούν ο πρώτος εξ αυτών (…………..) για το ποσό των 4.602,45 δολ. ΗΠΑ, ο δεύτερος εξ αυτών (………) για το ποσό των 4.602,45 δολ. ΗΠΑ, ο τρίτος εξ αυτών (……….) για το ποσό των 4.780,56 δολ. ΗΠΑ, ο τέταρτος εξ αυτών (……….) για το ποσό των 4.780,56 δολ. ΗΠΑ, ο πέμπτος εξ αυτών (…….) 5.293,84 δολ. ΗΠΑ, ο έκτος εξ αυτών (……….) για το ποσό των 21.916,13 δολ. ΗΠΑ και συνολικά για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 45.975,99. Άπασες δε οι ανωτέρω ανακοπές συνεκδικάσθηκαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με την ένδικη ανακοπή του ήδη εκκαλούντος. Με την εκκαλουμένη, με αριθμό 986/2021, απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αφού απερρίφθη η ανωτέρω ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, απερρίφθη σιωπηρά στην ουσία της η από 6-12-2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “……..” ως προς την εν λόγω καθής η ανακοπή αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……..» χωρίς να εισάγεται προς εκδίκαση έφεση της εν λόγω πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας κατά της απορριπτικής αυτής διάταξης της εκκαλουμένης απόφασης, έγινε δε δεκτή στην ουσία της η ανωτέρω από 9.12.2019 ανακοπή των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη ……… και αφού μεταρρυθμίσθηκε ο υπ’ αριθ. ……./19-11-2019 πίνακας κατάταξης δανειστών του συμβολαιογράφου Πειραιώς ……., αποβλήθηκε εν μέρει η απαίτηση της ανωτέρω εταιρείας «………» -καθ’ ης η ανακοπή από τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης, κατετάγησαν δε προνομιακά στη δεύτερη τάξη και τυχαία, υπό την αίρεση τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, επιπλέον των ποσών για τα οποία είχαν ήδη καταταγεί με τον προμνημονευόμενο πίνακα κατάταξης ο …… κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.210 δολ. ΗΠΑ, από 19-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο …….., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.210 δολ. ΗΠΑ από 19-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο …….., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.440 δολ. ΗΠΑ, από 13-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο ……., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.440 δολ. ΗΠΑ, από 13-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο ….., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 7.044,97 δολ. ΗΠΑ, από 28-06-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης και ο ………, κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 29.406 δολ. ΗΠΑ, από 29-07-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης. Επομένως, και σε συνάφεια με τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, ως προς τα ποσά για τα οποία με την τρίτη των ανωτέρω ανακοπών προσεβλήθη η κατάταξη της ανωτέρω εταιρείας «…….», ήτοι για το συνολικό ποσό των 45.975,99 δολ. ΗΠΑ υφίσταται αναγκαστική ομοδικία μεταξύ του ήδη εφεσιβλήτου ανακόπτοντος και των ανωτέρω έξι ανακοπτόντων (………), διότι αν και ο ήδη εκκαλών ανακόπτων δεν αμφισβητεί την ύπαρξη και το ύψος της απαίτησης της αλλοδαπής εταιρείας «…..» που προσέβαλε με την ανακοπή του παρά μόνον το προνόμιο αυτής, για τους διαλαμβανόμενους στην ανακοπή του λόγους, επιβάλλεται σύγκριση των απαιτήσεων του ήδη εκκαλούντος και των ανωτέρω ανακοπτόντων (……..), εφόσον συμποσούμενες άπασες οι εν λόγω απαιτήσεις δεν ικανοποιούνται πλήρως με την αποβολή της εν λόγω καθ’ ής η ανακοπή εταιρείας «……….», με αποτέλεσμα, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, κατόπιν της συνεκδίκασης των ανωτέρω ανακοπών (του ήδη εκκαλούντος και των ……….) να έχει διαμορφωθεί, για το ανωτέρω ποσό των 45.975,99 δολ. ΗΠΑ για το οποίο κατετάγη η ήδη τέταρτη των εφεσιβλήτων επιγενόμενη αναγκαστική ομοδικία μεταξύ των περισσοτέρων ανακοπτόντων (άρθρο 76 παρ.1 περ.δ ΚΠολΔ), κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας. Πλην όμως, η ένδικη έφεση, δεν απευθύνθηκε υπό του ήδη εκκαλούντος, κατά τη διάταξη του άρθρου 517 ΚΠολΔ, και κατά των ανωτέρω ανακοπτόντων (…………), με αποτέλεσμα η ένδικη έφεση να τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη (ΑΠ 21/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εν τούτοις, ενόψει του ότι, στην περίπτωση της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης, εάν με τη μία των συνεκδικαζόμενων ανακοπών προσβάλλεται η κατάταξη της απαίτησης του καθ` ου δανειστή στο σύνολό της, ενώ με άλλη συνεκδικαζόμενη ανακοπή προσβάλλεται η ίδια μεν απαίτηση, αλλά μόνον κατά ένα μέρος, ο ανακόπτων στην τελευταία αυτή ανακοπή δεν θα καταταγεί στο αποδεσμευόμενο αλλά μη προσβαλλόμενο με την ανακοπή του μέρος της απαίτησης του καθού, αλλά, αποκλειστικά, στο μέρος αυτό θα καταταγεί μόνον ο ανακόπτων που προσέβαλε με την ανακοπή του το σύνολο της καταταγείσας απαίτησης, αφού ως προς το κονδύλι αυτό δεν υφίσταται αναγκαστική ομοδικία [ΕΠατρ 285/2020 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ], κατά το υπόλοιπο ποσό μεταξύ του ποσού των δολ. ΗΠΑ 91.198,95 για το οποίο η ανωτέρω αλλοδαπή εταιρεία «……..» κατετάγη στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και του ανωτέρω ποσού των 45.975,99 δολ. ΗΠΑ για το οποίο άσκησαν ανακοπή οι ανωτέρω ανακόπτοντες …………… ήτοι κατά το ποσό των (91.198,95 μείον 45.975,99=) 45.222,96 δολ. ΗΠΑ, για το ποσό το οποίο δεν επλήγη με την ανωτέρω τρίτη ανακοπή η καταταγείσα απαίτηση της ανωτέρω εταιρείας «……..», ζήτημα αναγκαστικής ομοδικίας μεταξύ των ανωτέρω ανακοπτόντων (………..) και του ήδη ανακόπτοντος δεν τίθεται, με αποτέλεσμα κατά το ποσό αυτό των 45.222,96 δολ. ΗΠΑ εκ της συνολικά εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 91.198,95 για το οποίο η ανωτέρω αλλοδαπή εταιρεία «……..» κατετάγη τον προσβαλλόμενο πίνακα, η ένδικη έφεση να τυγχάνει παραδεκτή, γενομένης δε αυτής τυπικά δεκτής, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία της ως προς το βάσιμο των λόγων της

ΙΙΙ. Ο ανακόπτων στην από 4.12.2019 ανακοπή του, όπως το περιεχόμενό της εκτιμάται δεόντως από το Δικαστήριο, ισχυρίστηκε ότι, με επίσπευση του μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ……, εκτέθηκε σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό το αναφερόμενο στην ανακοπή, υπό ιταλική σημαία επιβατηγό πλοίο CG που ανήκε στην πλοιοκτησία της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη αλλοδαπής, εδρεύουσας στη ……….. της Κύπρου, εταιρίας με την επωνυμία …….., κατά της οποίας ο ανακόπτων διατηρούσε χρηματικές απαιτήσεις συνολικού ύψους 180.883,44 ευρώ, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων και συγκεκριμένα: [α] χρηματική απαίτηση εκ ποσού ευρώ 8.944,10, πλέον τόκων αφορώσα το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 27.8.2017 (προγενέστερο της ημερομηνίας αναγκαστικής κατάσχεσης του ανωτέρω πλοίου) ως δεδουλευμένες αποδοχές, συμφωνημένες αποδοχές αδείας από σύμβαση ναυτικής εργασίας που τον συνέδεε με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, πλέον αποζημιώσεως, κατά τις διατάξεις του άρθρου 77 του Ν. 3816/58 του ΚΙΝΔ, λόγω λύσεως της ανωτέρω σύμβασης ναυτικής εργασίας την 28.8.2017 συνεπεία αναγκαστικής κατασχέσεως του εν λόγω πλοίου, πλέον τόκων από της κατασχέσεως του ανωτέρω πλοίου και δικαστικής δαπάνης [απαίτηση που δεν τυγχάνει επίδικη εν προκειμένω] και [β] χρηματική απαίτηση, εκ ποσού ευρώ 171.939,34, που αφορά το χρονικό διάστημα από 28.8.2017 (ημερομηνία αναγκαστικής κατάσχεσης του ενδίκου πλοίου) έως την 7.11.2018 (ημερομηνία εκπλειστηριάσεως αυτού) οπότε αυτός, κατόπιν συμβάσεως με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, η οποία ορίσθηκε και μεσεγγυούχος αυτού κατά την αναγκαστική κατάσχεσή του, παρείχε υπηρεσίας φύλαξης του ανωτέρω πλοίου, έναντι συνομολογηθείσας αμοιβής εκ ποσού ευρώ 4.500 μηνιαίως, στην οποία, κατά την ανακοπή, περιλαμβάνονταν και αμοιβή αυτού για 104 ώρες υπερωριακής του απασχόλησης. Ειδικότερα, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι, αυτός, στα πλαίσια της ανωτέρω σύμβασης, παρείχε εργασίες φύλακα στο ανωτέρω πλοίο, όλες τις ημέρες της εβδομάδας επί δεκαπέντε ώρες ημερησίως, κατανεμημένες στη διάρκεια του εικοσιτετραώρου ανάλογα με τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες και τις ανάγκες φύλαξης. Παρά ταύτα, η εργοδότρια αυτού εταιρεία δεν του κατέβαλε τις συμφωνημένες αποδοχές του που αφορούσαν το ανωτέρω χρονικό διάστημα [από 28.8.2017  έως 7.11.2018] εκ ποσού ευρώ 64.350. Επιπλέον, δεν του κατέβαλε ποσό ευρώ 106.215,83 που αφορά αμοιβή του για υπερωριακή απασχόλησή του κατά τις αναφερόμενες στην ανακοπή ημέρες Κυριακής, καθώς επίσης και κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή ώρες που συνέπιπταν να είναι νυχτερινές. Τέλος η ανωτέρω εργοδότριά του δεν του χορήγησε, ως είχαν συμφωνήσει, μηνιαίως 1,75 ημέρες αδείας, με αποτέλεσμα να του οφείλει το ποσό των ευρώ 3.762,90 που αφορά την αναλογούσα αμοιβή για τις εν λόγω ημέρες αδείας, υπολογιζομένη επί του συμφωνημένου ημερομισθίου, πλέον τόκων από της επομένης της επιδόσεως των αγωγών που ήγειρε κατά της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας, πλέον δικαστικών εξόδων. Ότι τις ανωτέρω απαιτήσεις του γνωστοποίησε στον υπάλληλο του πλειστηριασμού ………., Συμβολαιογράφο Πειραιώς, με τελευταία αναγγελία την 16.11.2018, ζητώντας την προνομιακή, κατάταξή του, κατά τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, λόγω του γεγονότος ότι οι ανωτέρω απαιτήσεις του προήρχοντο από παροχή εργασίας, αλλά και λόγω του χαρακτήρα των υπηρεσιών φύλαξης που παρείχε στο ανωτέρω πλοίο, από το επιτευχθέν πλειστηρίασμα, το οποίο, μετά τη διενέργεια του πλειστηριασμού στις 7.11.2018, ανήλθε στο χρηματικό ποσό του ενός εκατομμυρίου οκτακοσίων μιας χιλιάδων ευρώ (1.801.000 €). Ότι, ακολούθως, λόγω ανεπάρκειας του πλειστηριάσματος για την ικανοποίηση απάντων των αναγγελθέντων δανειστών της καθ’ ης η εκτέλεση, καταρτίστηκε από τον ως άνω υπάλληλο του πλειστηριασμού ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης δανειστών, στον οποίο ο ίδιος ο ανακόπτων κατετάγη τυχαία, στη δεύτερη τάξη των προνομίων για την απαίτησή του εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 9.893,07 ήτοι το ισότιμο σε δολ. ΗΠΑ του ποσού των ευρώ 8.944,10, που αφορά τις απαιτήσεις του ως Πλοιάρχου του ανωτέρω πλοίου και αφορούν το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 28.8.2017. Πλην όμως δεν κατετάγη και μάλιστα στη δεύτερη θέση προνομιακά για την εκ ποσού ευρώ 171.939,34 αμοιβή του για τις υπηρεσίες φύλαξης που παρείχε στο ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 28.8.2017 έως 7.11.2018, αλλά κατετάγη τυχαίως, συμμέτρως με τους μη προνομιούχους δανειστές και κατά το λόγο που προέκυψε από το κλάσμα με αριθμητή το προς διανομή απομείναν, μετά την κατάταξη των προνομιούχων πιστωτών, ποσό και παρανομαστή το σύνολο των μη προνομιούχων απαιτήσεων, ήτοι τον κατέταξε τυχαίως, άνευ προνομίου, για το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ. Περαιτέρω, ότι στον εν λόγω πίνακα κατετάγησαν (α) τυχαίως και προνομιακά στην πρώτη τάξη προνομίων απαιτήσεις της πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρείας «……………» ανερχόμενες στο ποσό των 943.682,47 δολ. ΗΠΑ για έξοδα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω πλοίου και τέλη ηλεκτροδότησης και υδροδότησης αυτού για το χρονικό διάστημα από 5.7.2016 έως 7.11.2018 και αμοιβές αυτής (πρώτης εφεσίβλητης) για την αποτροπή κινδύνου για το χρονικό διάστημα από 31.1.2017 έως 7.11.2018 και τυχαίως συμμέτρως με τους λοιπούς μη προνομιούχους δανειστές για το ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ για την ικανοποίηση απαίτησής της για αμοιβή φύλαξης του ανωτέρω πλοίου, (β) τυχαίως και προνομιακά στην πρώτη τάξη προνομίων, απαίτηση της δεύτερης εφεσίβλητης  ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….», για το ποσό των 69.333,17 δολ. ΗΠΑ, απαίτηση της τρίτης εφεσίβλητης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…….», για το ποσό των 51.485,14 δολ. ΗΠΑ και απαίτηση της τέταρτης εφεσίβλητης αλλοδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………», για το ποσό των 91.198,95 δολ. ΗΠΑ, άπασες ως προερχόμενες από την παροχή επισκευών στο ανωτέρω πλοίο στο τελευταίο λιμάνι όπου αυτό και κατασχέθηκε και (γ) τυχαίως, άνευ προνομίου και συμμέτρως μετά των λοιπών άνευ προνομίου πιστωτών η ήδη πέμπτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………», για το ποσό των 13.842,77 δολ. ΗΠΑ, η έκτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……», για το ποσό των 241.667,24 δολ. ΗΠΑ και η έβδομη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………..», για το ποσό των 4.675,09 δολ. ΗΠΑ. Με βάση τα περιστατικά αυτά, ο ανακόπτων, κατά το ενδιαφέρον την παρούσα εκκλητή δίκη αίτημα της ανακοπής του, ζήτησε τη μεταρρύθμιση του προσβληθέντος πίνακα κατατάξεως, προκειμένου να αποβληθούν από αυτόν όλοι οι καθ’ ων η ανακοπή του και ήδη εφεσίβλητοι και να καταταγεί ο ίδιος «στη δεύτερη τάξη των προνομίων» για τις απαιτήσεις που αφορούν την αμοιβή του για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες φύλαξης του εκπλειστηριασθέντος πλοίου από την ημερομηνία της αναγκαστικής κατασχέσεως έως και την ημερομηνία του πλειστηριασμού του «όπως αυτές αναφέρονται στο ιστορικό» και να καταδικασθούν οι καθών στη δικαστική του δαπάνη. Για τη θεμελίωση του αιτήματός του αυτού, ο ανακόπτων επικαλέστηκε τα ακόλουθα σφάλματα του υπαλλήλου του πλειστηριασμού: (α) ότι αυτός δεν έλαβε υπόψη του το προνόμιο της εν λόγω εκ ποσού ευρώ 171.939,34 απαίτησής του, διότι αυτή αφορούσε αμοιβή του για την παροχή υπηρεσιών φύλαξης του εκπλειστηριασθέντος πλοίου, ενόψει του ότι αυτός ήταν μοναδικός φύλακας του εν λόγω πλοίου, έστω κι αν αυτός δεν είχε οριστεί κατά τις διατάξεις του ΠΔ 280/2000, (β) ότι εσφαλμένως κατέταξε στην πρώτη τάξη προνομίων την πρώτη ήδη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 943.682,47 που αφορά έξοδα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω πλοίου, καθώς και έξοδα ηλεκτροδότησης και υδροδότησης αυτού, για το χρονικό διάστημα από 5.7.2016 έως 25.9.2017 και αμοιβές για την αποτροπή κινδύνου για το χρονικό διάστημα από 31.1.2017 έως 7.11.2018, αμφισβητώντας ουσιαστικά ότι οι καταταγείσες προνομιακώς στην πρώτη τάξη προνομίων ανωτέρω απαιτήσεις της πρώτης ήδη εφεσίβλητης είναι εξοπλισμένες με προνόμιο που προηγείται της ιδικής του απαίτησης, επιπροσθέτως δε τυχαίως την ίδια καθής συμμέτρως με των λοιπών, άνευ προνομίου, πιστωτών, για το ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ, για παροχή υπηρεσιών φύλαξης στο εν λόγω πλοίο, αμφισβητώντας ότι αυτή (πρώτη εφεσίβλητη – πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή) παρείχε τοιούτου είδους υπηρεσίες στο ανωτέρω πλοίο, αναφέροντας ότι μόνον αυτός εκτέλεσε τα καθήκοντα φύλακα στο εν λόγω πλοίο, ενόψει μάλιστα του ότι ο επισπεύδων την ένδικη εκτέλεση πιστωτής, μετά την επιβολή της ανωτέρω αναγκαστικής κατάσχεσης δεν όρισε φύλακα, κατά τις διατάξεις του ΠΔ 280/2000, (γ) εσφαλμένως κατέταξε τις δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των εφεσιβλήτων ανωτέρω εταιρείες στην πρώτη τάξη προνομίων, αμφισβητώντας το προνόμιο αυτών, κατά πρώτον διότι οι εργασίες στις οποίες προέβησαν οι ανωτέρω εταιρείες απέβλεπαν στη βελτίωση της κατάστασης του ανωτέρω πλοίου και στην επαύξηση και όχι στη διατήρηση της αξίας του, κατά δεύτερο λόγο διότι αυτές εκτελέσθηκαν προ της κατασχέσεως του εν λόγω πλοίου και αφού είχε μεσολαβήσει παροπλισμός αυτού, με αποτέλεσμα να μην αποτελούν δαπάνες συντηρήσεως που έλαβαν χώρα στον τελευταίο λιμένα μετά τον κατάπλου του πλοίου και κατά τρίτο λόγο, διότι σε κάθε περίπτωση δεν υπάγονται στην πρώτη τάξη προνομίων, αμφισβητώντας ουσιαστικά ότι η καταταγείσα ανωτέρω απαίτηση των εν λόγω εφεσιβλήτων, είναι εξοπλισμένη με προνόμιο που προηγείται της ιδικής του απαίτησης, τέλος (δ) εσφαλμένως κατέταξε τις πέμπτη, έκτη και έβδομη των εφεσιβλήτων τυχαίως και σύμμετρα για τα ανωτέρω ποσά, αφού δέχθηκε ότι η ένδικη απαίτηση δεν καλύπτεται με προνόμιο ενώ, έπρεπε να κάνει δεκτό ότι η απαίτηση του ανακόπτοντος καλύπτεται από προνόμιο δεύτερης τάξης, με αποτέλεσμα το υπόλοιπο, μετά την κατάταξη απάντων των αναγγελθέντων προνομιακών απαιτήσεων να μην ανέρχεται σε 278.162,64 δολ. ΗΠΑ, όπως δέχθηκε ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος συντάξας τον προσβαλλόμενο πίνακα,  αλλά σε 87.980,54 δολ. ΗΠΑ και κατά συνέπεια, με βάση το λόγο που προκύπτει από το κλάσμα του αριθμητή του, προς διανομή εναπομείναντος, υπόλοιπου [μετά την κατάταξη των προνομιούχων δανειστών] και παρανομαστή το σύνολο των μη προνομιούχων απαιτήσεων, οι εν λόγω (πέμπτη, έκτη και έβδομη των εφεσιβλήτων), να έπρεπε να καταταγούν μόνο για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 4.520,98, 78.927,35 και 1.526,86 αντίστοιχα. Κατά του ίδιου πίνακα κατάταξης, ως αναφέρεται και ανωτέρω, άσκησε και η πρώτη των ήδη εφεσιβλήτων – πρώτη καθής η αμέσως ανωτέρω ανακοπή την από 6.12.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/6.12.2019) ανακοπή της, την οποία απηύθυνε κατά του ήδη εκκαλούντος – ανακόπτοντος, των ήδη δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης και έβδομης των εφεσιβλήτων και καθών η ανωτέρω ανακοπή του ήδη εκκαλούντος και της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «………….», η οποία είχε καταταγεί τυχαίως άνευ προνομίου στον προσβαλλόμενο πίνακα για το ποσό των 506,35 δολ. ΗΠΑ, με την οποία επικαλούμενη ότι διατηρεί προνομιακές απαιτήσεις εξοπλισμένες με προνόμιο δεύτερης τάξης για τις οποίες αναγγέλθηκε νόμιμα στον ανωτέρω υπάλληλο του πλειστηριασμού και δη απαιτήσεις εκ ποσού δολ. ΗΠΑ (α) 102.873,30 για αναγγελθέντες τόκους επί των απαιτήσεών της, για την οποία απαίτηση δεν κατετάγη στον ανωτέρω πίνακα και (β) 167.879,44 δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου αφορώντα το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018 για το οποίο κατετάγη στον εν λόγω πίνακα άνευ προνομίου τυχαίως μόνον για το ποσό των 7.746,39, επικαλούμενη επικρατέστερο προνόμιο έναντι των καθών η ανακοπή της, ζήτησε τη μεταρρύθμιση του προσβαλλομένου πίνακα και αποβαλλομένων των καθών η ανακοπή της να καταταγεί αυτή σε όλα τα ποσά στα οποία κατετάγησαν οι ανωτέρω καθών η ανακοπή της, προνομιακά στη δεύτερη τάξη προνομίων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού συνεκδίκασε τις ανωτέρω ανακοπές, απέρριψε την ένδικη ανακοπή του ήδη εκκαλούντος κατόπιν ουσιαστικής έρευνάς της για έλλειψη εννόμου συμφέροντος διότι, κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, αν και πράγματι, ο ανακόπτων, κατά το χρονικό διάστημα από 28-08-2017 (ημέρα κατάσχεσης του ανωτέρω πλοίου) έως την 07-11-2018 (ημέρα πλειστηριασμού του πλοίου), παρείχε υπηρεσίες φύλαξης στο εν λόγω πλοίο, παρά ταύτα οι απαιτήσεις του, δεν απολαύουν του προνομίου της δεύτερης τάξης προνομίων του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, το οποίο αναγνωρίζεται και από το άρθρο 522 του Ιταλικού Ναυτικού Κώδικα, καθόσον αφορούν σε αμοιβή φύλακα ακινητοποιημένου λόγω αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου,ήτοι πλοίου, που δεν βρίσκεται σε ετοιμότητα προς πλουν, πρόκειται δηλαδή για αμοιβή η οποία δεν πηγάζει από σύμβαση ναυτικής εργασίας, αλλά από σύμβαση χερσαίας εργασίας. Με την εκκαλουμένη απόφαση, έγινε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη στην ουσία της η ανωτέρω ανακοπή της πρώτης των ήδη εφεσιβλήτων εταιρείας, μεταρρυθμίσθηκε ο ανωτέρω πίνακας κατάταξης και αφού αποβλήθηκε (α) ο ανακόπτων καθό μέρος κατετάγη τυχαίως ως άνευ προνομίου για το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ, (β) η ήδη πέμπτη των εφεσίβλητων εταιρεία με την επωνυμία «……..», καθό μέρος κατετάγη τυχαίως άνευ προνομίου για το ποσό των 13.842,77 δολ. ΗΠΑ, (γ) η ήδη έκτη των εφεσίβλητων εταιρεία με την επωνυμία «…….», καθό μέρος κατετάγη τυχαίως άνευ προνομίου για το ποσό των 241.667,24 δολ. ΗΠΑ, (δ) η ήδη όγδοη των εφεσίβλητων εταιρεία με την επωνυμία «……..», καθό μέρος κατετάγη τυχαίως άνευ προνομίου για το ποσό των 4.675,09 δολ. ΗΠΑ και (ε) η μη διάδικος στην παρούσα δίκη και καθής η ανωτέρω ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «…….», καθό μέρος κατετάγη τυχαίως άνευ προνομίου για το ποσό των 506,35 δολ. ΗΠΑ και στη θέση αυτών, κατετάγη η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία με την επωνυμία «…………», -πλέον του ποσού για το οποίο αυτή είχε ήδη καταταγεί για το  ποσό των 269.466,94 δολ. ΗΠΑ και ειδικότερα α) για το ποσό των 167.879,44 δολ. ΗΠΑ, που αντιστοιχεί σε έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου, με τους όρους που προβλέφθηκε στην εκκαλουμένη απόφαση και β) για το ποσό των 101.587,50 δολ. ΗΠΑ, που αντιστοιχεί σε μέρος των αναγγελθέντων τόκων επί των προνομιακών της απαιτήσεων. Κατά της αποφάσεως αυτής, παραπονείται με την ένδικη έφεσή του ο εκκαλών, αιτιώμενος, με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής του ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και δη των διατάξεων των άρθρων 68 ΚΠολΔ, 205 του ΚΙΝΔ και 522 του Ιταλικού Ναυτικού Κώδικα, καθώς επίσης με αντιφατική αιτιολογία, απερρίφθη η ανακοπή του για έλλειψη εννόμου συμφέροντος, με τον δεύτερο λόγο έφεσης κατά το πρώτο σκέλος του για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και δη των διατάξεων του άρθρου 68 ΚΠολΔ, 205 ΚΙΝΔ και άρθρο 522 του Ιταλικού Ναυτικού Κώδικα επιπροσθέτως δε και για ελλιπή και αντιφατική αιτιολογία και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, καθό μέρος έγινε δεκτή η ανωτέρω ανακοπή της πρώτης εφεσίβλητης σε βάρος του και αφού μεταρρυθμίσθηκε ο ανωτέρω πίνακας κατάταξης, αποβλήθηκε ο ίδιος (ήδη εκκαλών) από το ανωτέρω ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ κατά το οποίο είχε καταταγεί τυχαίως και άνευ προνομίου, στο οποίο κατετάγη η πρώτη εφεσίβλητη και κατά το δεύτερο σκέλος του ιδίου λόγου, όπως αυτός εκτιμάται δεόντως υπό του παρόντος Δικαστηρίου από τον συνδυασμό του λόγου αυτού έφεσης με το αίτημα της ένδικης έφεσής του περί εξαφάνισης της εκκαλουμένης αποφάσεως  κατά τις παραδοχές αυτής που θίγουν την κατάταξη αυτού (ήδη ανακόπτοντος), για κακή εκτίμηση των αποδείξεων υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως καθό μέρος έγινε δεκτό ότι η ήδη πρώτη εφεσίβλητη – πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή διατηρεί απαίτηση εκ ποσού ευρώ 122.400 για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου, εφόσον κατά τον υπό κρίση λόγο έφεσης τέτοιες υπηρεσίες δεν παρείχε η πρώτη καθής, προσβάλλοντας, κατ’ εκτίμηση του λόγου αυτού έφεσης και την κατάταξη της πρώτης εφεσίβλητης με την εκκαλουμένη απόφαση στη θέση της πέμπτης, έκτης και έβδομης των καθών η ένδικη ανακοπή. Με τον τρίτο δε λόγο έφεσης πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας και κακή εφαρμογή του νόμου όσον αφορά στην αποβολή του ιδίου (εκκαλούντος) από τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης, κατά το ποσό των δολ. ΗΠΑ 8.775,49, αν και η κατάταξη αυτού κατά το ποσό των 9.893,07 δολ. ΗΠΑ στον εν λόγω πίνακα έλαβε χώρα διότι το ποσό αυτό αφορούσε απαιτήσεις του ως Πλοιάρχου στο ανωτέρω πλοίο. Εν τέλει, με την ένδικη έφεσή του ο ήδη εκκαλών ζητεί να μεταρρυθμισθεί η εκκαλουμένη απόφαση σε όσες παραδοχές θίγουν τη δική του κατάταξη και να γίνει δεκτή η ανακοπή του στο σύνολό της και να απορριφθεί η αντίστοιχη ανακοπή της πρώτης εφεσίβλητης τόσο κατά το μέρος που στρέφεται κατ’ αυτού όσο και καθό μέρος, με τις παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως, θίγεται η ιδική του κατάταξη στον ανωτέρω πίνακα. Τέλος, ζητεί να υποχρεωθούν οι εφεσίβλητοι στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

ΙV (Α) Κατά το άρθρο 1012 παρ. 4 ΚΠολΔ, σε περίπτωση πλειστηριασμού πλοίου, η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα της κατάταξης γίνεται κατά πρώτο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΙΝΔ. Το άρθρο 9 του τελευταίου Κώδικα, που απηχεί κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, το δίκαιο της πολιτείας, τη σημαία της οποίας φέρει το πλοίο, ρυθμίζει και τα επ` αυτού εμπράγματα δικαιώματα, με αποτέλεσμα το δίκαιο αυτό (της σημαίας του πλοίου) να ρυθμίζει τη γένεση, έκταση, διάρκεια και απόσβεση των ναυτικών προνομίων. Η σειρά, όμως, κατάταξης των εν λόγω προνομίων θα κριθεί κατά το δίκαιο του τόπου εκτέλεσης (Lex Fori) αφού η, λόγω προνομίου, προτίμηση στην κατάταξη, δεν αποτελεί στοιχείο της απαίτησης, αλλά αφορά στη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους και κανονίζεται από το δικονομικό δίκαιο. Ο ΚΙΝΔ, με το άρθρο 205, καθιερώνει ειδική σειρά κατάταξης και προσδιορίζει κατ` αποκλειστικότητα και προτεραιότητα την κατάταξη των προβλεπόμενων ναυτικών προνομίων, ως εξομοιούμενων με ειδικό ενέχυρο και εχόντων εμπράγματο χαρακτήρα, και ορίζει, στην τελευταία παράγραφο του ίδιου άρθρου, ότι αυτά, ως αποκλειστικά, εκτοπίζουν κάθε άλλο προνόμιο του κοινού δικονομικού δικαίου και προηγούνται της ναυτικής υποθήκης, είτε της απλής ναυτικής υποθήκης των άρθρων 195 επ. αυτού, είτε, κατ` επέκταση, και της προτιμώμενης ναυτικής υποθήκης του Ν. 3899/1958. Προκειμένου, όμως, να προηγηθούν της ίδιας υποθήκης κατά την κατάταξη σε εκπλειστηρίασμα που αφορά πλοίο με σημαία αλλοδαπής πολιτείας, πρέπει κατά ρητή επιταγή της προαναφερομένης διάταξης του άρθρου 9, να έχουν τον ίδιο προνομιακό χαρακτήρα και κατά το δίκαιο της πολιτείας, τη σημαία της οποίας φέρει το πλοίο. Συνεπώς, αν κατασχεθεί και εκπλειστηριασθεί στην Ελλάδα αλλοδαπό πλοίο, δεν προηγείται της ναυτικής υποθήκης, οποιοδήποτε προνόμιο επί του πλοίου αναγνωρίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο της σημαίας του πλοίου, παρά μόνο εκείνα που όμοια τους, κατά τη φύση και το χαρακτήρα, προβλέπει το άρθρο 205 του ΚΙΝΔ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 1012 παρ. 4 ΚΠολΔ. Οπότε, στην περίπτωση αυτή, εφόσον οι απαιτήσεις είναι προνομιακές κατά το άρθρο 205 του ΚΙΝΔ και κατά το δίκαιο της χώρας της σημαίας του πλοίου, κατατάσσονται, ως προνομιακές, σύμφωνα με το άρθρο 205 του ΚΙΝΔ, πριν από την υποθήκη, ανεξάρτητα από τη σειρά κατάταξής τους κατά το δίκαιο της εν λόγω χώρας [ΑΠ 86/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

(Β) Κατά το άρθρο 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου θεωρούνται προνομιακές απαιτήσεις: 1) τα δικαστικά έξοδα, που οφείλονται στο κράτος ή που έγιναν προς το κοινό συμφέρον των πιστωτών για πράξεις συντηρήσεως του πλοίου ή για τη διαδικασία εκτελέσεως, τα δικαιώματα αγκυροβολίου, φάρων, λιμένων και τα λοιπά δικαιώματα και φόροι της ιδίας φύσεως, τα έξοδα πλοηγήσεως, τα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως του πλοίου από τον κατάπλου του πλοίου στον τελευταίο λιμένα, 2) οι απαιτήσεις που προκύπτουν από τη σύμβαση ναυτολογήσεως ή εργασίας του πλοιάρχου και των άλλων μελών του πληρώματος, 3) τα ποσά που καταβλήθηκαν από το εμπορικό ναυτικό ή την εσωτερική ναυσιπλοΐα ή από προξενική αρχή για τη συντήρηση και τον επαναπατρισμό μελών του πληρώματος, τα ποσά για υποχρεωτικές εισφορές σε ιδρύματα πρόνοιας και κοινωνικής αρωγής προς τους ναυτικούς και για το προσωπικό της εσωτερικής ναυσιπλοΐας, 4) οι αποζημιώσεις και αμοιβές αρωγής και διασώσεως και τα ποσά που οφείλονται για συνεισφορά σε κοινή αβαρία, 5) οι αποζημιώσεις λόγω συγκρούσεως και άλλων ναυτικών ατυχημάτων και εκείνες για ζημίες σε έργα λιμένων, νεωρίων και πλεύσιμων οδών. Οι αποζημιώσεις λόγω θανάτου ή τραυματισμού επιβατών και πληρώματος και εκείνες για απώλεια ή αβαρία φορτίου ή αποσκευών, 6) οι απαιτήσεις από συμβάσεις που συνήφθησαν ή από έργα που εκτελέστηκαν δυνάμει των νομίμων εξουσιών του πλοιάρχου, ακόμη και αν είναι εφοπλιστής του πλοίου, για τις ανάγκες συντηρήσεως του πλοίου ή για τη συνέχιση του ταξιδιού. Ως «έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως του πλοίου» κατά τις διατάξεις του άρθρου 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου, νοούνται αυτά τα οποία δημιουργήθηκαν για να εξασφαλίσουν την αξιοπλοΐα και ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια της παραμονής του στον λιμένα και γενικά οποιαδήποτε ποσά δαπανήθηκαν με σκοπό να αποφευχθεί η χειροτέρευση και καταστροφή του πλοίου, να διευκολυνθεί ο δικαστικός πλειστηριασμός αυτού (πλοίου) και να επιτευχθεί η εξασφάλιση της οικονομικής του αξίας και η ικανοποίηση των δανειστών. Τέλος, ο «τελευταίος λιμένας κατάπλου» ενός πλοίου, που αναφέρεται στο ανωτέρω άρθρο, είναι το λιμάνι όπου το πλοίο κατασχέθηκε συντηρητικά και ακολούθως δεσμεύθηκε, με αποτέλεσμα να απαγορευθεί ο απόπλους του από αυτόν τον λιμένα [σχετικά από 24.9.2020  γνωμοδότηση της …….. Δικηγορικό γραφείο ………..]

(Γ) Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 του Ν.4072/2012 και εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, υπό τον τίτλο «Περί ναυτικών προνομίων» ορίζεται ότι «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις:  α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοίαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, δ) αι λόγω συγκρούσεως ή προσκρούσεως πλοίων οφειλόμενοι αποζημιώσεις εις τα πλοία, τους επιβάτας και τα φορτία. Τα προνόμια προηγούνται της υποθήκης.». Έξοδα φυλάξεως [όπως και έξοδα συντήρησης], αναγνωριζόμενα ως προνομιούχα, κατά την παραπάνω διάταξη, νοούνται τα έξοδα «επιστασίας και αναγκαίας μερίμνης», προς το σκοπό διασφάλισης του πλοίου με τα συστατικά και παραρτήματά του στην υλική κατάσταση που κατασχέθηκε, ώστε να διατηρηθεί σε καλή κατάσταση για την εκπλήρωση του προορισμού του, ως οικονομικής μονάδας, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του [ΑΠ 152/2020 ΑΠ 1421/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Δεν απολαμβάνουν, όμως, του εν λόγω προνομίου, όλα τα έξοδα φυλάξεως , αλλά μόνο εκείνα που έγιναν σε πλοίο ακινητοποιημένο ενόψει του πλειστηριασμού. Αποκλείεται, δηλαδή, κάθε δαπάνη που δεν συμβιβάζεται με τη δικαιολογητική αιτία της καθιερώσεως του προνομίου, η οποία αναφέρεται σε πλοίο που τελεί σε σταθερή παραμονή προς το σκοπό της εκποιήσεως. Το προνόμιο αυτό έχει ως έρεισμα λόγους επιείκειας. Στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο που κατασχέθηκε, βρισκόταν επί μεγάλο χρονικό διάστημα παροπλισμένο στο ίδιο λιμάνι στο οποίο και πλειστηριάστηκε, το λιμάνι αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ο «τελευταίος λιμένας μετά τον κατάπλου», έτσι ώστε κάθε δαπάνη φυλάξεως και συντηρήσεως που έγινε, κατά το διάστημα αυτό, να καλύπτεται από το πιο πάνω προνόμιο. Τούτο δε, διότι, δεν πρόκειται για λιμάνι στο οποίο το πλοίο ακινητοποιήθηκε και παρακωλύθηκε να αποπλεύσει συνεπεία της κατασχέσεως, αλλά η ακινητοποίησή του αυτή ήταν άσχετη με την κατάσχεση, αφού το πλοίο είχε καταπλεύσει με τον αποκλειστικό σκοπό να ακινητοποιηθεί και να παροπλισθεί επί μακρύ χρόνο [ΑΠ 152/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

(Δ) Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 996 ΚΠολΔ, που αφορά την περίπτωση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου, η οποία εφαρμόζεται και επί αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 992 παρ.1 εδ. τελευτ. του ΚΠολΔ, μεσεγγυούχος του ακινήτου είναι όποιος το κατέχει καθόν χρόνο επιβάλλεται η κατάσχεση. Ο σκοπός και η φύση της μεσεγγύησης, ως θεσμού της αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως και η ιδιότητα του μεσεγγυούχου ως οργάνου της εκτελέσεως, ασκούντος δημόσια εξουσία, προσδιορίζουν τις εξουσίες, τα δικαιώματα όπως και τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του μεσεγγυούχου. Με το θεσμό της μεσεγγύησης επί αναγκαστικής κατάσχεσης των άρθρων 956 και 996 ΚΠολΔ, επιδιώκεται η διαφύλαξη των κατασχεθέντων μέχρι τον πλειστηριασμό και την παράδοση στον υπερθεματιστή. Ο μεσεγγυούχος αποκτά την κατοχή των κατασχεθέντων και μεσεγγυηθέντων πραγμάτων. Από το άρθρο 956 παρ. 4 του ανωτέρω Κώδικα και τον σκοπό της μεσεγγύησης, προκύπτει ότι, απαγορεύεται η εκ μέρους του μεσεγγυούχου χρήση, διαχείριση και εκμετάλλευση του πράγματος. Η διάταξη αυτή παρέχει τη δυνατότητα διενεργείας πράξεων διαχειρίσεως κατόπιν αδείας του δικαστηρίου, υπό την προϋπόθεση όμως ότι αυτή επιβάλλεται εκ της φύσεως του κατασχεθέντος πράγματος. Βασική υποχρέωση του μεσεγγυούχου είναι η φύλαξη των κατασχεθέντων και η παράδοση των κατασχεθέντων κατά τη λήξη της μεσεγγυήσεως. Δεδομένου δε ότι σκοπός της μεσεγγυήσεως είναι και η διατήρηση του πράγματος στην κατάσταση που υφίσταται κατά τον χρόνο της κατάσχεσης, η υποχρέωση φυλάξεως περιλαμβάνει και την υποχρέωση παρακολουθήσεως και επιβλέψεως, κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται η τυχόν αντικατάσταση, καταστροφή ή χειροτέρευση αυτού. Ο μεσεγγυούχος δεν δύναται να υποκαταστήσει έτερο πρόσωπο στη θέση του. Και τούτο διότι το πρόσωπο του μεσεγγυούχου και ο διορισμός τούτου ρυθμίζεται ειδικώς από τον νόμο, ο οποίος δεν επαφίεται στην κρίση του μεσεγγυούχου. Δεν αποκλείεται όμως, όταν η φύση του κατασχεθέντος επιβάλλει τούτο, ο διορισμός με ευθύνη του μεσεγγυούχου φύλακα μόνο για τη φύλαξη των μεσεγγυηθέντων πραγμάτων [Γνωμοδότηση ΝΣΚ 55/2019 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μπρίνια, Αναγκαστική Εκτέλεση Β εκδ. τόμος τέταρτος, σελ. 1609]. Με τον διορισμό μεσεγγυούχου και της κατά το άρθρο 1011 παρ 1 εδαφ 2 απαγορεύσεως του απόπλου του πλοίου επιτυγχάνεται η υλική δέσμευση του κατασχεθέντος πλοίου. Η απαγόρευση δε απόπλου του κατασχεθέντος πλοίου τίθεται προς το συμφέρον της διαδικασίας της εκτελέσεως και έχει ως σκοπό την αποφυγή αποκρύψεως του κατασχεθέντος πλοίου, ατυχημάτων και βλαβών τούτου και την εξασφάλιση της ομαλής περαιτέρω πορείας της εκτελεστικής διαδικασίας. Απευθύνεται δε στον καθ΄ου η εκτέλεση πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή και στον κατά άρθρο 956 ΚΠολΔ μεσεγγυούχο [Γνωμοδότηση ΝΣΚ 55/2019 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ]. Το άρθρο 1 εδ 1 του άρθρου 996 ΚΠολΔ καθιστά μεσεγγυούχο του κατασχεθέντος τον κατά την κατάσχεση κάτοχο τούτου. Επομένως, ως κάτοχος νοείται ο κατά την επιβολή της κατασχέσεως πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής, ενδεχομένως και ο τυχόν μισθωτής του πλοίου . Δεν αποκλείεται όμως και ο κατόπιν αποφάσεως του Ειρηνοδικείου διορισμός άλλου προσώπου ως μεσεγγυούχου, κατ’ εφαρμογήν της διατάξεως του άρθρου 996 παρ. 1 εδαφ 2 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, η αμοιβή του μεσεγγυούχου και οι δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε, με εξαίρεση την περίπτωση που μεσεγγυούχος ορίσθηκε ο οφειλέτης, βαρύνουν κατ’ αρχήν, τον επισπεύδοντα την εκτέλεση και περιλαμβάνονται στα έξοδα εκτελέσεως [Νίκας, Δίκαιο Αναγκαστική Εκτελέσεως, εκδ. Β, τόμος ΙΙ, σελ. 218, παρ. 78 και υποσημ. 205 και 206]. Τα κατ’ άρθρο 205 του ΚΙΝΔ έξοδα φυλάξεως συγγενεύουν με τα έξοδα της, κατά τη διαδικασία της εκτελέσεως, μεσεγγυήσεως του πλοίου, χωρίς όμως και να συμπίπτουν κατά χρόνο και περιεχόμενο. Η «φύλαξη» του πλοίου κατά τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ είναι ευρύτερη χρονικώς και κατά περιεχόμενο. Ο μεσεγγυούχος του ΚΠολΔ, πάντως, εφόσον ισχυρισθεί δια της αναγγελίας και αποδείξει ότι η μεσεγγύηση συνετέλεσε στη διαφύλαξη του πλοίου, δύναται να αναζητήσει την αντιμισθία του και δια του προνομίου της διατάξεως του άρθρου 205 ΚΙΝΔ [Μπρίνιας, ο.π. σελ. 2031-2032]. Στα πλαίσια του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, ενόψει δε της ταυτότητας της διατύπωσης του άρθρου 552 του Ιταλικού Ναυτικού Δικαίου και στα πλαίσια του τελευταίου αυτού άρθρου, στα έξοδα φύλαξης, ενόψει του ότι, το προνόμιο αυτό έχει ως έρεισμα λόγους επιείκειας, περιλαμβάνονται όχι μόνο οι δαπάνες, αλλά και η αμοιβή των αναγκαίων προς τούτο υπηρεσιών και φροντίδων, που καταβάλλεται για τη φύλαξη του πλοίου σε φύλακα οριζόμενο από τον πλοιοκτήτη. Η φύλαξη του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι δεν προστατεύει μόνο τα συμφέροντα του πλοιοκτήτη, αλλά ωφελεί αμέσως και το σύνολο των δανειστών, διότι, χωρίς το προνόμιο αυτό, ο οφειλέτης διακινδυνεύει να μη βρει φύλακες πρόθυμους να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και έτσι το πλοίο να παραμένει χωρίς προστασία ενόψει του πλειστηριασμού, προς βλάβη των δανειστών. Δεν απολαμβάνουν, όμως, του εν λόγω προνομίου, όλα τα έξοδα φύλαξης, αλλά μόνο εκείνα που έγιναν σε πλοίο ακινητοποιημένο ενόψει του πλειστηριασμού. Αποκλείεται, δηλαδή, κάθε δαπάνη που δεν συμβιβάζεται με τη δικαιολογητική αιτία της καθιέρωσης του προνομίου, η οποία αναφέρεται σε πλοίο που τελεί σε σταθερή παραμονή προς το σκοπό της εκποίησης. Στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο που κατασχέθηκε βρισκόταν επί μεγάλο χρονικό διάστημα παροπλισμένο στο ίδιο λιμάνι στο οποίο και πλειστηριάστηκε, το λιμάνι αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ο “τελευταίος λιμένας μετά τον κατάπλου”, έτσι ώστε κάθε δαπάνη φύλαξης και συντήρησης που έγινε κατά το διάστημα αυτό να καλύπτεται από το πιο πάνω προνόμιο. Τούτο δε, διότι, δεν πρόκειται για λιμάνι στο οποίο το πλοίο ακινητοποιήθηκε και παρακωλύθηκε να αποπλεύσει συνεπεία της κατάσχεσης, αλλά η ακινητοποίησή του αυτή ήταν άσχετη με την κατάσχεση, αφού το πλοίο είχε καταπλεύσει με τον αποκλειστικό σκοπό να ακινητοποιηθεί και να παροπλισθεί επί μακρό χρόνο. [ΑΠ 86/2021 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου, ΑΠ 533/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕΠ 223/1999 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Για την αναγνώριση του εν λόγω προνομίου, όπως και στην περίπτωση των εξόδων συντήρησης, από τη διατύπωση των διατάξεων του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ αλλά και του ανωτέρω άρθρου 552 του Ιταλικού Ναυτικού Δικαίου, προκύπτει ότι, δεν ενδιαφέρει, εάν ο δαπανήσας επεδίωξε ή όχι τη συντήρηση του πράγματος, καθόσον ενδιαφέρει μόνον το συντηρητικό αποτέλεσμα, όπως επίσης δεν ενδιαφέρει το εάν ο δανειστής  ενήργησε εξ ιδίας πρωτοβουλίας ή δυνάμει συμβάσεως (ΕΠ 544/2008 ΕπισκΕΔ 4/2008. σελ. 1094 επ. αφορά έξοδα συντήρησης).

(Ε) Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του Ν. 2743/1999, υπό τον τίτλο «Θέματα Υ.Ε.Ν. και εποπτευόμενων Οργανισμών» «11. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, μπορεί να ρυθμίζονται τα θέματα που έχουν σχέση με τους όρους, τις προϋποθέσεις, τις διαδικασίες και τον έλεγχο για: α) …, η) την υποχρέωση πρόσληψης φυλάκων στα πλοία που τελούν υπό απαγόρευση απόπλου λόγω αναγκαστικής ή συντηρητικής κατάσχεσης ή προσωρινής διαταγής των δικαστηρίων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετική με τα παραπάνω θέματα. Στους παραβάτες των προεδρικών διαταγμάτων, που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, επιβάλλονται από την αρμόδια Λιμενική Αρχή, ανεξάρτητα από άλλες κυρώσεις που μπορεί να προβλέπονται, οι κυρώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου.». Κατ’ εξουσιοδότηση της ανωτέρω διατάξεως, εξεδόθη το ΠΔ 280/2000 «Υποχρέωση πρόσληψης φυλάκων στα πλοία που τελούν υπό απαγόρευση απόπλου λόγω αναγκαστικής ή συντηρητικής κατάσχεσης ή προσωρινής διαταγής των δικαστηρίων και κάθε άλλη αναγκαία με το θέμα αυτό λεπτομέρεια» (Α’ 232), στο άρθρο 1 του οποίου ορίζεται « Διορισμός φυλάκων 1. Κάθε επισπεύδων δανειστής αμέσως μετά την επιβολή του μέτρου της απαγόρευσης απόπλου πλοίου συνεπεία κατάσχεσης (αναγκαστικής ή συντηρητικής) ή προσωρινής διαταγής του Δικαστηρίου προσλαμβάνει και εγκαθιστά επί του πλοίου τουλάχιστον ένα (1) φύλακα και σε περίπτωση παρατεταμένης παραμονής ή συνδρομής ειδικών συνθηκών σχετικών με τη φύλαξη, προσηκόντως εκτιμωμένων από την αρμόδια Λιμενική Αρχή, μέχρι και τρεις (3). Η φύλαξη είναι υποχρεωτική καθ` όλο το 24ωρο. Εάν ο επισπεύδων δανειστής είναι εν ενεργεία ναυτικός, υπήκοος Κράτους -Μέλους της Ευρωπαϊκής `Ενωσης ή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών πλην Ελβετίας, και η κωλυσιπλοϊα έχει επιβληθεί εξαιτίας μη καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών σε αυτόν, δύναται ο ίδιος ο ναυτικός να αναλάβει την φύλαξη του πλοίου ανεξαρτήτως των τυπικών προσόντων αυτού.  2. Εάν για το ίδιο πλοίο έχουν επιβληθεί από περισσότερους του ενός μέτρα απαγόρευσης από τα αναφερόμενα στην παράγρ. 1 του παρόντος άρθρου, η Λιμενική Αρχή εξετάζει το ενδεχόμενο έγκρισης διορισμού φύλακα ή φυλάκων από κοινού εκ μέρους όλων των επισπευδόντων εφόσον υποβληθεί στη Λιμενική Αρχή εγγράφως σχετικό, αίτημα αυτών. 3. Ο πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής, ο πλοίαρχος και ο ναυτικός πράκτορας του πλοίου παρέχουν στον φύλακα τις απαιτούμενες διευκολύνσεις διαμονής επί του πλοίου και τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων του….» Κατά το άρθρο 2 του ιδίου ΠΔ υπό τον τίτλο «Καθήκοντα φυλάκων» ορίζεται ότι « 1. Οι φύλακες των ανωτέρω πλοίων. α) λαμβάνουν κάθε πρόσφορο και ενδεδειγμένο μέτρο για την αποφυγή κλοπών, βλαβών ή φθορών, για την αποφυγή απόκρυψης ή λάθρα απόπλου του πλοίου, καθώς και την πλήρη και διαρκή ενημέρωση των επισπευδόντων δανειστών και των Λιμενικών Αρχών για κάθε θέμα που αφορά τη διατήρηση της αξίας και της κατάστασης του πλοίου, β) ελέγχουν προσεκτικά όλους τους χώρους του πλοίου και ειδοποιούν τη Λιμενική Αρχή για οποιαδήποτε μεταβολή που θα παρατηρήσουν στην κατάστασή τους, γ) τηρούν ανελλιπώς “Ημερολόγιο Φύλακα”, το οποίο φυλλομετρείται και θεωρείται στην τελευταία σελίδα από τη Λιμενική Αρχή πριν από την έναρξη συμπλήρωσής του. 2. Εάν επί του υπό απαγόρευση απόπλου πλοίου δεν επιβαίνει “συγκεκροτημένο πλήρωμα” οι ανωτέρω φύλακες παρακολουθούν και τη γενική κατάσταση του πλοίου και αναφέρουν άμεσα στη Λιμενική Αρχή οποιασδήποτε μορφής ανωμαλία εντοπίσουν (κλίση του πλοίου, χαλάρωση αλύσεων ή σχοινιών πρόσδεσης, εστίες ρύπανσης ή πυρκαϊάς κ.λπ). 3. Στο ημερολόγιο του φύλακα καταχωρίζεται κάθε θέμα που έχει σχέση με το διορισμό του, την εκτέλεση εργασιών στο πλοίο και τα ειδικά καθήκοντα του φύλακα όπως αυτά προβλέπονται στο Διάταγμα αυτό καθώς και τα στοιχεία κάθε ανερχόμενου στο πλοίο προσώπου. Το ημερολόγιο αυτό κάθε εβδομάδα υποβάλλεται προς θεώρηση στη Λιμενική Αρχή και σε περίπτωση εκτάκτων περιστατικών υποβάλλεται αυθημερόν.». Αν συγκριθούν τα καθήκοντα του φύλακα του π.δ. 280/2000 με τα καθήκοντα του μεσεγγυούχου επί κατάσχεσης πλοίου, όπως αυτά προκύπτουν από την προαναφερθείσα ερμηνεία των προπαρατεθεισών διατάξεων του ΚΠολΔ, παρατηρείται ότι, υπάρχει μεν πεδίο που αυτά συμπίπτουν, ωστόσο όμως, δεν ταυτίζονται στο σύνολό τους. Το πλοίο θεωρείται πράγμα μεγάλης οικονομικής αξίας και έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για την οικονομία κάθε χώρας προς τούτο δε ο νομοθέτης το υποβάλει σε σύστημα δημοσιότητος και εγγυήσεων, με το οποίο προστατεύονται αρκούντως τα συμφέροντα των τρίτων. Μέτρο προστασίας αυτών αποτελεί και ο θεσμός του ναυτικού φύλακα, ο οποίος έχει σαν προορισμό την διαφύλαξη του πλοίου και την διατήρηση της οικονομικής ταυτότητάς του από τον κίνδυνο καταστροφών και κλοπών, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 2 του πδ 280/2000. (ΝΣΚ 620/2004). Με τη θέσπιση, με το ΠΔ 280/2000, των προαναφερθέντων καθηκόντων του φύλακα, αυτός ενεργεί προς διαφύλαξη του πλοίου και διατήρηση της οικονομικής ταυτότητάς του, ιδίως δε για την αποφυγή λάθρα απόπλου, αλλά και προς υποβοήθηση του Λιμενάρχη στην υποχρέωση του τελευταίου για την αποτροπή τυχόν λάθρα απόπλου, καθώς και σε θέματα που άπτονται και λοιπών αρμοδιοτήτων των λιμενικών αρχών, όπως αρμοδιότητα για ναυάγια, για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος από ρύπανση κλπ (βλ. υποχρέωση του φύλακα προς άμεση ενημέρωση της λιμενικής αρχής για κλίση του πλοίου, χαλάρωση σχοινιών πρόσδεσης, εστίες ρύπανσης κλπ) και δεν αφορούν μόνο την ασφάλεια του κατασχεμένου πλοίου. Επομένως, ο θεσμός του φύλακα, όπως αυτός οριοθετείται με το προαναφερθέν προεδρικό διάταγμα, εξυπηρετεί μεν το συμφέρον της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης του πλοίου (με τη διαφύλαξη της αξίας του πλοίου κλπ), αλλά επιπλέον, συντελεί στην υποβοήθηση των λιμενικών αρχών σε θέματα που άπτονται αρμοδιοτήτων των, αποσκοπεί, δηλαδή, στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος (Βλ. ΝΣΚ 404/2009, κατά την οποία, η θέσπιση, με τις διατάξεις του ΠΔ 280/2000 της υποχρεώσεως προσλήψεως φυλάκων – καθ΄ όλο το 24ωρο- στα πλοία που τελούν υπό απαγόρευση απόπλου λόγω αναγκαστικής ή συντηρητικής κατασχέσεως ή προσωρινής διαταγής των δικαστηρίων, επιβλήθηκε λόγω του γεγονότος ότι, κατά τις διατάξεις των άρθρων 720 παρ 1- 2 και 1011 παρ 2 του ΚΠολΔ, καθώς και τις χορηγούμενες προσωρινές διαταγές των δικαστηρίων περί απαγορεύσεως του απόπλου, υπεύθυνος για την παρεμπόδιση του λάθρα απόπλου του πλοίου και μεταβολής της καταστάσεως σε αυτό είναι ο, κατά τόπο αρμόδιος, λιμενάρχης, ο οποίος όμως εξ αντικειμενικών λόγων θα αδυνατούσε να ασκήσει καθήκοντα φυλάξεως με το προσωπικό του λιμενικού σώματος, εκ παραλλήλου προς τα κύρια καθήκοντά του) [Γνωμοδότηση ΝΣΚ 55/2019 ο.π.].

[ΣΤ] Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 37 επ. και 53 επ. του Κ.Ι.Ν.Δ., προκύπτει ότι για τη ιδιότητα του ναυτικού, η οποία είναι αναγκαία για την ύπαρξη σύμβασης ναυτολογήσεως και τη ρύθμιση των από αυτή απορρεουσών σχέσεων από το ναυτεργατικό δίκαιο, απαιτούνται α) ο μισθωτός να ανήκει στο συγκροτημένο πλήρωμα συγκεκριμένου πλοίου και β) να προσφέρει τις υπηρεσίες του στους πλόες του πλοίου, ανεξάρτητα από το είδος των προσφερομένων υπηρεσιών, δηλαδή εάν αυτές αποτελούν καθαρά ναυτική εργασία ή άλλη εργασία που μπορεί να προσφερθεί και στην ξηρά, όπως λ.χ. η συντήρηση και επισκευή των μηχανών του πλοίου. Η πραγματική εκτέλεση πλου και η αντιμετώπιση θαλασσίου κινδύνου δεν αποτελούν ουσιώδη στοιχεία για το χαρακτηρισμό της σύμβασης εργασίας ως ναυτικής, αλλά αρκεί το πλοίο να βρίσκεται σε διαρκή ετοιμότητα προς πλουν όταν χρειασθεί η αποφασισθεί από τον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή. Στην περίπτωση αυτή, ο προσλαμβανόμενος, να εργασθεί σε εν λόγω πλοίο, ως μέλος του συγκροτημένου πληρώματός του, έστω και αν δεν παρέχει αμιγή ναυτική εργασία, θεωρείται ναυτικός, η σύμβαση του έχει αντικείμενο την παροχή ναυτικής εργασίας και τα από αυτήν απορρέοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις διέπονται από το ναυτεργατικό δίκαιο. Αντίθετα, αν ο μισθωτός προσλήφθηκε  για να εργασθεί σε πλοίο προσδεδεμένο στο λιμάνι, χωρίς να έχει υποχρέωση να συνοδεύσει αυτό σε τυχόν πλόες, η σύμβαση δεν είναι ναυτική και διέπεται από το κοινό εργατικό δίκαιο [ΑΠ 365/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

[V] Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων …………….., οι οποίοι εξετάσθηκαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και οι καταθέσεις των οποίων περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση, πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από την υπ’ αριθ. ………./2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα του ανακόπτοντος – καθού η ανακοπή ………, …….., που δόθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……., κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήσης των αντιδίκων του (βλ. τις υπ’ αριθ. ………/21-09-2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, . …….., αντίστοιχα), από την υπ’ αριθ. ………/25-09-2020 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα της ανακόπτουσας – καθής η ανακοπή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………», …….., η οποία ελήφθη ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κρεστένων Ηλείας ……., κατόπιν νομίμου κλητεύσεως των αντιδίκων της πρώτης ήδη εφεσίβλητης εταιρείας (βλ. τις υπ’ αριθ. …. / 18-09-2020, … / 18-09-2020, … / 21-09-2020, … / 18-09- 2020, … / 21-09-2020, … / 21-09-2020, … / 21-09-2020 και … / 21-09-2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά ………, αντίστοιχα) και όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, μεταξύ των οποίων (εγγράφων) η προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως, σε νόμιμη μετάφραση στην ελληνική, από την ανακόπτουσα – καθής η ανακοπή ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» νομική γνωμοδότηση της δικηγόρου Γένοβας ……. του δικηγορικού γραφείου ………., καθώς επίσης και οι περιεχόμενες στα με αριθμό ../2018, …./2019 και …/2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων …….. στα δύο πρώτα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και ……….. στο τρίτο εξ αυτών, οι οποίοι εξετάσθηκαν στα πλαίσια άλλης δίκης, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ’ αριθμ. …./28.8.2017 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου της δικαστικής επιμελήτριας στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς ……….. κατασχέθηκε αναγκαστικά και, μετά από πέντε ματαιωθέντες πλειστηριασμούς, λόγω μη εμφάνισης πλειοδότη, εκπλειστηριάστηκε τελικά, με επίσπευση του μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ……….., την 7.11.2018, ηλεκτρονικά ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………. το υπό σημαία Ιταλίας επιβατηγό RO-RO πλοίο με την ονομασία «Cg», νηολογίου Νάπολης Ιταλίας …., με αριθμό ΙΜΟ …, το οποίο ανήκε στην εδρεύουσα στη …. Κύπρου  οφειλέτρια του ανωτέρω επισπεύδοντος εταιρεία με την επωνυμία ……… και κατακυρώθηκε στην υπερθεματίστρια, μη διάδικο στην παρούσα δίκη, εταιρεία με την επωνυμία «………………», η οποία εδρεύει στη Σμύρνη, αντί πλειστηριάσματος εκ ποσού 1.801.000,00 δολαρίων Η.Π.Α.,  συνταχθεισών σχετικώς της υπ’ αριθμ. ………./7.11.2018 Έκθεσης Δημοσίου Αναγκαστικού Ηλεκτρονικού Πλειστηριασμού πλοίου, καθώς και της υπ’ αριθμ. …../19.11.2018 Περίληψης Κατακυρωτικής Έκθεσης Πλοίου του ως άνω Συμβολαιογράφου ως επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου. Στο εν λόγω πλειστηριασμό είχαν αναγγείλει νόμιμα και εμπρόθεσμα τις απαιτήσεις τους οι πιο κάτω δανειστές, που ενδιαφέρουν εν προκειμένω, της καθής η επισπευδόμενη ανωτέρω εκτέλεση πλοιοκτήτριας εταιρείας: [α] Ο ανακόπτων, …………., με τρεις αναγγελίες και δη (i) με την από 30.10.2017 αναγγελία με την οποία ζήτησε  την προνομιακή του κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 36.183,49, εκ των οποίων ποσό ευρώ 8.944,10 αφορούσε δεδουλευμένες αποδοχές από επικαλούμενη σύμβαση ναυτικής εργασίας έως 27.8.2017 και ποσό ευρώ 27.239,39 αφορούσε συνομολογηθείσα, μεταξύ αυτού και της πλοιοκτήτριας εταιρείας, αμοιβή [πλέον αμοιβής υπερωριών και αποζημίωσης λόγω μη χορήγησης συμφωνηθείσας άδειας] για παροχή υπηρεσιών φύλαξης του εν λόγω πλοίου, στα πλαίσια σύμβασης εργασίας με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, (ii) την από 8.1.2018 αναγγελία με την οποία ζήτησε  την προνομιακή του κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 27.239,39, για προσφερθείσες υπηρεσίες φύλαξης και (iii) την από 16.11.2018 αναγγελία με την οποία ζήτησε την προνομιακή του κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 180.883,44, εκ των οποίων ποσό ευρώ 8.944,10 αφορούσε δεδουλευμένες αποδοχές του από την επικαλούμενη σε αυτή σύμβαση ναυτικής εργασίας έως την 27.8.2017 και ποσό ευρώ 171.939,34 αφορούσε συνομολογηθείσα, μεταξύ αυτού και της πλοιοκτήτριας εταιρείας, αμοιβή [πλέον αμοιβής υπερωριών και αποζημίωσης λόγω μη χορήγησης συμφωνηθείσας άδειας] για παροχή υπηρεσιών φύλαξης του εν λόγω πλοίου, κατά το χρονικό διάστημα από 28.8.2017 οπότε έλαβε χώρα η αναγκαστική κατάσχεση του πλοίου έως την 7.11.2018 οπότε εκπλειστηριάσθηκε αυτό, τις οποίες (υπηρεσίες) παρείχε στα πλαίσια σύμβασης εργασίας με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, εντόκως από την επομένη ημέρα της επιδόσεως των αναφερομένων στην αναγγελία αγωγών του, πλέον δικαστικής δαπάνης εκ ποσού ευρώ 920 και αυτής που ήθελε επιδικασθεί με τη νεώτερη ασκηθείσα αγωγή του, [β] Η πρώτη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………..» με τέσσερις αναγγελίες και δη (i) την από 27.9.2017 αναγγελία με την οποία ζήτησε την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 392.638,39, εντόκως, εκ του οποίου ποσό ευρώ 316.643,87 αφορούσε σε κεφάλαιο της απαιτήσεως και ποσό ευρώ 75.994,52 σε Φ.Π.Α., για οφειλόμενα από την καθ’ ης η εκτέλεση δικαιώματα πρυμνοδέτησης, καθώς και για τέλη ηλεκτροδότησης και υδροδότησης, του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 5/7/2016 έως και 25/9/2017, (ii) την από 30.10.2017  συμπληρωματική αναγγελία με την οποία ζήτησε  την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 60.140,00, εντόκως, εκ του οποίου ποσό ευρώ 48.500 αφορούσε σε κεφάλαιο της απαιτήσεως και ποσό ευρώ 11.640,00 σε Φ.Π.Α., εκ των οποίων ποσό ευρώ 24.500,00 για δικαιώματα πρυμνοδέτησης και ποσό ευρώ 24.000,00 για αμοιβή φύλαξης του εν λόγω πλοίου, αφορώντα το χρονικό διάστημα από 26/9/2017 έως και 30/10/2017, (iii) την από 8.1.2018 συμπληρωματική αναγγελία με την οποία ζήτησε την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 93.372,00, εντόκως, εκ του οποίου ποσό ευρώ 75.300 αφορούσε σε κεφάλαιο της απαιτήσεως και ποσό ευρώ 18.072,00 σε Φ.Π.Α., εκ των οποίων ποσό ευρώ 49.000,00 για δικαιώματα πρυμνιοδέτησης και ποσό ευρώ 18.400,00 για αμοιβή φύλαξης του ανωτέρω πλοίου, αφορώντα το χρονικό διάστημα από 31/10/2017 έως και 8/1/2018 και (iv) την από 19.11.2018 συμπληρωματική αναγγελία με την οποία ζήτησε  την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 458.787,60, εντόκως, εκ του οποίου ποσό ευρώ 369.990,00 αφορούσε σε κεφάλαιο της απαιτήσεως και ποσό ευρώ 88.797,60 σε Φ.Π.Α., εκ των οποίων ποσό ευρώ 212.100,00 για δικαιώματα πρυμνοδέτησης, ποσό ευρώ 80.000,00 για αμοιβή φύλαξης και ποσό ευρώ 77.890,00 για την αποτροπή κινδύνου του ανωτέρω πλοίου, αφορώντα το χρονικό διάστημα από 9/1/2018 έως και 7/11/2018. [γ] Η δεύτερη εφεσίβλητη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «……….», με την από 3.10.2017 αναγγελία της με την οποία ζήτησε  την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 62.682,55 εντόκως, για εκτελεσθείσες επισκευές επί του εκποιηθέντος πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, όπου και κατασχέθηκε. [δ] Η τρίτη εφεσίβλητη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………..», με την από 3.10.2017 αναγγελία της με την οποία ζήτησε  την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 46.546,55, για εκτελεσθείσες επισκευές επί του εκποιηθέντος πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, όπου και κατασχέθηκε. [ε] Η τέταρτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «……..», με την από 3.10.2017 αναγγελία της με την οποία ζήτησε  την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των ευρώ 82.450,91 για εκτελεσθείσες επισκευές επί του εκποιηθέντος πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, όπου και κατασχέθηκε. [στ] Η πέμπτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «………..», με την από 4.10.2017 αναγγελία της με την οποία ζήτησε  την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των 300.000,00 δολ. ΗΠΑ, εντόκως, που αφορούσε υπόλοιπο αμοιβής εργασιών οι οποίες εκτελέσθηκαν επί του εκποιηθέντος πλοίου στο ναυπηγείο της εν λόγω εταιρείας, στην Tuzla Τουρκίας, κατά το χρονικό διάστημα από 27.1.2016 έως 1.6.2016. [ζ] Η έκτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «……..», με την από 4.10.2017 αναγγελία της με την οποία ζήτησε  την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των 533.327,00 ευρώ, εντόκως, για απαιτήσεις της από χορηγηθέν δάνειο προς την καθ’ ης ο πλειστηριασμός πλοιοκτήτρια εταιρεία και [η] Η έβδομη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «………….», με την από 20.11.2018 αναγγελία της με την οποία ζήτησε  την προνομιακή της κατάταξη, για το συνολικό ποσό των 98.000,00 δολ. ΗΠΑ εντόκως, πλέον ποσού ευρώ 3.000,00, εντόκως, που αφορά σε παρασχεθείσες υπηρεσίες κατά την παραμονή του κατασχεθέντος πλοίου στην Τουρκία. Ο ανωτέρω επί του πλειστηριασμού υπάλληλος, λόγω ανεπάρκειας του επιτευχθέντος πλειστηριάσματος του κατασχεθέντος και εκπλειστηριασθέντος πλοίου, προς ικανοποίηση των απαιτήσεων του επισπεύδοντος τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και των λοιπών αναγγελθέντων δανειστών της καθ’ης η εκτέλεση (στις οποίες περιλαμβάνονται οι απαιτήσεις όλων των λοιπών διαδίκων των συνεκδικασθεισών στον πρώτο βαθμό ανακοπών), συνέταξε τον υπ’ αριθμ. ………/19.11.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών, στον οποίο και κατετάγησαν οι κάτωθι: (α) στην πρώτη τάξη των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ.: 1. Οριστικά και προνομιακά, ο επισπεύσας τον πλειστηριασμό …… για το ποσό των 3.607,53 δολαρίων Η.Π.Α., για δικαστικά έξοδα, που έγιναν προς το κοινό συμφέρον όλων των δανειστών, 2. Οριστικά και προνομιακά ο επισπεύσας τον πλειστηριασμό ………… για το ποσό των 8.186,55 δολαρίων Η.Π.Α., για έξοδα εκτέλεσης, που έγιναν προς το κοινό συμφέρον όλων των δανειστών, 3. Οριστικά και προνομιακά ο ίδιος ο ως άνω Συμβολαιογράφος ως επί του πλειστηριασμού υπάλληλος για το ποσό των 4.118,65 δολαρίων Η.Π.Α., για έξοδα προδικασίας, διαδικασίας και για τη σύνταξη του πίνακα κατάταξης. 4. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών της, η πρώτη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………….», για το συνολικό ποσό των 943.682,47 δολαρίων Η.Π.Α., εκ των οποίων το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό ευρώ 392.638,39 για οφειλόμενα δικαιώματα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω πλοίου καθώς επίσης και τέλη υδροδότησης και ηλεκτροδότησης αυτού για το χρονικό διάστημα από 5.7.2016 έως 25.9.2017, το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό των ευρώ 30.380 για δικαιώματα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 26.9.2017 έως 30.10.2017, το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό των ευρώ 60.760 για δικαιώματα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 31.10.2017 έως 8.1.2018 και το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό των ευρώ 9.760 για αποτροπή κινδύνου για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα από 31.10.2017 έως 8.1.2018, το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό ευρώ 263.004 για οφειλόμενα δικαιώματα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 9.1.2018 έως 7.11.2018 και το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό των ευρώ 185.381,20 για αποτροπή κινδύνου για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα από 9.1.2018 έως 7.11.2018. 5. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών της, η δεύτερη εφεσίβλητη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «…………..» για το συνολικό ποσό των 69.333,17 δολαρίων Η.Π.Α. ήτοι το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό ευρώ 62.682,55 για εκτελεσθείσες επισκευές στο τελευταίο λιμάνι, 6. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών της, η τρίτη εφεσίβλητη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………….» για το συνολικό ποσό των 51.485,14  δολαρίων Η.Π.Α. ήτοι το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό ευρώ 46.546,55 για εκτελεσθείσες επισκευές στο τελευταίο λιμάνι, 7. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών της, η τέταρτη εφεσίβλητη αλλοδαπή, εδρεύουσα στη Λεμεσό Κύπρου, εταιρεία με την επωνυμία «…………» για το συνολικό ποσό των 91.198,95 δολαρίων Η.Π.Α. ήτοι το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό ευρώ 82.450,91 για εκτελεσθείσες επισκευές στο τελευταίο λιμάνι, 8. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών του, ο επισπεύσας την ανωτέρω εκτέλεση ………. για το συνολικό ποσό των 122.519,32 δολαρίων Η.Π.Α., ήτοι το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό ευρώ 110.766,95 για απαιτήσεις από πετρελεύσεις του εν λόγω πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, (β) Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, στη δεύτερη τάξη των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ οι ……….., για το συνολικό ποσό των (6.210), (6.210), (6.440), (6.440), (7.044), (29.406,00), (9.893,07), (7.446,16) (9.385,26), (18.614,26), (8.452,02), (2.327,56), (29.554,19), (54.168,46) και 27.113,63 δολαρίων Η.Π.Α., αντίστοιχα, (γ) Σε ολόκληρο το υπόλοιπο πλειστηρίασμα, μετά την κατάταξη των ανωτέρω προνομιούχων απαιτήσεων, ανερχόμενο στο ποσό των 278.162,13 δολαρίων Η.Π.Α., έλαβε χώρα, τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, σύμμετρη κατάταξη των μη προνομιούχων απαιτήσεων και δη κατετάγησαν (1) η πρώτη των εφεσιβλήτων ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..», για το ποσό των 7.746,39 δολ ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, εκ του συνολικώς αναγγελθέντος ποσού των δολ ΗΠΑ 167.879,44, (β) η τέταρτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή και δη εδρεύουσα στην Tuzla Τουρκίας εταιρεία με την επωνυμία «…………» για το ποσό των 13.842,77 δολ ΗΠΑ για εργασίες επισκευής του ανωτέρω πλοίου που έλαβαν χώρα κατά το χρονικό διάστημα από 27.1.2016 έως 1.6.2016 στην Tuzla Τουρκίας, (γ) η μη διάδικος στην παρούσα δίκη εταιρεία με την επωνυμία ……… για το ποσό των 506,35 δολ. ΗΠΑ, (δ) Οι μη διάδικοι στην παρούσα δίκη ……… για το ποσό των (109,73), (109,73), (109,73), (109,73), (102,08) και (408,31) δολ. ΗΠΑ,, (ε) η έκτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή και δη εδρεύουσα στο Παλέρμο Ιταλίας εταιρεία με την επωνυμία «…………», για το ποσό των 241.667,24 δολ. ΗΠΑ, για απαιτήσεις της από χορηγηθέν δάνειο στην καθής η ανωτέρω εκτέλεση εταιρείας, (στ) ο ήδη εκκαλών για το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ που αφορά αμοιβή αυτού για εργασίες φύλαξης του ανωτέρω πλοίου στο τελευταίο λιμάνι μετά την επιβολή της ανωτέρω αναγκαστικής κατάσχεσης, (ζ) η έβδομη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή και δη εδρεύουσα στην Κωνσταντινούπολη εταιρεία με την επωνυμία «………» για το ποσό των 4.675,09 δολ. ΗΠΑ για παρασχεθείσες υπηρεσίες κατά την παραμονή του ανωτέρω πλοίου στην Τουρκία. Σύμφωνα δε με το άρθρο 978 παρ.2 του ΚΠολΔ προβλέφθηκε ότι, σε περίπτωση που δεν τελεσιδικούσαν οι απαιτήσεις των ανωτέρω τυχαίως καταταγέντων δανειστών, επί του συνολικού ποσού αυτών θα κατατασσόταν συμμέτρως οι υπόλοιποι. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, κατά του ανωτέρω πίνακα κατάταξης, ασκήθηκαν [Α] η από 4.12.2019 ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, [Β] η από 6.12.2019 ανακοπή της ήδη έκτης των εφεσιβλήτων – έκτης καθής η ανακοπή αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία έχει ήδη απορριφθεί τελεσιδίκως με τη με αριθμό 508/2022 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, [Γ] η από 6.12.2019 ανακοπή της ήδη πρώτης των εφεσιβλήτων ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» με την οποία αυτή προσέβαλε, για τους αναφερομένους στην ανακοπή της λόγους, την κατάταξη των απαιτήσεων των (α) δεύτερης των ήδη εφεσιβλήτων ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», (β) τρίτης των ήδη εφεσιβλήτων εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………..», (γ) της τέταρτης των ήδη εφεσιβλήτων εταιρείας με την επωνυμία «……..», (δ) του ανακόπτοντος, (ε) της ήδη πέμπτης εφεσίβλητης εταιρείας με την επωνυμία «……….», (στ) της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….», (ζ) της ήδη έκτης των εφεσιβλήτων εταιρείας με την επωνυμία «……… και (η) της ήδη έβδομης των εφεσιβλήτων εταιρείας με την επωνυμία «……….» και [Δ] η από 9.12.2019 ανακοπή των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη, …….. κατά της ήδη τέταρτης των εφεσιβλήτων εταιρείας με την επωνυμία «……….». Οι ανωτέρω ανακοπές συνεκδικάσθηκαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ως και ανωτέρω αναφέρεται, επί των οποίων εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία αφού απορρίφθηκε, ως ανωτέρω αναλύεται η ένδικη ανακοπή του ήδη εκκαλούντος αλλά και η συνεκδικασθείσα ανωτέρω από 6.12.2019 ανακοπή της ήδη έκτης των εφεσιβλήτων αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «………», απορρίφθηκε η από 6.12.2019 ανακοπή της ήδη πρώτης των εφεσιβλήτων ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» στην ουσία της σιωπηρά ως προς την πρώτη των καθών η ανακοπή αυτή εταιρεία και ήδη δεύτερη των εφεσιβλήτων ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «…………», ως προς τη δεύτερη των καθών η ανωτέρω ανακοπή εταιρεία και ήδη τρίτη των εφεσιβλήτων εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………» και ως προς την τρίτη των καθών η εν λόγω ανακοπή και ήδη τέταρτη των εφεσιβλήτων εταιρεία με την επωνυμία «…………», έγινε δε αυτή δεκτή στο σύνολό της ως προς τον ήδη ανακόπτοντα, την πέμπτη καθής η εν λόγω ανακοπή και ήδη πέμπτη εφεσίβλητη εταιρείας με την επωνυμία «………», την έκτη καθής η εν λόγω ανακοπή και μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «……….», την έβδομη καθής η εν λόγω ανακοπή και ήδη έκτη των εφεσιβλήτων εταιρεία με την επωνυμία «……… και την όγδοη καθής η εν λόγω ανακοπή και ήδη έβδομη των εφεσιβλήτων εταιρεία με την επωνυμία «……….», αφού δε απεβλήθησαν (α) ο ανακόπτων από το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ για το οποίο είχε καταταγεί τυχαίως, άνευ προνομίου, για μέρος την απαίτησής του για αμοιβή του από την εργασία του ως φύλακας στο ανωτέρω πλοίο, (β) η ήδη πέμπτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «………..», για την εκ ποσού ευρώ 13.842,77 δολ. ΗΠΑ απαίτησή της για την οποία είχε καταταγεί άνευ προνομίου τυχαίως, (γ) η μη διάδικος στην παρούσα δίκη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «……….», για την εκ ποσού 506,35 δολ. ΗΠΑ απαίτησή της για την οποία είχε καταταγεί άνευ προνομίου τυχαίως, (δ) η έκτη των εφεσιβλήτων εταιρεία με την επωνυμία «…… για την εκ ποσού 241.667,24 δολ. ΗΠΑ απαίτησή της, για την οποία είχε καταταγεί άνευ προνομίου τυχαίως και (ε) η ήδη έβδομη των εφεσιβλήτων  εταιρεία με την επωνυμία «………», για την εκ ποσού 4.675,09 δολ. ΗΠΑ απαίτησή της, για την οποία είχε καταταγεί άνευ προνομίου τυχαίως, κατετάγη στα εν λόγω ποσά η ήδη πρώτη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία, προνομιακά και δη στη δεύτερη τάξη προνομίων, τυχαίως και υπό την αίρεση τελεσιδικίας της απαιτήσεώς της [πλέον του ποσού για το οποίο είχε ήδη καταταγεί προνομιακά, ως ανωτέρω αναλύεται] για το ποσό των 269.466,94 δολ. ΗΠΑ, εκ των οποίων (ι) για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, για το ποσό των 167.876,44 δολ. ΗΠΑ (εκ των οποίων ποσό 135.386, 64 δολ. ΗΠΑ για κεφάλαιο πλέον ΦΠΑ εκ ποσού 32.492,79 δολ. ΗΠΑ) υπό τον όρο καταβολής του ως άνω ποσού του κεφαλαίου και εκδόσεως των σχετικών τιμολογίων και (ιι) για μέρος των τόκων επί των προνομιακών της απαιτήσεων και δη για το ποσό των 101.587,50 δολ. ΗΠΑ, εκ του συνολικά ποσού των 102.873,30 δολ. ΗΠΑ, που κατά το αποδεικτικό της πόρισμα αντιστοιχούσε το ποσό των αναγγελθέντων τόκων της. Τέλος, γενομένης δεκτής της ανωτέρω από 9.12.2019 ανακοπής των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη, ……… κατά της ήδη τέταρτης των εφεσιβλήτων εταιρείας με την επωνυμία «……». μεταρρυθμίσθηκε ο ίδιος ως άνω πίνακας αφού δε απεβλήθη μερικώς η ανωτέρω εταιρεία [ήδη τέταρτη των εφεσιβλήτων εταιρεία με την επωνυμία «…….».] κατετάγησαν προνομιακά στη δεύτερη τάξη και τυχαία, υπό την αίρεση τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, επιπλέον των ποσών για τα οποία είχαν ήδη καταταγεί με τον προμνημονευόμενο πίνακα κατάταξης ο …….. κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.210 δολ. ΗΠΑ, από 19-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο …….., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.210 δολ. ΗΠΑ από 19-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο …….., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.440 δολ. ΗΠΑ, από 13-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο ……., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.440 δολ. ΗΠΑ, από 13-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο …….., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 7.044,97 δολ. ΗΠΑ, από 28-06-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης και ο …….., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 29.406 δολ. ΗΠΑ, από 29-07-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, διάταξη ως προς την οποία δεν προσεβλήθη η εκκαλουμένη απόφαση με την ένδικη έφεση, με αποτέλεσμα, κατά τα ποσά που κατετάγησαν οι ανωτέρω εργαζόμενοι στη θέση της ήδη τέταρτης των εφεσιβλήτων εταιρείας με την επωνυμία «…….», αυτά να μην τυγχάνουν επίδικα, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας. Αξίζει να σημειωθεί ότι, δεν ελήφθη υπόψη υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως το γεγονός ότι η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……..» είχε καταταγεί, στον προσβαλλόμενο πίνακα από τον συντάξαντα αυτό υπάλληλο του πλειστηριασμού, άνευ προνομίου, τυχαίως, από το ποσό των 167.879,44 ποσό που είχε αναγγελθεί για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 7.746,39. Ειδικότερα, και με δεδομένο ότι, για τα έξοδα φύλαξης του ανωτέρω χρονικού διαστήματος εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 167.879,44 πλέον του ποσού των 101.587,50 δολ. ΗΠΑ, εκ του συνολικού ποσού των 102.873,30 δολ. ΗΠΑ που αφορούσε τους τόκους των απαιτήσεών της, ήτοι για ποσό συνολικά δολ. ΗΠΑ (167.879,44 + 101.587,50=) 269.466,94 για το οποίο έγινε δεκτή η εν λόγω ανακοπή της ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας, αποβλήθηκαν οι καθών η ανακοπή αυτής κατά το συνολικό ποσό των (8.775,49 δολ. ΗΠΑ ο ανακόπτων + 13.842,77 δολ. ΗΠΑ η ήδη πέμπτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «………», + 506,35 δολ. ΗΠΑ η διάδικος στην παρούσα δίκη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «…………» +  241.667,24 δολ. ΗΠΑ η ήδη έκτη των εφεσιβλήτων εταιρεία με την επωνυμία «……. + 4.675,09 δολ. ΗΠΑ η ήδη έβδομη των εφεσιβλήτων εταιρεία με την επωνυμία «………» =) 269.520,94, η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία, να παραμένει στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης ως τυχαίως άνευ προνομίου καταταγείσα για απαίτηση για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου και για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 7.746,39. Τοιουτοτρόπως, κατόπιν εκδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως ο ανωτέρω πίνακας κατάταξης διαμορφώθηκε ως ακολούθως: (α) στην πρώτη τάξη των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ.: 1. Οριστικά και προνομιακά, ο επισπεύσας τον πλειστηριασμό …….. για το ποσό των 3.607,53 δολαρίων Η.Π.Α., για δικαστικά έξοδα, που έγιναν προς το κοινό συμφέρον όλων των δανειστών, 2. Οριστικά και προνομιακά ο επισπεύσας τον πλειστηριασμό …………. για το ποσό των 8.186,55 δολαρίων Η.Π.Α., για έξοδα εκτέλεσης, που έγιναν προς το κοινό συμφέρον όλων των δανειστών, 3. Οριστικά και προνομιακά ο ίδιος ο ως άνω Συμβολαιογράφος ως επί του πλειστηριασμού υπάλληλος για το ποσό των 4.118,65 δολαρίων Η.Π.Α., για έξοδα προδικασίας, διαδικασίας και για τη σύνταξη του πίνακα κατάταξης. 4. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, η πρώτη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………….», για το συνολικό ποσό των 943.682,47 δολαρίων Η.Π.Α. για οφειλόμενα δικαιώματα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω πλοίου καθώς επίσης και τέλη υδροδότησης και ηλεκτροδότησης αυτού και έξοδα για αποτροπή κινδύνου για το ανωτέρω πλοίο, 5. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, η δεύτερη εφεσίβλητη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «………….» για το συνολικό ποσό των 69.333,17  δολαρίων Η.Π.Α., για εκτελεσθείσες επισκευές στο τελευταίο λιμάνι, 6. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, η τρίτη εφεσίβλητη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………..» για το συνολικό ποσό των 51.485,14  δολαρίων Η.Π.Α. για εκτελεσθείσες επισκευές στο τελευταίο λιμάνι, 7. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών της, η τέταρτη εφεσίβλητη αλλοδαπή, εδρεύουσα στη …….. Κύπρου, εταιρεία με την επωνυμία «……..» για το συνολικό ποσό των 91.198,95 δολαρίων Η.Π.Α [αφαιρουμένου του ποσού για το οποίο κατετάγησαν με την εκκαλουμένη απόφαση οι μη διάδικοι στην παρούσα δίκη ………], 8. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών του, ο επισπεύσας την ανωτέρω εκτέλεση . ……. για το συνολικό ποσό των 122.519,32  δολαρίων Η.Π.Α., το ισόποσο σε δολ. ΗΠΑ ποσό ευρώ 110.766,95 για απαιτήσεις από πετρελεύσεις του εν λόγω πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, (β) στη δεύτερη τάξη των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ 1. τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, οι ……………….., για το συνολικό ποσό των (6.210),  (6.210),  (6.440), (6.440),    (7.044), (29.406,00), (9.893,07), (7.446,16) (9.385,26), (18.614,26), (8.452,02), (2.327,56), (29.554,19), (54.168,46) και 27.113,63  δολαρίων Η.Π.Α., αντίστοιχα, 2. τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, ο …….. κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.210 δολ. ΗΠΑ, από 19-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο …………., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.210 δολ. ΗΠΑ από 19-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο …….., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.440 δολ. ΗΠΑ, από 13-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο ……, κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 6.440 δολ. ΗΠΑ, από 13-08-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, ο ……., κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 7.044,97 δολ. ΗΠΑ, από 28-06-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης και ο ……………, κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 29.406 δολ. ΗΠΑ, από 29-07-2016 μέχρι τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, 3. τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας της απαιτήσεώς της η πρώτη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….», για το ποσό των 269.466,94 δολ. ΗΠΑ εκ των οποίων για έξοδα φύλαξης για το ποσό 135.386, 64 δολ. ΗΠΑ πλέον ΦΠΑ εκ ποσού 32.492,79 δολ. ΗΠΑ  και για μέρος τόκων για το ποσό των 101.587,50 δολ. ΗΠΑ. (γ) Σ το υπόλοιπο πλειστηρίασμα (1) στο ποσό των 7.746,39 τυχαίως η ήδη πρώτη εφεσίβλητη  ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………..», για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018 και (2) στο ποσό των 949,31 δολαρίων Η.Π.Α., τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, οι μη διάδικοι στην παρούσα δίκη ………….για το ποσό των (109,73), (109,73), (109,73), (109,73), (102,08) και (408,31) δολ. ΗΠΑ. Όσον αφορά στην ένδικη ανακοπή του ήδη ανακόπτοντος . ….., η εκκαλουμένη απόφαση απέρριψε αυτήν, κατόπιν ουσιαστικής έρευνας των λόγων της, για έλλειψη της διαδικαστικής προϋποθέσεως του εννόμου συμφέροντος (άρθρο 68 του ΚΠολΔ), αφού κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, ο ανακόπτων και ήδη εκκαλών πράγματι παρείχε υπηρεσίες φύλαξης, κατά το χρονικό διάστημα από 28.8.2017 (ημερομηνία κατάσχεσης του πλοίου) έως την 7.11.2018 (ημερομηνία πλειστηριασμού του πλοίου), του εν λόγω πλοίου, ωστόσο, όπως δέχθηκε, οι αναγγελθείσες απαιτήσεις του (ανακόπτοντος) που ουσιαστικά είναι η συμφωνημένη αμοιβή αυτού μετά της πλοιοκτήτριας – εργοδότριας του εταιρείας, για την παροχή υπηρεσιών φύλαξης του ακινητοποιημένου, λόγω αναγκαστικής κατασχέσεως ανωτέρω πλοίου, ήτοι πλοίου που δεν ευρίσκεται σε ετοιμότητα προς πλουν, ως μη πηγάζουσα από σύμβαση ναυτικής εργασίας αλλά από σύμβαση χερσαίας εργασίας, όπως κρίθηκε ότι συμβαίνει εν προκειμένω, να μην απολαμβάνει του προνομίου της δεύτερης τάξης του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, το οποίο αναγνωρίζεται και από το άρθρο 522 του Ιταλικού Ναυτικού Κώδικα. Ο ανακόπτων, με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής του, προσβάλλει το ανωτέρω αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των αμέσως ανωτέρω διατάξεων και για αντιφατική αιτιολογία διότι, αν και κατά το αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης απόφασης έγινε δεκτό ότι αυτός παρείχε υπηρεσίες φύλαξης, η ένδικη ανακοπή του απερρίφθη εκ του λόγου ότι αυτές οι υπηρεσίες παρασχέθηκαν, υπό του ανακόπτοντος, στα πλαίσια σύμβασης εξαρτημένης εργασίας χερσαίας και όχι ναυτικής εργασίας, αν και τούτο, κατά τον πρώτο λόγο έφεσης, δεν ορίζεται ως προϋπόθεση από καμία των ανωτέρω διατάξεων, επισημαίνοντας ότι η εκκαλουμένη απόφαση δεν έκρινε όμοια και για τις επικαλούμενες απαιτήσεις φύλαξης της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, δεδομένου ότι, η εκκαλουμένη απόφαση προκειμένου να απορρίψει την ένδικη ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, προχώρησε σε ουσιαστική έρευνα της υπόθεσης, προβαίνοντας και σε ουσιαστικές κρίσης και δη ότι ο ανακόπτων παρείχε πράγματι υπηρεσίες φύλαξης στο ανωτέρω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 28.8.2017 (ημερομηνία κατάσχεσης του πλοίου) έως την 7.11.2018 (ημερομηνία πλειστηριασμού του πλοίου), όπως επίσης κατόπιν εκτίμησης των αποδείξεων, κατέληξε ότι, η σχέση εργασίας που συνέδεε τον ανακόπτοντα με την εργοδότριά του εταιρεία – πλοιοκτήτρια του ανωτέρω, αναγκαστικώς κατασχεθέντος και ακολούθως εκπλειστηριασθέντος, πλοίου και καθής η ανωτέρω εκτέλεση, στα πλαίσια της οποίας συντάχθηκε και ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, τυγχάνει σύμβαση χερσαίας εργασίας, κρίνεται ότι, η ανακοπή του ήδη εκκαλούντος απερρίφθη στην πραγματικότητα ως αβάσιμη στην ουσία της. Περαιτέρω, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, απεδείχθη ότι, ο ενάγων, προσελήφθη ως μέλος του οργανωμένου πληρώματος και δη ως Πλοίαρχος του ανωτέρω υπό σημαία Ιταλίας επιβατηγού RO-RO πλοίου «CG», πλοιοκτησίας της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη “…….”, αντί συμφωνημένου μισθού εκ ποσού ευρώ 4.500. Στο εν λόγω πλοίο απεδείχθη ότι διενεργούντο εργασίες επισκευής στην περιοχή Tuzla της Τουρκίας, μετά την ολοκλήρωση των οποίων, αυτό απέπλευσε από το ανωτέρω λιμάνι, με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά. Το εν λόγω πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά περί τα τέλη του μηνός Ιουνίου 2016. Κατόπιν συμβάσεως δε που κατήρτισε ο νόμιμος εκπρόσωπος της εν λόγω πλοιοκτήτριας εταιρείας με την πρώτη των εφεσιβλήτων ανώνυμη εταιρεία ……. .., η οποία διατηρεί Ναυπηγείο – λιμενικές εγκαταστάσεις στην ναυπηγοεπισκευστική ζώνη Περάματος, δραστηριοποιούμενη στις ανελκύσεις και καθελκύσει σκαφών αναψυχής, ιδιωτικών και επαγγελματικών καθώς και σε επισκευές, μετασκευές και κατασκευές εμπορικών πλοίων και σκαφών αναψυχής αλλά και στην παραχώρηση έναντι αμοιβής προβλητών για ελλιμενισμό πλοίων για τη διενέργεια επισκευών, η πρώτη των εφεσιβλήτων παραχώρησε στην ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, για το χρονικό διάστημα από 5.7.2016 έως 25.72.2016, αντί ημερήσιας αμοιβής εκ ποσού ευρώ 700, θέση στον προβλήτα των εγκαταστάσεων του ανωτέρω ναυπηγείου της, προκειμένου η ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία να προβεί στη διενέργεια εργασιών επισκευής στις μηχανές του πλοίου, αλλά και στο χώρο του γκαράζ αυτού, με ιδικά της – εξωτερικά συνεργεία, καθ’ υπόδειξη και υπό την επίβλεψη του Νηογνώμονα Rina. Επιπροσθέτως, η ανωτέρω πρώτη εφεσίβλητη εταιρεία ανέλαβε όπως υδροδοτεί από τις εγκαταστάσεις της το ανωτέρω πλοίο αντί αμοιβής εκ ποσού ευρώ 10 ανά κυβικό μέτρο κατανάλωσης ύδατος. Όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με αριθμό …../7.11.2018 έκθεση δημοσίου αναγκαστικού ηλεκτρονικού πλειστηριασμού του ανωτέρω συμβολαιογράφου, ήδη από την 24.6.2016, είχε επιβληθεί απαγόρευση απόπλου σε βάρος του εν λόγω πλοίου, δυνάμει της από 24.6.2016 προσωρινής διαταγής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατόπιν αιτήσεως της ήδη έβδομης εφεσίβλητης αλλοδαπής εταιρείας, βάρος το οποίο υφίστατο έως την 29.8.2017. Το εν λόγω πλοίο, κατέπλευσε στο χώρο του προβλήτα των εγκαταστάσεων της πρώτης των εφεσιβλήτων εταιρείας, με οργανωμένο πλήρωμα, την 5.7.2016 και άρχισε να ποιείται χρήση αυτού. Παράλληλα, δυνάμει συμβάσεων που κατήρτισε με τη δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των εφεσιβλήτων εταιρείες, αυτές ανέλαβαν τη διενέργεια εργασιών επισκευής και συντήρησης του εν λόγω πλοίου, εργασίες για τις οποίες θα γίνει ειδικότερη αναφορά κατωτέρω. Οι εργασίες αυτές επισκευής διεκόπησαν, εν τούτοις, την 22/07/2016, συνεπεία επιβολής στο ανωτέρω πλοίο, δυνάμει προσωρινής διαταγής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, απαγόρευσης μεταβολής της νομικής και πραγματικής κατάστασης. Όπως αποδεικνύεται από τη με αριθμό …../7.11.2018 έκθεση δημοσίου αναγκαστικού ηλεκτρονικού πλειστηριασμού του εν λόγω πλοίου, πλην της προμνημονευθείσας από 24.6.2016 απαγόρευσης απόπλου, απαγορεύθηκε ο απόπλους αυτού, καθώς επίσης και η μεταβολή της νομικής και πραγματικής του κατάστασης, δυνάμει της από 8.8.2016 προσωρινής διαταγής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εξεδόθη κατόπιν αιτήσεως της ήδη πέμπτης εφεσίβλητης εταιρείας «…….», αρθείσης ακολούθως της απαγόρευσης πραγματικής μεταβολής, δυνάμει της από 23.9.2016 προσωρινής διαταγής του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου με την οποία απαγορεύθηκε και η μεταβολή της νομικής κατάστασης αυτού, κατόπιν αιτήσεως της ήδη έκτης των εφεσίβλητων, δυνάμει της από 13.10.2016 προσωρινής διαταγής του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία απαγορεύθηκε και η μεταβολή της νομικής κατάστασης αυτού, κατόπιν αιτήσεως της ήδη πρώτης εφεσίβλητης, δυνάμει της από 27.10.2016 προσωρινής διαταγής του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία απαγορεύθηκε και η μεταβολή της νομικής κατάστασης αυτού, κατόπιν αιτήσεως του μη διαδίκου στην παρούσα δίκη και επισπεύδοντος την ένδικη εκτέλεση ….., δυνάμει της από 27.10.2016 προσωρινής διαταγής του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία απαγορεύθηκε και η μεταβολή της νομικής κατάστασης αυτού, κατόπιν αιτήσεως των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη των: α) ….. και β) ……….., δυνάμει της από 4.11.2016 προσωρινής διαταγής του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία απαγορεύθηκε και η μεταβολή της νομικής κατάστασης αυτού, κατόπιν αιτήσεως του μη διαδίκου στην παρούσα δίκη του ……, δυνάμει της από 12.4.2017 προσωρινής διαταγής του Ειρηνοδικείου Πειραιά, με την οποία απαγορεύθηκε και η μεταβολή της νομικής και πραγματικής κατάστασης αυτού, κατόπιν αιτήσεως της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη εταιρείας με την επωνυμία «……….». Επιπλέον, στο εν λόγω πλοίο, επεβλήθη συντηρητική κατάσχεση υπέρ της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ……. για ποσό ευρώ 22.000, σύμφωνα με την αριθ. 1028/2016 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, συντηρητική κατάσχεση υπέρ της δεύτερης εφεσίβλητης εταιρείας «……», για ποσόν ευρώ 58.000 και μέχρι του ποσού των € 80.000, σύμφωνα με τη με αριθμό 483/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, συντηρητική κατάσχεση υπέρ της τρίτης των ήδη εφεσιβλήτων εταιρείας με την επωνυμία «…………..» για ποσό ευρώ 75.830 και μέχρι του ποσού των ευρώ 100.000, σύμφωνα με τη με αριθμό 482/2017 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, συντηρητική κατάσχεση υπέρ της τρίτης των εφεσιβλήτων εταιρείας με την επωνυμία «…………..» για ποσό ευρώ 42.801 και μέχρι του ποσού των ευρώ 60.000, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 480/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, συντηρητική κατάσχεση υπέρ της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη εταιρείας με την επωνυμία «……….» και για ποσό ευρώ 12.658,50 και μέχρι του ποσού των  ευρώ 21.000, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 450/2017 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου, απαγόρευση απόπλου και μεταβολής της νομικής και πραγματικής του κατάστασης, δυνάμει της από 12.4.2017 προσωρινής διαταγής του Ειρηνοδικείου Πειραιά, υπέρ της εταιρείας «……………», κατασχέθηκε δε αναγκαστικώς την  28.8.2017, από τον μη διάδικο στην παρούσα δίκη …………, για ποσό ευρώ 110.766,95 άλλως το ισόποσο σε Δολ ΗΠΑ με την ισοτιμία της 13-4-2017, ήτοι Δολ ΗΠΑ 117.415,51, εγγραφείσα στα οικεία βιβλία στις 29-8-2017. Στο ανωτέρω πλοίο παρέμεινε ναυτολογημένο πλήρωμα έως την 26.11.2016, μέλος του οποίου με την ιδιότητα του Πλοιάρχου ήταν και ο ανακόπτων ……….. Την εν λόγω ημερομηνία [26.11.2016], ενώ το πλοίο παρέμενε αγκυροβολημένο στην ίδια ως άνω θέση, η μη διάδικος στην παρούσα δίκη …….., υπέβαλε προς τον Επίτιμο Πρόξενο της Ιταλίας στον Πειραιά, με την ιδιότητα του Κυβερνήτη του ανωτέρω πλοίου, την από 21.11.2016 αίτηση παροπλισμού του εν λόγω πλοίου, αιτούμενη την απομάκρυνση όλου του πληρώματος. Το εν λόγω αίτημα, έγινε δεκτό υπό του ανωτέρω Επιτίμου Προξένου, αφού από την πλοιοκτήτρια εταιρία, ανατέθηκε στην ανακόπτοντα ….. η φύλαξη του εν λόγω πλοίου, στον οποίο η ανωτέρω μη διάδικος στην παρούσα δίκη …….., παρέδωσε τα βιβλία αυτού και τις προμήθειες αυτού σε φάρμακα. Κατά την ακριβή διατύπωση, του προσκομιζόμενου σε μετάφραση εγγράφου του Επίτιμου Προξένου της Ιταλίας στον Πειραιά, το οποίο υπογράφεται από αυτόν (Επίτιμο Πρόξενο της Ιταλίας στον Πειραιά), την ανωτέρω μη διάδικο στην παρούσα δίκη ………… και τον ανακόπτοντα, ο οποίος μάλιστα υπέγραψε υπό της φράσεως «Ο φύλακας του πλοίου» «Επίτιμο Προξενείο Ιταλίας Πειραιά Λεκτική Διαδικασία Νο../2016 Κατά το έτος δύο χιλιάδες δεκαέξι και στις είκοσι έξη του μηνός Νοεμβρίου, στην έδρα του Επίτιμου Προξενείου της Ιταλίας στον Πειραιά, ενώπιον εμού, του ………… Επίτιμου Προξένου της Ιταλίας στον Πειραιά και τα νησιά του Αργοσαρωνικού, παρουσιάστηκε η Cap. L.C. ……….. … και με την ιδιότητα του Κυβερνήτη του M/V CG -, της Εταιρείας «……..» με έδρα την …. (Κύπρος) …., πλοιοκτήτριας του πλοίου που αναφέρεται παραπάνω, και υπέβαλε αίτηση παροπλισμού για το συγκεκριμένο πλοίο από μεριάς του πλοιοκτήτη με ημερομηνία 21 Νοεμβρίου 2016, αιτούμενη την απομάκρυνση από το πλοίο όλου του πληρώματος συμπεριλαμβανόμενης και εκείνης (κυβερνήτη). Έχοντας διαπιστωθεί ότι το πλοίο M/V CG βρίσκεται στο ναυπηγείο «………», στο Πέραμα Πειραιώς, και καθώς η Λιμενική Αρχή του Λιμένος του Πειραιά ενέκρινε την παραμονή στο πλοίο ενός φύλακα, έτσι η εταιρεία δια μέσου του γραφείου ναυτολόγησης – πράκτορα του πλοίου «…………», ανέθεσε στον Καπετάνιο Cpt. ……….., γεννημένο στον Πειραιά στις 10.11.1959, με αριθμό φυλλαδίου ……… – Πειραιάς, εγκεκριμένο με No. …./2016,… ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ Τον παροπλισμό του πλοίου M/V ‘”CG” στο ναυπηγείο « …………» Πέραμα, και ως εκ τούτου προχωρεί στην απόλυση ολοκλήρου του πληρώματος που είναι ναυτολογημένοι στο πλοίο. Η Κυβερνήτης ……., παραδίδει στον Καπετάνιο Cpt. ………, την ιδιότητα του Φύλακα του πλοίου, τα βιβλία του σκάφους και τις προμήθειες σε φάρμακα, όπως αυτές αναγράφονται στην συνημμένη κατάσταση…». Ο ανακόπτων, όπως προκύπτει από το από 23.11.2018 έγγραφο του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά, συνέχιζε να εμφανίζεται στην ανωτέρω υπηρεσία ναυτολογημένος στο ανωτέρω πλοίο από την ημερομηνία κατάπλου αυτού στα Ναυπηγεία Περάματος και δη από την 5.7.2016 έως και την 7.11.2018. Όπως κατέθεσε ο μάρτυρας του ανακόπτοντος . ……, ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, η κατάθεση του οποίου περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, αυτός μετείχε για λογαριασμό της υπερθεματίστριας εταιρείας στον ανωτέρω πλειστηριασμό, γεγονός που δεν αμφισβητείται υπό των διαδίκων. Κατά την εν λόγω μαρτυρική κατάθεση, αυτός, κατά τις επισκέψεις που πραγματοποίησε στο εν λόγω πλοίο για επιθεώρηση αυτού, πριν τη διενέργεια την 7.11.2018 του πλειστηριασμό αυτού, ενεργώντας για λογαριασμό της υπερθεματίστριας εταιρείας και προκειμένου να καταλήξει εάν θα μετάσχει σε αυτόν, συνάντησε τον ανακόπτοντα πάνω στο πλοίο, ο οποίος του «έδειξε» το πλοίο, επιπροσθέτως δε, κατά τη λήψη άδειας εισόδου στο εν λόγω πλοίο προς επιθεώρησή του από το οικείο Λιμεναρχείο, από υπαλλήλους αυτού (οικείου Λιμεναρχείου) πληροφορήθηκε ότι φύλακας του εν λόγω πλοίου ήταν ο ανακόπτων. Ο εν λόγω μάρτυρας σαφώς κατέθεσε ότι δεν εγνώριζε προηγούμενα τον ανακόπτοντα, τον εγνώρισε δε για πρώτη φορά κατά την πρώτη επιθεώρηση του εν λόγω πλοίου στην οποία αυτός προέβη για λογαριασμό της ακολούθως υπερθεματίστριας εταιρείας. Ότι ο ανακόπτων ευρίσκετο ως φύλακας στο εν λόγω πλοίο καθόλο το διάστημα από της αποναυτολογήσεως του πληρώματος αυτού έως και του πλειστηριασμού του εν λόγω πλοίου, αποδεικνύεται και από τις ένορκες καταθέσεις του μάρτυρος του ανακόπτοντος ………, Αξιωματικού του Λιμενικού Σώματος, η κατάθεση του οποίου περιέχεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό …../2019, καθώς επίσης και στη με αριθμό …/2020 ένορκη βεβαίωση. Κατά τον εν λόγω μάρτυρα, αυτός (μάρτυρας) εργαζόταν στην περιοχή όπου ευρίσκετο πρυμνιοδετημένο το ανωτέρω πλοίο, ως τεχνικός σε βάση του Λιμενικού Σώματος, η οποία ευρίσκετο πλησίον του χώρου πρυμνοδέτησης του εν λόγω πλοίου. Κατά την εν λόγω κατάθεση, όσες ημέρες και ώρες αυτός (μάρτυρας) εργαζόταν στην ανωτέρω υπηρεσία, αυτός έβλεπε τον ανακόπτοντα επί του ανωτέρω πλοίου. Μάλιστα, ο εν λόγω μάρτυρας,  κατέθεσε την 31.1.2019, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς τις εργασίες του ανακόπτοντος επί του εν λόγω πλοίου «… πρόσεχε να μην ανοίξει η πλώρη, να μην διπλώσει στον καιρό…», καθώς επίσης «…ειδικά στις δυσμενείς συνθήκες και όπως είχε κάνει παραβολή στον ντόκο αυτό το πλοίο γιατί ήταν φουνταρισμένο όπως λέμε και με τις άγκυρες όλα αυτά και στις δύσκολες καιρικές συνθήκες είχε πάντα προβλήματα και έτρεχε ο κύριος πλοίαρχος εκεί να το συμμαζέψει να μην προκληθούν ζημίες και ατυχήματα …» (σχετικά . με αριθμό …/2019 ανωτέρω πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης το Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς). Ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε σαφώς ότι, ο ανακόπτων μετέβαινε καθημερινά στο πλοίο προ της ώρας 07.00 πρωινής, γεγονός το οποίο κατέθεσε εξ ιδίας αντιλήψεως, διότι ο ίδιος (μάρτυρας) αυτή την ώρα ξεκινούσε την εργασία του και έβλεπε πάντοτε αυτή την ώρα τον ανακόπτοντα να ευρίσκεται επί του πλοίου, όπως επίσης ότι ο ανακόπτων παρέμενε στο εν λόγω πλοίο και μετά την αποχώρηση αυτού (μάρτυρος) από την υπηρεσία του κατά κανόνα περί ώρας 17.00, αλλά ακόμη και τις ημέρες που τελείωνε την εργασία του περί ώρας 19.00. Επιπλέον, κατέθεσε ότι, είχε ιδεί τον ανακόπτοντα στο πλοίο και ημέρες αργίας και εορτών, οπότε και ο ίδιος έτυχε να εργάζεται κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα. Ειδικά δε τις ημέρες που επικρατούσαν κακές καιρικές συνθήκες, οπότε ο ίδιος (μάρτυρας) παρέμενε στη βάση όπου εργαζόταν για την αποφυγή τυχόν πρόκλησης ζημιών σε σκάφη του λιμενικού, λόγω του καιρού, και αυτές τις ημέρες και νύχτες είχε διαπιστώσει ότι ο ανακόπτων βρισκόταν πάνω στο πλοίο, αναφέροντας χαρακτηριστικά «είτε γιατί βλέποντας τον καιρό είχε παραμείνει από δική του πρωτοβουλία είτε γιατί είχε ειδοποιηθεί από το Λιμεναρχείο να Επιστρέψει σ’ αυτό κατά τη διάρκεια της νύχτας». Ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε ότι το Λιμεναρχείο ειδοποιούσε τον ανακόπτοντα για τα πάντα σχετικά με το πλοίο, είτε εγγράφως είτε τηλεφωνικώς,. Επιπροσθέτως, κατέθεσε ότι «το εν λόγω πλοίο είχε κάνει πρυμνιοδέτηση στο ντόκο φουνταρισμένο μπροστά και με τις άγκυρες» και για το λόγο αυτό όταν επικρατούσαν ισχυροί άνεμοι αντιμετώπιζε πάντα προβλήματα, οπότε ο ανακόπτων ήταν αυτός που επιμελείτο «να μην ανοίξει η πλώρη, να μην διπλώσει στον καιρό» και γενικά να μην προκληθούν ζημίες και ατυχήματα. Κατά τον ίδιο μάρτυρα σε αυτές τις περιπτώσεις είχε ζητηθεί και η συνδρομή της πρώτης καθής είτε για την απάντληση υδάτων είτε για την επαναφορά του πλοίου στη θέση του με επαναπόνιση των αγκύρων αν είχε «ξεσύρει», είτε επισκευής του καταπέλτη. Κατέθεσε επίσης ότι μοναδικός φύλακας του πλοίου ήταν ο ανακόπτων και πέραν των ανωτέρω εργασιών που απαιτούντο επί του εν λόγω πλοίου και διενήργησαν οι υπάλληλοι της πρώτης καθής, η μόνη φύλαξη που παρείχε η πρώτη καθής ήταν ότι ήλεγχε το χώρο της από την ξηρά με φύλακα που ευρίσκεται στην είσοδο του ναυπηγείου ο οποίος ελέγχει και καταγράφει τα πρόσωπα που εισέρχονται και εξέρχονται του χώρου του ναυπηγείου. Η πρώτη των εφεσιβλήτων, αν και ήδη από την 30.10.2017 με τη συμπληρωματική αναγγελία της προς τον ανωτέρω επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, υποστήριξε ότι, από την 1.8.17 το πλοίο εγκαταλείφθηκε από τους τελευταίους φύλακές του, λόγω μη καταβολής των αποδοχών τους και δη κατά πιστή αντιγραφή της εν λόγω αναγγελίας ¨… από 27.9.17 (ημ. αρχικής αναγγελίας μου) έως και σήμερα συνεχίζω να παρέχω υπηρεσίες ελλιμενισμού στο πλοίο της καθής στις εγκαταστάσεις μου, οι οποίες σημειωτέον από 1.8.17 επαυξήθηκαν και με υπηρεσίες αυξημένης φύλαξης του, εκ του λόγου ότι από την ανωτέρω ημερομηνία το πλοίο εγκαταλείφθηκε από τους τελευταίους φύλακές του, λόγω μη πληρωμής τους, ενώ το πλήρωμα το είχε ήδη εγκαταλείψει από τις 23.11.2016. Λόγω δε του ότι το πλοίο έμεινε παντελώς ανεπάνδρωτο από πλήρωμα και φύλακες, οι εν λόγω υπηρεσίες αυξημένης φύλαξης οι οποίες συνίστανται σε τακτικούς, λεπτομερείς και χρονοβόρους ελέγχους όλων των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων του πλοίου από το προσωπικό μου επί 24ώρου βάσεως καθημερινά, κρίθηκαν αναγκαίες για την ασφαλέστερη φύλαξη και διατήρησή του πλοίου σε καλή κατάσταση, δεδομένου και του γεγονότος ότι ο επισπεύδων δεν έχει έως και σήμερα προβεί στον κατά νόμο διορισμό επαγγελματιών φυλάκων…», γεγονός που επανέλαβε και με την ανωτέρω ανακοπή της,  αφού ανέφερε σε αυτή «…Σε συνέχεια της επιβολής των ανωτέρω δικαστικών μέτρων και δη από μήνα Αύγουστο 2018, ότε επεβλήθη η αναγκαστική κατάσχεση εκ μέρους του επισπεύδοντος τον πλειστηριασμό, το επίδικο πλοίο εγκατελείφθη από την πλοιοκτήτρια, το πλήρωμά του και Πλοίαρχο, ο δε επισπεύδων τον πλειστηριασμό ουδέποτε από του χρόνου της επιβολής της αναγκαστικής κατάσχεσης έως και του χρόνου εκπλειστηρίασής του εγκατέστησε φύλακες επ’ αυτού όπως νομικά υποχρεούτο, με αποτέλεσμα τούτο να παραμείνει άνευ φυλάξεως…» (σελ. 86). Εν τούτοις, με τις έγγραφες προτάσεις της που κατέθεσε επί της ένδικης ανακοπής του ………,   κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, υποστήριξε ότι, ο ανακόπτων συνέχισε να μεταβαίνει στο χώρο του Ναυπηγείου αυτής, υποστηρίζοντας περαιτέρω, όπως ο ίδιος (ανακόπτων) δήλωνε, με σκοπό τη φύλαξη του πλοίου χωρίς όμως αυτός να έχει διορισθεί ως τέτοιος ούτε από την πλοιοκτήτρια του πλοίου ούτε από τον επισπεύδοντα την ένδικη εκτέλεση, επιπροσθέτως δε ότι αυτός δεν παρέμενε στο χώρο του Ναυπηγείου και δεν διέμενε εντός του πλοίου όλο το εικοσιτετράωρο, αλλά από ένα τέταρτο της ώρας έως και 8-9 ώρες ημερησίως κατά το μέγιστο, χωρίς καμία διανυκτέρευση. Μάλιστα, η ίδια (πρώτη των εφεσιβλήτων), προσκομίζει χειρόγραφες σημειώσεις που φέρουν την υπογραφή του ………………, νομίμου εκπροσώπου της, ως απόσπασμα από το βιβλίο επισκεπτών του χώρου του ναυπηγείου της, το οποίο τηρούσε η ίδια και αφορά τις ημέρες και ώρες από 13.10.2017 έως 16.12.2018 κατά τις οποίες ο ανακόπτων εισέρχονταν στο χώρο του Ναυπηγείου, την αλήθεια του περιεχομένου των οποίων ο ανακόπτων αμφισβητεί. Κατά τις εν λόγω έγγραφες σημειώσεις ο ανακόπτων εμφανίζεται σχεδόν καθημερινά [κατά το χρονικό διάστημα από 13.10.2017 οπότε αρχίζουν οι εγγραφές έως τέλος το μηνός Οκτωβρίου 3017 όλες τις ημέρες πλην της 15.10, 21.10 και 22.10.2017, κατά τον μήνα Νοέμβριο 2017 όλες τις ημέρες πλην των 1.11, 3.11, 11.11 και 25.11.2017, κατά τον μήνα Δεκέμβριο 2017 όλες τις ημέρες πλην της 2.12, 13.12 και 25.12.2017, κατά τον μήνα Ιανουάριο 2018 όλες τις ημέρες πλην της 1.1.2018, κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2018 όλες τις ημέρες, κατά τον μήνα Μάρτιο 2018 όλες τις ημέρες πλην της 21.3.2018, τον μήνα Απρίλιο 2018 όλες τις ημέρες πλην της 7.4. και 13.4.2018, τον μήνα Μάιο 2018 όλες τις ημέρες, τον μήνα Ιούνιο 2018 όλες τις ημέρες, τον μήνα Ιούλιο 2018 όλες τις ημέρες, τον μήνα Αύγουστο 2018 όλες τις ημέρες, τον μήνα Σεπτέμβριο 2018 όλες τις ημέρες πλην της 1.9. και 17.9.2018, τον μήνα Οκτώβριο όλες τις ημέρες και κατά το χρονικό διάστημα από 1.11.2018 έως 7.11.2018 όλες τις ημέρες] να εισέρχεται στο χώρο του εν λόγω ναυπηγείου και να διαμένει κατά το έτος 2017 μερικά λεπτά (χαρακτηριστικά την 20.10.2017 τα πρωί από ώρας 09.00 έως 09.10) έως και εννέα ώρες (χαρακτηριστικά την 20.11.2017 από ώρας 10.00 έως ώρας 19.00 και την 15.12.2017 από ώρας 09.00 έως ώρας 18.00) και κατά το έτος 2018 το ελάχιστο ώρες τρεις (2.1.2018) έως ώρες εννέα (13.1, 17.1) εννέα ώρες και είκοσι πέντε λεπτά (10.1.), εννέα ώρες και σαράντα λεπτά (14.6.2018), δέκα ώρες (25.1., 26.2, 11.7, 22.7, 26.7, 14.9, 19.9, 28.9.), δέκα ώρες και δέκα λεπτά (7.8.) δέκα ώρες και δεκαπέντε λεπτά (27.4 και 23.8.), δέκα ώρες και τριάντα λεπτά (30.1), ένδεκα ώρες (13.2, 15.3, 27.7, 30.7, 29,9), ένδεκα ώρες και είκοσι λεπτά (1.8.), δώδεκα ώρες (19.1. και 17.7.). και δώδεκα ώρες και δεκαπέντε λεπτά (2.3.). Ο εξετασθείς υπό της πρώτης καθής η ανακοπή εταιρείας μάρτυρας …….., ήδη συνταξιούχος, εργαζόμενος κατά την ένδικη περίοδο στην επιχείρηση της πρώτης καθής η ανακοπή ως εργοδηγός μηχανολόγος στην, περιεχόμενη στη με αριθμό …../25.9.2020 ένορκη βεβαίωση, μαρτυρική του κατάθεση, κατέθεσε ότι, ο ίδιος, εργαζόμενος στην πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία έβλεπε ένα πρώην μέλος του πληρώματος του πλοίου και δη τον ανακόπτοντα να εισέρχεται στο Ναυπηγείο κάποιες ώρες της ημέρας μετά την απόλυση του πληρώματος και να πηγαίνει στο πλοίο. Κατά την ίδια κατάθεση, οι ώρες που ο ανακόπτων ευρίσκετο εντός του χώρου του Ναυπηγείου της πρώτης καθής εταιρείας ημερησίως καταγράφονταν από τους φύλακες του Ναυπηγείου, οι οποίοι τηρούσαν βιβλίο εισερχομένων και εξερχομένων ατόμων, στο οποίο καταγράφονταν οι ώρες εισόδου και εξόδου κάθε εισερχομένου και εξερχομένου και επομένως και του ανακόπτοντος. Ο ίδιος μάρτυρας κατέθεσε, παράλληλα ότι, λόγω της ουσιαστικής εγκατάλειψης του πλοίου από την πλοιοκτήτρια εταιρεία και εξαιτίας του γεγονότος ότι ο επισπεύδων την ένδικη εκτέλεση δεν διόρισε επαγγελματία φύλακα σε αυτό οι οποίοι να διαμένουν και να φυλάσσουν αυτό για είκοσι τέσσερις (24) ώρες, επιπλέον δε αυτό ήταν εύκολα προσβάσιμο από τη θάλασσα χωρίς να είναι άμεσα ελεγχόμενη και η ασφάλειά του η εσωτερική και η εξωτερική, η πρώτη καθής δια του υπαλληλικού της προσωπικού, οι οποίοι εργάσθηκαν επιπλέον και πέραν των συνηθισμένων εργασιών και υποχρεώσεων από τον μήνα Αύγουστο του έτους 2017 και εντεύθεν έως του χρόνου που αυτό εκπλειστηριάσθηκε, εκτελούσε υπηρεσίες φύλαξης του εν λόγω πλοίου και δη επί είκοσι τέσσερις ώρες προέβαινε σε επισταμένους ελέγχους εσωτερικά και εξωτερικά για λόγους ασφάλειας και προς διασφάλιση της ασφαλούς πρόσδεσης και σωστής θέσης του, καθώς και σε έλεγχο των εσωτερικών του τμημάτων περί τυχόν ύπαρξης συμβάντος που θα έθετε σε κίνδυνο την καλή και ασφαλή κατάστασή του. Επιπροσθέτως, η ανωτέρω πρώτη καθής ανώνυμη εταιρεία «…..» προσκομίζει ως σχετικά 58 και 59 χειρόγραφους πίνακες υπό τον τίτλο των οποίων «Βάρδιες φύλαξης Ναυπηγείου & Cg» μηνός Σεπτεμβρίου 2017 το πρώτο και μηνός Οκτωβρίου 2017 το δεύτερο, αναφέρονται ονόματα εργαζομένων της και ώρες απασχόλησής τους, με τη σημείωση ότι καθημερινά οι εργαζόμενοι του ναυπηγείου της, εκτός από τις ημέρες Σαββάτου και Κυριακής, ανά τέσσερις ώρες πραγματοποιούσαν έλεγχο στο πλοίο από ώρας 08.00 έως 16.00, ενώ τις ημέρες Σαββάτου και Κυριακής και τις καθημερινές από ώρας 16.00 έως 08.00 εγίνετο έλεγχος στο ανωτέρω πλοίο από τους μόνιμους φύλακες του Ναυπηγείου, έγγραφο που φέρεται υπογεγραμμένο από τον νόμιμο εκπρόσωπο της εν λόγω εταιρείας. Από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, απεδείχθη ότι, ο ανακόπτων, κατόπιν της ανωτέρω συμβάσεως που κατήρτισε με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, ανέλαβε όπως καθημερινά φυλάττει το ανωτέρω πλοίο προκειμένου να αποφευχθεί η καταστροφή, βλάβη ή χειροτέρευσή του, καθώς και η μείωση της οικονομικής του αξίας ή η παύση της εκπλήρωσης του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας. Στα πλαίσια της εν λόγω συμβάσεως και προς εκτέλεση αυτής, απεδείχθη ότι, καθημερινά από ημέρα Δευτέρα έως ημέρα Κυριακή κατά τις ώρες από 06.00 πρωινή έως 18.00 απογευματινή ο ανακόπτων μετέβαινε στο ανωτέρω πλοίο και κατά τη διάρκεια των δώδεκα ωρών, ως όφειλε εκ της ανωτέρω συμβάσεως εργασίας, περιεφέρετο κατά καιρούς (πάντα κατά την κρίση του) στα εσωτερικά και εξωτερικά μέρη του πλοίου προκειμένου να εποπτεύει αυτό για τυχόν βλάβη του και σε περίπτωση κινδύνου να ειδοποιεί τη Λιμενική αρχή και να ελέγχει την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου, ώστε να μην προκαλούνται σε αυτό ζημίες. Σε περιόδους έντονου κυματισμού, όφειλε και όπως απεδείχθη ήλεγχε αυτό ώστε να μην «ανοίξει» η πλώρη του, να μη «διπλώσει» στον καιρό και προκληθούν ζημιές στο σκάφος και ατυχήματα.  Ο ενάγων ισχυρίζεται με την ένδικη ανακοπή του ότι, για την παρασχεθείσα υπ’ αυτού ανωτέρω εργασία είχε συμφωνήσει με την πλοιοκτήτρια εταιρεία ως αμοιβή του το ποσό των ευρώ 4.500 μηνιαίως γεγονός που δεν αμφισβητείται από τους καθών η ένδικη ανακοπή, προσεπιβεβαιώνεται δε και από την περιεχομένη στα με αριθμό ……./2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ένορκη κατάθεση του μάρτυρος αυτού ……… Εν τούτοις ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι η ανωτέρω συμφωνηθείσα μηνιαία αμοιβή εκάλυπτε και υπερωριακή αυτού απασχόληση διάρκειας 104 ωρών, αξιώνει δε αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση για την εργασία του όλες τις ημέρες Κυριακής της ένδικης περιόδου καθώς επίσης αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση κατά τη διάρκεια της νύχτας. Εν τούτοις, ο ανακόπτων δεν αναφέρει και κυρίως δεν αποδεικνύει τον συμφωνηθέντα με την εργοδότριά του χρόνο εργασίας του, σε εβδομαδιαία και ημερήσια βάση εφόσον οι μάρτυρές του κατέθεσαν περί των ωρών απασχόλησης αυτού με τη φύλαξη του εν λόγω πλοίου και μάλιστα ο εξετασθείς ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς μάρτυράς του …….. κάνει λόγο για εργασία του επί δώδεκα ώρες τουλάχιστον (σχετικά με αριθμό …/2018 από 20.3.2018 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του ανωτέρω Δικαστηρίου) ημερησίως, πλην όμως κανείς εξ αυτών δεν κατέθεσε περί του συμφωνημένου ωραρίου εργασίας του. Επιπροσθέτως, η πρώτη των καθών η ένδικη ανακοπή, αναφέρει ότι για απασχόληση προσωπικού για όλο το διάστημα των είκοσι τεσσάρων ωρών ημερησίως, για τη φύλαξη του εν λόγω πλοίου, δαπανούσε μηνιαίως το ποσό των ευρώ 8.000. Δεδομένου ότι ο ανακόπτων δεν προσκομίζει αν και ηδύνατο προς απόδειξη της συμφωνίας αμοιβής του τις αποδείξεις καταβολής της αμοιβής του για το προγενέστερο του ενδίκου χρόνου, χρόνο, οπότε ο ίδιος ήταν μοναδικός φύλακας του πλοίου και η ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία του κατέβαλε τη συμφωνηθείσα αμοιβή του, κρίνεται ότι η ανωτέρω συμφωνηθείσα αμοιβή του των 4.500 ευρώ μηνιαίως εκάλυπτε συμφωνημένη αμοιβή για δώδεκα ώρες απασχόλησης αυτού, όσες δηλαδή ώρες απεδείχθη ότι ο ανακόπτων επέβαινε επί του εν λόγω πλοίου, απασχολούμενος με τη φύλαξη αυτού.  Περαιτέρω, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, όπως έγινε δεκτό και ανωτέρω, για την εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών φύλαξης του εν λόγω πλοίου, ο ανακόπτων όφειλε να περιφέρεται κατά καιρούς (πάντα κατά την κρίση του) στα εσωτερικά και εξωτερικά μέρη του πλοίου, προκειμένου να εποπτεύει αυτό και σε περίπτωση κινδύνου να ειδοποιεί τη Λιμενική αρχή και να ελέγχει την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου, ώστε να μην προκαλούνται σε αυτό ζημίες. Απεδείχθη δηλαδή ότι δεν απαιτείτο όπως βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση των πνευματικών και σωματικών λειτουργιών του και τις δώδεκα ώρες της συμφωνημένης εργασίας του, αρκούσης της παρουσίας του στο σκάφος. Ο ανακόπτων εξάλλου δεν επικαλείται αλλά ούτε αποδεικνύει ότι πλην των παραπάνω αποδειχθεισών εργασιών, είχε υποχρέωση να εκτελεί κάποιες συμφωνηθείσες συγκεκριμένες εργασίες που απαιτούσαν συνεχή εγρήγορση των πνευματικών ή σωματικών του εργασιών, ώστε να κριθεί ότι συντρέχει περίπτωση ενδιάμεσης μορφής ετοιμότητας. Οι αναφορές των μαρτύρων του σε περιόδους κακοκαιρίας, οπότε ο ανακόπτων όφειλε να επιμελείται ειδικώς για τον κίνδυνο πρόκλησης ζημίας στο σκάφος λόγω του τρόπου πρυμνιοδέτησής του, είναι παντελώς αόριστες, εφόσον δεν προσδιορίζονται τα ειδικότερα χρονικά διαστήματα στα οποία αναφέρονται. Όπως συνάγεται από τα άρθρα 648, 649 και 653 ΑΚ, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των Ν. 1876/1990 και 3755/1957, η σύμβαση με την οποία ο ένας συμβαλλόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να περιορίσει μερικώς την ελευθερία των κινήσεων του υπέρ του άλλου, χωρίς να διατηρεί σε εγρήγορση τις σωματικές ή πνευματικές του δυνάμεις στη διάθεση αυτού κάθε στιγμή, φέρει μεν το χαρακτήρα της συμβάσεως εργασίας, λόγω όμως της ιδιομορφίας της δεν υπόκειται στις διατάξεις ειδικών νόμων ή συλλογικών συμβάσεων, αναφορικά με το ελάχιστο όριο αμοιβής και τις προσαυξήσεις για νυκτερινή, υπερωριακή ή άλλη εργασία σε ημέρα γιορτής ή αναπαύσεως, γιατί αυτές, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, εφαρμόζονται μόνο σε περίπτωση πλήρους απασχολήσεως ή πάντως διατηρήσεως σε εγρήγορση των σωματικών ή πνευματικών δυνάμεων του μισθωτού στις καθορισμένες για κάθε περίπτωση ώρες. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για “σχέση ετοιμότητας για εργασία”, η οποία ανάλογα με το βαθμό ετοιμότητας, διακρίνεται σε δύο κύριες κατηγορίες: (α) μία πρώτη κατηγορία που είναι και η πιο συνηθισμένη στην πρακτική, συνιστά η λεγόμενη “γνήσια ετοιμότητα για εργασία”, στην οποία έχουν εφαρμογή όλες οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας και στην οποία ο μισθωτός οφείλει να βρίσκεται σε ορισμένο τόπο (της επιχείρησης ή και εκτός αυτής από όπου καλούμενος να έχει την δυνατότητα να προσέλθει στον τόπο εργασίας) και χρόνο, διατηρώντας τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις σε ένταση για να προσφέρει τις υπηρεσίες του μόλις παραστεί ανάγκη, οπότε σε αυτήν τη μορφή ετοιμότητας θεωρείται ότι υπάρχει πλήρης απασχόληση, ανεξάρτητα αν θα παρουσιασθούν περιστατικά για την παροχή εργασίας και έτσι η ετοιμότητα εξομοιώνεται ολότελα με την κανονική εργασία, γιατί, εκτός από τη δέσμευση της ελευθερίας, υπάρχει και εγρήγορση των δυνάμεων του μισθωτού, (β) μία δεύτερη κατηγορία είναι η λεγόμενη “μη γνήσια ετοιμότητα ή ετοιμότητα κλήσης”, κατά την οποία ο μισθωτός δεν υποχρεούται να έχει σε εγρήγορση τις σωματικές ή πνευματικές του δυνάμεις, έχοντας τη δυνατότητα να κοιμάται ή να βρίσκεται έξω από τον τόπο εργασίας, οπότε στην περίπτωση αυτή δεν έχουν εφαρμογή όλες οι διατάξεις του εργατικού δικαίου και ειδικότερα οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για τα ελάχιστα όρια αμοιβής και τις προσαυξήσεις για παροχή νυκτερινής ή υπερωριακής εργασίας ή άλλης εργασίας κατά τις Κυριακές και αργίες, εκτός αν έχει συμφωνηθεί ειδικά το αντίθετο και (γ) μεταξύ της μιας και της άλλης κατηγορίας ετοιμότητας μπορούν να υπάρχουν “ενδιάμεσες βαθμίδες ετοιμότητας” και μερική εγρήγορση του μισθωτού, οπότε ανάλογα με τα χρονικά διαστήματα υπολογίζονται και οι αποδοχές του μισθωτού. Το ζήτημα για το είδος της ετοιμότητας εργασίας και ειδικότερα αν πρόκειται για γνήσια ετοιμότητα ή μη γνήσια (απλή) ετοιμότητα κλήσης ή κάποια άλλη ενδιάμεση μορφή, είναι θέμα αποδείξεως των πραγματικών εκείνων περιστατικών που μπορούν να υπαχθούν στη μία ή άλλη κατηγορία. Η πάγια αυτή θέση της νομολογίας για την διάκριση, κατά την προδιαληφθείσα των όρων έννοια, μεταξύ της γνήσιας και της μη γνήσιας (απλής) ετοιμότητας προς εργασία αναφορικά με το θέμα αμοιβής του μισθωτού δεν διαφοροποιείται με το π.δ. 88/1999, με το οποίο εναρμονίσθηκε το εσωτερικό δίκαιο με την 93/104 ΕΚ Οδηγία του Συμβουλίου της 23-11-1993, η οποία τροποποιήθηκε με την επακολουθήσασα 2000/34 ΕΚ του Συμβουλίου της 22-6-2000 και σε συμμόρφωση προς αυτήν το π.δ. 88/1999 τροποποιήθηκε με το π.δ. 76/2005 [ΟλΑΠ 10/2009, ΑΠ 814/2014 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου]. Μάλιστα ήδη με την παράγραφο 2.1 του άρθρου 14 του ανωτέρω ΠΔ 88/1999, επιτρέπονται παρεκκλίσεις, από τα άρθρα 3,4,5,8 ήτοι από τη διάρκεια της ημερήσιας απασχόλησης, διαλειμμάτων, εβδομαδιαίας απασχόλησης και τη διάρκεια της νυχτερινής εργασίας για τις δραστηριότητες φύλαξης και επίβλεψης που χαρακτηρίζονται από την ανάγκη συνεχούς παρουσίας για την προστασία των αγαθών και των προσώπων, ιδίως όταν πρόκειται για φύλακες και θυρωρούς ή επιχειρήσεις φύλαξης. Εφόσον, ο ανακόπτων δεν απέδειξε ότι υπήρχε διαφορετική συμφωνία με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, με βάση τις ανωτέρω αποδειχθείσες συνθήκες εργασίας του, κρίνεται ότι, αυτός, βρισκόταν σε απλή ετοιμότητα προς εργασία κατά τις ανωτέρω δώδεκα ώρες που επέβαινε επί του εν λόγω πλοίου, είχε αναλάβει δηλαδή την υποχρέωση να περιορίσει μερικώς την ελευθερία των κινήσεων του υπέρ της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας, χωρίς να διατηρεί σε εγρήγορση τις σωματικές ή πνευματικές του δυνάμεις στη διάθεση αυτής κάθε στιγμή, εφόσον όφειλε να περιφέρεται κατά καιρούς (πάντα κατά την κρίση του) στα εσωτερικά και εξωτερικά μέρη του πλοίου προκειμένου να εποπτεύει αυτό και σε περίπτωση κινδύνου να ειδοποιεί τη Λιμενική αρχή και να ελέγχει την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου, ώστε να μην προκαλούνται σε αυτό ζημίες. Η ανωτέρω σύμβαση, υπό τις συνθήκες που παρείχετο η φύλαξη του εν λόγω πλοίου, φέρει μεν το χαρακτήρα της συμβάσεως εργασίας, λόγω όμως της ιδιομορφίας της δεν υπόκειται στις διατάξεις ειδικών νόμων ή συλλογικών συμβάσεων, αναφορικά με το ελάχιστο όριο αμοιβής και τις προσαυξήσεις για νυκτερινή, υπερωριακή ή άλλη εργασία σε ημέρα γιορτής ή αναπαύσεως, γιατί αυτές, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, εφαρμόζονται μόνο σε περίπτωση πλήρους απασχολήσεως ή πάντως διατηρήσεως σε εγρήγορση των σωματικών ή πνευματικών δυνάμεων του μισθωτού στις καθορισμένες για κάθε περίπτωση ώρες. Ως εκ τούτου, ο ανακόπτων δεν αποδείχθηκε ότι εδικαιούτο πέραν της ανωτέρω εκ ποσού ευρώ 4.500 μηνιαίως και αμοιβή εκ ποσού ευρώ 73.961,95 και δη αμοιβή εκ ποσού ευρώ 32.999,40 για απασχόλησή του επί 42 ημέρες Κυριακής κατά την ένδικη περίοδο (οπότε ισχυρίζεται ότι εργάσθηκε επί 15 ώρες ημερησίως), και αμοιβή εκ ποσού ευρώ 40.962,55 για υπερωριακή του απασχόληση επί 1.094,67 ώρες εργασίας, η οποία μάλιστα παρασχέθηκε κατά τη διάρκεια της νύχτας, ενόψει του ότι απεδείχθη ότι πράγματι επέβαινε καθημερινά, όλες τις ημέρες της εβδομάδας, επί δώδεκα ώρες ημερησίως, στο εν λόγω πλοίο προς φύλαξή του και όχι επί δεκαπέντε, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται με την ένδικη ανακοπή του, πλην όμως δεν απεδείχθη ότι όφειλε να διατηρεί σε εγρήγορση τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις καθόλο αυτό το χρονικό διάστημα. Σε αντίθετη κρίση, ως προς το δικαίωμα του ανακόπτοντος για αμοιβή του για υπερωριακή απασχόληση κατά το ανωτέρω διάστημα επί του ανωτέρω πλοίου, το παρόν Δικαστήριο δεν δύναται να αχθεί ούτε από τις με αριθμό 1660/2018 και 936/2022 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εξεδόθησαν κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών – εργατικών διαφορών, επί αγωγής του ήδη ανακόπτοντος σε βάρος της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας, και οι οποίες εξεδόθησαν ερήμην της εναγομένης των αγωγών αυτών πλοιοκτήτριας εταιρείας, με την πρώτη εκ των οποίων έγινε δεκτό ότι ο ενάγων δικαιούται αμοιβής για δωδεκάωρη απασχόλησή του για εννέα ημέρες Κυριακής και αμοιβή για ογδόντα ώρες παράνομης υπερωριακής απασχόλησης κατά τη διάρκεια της νύχτας ,συνολικά το ποσό των ευρώ 14.045 για το χρονικό διάστημα από 9.11.2017 έως 17.1.2018 και με τη δεύτερη εξ αυτών έγινε δεκτό ότι ο ενάγων δικαιούται αμοιβής για δωδεκάωρη απασχόλησή του για σαράντα δύο ημέρες Κυριακής και αμοιβή για εξακόσιες σαράντα ώρες παράνομης υπερωριακής απασχόλησης αυτού κατά τη διάρκεια της νύχτας, συνολικά το ποσό των ευρώ 45.392,40 για το χρονικό διάστημα από 18.1.2018 έως 7.11.2018 [η αγωγή του για το χρονικό διάστημα από 28.8.2017 έως 8.11.2017 έχει απορριφθεί ως αβάσιμη στην ουσία της καθό μέρος ο ενάγων αξίωνε αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης κατά τη διάρκεια της νύχτας και αμοιβή για εργασία του κατά τις ημέρες Κυριακής με τη με αριθμό 4104/2019 του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου), διότι, πέραν του γεγονότος ότι δεν αποδεικνύεται τελεσιδικία των εν λόγω αποφάσεων εφόσον ο ανακόπτων δεν προσκομίζει εκθέσεις επίδοσης αυτών προς την αντίδικό του – ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, από τις εν λόγω αποφάσεις δεν δεσμεύεται το παρόν Δικαστήριο, εφόσον αυτές εξεδόθησαν κατόπιν αγωγής του ανακόπτοντος σε βάρος της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας, στην οποία οι ήδη καθών δεν ήταν διάδικοι. Ως εκ τούτου, με βάση τα παραπάνω, ο ανακόπτων δικαιούται αμοιβής για τη φύλαξη του εν λόγω πλοίου καθόλο το διάστημα από 28.8.2017, οπότε δυνάμει της με αριθμό …./28.8.2017 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς …………, κατάσχεθηκε αναγκαστικώς αυτό, έως την 7.11.2018, οπότε το εν λόγω πλοίο εκπλειστηριάσθηκε. Συνολικά, ο ενάγων δικαιούται αμοιβής για το εν λόγω διάστημα κατά το οποίο παρείχε την ανωτέρω εργασία του και δη τη φύλαξη του ανωτέρω πλοίου, δυνάμει συμβάσεως χερσαίας εργασίας που είχε καταρτίσει με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, εκ ποσού ευρώ [(4.500 επί 14 μήνες=) 63.000 + (4.500 δια 25 επί 10=) 1.800=)] 64.800. Ο ανακόπτων με την ένδικη ανακοπή του, ισχυρίζεται επιπλέον ότι, διατηρεί απαίτηση για αποζημίωση κατά της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας από τη μη χορήγηση υπ’ αυτής σε αυτόν, της συμφωνηθείσας μεταξύ τους αδείας από την εργασία του για διάστημα 1,75 ημερών μηνιαίως κατά το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα. Εν τούτοις, τέτοια συμφωνία μεταξύ του ανακόπτοντος και της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας δεν αποδείχθηκε. Επιπλέον, ο ανακόπτων τόσο με την ένδικη ανακοπή του όσο και με την ανωτέρω αναγγελία του, δεν αναφέρει ότι διατηρεί αντίστοιχη απαίτηση, ήτοι το ποσό των ευρώ 3.762,90, ως αποζημίωση για μη χορηγηθείσα τις προβλεπομένης με τις διατάξεις του Ν. 539/1945, που αφορούν στην ετήσια άδεια των εργαζομένων από σύμβαση χερσαίας εργασίας, όπως εν προκειμένω. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι ο ήδη ανακόπτων αναγγέλθηκε στα πλαίσια του ανωτέρω πλειστηριασμού στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο και δη με την από 16.11.2018 τελευταία αναγγελία του, στην οποία περιέλαβε όλες τις απαιτήσεις του, για την απαίτησή του για καταβολή του ανωτέρω συμφωνηθέντος μισθού για το ποσό των 10.500 ευρώ για συμφωνηθέντα μηνιαίο μισθό για το χρονικό διάστημα από 28.8.2017 έως 8.11.2017, για το ποσό των ευρώ 10.350 για συμφωνηθέντα μηνιαίο μισθό για το χρονικό διάστημα από 9.11.2017 έως 17.1.2018 και για το ποσό των ευρώ 43.500 για συμφωνηθέντα μηνιαίο μισθό για το χρονικό διάστημα από 18.1.2018 έως 7.11.2018 και συνολικά για το ποσό των 64.350 ευρώ. Στην εν λόγω αναγγελία, ο ανακόπτων ανέφερε σαφώς ότι απολαμβάνει, για την ανωτέρω αποδειχθείσα απαίτησή του, του προνομίου του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, διότι η εν λόγω απαίτησή του προέρχονται από την παροχή εργασίας εκ μέρους του και υπηρεσιών φύλαξης, αναφέροντας παράλληλα, ότι για το χρονικό διάστημα που αφορά η εν λόγω απαίτηση, ήταν ο μόνος φύλακας στο εν λόγω πλοίο και ότι αυτός είχε ορισθεί ως φύλακας αντί της ανωτέρω μηνιαίας συμφωνηθείσας αμοιβής από την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία. Με τον προσβαλλόμενο με την ένδικη ανακοπή πίνακα, ο ανακόπτων κατετάγη για μέρος της ανωτέρω αναγγελθείσας απαίτησής του και δη για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 8.775,49 (ισόποσο σε ευρώ 9.706,57 με την ισοτιμία δολ. ΗΠΑ/ευρώ που έλαβε υπόψη του ο συντάξας τον προσβαλλόμενο πίνακα επί του πλειστηριασμού υπάλληλος) τυχαίως, διότι κατά την κρίση του ανωτέρω συμβολαιογράφου επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου και συντάξαντος τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, το αναγγελθέν ανωτέρω ποσό υπό του ανακόπτοντος, το οποίο ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος χαρακτηρίζει ως «κονδύλιο φύλαξης», κατά την κρίση του, δεν απολαμβάνει του προνομίου του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, εκ του λόγου ότι, υπόχρεος για την φύλαξη και, κατά συνέπεια, δικαιούχος της αντίστοιχης δαπάνης τυγχάνει ο κατασχών το πλοίο, επικαλούμενος προς τούτο και τις διατάξεις του άρθρου 1 του Π.Δ. 280/2000. Ο ανακόπτων με την ένδικη ανακοπή του προσέβαλε τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης εκ του λόγου ότι δεν κατετάγη σε αυτόν προνομιακά για όλο το ποσό για το οποίο αναγγέλθηκε ήτοι για το ποσό των 171.939,34 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η ανωτέρω αποδειχθείσα εν προκειμένω απαίτησή του εκ ποσού 64.350 ευρώ που αφορά τη συμφωνηθείσα και αποδειχθείσα κατά τα άνω αμοιβή του, κατόπιν συμβάσεως αυτού με την πλοιοκτήτρια του ανωτέρω αναγκαστικώς κατασχεθέντος και ακολούθως εκπλειστηριασθέντος πλοίου εταιρεία, για παροχή υπηρεσιών φύλαξης αυτού κατά το χρονικό διάστημα από της κατασχέσεως αυτού (28.8.2017) έως της εκπλειστηριάσεώς του (7.11.2018), επικαλούμενος σαφώς, όσον αφορά στην εν λόγω απαίτησή του, πέραν της συμβάσεως εργασίας που είχε καταρτίσει με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, ότι οι υπηρεσίες που παρείχε στο ανωτέρω πλοίο ήταν αυτές της φυλάξεώς του. Παράλληλα δε, επικαλούμενος ότι η εν λόγω απαίτησή του απολαμβάνει προνόμιο και έπρεπε να καταταγεί στη δεύτερη τάξη των προνομίων του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, προσβάλλοντας την κατάταξη των καθών η ανακοπή, για τους ειδικότερους διαλαμβανόμενους στην ανακοπή του λόγους που αναλύονται ανωτέρω και για τους οποίους θα γίνει λόγος και κατωτέρω, ζήτησε, γενομένης δεκτής της ανακοπής του να μεταρρυθμισθεί ο ανωτέρω πίνακας κατάταξης και να καταταγεί αυτός, για ολόκληρη την ανωτέρω απαίτησή του προνομιακά στον ανωτέρω πίνακα. Με την εκκαλουμένη απόφαση, η υπό κρίση ανακοπή του ανακόπτοντος – εκκαλούντος απερρίφθη στην ουσία της ελλείψει εννόμου συμφέροντος, διότι κατά το αποδεικτικό της πόρισμα, αν και πράγματι ο ανακόπτων παρείχε υπηρεσίες φύλαξης στο εν λόγω πλοίο κατά το επίδικο διάστημα [χωρίς ειδικότερη αναφορά, στο αποδεικτικό της πόρισμα στην αποδειχθείσα και δικαιούμενη για το λόγο αυτό αμοιβή του], κρίθηκε ότι η απαίτησή του αυτή δεν απολαμβάνει των προνομίων των διατάξεων του άρθρου 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου, όσο και των διατάξεων του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 Ν.4072/2012, καθόσον αφορά σε απαίτηση από σύμβαση παροχής χερσαίας εργασίας του ανακόπτοντος προς την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, εξυπονοώντας ότι το εν λόγω προνόμιο, έστω κι αν παρείχε υπηρεσίες φύλαξης ο ανακόπτων στο εν λόγω πλοίο μετά την αναγκαστική του κατάσχεση και έως την εκπλειστηρίασή του, δεν απολαμβάνει ο φύλακας που, κατά το εν λόγω διάστημα, παρείχε τις υπηρεσίες φύλαξης, δυνάμει συμβάσεως με την πλοιοκτήτρια – καθής η εκτέλεση εταιρεία. Εν τούτοις, στην ένδικη περίπτωση, απεδείχθη ότι, ο επισπεύδων την ένδικη εκτέλεση ………. δεν διόρισε φύλακα επί του εν λόγω πλοίου, ως όφειλε, κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του Π.Δ. 280/2000. Επιπροσθέτως, αποδείχθηκε ότι, ο ανακόπτων επέβαινε και πραγματοποιούσε τις αναγκαίες εργασίες φύλαξης επί του ανωτέρω πλοίου καθημερινά από ώρας 06.00 πρωινής έως ώρας 18.00, χωρίς να αποδεικνύεται ο ισχυρισμός της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας ότι και αυτή, κατά τις ίδιες ώρες απασχολούσε προσωπικό προκειμένου και για τη φύλαξη του ιδίου πλοίου και δη υπαλλήλους της οι οποίοι προέβαιναν και αυτοί σε τακτικούς λεπτομερείς και χρονοβόρους ελέγχους των εξωτερικών και εσωτερικών χώρων του πλοίου. Τέτοια ανάγκη δεν υφίστατο στην συγκεκριμένη περίπτωση [πλην των ειδικώς κατωτέρω μνημονυομένων ημερομηνιών, οπότε πράγματι η πρώτη καθής παρείχε υπηρεσίες φύλαξης επιπροσθέτως αυτών που παρείχε ο ανακόπτων λόγω των ιδιαίτερων καιρικών συνθηκών για τις οποίες υπηρεσίες η πρώτη καθής έχει ήδη καταταγεί στον ανωτέρω πίνακα προνομιακά τυχαίως στην πρώτη τάξη] εφόσον ο ανακόπτων ως ναυτολογημένος προηγούμενα στο ίδιο πλοίο και με την ειδικότητα του Πλοιάρχου ήταν ικανός να εκτελέσει μόνος αυτός τη φύλαξη του εν λόγω πλοίου κατά τις ανωτέρω ώρες που αποδείχθηκε ότι επέβαινε επί του πλοίου και εφύλασσε αυτό. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ο ήδη ανακόπτων …………., εκτελούσε αυτός μόνος καθήκοντα φύλακα στο εν λόγω πλοίο ήδη από της αποναυτολογήσεως του πληρώματος τον μήνα Νοέμβριο του έτους 2016, χωρίς για το διάστημα (από 26.11.2016 έως και 31.7.2017), η ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία ………., να αμφισβήτησε την ικανότητα του ανακόπτοντος στη φύλαξη αυτού, αφού δεν ισχυρίζεται ότι χρειάσθηκε και αυτή να τοποθετήσει φύλακα από της αποναυτολογήσεως του πληρώματος του πλοίου, έως την 31.7.2017.Επιπροσθέτως, αποδείχθηκε ότι, οι ανωτέρω παρασχεθείσες υπό του ανακόπτοντος υπηρεσίες φύλαξης του εν λόγω πλοίου, μοναδικού κατά τις αποδείξεις φύλακα αυτού καθημερινά κατά το ένδικο διάστημα από 28.8.2017 έως 7.11.2018, από ώρας 06.00 πρωινής έως ώρας 18.00 το απόγευμα, εξασφάλισαν την αξιοπλοΐα και ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια παραμονής του στην ανωτέρω θαλάσσια περιοχή, η οποία ήταν το τελευταίο λιμάνι στο οποίο το πλοίο κατέπλευσε προς διενέργεια επισκευών και δεν απέπλευσε λόγω των απαγορεύσεων απόπλου αρχικώς και των συντηρητικών κατασχέσεων ακολούθως, έως την 28.8.2017, οπότε αυτό (πλοίο) κατασχέθηκε και αναγκαστικώς, δια των εν λόγω δε υπηρεσιών φυλακής υπό του ανακόπτοντος διασφαλίσθηκε το εν λόγω πλοίο με τα συστατικά και παραρτήματά του στην υλική κατάσταση που κατασχέθηκε, διατηρήθηκε δε αυτό, ενόψει των υπηρεσιών του ανακόπτοντος, σε καλή κατάσταση για την εκπλήρωση του προορισμού του, ως οικονομικής μονάδας  και αποφεύχθηκε η μείωση της αξίας του, επιπλέον δε διευκολύνθηκε ο ανωτέρω πλειστηριασμός αυτού (πλοίου) και ικανοποιήθηκαν οι ανωτέρω αναγγελθέντες πιστωτές. Ως εκ τούτου, η ανωτέρω συμφωνηθείσα μετά της πλοιοκτήτριας του εν λόγω πλοίου αμοιβή του ανακόπτοντος για τις ανωτέρω παρασχεθείσες υπηρεσίες του, η οποία κρίνεται ότι δεν υπερβαίνει την ειθισμένη για την εν λόγω εργασία αμοιβή, εφόσον η πρώτη καθής – εφεσίβλητη για διάστημα φύλαξης εικοσιτεσσέρων ωρών, κατά το ίδιο διάστημα χρέωνε αμοιβή εκ ποσού 8.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ, εντάσσεται στην έννοια των «εξόδων φύλαξης» που απολαμβάνουν προνόμιο κατάταξης τόσο δυνάμει των διατάξεων  του άρθρου 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου, όσο και δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 Ν.4072/2012 και εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση. Το γεγονός ότι τις ανωτέρω υπηρεσίες παρείχε ο ανακόπτων κατόπιν συμβάσεως που είχε καταρτίσει με την ανωτέρω πλοιοκτήτρια του πλοίου, εταιρεία, η οποία ήταν σύμβαση χερσαίας εργασίας, εφόσον ο ανακόπτων, κατά το επίδικο διάστημα, δεν ήταν μέλος οργανωμένου πληρώματος και η εργασία του αφορούσε φύλαξη πλοίου που ήταν δεσμευμένο στο λιμάνι, δεν αναιρεί τον χαρακτήρα της αμοιβής του ανακόπτοντος ως προερχόμενο από τη φύλαξη του εν λόγω πλοίου, δεδομένου ότι, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, στα έξοδα φύλαξης, ενόψει του ότι, το προνόμιο αυτό έχει ως έρεισμα λόγους επιείκειας, περιλαμβάνονται όχι μόνο οι δαπάνες, αλλά και η αμοιβή των αναγκαίων προς τούτο υπηρεσιών και φροντίδων, που καταβάλλεται για τη φύλαξη του πλοίου σε φύλακα οριζόμενο από τον πλοιοκτήτη. Τούτο, διότι η φύλαξη του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, δεν προστατεύει μόνο τα συμφέροντα του πλοιοκτήτη, αλλά ωφελεί αμέσως και το σύνολο των δανειστών, διότι, χωρίς το προνόμιο αυτό, ο οφειλέτης διακινδυνεύει να μη βρει φύλακες πρόθυμους να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και έτσι το πλοίο να παραμένει χωρίς προστασία ενόψει του πλειστηριασμού, προς βλάβη των δανειστών. Εξάλλου, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, για την αναγνώριση του εν λόγω προνομίου, από τη διατύπωση των διατάξεων του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ αλλά και του ανωτέρω άρθρου 552 του Ιταλικού Ναυτικού Δικαίου, προκύπτει ότι, δεν ενδιαφέρει, το εάν ο δανειστής των εν λόγω εξόδων ενήργησε εξ ιδίας πρωτοβουλίας ή δυνάμει συμβάσεως. Επιπροσθέτως, δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω ότι η πλοιοκτήτρια εταιρεία είχε ορισθεί μεσεγγυούχος του εν λόγω πλοίου, και εκ του λόγου τούτου οι δαπάνες φύλαξης του πλοίου αυτής δεν δύνανται να ικανοποιηθούν ως έξοδα εκτέλεσης από το εκπλειστηρίασμα του ανωτέρω πλοίου, διότι εν προκειμένω, δεν προβάλλει αξιώσεις η καθής η εκτέλεση πλοιοκτήτρια εταιρεία, αλλά ο φύλακας του εν λόγω πλοίου, έστω κι αν απασχολήθηκε κατόπιν συμβάσεως που κατήρτισε με την πλοιοκτήτρια, η οποία ακολούθως ορίσθηκε μεσεγγυούχος αυτού, διότι όπως προελέχθη, ειδικά στην περίπτωση αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου, η φύλαξη του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, δεν προστατεύει μόνο τα συμφέροντα του πλοιοκτήτη, αλλά ωφελεί αμέσως και το σύνολο των δανειστών, διότι, χωρίς το προνόμιο αυτό, ο οφειλέτης διακινδυνεύει να μη βρει φύλακες πρόθυμους να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και έτσι το πλοίο να παραμένει χωρίς προστασία ενόψει του πλειστηριασμού, προς βλάβη των δανειστών. Ενόψει των ανωτέρω, το ποσό των 64.350 ευρώ το οποίο απεδείχθη ότι ο ανακόπτων δικαιούται ως συμφωνημένη αμοιβή για την υπ’ αυτού παροχή υπηρεσιών φύλαξης του ανωτέρω πλοίου, για το οποίο αυτός αναγγέλθηκε νόμιμα και παραδεκτά στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, απολαμβάνει ναυτικό προνόμιο και δη της δεύτερης τάξης του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ. Περαιτέρω, εφόσον ο ανακόπτων ………. ισχυρίζεται με την ένδικη ανακοπή του ότι (α) εσφαλμένως στον προσβαλλόμενο πίνακα κατετάγη στην πρώτη τάξη προνομίων η πρώτη ήδη εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρεία για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 943.682,47 που αφορά έξοδα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω πλοίου καθώς και ηλεκτροδότησης και υδροδότησης αυτού για το χρονικό διάστημα από 5.7.2016 έως 7.11.2018 και αμοιβές για την αποτροπή κινδύνου για το χρονικό διάστημα από 31.1.2017 έως 7.11.2018, αμφισβητώντας ουσιαστικά ότι η καταταγείσα ανωτέρω απαίτηση της πρώτης καθής η ανακοπή ήταν εξοπλισμένη με προνόμιο που προηγείται της ιδικής του απαίτησης, επιπροσθέτως δε ότι  τυχαίως κατετάγη η ίδια (πρώτη) καθής η ένδικη ανακοπή του συμμέτρως μετά των λοιπών, άνευ προνομίου, πιστωτών, για το ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ, για παροχή υπηρεσιών φύλαξης στο εν λόγω πλοίο από 1.8.2017 έως 7.11.2018, αμφισβητώντας ότι παρείχε τοιούτου είδους υπηρεσίες η ίδια (πρώτη εφεσίβλητη) αναφέροντας ότι μόνον αυτός εκτέλεσε τα καθήκοντα φύλακα του εν λόγω πλοίου, ενόψει μάλιστα του ότι ο επισπεύδων την ένδικη εκτέλεση πιστωτής, μετά την επιβολή της ανωτέρω αναγκαστικής κατάσχεσης δεν όρισε φύλακα κατά τις διατάξεις του ΠΔ 280/2000, (β) εσφαλμένως, στον ίδιο προσβαλλόμενο πίνακα, κατετάγησαν η δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των καθών η ανακοπή-ανωτέρω εταιρείες στην πρώτη τάξη προνομίων, αμφισβητώντας το προνόμιο αυτών, κατά πρώτον διότι οι εργασίες στις οποίες προέβησαν οι ανωτέρω εταιρείες απέβλεπαν στη βελτίωση της κατάστασης του ανωτέρω πλοίου και στην επαύξηση και όχι στη διατήρηση της αξίας του, κατά δεύτερο λόγο διότι αυτές εκτελέσθηκαν προ της κατασχέσεως του εν λόγω πλοίου και αφού είχε μεσολαβήσει παροπλισμός αυτού, με αποτέλεσμα να μην αποτελούν δαπάνες συντηρήσεως που έλαβαν χώρα στον τελευταίο λιμένα μετά τον κατάπλου του πλοίου και κατά τρίτο λόγο, διότι σε κάθε περίπτωση δεν υπάγονται στην πρώτη τάξη προνομίων, αμφισβητώντας ουσιαστικά ότι η καταταγείσα ανωτέρω απαίτηση των εν λόγω (δεύτερης, τρίτης και τέταρτης) καθών η ανακοπή εταιρειών είναι εξοπλισμένη με προνόμιο που προηγείται της ιδικής του απαίτησης, τέλος (γ) εσφαλμένως στον ίδιο πίνακα κατετάγησαν η πέμπτη, έκτη και έβδομη των καθών η ένδικη ανακοπή τυχαίως και σύμμετρα για τα ανωτέρω ποσά που δεν απολαμβάνουν κανένα προνόμιο, ενώ η ιδική του ανωτέρω απαίτηση απολάμβανε προνόμιο ενώ, έπρεπε από τον συντάξαντα το προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, να γίνει δεκτό ότι η απαίτηση του ανακόπτοντος εκαλύπτετο από προνόμιο δεύτερης τάξης με αποτέλεσμα το υπόλοιπο, μετά την κατάταξη των προνομιακών απαιτήσεων να μην ανέρχεται σε 278.162,64 δολ. ΗΠΑ αλλά σε 87.980,54 δολ. ΗΠΑ με περαιτέρω συνέπεια, με βάση το λόγο που προέκυπτε από το κλάσμα του αριθμητή του, προς διανομή εναπομείναντος, υπόλοιπου [μετά την κατάταξη των προνομιούχων δανειστών] και παρανομαστή το σύνολο των μη προνομιούχων απαιτήσεων, οι εν λόγω (πέμπτη, έκτη και έβδομη των εφεσιβλήτων), να έπρεπε να καταταγούν κατά το ποσό των δολ. ΗΠΑ 4.520,98, 78.927,35 και 1.526,86 αντίστοιχα, κρίνεται ότι ο ανακόπτων είχε έννομο συμφέρον προς έγερση της ένδικης ανακοπής του, εφόσον δια της αποβολής των καθών η ένδικη ανακοπή του απομένει υπόλοιπο εισπρακτέο από τον ίδιο, ήτοι υπάρχει δυνατότητα κατάταξης αυτού στον προσβαλλόμενο πίνακα. Πρέπει, κατόπιν των ανωτέρω να ερευνηθούν οι επιμέρους λόγοι ανακοπής αυτού με τους οποίους πλήττεται η κατάταξη των απαιτήσεων των καθών η ένδικη ανακοπή.

Ι. Ο ανακόπτων με το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου ανακοπής του πλήττει την προνομιακή κατάταξη στην πρώτη τάξη προνομίων της πρώτης καθής ανώνυμης εταιρείας «………», η οποία κατετάγη τυχαίως για απαίτηση 943.682,47 δολ. ΗΠΑ η οποία αφορά έξοδα πρυμνιοδέτησης του ανωτέρω (εκπλειστηριασθέντος) πλοίου, τέλη ηλεκτροδότησης και υδροδότησης αυτού και αμοιβές για αποτροπή κινδύνου για τα χρονικά διαστήματα από 5.7.2016 έως 7.11.2018, αναφέροντας περαιτέρω, ότι τα δικαιώματα αγκυροβολίου και η αμοιβή για την αποτροπή κινδύνου, υπάγονται μεν στα προνόμια τόσο του Ιταλικού Ναυτικού Κώδικα, όσο και του ΚΙΝΔ, πλην όμως εμπίπτουν στην περίπτωση της παραγράφου 2γ του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, ήτοι στην τρίτη τάξη προνομίων, αμφισβητώντας τοιουτοτρόπως ότι η καταταγείσα ανωτέρω απαίτηση της πρώτης καθής η ανακοπή ήταν εξοπλισμένη με προνόμιο που προηγείται της ιδικής του απαίτησης.

Επί του λόγου αυτού ανακοπής πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Από τις διατάξεις των άρθρων 216 παρ. 1, 585, 933, 979 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι, αν ο λόγος ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης δανειστών, που ασκεί ο μη καταταγείς δανειστής προς τον σκοπό αποβολής άλλου καταταγέντος και αντίστοιχης κατάταξης αυτού, συνίσταται σε απλή αμφισβήτηση και άρνηση από τον ανακόπτοντα της απαίτησης του καθ` ου που έχει καταταγεί ή του προνομίου της, για το ορισμένο του λόγου της ανακοπής αρκεί μόνο η άρνηση αυτή, δεδομένου ότι ο καθ ου η ανακοπή βαρύνεται με την επίκληση και την απόδειξη των παραγωγικών της απαίτησής του ή του προνομίου της πραγματικών γεγονότων. Δηλαδή, στην περίπτωση αυτή, ο καθ ου η ανακοπή οφείλει κατά την πρώτη ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου συζήτηση να επικαλεσθεί κατά τρόπο ορισμένο (και να αποδείξει) την ύπαρξη, το περιεχόμενο και το μέγεθος της απαίτησής του για την οποία έχει καταταγεί, καθώς και τον προνομιακό χαρακτήρα της. Αν ο καθ ου η ανακοπή δεν ανταποκριθεί στο βάρος αυτό, η ανακοπή γίνεται δεκτή. Η αμφισβήτηση της ύπαρξης της απαίτησης του καθού η ανακοπή, επιτρέπεται ακόμα και αν αποδεικνύεται έναντι του καθού η εκτέλεση με έγγραφα, αφού η αποδεικτική δύναμη των εγγράφων αυτών δεν δεσμεύει και τους αναγγελθέντες δανειστές, ή με τελεσίδικη απόφαση που επιδικάζει στον καταταγέντα απαίτηση σε βάρος του καθού η εκτέλεση ή αναγνωρίζει υπέρ αυτού προνόμιο, αφού οι μαχόμενοι κατά του κύρους του πίνακα δανειστές, ως τρίτοι έναντι του οφειλέτη, δεν δεσμεύονται, ούτε ωφελούνται από το δεδικασμένο μεταξύ αυτού και άλλου δανειστή (ΑΠ 99/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά το άρθρο 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου θεωρούνται προνομιακές απαιτήσεις: 1) τα δικαστικά έξοδα, που οφείλονται στο κράτος ή που έγιναν προς το κοινό συμφέρον των πιστωτών για πράξεις συντηρήσεως του πλοίου ή για τη διαδικασία εκτελέσεως, τα δικαιώματα αγκυροβολίου, φάρων, λιμένων και τα λοιπά δικαιώματα και φόροι της ιδίας φύσεως, τα έξοδα πλοηγήσεως, τα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως του πλοίου από τον κατάπλου του πλοίου στον τελευταίο λιμένα… 4) οι αποζημιώσεις και αμοιβές αρωγής και διασώσεως και τα ποσά που οφείλονται για συνεισφορά σε κοινή αβαρία,»  Ως «έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως του πλοίου» κατά τις διατάξεις του άρθρου 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου, νοούνται αυτά τα οποία δημιουργήθηκαν για να εξασφαλίσουν την αξιοπλοΐα και ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια της παραμονής του στον λιμένα και γενικά οποιαδήποτε ποσά δαπανήθηκαν με σκοπό να αποφευχθεί η χειροτέρευση και καταστροφή του πλοίου, να διευκολυνθεί ο δικαστικός πλειστηριασμός αυτού (πλοίου) και να επιτευχθεί η εξασφάλιση της οικονομικής του αξίας και η ικανοποίηση των δανειστών. Ο «τελευταίος λιμένας κατάπλου» ενός πλοίου, που αναφέρεται στο ανωτέρω άρθρο, είναι το λιμάνι όπου το πλοίο κατασχέθηκε συντηρητικά και στη συνέχεια δεσμεύθηκε με αποτέλεσμα να απαγορευθεί ο απόπλους του από αυτόν τον λιμένα [σχετικά από 24.9.2020  γνωμοδότηση της ……… Δικηγορικό γραφείο ….]. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 Ν.4072/2012 και εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, υπό τον τίτλο «Περί ναυτικών προνομίων»  ορίζεται ότι «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις:  α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοίαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, δ)…». Έξοδα φυλάξεως όπως και έξοδα συντήρησης, αναγνωριζόμενα ως προνομιούχα, κατά την παραπάνω διάταξη, νοούνται τα έξοδα «επιστασίας και αναγκαίας μερίμνης», προς το σκοπό διασφάλισης του πλοίου με τα συστατικά και παραρτήματά του στην υλική κατάσταση που κατασχέθηκε, ώστε να διατηρηθεί σε καλή κατάσταση για την εκπλήρωση του προορισμού του, ως οικονομικής μονάδας, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του [ΑΠ 152/2020 ΑΠ 1421/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Στα έξοδα συντήρησης περιλαμβάνονται οι δαπάνες εκείνες από τον κατάπλου στο τελευταίο λιμένα, οι οποίες συνετέλεσαν ώστε να διατηρηθεί το πλοίο στο λιμένα αυτό και μέχρι του πλειστηριασμού του στη κατάσταση που βρίσκεται, σώο και αναλλοίωτο, άλλως τα έξοδα «επιστασίας και αναγκαίας μερίμνης». Ενδεικτικά σ’ αυτά εντάσσονται οι δαπάνες και οι αμοιβές των αναγκαίων για τον ανωτέρω σκοπό υπηρεσιών και φροντίδων, οι δαπάνες που συνετέλεσαν ή επέδρασαν στην αποτροπή απώλειας ή καταστροφής ή γενικώς βλάβης του πλοίου ή της μη αχρήστευσης του προορισμού του (ΕΠ 375/2022 Ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς). Συνεπώς, δεν προηγείται της ναυτικής υποθήκης οποιοδήποτε προνόμιο επί του πλοίου και του ναύλου, αναγνωριζόμενο από το ημεδαπό ή αλλοδαπό ουσιαστικό δίκαιο, ως εξοπλίζον απαίτηση για δαπάνες κ.λπ. οποιωνδήποτε εργασιών που εκτελέστηκαν στο πλοίο, αλλά μόνο εκείνων που έγιναν για τις πιο πάνω περιγραφόμενες εργασίες φύλαξης και συντήρησης. Πρέπει όμως να διευκρινισθεί ότι οι δαπάνες για τη διατήρηση του πλοίου ακινητοποιημένου σε κατά­σταση ασφαλούς επίπλευσης καλύπτονται οπωσδήποτε από το πιο πάνω προνόμιο (ΑΠ 284/1989 ΕλλΔνη 31.1011), χωρίς αυτό να έχει την έννοια ότι μόνο οι δαπάνες που αποβλέπουν την ασφαλή επίπλευση του ακινητοποιημένου πλοίου καλύπτονται, αφού όπως προαναφέρθηκε, είναι προνομιούχες και όλες οι αναγκαίες δαπάνες που έγιναν προς αποκατάσταση των φθορών που προαναφέρθηκαν. Αποκλείονται, κατά συνέπεια, του προνομίου οι κάθε φύσεως δαπάνες εκμετάλλευσης του πλοίου σύμφωνα με τον προορισμό του, καθώς και οι κάθε φύσεως δαπάνες για την επισκευή του πλοίου που αποβλέπουν στη βελτίωση ή τη μεταβολή της κατάστασής του και στην επαύξηση και όχι στη διατήρηση της αξίας του (ΕφΠειρ 76/2022, ΕφΠειρ 163/2003 ΤΝΠ Νόμος). Η κατά το ίδιο αυτό άρθρο «συντήρηση» περιλαμβάνει και τις αναγκαίες για τη διατήρηση του πλοίου δαπάνες, με σκοπό τη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση, επομένως εκείνες που συνετέλεσαν ή επέδρασαν στην ανατροπή απώλειας ή καταστροφής του πλοίου, ώστε να διατηρηθεί αυτό στο λιμάνι μέχρι του πλειστηριασμού στην κατάσταση που βρίσκεται, σώο και αναλλοίωτο. Συνεπώς, οι αναγκαίες δαπάνες για τον ελλιμενισμό του πλοίου στο λιμένα κατάπλου επί ικανό χρόνο μέχρι τον πλειστηριασμό του, ώστε να μην υποστεί βλάβη, αλλά να διατηρηθεί στην κατάσταση που βρισκόταν προς εκπλήρωση του προορισμού του, περιλαμβάνονται, υπό τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις και περιορισμούς, στις γενόμενες για τη διατήρηση του πράγματος, κατά την ως άνω έννοια (ΑΠ 1421/2019, 533/2015 και 681/2004, ΕφΠειρ 56/2021, 303/2016, 55/2016, 233/2016, 16/2013 και 147/2010, άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, κατά το άρθρο 2 της Διεθνούς Σύμβασης του Λονδίνου του 1989, η οποία κυρώθηκε με το Ν. 2391/1996 και τέθηκε σε ισχύ στην Ελλάδα από τις 3-6-1997 “η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται οποτεδήποτε δικαστικές ή διαιτητικές διαδικασίες που αφορούν σε θέματα που ρυθμίζονται από αυτή τη Σύμβαση εισάγονται σε ένα κράτος-μέλος”. Από την πιο πάνω διάταξη, προκύπτει σαφώς ότι, η πιο πάνω Διεθνής Σύμβαση διέπει τις σχετικές με την επιθαλάσσια αρωγή υποθέσεις, που εισάγονται στα ελληνικά δικαστήρια, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια του αρωγού ή του βοηθούμενου πλοίου και χωρίς να απαιτείται άλλο στοιχείο αλλοδαπότητας της διαφοράς. Με τον όρο δε, επιθαλάσσια αρωγή, που παρέχει δικαίωμα εύλογης αμοιβής, νοείται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1, 12 και 13 της Διεθνούς Σύμβασης του Λονδίνου (που προσομοιάζουν στα άρθρα 246 και 247 του ΚΙΝΔ), κάθε πράξη βοήθειας ή διάσωσης πλοίου που βρίσκεται σε κίνδυνο, εφόσον η πράξη αυτή (βοήθειας ή διάσωσης) έχει ωφέλιμο αποτέλεσμα, ανεξάρτητα αν παρέχεται σε ανοικτή θάλασσα, σε όρμο ή λιμάνι. Συνεπώς, απαραίτητη προϋπόθεση για να θεμελιωθεί δικαίωμα αμοιβής είναι η ύπαρξη πραγματικού κινδύνου απώλειας ή βλάβης του βοηθούμενου πλοίου. Ο κίνδυνος αυτός πρέπει να είναι πραγματικός, έστω και μη άμεσος, αλλά αναμενόμενος με πιθανότητα, που να υπάρχει προτού να παρασχεθούν οι σωστικές ενέργειες. Επίσης, ο κίνδυνος πρέπει να είναι σοβαρός, η ύπαρξη δε και ο βαθμός αυτού πρέπει να εκτιμηθούν με τη συνολική εξέταση των περιστάσεων που συντρέχουν στη συγκεκριμένη περίπτωση. Για να θεμελιωθεί δικαίωμα αμοιβής για την επιθαλάσσια αρωγή, πρέπει η πράξη αρωγής να είχε ωφέλιμο αποτέλεσμα. Νοείται δε, ως ωφέλιμο αποτέλεσμα η διατήρηση του πράγματος με την αντιμετώπιση του κινδύνου απώλειας ή βλάβης, με την οποία αυτό απειλείται, είτε ολικώς, είτε κατά ένα μέρος [ΑΠ 86/2021 Ιστοσελίδα Αρείου Πάγου].

Η πρώτη των καθών, με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επί της ένδικης ανακοπής, ισχυρίσθηκε ότι, για τις ανωτέρω απαιτήσεις για τις οποίες αυτή κατετάγη τυχαίως προνομιακά, διατηρεί προνόμιο όχι βέβαια πρώτης τάξεως, όπως δέχθηκε ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος κατά την κατάταξή της, αλλά δεύτερης τάξεως, εφόσον αφορούν έξοδα και δη αμοιβή αγκυροβολίου και λοιπά έξοδα συντήρησης του πλοίου από την παροχή εκτάκτων υπηρεσιών διασφάλισης και επαναφοράς ασφαλούς προσδέσεως και επίπλευσης του εν λόγω πλοίου, κατά τα αναφερόμενα στις προτάσεις συμβάντα, ισχυρισμούς τους οποίους επανέφερε και με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, αναφέροντας περαιτέρω ότι, ο ανακόπτων κανένα έννομο συμφέρον δεν διατηρεί έστω και από την εσφαλμένη κατάταξή της όχι στην κατ’ αυτής ορθή δεύτερη τάξη προνομίων, αντί της πρώτης τάξης που αποδέχεται ότι εσφαλμένως την κατέταξε ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος (σελ. 40-41) πρωτόδικων προτάσεων

Στην προκειμένη περίπτωση από τα προεκτεθέντα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν επιπροσθέτως και τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στον ανακοπτόμενο πίνακα κατατάχθηκε στην πρώτη τάξη προνομίων, τυχαίως απαίτηση της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή, ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……..», εκ  ποσού δολ. ΗΠΑ 943.682,47. Η απαίτηση αυτή αφορά σε παρασχεθείσες υπηρεσίες ελλιμενισμού του πλοίου (πρυμνιοδέτησης) στις εγκαταστάσεις της, κατά τη χρονική περίοδο από 5.7.2016 έως και 7.11.2018, ανερχομένης κατά κεφάλαιο στο ποσό των 602.243,87 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24% εκ ποσού ευρώ 144.514,52 και αμοιβή φύλαξης για την αποτροπή κινδύνου κατά τη χρονική περίοδο από 31.10.2017 έως 7.11.2018, ανερχομένης κατά κεφάλαιο στο ποσό των ευρώ 85.790 πλέον ΦΠΑ 24% εκ ποσού ευρώ 24.589,60. Η εν λόγω εταιρεία δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στον ναυπιγοεπισκευαστικό χώρο. Συγκεκριμένα διατηρεί ναυπηγείο – λιμενικές εγκαταστάσεις στην ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος, με αντικείμενο της επαγγελματικής της δραστηριότητας τις ανελκύσεις – καθελκύσεις σκαφών αναψυχής, ιδιωτικών και επαγγελματικών, καθώς και τις επισκευές, μετασκευές και κατασκευές εμπορικών πλοίων και σκαφών αναψυχής, αλλά και την παραχώρηση  της χρήσης προβλητών για ελλιμενισμό πλοίων με σκοπό τη διενέργεια επισκευών από εργατοτεχνικά συνεργεία της ιδίας, ή από εξωτερικά συνεργεία. Η ανωτέρω ανακόπτουσα είχε αναγγελθεί νομότυπα στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο για απαιτήσεις της σε βάρος της καθ’ης η εκτέλεση, για το ανωτέρω ποσό, ως εξής: Στις 2.10.2017, ενόψει πλειστηριασμού, ο οποίος θα διενεργείτο στις 11.10.2017, επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 27.9.2017 αναγγελία απαίτησής της κατά της πλοιοκτήτριας στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο Συμβολαιογράφο Πειραιώς ………, για τις ειδικότερα σ’ αυτήν αναφερόμενες υπηρεσίες πρυμνιοδέτησης και νερού, που παρασχέθηκαν στο πλοίο κατά τη χρονική περίοδο παραμονής/ελλιμενισμού του στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της από 5.7.2016 έως 25.9.2017, ανερχομένης κατά κεφάλαιο στο ποσό των 316.643,87 ευρώ, πλέον ΦΠΑ εκ ποσού ευρώ 75.994,52, πλέον τόκων από την επομένη της επίδοσης της αναγγελίας μέχρι την εξόφληση, για την οποία συντάχθηκε η υπ’ αριθμ. ……/3.10.2017 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Στις 30.10.2017, ενόψει πλειστηριασμού ο οποίος θα διενεργείτο στις 8.11.2017, επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 30.10.2017 συμπληρωματική αναγγελία απαίτησής της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου για παρασχεθείσες υπηρεσίες ελλιμενισμού του πλοίου (πρυμνιοδέτησης) στις εγκαταστάσεις της κατά τη χρονική περίοδο από 26.9.2017 έως και 30.10.2017, ανερχομένης κατά κεφάλαιο στο ποσό των 24.500 ευρώ, καθώς επίσης και υπηρεσίες φύλαξης αυτού, λόγω εγκατάλειψης του πλοίου από το πλήρωμα και τους φύλακες που αφορούσαν το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 30.10.2017 πλέον ΦΠΑ 24% εκ ποσού ευρώ 11.640, πλέον τόκων από την επομένη ημέρα της επίδοσης της αναγγελίας της αυτής μέχρι την εξόφληση, για την οποία συντάχθηκε και η υπ’ αριθμ. ……./2.11.2017 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Στις 8.1.2018, ενόψει πλειστηριασμού, ο οποίος θα διενεργείτο στις 17.1.2018 επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 8.1.2018 συμπληρωματική αναγγελία απαίτησής της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου για παρασχεθείσες υπηρεσίες ελλιμενισμού (πρυμνιοδέτησης) του πλοίου στις εγκαταστάσεις της κατά τη χρονική περίοδο από 31.10.2017 έως και 8.1.2018, ανερχομένης στο ποσό των 49.000 ευρώ, καθώς επίσης για υπηρεσίες φύλαξης του πλοίου λόγω εγκατάλειψης αυτού από το πλήρωμα και τους φύλακες κατά το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα ανερχομένης στο ποσό των 18.400 και για υπηρεσίες προς αποτροπή κινδύνου παρασχεθείσες την 16.11.2017 σύμφωνα με την επιστολή του Λιμεναρχείου με ημερομηνία 14.11.2017, ανερχομένης στο ποσό των 7.900, πλέον ΦΠΑ εκ ποσοστού 24%, πλέον τόκων από την επομένη ημέρα της επιδόσεως της αναγγελίας της αυτής μέχρι την εξόφληση, για την οποία συντάχθηκε η υπ’ αριθμ. …../11.1.2018 Πράξη Κατάθεσης Τίτλων Δανειστή. Και στις 21.11.18, κατόπιν του διενεργηθέντος στις 7.11.2018 πλειστηριασμού, επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 19.11.2018 συμπληρωματική αναγγελία απαίτησής της κατά της πλοιοκτήτριας, ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου, για παρασχεθείσες υπηρεσίες ελλιμενισμού (πρυμνιοδέτησης) του πλοίου στις εγκαταστάσεις της, για τη χρονική περίοδο από 9.1.2018 έως και 7.11.2018, ανερχομένης στο ποσό των 212.100,00 ευρώ, για παρασχεθείσες υπηρεσίες φύλαξης λόγω εγκατάλειψης του πλοίου από πλήρωμα και φύλακες κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ανερχομένης στο ποσό των 80.000 ευρώ και παρασχεθείσες υπηρεσίες προς αποτροπή κινδύνου από 19.1.2018 έως 16.3.2018 σύμφωνα με τις επιστολές του Λιμεναρχείου με ημερομηνία 18.1.2018, 26.1.2018, 21.2.2018 και 26.2.2018 ανερχομένης στο ποσό των 77.890 , πλέον ΦΠΑ ΦΠΑ 24%, ομού μετά των ποσών των προηγούμενων αναγγελιών της, εν συνόλω ανερχομένων σε 810.433,87 ευρώ πλέον ΦΠΑ (24%), εκ ποσού  194.504,12 ευρώ, για την οποία συντάχθηκε και η υπ’ αριθμ. 22.934./22.11.2018 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της, συνολικού ποσού 1.004.937,99 ευρώ, φέρονται να απορρέουν, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις ανωτέρω αναγγελίες της, κατά το ποσό των 746.782,39 (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 24%) από την εκτέλεση σύμβασης ελλιμενισμού, καταρτισθείσας με την καθ’ης η εκτέλεση του, στη συνέχεια εκπλειστηριασθέντος, πλοίου της εταιρείας με την επωνυμία «…………..» και αφορούν το χρονικό διάστημα από 5.7.2016 έως 7.11.2018, κατά το οποίο αυτό βρισκόταν πρυμνιοδετημένο σε μισθωμένο χώρο προβλήτας των εγκαταστάσεών της, κατά το ποσό των 106.379,60 (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 24%) για παρασχεθείσες υπηρεσίες προς αποτροπή κινδύνου του εν λόγω πλοίου, οι οποίες ειδικότερα παρατίθενται κατ’ είδος και αξία εκάστης στα προαναφερθέντα αναγγελτήρια, και τέλος κατά το ποσό των ευρώ 151.776,00 (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ ποσοστού 24%) για παρασχεθείσες υπηρεσίες φύλαξης κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, λόγω εγκατάλειψης του πλοίου από πλήρωμα και φύλακες. Ζητήθηκε δε με τις αναγγελίες αυτές από την ανωτέρω εταιρεία να καταταγούν οι απαιτήσεις της αυτές, εντόκως, προνομιακά στον συνταχθησόμενο από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο πίνακα, προκειμένου να ικανοποιηθούν από το προς διανομή πλειστηρίασμα, διότι, όπως ισχυρίσθηκε, απολαύουν προνομίου, τόσο κατά το δίκαιο της σημαίας του πλοίου (της Ιταλίας), όσο και κατά το ελληνικό, ως το δίκαιο του τόπου της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με την επίκληση ότι πρόκειται περί δαπανών φύλαξης και συντήρησης του πλοίου, που διενεργήθηκαν μετά τον κατάπλου του στον τελευταίο λιμένα, όπου επακολούθησε η κατάσχεση και ο πλειστηριασμός του, προκειμένου να διατηρηθεί το πλοίο σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του προς οικονομική μονάδα κατάλληλο γι αυτοδύναμη κίνηση και ναυτιλιακή εκμετάλλευση αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του και να διατηρηθεί το πλοίο στο λιμένα και μέχρι τον πλειστηριασμό του στην κατάσταση που βρισκόταν σώο και αναλλοίωτο, προς όφελος και των δανειστών. Εκ των ανωτέρω απαιτήσεων, κατετάγησαν προνομιακά στην πρώτη τάξη προνομίων και τυχαίως στον συνταχθέντα πίνακα, οι απαιτήσεις που αφορούσαν έξοδα ελλιμενισμού  του ανωτέρω πλοίου κατά το χρονικό διάστημα από 5.7.2016 έως 7.11.2018 εκ ποσού ευρώ 746.782,39 (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ εκ ποσοστού 24%), καθώς επίσης και τα έξοδα για παρασχεθείσες υπηρεσίες προς αποτροπή κινδύνου του εν λόγω πλοίου εκ ποσού ευρώ 106.379,60 (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 24%), τα οποία συνολικά, ανήρχοντο σε δολ. ΗΠΑ, κατά τη μη αμφισβητούμενη ισοτιμία των εν λόγω νομισμάτων που εφαρμόσθηκε από τον ανωτέρω υπάλληλο του πλειστηριασμού, σε 943.682,47, διότι, όπως έγινε δεκτό από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, οι εν λόγω απαιτήσεις ήταν εξοπλισμένες με προνόμιο, και δη όσον αφορά τα δικαιώματα αγκυροβολίου και έξοδα συντηρήσεως όσον αφορά την ανωτέρω απαίτηση για έξοδα ελλιμενισμού, εμπίπτουν στην έννοια των δικαιωμάτων αγκυροβολίου και εξόδων συντήρησης του πλοίου στον τελευταίο λιμένα προ της κατάσχεσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 522 παρ.1 του Ιταλικού Ναυτικού Κώδικα και υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 205 περ. 2β του ΚΙΝΔ, όσον δε αφορά τις παρασχεθείσες υπηρεσίες προς αποτροπή κινδύνου του εν λόγω πλοίου, απολαύει του προνομίου της παρ.4 του άρθρου 522 του ιταλικού Ναυτικού Κώδικα (κατά το οποίο θεωρούνται απαιτήσεις προνομιακές οι αποζημιώσεις και αμοιβές αρωγής και διασώσεως), επιπροσθέτως δε προβλέπονται ως προνομιούχες και από τις διατάξεις της περίπτωσης 2γ του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, δυνάμει συμβάσεως, που καταρτίσθηκε την 1.7.2016, με αποδοχή της έγγραφης προσφοράς της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας με την επωνυμία «……….», από την πλοιοκτήτρια εταιρεία με την επωνυμία «……..» του πλοίου με την ονομασία «………….», συμφωνήθηκε η παραχώρηση στην πλοιοκτήτρια της χρήσης χώρου προβλήτας στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της πρώτης καθής η ανακοπή εταιρείας για τον ασφαλή ελλιμενισμό του ανωτέρω πλοίου με σκοπό τη διενέργεια από εξωτερικά συνεργεία επιλογής της πλοιοκτήτριας επισκευών στις μηχανές του και στο χώρο του γκαράζ αυτού, για διάστημα δεκαπέντε ημερών προκειμένου να συνεχίσει τους πλόες του, αντί συμφωνηθέντος μισθώματος, ανερχομένου στο ποσό των 700 ευρώ ανά ημέρα, η παροχή σ’ αυτό ηλεκτρικού ρεύματος και ύδατος. Σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων, το πλοίο ελλιμενίσθηκε στο ανωτέρω ναυπηγείο από την 5.7.2016, ξεκίνησαν δε σε αυτό επισκευαστικές εργασίες στις μηχανές του πλοίου αλλά και στο γκαράζ από εξωτερικά συνεργεία οι οποίες διεκόπησαν, ως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω, μετά περίπου από δεκαπέντε ημέρες, καθόσον εξεδόθη προσωρινή διαταγή απαγόρευση απόπλου και πραγματικής μεταβολής του εν λόγω πλοίου, εφεξής δε, συνεχώς παρέμεινε δικαστικά ακινητοποιημένο και δεσμευμένο ακολούθως λόγω της επιβολής σε βάρος του συντηρητικών και εν τέλει αναγκαστικής κατασχέσεων για οφειλές της πλοιοκτήτριας, για τις οποίες θα γίνει αναλυτικά λόγος κατωτέρω, μέχρι και τον πλειστηριασμό του στις 7.11.2018. Παρά τις οχλήσεις της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας, η πλοιοκτήτρια εταιρεία της κατέβαλε μόνον το ποσό των 8.626,13 ευρώ στις 15.9.2016, με αποτέλεσμα να της οφείλεται για το χρονικό διάστημα ελλιμενισμού του πλοίου έως την εκπλειστηρίασή του σε μισθωμένο χώρο προβλήτας των εγκαταστάσεών της από την εν λόγω σύμβαση το συνολικό ποσό των [{(έξοδα πρυμνιοδέτησης από 5.7.2016 έως 31.12.2016 ήτοι 180 ημέρες επί 700 ευρώ ημερησίως=) 126.000  + (έξοδα πρυμνιοδέτησης από 1.1.2017 έως 25.9.2017 ήτοι 268 ημέρες επί 700 ευρώ ημερησίως=) 187.600 + (παροχή ύδατος από 5.7.2016 έως 27.12.2016 1167 κ.μ. επί 10 ευρώ ανά κ.μ. =) 11.670 + (έξοδα πρυμνιοδέτησης από 26.9.2017 έως 30.10.2017 ήτοι 35 ημέρες επί 700 ευρώ ημερησίως=) 24.500 + (έξοδα πρυμνιοδέτησης από 31.10.2017 έως 8.1.2018 ήτοι 70 ημέρες επί 700 ευρώ ημερησίως=) 49.000 + (έξοδα πρυμνιοδέτησης από 9.1.2018 έως 7.11.2018 ήτοι 303 ημέρες επί 700 ευρώ ημερησίως=) 212.100 =] 610.870} μείον 8.626,13=] 602.243,87, πλέον ΦΠΑ 24%, ποσού 144.538,53 ευρώ (κατόπιν στρογγυλοποίησης), ήτοι το ποσό των (602.243,87+ 144.538,53=) 746.782,40 ευρώ, για το οποίο η πρώτη καθής εταιρεία έχει εκδώσει τα αναφερόμενα στις αναγγελίες της προτιμολόγια (χωρίς να αποδώσει ΦΠΑ). Τις ανωτέρω παρασχθείσες υπηρεσίες ο ανακόπτων δεν αμφισβητεί με την ένδικη ανακοπή του, όπως δεν αμφισβητεί και το ύψος της απαίτησης της πρώτης καθής εταιρείας για τις εν λόγω υπηρεσίες. Οι προαναφερθείσες απαιτήσεις της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή σε βάρος της καθ’ης η εκτέλεση, που αναγγέλθηκαν στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο και αφορούν σε παροχή υπηρεσιών ελλιμενισμού εν γένει στο εκπλειστηριασθέν πλοίο, αφορούν έξοδα φύλαξης και συντήρησης, που διενεργήθηκαν στο λιμένα, όπου και το πλοίο κατέπλευσε για αναγκαίες επισκευές, προκειμένου να συνεχίσει μετά την ολοκλήρωσή τους τους πλόες του προς εκπλήρωση του προορισμού του, και όχι για να παροπλισθεί, και όπου επακολούθησαν, διαρκούντος του ελλιμενισμού του εκεί, οι ανωτέρω απαγορεύσεις απόπλου, ακολούθως δε συντηρητικές κατασχέσεις και εν τέλει η ανωτέρω αναγκαστική κατάσχεση στα πλαίσια της οποίας έλαβε χώρα ο προαναφερόμενος πλειστηριασμός του, του λιμένος αυτού (της κατάσχεσης) θεωρουμένου ως τελευταίου υπό την έννοια των ανωτέρω διατάξεων αμφοτέρων των δικαίων (Ιταλίας και Ελλάδος), που προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, λόγω της από τότε απαγόρευσης της ναυσιπλοΐας του και μέχρι της εκποίησής του με πλειστηριασμό, χωρίς να είναι απαραίτητο οι εν λόγω δαπάνες να έχουν γίνει οπωσδήποτε μετά την κατάσχεση, εφόσον τούτο δεν απαιτείται ούτε από τις διατάξεις του άρθρου 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου ούτε από τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 Ν.4072/2012 και εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση. Συγκεκριμένα, η απαίτηση της πρώτης καθής, κατά το μέρος, που αφορά σε συμφωνηθέντα μισθώματα λόγω της παραχώρησης της χρήσης χώρου προβλήτας στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της, όπου και το πλοίο παρέμεινε πρυμνιοδετημένο, καθόλο το χρονικό διάστημα από τον κατάπλου του εκεί στις 5.7.2016 έως και τον πλειστηριασμό του στις 7.11.2018, σε εκτέλεση καταρτισθείσας με την πλοιοκτήτρια σύμβασης με το συγκεκριμένο περιεχόμενο, είναι εξοπλισμένη με προνόμιο, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 522 του Ιταλικού Ναυτικού Δικαίου  και του ημεδαπού δικαίου, και δη για το σύνολο του ποσού των οφειλομένων μισθωμάτων ολόκληρης της ανωτέρω χρονικής περιόδου, και όχι μόνον της αντίστοιχης περιόδου, κατά την οποία διενεργήθηκαν σ’ αυτό επισκευές στην κύρια μηχανή του και στο γκαράζ. Και τούτο διότι πρόκειται περί δαπανών, που έγιναν από του κατάπλου του πλοίου στον τελευταίο λιμένα, δηλαδή σ’ αυτόν, στον οποίο εισήλθε για αναγκαίες επισκευές και όχι για να παροπλισθεί και από τον οποίο παρεμποδίσθηκε να αποπλεύσει ακριβώς λόγω των ανωτέρω απαγορεύσεων απόπλου, των συντηρητικών κατασχέσεων αλλά της επιβληθείσης ανωτέρω αναγκαστικής κατάσχεσης και μόνον, προκειμένου, διά του ελλιμενισμού του σε κατάλληλο αγκυροβόλιο και σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, υπό την έννοια της διαφύλαξης και αποτροπής οιουδήποτε θαλάσσιου κινδύνου, να διατηρηθεί τούτο σώο και αβλαβές, για την εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας και να μην υποστεί βλάβη, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του, όπερ και επετεύχθη τελικά διά της παραμονής του από του κατάπλου του και στο εξής, συνεχώς και αδιαλείπτως, ακόμη και μετά το πέρας των επισκευών λόγω της δικαστικής του ακινητοποίησης, επί ικανό χρόνο μέχρι τον πλειστηριασμό του, ασφαλώς πρυμνιοδετημένο στην αυτή προβλήτα του ναυπηγείου της πρώτης καθής η ανακοπή εταιρείας, αναλλοίωτο στην υλική κατάσταση που βρισκόταν όταν κατασχέθηκε, γεγονός που απέβη σε όφελος όχι μόνον της καθ’ης η εκτέλεση, αλλά και των δανειστών της, με την επισήμανση ότι η παραμονή του υπό τις ανωτέρω αποδειχθείσες συνθήκες, με μόνον επιβαίνοντα  κατά τις ώρες από 06.00 πρωινή έως 18.00 απογευματινή εκάστης ημέρας του διορισθέντος από την πλοιοκτήτρια εταιρεία φύλακα, εκτός των εγκαταστάσεων της πρώτης καθής ανώνυμης εταιρείας, χωρίς την παρασχεθείσα υπ’ αυτής, κατά τον ελλιμενισμό του στον ελεγχόμενο χώρο των ναυπηγείων της, επίβλεψη, επιτήρηση και αναγκαία φροντίδα διαφύλαξής του σε καλή κατάσταση, ακόμη και διά του ελέγχου από τους υπαλλήλους της όσον αφορά τη διατήρηση της ασφαλούς του πρόσδεσης στην προβλήτα προς αποτροπή πρόκλησης ατυχήματος, θα εγκυμονούσε τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρές ζημίες, με αποτέλεσμα να μειωθεί η οικονομική αξία του ή και να βυθισθεί ακόμη. Συνεπώς, το συμβατικό αντάλλαγμα από τον ασφαλή ελλιμενισμό του εκπλειστηριασθέντος πλοίου σε χώρο προβλήτας των ναυπηγείων της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας, όχι μόνον κατά το χρονικό διάστημα της διενέργειας σ’ αυτό επισκευαστικών εργασιών, αλλά και κατά το υπόλοιπο χρονικό διάστημα μέχρι και τον πλειστηριασμό του, δηλαδή ανεξαρτήτως της εκτέλεσης τέτοιων εργασιών, αποτελούν όντως δαπάνες αναγκαίες για τη διατήρηση αυτού σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, οι οποίες και συνετέλεσαν στη διασφάλιση της εκπλήρωσης του προορισμού του ως πλοίου, ήτοι στη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση και στην αποτροπή της μείωσης της αξίας του, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων φύλαξης και συντήρησης, που απολαύουν προνομίου, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Ιταλίας, αλλά και του ελληνικού δικαίου. Επομένως, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 του Ν.4072/2012 και εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, υπό τον τίτλο «Περί ναυτικών προνομίων» ορίζεται ότι «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις:  α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοίαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως…», οι ανωτέρω απαιτήσεις της πρώτης καθής η ένδικης ανακοπή, κατά το μέρος, που αφορούν σε συμφωνηθέντα μισθώματα λόγω της παραχώρησης της χρήσης χώρου προβλήτας στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της, όπου και το πλοίο παρέμεινε πρυμνιοδετημένο, καθόλο το χρονικό διάστημα από τον κατάπλου του εκεί στις 5.7.2016 έως και τον πλειστηριασμό του στις 7.11.2018, σε εκτέλεση καταρτισθείσας με την πλοιοκτήτρια σύμβασης με το συγκεκριμένο περιεχόμενο, είναι εξοπλισμένη με προνόμιο και δη απολαμβάνουν το προνόμιο της δεύτερης τάξης προνομίων, όπως και η ανωτέρω αποδειχθείσα απαίτηση του ανακόπτοντος και όχι της πρώτης τάξης προνομίων στην οποία κατετάγησαν με τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, ούτε στην τρίτη τάξη προνομίων, όπως αβασίμως υποστηρίζει ο ανακόπτων με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου της ένδικης ανακοπής του, καθόσον δεν αποτελεί απαίτηση από επιθαλάσσια αρωγή. Εν τούτοις, κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της κρινόμενης ανακοπής, με τον οποίο, κατά το πρώτο σκέλος του παραδεκτώς αμφισβητείται το προνόμιο της πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή, όπως απεδείχθη, η ανωτέρω απαίτηση της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας [σε συμφωνηθέντα μισθώματα λόγω της παραχώρησης της χρήσης χώρου προβλήτας στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της, όπου και το πλοίο παρέμεινε πρυμνιοδετημένο, καθόλο το χρονικό διάστημα από τον κατάπλου του εκεί στις 5.7.2016 έως και τον πλειστηριασμό του στις 7.11.2018, σε εκτέλεση καταρτισθείσας με την πλοιοκτήτρια σύμβασης με το συγκεκριμένο περιεχόμενο] αυτή έπρεπε να καταταγεί στη δεύτερη τάξη προνομίων και όχι στην πρώτη τάξη προνομίων του εν λόγω πίνακα, με αποτέλεσμα να μην προηγείται του προνομίου που απολαμβάνουν οι ανωτέρω αποδειχθείσες απαιτήσεις του ανακόπτοντος, εφόσον και αυτές ομοίως απολαμβάνουν του προνομίου της δεύτερης τάξης. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι, την 13.11.2017, καθόν χρόνο το ανωτέρω πλοίο ευρίσκετο ασφαλώς πρυμνιοδετημένο στον προβλήτα του ναυπηγείου της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας, εξαιτίας των δυσμενών καιρικών που επικρατούσαν και δη βροχόπτωσης μετά θυελλωδών ανέμων, μετατοπίσθηκε η πλώρη του ανωτέρω πλοίου, με αντίστοιχη μετατόπιση των αγκύρων του. Προς αποτροπή πιθανής πρόκλησης ζημίας τόσο στο εν λόγω πλοίο, όσο και σε παραπλεύρως ελλιμενισμένα πλοία, η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία, όπως η ίδια αναφέρει με τις προτάσεις και δεν αμφισβητείται υπό του ανακόπτοντος, ενημέρωσε το Λιμεναρχείο Περάματος, αλλά και τους πράκτορες του πλοίου, προς λήψη των αναγκαίων μέτρων ασφάλειας. Κατόπιν αυτοψίας που διενεργήθηκε στο πλοίο από το οικείο Λιμεναρχείο, εξεδόθη υπό της ανωτέρω υπηρεσίας η από 14.11.2017 έγγραφη ειδοποίηση η οποία κοινοποιήθηκε και στην ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή, η οποία επιβεβαίωσε τη λόγω κακοκαιρίας επισφαλή κατάσταση πρόσδεσης του πλοίου και τον εκ του λόγου τούτου άμεσο κίνδυνο πρόκλησης ναυτικού ατυχήματος, με την οποία καλούσε, όλα τα ενδιαφερόμενα για το εν λόγω πλοίο μέρη, να προβούν σε άμεσες ενέργειες προς αποκατάσταση της ασφαλούς πρόσδεσης του πλοίου και επαναπόντισης των αγκύρων δια παντός πρόσφορου μέσου. Ενόψει του ότι η πλοιοκτήτρια δεν επιμελήθηκε περί τούτου, η πρώτη καθής η κρινόμενη ανακοπή εταιρεία, προέβη, κατόπιν εγκρίσεως του οικείου Λιμεναρχείου Περάματος, όπως η ίδια αναφέρει στις προτάσεις και ανέφερε και στην ανωτέρω αναγγελία της, σε αποκατάσταση της ασφαλούς πρόσδεσης του πλοίου στην αρχική του θέση με επαναπόντιση των αγκύρων του που είχαν μετατοπισθεί, χρησιμοποιώντας προς επίτευξη του εν λόγω σκοπού, γερανό και ρυμουλκό, ενέργειες για τις οποίες δαπάνησε το ποσό των ευρώ 7.900, όπως ανέφερε η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή στην ανωτέρω αναγγελία της, ποσό που δεν αμφισβητείται υπό του ανακόπτοντος. Οι εν λόγω υπηρεσίες που σχετίζονται με την ασφαλή αγκυροβολία του πλοίου, αποτελούν δαπάνες αναγκαίες για τη διατήρηση αυτού σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, οι οποίες και συνετέλεσαν στη διασφάλιση της εκπλήρωσης του προορισμού του ως πλοίου, ήτοι στη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση και στην αποτροπή της μείωσης της αξίας του, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων συντήρησης, που απολαύουν προνομίου, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Ιταλίας, αλλά και του ελληνικού δικαίου, δεν εντάσσονται δε στην περίπτωση επιθαλάσσιας αρωγής, όπως αβασίμως διατείνεται ο ανακόπτων, εφόσον δεν απεδείχθη ότι το εν λόγω πλοίο, ευρίσκετο σε πραγματικό κίνδυνο απώλειας ή βλάβης του, όπως απαιτείται κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, προκειμένου να τεθεί ζήτημα επιθαλάσσιας αρωγής, αλλά σε επισφαλή κατάσταση πρόσδεσης, η οποία αποκαταστάθηκε με ενέργειες της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή. Ως εκ τούτου, κρίνεται ότι, οι ανωτέρω παρασχεθείσες υπό της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας υπηρεσίες για την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου αποτελούν όντως δαπάνες αναγκαίες για τη διατήρηση αυτού σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, οι οποίες και συνετέλεσαν στη διασφάλιση της εκπλήρωσης του προορισμού του ως πλοίου, ήτοι στη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση και στην αποτροπή της μείωσης της αξίας του, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων συντήρησης, που απολαύουν προνομίου, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Ιταλίας, αλλά και του ελληνικού δικαίου. Εν τούτοις, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 του Ν.4072/2012 και εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, υπό τον τίτλο «Περί ναυτικών προνομίων»  ορίζεται ότι «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις:  α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοΐαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) …». Η ανωτέρω απαίτηση της πρώτης καθής η ένδικης ανακοπή, κατά το μέρος, που αφορά σε απαιτήσεις από την ανωτέρω ασφαλή πρόσδεση του εν λόγω πλοίου, είναι εξοπλισμένη με προνόμιο και δη απολαμβάνει το προνόμιο της δεύτερης τάξης προνομίων, όπως και η ανωτέρω αποδειχθείσα απαίτηση του ανακόπτοντος και όχι της πρώτης τάξης προνομίων που κατετάγη με τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, ούτε της τρίτης τάξης προνομίων, όπως υποστηρίζει αβασίμως ο ανακόπτων, καθόσον δεν αποτελεί απαίτηση από επιθαλάσσια αρωγή. Επομένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της κρινόμενης ανακοπής, με τον οποίο, κατά το πρώτο σκέλος του παραδεκτώς αμφισβητείται το προνόμιο της πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή, όσον αφορά στην εν λόγω απαίτηση ποσού ευρώ 7.900 πλέον ΦΠΑ εκ ποσοστού 24%, αυτή ως αποτελούσα κατά τα άνω αποδειχθέντα δαπάνη εμπίπτουσα στην έννοια των εξόδων συντήρησης, έπρεπε να καταταγεί στη δεύτερη τάξη προνομίων και όχι στην πρώτη τάξη προνομίων του εν λόγω πίνακα κατάταξης, με αποτέλεσμα να μην προηγείται του προνομίου που απολαμβάνουν οι ανωτέρω αποδειχθείσες απαιτήσεις του ανακόπτοντος, εφόσον και αυτές ομοίως απολαμβάνουν του προνομίου της δεύτερης τάξης. Περαιτέρω, απεδείχθη ότι (α) την  18.1.2018, εξ αιτίας έκτακτων και ιδιαιτέρως δυσμενών καιρικών συνθηκών και φαινομένων που επικρατούσαν στην περιοχή, μετατοπίσθηκε η δεξιά άγκυρα του ανωτέρω πλοίου, γεγονός για το οποίο η πρώτη των καθών η ένδικη ανακοπή ενημέρωσε το Λιμεναρχείο Περάματος, το οποίο, κατόπιν διενεργηθείσας αυτοψίας απέστειλε και σε αυτήν (πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή) την από 18.1.2018 έγγραφη ειδοποίηση δια της οποίας επιβεβαίωσε την, λόγω κακοκαιρίας, προκληθείσα επισφαλή κατάσταση πρόσδεσης του ανωτέρω πλοίου και την μετατόπισή του από την αρχική του θέση πρόσδεσης. όσο και τον άμεσο κίνδυνο πρόκλησης ναυτικού ατυχήματος, ακόμα και βύθισης αυτού, καλώντας και την πλοιοκτήτρια εταιρεία να προβεί σε άμεσες ενέργειες προς αποκατάσταση της ασφαλούς πρόσδεσής του και σε επαναπόντιση των αγκυρών του, δια παντός πρόσφορου μέσου. Λόγω του ότι η ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρία δεν επιμελήθηκε για την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου, η πρώτη των καθών προέβη η ίδια σε αποκατάσταση της ασφαλούς πρόσδεσης αυτού στην αρχική του θέση, δι’ επαναπόντισης της δεξιάς άγκυρας του που είχε μετατοπισθεί. Προς τούτο, ήταν αναγκαία η χρήση πλωτού γερανού. Πράγματι, η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία, εξεμίσθωσε τη χρήση πλωτού γερανού από την εταιρεία …….., έναντι του ποσού των ευρώ 5.580, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (σχετικά υπ’ αρ. …./22.1.2018 τιμολόγιο), καθώς επίσης προέβη σε αγορά ενός κλειδιού ΚΕΝΤΕΡ U3 56mm, το οποίο απαιτείτο για τις ανωτέρω εργασίες από την εταιρεία «……….», καταβάλλοντας το ποσό των ευρώ 210,37 συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (υπ’ αριθ. ………/18.1.2018 τιμολόγιό). Επιπροσθέτως, για την εκτέλεση της εν λόγω εργασίας απαιτήθηκε η εργασία τεσσάρων υπαλλήλων της πρώτης καθής για τρεις ημέρες, οι οποίοι προσέφεραν τις αναγκαίες εργασίες για την επανατοποθέτηση της δεξιάς άγκυρας, αλλά και την ασφαλή πρόσδεση των κάβων του εν λόγω πλοίου, με αποτέλεσμα όπως η πρώτη των καθών η ένδικη ανακοπή αναφέρει και δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό του ανακόπτοντος, να απαιτηθεί για (α) μίσθωση πλωτού γερανού και αγορά κλειδιού το ποσό των ευρώ 5.790 και για αμοιβή για παροχή υπηρεσιών υπό της πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή, συμπεριλαμβανομένης και της εργασίας τεσσάρων υπαλλήλων της  για διάστημα τριών (3) ημερών το ποσό των ευρώ 4.600 και συνολικά το ποσό των ευρώ 10.390. (β) την 26.2.2018, εξ αιτίας έκτακτων και ιδιαιτέρως δυσμενών καιρικών συνθηκών και φαινομένων, τα οποία επικρατούσαν στην περιοχή, το ως άνω πλοίο μετατοπίσθηκε εκ νέου από την αρχική θέση αγκυροβολίας του και εμφάνισε κλίση προς τα αριστερά. Το αρμόδιο Λιμεναρχείο Περάματος, προέβη στη διενέργεια αυτοψίας στο ανωτέρω πλοίο και αφού διεπίστωσε ότι πράγματι, λόγω κακοκαιρίας, προκλήθηκε μετατόπιση του πλοίου και αυτό έλαβε κλίση, αλλά και άμεσο κίνδυνο, εκ του λόγου τούτου, πρόσκλησης ναυτικού ατυχήματος, κάλεσε τα ενδιαφερόμενα για το εν λόγω πλοίο μέρη, όπως προβούν σε άμεσες ενέργειες προς αποκατάσταση της ασφαλούς πρόσδεσης αυτού και επαναπόντιση των αγκυρών του, δια παντός πρόσφορου μέσου. Ενόψει του ότι η πλοιοκτήτρια αυτού δεν προέβη στις ανωτέρω πράξεις, η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία, προέβη σε αποκατάσταση της ασφαλούς πρόσδεσης και μετακίνησης του πλοίου στην αρχική του θέση, με επαναπόντιση της δεξιάς άγκυράς του, που έχει μετατοπισθεί, σε επανατοποθέτηση του καταπέλτη πάνω στον προβλήτα, καθώς επίσης και σε τοποθέτηση χονδρής αλυσίδας προς ασφαλέστερη πρόσδεσή του επί της στεριάς, προκειμένου να μην μετακινηθεί εκ νέου. Προς τούτο, κατέστη αναγκαία: α) η παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών της εταιρείας με την επωνυμία «…..», η οποία διέθετε τα κατάλληλα μέσα και προέβη στην ανέλκυση του καταπέλτη και τη μετακίνηση του πλοίου προς την ξηρά, καθώς και στην επανατοποθέτηση της δεξιάς άγκυρας, εργασίες για τις οποίες η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία, κατέβαλε στην ανωτέρω εταιρεία, το ποσό των ευρώ 12.400, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (υπ’ αρ. ………./27-2- 2018 τιμολόγιο) και β) η αγορά, υπό της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας, ενός κλειδιού ΚΕΝΤΕΡ U3 56 ΜΜ από την εταιρεία με την επωνυμία «………», καταβάλλοντας αυτή (πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή) για την εν λόγω αιτία το ποσό των ευρώ 210,37 συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (υπ’ αρ ………./26.2.2018 τιμολόγιο). Επιπροσθέτως, αυτή αναγκάσθηκε να απασχολήσει οκτώ υπαλλήλους της για διάστημα τριών ημερών στις εργασίες επανατοποθέτησης της άγκυρας, καταπέλτη και τοποθέτησης χονδρής αλυσίδας, οι οποίοι προέβησαν και σε αντικατάσταση όλων των κομμένων κάβων του πλοίου. Το σύνολο της δαπάνης της πρώτης των καθών για τη διενέργεια των ανωτέρω εργασιών αποκατάστασης της κλίσης του πλοίου και ασφαλούς πρόσδεσης του, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής αυτής για την παροχή υπηρεσιών οκτώ υπαλλήλων της, ανήλθε στο συνολικό ποσό των ευρώ 28.000 και δη (ι) ευρώ 12.400 για αμοιβή της εταιρείας «……….», (ιι) στο ποσό των ευρώ 210,37 για αγορά κλειδιού από την εταιρεία «………..», και (ιιι) ευρώ 15.390 για αμοιβή της για την παροχή των ανωτέρω υπηρεσιών της, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής απασχόλησης οκτώ υπαλλήλων της για χρονικό διάστημα τριών ημερών. (γ) την 28.2.18, το εν λόγω πλοίο λόγω των βροχοπτώσεων και διαρροής υδάτων από σωλήνες του μηχανοστασίου του, εμφάνισε μεγάλη κλίση αριστερά, παράλληλα δε διεπιστώθη η ύπαρξη μεγάλης ποσότητας σεντινόνερων στις σεντίνες του μηχανοστασίου του. Κατόπιν των ανωτέρω, παρέστη ανάγκη άμεσης απάντλησης των εν λόγω υδάτων, δια της χρήσεως των αντλιών του Ναυπηγείου της πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή, τις οποίες  μετέφεραν με κλαρκ και τις συνέδεσαν στον ηλεκτρικό πίνακα υπάλληλοι αυτής. Για την εν λόγω εργασία, η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή, όπως ανέφερε ήδη με την ανωτέρω από 19.11.2018 αναγγελία της, γεγονός που δεν αμφισβητεί ο ήδη ανακόπτων, προέβη στις ακόλουθες δαπάνες: (α) στην καταβολή του ποσού των ευρώ 3.720, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (σχετικά υπ’αρ. …./6.3.18 τιμολόγιο) για εργασίες άντλησης του ύδατος των σεντινών από την εταιρεία «…….», η οποία εκλήθη υπό της πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή εταιρεία, (β) στην καταβολή του ποσού των ευρώ 2.495,56, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (σχετικά υπ’αρ. …../6.3.18 τιμολόγιο) για αμοιβή παραλαβής και μεταφοράς των υδάτων από την εταιρεία «……..”. Ακολούθως, με το πέρας της απάντλησης των σεντινόνερων και της ασφαλούς φόρτωσης και μεταφοράς τους,  οι υπάλληλοι της πρώτης των καθών, την 5.3.18, προέβησαν σε αποσύνδεση των καλωδίων από όλες τις αντλίες που χρησιμοποιήθηκαν και φόρτωσή τους στο φορτηγό της ανωτέρω εταιρείας «………». Επιπροσθέτως την 5.3.2018, υπάλληλοι του ναυπηγείου της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας, προέβησαν σε εργασίες εξάρμοσης του πείρου του καταπέλτη και κατασκευή μηχανισμού ασφάλισης για τον πείρο συγκράτησης ονύχων του καταπέλτη και επανατοποθέτηση της ασφαλείας ,εργασίες οι οποίες κρίθηκαν απαραίτητες για την ασφαλή πρόσδεση και διατήρηση της θέσης του πλοίου. Το σύνολο της δαπάνης της πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή ανωτέρω εταιρείας για την διενέργεια και ολοκλήρωση των ανωτέρω εργασιών απάντλησης, φόρτωσης και απομάκρυνσης σεντινόνερων, καθώς και για τις εργασίες τις σχετιζόμενες με την κατασκευή μηχανισμού ασφάλισης του καταπέλτη, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής της για παροχή υπηρεσιών σχετικά με την εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών και της αμοιβής για παροχή υπηρεσιών οκτώ υπαλλήλων της για διάστημα πέντε ημερών, ανήλθε στο συνολικό ποσό των ευρώ 22.000 και δη (ι) ευρώ 2.495,56 για αμοιβή της εταιρείας «………….” (ιι) ευρώ 3.720 για αμοιβή της εταιρείας «……….» και (ιιι) ευρώ 15.785 για αμοιβή της ίδιας της εν λόγω καθής η ανακοπή, για παροχή των ανωτέρω υπηρεσιών από αυτήν με την απασχόληση οκτώ υπαλλήλων της επί πέντε ημέρες, καθώς και με τη χρήση μηχανημάτων και ηλεκτρολογιών εγκαταστάσεων της. (δ) την 12.3.2018, εμφάνισε πρόβλημα η δεξιά άγκυρα του εν λόγω πλοίου, κρίθηκε δε υπό της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας, απαραίτητη η πόντιση δεύτερης νέας άγκυρας, δίπλα στην ήδη υπάρχουσα δεξιά άγκυρα, βάρους 6,5 τόνων. Προς τούτο, απαιτήθηκε η μεταφορά αυτής της άγκυρας με γερανό του ναυπηγείου της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας στον πλωτό γερανό της εταιρείας «……….» τις υπηρεσίες του οποίου εξεμίσθωσε αυτή (πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία), προκειμένου να προβεί σε επαναπόντιση και ασφαλή πρόσδεση της υπάρχουσας δεξιάς άγκυρας μαζί με την νέα. Για την εν λόγω εκμίσθωση, η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία δαπάνησε το ποσό των ευρώ 5.580, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (σχετικά υπ’ αρ. …../12.3.2018 τιμολόγιο). Για την εκτέλεση της εν λόγω εργασίας απαιτήθηκε η παροχή και των υπηρεσιών έξι υπαλλήλων της ιδίας για μία ημέρα. Για την εν λόγω εργασία η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία δαπάνησε το συνολικό ποσό των ευρώ 7.000 και δη για μίσθωση πλωτού γερανού το ποσό των ευρώ 5.580, (ιι) για αμοιβή παροχής υπηρεσιών της ιδίας, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης γερανού και της απασχόλησης έξι υπαλλήλων της επί μία ημέρα, το ποσό των ευρώ 1.420. Επιπροσθέτως, την ίδια ημέρα, λόγω διαρροής υδάτων από σωλήνες του μηχανοστασίου του εν λόγω πλοίου, προέβη η ίδια, δια των προστηθέντων υπαλλήλων της, σε κατασκευή και τοποθέτηση έξι (6) μεταλλικών σφιγκτήρων (τσεμπέρια), διαμέτρου Φ300 για στεγανοποίηση σωλήνων στο μηχανοστάσιο, γα την κατασκευή και τοποθέτηση των οποίων, απασχολήθηκαν τρεις υπάλληλοι αυτής (πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή) επί τέσσερις ημέρες, για την αμοιβή των οποίων η ίδια κατέβαλε το ποσό των ευρώ 8.000. (ε) την 15.3.2018, ενόψει του ότι ένας σωλήνας εξαγωγής θαλάσσης στον χώρο του μηχανοστασίου του εν λόγω πλοίου είχε φθαρεί, με κίνδυνο διάρρηξής του και περαιτέρω με κίνδυνο να πλημμυρίσει το μηχανοστάσιο του πλοίου από νερά, κατ’ εντολή της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή τοποθετήθηκε τάπα στον εν λόγω σωλήνα εξαγωγής θαλάσσης, διαμέτρου Φ305, και προς τούτο απαιτήθηκε η πρόσληψη δύτη για την αμοιβή του οποίου, συμπεριλαμβανομένης και της αμοιβής της ιδίας, δαπανήθηκε το ποσό των ευρώ 2.500.Συνολικά για τις προαναφερόμενες αιτίες η πρώτη των καθών η ένδικη ανακοπή δαπάνη το συνολικό ποσό των (€10.390 + €28.000 + €22.000 + €7.000 + €8.000 + €2.500=).77.890. Οι ανωτέρω λεπτομερώς περιγραφόμενες παρασχεθείσες υπό της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή υπηρεσίες, αλλά και οι αναλυτικώς ανωτέρω αναφερόμενες δαπάνες στις οποίες αυτή προέβη, εργασίες, υπηρεσίες αλλά και κόστος, οι οποίες δεν αμφισβητούνται από τον ανακόπτοντα, σχετίζονται με την ασφαλή αγκυροβολία του πλοίου, αποτελούν δε δαπάνες αναγκαίες για τη διατήρηση αυτού σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, οι οποίες και συνετέλεσαν στη διασφάλιση της εκπλήρωσης του προορισμού του ως πλοίου, ήτοι στη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση και στην αποτροπή της μείωσης της αξίας του, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων συντήρησης, που απολαύουν προνομίου, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Ιταλίας, αλλά και του ελληνικού δικαίου, δεν εντάσσονται δε στην περίπτωση επιθαλάσσιας αρωγής, όπως αβασίμως διατείνεται ο ανακόπτων, εφόσον δεν απεδείχθη ότι το εν λόγω πλοίο, ευρίσκετο σε πραγματικό κίνδυνο απώλειας ή βλάβης του, όπως απαιτείται κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας προκειμένου να τεθεί ζήτημα επιθαλάσσιας αρωγής, αλλά σε επισφαλή κατάσταση πρόσδεσης και συνήθη φθορά του εν λόγω πλοίου, κατά περίπτωση, οι οποίες (ασφαλή πρόσδεση και αποκατάσταση φθορών του πλοίου) έλαβαν χώρα με ενέργειες και δαπάνες της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή, όπως ανωτέρω αναλύεται. Ως εκ τούτου, κρίνεται ότι οι ανωτέρω παρασχεθείσες υπηρεσίες για την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου, αποτελούν όντως δαπάνες αναγκαίες για τη διατήρηση αυτού σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, οι οποίες και συνετέλεσαν στη διασφάλιση της εκπλήρωσης του προορισμού του ως πλοίου, ήτοι στη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση, και στην αποτροπή της μείωσης της αξίας του, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων συντήρησης, που απολαύουν προνομίου, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Ιταλίας, αλλά και του ελληνικού δικαίου. Δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 του Ν.4072/2012 και εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, υπό τον τίτλο «Περί ναυτικών προνομίων»  ορίζεται ότι «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις:  α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοίαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως…», η ανωτέρω εκ ποσού ευρώ 77.890 απαίτηση της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή, ως έξοδα συντήρησης είναι εξοπλισμένη με προνόμιο, απολαμβάνει το προνόμιο της δεύτερης τάξης προνομίων, όπως και η ανωτέρω αποδειχθείσα απαίτηση του ανακόπτοντος και όχι της πρώτης τάξης προνομίων που κατετάγη με τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, ούτε της τρίτης τάξης προνομίων, όπως υποστηρίζει αβασίμως ο ανακόπτων, καθόσον δεν αποτελεί απαίτηση από επιθαλάσσια αρωγή. Επομένως, κατά τον εν μέρει βάσιμο πρώτο λόγο της κρινόμενης ανακοπής, με τον οποίο, κατά το πρώτο σκέλος του παραδεκτώς αμφισβητείται το προνόμιο της πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή, όσον αφορά στην εν λόγω απαίτηση ποσού ευρώ 77.890 πλέον ΦΠΑ εκ ποσοστού 24%, αυτή ως αποτελούσα κατά τα άνω αποδειχθέντα δαπάνη εμπίπτουσα στην έννοια των εξόδων συντήρησης, έπρεπε να καταταγεί στη δεύτερη τάξη προνομίων και όχι στην πρώτη τάξη προνομίων του εν λόγω πίνακα κατάταξης, με αποτέλεσμα να μην προηγείται του προνομίου που απολαμβάνουν οι ανωτέρω αποδειχθείσες απαιτήσεις του ανακόπτοντος, εφόσον και αυτές ομοίως απολαμβάνουν του προνομίου της δεύτερης τάξης. Ως εκ τούτου, οι ανωτέρω αναλυτικώς αναφερόμενες απαιτήσεις τις πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή οι οποίες με βάση την ισοτιμία του ευρώ με το δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο σύνταξης του εν λόγω πίνακα κατάταξης, ανέρχονται σε δολ. ΗΠΑ 943.682,47 και οι οποίες αναγγέλθηκαν αναλυτικά στον επί του πλειστηριασμού ανωτέρω υπάλληλο, ορθώς κατετάγησαν υπό του συντάξαντος τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης υπάλληλο, προνομιακώς, πλην όμως, εσφαλμένως στην πρώτη τάξη προνομίων αντί της δεύτερης τάξης, στην οποία έπρεπε να καταταγούν κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο (κατά το πρώτο σκέλος του) ανακοπής του ανακόπτοντος η ένδικη ανακοπή. Εν τούτοις, και δεδομένου ότι με την ένδικη ανακοπή δεν προσβάλλεται η κατάταξη των επιμέρους απαιτήσεων των επιμέρους καταταγέντων πιστωτών επικουρικά αλλά σωρευτικά, θα πρέπει να διερευνηθούν άπασες οι προσβαλλόμενες και καταταγείσες στον εν λόγω πίνακα κατάταξης απαιτήσεις, όπως ο πίνακας αυτός πλέον διαμορφώθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση, στα πλαίσια των λόγων έφεσης.

ΙΙ.  Ο ανακόπτων με τον τρίτο λόγο ανακοπής του, πλήττει την προνομιακή κατάταξη στην πρώτη τάξη προνομίων, τυχαίως, της δεύτερης καθής ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», η οποία κατετάγη τυχαίως για απαίτηση 69.333,17 δολ. ΗΠΑ αντιστοιχούσα σε απαίτηση εκ ποσού ευρώ 62.682,55, της τρίτης καθής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………..» η οποία κατετάγη τυχαίως για απαίτηση 51.485,14 δολ. ΗΠΑ αντιστοιχούσα σε απαίτηση εκ ποσού ευρώ 46.546,55 και της τέταρτης καθής αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «………….» η οποία κατετάγη τυχαίως για απαίτηση 91.198,95 δολ. ΗΠΑ αντιστοιχούσα σε απαίτηση εκ ποσού ευρώ 82.450,91 [ως προς την οποία (τέταρτη των εφεσιβλήτων – καθών η ένδικη ανακοπή) η ένδικη έφεση κρίθηκε παραδεκτή μόνον για την κατάταξη αυτής για το ποσό των 45.222,96 δολ. ΗΠΑ], με αιτιολογία της προνομιακής κατάταξης απάντων, εκτελεσθείσες επισκευές επί του εκποιηθέντος πλοίου στο τελευταίο λιμάνι. Ειδικότερα, κατά τον υπό κρίση τρίτο λόγο ανακοπής του ο ανακόπτων ισχυρίσθηκε ότι, οι ανωτέρω (δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των καθών) εσφαλμένως κατετάγησαν στον προσβαλλόμενο πίνακα στην πρώτη τάξη προνομίων, αμφισβητώντας το προνόμιο αυτών, κατά πρώτον διότι οι εργασίες στις οποίες προέβησαν οι ανωτέρω εταιρείες απέβλεπαν στη βελτίωση της κατάστασης του ανωτέρω πλοίου και στην επαύξηση και όχι στη διατήρηση της αξίας του, κατά δεύτερο λόγο διότι αυτές εκτελέσθηκαν προ της κατασχέσεως του εν λόγω πλοίου και αφού είχε μεσολαβήσει παροπλισμός αυτού, με αποτέλεσμα να μην αποτελούν δαπάνες συντηρήσεως που έλαβαν χώρα στον τελευταίο λιμένα μετά τον κατάπλου του πλοίου και κατά τρίτο λόγο, διότι σε κάθε περίπτωση δεν υπάγονται στην πρώτη τάξη προνομίων, αμφισβητώντας ουσιαστικά ότι η καταταγείσα ανωτέρω απαίτηση της εν λόγω εφεσιβλήτων, είναι εξοπλισμένη με προνόμιο που προηγείται της ιδικής του απαίτησης.

Όσον αφορά στην εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 45.222,96 απαίτηση της τέταρτης των καθών η ένδικη ανακοπή – τέταρτης εφεσίβλητης, η οποία κατετάγη πράγματι στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης προνομιακά στην πρώτη τάξη, τυχαίως, με αιτιολογία της προνομιακής κατάταξης αυτής, εκτελεσθείσες επισκευές επί του εκποιηθέντος πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, ο υπό κρίση λόγος ανακοπής ο οποίος τυγχάνει νόμιμος, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, συνίσταται δε στην απλή άρνηση του προνομίου της εν λόγω απαίτησης για την οποία η τέταρτης καθής η ένδικη ανακοπή κατετάγη τυχαίως στην πρώτη τάξη, ενόψει της εκ της  ερημοδικίας της εν λόγω τέταρτης των καθών η ένδικη ανακοπή τόσο κατά την ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου διαδικασία, όσο και ενώπιον του πρωτοβαθμίου βαθμού, μη επίκληση υπ’ αυτής, αλλά κυρίως μη απόδειξη υπ’ αυτής του προνομίου της και δη ότι η απαίτησή της αφορά σε εργασίες επισκευής του πλοίου που έλαβαν χώρα στον τελευταίο λιμένα οι οποίες απέβλεπαν στη διατήρηση της αξίας του εν λόγω πλοίου και όχι στη βελτίωση της κατάστασης αυτού και στην επαύξηση της αξίας του, κατά τους ορισμούς του άρθρου 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου, τυγχάνει βάσιμος και στην ουσία του κρίνεται δηλαδή ότι η εν λόγω απαίτηση της τέταρτης των καθών δεν απολαμβάνει του ανωτέρω προνομίου. Ως εκ τούτου, έσφαλε ο επί του πλειστηριασμού ανωτέρω υπάλληλος ο οποίος κατέταξε την εν λόγω τέταρτη των καθών προνομιακά στην πρώτη τάξη προνομίων στον προβαλλόμενο πίνακα και τυχαίως.

Η δεύτερη και τρίτη των καθών η ένδικη ανακοπή, ήδη με τις προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ισχυρίσθηκαν ότι, οι ανωτέρω καταταγείσες απαιτήσεις τους, αφορούν αμοιβή τους από εργασίες επισκευής του πλοίου που έλαβαν χώρα στον τελευταίο λιμένα, μετά τον κατάπλου του πλοίου, όπου και κατασχέθηκε αναγκαστικώς, αφορούν δε, κατ’ εκτίμηση δικογράφου, σε εργασίες επισκευής του πλοίου που απέβλεπαν στη διατήρηση της αξίας του ανωτέρω πλοίου και όχι στη βελτίωση της κατάστασης αυτού και στην επαύξηση της αξίας του, ενόψει του ότι η δεύτερη των καθών αναφέρει ότι αφορούσαν εργασίες επισκευών μηχανολογικής φύσεως, μεταξύ των οποίων της κύριας μηχανής, η τρίτη δε των καθών αναφέρει ότι αφορούσαν εργασίες επισκευής και συντήρησης και δη επισκευές στις σιδηροκατασκευές, λαμαρίνες και σωληνώσεις του κυρίως καταστρώματος, των χώρων ενδιαιτήσεως και των εσωτερικών χώρων του πλοίου κάτωθεν του καταστρώματος, ισχυρισμούς που επανέφεραν και με τις προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου.

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα προεκτεθέντα αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκαν επιπροσθέτως και τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Όπως οι παριστάμενες δεύτερη και τρίτη των εφεσιβλήτων ανέφεραν στην από 3.10.2017 και 4.10.2017 αναγγελία τους, γεγονός που δεν αμφισβητείται ειδικώς υπό του ήδη εκκαλούντος ανακόπτοντος, ο οποίος με την ένδικη ανακοπή του δεν αμφισβητεί την υπό των τριών πρώτων καθών η ανακοπή εκτέλεση εργασιών επισκευής και το ύψος της αναγγελθείσας απαίτησής τους αλλά μόνον  το προνόμιο για το οποίο κατετάγησαν, δυνάμει συμβάσεων που, τον μήνα Ιούλιο του έτους 2016, κατήρτισαν με το νόμιμο εκπρόσωπο της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας ………….., είχαν αναλάβει, αντί αμοιβής, την εκτέλεση εργασιών επισκευής στο ανωτέρω πλοίο  CG.  Ειδικότερα, κατά την από 3.10.2017 έγγραφη αναγγελία της δεύτερης των εφεσιβλήτων που επέδωσε αυτή, ενόψει του ενδίκου πλειστηριασμού, στον ανωτέρω υπάλληλο πλειστηριασμού,. περί τον μήνα Ιούλιο του έτους 2016, η δεύτερη των καθών η ένδικη ανακοπή εταιρεία με την επωνυμία «…………..», κατόπιν συμφωνίας με τον νόμιμο εκπρόσωπο της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας, αυτή (δεύτερη καθής η ανακοπή εταιρεία), ανέλαβε όπως, κατά το χρονικό διάστημα από την 7 Ιουλίου 2016 μέχρι την 22 Ιουλίου 2016, εκτελέσει εργασίες επισκευής μηχανολογικής φύσεως που αφορούσαν την κύρια μηχανή, τους βαλβιδοφόρους. τα ψυγεία αέρος. διάφορες μηχανουργικές εργασίες, πώματα αέρος. γενικές εργασίες ηλεκτρομηχανής, εργασίες πωμάτων κυλίνδρων, εργασίες ωστήρων και πλήκτρων, εργασίες εκκεντροφόρων αξόνων, εργασίες χιτωνίων. εργασίες εμβόλων και διωστήρων, εργασίες εδράνων βάσης, εργασίες αποκατάστασης, εργασίες ψυγείων αέρων, καθώς και επιπρόσθετες εργασίες και δη εργασίες διωστήρων ηλεκτρομηχανών, προέβησαν δε και στην σύνταξη σχετικού καταλόγου εργασιών με αποτιμώμενο κόστος το ποσό των ευρώ 88.450. Ενόψει της εκτέλεσης των εν λόγω εργασιών, αρχικά εκδόθηκε, από το ΣΤ’ Τελωνείο Πειραιά, η υπ‘αριθμ…../6.7.2016 άδεια εκτέλεσης ψυχρών εργασιών επισκευής για το εν λόγω πλοίο, η διάρκεια της οποίας έληγε την 4 Αυγούστου 2016. Κατά την εν λόγω αναγγελία, έλαβε χώρα έναρξη των ανωτέρω εργασιών και αυτή (δεύτερη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία), σε πλήρη συμμόρφωση με τις εντολές της ανωτέρω πλοιοκτήτριας και με τις επιταγές του παρακολουθούντα το πλοίο Νηογνώμονα. τηρώντας πιστά τις οδηγίες του Επιθεωρητή Ασφαλείας που βρισκόταν εντός του πλοίου, υπάλληλοι αυτής εργάσθηκαν προς εκτέλεση των εν λόγω εργασιών έως την 22/07/2016, οπότε, εξεδόθη από το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά (Δ’ Λιμενικό Τμήμα), η υπ’ αριθμ. πρωτ. ………/2016 πράξη ανάκλησης της ανωτέρω άδειας εκτέλεσης ψυχρών εργασιών, συνεπεία επιβολής στο ανωτέρω πλοίο, της απαγόρευσης μεταβολής της νομικής και πραγματικής κατάστασης, δυνάμει προσωρινής διαταγής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Ενόψει της ανωτέρω πράξεως, η δεύτερη των εφεσιβλήτων αναγκάστηκε να καταθέσει στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά την ανωτέρω άδεια εκτέλεσης ψυχρών εργασιών και να παύσει τις εργασίες που είχε αναλάβει. Έως του χρόνου εκείνου, κατά την ίδια αναγγελία, για τις εκτελεσθείσες υπ’ αυτής εργασίες, η δεύτερη εφεσίβλητη εδικαιούτο συμφωνημένη αμοιβή εκ ποσού ευρώ 45.000, γεγονός, που κατά την αναγγελία αναγνώρισε ο νόμιμος εκπρόσωπος της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας εγγράφως. Επιπροσθέτως, προς εκτέλεση των εν λόγω εργασιών η ίδια (δεύτερη καθής η ένδικη ανακοπή) είχε υποβληθεί σε έξοδα προμήθειας των αναγκαίων υλικών, ανταλλακτικών και εξαρτημάτων και δη είχε δαπανήσει για τις ηλεκτρικές μηχανές το ποσό των ευρώ 2.100 για επισκευή έξι ράβδων της ηλεκτρομηχανής από ένα εξειδικευμένο εργαστήριο, το ποσό των ευρώ 720 για προμήθεια δώδεκα οδηγών βαλβίδων πωμάτων, το ποσό των ευρώ 1.400 για προμήθεια τεσσάρων βαλβίδων ελασμάτων, το ποσό των ευρώ 480 για προμήθεια τεσσάρων ερεισμάτων και το ποσό των ευρώ 900 για προμήθεια έξι βαλβίδων, για τις εργασίες στα ψυγεία αέρος το ποσό των ευρώ 1.200 για χημικά υλικά για τον καθαρισμό των ψυγείων, το ποσό των ευρώ 800 για ανόδους (ψευδάργυρος) και παρεμβύσματα, το ποσό των ευρώ 350 για ελικοειδές πηνίο, κοχλίες και ήλους, το ποσό των ευρώ 400 για σαρωτικό καθαρισμό των πωμάτων των αεραγωγών, το ποσό των ευρώ 1.200 για προμήθεια εξειδικευμένων ρητινοειδών υλικών για την επίστρωση των πωμάτων και το ποσό των ευρώ 1.050 για προμήθεια δύο ελαστικών ζευγαριών πωμάτων και αγωγών αέρος και για την Κύρια Μηχανή το ποσό των ευρώ 1.600 για προμήθεια τεσσάρων βαλβίδων της κύριας μηχανής και το ποσό των ευρώ 1.500 για προμήθεια έξι βαλβίδων περιστρεφόμενων μηχανισμών. Στην επιδοθείσα προς τον ανωτέρω υπάλληλο του πλειστηριασμού αναγγελία, η δεύτερη των εφεσιβλήτων ανωτέρω εταιρεία ανέφερε ότι, οι ανωτέρω εργασίες και δαπάνες, που έλαβαν χώρα κατόπιν συμφωνίας της με την πλοιοκτήτρια, αφορούν σε εργασίες συντήρησης του πλοίου, ήταν απολύτως αναγκαίες για την αποκατάσταση των φυσικών φθορών του πλοίου, έλαβαν δε χώρα εντός του λιμένος Πειραιά, ήτοι τον τελευταίο λιμένα κατάπλου του ανωτέρω πλοίου, από τον οποίο και παρεμποδίστηκε αυτό να αποπλεύσει εξαιτίας των πλείστων συντηρητικών κατασχέσεων και εν τέλει της αναγκαστικής κατάσχεσης που επεβλήθη από τον επισπεύδοντα δανειστή. …….. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δεύτερη των καθών η ένδικη ανακοπή και ένδικη έφεση εταιρεία κανένα σχετικό τιμολόγιο δεν προσεκόμισε, δεν εξέτασε μάρτυρα, αλλά ούτε προσεκόμισε την επικαλούμενη στην ανωτέρω αναγγελία και κατατεθείσα στον ανωτέρω υπάλληλο του πλειστηριασμού (όπως προκύπτει από την με αριθμό ……../5.10.2017 πράξη κατάθεσης τίτλων του ανωτέρω υπαλλήλου του πλειστηριασμού) με αριθμό 483/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εξεδόθη με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και με την οποία διετάχθη η συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας και καθής η εκτέλεση για την ένδικη απαίτηση της δεύτερης των εφεσιβλήτων – καθών η ανακοπή έως του ποσού των 80.000 ευρώ προκειμένου και για την εξασφάλιση της εκ ποσού ευρώ 58.700 απαίτησης αυτής, ούτε το επικαλούμενο με την αναγγελία και ομοίως κατατεθέν στον ανωτέρω υπάλληλο του πλειστηριασμού σχετικό έγγραφο αναγνώρισης οφειλής για το ποσό των 45.000 από την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία. Με την εν λόγω έγγραφη αναγγελία, την οποία η δεύτερη καθής η ένδικη ανακοπή επέδωσε στον ανωτέρω επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, αυτή αναγγέλθηκε όπως καταταγεί συνολικά για το ποσό των ευρώ 62.682,55 εκ των οποίων ποσό ευρώ 45.000 για κεφάλαιο, ποσό ευρώ 3.982,55 για τόκους υπερημερίας από την ημέρα αναγνώρισης της οφειλής από την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία, ήτοι από την 22.7.2016 έως την 11.10.2017, οπότε διενεργήθηκε ο ανωτέρω πλειστηριασμό και ποσό ευρώ 13.700 για έξοδα προμήθειας αναγκαίων υλικών, ανταλλακτικών και εξαρτημάτων που χρησιμοποιήθηκαν στις ανωτέρω επισκευές. Εν τούτοις, ο ανακόπτων δεν αμφισβητεί την απαίτηση της εν λόγω καθής η ανακοπή, αλλά μόνον το προνόμιο αυτής, και δη ότι οι εκτελεσθείσες υπ’ αυτής εργασίες εντάσσονται στην έννοια των εξόδων συντήρησης του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ και του άρθρου 522 του Ιταλικού Ναυτικού Κώδικα, αναφέροντας ότι εν προκειμένω πρόκειται για δαπάνες εκμετάλλευσης του πλοίου, απέβλεπαν δε στη μεταβολή της καταστάσεώς του και στην επαύξηση της αξίας του και όχι στη διατήρηση αυτής, καθώς επίσης και ότι εσφαλμένως ο ανωτέρω υπάλληλος του πλειστηριασμού κατέταξε την δεύτερη καθής εταιρεία με προνόμιο πρώτης τάξεως. Περαιτέρω, κατά την από 4.10.2017 έγγραφη αναγγελία της τρίτης των καθών η ένδικη ανακοπή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………», την οποία αυτή επέδωσε, ενόψει του ενδίκου πλειστηριασμού, στον ανωτέρω υπάλληλο πλειστηριασμού,. περί τον μήνα Ιούλιο του έτους 2016, αυτή (τρίτη των καθών η ένδικη ανακοπή εταιρεία), κατόπιν συμφωνίας της με τον νόμιμο εκπρόσωπο της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας …….., ανέλαβε, αντί αμοιβής, την εκτέλεση εργασιών επισκευής στο ανωτέρω πλοίο  CG, και δη ανέλαβε τις επισκευές στις σιδηροκατασκευές, λαμαρίνες και στις σωληνώσεις του κυρίου καταστρώματος (main deck), των χώρων ενδιαίτησης (accommodation area) και των εσωτερικών χώρων του πλοίου κάτω από το κύριο κατάστρωμα (lower departments under the main deck). Οι εν λόγω εργασίες πράγματι εκτελέσθηκαν κατά το χρονικό διάστημα την 11 Ιουλίου 2016 έως και την 22 Ιουλίου 2016, οπότε τα συνεργία αυτής (τρίτης καθής) απεβλήθησαν από το ανωτέρω πλοίο, δυνάμει προσωρινής διαταγής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ΑΚ 900/2016, ΓΑΚ 5269/2016), η οποία απαγόρευε τη μεταβολή της νομικής και πραγματικής κατάστασης του εν λόγω πλοίου. Κατά την ενσωματωμένη στην εν λόγω αναγγελία αναφορά εξέλιξης των εργασιών που αυτή είχε αναλάβει να εκτελέσει στο εν λόγω πλοίο, οι εν λόγω εργασίες αφορούσαν: (α) εργασίες από χάλυβα στο κύριο κατάστρωμα και δη ενισχυτικά πλευρά του κελύφους, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει έως του χρόνου παύσης των εργασιών συνεπεία της ανωτέρω προσωρινής διαταγής σε ποσοστό 97%, ανανέωση της πλάκας του καταστρώματος της πλώρης, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 50%, ανανέωση της βάσης του βαρούλκου του καταστρώματος της πλώρης, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 50%, αντικατάσταση της αλυσίδας του βαρούλκου του καταστρώματος της πλώρης, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 50%, αντικατάσταση των ρωγμών των βαρούλκων του καταστρώματος της πλώρης, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 50%, ανανεώσεις χάλυβα του καταστρώματος της πλώρης, διάφορες επιδιορθώσεις του καταστρώματος της πλώρης, τοποθέτηση νέων πλακών του καταστρώματος χοάνης, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 90%, τοποθέτηση νέων πρόσθετων ράβδων του καταστρώματος χοάνης, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 90%, τοποθέτηση νέων χειρολισθήρων στην ίδια περιοχή, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 90%, μερική ανανέωση μπάρας στην ίδια περιοχή, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 90%, κατασκευή και συγκόλληση νέων χειρολαβών στο βελονοειδές του καταστρώματος χοάνης, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 50%, κατασκευή ελαφράς θεμελίωσης καταστρώματος σωστικής λέμβου, εργασία την οποία είχε ολοκληρώσει σε ποσοστό 90%, έργα σωληνώσεων και δη χώρου μηχανισμού πηδαλίου, χώρου άξονα, μηχανοστασίου, κενού χώρου αριστερής πλευράς, υδροηλεκτρικό αντλιοστάσιο, κύριο κατάστρωμα και  αριστερή, υδραυλικές σωληνώσεις, δωμάτιο έκτακτης ανάγκης, πίσω μέρος πέμπτου καταστρώματος, γραμμή πυράς, δωμάτιο διασκέδασης, πίσω πέμπτου, κατασκευές σε κατάστημα εργασίας: αφαίρεση όλου του προαναφερόμενου υλικού, συγκέντρωση όλων των ανωτέρω στο πίσω μέρος του βασικού καταστρώματος για να φορτωθούν με τη χρήση φορτηγού γερανού, μεταφορά στο εργοτάξιό, κατασκευή ή / συντήρηση και επαναφορά στο πλοίο, βαρούλκα προστατευτικά αλυσίδας (έξι κομμάτια) και δορυφορική φλάντζα. Προς εκτέλεση των εν λόγω εργασιών απασχολήθηκαν τεχνικοί της εν λόγω καθής η ανακοπή επί 1042 ώρες αντί αμοιβής εκ ποσού ευρώ 30 την ώρα και συνολικά αντί αμοιβής εκ ποσού ευρώ 31.260. Επιπλέον των ανωτέρω, η ίδια (τρίτη καθής η ένδικη ανακοπή) δαπάνησε για υλικά το ποσό των ευρώ 8.556 και δη χάλυβα, σωληνώσεις, αναλώσιμα συγκόλλησης, αέρια, τροχούς κοπής, προέβη δε αντί του ποσού των ευρώ 2.985 σε κατασκευές και δη προστατευτικά αλυσίδων και δορυφορικής φλάντζας. Το κόστος των ανωτέρω εργασιών ανήλθε συνολικά κατά συμφωνηθέντα στο ποσό των 42.801 ευρώ, το οποίο ο νόμιμος εκπρόσωπος της πλοιοκτήτριας εταιρείας αναγνώρισε εγγράφως. Κατά την εν λόγω αναγγελία, η εν λόγω απαίτηση αφορά έξοδα συντήρησης του πλοίου, τα οποία πραγματοποιήθηκαν προσηκόντως μετά τον κατάπλου του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τρίτη των καθών η ένδικη ανακοπή και ένδικη έφεση εταιρεία κανένα σχετικό τιμολόγιο δεν προσεκόμισε, δεν εξέτασε μάρτυρα, αλλά ούτε προσεκόμισε την επικαλούμενη στην ανωτέρω αναγγελία και κατατεθείσα στον ανωτέρω υπάλληλο του πλειστηριασμού (όπως προκύπτει από την με αριθμό ……../5.10.2017 πράξη κατάθεσης τίτλων του ανωτέρω υπαλλήλου του πλειστηριασμού) με αριθμό 480/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εξεδόθη με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και με την οποία διετάχθη η συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας – καθής η εκτέλεση για την ένδικη απαίτηση της τρίτης των εφεσιβλήτων – καθών η ανακοπή έως του ποσού των 60.000 ευρώ, προκειμένου και για την εξασφάλιση της εκ ποσού ευρώ 42.801 απαίτησης αυτής, ούτε το επικαλούμενο με την αναγγελία και ομοίως κατατεθέν στον ανωτέρω υπάλληλο του πλειστηριασμού σχετικό έγγραφο αναγνώρισης οφειλής, για το ποσό των 45.000 ευρώ από την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία. Με την εν λόγω έγγραφη αναγγελία, την οποία η τρίτη καθής η ένδικη ανακοπή επέδωσε στον ανωτέρω επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, αυτή αναγγέλθηκε όπως καταταγεί συνολικά για το ποσό των ευρώ 46.546,55 εκ των οποίων ποσό ευρώ 42.801 για κεφάλαιο, ποσό ευρώ 3.745,55 για τόκους υπερημερίας από την ημέρα αναγνώρισης της οφειλής από την ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία ήτοι από την 27/07/2016 έως την 7.11.2018, οπότε διενεργήθηκε ο ανωτέρω πλειστηριασμό. Εν τούτοις, ο ανακόπτων δεν αμφισβητεί την απαίτηση της εν λόγω καθής η ανακοπή αλλά μόνον το προνόμιο αυτής, και δη ότι οι εκτελεσθείσες υπ’ αυτής εργασίες εντάσσονται στην έννοια των εξόδων συντήρησης του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ και του άρθρου 522 του Ιταλικού Ναυτικού Κώδικα, αναφέροντας ότι εν προκειμένω πρόκειται για δαπάνες εκμετάλλευσης του πλοίου, απέβλεπαν δε στη μεταβολή της καταστάσεώς του και στην επαύξηση της αξίας του και όχι στη διατήρηση αυτής, καθώς επίσης και ότι εσφαλμένως ο ανωτέρω υπάλληλος του πλειστηριασμού κατέταξε αυτήν στην πρώτη τάξη. Οι ένδικες απαιτήσεις της δεύτερης και τρίτης των καθών η ένδικη ανακοπή σε βάρος της καθ’ης η εκτέλεση, που αναγγέλθηκαν στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, οι οποίες αποτελούν τη συμφωνηθείσα μεταξύ αυτών και της ανωτέρω πλοιοκτήτριας του πλοίου αμοιβή τους για τις ανωτέρω υπ’ αυτών εκτελεσθείσες εργασίες επί του πλοίου, ενόψει του είδους τους, όπως αυτές αναλύονται ανωτέρω και δεν αμφισβητήθηκαν από τον ανακόπτοντα αλλά και του γεγονότος ότι το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι όπου πραγματοποιήθηκαν οι εν λόγω επισκευές (λιμάνι του Πειραιά και συγκεκριμένα στον προβλήτα του Ναυπηγείου της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας στο Πέραμα) με ίδια μέσα και διαθέτων οργανωμένο πλήρωμα, οι οποίες δεν απέβλεπαν  στη μεταβολή της καταστάσεως του πλοίου και στην επαύξηση της αξίας του όπως αβασίμως υποστηρίζει ο ανακόπτων, αλλά στη διατήρηση της αξίας του, εφόσον αφορούσαν επισκευές της κύριας μηχανής και εν γένει μηχανολογικής φύσεως εργασίες, όπως ειδικότερα αναλύεται ανωτέρω, όσον αφορά στις απαιτήσεις της δεύτερης καθής και αντικατάσταση φθαρμένων λαμαρινών και σωληνώσεων όσον αφορά στις απαιτήσεις της τρίτης των καθών, με αποτέλεσμα να αποτελούν έξοδα συντήρησης του εν λόγω πλοίου, που διενεργήθηκαν στο λιμένα, όπου το πλοίο κατέπλευσε για αναγκαίες επισκευές, προκειμένου να συνεχίσει μετά την ολοκλήρωσή τους τους πλόες του προς εκπλήρωση του προορισμού του και όχι για να παροπλισθεί, όπου και  επακολούθησαν, διαρκούντος του ελλιμενισμού του εκεί, οι ανωτέρω απαγορεύσεις απόπλου, ακολούθως δε συντηρητικές κατασχέσεις και εν τέλει η ανωτέρω αναγκαστική κατάσχεση στα πλαίσια της οποίας έλαβε χώρα ο προαναφερόμενος  πλειστηριασμός του, του λιμένος αυτού (της κατάσχεσης) θεωρουμένου ως τελευταίου υπό την έννοια των ανωτέρω διατάξεων αμφοτέρων των δικαίων (Ιταλίας και Ελλάδος), που προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, λόγω της από τότε απαγόρευσης της ναυσιπλοΐας του και μέχρι της εκποίησής του με πλειστηριασμό, χωρίς να είναι απαραίτητο οι εν λόγω δαπάνες να έχουν γίνει οπωσδήποτε μετά την κατάσχεση ενόψει του ότι τέτοια προϋπόθεση δεν τάσσεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 522 του Ιταλικού Ναυτικού Δικαίου και του ημεδαπού δικαίου. Συγκεκριμένα, οι ανωτέρω απαιτήσεις των δεύτερης και τρίτης των καθών, που αφορούν εκτέλεση επισκευών στο εν λόγω πλοίο κατόπιν συμφωνίας των ανωτέρω καθών με την πλοιοκτήτρια εταιρεία, οι οποίες διενεργήθηκαν εντός του μηνός Ιουλίου 2016 εντός του χώρου της προβλήτας στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της πρώτης καθής εταιρείας, όπου το πλοίο παρέμενε πρυμνιοδετημένο, είναι εξοπλισμένες με προνόμιο, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 522 του Ιταλικού Ναυτικού Δικαίου και του ημεδαπού δικαίου, διότι πρόκειται περί δαπανών, που έγιναν από του κατάπλου του πλοίου στον τελευταίο λιμένα, δηλαδή σ’ αυτόν, στον οποίο εισήλθε για αναγκαίες επισκευές και όχι για να παροπλισθεί και από τον οποίο παρεμποδίσθηκε να αποπλεύσει ακριβώς λόγω των ανωτέρω απαγορεύσεων απόπλου, των συντηρητικών κατασχέσεων αλλά της επιβληθείσης ανωτέρω αναγκαστικής κατάσχεσης και μόνον, προκειμένου, δια των εν λόγω επισκευών, να διατηρηθεί σώο και αβλαβές, για την εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας και να μην υποστεί βλάβη, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι αναφορές του ανακόπτοντος περί παροπλισμού του πλοίου, δεν κρίνονται πειστικές, διότι, όπως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω το εν λόγω πλοίο δεν εισήλθε στον ανωτέρω λιμάνι με σκοπό τον παροπλισμό του, αλλά το πλοίο, κατέπλευσε στις ανωτέρω λιμενικές εγκαταστάσεις για τις ανωτέρω αναγκαίες επισκευές, προκειμένου με την ολοκλήρωσή τους, να συνεχίσει τους πλόες του προς εκπλήρωση του προορισμού του. Το γεγονός ότι εν τέλει, μετά την διακοπή των εργασιών επισκευής η Κυβερνήτης του εν λόγω πλοίου υπέβαλε αίτηση παροπλισμού αυτού στον Επίτιμο Πρόξενο της Ιταλίας στον Πειραιά τον μήνα Νοέμβριο 2016, ως ανωτέρω αναλύεται, δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι εν λόγω επισκευές έλαβαν χώρα έλαβαν χώρα στον «τελευταίο λιμένα κατάπλου» του πλοίου, εφόσον προηγήθηκαν οι ανωτέρω προσωρινές διαταγές απαγόρευσης απόπλου του πλοίου και ακολούθως υπεβλήθη δήλωση παροπλισμού υπό του Κυβερνήτη του πλοίου. Συνεπώς, οι εν λόγω απαιτήσεις της δεύτερης και τρίτης των καθών, οι οποίες απεδείχθησαν ότι αποτελούσαν δαπάνες αναγκαίες για τη διατήρηση του πλοίου σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, οι οποίες και συνετέλεσαν στη διασφάλιση της εκπλήρωσης του προορισμού του ως πλοίου, ήτοι στη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση, και στην αποτροπή της μείωσης της αξίας του, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων συντήρησης, που απολαύουν προνομίου, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Ιταλίας, αλλά και του ελληνικού δικαίου. Εν τούτοις, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 του Ν.4072/2012 και εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, υπό τον τίτλο «Περί ναυτικών προνομίων»  ορίζεται ότι «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις:  α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοίαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) …», οι ανωτέρω απαιτήσεις των δεύτερης και τρίτης των καθών η ένδικη ανακοπή, απολαμβάνουν το προνόμιο της δεύτερης τάξης προνομίων, όπως και η ανωτέρω αποδειχθείσα απαίτηση του ανακόπτοντος και όχι της πρώτης τάξης προνομίων που κατετάγησαν με τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης. Κατά τον εν μέρει βάσιμο τρίτο λόγο της κρινόμενης ανακοπής, με τον οποίο, παραδεκτώς αμφισβητείται το προνόμιο των απαιτήσεων της δεύτερης και τρίτης των καθών η ένδικη ανακοπή, οι οποίες κατετάγησαν στον ανωτέρω πίνακα οι εν λόγω απαιτήσεις υπάγονται στη δεύτερη τάξη προνομίων και όχι στην πρώτη τάξη όπως κατετάγησαν με τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, με αποτέλεσμα να μην προηγούνται του προνομίου που απολαμβάνουν οι ανωτέρω αποδειχθείσες απαιτήσεις του ανακόπτοντος, εφόσον και αυτές ομοίως απολαμβάνουν του προνομίου της δεύτερης τάξης.

ΙΙΙ. Ο ανακόπτων, αφού με τον πρώτο λόγο ανακοπής του ισχυρίσθηκε, ως ανωτέρω αναλύεται, ότι κατ’ εσφαλμένη του νόμου εφαρμογής ο ανωτέρω επί του πλειστηριασμού υπάλληλος δεν τον κατέταξε για την ανωτέρω απαίτησή του προνομιακά στη δεύτερη τάξη στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, αν και διατηρεί απαίτηση απολαμβάνουσα το σχετικό προνόμιο, με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου ανακοπής του, έπληξε την τυχαίως, άνευ προνομίου, κατάταξη της πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..», για το ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ, που αφορούσε μέρος της ισότιμου σε ευρώ, αναγγελθείσας από αυτήν συνολικά ποσού ευρώ 122.400 πλέον ΦΠΑ 24%, απαίτησης αυτής για αμοιβή φύλαξης του ανωτέρω εκπλειστηριασθέντος πλοίου, αμφισβητώντας την εν λόγω απαίτηση της ανωτέρω καθής. Συγκεκριμένα, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι, ουδέποτε η εν λόγω καθής παρείχε υπηρεσίες φύλαξης στο εν λόγω πλοίο, καθόσον μοναδικός φύλακας αυτού ήταν ο ίδιος. Η μόνη εργασία την οποία η εν λόγω καθής πραγματοποιούσε ήταν ο έλεγχος της ασφαλούς πρόσδεσης του πλοίου ενόψει της πρυμνιοδέτησής του στο χώρο του ναυπηγείου της. Παράλληλα, με τον τέταρτο λόγο ανακοπής του, ο ανακόπτων προσέβαλε και την κατάταξη της πέμπτης των εφεσιβλήτων, αλλοδαπής και δη εδρεύουσας στην Tuzla Τουρκίας εταιρείας με την επωνυμία «…………..», έκτης των εφεσιβλήτων αλλοδαπής και δη εδρεύουσας στο ….. Ιταλίας εταιρείας με την επωνυμία «……..» και έβδομης των εφεσιβλήτων αλλοδαπής και δη εδρεύουσας στην Κωνσταντινούπολη εταιρείας με την επωνυμία «……….» [ως προς τις οποίες η ένδικη έφεση απερρίφθη ως απαράδεκτη ως αναλύεται ανωτέρω], οι οποίες είχαν αναγγελθεί και κατετάγησαν στον εν λόγω πίνακα τυχαίως και άνευ προνομίου πιστωτών, για το ποσό των 13.842,77 δολ. ΗΠΑ, 241.667,24 δολ. ΗΠΑ και 4.675,09 δολ. ΗΠΑ, αντίστοιχα, αναφέροντας ότι ο ίδιος, διατηρεί απαίτηση απολαμβάνουσα προνόμιο δεύτερης τάξης, για την οποία ο ανωτέρω επί του πλειστηριασμού υπάλληλος εσφαλμένως, ως αναλύει ειδικότερα στον πρώτο λόγο ανακοπής του, δεν τον κατέταξε, ζητώντας κατόπιν αποδοχής του ανωτέρω πρώτου λόγου ανακοπής του να αποβληθούν οι εν λόγω καθών η ένδικη ανακοπή για μέρος της απαίτησης αυτών για την οποία κατετάγησαν και να καταταγεί στα αντίστοιχα ποσά ο ίδιος προνομιακά στη δεύτερη τάξη, και δη να αποβληθεί κατά το ποσό των 4.103,14 δολ. ΗΠΑ η πέμπτη των εφεσιβλήτων, αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………..», κατά το ποσό των 71.632,71 η έκτη  των εφεσιβλήτων, αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……….» και κατά το ποσό των 1.385,74 η έβδομη των εφεσιβλήτων, αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……….» και να καταταγεί αυτός στη θέση της πέμπτης των ήδη εφεσοβλήτων για το ποσό των δολ. ΗΠΑ (13.842,77 μείον 4.103,14=) 9.739,63, στη θέση της έκτης των ήδη εφεσιβλήτων για το ποσό των δολ. ΗΠΑ (241.667,24 μείον 71.632,71=) 170.034,53 και στη θέση της έβδομης των ήδη εφεσιβλήτων για το ποσό των δολ. ΗΠΑ (4.675,09 μείον 1.385,74=) 3.289,35. Όπως προαναφέρθηκε, η υπό κρίση ανακοπή του ήδη ανακόπτοντος, κατά την ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου διαδικασία, συνεκδικάσθηκε [μεταξύ άλλων και] με την από 6-12-2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “………….» η οποία προσέβαλε την άνευ προνομίου τυχαία κατάταξη τόσο του ανακόπτοντος  για το ποσό των δολ ΗΠΑ 8.775,49, όσο και την άνευ προνομίου τυχαία κατάταξη των ανωτέρω εταιρειών και δη της πέμπτης των εφεσιβλήτων, αλλοδαπής  εταιρείας με την επωνυμία «………….» για το ποσό των 13.842,77 δολ. ΗΠΑ,, της έκτης των εφεσιβλήτων αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…………» για το ποσό των δολ ΗΠΑ 241.667,24 και της έβδομης των εφεσιβλήτων αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «……….» για το ποσό των δολ ΗΠΑ 4.675,09, ζητώντας, κατόπιν μεταρρυθμίσεως του εν λόγω πίνακα κατάταξης να καταταγεί αυτή προνομιακά, για τις αναγγελθείσες από αυτόν και μη καταταγείσες απαιτήσεις και δη αφενός μεν για το ποσό των  ευρώ 151.776 (ισάξιο 167.871,44 δολ. ΗΠΑ με βάση την ισοτιμία των εν λόγω νομισμάτων που εφάρμοσε ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος κατά τη σύνταξη του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης) για έξοδα φύλαξης καθόσον, κατά την ανακοπή της, από μηνός Αυγούστου 2017 έως και την ημέρα διενέργειας του πλειστηριασμού του ανωτέρω πλοίου (7.11.2018) προσέφερε υπηρεσίες φύλαξης στο εν λόγω πλοίο δια διενεργούμενων ελέγχων εσωτερικά και εξωτερικά αυτού, δια υπαλλήλων του ναυπηγείου της, προς αποτροπή πάσης φύσεως θαλασσίων κινδύνων, αφ’ ετέρου δε για το ποσό των 93.005,42 (ισάξιο 102.873,30 δολ. ΗΠΑ με βάση την ισοτιμία των εν λόγω νομισμάτων που εφάρμοσε ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος κατά τη σύνταξη του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης) για τόκους επί όλων των αναγγελθεισών απαιτήσεών της. Επί των εν λόγω ανακοπών, ως αναλύεται ανωτέρω, εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία απερρίφθη, ως αναλύεται ανωτέρω η ένδικη ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, έγινε δε δεκτή η ανωτέρω ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “………….» και αφού αναγνωρίσθηκε ότι η τελευταία αυτή ανώνυμη εταιρεία διατηρεί απαίτηση σε βάρος της καθής η εκτέλεση ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας (α) εκ ποσού ευρώ 151.776 ευρώ (ήτοι δολ. ΗΠΑ 167.871,44) που αφορά στην από μέρους της παροχή υπηρεσιών φύλαξης στο εν λόγω πλοίο, καθόσον κατά το αποδεικτικό της πόρισμα αυτή (πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία) κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, λόγω της εγκατάλειψης του πλοίου από την πλοιοκτήτρια αυτού εταιρεία, αλλά και λόγω μη διορισμού υπό του επισπεύδοντος τον πλειστηριασμό πιστωτή, μετά την επιβολή της αναγκαστικής κατάσχεσης, φύλακα επί 24ώρου βάσεως, όπως απαιτούν οι διατάξεις του άρθρου 1 του π.δ. 250/2000, η ίδια, δια των υπαλλήλων της, πέραν των συνηθισμένων εργασιών και υποχρεώσεων αυτών, προέβαινε σε επισταμένους ελέγχους επί 24ώρου βάσεως εσωτερικά και εξωτερικά του πλοίου, για λόγους ασφαλείας και προς εξασφάλιση, αφενός της ασφαλούς πρόσδεσης και σωστής θέσεώς του και αφετέρου προς έλεγχο για τυχόν ύπαρξη συμβάντος στα εσωτερικά του τμήματα, τα οποία θα έθεταν σε κίνδυνο την καλή και ασφαλή κατάστασή του και (β) εκ ποσού ευρώ 93.005,42.776 (ήτοι δολ. ΗΠΑ 102.873,30) που αφορά σε τόκους της συνολικώς αναγγελθείσας υπ’ αυτής (πρώτης καθής) απαίτησης στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, απαιτήσεις (αμοιβή φύλαξης και τόκοι) για τις οποίες είχε νόμιμα αναγγελθεί στον επί του πλειστηριασμό υπάλληλο, ακολούθως δε μεταρρύθμισε τον ήδη προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και αφού απέβαλε τους ανωτέρω (ήδη ανακόπτοντα, ήδη πέμπτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……….», ήδη έκτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……..» και ήδη έβδομη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «. ……») από τα ποσά από τα οποία είχαν καταταγεί άνευ προνομίου, ως αναλύονται ανωτέρω, και επιπροσθέτως, τη μη διάδικο στην παρούσα δίκη εταιρεία με την επωνυμία «………, κατά το ποσό των 506,35 δολ. ΗΠΑ για το οποίο αυτή είχε καταταγεί τυχαίως άνευ προνομίου στον εν λόγω πίνακα, κατέταξε την ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία με την επωνυμία «………..», τυχαίως, προνομιακά στη δεύτερη τάξη για το ανωτέρω ποσό 167.871,44 δολ. ΗΠΑ που αφορά έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου και για το ποσό των 101.587,50 δολ. ΗΠΑ εκ της συνολικώς εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 102.873,64 απαίτησής της για τόκους επί της συνολικώς αναγγελθείσας απαίτησής της, ήτοι κατέταξε αυτή για το συνολικό ποσό των 269.466,94 δολ. ΗΠΑ, τυχαίως στη δεύτερη τάξη προνομίων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, η εκκαλουμένη απόφαση δεν έλαβε υπόψη της ότι με τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης η ήδη πρώτη καθής είχε καταταγεί για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 7.746,39 τυχαίως, άνευ προνομίου, που αναλογούσε σε ποσοστό 0,04614256916 επί του ποσού των 167.879,44 δολ. ΗΠΑ το οποίο η πρώτη καθής αξίωσε ως δαπάνη φύλαξης του εν λόγω πλοίου και κατετάγη εν τέλει προνομιακά στη δεύτερη τάξη με την εκκαλουμένη απόφαση για όλο το ανωτέρω αξιούμενο υπ’ αυτής ποσό των 167.879,44 δολ. ΗΠΑ. Επομένως, ως προς το εν λόγω ποσό, κατά το οποίο ο προσβαλλόμενος πίνακας δεν μεταρρυθμίσθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση, με αποτέλεσμα η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή να παραμένει καταταγείσα στον προσβαλλόμενο πίνακα τυχαίως και για το εν λόγω ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ, παραμένει το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος προς διερεύνηση του δευτέρου ανωτέρω σκέλους του πρώτου λόγου ανακοπής του, με τον οποίο αμφισβητείται η απαίτηση της ήδη πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή για αμοιβή φύλαξης του εν λόγω πλοίου. Επιπλέον, με τους πρώτο και δεύτερο λόγους έφεσης, προσβάλλεται, υπό του ήδη εκκαλούντος, η δια της εκκαλουμένης αποφάσεως, κατόπιν μεταρρύθμισης του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, αποβολή αυτού του ιδίου από τον εν λόγω πίνακα καθό μέρος αυτός (ανακόπτων) κατετάγη άνευ προνομίων τυχαίως για αμοιβή φύλαξης του εν λόγω πλοίου για το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ και κατάταξη της ήδη πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή. Επιπροσθέτως, κατόπιν εκδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως [και αποβολής της πέμπτης, έκτης και έβδομης των ήδη εφεσιβλήτων από τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και στη θέση αυτών κατάταξη της ήδη πρώτης των καθών η ένδικη ανακοπή], με την ένδικη έφεση και δη τον δεύτερο λόγο αυτής, όπως αυτός δεόντως εκτιμήθηκε, δια της αναφοράς υπό του ανακόπτοντος [στα πλαίσια αυτού του (δευτέρου) λόγου έφεσης] περί λανθασμένης κρίσης της εκκαλουμένης απόφασης, καθό μέρος αφορά την παραδοχή, στο αποδεικτικό της πόρισμα ότι, η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή, κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, παρείχε υπηρεσίες φύλαξης και δικαιούται αμοιβής εκ ποσού ευρώ 122.400 (και κατά λογική ακολουθία και ΦΠΑ 24% επί του ποσού αυτού), για εσφαλμένη εκτίμηση αποδείξεων και του αιτήματος της υπό κρίση εφέσεως, με το οποίο ζητείται η εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης προκειμένου εν τέλει να γίνει δεκτή η ένδικη ανακοπή του  και να απορριφθεί η ανωτέρω ανακοπή της πρώτης καθής, τόσο καθό μέρος αυτή εστράφη εναντίον του, όσο και  κατά τις παραδοχές της εκκαλουμένης αποφάσεως [εξυπονοώντας επί της εν λόγω ανακοπής εφόσον κατά την ακριβή διατύπωση του αιτήματος της ένδικης έφεσης ζητείται «Να μεταρρυθμισθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο μέρος που με θίγει, και :α) να γίνει δεκτή σε όλα της ία αιτήματα η απόν04/12/2019 με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης ……./2019 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης …../2019 ανακοπή μου, που κατέθεσα νόμιμα και εμπρόθεσμα κατά των αντιδίκων μου και κατά του με αριθμό ……/19-11-2019 πίνακα κατάταξης δανειστών του επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου, Συμβολαιογράφου Πειραιά κ. ………, και β) να απορριφθεί η από 06/12/2019 με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης …/2019 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης …/2019 ανακοπή της πρώτης εφεσιβλήτου κατά του ίδιου με αριθμό ……./19-11-2019 πίνακα κατάταξης δανειστών στο μέρος κατά το οποίο στρέφεται κατ’ εμού και σε όσες παραδοχές θίγουν την δική μου κατάταξη στον πίνακα αυτό.»] με τις οποίες θίγεται η ιδική του κατάταξη, προσβάλλεται και η κατάταξη, με την εκκαλουμένη πλέον απόφαση, της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή [πέραν του ποσού  των δολ. ΗΠΑ 8.775,49 στο οποίο ο ίδιος (ανακόπτων) είχε καταταγεί τυχαίως άνευ προνομίου για την ένδικη απαίτησή του η οποία προσβάλλεται δια του δευτέρου και τρίτου λόγου έφεσης] καθό μέρος, αποβαλλομένων των πέμπτης, έκτης και έβδομης των καθών η ένδικη ανακοπή κατά τα ποσά των δολ. ΗΠΑ (13.842,77 μείον 4.103,14=) 9.739,63 όσον αφορά στην πέμπτη των ήδη εφεσιβλήτων, (241.667,24 μείον 71.632,71=) 170.034,53 όσον αφορά στην έκτη των ήδη εφεσιβλήτων και (4.675,09 μείον 1.385,74=) 3.289,35 στην έβδομη των ήδη εφεσιβλήτων (ως προς τα οποία, με την ένδικη ανακοπή του, ο ήδη ανακόπτων προσέβαλε με την ένδικη ανακοπή του την κατάταξη αυτών ήτοι της πέμπτης, έκτης και δεύτερης των καθών η ένδικη ανακοπή – εφεσιβλήτων αξιώνοντας την ιδική του προνομιακή κατάταξη για την ένδικη απαίτησή του) κατετάγη αυτή (πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή) για την απαίτησή της για έξοδα φύλαξης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, η κατάταξη της πρώτης καθής με την εκκαλουμένη απόφαση προνομιακά στη δεύτερη τάξη προνομίων του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, για την ανωτέρω απαίτησή της περί τόκων δεν προσβάλλεται με την ένδικη έφεση, εφόσον καμία αναφορά περί της εν λόγω απαίτησης δεν γίνεται σε αυτή (ένδικη έφεση).

Στην προκειμένη περίπτωση από τα προεκτεθέντα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν επιπροσθέτως και τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με τις προμνημονευόμενες τέσσερις αναγγελίες της ήδη πρώτη καθής, αυτή αναγγέλθηκε στον ένδικο πλειστηριασμό, πλην των ανωτέρω απαιτήσεων για τις οποίες κατετάγη προνομιακώς και για το ποσό των ευρώ 122.400 πλέον ΦΠΑ 24% και συνολικά για το ποσό των 151.776, ήτοι δολ. ΗΠΑ 167.879,44 (με βάση την εφαρμοσθείσα από τον συντάξαντα τον ανωτέρω πίνακα επί του πλειστηριασμού υπάλληλο ισοτιμία των ανωτέρω νομισμάτων) για την παροχή από μέρους της υπηρεσιών φύλαξης του επιδίκου πλοίου κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως και 7.11.2018. Ειδικότερα, η εν λόγω καθής η ανακοπή, τόσο με τις αναγγελίες της όσο και με την ανωτέρω ανακοπή της, αλλά και με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ισχυρίσθηκε ότι, λόγω της εγκατάλειψης του πλοίου από την πλοιοκτήτρια εταιρεία, δεδομένου ότι οι τελευταίοι φύλακες του εν λόγω πλοίου απεχώρησαν από αυτό, αλλά και λόγω του ότι ο επισπεύδων την ένδικη εκτέλεση δανειστής δεν διόρισε φύλακα και μάλιστα επί 24ώρου βάσεως, κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του ΠΔ 250/2000, αναγκάσθηκε αυτή, να παράσχει, πέραν των εκτάκτων υπηρεσιών φύλαξης του πλοίου που παρείχε, καθόλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα από την πρυμνιοδέτηση του εν λόγω πλοίου στις εγκαταστάσεις της, απαιτήσεις για τις οποίες ως αναλύεται ανωτέρω κατετάγη προνομιακά, υπηρεσίες αυξημένης φύλαξης στο εν λόγω πλοίο από το προσωπικό και τους φύλακές της, οι οποίοι προέβαιναν σε λεπτομερείς ελέγχους, επί 24ώρου βάσεως, εσωτερικά και εξωτερικά του πλοίου για λόγους εξασφάλισης αφενός της ασφαλούς πρόσδεσης και σωστής θέσεως αυτού, αφ’ ετέρου δε προς έλεγχο για τυχόν ύπαρξη συμβάντος στα εσωτερικά του τμήματα, τα οποία θα έθεταν σε κίνδυνο την καλή και ασφαλή κατάστασή του από εισροή υδάτων και  κλοπές  Ότι τις εν λόγω υπηρεσίες παρείχαν υπάλληλοί της καθημερινά από ώρας 08.00 έως 16.00 τις οποίες αυτοί παρείχαν πέραν των συνηθισμένων εργασιών και υποχρεώσεών τους που είχαν αναλάβει και από ώρας 16.00 έως 08.00 αλλά και κατά τις ημέρες Σαββάτου και Κυριακής όλο το 24ωρο από τους μόνιμους φύλακες αυτής, τις οποίες αυτοί παρείχαν ομοίως πέραν των συνηθισμένων εργασιών και υποχρεώσεών τους που είχαν αναλάβει. Παράλληλα, οι υπηρεσίες αυτές φύλαξης του εν λόγω πλοίου ήταν πέραν  των συμβατικών υποχρεώσεων τις οποίες η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία είχε αναλάβει έναντι της πλοιοκτήτριας και τις οποίες τιμολόγησε, με τη συνήθη χρέωση και δη ευρώ 8.000 ημερησίως πλέον ΦΠΑ. Εκ της εν λόγω απαιτήσεως των ευρώ 151.776 ήτοι δολ. ΗΠΑ 167.879,44, η εν λόγω πρώτη καθής εταιρεία, κατετάγη στον προσβαλλόμενο πίνακα τυχαίως άνευ προνομίου για μέρος αυτής και δη για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 7.746,39. Κατόπιν της ανωτέρω μνημονευόμενης ανακοπής της ήδη πρώτης καθής ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, η οποία ως αναλύεται ανωτέρω συνεκδικάσθηκε με την ένδικη ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, έγινε μέρει δεκτή στην ουσία της η εν λόγω ανακοπή της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή και αφού απεβλήθησαν ο ήδη ανακόπτων από το καταταγέν ανωτέρω τυχαίως και άνευ προνομίου ποσό και οι ήδη πέμπτη, έκτη και έβδομη των καθών η ένδικη ανακοπή εταιρειών, κατετάγη η ήδη πρώτη καθής στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης για όλο το ανωτέρω ποσό των ευρώ 151.776 ήτοι δολ. ΗΠΑ 167.879,44, αφού κατά το αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως, αυτή (πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία), κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως και 7.11.2018, παρείχε υπηρεσίες αυξημένης φύλαξης στο εν λόγω πλοίο από το προσωπικό και τους φύλακές της, οι οποίοι προέβαιναν σε λεπτομερείς ελέγχους, επί 24ώρου βάσεως, εσωτερικά και εξωτερικά του πλοίου για λόγους εξασφάλισης αφενός της ασφαλούς πρόσδεσης και της σωστής θέσεως αυτού, αφ’ ετέρου δε προς έλεγχο για τυχόν ύπαρξη συμβάντος στα εσωτερικά του τμήματα, τα οποία θα έθεταν σε κίνδυνο την καλή και ασφαλή κατάστασή του από εισροή υδάτων και κλοπές δια των υπαλλήλων της και δη κατά τις καθημερινές από ώρας 08.00 έως 16.00 δια υπαλλήλων της ως αναλύεται ανωτέρω και κατά τις καθημερινές από ώρας 16.00 έως 08.00 και όλες τις ώρες τις ημέρες Σαββάτου και Κυριακής από τους μόνιμους φύλακες. Κατά την εκκαλουμένη απόφαση, οι παρασχεθείσες από τους υπαλλήλους και φύλακές της ήδη πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας, ανωτέρω υπηρεσίες, ήταν πέραν των συνηθισμένων εργασιών και υποχρεώσεών τους που αυτοί είχαν αναλάβει έναντι της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή, αφορούσαν δε ειδικώς το εν λόγω πλοίο, επιπροσθέτως ήταν πλέον των συμβατικών υποχρεώσεων της ήδη πρώτης καθής έναντι της πλοιοκτήτριας από την ανωτέρω σύμβαση που τους συνέδεε, για την οποία αυτή δικαιούται αμοιβής εκ ποσού ευρώ 8.000 ημερησίως πλέον αναλογούντος εκ ποσοστού 24% ΦΠΑ και συνολικά αμοιβή εκ ποσού ευρώ 151.776. Κατά το αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλουμένης αποφάσεως, υπηρεσίες φύλαξης στο εν λόγω πλοίο παρείχε και ο ήδη ανακόπτων ……., πλην όμως το γεγονός αυτός έκρινε ότι «δεν αναιρεί τα ανωτέρω αναφερόμενα σχετικά με τις αυξημένες υπηρεσίες φύλαξης που παρείχε η ως άνω ανακόπτουσα.». Εν τούτοις, όπως ανωτέρω απεδείχθη και αναλύεται, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, κατά τις ώρες 06.00 έως 18.00 καθημερινά, όλες τις ημέρες της εβδομάδας, επί του εν λόγω πλοίου επέβαινε και εφύλαττε αυτό ο ήδη ανακόπτων. Ειδικότερα απεδείχθη ότι αυτός (ανακόπτων), δυνάμει συμβάσεως που είχε καταρτίσει με την πλοιοκτήτρια εταιρεία όφειλε καθημερινά όλες τις ημέρες της εβδομάδας, να επιβαίνει επί του εν λόγω πλοίου από ώρας 06.00 πρωινής έως ώρας 18.00 απογευματινής και κατά τη διάρκεια των δώδεκα αυτών ωρών, όφειλε να ελέγχει εσωτερικά και εξωτερικά όλα τα μέρη του πλοίου προκειμένου να εποπτεύει αυτό από τυχόν βλάβη του και σε περίπτωση κινδύνου να ειδοποιεί τις λιμενικές αρχές, καθώς επίσης να ελέγχει την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου, ώστε να μην προκαλούνται ζημίες. Αυτός πράγματι σε εκτέλεση της ανωτέρω σύμβασης, επέβαινε επί του εν λόγω πλοίου καθημερινά και παρέμενε σε αυτό από ώρας 06.00 έως ώρας 18.00 και ήλεγχε αυτό εσωτερικά και εξωτερικά περιφερόμενος κατά καιρούς (πάντα κατά την κρίση του) στα εσωτερικά και εξωτερικά μέρη του πλοίου και επόπτευε αυτό για τυχόν βλάβη του, όπως επίσης ήλεγχε και την ασφαλή πρόσδεση του πλοίου. Μάλιστα, σε περιόδους έντονου κυματισμού, ήλεγχε ειδικώς ώστε να μην «ανοίξει» η πλώρη του, να μη «διπλώσει» στον καιρό και προκληθούν ζημιές στο σκάφος και ατυχήματα. Αυτός δε ως ναυτολογημένο μέλος του πληρώματος και δη Πλοίαρχος αυτού έως της αποναυτολόγησης του πληρώματος, εγνώριζε το πλοίο και είχε τις γνώσεις αλλά και την ικανότητα να ελέγχει επαρκώς την κατάσταση του πλοίου, όπως μόνος αυτός έπραττε από τον μήνα Νοέμβριο 2016, οπότε αποναυτολογήθηκε το πλήρωμα του εν λόγω πλοίου. Στην κρίση του αυτή, το Δικαστήριο ήχθη από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων και ιδίως τη μαρτυρική κατάθεση του μάρτυρος του ανακόπτοντος ……………., αξιωματικού του Λιμενικού Σώματος, ο οποίος αφενός μεν κανένα συμφέρον από την έκβαση της παρούσας δίκης δεν έχει, αφ’ ετέρου δε ήταν αυτόπτης μάρτυρας των όσων κατέθεσε και ιδίως εκ της ενόρκου καταθέσεως αυτού ότι έβλεπε διαρκώς τον ανακόπτοντα να επιβαίνει επί του εν λόγω πλοίου, καθόσον στην περιεχομένη στα με αριθμό …../2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Διαδικασία Ναυτεργατικά – Περιουσιακές διαφορές) κατέθεσε σχετικά «… τον έβλεπα, δεν υπήρχε φορά που να κατέβαινα κάτω και να μην τον δω, και πριν από εμένα δηλαδή γιατί συνηθίζω και πηγαίνω νωρίς στη δουλειά μου το πρωί, εγώ στις 7 είμαι εκεί, τον έβλεπα κάτω. Συνήθως αργούμε καθυστερούμε και εμείς να σχολάσουμε, φεύγαμε καθόταν ακόμα εκεί. Γιορτές αργίες που κάνουμε και εμείς φύλαξη εκεί ειδικά στις δυσμενείς συνθήκες… τον έβλεπα, 7 η ώρα συνήθως είμαι εκεί, 7 παρά, και φεύγω 5, 6, 7 τον έβλεπα εκεί στο πλοίο…». Επομένως, κατά τις ίδιες ώρες, ήτοι καθημερινά από ώρας 06.00 έως ώρας 18.00 του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, δεν αποδεικνύεται ότι επιπλέον των υπηρεσιών φύλαξης του εν λόγω πλοίου, που παρείχε ο ήδη ανακόπτων απαιτείτο φύλαξη και από υπαλλήλους της πρώτη εφεσίβλητης εταιρείας και κατά συνέπεια δεν αποδεικνύεται ότι αυτή είχε αναθέσει σε υπαλλήλους της όπως επιβαίνουν και αυτοί και ελέγχουν εσωτερικά και εξωτερικά το εν λόγω πλοίο. Εκείνο το οποίο αποδείχθηκε ότι εκτελούσαν υπάλληλοι και δη οι φύλακες του ναυπηγείου της πρώτης εφεσίβλητης κατά τις ώρες 06.00 έως 18.00, ήταν ο κατά διαστήματα έλεγχος της ασφαλούς πρόσδεσης του πλοίου, όπως αποδείχθηκε ανωτέρω και αναλύεται, στα πλαίσια διερεύνησης της προνομιακώς καταταγείσας, ήδη με τον προσβαλλόμενο πίνακα, απαίτησης της εν λόγω πρώτης καθής η ανακοπή ανώνυμης εταιρείας περί των εξόδων ελλιμενισμού  του εν λόγω πλοίου στην προβλήτα του ναυπηγείου της. Τούτο έπρατταν οι υπάλληλοι της πρώτης καθής εταιρείας κατ’ εντολή της προς αποτροπή πρόκλησης ατυχήματος, υπηρεσίες που συνεκτιμήθηκαν κατά την αξιολόγηση των υπηρεσιών ελλιμενισμού και την προνομιακή κατάταξη της ήδη πρώτης καθής στα έξοδα αυτά, εφόσον κρίθηκε ότι η αμοιβή της πρώτης καθής για την παραμονή του πλοίου στις εγκαταστάσεις του Ναυπηγείου της, καθόλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα και επομένως και από 1.8.2017 έως 7.11.2018, τυγχάνει προνομιακή όχι συνεπεία της απλής χρήσης του θαλασσίου χώρου του προβλήτα έμπροσθεν του ναυπηγείου της ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας, αλλά λόγω της ασφάλειας που παρείχε ο ελλιμενισμός του εν λόγω πλοίου στον προβλήτα του ναυπηγείου της, ενόψει του ελεγχόμενου χώρου αυτού αλλά και διά του ελέγχου από τους υπαλλήλους της όσον αφορά τη διατήρηση της ασφαλούς του πρόσδεσης στην προβλήτα προς αποτροπή πρόκλησης ατυχήματος. Ως εκ τούτου,  μόνον ο αποδειχθείς κατά καιρούς έλεγχος της ασφαλής πρόσδεσης αυτού, κατά τις ανωτέρω ώρες από 06.00 πρωινή έως 18.00 απογευματινή, από τους αρμοδίους υπαλλήλους της πρώτης καθής κατά τις ίδιες ώρες κατά τις οποίες ο ανακόπτων, επιβαίνων επί του εν λόγω πλοίου και εφύλαττε αυτό, να μην γεννά επιπλέον αξίωση και αυτής για αμοιβή για φύλαξη του πλοίου, για τον ίδιο χρόνο, εφόσον τον έλεγχο του πλοίου εσωτερικά και εξωτερικά μεταξύ των οποίων και την ασφαλή πρόσδεση αυτού είχε κατά τις ανωτέρω ώρες ο ήδη ανακόπτων …………. Εν τούτοις, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, κρίνεται ότι, η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία μετά την αποχώρηση του ανακόπτοντος από το εν λόγω πλοίο περί ώρας 18.00 το απόγευμα έως ώρας 06.00 το επόμενο πρωί, καθημερινά, αυτή δια των μονίμων φυλάκων της – προστηθέντων υπαλλήλων της απασχολείτο με τη φύλαξη του εν λόγω πλοίου και δη προέβαινε σε τακτικούς και λεπτομερείς ελέγχους εσωτερικά και εξωτερικά του πλοίου καθώς επίσης ήλεγχε και την ασφαλή πρόσδεση αυτού, ώστε να μην προκαλούνται σε αυτό ζημίες, εφόσον κατά τον ίδιο χρόνο δεν υπήρχε άλλος φύλακας σε αυτό. Για την επί δώδεκα ωρών ασφαλή φύλαξη του εν λόγω πλοίου η πρώτη ανωτέρω καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία απασχολούσε προσωπικό για την αμοιβή του οποίου, ειδικώς για τις εν λόγω εργασίες φύλαξης  του ανωτέρω πλοίου κρίνεται ότι δαπανούσε το ποσό των ευρώ 4.000 (πλέον ΦΠΑ), αφού αποδείχθηκε ότι η τιμολόγησή της για είκοσι τεσσάρων ωρών τοιαύτης φυλάξεως, ανήρχετο , κατά το ένδικο χρονικό διάστημα, στο ποσό των ευρώ 4.000 πλέον ΦΠΑ 24%.  Η εν λόγω αμοιβή των 4.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ, την οποία η πρώτη καθής εταιρεία ανήγγειλε στην ένδικη εκτέλεση, εντάσσεται στην έννοια των «εξόδων φυλάξεως» του πλοίου από τον κατάπλου του πλοίου στον τελευταίο λιμένα του άρθρου 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου, και επομένως απολαμβάνει το προνομίου του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 Ν.4072/2012και εφαρμόζεται εν προκειμένω, διότι η δαπάνη αυτή δημιουργήθηκε για να εξασφαλίσει την αξιοπλοΐα και ασφάλεια του ανωτέρω πλοίου κατά τη διάρκεια της παραμονής του στον λιμένα, με σκοπό να αποφευχθεί η χειροτέρευση και καταστροφή του πλοίου, να διευκολυνθεί ο δικαστικός πλειστηριασμός αυτού (πλοίου) και να επιτευχθεί η εξασφάλιση της οικονομικής του αξίας και η ικανοποίηση των δανειστών. Εξάλλου οι δαπάνες αυτές έλαβαν χώρα στον «τελευταίο λιμένα κατάπλου» του εν λόγω πλοίου, ως αναλύεται ειδικότερα ανωτέρω. Ως εκ τούτου, η πρώτη των εφεσιβλήτων διατηρεί απαίτηση που εντάσσεται στην έννοια των εξόδων φύλαξης, για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως την 7.11.2018, οπότε το ανωτέρω πλοίο εκπλειστηριάσθηκε, ανερχομένη στο ποσό των ευρώ (4.000 επί 15 μήνες και 7 ημέρες) 61.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ εκ ποσοστού 24% ήτοι ευρώ 14.640 και συνολικά ευρώ 75.640,00, η οποία απολαμβάνει ναυτικό προνόμιο δεύτερης τάξης.  Κατόπιν των ανωτέρω, κατά τον εν μέρει βάσιμο δεύτερο λόγο της κρινόμενης έφεσης, εσφαλμένως υπό της εκκαλουμένης απόφασης και δη κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων έγινε δεκτό ότι, η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή διατηρεί απαίτηση εκ της ανωτέρω αιτίας η οποία μάλιστα απολαμβάνει του προνομίου της δεύτερης τάξης για την εν λόγω αιτία (έξοδα φύλαξης) εκ ποσού ευρώ 122.400 πλέον ΦΠΑ εκ ποσοστού 24% και δη συνολικά απαίτηση εκ ποσού ευρώ 151.776, και ακολούθως αποβληθέντος του ήδη ανακόπτοντος, αλλά και των ήδη πέμπτης, έκτης και έβδομης των καθών η ένδικη ανακοπή κατετάγη αυτή (πρώτη καθής ανώνυμη εταιρεία – ανακόπτουσα) για το ισόποσο του ανωτέρω ποσού σε δολ. ΗΠΑ ήτοι για το ποσό των 167.879,44 δολ. ΗΠΑ για την εν λόγω αιτία, κατέταξε την πρώτη εφεσίβλητη για το εν λόγω ποσό, ενώ εάν ορθά εκτιμούσε τις αποδείξεις, θα έπρεπε να κάνει δεκτό ότι, για την εν λόγω αιτία η πρώτη των εφεσιβλήτων διατηρεί απαίτηση προνομιακή και μάλιστα με το προνόμιο της δεύτερης τάξης μόνον για το ποσό των 75.640 ευρώ ήτοι δολ. ΗΠΑ (75.640 επί 1,1061 που αφορά την ισοτιμία των εν λόγω νομισμάτων κατά τον πίνακα κατάταξης=) 83.665,40, ως απεδείχθη και αναλύεται ανωτέρω. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε αντίθετη κρίση, δεν μπορεί να αχθεί το Δικαστήριο από τις προσκομιζόμενες από την πρώτη εφεσίβλητη εταιρεία αποδείξεις και ιδίως τις έγγραφες σημειώσεις που κατ’ αυτήν αποτυπώνουν τις ώρες εισόδου και εξόδου του ανακόπτοντος στο χώρο του Ναυπηγείου της, όπως αυτές αναλύθηκαν ανωτέρω, αλλά και από την ένορκη κατάθεση του ανωτέρω μάρτυρά της, δεδομένου ότι κρίνεται πλέον πειστική η ανωτέρω κατάθεση του μάρτυρα του ανακόπτοντος …….., αξιωματικού του Λιμενικού Σώματος, ο οποίος δεν αποδείχθηκε ότι συνδέεται με κανέναν των διαδίκων, κανένα συμφέρον από την έκβαση της παρούσας δίκης δεν έχει, επιπροσθέτως δε για όσα κατέθεσε έχει ιδία αντίληψη εφόσον αυτός σαφώς κατέθεσε ότι εργαζόταν κατά το επίδικο διάστημα σε σταθμό του Λιμενικού Σώματος πλησίον του εν λόγω πλοίου. Επίσης σε αντίθετη κρίση, το παρόν Δικαστήριο δεν δύναται να αχθεί ούτε από την προσκομιζόμενη με αριθμό 1365/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εξεδόθη με την τακτική διαδικασία κατόπιν αγωγής της ήδη πρώτης εφεσίβλητης κατά της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας και ερήμην αυτής με την οποία αναγνωρίσθηκε ότι η ανωτέρω πλοιοκτήτρια εταιρεία οφείλει στην ήδη πρώτη εφεσίβλητη μεταξύ άλλων και το ποσό των 122.400 ευρώ για υπηρεσίες αυξημένης φύλαξης, διότι αυτή δεν παράγει δεδικασμένο στα πλαίσια της παρούσας δίκης. Κατόπιν των ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι: (α) ο ανακόπτων διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση πλοιοκτήτριας εταιρείας από τις υπηρεσίες φύλαξης του εν λόγω πλοίου για το ανωτέρω διάστημα από 28.8.2017 έως 7.11.2018 για την οποία αναγγέλθηκε νόμιμα εκ ποσού ευρώ 64.350, ήτοι (με βάση την ισοτιμία των ανωτέρω νομισμάτων ευρώ και δολ ΗΠΑ 1/1,1061 που εφαρμόσθηκε από τον επί του πλειστηριασμό υπάλληλο κατά τη σύνταξη του εν λόγω πίνακα), 71.177,53 δολ. ΗΠΑ, η οποία απολαμβάνει, ως ανωτέρω αναλύεται προνόμιο δεύτερης τάξης, για την οποία, μετά την έκδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως με την οποία απεβλήθη από την ανωτέρω άνευ προνομίου κατάταξή του, για ουδέν ποσό κατετάγη, (β) εκ των καθών η ένδικη ανακοπή, η δεύτερη εξ αυτών ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «………», διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση, για την οποία αναγγέλθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, εφόσον τούτο δεν αμφισβητείται υπό του ανακόπτοντος, εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 69.333,17, και η οποία απολαμβάνει, ως ανωτέρω απεδείχθη, προνόμιο δεύτερης τάξεως, η τρίτη εξ αυτών εταιρεία περιορισμένη ευθύνη με την επωνυμία «……………», διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση, για την οποία αναγγέλθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα εφόσον τούτο δεν αμφισβητείται υπό του ανακόπτοντος, εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 51.485,14, και η οποία απολαμβάνει, ως ανωτέρω απεδείχθη, προνόμιο δεύτερης τάξεως, η τέταρτη εξ αυτών αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………», απαίτηση εκ ποσού 45.222,96 δολ. ΗΠΑ (κατά το οποίο κρίθηκε παραδεκτή η ένδικη έφεση αν και είχε καταταγεί στον προσβαλλόμενο πίνακα για ποσό 91.198,95 δολ. ΗΠΑ) για το οποίο, ως απεδείχθη ανωτέρω δεν απολαμβάνει προνόμιο και εσφαλμένως κατετάγη στην πρώτη τάξη προνομίων και η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..» διατηρεί, κατά της καθής η εκτέλεση, απαιτήσεις για τις οποίες αναγγέλθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, εφόσον τούτο δεν αμφισβητείται υπό του ανακόπτοντος (α) εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 943.682,47 η οποία απολαμβάνει, ως ανωτέρω απεδείχθη, προνόμιο δεύτερης τάξεως, ποσό για το οποίο είχε κατετάγη ήδη με τον προσβαλλόμενο πίνακα προνομιακά, πλην όμως εσφαλμένως, ως ανωτέρω αναλύεται στην πρώτη τάξη, αντί της ορθής δεύτερης τάξης προνομίων, (β) απαίτηση, εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 101.587,50, για τόκους επί των αναγγελθέντων απαιτήσεων της, για το οποίο κατετάγη προνομιακά στη δεύτερη τάξη προνομίων με την εκκαλουμένη απόφαση (αφού απεβλήθησαν ο ήδη ανακόπτων και η ήδη πέμπτη, έκτη και έβδομη των καθών η ένδικη ανακοπή) διάταξη η οποία δεν προσεβλήθη με την ένδικη έφεση και (γ) απαίτηση εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 83.665,40 για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου που αφορούν το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2017, για την οποία κατετάγη προνομιακά στη δεύτερη τάξη προνομίων με την εκκαλουμένη απόφαση (αφού απεβλήθησαν ο ήδη ανακόπτων και η ήδη πέμπτη, έκτη και έβδομη των καθών η ένδικη ανακοπή). Ενόψει των ανωτέρω, εφόσον αποδεικνύεται ότι ο ανακόπτων διατηρεί απαίτηση για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου, για την οποία αναγγέλθηκε νόμιμα για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 71.177,53 δολ. ΗΠΑ και η οποία απολαμβάνει το προνόμιο της δεύτερης τάξης, επιπροσθέτως δε οι απαιτήσεις των καθών η ένδικη ανακοπή του ανωτέρω εκκαλούντος – ανακόπτοντος δεν διατηρούν επικρατέστερο προνόμιο έναντι αυτού, ο εκκαλών και ήδη ανακόπτων είχε έννομο συμφέρον προς έγερση της ένδικης ανακοπής. Αντίθετα κρίνοντας η εκκαλουμένη απόφαση, κατά τον βάσιμο πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης, έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 68 ΚΠολΔ, 552 του Ιταλικού Κώδικα Ναυτικού Δικαίου και 205 του ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 214 Ν.4072/2012, καθό μέρος απέρριψε την ένδικη ανακοπή, κατόπιν ουσιαστικής έρευνας αυτής και επομένως στην πραγματικότητα ως αβάσιμης στην ουσία της – για έλλειψη εννόμου συμφέροντος. Πρέπει, επομένως, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση καθό μέρος με αυτήν απορρίφθηκε η ένδικη από 4.12.2019 ανακοπή του ήδη εκκαλούντος για έλλειψη της διαδικαστικής προϋπόθεσης του εννόμου συμφέροντος και ακολούθως, το παρόν Δικαστήριο, αφού κρατήσει και δικάσει την ένδικη υπόθεση (άρθρο 535 ΚΠολΔ). Ο ανακόπτων, ………  , ο οποίος για την εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 71.177,53 ανωτέρω αποδειχθείσα απαίτησή του από τη φύλαξη του ανωτέρω πλοίου από του χρόνου της αναγκαστικής κατάσχεσης αυτού έως της εκπλειστηριάσεως αυτού, για την οποία είχε αναγγελθεί νόμιμα στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, κατετάγη από τον ανωτέρω συμβολαιογράφο στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, άνευ προνομίου, για το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ. Με την ένδικη από 4.12.2019 ανακοπή του, την οποία άσκησε νόμιμα και εμπρόθεσμα, έπληξε (α) την με προνόμιο κατάταξη της πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης των καθών, αμφισβητώντας το προνόμιο αυτών, (β) την άνευ προνομίου εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 7.746,39 κατάταξη της πρώτης των καθών για την απαίτησή της για έξοδα φύλαξη του εν λόγω πλοίου κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018 και (γ) ενόψει του ιδικού του προνομίου, την άνευ προνομίου κατάταξη της πέμπτης των καθών η ανακοπή του εταιρεία με την επωνυμία «………», εκ του ποσού των δολ. ΗΠΑ 13.842,77 κατάταξή της για το ποσό των (13.842,77 μείον 4.520,98=) 9.321,79, της έκτης των καθών η ανακοπή του εταιρεία με την επωνυμία «………», εκ του ποσού των δολ. ΗΠΑ 241.667,24 κατάταξή της για το ποσό των (241.667,24 μείον 78.927,35=) 162.739,89 και της έβδομης των καθών η ανακοπή του εταιρεία με την επωνυμία «………», εκ του ποσού των δολ. ΗΠΑ 4.675,09 κατάταξή της για το ποσό των (4.675,09 μείον 1.526,86=) 3.148,23, ζητώντας την αποβολή αυτών και την κατάταξή του στον προσβαλλόμενο πίνακα. Παράλληλα, κατά του αυτού πίνακα κατάταξης, η ήδη πρώτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «…………», ήγειρε την προαναφερομένη από 6.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../6.12.2019 ανακοπή της, με την οποία επικαλούμενη ότι διατηρεί (α) προνομιακή απαίτηση δεύτερης τάξης εκ ποσού 151,776 ευρώ, ήτοι δολ. ΗΠΑ 167.879,44 (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 24%) για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, για την οποία αναγγέλθηκε νόμιμα και κατετάγη άνευ προνομίου για μέρος αυτής και δη για το ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ (σελ. 82 ανακοπής της) και (β) προνομιακή απαίτηση δεύτερης τάξης εκ ποσού 102.873,30 δολ. ΗΠΑ για τόκους επί των αναγγελθέντων απαιτήσεων, για την οποία δεν κατετάγη. Ενόψει αυτών και επικαλούμενη ότι προηγείται σε προνόμιο όλων των καθών η εν λόγω ανακοπή μεταξύ των οποίων και του ήδη ανακόπτοντος, ο οποίος είχε καταταγεί άνευ προνομίου για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 8.775,49, εζήτησε τη μεταρρύθμιση του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης και αποβαλλομένων των καθών αυτής, να καταταγεί αυτή προνομιακά στον εν λόγω πίνακα κατάταξης για τις ανωτέρω απαιτήσεις της στη δεύτερη τάξη προνομίων. Η εν λόγω ανακοπή, αφού συνεδικάσθηκε με την ανωτέρω ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, έγινε δεκτή ως προς τον ήδη εκκαλούντα – τέταρτο καθού η εν λόγω ανακοπή, όπως επίσης και κατά των ήδη πέμπτης, έκτης, έβδομης των καθών η ένδικη ανακοπή και της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….». Ειδικότερα, με την εκκαλουμένη απόφαση, αφού αναγνωρίσθηκε ότι η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας (α) προνομιακή δεύτερης τάξης εκ ποσού 151.776 ευρώ, ήτοι δολ. ΗΠΑ 167.879,44 για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, για την οποία αναγγέλθηκε νόμιμα και (β) προνομιακή απαίτηση δεύτερης τάξης εκ ποσού 102.873,30 δολ. ΗΠΑ για τόκους επί των αναγγελθέντων απαιτήσεων, για την οποία δεν κατετάγη, μεταρρύθμισε τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και αφού απέβαλε (α) τον ήδη  ανακόπτοντα (τέταρτο των καθών η ανωτέρω ανακοπή της) από το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ, στο οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου για την επίδικη απαίτησή του, (β) την πέμπτη των ήδη καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……….» για το ποσό των δολ ΗΠΑ 13.842,77, στο οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου, (γ) την έκτη των ήδη καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……..» για το ποσό των δολ ΗΠΑ 241.667,24 που είχε κατατγεί άνευ προνομίου, (δ) την έβδομη των ήδη καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……….» για το ποσό των δολ ΗΠΑ 4.675,09, άνευ προνομίου και (ε) τη μη διάδικο στην παρούσα δίκη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «……..» για το ποσό των δολ ΗΠΑ 506,35 για το οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου και συνολικά αφού απέβαλε τους ανωτέρω καταταγέντες στον προσβαλλόμενο πίνακα άνευ προνομίου για το συνολικό ποσό των δολ. ΗΠΑ (8.775,49 + 13.842,77 + 241.667,24 + 4.675,09 + 506,35=) 269.466,94, κατέταξε την ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή στο ποσό αυτό, προνομιακά στη δεύτερη τάξη για (α) απαίτησή της εκ ποσού ευρώ 151.776 ήτοι δολ. ΗΠΑ 167.879,44 για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018 και (β) για μέρος της εκ ποσού 102.873,30 δολ. ΗΠΑ απαίτησής της για τόκους επί των αναγγελθέντων απαιτήσεών της και δη για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 101.587,50 δολ. ΗΠΑ, χωρίς μάλιστα να λάβει υπόψη της ότι η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή είχε ήδη καταταγεί στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης όσον αφορά στην ανωτέρω υπό στοιχεία (α) απαίτησή της εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 167.879,44 έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, άνευ προνομίου για το ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ. Εν τούτοις, εν προκειμένω αποδείχθηκε ως ανωτέρω αναλύεται ότι (α) ο ανακόπτων διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση πλοιοκτήτριας εταιρείας εκ ποσού 71.177,53 δολ. ΗΠΑ η οποία απολαμβάνει προνόμιο δεύτερης τάξης, (β) η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση πλοιοκτήτριας εταιρείας εκ ποσού 83.665,40 δολ. ΗΠΑ και όχι εκ ποσού 167.879,44 δολ. ΗΠΑ, όπως ισχυρίσθηκε η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία και εσφαλμένως και δη κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης κατά το πρώτο σκέλος του, δέχθηκε η εκκαλουμένη απόφαση. Η ανωτέρω απαίτηση της πρώτης καθής εταιρείας εκ ποσού 83.665,40 δολ. ΗΠΑ απολαμβάνει προνόμιο δεύτερης τάξης. Επιπροσθέτως, η ίδια πρώτη καθής, όπως αυτή ισχυρίστηκε με την ανωτέρω ανακοπή της και έγινε δεκτό υπό της εκκαλουμένης αποφάσεως, κρίση η οποία δεν πλήττεται με την ένδικη έφεση, διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση πλοιοκτήτριας εταιρείας και για τόκους επί των αναγγελθέντων απαιτήσεών της, για την οποία έγινε δεκτή η ανωτέρω ανακοπή της, με την εκκαλουμένη απόφαση η οποία δεν προσεβλήθη με έφεση, εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 101.587,50.  Επιπροσθέτως, (γ) οι ήδη πέμπτη, έκτη και έβδομη των καθών η ένδικη ανακοπή καθώς επίσης και η μη διάδικος στην παρούσα δίκη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «………», έχουν απαιτήσεις για τις οποίες κατετάγησαν, ως αναλύεται ανωτέρω, άνευ προνομίου συνολικού ποσού εκ δολ. ΗΠΑ (13.842,77 + 241.667,24 + 4.675,09 + 506,35=)260.691,45, ήτοι ποσού που καλύπτει τις ανωτέρω απαιτήσεις της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας και δη του ποσού των 83.665,40 δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018 και του ποσού των 101.587,50 δολ. ΗΠΑ, για τόκους επί των αναγγελθέντων απαιτήσεών της για το οποίο κατετάγη με την εκκαλουμένη απόφαση. Ως εκ τούτου, κατά τον βάσιμο δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης, με το πρώτο σκέλος του οποίου ο εκκαλών προσβάλλει την εκκαλουμένη απόφαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων καθό μέρος με αυτή, γενομένης δεκτής της ανωτέρω από 6.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../6.12.2019 ανακοπής της ήδη πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας, αποβλήθηκε αυτός (εκκαλών ……….) από τον προσβαλλόμενο πίνακα για το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ για το οποίο είχε καταταγεί, άνευ προνομίου, για την ένδικη απαίτησή του στον προσβαλλόμενο πίνακα από τον συντάξαντα αυτόν ανωτέρω συμβολαιογράφο και κατετάγη στη θέση του η πρώτη εφεσίβλητη-πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία, πρέπει να  εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά τούτο, ήτοι καθό μέρος δέχθηκε την ανωτέρω από 6.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης  ……./6.12.2019 ανακοπή της ήδη  πρώτης  καθής  η ένδικη ανακοπή εταιρείας με την επωνυμία «………..» και μεταρρυθμίζοντας τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης,  απέβαλε  τον  ήδη  εκκαλούντα  ………  από  το ανωτέρω ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ,  στο οποίο  αυτός είχε καταταγεί και κατέταξε την ήδη πρώτη καθής η ανακοπή εταιρεία σε αυτό. Περαιτέρω, το παρόν Δικαστήριο, αφού κρατήσει να δικάσει την ένδικη υπόθεση (άρθρο 535 ΚΠολΔ) και να απορρίψει την εν λόγω από 6.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../6.12.2019 ανακοπή της ήδη πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή εταιρείας καθό μέρος ηγέρθη σε βάρος του ήδη ανακόπτοντος ως αβάσιμη στην ουσία της, ως ανωτέρω αναλύεται. Περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η μεταρρύθμιση του προσβαλλομένου πίνακα κατάταξης, όπως αυτός διαμορφώθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση και αφού αποβληθεί από αυτόν η πρώτη εφεσίβλητη – πρώτη καθής η ανακοπή – ανακόπτουσα με την επωνυμία «……» από το επιμέρους ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ [το οποίο αποτελεί μέρος του ποσού των 269.466,94 δολ. ΗΠΑ που κατετάγη τυχαίως με προνόμιο δεύτερης τάξης με την εκκαλουμένη απόφαση], να καταταγεί στο ποσό αυτό ο ήδη εκκαλών ……. τυχαίως με προνόμιο δεύτερης τάξης (με την αυτονόητη συνέπεια ότι δεν θα περιληφθεί στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης για το ίδιο ποσό και ως καταταγείς πιστωτής άνευ προνομίου τυχαίως). Επιπροσθέτως, στο προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο κατετάγη η ήδη πρώτη καθής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………..», άνευ προνομίου, για την απαίτησή της για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018 για το ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ ήτοι για ποσοστό 0,04614256916 επί της αρχικώς αναγγελθείσας εκ ποσού 167.879,44 δολ. ΗΠΑ απαίτησης αυτής για την εν λόγω αιτία, κατάταξη η οποία προσεβλήθη με το δεύτερο σκέλος του δευτέρου λόγου της ένδικης ανακοπής του ήδη εκκαλούντος, με τον οποίο (δεύτερο λόγο ανακοπής κατά το δεύτερο σκέλος του) ο ανακόπτων ………, αμφισβήτησε την εν λόγω απαίτηση της πρώτης καθής η ένδικη ανακοπή. Εφόσον, κατά τα ανωτέρω αποδειχθέντα, η πρώτη ήδη καθής η ένδικη ανακοπή ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..», αποδείχθηκε ότι διατηρούσε απαίτηση για την εν λόγω αιτία εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 83.665,40 και όχι εκ ποσού 167.879,44 δολ. ΗΠΑ και ως εκ τούτου [ανεξαρτήτως εάν με την εκκαλουμένη απόφαση δεν ελήφθη υπόψη το ανωτέρω ποσό των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ για το οποίο κατετάγη στον εν λόγω πίνακα η ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία, με αποτέλεσμα παρά τη μεταρρύθμιση του ανωτέρω προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης η εν λόγω τυχαία άνευ προνομίου κατάταξη της ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας να παραμένει για το ποσό των 7.746,39] πρέπει γενομένου εν μέρει δεκτού του σχετικού δευτέρου, κατά το δεύτερο σκέλος του, λόγου της ένδικης ανακοπής του ήδη εκκαλούντος, να μεταρρυθμισθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης και να αποβληθεί η πρώτη καθής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………», καθό μέρος κατετάγη σε αυτόν άνευ προνομίου για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 7.746,39 από το ποσό των [7.746,39  μείον (83.665,40 επί 0,04614256916=) 3.860,54 (κατόπιν στρογγυλοποίησης) =) 3.885,85 και να καταταγεί σε αυτό το ποσό, για την ένδικη απαίτησή του ο ανακόπτων τυχαίως και προνομιακά στη δεύτερη τάξη. Τέλος, με την εκκαλουμένη απόφαση, απεβλήθησαν οι ανωτέρω πέμπτη, έκτη και έβδομη των καθών η ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..», προκειμένου αυτή να καταταγεί προνομιακά στη δεύτερη τάξη προνομίων, πλην της απαιτήσεώς της για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου για το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018 και για ποσό τόκων 101.587,50 δολ. ΗΠΑ. Δεδομένου ότι η διάταξη του άρθρου 422 ΑΚ εφαρμόζεται και στην περίπτωση της αναγκαστικής εκτέλεσης, κρίνεται ότι, με την εκκαλουμένη απόφαση (α) αποβληθείσας της ήδη πέμπτης των ήδη καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «………» από το ποσό των δολ ΗΠΑ 13.842,77 στο οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου, κατετάγη η πρώτη ήδη καθής η ένδικη ανακοπή σε ποσό ([167.879,44 επί 13.842,77 δια (167.879,44 + 101.587,50=) 269.466,94=] 8.624,12, δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης και στο υπόλοιπο ποσό των (13.842,77 μείον 8.624,12=) 5.218,65 για αναγγελθέντες τόκους, (β) αποβληθείσας της ήδη έκτης των ήδη καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «……….» από το ποσό των δολ ΗΠΑ 241.667,24 στο οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου, κατετάγη η πρώτη ήδη καθής η ένδικη ανακοπή σε ποσό [167.879,44 επί 241.667,24 δια (167.879,44 + 101.587,50=) 269.466,94=] 150.560,06, δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης και στο υπόλοιπο ποσό των (241.667,24 μείον 150.560,06=) 91.107,18 για αναγγελθέντες τόκους και (γ) αποβληθείσας της ήδη έβδομης των ήδη καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «….. . .. …….» από το ποσό των δολ ΗΠΑ 4.675,09 στο οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου, κατετάγη η πρώτη ήδη καθής η ένδικη ανακοπή σε ποσό [167.879,44 επί 4.675,09 δια (167.879,44 + 101.587,50=) 269.466,94=] 2.912,60 δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης και στο υπόλοιπο ποσό των (4.675,09 μείον 2.912,60 =) 1.762,49 για αναγγελθέντες τόκους. Ο ανακόπτων ήδη εκκαλών με την ανωτέρω από 4.12.2019 ανακοπή του προσέβαλε την κατάταξη των ανωτέρω εταιρειών και ήδη πέμπτης, έκτης και έβδομης των καθών ανωτέρω εταιρείες, κατά τα αναφερόμενα δε στην οικεία νομική σκέψη της παρούσας, μετά την αποβολή αυτών (πέμπτης, έκτης και έβδομης των καθών η ανακοπή του ανακόπτοντος ……….) από τον προσβαλλόμενο πίνακα με την εκκαλουμένη απόφαση, ο ανακόπτων έχει έννομο συμφέρον καθό μέρος στη θέση αυτών υποκαταστάθηκε η ήδη πρώτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «……….», να βάλλει την υποκατάσταση αυτής στη θέση των ανωτέρω αρχικώς καθών η ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, γεγονός που πράττει με το δεύτερο λόγο έφεσης, όπως αυτός εκτιμήθηκε, κατά το δεύτερο σκέλος του, σε συνδυασμό με το αίτημα της ένδικης έφεσης. Περαιτέρω, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, η πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………», δεν απέδειξε ως όφειλε, κατόπιν της ειδικής αμφισβήτησης υπό του εκκαλούντος με το δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής του ότι διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση πλοιοκτήτριας εταιρείας, για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου, κατά το χρονικό διάστημα από 1.8.2017 έως 7.11.2018, ποσού δολ. ΗΠΑ 167.879,44, εφόσον όπως αποδείχθηκε ανωτέρω, η απαίτησή της για την εν λόγω αιτία, ανέρχεται μόνον στο ποσό των δολ. ΗΠΑ 83.665,40. Έσφαλε, επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, δεχόμενη ότι η ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση πλοιοκτήτριας εταιρείας, εκ ποσού 167.879,44 δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης και ακολούθως, μεταρρυθμίζοντας τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης αποβάλλοντας (α) την ήδη πέμπτη των ήδη καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………..» από το ποσό των δολ ΗΠΑ 13.842,77 στο οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου για την ένδικη απαίτηση αυτής ήτοι έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου κατά το ποσό των 8.624,12 δολ. ΗΠΑ, (β) την ήδη έκτη των ήδη καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……..» από το ποσό των δολ ΗΠΑ 241.667,24 στο οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου, κατά το ποσό των  150.560,06, δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης και (γ)  την ήδη έβδομη των καθών η ένδικη ανακοπή αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «….. .» από το ποσό των δολ ΗΠΑ 4.675,09 στο οποίο είχε καταταγεί άνευ προνομίου, κατά το ποσό των 2.912,60 δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης και συνολικά απέβαλε τις εν λόγω καθών για έξοδα φύλαξης κατά το ποσό των (8.624,12 + 150.560,06 + 2.912,60=) 162.096,78 δολ. ΗΠΑ, κατέταξε αυτή (πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή – πρώτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «………….»), για μη αποδειχθείσα απαίτηση εκ ποσού δολ. ΗΠΑ (162.096,78 μείον 83.665,40= ) 78.431,38. Εφόσον, κατόπιν των ανωτέρω διατάξεων της παρούσας απόφασης απομένει υπόλοιπο ποσό προς κατάταξη της ανωτέρω αποδειχθείσας απαίτησης του ήδη εκκαλούντος – ανακόπτοντος ………. εκ ποσού δολ. ΗΠΑ (71.177,53  μείον 8.775,49 μείον 3.885,85 =) 58.516,19, πρέπει, γενομένου δεκτού του δευτέρου λόγου εφέσεως κατά το δεύτερο σκέλος του, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων κατά την αποδοχή της ανωτέρω ανακοπής της ήδη πρώτης των εφεσιβλήτων και κατάταξης αυτής πέραν του ποσού των δολ. ΗΠΑ  83.665,40 κατά το οποίο αποδείχθηκε ότι αυτή (ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………») διατηρεί απαίτηση κατά της καθής η εκτέλεση – πλοιοκτήτριας εταιρείας, επιπλέον, καθ’ υποκατάσταση των πέμπτης, έκτης και έβδομης των εφεσιβλήτων – καθών η ανακοπή του ………. και για το ποσό των 78.431,38 δολ. ΗΠΑ για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου, απαίτηση που η πρώτη καθής δεν απέδειξε ότι διατηρεί, να μεταρρυθμισθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας, όπως αυτός διαμορφώθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση και να αποβληθεί η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή – πρώτη εφεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία «………» από τον προσβαλλόμενο πίνακα και από το ποσό των 58.516,19 δολ.ΗΠΑ και να καταταγεί ο ήδη εκκαλών – ανακόπτων ………, προνομιακά στη δεύτερη τάξη προνομίων και τυχαίως. Συνοψίζοντας, πρέπει να μεταρρυθμισθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την έκδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως και (α) να αποβληθεί η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία με την επωνυμία «………..», από μέρος του ποσού των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ που κατετάγη άνευ προνομίων τυχαίως από τον συντάξαντα τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, κατά το ποσό των 3.885,85 δολ. ΗΠΑ που κατετάγη άνευ προνομίου και να καταταγεί σε αυτό το ποσό των 3.885,85 δολ. ΗΠΑ ο ήδη ανακόπτων ……. ., τυχαίως, με προνόμιο δεύτερης τάξης και (β) να αποβληθεί η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία με την επωνυμία «………», από μέρος του ποσού των δολ. ΗΠΑ 269.466,94 που κατετάγη τυχαίως, με προνόμιο δεύτερης τάξης με την εκκαλουμένη απόφαση, κατά το ποσό των (8.775,49 + 58.516,19) 67.291,68 και να καταταγεί σε αυτό ο ήδη ανακόπτων …………., τυχαίως, με προνόμιο δεύτερης τάξης. Ζήτημα κατάταξης του ανακόπτοντος και για τους αναγγελθέντες τόκους δεν τίθεται, διότι με την ένδικη ανακοπή του δεν ζητά την κατάταξη αυτού και για τους αναγγελθέντες τόκους. Στην αόριστη δε αναφορά στο αίτημα αυτής (ένδικης ανακοπής), όπως αποβαλλομένων των καθών η ένδικη ανακοπή, καταταγεί αυτός για τις απαιτήσεις του που αφορούν την αμοιβή του για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες φύλαξης «όπως αυτές αναφέρονται στο ιστορικό», παρά την ενσωμάτωση στην ένδικη ανακοπή της τρίτης κατά σειρά αναγγελίας του, με την οποία αναγγέλθηκε και για τους τόκους επί του εν λόγω κεφαλαίου, δεν δύναται να εκτιμηθεί ότι περιέχει αίτημα περί κατάταξής του και για τους τόκους, διότι στη σελίδα [16] της ένδικης ανακοπής του κάνει λόγο για παρά το νόμο μη κατάταξή του στον προσβαλλόμενο πίνακα για το ποσό των ευρώ 171.939,34 που αντιστοιχεί σε 190.182,10 δολ. ΗΠΑ, ήτοι για το υπόλοιπο, μετά την άνευ προνομίου κατάταξή του για το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ, ποσό του κεφαλαίου των απαιτήσεών του. Θα πρέπει να σημειωθούν επιπροσθέτως τα ακόλουθα: (α) ζήτημα αποβολής εκ της εκ ποσού δολ. ΗΠΑ 45.222,96 απαίτησης [η οποία τυγχάνει εν προκειμένω επίδικη, ως αναλύεται ανωτέρω], της αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «………….», η οποία αποδείχθηκε ότι δεν απολαμβάνει προνομίου, εφόσον, ενόψει και της ερημοδικίας της δεν επικαλέσθηκε ούτε απέδειξε το αναγγελθέν στον εν λόγω πίνακα κατάταξης προνόμιο, δεν τίθεται, διότι σε περίπτωση περισσότερων καθών η ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης που δεν ενάγονται επικουρικά αλλά σωρευτικά, όπως εν προκειμένω, η υποκατάσταση του ανακόπτοντος στην έκταση της απαίτησής του αρχίζει από τον καθού που έχει ασθενέστερο προνόμιο ή κανένα προνόμιο και επεκτείνεται κατ’ αντίθετη φορά από τη σειρά ικανοποίησης που προβλέπεται από το νόμο μέχρι τον δανειστή του οποίου η υποκατάσταση είναι απαραίτητη, μόνον σε περίπτωση που αποδεικνύεται η ύπαρξη όλων των απαιτήσεων των καθών η ανακοπή δανειστών, διότι η σειρά κατάταξης των απαιτήσεων με βάση το τυχόν προνόμιό τους, προϋποθέτει ότι όλες οι καταταγείσες στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης απαιτήσεις ή δεν αμφισβητούνται ή αν αμφισβητούνται αποδεικνύονται ότι πράγματι υφίστανται. Εάν δεν αποδεικνύεται κάποια απαίτηση, η απαίτηση δεν υπάρχει, οπότε και δεν τίθεται ζήτημα προνομίου και (β) για τους ίδιους λόγους, δεν τίθεται ζήτημα σύγκρισης της απαίτησης του ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος, με τις απαιτήσεις της δεύτερης και τρίτης των καθών η ένδικη ανακοπή όπως και με το ποσό για το οποίο η ήδη πρώτη καθής είχε καταταγεί προνομιακά με τον προσβαλλόμενο πίνακα στην πρώτη τάξη, παρά το γεγονός ότι εσφαλμένως κατετάγησαν στον προσβαλλόμενο πίνακα στην πρώτη τάξη, ενώ έπρεπε  να καταταγούν στην δεύτερη τάξη. Κατά συνέπεια, ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η ένδικη ανακοπή του ανακόπτοντος …………, καθό μέρος ηγέρθη σε βάρος της δεύτερης, τρίτης και τέταρτης των καθών η ένδικη ανακοπή, εφόσον, ενόψει της σωρευτικής εναγωγής των καθών η εν λόγω ανακοπή, αποβαλλομένης της πρώτης των καθών ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας, καθό μέρος δεν απεδείχθη η ανωτέρω απαίτησή της για έξοδα φύλαξης του εν λόγω πλοίου, καλύπτονται άπασες οι αναγγελθείσες και αποδειχθείσες απαιτήσεις του ανωτέρω ανακόπτοντος.

Κατόπιν των ανωτέρω, γενομένης δεκτής της ένδικης έφεσης, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση (α) καθό μέρος απορρίφθηκε η ένδικη από 4.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/4.12.2019 ανακοπή του ήδη ανακόπτοντος ……….. και (β) καθό μέρος έγινε δεκτή η από 6.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../6.12.2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας με την επωνυμία «…….», κατά του ήδη εκκαλούντος ……… Ακολούθως το παρόν Δικαστήριο, πρέπει να κρατήσει και να δικάσει τις ένδικες υποθέσεις (άρθρο 535 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, πρέπει (Ι) (α) να απορριφθεί η από 6.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/6.12.2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης  εταιρείας με την επωνυμία «……..», καθό μέρος ηγέρθη αυτή κατά του ήδη εκκαλούντος ……… και δη καθό μέρος, αφού αποβλήθηκε ο ήδη εκκαλών …. . από τον προσβαλλόμενο πίνακα με την εκκαλουμένη απόφαση, από το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ στο οποίο είχε αυτός καταταγεί, άνευ προνομίου, τυχαίως και κατετάγη η ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………». και ακολούθως, αφού μεταρρυθμισθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης, να αποβληθεί η πρώτη καθής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..» από το επιμέρους ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ [το οποίο αποτελεί μέρος του ποσού των 269.466,94 δολ. ΗΠΑ που κατετάγη τυχαίως με προνόμιο δεύτερης τάξης με την εκκαλουμένη απόφαση] και να καταταγεί στο ποσό αυτό ο ήδη εκκαλών ……….. τυχαίως με προνόμιο δεύτερης τάξης (με την αυτονόητη συνέπεια ότι αυτός δεν θα περιληφθεί στον πίνακα για το ίδιο ποσό και ως καταταγείς πιστωτής άνευ προνομίου τυχαίως) (ΙΙ) να απορριφθεί η από 4.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./4.12.2019 ανακοπή του ήδη ανακόπτοντος ……., καθό μέρος ηγέρθη σε βάρος της δεύτερης των καθών ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….», της τρίτης των καθών εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………..»,  και της τέταρτης των καθών αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «……..», (ΙΙΙ) να γίνει δεκτή ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της η από 4.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/4.12.2019 ανακοπή του ήδη ανακόπτοντος ………, καθό μέρος ηγέρθη σε βάρος της πρώτης των καθών ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» και ακολούθως αφού μεταρρυθμισθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης όπως αυτός μεταρρυθμίστηκε με την εκκαλουμένη απόφαση (α) να αποβληθεί η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία με την επωνυμία «……….», από μέρος του ποσού των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ που κατετάγη άνευ προνομίου τυχαίως από τον συντάξαντα τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, επί του πλειστηριασμού υπάλληλο και δη κατά το ποσό των 3.885,85 δολ. ΗΠΑ που κατετάγη η αμέσως ανωτέρω εταιρεία άνευ προνομίου και να καταταγεί σε αυτό ο ήδη ανακόπτων …….., τυχαίως, με προνόμιο δεύτερης τάξης και (β) γενομένου δεκτού του δευτέρου σκέλους του δευτέρου λόγου της ένδικης έφεσης, να αποβληθεί η ήδη πρώτη καθής η ένδικη ανακοπή εταιρεία με την επωνυμία «…………», από μέρος του ποσού των δολ. ΗΠΑ 269.466,94 που κατετάγη τυχαίως με προνόμιο δεύτερης τάξης με την εκκαλουμένη απόφαση και δη κατά το  ποσό των 58.516,19 δολ. ΗΠΑ και να καταταγεί σε αυτό ο ήδη ανακόπτων …………, τυχαίως, με προνόμιο δεύτερης τάξης. Eνόψει της παραδοχής της ενδίκου εφέσεως, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος, παρά του εκκαλούντος, παραβόλου σε αυτόν (άρθρο 495 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να συμψηφισθεί η μεταξύ των διαδίκων δικαστική δαπάνη, αμφότερων των βαθμών δικαιοδοσίας λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της τέταρτης, πέμπτης και έβδομης των εφεσιβλήτων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Απορρίπτει ως απαράδεκτη την ένδικη έφεση ως προς την πέμπτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «…………», ως προς την έκτη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «…….» και ως προς την έβδομη των εφεσιβλήτων αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «……….».

Συμψηφίζει τη μεταξύ του εκκαλούντος και της έκτης των εφεσιβλήτων αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «……….» δικαστική δαπάνη, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Δέχεται τυπικά και στην ουσία της την ένδικη έφεση ως προς την πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των εφεσιβλήτων.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη με αριθμό 986/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εξεδόθη από το Ναυτικό Τμήμα κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (α) καθό μέρος απορρίφθηκε η από 4.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./4.12.2019 ανακοπή του ήδη ανακόπτοντος ……..και (β) καθό μέρος έγινε δεκτή η από 6.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./6.12.2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………» κατά του ήδη εκκαλούντος ……..

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του με αριθμό ……… παραβόλου, που έχει κατατεθεί από αυτόν.

Κρατεί και δικάζει τις ανωτέρω υποθέσεις.

Ι. (α) Απορρίπτει την από 6.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../6.12.2019 ανακοπή της ήδη πρώτης εφεσίβλητης εταιρείας με την επωνυμία «……….», καθό μέρος ηγέρθη αυτή κατά του ήδη εκκαλούντος ……… και δη καθό μέρος, αφού αποβλήθηκε ο ήδη εκκαλών ……. από τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, με την εκκαλουμένη απόφαση, από το ποσό των 8.775,49 δολ. ΗΠΑ στο οποίο είχε αυτός καταταγεί, άνευ προνομίου, τυχαίως, κατετάγη η ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………».

(β) Μεταρρυθμίζει τον προσβαλλόμενο με αριθμό ……../19.11.2019 πίνακα κατάταξη του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……., όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την έκδοση της εκκαλουμένης με αριθμό 986/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία περιουσιακών διαφορών),

(γ) Αποβάλλει από τον ανωτέρω πίνακα την πρώτη καθής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………» κατά το επιμέρους ποσό των οκτώ χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα πέντε δολ. ΗΠΑ και σαράντα εννέα σεντς (8.775,49 δολ. ΗΠΑ) [το οποίο αποτελεί μέρος του ποσού των 269.466,94 δολ. ΗΠΑ στο οποίο η ανωτέρω εταιρεία με την επωνυμία «……….» κατετάγη τυχαίως με προνόμιο δεύτερης τάξης, με την εκκαλουμένη με αριθμό 986/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εξεδόθη με τη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών].

(δ) Κατατάσσει στο αμέσως ανωτέρω ποσό των οκτώ χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα πέντε δολ. ΗΠΑ και σαράντα εννέα σεντς (8.775,49 δολ. ΗΠΑ) τον ήδη εκκαλούντα ………, τυχαίως, με προνόμιο δεύτερης τάξης (με την αυτονόητη συνέπεια ότι δεν θα περιληφθεί στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης για το ίδιο ποσό και ως καταταγείς πιστωτής άνευ προνομίου τυχαίως).

ΙΙ. Απορρίπτει την από 4.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./4.12.2019 ανακοπή του ανακόπτοντος ………, καθό μέρος ηγέρθη σε βάρος της δεύτερης των καθών ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», της τρίτης των καθών εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………» και της τέταρτης των καθών αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…….».

ΙΙΙ. (α) Δέχεται ως εν μέρει βάσιμη στην ουσία της την από 4.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/4.12.2019 ανακοπή του ανακόπτοντος …….., καθό μέρος ηγέρθη σε βάρος της πρώτης των καθών ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………», καθώς επίσης δέχεται και την ένδικη έφεση καθό μέρος, υποκατασταθείσας της αμέσως ανωτέρω αναφερομένης ανώνυμης εταιρείας στις καταταγείσες στον ανωτέρω πίνακα κατάταξης απαιτήσεις της ήδη πέμπτης, έκτης και έβδομης εφεσίβλητης, κατετάγη αυτή («ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..»).

(β) Μεταρρυθμίζει τον προσβαλλόμενο με αριθμό ……../19.11.2019 πίνακα κατάταξη του Συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την έκδοση της εκκαλουμένης με αριθμό 986/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία περιουσιακών διαφορών).

(γ) Αποβάλλει από τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης την πρώτη καθής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» από μέρος του ποσού των 7.746,39 δολ. ΗΠΑ στο οποίο κατετάγη αυτή, άνευ προνομίου τυχαίως από τον συντάξαντα τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης επί του πλειστηριασμού υπάλληλο και δη κατά το ποσό των τριών χιλιάδων οκτακοσίων ογδόντα πέντε δολ. ΗΠΑ και ογδόντα πέντε σεντς (3.885,85 δολ. ΗΠΑ).

(δ) Κατατάσσει στο αμέσως ανωτέρω ποσό των τριών χιλιάδων οκτακοσίων ογδόντα πέντε δολ. ΗΠΑ και ογδόντα πέντε σεντς (3.885,85 δολ. ΗΠΑ) τον ήδη εκκαλούντα ………., τυχαίως, με προνόμιο δεύτερης τάξης.

(ε) Αποβάλλει από τον ανωτέρω με αριθμό ……/19.11.2019 πίνακα κατάταξη του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………, όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά την έκδοση της εκκαλουμένης με αριθμό 986/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία περιουσιακών διαφορών), την πρώτη καθής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..» κατά το επιμέρους ποσό των πενήντα οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων δέκα έξι δολ. ΗΠΑ και δέκα εννέα σεντς (58.516,19 δολ. ΗΠΑ) [το οποίο αποτελεί μέρος του ποσού των 269.466,94 δολ. ΗΠΑ στο οποίο η ανωτέρω εταιρεία με την επωνυμία «………» κατετάγη τυχαίως με προνόμιο δεύτερης τάξης, με την εκκαλουμένη με αριθμό 986/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά].

(στ) Κατατάσσει στο αμέσως ανωτέρω ποσό των πενήντα οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων δέκα έξι δολ. ΗΠΑ και δέκα εννέα σεντς (58.516,19 δολ. ΗΠΑ) τον ήδη εκκαλούντα ………., τυχαίως, με προνόμιο δεύτερης τάξης.

Συμψηφίζει τη μεταξύ των διαδίκων δικαστική δαπάνη.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του στο ακροατήριο, δίχως την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, στον Πειραιά, την 31.1.2024.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ