Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 646/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός  απόφασης     646/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(2Ο Τμήμα)

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Τσιάλτα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα, Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

(Α) Του εκκαλούντος: …….. που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Γεωργίου Δ. Κουφόπουλου  (Δ.Σ. Αθηνών με Α.Μ. …….  που προσκόμισε το με αριθμ. ……… γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων).

Των εφεσιβλήτων: 1) ……… 2) ………. και 3) της εταιρείας με την επωνυμία «………» και τον διακριτικό τίτλο «…………..» που εδρεύει στην … Αττικής, οδός …….. νομίμως εκπροσωπούμενης, με ΑΦΜ ……. που παραστάθηκαν στο Δικαστήριο δια της πληρεξουσίας τους δικηγόρου, ……… (Δ.Σ.Α με Α.Μ. ….. που προσκόμισε το με αριθμ. Α …… γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Ε. «ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ-ΜΑΡΙΑ ΚΕΥΓΑ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ με διακριτικό τίτλο «……» με Α.Μ. Δ.Σ.Α. ……….) παριστάμενη, κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ με την από 11-1-2023 δήλωση.

(Β) Των εκκαλούντων: 1)……… 2) ……… και 3) …….. που παραστάθηκαν στο Δικαστήριο δια της πληρεξουσίας τους δκηγόρου, Μαρίας Ι. Κευγά (Δ.Σ.Α με Α.Μ. … που προσκόμισε το με αριθμ. Α … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Ε. «ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ-ΜΑΡΙΑ ΚΕΥΓΑ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ με διακριτικό τίτλο «……..» με Α.Μ. Δ.Σ.Α. ……) παριστάμενη, κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ με την από 11-1-2023 δήλωση.

Του εφεσιβλήτου: …….. που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Γεωργίου Δ. Κουφόπουλου  (Δ.Σ. Αθηνών με Α.Μ. …  που προσκόμισε το με αριθμ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων).

Ο εκκαλών της υπό στοιχ. Α έφεσης άσκησε την από 15-3-2022 (αριθ. καταθ. Πρωτοδικείου Πειραιώς   ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2022, αριθ. καταθ. Εφετείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2022) έφεσή κατά της με αριθμ. 359/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδικής διαδικασίας), η οποία εγγράφηκε στο πινάκιο για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε δικάσιμος, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Περαιτέρω, οι εκκαλούντες της υπό στοιχ. Β έφεσης άσκησαν1-4-2022 (αριθ. καταθ. Πρωτοδικείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ/……/2022, αριθ. καταθ. Εφετείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2022) έφεσή κατά της με αριθμ. 359/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδικής διαδικασίας), η οποία εγγράφηκε στο πινάκιο για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε δικάσιμος, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν όπως ανωτέρω αναφέρεται κατέθεσαν παραδεκτώς προτάσεις, αιτούμενοι να γίνουν δεκτοί οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι κρινόμενες με αριθ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2022 και ΓΑΚ/ΕΑΚ/……/2022  αντίθετες εφέσεις κατά της με αριθμ. 359/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε αντιμωλία κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα με κατάθεση στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 16-3-2022 και 13-4-2022 αντίστοιχα, ενώ δεν προκύπτει, ούτε γίνεται από τους διαδίκους επίκληση επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρα 495, 511,513 παρ.1, περ. β, 516 παρ.1  και 518 παρ.2 του ΚΠολΔ). Επομένως, οι υπό κρίση εφέσεις πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους, σύμφωνα με το άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ κατά την προαναφερόμενη διαδικασία, αφού συνεκδικαστούν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας (αρθ. 246 και 523 παρ.1 του ΚΠολΔ), ενόψει του ότι για το παραδεκτό καθεμιάς εξ αυτών κατατέθηκε το προβλεπόμενο εκ του άρθρου 495 παρ.3 του ΚΠολΔ παράβολο ποσού εκατό ευρώ (100,00) ευρώ (βλ. σχετικά τις εκθέσεις κατάθεσης δικογράφων του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, το με αριθμ. ……… ηλεκτρονικό παράβολο και την από 14-3-2022 απόδειξη πληρωμής αυτού όσον αφορά την υπό στοιχ. Α έφεση, και το με αριθμ. …….. ηλεκτρονικό παράβολο και την από 8-4-2022 απόδειξη ς αυτού όσον αφορά την υπό στοιχ. Β έφεση).

ΙΙ. Ο ενάγων δήμαρχος …., ήδη εκκαλών της υπό στοιχ. Α έφεσης και εφεσίβλητος της υπό στοιχ. Β έφεσης, με τη με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2019 αγωγή την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, εξέθεσε ότι οι εναγόμενοι, ήδη εφεσίβλητοι της υπό στοιχ. Α έφεσης και εκκαλούντες της υπό στοιχ. Β έφεσης, εκ των οποίων ο πρώτος είναι Διευθυντής της εβδομαδιαίας εφημερίδας «…….», ο δεύτερος Διευθυντής σύνταξης αυτής, η δε τρίτη ιδιοκτήτρια της εν λόγω εφημερίδας, προσέβαλαν παράνομα και υπαίτια την προσωπικότητά του με αδικοπρακτική συμπεριφορά συνιστάμενη στην εκ μέρους των εναγομένων, σε βάρος του τέλεση της αξιόποινης πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης δια της δημοσίευσης στο φύλλο της 1ης-6-2019 του ειδικώς εκτιθέμενου στην αγωγή, δημοσιεύματος άγνωστου συντάκτη. Συγκεκριμένα, ότι το εν λόγω δημοσίευμα εμπεριείχε ψευδείς- εις γνώση των εναγομένων- σε βάρος του ισχυρισμούς αναφορικά με τις πολιτικές του πεποιθήσεις, καθότι επικεφαλής του συνδυασμού «……..» κατά τη διεξαγωγή των επαναληπτικών Δημοτικών Εκλογών της 2ης-6-2019 συνιστάμενων (των ισχυρισμών) ότι αυτός εμφορείται από αντιδημοκρατικές και ολοκληρωτικές ιδέες στηριζόμενος παρασκηνιακά από το, τότε κόμμα, «……..» σε αντίθεση με τον αντίπαλό υποψήφιο για τον Δήμο ………. Ότι λόγω του ανωτέρω ψευδούς δημοσιεύματος, του οποίου έλαβε γνώση αόριστος αριθμός ατόμων και το οποίο αναρτήθηκε και σε διαδικτυακό ιστότοπο της εφημερίδας, οι εναγόμενοι είχαν σκοπό να τον μειώσουν πολιτικά ως υποψήφιο Δήμαρχο …….., εξ αυτού δε, του λόγου προσβλήθηκε η προσωπικότητά του, σε πολιτικό, κοινωνικό και επαγγελματικό επίπεδο, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα. Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησε, αφού έτρεψε μερικώς και παραδεκτώς το καταψηφιστικό αίτημα σε εν μέρει αναγνωριστικό, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας το ποσό των 30.000 ευρώ, περαιτέρω δε, να αναγνωριστεί η υποχρέωσή τους  να του καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας το ποσό των 60.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταχωρίσουν στην εφημερίδα «………» περίληψη της απόφασης που θα εκδοθεί, που να περιέχει τα ειδικώς αναφερόμενα στοιχεία εντός δεκαπέντε ημερών από την επίδοση της τελεσίδικης απόφασης, σε περίπτωση δε που η κυκλοφορία της εφημερίδας έχει παύσει να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταχωρίσουν την περίληψη αυτή σε εβδομαδιαία εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας με δαπάνες τους, να απειληθεί σε βάρος τους χρηματική ποινή ποσού 300 ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης δημοσίευσης της περίληψης της απόφασης που θα εκδοθεί, να απειληθεί σε βάρος των δύο πρώτων εναγομένων προσωπική κράτηση διάρκειας ενός έτους ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν στη δικαστική του δαπάνη. Επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού έκρινε ως παραδεκτή την αγωγή σύμφωνα με την παρ. 5 του Ν. 1178/1981, επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, απορρίπτοντας το σωρευόμενο αίτημα περί υποχρέωσης δημοσίευσης περίληψης της απόφασης που θα εκδοθεί στην ίδια εφημερίδα ως μη νόμιμο ως προς τους πρώτο και δεύτερο των εναγομένων, όπως επίσης και το σωρευόμενο αίτημα για την απαγγελία της προσωπικής τους κράτησης, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη, υποχρέωσε τους εναγομένους να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας στον ενάγοντα το ποσό των 2.500 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση, διέταξε την τρίτη εναγομένη να προβεί στην καταχώριση περίληψης της απόφασης στη εφημερίδα «…….» περιέχουσα τα οριζόμενα εκ του άρθρου 1 παρ. 6 του Ν. 1178/1981 στοιχεία, στην ίδια θέση που είχε καταχωριστεί το επίδικο δημοσίευμα της 1η-6-2019, εντός δεκαπέντε ημερών από την επίδοση της τελεσίδικης απόφασης, καθόρισε χρηματική ποινή ποσού 300 ευρώ σε βάρος της τρίτης εναγομένης και υπέρ του ενάγοντος για κάθε ημέρα καθυστέρησης δημοσίευσης της απόφασης στην ως άνω εφημερίδα και καταδίκασε τους εναγομένους σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος ποσού 250 ευρώ. Ήδη με την συνεκδικαζόμενη με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2022 έφεση, ο εκκαλών παραπονείται κατά της εκκαλούμενης απόφασης για λόγους που ειδικότερα εκτίθενται, συνιστάμενοι σε εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και ζητεί να γίνει δεκτή η έφεσή του, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση κατά το μέρος που η αγωγή απορρίφθηκε στην ουσία της και  να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι στη δικαστική του δαπάνη και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας. Περαιτέρω, οι εκκαλούντες με τη με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2022 έφεσή παραπονούνται κατά της εκκαλούμενης απόφασης και ζητούν την εξαφάνιση αυτής ως προς το μέρος κατά το οποίο έγινε δεκτή η αγωγή, την συνολική απόρριψη αυτής για τους αναφερόμενους στην έφεση λόγους που συνίστανται στην εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου και στην εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και να καταδικαστεί ο εφεσίβλητος στη δικαστική τους δαπάνη και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

IIΙ. (α) Η αξία του ανθρώπου, είναι ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος. Η προσωπικότητα αποτελεί πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις – εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, όμως, η προσβολή της προσωπικότητας, σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου. Η τιμή είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία, με βάση την κοινωνική του αξία, συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του. Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας, της οποίας η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920, 932 ΑΚ, είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων, είναι α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου, που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο, όμως, είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική, κατά την έννοια των άρθρων 281 ΑΚ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, γ) υπαιτιότητα (πταίσμα) του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας (ΟλΑΠ 2/2008, ΑΠ 292/2020, ΑΠ 271/2012), εκδηλούμενη, είτε με τη μορφή του δόλου, είτε με τη μορφή της αμέλειας, η οποία υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια, που απαιτείται στις συναλλαγές (άρθρο 330 παρ. 2 του ΑΚ) και δ) επέλευση ηθικής βλάβης στον προσβληθέντα, τελούσα σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή. Η προσωπικότητα του ανθρώπου μπορεί να προσβληθεί σε οποιαδήποτε έκφανση ή εκδήλωσή της (σωματική, πνευματική, ηθική, τιμή, κλπ). Επομένως, η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει, διότι ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα όρια της προσβολής της προσωπικότητας. Τέτοιες δε πράξεις, διαταρακτικές της κοινωνικής προσωπικότητας του ανθρώπου, είναι και εκείνες που εμπεριέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής ή επαγγελματικής εντιμότητας του προσώπου, ενώ αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης, που ενδέχεται, με την προσβολή, να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου. Κατά συνέπεια, παράνομη προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως συμβαίνει, όταν το άτομο προσβάλλεται στην τιμή και στην υπόληψή του με εξυβριστικές εκδηλώσεις ή με ισχυρισμούς δυσφημιστικούς ή πολύ περισσότερο συκοφαντικούς, κατά την έννοια των άρθρων 361-363 ΠΚ (ΑΠ 292/2020, AΠ 1116/2019, δημ. σε Τρ. Νομ. Πληρ «Νόμος»). Κατά τις διατάξεις αυτές, εξύβριση διαπράττει, όποιος προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, ενώ όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης και αν το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε το ψεύδος, τότε διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης. Ως «γεγονός», κατά τις παραπάνω διατάξεις, νοείται κάθε περιστατικό του εξωτερικού κόσμου ή αντίθετη προς την ηθική, ή την ευπρέπεια σχέση ή συμπεριφορά, εφόσον ανάγονται στο παρελθόν ή στο παρόν και υποπίπτουν στις αισθήσεις, ώστε να είναι δεκτικά απόδειξης. Αντίθετα δε συνιστά γεγονός, η έκφραση γνώμης ή συγκεκριμένης αξιολογικής κρίσης ή άλλοι χαρακτηρισμοί, εκτός αν τα παραπάνω σχετίζονται και συνδέονται άμεσα με γεγονός που συνιστά το κρίσιμο του αδικήματος στοιχείο, έτσι ώστε ουσιαστικά να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική βαρύτητά του, πράγμα που δεν συμβαίνει, όταν εκφράζονται ή εκδηλώνονται ανεξάρτητα και άσχετα με τον τρόπο αυτό. Aπλές, όμως, κρίσεις, γνώμες και χαρακτηρισμοί, που ενέχουν αμφισβήτηση, κατά την κοινή αντίληψη της κοινωνικής ή ηθικής αξίας του παθόντος ή εκδήλωση καταφρόνησης ή ονειδισμού αυτού (χωρίς να συνδέονται με συγκεκριμένο γεγονός), είναι δυνατό να θεμελιώσουν το έγκλημα της εξύβρισης και όχι το έγκλημα της δυσφήμησης (ΑΠ 1069/2019, δημ. σε «Νόμος»). Για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της δυσφήμησης απαιτείται γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο από αυτόν ενώπιον τρίτου γεγονός, είναι πρόσφορο και κατάλληλο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου και θέληση ή αποδοχή του ίδιου να ισχυρισθεί ή να διαδώσει ενώπιον τρίτου το βλαπτικό για άλλον γεγονός, ενώ για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται, επιπλέον, και γνώση του δράστη ότι το γεγονός είναι ψευδές. Έτσι, σε περίπτωση που ο δράστης δεν γνώριζε το ψεύδος του γεγονότος που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ή είχε αμφιβολίες γι` αυτό, δεν στοιχειοθετείται μεν το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος άλλου, παραμένει, όμως, ως έγκλημα η απλή δυσφήμηση κατ` άρθρο 362 του ΠΚ, που προσβάλλει επίσης, την προσωπικότητα του άλλου σε βαθμό μη ανεκτό από την έννομη τάξη. Ωστόσο ως αστικό αδίκημα, η δυσφήμηση θεμελιώνεται υποκειμενικά και σε απλή αμέλεια του δράστη και συνεπώς όποιος από πρόθεση ή από αμέλεια ισχυρίζεται ή διαδίδει προς τρίτους, με οποιονδήποτε τρόπο γεγονότα που θίγουν την τιμή και την υπόληψη άλλου, υπό την προαναφερόμενη έννοια, προσβάλλοντας παράνομα την προσωπικότητά του, έχει υποχρέωση, να τον αποζημιώσει και να ικανοποιήσει και την ηθική βλάβη του, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 367 παρ. 1 ΠΚ περιπτώσεις, που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του, τόσο ως ποινικό όσο και ως αστικό αδίκημα, αφού οι διατάξεις των άρθρων 361 – 367 του ΠΚ εφαρμόζονται αναλογικά για την ενότητα της έννομης τάξης και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ ΑΚ. Ειδικότερα, το άρθρο 367 ΠΚ ορίζει στην παρ. 1, ότι, «δεν αποτελούν άδικη πράξη, α) οι δυσμενείς κρίσεις … καθώς και, γ) οι εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νομίμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ..» και στην παρ. 2 ότι η προηγούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται, α) όταν οι παραπάνω κρίσεις και εκδηλώσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία της πράξης του άρθρου 363 (δηλαδή της συκοφαντικής δυσφήμησης) καθώς και β) όταν από τον τρόπο εκδήλωσης ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξύβρισης. Επομένως, αιρομένου του άδικου χαρακτήρα των προαναφερθεισών αξιόποινων πράξεων, αποκλείεται και το στοιχείο του παράνομου της επιζήμιας συμπεριφοράς, ως όρος της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. `Ομως, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης, ως προς τις εξυβριστικές ή δυσφημιστικές εκφράσεις που περιέχει, δεν αίρεται στις προαναφερθείσες περιπτώσεις (λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος κλπ), και συνεπώς, παραμένει η ποινική ευθύνη του δράστη, άρα και η υποχρέωσή του προς αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση κατά το αστικό δίκαιο, όταν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 367 ΠΚ, δηλαδή, όταν οι επίμαχες κρίσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης του άρθρου 363 ΠΚ, ή όταν από τον τρόπο εκδήλωσης, ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή πρόθεση που κατευθύνεται ειδικά στην προσβολή της τιμής του άλλο. Ο ισχυρισμός του εναγομένου, ότι συντρέχει περίπτωση δικαιολογημένου ενδιαφέροντος που αίρει κατά το άρθρο 367 παρ. 1 γ΄ ΠΚ τον άδικο χαρακτήρα δυσφημιστικού για τον ενάγοντα ισχυρισμού του συνιστά ένσταση καταλυτική της εναντίον του αγωγής με αντικείμενο την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του αντιδίκου από την επικαλούμενη προσβολή της προσωπικότητάς του με το δυσφημιστικό σε βάρος του ισχυρισμό, ενώ αντένσταση συνιστά ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι δεν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της δυσφήμησής του από τον εναγόμενο, επειδή οι επίμαχες εκδηλώσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης ή επειδή αυτός ενήργησε με ειδικό σκοπό εξύβρισής του (ΑΠ 792/2020, δημ σε Τρ. Νομ. Πληρ «Νόμος»). Ειδικός σκοπός εξύβρισης, που ως νομική έννοια ελέγχεται από τον Aρειο Πάγο, υπάρχει στον τρόπο εκδήλωσης της προσβλητικής της τιμής του άλλου συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν αντικειμενικά αναγκαίος για τη δέουσα απόδοση του περιεχομένου της σκέψης εκείνου που φέρεται ότι ενεργεί από δικαιολογημένο ενδιαφέρον και ο οποίος καίτοι γνώριζε τούτο,  χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτό για να προσβάλει την τιμή του άλλου. Έτσι, ο ειδικός σκοπός εξύβρισης έγκειται στην ενσυνείδητη υπέρβαση των ορίων του δικαιώματος, η οποία κατατείνει στην προσβολή της τιμής και αποτελεί πρόσθετο στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος. (β) Εξάλλου, κατά μεν την παρ. 1 του άρθρου 14 Συντάγματος, «Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου, τους στοχασμούς του, τηρώντας τους νόμους του Κράτους» κατά δε, την παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου, «Ο τύπος είναι ελεύθερος και η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται, ότι ο τύπος επιτελεί κοινωνικό λειτούργημα, ασκώντας καθήκοντα τα οποία ο ίδιος επιλέγει, βάσει της αποστολής του, που συνίστανται στην πληροφόρηση και στη σύμπραξη για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Η ελευθερία του τύπου δεν αποτελεί, όμως, αυτοσκοπό και συνακόλουθα δεν πρέπει να συνεπάγεται χωρίς άλλο τη θυσία άλλων εννόμων αγαθών, γι’ αυτό και υπάγεται, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 1 Συντάγματος, στο γενικό περιορισμό της τήρησης των νόμων του Κράτους, οι οποίοι αποτελούν και το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται και αναπτύσσεται ελεύθερα ο τύπος. Άλλωστε, από το άρθρο 14 παρ. 1 Συντάγματος, σε συνδυασμό με τα άρθρο 25 παρ. 3 Συντάγματος και 281 ΑΚ, προκύπτει ότι, το δικαίωμα της ελευθεροτυπίας υπόκειται σε περιορισμούς και ασκείται εντός των ορίων που χαράσσουν οι νόμοι του κράτους, οι οποίοι επιδιώκουν όχι τη, με οποιονδήποτε τρόπο, παρεμπόδιση της ελευθεροτυπίας, αλλά την προστασία των πολιτών και του κοινωνικού συνόλου από την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος της, με τον τύπο, ελεύθερης έκφρασης γνώμης ή διάδοσης πληροφοριών ή άσκησης κριτικής. Τα δυσδιάκριτα όρια του δικαιώματος της ελευθεροτυπίας από την εφαρμογή των προμνησθεισών διατάξεων προσδιορίζονται από το ημεδαπό δίκαιο από την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 367 ΠΚ. Επίσης, το άρθρο 10 της Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης, που κυρώθηκε και αποτελεί εσωτερικό δίκαιο (νδ/γμα 53/1974), καθιερώνει με την παρ. 1 αυτού, την ελευθερία της γνώμης και της μετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών, όμως, με την παρ. 2 αυτού προβλέπει δυνατότητα περιορισμού της ελευθερίας του τύπου, ορίζοντας ότι η άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες και μπορεί να υπαχθεί σε περιορισμούς ή κυρώσεις που προβλέπονται από το νόμο και αποτελούν αναγκαία μέτρα σε δημοκρατική κοινωνία για την εθνική ασφάλεια, τη δημόσια τάξη, την προστασία της υπόληψης και των δικαιωμάτων τρίτων, για την παρεμπόδιση της κοινολόγησης εμπιστευτικών πληροφοριών ή για την εξασφάλιση του κύρους ή της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας (ΑΠ 1017/2022, δημ. σε Τρ. Νομ. Πληρ. «Νόμος»). Από το πλέγμα των προαναφερθεισών διατάξεων συνάγεται ότι, από τον ενυπάρχοντα στη δημοσιογραφική δραστηριότητα αυξημένο κίνδυνο προσβολής της προσωπικότητας λόγω της δημοσιότητας, που αποτελεί το πεδίο δράσης του τύπου, απορρέουν οι λεγόμενες συναλλακτικές υποχρεώσεις του τύπου, μεταξύ των οποίων η υποχρέωση σεβασμού της προσωπικότητας και το καθήκον αλήθειας, που επιβάλλει να προηγηθεί ο έλεγχος της αλήθειας των πληροφοριών και των ειδήσεων, ώστε το περιεχόμενο να συμπίπτει με την πραγματικότητα. Η μη τήρηση αυτών των συναλλακτικών υποχρεώσεων αποκλείει, στην περίπτωση της μετάδοσης αναληθούς είδησης, την ύπαρξη δικαιολογημένου ενδιαφέροντος του δημοσιογράφου προς ενημέρωση του κοινού, και γι’ αυτό δεν τίθεται θέμα άρσης του παράνομου της προσβολής, κατ’ άρθρο 367 ΠΚ. Ο δημοσιογράφος οφείλει να εξακριβώνει, πριν από τη δημοσίευση, την αλήθεια των όλων δυσφημιστικών γεγονότων, χωρίς να μπορεί να θεωρηθεί, σε αντίθετη περίπτωση, ότι η παράδοση σε δημόσια ανυποληψία του δυσφημούμενου προσώπου τελεί σε αναλογία με την κοινωνική αποστολή του τύπου για ενημέρωση του κοινού, ή ότι αποτελεί αυτή το επιβεβλημένο μέσο άσκησης του έργου της ενημέρωσης, εάν δε συντρέχει τέτοια περίπτωση, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης του δημοσιογράφου δεν αίρεται (ΑΠ 158/2020, δημ. σε Τρ. Νομ. Πληρ. «Νόμος»). (γ) Περαιτέρω, κατά την παρ. 1 του άρθρου μόνου Ν. 1178/1981, (περί αστικής ευθύνης του τύπου και άλλων τινών διατάξεων) «Ο ιδιοκτήτης παντός εντύπου υποχρεούται εις πλήρη αποζημίωσιν δια την παρόνομον περιουσιακήν ζημίαν ως και εις  χρηματικήν  ικανοποίησιν δια   την   ηθικήν   βλάβην,  αι  οποίαι  υπαιτίως  επροξενήθησαν  δια δημοσιεύματος θίγοντος την τιμήν ή την υπόληψιν  παντός  ατόμου,  έστω και  αν η κατά το αρθρον 914 του Α.Κ. υπαιτιότης, ή κατά το άρθρον 919 του Α.Κ. πρόθεσις και ή κατά το άρθρον 920 του Α.Κ. γνώσις ή υπαίτιος άγνοια συντρέχη εις τον συντάκτην του δημοσιεύματος ή, εάν ούτος είναι άγνωστοι, εις τον εκδότην ή τον διευθυντήν συντάξεως του εντύπου». Συγκεκριμένα, ο ιδιοκτήτης κάθε εντύπου υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση για την παράνομη περιουσιακή ζημία, καθώς και σε χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που προξενήθηκαν υπαίτια με δημοσίευμα, το οποίο θίγει την τιμή ή την υπόληψη κάθε ατόμου, έστω και αν η κατά τα άρθρα 914, 919 και 920 ΑΚ υπαιτιότητα, πρόθεση και γνώση ή υπαίτια άγνοια αντιστοίχως, συντρέχουν στο πρόσωπο του συντάκτου του δημοσιεύματος ή αν ο τελευταίος είναι άγνωστος στον εκδότη ή στο διευθυντή συντάξεως του εντύπου. Κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου όπως  αντικαταστάθηκε με το άρθρο μόνο παρ. 4 ν. 2243/1994 και ακολούθως αυτή με το άρθρο 37 του Ν. 4356/2015 (ΦΕΚ Α 181/24-12-2015), «Για την κατά το άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα ανάλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του αδικηθέντος από κάποια από τις προβλεπόμενες στην προηγούμενη παράγραφο πράξεις το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ιδίως: α) Τις επιπτώσεις του δημοσιεύματος στον αδικηθέντα, καθώς και στο οικογενειακό, κοινωνικό και επαγγελματικό περιβάλλον του, β) το είδος, τη φύση, τη σπουδαιότητα, τη βαρύτητα και την απαξία των γεγονότων, πράξεων ή χαρακτηρισμών που του αποδόθηκαν με το δημοσίευμα, γ) το είδος της προσβολής, που υπέστη, δ) την ένταση του πταίσματος του εναγομένου, ε) τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, και στ) την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων.» Η ευθύνη δηλαδή του ιδιοκτήτη του εντύπου είναι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις γνήσια αντικειμενική, η οποία έχει ως προϋπόθεση την ύπαρξη αντίστοιχης υποκειμενικής ευθύνης του συντάκτη ή αναλόγως του εκδότη ή του διευθυντή συντάξεως του εντύπου, με τους οποίους συνευθύνεται κατά το άρθρο 926 ΑΚ εις ολόκληρον. Ο συντάκτης (του επιλήψιμου δημοσιεύματος), ο εκδότης (αν δεν είναι και ιδιοκτήτης του εντύπου) ή ο διευθυντής σύνταξης ευθύνονται προς αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας ή της ηθικής βλάβης που έχει προκληθεί από το επιλήψιμο δημοσίευμα, κατά τις κοινές διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 919, 920, 932 ΑΚ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 361-363 ΠΚ.  Περαιτέρω, κατά την παρ. 5 του ίδιου νόμου, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 13  του άρθρου 4 του Ν. 2328/1995 (ΦΕΚ Α`159) και ακολούθως αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 37 παρ.2 Ν.4356/2015,ΦΕΚ Α 181/24.12.2015, «Ο αδικηθείς, πριν ασκήσει αγωγή για την προσβολή που υπέστη, υποχρεούται να καλέσει με έγγραφη, εξώδικη πρόσκλησή του τον ιδιοκτήτη του εντύπου, ή όταν αυτός είναι άγνωστος τον εκδότη ή το διευθυντή σύνταξής του, να αποκαταστήσει την προσβολή με την καταχώριση σε αυτό κειμένου που του υποδεικνύει. Στο κείμενο αυτό προσδιορίζονται και οι λέξεις ή φράσεις που θεωρήθηκαν προσβλητικές και πρέπει να ανακληθούν και οι λόγοι για τους οποίους η συγκεκριμένη αναφορά υπήρξε προσβλητική. Η αποκατάσταση θεωρείται ότι επήλθε αν ο ιδιοκτήτης του εντύπου, άλλως ο εκδότης ή ο διευθυντής σύνταξης αυτού, εντός διαστήματος δέκα (10) ημερών ή, σε κάθε περίπτωση, στο αμέσως επόμενο τεύχος: α) ανακαλέσει ρητά την προσβολή με την παραπάνω δημοσίευση, που γίνεται στην ίδια ή, αν δεν υπάρχει αυτή, σε ανάλογη θέση και φύλλο της αντίστοιχης ημέρας κυκλοφορίας της εφημερίδας, που είχε καταχωριστεί η αρχή του επιλήψιμου δημοσιεύματος, και σε έκταση και μέγεθος ανάλογο με το τελευταίο, και β) κοινοποιήσει στον αδικηθέντα το ως άνω δημοσίευμα αποκατάστασης. Η παρέλευση άπρακτου διαστήματος δέκα (10) ημερών ή η μη δημοσίευση στο αμέσως επόμενο τεύχος θεωρείται άρνηση εκ μέρους του ιδιοκτήτη ή εκδότη του εντύπου. Η παράλειψη της παραπάνω διαδικασίας έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης. Η αγωγή αποζημίωσης της παραγράφου 2 πρέπει να ασκηθεί εντός έξι (6) μηνών από την πάροδο της προθεσμίας των δέκα (10) ημερών ή της ρητής αρνητικής απάντησης, εφόσον αυτή έχει δοθεί νωρίτερα, ή από την έκδοση του αμέσως επόμενου τεύχους. Εάν λάβει χώρα η αποκατάσταση της προσβολής, σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν μπορεί να υπάρξει αστική αξίωση κατά την παράγραφο 2. Κατ’ εξαίρεση, όταν το επιλήψιμο δημοσίευμα αφορούσε επικείμενο γεγονός μείζονος σημασίας για την ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και εν γένει κοινωνική πρόοδο του αδικηθέντος και η αποκατάσταση της σχετικής προσβολής επακολούθησε αυτού, η τελευταία δύναται να θεωρηθεί ως μη πλήρης και διατηρείται η αξίωση ανάλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Αν παρά τη δημοσίευση της ανάκλησης έχει αποδεδειγμένα προκληθεί στον αδικηθέντα περιουσιακή ζημία που οφείλεται στο επιλήψιμο δημοσίευμα, ο ενάγων δικαιούται να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο μόνο για την αξίωση αυτή. Η εκδίκαση της κατά το παρόν άρθρο αγωγής χωρεί ανεξάρτητα από την άσκηση ποινικής δίωξης για την ίδια πράξη, καθώς και της τυχόν για οποιονδήποτε λόγο αναβολής ή αναστολής της ποινικής διαδικασίας που έχει αρχίσει. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται κατά την άσκηση του δικαιώματος επανόρθωσης στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 του Π.δ. 100/2000 (Α` 98)». Οι διατάξεις του Ν. 1178/1981, όπως αυτός τροποποιημένος ισχύει, εφαρμόζονται αναλόγως και επί προσβολών της προσωπικότητας, οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο (internet) μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων (περιοδικών), που λειτουργούν ως διεθνές μέσο διακίνησης πληροφοριών, ενόψει του ότι για τις προσβολές αυτές δεν υπάρχει ιδιαίτερο θεσμικό πλαίσιο η δε πληροφόρηση μέσω του διαδικτύου είναι η εξέλιξη της ηλεκτρονικής πληροφόρησης μέσω του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την αναλογική εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για τις προβολές της προσωπικότητας μέσω του εντύπου (εφημερίδες, περιοδικά) ή του ηλεκτρονικού (τηλεόραση, ραδιόφωνο) τύπου, αφού και η ραγδαίως αναπτυσσομένη διαδικτυακή πληροφόρηση, που προσφέρεται από το internet σε πολυμεσική μορφή (multimedia), καθιστά την χρήση αυτού (internet) εκτός από «ομιλητή» και «αποδέκτη» και κάνει το διαδίκτυο να προσομοιάζει με μια νέας μορφής τηλεόραση. Η αναλογική εφαρμογή του υπάρχοντος νομοθετικού πλαισίου δεν είναι δυνατό να εμποδιστεί από το γεγονός ότι στο διαδίκτυο δεν υπάρχει η συνήθης ιεραρχική δομή οργάνωσης που απαντάται στα παραδοσιακά έντυπα, δηλαδή δεν υπάρχει ιδιοκτήτης, εκδότης, διευθυντής, συντάκτης, ούτε απαντώνται τα αντίστοιχα πρόσωπα που προβλέπει ο ν. 1178/1981 για τους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς, διότι για να προσδοθεί σε ένα υλικό μέσο ο χαρακτηρισμός του μέσου ενημέρωσης δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξη όλων των ανωτέρω προσώπων. Μάλιστα, η καταχώρηση σε μία ιστοσελίδα παρουσιάζει την ιδιομορφία, ότι, ενώ η δημοσίευση σε συγκεκριμένο φύλλο εφημερίδας ή περιοδικού ή η αναφορά σε συγκεκριμένη ραδιοφωνική ή τηλεοπτική εκπομπή προσβλητικής είδησης κ.λ.π. γίνεται, άπαξ και δεν έχει διάρκεια, αντίθετα η αντίστοιχη καταχώρηση σε μια ιστοσελίδα, μπορεί να παραμείνει εκεί για απροσδιόριστο χρόνο, έχοντας διάρκεια, το μέγεθος της οποίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την επιδίκαση του ποσού προς αποκατάσταση της προκληθείσης ηθικής βλάβης (ΑΠ 1017/2020, ΑΠ 1425/2017, δημ. σε «Νόμος»).

IV. Στην προκείμενη περίπτωση, με τον δεύτερο λόγο της συνεκδικαζόμενης με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2022 έφεσης οι εκκαλούντες ισχυρίζονται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα εφάρμοσε και ερμήνευσε τις διατάξεις των άρθρων 111 παρ. 2 , 118 παρ.4, 216 του ΚΠολΔ, 914, 297 και 298 Α.Κ. και έκρινε επαρκώς ορισμένη τη  με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2019 αγωγή, αντίθετα δε, αυτή έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, επικαλούμενοι ότι ουδόλως εκτίθενται σε αυτήν πραγματικά περιστατικά α) στα οποία να θεμελιώνεται το παράνομο και το υπαίτιο των πράξεών τους, β) από τα οποία να προκύπτει η γνώση του συντάκτη του επίδικου κειμένου περί της αναλήθειας του δημοσιευθέντος κειμένου, γ) που θεμελιώνουν την έκταση της βλάβης, ή ο βαθμός προσβολής της προσωπικότητας του εφεσιβλήτου και δ) από τα οποία να προκύπτει ότι είχαν σκοπό προσβολής της προσωπικότητάς τους (σκοπός εξύβρισης), τόσον ο δημοσιογράφος που ανήρτησε το κείμενο, όσο και οι ίδιοι, ούτε τέτοια περιστατικά που καταδεικνύουν τη γνώση ή την έγκρισή τους προς τούτο. Ωστόσο στην αγωγή, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στο πρώτο μέρος της νομικής σκέψης της παρούσας εκτίθενται αναλυτικά και με σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απαιτούνται για τη θεμελίωσή της κατά το νόμο και δικαιολογούν την άσκηση από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, και γίνεται ακριβής περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, κατά την έννοια του άρθρου 216 του ΚΠολΔ. Συγκεκριμένα, κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, και από την παραδεκτή επισκόπηση της αγωγής προκύπτει ότι αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά με βάση τα οποία θεμελιώνεται επαρκώς και με πληρότητα η προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος και η απορρέουσα από αυτήν ηθική του βλάβη. Για τη θεμελίωση ειδικά της παράνομης συμπεριφοράς  στην αγωγή εκτίθεται ότι η προσβολή έλαβε χώρα με το αναφερόμενο ως συκοφαντικό σε βάρος του, δημοσίευμα ανώνυμου συντάκτη, που καταχωρίστηκε στην 25η σελίδα του ειδικώς αναφερόμενου φύλλου της εφημερίδας «………………», πανελλαδικής κυκλοφορίας, της οποίας ιδιοκτήτρια είναι η τρίτη εναγόμενη εταιρεία, μόλις μία ημέρα πριν από τις επαναληπτικές Δημοτικές Εκλογές της 2ης-6-2019, δημοσίευμα στο οποίο παρέπεμπε η 1η σελίδα του φύλλου με τον τίτλο «………: Ψηφίζει δημοκρατικό δήμαρχο και όχι εκτροπή σελ. 25», στο οποίο ο ενάγων αναφερόταν αυτός ως στηριζόμενος παρασκηνιακά από τη «……….» με «μανδύα καμουφλαρίσματος» το κόμμα της ……., σε αντιδιαστολή με τον, τότε, δήμαρχο κι έτερο υποψήφιο για τη δημαρχία, ………… που στο εν λόγω δημοσίευμα αναφέρεται ως «δημοκρατικός άνθρωπος». Περαιτέρω, εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά αναφορικά με την παθητική νομιμοποίηση του πρώτου και του δεύτερου των εναγομένων, διευθυντή και διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας αντίστοιχα, αφού αναφέρεται ότι εις γνώση αυτών (αλλά και του άγνωστου συντάκτη), προέβησαν σε ηθελημένη καταχώριση ψευδούς δημοσιεύματος (με σχετικό τίτλο από την πρώτη κιόλας σελίδα του φύλλου) αλλά και με σκοπό εξύβρισης, καθ’ υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου, παραβιάζοντας το καθήκον αληθείας, σύμφωνα με τη δημοσιογραφική δεοντολογία, αφού δεν προέβησαν πριν επιτρέψουν τη δημοσίευση να ερευνήσουν ως όφειλαν την αλήθεια του δημοσιεύματος, χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη και με τη χρήση εκφράσεων που υποδηλώνει την ανεπιφύλακτη υιοθέτηση του περιεχομένου του κειμένου. Τέλος, στην αγωγή εκτίθεται ότι συνεπεία της ανωτέρω συμπεριφοράς, ο ενάγων προσβλήθηκε στην τιμή και στην υπόληψή του, αφού αόριστος αριθμός ατόμων έλαβε γνώση του δημοσιεύματος, ενώ προσβλήθηκε η προσωπικότητά του σε πολιτικό, κοινωνικό και επαγγελματικό επίπεδο, παρουσιάζοντας τον ως εμφορούμενο από αντιδημοκρατικές ιδέες ώστε περαιτέρω, να λάβει λιγότερες ψήφους από τις αναμενόμενες κατά το πολιτικό ρεύμα. Επομένως, βάσει των ανωτέρω, ο πρώτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.V. Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και όλων των νομίμως προσκομιζόμενων με επίκληση από τους διαδίκους εγγράφων, είτε αυτά συνιστούν αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε χρησιμεύουν για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και τα οποία νομίμως επαναπροσκομίζουν με επίκληση στο παρόν Δικαστήριο, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:  Ο εκκαλών-εφεσίβλητος-ενάγων συμμετείχε στις Δημοτικές εκλογές 2019 για τον Δήμο ………………, ως επικεφαλής του συνδυασμού «……….», ενώ ο μέχρι τότε Δήμαρχος ………………, ………., ήταν επικεφαλής του συνδυασμού «……….». Λόγω του εκλογικού αποτελέσματος κατά τον πρώτο γύρο των εκλογών στις 26-5-2019 (ποσοστό 26,4% ο εκκαλών-ενάγων και ποσοστό 27,9% ο ………), οι ανωτέρω υποψήφιοι συνδυασμών θα συμμετείχαν στις επαναληπτικές εκλογές της 2ης-6-2019. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εκκαλών-εφεσίβλητος-εναγόμενος και ο δεύτερος εκκαλών-εφεσίβλητος-εναγόμενος είναι Διευθυντής και Διευθυντής σύνταξης αντίστοιχα της εβδομαδιαίας εφημερίδας «……» που κυκλοφορεί στην Αθήνα και στην υπόλοιπη Ελλάδα, η οποία είναι ιδιοκτησίας της τρίτης εκκαλούσας-εφεσίβλητης-εναγομένης εταιρείας. Στο φύλλο με αριθμ. ……../1-6-2019, ήτοι μία ημέρα πριν από τις επαναληπτικές Δημοτικές εκλογές, μετά από σχετική παραπομπή μέσω του δημοσιευμένου τίτλου στο κάτω μέρος της 1ης σελίδας, «…..: Ψηφίζει δημοκρατικό δήμαρχο κι όχι «εκτροπή» σελ.25». καταχωρίστηκε δημοσίευμα (στο μέσο περίπου της σελ.25) άγνωστου συντάκτη που υπέγραφε με το γράμμα «Κ,» το οποίο ανέφερε αυτολεξεί τα παρακάτω «Η ……………… ψηφίζει δημοκρατικό δήμαρχο και όχι «εκτροπή» (τίτλος)….Στον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών η ………………, η πρώτη πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, θα ψηφίσει «δημοκρατική εκτροπή;» όχι, λένε δημοσκόποι και πολιτικοί παρατηρητές, οι οποίοι έχουν μελετήσει προσεκτικά τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου, τα οποία και ανέδειξαν ως βασικούς διεκδικητές της δημαρχίας τον νυν δήμαρχο …….., ο οποίος έχει δείξει δείγματα γραφής και έχει πορευτεί με γνώμονα τη Δημοκρατία και το όφελος των πολιτών, και τον …….., πάνω από τον οποίο πλανάται ένα «θολό» τοπίο στηρίξεων! Παρασκηνιακά υποστηρίζεται από τη …….., έχοντας όμως ως μανδύα καμουφλαρίσματος τη στήριξη και από κομματικά στελέχη της …….. Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση και τις εκτιμήσεις πολιτικών παρατηρητών, οι Έλληνες ψηφοφόροι (και της ………………) φυσικά, όπως έδειξαν και τα αποτελέσματα για την Ευρωβουλή δεν δείχνουν διάθεση να ψηφίσουν υποψήφιους δημάρχους που υποστηρίζονται, έστω και παρασκηνιακά, από ολοκληρωτικά κόμματα, όπως είναι η …….. Σε κάθε περίπτωση, όσο δυσαρεστημένος και να είναι ο ψηφοφόρος, δεν μπορεί να εκδηλώνει τη δυσαρέσκειά του ψηφίζοντας υποψήφιους δημάρχους που υποστηρίζονται από κόμματα, που έχουν ως απώτερο σκοπό την κατάλυση της δημοκρατίας. Γι’ αυτό και η ψήφος δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως μέσο τιμωρίας, αλλά ως μέσο λειτουργίας της δημοκρατίας. Υπό αυτή την έννοια, οι ψηφοφόροι της ……………… δεν μπορεί να ψηφίσουν «δημοκρατική εκτροπή». Δεν μπορεί να φέρουν στην εξουσία δήμαρχο ο οποίος στηρίζει και στηρίζεται, έστω και παρασκηνιακά, από τη ……..». Επίσης, στο πλαίσιο του ίδιου δημοσιεύματος  και δη, στη μεσαία στήλη αυτού, στο επάνω μέρος υπάρχει φωτογραφία του ………. και στο κάτω μέρους φωτογραφία του εκκαλούντος-εφεσιβλήτου-ενάγοντος, μεταξύ δε, των φωτογραφιών αναγράφεται το κείμενο «Ο νυν δήμαρχος ………, ένας δημοκρατικός άνθρωπος, ο οποίος έχει αναμορφώσει το νησί της ………………, αξίζει για άλλη μια φορά να τιμηθεί από τους πολίτες. Από την άλλη, ο ……. (κάτω), στηρίζεται πάνω σε ένα θολό και παρασκηνιακό φόντο». Το ίδιο δημοσίευμα αναρτήθηκε και στον σχετικό διαδικτυακό ιστότοπο «……….». Ωστόσο, όσον οι φράσεις «….τον …….., πάνω από τον οποίο πλανάται ένα «θολό» τοπίο στηρίξεων! Παρασκηνιακά υποστηρίζεται από τη …., έχοντας όμως ως μανδύα καμουφλαρίσματος τη στήριξη και από κομματικά στελέχη της ……….…..» και «Από την άλλη, ο ……… (κάτω), στηρίζεται πάνω σε ένα θολό και παρασκηνιακό φόντο…», αποτελούν γεγονότα πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του εκκαλούντος-ενάγοντος. Επίσης, η αναφερόμενη «δημοκρατική εκτροπή» που σαφώς υπονοείται σύμφωνα με το περιεχόμενο του δημοσιεύματος να σχετίζεται με τον εκκαλούντα-ενάγοντα, αποτελούν έκφραση γνώμης που συνδέεται όμως άμεσα με τα ανωτέρω γεγονότα που συνιστούν το κρίσιμο σημείο του δημοσιεύματος.  Η αλήθεια των ανωτέρω γεγονότων δεν αποδείχθηκε αφού από κανένα μέσο δεν προέκυψε ότι  πράγματι ο εκκαλών-εφεσίβλητος-ενάγων, υποψήφιος κατά το χρόνο εκείνο. στηριζόταν, έστω και μη εμφανή τρόπο, από το τότε κόμμα της «……..» (σημειώνεται ότι ήδη σε βάρος στελεχών του εν λόγω κόμματος από τον Απρίλιο του έτους 2015 εξελισσόταν δίκη για αξιόποινες πράξεις, ήτοι μεταξύ άλλων, της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση.)  Αντίθετα, από τυχόν σχόλια και ανώνυμες αναρτήσεις σε άλλο ιστολόγιο, (βλ. προσκομιζόμενες  εκτυπώσεις από αναρτήσεις στο «aikoserex»), αλλά και από την αναφερόμενη στην ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης «περιρρέουσα ατμόσφαιρα» (και μάλιστα, κατά την ίδια κατάθεση σύμφωνα με τις «συζητήσεις των τοπικών καφενείων της ………………»),  δεν αποδεικνύεται η αλήθεια των αναφερομένων στο επίδικο δημοσίευμα, το οποίο δε συνοδευόταν από ρεπορτάζ ή συγκεκριμένες πληροφορίες, που να τεκμηρίωναν τα όσα εκτίθεντο για το πρόσωπο του εκκαλούντος-εφεσιβλήτου-ενάγοντος. Πρέπει δε, να σημειωθεί ότι ο μέσος αναγνώστης του κειμένου από το περιεχόμενο αυτού, σαφώς αντιλαμβανόταν ότι το δημοσίευμα αναφέρεται στον εκκαλούντα-εφεσίβλητο-ενάγοντα αφού όχι μόνον γίνεται ονομαστική αναφορά αυτού, αλλά όπως εκτέθηκε και ανωτέρω, το κείμενο συνοδευόταν από τις φωτογραφίες των δύο υποψηφίων με σχετικό σχόλιο. Τα ανωτέρω γεγονότα, περιήλθαν σε γνώση αόριστου αριθμού ατόμων, αναγνωστών όχι μόνο της εφημερίδας σε έντυπη έκδοση (παρά το γεγονός ότι προσκομίζεται από τους εκκαλούντες-εναγομένους κατάσταση αναφορικά με την πώληση 16 φύλλων σε ………………, Πειραιά και Κερατσίνι, εντούτοις ο μάρτυρας απόδειξης κατέθεσε ότι η εφημερίδα διανεμόταν στο λιμάνι του Πειραιά στους επιβάτες για ………………) αλλά και δια του σχετικού ιστότοπου, ενώ έλαβε χώρα αναδημοσίευση του κειμένου και σε άλλον ιστότοπο.  Επίσης τα γεγονότα αυτά, έβλαψαν την τιμή και την υπόληψη του εκκαλούντος-ενάγοντος, καθότι τον παρουσίαζαν ως έναν υποψήφιο που εμφορείται από μη δημοκρατικές ιδέες, ώστε να μην πρέπει να ψηφιστεί από τους ψηφοφόρους και μάλιστα μόλις μία ημέρα πριν από τον επαναληπτικό γύρο των δημοτικών εκλογών σε αντιδιαστολή με τον μέχρι τότε εκείνο, Δήμαρχο της ……………… που αναφέρεται στο κείμενο ως «δημοκρατικός άνθρωπος». Ωστόσο, δεν αποδείχθηκε ότι ο πρώτος και ο δεύτερος των εκκαλούντων-εφεσιβλήτων-εναγομένων, γνώριζαν την αναλήθεια του περιεχομένου επίδικου του άγνωστου συντάκτη, ενόψει και της ύπαρξης προηγούμενων αναρτήσεων με σχόλια αναγνωστών κάτωθι αυτών, σε ιστολόγιο στο οποίο υπονοείται η σύνδεση υποψηφίου με το τότε κόμμα της «……….» ως εκ τούτου δε στοιχειοθετείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, αλλά της απλής δυσφήμησης. Εντούτοις, αποδείχθηκε ότι οι ανωτέρω εναγόμενοι επέδειξαν βαριά αμέλεια, καθότι δεν κατέβαλαν την απαιτούμενη από τις συναλλαγές επιμέλεια, καθώς επέτρεψαν την ανάρτηση ενός ανώνυμου μη αληθούς δημοσιεύματος σε εφημερίδα (έντυπης και ηλεκτρονικής έκδοσης) της οποίας, ο πρώτος είναι Διευθυντής και ο δεύτερος είναι Διευθυντής σύνταξης, αμφότεροι δε, είναι έμπειροι δημοσιογράφοι, χωρίς προηγούμενη έρευνα, ενώ είχαν την υποχρέωση να ερευνήσουν προκαταβολικά με αίσθημα ευθύνης και με επίγνωση των συνεπειών, τόσον την ακρίβεια της πληροφορίας που μεταδόθηκε (άρθρο 1 περ. έ του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας), όσο την προέλευση της πληροφορίας, διασταυρώνοντας αυτήν με απόψεις του εκκαλούντος- εφεσιβλήτου-ενάγοντος, με τον οποίον δεν επικοινώνησαν προηγουμένως έχοντας τη δυνατότητα προς τούτο. Αυτό καθίστατο στην προκείμενη περίπτωση ακόμα περισσότερο επιτακτικό ενόψει του ότι α) επίκειτο άμεσα ο δεύτερος γύρος των Δημοτικών εκλογών με τη συμμετοχή των δύο ανωτέρω υποψηφίων, β) ο εκκαλών-ενάγων κατά τις Δημοτικές εκλογές του έτους 2015, είχε εκλεγεί τρίτος κατά σειρά ψήφων, και θήτευσε ως δημοτικός σύμβουλος με το συνδυασμό του  ……., ενώ ο ίδιος κατά τη διάρκεια «debate» πριν το πρώτο γύρο των εκλογών, μετά από σχετική ερώτηση είχε ρητά αρνηθεί την οποιαδήποτε σχέση του συνδυασμού με ρατσιστικές και εθνικιστικές πρακτικές, δηλώνοντας ότι δεν υπάγεται σε οποιονδήποτε «κομματικό μηχανισμό» και γ) το δημοσιευμένο ανώνυμο κείμενο δε συνοδευόταν από άλλο υλικό ή στοιχεία προηγούμενης δημοσιογραφικής έρευνας, που να τεκμηριώνουν τα αναφερόμενα για τον εκκαλούντα-εφεσίβλητο-ενάγοντα. Κατά συνέπεια, ενόψει της υπαίτιας μη τήρησης της ανωτέρω υποχρέωσης εκ μέρους του πρώτου και του δεύτερου των εκκαλούντων-εφεσιβλήτων-εναγομένων (η ευθύνη της τρίτης εκκαλούσας-εφεσίβλητης-εναγομένης ως ιδιοκτήτριας του εντύπου είναι γνήσια αντικειμενική), παρά το ότι ο εκκαλών-εφεσίβλητος-ενάγων είναι δημόσιο πρόσωπο, δε μπορεί να θεωρηθεί ότι αυτοί ενήργησαν από δικαιολογημένο ενδιαφέρον ήτοι στο πλαίσιο  της κοινωνικής αποστολής του τύπου για την ενημέρωση του κοινού, και ως εκ τούτου σύμφωνα με όσα εκτίθενται στο δεύτερο τμήμα της νομικής σκέψης της παρούσας, δε συντρέχει περίπτωση άρσης του άδικου χαρακτήρα της πράξης τους, κατ’ άρθρο 367 παρ.1 περ. γ του Π.Κ., απορριπτομένης ως κατ’ ουσίαν αβάσιμης της σχετικής ένστασης των εκκαλούντων-εφεσίβλητων-εναγομένων την οποία πρότειναν πρωτοδίκως και επαναφέρουν με τις κατατεθείσες στην παρούσα δίκη προτάσεις τους. Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έστω και με διαφορετική αιτιολογία την οποία το παρόν Δικαστήριο αντικαθιστά (άρθρο 534 του ΚΠοΛΔ), ορθά, εφάρμοσε και ερμήνευσε τις διατάξεις των άρθρων 57,59, 914,920 και 932 Α.Κ. αλλά και τη διάταξη του άρθρου 367 παρ.1 του Π.Κ. και εκτίμησε τις ενώπιόν του αποδείξεις και ως εκ τούτου τα όσα  υποστηρίζονται με τον τρίτο λόγο της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ……../2022 έφεσης των εκκαλούντων πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμα. Σημειωτέον ότι, με την παρούσα κρίση δεν προσβάλλεται το τεκμήριο της αθωότητας (άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ) του πρώτου και του δεύτερου των εκκαλούντων-εφεσιβλήτων-εναγομένων, για τους οποίος εκκρεμεί η εκδίκαση ποινικής υπόθεσης ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς με αφορμή το ίδιο βιοτικό συμβάν, για τις αξιόποινες πράξεις της συκοφαντικής δυσφήμησης και της απόπειρας εξαπάτησης εκλογέων, ενόψει του ότι η απόφαση του πολιτικού δικαστηρίου εκτιμάται ελεύθερα, με βάση τον κανόνα της ηθικής απόδειξης, αλλά και το άρθρο 62 του ΚΠΔ. Ούτε είναι δυνατόν να υποστηριχθεί ότι πρέπει να αναστέλλεται η διαδικασία κατά το άρθρο 250 του ΚΠολΔ και συνακόλουθα η έκδοση της απόφασης του πολιτικού δικαστηρίου, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, διότι έτσι η αναστολή αυτή θα κατέληγε να είναι υποχρεωτική για το πολιτικό δικαστήριο, ενώ ο δικονομικός νομοθέτης την εντάσσει στη διακριτική του ευχέρεια, και μάλιστα δίχως να δημιουργείται λόγος έφεσης ή αναίρεσης επί μη αποδοχής του σχετικού αιτήματος του διαδίκου, ενώ επί πλέον το πολιτικό δικαστήριο οφείλει να συνεκτιμά την παρέλκυση που θα προκαλέσει η αναστολή της δίκης, ώστε να χορηγεί αυτήν με σύνεση (Α.Π. 1252/2022, Α.Π. 855/2022, δημ. σε Τρ. Νομ. Πληρ «Νόμος». Επίσης, βάσει των ανωτέρω, ο σχετικός λόγος της με αριθμ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………/2022 έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών-ενάγων παραπονείται διότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων έκρινε, ότι δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος καθότι αλυσιτελής προβαλλόμενος  ενόψει του ότι κατ’ αποτέλεσμα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με διαφορετική αιτιολογία, η οποία αντικαταστάθηκε από το παρόν Δικαστήριο, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την προτεινόμενη από τους εκκαλούντες-εφεσίβλητους-εναγόμενους, ένσταση του άρθρο 367 παρ.1 του Π.Κ. και ήχθη σε ορθή κατ’ αποτέλεσμα κρίση. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι με αφορμή το ανωτέρω δημοσίευμα, ο εκκαλών-εφεσίβλητος-ενάγων στις 17-7-2019 επέδωσε στην τρίτη εκκαλούσα-εφεσίβλητη-εναγομένη, ιδιοκτήτρια εταιρία, την από 17-7-2019 εξώδικη δήλωση- πρόσκληση, με την οποία την προσκάλεσε κατ’ την παρ. 5 του άρθρου μόνου του Ν. 1178/1981, να καταχωρίσει με δαπάνες της στην εφημερίδα την εξώδικη δήλωση-πρόσκληση, και δη, στο αμέσως επόμενο φύλλο. Συγκεκριμένα ζήτησε α) να δημοσιευθεί στην πρώτη σελίδα αυτής στην ίδια θέση και στο ίδιο χρώμα γραμματοσειράς και φόντου, δημοσίευμα το οποίο στη μεν αριστερή πλευρά θα απεικόνιζε σε μικρή έγχρωμη φωτογραφία το λιμάνι της ………………, και κατά το υπόλοιπο περιεχόμενό του θα ανέφερε τα εξής «….: Αποκατάσταση ανακριβούς δημοσιεύματος, σελ. 25».β) στη σελ. 25 στην ίδια θέση της εφημερίδας και στις ίδιες διαστάσεις που είχε καταλάβει το δημοσίευμα της 1-6-2019, να γίνει η δημοσίευση της εξώδικης πρόσκλησης-δήλωσης και γ) να του γίνει η κοινοποίηση (με δαπάνες της τρίτης εναγομένης) του δημοσιεύματος της αποκατάστασης. Ακολούθως, στο φύλλο με αριθμ. …/20-7-2019 της εφημερίδας, στη 1η σελίδα αυτής στο κάτω μέρος δεξιά δημοσιεύθηκε ο τίτλος «Απάντηση σε δημοσίευμα του «Π». Εξώδικο του νέου δημάρχου ………………, …. …. σελ. 25», ενώ στη σελ. 25 αυτής αφού τέθηκε ο τίτλος «Δεν εμφορούμαι από αντιδημοκρατικές ιδέες» δημοσιεύθηκαν μόνον τμήματα της ανωτέρω εξώδικης δήλωσης. Η δημοσίευση αυτή αποτέλεσε άσκηση του δικαιώματος απάντησης του εκκαλούντος-ενάγοντος, κατ’ άρθρο 14 παρ. 5 του Συντάγματος και όχι αποκατάσταση της παρ.5 του Ν. 1178/1981, ενόψει του ότι δεν έλαβε χώρα δημοσίευση του συνόλου του κειμένου της ανωτέρω εξώδικης δήλωσης-πρόσκλησης, ούτε τέθηκε ο τίτλος «αποκατάσταση αναληθούς δημοσιεύματος», όπως ζητήθηκε, αλλά και οποιοδήποτε άλλο κείμενο που να υποδηλώνει την εν λόγω αποκατάσταση εκ μέρους των εκκαλούντων-εφεσίβλητων-εναγομένων. Η δε, με αριθμ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……/…. αγωγή ασκήθηκε την 1-11-2019, ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των έξι μηνών από τη γενόμενη δημοσίευση της 20ης-7-2019. Επομένως, από τα ανωτέρω συνάγεται ότι αφενός μεν, παραδεκτώς ασκήθηκε η αγωγή, αφετέρου δε, ότι πράγματι δεν έλαβε χώρα η αποκατάσταση όπως ορίζει την παρ. 5 παρ. του Ν. 1178/1981 με αποτέλεσμα να υφίσταται η αξίωση του εκκαλούντος-εφεσιβλήτου-ενάγοντος. Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο έκρινε ομοίως, ορθώς εφάρμοσε και ερμήνευσε την ανωτέρω διάταξη, αλλά και εκτίμησε τις προσκομισθείσες ενώπιόν του αποδείξεις και ως εκ τούτου τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………/2022 έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Πρέπει δε, να σημειωθεί ότι ο προβαλλόμενος από τους εκκαλούντες- εφεσίβλητους-εναγομένους ισχυρισμός, περί καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος κατ’ άρθρο  281 Α.Κ., τον οποίο παραδεκτώς επαναφέρουν στο παρόν Δικαστήριο, τόσον ως λόγο  έφεσης, όσο και με τις κατατεθείσες προτάσεις τους (και ο οποίος σιωπηρώς απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο), συνιστάμενος στο ότι μετά την αποκατάσταση που έλαβε χώρα μέσω της τελευταίας δημοσίευσης τους δημιουργήθηκε εύλογα η πεποίθηση ότι ο εκκαλών-εφεσίβλητος-ενάγων δε θα προβεί στην άσκηση αξιώσεων σε βάρος τους, πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, διότι αρνητικοί της αγωγής ισχυρισμοί (όπως εν προκειμένω, αφού υποστηρίζουν ότι δεν υφίσταται αξίωση λόγω της προηγούμενης αποκατάστασης) δεν δύναται να καταστήσουν καταχρηστική την άσκηση του δικαιώματος. Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έστω και σιωπηρώς, ορθώς απέρριψε τον εν λόγω ισχυρισμό και επομένως πρέπει να απορριφθεί ο τέταρτος λόγος της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2022 έφεσης ως αβάσιμος. Ως εκ τούτου, ενόψει του ότι δεν υπάρχει προς έρευνα άλλος λόγος της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ……../2022 έφεσης αυτή πρέπει να απορριφθεί κατ’ ουσίαν.  Ενόψει δε, του ότι αποδείχθηκε ότι το ανωτέρω δημοσίευμα προσέβαλε την τιμή και την υπόληψη του εκκαλούντος-ενάγοντος συντρέχει περίπτωση για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης την οποία αιτιωδώς υπέστη. Συγκεκριμένα, παρά το γεγονός ότι τελικά ο συνδυασμός «………» με επικεφαλής τον εκκαλούντα-εφεσίβλητο-ενάγοντα επικράτησε στις επαναληπτικές εκλογές της 2η-6-2019 με ποσοστό 53,40% έναντι του συνδυασμού «……..» που έλαβε ποσοστό 46,60%, ώστε να ανακηρυχθεί ως Δήμαρχος ……………… ο εκκαλών-εφεσίβλητος-ενάγων, αυτός προσβλήθηκε στην προσωπικότητά του καθότι στην κλειστή κοινωνία της ……………… και δη, παραμονή των εκλογών δόθηκε η εντύπωση ότι εμφορείται από τις ιδέες και τις πεποιθήσεις της «……..» (βλ. σχετ. ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης «δόθηκε η εντύπωση ότι είναι ….») αλλά και ότι τυχόν εκλογή του συνδυασμού του θα ισοδυναμεί με δημοκρατική εκτροπή, όπως συνάγεται από την εκτίμηση του όλου περιεχομένου του δημοσιευθέντος κειμένου, αφού αυτός παρουσιάζεται ως υποστηριζόμενο πρόσωπο από τη «……….». Ο δε, εκκαλών-εφεσίβλητος-ενάγων όπως ανωτέρω εκτέθηκε, ήταν γνωστό πρόσωπο στην ………………, καθότι κατά την αμέσως προηγούμενη τετραετία υπήρξε δημοτικός σύμβουλος με το συνδυασμό του …….., ήταν μέλος της οικονομικής επιτροπής Πρόεδρος της Κοινωφελούς Επιχείρησης του Δήμου ……………… στην εξυγίανση της οποίας συνέβαλε σύμφωνα με την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης, μέλος του Δ.Σ. του Λιμενικού Ταμείου ……………… ταυτόχρονα δε, αυτός δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στην ………………, διατηρώντας ασφαλιστικό πρακτορείο και σχολή οδήγησης. Το γεγονός αυτό, δεδομένου ότι έλαβε χώρα παραμονή της εκλογικής αναμέτρησης, είχε ως αποτέλεσμα ο συνδυασμός αυτού να λάβει- έστω κατά τι- μικρότερο ποσοστό ψήφων από το προσδωκόμενο, σύμφωνα με την κατάθεση του μάρτυρα ενόψει και της προηγούμενης επιτυχημένης θητείας του εκκαλούντος-εφεσιβλήτου-ενάγοντος ως δημοτικός σύμβουλος, αφού παρουσιάστηκε στους ψηφοφόρους ως «μη δημοκρατικός» υποψήφιος δήμαρχος και σε αντίθεση με τον έτερο υποψήφιο, …….., περαιτέρω δε, να συζητηθεί αυτός από μερίδα των συμπολιτών του στην τοπική κοινωνία της ……………… ως «……». Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη το είδος και τη βαρύτητα της προσβολής, την απαξία των γεγονότων και του χαρακτηρισμού που αποδόθηκαν, το χρόνο που η προσβολή έλαβε χώρα, το βαθµό πταίσµατος του πρώτου και του δεύτερου των εκκαλούντων- εφεσίβλητων-εναγομένων, την επελθούσα βλάβη στην προσωπικότητα του εκκαλούντος-εφεσίβλητου-ενάγοντος, την κοινωνική και οικονοµική κατάσταση των διαδίκων, κρίνει ότι για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του εκκαλούντος-ενάγοντος απαιτείται η καταβολή σ’ αυτόν του ποσού των οκτώ χιλιάδων (8.000,00) ευρώ, ποσό που κρίνεται, εύλογο, κατά την αρχή της αναλογικότητας. Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση, έκανε εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη την αγωγή και υποχρέωσε τους εφεσίβλητους-εναγόμενους να καταβάλουν στον εκκαλούντα-ενάγοντα  εις ολόκληρον ο καθένας, το ποσό των 2.500 ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση, εσφαλμένα αφενός μεν, εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 25 του Συντάγματος και 932 Α.Κ., αφετέρου δε, εκτίμησε τις ενώπιον του αποδείξεις. Εξ αυτού του λόγου κατά παραδοχή εν μέρει ως κατ’ ουσίαν βάσιμου του σχετικού λόγου της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ……../2022 έφεσης, η εκκαλούμενη απόφαση πρέπει να εξαφανιστεί στο σύνολό της για το ενιαίο της εκτέλεσης, γενομένης δεκτής ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της έφεσης, ακολούθως δε, αφού κρατηθεί και δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο, η με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2019 αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εφεσίβλητοι-εναγόμενοι να καταβάλουν στον εκκαλούντα-ενάγοντα εις ολόκληρον ο καθένας το ποσό των οκτώ χιλιάδων (8.000,00) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση. Επίσης πρέπει να διαταχθεί η καταχώριση εκ μέρους της τρίτης εφεσίβλητης-εναγομένης στην εφημερίδα «……..» περίληψης της παρούσας απόφασης που θα περιέχει τα αναγκαία κατά νόμο στοιχεία, σύμφωνα με την παρ.6 του άρθρου μόνου του Ν. 1178/1981 στην ίδια θέση που είχε καταχωριστεί το επίδικο δημοσίευμα της 1η-6-2019 εντός δεκαπέντε ημερών από την επίδοση της παρούσας και να απειληθεί σε βάρος της τρίτης εφεσίβλητης-εναγομένης ως χρηματική ποινή το ποσό των τριακοσίων (300,00) ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης δημοσίευσης της ως άνω περίληψης στην εφημερίδα (απορριπτομένου του αιτήματος για την προσωπική κράτηση του πρώτου και του δεύτερου των εφεσιβλήτων-εναγομένων ως ουσιαστικά αβάσιμου). Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στον εκκαλούντα της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2022 έφεσης, του εκ μέρους του καταβληθέντος παράβολου, ποσού εκατόν (100,00) ευρώ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ, λόγω του ότι η έφεση έγινε δεκτή, αντίθετα δε, να διαταχθεί η εισαγωγή του καταβληθέντος παραβόλου εκ μέρους των εκκαλούντων της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2022 έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο λόγω απόρριψης αυτής. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος-εφεσιβλήτου-ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν στους ηττηθέντες εκκαλούντες-εφεσίβλητους-εναγομένους λόγω της εν μέρει νίκης του (άρθρα 106, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τη με αριθ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2022 έφεση και τη με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2022 έφεση.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά τη με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………/2022 έφεση.

Δέχεται τυπικά και ουσιαστικά τη με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………/2022 έφεση.

Εξαφανίζει τη με αριθμ.359/2021 απόφαση ειδικής διαδικασίας περιουσιακών διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Κρατεί και δικάζει τη με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ …………../2019 αγωγή.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει τους εφεσίβλητους-εναγομένους να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας στον εκκαλούντα-ενάγοντα, το ποσό των οκτώ χιλιάδων (8.000,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από της επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση.

Διατάσσει την καταχώριση εκ μέρους της τρίτης εφεσίβλητης-εναγομένης στην εφημερίδα «………..» περίληψης της παρούσας απόφασης που θα περιέχει τα αναγκαία κατά νόμο στοιχεία, σύμφωνα με την παρ.6 του άρθρου μόνου του Ν. 1178/1981 στην ίδια θέση που είχε καταχωριστεί το επίδικο δημοσίευμα της 1η-6-2019 εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση της παρούσας.

Απειλεί σε βάρος της τρίτης εφεσίβλητης-εναγομένης ως χρηματική ποινή το ποσό των τριακοσίων (300,00) ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης δημοσίευσης της ως άνω περίληψης στην εφημερίδα.

Διατάσσει την απόδοση στον εκκαλούντα της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2022 έφεσης, του εκ μέρους του καταβληθέντος με αριθμ. ……….. ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού εκατό (100,00) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του καταβληθέντος εκ μέρους των εκκαλούντων της με αρ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2022 ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού εκατό (100,00) ευρώ και

Καταδικάζει τους εκκαλούντες-εφεσίβλητους-εναγομένους σε μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος- εφεσιβλήτου- ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει συνολικά στο ποσό των χιλίων  (1.000,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά στις  22 Νοεμβρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κι αντ΄ αυτής  λόγω

μεταθέσεως

και αναχωρήσεώς της,

ο Πρόεδρος του

Τριμελούς Συμβουλίου

Διεύθυνσης του Εφετείου

Πειραιώς, Ιωάννης

Αποστολόπουλος,

Πρόεδρος Εφετών