Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 83/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός απόφασης   83/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ………., για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : ……………….. τον οποίο στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος, Άννα Κοντοσέα, με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ και

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ : 1) ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στα ……. του Νομού …… της Νήσου Κρήτης, (λεωφόρος ………) και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) της εταιρείας με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στα …. του Νομού … της Νήσου Κρήτης, (λεωφόρος …….) και εκπροσωπείται νόμιμα, τις οποίες στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος, Ευαγγελία Παπαντωνοπούλου, με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.

Ο εκκαλών-εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 16.12.2020 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………./18.12.2020 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 1443/2021 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που την δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αμφότερα τα διάδικα μέρη και συγκεκριμένα ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος, με την από 19.4.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……./19.4.2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου …………/4.5.2022 έφεση και οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες – εφεσίβλητες ναυτιλιακές εταιρείες, με την από 16.6.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……/20.6.2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ………./4.7.2022 έφεση, που προσδιορίστηκαν να συζητηθούν κατά την στην αρχή της παρούσας αναφερομένη δικάσιμο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τις απόψεις τους αναφερόμενοι στις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν αντίστοιχα.

 ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι κρινόμενες αντίθετες: α) από 19.4.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ………/19.4.2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……/4.5.2022 και β) από 16.6.2022 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ………/20.6.2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……./4.7.2022 εφέσεις των εκκαλούντων, αφενός του ενάγοντος, ………, ήδη εκκαλούντος – εφεσιβλήτου και αφετέρου, των εδρευουσών στα …… Κρήτης νομίμως εκπροσωπουμένων εναγομένων ναυτιλιακών εταιρειών «………» και «……….», ήδη εκκαλουσών – εφεσιβλήτων, που στρέφονται κατά της υπ’αριθμ.1443/2021 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621, 622 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη, την από 16.12.2020 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………./18.12.2020 αγωγή του πρώτου κατά των δεύτερων, ασκήθηκαν  νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ.α, 518 § 1 και 520 § 1  ΚΠολΔ,  καθόσον από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι έγινε νομότυπη επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, επιμελεία του ενάγοντος, στις 24.5.2022 στις εναγόμενες, συντασσομένης της υπ’αριθμ……..΄/24.5.2022 έκθεσης επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……., που προσκομίζεται από τον εκκαλούντα, τα δε πρωτότυπα των δικογράφων των εφέσεων κατατέθηκαν στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 19.4.2022 και 20.6.2022 αντίστοιχα, αρμοδίως δε φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011). Πρέπει, επομένως, οι ένδικες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 ΚΠολΔ, να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ. Σημειωτέον ότι, αν και οι εφέσεις ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν.4055/2012, δεν απαιτείται για το παραδεκτό τους η κατάθεση του παραβόλου της § 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, όπως αντικαταστάθηκε εκ νέου το άρθρο από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015), λόγω της φύσεως της διαφοράς, ως εργατικής.

ΙΙ. Ο ενάγων, ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, στην από 16.12.2020 αγωγή του, ισχυρίστηκε ότι δυνάμει συμβάσεως ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου και απασχολήθηκε από 14.12.2018 μέχρι τις 7.2.2020, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει, στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό- οχηματαγωγό πλοίο «Π», κοχ.9850, εφοπλισμού της δεύτερης εναγομένης εταιρείας και κυριότητας της πρώτης εναγομένης, το οποίο διενεργούσε τους αναφερόμενους πλόες, όπως αναλυτικά παρατίθενται στους πίνακες, που περιέχονται στο δικόγραφο, αντί του προβλεπομένου από την ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (ΣΣΝΕ) για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων μηνιαίου μισθού και ότι καθ’ όλη την διάρκεια της ναυτολόγησης του πραγματοποιούσε υπερωρίες, εφόσον, όταν το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, εργαζόταν καθημερινά, ακόμη και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, κατά μέσο όρο, επί 14 ώρες, χωρίς να λαμβάνει ολόκληρη τη νόμιμη υπερωριακή αμοιβή του, κατά δε το διάστημα από 27.3.2019 έως και 8.4.2019, που ήταν σε ακινησία για εργασίες επισκευής και συντήρησης, την κατ’αποκοπή συμφωνηθείσα, ενώ δεν έλαβε ούτε εκείνη, που κανονικά του αναλογούσε, λόγω της εκτέλεσης των αναφερομένων δρομολογίων «εξπρές», ούτε ολόκληρα τα ποσά που εδικαιούτο για αναλογία δώρου εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων του έτους 2019 και Πάσχα 2020, μήτε του χορηγούνταν οι προβλεπόμενες διανυκτερεύσεις. Με βάση τα περιστατικά αυτά ζητούσε ο ενάγων, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εις ολόκληρον, η πρώτη, ως κυρία, δια του πλοίου και μέχρι την αξία του, να του καταβάλουν το συνολικό χρηματικό ποσόν των είκοσι χιλιάδων εξακοσίων εβδομήντα επτά ευρώ και τριάντα έξι λεπτών (20.677,36 €) για τις ανωτέρω αιτίες,  όπως αναλυτικά εκτίθενται τα επιμέρους ποσά, με το νόμιμο τόκο από την απόλυση του, άλλως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής του και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού έκρινε ότι είναι αρμόδιο καθ’ύλην και κατά τόπο, απορρίπτοντας την ένσταση τοπικής αναρμοδιότητας του, εκ του ρητού όρου στην εργασιακή σύμβαση περί αποκλειστικής αρμοδιότητας των Δικαστηρίων των Χανίων, έκρινε την αγωγή αυτή ορισμένη και νόμιμη, την έκανε εν μέρει δεκτή κατ’ ουσίαν και υποχρέωσε τις εναγόμενες εις ολόκληρον, την μεν πρώτη, κυρία, μόνον δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία του, να καταβάλουν στον ενάγοντα το συνολικό χρηματικό ποσόν των έξι χιλιάδων εννιακοσίων δεκαέξι ευρώ και τριάντα λεπτών (6.916,3€), για διαφορές υπερωριακής αμοιβής, αμοιβής δρομολογίων εξπρές και επιδομάτων εορτών, με το νόμιμο τόκο από την απόλυση του.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ήδη με τις ένδικες εφέσεις τους αμφότεροι οι διάδικοι για τους αναφερομένους λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητούν την τυπική και ουσιαστική παραδοχή των εφέσεων τους, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια, την εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την αναδίκαση της αγωγής από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω παραδοχή και απόρριψη της αντιστοίχως.

III. Με το άρθρο 51 παρ.1 του Ν. 2172/1993 «Τροποποίηση και αντικατάσταση διατάξεων του Ν. 1756.1988 “Κώδικας οργανισμού δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών”, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Δ 207/16.12.1993), προς το σκοπό εκδίκασης από αυτό ιδιωτικών διαφορών, που χαρακτηρίζονται ως ναυτικές, συνεστήθη στο Πρωτοδικείο Πειραιώς όχι οργανικά αυτοτελές [ειδικό] Δικαστήριο, αλλά ειδικό τμήμα (Κ. Μακρίδου, Δικονομία Εργατικών Διαφορών, 2009, σελ. 58, Ν. Νίκας, ο.π., § 4, αρ. 1, σελ. 41, υποσ. 1) στους κόλπους του ήδη υπάρχοντος δικαστικού σχηματισμού. Με τη σύσταση του ο νομοθέτης απέβλεψε στην προοπτική βελτίωσης της απονομής της δικαιοσύνης στο πεδίο των ναυτικών διαφορών, που εμφανίζουν ιδιαίτερες νομικές και τεχνικές δυσχέρειες, αναφυόμενες κατά κανόνα στο πλαίσιο περισσοτέρων της μιας εννόμων τάξεων, μέσω της ταχύτερης και ορθότερης επίλυσης τους αλλά και στη δημιουργία σταθερής νομολογίας κατά την αντιμετώπιση των συναφών νομικών θεμάτων. Νομοθετικός σκοπός δηλαδή  ήταν η ανάθεση της εκδικάσεως των υποθέσεων αυτών σε ειδικευμένους Δικαστές, που έχουν αντίληψη των ιδιαιτεροτήτων, που συνδέονται με τις δραστηριότητες του θαλάσσιου εμπορίου και εμπειρία στην αντιμετώπιση των σχετικών ζητημάτων. Ενόψει του ότι για την οριοθέτηση της λειτουργικής αρμοδιότητας του ειδικού Ναυτικού τμήματος του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ο νομοθέτης απέβλεψε στη φύση των υπαγόμενων σ’ αυτήν διαφορών, δηλαδή χρησιμοποίησε κριτήριο αντικειμενικό, γίνεται δεκτό ότι κατ’ ουσίαν καθιέρωσε ειδική υλική αρμοδιότητα του τμήματος αυτού (ΑΠ 1285/2006 ΔΕΕ 2007,978, ΑΠ 338/2003 ΧρΙΔ 2003/537, Δνη 2004/407, ΑΠ 832/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΠειρ. 251/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Κ. Καλαβρός, Η αναίρεση κατά τον ΚΠολΔ – Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 2017, άρθρο 559, αρ. 345, σελ. 288, Κ. Μπέης, παρατηρήσεις κάτω από την ΑΠ 51/2004, σε Δ 2004/965 επομ.) και μάλιστα αποκλειστική (Γ.Ρήγος, σημείωση κάτω από την ΕφΠειρ. 38/1995, σε Δνη 1995/1313 επομ.), μη δυνάμενη να μεταβληθεί με συμφωνία των διαδίκων (Αθ.Πανταζόπουλος, ο.π., σελ. 574), αφού η υπαγωγή των ναυτικών υποθέσεων στο ομώνυμο τμήμα είναι υποχρεωτική (ΤριμΕφΠειρ 413/2015, ΜονΕφΠειρ 442/2014, ΜονΕφΠειρ 228/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ανάγκη επίτευξης ενότητας στη νομολογία επί των ναυτικών διαφορών στην ευρύτερη δυνατή κλίμακα υπαγόρευσε και τη νομοθετική επέκταση της χωρικής – γεωγραφικής αρμοδιότητας του ειδικού Ναυτικού τμήματος του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως προς τις διαφορές αυτές (Α. Αντάπασης, Η ίδρυση ειδικού τμήματος ναυτικών διαφορών στο Πρωτοδικείο και Εφετείο Πειραιά, σε Ενθύμημα Άλκη Αργυριάδη, Τόμος I, 1996, σελ. 45 επομ. [57]). Έτσι, στην § 2 του ως άνω άρθρου 51 του Ν. 2172/1993, το οποίο άρχισε να ισχύει από την 16η.3.1994, κατά την § 9 εδαφ. δ΄ αυτού (ΕφΠειρ 145/2006 ΠειρΝ 2006/359), ορίστηκε ότι για την εκδίκαση των ναυτικών διαφορών η δικαιοδοσία του Πρωτοδικείου Πειραιά εκτείνεται σε ολόκληρο το νομό Αττικής. Επομένως, από της ισχύος της διατάξεως αυτής καταργήθηκε εφεξής η αντίστοιχη υλική αρμοδιότητα του Πρωτοδικείου Αθηνών (ΑΠ1602/2012 ΕΝαυτΔ 2013/17), ενώ μεταγενέστερα με το άρθρο ένατο παρ. 17 του Ν. 4335/2015 «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν. 4334/2015» (ΦΕΚ A 87/23.7.2015), προστέθηκε δεύτερο εδάφιο στην § 2 του ως άνω άρθρου 51, κατά το οποίο «Για τις λοιπές εκτός Αττικής ναυτικές διαφορές, το Πρωτοδικείο Πειραιά έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα». Κατ’ ουσίαν, με τις ρυθμίσεις αυτές, εκτός της υλικής, καθιερώθηκε και τοπική αρμοδιότητα του ειδικού Ναυτικού τμήματος του Πρωτοδικείου Πειραιώς (ΤριμΕφΠειρ 112/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2768/2004 ΠειρΝ 2006/354, Α. Αντάπασης, ο.α.π., σελ. 64, Δ. Καμβύσης, Ναυτεργατικό Δίκαιο, 1994, σελ. 389), στο οποίο δωσιδικούν έκτοτε οι ναυτικές διαφορές, αποκλειστικώς μεν όσον αφορά το νομό Αττικής (ΕφΑθ 9139/2000, αδημ. επικυρωθείσα με την ΑΠ832/2002, ο.π.) και συντρεχόντως όσον αφορά τις λοιπές περιφέρειες της Επικράτειας, ειδικώς, πάντως, σε κάθε περίπτωση, δεδομένου ότι η αρμοδιότητα αυτή οριοθετήθηκε με βάση το αντικειμενικό κριτήριο της φύσης των υπαγόμενων διαφορών. Είναι προφανές ότι το λειτουργικώς αρμόδιο Ναυτικό τμήμα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς έχει αποκλειστική εντός της περιφέρειας του νομού Αττικής τοπική αρμοδιότητα, εφόσον καταφαθεί η υλική του αρμοδιότητα και η σχετική κρίση προϋποθέτει την παραδοχή του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς, κατόπιν αυτεπάγγελτου δικαστικού ελέγχου και ανεξαρτήτως της συμπεριφοράς των διαδίκων, όπως συμβαίνει με κάθε διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, κατ’ άρθρο 73 ΚΠολΔ, με βάση το εισαγωγικό δικόγραφο και το αποδεικτικό υλικό που τίθεται υπόψη του (Ν. Νίκας, ο.π., § 20, αρ. 1,2, σελ. 280). Για να διευκολύνει την κρίση ο νομοθέτης, αφενός, εισάγει μια γενική ρήτρα (§ 3Α του άρθρου 51), στην οποία χαρακτηρίζονται ως ναυτικές οι ιδιωτικές διαφορές, που πηγάζουν από (δηλαδή αιτία έχουν) πράξεις του θαλάσσιου εμπορίου, τη χρησιμοποίηση, λειτουργία ή ναυσιπλοΐα του πλοίου και την παροχή εργασίας σ’ αυτό και, αφετέρου, προβαίνει σε περιπτωσιολογική απαρίθμηση τους συμπεριλαμβάνοντας στις ενδεικτικά και όχι περιοριστικά (ΤριμΕφΠειρ 253/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) αναφερόμενες στην § 3Β του ως άνω άρθρου και Νόμου ναυτικές διαφορές. (ΕφΑθ 71/2020 δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Ενόψει των ανωτέρω, η ένσταση των εναγομένων, που προβλήθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσης τους, περί ελλείψεως κατά τόπον αρμοδιότητας των Δικαστηρίων του Πειραιά, καθόσον στην επίδικη σύμβαση εργασίας, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, περιλαμβάνεται ρητός όρος για την αποκλειστική αρμοδιότητα των Δικαστηρίων των Χανίων, όπου εδρεύουν οι εναγόμενες εταιρείες, για τις εξ αυτής διαφορές, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμη, καθόσον η εκ του άρθρου 51 ν. 2172/1993 λειτουργική αρμοδιότητα του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πρωτοδικείου Πειραιώς για ναυτικές διαφορές, όπως η επίδικη από παροχή ναυτικής εργασίας, αποκλειστική μεν, όσον αφορά το νομό Αττικής και συντρέχουσα, όσον αφορά τις λοιπές περιφέρειες της Επικράτειας, δεν μπορεί να μεταβληθεί με συμφωνία των διαδίκων, ούτως ώστε η κρινόμενη ρητή συμφωνία μεταξύ αυτών, με την οποία επιχειρείται να καταργηθεί η, εκ ειδικού νόμου, καθιερωμένη συντρέχουσα αρμοδιότητα των Δικαστηρίων του Πειραιά για τις εκτός Αττικής ναυτικές διαφορές, δεν έχει έννομη δικονομική επιρροή στην δωσιδικία των εναγομένων εταιρειών στα Δικαστήρια του Πειραιά, που εξακολουθούν να έχουν τοπική αρμοδιότητα εκδίκασης της προκείμενης διαφοράς, απορριπτομένου του συναφούς πρώτου λόγου της έφεσης των εναγομένων, που πλήττει την εκκαλουμένη, που έκρινε ομοίως, αν και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, που αντικαθίσταται με την παρούσα (534ΚΠολΔ), ως αβασίμου.

IV. Από την διάταξη του άρθρου 216 § 1 ΚΠολΔ, στην οποία προβλέπεται ότι το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117, πρέπει να περιέχει: α)σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκηση της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, β)ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ)ορισμένο αίτημα, προκύπτει ότι η χωρίς πληρότητα αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και οδηγεί στην απόρριψη της, ως απαράδεκτης, για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης, η οποία αποτελεί και προϋπόθεση του παραδεκτού της (ΑΠ 1611/2008 Δ 2008/1131, ΑΠ 187/2006 Δ 2006/907), δεδομένου ότι επί ελλιπούς ή ασαφούς αγωγής το δικαστήριο δεν μπορεί να προχωρήσει στην εκτίμηση των ισχυρισμών του ενάγοντος από νομική και ουσιαστική άποψη, εκτός αν πρόκειται για επουσιώδεις ελλείψεις, οι οποίες είναι δυνατόν, κατ’ άρθρο 224 ΚΠολΔ να συμπληρωθούν, να διευκρινιστούν και να διορθωθούν με τις προτάσεις. Ειδικότερα, όταν πρόκειται για αγωγή, με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση δεδουλευμένων αποδοχών ναυτικού, στοιχεία της βάσης της, τα οποία ο ενάγων οφείλει να επικαλεστεί και, αν αμφισβητηθούν, να αποδείξει, είναι, σύμφωνα με το άρθρο 53 ΚΙΝΔ, η σύμβαση ναυτολόγησης, η παροχή από τον ενάγοντα ναυτικό της εργασίας του στον πλοιοκτήτη και ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός, σε συνδυασμό με τη χωρητικότητα του πλοίου, ώστε να εφαρμοστεί η αρμόζουσα ΣΣΝΕ. Για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής αυτής δεν είναι, αντιθέτως, απαραίτητο να αναφέρεται το είδος των κατ’ ιδίαν εργασιών που εκτελέστηκαν, εφόσον αυτό προκύπτει από την αναφορά της ειδικότητας και του βαθμού του ενάγοντος, δεδομένου ότι το είδος και η φύση των καθηκόντων κάθε ναυτικού και των εργασιών που αυτός εκτελεί κατά τον πλου ή όταν το πλοίο ναυλοχεί καθορίζονται λεπτομερώς από τους κανονισμούς εργασίας και τις ναυτικές συνήθειες (ΑΠ 365/2005 ΕλΔνη 47/1663, ΑΠ 225/2002 Δνη 44/160, ΔΕΝ 2002/1314, ΜονΕφΠειρ 147/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 994/2007 ΕΝαυτΔ 2007/385, ΠειρΝομ. 2008/199, ΕφΠειρ 857/2006 ΕΝαυτΔ 2006/268, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 2005/345, ΕφΠειρ 124/2003 ΕΝαυτΔ 2003/130, Α. Βερνάρδος, Το δίκαιον της ναυτικής εργασίας, 1980, σελ. 99). Η τελευταία αυτή παραδοχή εντάσσεται ομαλά στο υιοθετούμενο από τον Έλληνα δικονομικό νομοθέτη σύστημα του ουσιαστικού ή συγκεκριμένου προσδιορισμού του αντικειμένου της πολιτικής δίκης, υπό την σύγχρονη εκδοχή του, της λειτουργίας του κανόνα δικαίου (Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, 2005, § 60, σελ. 142 επομ. και Κ. Μακρίδου, Η αόριστη αγωγή και οι δυνατότητες θεραπείας της, δ έκδοση, σελ. 24 επομ.), κατά το οποίο δεν είναι απαραίτητη η αναφορά στο εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο των περιστατικών εκείνων που δεν αποτελούν στοιχείο του πραγματικού του κανόνα δικαίου, που, ανάλογα με τα γεγονότα που αποτυπώνονται σ’ αυτό, καλείται εκάστοτε σε εφαρμογή, όταν τα ελλείποντα περιστατικά καθορίζονται χωρίς προϋποθέσεις, δηλαδή κατά τρόπο γενικό και ανεξαίρετο από το νόμο. Περαιτέρω, ομοίως επί αγωγής με την οποία διώκεται η επιδίκαση αμοιβής, λόγω υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές, τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, για το ορισμένο αυτής αρκεί να αναφέρεται, εκτός από την εργασιακή σχέση και τους όρους αυτής, η παροχή εργασίας κατά τις εν λόγω ημέρες, η συνολική ημερήσια ή μηνιαία διάρκεια αυτής, είτε κατά μέσο όρο, το σύνολο των ημερών αυτών, που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος, καθώς και το χρονικό διάστηµα στο οποίο αντιστοιχούν, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω αναφορά στο είδος των κατ’ ιδίαν εργασιών, που εκτελέσθηκαν, εφόσον σε αυτήν αναφέρεται η ειδικότητα και ο βαθμός του ναυτικού,  ούτως ώστε το είδος των καθηκόντων κάθε ναυτικού και των εργασιών που εκτελεί αυτός, κατά τον πλου ή όταν το πλοίο ναυλοχεί, καθορίζονται λεπτομερώς από τους κανονισμούς εργασίας και τις ναυτικές συνήθειες, εφόσον βεβαίως δεν πρόκειται για εργασίες που αμείβονται ειδικώς με βάση τις Συλλογικές Ναυτικές Συμβάσεις. Επίσης, δεν αποτελεί αναγκαίο στοιχείο για το ορισμένο της αγωγής αυτής, να αναφέρεται ο χρόνος έναρξης και λήξης της εργασίας, η διάρκεια διακοπής της, ο χρόνος έναρξης και λήξης της υπερωριακής απασχόλησης συγκεκριμένες ημέρες, αφού αυτός ορίζεται από το νόμο καθ’υπέρβαση του νομίμου ωραρίου, είτε αφορά εργασία σε μη εργάσιμες ημέρες, μήτε απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός των ημερών με ακριβείς ημεροχρονολογίες και των ωρών της ημέρας κατά τις οποίες απασχολήθηκε ο ενάγων υπερωριακώς,  ούτε η ανάγκη η οποία παρέστη για την εκτέλεση της και το πρόσωπο από το οποίο δόθηκε η σχετική εντολή, καθώς και τα δρομολόγια του πλοίου (ΑΠ 1600/2006 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 496/2015, ΕφΠειρ 994/2007 ΠειρΝομ 2008 199, ΕφΠειρ 140/2004 ΕΝΔ 2004.114, ΔΕΕ 2004.1043, ΕφΠειρ 892/2002, ΕφΠειρ 901/2002, ΕφΠειρ 1312/1997, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση δε αμφιβολίας περί της πληρότητας ή όχι των αναγκαίων γεγονότων, λογίζεται έγκυρη η αγωγή, εφόσον οι ελλείψεις του δικογράφου της δεν δυσχεραίνουν την άσκηση ανταπόδειξης από τον εναγόμενο (ΕφΠειρ 33/2002 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Ενόψει τούτων, η ένδικη αγωγή, με την οποία ο ενάγων εκθέτει ότι ναυτολογήθηκε στο αναφερόμενο ακτοπλοϊκό πλοίο, κυριότητας της πρώτης εναγομένης και εφοπλισμού της δεύτερης, ως θαλαμηπόλος, αντί των καθοριζομένων από την ισχύουσα Σ.Σ.Ν.Ε. όρων και αποδοχών και ότι παρέσχε σε αυτό τις υπηρεσίες της ειδικότητας του, απασχολούμενος, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, που εκτελούσε δρομολόγια, επί 14 ώρες ημερησίως και με την οποία  ζητεί να του καταβληθούν διαφορές από υπερωριακή εργασία έξι ωρών πέραν από το οκτάωρο κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και δεκατεσσάρων ωρών κατά τα Σάββατα και τις αργίες, είναι ορισμένη και σαφής, αφού περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στην μείζονα σκέψη. Επομένως, ο ισχυρισμός των εναγομένων, που προέβαλαν πρωτοδίκως και επαναφέρουν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, περί αοριστίας της ένδικης αγωγής, διότι δεν εκτίθεται ποιες συγκεκριμένες ώρες εντός του 24ώρου παρείχε την εργασία του, μήτε προσδιόρισε επακριβώς το είδος και την διάρκεια των κατ’ιδίαν εργασιών, που εκτελούσε, ούτε τις ειδικότερες ανάγκες και συνθήκες που επέβαλαν την εκτέλεση τους, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος, καθόσον δεν απαιτείται για την πληρότητα και σαφήνεια της ιστορικής βάσης της αγωγής η παράθεση τέτοιων στοιχείων.

V. Με τα άρθρα 11, 12 παρ. 1 ,13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ.1 της ΥΑ 2242.5-1.5/56040/2019 (ΦΕΚ Β΄ 3170/12.8.2019) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2019», του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, ορίζονται τα ακόλουθα : « …Οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορά η ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση ορίζονται σε 40 εβδομαδιαίως, δηλαδή 8 ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. …Ειδικά για το προσωπικό γενικών υπηρεσιών εν γένει, πλην των Ραδιοτηλεγραφητών, η οκτάωρη εργασία κατανέμεται από της 06.00 ώρας μέχρι της 22.00 ώρας με μία ώρα διακοπή. … Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανόμενων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής : Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (αφορά το βασικό μισθό) διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173)… Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακή αμοιβή του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%… Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών…. Οι κατωτέρω κατονομαζόμενες θρησκευτικές εορτές θεωρούνται ως ημέρες αργίας. Εργασίες εκτελούμενες κατά τις αργίες αυτές εν πλω και στο λιμάνι αμείβονται υπερωριακώς , σύμφωνα με την παραγρ. 5 του άρθρου 13 της Συλλογικής Σύμβασης… α. Η 1η του Έτους, β. Η εορτή των Θεοφανείων. γ. Η Καθαρή Δευτέρα, δ. Η 25η Μαρτίου, ε. Η Μεγάλη Παρασκευή, στ. Η Δευτέρα του Πάσχα. ζ. Η ημέρα του Αγίου Γεωργίου, η. Η 1η Μαΐου. θ. Η ημέρα της Αναλήψεως. ι. Η 15η Αυγούστου. ια. Η 14η Σεπτεμβρίου, ιβ. Η 28η Οκτωβρίου, ιγ. Η ημέρα του Αγίου Νικολάου. ιδ. Η ημέρα των Χριστουγέννων, ιε. Η δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων…. ».

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στην  ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα αμοιβών και τις σχετικές διατάξεις, περί των αποδοχών θαλαμηπόλου ορίζονται τα ακόλουθα : Ο βασικός μηνιαίος μισθός στο ποσό των 1.204,77 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 265,05 ευρώ και συνολικά  στο ποσό των 1.469,82 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,98 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 36,64  ευρώ (άρθρο 8 παρ.13), το επίδομα ιματισμού σε 58,78 ευρώ (άρθρο 5) και οι αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας σε 433,95 ευρώ (άρθρο 15), ήτοι [(1.204,77 +265,05) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,98 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)]. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στην  ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα υπερωριακής αμοιβής κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6 περ.Θ, προκειμένου περί θαλαμηπόλου, η υπερωρία ορίστηκε αντίστοιχα σε 8,70 € (με προσαύξηση 25%) και 10,44 € (με προσαύξηση 50%). Επισημαίνεται, περαιτέρω, καθ’ όσον αφορά ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, ότι η ως άνω Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας προβλέπει στο άρθρο 6 ότι «Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του μισθού ενεργείας, που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας», δηλαδή το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής, αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 550/2021, ΕφΠειρ 368/2019, ΕφΠειρ 328/2014, ΕφΠειρ 626/2014, ΕφΠειρ 630/2014, ΕφΠειρ 27/2011, ΕφΠειρ 803/2009, ΕφΠειρ 529/2009, ΕφΠειρ 1128/2006, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝΔ 34 351, ΕφΠειρ 236/2006, ΕφΠειρ 741/2005 ΕΝΔ 33.444, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝΔ 33.345, ΕφΠειρ 608/2001 ΕΝΔ 29.446).

V. Από τις από 2.2021 ένορκες βεβαιώσεις των …………. ενώπιον του δικηγόρου Πειραιώς, …….., κατ’αρθρο 158 παρ. 4 του ν. 4764/2020, που λήφθηκαν με την επιμέλεια του ενάγοντος-εκκαλούντος-εφεσιβλήτου, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης των εναγομένων – εκκαλουσών – εφεσιβλήτων, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015 (υπ’αριθ………/28.1.2021 και …/28.1.2021 εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών Πρωτοδικείου Πειραιά και Χανιών, ……. και …….. αντίστοιχα), την υπ’αριθμ………/2.2.2021 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος ……, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, που συντάχθηκε με την επιμέλεια των εναγομένων-εκκαλουσών-εφεσιβλήτων, κατόπιν νομότυπης, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015, κλήτευσης του ενάγοντος – εκκαλούντος – εφεσιβλήτου (υπ’αριθ. 2…192Δ/28-1-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …………), οι οποίες εκτιμώνται από το Δικαστήριο κατά το μέτρο της αξιοπιστίας και το βαθμό της γνώσεως εκάστου μάρτυρα, όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, ανεξάρτητα αν τα προσκομιζόμενα έγγραφα πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 340 παρ.1 και 591 παρ.1 ΚΠολΔ), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 139/2009, ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723), σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφα τους και εκτιμώνται, κατ’ άρθρα 264 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ, αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ) και της λογικής, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει συμβάσεως ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης εναγομένης ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «………», που έχει τον εφοπλισμό, την διαχείριση και εκμετάλλευση του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίου «Π», με αριθμό νηολογίου Ρεθύμνου ….., κόρων ολικής χωρητικότητας (κ.ο.χ.) 9850, κυριότητας της πρώτης εναγομένης ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας «……….» και του ενάγοντος, Γεωργίου Μαυροειδή, απογεγραμμένου ναυτικού, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, στο ως άνω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του από 14.12.2018 μέχρι 7.2.2020, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει, αντί των προβλεπομένων αποδοχών και σύμφωνα με τους όρους και συμφωνίες της ισχύουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων. Ειδικότερα, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος, τις πάσης φύσεως αποδοχές του ρύθμιζε η από 8.7.2019 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων (ΣΣΝΕ) του έτους 2019, που κυρώθηκε με την υπ’αριθμ.2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β΄ 3170/12.8.2019), εξακολούθησαν δε να ισχύουν τα οριζόμενα σ’αυτήν και μετά την λήξη ισχύος της, μέχρι την οριστική απόλυση του, εφόσον αποτέλεσαν συμβατικούς όρους, κατά τα συνομολογηθέντα ρητά στην οικεία εργασιακή του σύμβαση, εκ της οποίας συνάγεται σαφώς η βούληση των συμβαλλομένων να ισχύουν τα προβλεπόμενα σ’αυτήν, το δε γεγονός ότι είχε λήξει η διάρκεια ισχύος της, δεν αναιρεί την ελεύθερη συμφωνία των συμβαλλόμενων να διέπει τους όρους εργασίας του ενάγοντος, μέχρι την σύναψη και κύρωση νεώτερης Σ.Σ.Ν.Ε., που ούτως ή άλλως συντάχθηκε μετά την οριστική απόλυση του και συνεπώς, δεν έχει εφαρμογή σε ανενεργή εργασιακή σχέση.

Περαιτέρω, από τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια της ως άνω ναυτολογήσεως του ενάγοντος, παρεκτός του διαστήματος από 27.3.2019 έως και 8.4.2019, που το εν λόγω πλοίο ήταν ακινητοποιημένο για την διενέργεια εργασιών επισκευής και συντήρησης, εκτελούσε ακτοπλοϊκά (κυρίως κυκλικά) δρομολόγια, τα οποία αφορούσαν και συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας με επιδότηση (άγονης γραμμής), από τον Πειραιά προς τα λιμάνια του Ηρακλείου, της Σητείας και της Ρόδου, με ενδιάμεσες καταπλεύσεις σε μικρότερα νησιά και λιμένες.

Ειδικότερα, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα, το πλοίο αυτό εκτελούσε βασικά τα ακόλουθα δρομολόγια εβδομαδιαίως, όπως αυτά εκτίθενται στους αντίστοιχους πίνακες, ως προς έκαστο αναφερόμενο χρονικό διάστημα, την κάθε ημέρα της εβδομάδας, το εκάστοτε λιμάνι προσέγγισης και τον χρόνο άφιξης και αναχώρησης και συγκεκριμένα:

 

1. Από 1.1.2019 έως και 26.3.2019, από 9.4.2019 έως και 22.4.2019 (πρωί), από 30.4.2019 (βράδυ) έως και 10.6.2019 και από 10.9.2019 έως και 7.2.2020.
ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ.
Θήρα 00.05 01.05 Πειραιάς   20.30 Μήλος 01.30 01.50 Ρόδος   07.00
Μήλος 04.45 05.05       Θήρα 05.30 06.30 Χάλκη 09.00 09.20
Πειραιάς 10.05         Ανάφη 08.05 08.25 Διαφάνι 11.20 11.40
            Κάσος 13.10 13.25 Πηγάδια 12.40 13.20
            Πηγάδια 15.00 15.40 Κάσος 14.55 15.10
            Διαφάνι 16.40 16.55 Ανάφη 20.00 20.20
            Χάλκη 18.55 19.10 Θήρα 21.55 22.55
            Ρόδος 21.10        
 
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ.
Μήλος 02.35 02.50 Θήρα 03.10 04.10 Ρόδος 01.10 03.00
Πειραιάς 07.50 18.00 Ανάφη 05.45 06.00 Χάλκη 05.00 05.20
Μήλος 23.00 23.30 Ηράκλειο 10.00 11.00 Διαφάνι 07.20 07.40
      Σητεία 14.00 14.20 Πηγάδια 08.40 09.20
      Κάσος 17.00 17.20 Κάσος 10.55 11.15  
      Πηγάδια 18.55 19.35 Σητεία 13.55 14.15  
      Διαφάνι 20.35 20.50 Ηράκλειο 17.15 18.15  
      Χάλκη 22.50 23.10 Ανάφη 22.15 22.30  

 

 

Με τις ακόλουθες παρεκκλίσεις: Την Τρίτη 1.1.2019 το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο. Την Τετάρτη 2.1.2019 το πλοίο αναχώρησε από Πειραιά στις 14.00μμ προς Μήλο (αφ. 19.00 – αν. 19.20) – Θήρα (αφ. 22.50 – αν. 23.30) – Ανάφη (αφ. 01.05 της Πέμπτης 3.1.2019 – αν. 01.25) – Κάσο (αφ. 06.05 – αν. 06.25) – Κάρπαθο (αφ. 07.50 – αν. 08.20) – Διαφάνι (αφ. 09.20- αν. 09.35) – Χάλκη (αφ. 11.35-αν. 11.50)-Ρόδο (αφ. 13.50). Την Παρασκευή 4.1.2019 το πλοίο αναχώρησε από Ρόδο στις 04.00πμ προς Χάλκη (αφ. 06.00 – αν. 06.15) – Διαφάνι (αφ. 08.15 – αν. 08.25) – Κάρπαθο (αφ. 09.25 – αν. 09.55) – Κάσο (αφ. 11.25-αν. 11.40)-Ανάφη (αφ. 16.30-αν. 16.40)-Θήρα (αφ. 18.15-αν. 18.55) – Μήλο (αφ. 22.45 – αν. 23.05) – Πειραιά (αφ. 04.05 του Σαββάτου 5.1.2019 – αν. 10.00) – Μήλο (αφ. 15.00 – αν. 15.20) – Θήρα (αφ. 19.00 – αν. 20.00) – Ανάφη (αφ. 21.35 – αν. 21.45) – Ηράκλειο (αφ. 01.40 της Κυριακής 6.1.2019 – αν. 02.25) – Σητεία (αφ. 05.25 – αν. 05.45) – Κάσος (αφ. 08.05 – αν. 08.20) – Κάρπαθος (αφ. 09.55 – 10.25) – Διαφάνι (αφ. 11.25 – αν. 11.35) – Χάλκη (αφ. 13.35 – αν. 13.50) – Ρόδος (αφ. 17.50 – αν. 18.50) – Χάλκη (αφ. 20.50 – 21.05) – Διαφάνι (23.05 – 23.15) – Κάρπαθος (αφ. 00.15 της Δευτέρας 7.1.2019 – αν. 00.45) – Κάσος (αφ. 02.50 – αν. 03.05) – Σητεία (αφ. 05.45 – αν. 06.05) – Ηράκλειο (αφ. 09.05- αν. 10.05) – Ανάφη (αφ. 14.00- 14.15) – Θήρα (αφ. 15.50 – αν. 16.50) – Μήλος (αφ. 20.40- αν. 21.00) – Πειραιάς (αφ. 02.00 πμ της Τρίτης 8.1.2019). Την Τετάρτη 16.1.2019 το πλοίο αναχώρησε από Πειραιά στις 10.00 πμ, προς Μήλο (αφ. 15.05- αν. 15.20) – Θήρα (αφ. 19.00 – αν. 20.00) – Ανάφη (αφ. 21.35 – αν. 21.50) – Κάσος (αφ. 03.35 της Πέμπτης 17.1.2019 – αν. 03.50) – Κάρπαθος (αφ. 05.20 – αν. 05.50) – Διαφάνι (αφ. 06.50 – αν. 07.05) – Χάλκη (αφ. 09.05 – αν. 09.20) – Ρόδος (αφ. 11.20 – αν. 12.20) – Χάλκη (αφ. 14.20 – αν. 14.35) – Διαφάνι (αφ. 16.35 – αν. 16.50) – Πηγάδια Καρπάθου (αφ. 17.50 – αν. 18.20) – Κάσος (αφ. 19.50 – αν. 20.05) – Ανάφη (αφ. 00.50 της Παρασκευής 18.1.2019 – αν. 01.05) – Θήρα (αφ. 02.40 – αν. 03.40) – Μήλος (αφ. 07.20 – αν. 07.35) – Πειραιάς (αφ. 12.40). Την Πέμπτη 24.1.2019 το πλοίο αναχώρησε από Ρόδο την 12.30 μμ, προς Χάλκη (αφ. 14.40 – αν. 14.55) – Διαφάνι (αφ. 16.55 – αν. 17.10) – Πηγάδια Καρπάθου (αφ. 18.15 – αν. 18.45) – Κάσος (αφ. 20.15 – αν. 20.30) – Ανάφη (αφ. 01.30 της Παρασκευής 25.1.2019 – αν. 01.45) – Θήρα (αφ. 03.15 – αν. 04.15) – Μήλος (αφ. 08.00 – αν. 08.15) – Πειραιάς (αφ. 13.30). Το Σάββατο 26.1.2019 το πλοίο αναχώρησε από Πειραιά την 07.00 πμ, προς Μήλο (αφ. 12.05 – αν. 12.20) – Θήρα (αφ. 16.00 – αν. 17.00) – Ανάφη (αφ. 18.35 – αν. 18.50) – Ηράκλειο (αφ. 22.50 – αν. 23.50) – Σητεία (αφ. 02.45 της Κυριακής 27.1.2019 – αν. 03.00) – Κάσος (αφ. 05.40 – αν. 05.55) – Κάρπαθος (αφ. 07.25 – αν. 07.55) – Διαφάνι (αφ. 08.55 – αν. 09.10) – Χάλκη (αφ. 11.10 – αν. 11.25) – Ρόδος (αφ. 13.30 – αν. 14.30) – Χάλκη (αφ. 16.35 – αν. 16.50) – Διαφάνι (αφ. 18.50 – αν. 19.05) – Κάρπαθος (αφ. 20.05 – αν. 20.35) – Κάσος (αφ. 22.10 – αν. 22.25) – Σητεία (αφ. 01.05 της Δευτέρας 28.1.2019 – αν. 01.20) -Ηράκλειο (αφ. 04.15 – αν. 05.15) – Ανάφη (αφ. 09.15 – αν. 09.30) – Θήρα (αφ. 11.05 – αν. 12.05) – Μήλος (αφ. 15.45 – αν. 16.00) – Πειραιάς (αφ. 21.00). Από την Τρίτη 29.1.2019 έως την Πέμπτη 31.1.2019 δεν εκτελέσθηκαν δρομολόγια, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών. Την Τρίτη 5.2.2019, το πλοίο αναχώρησε από Πειραιά την 23.30 μμ προς Μήλο (αφ. 04.30 της Τετάρτης 6.2.2019 – αν. 04.50) – Θήρα (αφ. 08.30-αν. 09.30) – Ανάφη (αφ. 11.05-αν. 11.25) – Κάσος (αφ. 16.10 – αν. 16.25) – Πηγάδια Καρπάθου (αφ. 18.00 – αν. 18.40) – Διαφάνι (αφ. 19.40 – αν. 19.55) – Χάλκη (αφ. 21.55 – αν. 22.10) – Ρόδος (αφ. 00.10 της Πέμπτης 7.2.2019 – αν. 07.00 σύμφωνα με το πιο πάνω τακτικό πρόγραμμα). Την Παρασκευή 15.2.2019 το πλοίο αναχώρησε από Πειραιά την 23.00′ μμ, προς Μήλο (αφ. 04.00 του Σαββάτου 16.2.2019 – αν. 04.30) – Θήρα (αφ. 08.10 – αν. 09.10) – Ανάφη (αφ. 10.45 – αν. 11.00) – Ηράκλειο (αφ. 15.00 – αν. 16.00) – Σητεία (αφ. 19.00 – αν. 19.20) – Κάσος (αφ. 22.00 – αν. 22.20) – Κάρπαθος (αφ. 23.55 – αν. 00.35 της Κυριακής 17.2.2019) – Διαφάνι (αφ. 01.35 – αν. 01.50) – Χάλκη (αφ. 03.50 – αν. 04.10) – Ρόδος (αφ. 06.10 – 08.00) – Χάλκη (αφ. 10.00 – αν. 10.20) – Διαφάνι (αφ. 12.20 – αν. 12.40) – Πηγάδια Καρπάθου (αφ. 13.40 – αν. 14.20) – Κάσος (αφ. 15.55 – αν. 16.15) – Σητεία (αφ. 18.55 – αν. 19.15) – Ηράκλειο (αφ. 22.15-αν. 23.15) – Ανάφη (αφ. 03.15 της Δευτέρας 18.2.2019 – αν. 03.30) – Θήρα (αφ. 05.05 – αν. 06.05) – Μήλος (αφ. 09.45 – αν. 10.05) – Πειραιάς (αφ. 15.05). Την Κυριακή 10.3.2019, το πλοίο παρέμεινε στη Ρόδο, από όπου αναχώρησε την 23.00 μμ προς Χάλκη (αφ. 01.00 της Καθ. Δευτέρας 11.3.2019 – αν. 01.20) – Διαφάνι (αφ. 03.20 – αν. 03.40) – Πηγάδια (αφ. 04.40 – αν. 05.20) – Κάσος (αφ. 06.55 – αν. 07.15) – Σητεία (αφ. 09.55 – αν. 10.15) – Ηράκλειο (αφ. 13.15 – αν. 14.15) – Θήρα (αφ. 20.05 – αν. 21.05) – Μήλος (αφ. 00.45 της Τρίτης 12.3.2019 – αν. 01.05) – Πειραιάς (αφ. 06.15). Την Κυριακή 24.3.2019, το πλοίο παρέμεινε στη Ρόδο, από όπου αναχώρησε την 23.00′ μμ προς Χάλκη (αφ. 01.00 της Δευτέρας 25.3.2019 – αν. 01.20) – Διαφάνι (αφ. 03.20 – αν. 03.40) – Πηγάδια (αφ. 04.40 – αν. 05.20) – Κάσος (αφ. 06.55 – αν. 07.15) – Σητεία (αφ. 09.55 – αν. 10.15) – Ηράκλειο (αφ. 13.15 – αν. 14.15) – Θήρα (αφ. 20.05 – αν. 21.05) – Μήλος (αφ. 00.45 της Τρίτης 26.3.2019 – αν. 01.05) – Πειραιάς (αφ. 06.15). Το Σάββατο 14.9.2019, το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά την 18.00 μμ προς Μήλο (αφ. 23.00 – αν. 23.30) – Θήρα (αφ. 03.10 της επομένης Κυριακή 15.9.2019 – αν. 04.10) – Ανάφη (αφ. 05.45 – αν. 06.00) – Ηράκλειο (αφ. 10.00 – αν. 11.00) – Σητεία (αφ. 14.00 – αν. 14.20) – Κάσο (αφ. 17.00 – αν. 17.20) – Κάρπαθο (αφ. 18.55 – αν. 19.35) – Διαφάνι (αφ. 20.35 – αν. 20.50) – Χάλκη (αφ. 22.50 – αν. 23.10) – Ρόδο (αφ. 01.10 της επομένης Δευτέρα 16.9.2019 – αν. 03.00 ) – Χάλκη (αφ. 05.00 – αν. 05.20) – Διαφάνι (αφ. 07.20 – αν. 07.40) – Κάρπαθος (αφ. 08.40 – αν. 09.20) – Κάσος (αφ. 10.55 – αν. 11.15) – Σητεία (αφ. 13.55 – αν. 14.15) – Ηράκλειο (αφ. 17.15 – αν. 18.15) – Ανάφη (αφ. 22.15 – αν. 22.30) – Θήρα (αφ. 00.05 της επομένης Τρίτη 17.9.2019 – αν. 01.05) – Μήλος (αφ. 04.45 – αν. 05.05) – Πειραιάς (αφ. 10.05 πμ). Την Κυριακή 22.9.2019 το πλοίο αναχώρησε από την Κάσο στις 18.30 μμ προς Σητεία (αφ. 21.00 – αν. 21.50) – Ηράκλειο (αφ. 01.00 της επομένης Δευτέρα 23.9.2019- αν. 02.00) – Ανάφη (αφ. 06.10 – αν. 06.30) – Θήρα (αφ. 08.10 – αν. 09.10) – Μήλο (αφ. 13.00 – αν. 13.25) – Πειραιά (αφ. 18.35). Το Σάββατο 28.9.2019 το πλοίο αναχώρησε από τη Σητεία στις 20.30 προς Κάσο (αφ. 23.10 – αν. 23.30) – Κάρπαθο (αφ. 01.10 της επομένης Κυριακή 29.9.2019 – αν. 01.50 πμ) – Διαφάνι (αφ. 02.50 – αν. 03.05) – Χάλκη (αφ. 05.10 – αν. 05.25) – Ρόδο (αφ. 07.30 – αν. 09.00) – Χάλκη (αφ. 11.05 – αν. 11.25) – Διαφάνι (αφ. 13.30 – αν. 13.50) – Κάρπαθο (αφ. 14.50 – αν. 15.30) – Κάσο (αφ. 17.10 – αν. 17.30) – Σητεία (αφ. 20.20 – αν. 20.40) – Ηράκλειο (αφ. 23.50 – αν. 00.50 της επομένης Δευτέρα 30.9.2019) – Ανάφη (αφ. 05.05 -αν. 05.20) – Θήρα (αφ. 07.00 – αν. 08.00) – Μήλος (αφ. 11.55 – αν. 12.15) – Πειραιάς (αφ. 17.30). Την Κυριακή 3.11.2019, το πλοίο αναχώρησε από τη Ρόδο την 05.00 πμ προς Χάλκη (αφ. 07.10 – αν. 07.25) – Διαφάνι (αφ. 09.35 – αν. 09.50) – Πηγάδια (αφ. 10.50 – αν. 11.30) – Κάσο (αφ. 13.05 – αν. 13.25) – Σητεία (αφ. 16.15 – αν. 16.35) – Ηράκλειο (αφ. 195.0 – αν. 20.50) -Ανάφη (αφ. 01.05 της επομένης Δευτέρα 4.11.2019 – αν. 01.25) – Θήρα (αφ. 03.05 – αν. 04.05) – Μήλος (αφ. 08.00 – αν.08.30) – Πειραιάς (αφ. 13.45). Την Κυριακή 24.11.2019, το πλοίο αναχώρησε από την Κάσο την 14.15 προς Ηράκλειο (αφ. 20.10 – σν. 21.20) – Ανάφη (αφ. 01.25 – αν. 01.45) – Θήρα (αφ. 03.20 – αν. 04.20) – Μήλο (αφ. 08.10 – αν. 08.30) – Πειραιά (αφ. 13.35). Την Κυριακή 22.12.2019 το πλοίο παρέμεινε στο λιμάνι του Ηρακλείου. Τη Δευτέρα 23.12.2019 το πλοίο αναχώρησε από το Ηράκλειο στις 22.15 μμ προς Ανάφη (αφ. 02.20 της επομένης Τρίτη 24.12.2019 – αν. 02.35) – Θήρα (αφ. 04.10 – αν. 05.10) – Μήλο (αφ. 08.55 – αν 14.30) – Πειραιά (20.30 μμ – αν. 01.00 πμ της επομένης Τετάρτη 25.12.2019) – Μήλος (αφ. 06.05 – αν. 06.30) – Θήρα (αφ. 10.15 – αν. 11.15) – Ανάφη (αφ. 12.50 – αν. 13.10) – Κάσος (αφ. 18.05 – αν. 18.25) – Κάρπαθος (αφ. 19.55 – αν. 20.35) – Διαφάνι (αφ. 21.35 – αν. 21.50) – Χάλκη (αφ. 23.55 – αν. 00.10 πμ της επομένης Πέμπτη 26.12.2019) – Ρόδος (αφ. 02.10-αν. 07.00 πμ).

 

2. Από 22.4.2019 (βράδυ) έως και 30.4.2019 (πρωί)  
Μ. ΔΕΥΤΕΡΑ 22.4.2019 Μ. ΤΡΙΤΗ 23.4.2019 Μ. ΤΕΤΑΡΤΗ 24.4.2019 Μ. ΠΕΜΠΤΗ 25.4.2019
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ.
Πειραιάς   20.30 Μήλος 01.30 01.50 Ρόδος   07.00 Μήλος 02.35 02.50
      Θήρα 05.30 06.30 Χάλκη 09.00 09.20 Πειραιάς 08.00 18.00
      Ανάφη 08.05 15.10 Διαφάνι 11.20 11.40 Μήλος 23.00 23.30
      Κάσος 13.10 13.25 Κάρπαθος 12.40 13.20      
      Κάρπαθος 15.00 15.40 Κάσος 14.55 15.10      
      Διαφάνι 16.40 16.55 Ανάφη 20.00 20.20      
      Χάλκη 18.55 19.10 Θήρα 21.55 22.55      
      Ρόδος 21.10              
                       
  Μ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 26.4.2019 Μ. ΣΑΒΒΑΤΟ 27.4.2019 ΔΕΥΤΕΡΑ 29.4.2019  
  ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ.  
  Θήρα 03.10 04.10 Ρόδος 00.59   Χάλκη 01.00 01.20  
  Ανάφη 05.45 06.00   Διαφάνι 03.20 03.40  
  Ηράκλειο 10.00 11.00 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ Κάρπαθος 04.40 05.20  
  Σητεία 14.00 14.20 ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. Κάσος 06.55 07.15  
  Κάσος 17.00 17.20 Ρόδος   23.00 Σητεία 09.55 10.15  
  Κάρπαθος 18.55 19.35       Ηράκλειο 13.15 14.15  
  Διαφάνι 20.35 20.50       Ανάφη 18.15 18.30  
  Χάλκη 22.50 23.10       Θήρα 20.05 21.05  
     
  ΤΡΙΤΗ 30.4.2019              
  ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ.              
  Μήλος 00.45 01.05              
  Πειραιάς 06.15                
 

 

3. Από 10.6.2019 (βράδυ) έως και 9.9.2019.

ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ.
Θήρα 01.40 02.40 Θήρα 02.00 03.00 Διαφάνι 00.40 01.00 Χάλκη 00.01 00.20
Μήλος 06.30 06.55 Ανάφη 04.40 05.00 Κάρπαθος 02.00 02.30 Ρόδος 02.30 08.00
Πειραιάς 11.55 18.00 Κάσος 09.50 10.10 Κάσος 03.40 04.00 Χάλκη 10.10 10.30
      Κάρπαθος 11.45 12.30 Σητεία 06.45 07.00 Διαφάνι 12.40 13.00
      Διαφάνι 13.30 13.50 Ηράκλειο 10.00 12.00 Κάρπαθος 14.00 14.50
      Χάλκη 16.00 16.20 Σητεία 15.00 15.20 Κάσος 16.25 16.45
      Ρόδος 18.30 20.00 Κάσος 18.05 18.25 Ανάφη 16.45 21.50
      Χάλκη 22.10 22.30 Κάρπαθος 20.00 20.30 Θήρα 23.30  
            Διαφάνι 21.30 21.50      
 
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΑΒΒΑΤΟ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦ. ΑΝ.
Θήρα   00.10 Θήρα 03.20 04.20 Ρόδος 01.55 03.20
Πειραιάς 08.10 18.00 Ανάφη 06.00 06.20 Χάλκη 05.30 05.50
Μήλος 23.10 23.30 Ηράκλειο 10.20 11.20 Διαφάνι 08.00 08.20
      Σητεία 14.20 14.40 Κάρπαθος 09.20 10.20
      Κάσος 17.25 17.45 Κάσος 12.00 12.20
      Κάρπαθος 19.20 20.10 Σητεία 15.05 15.30
      Διαφάνι 21.10 21.20 Ηράκλειο 18.30 19.40
      Χάλκη 23.30 23.50 Ανάφη 23.40 23.59
 

Με τις ακόλουθες παρεκκλίσεις: Την Κυριακή 7.7.2019 το πλοίο αναχώρησε από Ρόδο στις 08.30′ πμ, προς Χάλκη (αφ. 10.40 – αν. 11.00)-Διαφάνι (αφ. 13.00 – αν. 13.15) – Κάρπαθο (αφ. 14.15-αν. 14.45) – Κάρπαθο (αφ. 14.15 – αν. 14.45) – Κάσο (αφ. 16.15 – αν. 16.35) – Σητεία (αφ. 19.10 – αν. 19.35) – Ηράκλειο (αφ. 22.30 – αν. 23.15) – Ανάφη (αφ. 03.05 της επομένης Δευτέρα 8.7.2019 – αν. 03.20) – Θήρα (αφ. 04.55 – αν. 05.55) – Μήλο (αφ. 09.30 – αν. 09.50) – Πειραιά (αφ. 14.40). Τη Δευτέρα 12.8.2019 το πλοίο αναχώρησε από Πειραιά στις 20.00 μμ, προς Θήρα (αφ. 03.40 πμ της επομένης Τρίτη 13.8.2019 – αν. 04.40) – Ανάφη (αφ. 06.20 – αν. 06.30) – Κάσο (αφ. 11.10-αν. 11.30)- Κάρπαθο (αφ. 13.00 – αν. 13.40) – Διαφάνι (αφ. 14.40 – αν. 14.50) – Χάλκη (αφ. 16.50 – αν. 17.00) – Ρόδο (αφ. 19.00 – αν. 20.30) – Χάλκη (αφ. 22.30 – αν. 22.40) -Διαφάνι (αφ. 00.40 της επομένης Τετάρτη 14.8.2019 – αν. 00.50) – Κάρπαθος (αφ. 01.50 – αν. 02.30) – Κάσος (αφ. 04.00 – αν. 04.15) – Σητεία (αφ. 06.50 – αν. 07.10) – Ηράκλειο (αφ. 10.10 πμ).

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων κατά το ανωτέρω διάστημα ναυτολόγησης του, απασχολούνταν καθημερινά με τα ανατεθέντα σ’ αυτόν από τον προϊστάμενο αρχιθαλαμηπόλο καθήκοντα τα συναφή με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου και συγκεκριμένα εκτελούσε βάρδιες στην κεντρική «ρεσεψιόν» του πλοίου επιφορτισμένος με την εξυπηρέτηση των επιβατών και συγκεκριμένα, απασχολείτο στην υποδοχή των επιβατών κατά την επιβίβαση τους, την τακτοποίηση αυτών στις θέσεις τους ή τις καμπίνες του πλοίου και την αποβίβαση τούτων, την παροχή σ’αυτούς πληροφοριών για τους λιμένες άφιξης και αναχώρησης, καθώς επίσης κάθε δυνατής περιποίησης και βοήθειας, μετά προθυμίας και συμφώνως προς τους κανόνες της καλής συμπεριφοράς και της ξενοδοχειακής εθιμοτυπίας κατά την διάρκεια του ταξιδιού. Επιπλέον, απασχολούνταν με τον εφοδιασμό του μπαρ και του εστιατορίου “self service” των επιβατών του πλοίου, με αναλώσιμα είδη εστίασης, καθώς επίσης ήταν υπεύθυνος για τις αποθήκες ιματισμού και αναλώσιμων υλικών, καθαρισμού και ειδών υγιεινής, παραλαμβάνοντας και τακτοποιώντας τα παραδιδόμενα από τους προμηθευτές είδη, ενώ ήταν επιφορτισμένος και με την διανομή και διάθεση τους στο πλήρωμα, σύμφωνα με τις ανάγκες, που έπρεπε να εξυπηρετηθούν. Επίσης, συμμετείχε στην καθαριότητα, την τακτοποίηση και τον ευπρεπισμό των κοινοχρήστων εσωτερικών χώρων του πλοίου (διαδρόμων, σαλονιών, κλιμάκων κ.λπ.) και εν γένει των ξενοδοχειακών χώρων και χώρων ενδιαίτησης, ιδίως στο λιμάνι του Πειραιά και της Ρόδου, όπου λάμβαναν χώρα πιο εκτεταμένες και εξειδικευμένες εργασίες καθαρισμού.

 

 

Ωστόσο, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών, που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του και ιδίως λόγω των συχνών κατάπλων του στα διάφορα, ως άνω, ενδιάμεσα λιμάνια, ο ενάγων απασχολούνταν με τις προεκτιθέμενες εργασίες της ειδικότητας του καθημερινώς συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων και Κυριακών και μάλιστα πέραν της προβλεπομένης οκτάωρης διάρκειας της εργασίας του, αφού αυτή δεν επαρκούσε, λόγω της σημαντικής επιβατικής κίνησης, ένεκα της προαναφερθείσας φύσης και της διάρκειας των αλλεπάλληλων δρομολογίων, που διενεργούσε το εν λόγω πλοίο και των πολλαπλών λιμένων προσέγγισης. Έτσι, ο ενάγων πραγματοποιούσε υπερωριακή εργασία πέραν του κανονικού οκταώρου της ημερήσιας απασχόλησης του, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του, που αφορούν τις ως άνω εργασίες, για την εκτέλεση των οποίων δεν επαρκούσε απασχόληση μόνον οκτώ ωρών, ενόψει της συνάρτησης τους με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με την διαρκή εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών και δεν απασχολούνταν μόνο το κανονικό του ωράριο και τις υπερωρίες που πληρωνόταν, ακόμη και χωρίς να τις κάνει, όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι εναγόμενες, προς επίρρωση του ισχυρισμού τους ότι δεν παρείχε υπερωρίες. Σημειωτέον, ότι κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα ήταν ναυτολογημένοι στο πλοίο, ως μέλη του πληρώματος της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων, σύμφωνα με την προβλεπόμενη οργανική του σύνθεση (άρθρο 1 π.δ.177/1974), 11 θαλαμηπόλοι, καθώς επίσης 4 επίκουροι, αυξάνονταν δε κατά δύο οι θαλαμηπόλοι από 1η Απριλίου έως 30 Σεπτεμβρίου, ενώ κατά την χειμερινή περίοδο από 1η Νοεμβρίου έως 31 Μαρτίου, η σύνθεση των θαλαμηπόλων και επίκουρων μειώνονταν κατά το 1/3, επιπλέον υπηρετούσε ένας προϊστάμενος αρχιθαλαμηπόλος. Όμως, η ανάγκη παροχής εργασίας πέραν των καθορισμένων χρονικών ορίων δεν αποκλείεται από το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος, καθόσον αυτή η πληρότητα αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν καταδεικνύει την ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία, όπως αβασίμως υπολαμβάνουν οι εναγόμενες, γεγονός άλλωστε που επιβεβαιώνεται και από το ότι κάθε μήνα καταβαλλόταν σε αυτόν ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, όπως προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας, που νόμιμα προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι και όπως συνομολογείται  από τις εναγόμενες (αρθ. 352 ΚΠολΔικ) αναγνωριζομένης  εκ προοιμίου της ανάγκης  υπερωριακής εργασίας του.

Για την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο με διαφοροποίηση, ως προς την χρονική διάρκεια της, κατέθεσαν ενόρκως οι μάρτυρες των διαδίκων, συντασσομένων των, ως άνω, ένορκων βεβαιώσεων, οι καταθέσεις των οποίων λαμβάνονται υπόψη κατά το μέτρο αξιοπιστίας και κατά το λόγο γνώσεως καθενός και συνεκτιμώνται ελευθέρως μετά των λοιπών αποδεικτικών μέσων, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, το δε γεγονός ότι οι εκ των μαρτύρων του ενάγοντος, …………. και ………., βρίσκονται σε αντιδικία με την εναγόμενες σε άλλες εκκρεμείς δίκες επί ασκηθεισών αγωγών για την προάσπιση των εργασιακών τους δικαιωμάτων, δεν αναιρεί την μαρτυρία τους, ούτε την καθιστά αναξιόπιστη, μήτε εξαιρετέα, εφόσον δεν θεωρείται ότι έχουν άμεσο και βέβαιο συμφέρον, ως αναγκαία συνέπεια της  έκβασης της προκειμένης δίκης, ως αβασίμως υποστηρίζουν αντίθετα οι εναγόμενες με την συναφή αιτίαση, που διαλαμβάνεται στον δεύτερο λόγο της έφεσης τους, ο οποίος κρίνεται απορριπτέος, κατά το μέρος αυτό, ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Ενόψει των προαναφερθέντων, που αφορούν τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του, σε συνδυασμό με το γεγονός της σταθερής καταβολής κάθε μήνα προς αυτόν χρηματικών ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, η διάρκεια της οποίας, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ήταν μεγαλύτερη κατά τη θερινή περίοδο, λόγω της αυξημένης τουριστικής κίνησης, πλην όμως δεν μειώνονταν σημαντικά τη χειμερινή, λαμβανομένης υπόψη της μείωσης της σύνθεσης του προσωπικού ενδιαιτημάτων, συνάγεται ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος, κατά το ως άνω χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του, όταν το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, ήταν δώδεκα (12) ώρες και όχι δεκατέσσερις (14) ώρες, όπως αυτός αβασίμως ισχυρίζεται. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την οικεία Σ.Σ.Ν.Ε., ο ενάγων παρείχε, κατά τις καθημερινές και Κυριακές τέσσερις (4) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα και τις αργίες δώδεκα (12) ώρες τέτοιας εργασίας, απορριπτομένων των μεν αγωγικών ισχυρισμών, ως προς το υπερβάλλον, που επαναφέρονται με τον πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, του δε ισχυρισμού των εναγομένων, που προβλήθηκε πρωτοδίκως και διαλαμβάνεται στον σχετικό δεύτερο λόγο της έφεσης τους, ότι η υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο δεν υπερέβαινε εκείνη, που αντιστοιχούσε στην κατ’ αποκοπή αμοιβή, που είχε συμφωνηθεί και ελάμβανε μηνιαίως, για τριάντα πέντε (35) ώρες ενδεχομένης υπερωριακής εργασίας κατά τα Σάββατα (4,33 Σάββατα ανά μήνα επί οκτώ [8] ώρες εργασίας), για 10,67 ώρες ενδεχομένης υπερωριακής εργασίας του κατά τις αργίες (1,33 αργίες το μήνα επί οκτώ [8] ώρες εργασίας) και για επιπλέον εβδομήντα μία (71) ώρες εργασίας, προκειμένου να καλύπτεται ενδεχόμενη υπερωριακή του εργασία, δηλαδή πέραν των οκτώ (8) ωρών, καθ’ όλες τις ημέρες, καθημερινές και εργάσιμες, Κυριακές, Σάββατα και αργίες, ως ουσιαστικά αβασίμων, εφόσον δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα μη δυνάμενοι να δικαιολογηθούν υπό τις εκτιθέμενες περιστάσεις. Το γεγονός ότι η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η εναγομένη, δια του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 της Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων και το γεγονός ότι ο ενάγων υπέγραφε το εν λόγω βιβλίο χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών τούτου (ΕφΠειρ 452/2010, ΕφΠειρ 768/2003, ΕφΠειρ 1/2003, ΕφΠειρ 778/2001 αδημ.). Εξάλλου ο ισχυρισμός που προβάλλεται πρωτοδίκως από τις εναγόμενες και επαναφέρεται με την έφεση της ενώπιον του Εφετείου,  ότι καθ’ όλη την διάρκεια ναυτολόγησης του στο ανωτέρω πλοίο, ο ενάγων ουδέποτε εξέφρασε παράπονο σχετικά με την εργασία του λαμβάνοντας τις μηνιαίες αποδοχές του, χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, δεν αναιρεί το αποδεικνυόμενο γεγονός ότι ο ενάγων απασχολούνταν υπερωριακώς πέραν των υπερωριών, που πληρωνόταν με την κατ’ αποκοπή συμφωνημένη αμοιβή, η δε ανεπιφύλακτη προσυπογραφή των μισθοδοτικών λογαριασμών λάμβανε χώρα αναγκαστικά υπό τον φόβο της απόλυσης του, αν διαμαρτυρόταν.  Άλλωστε αυτή δεν  συνιστά, ούτε συνεπάγεται παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του και σε κάθε περίπτωση είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματα του, που πηγάζουν  είτε από τον νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003, ΕφΠειρ 550/2021, ΕφΠειρ 368/2019, ΕφΠειρ 361/2013, ΕφΠειρ 501/2012, ΕφΠειρ 185/2012, ΕφΠειρ 506/2011, ΕφΠειρ 377/2011, ΕφΠειρ 795/2010, ΕφΠειρ 34/2008, ΕφΠειρ 1/2003 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες της επίδικης περιόδου, επί δώδεκα (12) ώρες στο  ανωτέρω πλοίο,  ορθά εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και συνεπώς, οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί που διαλαμβάνονται στον πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος και στον δεύτερο λόγο της έφεσης των εναγομένων και πλήττουν τις επιδικασθείσες ώρες της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, πρέπει να απορριφθούν, ως κατ’ουσίαν αβάσιμοι.

Υπό  τις ανωτέρω παραδοχές και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της ως άνω εφαρμοζομένης Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας, ο ενάγων που εργάστηκε υπερωριακώς, όπως προεκτέθηκε, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, δικαιούται για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 25%, για δε τα Σάββατα και τις αργίες υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 50%, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ήτοι το ποσό των 8,70 € για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των 10,44 € αντίστοιχα για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης τις αργίες και τα Σάββατα. Κατά συνέπεια, για το επίδικο χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του, εξαιρουμένου του διαστήματος από 27.3.2019 έως και 8.4.2019, που στο πλοίο διενεργούνταν επισκευαστικές εργασίες και συντήρησης, δικαιούται τα ακόλουθα ποσά: α) για υπερωριακή αμοιβή 320 καθημερινών και Κυριακών  Χ 4 ώρες υπερωρίας = 1.280 ώρες Χ 8,70 ευρώ το ωρομίσθιο = 11.136 ευρώ, β) για υπερωριακή αμοιβή 54 Σαββάτων και 16  αργιών = 70 ημέρες Χ 12 ώρες υπερωρίας =  840 ώρες Χ 10,44 το ωρομίσθιο = 8.769,6 ευρώ. Επιπλέον, κατά το χρονικό διάστημα από 27.3.2019 έως 8.4.2019, που το πλοίο παρέμεινε σε ακινησία και ο ενάγων απασχολούνταν σε εργασίες επισκευών και συντηρήσεως, πραγματοποιώντας υπερωρίες, δικαιούται το αναλογούν στο διάστημα αυτό των 13 ημερών, κατ’ αποκοπήν συμφωνηθέν ποσό, υπερωριακής αμοιβής, που ανερχόταν μηνιαίως σε 264,69€ για τις καθημερινές και Κυριακές, σε 358,61€ για τα Σάββατα, σε 109,27€ για τις αργίες και σε 384,04€ για πρόσθετη υπερωριακή αμοιβή και δη το ποσό των [(264,69+358,61+109,27+384,04€ = 1.116,61) : 30 = 37,22 X 13 ημέρες] 483,86€. Επομένως, ο ενάγων δικαιούνταν να λάβει, ως υπερωριακή αμοιβή, το συνολικό ποσό των 20.389,46 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε από την δεύτερη εναγομένη συνολικά 14.973,62 ευρώ, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενες και προκύπτει από τους πρoσκoμιζόμενoυς σχετικούς λογαριασμούς μισθοδοσίας του και όχι το ποσό των 16.799,33 ευρώ, που δέχθηκε εσφαλμένα η εκκαλουμένη, κατά παραδοχή μερικώς της ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, που επαναφέρεται με την έφεση τους, ως ουσιαστικά βάσιμης, απομένοντος υπολοίπου προς απόληψη, ποσού 5.415,84 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε ότι οφείλεται από τις εναγόμενες εις ολόκληρον για την αιτία αυτή το ποσό των 3.592,33 ευρώ, έσφαλε, ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά μερική παραδοχή του πρώτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, που πλήττει το επιδικασθέν αυτό ποσό, ως ουσιαστικά βάσιμου.

VI. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 14 της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε., σε συνδυασμό προς εκείνες των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 της υπ’ αριθμ. 70109/8008/14-12-1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄ 1/7-1-1982), προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα, αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκησε καθ’ όλο το ως άνω διάστημα, αντιστοίχως. Επίσης, για τον υπολογισμό των προαναφερθέντων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό η νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που του παρέχει ο ναυτικός, τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004 214, ΕφΠειρ 504/2022, ΕφΠειρ 288/2022, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012 19, ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝαυτΔ 2011 387, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97, ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝαυτΔ 2009 102). Μάλιστα, ως τέτοιες παροχές, προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην ως άνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσον όρο αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας (με το αντίτιμο τροφής) και οι λοιπές τακτικές παροχές. Έτσι, στις εν λόγω αποδοχές περιλαμβάνεται και το αντίτιμο τροφής, που αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτουσίως (ΕφΠειρ 504/2022, ΕφΠειρ 288/2022, ΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013, 220, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262). Επιπλέον, στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, βάσει των οποίων υπολογίζονται τα επιδόματα εορτών, συμπεριλαμβάνεται και η αμοιβή για δρομολόγια «εξπρές», όπως και το επίδομα άγονης γραμμής, εφόσον το πλοίο εκτελεί τακτικώς τέτοια δρομολόγια και η πρόσθετη αμοιβή της εργασίας έχμασης, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, υπολογιζομένων κατά μέσο όρο, ενώ το επίδομα ιματισμού δεν πρέπει να συνυπολογισθεί σ’αυτές, γιατί αυτό δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθώς και λόγω της παροχής σε είδος αυτού (ΑΠ 774/2003 ΔΕΝ 59 1300, ΕφΠειρ 504/2022, ΕφΠειρ 288/2022, ΕφΠειρ 740/2015, ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012 381, Ι. Κοροτζή «Ναυτικό Δίκαιο» τ. 1ος αρθρ. 60 σελ. 332 και αρθρ. 76 σελ. 387). Ειδικότερα, όσον αφορά τις αποδοχές αδείας, από τις διατάξεις του άρθρου 15 της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε. προκύπτει ότι η άδεια, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στη χερσαία εργασία, παρέχεται μόνο αν, κατά την κρίση του πλοιάρχου, οι ανάγκες του πλοίου επιτρέπουν τη χορήγηση της και σε περίπτωση μη χορήγησης της ο ναυτικός δικαιούται της αποζημίωσης που ορίζεται στην παρ. 2 του άνω άρθρου. Ακριβώς δε για το λόγο ότι κατά κανόνα οι συνθήκες της ναυτικής εργασίας δεν επιτρέπουν την παροχή της άδειας in natura, οι επί πλέον αποδοχές που δικαιούται για την περίπτωση αυτή ο ναυτικός προσλαμβάνουν τον χαρακτήρα τακτικού ανταλλάγματος (μισθού) για την παροχή της εργασίας (ΕφΠειρ 504/2022, ΕφΠειρ 288/2022).

Στην προκειμένη περίπτωση, οι συνολικές μικτές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως θαλαμηπόλου, ανέρχονταν στο ποσό των 4.110,58 ευρώ [1.204,77 € μισθός ενεργείας + 265,05 € επίδομα Κυριακών + 36,64  € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 599,40 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,98 € Χ 30 ημέρες) + 433,95 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [(1.204,77 +265,05) : 22] Χ 5 ημέρες + (19,98 ευρώ το ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες)] + 1.517,70 € μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής (20.389,46 € σύνολο υπερωριακής αμοιβής : 403 ημέρες απασχόλησης Χ 30) + 53,07 € μέσος όρος επιδόματος άγονης γραμμής]. Επομένως, ο ενάγων δικαιούνταν, ως επιδόματα εορτών, τα ακόλουθα ποσά: α) για δώρο Πάσχα 2019, το ήμισυ του μηνιαίου μισθού του, δεδομένου ότι καθ’όλο το κρίσιμο χρονικό διάστημα από 1.1.2019 έως 30.4.2019 ήταν ναυτολογημένος δηλαδή το ποσό των 2.055,29 ευρώ (4.110,58 € μηνιαίες αποδοχές : 2), έναντι του οποίου έλαβε, όπως συνομολογεί και αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του, το ποσό των 1.050,11 ευρώ και όχι το ποσό των 787,58 ευρώ, που δέχθηκε εσφαλμένα η εκκαλουμένη, κατά παραδοχή της συναφούς αιτίασης που περιλαμβάνεται στον τρίτο λόγο της έφεσης των εναγομένων και συνεπώς, δικαιούται διαφορά ποσού 1.005,18 ευρώ, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο της έφεσης τους, ως ουσιαστικά βάσιμης,  β) για δώρο Χριστουγέννων 2019, δεδομένου ότι ήταν ναυτολογημένος καθ’ όλο το κρίσιμο χρονικό διάστημα, δικαιούτο να λάβει ένα μηνιαίο μισθό, ήτοι το ποσό των 4.110,58 €, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.142,23 €, όπως συνομολογεί και αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 1.968,35  ευρώ, που πρέπει να υποχρεωθούν να του καταβάλουν εις ολόκληρον οι εναγόμενες, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης τους, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο της έφεσης τους, ως ουσιαστικά βάσιμης και γ) την αναλογία επιδόματος Πάσχα 2020, που ισούται προς το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8ήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσης του, δηλαδή 650,79 ευρώ (4.110,58 € μηνιαίες αποδοχές : 2 = 2.055,29  Χ 1/15 = 137,01 € ανά οκταήμερο Χ 4,75 οκταήμερα) έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του, το ποσό των 330,26 ευρώ και συνεπώς, δικαιούται διαφορά ποσού  320,53 ευρώ, που πρέπει να υποχρεωθούν να του καταβάλουν οι εναγόμενες εις ολόκληρον, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης τους, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο της έφεσης τους, ως ουσιαστικά βάσιμης.

Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα, που υπηρετούσε ο ενάγων στο πλοίο «Π», πραγματοποιήθηκαν δρομολόγια, που είχαν το χαρακτήρα «εξπρές», δεδομένου ότι, σύμφωνα με  τους αναλυτικώς παρατιθέμενους ανωτέρω πλόες, κατά τους κάτωθι αναφερόμενους μήνες του έτους 2019, το επίδικο πλοίο εκτελούσε λιγότερα από πέντε κυκλικά ταξίδια κάθε εβδομάδα, ενώ η διάρκεια του εκάστοτε κυκλικού ταξιδιού ήταν μεγαλύτερη των δώδεκα ωρών και επεκτείνονταν και κατά την διάρκεια της νύχτας, από τον κατάπλου δε στο λιμάνι αφετηρίας το πλοίο απέπλεε πριν τη συμπλήρωση παραμονής έξι ωρών. Ειδικότερα, αποδείχθηκε από το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων καθ’ εβδομάδα δια του αριθμού 8, ότι το πλοίο εκτέλεσε 0,75 εξπρές δρομολόγια τον Ιανουάριο 2019, 0,68 τον Ιούλιο 2019, 0,58 τον Αύγουστο 2019, 0,43 τον Σεπτέμβριο 2019 και 0,14 τον Δεκέμβριο 2019 και συνολικά 2,58 εξπρές δρομολόγια, όπως συνομολογεί η εναγομένη. Επομένως, ο ενάγων δικαιούται πρόσθετης αμοιβής για την εν λόγω αιτία, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο 7 σε συνδυασμό με την παράγραφο 4 του άρθρου 33 της ως άνω ΣΣΝΕ, ούτως ώστε η δικαιούμενη αμοιβή για κάθε δρομολόγιο «εξπρές», που πραγματοποιήθηκε, ισούται προς το 1/30ο των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του. Εξάλλου, στις αποδοχές αυτές, βάσει των οποίων υπολογίζονται, εκτός της πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων «εξπρές» και τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, συμπεριλαμβάνεται κάθε παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικώς κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004 214, ΕφΠειρ 504/2022, ΕφΠειρ 288/2022, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012 19, ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝαυτΔ 2011 387, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97, ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝαυτΔ 2009 102). Έτσι, στις εν λόγω αποδοχές περιλαμβάνεται και η αμοιβή για την ως άνω υπερωριακή εργασία, το αντίτιμο τροφής, που αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτουσίως (ΕφΠειρ 504/2022, ΕφΠειρ 288/2022, ΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013, 220, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262), οι αποδοχές αδείας (με το αντίτιμο τροφής), το επίδομα άγονης γραμμής, εφόσον τακτικώς το πλοίο εκτελούσε σχετικά δρομολόγια και η πρόσθετη αμοιβή της εργασίας έχμασης, ενώ το επίδομα ιματισμού δεν πρέπει να συνυπολογισθεί σ’ αυτές, γιατί αυτό δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθώς και λόγω της παροχής σε είδος αυτού (ΑΠ 774/2003 ΔΕΝ 59 1300, ΕφΠειρ 504/2022, ΕφΠειρ 288/2022, ΕφΠειρ 740/2015, ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012 381, βλ. Ι. Κοροτζή «Ναυτικό Δίκαιο» τ. 1ος αρθρ. 60 σελ. 332 και αρθρ. 76 σελ. 387). Ειδικότερα, όσον αφορά τις αποδοχές αδείας, από τις διατάξεις του άρθρου 15 της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε. προκύπτει ότι η άδεια, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στη χερσαία εργασία, παρέχεται μόνο αν, κατά την κρίση του πλοιάρχου, οι ανάγκες του πλοίου επιτρέπουν τη χορήγηση της και σε περίπτωση μη χορήγησης της ο ναυτικός δικαιούται της αποζημίωσης που ορίζεται στην παρ. 2 του άνω άρθρου. Ακριβώς δε για το λόγο ότι κατά κανόνα οι συνθήκες της ναυτικής εργασίας δεν επιτρέπουν την παροχή της άδειας in natura, οι επί πλέον  αποδοχές που δικαιούται για την περίπτωση αυτή ο ναυτικός προσλαμβάνουν τον χαρακτήρα τακτικού ανταλλάγματος (μισθού) για την παροχή της εργασίας (ΕφΠειρ 504/2022, ΕφΠειρ 288/2022).

Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, οι συνολικές μικτές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως θαλαμηπόλου, ανέρχονταν στο ποσό των 4.110,58 ευρώ. Επομένως, η πρόσθετη αμοιβή για τα ως άνω δρομολόγια «εξπρές», που δικαιούται για το επίδικο διάστημα, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 353,48 ευρώ [4.110,58 € : 30 = 137,01 € Χ 2,58 δρομολόγια εξπρές], έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 181,42 €, όπως συνομολογεί ο ίδιος και αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 172,06 ευρώ, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης των εναγομένων, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον τέταρτο λόγο της έφεσης τους, ως ουσιαστικά βάσιμης.

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε ότι οφείλονται στον ενάγοντα για επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων του έτους 2019, τα ποσά των 1.241,17 ευρώ και 1.915,28 ευρώ αντίστοιχα και ουδέν για αναλογία δώρου Πάσχα 2020, για δε υπόλοιπο αμοιβής δρομολογίων εξπρές το ποσό των 167,52 ευρώ, μη συνυπολογίζοντας στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος τον μέσο όρο του επιδόματος άγονης γραμμής, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τις συναφείς αιτιάσεις, που διαλαμβάνονται αντίστοιχα στον δεύτερο και τρίτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δεκτών γενομένων εν μέρει, ως ουσιαστικά βασίμων, απορριπτομένων όμως καθόσον αφορά την αποδιδόμενη στην εκκαλουμένη πλημμέλεια περί μη συνυπολογισμού στις τακτικές αποδοχές της μείζονος αναλογίας υπερωριακής αμοιβής, που αντιστοιχούσε στις επικαλούμενες από τον ενάγοντα υπερωρίες, ως ουσιαστικά αβασίμων, καθώς επίσης των αιτιάσεων του ενάγοντος περί συνυπολογισμού στις τακτικές αποδοχές, προς εύρεση της αναλογίας των επιδομάτων εορτών, όπως και της αμοιβής των δρομολογίων εξπρές, αφενός του επιδόματος ιματισμού και αφετέρου, των ποσοστών επί των καθαρών εισπράξεων του εστιατορίου και του μπαρ του πλοίου, που κατανέμονταν με ευθύνη του αρχιθαλαμηπόλου στα μέλη του προσωπικού ενδιαίτησης με την μισθοδοσία τους, ως ουσιαστικά αβασίμων, καθόσον το μεν επίδομα ιματισμού δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθώς και λόγω της παροχής σε είδος αυτού, τα δε ως άνω ποσοστά, δεν αποτελούν μισθό ήτοι παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικώς κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα, αλλά επιμίσθιο καταβαλλόμενο ελευθέρως από την εργοδότρια εναγομένη εταιρεία. Επιπρόσθετα, δεν συνυπολογίζονται στις τακτικές αποδοχές προς εύρεση της αμοιβής των δρομολογίων εξπρές, τα επιδόματα εορτών, καθόσον τα δώρα εορτών δεν αποτελούν παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικώς κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του ενάγοντος, που διαλαμβάνεται στον τρίτο λόγο της έφεσης του, ως ουσιαστικά αβασίμου. Επίσης, απορριπτέοι κρίνονται και ο τρίτος και τέταρτος λόγοι της έφεσης των εναγομένων-εκκαλουσών, καθ’ο μέρος παραπονούνται για κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς τον υπολογισμό των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, προς ανεύρεση των επιδομάτων εορτών και της αμοιβής δρομολογίων εξπρές, με βάση την μηνιαία αναλογία υπερωριακής αμοιβής, που αντιστοιχούσε στις επιδικασθείσες υπερωρίες και όχι βάσει εκείνη, που αναλογούσε στην κατ’ αποκοπή καταβληθείσα στον ενάγοντα μηνιαίως υπερωριακή αμοιβή και εντεύθεν πλήττουν την μερική παραδοχή των σχετικών αγωγικών αξιώσεων αντί της ολικής απόρριψης τους, ως ουσιαστικά αβασίμων.

VII. Εξάλλου, στο υπό τον τίτλο «Διανυκτέρευση εις λιμένα» άρθρο 16 της ως άνω ΣΣΝΕ, ορίζεται ότι «Κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει τα της υπηρεσίας των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά τον μήνα κατά τους μήνας Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους λοιπούς μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν (§ 1). Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο ήτοι το 1/22 του υπό της Συλλογικής Συμβάσεως προβλεπομένου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (§ 2). Για την παρεχομένη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή (§3).

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ανωτέρω επικαλούμενα και προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα, δεν αποδεικνύεται ότι ο ενάγων δεν έλαβε τις προβλεπόμενες διανυκτερεύσεις, κατά τα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του στα επίδικα πλοία, όπως αορίστως ισχυρίζεται, χωρίς όμως να επεξηγεί ποίες συγκεκριμένα περιστάσεις δεν επέτρεψαν την διανυκτέρευση του εκτός του πλοίου μήτε στο λιμάνι αφετηρίας μήτε στο λιμάνι προορισμού παρά την τοιαύτη επιθυμία του. Ο ισχυρισμός του δεν επιρρωνύεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο, μήτε από τις καταθέσεις των μαρτύρων του, αφού ουδέν αναφέρουν για το ζήτημα αυτό, ούτε διευκρινίζουν αν ήταν επιλογή του ενάγοντος να διανυκτερεύει εντός του πλοίου ή ήταν αναγκασμένος να παραμείνει στο πλοίο, διότι του είχε ανατεθεί κάποια υπηρεσία, η δε τυχόν μη αναγραφή των χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων στο ημερολόγιο του πλοίου, αντίγραφα του οποίου άλλωστε δεν προσκομίζονται, δεν αποτελεί αμάχητο τεκμήριο για την μη παροχή διανυκτερεύσεων και ως εκ τούτων, το σχετικό αγωγικό κονδύλι παρίσταται αναπόδεικτο και συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμο. Ενόψει των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση του έκρινε ομοίως, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ούτε στην εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένου του συναφούς τέταρτου λόγου της ένδικης εφέσεως του ενάγοντος – εκκαλούντος, ως ουσιαστικά αβασίμου.

VIII. Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, εφόσον δεν υπάρχουν προς έρευνα άλλοι λόγοι έφεσης, πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές κατ’ ουσίαν οι κρινόμενες εφέσεις, κατά τους σχετικούς βάσιμους αντίστοιχα λόγους, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολο της, χάριν της ενότητας της εκτέλεσης, ώστε να εκδοθεί ενιαία απόφαση, στην οποία περιλαμβάνονται όσα κεφάλαια της προσβαλλόμενης απόφασης παρέμειναν αλώβητα και όσα έχουν μεταρρυθμισθεί στην προκειμένη κατ’ έφεση δίκη (ΑΠ 1279/2004 ΕλλΔνη 2005, 141, ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26, 642, ΕφΠειρ 602/2011, ΕφΛαμ 18 και 15/2011, ΕφΠειρ 587/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔνη 48, 1507, Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδοση 2009, σελ. 447 επ.). Εν συνεχεία, αφού κρατηθεί η υπόθεση για εκδίκαση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), πρέπει η προαναφερθείσα αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή, ως και ουσιαστικά βάσιμη και υποχρεωθούν οι εναγόμενες -εφεσίβλητες εις ολόκληρον, η πρώτη, ως κυρία του πλοίου, μόνο δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία του και η δεύτερη, ως ασκούσα τον εφοπλισμό τούτου, να καταβάλουν στον ενάγοντα-εκκαλούντα, το ποσό των 8.881,96 ευρώ, ως υπερωριακή αμοιβή, επιδόματα εορτών και αμοιβή δρομολογίων εξπρές, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της απόλυσης του στις 7.2.2020. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ τους, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρο 178 § 1 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος, κατόπιν σχετικού αιτήματος του (άρθρα 183, 189παρ.1 και 191 § 2 ΚΠολΔ), σε βάρος των εναγομένων – εφεσιβλήτων, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων τις ένδικες εφέσεις.

Δέχεται τις εφέσεις τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ.1443/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί και δικάζει την από 16.12.2020 αγωγή.

Δέχεται αυτήν εν μέρει.

Υποχρεώνει τις εναγόμενες – εφεσίβλητες εις ολόκληρον, την πρώτη, ως κυρία του πλοίου, μόνον δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία αυτού και την δεύτερη, ως ασκούσα τον εφοπλισμό τούτου, να καταβάλουν στον ενάγοντα -εκκαλούντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων οκτακοσίων ογδόντα ενός και ενενήντα έξι λεπτών (8.881,96) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του.

Επιβάλλει στις εναγόμενες – εφεσίβλητες μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 23 Φεβρουαρίου 2023.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ