Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 95/2024

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

τμήμα 4ο

Αριθμός  απόφασης :   95/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………..,  για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ :

Α)  ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΚΥΡΙΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΝΤΟΣ :  Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ………), που  εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ, Βασιλική Τζίφα.

ΤΩΝ   ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ  : 1) ……….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο, Απόστολο Παπαγεωργίου, 2) Του  ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΠΑΛΑΙΟ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΤΑΜΕΙΟΝ» (Π.Ε.Τ.), νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την δικαστική πληρεξούσια του  Ν.Σ.Κ. Στέλλα Οίκουτα.

Β) ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΚΥΡΙΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΝΤΟΣ : Του  ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΠΑΛΑΙΟ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΤΑΜΕΙΟΝ» (Π.Ε.Τ.), νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ. Στέλλα Οίκουτα.

ΤΩΝ   ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ :            1) ……… η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο, Απόστολο Παπαγεωργίου. 2) Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ………..), που  εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ, Βασιλική Τζίφα.

H εφεσίβλητη ……… άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τμήματος εκουσίας δικαιοδοσίας,  την από  13.10.2008 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2008 αίτησή της.  Το (α) εκκαλούν – κυρίως παρεμβαίνον Ελληνικό Δημόσιο άσκησε στο ίδιο Δικαστήριο την από η από 22.2.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2010  κύρια παρέμβασή του και το (β) εκκαλούν Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο την από  19.2.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2010 κύρια παρέμβαση. Επί της αίτησης και  κυρίων παρεμβάσεων που συζητήθηκαν, αφού συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε η με αρ. 1207/2015  οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που  δεκτή την αίτηση και απέρριψε τις κύριες παρεμβάσεις.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν  ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι κυρίως παρεμβαίνοντες και  ήδη εκκαλούντες με τις  α) από 25.5.2015,  αριθ. κατ.  ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2022 και β) από 25.5.2015  και   αριθ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2022 εφέσεις τους, η συζήτηση των οποίων προσδιορίστηκε  για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση των άνω υποθέσεων, αφού συνεκφωνήθηκαν από το πινάκιο, οι δικαστικές πληρεξούσιες του Ν.Σ.Κ. και ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της εφεσίβλητης, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με  τις  έγγραφες προτάσεις τους.

 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Στο Δικαστήριο αυτό εκκρεμούν οι εφέσεις : α)  η από 25.5.2015,  αριθ. κατ.  ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2022 του Ελληνικού Δημοσίου και β) από 25.5.2015  και   αριθ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2022,  του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο»  κατά της υπ’  αριθ. 1207/2015  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, οι οποίες πρέπει να συνεκδικασθούν, καθώς πλήττουν την ίδια απόφαση, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και, από τη συνεκδίκαση αυτών  διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρο 246 Κ.Πολ.Δ.). Οι κρινόμενες εφέσεις  έχουν ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στις 7.5.2015 οι δε εφέσεις  του Ελληνικού Δημοσίο και ΝΠΔΔ ασκήθηκαν στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 25.5.2015 (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Σημειωτέον ότι για το παραδεκτό της άσκησης των εφέσεων  δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, που προβλέπεται από το άρθρο 495 § 3 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι το Δημόσιο και ΝΠΔΔ, κατά το άρθρο 19  §  1 του Κωδ. Δ/τος της 26-6/10.7.1944 σε συνδυασμό με άρθρο 36 ΠΔ 28/1931 (ΦΕΚ α’ 239/1931) απαλλάσσεται της προκαταβολής των τελών της δίκης, μεταξύ των οποίων και το εν λόγω παράβολο (βλ. Μιχάλης και Άντα Μαργαρίτη, ΕρμΚΠολΔ, τόμ. Α΄, έκδοση 2018, άρθρο 495, αρ. 19, σελ. 849765).

Η αιτούσα και ήδη εφεσίβλητη με την από  13.10.2008 (αριθ. κατάθεσης ……../2008) αίτησή της,  ισχυρίστηκε ότι έχει καταστεί κυρία   με τον αναφερόμενο παράγωγο τρόπο (συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή) 2 οριζοντίων ιδιοκτησιών, διαμερίσματος  πρώτου ορόφου και δικαιώματος ανέγερσης τετάρτου ορόφου  κειμένων επί οικοδομής στο   Κερατσίνι Αττικής στην οδό ………,  έχοντας συσταθεί με συμβολαιογραφική πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας που μεταγράφηκε νόμιμα. Ότι οι άνω ιδιοκτησίες κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης της περιοχής, δεν καταχωρίστηκαν ως αυτοτελείς ιδιοκτησίες  αλλά ως εν ενιαίο ακίνητο  με ΚΑΕΚ …….., και με την ένδειξη «άγνωστου ιδιοκτήτη». Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησε, όπως εκτιμάται,  να διορθωθεί η ανακριβής πρώτη εγγραφή, ώστε να καταχωρηθούν οι άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες σε  χωριστό ΚΑΕΚ για κάθε μία με το  αντίστοιχο ποσοστό συγκυριότητας,  για την κάθε μία  και να διαταχθεί  ο Προϊστάμενος του Κτηματολογικού γραφείου να προβεί στην αιτούμενη  διόρθωση.  Το κυρίως παρεμβάν Ελληνικό Δημόσιο   στην 2.2.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2010  κύρια παρέμβαση του, αφού επισύναψε σ΄αυτήν το δικόγραφο της αίτησης ισχυρίστηκε ότι  το γεωτεμάχιο με αρ. με ΚΑΕΚ ……….. ΚΑΕΚ  (επί του οποίου έχει ανεγερθεί η οικοδομή και βρίσκονται οι οριζόντιες ιδιοκτησίες που επικαλέστηκε η αιτούσα), αποτελεί τμήμα δικού του ακινήτου (δημόσιου κτήματος), και συγκεκριμένα του ακινήτου του που είναι καταγεγραμμένο με ΑΒΚ …, συνολικού εμβαδού 912.790,50 τ.μ., το οποίο περιήλθε στην κυριότητα του: α) με το δικαίωμα του πολέμου, και ειδικότερα: i) διότι, αποτελούσε δημόσια γαία που ανήκε στο Οθωμανικό Δημόσιο, ii) άλλως, διότι ανήκε σε Οθωμανούς, από τους οποίους όμως εγκαταλείφθηκε και καταλήφθηκε από αυτό στις 21.1/3.2.1830, β) άλλως, με τα προσόντα της τακτικής, άλλως της έκτακτης χρησικτησίας, νεμόμενο αυτό αδιαλλείπτως από την απελευθέρωση έως σήμερα με διακατοχικές πράξεις και καλή πίστη γ) άλλως, διότι συνιστούσε ανέκαθεν δημόσια δασική έκταση, όπως προσδιορίζει καθώς και πριν την επανάσταση καλυπτόταν από κυρίαρχα δασικά φυτά, δ) άλλως ως βοσκότοπο. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζήτησε  να απορριφθεί η  αίτηση,  να αναγνωριστεί η κυριότητα του επί του εν λόγω ακινήτου, και να διαταχθεί η διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής, ώστε να φαίνεται ότι  ανήκει στην κυριότητά του. Το β’ κυρίως παρεμβαίνον Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο με την από  19.2.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2010, αφού επισύναψε σ΄αυτήν την αίτηση, ισχυρίστηκε, ότι το γεωτεμάχιο με αρ. ΚΑΕΚ ………  (επί του οποίου έχει ανεγερθεί η οικοδομή και βρίσκονται οι οριζόντιες ιδιοκτησίες που επικαλέστηκε η αιτούσα), αποτελεί τμήμα του δημόσιου ακινήτου (δημόσιου κτήματος), που είναι καταγεγραμμένο με ΑΒΚ …….., συνολικού εμβαδού 912.790,50 τ.μ., το οποίο ανήκε στην κυριότητα της Ιεράς Μονής …………, στην οποία είχε περιέλθει με πρωτότυπο τρόπο, και συγκεκριμένα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου. Ότι μετά τη διάλυση της ανωτέρω Ιεράς Μονής, τα ακίνητα της, μεταξύ των οποίων και το επίδικο, περιήλθαν στη δική του κυριότητα, δυνάμει των διαταγμάτων: α) της 4.12.1834 «Περί της ιδιοκτησίας των εν τοις Μοναστηρίοις μοναχών», β) της 25.8.1835 «Περί των εν τω βασιλείω Μοναστηριών», γ) της 26.4.1834 «Περί ιδιοκτητών Μοναστηριών και Εκκλησιών», δ) 20.5.1836 «Περί των εκκλησιαστικών κτημάτων», και ε) της 13.7.1838 και της 29.4.1843, με τα οποία (διατάγματα), ειδικότερα, όλη η περιουσία των διαλυθεισών Ιερών Μονών μεταβιβάστηκε σ’ αυτό. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζήτησε  να απορριφθεί η αίτηση, να αναγνωριστεί η κυριότητα του επί του εν λόγω ακινήτου και να διαταχθεί  η διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής.  Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του,  αφού απέρριψε ως μη νόμιμα τα αιτήματα αναγνώρισης της κυριότητας, που αναφέρονται στις κύριες παρεμβάσεις  δέχθηκε την αίτηση αυτής και απέρριψε τις κύριες παρεμβάσεις. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες (α και β εφέσεις) για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων.

Κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 §§ 1 2 του Ν.3127/2003 για την “τροποποίηση και συμπλήρωση των νόμων 2308/1995 και 2644/1998 για τη κτηματογράφηση και το Εθνικό Κτηματολόγιο και άλλες διατάξεις”, σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που προϋφίσταται του έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2000 κατοίκων που έχει οριοθετηθεί, ο νομέας θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου, εφόσον α) νέμεται μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού (17-3-2003) αδιαταράκτως για δέκα έτη το ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ιδίου ή του δικαιοπαρόχου του, που έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23-2-1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη ή β) νέμεται, μέχρι της έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, ακίνητο αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα 30 ετών, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη. Στον χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις α” και β” προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σε κακή πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 ΑΚ. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για ακίνητο μέχρι 2000 τ.μ.». Η ρύθμιση αυτή ως ειδική και εξαιρετική επιτρέπει μεταξύ άλλων την απόκτηση της κυριότητας με τακτική  έκτακτη χρησικτησία σε ακίνητα του Δημοσίου, που βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως ή οριοθετημένο οικισμό,  εφόσον κάποιος που απέκτησε με καλή πίστη τη νομή   νέμεται αδιατάρακτα αυτό για τριάντα έτη που φθάνουν χρονικά μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, δηλαδή μέχρι την 19-3-2003, υπό τις λοιπές διαλαμβανόμενες προϋποθέσεις στην § 1 περ α` και β` του ίδιου νόμου. Α.Κ.. Η έννοια όμως του «νέμεται αδιατάρακτα» στην ως άνω διάταξη του άρθρου 4 του Ν. 3127/2003 δεν αναφέρεται σε προσβολή και προστασία της νομής του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά πλάσμα του νόμου αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Δημόσιο, αλλά σε μη παρενόχληση του νεμομένου το δημόσιο κτήμα, η οποία  μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο μπορεί να προστατεύσει τη νομή του επί του δημοσίου κτήματος το Ελληνικό Δημόσιο και τέτοιος είναι η κοινοποίηση πράξης της αρμόδιας Αρχής περί καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης του δημοσίου κτήματος. Από το χρονικό σημείο κατά το οποίο ο νεμόμενος το δημόσιο κτήμα λαμβάνει υπόψη ότι υφίσταται παρενόχληση, από τον κατά νόμο αληθή νομέα αυτού  Ελληνικό Δημόσιο, παύει να νέμεται αδιατάρακτα με την έννοια της παραπάνω διάταξης  (ΟλΑΠ 11/2015, ΧρΙΔ 2015, σελ. 590, ΑΠ 290/2023, ΑΠ 1363/2022, ΑΠ 712/2020, ΑΠ 807/2019 σε www.areiospagos.gr). Επίσης, από τη διατύπωση των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 4 § 1 του ν. 3127/2003 («εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη») συνάγεται ότι το βάρος απόδειξης της καλής πίστης δεν το έχει ο επικαλούμενος κυριότητα, νομέας, αλλά αντιθέτως το Δημόσιο βαρύνεται με την απόδειξη της κακής πίστης του επικαλούμενου κυριότητα νομέα ή του δικαιοπαρόχου του (ΑΠ 786/2012 και ΑΠ 1777/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ανωτέρω όμως ρύθμιση, ως ειδική και εξαιρετική, εφαρμόζεται μόνο προκειμένου περί ακινήτων του Δημοσίου, όχι όμως και επί ακινήτων ανηκόντων στην κυριότητα των Ο.Τ.Α. ή άλλων ν.π.δ.δ. (ΑΠ  184/2018, ΑΠ 1564/2010, ΑΠ 1824/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), όπως τούτο προκύπτει από την αδιάστικτη γραμματική διατύπωση των παραπάνω διατάξεων που αναφέρονται μόνο σε ακίνητα του Δημοσίου, κατ’ αποκλεισμό άλλων νομικών προσώπων, αλλά και από το γενικότερο δικαιοπολιτικό σκοπό τους. Συνεπώς σε ακίνητα που ανήκουν στο Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο (ΠΕΤ), δεν εφαρμόζεται η άνω ρύθμιση. Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα απαντώντας στις κύριες παρεμβάσεις ισχυρίστηκε ότι  έχει καταστεί κυρία του ακινήτου, επί του οποίου έχει ανεγερθεί η οικοδομή και βρίσκονται οι οριζόντιες ιδιοκτησίες,  με τα προσόντα της τακτικής και  έκτακτης χρησικτησίας του άρθρου 4 του  ν. 3127/2003, καθώς πρόκειται για ακίνητο εντός σχεδίου πόλης,  επί του οποίου άσκησαν η δικαιπάροχος μητέρα της απόν το 1965, που απεκτησε αυτό με επαχθή αιτία  και από το έτος 1981 η ίδια  διακατοχικές πράξεις στο ακίνητο (ανοικοδόμηση) και καλή πίστη, χωρίς να ενοχληθεί από το Δημόσιο. Τον ισχυρισμό αυτό, που  είχε προτείνει η αιτούσα  αρχικά στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αμυνόμενη  στις κύριες παρεμβάσεις, επαναφέρει  με τις προτάσεις  της,  με τρόπο ορισμένο (άρθρο 527  ΚΠολΔ)  στο παρόν Δικαστήριο, απαντώντας στις εφέσεις των εκκαλούντων  και συγκεκριμένα στην (α) έφεση και κύρια παρέμβαση  του Ελληνικού Δημοσίου. Ως προς το τελευταίο,  ο ισχυρισμός αυτός είναι νόμιμος,  καθώς συνιστά την ένσταση ειδικής τακτικής και έκτακτης χρησικτησίας του άρθρου 4 του ν. 3127/2003   και με αυτόν δεν μεταβάλλεται η ιστορική βάση της αίτησης (ΕφΛαρ 324/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα της αιτούσας που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (βλ. τα πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, οι κυρίως παρεμβάντες δεν εξέτασαν μάρτυρα)  και από όλα τα προσκομιζόμενα έγγραφα, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το με αρ.  ………../30-11-1981 συμβόλαιο πώλησης του  συμβολαιογράφου Αθηνών …….., που μεταγράφηκε νόμιμα  (τόμος …. και με α.α. ….. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς), όπως διορθώθηκε με την ………../9-12-1983 συμβολαιογραφική διορθωτική πράξη του ίδιου ανωτέρω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα (τόμος … και με α.α. …),  η μητέρα της αιτούσας  …………., πώλησε και παρέδωσε στον σύζυγο της αιτούσας …….. το ½ εξ αδιαιρέτου οικοπέδου κειμένου στη θέση στη θέση «…….. ή …….»  εντός του εγκεκριμένου Σχεδίου Πόλης Κερατσινίου Αττικής  επί της οδού  …….., εμβαδού, σύμφωνα με τους ανωτέρω τίτλους κτήσης, 135 τ.μ., το οποίο συνόρευε δε,, βόρεια με ιδιοκτησία αγνώστου, νότια με την οδό ……….., ανατολικά με ιδιοκτησία αγνώστου και δυτικά με ιδιοκτησία ………… Το ακίνητο αυτό είχε αγοράσει η ως άνω μητέρα της αιτούσας δυνάμει του …/16-9-1965 συμβολαίου αγοραπωλησίας αγροτεμαχίου του συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, που μεταγράφηκε νόμιμα  (τόμος … και με α.α. ….). Οι  άνω συγκύριοι του οικοπέδου (μητέρα και σύζυγος της αιτούσας) υπήγαγαν το άνω οικόπεδο, στις διατάξεις ν. 3741/1929 με την …/30-11-1981 συμβολαιογραφική πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου Αθηνών ………, νομίμως που μεταγράφηκε νόμιμα (τόμος … και με α.α. ….) των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς, όπως διορθώθηκε με την …../9-12-1983 συμβολαιογραφική διορθωτική πράξη του ίδιου ανωτέρω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα (τόμο … και με α.α. …). Πειραιτέρω με το με αρ. …/30-11-1981 προικοσύμφωνο συμβόλαιο οριζοντίων ιδιοκτησιών του συμβολαιογράφου Αθηνών ……., που μεταγράφηκε νόμιμα (τόμος … και με α.α. … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς) όπως διορθώθηκε με την …./9-12-1983 συμβολαιογραφική διορθωτική πράξη του ίδιου συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα  (τόμο … και με α.α. ….) η άνω μητέρα της συνέστησε προίκα υπέρ της αιτούσας με προικολήπτη τον σύζυγό της …….  παρακρατώντας η ίδια την επικαρπία και υπέρ του συζύγου της – πατέρα αυτής ………, στην οποία  (αιτούσα) μεταβίβασε  κατά ψιλή κυριότητα :  (1) το διαμέρισμα του πρώτου (Α) υπέρ του ισογείου (πιλοτής) ορόφου οικοδομής, επιφανείας 72,50 τ.μ., όγκου ιδιόκτητου 217,50 κ.μ., αναλογίας όγκου κοινοχρήστων 56,50 κ.μ., ήτοι συνολικού όγκου 274 κ.μ., με ποσοστό συγκυριότητας στο εν λόγω γεωτεμάχιο 250/1000 εξ αδιαιρέτου, αναλογούντα σε 33,75 τ.μ., ποσοστό δε συμμετοχής στις δαπάνες συντήρησης πρόσοψης, πεζοδρομίου, γενικού αποχετευτικού δικτύου, στις δαπάνες θέρμανσης, ανελκυστήρα και γενικών δαπανών κοινοχρήστων χώρων 250/1000, (2), το δικαίωμα ανέγερσης του τέταρτου (Δ) υπέρ του ισογείου (πιλοτής) ορόφου της αυτής οικοδομής,  το οποίο (δικαίωμα) θα περιλαμβάνει ένα διαμέρισμα επιφανείας (του διαμερίσματος) 72,50 τ.μ., όγκου ιδιόκτητου 217,50 κ.μ., αναλογίας όγκου κοινοχρήστων 56,50 κ.μ., ήτοι συνολικού όγκου 274 κ.μ., με ποσοστό συγκυριότητας στο εν λόγω γεωτεμάχιο 250/1000 εξ αδιαιρέτου, αναλογούντα σε 33,75 τ.μ., ποσοστό δε συμμετοχής στις δαπάνες συντήρησης πρόσοψης, πεζοδρομίου, γενικού αποχετευτικού δικτύου, στις δαπάνες θέρμανσης, ανελκυστήρα και γενικών δαπανών κοινοχρήστων χώρων 250/1000. Η μητέρα της αιτούσας δυνάμει της με αρ.  αρ. …../2.2.1982 άδειας οικοδομής της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Αττικής, ανήγειρε τριώροφη οικοδομή στο οικόπεδο, επί της οποίας η οριζόντια ιδιοκτησία διαμέρισμα του πρώτου ορόφου και το δικαίωμα ανέγερσης του τέταρτου ορόφου Η αιτούσα κατέστη πλήρης κυρία των άνω οριζοντίων ιδιοκτησιών μετά το θάνατο της της μητέρας  στις 31-8-1989 και ακολούθως του συζύγου αυτής ……….. στις 18-4-2003 και  με την εισαγωγή του ν. 1329/1983, με την κατάργηση της προίκας. Το οικόπεδο, στο οποίο έχει ανεγερθεί η οικοδομή επί των οποίων βρίσκονται οι άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες έχει καταχωριστεί στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιώς με ΚΑΕΚ ……….. και αποδίδεται σε άγνωστο ιδιοκτήτη.  Το γεωτεμάχιο αυτό, φέρεται τμήμα δημόσιου κτήματος, και συγκεκριμένα του με αρ. ΑΒΚ ….., εμβαδού 912.790,50 τ.μ., κειμένου στη θέση «…» του Δήμου Νίκαιας (όρια με δήμο Κερατσινίου Δραπετσώνας),  όπως αποτυπώνεται με στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Π-Ρ-Σ-Τα-Υ-φ.χ.ψ.Ω-Α’-Β’-Γ’-Δ’-Ε’-Ζ’-Η’-‘-Γ-Κ’-Λ’-Μ’-Ν’-Ξ’-Ο’-Π’-Ρ’-Σ’-Α στο από 30-12-1971 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού του Υπουργείου Οικονομικών ……, η οποία καταγράφηκε ως δημόσιο κτήμα  την 1-8-1981 με βάση την υπ’ αρ. Δ ../../13-3-1979 διαταγή του Υπουργού Οικονομικών και κατόπιν της υπ’ αρ. …/23.6.1972 γνωμοδότησης του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων. Το εν λόγω δημόσιο κτήμα αποτελεί, με τη σειρά του, τμήμα του Εθνικού Λιβαδιού με τη γενική ονομασία «…» που είχε  έκταση 10.000 στρέμματα, περιλαμβάνει τις επιμέρους τοποθεσίες «.. ή … ή (…)», «. ….», «. ..» και «… ή … και συνόρευε ανατολικά με …… ή ……, δυτικά με γαίες της Ιεράς Μονής ……, βόρεια με … ., και νότια εν μέρει με γαίες παραχωρηθείσες στον …….. και εν μέρει με εθνικές γαίες ανήκουσες στη διαλυθείσα Ιερά Μονή ……… Στην  περιοχή του «….», που  είχε συμπεριληφθεί στις δημόσιες γαίες από το έτος 1890  με αύξοντα αριθμό … (γενικός πίνακας εθνικών και εκκλησιαστικών κτημάτων),  έχουν καταγραφεί εντός αυτής  τα Δημόσια κτήματα ΒΚ ..,  εκτάσεως 1.396 στρεμμάτων, ΒΚ … έκτασης 959 στρεμμάτων και ΒΚ … Εξάλλου η τοποθεσία …», όπου βρίσκεται και το επίδικο ακίνητο είναι   κυρίως βουνώδης, βραχώδης, επικλινής και  εν μέρει δασική έκταση, ακατάλληλη για συστηματική καλλιέργεια και βόσκηση.  Η σημερινή κατάσταση της έκτασης αυτής  είναι η εξής  : 473.402 τμ. έχουν ενταχθεί στα ρυμοτομικά σχέδια των Δήμων Νίκαιας και Κερατσινίου, 121.465 τμ. είναι δασικές εκτάσεις, 54.611 τμ. είναι εκτός σχεδίου οικιστικά αξιοποιούμενες εκτάσεις που έχουν καταληφθεί παρανόμως 168.201 τμ.  χώροι πρασίνου αναψυχής, 32.510 τμ.  εργοτάξια  8.602 τμ. με τεχνητή δάσωση και 5.795 τ.μ καταλαμβάνει η Δεξαμενή και συνεχόμενο πλάτωμα (βλ. την από 26.5.2003     έκθεση φωτοερμηνείας του δασολόγου ……… και την από 15.11.1977 έκθεση ιδιοκτησιακής έρευνας  προϊσταμένου Δ/νσης Δασών Αττικής).   Εκκλησιαστικά ακίνητα υπήρχαν στις θέσεις …………. όχι όμως στη θέση «….». Την περιουσία της  ήδη διαλυμένης μονής ….., η οποία έχει περιέλθει στο δεύτερο εκκαλούν – κυρίως παρεμβαίνον, που εξακολουθεί να υφίσταται (ΒΔ της 25-9/7-10-1833, σε συνδυασμό με το ΒΔ 1-13/12/1834, ΦΕΚ 41/21-12-1834, βλ. την με αρ. 148/1975 Γνωμοδότηση του ΝΚΣ) κτηματογράφησε ο γεωμέτρης …….., όμως  δεν  βρέθηκε το διάγραμμα που απεικονίζει στη θέση «..», ούτε υπάρχουν διαγράμματα για τις θέσεις «….», και «…». Λόγω γειτνίασης της θέσης  «…» με τη θέση «…», ενδεχομένως στα  όρια του ΒΚ … να υπήρχε   εκκλησιαστική περιουσία, χωρίς όμως αυτή να μπορεί να τεκμηριωθεί κατ΄έκταση σε συγκεκριμένη τοποθεσία, αφού απωλέσθηκε  το διάγραμμα που απεικόνιζε τη θέση …, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του άνω δημοσίου κτήματος αποτελεί βουνώδη έκταση ανεπίδεκτη καλλιέργειας, ώστε  ενδεδομένως η έκταση αυτή ήταν εθνικό λιβάδιο. Δεν έχουν βρεθεί όμως παραχωρητήρια χορτονομής για τη  τοποθεσία «… ή ….». (βλ. την από 27-5-2003 τεχνική έκθεση έρευνας ομάδας εργασίας έρευνας ιδιοκτησιακού καθεστώτος … – …. και την από 8-10-2003 συμπληρωματική στην ως άνω τεχνική έκθεση συνταχθείσες από τους μηχανικούς ……, ……. και ………., κατόπιν διαταγής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών).  Για την ειδικότερη  βρίσκεται  το επίδικο δεν βρέθηκαν επίσης διαγράμματα, ούτε αποδείχθηκε καταγραφή του ως περιουσία του Δημοσίου ή της  Μονής του …….   Το εκκαλούν της (β) έφεσης προσκομίζει τις με αρ. 1249/1970  και   4462/1976 αποφάσεις του  Εφετείου Αθηνών, όπου γίνεται γενική αναφορά ότι ο «…….» ανήκε στη Μονή ………, χωρίς όμως να είναι επίδικη ή να γίνεται ειδική μνεία για τη θέση  «……..». Προσκομίζει επίσης την πρόσφατη με αρ, 687/2007 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή κύρια παρέμβαση  του  (β) εκκαλούντος, χωρίς όμως να προκύπτει ότι η υπόθεση αυτή αφορούσε την ίδια έκταση όπου βρίσκεται και το επίδικο. Αντίστοιχα επίσης το εκκαλούν της (α)  έφεσης Ελληνικό Δημόσιο προσκομίζει την νεώτερη με αρ. 489/2006 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου η οποία απέρριψε τελεσιδίκως την αγωγή την «………»  και την κύρια παρέμβαση του ΠΕΤ, δεχόμενη ότι η τοποθεσία «…» ανήκε στο Ελληνικό Δημόσιο.  Απλή αναφορά επίσης σε άλλα έγγραφα ή παραχωρητήρια των αρχών του αιώνα, που γίνεται μνεία στην περιοχή «…» ως εκκλησιαστική περιουσία δεν αναιρούν τις διαπιστώσεις της νεώτερης παραπάνω έρευνας και σε κάθε περίπτωση δεν αφορούν το επίδικο ακίνητο. Κατόπιν αυτών δεν αποδεικνύεται ότι το επίδικο ακίνητο και η ευρύτερη έκταση ήταν της κυριότητας του (β) εκκαλούντος και κυρίως παρεμβαίνοντος  έφεσης και κύριας παρέμβασης Παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου, η κύρια παρέμβαση του οποίου έπρεπε να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.  Είναι άξιο μνείας ότι το επίδικο ως οικόπεδο έχει ενταχθεί στο σχέδιο πόλεως του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, σύμφωνα με το  από 3.4.1970 διάταγμα ρυμοτομίας της (ΦΕΚ 85/τεύχος Δ’/22.4.1970) και την από 22.7.1992 αναθεώρηση του εγκεκριμένου Ρυμοτομικού Σχεδίου  αυτού  (ΦΕΚ 971/τεύχος Δ’ /25-09-1992) και δεν αποτελεί κοινόχρηστο χώρο ή χώρο πρασίνου, ώστε δεν υπάγεται στην προστασία του  ν.998/1979 «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας», ούτε ισχύει το τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου επί των δασικών εκτάσεων (άρθρο 3 § 6ζ του άνω νόμου, βλ. ΑΠ 111/2023, ΑΠ 859/2017, ΑΠ 487/2014 σε www.areiospagos.gr).  Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η μητέρα της αιτούσας από την αγορά αυτού το έτος 1965, από το 1981 από κοινού με το σύζυγο της αιτούσας και  μετά το θάνατο του συζύγου της (η μητέρα της αιτούσας) ως επικαρπώτρια, αλλά και η ίδια η αιτούσα ενεργούσαν επί του ως άνω οικοπέδου συνεχώς και αδιαλείπτως με καλή πίστη και νόμιμο τίτλο,  πράξεις συννομής που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του, χωρίς να οχληθούν από οποιονδήποτε, καθώς η μητέρα αυτής από κοινού με το σύζυγό της προέβησαν στη σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας και η ίδια προέβη στην έκδοση οικοδομικής άδειας (1982) και στην ανέγερση οικοδομής.  Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι  η δικαιοπάροχοι της αιτούσας και στη συνέχεια η ίδια, ασκούσαν συνεχώς στο επίδικο πράξεις νομής ανάλογα με τη  φύση και τον προορισμό του  (επίβλεψη, φροντίδα του οικοπέδου,  έκδοση οικοδομικής άδειας ανέγερση πολυώροφης οικοδομής κ.λπ.) τουλάχιστον από το έτος 1965 και εφεξής, χωρίς ποτέ να ενοχληθούν από τρίτους και ειδικότερα από όργανα του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο ουδέποτε προέβη στη σύνταξη πρωτοκόλλου κατάληψης του ως άνω ακινήτου κατά τις διατάξεις περί δημοσίων κτημάτων (άρθρο 34 §  2 του α.ν. 1539/1938),  ή όχλησε αυτούς με οποιονδήποτε τρόπο. Η ευρύτερη περιοχή είναι πλήρως οικοδομημένη, η  δε αίτηση για  έκδοση οικοδομικής άδειας από τους  δικαιοπαρόχους της αιτούσας  ενισχύει την καλή της πίστη, αφού αν γνώριζαν ότι το ακίνητο ανήκε στο Δημόσιο δεν θα απευθύνονταν σε κρατικά όργανα αυτού για την ανοικοδόμησή του. Το Ελληνικό Δημόσιο υπέβαλε προς τον ΟΚΧΕ την με αρ. πρωτ.  ../31.5.2000 δήλωση, με την οποία δήλωσε ως  ιδιοκτησία του ολόκληρη την έκταση ΑΒΚ ….. Υπέβαλε επίσης ένταση και  ειδικά για το ΚΑΕΚ …, χωρίς όμως να προκύπτει αν αυτή υποβλήθηκε πριν την 19.3.2003 και σε κάθε περίπτωση επ’ αυτής  δεν είχε εκδοθεί απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε  στην αιτούσα  πριν την έναρξη ισχύος του ν.3127/2003 (19.3.2003), που να συνιστά όχληση και να καθιστά τη νομή της όχι ανεπίληπτη (βλ. ΑΠ 290/2023, ΑΠ 807/2019), αφού στην πρώτη εγγραφή του επιδίκου γεωτεμαχίου παρέμεινε η καταχώρηση «άγνωστος ιδιοκτήτης».  Με βάση τις ανωτέρω παραδοχές, η αιτούσα και οι δικαιοπάροχοί της νέμονται το επίδικο, το οποίο βρίσκεται εντός σχεδίου πόλεως του Δήμου Κερατσινίου Αττικής, με νόμιμο τίτλο, διάνοια κυρίου και καλή πίστη, πιστεύοντας, χωρίς βαριά αμέλεια, ότι είχαν αγοράσει από αληθινούς κυρίους και ότι δεν προσβάλλουν το δικαίωμα κυριότητας κανενός, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δέκα (10) ετών μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου 3127/2003 (19.3.2003) και σε κάθε περίπτωση άνω των 30 ετών, χωρίς μάλιστα να τους έχει γνωστοποιηθεί τυχόν δικαίωμα του Ελληνικού Δημοσίου ή τρίτου προσώπου επ’ αυτού.  συνεπώς  ότι και αν θεωρηθεί ότι το επίδικο ανήκε στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου, κατά παραδοχή της ένστασης της αιτούσας,  τακτικής και έκτακτης χρησικτησίας του άρθρου 4 του  3127/2003  είχε καταλυθεί η κυριότητα αυτού. Σύμφωνα με τα παραπάνω έπρεπε να απορριφθούν οι κύριες παρεμβάσεις ως ουσιαστικά  αβάσιμες και  να γίνει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη η υπό κρίση αίτηση και να διορθωθεί η πρώτη εγγραφή, ώστε να φαίνεται ότι κύρια των οριζοντίων ιδιοκτησιών  είναι η αιτούσα , για τις οποίες να δημιουργηθεί χωριστό κτηματολογικό φύλλο με καταχώρηση του εμβαδού της και του ποσοστών συγκυριότητας επί του οικοπέδου.  Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε την αίτηση  και απέρριψε τις κύριες παρεμβάσεις εφαρμόζοντας επικουρικώς τη διάταξη του άρθρου  3 του ν. 3127/2003 και ως προς το εκκαλούν ΝΠΔΔ, με την επωνυμία ΠΑΛΑΙΌ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ» όμως κατ΄αποτέλεσμα δεν έσφαλε, με δεδομένο και ότι  το αντικείμενο της  παρούσας δίκης δεν είναι η αυθεντική διάγνωση  του αμφισβητούμενου δικαιώματος, η ύπαρξη του οποίου ελέγχεται μόνο  για τη ζητούμενη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης (αρχικής) εγγραφής, χωρίς όμως να καλύπτεται αυτή με ισχύ δεδικασμένου και να υπάρχει συνεπώς εν προκειμένω  μεταβολή της προδικαστικής έννομης σχέσης  (ΑΠ  1020/2018, ΑΠ 148/2014, ΑΠ 259/2013 ΧΡΙΔ 2013.521) Κατόπιν αυτών, αφού  αντικατασταθούν οι ως άνω αιτιολογίες από την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ) θα πρέπει να  απορριφθούν οι εφέσεις του Ελληνικού Δημοσίου  και του Παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου. Τέλος πρέπει να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα (του παρόντος και δύο βαθμών δικαιοδοσίας) μεταξύ των διαδίκων, διότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρα 179 και 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων τις εφέσεις α) από 25.5.2015,  αριθ. κατ.  ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2022 και β) από 25.5.2015  και   αριθ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2022.

ΔΕΧΕΤΑΙ τις εφέσεις ως προς το τυπικό τους μέρος.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτές κατ΄ουσίαν.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

ΚΡΙΘΗΚΕ αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους Δικηγόρων την 29.2.2024.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ